.

.

Δός μας,

Τίμιε Πρόδρομε, φωνή συ που υπήρξες η φωνή του Λόγου. Δος μας την αυγή εσύ που είσαι το λυχνάρι του θεϊκού φωτός. Βάλε σήμερα τα λόγια μας σε σωστό δρόμο, εσύ που υπήρξες ο Πρόδρομος του Θεού Λόγου. Δεν θέλουμε να σε εγκωμιάσουμε με τα δικά μας λόγια, επειδή τα λόγια μας δεν έχουν μεγαλοπρέπεια και τιμή. Όσοι θα θελήσουν να σε στεφανώσουν με τα εγκώμιά τους, ασφαλώς θα πετύχουν κάτι πολύ πιό μικρό από την αξία σου. Λοιπόν να σιγήσω και να μη προσπαθήσω να διακηρύξω την ευγνωμοσύνη μου και τον θαυμασμό μου, επειδή υπάρχει ο κίνδυνος να μη πετύχω ένα εγκώμιο, άξιο του προσώπου σου;

Εκείνος όμως που θα σιωπήσει, πηγαίνει με τη μερίδα των αχαρίστων, γιατί δεν προσπαθεί με όλη του τη δύναμη να εγκωμιάσει τον ευεργέτη του. Γι’ αυτό, όλο και πιό πολύ σου ζητάμε να συμμαχήσεις μαζί μας και σε παρακαλούμε να ελευθερώσεις τη γλώσσα μας από την αδυναμία, που την κρατάει δεμένη, όπως και τότε κατάργησες, με τη σύλληψη και γέννησή σου, τη σιωπή του πατέρα σου του Ζαχαρία.

Άγιος Σωφρόνιος Ιεροσολύμων

Εξοργιστικά αλλοτριωμένες θέσεις ιερέως στο θέμα της βάπτισης των δύο παιδιών στην Γλυφάδα


Έγραψε ο π. Σπυρίδων Σκουτής για την βάπτιση με τον Αρχ. Ελπιδοφόρο:

(πάρτε μια βαθειά ανάσα, κάντε καλύτερα πρώτα μία προσευχή, και μπείτε μετά να διαβάστε)

«Μου στέλνετε πολλοί διάφορα σχόλια σχετικά με τη βάφτιση δύο παιδιών από ομοφυλοφιλους γονείς. Σχόλια με ειρωνείες, προβληματισμούς, ότι η εκκλησία έχει προδώσει τον κόσμο κλπ κλπ. Καλά έκανε ο Αμερικής κ. Ελπιδοφόρος και βάφτισε τα παιδιά τα οποία βαφτίστηκαν στο ονομα της Αγίας Τριάδος και «μπολιάστηκαν» με τα χαρίσματα του Αγίου Πνεύματος. Έχουμε στη ουσία δύο υποψήφιους Αγίους της Εκκλησίας. Πού είναι το κακό; Καταρχήν, δεν υπάρχει κάποιος κανόνας άρνησης βαπτίσματος σχετικά με τη σεξουαλικότητα των γονέων ή αν οι γονείς που έχουν υιοθετήσει τα παιδιά είναι του ίδιου φύλου. {Αν υπάρχει παρακαλώ να μου το πείτε, μήπως κάνω λάθος}. Αν οι γονείς ήταν γυναίκα και άντρας αλλά ήταν εγκληματίες. Θα βαπτίζαμε τα παιδιά; Ναι; ή όχι; Τα παιδιά βιολογικά γεννήθηκαν από γυναίκα που θα είναι η βιολογική τους μάνα και βαπτίστηκαν στην εκκλησία. Ξέρετε ποιο είναι το φάουλ στο Μυστήριο εδώ; Αυτό που διάβασα και δεν ξέρω αν ισχύει. Το ότι υπήρχαν 8 νονοί!! Εδώ είναι το πρόβλημα. Ποιός θα διδάξει από τους 8 στα παιδιά αυτά την ορθόδοξη πίστη και το ορθόδοξο βίωμα; Βασικά ανάδοχος είναι ένας! Αυτός που αναδέχεται το παιδί στην λευκή πετσέτα μετά το βάπτισμα. Για μένα εκεί είναι το πρόβλημα και πρέπει η εκκλησία να μην δέχεται 5,10 άτομα νονούς ταυτόχρονα διότι το μυστήριο γίνεται τσίρκο. Ας συνέλθουμε επιτέλους… Βαπτίστηκαν δύο παιδιά και τέλος. Δεν υπάρχει κάτι άλλο.

π. Σπυρίδων Σκουτής / euxh. Gr»

Ο π. Σπυρίδων μάλλον δεν έμαθε ότι ο νηπιοβαπτισμός γίνεται με προϋποθέσεις. Με θράσος δηλώνει ότι ο Αμερικής Ελπιδοφόρος έκανε καλά που βάπτισε τα δύο παιδιά, αδιαφορώντας που βρίσκονται στα χέρια υπερήφανων ομοφυλοφίλων. Βαφτίστηκαν λέει στο όνομα της Αγίας Τριάδας. Και μετά τί; Τα πετάμε στα σκουπίδια;

Τί σεβασμό δείχνουμε στο Μυστήριο; Απολύτως κανένα. Απλά προσφέρουμε το Μυστήριο της Ιεράς Βαπτίσεως ως ένα κατακτημένο οχυρό στην κοινότητα ΛΟΑΤΚΙ. Και δημιουργούμε προηγούμενο για να καταστήσουμε και τα άλλα Μυστήρια της Εκκλησίας απροϋπόθετα, "Μυστήρια χωρίς σύνορα" για όσους κάνουν κέφι.

Πού είναι οι προϋποθέσεις για την Ορθόδοξη ανατροφή; Βάζουμε ή δεν βάζουμε ταφόπλακα στην σωτηρία αυτών των παιδιών; Μήπως περιμένουμε να έλθουν μελλοντικά σε σύγκρουση με τους ομοφυλόφιλους που παριστάνουν τους γονείς τους; Λογικά όχι. Δεν μπορεί να κάνεις το ένα και μυστικά να περιμένεις να γίνει το άλλο. Η Εκκλησία δεν συμπεριφέρεται έτσι, να κάνει κάτι στα φανερά και να περιμένει κάτι άλλο στα κρυφά. Άρα όσοι δεν έχουν πρόβλημα με τέτοιες υπερήφανες βαπτίσεις, δέχονται και την ομοφυλοφιλία και έρχονται σε αντίθεση με την διδασκαλία της Εκκλησίας. 

Σε περίπτωση πάλι που αυτά τα παιδιά έλθουν σε σύγκρουση κάποια στιγμή στη ζωή τους με τους υποτιθέμενους «γονείς» τους, γιατί να βρουν καταφύγιο στην Εκκλησία που τους είχε πει ότι είναι καλά με αυτούς; Θα την μισήσουνε την Εκκλησία που χρύσωσε την δυστυχία τους.

Δεν μιλάμε εδώ για μία απλή αμαρτία. Εδώ πάμε ενάντια στην φύση.

Πως είναι δυνατόν ιερέας να μην τρέμει στην σκέψη ότι με τις εμετικές αγαπολογίες του παρατάει τα δύο παιδιά μέσα στο βόθρο του παρά φύσιν και της διαστροφής;

«...βαφτίστηκαν στο όνομα της Αγίας Τριάδος και «μπολιαστηκαν» με τα χαρίσματα του Αγίου Πνεύματος. Έχουμε στην ουσία δύο υποψήφιους Αγίους της Εκκλησίας. Που είναι το κακό;» λέει ο π. Σπυρίδων.

Το κακό είναι ότι ο πατήρ το παίζει «πολύς» με τα Χαρίσματα του Αγίου Πνεύματος, ξεχνώντας ότι το πνεύμα θέλει αίμα. Πάτερ Σπυρίδων, εσείς τί θα κάνετε για αυτά τα παιδιά; Εκτός από το να μοιράζετε δεξιά και αριστερά κάτι που δεν σας ανήκει, θα γίνετε εσείς το άλας της ζωής για αυτά τα παιδιά; Θα έλθετε σε σύγκρουση με το κατεστημένο ή θα την αράξετε στον καναπέ για να καθαρίσει το Άγιο Πνεύμα; Βλέπετε «δύο υποψήφιους Αγίους της Εκκλησίας»! και δεν βλέπετε τους δύο ντεφάκτο «εξαγιασμένους» από την Εκκλησία ομοφυλόφιλους που αναλαμβάνουν την καταστροφή τους;

«Καταρχήν, δεν υπάρχει κάποιος κανόνας άρνησης βαπτίσματος σχετικά με τη σεξουαλικότητα των γονέων ή αν οι γονείς που έχουν υιοθετήσει τα παιδιά είναι του ίδιου φύλου. {Αν υπάρχει παρακαλώ να μου το πείτε, μήπως κάνω λάθος}.»

Ειλικρινά ντρέπομαι που απαντώ σε τέτοιες θέσεις ιερέως. Ποτέ δεν πέρασε από το μυαλό μου ότι θα ζούσα μια τέτοια στιγμή. Αναζητά ο ιερεύς κανόνα άρνησης βαπτίσματος σχετικά με την σεξουαλικότητα των γονέων κι εγώ τότε, δεδομένου ότι ο νηπιοβαπτισμός καθιερώθηκε με την υποχρέωση της Ορθοδόξου κατήχησης από ανάδοχο, αναζητώ να μου παραθέσει κανόνα που να λέει ότι ο νουνός ή η νουνά θα κατηχούν διαφορετικά τα παιδιά που έχουν υιοθετηθεί από ομοφυλόφιλους. Να μας το βρει αυτό και να μας το παραθέσει παρακαλώ. Και να μας εξηγήσει γιατί η Εκκλησία να επιτρέπει μία τέτοια πρακτική η οποία θα κατέληγε εκ των πραγμάτων σε αντι-κατήχηση. Δηλαδή, ο νουνός η νουνά σε αυτές τις περιπτώσεις να μην μπορούν να κατηχήσουν τα παιδιά σωστά και σύμφωνα με την διδασκαλία της Εκκλησίας λόγω των ομοφυλόφιλων «γονέων». Γιατί να επιτρέπει η Εκκλησία μία πρακτική η οποία θα καταργούσε την βασική προϋπόθεση του νηπιοβαπτισμού; Άρα εδώ κάτι λείπει. Και λείπει το περιβάλλον το οποίο η Εκκλησία οφείλει να δημιουργήσει, συνήθως με αγώνες και θυσίες, για να εναποθέσει μέσα το Μυστήριο έτσι ώστε αυτό να καρποφορήσει στις ψυχές των ανθρώπων. Δεν το πετάμε έτσι το Μυστήριο σα να είναι μυξόχαρτο π. Σπυρίδωνα. Πείτε μας πότε η Εκκλησία στην δισχιλιόχρονη ιστορία της βάπτιζε παιδιά και τα παρατούσε σε χέρια ομοφυλοφίλων; Να μας το πείτε και αυτό π. Σπυρίδωνα.

Και συνεχίζει: «Αν οι γονείς ήταν γυναίκα και άντρας αλλά ήταν εγκληματίες. Θα βαπτίζαμε τα παιδιά; Ναι; ή όχι;»

Μα εδώ την απάντηση την έδωσε μόνος του. Τους εγκληματίες τους λέμε εγκληματίες και τους αντιμετωπίζουμε ως τέτοιους. Η Εκκλησία πάντα τους βλέπει ως ανθρώπους που έχουν ανάγκη από μετάνοια και τους το λέει στα ίσια ενώ το Κράτος θα θωρακίσει την κοινωνία από τις εγκληματικές τους πράξεις μέσα στο σωφρονιστικό σύστημα. Τα παιδιά των εγκληματιών θα μεγαλώσουν σε μία κοινωνία η οποία θα τους λέει πού βρίσκεται ο σωστός δρόμος, δεν θα τους λέει γίνετε κι εσείς εγκληματίες όπως οι γονείς σας. Θυμίζω τί ευχήθηκε ο καθαιρετέος π. Καριώτογλουσε ομοφυλόφιλους που βάπτισαν παιδί. «οι γονείς να είσαστε πάντα ερωτευμένοι και το παιδί θα βλέπει αυτήν την αγάπη που θα έχετε μεταξύ σας, αυτήν θα αναζητήσει όταν φύγει από εσάς και θα αναζητά πάντα στη ζωή του»!! 
Άστοχο λοιπόν το παράδειγμα με τους εγκληματίες π. Σπυρίδων. Η Εκκλησία όλους τους αγκαλιάζει, αλλά λέγοντας τα πράγματα με τ’ όνομά τους και δίχως να συμβιβάζει την «θεραπευτική της αγωγή».

«Τα παιδιά βιολογικά γεννήθηκαν από γυναίκα που θα είναι η βιολογική τους μάνα και βαπτίστηκαν στην εκκλησία.»

Τα παιδιά δεν θα μπορούσαν να γεννηθούν από κάπου αλλού εκτός από την κοιλιά μιας γυναίκας, η οποία χρησιμοποιήθηκε ως εννιάμηνη σακούλα για να τα παραδώσει σε δύο άντρες. Αυτό θα το μάθουν σίγουρα και από εκεί και πέρα ό,τι άλλο μάθουν για την παρένθετη μητέρα μόνο η καρδούλα τους το ξέρει.

«Ξέρετε ποιο είναι το φάουλ στο Μυστήριο εδώ; Αυτό που διάβασα και δεν ξέρω αν ισχύει. Το ότι υπήρχαν 8 νονοί!! Εδώ είναι το πρόβλημα. Ποιός θα διδάξει από τους 8 στα παιδιά αυτά την ορθόδοξη πίστη και το ορθόδοξο βίωμα; Βασικά ανάδοχος είναι ένας! Αυτός που αναδέχεται το παιδί στην λευκή πετσέτα μετά το βάπτισμα. Για μένα εκεί είναι το πρόβλημα και πρέπει η εκκλησία να μην δέχεται 5,10 άτομα νονούς ταυτόχρονα διότι το μυστήριο γίνεται τσίρκο. Ας συνέλθουμε επιτέλους… Βαπτίστηκαν δύο παιδιά και τέλος. Δεν υπάρχει κάτι άλλο.»

Ναι ήταν 8 νονοί και ήταν μέσα και αιρετικοί. Αυτό σας πειράζει πάτερ ή είναι μόνο ζήτημα αριθμητικής για εσάς; Και αφού βρείτε τον έναν Ορθόδοξο νουνό πολύ θα θέλαμε να μας πείτε τί κατήχηση θα κάνει στα παιδιά.

Επιμένουμε σε αυτό για να σας υποδείξουμε που ακριβώς βρίσκεται το ΤΣΙΡΚΟ.


Ποτὲ ἄλλοτε δὲν χρειάστηκαν Μακκαβαῖοι ὅσο σήμερα

«Μία δὲ ἀσφάλεια, τῆς ἐντολῆς ἡ τήρησις, καὶ τὸ μὴ ῥαγῆναι τὸν νόμον, ᾧ τετειχίσμεθα».
«Εὔχομαι ὁ Θεὸς νὰ ἀναστήσει Μακκαβαίους» 
(ἅγ. Παΐσιος)


Τοῦ Ἀδαμάντιου Τσακίρογλου

Ζοῦμε μία ἐποχὴ γενικῆς κατάπτωσης καὶ παρακμῆς. Μία ἐποχὴ ποὺ τὸ ἐγὼ ἀντικατάστησε τὸ ἐμεῖς, τὸ ἔχω τὸ εἶμαι, ἡ μανία τὴν σωφροσύνη, ἡ ἀνευθυνότητα τὴν εὐθύνη, ἡ σχετικότητα τὴν ἀκρίβεια. Μία ἐποχὴ ποὺ ἡ πίστη, οἱ ἀξίες καὶ τὰ ἤθη βάλλονται ἀπὸ παντοῦ καὶ κυρίως ἀπὸ αὐτοὺς ποὺ ὑποτίθεται θὰ τὰ ὑπεράσπιζαν. Μία ἐποχὴ ποὺ ἔχει ὡς κύριο χαρακτηριστικό της τὴν λειψανδρεία. Δὲν λείπουν οἱ ἄνδρες ἀλλὰ ἡ ἀνδρεία. Δὲν λείπουν τὰ ὑψηλὰ καὶ τ’ ἀγαθά, ἀλλὰ οἱ φύλακες καὶ οἱ ἐπισκοπῶντες. Δὲν λείπουν οἱ διαμαρτυρόμενοι, ἀλλὰ οἱ ἀγωνιστές. Δὲν λείπουν οἱ γνῶμες, ἀλλὰ ἡ συνέπεια καὶ ἀκρίβεια τῶν γνωμῶν.

