.

.

Δός μας,

Τίμιε Πρόδρομε, φωνή συ που υπήρξες η φωνή του Λόγου. Δος μας την αυγή εσύ που είσαι το λυχνάρι του θεϊκού φωτός. Βάλε σήμερα τα λόγια μας σε σωστό δρόμο, εσύ που υπήρξες ο Πρόδρομος του Θεού Λόγου. Δεν θέλουμε να σε εγκωμιάσουμε με τα δικά μας λόγια, επειδή τα λόγια μας δεν έχουν μεγαλοπρέπεια και τιμή. Όσοι θα θελήσουν να σε στεφανώσουν με τα εγκώμιά τους, ασφαλώς θα πετύχουν κάτι πολύ πιό μικρό από την αξία σου. Λοιπόν να σιγήσω και να μη προσπαθήσω να διακηρύξω την ευγνωμοσύνη μου και τον θαυμασμό μου, επειδή υπάρχει ο κίνδυνος να μη πετύχω ένα εγκώμιο, άξιο του προσώπου σου;

Εκείνος όμως που θα σιωπήσει, πηγαίνει με τη μερίδα των αχαρίστων, γιατί δεν προσπαθεί με όλη του τη δύναμη να εγκωμιάσει τον ευεργέτη του. Γι’ αυτό, όλο και πιό πολύ σου ζητάμε να συμμαχήσεις μαζί μας και σε παρακαλούμε να ελευθερώσεις τη γλώσσα μας από την αδυναμία, που την κρατάει δεμένη, όπως και τότε κατάργησες, με τη σύλληψη και γέννησή σου, τη σιωπή του πατέρα σου του Ζαχαρία.

Άγιος Σωφρόνιος Ιεροσολύμων

Πρὸς ὅσους βλέπουν στὴν βάπτιση παιδιῶν ζεύγους ὁμοφυλοφίλων ἀπὸ τὸν Ἐλπιδοφόρο κάτι καλό

«Κανείς λοιπόν δέν φοβεῖται καί δέν τρέμει. Κανείς δέν ἐντρέπεται οὔτε κοκκινίζει, ἀλλά καί ὑπερηφανεύεται διά τήν γελοίαν αὐτήν πράξιν καί θεωροῦνται παράφρονες οχ σώφρονες.
Οἱ δέ πατέρες τῶν διαφθειρομένων παιδιῶν ὑπομένουν αὐτά σιωπηλῶς καί δέν ἐξαφανίζονται μαζί μέ αὐτά, οὔτε σκέπτονται καμμίαν διόρθωσιν τοῦ κακοῦ… Τώρα δέ, ὅμως, πού τόση διαφθορά ὑπάρχει παντοῦ, ὄχι μόνον σύρομεν αὐτούς πρός τά βάραθρα αὐτά, ἀλλά ἀπομακρύνομεν καί αὐτούς, πού θέλουν νά τούς ἀπαλλάξουν, ὡσάν καταστροφεῖς.» 
(Ἱερὸς Χρυσόστομος).


Τοῦ Ἀδαμάντιου Τσακίρογλου

Ὁ κατήφορος τῶν ἐκκλησιαστικῶν ταγῶν τῆς ἐποχῆς μας δὲν ἔχει τέλος. Ἔτσι, μετὰ ἀπὸ τόσα καὶ τόσα, γίναμε μάρτυρες τῆς τελέσεως τοῦ μυστηρίου τῆς βαπτίσεως παιδιῶν ποὺ ἀνήκουν σὲ ζεῦγος ὁμοφυλοφίλων ἀπὸ ἐπίσκοπο, τὸν ἀρχιεπίσκοπο Ἀμερικῆς Ἐλπιδοφόρο, καὶ ἀπὸ ἱερεῖς τῆς Ἱ. Μ. Γλυφάδος.

Παρὰ τὸ ἀνήκουστο στὴν ἐκκλησιαστικὴ ἱστορία, τὸ ἀνίερο στὴν τήρηση τοῦ Μυστηρίου, τὸ σκανδαλῶδες στὸν τρόπο τελέσεως του, βρέθηκαν πολλοὶ πιστοὶ ποὺ προσπάθησαν νὰ δικαιολογήσουν τὴν πράξη αὐτὴ τοῦ Ἐλπιδοφόρου μὲ διάφορες δικαιολογίες καὶ κυρίως τὶς ἑξῆς: «Καὶ τὰ παιδιὰ τί φταῖνε ποὺ οἱ γονεῖς τους εἶναι ὁμοφυλόφιλοι; Αὐτὰ δὲν πρέπει νὰ βαπτιστοῦν; Δὲν πρέπει ἡ Ἐκκλησία νὰ τὰ περιλάβει μὲ ἀγάπη;».

Θὰ ἀποδείξουμε θέτοντας ἐρωτήματα καὶ ἀπαντήσεις ὅτι, οἱ παραπάνω δικαιολογίες, δὲν εἶναι τίποτα ἄλλο παρὰ μία πλήρως ἐκκοσμικευμένη ἑρμηνεία τοῦ τί ἐστι Ἐκκλησία καὶ τὰ Μυστήριά Της. Ὡς πηγή τους ἔχουν τὴν οἰκουμενιστικὴ ἀγαπολογία, τὴν ἀγαπολογία τῶν ἐσχάτων, ποὺ ἔχει διαβρώσει πιὰ τὸ ποίμνιο, ποιμένες καὶ ποιμαινόμενους.

Α) Εἶναι οἱ γονεῖς τῶν παιδιῶν πράγματι γονεῖς τους;

Ὄχι! Ἐκκλησιαστικὰ δὲν θεωροῦνται γονεῖς ἀφοῦ ὡς ὁμοφυλόφιλοι δὲν δύνανται οὔτε νὰ παντρευτοῦν οὔτε νὰ τεκνοποιήσουν. Μάλιστα δὲ γνωρίζουμε ἀπὸ ποῦ προέρχονται τὰ παιδιά. Διότι ἂν π.χ. προέρχονται ἀπὸ ἐπὶ χρήμασι θετὴ μητέρα (συχνὴ πρακτικὴ στοὺς κύκλους τῶν ὁμοφυλοφίλων) τότε ἔχουμε καὶ τὸ ἁμάρτημα τῆς ἀγοραπωλησίας παιδιῶν. Βλέπουμε λοιπόν, ὅτι οἱ ἁμαρτίες ποὺ ἔγιναν δεκτὲς μ’ αὐτὴ τὴν βάπτιση αὐξάνονται.

Μὲ κανέναν τρόπο δὲν ἔγινε στοὺς ἀνθρώπους αὐτοὺς γιὰ τὴν σωτηρία τους σαφές (αὐτὸς εἶναι ὁ σκοπὸς τῆς Ἐκκλησίας ἡ σωτηρία τοῦ κάθε ἁμαρτωλοῦ), ὅτι ἡ σχέση τους θεωρεῖται ὕψιστη βλασφημία κατὰ τοῦ Θεοῦ, οἱ δὲ ἄνθρωποι αὐτοὶ γιὰ τὴν Ἐκκλησία ὀνομάζονται ἀποκορύφωμα τῶν κακῶν, ἀρσενοκοῖτες, σοδομῖτες κ.ἄ., ἄνθρωποι πού, ὅπως καὶ σὲ ἄλλες ἁμαρτίες, ἂν δὲν μετανοήσουν καὶ δὲν ἀλλάξουν στάση στὸ θέμα αὐτὸ δὲν πρόκειται κατὰ τὴν διδασκαλία τῆς Ἐκκλησία νὰ σωθοῦν «Μὴ πλανᾶσθε· οὔτε πόρνοι οὔτε εἰδωλολάτραι οὔτε μοιχοὶ οὔτε μαλακοὶ οὔτε ἀρσενοκοῖται οὔτε πλεονέκται οὔτε κλέπται οὔτε μέθυσοι, οὐ λοίδοροι, οὐχ ἅρπαγες βασιλείαν Θεοῦ οὐ κληρονομήσουσι» (Α΄ Κορ. 6,9)». Ἂν λοιπὸν ἡ Ἐκκλησία τελώντας τὸ Μυστήριο δίνει στὰ παιδιὰ τὴν ἐντύπωση ὅτι αὐτοὶ εἶναι οἱ φυσικοὶ γονεῖς τους, δὲν τὰ ὁδηγεῖ κι αὐτὰ στὴν ἀπώλεια ἀντὶ νὰ τὰ σώσει;

Β) Τὰ παιδιὰ αὐτὰ μποροῦν νὰ κατηχηθοῦν ὀρθόδοξα;

Ὄχι! Διότι π.χ. πῶς θὰ πεῖ ἡ Ἐκκλησία στὰ παιδιὰ αὐτὰ ὅτι εὐλογεῖ μόνο τὸν γάμο μεταξὺ ἀνδρὸς καὶ γυναικὸς ποὺ τελέσθηκε στὴν Ἐκκλησία, ὅταν ἀναγνωρίζει τὴν θεσμοθετημένη ἀπὸ τὴν πολιτεία σχέση δύο ἀνδρῶν (αὐτοὶ ὑπέγραψαν ὡς «γονεῖς» στὴν προκειμένη βάπτιση, σὲ αὐτῶν τὴν ἀγκαλιὰ ἔδωσαν οἱ κληρικοὶ τὰ παιδιὰ καὶ τὰ εὐλόγησαν).

Πῶς θὰ πεῖ ἡ Ἐκκλησία στὰ παιδιὰ αὐτὰ ὅτι ἡ ὁμοφυλοφιλία εἶναι ὕψιστη ἁμαρτία καὶ βλασφημία, ὅταν οἱ ὁμοφυλόφιλοι γονεῖς τους ἀναγνωρίσθηκαν καὶ εὐλογήθηκαν ἀπὸ τὸν Ἐλπιδοφόρο, στὴν Ἀμερικὴ δὲ ποὺ διαβιώνουν θὰ ὁδηγήσουν τὰ παιδιὰ στὴν Θ. Κοινωνία καὶ κατὰ πᾶσα πιθανότητα θὰ κοινωνήσουν κι αὐτοί;

Ἀπὸ ποιούς θὰ κατηχηθοῦν τὰ παιδιὰ αὐτὰ ὀρθόδοξα; Ἀπὸ τοὺς ὑποτιθέμενους «γονεῖς» ποὺ καταπατοῦν τὴν διδασκαλία τοῦ Εὐαγγελίου; Ἀπὸ τοὺς νονοὺς ποὺ δὲν εἶναι κἂν ὀρθόδοξοι; Ἀπὸ τοὺς ἱερεῖς καὶ ἐπισκόπους ποὺ ὡς νέοι Σίμωνες γιὰ 350.000 Ευρὼ πούλησαν τὸ μυστήριο;

Γ) Ἡ βάπτιση αὐτὴ νομιμοποιεῖ τὴν σχέση ὁμοφυλοφίλων;

Ναί! Τὴν νομιμοποιεῖ καὶ τὴν ὑποστηρίζει καὶ ἔτσι καταργεῖ τὸ Εὐαγγέλιο! Διαβάζουμε στὴν Καθημερινή (ἐδῶ):

«Η Αρχιεπισκοπή Αμερικής, πολλά χρόνια πριν από την εκλογή του κ. Ελπιδοφόρου στον αρχιεπισκοπικό θρόνο, έχει αποφασίσει θετικά στο θέμα της βάπτισης παιδιών των ομόφυλων ζευγαριών. Σύμφωνα με πληροφορίες της «Κ», στα βιβλία και τα έγγραφά της, όταν πρόκειται για ζεύγος ομοφυλοφίλων αναγράφεται η λέξη «κηδεμόνας 1» και «κηδεμόνας 2», ενώ όταν πρόκειται για ζεύγος ετεροφυλοφίλων αναγράφει «πατέρας» και «μητέρα».Είναι, δηλαδή, μια εμπεδωμένη πρακτική, την οποία δεν εισήγαγε ο νυν αρχιεπίσκοπος Αμερικής»!!!

Ἀπὸ πότε ἡ Ἐκκλησία παίζει μὲ τὶς λέξεις καὶ ἀπὸ πότε χρησιμοποιεῖ διαφόρους ὅρους σὲ ἕνα μυστήριο; Καὶ τὸ τραγικό; Ἐδῶ μαθαίνουμε ὅτι ἡ Ἐκκλησία π.χ. στὴν Ἀμερικὴ (Θεὸς γνωρίζει καὶ ποῦ ἀλλοῦ) ἐδῶ καὶ χρόνια ἀποδέχεται τὴν βάπτιση παιδιῶν ὁμοφυλοφίλων καὶ ὅλοι, π.χ. ὁ ἐπίσκοπος Γλυφάδος, οἱ σύλλογοι στὶς Η.Π.Α. προσποιοῦνται ὅτι πέφτουν ἀπὸ τὰ σύννεφα!!!

Ἄρα ἡ βάπτιση χρησιμοποιεῖται ἀπὸ τοὺς ὁμοφυλόφιλους ὡς μέσο ἀναγνώρισης τῆς ἐκκλησιαστικῶς παράνομης σχέσης τους καὶ ἡ Ἐκκλησία συμπράττει καὶ προωθεῖ. Αὐτοὺς θὰ ρωτήσει ὡς «γονεῖς» γιὰ ὁ,τιδήποτε ἀφορᾶ τὰ παιδιά σὲ αὐτοὺς τὰ ἐμπιστεύεται γιὰ τὴν "ὀρθόδοξη" διαπαιδαγώγησή τους.

Δ) Τὸ γεγονὸς αὐτὸ ἦταν μεμονωμένο.

Ὄχι! Καὶ πάλι ἡ Καθημερινὴ στὸ ἴδιο ἄρθρο (ἐδῶ) φανερώνει:

«Η Εκκλησία της Ελλάδος αρνείται να βαπτίσει παιδιά ομοφυλοφίλων; Οχι! Σύμφωνα με μητροπολίτη της νέας γενιάς, ο οποίος μίλησε στην «Κ», ποτέ η Εκκλησία δεν έχει αρνηθεί και ποτέ δεν θα αρνηθεί τη βάπτιση παιδιών, διότι “ο Χριστός είπε: αφήστε τα παιδιά να έρθουν σε μένα. Ποιος είμαι εγώ που θα πω όχι;“. “Πολύ σωστά έπραξε ο αρχιεπίσκοπος Αμερικής και βάφτισε τα παιδιά. Η Εκκλησία δεν μπορεί να αρνηθεί σε κανέναν το εισαγωγικό αυτό μυστήριο στη ζωή της. Υποχρεούται να βαπτίσει όποιον επιθυμεί να γίνει μέλος της στο όνομα του Τριαδικού Θεού“, τόνισε… Στο ίδιο πλαίσιο, όπως δήλωσε στην «Κ» ο μητροπολίτης Λαρίσης κ. Ιερώνυμος, “σε κάθε περίπτωση τα νήπια βαπτίζονται, δεν ενδιαφέρει εάν είναι από ομόφυλη οικογένεια. Αλλά το βάπτισμα δεν μπορεί να γίνει “δίχα πομπής και παρατάξεως”, μόνο με σεμνότητα“».

Ὁ Μητροπολίτης αὐτὸς τῆς νέας γενιᾶς (ὑπέροχη ὀνομασία γιὰ ἐκκοσμικευμένο ἀρχιερέα), ὅπως καὶ ὁ Λαρίσσης Ἱερώνυμος (καὶ αὐτὸς τῆς νέας γενιᾶς;) πρέπει νὰ μᾶς ἐξηγήσουν, ποῦ ἀνακάλυψαν στὴν ἐκκλησιαστικὴ διδασκαλία, ὅτι τὴν Ἐκκλησία δὲν τὴν ἐνδιαφέρει ἐὰν τὰ παιδιὰ προέρχονται ἀπὸ ὁμόφυλη «οἰκογένεια», ὅπως καὶ τὸ ἀπὸ πότε ἡ διαστροφὴ καὶ τὸ παρὰ φύσιν ὀνομάζεται στὴν Ἐκκλησία οἰκογένεια. Ξεχνοῦν φυσικὰ οἱ ψευδοποιμένες αὐτοί, ὅτι ἡ προσωπική τους γνώμη δὲν ἀποτελεῖ τὴν γνώμη τῆς Ἐκκλησίας.

Ε) Ἀκόμα κι ἂν τὰ παραπάνω εἶναι ἀλήθεια, προσβλήθηκε ἡ ἱερότητα τοῦ Μυστηρίου;

Ναί, προσβλήθηκε, διότι κατὰ τὴν Ἐκκλησία τὸ ἀνίερο δὲν μπορεῖ νὰ συνυπάρξει μὲ τὸ ἱερό «Μὴ γίνεσθε ἑτεροζυγοῦντες ἀπίστοις· τίς γὰρ μετοχὴ δικαιοσύνῃ καὶ ἀνομίᾳ; Τίς δὲ κοινωνία φωτὶ πρὸς σκότος; Τίς δὲ συμφώνησις Χριστῷ πρὸς Βελίαλ; Ἢ τίς μερὶς πιστῷ μετὰ ἀπίστου;» (Β΄Κορ. 6,14). 

Ὲὰν οἱ Ἅγιοί μας ἀπαγόρευαν τὴν ἀποδοχὴ δωρεᾶς ποὺ προέρχονταν ἀπὸ ἀνίερα ἔργα καὶ χέρια ἀκόμα καὶ ἂν ἐπρόκειτο γιὰ καλὸ σκοπὸ, ἐὰν ἀπαγόρευαν τὴν χρησιμοποίηση προσφόρου στὴν Θ. Λειτουργία ποὺ ζυμώθηκε τὴν Κυριακὴ ὡς ἁμαρτία, τί νομίζουμε θὰ ἔλεγαν γιὰ τὴν προκειμένη περίπτωση, στὴν ὁποία μάλιστα ἀντὶ γιὰ κήρυγμα μετανοίας ἀκούσθηκαν ἔπαινοι, χαριτολογίες καὶ εὐχές;

Ἑρμηνεύει ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος τὸ παραπάνω ἀπόσπασμα (ἐδῶ):

«Διὸ ἐξέλθετε ἐκ μέσου αὐτῶν καὶ ἀφορίσθητε, λέγει Κύριος, καὶ ἀκαθάρτου μὴ ἅπτεσθε, κἀγὼ εἰσδέξομαι ὑμᾶς» (:Γι΄ αυτό εξέλθετε ανάμεσα από τους απίστους και ξεχωριστείτε από αυτούς, λέγει ο Κύριος, και μην εγγίζετε οτιδήποτε ακάθαρτο. Και εγώ θα σας δεχθώ με στοργή πατρική) [Β΄Κορ.6,17]. Και δεν είπε: «μην κάνετε αμαρτίες», αλλά θέλοντας να μιλήσει με περισσότερη ακρίβεια, «ούτε να τους εγγίζετε», λέγει, «ούτε να τους πλησιάζετε». Αλλά ποιος είναι ο μολυσμός του σώματος; Είναι η μοιχεία, η πορνεία, η ασέλγεια. Και ποιος είναι ο μολυσμός της ψυχής; Οι ακάθαρτες σκέψεις, όπως τα αισχρά κοιτάγματα, η μνησικακία, ο δόλος και όλα τα παρόμοια. Θέλει λοιπόν να είμαστε καθαροί και στα δύο. Είδες πόσο μεγάλη θα είναι η αμοιβή; Θα απαλλαχθούμε από τα κακά, θα ενωθούμε με τον Θεό».

