.

.

Δός μας,

Τίμιε Πρόδρομε, φωνή συ που υπήρξες η φωνή του Λόγου. Δος μας την αυγή εσύ που είσαι το λυχνάρι του θεϊκού φωτός. Βάλε σήμερα τα λόγια μας σε σωστό δρόμο, εσύ που υπήρξες ο Πρόδρομος του Θεού Λόγου. Δεν θέλουμε να σε εγκωμιάσουμε με τα δικά μας λόγια, επειδή τα λόγια μας δεν έχουν μεγαλοπρέπεια και τιμή. Όσοι θα θελήσουν να σε στεφανώσουν με τα εγκώμιά τους, ασφαλώς θα πετύχουν κάτι πολύ πιό μικρό από την αξία σου. Λοιπόν να σιγήσω και να μη προσπαθήσω να διακηρύξω την ευγνωμοσύνη μου και τον θαυμασμό μου, επειδή υπάρχει ο κίνδυνος να μη πετύχω ένα εγκώμιο, άξιο του προσώπου σου;

Εκείνος όμως που θα σιωπήσει, πηγαίνει με τη μερίδα των αχαρίστων, γιατί δεν προσπαθεί με όλη του τη δύναμη να εγκωμιάσει τον ευεργέτη του. Γι’ αυτό, όλο και πιό πολύ σου ζητάμε να συμμαχήσεις μαζί μας και σε παρακαλούμε να ελευθερώσεις τη γλώσσα μας από την αδυναμία, που την κρατάει δεμένη, όπως και τότε κατάργησες, με τη σύλληψη και γέννησή σου, τη σιωπή του πατέρα σου του Ζαχαρία.

Άγιος Σωφρόνιος Ιεροσολύμων

Να πεις στους χωριανούς σου και στους κατοίκους της γύρω περιοχής να μετανοήσουν!



Ένα συγκλονιστικό γεγονός συνέβηκε πρόσφατα στο χωριό Χρυσοβίτσα Μετσόβου. Ένας κάτοικος του χωριού (έχουμε στη διάθεσή μας, το όνομά του) οδηγούσε το αυτοκίνητο του έξω από το χωριό, στη θέση «Πολιτσές» όπου καλλιεργείται η φημισμένη πατάτα της Χρυσοβίτσας.

Στις 12 Ιουνίου γύρω στις 11:30 π.μ. εμφανίστηκε μπροστά του ως νεφέλη φωτεινή μια μαυροφόρα γυναίκα, με ένα βλέμμα γλυκύτατο και ταυτόχρονα αυστηρό και τον ρώτησε: «Με γνωρίζεις;» Εκείνος ταραγμένος της απάντησε: «Είσαι η Παναγία της Χρυσοβίτσας».

Και κείνη απαντά: «Είμαι η Παναγία όλου του κόσμου. Να πεις στους χωριανούς σου και στους κατοίκους της γύρω περιοχής να μετανοήσουν» και αμέσως εξαφανίστηκε.

Πρέπει να σημειωθεί ότι στο χωριό Χρυσοβίτσα, χωριό Ιερέων και Δασκάλων, αλλά και γεωργών που ασχολούνται με τη συστηματική καλλιέργεια της πατάτας, υπάρχει η Ιστορική Μονή Κοιμήσεως της Θεοτόκου Χρυσοβίτσας, που είναι ένα από τα μεγαλύτερα προσκυνήματα της Ηπείρου, της Θεσσαλίας και της Δυτικής Μακεδονίας.

Εκεί φυλάγεται η θαυματουργή εικόνα της Παναγίας της Χρυσοβίτσας, της οποίας η περιγραφή σώζεται σε χειρόγραφο της Ιεράς Μονής Ξηροποτάμου του Αγίου Όρους.

Στην κεντρική είσοδο του ναού της Κοιμήσεως της Θεοτόκου Χρυσοβίτσας υπάρχει επιγραφή σε λίθινη πλάκα με τη χρονολογία 1233.

Όπως και άλλη επιγραφή σε λίθινη πλάκα στα κελιά της Ιερά Μονής Κοιμήσεως της Θεοτόκου Χρυσοβίτσας αναφέρει τη χρονολογία 1253.