Εὐθύνη, ἀκρίβεια, ἀγωνιστικότητα, καὶ κυρίως τὸ πνεῦμα θυσίας καὶ ἡ ἀνδρεία εἶναι οἱ πεποιθήσεις ποὺ ἀναδεικνύουν τὰ ἔθνη, ἰσχυροποιοῦν καὶ προστατεύουν τὶς πολιτεῖες, δοξάζουν τοὺς λαούς. Οἱ πρόγονοί μας ὑπεράσπισαν καὶ διαφύλαξαν αὐτὲς τὶς πεποιθήσεις ὡς προϋπόθεση γιὰ τὴν διαφύλαξη τῆς πολιτείας καὶ τῶν κοινῶν ἀγαθῶν. Ἐὰν ὅμως αὐτὴ ἡ διαφύλαξη τῶν πεποιθήσεων ἴσχυε γιὰ τοὺς πρόγονούς μας γιὰ τὴν ἐπίγεια πατρίδα, ἂς ἀναλογιστοῦμε πόσο ἰσχύει αὐτὸ γιὰ τοὺς Χριστιανοὺς γιὰ τὴν διαφύλαξη τῆς Πίστεως καὶ τῆς προσωπικῆς σωτηρίας, ποὺ πρέπει νὰ ἔχουν τὴν πρώτη θέση στὴν ζωή μας. Χριστιανὸς καὶ δειλὸς δὲν νοεῖται. Διότι ὁ δειλὸς δὲν ὁμολογεῖ οὔτε ὑπερασπίζεται τὴν πίστη του. Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Θεολόγος, στὴν «Ἀποκάλυψή» του, εἶδε φρικτὸ θέαμα: Εἶδε τοὺς δειλοὺς νὰ καίγονται στὰ κύματα μίας φλεγομένης λίμνης μαζὶ μὲ τοὺς εἰδωλολάτρες καὶ τοὺς κάθε εἴδους ἁμαρτωλούς (Ἀπ. 21, 8).

Ἡ Ἐκκλησιαστικὴ ἱστορία εἶναι μία ἱστορία πλήρης παραδειγμάτων ὁμολογίας, ἀφοβίας, γενναιότητας, σθένους, αὐταπάρνησης, θυσίας καὶ μεγαλείου. Οἱ Ἅγιοι τοῦ Θεοῦ συνέχεια πρότρεπαν τοὺς πιστοὺς νὰ εἶναι ἀνδρεῖοι καὶ ἰσχυροί: «Κανεὶς καὶ τίποτα νὰ μὴ σὲ φοβίζει. Κι ἂν ἀκόμη εἶναι ἀναρίθμητοι οἱ ἐχθροί, δαίμονες καὶ ἀσεβεῖς ἄνθρωποι, ὁ δικός μας ὑπερασπιστὴς εἶναι ἰσχυρότερος», κήρυττε ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος. 

Προέτρεπαν καὶ μιλοῦσαν ὅμως σὲ ἕνα ποίμνιο, ποὺ εἶχε ζωντανὰ μέσα του τὰ τόσα παραδείγματα ἀνδρείας, ὑπερασπίσεως καὶ ὁμολογίας τῆς Πίστεως τῆς ἐκκλησιαστικῆς ἱστορίας.· ἕνα ποίμνιο ποὺ εἶχε συνείδηση τοῦ καθήκοντος καὶ τοῦ ρόλου του σ’ αὐτὸν τὸν κόσμο. Ἦταν ὁμολογουμένως προετοιμασμένο καὶ κατηχημένο νὰ πολεμήσει, νὰ πεθάνει γιὰ τὴν πατρίδα ἀλλὰ προπάντων γιὰ τὴν Πίστη του. Παράλληλα ἡ πλειοψηφία τῶν ποιμένων τῶν ἐποχῶν ἐκείνων δὲν ἀμελοῦσαν νὰ κηρύξουν τὸ εὐαγγέλιο, καὶ τὰ καθήκοντα τῶν Χριστιανῶν ἀλλὰ κυρίως νὰ ὑπενθυμίσουν στοὺς πιστούς, τί ὠφείλουν νὰ πράττουν ὡς ἀγωνιζόμενοι Χριστιανοὶ καὶ ποιά παραδείγματα πρέπει πάντα νὰ ἔχουν πρὸς μίμηση, δίνοντας οἱ ἴδιοι οἱ ποιμένες πρῶτοι τὸ καλὸ παράδειγμα.

Στὴν ἐποχή μας ὅμως οἱ ὑποτιθέμενοι ποιμένες σιγοῦν. Δὲν προβάλουν τὰ παραδείγματα τῆς Ἐκκλησίας, δὲν τοὺς συμφέρει νὰ μιλοῦν γιὰ ὑπερασπιστὲς καὶ ὁμολογητὲς τῆς Πίστεως, γιατὶ αὐτὸ ἀναδεικνύει τὴν δική τους ἀδυναμία καὶ ἀμέλεια. Ἀντὶ γιὰ ἀλήθεια, ἀνδρεία, ἀφοβία μπροστὰ στὸν κίνδυνο, ζῆλο καὶ ἀσυμβίβαστη στάση, μιλοῦν ἀποκλειστικὰ καὶ μεμονωμένα γιὰ ἀγάπη, ὑπακοὴ στοὺς ἀνθρώπους κι ὄχι στὸν Θεό, γιὰ ἁμαρτίες καὶ μετάνοια, γιὰ φόβο καὶ ἐνοχές κρύβοντας παράλληλα ἔντεχνα τὸ μέγιστο χριστιανικὸ καθῆκον τῆς ὁμολογίας σὲ καιροὺς αἱρέσεως καὶ παραχάραξης τῆς Πίστεως. Πολλοὶ μάλιστα ἀφοπλίζουν τὸν λαὸ τοῦ Θεοῦ, παρουσιάζοντας τὸν ἑαυτό τους, ὡς τοὺς εἰδήμονες ποὺ θὰ ποῦν τὸ ἂν καὶ πότε πρέπει νὰ ἀγωνιστεῖ κάποιος, κρύβοντας κι αὐτοὶ μὲ τὴν σειρά τους τὰ παραδείγματα πρὸς μίμηση τῶν Ἁγίων. Ἀποσιωποῦν ὅτι «οὐ γὰρ ἀνθρώπων πρὸς ἀνθρώπους ἡ πάλη, ἀλλ’ ἀνθρώπων πρὸς δαίμονας ἡ μάχη» (Ἰωάννου Χρυσοστόμου, Λόγος Α’ εἰς τοὺς ἁγίους Μακκαβαίους, Migne, P.G., 50).

Τὸ ποίμνιο παραπλανημένο, ἐγκαταλελειμμένο καὶ συγκλονισμένο λυγίζει πιὰ κάτω ἀπὸ τὸ βάρος τῶν κοσμικῶν καὶ πνευματικῶν εὐθυνῶν, καὶ ἐλλείψει κηρύγματος καὶ ἐγκωμίων λαμπρῶν παραδειγμάτων ἔπεσε σὲ λήθαργο καὶ σὲ κατάσταση πνευματικῆς νάρκης καὶ ἀπάθειας. Αὐτὸ ἔχει ὡς ἀποτέλεσμα νὰ ἔχουν ἀπωλεσθεῖ ὄχι μόνο ὁ ζῆλος καὶ ἡ τόλμη, ἡ διάθεση προσφορᾶς καὶ θυσίας γιὰ τὴν πατρίδα. Ἀκόμα χειρότερα, ἔχουν ἀπωλεσθεῖ γιὰ τὴν Πίστη. Ὁ ἅγ. Παΐσιος διέκρινε ἀπὸ καιρὸ χάριτι τοῦ Ἁγίου Πνεύματος αὐτὴν τὴν ἐξέλιξη καὶ ἀφιέρωσε μεγάλο μέρος τοῦ κηρύγματός του στὴν καταπολέμηση αὐτῆς τῆς νοσηρῆς κατάστασης, μιλώντας γιὰ τὴν ἀνάγκη τῆς ἀνδρείας, τῆς ἀφοβίας, τῆς τόλμης, ὑπογραμμίζοντας: «Εὔχομαι ὁ Θεὸς νὰ ἀναστήσει Μακκαβαίους».

Οἱ Μακκαβαῖοι, ἀντιπροσωπεύουν γιὰ τὸν Χριστιανό –διότι γιὰ τὸν σημερινὸ κοσμικὸ ἢ οἰκουμενιστὴ ἄνθρωπο ἀντιπροσωπεύουν τὸν φανατισμό– ἴσως τὸ πιὸ τρανὸ παράδειγμα ὁμολογίας καὶ πίστης ἀνθρώπων ποὺ μὲ ἀνδρεία, πορεύθηκαν σύμφωνα μὲ τὴ διαθήκη καὶ τὶς παρακαταθῆκες τῶν Πατέρων. «Ἀλλ᾿ ἐγὼ καὶ οἱ υἱοί μου καὶ οἱ ἀδελφοί μου πορευσόμεθα ἐν διαθήκῃ πατέρων ἡμῶν» (Α΄ Μακ. 2,20). Μακκαβαῖοι ἢ Ἀσμοναῖοι ὀνομάζονταν οἱ ἀπόγονοι τοῦ ἱερέα Ματταθία, ποὺ πολέμησαν γενναῖα τοὺς Σελευκῖδες. Ἡ ὀνομασία «Μακκαβαῖοι» προῆλθε ἀπὸ τὸν τρίτο γυιὸ τοῦ Ματταθία, τὸν Ἰούδα στὸν ὁποῖο ἀποδώθηκε ὁ χαρακτηρισμὸς Μακκαβαῖος, διότι χτύπησε τοὺς ἐχθροὺς τοῦ Ἰσραὴλ ὡς «μακκάμπα» δηλ. σφυρί. Οἱ Μακκαβαῖοι δὲν πολέμησαν μόνο γιὰ τὴν πατρίδα τους, ἀλλὰ πρωτίστως γιὰ τὴν πίστη τους.

Ἡ Ἐκκλησία ξεχωρίζει, παρουσιάζει καὶ τιμᾶ (1η Αὐγούστου) ἰδιαίτερα τὸ μαρτύριο ἑπτὰ ἀδελφῶν μὲ τὴν μητέρα τους καὶ τὸν προχωρημένο στὴν ἡλικία πνευματικό τους πατέρα Ἐλεάζαρ. Ἀπὸ τὴν ἐκκλησιαστικὴ παράδοση γνωρίζουμε ὅτι τὸ ὄνομα τῆς μητέρας ἦταν Σολομονή ποὺ σημαίνει εἰρηνική, καὶ τῶν ἑπτὰ παιδιῶν της, Ἀβείμ, Ἀντώνιος, Γουρίας, Ἐλεάζαρ, Εὐσέβωνας, Ἀχεὶμ καὶ Μάρκελλος. Μαρτύρησαν στὰ πρῶτα χρόνια τῆς βασιλείας τοῦ διαδόχου Ἀντιόχου Δ' τοῦ Ἐπιφανοῦς, ποὺ ἤθελε νὰ καταργήσει τὴν ἑβραϊκὴ θρησκεία καὶ τὴν πίστη στὸν ἕνα Θεό, διώκοντας παράλληλα τοὺς ἀκριβεῖς τηρητὲς τοῦ Νόμου. Ἡ Ἐκκλησία δὲν τιμᾶ, ὅπως θὰ περίμενε ὁ σημερινὸς ὀρθολογιστὴς (ἀν)άνθρωπος, νέους, στιβαροὺς καὶ μυώδεις ἀθλητές, ἄφοβους πολεμιστὲς ἤ ἰσχυροὺς ἄνδρες. Τιμᾶ ἕναν γέροντα, ἑπτὰ παιδιὰ καὶ μία γριὰ μητέρα «οὐ νέους ἀθλητὰς καὶ σφριγῶντας πρὸς τὰ παλαίσματα ἤγαγεν, ἀλλὰ μειράκια κομιδῇ, καὶ μετ’ ἐκείνων γέροντα, τὸν Ἐλεάζαρον, καὶ πρὸς τούτοις γυναῖκα γεγηρακυῖαν, τὴν μητέρα τῶν μειρακίων» (Ἰωάννου Χρυσοστόμου, Λόγος Α’ εἰς τοὺς ἁγίους Μακκαβαίους, Migne, P.G., 50).
Ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος τοὺς θεωρεῖ τόσο σημαντικοὺς ὡς πρότυπα γιὰ τοὺς Χριστιανούς, ὥστε στὸν 15ο λόγο του «εἰς τοὺς Μακκαβαίους» λέει: 
«Ἀξίζει ὅμως ὅλοι νὰ τοὺς τιμοῦν, διότι ἔδειξαν καρτερία χάριν τῆς πατροπαράδοτης πίστεως. Αὐτοὶ ποὺ ἀναδείχθηκαν μάρτυρες πρὶν ἀπὸ τὰ πάθη τοῦ Χριστοῦ, τί θὰ κατόρθωναν ἄραγε, ἂν διώκονταν μετὰ τὸν ἐρχομό Του καὶ μιμοῦνταν τὸ θάνατό Του γιὰ μᾶς; Ἀφοῦ καὶ χωρὶς τέτοιο μεγάλο παράδειγμα, φάνηκαν τόσο σπουδαῖοι στὴν ἀρετή, πῶς δὲν θὰ φαίνονταν γενναιότεροι, ἂν ἀντιμετώπιζαν τοὺς κινδύνους, ἔχοντας μπροστά τους τέτοιο παράδειγμα; Δὲν πρέπει λοιπὸν νὰ τοὺς περιφρονήσουμε γιατὶ μαρτύρησαν πρὶν ἀπὸ τὸν σταυρό (σσ. ὅπως πράττουν ἀποσιωπώντας τους οἱ οἰκουμενιστές), ἀλλὰ νὰ τοὺς ἐπαινέσουμε διότι μαρτύρησαν κατὰ τὸ ὑπόδειγμα τοῦ σταυροῦ καὶ νὰ τοὺς θεωρήσουμε ἄξιους ἐγκωμιαστικῶν λόγων. Αὐτό, ὄχι γιὰ νὰ πάρουν κι ἄλλη δόξα (ποιά; ἀφοῦ οἱ πράξεις τους εἶναι ἤδη ἔνδοξες), ἀλλὰ γιὰ νὰ δοξασθοῦν οἱ ἐγκωμιαστὲς καὶ νὰ παρακινηθοῦν στὴν ἀρετὴ οἱ ἀκροατές, καθὼς ἡ ἀνάμνηση θὰ τοὺς κεντρίζει σὲ παρόμοια ἀγωνίσματα (πᾶσι δὲ τιμᾶσθαι ἀξίων, ὅτι περὶ τῶν πατρίων ἡ καρτερία· καὶ οἱ πρὸ τῶν Χριστοῦ παθῶν μαρτυρήσαντες, τί ποτε δράσειν ἔμελλον μετὰ Χριστὸν διωκόμενοι, καὶ τὸν ἐκείνου ὑπὲρ ἡμῶν μιμούμενοι θάνατον;Οἱ γὰρ χωρὶς ὑποδείγματος τοιούτου, τοσοῦτοι τὴν ἀρετήν, πῶς οὐκ ἂν ὤφθησαν γενναιότεροι, μετὰ τοῦ ὑποδείγματος κινδυνεύοντες; Οὔκουν, ὅτι πρὸ τοῦ σταυροῦ, τοιοῦτοι περιοπτέοι· ἀλλ᾿ ὅτι κατὰ τὸν σταυρόν, ἐπαινετέοι, καὶ τῆς ἐκ τῶν λόγων τιμῆς ἄξιοι· οὐχ ἵνα προσθήκην ἢ δόξαν λάβοιεν· (τίνα γὰρ ὧν ἡ πρᾶξις ἔχει τὸ ἔνδοξον;) ἀλλ᾿ ἵνα δοξασθῶσιν οἱ εὐφημοῦντες, καὶ ζηλώσωσι τὴν ἀρετὴν οἱ ἀκούοντες, ὥσπερ κέντρῳ τῇ μνήμῃ πρὸς τὰ ἴσα διανιστάμενοι» (P.G., 35, μετάφραση).