Καὶ συνεχίζει σχετικὰ μὲ τὴν ὁμοφυλοφιλία:

«Ἀλλ' ἀκόμη δέν ἀνέφερα τό ἀποκορύφωμα τῶν κακῶν, οὔτε τό κυριώτερον μέρος τῆς συμφορᾶς ἀπεκάλυψα, διότι πολλάκις, πού ἡτοιμάσθην νά τό εἰπῶ ἐκοκκίνησα, πολλάκις δέ ἐντράπηκα… Λοιπόν, οὔτε καί ἡμεῖς πρόκειται νά σταματήσωμεν τόν λόγον αὐτόν, καθ' ὅσον ἡ μόλυνσις εἶναι χειροτέρα. Ποῖον λοιπόν εἶναι τό κακόν; Κάποιος παράδοξος καί παράνομος πόθος εἰσῆλθεν εἰς τήν ζωήν μας. Ἐπέπεσεν ἀσθένεια βαρεία καί ἀθεράπευτος καί ἐνέσκηψε πανώλης χειροτέρα ὅλων. Ἐπενοήθη κάποια νέα καί φοβερά παρανομία, διότι ἀνατρέπονται ὄχι μόνον οἱ ἀνθρώπινοι, ἀλλά καί οἱ φυσικοί νόμοι. Κατήντησε λοιπόν μικρόν πρᾶγμα ἡ πορνεία θεωρουμένη ὡς συνήθης ἀσέλγεια. Καί ὅπως εἰς τάς ὀδύνας, τό τυραννικώτερον πάθος, ὅταν ἐπέλθη, καλύπτει τήν ἐντύπωσιν τοῦ προηγουμένου, ἔτσι καί τό ὑπερβολικόν μέγεθος αὐτῆς τῆς ὕβρεως κάμνει τό ἀνυπόφορον, νά μή φαίνεται πλέον ὡς ἀνυπόφορον, δηλαδή τήν ἀκολασίαν περί τήν γυναίκα… Καί δέν εἶναι μόνον αὐτό τό κακόν, ἀλλ' ὅτι μέ πολλήν ἐλευθερίαν ἀποτολμᾶται τοιαύτη ἀκολασία καί ἐνομιμοποιήθη ἡ παρανομία. Κανείς λοιπόν δέν φοβεῖται καί δέν τρέμει. Κανείς δέν ἐντρέπεται οὔτε κοκκινίζει, ἀλλά καί ὑπερηφανεύεται διά τήν γελοίαν αὐτήν πράξιν καί θεωροῦνται παράφρονες οἱ σώφρονες καί ὅτι δῆθεν παραπλανῶνται οἱ νουθετοῦντες. Καί ἄν μέν τύχη νά εἶναι κατώτεροι σωματικῶς, δέρονται, ἄν δέ εἶναι ἰσχυρότεροι χλευάζονται, καταγελῶνται, περιλούονται μέ μυριάδας ἐμπαιγμούς. Εἰς τίποτε δέν ὠφελοῦν τά δικαστήρια, οὔτε οἱ νόμοι, οὔτε οἱ παιδαγωγοί, οὔτε οἱ πατέρες, οὔτε οἱ ὑπηρέται, οὔτε οἱ διδάσκαλοι… Ἔτσι, ὡσάν εἰς μεγάλην ἐρημίαν, μέσα εἰς τάς πόλεις οἱ ἀρσενικοί μέ ἀρσενικούς διαπράττουν τήν ἀκολασίαν. Ἐάν δέ μερικοί ἔχουν ξεφύγει τάς παγίδας αὐτάς, δυσκόλως θά ἀποφύγουν ὅμως τήν κακήν φήμην αὐτῶν, οἱ ὁποῖοι διαπράττουν τάς ἀσχημίας αὐτάς… Διότι ποίους βαρβάρους δέν ἐξεπέρασαν, ποῖον γένος θηρίων, διά τῆς μιαρᾶς αὐτῆς σαρκικῆς μίξεως; Ὑπάρχει εἰς μερικά ἀπό τά ἄλογα ζῶα μεγάλη γενετήσιος ὁρμή καί ἐπιθυμία ἀσυγκράτητος, πού δέν διαφέρει καθόλου ἀπό τήν τρέλλαν. Ἀλλ' ὅμως, δέν γνωρίζουν τόν ἔρωτα αὐτόν τοῦ ἀρσενικοῦ πρός τό ἀρσενικόν, ἀλλά στέκονται εἰς τά ὅρια, πού ἔθεσεν ἡ φύσις. Καί ἄν ἀκόμη μυριάκις κοχλάζει μέσα των τό πάθος, ὅμως, δέν ἀνατρέπουν τούς νόμους τῆς φύσεως. Οἱ δῆθεν, ὅμως, λογικοί, πού ἐγνώρισαν τήν θείαν διδασκαλίαν καί διδάσκουν εἰς ἄλλους τί πρέπει καί τί δέν πρέπει νά κάμνουν καί ἤκουσαν Γραφάς, πού κατῆλθον ἀπό τόν οὐρανόν, συνάπτουν σχέσεις ὄχι τόσον ἐλευθέρως μέ τάς πόρνας, ὅσον μέ τούς νέους. Ὡσάν νά μή εἶναι ἀκριβῶς ἄνθρωποι, μήτε νά ὑπάρχη ἡ πρόνοια τοῦ Θεοῦ, ἡ ὁποία τιμωρεῖ τάς παρανομίας, ἀλλά ὡσάν σκότος, πού κατέλαβε τά πάντα καί κανείς πλέον οὔτε βλέπει αὐτά οὔτε τά ἀκούει, τοιουτοτρόπως ἀποτολμοῦν τά πάντα, καί μάλιστα μέ τόσην μεγάλην μανίαν. Οἱ δέ πατέρες τῶν διαφθειρομένων παιδιῶν ὑπομένουν αὐτά σιωπηλῶς καί δέν ἐξαφανίζονται μαζί μέ αὐτά, οὔτε σκέπτονται καμμίαν διόρθωσιν τοῦ κακοῦ… Τώρα δέ, ὅμως, πού τόση διαφθορά ὑπάρχει παντοῦ, ὄχι μόνον σύρομεν αὐτούς πρός τά βάραθρα αὐτά, ἀλλά ἀπομακρύνομεν καί αὐτούς, πού θέλουν νά τούς ἀπαλλάξουν, ὡσάν καταστροφεῖς» (Λόγος γιά τήν ὁμοφυλοφιλία ἐδῶ).

Ὄχι μόνον λοιπόν, σύρομεν τὰ παιδιὰ αὐτὰ πρός τὰ βάραθρα, ἀλλὰ ἀπομακρύνομεν καὶ αὐτούς, ποὺ θέλουν νὰ τοὺς ἀπαλλάξουν, ὡσὰν καταστροφεῖς, νομιμοποιώντας τοὺς πραγματικοὺς καταστροφεῖς, τὸν κάθε Ἀμερικῆς Ἐλπιδοφόρο, Ν. Ἰωνίας Γαβριήλ, τὸν Ἱερώνυμο Λαρίσσης, κοινωνώντας μαζί τους καὶ μνημονεύοντας τους ὡς ὀρθοτομοῦντες, ψευδόμενοι μπροστὰ στὸν Θεό. Πῶς μποροῦμε λοιπόν, νὰ μιλοῦμε γιὰ ἀγάπη καὶ Ὀρθοδοξία;

Ἀδαμάντιος Τσακίρογλου


Μιὰ ἀπὸ τὰ ἴδια. Περὶ «ἐλέῳ Θεοῦ» Ἐπισκόπων καὶ ἱερέων


Μιὰ ἀπὸ τὰ ἴδια.

Περὶ «ἐλέῳ Θεοῦ» Ἐπισκόπων καὶ ἱερέων.

Γεώργιος Κ. Τζανάκης. Ἀκρωτήρι Χανίων. 

Βλέπουμε μὲ ποιὸν τρόπο προσπαθοῦν οἱ ἐπίσκοποι (καὶ κατ᾿ ἀναλογίαν οἱ ὁμόφρονὲς τους ἱερεῖς) νὰ ἐπιβάλλουν στοὺς ἀνθρώπους τὶς αὐθαίρετες δικὲς τους γνῶμες καὶ ἐπιλογὲς. 

Στὴν παροῦσα περιπέτεια μὲ τοὺς κορωνοϊοὺς καὶ τὰ ἐμβόλια ποὺ τείνῃ νὰ ξεθεμελιώσῃ τὴν ὅποια πίστι μᾶς ἔχει ἀπομείνει, εἶναι κραυγαλέα ἡ προδοτικὴ στάσις τους γιὰ τὴν Ἐκκλησία. 

Τὸ ἀποκαρδιωτικὸ ὅμως εἶναι ὅτι ἀντὶ νὰ ποῦν μιὰ συγνώμη γιὰ ὅσα ἔκαναν, ἤ, ἔστω, νὰ μὴν μιλήσουν καθόλου, κάποιοι ἀπὸ αὐτοὺς συνεχίζουν καὶ ἐπιμένουν καὶ θέλουν νὰ βγοῦν καὶ ἀπὸ πάνω. 

Τέτοια τύφλωσις, τέτοια ἔπαρσις καὶ τέτοια ἀνοησία -καὶ μάλιστα δημοσίως κατατεθημένη- προκαλεῖ ἀπορία καὶ ὑποψία, γιὰ νὰ μὴν πῶ βεβαιότητα, ὅτι κάτι ἄλλο συμβαίνει μὲ αὐτούς. 

Δὲν μπορεῖ νὰ εἶναι τόσο ἄσχετοι ἤ πλανεμένοι. Μάλλον εἶναι στρατευμένοι. 

Ὑπηρετοῦν ἄλλον ἀφέντη, ἄλλον κύριο· καὶ δὲν διακονοῦν, ἀλλὰ πουλοῦν τὸν λαό τοῦ Θεοῦ.

Κατ᾿ ἀρχὴν δουλειά τους εἶναι νὰ ἐπιβάλλουν τὶς δικὲς τους γνῶμες καὶ ἀπόψεις, ἤ - ἀκόμη χειρότερα - τὶς ἀπόψεις καὶ τὶς μεθόδους ἀνθρώπων προφανῶς ἀντιθέων καὶ ἐωσφορικῶν, ὅπως οἱ νῦν παγκοσμίως κρατοῦντες καὶ οἱ πάτρωνές τους; 

Αὐτοὶ (οἱ δοκοῦντες ἄρχειν καὶ ὅλο τὸ σκυλολόϊ ποὺ τοὺς ἀκολουθῇ) ὡς κοπρῖτες καὶ ὑλιστὲς καὶ σαρκολάτρες μιλοῦν μόνο γιὰ τὰ γήϊνα καὶ μάλιστα διαστρέφοντας τὴν φυσικὴ τάξι τοῦ Θεοῦ. 

Αὐτοὶ, ὡς ἐπίσκοποι, πῶς παπαγαλίζουν τὴν ρητορία τους καὶ λένε αὐτὰ ποὺ ἀκοῦμε καὶ κάνουν αὐτὰ ποὺ ὑφιστάμεθα , χωρὶς καμμιὰ Πατερικὴ μαρτυρία;

«Αὐτοὶ μὲν ὡς ἐκ κοπρίας ὄντες, ἐλάλησαν ἀληθῶς ἀπὸ γῆς· οἱ δὲ ἐπίσκοποι, οὐχ ἑαυτοῖς εὑρόντες τὰς λέξεις, ἀλλ' ἐκ Πατέρων ἔχοντες τὴν μαρτυρίαν, οὕτως ἔγραψαν». ΜΕΓΑΣ ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ PG26 1040

Ὁ ἄνθρωπος δὲν πρέπει, κατ᾿ αὐτοὺς (τοὺς πλανεπισκόπους), νὰ ἐμπιστεύεται οὔτε τὸν ἑαυτό του, οὔτε τὰ μάτια του, οὔτε τ᾿ αὐτία του, οὔτε τὸν νοῦ του, οὔτε τὴν κρίσι του, οὔτε τὸν πνευματικό του -ἄν ἔχει. 

Γιατί τὰ ἔδωσε τὸτε ὁ Θεός; 

Τί τὰ χρειαζόμαστε; 

Γιατὶ δὲν μᾶς εἶπε ὅταν ἦρθε «Τέρμα, ξεχάστε τὰ ὅλα, δὲν χρειάζεται τίποτα, θὰ κάνετε ὅτι σᾶς λένε οἱ ἱερεῖς μου»; 

(Παρεπιπτόντως ἔτσι μιλάει στὸ Κοράνι –τὸ ὁποῖο τὸ θεωροῦν ἱερό- ὁ προφήτης τοῦ ἐωσφόρου, ἀλλὰ εἶναι ἄλλο κεφάλαιο αὐτό) 

Γιατὶ ἔλεγε ὁ Χριστός: «Ὅστις θέλει ὀπίσω μου ἐλθεῖν» «Γνώσεσθε τὴν ἀλήθεια καὶ ἡ ἀλήθεια ἐλευθερώσει ὑμᾶς» «Τὴν δικαίαν κρίσιν κρίνετε» κλπ; 

Γιατὶ ἐνῷ Αὐτὸς μᾶς λέει φίλους αὐτοὶ μᾶς θέλουν δούλους; Μᾶς θέλουν δούλους γιατὶ οἱ ἴδιοι εἶναι δοῦλοι τῆς ὑπερηφανείας τους καὶ τῆς ἐξουσιομανίας τους καὶ καταλήγουν δοῦλοι τοῦ πατρὸς τῆς ὑπερηφανείας καὶ τοῦ διαχειριστὴ καὶ «δοτῆρος» τῶν ἐξουσιῶν, σὲ ὅσους τὸν προσκυνοῦν. 

Βλέπετε, ἐπειδὴ τὸ ἐπισκοπικὸ ἀξίωμα εἶναι πράγμα Θεϊκὸ καὶ ἀνώτερο ἀπὸ κάθε ἀξία καὶ κάθε ἀνθρώπινη πολιτεία, ἀξίζει μόνο σὲ λίγους. 

Σ᾿ αὐτοὺς ποὺ τὸ θεωροῦν πατρικὴ κηδεμονία καὶ ὄχι τυραννική αὐτονομία. 

Κάποιοι ὅμως τὸ ἔχουν μετατρέψει σὲ ἐξουσία, ἤ -γιὰ νὰ μιλήσουμε μὲ θάρρος, ξεκάθαρα- σὲ τυραννία:

«Τὸ μὲν τῆς ἐπισκοπῆς καὶ ὄνομα καὶ πράγμα θεῖον ὄν, καὶ κρεῖττον πάσης πολιτείας τε καὶ ἀξίας, ὁλίγοις δή τισι πρέπει, τοῖς πατρικὴν κηδεμονίαν, ἀλλ᾿ οὐ τυραννικὴν αὐτονομίαν, εἶναι αὐτὸ οἰομένοις. Ἐπειδὴ δὲ εἰς ἀρχὴν, μᾶλλον δὲ, εἰ χρὴ μετὰ παρρησίας εἰπεῖν εἰς τυραννίδα αὐτὸ μετερρύθμισαν τινες· ...» ΑΓΙΟΣ ΙΣΙΔΩΡΟΣ ΠΗΛΟΥΣΙΩΤΗΣ PG 78 564

Αὐτὰ εἶναι, νομίζω, φανερὰ ἀκόμη καὶ σ᾿ αὐτοὺς ποὺ κλείνουν τὰ μάτια τους μπροστὰ στὴν πραγματικότητα ποῦ ζοῦμε , ἀσχέτως ποὺ δὲν θέλουν νὰ τὰ παραδεχτοῦν. 

Αὐτὸ τὸ ξέρουν οἱ πονηροὶ ποὺ βρίσκονται σὲ ἐπισκοπικοὺς θρόνους καὶ ἀπαιτοῦν ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους νὰ μὴν ἐμπιστεύονται οὔτε τὰ μάτια τους, οὔτε τ᾿ αὐτιά τους, οὔτε τὸ νοῦ τους, παρὰ μόνον τοὺς ἐπισκόπους σὲ ὅσα τοὺς διατάζουν καὶ τοὺς ἐκβιάζουν. 

Ξέρουν ὅμως ὅτι ὁ βίος τους καὶ ἡ μαρτυρία τους, συνήθως, εἶναι ἀποτρόπαια καὶ βδελυκτὴ στὸν λαὸ τοῦ Θεοῦ. 

Προσπαθοῦν νὰ τὸ ξεπεράσουν λέγοντας ὅτι ὑπάρχουν «ἐλέῳ Θεοῦ» καὶ ὅτι ἡ ἐξουσία τους εἶναι ἐπιλεγμένη ἀπὸ τὸ Ἅγιον Πνεῦμα. 

Ἐπειδὴ βέβαια ὁ κάθε ἄνθρωπος κάτι γνωρίζει ἀπὸ τὸν βίο καὶ τὴν πολιτεία τοῦ ἐπισκόπου τῆς περιοχῆς του οἱ πονηροὶ δὲν μιλοῦν προσωπικὰ γιὰ τὸν κάθε ἕνα τους ἀλλὰ γιὰ τὸ σύνολο τῶν ἐπισκόπων, τὴν Σύνοδο. 

Λὲς καὶ ἕνα σάπιο μῆλο ἄν τὸ βάλλῃς σὲ ἕνα τελάρο ποὺ ὑπάρχουν πολλὰ καλά θὰ πάψῃ νὰ εἶναι σάπιο.

Ἕνα παράδειγμα :

«Κανεὶς δὲν μπορεῖ νὰ αὐτονομεῖται ἀπὸ τὴν «ἐλέῳ Θεοῦ» ἐκλεγμένη καὶ ὑπὸ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ἐπιλεγμένη Συνοδικὴ ἐξουσία». ΛΑΥΡΕΩΤΙΚΗΣ ΝΙΚΟΛΑΟΣ «Ἀχιλλίου Πόλις» τ. 07, Μάϊος 2022 σελ.37-38

Θέλει νὰ πῇ δηλαδὴ ὅτι ὁ κάθε ἐπίσκοπος εἶναι ἐπιλεγμένος καὶ ἐκλεγμένος ἀπὸ τὸ Ἅγιον Πνεῦμα καὶ ὅποιος δὲν ὑπακοῦει στὴν ἐξουσία του στὴν οὐσία δὲν ὑπακοῦει στὸ Ἅγιο Πνεῦμα καὶ ἀντιθέτως ὅποιος ὑπακοῦει σὲ ὅσα λέει, ὑπακοῦει στὸ Ἅγιο Πνεῦμα!!! 