Επίσης κάτω από τη σημερινή αγιογράφηση υπάρχει και άλλη παλαιότερη αγιογράφηση.

Είναι στοιχεία που πρέπει να εξεταστούν από την 8η εφορία Βυζαντινών αρχαιοτήτων ώστε να αποκατασταθεί η ιστορικότητα της Ιεράς Μονής.

Η Εκκλησιαστική Επιτροπή της Ιεράς Μονής Κοιμήσεως της Θεοτόκου Χρυσοβίτσας και ο Πολιτιστικός- Μορφωτικός σύλλογος Χρυσοβίτσας, πραγματοποιούν φέτος στις 14 και 15 Αυγούστου Επετειακές- Εορταστικές εκδηλώσεις με την ευκαιρία της συμπλήρωσης 780 χρόνων από την εύρεση της Θαυματουργού Εικόνας της Παναγίας της Χρυσοβίτσας.

Romfea.gr

Η Μάνα μας. Κοντά μας, κι ας είναι η Βασίλισσα των ουρανών. Οικεία, κι ας δοξάζεται πολύ πιο πάνω από τους Αγγέλους.



«Η μητέρα του Θεού καλείται ‘έρκος των διαβόλων’, 
γιατί δεν είναι δυνατό ο διάβολος να καταστρέψει έναν άνθρωπο, εφόσον ο άνθρωπος αυτός καταφεύγει στη βοήθεια της Μητέρας του Θεού»
(Όσιος Σεραφείμ του Σαρώφ)

Στην καύση του Αυγούστου υπάρχει η δροσιά της ουράνιας Μάνας που καλύπτει όλο το μήνα, λες και δεν θέλει να μας εγκαταλείψει ούτε στις δυσκολίες ούτε στις διακοπές μας… Είναι εκεί ως παρουσία που η αγάπη κι όχι ο έλεγχός της μας προστατεύει. Κοντά μας, κι ας είναι η Βασίλισσα των ουρανών. Οικεία, κι ας δοξάζεται πολύ πιο πάνω από τους Αγγέλους.

«Όποιος δεν έζησε μάνα δεν μπορεί να νιώσει την Παναγία», μου είπε μια μέρα ο ποιητής Θεοδόσης Νικολάου. Είναι αλήθεια! Αλλά «το Πνεύμα όπου θέλει πνει» κι ανατρέπει τους ανθρώπινους υπολογισμούς. Άλλωστε, κι όσοι έχουν μάνα νιώθουν απαραίτητα και την Παναγία;
Ο Κύριος μας βεβαίωσε ότι «αδελφοί Του και μάνα Του είναι όσοι εφαρμόζουν το θέλημα του ουράνιου Πατέρα Του» (Ματθ. 12,50). Μια άλλη συγγένεια και μια άλλη σχέση δημιουργείται με το Χριστό, την Θεοτόκο και τους Αγίους, όταν αρχίσουμε να ζούμε κατά το θέλημα του Θεού.

Έτσι, η Παναγία γίνεται δική μας, όσο εμείς γινόμαστε δικοί τού Υιού Της. Να γιατί οι άγιοι είχαν ιδιαίτερη σχέση με τη «Μητέρα του Φωτός». Της έγραφαν ύμνους, τη χαιρετούσαν με τους Χαιρετισμούς, αγρυπνούσαν κουβεντιάζοντας μαζί Της. Είχαν την άνεση και την καλή παρρησία που έχουν τα υπάκουα παιδιά με τη μάνα τους. Αλλά και τα άτακτα, κι αυτά ως παιδιά Της, έτρεχαν σ’ αυτή με το θάρρος που πηγάζει από τη βεβαιότητα της στοργής της. Κι όλ’ αυτά όχι μόνο τότε, αλλά και τώρα και στους αιώνας.

Γιατί, όπως ο Χριστός είναι ο ίδιος «χθες και σήμερον και εις τους αιώνας», έτσι και η Παναγία παραμένει για τους χριστιανούς, ως «Μητέρα του Θεού ημών», η καταφυγή και η δύναμή μας, η παρηγοριά και η ελπίδα μας.