Οἱ Μακκαβαῖοι δὲν ἀντιπροσωπεύουν ἕνα εἶδος περιστασιακῶν «ἀγανακτισμένων» ἢ «ψεκασμένων» ποὺ λειτουργοῦν ἢ κάνουν πίσω ἀνάλογα μὲ τὶς συνθῆκες καὶ τὶς ἐπιρροὲς ποὺ δέχονται καὶ τὶς ἀνάγκες ποὺ ἔχουν. Δὲν συμβιβάζονται γιὰ λόγους πολιτικούς, κοινωνικούς, θρησκευτικούς. Κραταιοὶ στὴν πίστη τους οἱ Μακκαβαῖοι μιμοῦνται τοὺς ἀγῶνες τῶν Πατέρων τους καὶ πράττουν ἀναλόγως ὄχι γιὰ τὴν δική τους δόξα, ἀλλὰ εἰς δόξα Θεοῦ καὶ τῶν Ἁγίων Του, ἡ ὁποία τοὺς χαρίζει τὴν αἰωνιότητα: «Μνήσθητε τῶν πατέρων ἡμῶν τὰ ἔργα, ἃ ἐποίησαν ἐν ταῖς γενεαῖς αὐτῶν, καὶ δέξασθε δόξαν μεγάλην καὶ ὄνομα αἰώνιον» (Α΄ Μακ. 2,51).

Οἱ πράξεις καὶ ἡ ὁμολογία τους κινεῖται ἀπὸ ἕνα καὶ μόνο κίνητρο, ἕνα κίνητρο ποὺ ἀποτελεῖ κοινὸ τόπο γιὰ ὅλους τοὺς Ἁγίους τῆς Ἐκκλησίας μας: Ἡ πιστὴ καὶ ἀκριβὴς διαφύλαξη καὶ τήρηση τῶν ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ, ἡ ὁποία ἀποτελεῖ τὴν μοναδικὴ ἀσφάλεια γιὰ τὸν πιστὸ καὶ τὴν σωτηρία του. Ὁ μοναδικὸς φόβος τοῦ πιστοῦ πρέπει νὰ εἶναι, πῶς θὰ παρουσιαστεῖ μπροστὰ στὸ φοβερὸ βῆμα Του κι ὄχι τί θὰ ποῦν ἢ τί θὰ κάνουν οἱ ἄνθρωποι καὶ οἱ ἑκάστοτε ταγοί 

«Μία ἀσφάλεια ὑπάρχει: ἡ τήρηση τῆς ἐντολῆς καὶ τὸ νὰ μὴν ραγίσει ὁ νόμος, ὁ ὁποῖος μᾶς προστατεύει ὡς τεἶχος. Μία ὑπάρχει δόξα: Νὰ περιφρονήσουμε κάθε ἄλλη δόξα γιὰ νὰ ἀποκτήσουμε παρόμοια ἔπαθλα (ὅπως οἱ Μακκαβαῖοι). Ἕνας ὑπάρχει πλοῦτος: αὐτὰ ποὺ ὡς Χριστιανοὶ ἐλπίζουμε. Τίποτα δὲν εἶναι φοβερό, ἐκτὸς ἀπὸ τὸ νὰ φοβηθοῦμε γιὰ κάτι -ποὺ κάναμε λάθος- μπροστὰ στὸν Θεό (Μία δὲ ἀσφάλεια, τῆς ἐντολῆς ἡ τήρησις, καὶ τὸ μὴ ῥαγῆναι τὸν νόμον, ᾧ τετειχίσμεθα. Μία δὲ δόξα, τὸ δόξης ἁπάσης ὑπεριδεῖν ἐπὶ τηλικούτοις. Εἷς δὲ πλοῦτος, τὰ ἐλπιζόμενα· φοβερὸν δὲ οὐδὲν, ἢ τὸ φοβηθῆναί τι πρὸ Θεοῦ)» (Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου, Λόγος 15ος «εἰς τοὺς Μακκαβαίους» P.G., 35, μετάφραση). 

Καθῆκον τους θεωροῦν τὴν ὁμολογία καὶ τὴν ὑπεράσπιση τῆς Πίστεως. Ἀσφαλεῖς ὁδηγοί τους εἶναι πάντα οἱ Πατέρες καὶ ἡ διδασκαλία τους «Ἐκείνων ἐσμὲν καὶ γένος καὶ μαθηταί» (Λόγος 15ος «εἰς τοὺς Μακκαβαίους»).

Οἱ Μακκαβαῖοι δὲν φοβοῦνται τὸν ἑκάστοτε Ἀντίοχο, τὸν ἑκάστοτε ἰσχυρό, γνωρίζοντας, ὅτι ἡ ματαιότητα αὐτῆς τῆς δόξας δὲν ἔχει καμία σχέση μὲ τὴν αἰωνιότητα καὶ μακαριότητα τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ: «Καὶ ἀπὸ λόγων ἀνδρὸς ἁμαρτωλοῦ μὴ φοβηθῆτε, ὅτι ἡ δόξα αὐτοῦ εἰς κοπρίαν καὶ εἰς σκώληκα» (Α΄ Μακ. 2,62). Εἶναι συγκλονιστικὸς καὶ ἀπόλυτα ἐπίκαιρος ὁ διάλογος μεταξὺ τοῦ Ἀντίοχου (τύπος τοῦ Ἀντιχρίστου κατὰ τοὺς Πατέρες) καὶ τοῦ Ἐλεάζαρος. Στὸν Ἀντίοχο ποὺ τὸν εἰρωνεύεται, ἐπειδὴ ὁμολογεῖ ὅτι κατέχει αὐτὸς μόνος τὴν ἀλήθεια· ποὺ τὸν προτρέπει νὰ κοιτάξει τὸ συμφέρον του· ποὺ τὸν κολακεύει νὰ χαρεῖ τὰ γηρατειά του· ποὺ τὸν συμβουλεύει νὰ παρανομήσει χωρὶς ντροπὴ γιατὶ βρίσκεται ὑπὸ πίεση καὶ κανεὶς δὲν θὰ τὸν κατηγορήσει -πόσο ὅμοια εἶναι ἡ ἐπιχειρηματολογία τοῦ τυράννου μὲ αὐτὴ τῶν σύγχρονων Ἀντιόχων, τῶν Οἰκουμενιστῶν!- (Μακκαβαίων Δ’, 9-13), ἀπαντᾶ ὁ ἀνδρεῖος Ἐλεάζαρος:

«Ἐμεῖς, Ἀντίοχε, εἴμαστε πεπεισμένοι, ὅτι πρέπει νὰ ζοῦμε σύμφωνα πρὸς τὸν θεῖον νόμο. Καὶ δὲν νομίζουμε, ὅτι ὑπάρχει κάποιος ἐξωτερικὸς ἐξαναγκασμὸς ἰσχυρότερος ἀπὸ τὴν πρόθυμη ὑποταγή μας σ’ αὐτόν. Ἔτσι καθόλου δὲν θεωροῦμε ἄξιο νὰ παραβαίνουμε τὸν Νόμο... Μὴν νομίζεις, λοιπόν, ὅτι ἐὰν γευθοῦμε μολυσμένη τροφή (σσ. πάλι ὁ μολυσμός, καὶ στὴν Π. Διαθήκη, ὡς ἀδιασάλευτο ἐπιχείρημα γι’ ὅσους τὸν ἀμφισβητοῦν),εἶναι αὐτὸ μικρὴ ἁμαρτία. Διότι τὸ νὰ παρανομεῖ κανεὶς εἴτε στὰ μικρὰ εἴτε στὰ μεγάλα, εἶναι τὸ ἴδιο (σσ. ἀποτελεῖ αἰτία θαυμασμοῦ τὸ πόσο ἐμφανὴς εἶναι ἡ διαχρονικὴ διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας, τὴν ὁποία διαστρέφουν τόσο βίαια οἱ Οἰκουμενιστές!)... διότι πιστεύουμε, ὅτι ὁ Νόμος ἔχει θεσπιστεῖ ἀπὸ τὸν Θεό... Δὲν ἀγαπῶ καὶ δὲν λυποῦμαι τόσο πολὺ τὸ γῆρας μου, ὥστε νὰ καταπατήσω ἐγὼ ὁ ἴδιος τὸν Νόμο τῶν πατέρων μου. Δὲν θὰ σὲ διαψεύσω, ὦ νόμε διδάσκαλε! Δὲν θὰ σὲ ἐγκαταλείψω, ἀγαπητὴ ἐγκράτεια...! Δὲν θὰ σὲ ξεφτελίσω, φιλόσοφε λογισμέ, οὔτε θὰ σᾶς ἀρνηθῶ, σεμνὴ ἱερωσύνη καὶ ἐπιστήμη τῆς νομοθεσίας! Σὺ δὲ στόμα δὲν θὰ μολύνεις τὴν γεροντική μου ἡλικία» (Μακκαβαίων Δ’, 5, 16-36, μετάφραση).

Ὅταν μάλιστα τὰ βασανιστήρια ἔφτασαν στὸν ἀποκορύφωμά τους, μερικοὶ ἀπὸ τοὺς παρευρισκομένους εἶπαν ἀπὸ συμπάθεια στὸν γέροντα νὰ ὑποκριθεῖ (!), ὅτι δοκιμάζει τὸ χοιρινὸ κρέας γιὰ νὰ σώσει τὸν ἑαυτό του (Μακκαβαίων Δ’, 6, 13-15), ἐκεῖνος δὲν δέχτηκε οὔτε ἕνα ἀκίνδυνο γι’ αὐτὸν θέατρο νὰ παίξει. Ποιός ἄνθρωπος θὰ τὸν κατηγοροῦσε; Ποιός σημερινὸς «ἀγωνιστής» θὰ τὸν καταδίκαζε. Ἀλλὰ ἡ Ἐκκλησία μας δὲν ἔχει ἀνθρώπινα μέτρα κρίσης καὶ ἐπίδοσης τιμῶν. Ἀντίθετα μὲ τὶς παραπάνω ἀνθρώπινες προσδοκίες ὁ Ἐλεάζαρος φώναξε μὲ ἀγανάκτηση: «Ἂς μὴ τυφλωθοῦμε τόσο πολύ, ἐμεῖς τὰ παιδιὰ τοῦ Ἀβραάμ, ὥστε ἀπὸ δειλία καὶ μικροψυχία νὰ ὑποκριθοῦμε καὶ νὰ παίξουμε θέατρο, τὸ ὁποῖο δὲν μᾶς ἁρμόζει. Διότι εἶναι ἀπερίσκεπτο καὶ παράλογο, ἀφοῦ ζήσαμε τὴν ζωή μας σύμφωνα μὲ τὴν ἀλήθεια... νὰ ἀλλάξουμε τώρα συμπεριφορὰ καὶ νὰ γίνουμε οἱ ἴδιοι πρότυπα ἀσεβείας γιὰ τοὺς νέους, δίνοντας τὸ παράδειγμα τῆς βρώσεως μολυσμένων κρεάτων. Εἶναι ντροπὴ νὰ ζήσουμε ἀκόμα λίγο ὕστερα ἀπ’ ὅλα αὐτὰ ἐμπαιζόμενοι ἀπ’ ὅλους γιὰ τὴν δειλία μας καὶ νὰ καταφρονηθοῦμε ὡς ἄνανδροι ἀπὸ τὸν τύραννο καὶ νὰ μὴν ὑπερασπισθοῦμε τὸν θεῖον νόμο μέχρι θανάτου» (Μακκαβαίων Δ’, 6, 17-21, μετάφραση).

Δὲν φοβήθηκαν οἱ Μακκαβαῖοι τὸ γεγονὸς ὅτι ἦταν λίγοι ἀπέναντι στοὺς πολλούς, ἀνίσχυροι ἀπέναντι στοὺς ἰσχυρούς. Δὲν εἶπαν ποιοί εἴμαστε ἐμεῖς ποὺ θὰ κάνουμε τοὺς αὐστηροὺς καὶ ζηλωτὲς ὑπερορθόδοξους. Δὲν σκέφτηκαν τὸ νεαρὸ ἢ τὸ γηραιὸ τῆς ἡλικίας τους. Δὲν σκέφτηκαν μόνο τὸν ἑαυτό τους, ἀλλὰ καὶ τοὺς ἄλλους· τὴν ἐπίδραση ποὺ θὰ τοὺς ἐπιφέρει τὸ παράδειγμά τους. Δὲν δέχτηκαν παραβίαση οὔτε στὸ παραμικρὸ καὶ φαινομενικὰ ἀσήμαντο, γνωρίζοντας αὐτὸ ποὺ διακήρυξαν ὅλοι οἱ Ἅγιοι μετὰ ἀπὸ αὐτούς, ὅτι σὲ θέματα πίστεως ἡ ἀλλαγὴ ἀκόμα καὶ στὸ μικρὸ καταργεῖ τὸ ὅλον. Αὐτή τους ἡ πεποίθηση τοὺς ἀνδρείωσε καὶ ἀνέδειξε τοὺς φαινομενικὰ ἀδύναμους ἰσχυρούς, μπροστὰ στὸν φαινομενικὰ ἰσχυρὸ ἀλλὰ ἀδύναμο. Διότι ἡ πραγματικὴ ἀνδρεία καὶ ἰσχὺς γι’ αὐτοὺς πηγάζει ἀπὸ τὸν οὐρανό: «ὅτι οὐκ ἐν πλήθει δυνάμεως νίκη πολέμου ἐστίν, ἀλλ᾿ ἢ ἐκ τοῦ οὐρανοῦ ἡ ἰσχύς»(Α Μακ. 3,19).

Τὸ ἐρώτημα ποὺ γεννιέται φυσικὰ εἶναι: Εἶναι δυνατὸν νὰ γίνουμε κι ἐμεῖς Μακκαβαῖοι; Ἐμεῖς, οἱ σημερινοὶ χριστιανοί, οἱ ἄνθρωποι τῆς ἐποχῆς τῆς σχετικότητας, τοῦ συμβιβασμοῦ καὶ τῆς διαλλακτικότητας, ποὺ ζοῦμε τὴν μεγαλύτερη αἵρεση τῆς ἱστορίας τῆς Ἐκκλησίας, κατέχουμε αὐτὴν τὴν εὐλογημένη ἀπὸ τοὺς Πατέρες καὶ ἀπαραίτητη γιὰ τὴν σωτηρία μας ἀνδρεία καὶ ἀφοβία; Εἴμαστε ἱκανοὶ καὶ ἕτοιμοι νὰ πολεμήσουμε τὴν ὕστατη ἀποστασία ἀψηφώντας Ἐπισκόπους, πανίσχυρους πολιτικούς, κοινωνικὸ περιβάλλον καί, περιφρονώντας τὸ προσωπικὸ κόστος, νὰ ὑπερασπίσουμε τὴν πίστη τοῦ Χριστοῦ, τὴν πίστη τῶν Πατέρων μας; Εἴμαστε ἕτοιμοι, ὡς ἄλλοι τριακόσιοι Λακεδαιμόνιοι τῆς πίστεως, νὰ πολεμήσουμε στὶς πνευματικὲς Θερμοπῦλες τὸν «Ξέρξη» Οἰκουμενισμὸ μὲ τὶς μυριάδες στρατειές του; 

Εἴμαστε ἱκανοὶ καὶ πρόθυμοι τώρα, ποὺ τὰ πάντα καταργοῦνται καὶ βλασφημοῦνται, ὡς ἡ μητέρα τῶν Μακκαβαίων νὰ ποῦμε στὰ παιδιά μας: «Μὴ φοβηθεῖς, λοιπόν, αὐτὸν τὸν δήμιον (σημ. τὸν ἑκάστοτε κυρίαρχο), ἀλλὰ νὰ φανεῖς ἀντάξιος τῶν ἀδελφῶν σου. Δέξαι ἡρωϊκῶς τὸν μαρτυρικὸν θάνατον, γιὰ νὰ σὲ ἐπαναποκτήσω πάλι μαζὶ μὲ τοὺς ἀδελφούς σου στὸν καιρὸν τοῦ ἐλέους τοῦ Θεοῦ, τῆς ἀναστάσεως δηλαδὴ τῶν νεκρῶν» (Μακ. Β’ 7, 28-30).