Τόσο ἀπλὰ εἶναι γι᾿ αὐτοὺς τὰ πράγματα. 

Καὶ, εἶναι ἀξιοπρόσεχτο, χρησιμοποιεῖ τὴν λέξι «αὐτονομεῖται», ἐνῷ αὐτοὶ (οἱ ἐπίσκοποι) εἶναι ποὺ ἔχουν αὐτονομηθῇ, ὅπως λέγει παραπάνω ὁ ἅγιος Ἰσίδωρος ὁ Πηλουσιώτης καὶ ἔχουν μετατρέψει τὴν διακονία σὲ τυραννία (τυραννικὴν αὐτονομίαν) . Ἔτσι ἀντιστρέφουν τὴν πραγματικότητα αὐτοὶ οἱ «ποιμένες».

Ἄς κάνουμε ὅμως τὸν προφανὴ, ἀλλὰ ἀναγκαῖο διαχωρισμό. 

Ἄλλο πράγμα ἡ ἱερωσύνη, ἄλλο αὐτοὶ ποὺ τὴν μεταχειρίζονται κακῶς. 

Ἡ ἱερωσύνη εἶναι Θεία καὶ τὸ τιμιώτερο ἀπὸ ὅλα ὅσα ὑπάρχουν. 

Καὶ περισσότερο ἀπὸ ὅλους τὴν ὑβρίζουν αὐτοὶ ποὺ τὴν μεταχειρίζονται κακῶς, οἱ ὁποῖοι δὲν θὰ ἔπρεπε νὰ χειροτονοῦνται καθόλου, γιὰ νὰ μὴν τολμοῦν οἱ διάφοροι ἀνόητοι, ἤ βαλτοί, τὰ ἐγκλήματα ποὺ αὐτοὶ διαπράττουν (οἱ ὑβρίζοντες κληρικοί) νὰ τὰ ἀποδίδουν στὴν ἱερωσύνη.

«Θεῖον μὲν χρῆμα ἡ ἱερωσύνη, καὶ τῶν ὅντων ἀπάντων τὸ τιμιώτατον. Ὑβρίζουσι δὲ εἰς αὐτὴν μάλιστα πάντων οἱ κακῶς αὐτὴν μεταχειριζόμενοι· οὕς ἱερᾶσθαι παντάπασιν οὐκ ἐχρῆν ἵνα μὴ οἱ ἀνόητοι τὰ τῶν κακῶν αὐτὴν μετιόντων ἐγκλήματα εἰς αὐτὴν τρέπειν τολμῷεν.» ΑΓΙΟΣ ΙΣΙΔΩΡΟΣ ΠΗΛΟΥΣΙΩΤΗΣ PG 78 493 

(Στὶς ἡμέρες μας βλέπουμε νὰ σκανδαλίζονται ἄνθρωποι ἀλλόθρησκοι καὶ νὰ κλαῖνε γιὰ τὸ κατάντημα τῆς Ἐκκλησίας καὶ τοῦ λαοῦ μας. 

Φαντάζομαι θὰ εἴδατε τὸν Μπακντί νὰ κλαίει καὶ νὰ ρωτάει «Γιατὶ Ἕλληνες; Ἐσεῖς ἔχετε ἁγίους ποὺ ἐμεῖς οἱ ἰνδουϊστὲς δὲν ἔχουμε. Γιατί τὸ κάνετε αὐτό;»)

Ἐμεῖς μιλοῦμε γιὰ τοὺς προδότες ἐπισκόπους καὶ ἱερεῖς ποὺ ἔκλεισαν τοὺς ναοὺς, ποὺ μασκοφόρεσαν τοὺς ἀνθρώπους, ποὺ τοὺς προτρέπουν καὶ τοὺς ἐκβιάζουν νὰ γίνουν πειραματόζωα μὲ τοὺς ἐμβολιασμοὺς, ποὺ καλλιεργοῦν τὸν φόβο, ποὺ ἔγιναν συνεργάτες τῶν νεοεποχιτῶν σατανοφασιστῶν ἐναντίον τῆς ἐλευθερίας τῶν ἀνθρώπων.

Οἱ ἅγιοι λένε ὅτι αὐτοὶ δὲν ἔπρεπε κἄν νὰ ἔχουν χειροτονηθῇ. 

Δυστυχῶς ἔχουν χειροτονηθῇ. Πάντα συνέβαινε αὐτὸ. 

Καὶ πάντα οἱ τοιοῦτοι ἰσχυριζόταν ὅτι τὸ Ἅγιον Πνεῦμα τοὺς χειροτόνησε. 

Καὶ πάντα ἀποροῦσαν ὅσοι τοὺς ἔβλεπαν: Καλὰ ὅλους αὐτοὺς τοὺς ἔχει χειροτονήσει ὁ Θεός; Καὶ τοὺς ἀνάξιους; 

Καὶ ἀπαντᾶ ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, ὁ ὁποῖος ἀντιμετώπιζε τέτοιες ἀπορίες: Δὲν τοὺς χειροτονεῖ ὅλους ὁ Θεὸς, ἀλλὰ δι᾿ὅλων ἐνεργεῖ, ἀκόμα καὶ ἄν εἶναι ἀνάξιοι, γιὰ τὸ συμφέρον τοῦ λαοῦ, γιὰ νὰ σωθῇ ὁ λαός.

«Τί οὖν; φησί· πάντας ὁ Θεὸς χειροτονεῖ, καὶ τοὺς ἀναξίους; Πάντας μὲν ὁ Θεὸς οὐ χειροτονεῖ, διὰ πάντων δὲ αὐτὸς ἐνεργεῖ, εἰ καὶ αὐτοὶ εἶεν ἀνάξιοι, διὰ τὸ σωθῆναι τὸν λαόν». ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ PG62.610

Καὶ ὅλη αὐτὴ ἡ θεία ἀνοχή γίνεται γιὰ τὴν σωτηρία τοῦ λαοῦ. 

Διὰ τὸ σωθῆναι τὸν λαόν. 

Διότι ἄν ἔχεις ἕναν τέτοιο παπά ἤ Δεσπότη τί θὰ κάνῃς; 

Θὰ σταματήσῃς νὰ κοινωνᾶς, νὰ μετέχης στὰ μυστήρια; Ἄντε τώρα παίρνεις καὶ τὸ ἀμάξι καὶ πᾶς ἀλλοῦ (ὅσο ἀκόμη θὰ ἐπιτρέπεται). 

Παλαιώτερα; Τὸ «διὰ πάντων ἐνεργεῖ» ἀναφέρεται βέβαια στὴν τέλεσι τῶν Θείων μυστηρίων. 

Αὐτὰ δὲν ἐξαρτῶνται ἀπὸ τὶς ἀρετὲς τοῦ ἱερέως. Ἀλλοίμονό μας, ἀλλοιῶς...

«Οὐκ ἔστι τοιαῦτα ἃ χαρίζεται ὁ Θεὸς, ὡς ὑπὸ ἱερατικῆς ἀρετῆς ἀνύεσθαι· τὸ πᾶν τῆς χάριτός ἐστι· τούτου ἐστὶν ἀνοῖξαι μόνον τὸ στόμα, τὸ δὲ πᾶν ὁ Θεὸς ἐργάζεται· σύμβολον οὗτος πληροῖ μόνον». ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ 62.612

Ὅλα γίνονται ἀπὸ τὴν Χάρι τοῦ Θεοῦ, ἀπὸ τὸ ἅγιον Πνεῦμα. 

Ὁ Θεὸς κάνει τὰ πάντα. 

Ὁ ἱερεῦς δανείζει τὸ σῶμα του καὶ τὸ στόμα του.

Εἶναι σύμβολο ὁ ἱερεῦς.

Ὅποιος καὶ νὰ λειτουργήσῃ ἡ προσφορὰ εἶναι ἡ ἴδια μὲ αὐτὴν ποὺ ἔδωσε ὁ Κύριος στοὺς μαθητὲς κατὰ τὸν Μυστικὸ Δεῖπνο. 

Δὲν ὑστερεῖ σὲ τίποτα ἀπὸ ἐκείνη διότι καὶ αὐτὴν δὲν τὴν ἁγιάζουν ἅνθρωποι, ἀλλὰ αὐτὸς ποὺ ἁγίασε τὴν προσφορὰ στὸν Μυστικὸ Δεῖπνο.

«Ἡ προσφορὰ ἡ αὐτή ἐστι, κἂν ὁ τυχὼν προσενέγκῃ, κἂν Παῦλος, κἂν Πέτρος· ἡ αὐτή ἐστιν, ἣν ὁ Χριστὸς τοῖς μαθηταῖς ἔδωκε, καὶ ἣν νῦν οἱ ἱερεῖς ποιοῦσιν· οὐδὲν αὕτη ἐλάττων ἐκείνης, ὅτι καὶ ταύτην οὐκ ἄνθρωποι ἁγιάζουσιν, ἀλλ' αὐτὸς ὁ καὶ ἐκείνην ἁγιάσας». ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ 62.612

Αὐτὸς ποὺ ἁγίασε τὴν προσφορὰ κατὰ τὸν Μυστικὸ Δεῖπνο, Αὐτὸς ποὺ ἐνεργεῖ καὶ ἀγιάζει διὰ τῶν -ἔστω καὶ κάποιων ἀναξίων- ἱερέων σήμερα στοὺς ναούς μας, 

Αὐτὸς τιμᾶται στοὺς ναοὺς μας, ἡ Χάρις του πληρεῖ ὅλο τὸν ναό, τὶς ἅγιες εἰκόνες τὰ ἱερὰ σκεύη. 

Αὐτὸν ὑβρίζουμε ὅσοι μπαίνουμε στὸν ναό του μὲ ἔγνοιες καὶ φόβους γήϊνους ἐνῷ ὑποτίθεται ὅτι «πάσαν τὴν βιοτικὴν ἀποθώμεθα μέριμνα ὡς τὸν Βασιλέα τῶν ὅλων ὑποδεξόμενοι». 

Αὐτὸν προσβάλουμε ὅταν στεκόμαστε μὲ τὰ μουρόπανα μπροστὰ στὶς ἅγιες εἰκόνες καὶ κάνουμε ὑποκλίσεις. Αὐτὸν προσβάλουν καὶ οἱ ἱερεῖς ποὺ λειτουργοῦν ἤ κοινωνοῦν τοὺς ἀνθρώπους φορῶντας «μάσκες». 

Αὐτὲς εἶναι σύμβολα τῆς ὑποταγῆς στὸ ἀλλότριον πνεῦμα, ἀλλὰ αὐτοὶ (οἱ ἱερεῖς) εἶναι σύμβολα τοῦ Θεοῦ, ὅπως λέει ὁ ἅγιος Ἰωάννης. 

Πῶς μποροῦν νὰ συμβολίζουν τὸν Θεὸ καὶ ταυτοχρόνως νὰ φέρουν πάνω τους τὰ σύμβολα τοῦ διαβόλου; 

Πως μποροῦν νὰ ἐργάζονται σὲ δύο κυρίους; 

Ποιὸν θὰ προτιμήσουν τελικά; 

Ἤ μᾶλλον, δείχνουν ξεκάθαρα ποιὸν προτιμοῦν ἀφοὺ καινοτομοῦν τέτοιες βέβηλες πρακτικές, ἄν ἔχουν συναίσθησι τῶν πράξεῶν τους.

Ὁπότε οἱ ἐπίσκοποι αὐτοὶ ἄς κοιτάξουν καὶ ἄς ἀναλογιστοῦν τὶς πράξεις τους συγκρίνοντάς τις μὲ τὸν λόγο καὶ τὰ ἔργα τῶν Πατέρων γιὰ νὰ δοῦν τί ἔχουν διαπράξει. 

Ἄλλὰ καὶ πιὸ ἀπλά, ἄν δὲν ἔχουν διάθεσι γιὰ τέτοιους ἐλέγχους, ἄς ἀναλογιστοῦν τὶ ἀποτέλεσμα ἔφεραν στὴν ἐκκλησία μὲ τὶς πράξεις τους. 

Εἶναι τὰ πράγματα καλύτερα ἤ χειρότερα συγκρινόμενα μὲ τὴν κατάστασι πρὶν τρία χρόνια. 

Αὐξήθηκαν ἤ λιγόστεψαν οἱ χριστιανοί; Αὐξήθηκε ἤ μειώθηκε ἡ πίστις δηλαδὴ ἡ ἐμπιστοσύνη στὴν πρόνοια τοῦ Θεοῦ; Δὲν νομίζω νὰ δυσκολευτοῦν νὰ ἀντιληφθοῦν τὴν πραγματικότητα.

Τὸ ἴδιο ἰσχύει καὶ γιὰ τοὺς πιστοὺς ποὺ ἀβασάνιστα, ἀπερίσκεπτα, δίκην τετραπόδων, ἀκολουθοῦν τὸν κάθε καινοτόμο ἱερωμένο στὴν ὁποιαδήποτε ἀλλόκοτη προτροπή του. 

Διότι πράγματι, ὅπως εἴδαμε, ἡ ἱερωσύνη εἶναι τὸ μέγιστο τῶν ἐπὶ γῆς πραγμάτων. 

Τὰ μυστήρια τελοῦνται ὑπὸ τοῦ ἁγίου πνεύματος ἀναξαρτήτως τῆς πιθανῆς ἀναξιότητος τοῦ ἱερέως. Δὲν χρειάζεται νὰ πολυπραγμονῇ κανεὶς γιὰ τὸν βίο τοῦ ἱερέως, ἀλλὰ μέχρι ἐκεῖ. 

Δὲν χρειάζεται νὰ τὸν καταφρονῇ διότι καταφρονεῖ τὴν ἱερωσύνη, δηλαδὴ τὸν ἴδιο τὸν Θεὸ ποὺ τὸν χειροτόνησε.

«Οὐκ οἶδας τί ἐστιν ὁ ἱερεύς; Ἄγγελος Κυρίου ἐστί. Μὴ γὰρ τὰ ἑαυτοῦ λέγει; Εἰ καταφρονεῖς αὐτοῦ, οὐκ αὐτοῦ καταφρονεῖς, ἀλλὰ τοῦ χειροτονήσαντος αὐτὸν Θεοῦ». ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ 62.610

Ἀπὸ ἐδὼ ξεκίνησε ὁ προβληματισμὸς, ποὺ παρουσιάζει ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, καὶ ἡ ἀπορία κάποιων ἄν ὁ Θεὸς χειροτονεῖ καὶ τοὺς ἀναξίους -ποὺ ἀναφέραμε παραπάνω- καὶ κατέληξε ὅτι δὲν τοὺς χειροτονεῖ ὅλους, ἀλλὰ δι᾿ὅλων ἐνεργεῖ.

Ὑπάρχουν ὅμως καὶ τὰ ὅρια, μέχρι ποὺ δηλαδὴ καὶ μέχρι πότε θὰ πείθεσαι καὶ θὰ ἀκολουθῇς αὐτὰ ποὺ λένε οἱ ἱερωμένοι. 

Ἄν οἱ περὶ πίστεως καὶ ζωῆς ἀπόψεις του, τὸ «δόγμα» του, εἶναι διεστραμμένες, μὴν πείθεσαι σ᾿ αὐτὸν ἀκόμη καὶ ἄν φαίνεται ἄγγελος. 

Ἄν ὅμως διδάσκει σωστὰ τότε νὰ ἀκολουθῇς τὰ λόγια του καὶ μὴν πολυπραγμονῇς περὶ τοῦ βίου του.

«Εἰ μὲν γὰρ δόγμα ἔχει διεστραμμένον, κἂν ἄγγελος ᾖ, μὴ πείθου· εἰ δὲ ὀρθὰ διδάσκει, μὴ τῷ βίῳ πρόσεχε, ἀλλὰ τοῖς ῥήμασιν». ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ 62.610

Τί πιὸ ξεκάθαρο χρειάζεται; 

Ἡ πίστις διώκεται, ὁ κιναιδισμὸς καὶ ἡ διαφθορὰ διαφημίζονται ἀπὸ δεσποτάδες ἐντὸς τῶν ναῶν, οἱ ἐκτρώσεις-δολοφονίες τῶν παιδιῶν ἔχουν γίνει καθεστῶς καὶ ἱερωμένοι προτρέπουν τοὺς ἀνθρώπους νὰ χρησιμοποιοῦν ἀνεπιφύλακτα τὰ «προϊόντα» τέτοιων φόνων, τὰ σχολεία διδάσκουν κάθε ἀνωμαλία καὶ ἀπιστία, οἱ ναοὶ θεωροῦνται μολυντήρια, οἱ αἱρετικοὶ θεωροῦνται ἐκκλησίες, ὅλα ἔχουν γίνει ἄνω κάτω. 

Τί δόγμα ἔχουν ὅσοι διαπράττουν ἤ ἀνέχονται ὅλα αὐτά. Πῶς τὸ βλέπετε; 

Ὀρθὸν ἤ διεστραμμένον δόγμα; Ἀπαιτοῦν ὅμως νὰ τοὺς ὑπακοῦμε. 

Διαφορετικὰ λένε ὅτι «αὐτονομούμεθα». 

Καὶ ποιοὶ τὸ λένε; 

Αὐτοὶ ποὺ ἔχουν οἱ ἴδιοι αὐτονομηθῇ ἀπὸ τὴν πίστι, ἔχουν τελείως ἀπομακρυνθῇ ἀπὸ ὁτιδήποτε ὀρθὸ καὶ ἐκκλησιαστικὸ καὶ ἔχουν εἰσάγει κάθε καινοτομία στὴν ἐκκλησία καὶ καμαρώνουν κιόλας καὶ κατηγοροῦν ὅσους δὲν τοὺς ἀκολουθοῦν ὡς ὁπισθοδρομικοὺς καὶ συντηρητικοὺς καὶ φονταμενταλιστὲς καὶ παληομοδὶτες. 

Αὐτοὶ εἶναι ποὺ ἀπαιτοῦν πλήρη ὑπακοὴ καὶ ὑποταγή. 

Αὐτοὶ ποὺ δὲν θἄπρεπε κἄν νὰ ἔχουν χειροτονηθῇ καὶ ποὺ ἀποτελοῦν στίγματα δυσέκπλητα στὸ σῶμα τῆς ἐκκλησίας. 

Αὐτοὶ ποὺ ἔπρεπε νὰ ὀρθοτομοῦν, δηλαδὴ νὰ ἀποκόβουν τὰ νόθα μὲ μεγάλη σφοδρότητα μὲ τὴν μάχαιρα τοῦ πνεύματος.