π. Ανδρέας Αγαθοκλέους

http://perivolakipanagias.blogspot.gr

Νά ζητᾶτε τέτοια πράγματα, τά ὁποῖα εἶναι φυσικό νά ζητοῦμε ἀπ' τόν Θεό!



«Είναι πολύ μεγάλο όπλο η προσευχή, μεγάλη ασφάλεια, μεγάλος θησαυρός, μεγάλο λιμάνι, απλησίαστος τόπος, μόνο όταν πλησιάζουμε τον Κύριο με νηφαλιότητα και με μεγάλη προσοχή, να προσευχόμαστε δε κατ' αυτόν τον τρόπο, ώστε να μη δίνουμε στον εχθρό δικαίωμα παρεμβάσεως στην δική μας σωτηρία ...
Γι' αυτό, παρακαλώ, να αγρυπνούμε κι έχοντος υπ' όψη τις επιβουλές του να φροντίζουμε περισσότερο κατά τον καιρό εκείνον, σαν να τον βλέπουμε παρόντα μπροστά στα μάτια μας κι έτσι να τον αποκρούουμε και να εκδιώκουμε κάθε σκέψη που διαταράσσει το λογισμό μας και να προσέχουμε με όλη μας τη δύναμη και να προσευχόμαστε, ώστε να μην μιλά μόνο η γλώσσα, αλλά να συμβαδίζει μαζί της και η διάνοια.
Γιατί εάν μεν λέει η γλώσσα τα λόγια και η διάνοια ρεμβάζει έξω, κι εξετάζει τα σχετικά με το σπίτι, σκεπτόμενη την αγορά, δεν μας ωφελεί καθόλου, αλλά απεναντίας κατακρινόμαστε περισσότερο! Γιατί αν δείχνουμε τόση προσοχή πλησιάζοντας κάποιον άνθρωπο, ώστε πολλές φορές να μη βλέπουμε ούτε αυτούς που βρίσκονται εκεί κοντά και να εντείνουμε την προσοχή μας ώστε να σκεπτόμαστε μόνο εκείνον τον όποιον πλησιάζουμε, πολύ περισσότερο πρέπει να κάνουμε αυτό με τον Θεό και να προσκολλούμαστε σ' Αυτόν με αδιάλειπτες προσευχές.
Γι' αυτό κι ο Παύλος έγραφε κι έλεγε: «Προσευχόμενοι σε κάθε καιρό εν πνεύματι» (Εφ. 6,18), όχι με τη γλώσσα μόνο, αλλά και με συνεχή αγρυπνία, και μ' όλη την ψυχή μας, «εν Πνεύματι».
Και τα αιτήματά μας πρέπει να είναι πνευματικά, η δε σκέψη μας να είναι πάντοτε καθαρή και η διάνοιά μας να είναι προσηλωμένη στα λεγόμενα.
Να ζητάτε τέτοια πράγματα, τα οποία είναι φυσικό να ζητούμε απ' τον Θεό, ούτως ώστε να πραγματοποιηθούν αυτά που ζητάτε.
Να είστε άγρυπνοι και σε συναγερμό ψυχής, νηφάλιοι, με μεγάλη προσοχή, χωρίς να αποχαυνώνεστε και να ξύνεστε και περιφέροντας τη σκέψη σας έδώ κι εκεί, αλλά να προετοιμάζετε τη σωτηρία σας με φόβο και τρόμο. «Γιατί μακάριος είναι εκείνος, που φοβάται τα πάντα για την ευλάβεια» (Παροιμ. 28,14).

(Αγ. Ιω. Χρυσοστόμου, απ' την Λ΄ ομιλία «Εις την Γένεσιν»)

http://1myblog.pblogs.gr

«Ἐκ τῶν λόγων σου δικαιωθήσεται καί ἐκ τῶν λόγων σου καταδικασθήση» (Ματθ. 12, 37)