Καὶ εἴμαστε ἱκανοὶ καὶ πρόθυμοι, ὡς τὸ παιδί της, νὰ ἀπαντήσουμε στὸν κάθε οἰκουμενιστὴ διώκτη, στὸν κάθε ὑπηρέτη τῆς παναίρεσης, στὸν κάθε θρασύτατο καὶ τυφλωμένο ἀπὸ τὴν ἑωσφορικὴ ἔπαρση ὑπηρέτη της: «Τί περιμένετε; Δὲν ὑπακούω στὴν προσταγὴ τοῦ βασιλέως, ἀλλὰ ὑπακούω στὶς ἐντολὲς τοῦ Νόμου, ὁ ὁποῖος δόθηκε ἀπὸ τὸν Θεὸ διὰ τοῦ Μωϋσέως στοὺς πατέρες μας. Ὁ βασιλεὺς ὅμως τοῦ κόσμου θὰ μᾶς ἀναστήση εἰς μίαν αἰωνία ζωή, ἐφ' ὅσον ἐμεῖς πεθάνουμε (ὑποφέρουμε, διωχθοῦμε) γιὰ νὰ μείνουμε πιστοὶ στοὺς νόμους Του».

Τὴν ἀπάντηση μᾶς τὴν δίνει ὁ χρυσορρήμων Ἰωάννης: «Αὐτὰ ὅλα σκεπτόμενοι γυναῖκες καὶ ἄνδρες, νέοι καὶ γέροντες καὶ σὰν νὰ ἔχουμε γράψει τοὺς ἀγῶνες καὶ τὶς πάλες (τῶν Μακκαβαίων) στὸν πίνακα τῆς καρδιᾶς μας ὡς συνεχὴ συμβουλὴ ἐνάντια στὴν ὑπεροψία τῶν δεινῶν ποὺ τυχὸν θὰ μᾶς βροῦν, ἂς ἔχουμε τὴν ἀνάλογη καρτερία στὴν ψυχή μας καὶ ἂς μιμηθοῦμε τὴν ἀρετὴ αὐτῶν τῶν ἁγίων γιὰ νὰ μπορέσουμε μὲ τοὺς στεφάνους ποὺ θὰ πάρουμε νὰ γίνουμε κοινωνοί τους... Τί λοιπόν; ἐπειδὴ δὲν μποροῦμε νὰ εἰσφέρουμε ἰσάξια θὰ σιγήσουμε; Μὲ κανένα τρόπο! Διότι Μάρτυρες εἶναι αὐτοὶ ποὺ δέχονται τὰ δῶρα καὶ μιμοῦνται τὸν Δεσπότην τους στὴν κρίση μίας τέτοιας φιλοτιμίας. Πῶς κρίνει Ἐκεῖνος; Ὅταν κάποιος προσφέρει δῶρα, δὲν κοιτάει τὸ μέγεθος τοῦ δοθέντος, ἀλλὰ τὴν προθυμία τοῦ δότη καὶ ἔτσι μετράει τὴν ἀντίδοση. (Ταῦτα δὲ πάντα λογισάμενοι, καὶ γυναῖκες καὶ ἄνδρες, καὶ νέοι καὶ γέροντες, τοὺς ἀγῶνας καὶ τὰ παλαίσματα ὥσπερ ἐπὶ πίνακός τινος τῆς καρδίας ἡμῶν ἀπογράψαντες, διηνεκῆ συμβουλὴν πρὸς τὴν τῶν δεινῶν ὑπεροψίαν τὴν ἐκείνης καρτερίαν ἔχωμεν ἐναποκειμένην ἡμῶν τῇ ψυχῇ, ἵνα ἐνταῦθα μιμησάμενοι τὴν ἀρετὴν τῶν ἁγίων τούτων, κἀκεῖ τῶν στεφάνων δυνηθῶμεν αὐτοῖς κοινωνῆσαι... Τί οὖν; Ἐπειδὴ τὰ κατ’ ἀξίαν εἰσενεγκεῖν οὐ δυνάμεθα, σιγήσομεν; Οὐδαμῶς. Μάρτυρες γὰρ εἰσιν οἱ τὰ δῶρα δεχόμενοι, καὶ τὸν ἑαυτῶν Δεσπότην μιμοῦνται ἐν τῇ κρίσει τῆς τοιαύτης φιλοτιμίας. Πῶς δὲ ἐκεῖνος ποιεῖ; Ὅταν τις προσενέγκῃ δῶρα, οὐ τῷ μεγέθει τοῦ προσενεχθέντος, ἀλλὰ τῇ προθυμίᾳ τοῦ προσενέγκαντος προσέχων μετρεῖ τὴν ἀντίδοσιν» (Ἰωάννου Χρυσοστόμου, Λόγος Α’ καὶ Β’ εἰς τοὺς ἁγίους Μακκαβαίους).

Τὴν ἀπάντηση τὴν δίνει, μαζὶ μὲ τοὺς ἄλλους 222 κινέζους -ὄχι Ἕλληνες- Νεομάρτυρες, ὁ ὀκτάχρονος ἅγιος Ἰωάννης Τσή-Σούνκ, ὁ ὁποῖος, ἐνῶ ὑπέφερε τὰ βασανιστήρια τῶν βουδιστῶν κινέζων ἐπαναστατῶν τὸ 1902, εἶπε: «Τὸ νὰ πάσχει κανεὶς γιὰ τὸν Χριστὸ δὲν εἶναι βαρὺ πράγμα».

Τόσο σημαντικὴ λοιπὸν εἶναι ἡ ἀνδρεία, ἡ σταθερότητα, ἡ συνέπεια, ἡ κατὰ τὸν Εὐγένιο Βούλγαρη ἀσυμβιβασία γιὰ τὴν πίστη καὶ τὴν σωτηρία μας, ὥστε ὁ Ἀπόστολος τῶν ἐθνῶν, ὁ Παῦλος δίδασκε τὸ ποίμνιο του· «Γρηγορεῖτε, στήκετε ἐν τῇ πίστει, ἀνδρίζεσθε, κραταιοῦσθε» (Κορ. Α’ 16,13).

Σήμερα δὲν μᾶς ζητοῦν μόνο νὰ κάνουμε συμβιβασμούς, ἀλλὰ νὰ καταργήσουμε τὰ πάντα. Σήμερα δὲν μᾶς ζητοῦν ἁπλῶς νὰ παίξουμε θέατρο (τὸ ὁποῖο δυστυχῶς κάνουμε) ἀλλὰ νὰ γίνουμε πρωταγωνιστὲς τῆς βλάσφημης τραγωδίας ποὺ παίζεται εἰς βάρος τοῦ Θεοῦ καὶ τῶν ἀνθρώπων. Σήμερα δὲν ἔχουμε μόνο παραδείγματα ἀνάλογα τῶν Μακκαβαίων, ἀλλὰ καὶ ἂν ὑπάρχουν τὰ καταδικάζουν. Σήμερα δὲν λείπουν μόνο οἱ πράξεις, ἀλλὰ ἀκόμα καὶ τὰ λόγια φαντάζουν ὡς ὑπεράνθρωπη προσπάθεια. Σήμερα δὲν ὑπάρχει μόνο ἕνας Ἀντίοχος ἀλλὰ πολλοὶ καὶ ποικίλοι.

Ποτὲ ἄλλοτε δὲν ἦταν τόσο ἀναγκαῖοι οἱ Μακκαβαῖοι ὅσο σήμερα. «Εὔχομαι ὁ Θεὸς νὰ ἀναστήσει Μακκαβαίους» (ἅγ. Παΐσιος).

Ἀδαμάντιος Τσακίρογλου


ΠΡΟΣΕΥΧΗΤΑΡΙΟ

ΓΙΑ  ΟΛΗ ΤΗΝ  ΕΒΔΟΜΑΔΑ


ΓΙΑ ΤΟΝ ANAΓΝΩΣTH


Ἡ προσευχή εἶναι ἀναγκαῖον ἔργο τῆς ψυχῆς κάθε  ἀνθρώπου, γιατί ἀπό τή φύση τῆς ἀναζητᾷ τόν δημιουργό της. Εἶναι ἀναγκαῖο ἔργο ἡ προσευχή, γιατί εἶναι τό μέσο μέ τό ὁποῖο ἐπικοινωνεῖ ὁ ἄνθρωπος μέ τό Θεό καί Πατέρα του. Εἶναι τό μέσο μέ τό ὁποῖο  ὁ ταπεινός ἄνθρωπος ἑλκύει τή Χάρη τοῦ Θεοῦ στή ψυχή του καί ἁγιάζει τόν ἑαυτό του καί λαμβάνει δυνάμεις γιά τόν ἀγῶνα τῆς ζωῆς στόν ἐφήμερο τοῦτο κόσμο. Γιά νά βοηθήσουμε στό ἔργο αὐτό, τῆς προσευχῆς, ἑτοιμάσαμε τό μικρό αὐτό τεῦχος, πού ἀποτελεῖται ἀπό ἐκλογή διαφόρων Πατερικῶν προσευχῶν, τῆς Ἐκκλησίας μας, ἔτσι πού νά βρίσκουν οἱ ἐμπερίστατοι ἀδελφοί μας βοήθεια γιά τήν προσευχή τους καί νά ἀποφεύγουν τίς διάφορες δικαιολογίες. Γιατί τή στιγμή πού θά βροῦν γιά κάθε μέρα διάφορες προσευχές ἕτοιμες ἀπό τήν πεῖρα τῶν Πατέρων μας δέν θά προβάλλουν τίς συνήθεις  δικαιολογίες.

Ἐλπίζω καί εὔχομαι τό πάρον νά φανεῖ χρήσιμο  σέ κάθε χριστιανό πού θά τό χρησιμοποιήσει γιά τήν προσευχή του.


                Χαράλαμπος Νεοφύτου

                             Πρεσβύτερος


ΔΕΥΤΕΡΑ ΠΡΩΪ


Χριστανέ μου, ὅταν ξυπνήσεις τὸ πρωϊ στάσου μὲ εὐλάβεια πρὸς ἀνατολὰς καὶ λέγε:


Εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ἀμήν.

Βασιλεῦ οὐράνιε, Παράκλητε, τὸ Πνεῦμα τῆς ἀληθείας, ὁ πανταχοῦ παρὼν καὶ τὰ πάντα πληρῶν ὁ θησαυρὸς τῶν ἀγαθῶν καὶ ζωῆς χορηγός, ἐλθὲ καὶ σκήνωσον ἐν ἡμῖν καὶ καθάρισον ἡμᾶς ἀπὸ πάσης κηλῖδος καὶ σῶσον ἀγαθὲ τάς ψυχὰς ἡμῶν.


Ἅγιος ὁ Θεός, Ἅγιος Ἰσχυρός, Ἅγιος Ἀθάνατος, ἐλέησον ἡμᾶς (τρεις)


                                                   Δόξα, καὶ νυν.


Πάτερ ἠμῶν, ὁ ἐν τοῖς Οὐρανοῖς, ἁγιασθήτω τό ὄνομά σου. ἐλθέτω ἡ βασιλεία σου. γενηθήτω τό θέλημά σου ὡς ἐν οὐρανῷ καί ἐπί τῆς γής. Τόν ἄρτον ἠμῶν τόν ἐπιούσιον δός ἠμῖν σήμερον καί ἅφες ἠμῖν τά ὀφειλήματα ἡμῶν, ὡς καί ἠμεῖς ἀφίεμεν τοῖς ὀφειλέταις ἠμῶν καί μή εἰσενέγκης ἠμᾶς εἰς πειρασμόν, ἀλλά ρύσαι ἠμᾶς ἀπό τοῦ πονηροῦ

 Ὅτι σοῦ ἐστιν ἡ βασιλεία καί ἡ δύναμις καί ἡ δόξα. τοῦ Πατρός καί τοῦ Υἱοῦ καί τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, νῦν καί ἀεί καί εἰς τούς αἰῶνας τῶν αἰώνων. μην.


Καὶ τὰ παρόντα Τριαδικὰ τροπάρια.


Ἐξεγερθέντες τοῦ ὕπνου, προσπίπτομεν σοί, ἀγαθέ, καὶ τῶν Ἀγγέλων τὸν ὕμνον βοωμεν σοί, δυνατέ. Ἅγιος, Ἅγιος, Ἅγιος εἰ ὁ Θεός. διὰ τῆς Θεοτόκου ἐλέησον ἡμᾶς.


Δόξα. ήχος β

Τῆς κλίνης καὶ τοῦ ὕπνου ἐξεγείρας μέ, Κύριε, τὸν νοῦν μου φώτισον, καὶ τὴν καρδίαν καὶ τὰ χείλη μου ἄνοιξον, εἰς τὸ ὑμνεῖν σέ, ἁγία Τριάς. Ἅγιος, Ἅγιος, Ἅγιος εἰ Θεός. διὰ τῆς Θεοτόκου ἐλέησον ἡμᾶς.

Καὶ νῦν. Ἦχος γ.

Ἀθρόον ὁ Κριτὴς ἐπελεύσεται, καὶ ἑκάστου αἱ πράξεις γυμνωθήσονται. Ἀλλὰ φόβῳ κράξωμεν ἐν τῷ μέσῳ τῆς νυκτὸς Ἅγιος, Ἅγιος, Ἅγιος εἰ Θεός. διὰ τῆς Θεοτόκου ἐλέησον ἡμᾶς.

Ἐκ τοῦ ὕπνου ἐξανιστάμενος εὐχαριστῶ σοὶ ἁγία Τριάς, ὅτι διὰ τὴν πολλὴν σοῦ ἀγαθότητα καὶ μακροθυμίαν οὐκ ὠργίσθης ἐμοὶ τῷ ῥᾳθύμῳ καὶ ἁμαρτωλῷ οὐδὲ συναπώλεσας μὲ ταῖς ἀνομίαις μου, ἀλλ' ἐφιλανθρωπεύσω συνήθως, καὶ πρὸς ἀπόγνωσιν κείμενον ἤγειρας μὲ εἰς τὸ ὀρθρίσαι καὶ δοξολογήσαι τὸ κράτος σου καὶ νῦν φώτισόν μου τὰ ὄμματα τῆς διανοίας. ἄνοιξόν μου τὸ στόμα, τοῦ μελετᾶν τὰ λόγιά σου καὶ  συνιέναι τάς ἐντολάς σου  καὶ ποιεῖν τὸ θέλημά σου καὶ ψάλλειν σοι ἐν ἐξομολογήσει καρδίας καὶ ἀνυμνεῖν τὸ πανάγιον ὄνομά σου, τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ ἁγίου Πνεύματος, νῦν καὶ ἀεὶ καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν.


Τὰ πιὸ πάνω θὰ πρέπει να τὰ ἐπαναλαμβάνουμε κάθε πρωί, γιατὶ εἶναι ἡ ἑωθινὴ προσευχὴ τῆς  Ἐκκλησίας μας.


Ἐπισυνάπτομε και τίς παρακάτω εὐχές.