«Ὀρθοτομοῦντα· τουτέστι, Τέμνε τὰ νόθα, καὶ τὰ τοιαῦτα μετὰ πολλῆς τῆς σφοδρότητος ἐφίστασο καὶ ἔκκοπτε· καθάπερ ἐπὶ ἱμάντος τῇ μαχαίρᾳ τοῦ πνεύματος πάντοθεν τὸ περιττὸν καὶ ἀλλότριον τοῦ κηρύγματος ἔκτεμνε». ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ 62.626

Αὐτοὶ ἀντὶ νὰ κάνουν αὐτὸ, νὰ ὀρθοτομοῦν, διδάσκουν ὅλες τὶς σιωνιστικομασονικὲς καὶ σατανικὲς διδασκαλίες ἐν ἐκκλησίαις καὶ ξεδιάντροπα κάνουν τὰ κηρύγματά τους γιὰ νέες ἐποχὲς καὶ νέες ἀντιλήψεις καὶ ὅλα τὰ νέα καὶ καινὰ ποὺ ἐτοιμάζουν τὰ ἀνὰ τὴν οἰκουμένη ἐργαστήρια τῶν σατανιστῶν. 

Λὲς καὶ δὲν ξέρουν ὅτι ὅταν κάτι καινὸ εἰσαχθῇ θὰ γεννᾶ συνεχῶς καινοτομίες. 

Καὶ θὰ εἶναι ἀτελείωτη ἡ πλάνη ὅποιου βγεῖ ἀπὸ τὸ καλὸ λιμάνι καὶ δὲν θὰ σταματήσῃ πουθενά. 

Ἡ ἀσέβειά τους συνεχῶς θὰ αὐξάνει καὶ ὁ ἀσεβὴς λόγος τους σὰν γάγραινα θὰ προχωρεῖ. Κακὸ ἀκάθεκτο, μὲ τίποτα δὲν θὰ μπορεῖ νὰ γιατρευτῇ ἀλλὰ θὰ μολύνει τὸ πᾶν.

«Ὅταν γάρ τι καινὸν ἐπεισενεχθῇ, ἀεὶ καινοτομίας τίκτει· καὶ ἄπειρος ἡ πλάνη τοῦ ἐξελθόντος τὸν λιμένα τὸν εὔδιον, καὶ οὐδαμοῦ στήσεται. Ἐπὶ πλεῖον γὰρ προκόψουσιν ἀσεβείας, φησὶ, καὶ ὁ λόγος αὐτῶν, ὡς γάγγραινα, νομὴν ἕξει. Ἀκάθεκτον κακὸν, οὐκέτι ἰατρείᾳ κατασχεθῆναι δυνάμενον, ἀλλὰ τὸ πᾶν λυμαίνεται». ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ 62.626

Δὲν βρισκόμαστε σ᾿ αὐτὴ τὴν κατάστασι ἔτσι τυχαία, διότι κάτι πῆγε κακὰ, κάπου φάγαν .. μιὰ νυχτερίδα ποὺ εἶχε φάει κάτι ἄλλο καὶ ... δυστυχῶς ἁρρωστήσαμε ὅπως μᾶς δουλεύουν τὰ χαλκεῖα τῶν νεοεποχιτῶν γιὰ τὸ ὑγειονομικὸ ζήτημα ποὺ δημιούργησαν. 

Δὲν βρέθηκε ἡ ἐκκλησία σ᾿ αὐτὴ τὴν ἀθλία κατάστασι ἀπὸ τὴ μιὰ στιγμὴ στὴν ἄλλη. 

Τώρα γιὰ πάνω ἀπὸ ἕναν αἰώνα δουλεύουν μεθοδικὰ μέσα στὸ ἐκκλησιαστικὸ σῶμα μεταξάκηδες καὶ ἀθηναγόρες καὶ βαρθολομαῖοι καὶ ὅλος ὁ ὑπόλοιπος ἐσμὸς τῶν καινοτόμων καὶ τῶν πουλημένων. Τώρα νοιώθουν ὅτι πατοῦν καλὰ στὰ πόδια τους καὶ στήνουν κολυμπάρια καὶ σπρώχνουν τὸν λαὸ τοῦ Θεοῦ στὴν νεοεποχήτικη πανθρησκεία, ὅσους ἐπιζήσουν ἀπὸ τὴν ἐκτελούμενη γενοκτονία. 

Καὶ καλὰ αὐτοὶ τὴν δουλειά τους κάνουν. 

Ἐμεῖς τί κάνουμε; 

Ὅλοι ἐμεῖς ποὺ δὲν εἴμαστε στρατευμένα ὄργανα ἤ χαφιέδες τῶν σχεδιασμῶν τοῦ κάθε προδρόμου τοῦ ἀντιχρίστου ἤ χρήσιμοι ἡλίθιοι.

Ποτέ δὲν εἶναι ἀργά. 

Χρειάζεται ἀληθὴς μετάνοια καὶ προσευχή (ὅπως λένε οἱ ἄνθρωποι τοῦ Θεοῦ, ποὺ φυσικά ὑπάρχουν) καὶ ἀπόλυτη ἀνυπακοὴ στὶς προσταγὲς τῶν καινοτόμων (ὅπως ἐπιβάλλει ἡ λογικὴ καὶ οἱ ἅγιοι Πατέρες). 

Ἐπίσης χρειάζεται μὲ θάρρος καὶ πεποίθησι νὰ καταγγέλεται μὲ λόγια καὶ πράξεις ἡ συνοδοιπορία τῶν ποιμένων μας μὲ τοὺς ἐχθροὺς τῆς ἐκκλησίας ὥστε νὰ διαφωτίζονται ὅσοι συνάνθρωποί μας ἀγνοοῦν τὰ ἰσχύοντα, νὰ ἐνισχύονται οἱ ἀμφιταλανευόμενοι καὶ νὰ παίρνουν θάρρος ὅσοι πτοοῦνται ἀπὸ τὸ μέγεθος τῆς ἀποστασίας. 

Γιὰ νὰ γίνῃ κάτι τέτοιο μάλλον χρειάζεται νὰ ξεχάσουμε χρήματα, κτήματα, θελήματα, ἀλλὰ καὶ τὴν ἴδια τὴν ζωή μας, ἐνδεχομένως. 

Δύσκολο; Φυσικά, ἀλλὰ μὴν ξεχνᾶμε 

Αὐτὸν ποὺ εἶπε: «Ἰδοὺ ἐγὼ μεθ᾿ ὑμῶν εἰμι πάσας τὰς ἡμέρας ἕως τῆς συντελείας τοῦ αἰῶνος» (Ματθ. κη' 20) Θὰ εἶμαι μαζί σας κάθε μέρα τῆς ζωῆς σας καὶ μὴν φοβάστε αὐτοὺς ποὺ μποροῦν νὰ σᾶς σκοτώσουν. «Μή φοβεῖσθε ἀπὸ τῶν ἀποκτενόντων τὸ σῶμα, τὴν δὲ ψυχὴν μὴ δυναμένων ἀποκτεῖναι· φοβήθητε δὲ μᾶλλον τὸν δυνάμενον καὶ ψυχὴν καὶ σῶμα ἀπολέσαι» (Ματθ.ι΄ 28) Ὁ χωρῶν χωρεῖτο. 

Ὁ Θεὸς εἶναι μαζί μας πάσας τὰς ἡμέρας τῆς ζωῆς μας. 

Οἱ πατέρες μᾶς ἄφησαν παραδείγματα ἀντιστάσεως, ἀγώνων καὶ θυσιῶν. Μᾶς ἔχουν δείξει τὸν δρόμο...

Γεώργιος Κ. Τζανάκης. Ἀκρωτήρι Χανίων. 17 Αὐγούστου 2022

Ἡ Θεοτόκος

Ὅταν ἡ ψυχή κατέχεται ἀπό τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, τότε, ὤ, πῶς εἶναι ὅλα εὐχάριστα, ἀγαπημένα καί χαρούμενα. Αὐτή ἡ ἀγάπη ὅμως συνεπάγεται θλίψη· κι ὅσο βαθύτερη εἶναι ἡ ἀγάπη, τόσο μεγαλύτερη εἶναι κι ἡ θλίψη.

Ἡ Θεοτόκος δέν ἁμάρτησε ποτέ, οὔτε κἄν μέ τό λογισμό, καί δέν ἔχασε ποτέ τή Χάρη, ἀλλά κι Αὐτή εἶχε μεγάλες θλίψεις. Ὅταν στεκόταν δίπλα στό Σταυρό, τότε ἦταν ἡ θλίψη Της ἀπέραντη σάν τόν ὠκεανό κι οἱ πόνοι τῆς ψυχῆς Της ἦταν ἀσύγκριτα μεγαλύτεροι ἀπό τόν πόνο τοῦ Ἀδάμ μετά τήν ἔξωση ἀπό τόν Παράδεισο, γιατί κι ἡ ἀγάπη Της ἦταν ἀσύγκριτα μεγαλύτερη ἀπό τήν ἀγάπη τοῦ Ἀδάμ στόν Παράδεισο. Κι ἄν ἐπέζησε, ἐπέζησε μόνο μέ τή Θεία δύναμη, μέ τήν ἐνίσχυση τοῦ Κυρίου, γιατί ἦταν θέλημά Του νά δῆ τήν Ἀνάσταση κι ὕστερα, μετά τήν Ἀνάληψή Του, νά παραμείνη παρηγοριά καί χαρά τῶν Ἀποστόλων καί τοῦ νέου χριστιανικοῦ λαοῦ.

Ἐμεῖς δέν φτάνουμε στήν πληρότητα τῆς ἀγάπης τῆς Θεοτόκου, καί γι᾽ αὐτό δέν μποροῦμε νά ἐννοήσωμε πλήρως τό βάθος τῆς θλίψεώς Της. Ἡ ἀγάπη Της ἦταν τέλεια. Ἀγαποῦσε ἄπειρα τό Θεό καί Υἱό Της, ἀλλ᾽ ἀγαποῦσε καί τό λαό μέ μεγάλη ἀγάπη. Καί τί αἰσθανόταν τάχα, ὅταν ἐκεῖνοι, πού τόσο πολύ ἀγαποῦσε ἡ Ἴδια καί πού τόσο πολύ ποθοῦσε τή σωτηρία τους, σταύρωναν τόν ἀγαπημένο Υἱό Της;

Αὐτό δέν μποροῦμε νά τό συλλάβωμε, γιατί ἡ ἀγάπη μας γιά τό Θεό καί τούς ἀνθρώπους εἶναι λίγη. Κι ὅμως ἡ ἀγάπη τῆς Παναγίας ὑπῆρξε ἀπέραντη καί ἀκατάληπτη, ἔτσι ἀπέραντος ἦταν κι ὁ πόνος Της πού παραμένει ἀκατάληπτος γιά μᾶς.

Ἄσπιλε Παρθένε Θεοτόκε, πές σ᾽ ἐμᾶς τά παιδιά Σου, πῶς ἀγαποῦσες τόν Υἱό Σου καί Θεό, ὅταν ζοῦσες στή γῆ; Πῶς χαιρόταν τό πνεῦμα Σου γιά τό Θεό καί Σωτῆρα Σου; Πῶς ἀντίκρυζες τήν ὀμορφιά τοῦ προσώπου Του; Πῶς σκεφτόσουν ὅτι Αὐτός εἶναι Ἐκεῖνος, πού Τόν διακονοῦν μέ φόβο καί ἀγάπη ὅλες οἱ Δυνάμεις τῶν οὐρανῶν;

Πές μας, τί ἔνοιωθε ἡ ψυχή Σου, ὅταν κρατοῦσες στά χέρια Σου τό Θαυμαστό Νήπιο; Πῶς τό ἀνέτρεφες; Πῶς πονοῦσε ἡ ψυχή Σου, ὅταν μαζί μέ τόν Ἰωσήφ Τόν ἀναζητοῦσες τρεῖς μέρες στήν Ἱερουσαλήμ; Ποιάν ἀγωνία ἔζησες, ὅταν ὁ Κύριος παραδόθηκε στήν σταύρωση καί πέθανε στό Σταυρό;

Πές μας, ποιά χαρά αἰσθάνθηκες γιά τήν Ἀνάσταση ἤ πῶς σπαρταροῦσε ἡ ψυχή Σου ἀπό τόν πόθο τοῦ Κυρίου μετά τήν Ἀνάληψη;

Οἱ ψυχές μας λαχταροῦν νά γνωρίσουν τή ζωή Σου μέ τόν Κύριο στή γῆ· ἀλλά Σύ δέν εὐδόκησες νά τά παραδώσης ὅλ᾽ αὐτά στή Γραφή, ἀλλά σκέπασες τό μυστήριό Σου μέ σιγή.

Πολλά θαύματα καί ἐλέη εἶδα ἀπό τόν Κύριο καί τή Θεοτόκο, ἀλλά μοῦ εἶναι τελείως ἀδύνατο ν᾽ ἀνταποδώσω κάπως αὐτή τήν ἀγάπη.

Τί ν᾽ ἀναταποδώσω ἐγώ στήν Ὑπεραγία Θεοτόκο, πού δέν μέ περιφρόνησε ἐνῶ ἤμουν βυθισμένος στήν ἁμαρτία, ἀλλά μ᾽ ἐπισκέφθηκε σπλαγχνικά καί μέ συνέτισε; Δέν Τήν εἶδα, ἀλλά τό Ἅγιο Πνεῦμα μοῦ ἔδωσε νά Τήν ἀναγνωρίσω ἀπό τά γεμάτα χάρη λόγια Tης καί τό πνεῦμα μου χαίρεται κι ἡ ψυχή μου παρασύρεται τόσο ἀπό τήν ἀγάπη πρός Αὐτήν, ὥστε καί μόνη ἡ ἐπίκληση τοῦ ὀνόματός Tης γλυκαίνη τήν καρδιά μου.

Ὅταν ἤμουν νεαρός ὑποτακτικός, προσευχόμουν μιά φορά μπροστά στήν εἰκόνα τῆς Θεομήτορος καί μπῆκε τότε στήν καρδιά μου ἡ προσευχή τοῦ Ἰησοῦ κι ἄρχισε ἀπό μόνη της νά προφέρεται ἐκεῖ.

Μιά ἄλλη φορά ἄκουγα στήν ἐκκλησία τήν ἀνάγνωση τῶν προφητειῶν τοῦ Ἡσαΐα, καί στίς λέξεις «Λούσασθε καί καθαροί γίνεσθε» (Ἡσ. α ́ 16) σκέφτηκα: «Μήπως ἡ Παναγία ἁμάρτησε ποτέ, ἔστω καί μέ τό λογισμό;». Καί, ὤ τοῦ θαύματος! Μέσα στήν καρδιά μου μιά φωνή ἑνωμένη μέ τήν προσευχή πρόφερε ρητῶς: «Ἡ Θεοτόκος ποτέ δέν ἁμάρτησε, οὔτε κἄν μέ τήν σκέψη». Ἔτσι τό Ἅγιο Πνεῦμα μαρτυροῦσε στήν καρδιά μου γιά τήν ἁγνότητά Της.

Ἐν τούτοις κατά τόν ἐπίγειο βίο Tης δέν εἶχε ἀκόμα τήν πληρότητα τῆς γνώσεως καί ὑπέπεσε σ᾽ ὁρισμένα ἀναμάρτητα λάθη ἀτέλειας. Αὐτό φαίνεται ἀπό τό Εὐαγγέλιο· ὅταν ἐπέστρεφε ἀπό τήν Ἱερουσαλήμ, δέν ἤξερε ποῦ εἶναι ὁ Υἱός Της καί Τόν ἀναζητοῦσε τρεῖς μέρες μέ τόν Ἰωσήφ (Λουκ. β ́ 44-46).

Ἡ ψυχή μου γεμίζει ἀπό φόβο καί τρόμο, ὅταν ἀναλογίζωμαι τή δόξα τῆς Θεομήτορος.

Εἶναι ἐνδεής ὁ νοῦς μου καί φτωχή κι ἀδύναμη ἡ καρδιά μου, ἀλλά ἡ ψυχή μου χαίρεται καί παρασύρομαι στό νά γράψω ἔστω καί λίγα λόγια γι᾽ Αὐτήν.

Ἡ ψυχή μου φοβᾶται νά τό ἀποτολμήση, ἀλλά ἡ ἀγάπη μέ πιέζει νά μήν κρύψω τίς εὐεργεσίες τῆς εὐσπλαγχνίας Tης.

Ἡ Θεοτόκος δέν παρέδωσε στή Γραφή οὔτε τίς σκέψεις Tης οὔτε τήν ἀγάπη Tης γιά τόν Υἱό καί Θεό Tης οὔτε τίς θλίψεις τῆς ψυχῆς Tης, κατά τήν ὥρα τῆς σταυρώσεως, γιατί οὔτε καί τότε θά μπορούσαμε νά τά συλλάβωμε. Ἡ ἀγάπη Tης γιά τό Θεό ἦταν ἰσχυρότερη καί φλογερότερη ἀπό τήν ἀγάπη τῶν Χερουβείμ καί τῶν Σεραφείμ κι ὅλες οἱ Δυνάμεις τῶν Ἀγγέλων καί Ἀρχαγγέλων ἐκπλήσσονται μ᾽ Αὐτήν.

Παρ᾽ ὅλο ὅμως πού ἡ ζωή τῆς Θεοτόκου σκεπαζόταν, θά λέγαμε, ἀπό τήν ἅγια σιγή, ὁ Κύριος ὅμως φανέρωσε στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μας πώς ἡ Παναγία μας ἀγκαλιάζει μέ τήν ἀγάπη Tης ὅλο τόν κόσμο καί βλέπει μέ τό Ἅγιο Πνεῦμα ὅλους τούς λαούς τῆς γῆς καί, ὅπως καί ὁ Υἱός Tης, ἔτσι κι Ἐκείνη σπλαγχνίζεται καί ἐλεεῖ τούς πάντες.

Ὤ, καί νά γνωρίζαμε πόσο ἀγαπᾶ ἡ Παναγία ὅλους, ὅσους τηροῦν τίς ἐντολές τοῦ Χριστοῦ, καί πόσο λυπᾶται καί στενοχωριέται γιά κείνους πού δέν μετανοοῦν! Αὐτό τό δοκίμασα μέ τήν πείρα μου.

Δέν ψεύδομαι, λέω τήν ἀλήθεια ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ, πώς γνωρίζω πνευματικά τήν Ἄχραντη Παρθένο. Δέν Τήν εἶδα, ἀλλά τό Ἅγιο Πνεῦμα μοῦ ἔδωσε νά γνωρίσω Αὐτήν καί τήν ἀγάπη Tης γιά μᾶς. Χωρίς τήν εὐσπλαγχνία Tης ἡ ψυχή θά εἶχε χαθῆ ἀπό πολύν καιρό. Ἐκείνη ὅμως εὐδόκησε νά μ᾽ ἐπισκεφθῆ καί νά μέ νουθετήση, γιά νά μήν ἁμαρτάνω. Μοῦ εἶπε: «Δέν μ᾽ ἀρέσει νά βλέπω τά ἔργα σου». Τά λόγια Της ἦταν εὐχάριστα, ἤρεμα, μέ πραότητα καί συγκίνησαν τήν ψυχή. Πέρασαν πάνω ἀπό σαράντα χρόνια, μά ἡ ψυχή μου δέν μπορεῖ νά λησμονήση ἐκείνη τή γλυκειά φωνή καί δέν ξέρω πῶς νά εὐχαριστήσω τήν ἀγαθή καί σπλαγχνική Μητέρα τοῦ Θεοῦ.