Ὁ Θεὸς καὶ πατὴρ τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, ὁ ἐξαναστήσας ἡμᾶς ἐκ τῶν κοιτὼν ἡμῶν καὶ ἐπισυναγαγὼν ἐπὶ τὴν ὥραν τῆς προσευχής, δὸς ἡμῖν χάριν ἐν ἀνοίξει τοῦ στοματος ἡμῶν καὶ πρόσδεξαι ἡμῶν τὴν κατὰ δύναμιν εὐχαριστίαν καὶ δίδαξον ἡμὰς τὰ δικαιώματά σου, Ὅτι πρόσευξασθαι καθ' ὁ δεῖ οὐκ οἴδαμεν, ἐὰν μὴ σῦ, Κύριε, τῷ Πνεύματί σου τῷ ἁγίῳ ὁδήγησης ἡμᾶς. Διο δεόμεθα σοῦ, εἰ τὶ ἡμάρτομεν μέχρι τῆς παρούσης ὤρας, ἄνες, ἄφες, συγχώρησον. Ἐὰν γὰρ ἀνομίας παρατήρησης, Κύριε, Κύριε, τὶς ὑποστήσεται; 'Ὅτι παρὰ σοὶ ἡ ἀπολύτρωσις σὺ μόνος ἅγιος, βοηθός, κραταιός, ὑπερασπιστὴς τῆς ζωῆς ἡμῶν, καὶ ἐν σοὶ ἡ ὕμνησις ἡμῶν διὰ παντός. Εἴη τὸ κράτος τῆς βασιλείας σου εὐλογημένον καὶ δεδοξασμένον, τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ ἁγίου .Πνεύματος, νῦν καὶ ἀεὶ καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων. Ἀμὴν

Κύριε ὁ Θεός ἠμῶν, ὁ τήν τοῦ ὕπνου ρᾳθυμίαν ἀποσκεδάσας ἀφ' ἠμῶν, καί συγκαλέσας ἠμᾶς κλήσει ἁγία, τοῦ ἐν νυκτί ἐπάραι τάς χεῖρας ἠμῶν καί ἐξομολογείσθαι σοί ἐπί τά κρίματα τῆς δικαιοσύνης σου, προσδεξαι τάς δεήσεις ἠμῶν, τάς ἐντεύξεις, τάς ἐξομολογήσεις, τάς νυκτερινᾶς λατρείας. Καί χάρισαι ἠμίν, ὁ Θεός, πίστιν ἀκαταίσχυντον, ἐλπίδα βεβαίαν, ἀγάπην ἀνυπόκριτον, εὐλογησον εἰσόδους καὶ ἐξόδους, πράξεις, ἔργα, λόγους, ἐνθυμήσεις. Καὶ δὸς ἡμῖν καταντήσαι εἰς τάς ἀρχὰς τῆς ἡμέρας αἰνοῦντας, ὑμνούντας, εὐλογούντας τῆς σῆς ἀφράστου χρηστότητος τὴν ἀγαθότητα. Ὅτι ηὐλόγηται τὸ παναγιόν σου ὄνομα καὶ δεδόξασται ἡ βασιλεία, τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ ἁγίου Πνεύματος, νῦν καὶ ἀεὶ καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν.


Κύριε, ρῦσαί μέ  τῶν πτωμάτων τῆς γλώσσης μου, Ὅτι καθ' ἑκάστην δί' αὐτῆς ἁμαρτάνω ὁ τάλας καί οὐκ αἰσθάνομαι.


Κύριε, ἀγαθήν μοί τήν ἡμέραν ταύτην καί ἀναμάρτητον δώρησαι, Ὅτι σύ εἰ ὁ δυνάμενος σώζειν τούς δούλούς σου, τούς ἁμαρτάνοντας καθ' ἑκάστην ὥραν.


Δί' εὐχῶν τῶν ἁγίων πατέρων ἠμῶν Κύριε....


ΔΕΥΤΕΡΑ ΕΣΠΕΡΑΣ


Δεῦτε προσκυνήσωμεν καὶ προσπέσωμεν τῷ βασιλεῖ ἡμῶν Θεῶ.

Δεῦτε προσκυνήσωμεν καὶ προσπέσωμεν Χριστῷ τῷ βασιλεῖ καὶ Θεῶ ἡμῶν.

Δεῦτε προσκυνήσωμεν καὶ προσπέσωμεν αὐτῷ Χριστῷ τῷ βασιλεῖ καὶ Θεῶ ἡμῶν.


Καὶ ἀμέσως τὸν Ν  ψαλμό.


Ἐλέησον μὲ ὁ Θεός, κατὰ τὸ μέγα ἔλεός σου καὶ κατὰ τὸ πλῆθος τῶν οἰκτιρμῶν σου ἐξάλειψον τὸ ἀνόμημά μου. Ἐπὶ πλεῖον πλῦνον μὲ ἀπὸ τῆς ἀνομίάς μου καὶ ἀπὸ τῆς ἁμαρτίας μου καθάρισον μέ. 'Ὅτι τὴν ἀνομίαν μου ἐγὼ γινώσκω, καὶ ἡ ἁμαρτία μου ἐνώπιόν μού ἐστιν διὰ παντός. Σοὶ μόνῳ ἥμαρτον καὶ τὸ πονηρὸν ἐνώπιόν σου ἐποίησα, ὅπως ἂν δικαιωθεὶς ἐν τοῖς λόγοις σου καὶ νικήσῃς ἐν τῷ κρίνεσθαι σέ. Ἰδοὺ γὰρ ἐν ἀνομίαις συνελήφθην, καὶ ἐν ἁμαρτίαις ἐκίσσησε μὲ ἡ μήτηρ μου. Ἰδοὺ γὰρ ἀλήθειαν ἠγάπησας, τὰ ἄδηλα καὶ τὰ κρύφια τῆς καρδίας σου ἐδήλωσάς μοι. Ῥαντιεὶς μὲ ὑσσώπω, καὶ καθαρισθήσομαι. πλυνεῖς μέ, καὶ ὑπὲρ χιόνα λευκανθήσομαι. Ἀκουτιείς μοι ἀγαλλίασιν καὶ εὐφροσύνην. ἀγαλλιάσονται ὀστέα τεταπεινωμένα. Ἀπόστρεψον τὸ πρόσωπόν σου ἀπὸ τῶν ἁμαρτιῶν μου καὶ πάσας τάς ἀνομίάς μου ἐξάλειψον. Καρδίαν καθαρὰν κτίσον ἐν ἐμοί, ὁ Θεός, καὶ πνεῦμα εὐθὲς ἐγκαίνισον ἐν τοῖς ἐγκάτοις μου. Μὴ ἀπορρίψης μὲ ἀπὸ τοῦ προσώπού σου καὶ τὸ Πνεῦμά σου τὸ ἅγιον μὴ ἀντανέλεις ἀπ' ἐμοῦ. Ἀπόδος μοι τὴν ἀγαλλίασιν τοῦ σωτηρίου σοῦ καὶ πνεύματι ἡγεμονικῷ στήριξον μέ. Διδάξω ἀνόμους τάς ὁδούς σου,  καὶ ἀσεβεῖς ἐπὶ σὲ ἐπιστρέψουσι. Ῥυσαὶ μὲ ἐξ αἱμάτων ὁ Θεός, ὁ Θεὸς τῆς σωτηρίας μου. ἀγαλλιάσεται ἡ γλῶσσά μου τὴν δικαιοσύνην σου. Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις,  καὶ τὸ  στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου Ὅτι, εἰ ἠθέλησας θυσίαν, ἔδωκα ἂν ὁλοκαυτώματα οὐκ εὐδοκήσεις. Θυσία τῷ Θεῷ πνεῦμα συντετριμμένο καρδίαν συντετριμμένην καὶ τεταπεινωμένην ὁ Θεὸς οὐκ ἐξουδενώσει. Ἀγάθυνον Κύριε, ἐν τῇ εὐδοκίᾳ σου τὴν Σιὼν καὶ οἰκοδομηθήτω τὰ τείχη Ἱερουσαλήμ. Τότε εὐδοκήσεις θυσίαν δικαιοσύνης, ἀναφορὰν καὶ ὁλοκαυτώματα.Τότε ἀνοίσουσιν ἐπὶ τὸ θυσιαστήριόν σου μόσχους.


Καί συνεχίζουμε με τις πιό κάτω ευχές


Ἐὐχή.

Δεσπότα, Κύριε, Ἰησοῦ Χριστέ, Υἱὲ καὶ Λόγε τοῦ Πατρός, ἄναρχε καὶ συνάναρχε τῷ Πατρὶ καὶ τῷ ἁγίῳ Πνεύματι, ἰλάσθητί μοι τῷ ἁμαρτωλῷ καὶ ῥᾳθύμῳ. Γινώσκεις Δεσπότα, τὴν ὀλιγωρίαν τῆς ταλαιπωρίας μου καὶ ὅσαι μὲ πολεμοῦσι πονηραὶ προλήψεις, καὶ βλέπεις τὴν κατ' ἐμοῦ πολυμήχανου κακίαν τοῦ ἐχθροῦ. Ἀντιλαβοῦ μου κατὰ τὸ μέγα σοῦ ἔλεος καὶ σῶσον μὲ τὸν ἀσεβῆ χάριτι καὶ οἰκτιρμοῖς πρεσβείαις τῆς παναχράντου Δεσποίνης ἡμῶν Θεοτόκου, καὶ . πάντων σοῦ τῶν ἁγίων. ὅτι ἀγαθὸς καὶ φιλάνθρωπος Θεὸς ὑπάρχεις, Χριστὲ ὁ Θεὸς ἡμῶν, καὶ σὺ τὴν δόξαν καὶ εὐχαριστίαν καὶ προσκύνησιν, ἀναπέμπομεν, σὺν τῷ ἀνάρχῳ σοῦ Πατρὶ καὶ τῷ παναγίῳ καὶ ἀγαθῷ καὶ ζωοποιῷ σοῦ Πνεῦμά τι, πάντοτε νῦν καὶ ἀεὶ καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν.


Μνήσθητι, Δεσπότα φιλάνθρωπε, ὁ Θεὸς ἡμῶν, πάντων τῶν εὐσεβῶν καὶ ὀρθοδόξων χριστιανῶν.

Ἔτι μνήσθητι, Κύριε, τῶν ἀσθενούντων, τῶν αἰχμαλώτων, τῶν ἐν ἀποδημίαις ὄντων, τῶν ἐν θαλάσσῃ πλεόντων, τῶν ἰπταμένων, τῶν ἐν θλίψεσι καὶ τῶν ἐν ἀνάγκαις καὶ ἐλέησον αὐτούς.

Ἔτι δεόμεθα καὶ ὑπὲρ τῶν ἐλεούντων καὶ διακονούντων, τῶν μισούντων καὶ ἀγαπώντων ἡμὰς πάντων τῶν λοιπῶν ἀδελφῶν ἡμῶν.

Μνήσθητι, Κύριε, καὶ ὑπὲρ πάντων τῶν εὐσεβῶς κεκοιμημένων προπατόρων, πατέρων, ἀδελφῶν καὶ συγγενῶν καὶ παντὸς ὀρθοδόξου καὶ ἐλέησον αὐτοὺς καὶ πάντας ἡμὰς ἀξίωσον τῆς οὐρανίου βασιλείας Σου. ‘Αμήν


Ἐν τῇ σκέπῃ τῶν πτερύγων σου κοιμηθήσομαι καὶ ὑπνώσω, ὅτι σὺ Κύριε, καταμόνας ἐπ' ἐλπίδι κατώκοισας μέ.


Καὶ τὸ Δι εὐχῶν....


ΤΡΙΤΗ  ΠΡΩΪ


Ὅπως τὴν Δευτέρα πρωί, κάθε πρωὶ ἐπαναλαμβάνουμέ τις πρωϊνὲς προσευχὲς καὶ προσθέτουμε καὶ τὶς προσευχὲς τῆς ἡμέρας, ποὺ διαφέρουν κάθε μέρα.


Πρωϊνὲς εὐχὲς τῆς Τρίτης. 


Μετά τίς ἐωθινές εὐχές συνεχίζομεν μέ τίς προσευχές πού ἀκολουθοῦν.


Προσευχὴ τῶν Πατέρων τῆς Ὄπτινας


Κύριε, βοήθησε μὲ ν' ἀντιμετωπίσω μὲ ψυχικὴ γαλήνη ὅλα, ὅσα θά μου φέρει ἡ σημερινὴ ἡμέρα. Βοήθησε μὲ να παραδοθῶ ὁλοκληρωτικὰ στο ἅγιο θέλημά Σου. Στην κάθε ὥρα τῆς ἡμέρας φώτιζε μὲ καὶ δυνάμωνε μὲ για τὸ κάθε τι. Ὅποιες εἰδήσεις κι ἂν λάβω σήμερα, δίδαξε μὲ να τὶς δεχθῶ μὲ  ἠρεμία καὶ μὲ τὴν ἀκλονήτη πεποίθηση ὅτι τίποτε δεν συμβαίνει, χωρὶς να τὸ ἐπιτρέψεις Ἐσύ. Καθοδήγησέ τις σκέψεις καὶ τὰ συναισθήματά μου σὲ ὅλα μου τὰ ἔργα καὶ τὰ λόγια. Στις ἀπρόοπτες περιστάσεις μὴ μ' ἀφήσεις να ξεχάσω ὅτι ὅλα παραχωροῦνται ἀπὸ Σένα. Δίδαξε μὲ να συμπεριφέρομαι σὲ κάθε μέλος τῆς οἰκογένειάς μου καὶ σ' ὅλους τοὺς συνανθρώπους μου μὲ εὐθύτητα καὶ συνέση, ὥστε να μὴ συγχύσω καὶ στενοχωρήσω κανένα.Κύριε δός μου δύναμη να ὑποφέρω τὸν κόσμο καὶ ὅλα τὰ γεγονότα τῆς μέρας αὐτῆς, σὲ ὅλη τῇ διάρκεια τῆς. Καθοδήγησε τῇ θελήσή μου καὶ δίδαξε μὲ να προσεύχομαι, να πιστεύω, να ὑπομένω, να συγχωρῶ καὶ ν' ἀγαπῶ. μην.


Εὐχὴ εἰς τὴν Παναγία Τριάδα.


Ὁ Θεός, ἡ ἁγιώτατη καὶ μακαριωτάτη Τριάς, σῶσον μέ. ὁ Θεός, τὴν αἴνεσίν μου μὴ παρασιωπήσεις. Πρόσχες τῇ δεήσει μου καὶ μὴ ἐγκαταλίπῃς μέ, Θεὲ ὑπεράγιε. Διὰ τοῦ Λόγου σου καὶ τοῦ Πνεύματός σου ἁγίασον μέ. τῷ Λόγῳ σου ἀνάπλασον μὲ καὶ τῷ Πνεύματί σου ὁδήγησον μέ, τὸν νοῦν  μου ἐμψυχωσάτω ὁ Λόγος σου νεκρωθέντα καὶ τὴν θέλησίν μου τὸ Πνεῦμά σου τὸ πανάγιον, Μεγαλοδύναμε κραταιέ, Κύριε, ἐμφύτευσον τῇ καρδίαι μου τὴν ἀγάπην τῶν νόμων σου. τάς αἰσθήσεις μου τῷ λόγῳ σου ὑπόταξον. τὸν λόγου μου ἐνίσχυσον. Τὸν νοῦν μου καταύγασον ταῖς ἀκτῖσι τῆς ἀληθείας σου. τὴν θέλησίν μου πρὸς σὲ ἐπίστρεψον. τὸ μόνον ἀληθῶς ἐφετὸν τὴν γλῶσσά μου παιδαγώγησαν, ἵνα λέγει καθ' ἕκαστη τὸ Κύριε Ἰησοῦ Χριστὲ Υἱὲ τοῦ Θεοῦ ἐλεησον μέ.


Ἄλλη εὐχὴ

Ὢ Παναγία καὶ πανάμωμε Θεοτόκε Μαρία ἥ του Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ Μήτηρ, ἀξίωσον ὑπὲρ ἐμοῦ μεσιτεύσαι πρὸς αὐτόν, οὔπερ σκήνωμα γενέσθαι κατηξιώθης. Καὶ ὑμᾶς ὢ ἅγιε Μιχαὴλ καὶ Γαβριὴλ καὶ Ῥαφαήλ, καὶ σύμπαντες οἱ ἅγιοι χοροὶ ἀγγέλων τε καὶ ἀρχαγγέλων, Πατριαρχῶν καὶ Προφητῶν, ἀποστόλων τε καὶ Εὐαγγελιστῶν, Μαρτύρων καὶ Ὁμολογητῶν. ἱερέων καὶ λευ'ἴ-τῶν, μοναστῶν καὶ παρθένων, καὶ πάντων τῶν δικαίων, πρὸς αὐτὸν τὸν ὑμᾶς ἐκλεξάμενον οὐ τῇ θεωρίᾳ ἐντρυφάται προβάλλομαι, ἵνα ὑπὲρ ἐμοῦ τοῦ ἁμαρτωλοῦ καθικετεύσητε τοῦ ῥυσθηναὶ μὲ ἀπὸ τῶν του διαβόλου ὀδόντων καὶ τοῦ αἰωνίου θανάτου, καὶ δωρηθῆναί μοι τὴν ἀγήρω ζωὴ κατὰ τὴν αὐτοῦ ἐπιείκειαν καὶ τὸ ἄπειρον ἔλεος. Ἀμήν.


Δι' εὐχῶν...


ΤΡΙΤΗ ΕΣΠΕΡΑΣ


Δόξα σοι, ὁ Θεὸς ἥμων, δόξα σοι.

Βασιλεῦ οὐράνιε Παράκλητε... Τὸ τρισάγιο, Πάτερ ἥμων... τὸν Ν' ψαλμό, καὶ οἱ Βραδυνὲς προσευχὲς τῆς Τρίτης.


Κύριε, ὁ Θεὸς ἡμῶν, μνήσθητι ἡμῶν τῶν ἁμαρτωλῶν καὶ ἀχρείων δούλων σοῦ, ἐν τῷ ἐπικαλεῖσθαι ἡμὰς τὸ ἅγιον ὄνομά σου, καὶ μὴ καταισχύνῃς ἡμὰς ἀπὸ τῆς προσδοκίας τοῦ ἐλέους σου, ἀλλὰ χάρισαι ἡμῖν, Κύριε, πάντα τὰ πρὸς σωτηρίαν αἰτήματα. καὶ ἀξίωσον ἡμὰς ἀγαπᾶν, καὶ φοβεῖσθαι σὲ ἐξ ὅλης τῆς καρδίας ἡμῶν, καὶ ποιεῖν ἐν πᾶσι τὸ θέλημά σου. Ὅτι ἀγαθὸς καὶ φιλάνθρωπας Θεὸς ὑπάρχεις, καὶ σοὶ τῇ δόξαν ἀναπέμπομεν, τῷ Πατρὶ καὶ τῷ Υἱῷ καὶ τῷ ἁγίῳ Πνεῦμά τι, νῦν καὶ ἀεὶ καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων. μην.


Ἄλλη εὐχὴ

Καταξίωσον, Κύριε, ἐν τῇ ἑσπέρᾳ ταύτῃ ἀναμαρτήτους φυλαχθῆναι ἡμάς. Εὐλογητὸς εἰ, Κύριε, ὁ Θεὸς τῶν Πατέρων ἡμῶν, καὶ αἰνετὸν καὶ δεδοξασμένον τὸ ὄνομά σου εἰς τοὺς αἰῶνας. Ἀμήν. Γένοιτο, Κύριε, τὸ ἔλεός σου ἐφ' ἡμάς, καθάπερ ἠλπίσαμεν ἐπὶ σέ. Εὐλογητὸς εἰ Κύριε, δίδαξον μὲ τὰ δικαιώματά σου. Εὐλογητὸς εἰ, Δεσπότα, συνέτισον μὲ τὰ δικαιώματά σου. Εὐλογητὸς εἰ 'Αγιέ, φώτισον μὲ τοῖς δικαιώμασί σου. Κύριε, τὸ ἔλεός σου εἰς τὸ αἰῶνα, τὰ ἔργα τῶν χειρῶν σου μὴ παρίδῃς. Σοὶ πρέπει αἶνος, σοὶ πρέπει ὕμνος, σοὶ δόξα πρέπει τῷ Πατρὶ καὶ τῷ Υἱῷ καὶ τῷ ἁγίῳ Πνεύματι, νῦν καὶ ἀεὶ καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν.


Εὐχὴ ὑπὲρ τοῦ κόσμου.

Ὁ Θεός, ὁ Θεός: ἔτι καὶ ἔτι δέομαι σοῦ, μνήσθητι, Κύριε, χάριτι θείᾳ προσέχων σοὶ πλεόντων, ὁδοιπορούντων, νοσούντων καμνώντων, αἰχμαλώτων καὶ τῆς σωτηρίας αὐτῶν προμήθειαν ποίησον. Μνήσθητι, Κύριε, χήρων, ὀρφανῶν, ξένων, προσηλύτων, παροίκων, πεινώντων, δειψώντων τὸ ἔλεός σου τὸ πλούσιο καὶ θειότατον. Μνήσθητι, Κύριε, τῶν ἐν φυλακαῖς, ἐν δεσμοῖς, ἐν ἀνάγκαις, ἐν ὀδυρμοῖς, ἐν στενοχωρίαις, καὶ πάντων τῶν ἐν καμάτῳ τοῖς νόσοις καμνόντων. μέγα ἔλεος κυκλώσει αὐτούς, φιλάνθρωπε. Μνήσθητι, Κύριε, θλιβομένων, πεῖρα-ζομένων, στενοχωρουμένων καὶ πάντωντων ἐν ὀδύναις χαλεπαῖς κατατρυχωμένων. ἔκχυσον σταλαγμὸν ἡδονῆς εἰς καρδίας αὐτῶν τοῦ ἁγίου καὶ ζωοποιοῦ σοῦ Πνεύματος, ἵνα γλυκαζόμενοι, ἡδυνόμενοι, δοξάζωσι τὴν σὴν ἀγαθότητα, καὶ μὴ ἐν τῇ βλασφημίᾳ φθείρονται.


Κύριε, ῥυσαὶ μὲ ἀπὸ τῆς καταλαλιᾶς, τῆς κατακρίσεως, τῆς ἀργολογίας, τοῦ ψεύδους.


Εἰς χεῖράς σου Κύριε, παρατίθημι τὴν ψυχὴν καὶ τὸ σῶμα. Αὐτὸς μὲ ἐλέησον καὶ διαφύλαξον καὶ ζωὴν αἰώνιον χάρισαί μοι. Ἄμη.


Δι' εὐχῶν...


ΤΕΤΑΡΤΗ ΠΡΩΪ


Ὅπως τὴν Δευτέρα πρωί, κάθε πρωὶ ἐπαναλαμβάνουμέ τις πρωϊνὲς προσευχὲς καὶ προσθέτουμε καὶ τὶς προσευχὲς τῆς ἡμέρας που διαφέρουν κάθε μέραΚαί τις πιὸ κάτω εὐχὲς


Αἰνοῦμεν, ὑμνοῦμεν, εὐλογοῦμεν, καὶ εὐχαριστοῦμεν σοί, ὁ Θεὸς τῶν πατέρων ἡμῶν, ὅτι παρήγαγες τὴν σκιὰν τῆς νυκτός, καὶ ἔδειξας ἡμῖν πάλιν τὸ φῶς τῆς ἡμέρας. Ἀλλ' ἱκετεύομεν τὴν σὴν ἀγαθότητα. ἰλάσθητι ταῖς ἁμαρτίαις ἥμων, καὶ πρόσδεξαι τὴν δέησιν ἡμῶν ἐν τῇ μεγάλῃ σοῦ εὐσπλαγχνίᾳ, ὅτι πρὸς σὲ καταφεύγομεν, τὸν ἐλεήμονα καὶ παντοδύναμον Θεόν. Λάμψον ἐν ταῖς καρδίαις ἡμῶν τὸν ἀληθινὸν ἥλιον τῆς δικαωσύνης σου φώτισον τὸν νοῦν ἡμῶν, καὶ τάς αἰσθήσεις ὅλας διατήρησον, ἵνα, ὡς ἐν ἡμέρᾳ, εὐσχημόνως περιπατοῦντες τὴν ὁδὸν τῶν ἐντολῶν σου, καταντήσωμεν εἰς τὴν ζωὴν τὴν αἰώνιον ὅτι παρὰ σοί ἐστιν ἡ πηγὴ τῆς ζωῆς, καὶ ἐν ἀπολαύσει γενέσθαι καταξιωθῶμεν τοῦ ἀπροσίτου φωτός. Ὅτι σὺ εἰ ὁ Θεὸς ἡμῶν, καὶ σὺ τὴν δόξαν ἀναπέμπομεν, τῷ Πατρὶ καὶ τῷ Υἱῷ καὶ τῷ ἁγίῳ Πνεύματι, νῦν καὶ ἀεὶ καὶ εἰς τοὺς αἰώναςτων αἰώνων. Ἀμήν.


Κύριε, δός μου τῇ δύναμη να ὑποφέρω τὸν κόπο καὶ ὅλα τὰ γεγονότα τῆς ἡμέρας αὐτῆς, σὲ ὅλη τῇ διάρκεια τῆς. Καθοδήγησε τῇ θελήσή μου καὶ δίδαξε μὲ να προσεύχομαι, να πιστεύω, να ὑπομένω,. να συγχωρωκαι ν' ἀγαπῶ. Ἀμήν.

Κύριε, ῥυσαὶ μὲ τῶν ῥυπαρῶν καὶ ἀκαθάρτων λογισμῶν, ὅτι λίαν εἰμὶ ἀσθενὴς ὁ ταλαίπωρος, καὶ τῇ ψυχῇ καὶ τῇ σαρκὶ καὶ τῇ γνώμῃ καὶ τῷ λογισμῷ


Εὔχῃ τῆς Ὁσίας Σάρρας.


Κύριε, δίωξον ἀπ' ἐμοῦ πάντα ῥυπαρὸν λογισμόν, καὶ πάντα διαλογισμὸν αἰσχρὸν καὶ ἀνυπόστατου. Κύριε, ἐξάλειψον ἀπ' ἐμοῦ τὴν ἀμέλειαν, τὴν ῥᾳθυμίαν, τῇ λύπῃ, τῇ λήθῃ, τὴν ἀναισθησίαν, τὴν πώρωση καὶ τὴν αἰχμαλωσίαν τοῦ νοός μου, Κύριε, ὡς οἶδᾳς καὶ ὡς θέλεις, ἐλέησον μὲ καὶ συγχώρησον πάσας τάς ἀνομίας μου. καὶ ἐν ἡσυχίᾳ, ἐν μετανοίᾳ ἀγαθῇ, ἐν ἐξομολογήσει συναδιστάκτω, καὶ ἐν πίστει καθαρᾷ καὶ ἀμωμήτῳ, εὐδόκησον ἐξελθεῖν τὴν ἐλεηνήν μου ψυχὴν ἀπὸ τοῦ ἀθλίου τούτου σώματος.

Δι' εὐχῶν...


ΤΕΤΑΡΤΗ ΕΣΠΕΡΑΣ


Δόξα σοι, ὁ Θεὸς ἥμων, δόξα σοι.

Βασιλεῦ οὐράνιε Παράκλητε...Τὸ τρισάγιο. Πάτερ ἡμῶν... τὸν Ν' ψαλμό, σελ. Καὶ τὶς ἀκόλουθες ευχες.


Εὐλογητὸς εἰ Κύριε, ὅ ποι-ᾖσας τὸν ἄνθρωπον κατ’ εἰκόνα σὴν καὶ ὁμοίωσιν, ὁ ποιήσας ἡμέραν εἰς ἔργα φωτὸς καὶ νύκτα εἰς ἀνάπαυσιν τῆς ἀνθρωπίνης φύσεως. Ὅθεν καὶ ἡμεῖς οἱ δοῦλοι σοῦ καὶ σοὶ ἱκέται, καταξιωθέντες διανύσαι τὸ μῆκος τῆς ἡμέρας καὶ ἐλθεῖν εἰς τὴν ὥραν ταύτην τῆς προσευχῆς, ὑμνοῦμέν σου τὸ πανάγιον ὄνομα, τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ ἁγίου Πνεύματος, νῦν καὶ ἀεὶ καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν.

     

Ἄλλη εὐχὴ

Κύριε, ὁ Θεός μου, ἐπὶ σοὶ ἤλπισα σῶσον μὲ καὶ δώρησαί μοι τὴν φυσικὴν στάσιν τοῦ νοός μου εἰς ἀνάμνησιν τοῦ πολυποθήτου ὀνόματός σου, εἰς ἐπίκλησιν τῶν δεόντων καὶ ὑπομονὴν τῶν ἐπερχομένων. Εἰρηνικὴν καὶ ἀναμάρτητον παρασχού μοι τὴν νύκταν ταύτην διελθεῖν, ἡ ὑπερέχουσα πάντα νοῦν εἰρήνη, ὅτι εὐλογητὸς εἰ εἰς τοὺς αἰῶνας. Ἀμήν.


Κύριε, ὁ Θεὸς ἡμῶν, μνήσθητι ἡμῶν τῶν ἁμαρτωλῶν καὶ ἀχρείων δούλων σοῦ, ἐν τῷ ἐπικαλεῖσθαι ἡμὰς τὸ ἅγιον σνομά σου, καὶ μὴ καταιχύνης ἡμᾶς ἀπὸ τῆς προσδοκίας τοῦ ἐλέους σου, ἀλλὰ χάρισαι ἡμῖν, Κύριε, πάντα τὰ πρὸς σωτηρίαν αἰτήματα. καὶ ἀξίωσον ἡμὰς ἀγαπᾶν, καὶ φοβεῖσθαι σὲ ἐξ ὅλης τῆς καρδίας ἡμῶν, καὶ ποιεῖν ἐν πᾶσι τὸ θέλημά σου. Ὅτι ἀγαθὸς καὶ φιλάνθρωπος Θεὸς ὑπάρχεις, καὶ σοὶ τὴν δόξαν ἀναπέμπομεν, τῷ Πατρὶ καὶ τῷ Υἱῷ καὶ τῷ ἁγίῳ Πνεύματι, νῦν καὶ ἀεὶ καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν.


Μὴ ἀποδοκιμάσης μὲ Σῶτέρ μου, τῇ ῥᾳθυμίᾳ τῆς ἁμαρτίας συνεχόμενον. διέγειρόν μου τὸν λογισμὸν πρὸς μετάνοιαν καὶ τοῦ σου ἀμπελῶνος ἐργάτην δόκιμον ἀνάδειξον μέ, δωρούμενός μοι τῆς ἑνδεκάτης ὥρας τὸν μισθὸν καὶ τὸ μέγα σοῦ ἔλεος.


Κύριε, σῦ που δινεῖς τὸν ὕπνον ὡς λύτρωση καὶ ἀνάπαυσιν ἐκ τῶν κόπων τῆς ἡμέρας, δῶσε καὶ σὲ μένα Χριστέ μου, Λόγε τοῦ Θεοῦ, ὕπνον ἐλαφρὸν καὶ ἁπαλγμένον ἀπὸ κάθε ἁμαρτωλὴ καὶ αἰσχρὴ καὶ πονηρὴ φαντασία, ἐξεγεῖρε μὲ τὸ πρω'ἲ σταθερὸ στο θελ ἡμὰ σοῦ για να ὕμνῳ τῇ δόξᾳ σου καὶ τῇ μεγαλοπρέπειά σου.

Δι' εὐχῶν....


ΠΕΜΠΤΗ ΠΡΩΪ


Ὅπως τῇ Δευτέρᾳ πρωί', κάθε πρωί. ἐπαναλαμβάνουμέ τις πρωϊνὲς προσευχὲς καὶ προσθέτουμε καὶ τὶς προσευχὲς τῆς ἡμέρας που διαφέρουν κάθε μέρα.


 Καὶ τὶς ἐπόμενες εὐχές.


Δόξα σοι βασιλεῦ, Θεὲ Παντοκράτωρ, ὅτι τῇ θείᾳ σοῦ καὶ φιλανθρώπῳ προνοίᾳ ἠξίωσας μὲ τὸν ἁμαρτωλὸν καὶ ἀνάξιον δοῦλον σοῦ ἐξ ὕπνου ἀναστῆναι. Δέξαι, Κύριε, καὶ τὴν φωνὴν τῆς δεήσεώς μου, ὡς τῶν ἁγίων καὶ νοερῶν σοῦ δυνάμεων καὶ εὐδόκησον ἐν καθαρᾷ καρδίᾳ καὶ πνεύματι ταπεινώσεως, προσενεχθήναι σοι τὴν ἐκ ῥυπαρῶν χειλέων μου αἴνεσιν, ὅπως καγὼ κοινωνὸς γένωμαι τῶν φρονίμων παρθένων, ἐν φαιδρᾷ λαμπηδόνι τῆς ψυχῆς μου, καὶ δοξάζω σέ, τὸν ἐν Πατρὶ καὶ Πνεύματι δοξαζόμενον Θεὸν Λόγον. Ἀμήν.