Ἀληθινά, Αὐτή εἶναι ἡ βοήθειά μας ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ καί μόνο τ᾽ ὄνομά Της χαροποιεῖ τήν ψυχή. Ἀλλά κι ὅλος ὁ οὐρανός κι ὅλη ἡ γῆ χαίρονται μέ τήν ἀγάπη Tης.

Ἀξιοθαύμαστο κι ἀκατανόητο πράγμα. Ζῆ στούς οὐρανούς καί βλέπει ἀδιάκοπα τήν δόξα τοῦ Θεοῦ, ἀλλά δέν λησμονεῖ κι ἐμᾶς τούς φτωχούς κι ἀγκαλιάζει μέ τήν εὐσπλαγχνία Της ὅλη τή γῆ κι ὅλους τούς λαούς.

Κι Αὐτή τήν Ἄχραντη Μητέρα Του ὁ Κύριος τήν ἔδωσε σ᾽ ἐμᾶς.

Αὐτή εἶναι ἡ χαρά καί ἡ ἐλπίδα μας.

Αὐτή εἶναι ἡ πνευματική μας Μητέρα καί βρίσκεται κοντά μας κατά τή φύση σάν ἄνθρωπος καί κάθε χριστιανική ψυχή ἑλκύεται ἀπό τήν ἀγάπη πρός Αὐτήν.

Ἅγιος Σιλουανός ὁ Ἀθωνίτης

Ο βίος μας αβίωτος χωρίς την παρέα της Παναγίας μας



Παύλος Σαββίδης, Θεολόγος

Τούτος ο λόγος του ιερού Δαμασκηνού περίτρανα επιβεβαιώνεται σε τούτες τις δίσεχτες ημέρες που παρακλητικά και ικετευτικά οδηγούμε τα βήματά μας σέ κατανυκτικότατους Ναούς ή πανέμορφα εξωκλήσια για ν’ αποθέσουμε ευλαβικά μύρο ευωδιαστό όλη μας την ύπαρξη.

Και ο λόγος είναι απλός γιατί η Κοίμηση της Θεοτόκου στην καρδιά του αυγουστιάτικου καλοκαιριού πλημμυρίζει τις καρδιές των πιστών με συναισθήματα ευλαβητικής αγάπης και βαθειάς ευγνωμοσύνης. Mα πιότερο μας καλεί να αποθέσουμε ευλαβικά στα πόδια της ό,τι υπαρξιακά προβλήματα μας βαραίνουν. Και είναι τόσα πολλά! Και τούτο επειδή η Κυρία Θεοτόκος γίνεται η αλληλοπεριχώρηση της αγάπης του Θεού με το δυστυχισμένο πλάσμα τον άνθρωπο και κατά συνέπεια αυτού ο ελεύθερος δίαυλος της επικοινωνίας του ανθρώπου με τον κόσμο του ουρανού, «φρικτό συναπτήριο».

Πολύ δροσιστικός και ο αγιορείτικος Θεομητορικός στοχασμός. «Η Μαρία με τον Ιησούν, ο Ιησούς με την Μαρίαν τα δύο αυτά πάνσεπτα και γλυκύτατα ονόματα, ιδού ο Παράδεισος» (Αθανάσιος Ιβηρίτης).

Πάντοτε η ανοιχτή μητρική αγκαλιά που κράτησε βρέφος τον Κύριο είναι έτοιμη να αγκαλιάσει και να προστατεύσει κάθε πιστό που καταφεύγει πονεμένος στην προστασία της. Έτσι καθώς την ατενίζουμε μεγαλόπρεπη μεταξύ ουρανού και γής θαρρούμε πως γρήγορα φτάνουν οι πρεσβείες της στον Υιό και με εμπιστοσύνη ψελλίζουμε: «τας χείρας Σου τας θείας προτείνασα Παρθένε Παναγία δυσώπησον Αυτόν».

Τον δεκαπενταύγουστο έχουμε μια ζωοποιό κηδεία που μας χαροποιεί αφάνταστα γιατί η Κυρία Θεοτόκος εξεπλήρωσε και αυτή το κοινό χρέος. Εκοιμήθη και ετάφη. Ο τάφος είναι η πλέον αδιαμφισβήτητη διακήρυξη του αληθινού θανάτου της όχι όμως ότι έχει και την παντοδυναμία να κρατήσει τη ζωή της Ζωής.

Η Παναγία δεν εγκατέλειψε τη γή παρ’ όλο που «μετέστη» στους ουρανούς. Είναι κοντά μας. Παρακολουθεί με ενδιαφέρον τη ζωή μας. Ακούει τους ύμνους και τις προσευχές μας. Φθάνουν στην ψυχή οι θερμές δεήσεις και παρακλήσεις μας και μεσολαβεί προς χάρη μας προς τον Υιό και Θεό Της. Γι’ αυτό και όσοι πιστεύουν την «αισθάνονται» δίπλα την Παναγία. Την νιώθουν κοντά τους γεύονται τη γλυκύτητα της επικοινωνίας μαζί της οσφραίνονται τη μυστική ευωδία των αρετών της. Ακούουν βαθειά μέσα τους τις μητρικές συμβουλές της. Ασπάζονται ευλαβικά τις ιερές Εικόνες της και νιώθουν σαν να έχουν εμπρός τους την «Υπέραγνη Μητέρα του Εμμανουήλ». Νιώθουν αισιόδοξοι για το μέλλον, αντιμετωπίζουν με τη βοήθειά της νικηφόρα κάθε δυσκολία της ζωής, Δεν τους φοβίζει τίποτε.

Τέλος λόγου. Στην πληθωρική παρουσία και προστασία για το ορθόδοξο πλήρωμα η Αυγούστα του αυγούστου ποιο μικρό όφλημα αγάπης χρέους περιμένει; Ή μήπως οι προκλητικές μας αμαρτίες την αποκαρδιώνουν αφού καθημερινά οι βλασφημίες μικρών και μεγάλων του Ονόματός της και του Ονόματος του Υιού της μολύνουν τον αέρα; Πώς να μην πληγώνεται η μητρική της καρδιά όταν την αποκαλούμε μάνα και τροφοδότρα της ζωής και εμείς σκοτώνουμε πρόωρα, ανελέητα την κυοφορούμενη ζωή και μάλιστα το δικαίωμα του άνανδρου αυτού φόνου, έτρεξαν να υπερασπιστούν όλοι οι πολιτειακοί και πολιτικοί αρχηγοί όλων των κομμάτων ως αναφαίρετο δικαίωμα της φόνισσας «μάνας»; Πώς το πιό γλυκό βλέμμα της να μην το αποστρέφει από το σοδομικό και καταραμένο αμάρτημα της ομοφυλοφιλίας το οποίο δυστυχώς προβάλλεται ως άλλος τρόπος φυσιολογικής ζωής: Και το τραγικότερο όλοι οι παραπάνω εμπλεκόμενοι πολιτικοί θα παρευρεθούν για να τιμήσουν(!) τις γιορτές της Μεγαλόχαρης έτσι ανερυθρίαστα γιατί και οι εκλογές πολύ στοιχίζουν!

Και ύστερα από όλα αυτά έχουμε και την αναίδεια να παραπονούμαστε :«γιατί Θεέ μου οι φωτιές; μέχρι πότε ο αδιόρατος ιός της πανδημίας θα στέλνει απρόοπτα τόσους νέους ανθρώπους στην γειτονιά των αγγέλων; Και τι θα κάνουμε με τις διαφαινόμενες επισιτιστικές κρίσεις και την εμπλοκή μας με τον σουλτάνο γείτονά μας;».

Και όμως υπάρχει η σωτήρια λύση. Την έχουμε στα χέρια μας και μπορούμε να ανατρέψουμε και να αντιστρέψουμε όλα αυτά τα θλιβερά και να φέρουμε και πάλι την χαρά και την ειρήνη. Μία απλή κίνηση χρειάζεται: να κάνουμε το δικό μας επαναστατικό Restart! Επανεκκίνηση, με εφαλτήριο την ειλικρινή Μετάνοια τις προσευχές και τα δάκρυά μας. Αυτά θα δεί Η Μητέρα του Κυρίου μας και θα είναι η μεγαλύτερη χαρά που θα της δώσουμε, και την περιμένει. Έτσι θα κάνουμε παρέα μαζί της στη γή και στον ουρανό!

Πηγή εδώ.


Προς αγιομάχους...


ΕΝΑΝΤΙΟΦΑΝΕΙΕΣ ΚΑΙ ΔΙΪΣΤΑΜΕΝΕΣ ΓΝΩΜΕΣ ΑΓΙΩΝ. 

‒Η λανθασμένη διατύπωση σε θέματα Πίστεως ή Παραδόσεως αποτελεί αίρεση;

(Κείμενα τῶν π. Εἰρ. Δεληδήμου, π. Εὐθ. Τρικαμηνᾶ)

Τελευταῖα γίναμε ἀποδέκτες κάποιων ἐρωτημάτων, σχετικὰ μὲ τὶς ἐναντιοφάνειες στὰ κείμενα κάποιων Ἁγίων, μὲ τὸ ἂν οἱ Ἅγιοι κάνουν λάθη σὲ θέματα Πίστεως, ἂν αὐτὸ τοὺς καθιστᾶ αἱρετικοὺς καί, ἐπίσης, ἂν κάποιους εὐσεβεῖς καὶ καταρτισμένους σύγχρονους θεολόγους, θὰ τοὺς βλέπουμε ὡς αἱρετικούς, ὅταν διαπιστώσουμε ὅτι κάπου σφάλλουν.

Καταθέτουμε κείμενα, ποὺ δίνουν ἀπαντήσεις στὰ ἐρωτήματα αὐτὰ καὶ στοὺς παρακάτω συναφεῖς προβληματισμούς:

Εἶναι πραγματικὰ οἱ ἅγιοι ἀλάθητοι;

τοῦ ἀρχιμ. Εἰρηναίου Δεληδήμου

Εἶναι πραγματικὰ οἱ ἅγιοι ἀλάθητοι; Ἡ θεωρία περὶ τοῦ ἀλαθήτου τῶν «θεουμένων» ποὺ ἀναπτύσσεται ...φαίνεται πειστικὴ καὶ εἶναι πραγματικὰ ὡραία. Θὰ θέλαμε εἰλικρινὰ ἔτσι νὰ εἶναι τὰ πράγματα. Ὅμως πρέπει νὰ ἐρευνήσουμε ἂν εἶναι ὄντως ἔτσι. Ἡ θεωρία φαίνεται πολὺ λογική, ἀλλὰ σ’ αὐτὰ τὰ θέματα ὑπεισέρχεται τὸ μυστήριο, ποὺ εἶναι ὑπὲρ λόγον.

Δὲν θὰ ἐπιχειρήσουμε νὰ δογματίσουμε γιὰ τὴ θέωσι ἐμεῖς ποὺ βρισκόμαστε πολὺ μακριὰ ἀπ’ αὐτή. Οὔτε ὅμως θὰ στηριχτοῦμε σὲ συγχρόνους εἰδικοὺς τῆς δογματικῆς θεολογίας, ἀφοῦ πρὸς τὸ παρὸν δὲν γνωρίζουμε ἂν ἀνήκουν στοὺς «θεουμένους». Θὰ ἀφήσουμε νὰ μιλήσουν οἱ μόνοι εἰδικοί, οἱ ἴδιοι οἱ ἀναχθέντες στὸ στάδιο τῆς θεοπτίας, οἱ ἀνεγνωρισμένοι ἅγιοι τῆς Ὀρθοδοξίας.

Ὁ Ἅγιος Βασίλειος ὁ Μέγας, ἕνας ἀπὸ τοὺς «τρεῖς μεγάλους φωστῆρας τῆς τρισηλίου θεότητος», ἀναγνωρίζει ὅτι μποροῦν οἱ ἅγιοι νὰ διαπράξουν λάθη, ὄχι βεβαίως ἀπὸ «πονηρία γνώμης». Λέγει περι τοῦ Ἁγίου Διονυσίου τοῦ Μεγάλου ἐπισκόπου Ἀλεξανδρείας (+264, μνήμη 3η Ὀκτωβρίου), ὅτι στὸν ἀγῶνα του κατὰ τοῦ αἱρετικοῦ Σαβελλίου ἔφθασε στὸ ἀντίθετο ἄκρο καὶ ὑπεστήριξε αἱρετικὲς ἰδέες ποὺ ἀργότερα χρησιμοποίησαν οἱ Ἀρειανοὶ καὶ Ἀνόμοιοι:

«Οὐ πάντα θαυμάζομεν τοῦ ἀνδρός· ἔστι δὲ ἃ καὶ παντελῶς διαγράφομεν. Σχεδὸν γὰρ ταυτησὶ τῆς νῦν περιθρυλουμένης ἀσεβείας, τῆς κατὰ τὸ Ἀνόμοιον λέγω, οὗτός ἐστιν, ὅσα γε ἡμεῖς ἴσμεν, ὁ πρῶτος ἀνθρώποις τὰ σπέρματα παρασχών. Αἴτιον δέ, οἶμαι, οὐ πονηρία γνώμης, ἀλλὰ τὸ σφόδρα βούλεσθαι ἀντιτείνειν τῷ Σαβελλίῳ. Εἴωθα γοῦν ἀπεικάζειν ἐγὼ φυτοκόμῳ νεαροῦ φυτοῦ διαστροφὴν ἀπευθύνοντι, εἶτα τῇ ἀμετρίᾳ τῆς ἀνθολκῆς διαμαρτόντι τοῦ μέσου καὶ πρὸς τὸ ἐναντίον ἀπαγαγόντι τὸ βλάστημα. Τοιοῦτόν τι καὶ περὶ τὸν ἄνδρα τοῦτον γεγενημένον εὕρομεν. Ἀντιβαίνων γὰρ σφοδρῶς τῇ ἀσεβείᾳ τοῦ Λίβυος, ἔλαθεν ἑαυτὸν εἰς τὸ ἐναντίον κακὸν ὑπὸ τῆς ἄγαν φιλοτιμίας ὑπενεχθείς» (Ἑλλ. Πατρολ. Migne τόμ. 32, 268-269).

Ἐλεγχθεὶς τότε ὁ Ἅγιος Διονύσιος ἀπὸ τὸν σύγχρονό του ἐπίσκοπο Ρώμης Διονύσιο κατενόησε καὶ διόρθωσε τὰ λάθη του.

Ὁ ἀδελφὸς τοῦ Μεγάλου Βασιλείου Ἅγιος Γρηγόριος ἐπίσκοπος Νύσσης (μνήμη τὴν 10η Ἰανουαρίου), τὸν ὁποῖον ἡ Γ΄ Οἰκουμενικὴ Σύνοδος ἀπεκάλεσε «ἄνδρα μετὰ τὸν ἀδελφὸ δεύτερον ἔν τε λόγοις καὶ τρόποις» προειδοποιεῖ ὅτι ὅσα ὁ ἴδιος γράφει στὸν «Ἀπολογητικὸν περὶ τῆς Ἑξαημέρου» δὲν πρέπει νὰ θεωροῦνται ἀλάθητα:

«Τὰ δὲ ἡμέτερα ὡς ἐν γυμνασίῳ τινὶ σχολαστικῶς ἐπιχειρούμενα τοῖς ἐντυγχάνουσι προκείσθω, μηδεμιᾶς μηδενὶ διὰ τούτων βλάβης προσγινομένης, εἴ τι παρὰ τὴν κοινὴν ὑπόληψιν ἐν τοῖς λεγομένοις εὑρίσκοιτο. Οὐ γὰρ δόγμα τὸν λόγον ποιούμεθα, ὥστε ἀφορμὴν δοῦναι τοῖς διαβάλλουσιν· ἀλλ' ὁμολογοῦμεν ἐγγυμνάζειν μόνον ἑαυτῶν τὴν διάνοιαν, τοῖς προκειμένοις νοήμασιν, οὐ διδασκαλίαν ἐξηγητικὴν τοῖς ἐφεξῆς ἀποτίθεσθαι» (Ἑλλ. Πατρολ. Migne τόμ. 44, 68).

Ἀλλὰ ἐκεῖνος ποὺ ἰδιαιτέρως ἀνέπτυξε τὸ θέμα αὐτὸ ὑπῆρξε ὁ Ἅγιος Φώτιος ὁ Μέγας, ἀντικρούοντας τοὺς ἰσχυρισμοὺς τῶν Φράγκων ὅτι ὁ κάθε ἅγιος εἶναι ἀλάθητος.

Ὅσο κι ἂν φανῆ παράξενο, τὴν ἄποψι περὶ τοῦ ἀλαθήτου τῶν ἁγίων ὑπεστήριξαν πρῶτοι οἱ αἱρετικοὶ Φράγκοι. Ἐπειδὴ πίστευαν ὅτι στὰ συγγράμματα τῶν ἁγίων Ἀμβροσίου, Ἱερωνύμου καὶ Αὐγουστίνου βρῆκαν τὴν διδασκαλία περὶ τοῦ Filioque, καὶ ἐπειδὴ θεωροῦσαν τοὺς ἁγίους ἀλαθήτους ὑπεστήριξαν ὅτι ἡ διδασκαλία τοῦ Filioque εἶναι ἀλάθητη καὶ πρέπει τὸ Filioque νὰ προστεθῆ ὁπωσδήποτε στὸ Σύμβολο τῆς Πίστεως!

Ὁ Ἅγιος Φώτιος ἀπάντησε στοὺς ἰσχυρισμοὺς αὐτοὺς μὲ δύο περίφημα συγγράμματα: τὴν Ἐπιστολὴ «Τῷ Θεοφιλεστάτῳ, ἱερωτάτῳ ἀρχιερεῖ ἀδελφῷ καὶ συλλειτουργῷ τῷ θαυμασιωτάτῳ καὶ περιωνύμῳ ἀρχιεπισκόπῳ καὶ μητροπολίτῃ Ἀκυλείας» (Ἑλλ. Πατρολ. Migne τόμ. 102, 793-821) καὶ τὸν «Λόγον περὶ τῆς τοῦ Ἁγίου Πνεύματος μυσταγωγίας» (Ἑλλ. Πατρολ. Migne τόμ. 102, 280-400).

Οἱ ἀρχὲς ποὺ διατύπωσε ὁ μέγας Πατὴρ καὶ στῦλος τῆς Ὀρθοδοξίας μποροῦν νὰ συνοψιστοῦν στὰ ἑξῆς:

α) Πολλοὶ ἅγιοι συνέβη νὰ πέσουν σὲ δογματικὰ σφάλματα· γι’ αὐτὸ ἡ διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας δὲν στηρίζεται σὲ μεμονωμένες γνῶμες ὡρισμένων ἁγίων, ἀλλὰ πρῶτα στὴν Ἁγία Γραφὴ καὶ κατόπιν στὶς Οἰκουμενικὲς Συνόδος καὶ τὴν ὁμοφωνία τῆς πλειοψηφίας τῶν Πατέρων.