Εὐχαριστοῦμεν σοὶ Κύριε, ὁ Θεὸς τῶν σωτηρίων ἡμῶν, ὅτι πάντα ποιεῖς εἰς εὐργεσίαν τῆς ζωῆς ἡμῶν, ἵνα διὰ παντὸς πρὸς σὲ ἀποβλέπωμεν τὸν Σωτηρὰ καὶ εὐεργέτην τῶν ἡμετέρων ψυχῶν, ὅτι διανέπαυσας ἡμᾶς ἐν τῷ παρελθόντι τῆς νυκτὸς μέτρῳ, καὶ ἐξήγειρας ἡμὰς ἐκ τῶν κοιτὼν ἡμῶν, καὶ ἔστησας εἰς προσκύνησιν τοῦ τιμίου ὀνόματός σου. Διὸ δεόμεθα σοῦ, Κύριε, δὸς ἡμῖν χάριν καὶ δύναμιν, ἵνα καταξιωθῶμεν ψάλλειν σοι συνετώς, καὶ προσεύχεσθαι ἀδιαλείπτως, ἐν φόβῳ καὶ τρόμῳ τὴν ἑαυτῶν σωτηρίαν κατεργαζόμενοι, διὰ τῆς ἀντιλήψεως τοῦ Χριστοῦ σου. Μνήσθητι, Κύριε, καὶ τῶν ἐν νυκτὶ πρὸς σὲ βοώντων. ἐπάκουσον αὐτῶν, καὶ ἐλέησον, καὶ σύντριψον ὑπὸ τοὺς πόδας αὐτῶν τοὺς ἀοράτους καὶ πολεμίους ἐχθρούς. Σῦ γὰρ εἰ ὁ βασιλεὺς τῆς εἰρήνης καὶ σωτὴρ τῶν ψυχῶν ἡμῶν, καὶ σοὶ τὴν δόξαν ἀναπέμπομεν, τῷ Πατρὶ καὶ τῷ Υἱῷ καὶ τῷ Ἁγίῳ Πνεῦμά τι, νῦν καὶ ἀεὶ καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων. Ἀμὴν



 Κύριε, ἀγαθὴν καὶ ἀναμάρτητον τὴν ἡμέραν ταύτην δώρησαί μοι.


Κύριε, φώτισον τὸ τριμερὲς τῆς ἀθλίας ψυχῆς μου καὶ δίδαξον μὲ τὶ δεῖ ποιεῖν καὶ λέγειν.


Κύριε, δός μοι ταπείνωσιν, ἐκκοπὴν θελήματος καὶ ὑπακοὴν εἰς τὸ θέλημά σου. Ἀμήν.


Δι' εὐχῶν...


ΠΕΜΠΤΗ ΕΣΠΕΡΑΣ


Δόξα σοι, ὁ Θεὸς ἥμων, δόξα σοι. Καὶ τὰ ὑπόλοιπα  ὡς συνήθως

Καὶ τὶς ἀκόλουθες εὐχές.


Κύριε, ὡς ἀγαθὸς καὶ φιλάνθρωπος Θεός, πολλὰ ἐλέη ἐποίησας μετ' ἐμοῦ, ὧν οὐκ ἡμὴν ἄξιος, ἃ οὐ προσεδόκων ἰδεῖν, καὶ τὶ ἀνταποδώσω τῇ σῇ ἀγαθότητι, εὔσπλαχνε, Κύριε; Εὐχαριστῶ σοῦ τῷ πολυυμνήτῳ ὀνόματι. Εὐχαριστῶ τῇ ἀνεικάστῳ σοῦ οἰκονομίᾳ. Καὶ ἀπὸ τοῦ νυν μὲ ἐλέησον καὶ ἀντιλαβοῦ μου καὶ σκέπασον μέ, δεσπότα τῶν ἁπάντων. Κύριε οὐρανοῦ καὶ γῆς καὶ πάσης κτίσεως ποιητά, σῦ γινώσκεις τὴν ἀφροσύνην μου. σῦ γὰρ ἐπίστασαι τὰ ἐν νυκτί, τὰ ἐν ἡμέρᾳ, τὰ ἑκούσια καὶ τὰ ἀκούσια ἁμαρτήματά μου. Ὡς ἀγαθὸς καὶ φιλάνθρωπος Θεὸς ἐξάλειψον αὐτὰ τῇ δρόσῳ τοῦ ἐλέους σου καὶ ἐλέησον καὶ βοήθησόν μοι, Υἱὲ τοῦ Θεοῦ. Βοήθησόν μοι ἀγαθὲ Κύριε, σῦ γὰρ εἰ τὸ φῶς καὶ ἡ ἀλήθεια καὶ ἡ ζωή. σῦ γινώσκεις τὸ ἀσθενὲς τῆς φύσεώς μου. οἷς ἐπίστασαι κρίμασι, Κύριε σῶσον μέ.


         Ὑπὲρ τῶν μισούντων ἡμάς.


Κύριε, δὸς ἔλεος πᾶσι τοῖς ἁπλῶς λοιδοροῦσιν ἡμάς, ἡ βλασφημοῦσιν ἡ μισοῦσιν, ἥ τι ἕτερον ποιοῦσιν ἡμῖν σῦ γὰρ Κύριε, γινώσκεις ὅτι κακείνους ὁ πονηρὸς διάβολος εἰς τὸ δυσῶδες καὶ ἀκόλαστον ἐκτρέπει, ὥσπερ κάμε καθ' ἑκάστην ποιεῖν καὶ παραπικραίνω τὸ θεῖον σοῦ ὄνομα. Παρακαλῶ σὲ οὖν Πάτερ παντοκράτωρ Θεέ, καὶ Κύριε τοῦ ἐλέους, ἐπίσκεψαι ἐν ἐλέει πάντας τοὺς πονηρῶς πρὸς μὲ διακειμένους καὶ ποίησον αὐτοὺς φωστῆρας καὶ ἁγίους μεγάλους. Ἀγαθυνον αὐτούς, Κύριέ μου καὶ πράϋνον. εἰρήνευσον αὐτούς, Δεσπότά μου καὶ φώτισον καὶ τῆς αἰωνίου σοῦ δόξῃς καταξίωσον αὐτοὺς ὡς ἀγαθὸς καὶ πολυέλεος.


Ὁ Θεός, ὁ Θεός μου, ἔτι καὶ ἔτι δέομαι σοῦ, μνήσθητι Κύριε, πλεόντων ὁδοιπορούντων, νοσούντων, καμνόντων, αἰχμαλώτων καὶ τῆς σωτηρίας αὐτῶν προμήθειαν ποίησον.

Εἰς χεῖράς σου Κύριε, παρατίθημι τὴν  ψυχὴν καὶ τὸ  σῶμα. Αὐτὸς μὲ ἐλέησον καὶ διαφύλαξον καὶ ζωὴν αἰώνιον χάρισαί μοι, Ἀμήν.

Καὶ τὸ  Δι' εὐχώv...


ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ ΠΡΩΪ


Ἡ πρωϊvὴ Ἀκολουθία ὅπως περιγράφεται τῇ Δευτέρᾳ πρωί. Καὶ μετὰ οἱ προσευχές που ἀκολουθούv.


Σὲ εὐλογοῦμεν, Ὕψιστε Θεέ, Κύριε, τοῦ ἐλέους τὸν ποιοῦντα ἀεὶ μεθ' ἡμῶν μεγάλα τε  καὶ ἀνεξιχνίαστα, ἔνδοξά τε καὶ ἐξαίσια, ὧν οὔκ ἐστιν ἀριθμός. τὸν παρασχόντα ἡμῖν τὸν ὕπνον εἰς ἀνάπαυσιν τοῦ κόπου τῆς πολυμόχθου σαρκός. Εὐχαριστοῦμεν σοί, ὅτι οὐ συναπώλεσας ἡμὰς ταῖς ἀνομίαις ἡμῶν, ἂλλ' ἐφιλανθρωπεύσω συνήθως καὶ πρὸς ἀπόγνωσιν κειμένους ἡμὰς ἤγειρας εἰς τὸ δοξολογήσαι τὸ κράτος σου. Διο δυσωποῦμεν τὴν ἀνείκαστον σοῦ ἀγαθότητα. φώτισον ἡμῶν τοὺς τῆς διανοίας ὀφθαλμοὺς καὶ τὸν νοῦν ἡμῶν ἐκ τοῦ βαρέως ὕπνου τῆς ῥᾳθυμίας ἀνάστησον. ἄνοιξον ἡμῶν τὸ στόμα καὶ πλήρωσον αὐτὸ τῆς σῆς αἰνέσεως, ὅπως ἂν δυνηθῶμεν ἀπερισπάστως ᾄδειν τε καὶ ψάλλειν καὶ ἐξομολογήσθαι σοι τῶν ἐν πᾶσι καὶ ὑπὸ πάντων δοξαζομένω Θεῶ τῷ ἀνάρχῳ Πατρὶ καὶ τῷ παναγίῳ καὶ ἀγαθῷ καὶ ζωοποιῷ σοῦ Πνεύ-ματι, νῦν καὶ ἀεὶ καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν.


Ἄλλη εὐχὴ

Κύριε, ὁ ἐν ἁμαρτίαις περιπεσόντα τὸν ἄνθρωπον μὴ παριδών, ἀλλὰ τῆς οὐρανίου καταξιώσας βασιλείας διὰ τῆς ἐν τῷ σταυρῷ σου θείας οἰκονομίας, αὐτὸς ἀθάνατε βασιλεῦ, ζωοποίησον καὶ ἡμὰς νεκρωθέντας ταῖς ἀνομίαις καὶ κοινωνοὺς τῶν θείων σοῦ παθημάτων καὶ τοῦ ζωηφόρου θανάτου καὶ τῆς ἐγέρσεως ἀνάδειξον, ὡς ψιλάνθρωπος, πρεσβείαις τῆς παναμώμου μητρός σου καὶ πάντων τῶν ἁγίων. Ἀμήν.


Κύριε, λύτρωσε μὲ τῆς φιληδονίας, τῆς φιλοδοξίας, τῆς φιλαργυρίας καὶ τῆς φιλαυτίας, τῆς μητρὸς πάντων τῶν κακῶν.

Δι' εὐχῶν...


ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ ΕΣΠΕΡΑΣ


Δόξα σοι, ὁ Θεὸς ἥμων, δόξα σοι.

Βασιλεῦ οὐράνιε Παράκλητε Τὸ τρισάγιο, Πάτερ ἡμῶν τὸν Ν. ψαλμ. Ὅπως κάθε ἑσπέρας Καὶ τὶς ἀκόλουθες εὐχές.


Δέσποτα Κύριε, ἀκατάληπτε τὸ πανάγιον καὶ παντοδύναμον καὶ ζωοποιὸν Πνεῦμα, τὸ ἐκ τοῦ Πατρὸς ἐκπορευόμενον καὶ ἐν Υἱῷ ἀναπαυόμενον, τὸ νοητὸν καὶ ἄληκτον καὶ ὑπὲρ ἔννοιαν φῶς, ἡ ἀσύγκριτος καὶ ζῶσα δύναμις τὸ διαλῦον ὄρη, τὸ τὰ μὴ ὄντα ποιοῦν, τὸ τὴν κτῆσιν τηροῦν ἀδιάπτωτον. τὸ δηιουργήσαν τοὺς οὐρανίους διακόσμους' τὸ παρέχον αὐτοῖς κατ' ἐξουσίαν ἀεὶ ἀπολαύειν τῆς  ἁγιαστικῆς ἐπινοίάς σου. τὸ ἐνεργοὺν τὰ πάντα ἐν πᾶσι συμφερόντως κατὰ τὸ ἑκάστου μέτρο. Αὐτὸς οὖν Παράκλητε ἀγαθέ, μὴ ἐγκαταλίπῃς μὲ τὸν καθ' ἑκάστην σοὶ ἁμαρτάνοντα καὶ παροργίζοντα. Μὴ ἀποστῇς ἀπ' ἐμοῦ. Πρόσχες εἰς τὴν βοήθειάν μου, Κύριε, τῆς σωτηρίας μου. Δέομαι τῆς σῆς ἀγαθότητος, Δεσπότα, δὸς χάριν συνέσεως τῇ ἐμοὶ ἀθλιότητι, τοῦ διανοείσθαι καὶ πράττειν τά σοι εὐάρεστα κάμοι συμφέροντα. Ἐνίσχυσον μὲ  πρὸς τὸ μὴ συναρπάζεσθαι καὶ συναπάγεσθαι τοῖς ματαίοις. Χάρισαί μοι τὸ ἀκενοδόξως ταπεινούσθαι, τὸ συμπάσχειν τοῖς πάσχουσι, τὸ ὑπομένειν τοὺς πειρασμούς, καὶ τὸ ἀνυποκρίτως καὶ ἀκαταγνώστως ἐργάζεσθαι τὰ σὰ θελήματα.

Ναὶ Δεσπότα τῶν ἁπάντων ὑπεράγαθε. λύτρωσε μὲ ἀπὸ τῶν ἁμαρτιῶν μου καὶ τῶν ἐπερχομένων μοι πειρασμῶν. Ῥυσαὶ τὴν ψυχήν μου ἐκ χειρὸς ὑπερηφάνων, ὅτι ἐπὶ σοὶ πέποιθεν ἡ ψυχή μου, καὶ ἐν τῇ σκιᾷ τῶν πτερύγων σου ἐλπιῶ. Ὅτι ἐν σοὶ καὶ παρὰ σοῦ ἐστι τὸ ζῆν μέ, τὸ εἶναι, τὸ γινώσκειν πᾶν νόημα χρηστόν, καὶ σοὶ τὴν δόξαν ἀναξίοις χείλεσι, καὶ αἴνεσιν καὶ εὐχαριστίαν, πρὸς δὲ καὶ προσκύνησιν ἀναπέμπω ὁ ἁμαρτωλὸς ἐγὼ καὶ ἀνάξιος δοῦλος σοῦ, σὺν τῷ ἀνάρχῳ προβολεῖ σου Πατρί, καὶ τῷ ὁμοουσίῳ καὶ συμφυεῖ αὐτῷ Υἱῷ, πάντοτε, νῦν καὶ ἀεὶ καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν.


Κύριε ὁ Θεὸς ἡμῶν, ὁ πατὴρ τοῦ ἀληθινοῦ φωτός, ὁ τὴν ἡμέραν κοσμήσας τῷ οὐρανίῳ φωτὶ καὶ τὴν νύκτα φαιδρύναςταις αὐγαῖς τοῦ πυρός, ὅ του μέλλοντος αἰῶνος τῇ ἀνάπαυσιν εὐτρεπίσας τοῖς ἀγαπῶσι σὲ τὸ νοερὸν καὶ ἄπαυστον φῶς φώτισον ἡμῶν τάς καρδίας ἐν ἐπὶ γνώσει τῆς ἀληθείας καὶ ἀπρόσκοπτον τὴν ζωὴν ἡμῶν διατήρησον, παρεχόμενος ἡμῖν ὡς ἐν ἡμέρᾳ εὐσχημόνως περιπατεὶν καὶ δοξολογεὶν ἐν ἔργῳ καὶ λόγῳ τὸ πανάγιον ὄνομά σου, τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ ἁγίου Πνεύματος, νῦν καὶ ἀεὶ καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν. 

Δι' εὐχῶν ….


ΣΑΒΒΑΤΟ ΠΡΩΪ


 Εἰς τό ὄνομα τοῦ Πατρ6ς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ἀμήν.


 Μετὰ τὶς Ἐωθινὲς πρσευχὲς ὅπως τὴν Δευτέρα πρωί.


 Καὶ τὶς εὐχές που ἀκολουθοῦν.


Αἰνοῦμεν, ὑμνοῦμεν, εὐλογοῦμεν, καὶ εὐχαριστοῦμεν σοί, ὁ Θεὸς τῶν Πατέρων ἡμῶν, ὅτι παρήγαγες τὴν σκιὰν τῆς νυκτός, καὶ ἔδειξας ἡμῖν πάλιν τὸ φῶς τῆς ἡμέρας. Ἀλλ' ἱκετεύομεν τὴν σὴν ἀγαθότητα. Ἰλάσθητι ταῖς ἁμαρτίαις ἡμῶν, καὶ πρόσδεξαι τὴν δέησιν ἡμῶν ἐν τῇ μεγάλῃ σοῦ εὐσπλαχνίᾳ, ὅτι πρὸς σὲ καταφεύγομεν, τὸν ἐλεήμονα καὶ παντοδύναμον Θεόν. Λάμψον ἐν ταῖς καρδίαις ἡμῶν τὸν ἀληθινὸν ἥλιον τῆς δικαιοσύνης σου. φώτισον τὸν νοῦν ἡμῶν, καὶ τάς αἰσθήσεις ὅλας διατήρησον, ἵνα, ὡς ἐν ἡμέρᾳ, εὐσχημόνως περιπατοῦντες τὴν 0δον τῶν ἐντολῶν σου, καταντήσωμεν εἰς τὴν ζωὴν τὴν αἰώνιον. ὅτι παρὰ σοί ἐστιν ἡ πηγὴ τῆς ζωῆς, καὶ ἐν ἀπολαύσει γενέσθαι καταξιωθῶμεν τοῦ ἀπροσίτου φωτός. Ὅτι σὺ εἰ ὁ Θεὸς ἡμῶν, καὶ σοὶ τὴν δόξαν ἀναπέμπομεν, τῷ Πατρὶ καὶ τῷ Υἱῷ καὶ τῷ Ἁγίῳ Πνεύματι, νῦν καὶ ἀεὶ καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων. μην.