β) Οἱ ἅγιοι ποὺ ἔπεσαν σὲ σφάλματα διαφέρουν ἀπὸ τοὺς αἱρετικούς, διότι ἔσφαλαν μὲν ὡς ἄνθρωποι, δὲν ἐφιλονείκησαν ὅμως πρὸς τὴν Ἐκκλησίαν ὅταν συνέβη νὰ ἐλεγχθοῦν. Ἀντιθέτως οἱ αἱρετικοὶ ἐμμένουν μὲ πεῖσμα στὴν πλάνη τους.

Ἂς δοῦμε ὅμως τὰ κείμενα τοῦ Ἁγίου Φωτίου:

«Ἡμεῖς δέ, ἐπεὶ καὶ ἄλλους τινὰς τῶν μακαρίων ἡμῶν Πατέρων καὶ διδασκάλων ἐν πολλοῖς τε ἄλλοις τῆς ἀκριβείας τῶν ὀρθῶν δογμάτων παρενεχθέντας καταλαμβάνοντες, τὸ μὲν παρενεχθὲν οὐ προσθήκην δεχόμεθα, τοὺς ἄνδρας δε ἀσπαζόμεθα...

Καὶ γὰρ καὶ Διοονύσιον τὸν Ἀλεξανδρείας τῷ χορῷ τῶν ἁγίων πατέρων συντάττοντες, τὰς ὑπ’ αὐτοῦ λεχθείσας πρὸς τὸν Λίβυν Σαβέλλιον Ἀρειανικὰς φωνὰς οὐμενοῦν οὐ συναποδεχόμεθα, ἀλλὰ καὶ παντελῶς ἐκτρεπόμεθα. Καὶ τὸν ἐν μάρτυσι μέγαν Μεθόδιον, ὃς τοὺς ἀρχιερατικοὺς τοῦ Πατάρων θρόνου ἐπηδαλιούχησεν οἴακας· ἔτι μὲν καὶ Εἰρηναῖον τοῦ Λουγδούνων ἐπίσκοπον, καὶ Παπίαν τὸν τῆς Ἱεραπόλεως· τὸν μέν, τοῦ μαρτυρίου τὸν στέφανον ἀναδησάμενον·τοὺς δέ, ἄνδρας ὄντας ἀποστολικούς, καὶ τοῖς τοῦ βίου τρόποις θαυμάσιον ἐξαστράπτοντας. Ἀλλ’ οὔν, εἴ τί γε τῆς ἀληθείας ὠλιγώρησαν, καὶ παρηνέχθησαν φθέγξασθαι ἀπεναντίας τοῦ κοινοῦ καὶ ἐκκλησιαστικοῦ δόγματος, ἐν τούτοις μὲν οὐχ ἑπόμεθα· τῆς πατρικῆς δὲ τιμῆς καὶ δόξης οὐμενοῦν οὐδὲν αὐτῶν περικόπτομεν.

Ἐπιλείψει με ἡ ἡμέρα τοὺς ἄνδρας ἀπαριθμούμενον, οὓς τῇ μὲν τῶν Πατέρων τιμῇ σεμνύνομεν· ἐν οἷς δὲ τῆς ἀληθείας παρηνέχθησαν, οὐ μιμούμεθα» (Ἑλλ. Πατρολ. Migne τόμ. 102, 813-816).

Ὁ Ἅγιος Φώτιος γνώριζε πολὺ καλὰ τὰ συγγράμματα παμπόλλων Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας καὶ τὰ εἶχε περιγράψει στὴν Μυριόβιβλό του. Γι’ αὐτό, ἀναφέροντας τὰ ἀνωτέρω παραδείγματα καὶ πολλὰ ἄλλα, κατώρθωσε ἐπιτυχῶς νὰ ἀντικρούση τὸν ἰσχυρισμὸ τῶν Φράγκων ὅτι οἱ ἅγιοι εἶναι ἀλάθητοι.

Οἱ ὀρθολογιστὲς Φράγκοι προέβαλλαν τὸ σόφισμα: ἂν ἀναγνωρίζουμε κάποιον ὡς ἅγιο Πατέρα, πρέπει νὰ συμφωνοῦμε σ’ ὅ,τι εἶπε: ἂν δεχθοῦμε ὅτι εἰσηγήθη «δυσσεβῆ δόγματα», πρέπει νὰ τὸν ἀποκηρύξουμε ὡς αἱρετικό.

«Καὶ δεῖ», ἔλεγαν, «τοὺς ἱεροὺς Πατέρας μὴ δυσσεβείας ὑπάγειν ἐγκλήματι. Ἢ γὰρ εὐσεβῶς ἐδογμάτισαν καὶ χρὴ τοὺς ὅσοι Πατέρας αὐτοὺς ἐπιγράφονται, συμφρονεῖν αὐτῶν τῷ φρονήματι, ἢ τῶν δυσσεβῶν εἰσηγητὰς δογμάτων γεγονότας κἀκείνους μετὰ τοῦ φρονήματος ὡς ἀσεβεῖς ἀποπέμπεσθαι» (Ἑλλ. Πατρολ. Migne τόμ. 102, 344).

Τὸ σόφισμα ἔλεγε ὅτι ἂν ἀποδοκιμάσουμε ὡρισμένες διδασκαλίες κάποιων ἁγίων, πρέπει νὰ ἀποδοκιμάσουμε καὶ τοὺς ἴδιους:

«Ἢ δεῖ τοὺς ἄνδρας τιμῶντας καὶ ἃ τούτοις γέγραπται μὴ παραγράφεσθαι, ἢ παραγραφομένους τῶν ρημάτων ἔνια καὶ αὐτοὺς ἐκείνους συμπαραγράφεσθαι» (τόμ. 102, 357)...

Ἂν θέλεις νὰ βρῆς τὴν ἀλήθεια, «τὸν Δεσπότην αὐτὸν ἔχεις (δηλ. τοὺς λόγους τοῦ Κυρίου μέσα στὴν Ἁγία Γραφή)· τῶν οἰκουμενικῶν συνόδων τὰς ψήφους· χορὸν θεοφόρων Πατέρων ἀριθμοῦ κρείττονα»(102, 817).

Θὰ ἔπρεπε, λέγει, νὰ ἀποδοκιμάσουμε τοὺς Πατέρες αὐτοὺς ὡς αἱρετικούς, μόνον ἂν τοὺς ἔγινε ἔλεγχος γιὰ τὰ σφάλματα καὶ δὲν μετενόησαν. Διότι αὐτὸ εἶναι τὸ γνώρισμα τῶν αἱρετικῶν: ἡ πείσμων ἐμμονὴ στὴν πλάνη.

Θὰ τοὺς θεωρούσαμε λοιπὸν αἱρετικούς,

«εἰ μὲν διδαχθέντες μὴ μετέθεντο, εἰ τοῖς δικαίοις ἐλέγχοις οὐ μετεβάλλοντο». «Εἰ δὲ οἷα τὰ ἀνθρώπινα καίτοι τὰ ἄλλα τοῖς ἀρίστοις ἐνευθυμοῦντες ἢ ἀγνοίᾳ τινὶ περιέπεσαν ἢ παροράμασι ὐπηνέχησαν, οὐκ ἀντεῖπον δὲ διδασκόμενοι οὐδὲ πρὸς τὸ νουθετοῦν ἀπηυθαδειάσαντο, τί τοῦτο πρὸς σέ;» (102, 348).

Καὶ ἀλλοῦ ὁ Μέγας Φώτιος: «Ἔτι δέ, εἰ μὲν ὐπομνησθέντες περὶ τοῦ προκειμένου κεφαλαίου, τῶν εἰρημένων Πατέρων ἀντεῖπε τὸ σύνταγμα, καὶ πρὸς ἔνστασίν τινα καὶ ἀπείθειαν ἀπεθρασύναντο διέτεινάν τε τῇ αὐτῇ παρατροπῇ τῆς δόξης, καὶ ἐπ’ αὐτῆς τὸν βίον μετὰ τοὺς ἐλέγχους κατέστρεψαν, ἀνάγκη τούτους συναποβάλλεσθαι τῷ φρονήματι».

Ἂν δὲ γιὰ κάποια αἰτία ποὺ ἀγνοοῦμε ξέφυγαν ἀπὸ τὴν αὐθύτητα, ἀλλὰ δὲν τοὺς ἤλεγξε κανείς, δὲν θὰ δεχθοῦμε τὰ σφάλματά τους, ἀλλὰ τοὺς ἀναγνωρίζουμε ὡς Πατέρες.


Ἀπὸ ἀπάντηση τοῦ π. Εὐθύμιου Τρικαμηνᾶ

σὲ θέσεις τοῦ κ. Ἰ. Καρδάση

...Είναι ανάγκη προκειμένου να αποδείξωμε ότι δεν υπάρχει κατ’ ουσίαν σύγχυσι και αντίθεσις μεταξύ των αγίων, ούτε αμφισβήτησι των κειμένων της Αγ. Γραφής, αλλά σύγχυσις υπάρχει κατ’ ουσίαν μόνο μέσα μας, να αναφερθούμε σε δύο βασικές αρχές της Ορθοδόξου Παραδόσεως.

1) Γνησία ιερά Παράδοσις είναι ο,τι επιστεύετο παντού, πάντοτε και υπό πάντων. Το παντού έχει τοπική έννοια και σημαίνει τη γενική πίστι και αντίληψι της Εκκλησίας, έστω δηλαδή αν σε κάποιο σημείο της γης υπάρχει αντίθετη άποψις επί του θέματος από κάποιους. Δηλαδή η γενικά επικρατούσα πίστις και αντίληψις υπερισχύει της μερικής. Το πάντοτε έχει διαχρονική έννοια και σημαίνει την γενική πίστι και αντίληψι της Εκκλησίας στο πέρασμα του χρόνου, έστω και αν σε κάποιες χρονικές περιόδους εισήλθε δια της πλάνης άλλη αντίληψις, η οποία εν συνεχεία καταπολεμήθηκε υπό των ομολογητών Ορθοδόξων, όπως π.χ. στο θέμα του Αρειανισμού, του Μονοθελητισμού, της Εικονομαχίας κλπ. Το υπό πάντων έχει ειδική έννοια και σημαίνει την πίστι και αντίληψι της Εκκλησίας όπως διασώθηκε δια μέσου των αγίων εν τω συνόλω των, έστω και αν κάποιος μεμονωμένος άγιος έχει αντίθετη άποψι επί του θέματος.

2) Επί οιουδήποτε θέματος υπερισχύει η διδασκαλία της Οικουμενικής Συνόδου από την εγκεκριμένη τοπική, και της εγκεκριμένης τοπικής Συνόδου από την διδασκαλία των μεμονωμένων αγίων, και των αγίων από την διδασκαλία οιωνδήποτε άλλων θεολόγων, κληρικών κλπ. και, τέλος, η διδασκαλία και η γνώμη των πλειόνων από τους μεμονωμένους, έστω και αν αυτοί οι μεμονωμένοι είναι θεολόγοι, κληρικοί κλπ. Αυτό το τονίζει στην εισαγωγή του Πηδαλίου ο αγ. Νικόδημος, προκειμένου να λύση εκ των προτέρων κάποιες εναντιοφάνειες.

Θα πρέπει επίσης να τονίσωμε ότι η Παράδοσις της Εκκλησίας δεν εθεώρησε ποτέ τους αγίους ως αλανθάστους, αλλά μόνο τις εγκεκριμένες Οικουμενικές Συνόδους. Όταν λοιπόν υπάρχει διισταμένη γνώμη για κάποιο θέμα μεταξύ των αγίων, με βάσι τις δύο προαναφερθείσες αξιωματικές αρχές επιλύεται αυτομάτως, αν αναζητήσουμε την διαχρονική διδασκαλία της Εκκλησίας επί του εν λόγω θέματος.

Η διαχρονική διδασκαλία της Εκκλησίας ως γνωστόν ετίθετο ως βάσις και ωμολογείτο πίστις εις αυτήν, προκειμένου, όχι να εκφέρη γνώμη κάποια Οικουμενική Σύνοδος, αλλά να αρχίση τις εργασίες της. Έτσι λοιπόν προκειμένου να λύσουμε οιοδήποτε πρόβλημα, το οποίο έχει σχέσι είτε με την πίστι και την διδασκαλία της Εκκλησίας, είτε με τους αγίους, είτε με την Αγ. Γραφή κλπ., είναι αρμόδιο να γνωρίζωμε την διαχρονική διδασκαλία της Εκκλησίας επί του θέματος και με αυτή να συνταυτιστούμε έστω και αν διαφωνούν κάποιοι άγιοι η θεολόγοι, κληρικοί κλπ.

Αυτή η διδασκαλία είναι κατά τον απόστολο ο στύλος και το εδραίωμα της αληθείας και βάσει αυτής γνωρίζουμε ακριβώς τι πιστεύει η Εκκλησία για τον Αγ. Θεόδωρο τον Στουδίτη, τον Αγ. Ιωάννη το Χρυσόστομο, τον Αγ. Κύριλλο κλπ.

Αν τώρα κάποιος άγιος η πολύ περισσότερο θεολόγος κλπ. διαφωνή και έχει αντίθετο γνώμη, εμείς θεωρούμε τη γνώμη του λανθασμένη και προσωπική, όχι εκκλησιαστική και ουδόλως δύναται να αντιπαρατεθή στην διαχρονική πίστι και διδασκαλία της Εκκλησίας, πολύ δε περισσότερο να την υποσκελίση.

Ένα άλλο σημείο που πρέπει να προσέξωμε είναι το ότι οι άγιοι ερμηνεύουν τους αγίους και προσπαθούν να ερμηνεύσουν ορθόδοξα τα δυσνόητα κείμενά τους, ώστε να μην υπάρξη εις αυτά εναντιοφάνεια με την διαχρονική διδασκαλία της Εκκλησίας. Και εμείς πρέπει να προσπαθούμε να κάνωμε το ίδιο και όχι να τους παρουσιάζωμε ως διαφωνούντας και έχοντας διαφορετικές απόψεις και διδασκαλίες, διότι τότε δεν οικοδομούμε τους πιστούς αλλά τους γκρεμίζουμε και δεν ορθοτομούμε, αλλά διχοτομούμε, τον λόγο της αληθείας. Έτσι ερμηνεύει ο Αγ. Μάξιμος ο ομολογητής τον Αγ. Διονύσιο τον Αρεοπαγίτη, τον οποίο οι σύγχρονοι θεολόγοι μας χαρακτηρίζουν ως αρειανίζοντα. Έτσι ερμηνεύουν οι πατέρες το χωρίον του Αγ. Κυρίλλου Αλεξανδρείας «μία φύσις του Χριστού σεσαρκωμένη», το οποίο οι Μονοφυσίτες ερμηνεύουν με αιρετικό τρόπο. Έτσι ερμηνεύει ο Αγ. Θεόδωρος ο Στουδίτης τον Αγ. Γρηγόριο Νύσσης εις τον οποίο οι σημερινοί θεολόγοι προσάπτουν πλήθος αιρέσεων.

Άκουσε αδελφέ, και θαύμασε πώς ο όσιος ερμηνεύει τον Αγ. Γρηγόριο φέροντας μάλιστα ως συνήγορο και τον Αγ. Μάρκο τον ομολογητή, εις την κατηγορία που οι σημερινοί θεολόγοι του προσάπτουν, ότι δηλαδή ήτο υπέρμαχος της θεωρίας των Παπικών «περί της των πάντων αποκαταστάσεως» με την διεστραμμένη έννοια του τέλους της κολάσεως του καθαρτηρίου πυρός, των αξιομισθιών των αγίων κλπ.(2)

Κατά τον ίδιο επίσης τρόπο ερμηνεύει ο Αγ. Νικόδημος ο αγιορείτης εις το Πηδάλιο πλήθος ιερών κανόνων, οι οποίοι φαίνονται να είναι ενάντιοι σε άλλους και με θαυμάσιο τρόπο αποδεικνύει την μεταξύ των συμφωνία παρά την εξωτερική εναντιοφάνεια. Η βάσις δηλαδή σε όλα αυτά είναι να στηριχθούμε στην διαχρονική διδασκαλία της Εκκλησίας επί οιουδήποτε θέματος και προς αυτήν να κατευθύνουμε τις ερμηνείες των αγίων.

Αν όμως ερμηνεύσωμε αυτόνομα τους αγίους ανεξάρτητα από την διαχρονική διδασκαλία της Εκκλησίας, και μάλιστα κατά το δοκούν εις ημάς, τότε και τους αγίους θα παρουσιάσωμε ως διαφωνούντας μεταξύ των και σύγχυσιν εις την Εκκλησίαν θα προξενήσωμε και ανάπαυσι ψυχική δεν θα έχωμε, διότι η ερμηνευτική μας μέθοδος θα στηρίζεται εις τον εγωϊσμό. Βλέπεις αδελφέ, ότι εις την Εκκλησία δεν έχει κανείς το δικαίωμα να διδάσκη τίποτε δικό του, ούτε και οι άγιοι, αλλά όλοι οφείλουν να ακολουθούν την άπαξ παραδοθείσα πίστι της Εκκλησίας.

Αυτή η πίστις της Εκκλησίας υπαρχει και για τους αγίους, και για τα πατερικά κείμενα και για τα υμνολογικά κείμενα και για την Ορθόδοξο λατρεία κλπ. Αν τώρα κάποιος άγιος με κάτι από αυτά διαφωνή εμείς απλούστατα θεωρούμε ότι ως άνθρωπος έκανε λάθος και ακολουθούμε την διαχρονική διδασκαλία της Εκκλησίας με την οποία συμφωνούν όλοι οι άλλοι άγιοι. Εδώ δηλαδή ευρίσκει αρίστη εφαρμογή το «η γνώμη των πλειόνων κρατείτω», που έχει ειπωθή στις Οικουμενικές Συνόδους και σε διαφόρους ιερούς κανόνες την στιγμή μάλιστα που είναι σύμφωνος με όλη την ιερά Παράδοσι.

Πηγή εδώ

Οι Πατέρες της Εκκλησίας είναι δυνατόν να σφάλουν, όταν δεν καλούνται εκ των επειγόντων εκκλησιαστικών καταστάσεων να εκφράσουν τον λόγο της Εκκλησίας

Όπως είδαμε λοιπόν, σύμφωνα με τον Μέγα Φώτιο οι Πατέρες είναι δυνατόν να σφάλουν. Σύμφωνα με τον Στυλ. Παπαδόπουλο, οι θέσεις του εξέχοντα ιεράρχη επάνω στο ζήτημα του Πατερικού σφάλματος αποτελούν μια απόλυτα ρεαλιστική θεώρηση[113].

Καταρχάς, για τον Μέγα Φώτιο, «το ανθρώπινο ολίσθημα δεν μπορεί να το αποφεύγει πάντοτε αυτός που αποτελείται από πηλό και ρευστή ύλη· κάποτε μάλιστα και στους άριστους εκδηλώνονται κάποια ίχνη κηλίδας»(ΑΠΜ)[114] (πρβλ. Α' Ιωάν. 1,8: «εάν είπωμεν ότι αμαρτίαν ουκ έχομεν, εαυτούς πλανώμεν και η αλήθεια ουκ έστιν εν ημίν»).