Καὶ τὴν ἑπόμενη.

Χριστέ, τὸ φῶς τὸ ἀληθινὸν τὸ φωτίζον καὶ ἁγιάζον πάντα ἄνθρωπον ἐρχόμενον εἰς τὸν κόσμον. σημειωθήτω ἐφ' ἡμᾶς τὸ φῶς τοῦ προσώπου σου, ἵνα ἐν αὐτῷ ὀψόμεθα φῶς τὸ ἀπρόσι τὸν. καὶ κατεύθυνον τὰ διαβήματα ἡμῶν πρὸς ἐργασίαν τῶν ἐντολῶν σου. πρεσβείαις τῆς παναχράντου σου μητρὸς καὶ πάντων τῶν ἁγίων. Ἀμήν.


Κύριε, λύτρωσαι μὲ τῆς φιληδονίας, τῆς φιλοδοξίας, τῆς φιλαργυρίας καὶ τῆς φιλαυτίας, τῆς μητρὸς πάντων τῶν κακῶν. Καὶ οἷς τρόποις οἶδᾳς καὶ ἐπίστασαι, σῶσον μὲ τὸν ἀνάξιον δοῦλον σοῦ.

Δι' εὐχῶν....


ΣΑΒΒΑΤΟ ΕΣΠΕΡΑΣ


Δόξα σοι, ὁ Θεὸς ἡμῶν, δόξα σοι Βασιλεῦ οὐρὰ νιὲ Παράκλητε... Τὸ τρισάγιο, Πάτερ ἡμῶν... Τὸν Ν  Ψαλμό. Ὅπως κάθε εσπέρας.


Καὶ τὶς ἀκόλουθες εὐχές.

Παντοκράτορ Κύριε, Λόγε τοῦ Πατρός, ὁ αὐτοτελὴς Θεός, Ἰησοῦ Χριστέ, ὁ διὰ τὰ ταχέα σοῦ σπλάχνα μηδέποτε χωριζόμενος τῶν σῶν οἰκετῶν, ἀλλ' ἀεὶ ἐν αὐτοῖς ἀναπαυόμενος. Ἰησοῦ ὁ καλὸς ποιμήν, μὴ παραδόης μὲ τῇ ἐπιβουλῇ τοῦ ὄφεως, μηδὲ ταῖς ἐπιθυμίαις τοῦ σατανᾶ καταλίπῃς μέ, ὅτι σπέρμα φθορὰς ἐν αὐτῷ πέφυκε. Σῦ οὖν, βασιλεϋ πανάγιε, ὁ προσκυνητός, Ἰησοῦ Χριστέ, καθεύδοντα μὲ διαφύλαξον τῇ ἀθανάτῳ σοῦ βουλῇ καὶ τῷ παναγίῳ καὶ ἀγαθῷ καὶ ζωοποιῷ σοῦ Πνεύματι ἡγίασας τοὺς σοῦς μαθητάς, ῥυόμενος μὲ ἐκ τῆς ἐπιβουλῆς τοῦ ὄφεως. Δὸς δέ μοι τῷ ἀναξίῳ τὴν ἀγαλλίασιν τοῦ σωτηρίου μου ἐπὶ τηςκοίτης μου, καθαρὸν τὴν καρδίαν μου τῇ καθαρότητι τῶν λόγων σου, τὸν νοῦν μου φώτισν τῷ φωτὶ τῆς γνώσεως τοῦ εὐαγγελίου σου, τὴν ψυχήν μου τῇ ἀγάπῃ τοῦ σταυροῦ σου. Τὸ σῶμά μου ἐν τῷ σῷ πάθει καὶ τῇ σῇ ἀπαθείᾳ τοὺς λογισμούς μου ἂν τῇ σὴν εἰρήνη διαφύλαξον καὶ ἀνάστησον μὲ ἐν τῷ καιρῷ τῆς προσευχῆς ὑμνεὶν καὶ δοξάζειν τὸ πανάγιο ὄνομά σου, τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ ἁγίου Πνεύματος, νῦν καὶ ἀεὶ καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν.


Κύριε, Κύριε, σή ἐστιν ἡ ἡμέρα καὶ σή ἐστιν ἡ νῦξ, σῦ κατηρτίσω φαύσιν καὶ ἥλιον, σῦ ἐποίησας πάντα τὰ ὡραῖα τῆς γῆς καὶ δεόμεθα τῆς σῆς ἀγαθότητος συνανάτειλον τῷ φωτὶ τῆς ἡμέρας τὰ πλούσια ἐλέη σου ἐπὶ τὴν ταπείνωσιν ἡμῶν. Ἐλευθέρωσον ἡμὰς ἀπὸ τῶν ἔργων τοῦ σκότους καὶ τῶν  ἐνθυμήσεων τῆς σκιᾶς τοῦ θανάτου καὶ πάσης ἐπιβουλῆς καὶ τέχνης τοῦ πονηροῦ. Ὅτι ἠγίασται καὶ δεδόξασται τὸ πανάγιον ὄνομά σου, τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ ἁγίου Πνεύματος, νῦν καὶ ἀεὶ καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν.


Εἰς, χεῖράς σου Κύριε, παρατίθημι τὴν ψυχὴν καὶ τὸ σῶμα. Αὐτὸς μὲ ἐλέησον καὶ διαφύλαξον καὶ ζωὴν αἰώνιον χάρισαί μοι. Ἀμήν.


Καὶ τὸ. Δι' εὐχῶν...


Σημείωση: Ὅσοι θὰ κοινωνήσουν τὴν Κυριακή, θὰ πρέπει να διαβάσουν ἀπόψε τὸ μικρὸ Ἀπόδειπνο καὶ μὲ τὴν Ἀκολουθία τῆς θείας Μεταλήψεως καὶ τὰ λοιπά.


ΚΥΡΙΑΚΗ  ΠΡΩΙ


Ἀρχίζουμέ τις Ἐωθινὲς προσευχὲς ὅπως στην ἀρχή. καὶ τελειώνουμε μὲ τὴν εὐχὴ πρὸ τῆς ἐνάρξεως τῆς Θ. Λειτουργίας


Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ὁ οἰκτιρμὸν καὶ ἐλέημον πᾶσι τοῖς ἀληθῶς ἐπικαλουμένοις σέ, σοῦ δέομαι καὶ σὲ ἱκετεύω. ἀξίωσον μέ, ἵνα μετὰ σπουδαίας κατανύξεως, ἀγάπης, φόβου θείου καὶ πάσης προσοχῆς καρτερήσω ἕως τέλους τῆς θείας Λειτουργίας καὶ εἰς ἀκρόασιν τῶν ζωοποιῶν Μυστηρίων σου, ἐν συντετριμμένῃ καρδία καὶ πνεύματι ταπεινωσεως. Ναὶ Κύριε, ἐπάκουσον τῆς ταπεινῆς μου δεήσεως καὶ δώρησαί μοι ἄφεσιν τῶν πολλῶν μου πλημμελημάτων. Σῦ γὰρ εἶπας, Δεσπότα, τὸν ἐρχόμενον πρὸς μὲ οὐ μὴ ἐκβάλω ἔξω. ὅτι μόνος εὐλογημένος ὑπάρχεις εἰς τοὺς αἰῶνας. Ἀμήν.


Καὶ ἡ συνέχεια στην Ἐκκλησία.


ΚΥΡΙΑΚΗ ΕΣΠΕΡΑΣ


Δόξα σοι ὁ Θεὸς ἡμῶν, δόξα σοι Βασιλεῦ οὐράνιε Παράκλητε... Τὸ τρισάγιο, Πάτερ ἡμῶν... Τὸν Ν Ψαλμό. Ὅπως κάθε ἑσπέρας.


Καὶ τὶς ἐπόμενες εὐχές.


Κύριε Ἰησοῦ Χριστὲ ὁ Θεὸς ἡμῶν, ἥ του Θεοῦ Πατρὸς εἰκὼν καὶ ἰσχὺς καὶ σοφία καὶ δύναμις σὺν τῷ ἁγίῳ καὶ ζωοποιῷ σοῦ Πνεύματι. Τριὰς ἀμέριστε καὶ ὁμόθρονε, ἡ ἐκ τοῦ μὴ ὄντος εἰς τὸ εἶναι παραγαγοῦσα τὰ σύμπαντα, ἀξίωσον καὶ ἡμὰς τοὺς ἁμαρτωλοὺς ἀνυμνεὶν καὶ αἰτεῖσθαι τοὺς οἰκτιρμούς σου, τῇ πρεσβείᾳ τῆς ὑπεραγίας Δεσποίνης ἡμῶν Θεοτόκου, τῶν ἁγίων καὶ νοερῶν σοῦ λειτουργῶν, τοῦ Προδρόμου καὶ βαπτιστοῦ Ἰωάννου καὶ πάντων τῶν ἁγίων τῶν ἀπ' αἰῶνός σοι εὐαρεστησαντων. Καὶ μὴ παραχωρήσῃς ἡμὰς συναπολέσθαι ταῖς ἀνομίαις ἡμῶν, μηδὲ τοῖς ἀκαθάρτοις καὶ αἰσχροῖς λογισμοῖς ἡμῶν, ἀλλ' ἀξίωσον ἡμὰς νεκρωθήναι ἀπὸ πάντων τούτων καὶ ζήσαι ἐν τῷ φωτὶ τῶν ἁγίων καὶ ζωηρὼν ἐντολῶν σου, ὅτι εὐλογητὸς εἰ εἰς τοὺς αἰῶνας ἀμήν.


Ἄκομα μία εὐχὴ ἐσπερινὴ


Κύριε, Σῦ που δινεῖς τὸν ὕπνο σὰν λύτρωση καὶ ἀνάπαυση ἀπὸ τοὺς κόπους τῆς ἡμέρας, δῶσε καὶ σὲ μένα Χριστέ μου, Λόγε τοῦ Θεοῦ, ὕπνον ἐλαφρὸν καὶ ἁπαλλαγμένον ἀπὸ κάθε φαντασία αἰσχρὴ καιπονηρή. ἐξεγεῖρε μὲ τὸ πρωὶ σταθερὸ στο θέλημά Σου, για να ψάλλω χαρούμενος τῇ δόξᾳ Σου καὶ να βαδίζω τὸ δρόμο τῶν ἐντολῶν Σου. Ἀμήν.


Καὶ για ὅσους ἐκοινώνησαν:


Δεσπότα Χριστὲ ὁ Θεὸς ἡμῶν, βασιλεῦ τῶν αἰώνων, καὶ δημιουργὲ τῶν ἁπάντων, εὐχαριστῶ σοὶ ἐπὶ πᾶσι οἷς παρέχου ἡμῖν ἀγαθοῖς, καὶ ἐπὶ τῇ μεταλήψει τῶν ἀχράντων καὶ ζωοποιῶν σοῦ Μυστηρίων. Δέομαι οὖν σοῦ, ἀγαθὲ καὶ φιλάνθρωπε. φύλαξον μὲ ὑπὸ τὴν σκέπην σου, καὶ ἐν τῇ τῶν πτερύγων σου σκιὰ καὶ δώρησαί μοι ἐν καθαρῶ συνειδότι, μέχρις ἐσχάτης μου ἀναπνοῆς, μετέχειν τῶν Ἁγιασμάτων σου, εἰς ἄφεσιν ἁμαρτιῶν, καὶ εἰς ζωὴν αἰώνιον. Σῦ γὰρ εἰ ὁ ἄρτος τῆς ζωῆς, ἡ πηγὴ τοῦ ἁγιασμοῦ, ὁ δοτὴρ τῶν ἀγαθῶν. καὶ σοὶ τὴν δόξαν ἀναπέμπομεν σὺν τῷ Πατρὶ καὶ τῷ ἁγίῳ Πνεύματι, νῦν, καὶ ἀεί, καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν.


Παναγία Δέσποινα, Θεοτόκε, τὸ φῶς τῆς ἐσκοτισμένης μου ψυχῆς, ἡ ἐλπίς, ἡ σκέπη, ἡ καταφυγή, ἡ παραμυθία, τὸ ἀγαλλίαμά μου, εὐχαριστῶ σοὶ ὅτι ἠξίωσας μὲ τὸν ἀνάξιον κοινωνὸν γενέσθαι τοῦ Ἀχράντου Σώματος καὶ  τοῦ τιμίου Αἵματος τοῦ Υἱοῦ σου. Ἀλλ' ἡ τεκούσα τὸ ἀληθινὸν φῶς φώτισόν μου τοὺς νοεροὺς ὀφθαλμοὺς τῆς καρδίας. Ἡ τὴν πηγὴν τῆς ἀθανασίας κυήσασα ζωοποίησον μὲ τὸν τεθανατωμένον τῇ ἁμαρτίᾳ. ἥ του ἐλεήμονος Θεοῦ φιλευσπλαχνος Μήτηρ ἐλέησον μέ, καὶ δὸς κατάνυξιν καὶ συντριβὴν ἐν τῇ καρδίᾳ μου, καὶ ταπείνωσιν ἐν τοῖς διανοήμασί μου, καὶ ἀνάκλησιν ἐν ταῖς αἰχμαλωσίαις τῶν λογισμῶν μου. Καὶ ἀξίωσον μέ, μέχρι τελευταίας μου ἀναπνοῆς, ἀκατακρίτως ὑποδέχεσθαι τῶν ἀχράντων Μυστηρίων τὸν ἁγιασμόν, εἰς ἴασιν ψυχῆς τε καὶ σώματος. Καὶ παρασχού μοι δάκρυα μετανοίας καὶ ἐξομολογήσεως εἰς τὸ ὑμνεὶν καὶ δοξάζειν σὲ πάσας τάς ἡμέρας τῆς  ζωῆς μου. Ὅτι εὐλογημένη καὶ δεδοξασμένη ὑπάρχεις εἰς τοὺς αἰῶνας μην.


Καὶ τὸ Δι' εὐχῶν...




΄Έρχεται καιρός, που ο απλός χριστιανός καί ο παπάς, θά κληθεί νά υ π ε ρ α σ π ί σ ε ι τό Ευαγγέλιο του Χριστού


Έρχεται καιρός - έφτασε κιόλας θαρρώ - που ο απλός χριστιανός κι ο παπάς, που πολλά δεν κατέχει από "θεολογίες", που περιφρονιέται απ' τους μεγαλόσχημους, που 'ναι χωμένος μέσα στο λαό και τα βάσανά του, θα κληθεί να υπερασπίσει το Ευαγγέλιο του Ιησού Χριστού.

Έτσι όπως παραδόθηκε.

Δίχως προσαρμογές στις ανάγκες της εποχής.

Δίχως τα κοψίματα - ραψίματα, που κανοναρχάει ο κόσμος και σκοτώνονται οι σπουδαγμένοι ν' ακολουθήσουν.

Και θα του κοστίσει αυτό. 

Θα πεταχτεί όξω, σαν την τρίχα απ' το ζυμάρι. 

Θα υποφέρει. 

Και κοντά του θα υποφέρουν κι οι δικοί του.

Όμως δεν γίνεται να δουλεύουμε δύο αφεντάδες. 

Δεν αντέχεται. 

Και να θέλει ο διάβολος να μας πλανέψει, μας συνεφέρνει ο Παύλος:

"῏Ω Τιμόθεε, τὴν παρακαταθήκην φύλαξον, ἐκτρεπόμενος τὰς βεβήλους κενοφωνίας καὶ ἀντιθέσεις τῆς ψευδωνύμου γνώσεως, ἥν τινες ἐπαγγελλόμενοι περὶ τὴν πίστιν ἠστόχησαν. 
῾Η χάρις μετὰ σοῦ· ἀμήν " 
(Α΄ Τιμ. στ΄ 20-21)

π.Σπυρίδων Χ.