Στην περίπτωση αυτή, «την παρέκκλιση βέβαια από τον λόγο του Κυρίου δεν την δεχόμαστε, εκείνους όμως δεν τους αποχωρίζομε από τον χορό των Πατέρων» (Επ.ΚΔ΄)[115].

Υπάρχει όμως μία σπουδαία παράμετρος, την οποία αναλύει εξαιρετικά ο Στυλ. Παπαδόπουλος και γι’ αυτό παραθέτουμε το κείμενο του:

«Το σφάλμα οφείλεται κατ’ αυτόν [δηλ. τον Μέγα Φώτιο] στους εξής λόγους: Στην "άγνοια", στο ότι "ανθρώπινον" η πλάνη. Προσθέτει όμως ο Φώτιος ότι πλανήθηκαν οι Πατέρες για θέματα που δεν υπήρχε "ζήτησις", που δε ζητήθηκε η γνώμη τους [Στο πρωτότυπο: «ουδεμία δε ζήτησις αυτοίς προσενήνεκται»]. Η παρατήρηση του Φωτίου έχει τεράστια σημασία. Οι Πατέρες σε κάποιες περιπτώσεις πλανήθηκαν, μα δε θα συνέβαινε τούτο, αν επρόκειτο για πρόβλημα καίριο της εποχής, αν το θέμα ήταν εκείνο που προκαλούσε την κρίση της εποχής, αν οι πιστοί των χρόνων εκείνων συνέδεαν την απάντηση στο θέμα με τη σωτηρία τους, αν "παρακαλούσαν" για την απάντηση [Στο πρωτότυπο: «ουδ’ εις μάθησιν της αληθείας ουδείς αυτούς παρεκάλεσε»[116]]. Κάτω από τις τελευταίες προϋποθέσεις δηλαδή, το άγιο Πνεύμα, διακονία του οποίου είναι η σωτηρία του ανθρώπου, θα φώτιζε το Διδάσκαλο της Εκκλησίας να φανερώση γνήσια την αλήθεια κι όχι εσφαλμένα»[117] (βλ. Επ.ΚΔ΄)[118].

Πηγή εδώ



Η ΚΟΙΜΗΣΙΣ ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ

Απομαγνητοφωνημένη ομιλία του μακαριστού γέροντος Αθανασίου Μυτιληναίου, με θέμα:

«Η ΥΠΕΡΑΓΙΑ ΘΕΟΤΟΚΟΣ ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΤΟΝ 44Ο ΨΑΛΜΟ»

[εκφωνήθηκε στην Ιερά Μονή Κομνηνείου Λαρίσης στις 13-8-1988], (Α32)


Η εορτή μνήμης της Κοιμήσεως της Θεοτόκου, αγαπητοί μου, μας δίδει την αφορμή να δούμε εγκατάσπαρτη μέσα στην Αγία Γραφή την παναγία μορφή της και το ουρανόμηκες μεγαλείο της.
Ο 44ος Ψαλμός θα λέγαμε ότι είναι το θαυμάσιο εκείνο ποίημα, που αναφέρεται στον Μεσσία και την Κυρία Θεοτόκο. Στο πρώτο ήμισυ του ποιήματος εξυμνείται ο Υιός του Θεού, με όλα τα θεανθρώπινα γνωρίσματά Του και στο δεύτερο ήμισυ του ίδιου ποιήματος εξυμνείται η Εκκλησία, που η επιτομή της Εκκλησίας είναι η Παναγία Θεοτόκος. Με όλα εκείνα τα θαυμάσια γνωρίσματά της, σαν άμεσος κτίσις του Θεού.
Ο Ψαλμός ο 44ος έχει ως εξής- θα σας διαβάσω μόνο το κείμενο:

«Ἐξηρεύξατο ἡ καρδία μου λόγον ἀγαθόν, λέγω ἐγὼ τὰ ἔργα μου τῷ βασιλεῖ, ἡ γλῶσσά μου κάλαμος γραμματέως ὀξυγράφου. ὡραῖος κάλλει παρὰ τοὺς υἱοὺς τῶν ἀνθρώπων, ἐξεχύθη χάρις ἐν χείλεσί σου· διὰ τοῦτο εὐλόγησέ σε ὁ Θεὸς εἰς τὸν αἰῶνα. περίζωσαι τὴν ῥομφαίαν σου ἐπὶ τὸν μηρόν σου, δυνατέ, τῇ ὡραιότητί σου καὶ τῷ κάλλει σου καὶ ἔντεινον καὶ κατευοδοῦ καὶ βασίλευε ἕνεκεν ἀληθείας καὶ πρᾳότητος καὶ δικαιοσύνης, καὶ ὁδηγήσει σε θαυμαστῶς ἡ δεξιά σου. τὰ βέλη σου ἠκονημένα, δυνατέ -λαοὶ ὑποκάτω σου πεσοῦνται- ἐν καρδίᾳ τῶν ἐχθρῶν τοῦ βασιλέως. ὁ θρόνος σου, ὁ Θεός, εἰς τὸν αἰῶνα τοῦ αἰῶνος, ῥάβδος εὐθύτητος ἡ ῥάβδος τῆς βασιλείας σου. ἠγάπησας δικαιοσύνην καὶ ἐμίσησας ἀνομίαν· διὰ τοῦτο ἔχρισέ σε ὁ Θεὸς ὁ Θεός σου ἔλαιον ἀγαλλιάσεως παρὰ τοὺς μετόχους σου. σμύρνα καὶ στακτὴ καὶ κασσία ἀπὸ τῶν ἱματίων σου, ἀπὸ βάρεων ἐλεφαντίνων, ἐξ ὧν εὔφρανάν σε.
θυγατέρας βασιλέων ἐν τῇ τιμῇ σου· παρέστη ἡ βασίλισσα ἐκ δεξιῶν σου ἐν ἱματισμῷ διαχρύσῳ περιβεβλημένη, πεποικιλμένη. ἄκουσον, θύγατερ, καὶ ἴδε καὶ κλῖνον τὸ οὖς σου καὶ ἐπιλάθου τοῦ λαοῦ σου καὶ τοῦ οἴκου τοῦ πατρός σου·καὶ ἐπιθυμήσει ὁ βασιλεὺς τοῦ κάλλους σου, ὅτι αὐτός ἐστι Κύριός σου, καὶ προσκυνήσεις αὐτῷ. καὶ θυγάτηρ Τύρου ἐν δώροις· τὸ πρόσωπόν σου λιτανεύσουσιν οἱ πλούσιοι τοῦ λαοῦ. πᾶσα ἡ δόξα τῆς θυγατρὸς τοῦ βασιλέως ἔσωθεν, ἐν κροσσωτοῖς χρυσοῖς περιβεβλημένη, πεποικιλμένη. ἀπενεχθήσονται τῷ βασιλεῖ παρθένοι ὀπίσω αὐτῆς, αἱ πλησίον αὐτῆς ἀπενεχθήσονταί σοι· ἀπενεχθήσονται ἐν εὐφροσύνῃ καὶ ἀγαλλιάσει, ἀχθήσονται εἰς ναὸν βασιλέως. ἀντὶ τῶν πατέρων σου ἐγενήθησαν υἱοί σου· καταστήσεις αὐτοὺς ἄρχοντας ἐπὶ πᾶσαν τὴν γῆν. μνησθήσομαι τοῦ ὀνόματός σου ἐν πάσῃ γενεᾷ καὶ γενεᾷ· διὰ τοῦτο λαοὶ ἐξομολογήσονταί σοι εἰς τὸν αἰῶνα καὶ εἰς τὸν αἰῶνα τοῦ αἰῶνος».
Ο ιερός συντάκτης, αγαπητοί μου, αυτού του θαυμασίου ψαλμού, σημειώνει στον συντομότατο πρόλογό του, που αποτελείται μόνο από έναν στίχο: «Ἐξηρεύξατο ἡ καρδία μου λόγον ἀγαθόν, λέγω ἐγὼ τὰ ἔργα μου τῷ βασιλεῖ, ἡ γλῶσσά μου κάλαμος γραμματέως ὀξυγράφου». Δηλαδή «ξεχείλισε η καρδιά μου και αναπήδησε από αυτήν ποίημα υψηλό. Και τούτο μου το ποίημα το αφιερώνω στον βασιλέα Χριστό. Η γλώσσα μου καλάμι γραμματέως γρήγορο, θα καταγράψει τα συναισθήματά μου». Και όπως λέγουν οι Πατέρες, ότι αυτός ο γραμματεύς που γράφει οξύγραφα δεν είναι παρά το Πνεύμα το Άγιο, που κινεί γρήγορα στο χαρτί το χέρι του ιερού συντάκτου, ώστε να καταγράψει ό,τι θα καταγράψει. Και στο υψηλό και θεόπνευστο αυτό ποίημα, βρίσκουμε όλα τα χαρακτηριστικά του Χριστού. Και της Θεοτόκου. Στους πρώτους εννέα στίχους βρίσκουμε τα χαρακτηριστικά του Χριστού. Και στους υπόλοιπους στίχους, έως τον 18ο , βρίσκουμε τα χαρακτηριστικά της Εκκλησίας και της Υπεραγίας Θεοτόκου.
Για να δούμε πώς χαρακτηρίζεται, πάρα πολύ σύντομα γιατί δε θα ήταν δυνατό να τα αναλύσουμε αυτή τη στιγμή, το πρώτο μέρος, τα χαρακτηριστικά του Ενανθρωπήσαντος Θεού Λόγου. «ὡραῖος κάλλει παρὰ τοὺς υἱοὺς τῶν ἀνθρώπων». Όμορφος, πολύ όμορφος, πάνω από όλες τις ανθρώπινες ομορφιές, κατά την ανθρώπινη φύση, προσέξατέ το. Χάρις ξεχύνεται από τα χείλη Του. Θυμηθείτε τι είπαν κάποτε εκείνοι που πήγαν να Τον συλλάβουν, για λογαριασμό των Γραμματέων και των Φαρισαίων, ότι «οὐδέποτε οὕτως ἐλάλησεν ἄνθρωπος, ὡς οὗτος ὁ ἄνθρωπος». «Ποτέ δε μίλησε έτσι άνθρωπος, σαν κι Αυτόν τον άνθρωπο». Έρρεε μέλι από τα χείλη του Χριστού. Επί της ανθρωπίνης φύσεώς Του, φέρει όλη την ευλογία του Πατρός. Ακόμη, εμφανίζεται δεινός πολεμιστής κατά των εχθρών Του, δαιμόνων και ανθρώπων. Και βασιλεύει, όπως λέγει, ένεκεν αληθείας και πραότητος και δικαιοσύνης, που εκφράζουν τον πνευματικό χαρακτήρα του πολέμου Του και της νίκης Του. Γίνεται παγκόσμιος πνευματικός κατακτητής. Κάτω, λέγει, από τα πόδια Του, θα βρεθούν όλα τα έθνη και όλοι οι λαοί.
«Ὁ θρόνος σου, ὁ Θεός, εἰς τὸν αἰῶνα τοῦ αἰῶνος, ῥάβδος εὐθύτητος ἡ ῥάβδος τῆς βασιλείας σου». Και αυτός είναι ο θρόνος Σου, ο Θεός, στον αιώνα του αιώνος. «Ο Θεός» είναι κλητική. «Ο θρόνος Σου, ω Θεέ»- δηλαδή Εσύ είσαι Θεός- «είναι στους αιώνες των αιώνων. Έχει ράβδο ευθύτητος και ράβδο βασιλείας». Εκφράζεται με τον θρόνο, το αιώνιο βασιλικό αξίωμα του Χριστού, και με τη ράβδο, το δικαστικό αξίωμα του Κριτού των πάντων. «ἠγάπησας δικαιοσύνην καὶ ἐμίσησας ἀνομίαν»: Με την ανθρώπινη Του φύση αγάπησε τη δικαιοσύνη και την αγιότητα και εμίσησε την ανομία. «Διὰ τοῦτο ἔχρισέ σε ὁ Θεὸς ὁ Θεός σου ἔλαιον ἀγαλλιάσεως παρὰ τοὺς μετόχους σου»: «Γι’ αυτό», λέει στη συνέχεια ο ψαλμός, «Σε έχρισε, ω Θεέ, ο Θεός Σου- δηλαδή ο Θεός Πατήρ έχρισε Εσένα, ω Θεέ, που έγινες άνθρωπος, και Σε χρίει ως άνθρωπο, με το έλαιο της αγαλλιάσεως, πέρα και πάνω από όλους εκείνους,που στάθηκαν ποτέ χρηστοί Κυρίου, βασιλείς ή προφήτες».
Ομολογουμένως βλέπουμε σε αυτό το πρώτο μέρος, που τόσο σύντομα σας το είπα, αυτό το θαυμαστό πρόσωπο. Είναι, αναγνωρίζετε, και πολύ περισσότερο θα Τον αναγνωρίζαμε εάν κάναμε μία εκτενή ανάλυση, ότι είναι ο Ενανθρωπήσας Υιός του Θεού. Όπως θαυμάσια ο Απόστολος Παύλος, στο Α΄ κεφάλαιο, στίχος 9 στην ‘’προς Εβραίους’’ επιστολή του, κάνει χρήση αυτού του στίχου που λέγει: «ἔχρισέ σε, ὁ Θεός, ὁ Θεός σου ἔλαιον ἀγαλλιάσεως» και τον στίχο αυτόν ο Απόστολος Παύλος θεοπνεύστως τον εφαρμόζει στο πρόσωπο το θεανθρώπινο του Ιησού Χριστού.
Αλλά καιρός να δούμε και την εικόνα του μυστικού εκείνου βασιλέως Χριστού, να συμπληρώνεται με τους γάμους Του με τη μυστική εκείνην νύμφη, της οποίας τα κάλλη, οι ομορφιές, περιγράφονται στους υπόλοιπους στίχους του Ψαλμού. Είναι η Εκκλησία. Επειδή όμως, όπως σας είπα, το κορύφωμα των πιστών της Εκκλησίας είναι η Θεοτόκος, γι’ αυτό και οι έπαινοι της Εκκλησίας, στην ολότητά τους εφαρμόζονται και όλως ιδιαίτερα μάλιστα στη Θεοτόκο.
Μην ξεχνάμε εκείνη την οπτασία του αγίου Αποστόλου και Ευαγγελιστού Ιωάννη στο 12ο κεφάλαιο της Αποκαλύψεως, που λέγει: «Καὶ σημεῖον μέγα ὤφθη ἐν τῷ οὐρανῷ(:Και φάνηκε μεγάλο θαύμα στον ουρανό), γυνὴ περιβεβλημένη τὸν ἥλιον(:γυναίκα, η οποία είναι ντυμένη τον ήλιο), καὶ ἡ σελήνη ὑποκάτω τῶν ποδῶν αὐτῆς(:η σελήνη -ως αλλοιουμένη, που αλλοιούται, είναι γνωστό, οπτικώς, σύμβολο του κόσμου τούτου- είναι κάτω από τα πόδια της), καὶ ἐπὶ τῆς κεφαλῆς αὐτῆς στέφανος ἀστέρων δώδεκα καὶ ἐν γαστρὶ ἔχουσα (:εγκυμονούσε· προσέξτε, εγκυμονούσε η γυναίκα αυτή)…(αφήνω μερικά)…ἔτεκεν υἱὸν ἄῤῥενα (:εγέννησε άρρενα υιό-συνεπώς είναι η Θεοτόκος, η οποία γεννά τον άρρενα υιό, δηλαδή τον Ιησού Χριστό), ὃς μέλλει ποιμαίνειν πάντα τὰ ἔθνη ἐν ῥάβδῳ σιδηρᾷ(:ο οποίος πρόκειται με σιδερένια ράβδο να ποιμάνει όλα τα έθνη)·αναμφισβήτητα είναι ο Ιησούς Χριστός, όπως τον σημειώνει και ο 2ος Ψαλμός του Δαβίδ, και επειδή ο διάβολος, ο δράκων, για τον οποίο θα μιλήσει παρακάτω ο ιερός Ευαγγελιστής, είναι έτοιμος να αρπάξει το παιδί, να το καταβροχθίσει, είναι η επιθυμία του να τον θανατώσει και τον θανατώνει επί του Σταυρού, αλλά ο Κύριος ανεστήθη· μέσα σε έναν στίχο, ο ιερός Ευαγγελιστής βάζει όλον τον ανθρώπινο βίο του Χριστού)· καὶ ἡρπάσθη τὸ τέκνον αὐτῆς πρὸς τὸν Θεὸν καὶ πρὸς τὸν θρόνον αὐτοῦ». Κλείνει με την Ανάληψή Του. Βλέπετε, μέσα σε μία φράση, όλος ο βίος του Χριστού.
Ο Χριστός λοιπόν· η Θεοτόκος λοιπόν· η οποία έφερε τον Χριστό στον κόσμο. Σαφέστατα. Και λέγει στη συνέχεια: «καὶ ἡ γυνὴ ἔφυγεν εἰς τὴν ἔρημον…». Πήγε η Θεοτόκος στην έρημο; Όχι. Ποιος πήγε στην έρημο; Η Εκκλησία. Να λοιπόν, βλέπει κανείς σαφέστατα, σαφέστατα να συμπλέκεται εδώ, σε αυτό το όραμα του Ευαγγελιστού Ιωάννου στην Αποκάλυψη, όπως ακριβώς συμπλέκεται και στον 44ο Ψαλμό, η Εκκλησία με το πρόσωπο της Θεοτόκου. Επί παραδείγματι, στον 44ο Ψαλμό άλλοτε μεν αναφέρεται ως «βασίλισσα και σύζυγος» και άλλοτε αναφέρεται «θυγάτηρ». Πώς είναι δυνατόν ποτέ να είναι το ίδιο πρόσωπο και σύζυγος και θυγάτηρ; Γιατί; Γιατί απλούστατα εδώ βλέπει κανείς αυτήν την εναλλαγή μεταξύ Εκκλησίας και Παναγίας, και θα επαναλάβω, η Υπεραγία Θεοτόκος είναι η Επιτομή της Εκκλησίας.
Συνεπώς, παν ό,τι «κατηγορείται», αναφέρεται, στην Εκκλησία, στην Θεοτόκο κατηγορείται. Δηλαδή «αναφέρεται». Και παν ό,τι κατηγορείται στον Χριστό, στην Θεοτόκο κατηγορείται. Ό,τι λέμε για την Εκκλησία, για την Παναγία μιλάμε. Ό,τι λέμε για τον Χριστό, για την Παναγία μιλάμε! Γιατί αυτό το θεωμένο σώμα του Χριστού, είναι το σώμα της Θεοτόκου,που είναι η Εκκλησία. Βλέπει κανείς με σαφήνεια αυτά τα πράγματα.
Και ας έλθουμε να δούμε μία επιλογή στους στίχους, πολύ πολύ γρήγορη:
«Παρέστη ἡ βασίλισσα ἐκ δεξιῶν σου», λέγει ο 10ος στίχος. «Παραστάθηκε πλάι σου», λέγει, «η βασίλισσα στα δεξιά σου». Παρέστη. Η Θεοτόκος, ως γνωστό, ότι μετά την Κοίμηση, την Ανάστασή της και την Ανάληψή της στον ουρανό, παρέστη εκ δεξιών του βασιλέως Υιού της και Κυρίου της. Στάθηκε δεξιά Του. Ο Κύριος, λέγει, κάθισε στα δεξιά του Θεού Πατρός. 
Η Θεοτόκος παρέστη. Στάθηκε. Ποια η διαφορά; Ο Κύριος κάθισε ως ομοούσιος με τον Πατέρα. Η Θεοτόκος παρέστη, στάθηκε, σαν κτίσμα. Διότι η Θεοτόκος είναι κτίσμα. Είναι σάρκα από τη σάρκα μας. Αλλά εδώ βλέπει κανείς παρά ταύτα, να αποδίδεται στην Υπεραγία Θεοτόκο μία παμμεγίστη τιμή και μία παμμεγίστη δόξα, του ότι βρίσκεται στα δεξιά του Υιού της στον ουρανό, ο οποίος είναι στα δεξιά του Θεού Πατρός. Γι’ αυτό και λειτουργικά η Θεοτόκος πάντοτε είναι στα δεξιά του Υιού της· και στο άγιο δισκάριο, που τελούμε την προσκομιδή, βάζουμε στα δεξιά πάντα του Αμνού, τη μερίδα της Θεοτόκου. Είναι πάντα στα δεξιά, και μάλιστα εκεί, άμα λέμε, κάνουμε την προσκομιδή, λέμε τα ίδια λόγια που λέγει και ο 44ος Ψαλμός. Δηλαδή το «παρέστη ἡ βασίλισσα ἐκ δεξιῶν σου» κτλ.
Τι σημαίνει «ἐν ἱματισμῷ διαχρύσῳ περιβεβλημένη, πεποικιλμένη»; Τι θα πει αυτό; Αυτός ο διάχρυσος ιματισμός, μας θυμίζει εκείνο που λέγει η Αποκάλυψη, ότι εκείνη η γυνή την οποία είδε ο Ιωάννης, ήταν περιβεβλημένη τον ήλιο, ήταν ντυμένη τον ήλιο. Τι θα πει εκεί, στην εικόνα εκείνη; Ως φως. Εδώ στην εικόνα του Ψαλμού ως χρυσάφι. Θέλει να δείξει τη θεωμένη πια Θεοτόκο, τόσο στην ψυχή, όσο και στο σώμα. Αυτός δε ο ποικίλος ιματισμός, όπως λέγει ο Μέγας Αθανάσιος, δεν είναι τι άλλο παρά πίστη- ελπίς-αγάπη. Είναι οι τρεις μεγάλες θεολογικές αρετές, τις οποίες κατείχε σε ύψιστο βαθμό η Υπεραγία Θεοτόκος. Και όλα αυτά, αγαπητοί μου, διότι η Μαρία είναι η «εὐλογημένη ἐν γυναιξί», όπως λέγεται στο κατά Λουκάν Ευαγγέλιο. Είναι εκείνη που ευαρέστησε ελευθέρως στον Θεό και έγινε υπήκοος του Θεού, όπως υπήκοος του Θεού έγινε και ο Υιός της ο Ιησούς Χριστός. Γι’ αυτό ακριβώς, επειδή στάθηκε η «εὐλογημένη ἐν γυναιξί», έγινε και η βασίλισσα. Η βασίλισσα στα δεξιά του Υιού της. Και στάθηκε βασίλισσα, διότι έγινε Θεοτόκος! Και έγινε Θεοτόκος διότι στάθηκε πιστή και υπάκουη στον Θεό Πατέρα.
Ο επόμενος στίχος, ο 11ος, λέγει: «Ἂκουσον, θύγατερ, καὶ ἴδε καὶ κλῖνον τὸ οὖς σου». Δηλαδή, «άκουσε, ω θυγατέρα, και πρόσεξε και κάνε έτσι το αυτί σου να ακούσεις»! Περίφημο. Λέγει ο Μέγας Βασίλειος ότι αυτό το «θύγατερ» ανήκει στον Δαβίδ· που συμβουλεύει μυστικά τη μακρινή του εκείνη απόγονο, δηλαδή τη Θεοτόκο Μαρία, τη μακρινή του εκείνη θυγατέρα- απέχει δε χίλια χρόνια- όταν της λέγει ότι «εσύ είσαι θυγατέρα μου, διότι είσαι εκ του σπέρματός μου». Λοιπόν, πρόσεξε, να έχεις γυμνασμένο τον νου σου προς θεωρίαν! Εκείνο το «ἴδε», κοίταξε, θα πει «να έχεις θεωρία»· ώστε όταν έχεις αυτήν την πνευματική θεωρία να μπορέσεις να αποδεχτείς την πρόταση που θα σου κάνει ο αρχάγγελος Γαβριήλ, για το μεγάλο εκείνο θέμα, που εμένα ο Θεός μού ορκίστηκε ότι θα μου το δώσει. Ότι θα έρθει ο Μεσσίας.
Ακόμη ο Μέγας Αθανάσιος γράφει ότι εκείνο το «ἄκουσον» αναφέρεται πάλι στη Θεοτόκο και πάλι μυστικά συμβουλεύει ο Δαβίδ τη μακρινή του απόγονο να υπακούσει στο θέλημα του Πατρός, για να γίνει η μητέρα του Θεού Λόγου, κατά το ανθρώπινον. Ως να λέγει ο Δαβίδ στη Θεοτόκο τη Μαρία: «Πρόσεξε, παιδί μου, πρόσεξε, να ζεις τη θεωρία του Θεού και να είσαι υπάκουος στον Θεό, διότι αλίμονό μου, αλίμονό μας· αν δεν ακούσεις, δε θα έρθει ο Μεσσίας στον κόσμο». Όλη η υφήλιος, όλη η ιστορία, και ο Αδάμ και η Εύα, όλοι οι απόγονοί του κρεμάστηκαν από τη Μαρία! Αν έπρεπε να το βλέπαμε αυτό κατά έναν οπτικό τρόπο, θα βλέπαμε τούτο: ότι η ανθρωπότητα ολόκληρη είχε πιασμένη την αναπνοή της σε ένα πρόσωπο. Αυτό το πρόσωπο θα σταθεί σωστό;
Εμείς δε σταθήκαμε σωστοί. Ούτε ο Αδάμ, ούτε η Εύα, ούτε ο Δαβίδ, κανείς. Κανείς! 
Ποιο θα είναι το πρόσωπο εκείνο που θα σταθεί σωστό, απόλυτα σωστό, που να φέρει τον Μεσσία στον κόσμο; Γι’ αυτό λοιπόν, βλέπουμε μία αγωνιώδη φροντίδα του Δαβίδ, μα και ολοκλήρου της ανθρωπότητας, γύρω από το θέμα αυτό. «Ἲδε, θύγατερ, ἄκουσον, θύγατερ», «πρόσεξε, από εσένα εξαρτιόμαστε».
Η Θεοτόκος, αγαπητοί μου, ω η Θεοτόκος…, είχε αναβάσεις θεωρίας. Γιατί; Πού το ξέρουμε αυτό; Το σύμβολο της Κλίμακος του Ιακώβ, στην οπτασία του , που την είδε την κλίμακα αυτή από την γη στον ουρανό, είναι η Θεοτόκος. Σημαίνει λοιπόν ότι η Θεοτόκος είχε αναβάσεις. Και στήθηκε αυτή η κλίμακα στη γη και ανήλθε στον ουρανό, για να κατέβει αυτή η θυγατέρα περί της οποίας ο λόγος και οι συμβουλές, για να κατέλθει ο Θεός Λόγος.
Αλλά και υπάκουσε στον ουράνιο Πατέρα όταν είπε: «Ἰδοὺ ἡ δούλη Κυρίου· γένοιτό μοι κατὰ τὸ ῥῆμά σου».
«Καὶ ἐπιθυμήσει», λέγει ο 12ος στίχος, ο επόμενος, «ὁ βασιλεὺς τοῦ κάλλους σου, ὅτι αὐτός ἐστι Κύριός σου». «Της ομορφιάς σου θα επιθυμήσει ο Κύριος, γιατί αυτός είναι ο Κύριός σου». Αυτό το κάλλος της Θεοτόκου, αγαπητοί μου, είναι το «Χαῖρε Κεχαριτωμένη» του αρχαγγέλου Γαβριήλ. Είναι η όλη εσωτερική ομορφιά της καρδιάς, που τη βλέπει μόνο ο Θεός. Εκείνο δε το «ἐπιθυμήσει», δείχνει πάλι εκείνο που λέγει ο αρχάγγελος στη Θεοτόκο: «Εὗρες γὰρ χάριν παρὰ τῷ Θεῷ». «Βρήκες χάρη από τον Θεό». Δηλαδή σε επιθύμησε. Έχει όμως αυτό το «ἐπιθυμήσει», έχει ένα βάθος, αγαπητοί, που εκφράζεται σαν δύναμη αγάπης στο «Άσμα Ασμάτων». Είναι ο Θεός αγάπη και ανταποκρίνεται σε ό,τι στέκεται προς Αυτόν σαν αγάπη. Πάντως αυτή η επιθυμία του Θεού προς την κτίση αναφέρεται ωραιότατα στο 8ο κεφάλαιο των Παροιμιών. Χρόνος δεν υπάρχει για ανάπτυξη. Είναι απροσμέτρητη, είναι ακατανόητη, είναι μυστική.
«ὅτι αὐτός ἐστι Κύριός σου»: Λέγει ο Μέγας Αθανάσιος ότι αυτό αντιστοιχεί με το «Χαῖρε, κεχαριτωμένη· ὁ Κύριος μετὰ σοῦ». «Ο Κύριος είναι μαζί σου». Και το «ὁ Κύριος μετὰ σοῦ» δεν έχει μόνο τη διάσταση της ευλογίας προς τη Μαρία, αλλά και την προσέγγιση. Την οντολογική προσέγγιση. Μία προσέγγιση ακατανόητη, όταν Αυτός ο Κύριος, αυτός ο Γιαχβέ, ο Κύριος του Ισραήλ, ο Θεός Λόγος έρχεται να ενοικήσει στα σπλάχνα της Υπεραγίας Θεοτόκου. Έτσι η Θεοτόκος είναι το μόνο κτίσμα που μπορεί να λέγει στον Θεό: «ὁ Κύριός μου καὶ ὁ Υἱός μου».
«Καὶ προσκυνήσεις αὐτῷ». Ναι, και η Θεοτόκος, μαζί με τους Αποστόλους, Τον προσκυνούν κατά την Ανάληψη. Οι Πατέρες όλοι υποστηρίζουν ότι ο αναστάς Κύριος πρώτα ενεφανίσθη στη μητέρα Του τη Θεοτόκο, η οποία βεβαίως και Τον προσεκύνησε. Αλλά και στον ουρανό, όταν αναστήθηκε και ανήλθε, προσεκύνησε τον Υιό της και τον Κύριό της.
«Τὸ πρόσωπόν σου λιτανεύσουσιν οἱ πλούσιοι τοῦ λαοῦ», λέει ο 13ος στίχος. Ποιοι είναι αυτοί οι πλούσιοι; Είναι οι πιστοί όλης της γης, που έχουν τον πλούτο της πίστεως. «Αυτοί θα ζητήσουν ικετευτικώς, δια λιτανειών, του προσώπου σου την εύνοια και τις πρεσβείες σου», ως να λέγουν, στη Θεοτόκο. Ναι, το βλέπετε. Οι παρακλήσεις, οι ικετήριοι κανόνες προς τη Θεοτόκο, η πλουσιότατη υμνογραφία και υμνολογία, όλα αυτά μαρτυρούν. «Τί ἐστί λιτανεύσουσιν», λέγει ο Ιερός Χρυσόστομος, «οἱ πλούσιοι τοῦ λαοῦ; Τιμήσουσι, δοξάσουσι, ἡ μεγάλη καί υψηλή νύμφη!». Και η ίδια η Θεοτόκος είχε πει, αγαπητοί μου, και βλέπει κανείς την προφητεία με την πραγμάτωση, το γεγονός στην Ιστορία: «Ἰδοὺ γὰρ ἀπὸ τοῦ νῦν μακαριοῦσί με πᾶσαι αἱ γενεαί».
Και ο 14ος στίχος: «Πᾶσα ἡ δόξα τῆς θυγατρὸς τοῦ βασιλέως ἔσωθεν, ἐν κροσσωτοῖς χρυσοῖς περιβεβλημένη, πεποικιλμένη». «Όλος ο πλούτος», λέγει, «είναι εσωτερικός». Είναι ο πλούτος της καρδιάς, είναι αυτό που την καθιστά Παν-αγία. «Κροσσοί» είναι οι πολυειδείς αρετές της, λέγουν οι Πατέρες, το πλήθος των αρετών. Μόνο η έσωθεν δόξα διαμένει και διασώζεται ενώπιον του Θεού. Η απέξω δόξα είναι σχήμα και περνά.
«Ἀπενεχθήσονται τῷ βασιλεῖ παρθένοι ὀπίσω αὐτῆς, αἱ πλησίον αὐτῆς ἀπενεχθήσονταί σοι», λέγει ο 15ος στίχος. Θα οδηγηθούν στον Βασιλέα Χριστό εκείνες οι ψυχές που ακολουθούν Εκείνην, την Θεοτόκο. Συνεπώς, η Θεοτόκος είναι αιώνιο υπόδειγμα προς μίμηση, ανδρών και γυναικών. Και όταν λέγει: «θα οδηγεί» σημαίνει είναι η Οδηγήτρια των ψυχών προς τον Χριστό. Έχουμε και τον τύπο τον εικονογραφικό της Οδηγητρίας, της Θεοτόκου.
«Ἀπενεχθήσονται ἐν εὐφροσύνῃ καὶ ἀγαλλιάσει»(16ος στίχος): είναι η όλη χαρά, που οι ψυχές βρήκαν τη Θεοτόκο, που τους οδηγεί στον Χριστό. Είναι οι ατέλειωτες εκείνες συνθέσεις και υμνολογίες, που διαρκώς προσφέρονται με ευγνωμοσύνη προς την Υπεραγία Θεοτόκο.
Αγαπητοί μου, στην αποψινή μας αγρυπνία, που γίνεται προς τιμήν της Υπεραγίας Θεοτόκου, πραγματούται ο θεόπνευστος 44ος Ψαλμός. Εμείς τι θα είχαμε να πούμε, όταν αισθανόμαστε αυτήν την κραταιά της Σκέπη να μας φροντίζει, να μας παρηγορεί, να μας συντηρεί με το ουράνιο «μάννα» του Υιού της; Αισθανόμαστε την παρουσία της πολύ κοντά μας. Μας αγκαλιάζει με τη στοργή της και σαν μοναδική οδηγήτρια, μας οδηγεί στους αιώνιους λειμώνες του Υιού της. Η Υπεραγία Θεοτόκος είναι η υπέρ-ευλογημένη. Ας είναι συνεχώς, από κάθε ψυχή και κάθε στόμα η αληθώς υπερευλογημένη, και τώρα και πάντοτε και εις τους αιώνας. Αμήν.

ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ
και με απροσμέτρητη ευγνωμοσύνη στον πνευματικό μας καθοδηγητή
μακαριστό γέροντα Αθανάσιο Μυτιληναίο,
μεταφορά της απομαγνητοφωνημένης ομιλίας σε ηλεκτρονικό κείμενο και επιμέλεια:
Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος

ΠΗΓΕΣ:
• Απομαγνητοφώνηση ομιλίας δια χειρός του αξιοτίμου κ. Αθανασίου Κ.
• http://www.arnion.gr/mp3/omilies/p_athanasios/ueotokos/ueotokos_063.mp3




Η μητέρα της σιωπής


Πόσες φορές έχω σταθεί μπροστά στην εικόνα Της, το κερί, και δεν είχα απολύτως τίποτα να της πω. Άδειο, τίποτα, μόνο μάτια, μόνο δάκρυα...

Δεν βγήκαν λόγια από τα ξεραμένα χείλη μου. Ούτε μια λέξη από το ταραγμένο μυαλό μου.

Όπως όταν σε κλείνει ο πόνος, όταν σε παγώνει στον πιο σκληρό χειμώνα της καρδιάς σου.

Σιωπή, κενό βλέμμα, παράλυτη καρδιά.

Όταν πονάς, δεν μιλάς, σιωπάς και τα κλάματα σου είναι τόσο δυνατά που δεν ακούγονται.

Είδα χείλη που δονούνταν αλλά δεν μιλούσαν. Φωνές βραχνές αλλά χωρίς να πουν λέξη. Όλος ο άνθρωπος γίνεται μόνο μάτια, όλο το σώμα μια κραυγή, μια άφωνη κραυγή.

Σιωπή, το σώμα σε στάση προσευχής, σε κατάσταση προσδοκίας...

Πόσες φορές δεν έχω προσευχηθεί σε αυτή την κατάσταση απόλυτης σιωπής. Αυτές τις κρύες νύχτες της μοναξιάς, σε φαινομενικά ατελείωτες νύχτες.

Η μόνη συντροφιά, η εικόνα της Θεοτόκου, μια αγκαλιά, ένα μητρικό χάδι, μια ζεστή αγκαλιά και ένας ήχος στο αυτί «σσσσσστ, όλα θα πάνε καλά...»

Αυτή είναι η Μητέρα του Θεού που ακούει τις προσευχές των σιωπηλών, που αν και δεν μιλάς, ξέρει τι λες, που χωρίς να εξηγεί ξέρει τι νιώθεις και σε καταλαβαίνει.

Προσευχήθηκα σε αυτή τη μητέρα της σιωπής και σήμερα, προσευχηθήκαμε όλοι, ακόμα και όσοι δεν πάνε στην Εκκλησία.

Άκουσε τις σιωπές μας, ένιωσε τις λαχτάρες και τις ανάγκες μας. Οι λύπες και οι αγωνίες μας, οι φόβοι και οι πανικοί μας, οι ματαιοδοξίες και οι απελπισίες μας.

Και να είσαι σίγουρος για ένα πράγμα, όσο κι αν σε σταυρώνουν οι άνθρωποι, ο Θεός θα σε αναστήσει.

Όσο σε πληγώνουν οι άνθρωποι, ο Χριστός θα είναι κοντά, όσο οι άνθρωποι καταστρέφουν τα όνειρά σου, η Μητέρα του Θεού θα γίνει αυτή που θα γεμίσει την καρδιά σου και στην πλατιά της αγκαλιά θα χωρέσουμε όλοι, προδότες και προδομένοι...

Γέρων Ιωσήφ ο Ησυχαστής