Με όσα λέγει και εκφράζει με τη γλώσσα του ο άνθρωπος φανερώνει τις εσωτερικές του διαθέσεις, τις αρχές του, τον χαρακτήρα του, ολόκληρο τον ψυχικό του κόσμο. Και αν θελήσει προς στιγμή να υποκριθεί και να δείξει άλλη εικόνα του εαυτού του, έπειτα όμως θα έλθουν τα πράγματα για να φανερώσουν την πραγματική του ποιότητα.
Με όσα λέγει καθένας μπορεί να επιδράσει στον πλησίον του κατά τρόπο ωφέλιμο ή κατά τρόπο επιζήμιο. Δεν είναι λοιπόν παράδοξο αυτό που επιβεβαιώνει ο Χριστός, ότι δηλ. από τα λόγια του ο καθένας ή θα δικαιωθεί ενώπιον του Θεού και θα εύρη τη σωτηρία, ή θα καταδικασθεί και θα καταντήσει στην απώλεια. Τα όσα λέμε είναι ο καθρέπτης του εαυτού μας και από αυτό θα κριθεί το αιώνιο μέλλον μας.
Λόγια αλήθειας και συμβουλές χρήσιμες και λόγια παρηγοριάς και αγάπης είναι φυσικό να οδηγούν στη σωτηρία. Αντίθετα ψευδολογίες και ύβρεις και αισχρολογίες και συκοφαντίες και βλασφημίες, είναι αδύνατο να μην επισύρουν την οργή του Θεού και την καταδίκη.

Δ. Γ. Παναγιωτόπουλου, Από την Πηγή της Αλήθειας


http://agiabarbarapatras.blogspot.gr


Θεοτόκος,Παναγία,Μήτερ του Θεού,Η Χαρά των Χριστιανών!


Η Παναγία είναι το πνευματικό στόλισμα της ορθοδοξίας. Για μας τους Έλληνες είναι η πονεμένη μητέρα, η παρηγορήτρια κ' η προστάτρια, που μας παραστέκεται σε κάθε περίσταση. 
Σε κάθε μέρος της Ελλάδας είναι χτισμένες αμέτρητες εκκλησιές και μοναστήρια, παλάτια αυτηνής της ταπεινής βασίλισσας, κι' ένα σωρό ρημοκλήσια, μέσα στα βουνά, στους κάμπους και στα νησιά, μοσκοβολημένα από την παρθενική και πνευματική ευωδία της. Μέσα στο καθένα από αυτά βρίσκεται το παληό και σεβάσμιο εικόνισμά της με το μελαχροινό και χρυσοκέρινο πρόσωπό της, που το βρέχουνε ολοένα τα δάκρυα του βασανισμένου λαού μας, γιατί δεν έχουμε άλλη να μας βοηθήσει, παρεκτός από την Παναγία, «άλλην γαρ ουκ έχομεν αμαρτωλοί προς Θεόν εν κινδύνοις και θλίψεσιν αεί μεσιτείαν, οι κατακαμπτόμενοι υπό πταισμάτων πολλών».
Το κάλλος της Παναγίας δεν είναι κάλλος σαρκικό, αλλά πνευματικό, γιατί εκεί που υπάρχει ο πόνος κ' η αγιότητα, υπάρχει μονάχα κάλλος πνευματικό. Το σαρκικό κάλλος φέρνει τη σαρκική έξαψη, ενώ το πνευματικό κάλλος φέρνει κατυάνυξη, σεβασμό κι αγνή αγάπη. Αυτό το κάλλος έχει η Παναγία. Κι' αυτό το κάλλος είναι αποτυπωμένο στα ελληνικά εικονίσματά της που τα κάνανε άνθρωποι ευσεβείς οπού νηστεύανε και ψέλνανε και βρισκόντανε σε συντριβή καρδίας και σε πνευματική καθαρότητα.
Στην όψη της Παναγίας έχει τυπωθεί αυτό το μυστικό κάλλος που τραβά σαν μαγνήτης τις ευσεβείς ψυχές και τις ησυχάζει και τις παρηγορά. Κι' αυτή η πνευματική ευωδία είναι το λεγόμενο Χαροποιόν Πένθος που μας χαρίζει η θρησκεία του Χριστού, ένα βότανο άγνωστο στους ανθρώπους που δεν πήγανε κοντά σ' αυτόν τον καλόν ποιμένα.
Τούτη τη χαροποιά λύπη την έχουνε όλα όσα έκανε η ορθόδοξη τέχνη, και τα ευωδιάζει σαν σμύρνα και σαν αλόη, καν εικόνισμα είναι, καν υμνωδία, καν ψαλμωδία, καν χειρόγραφο, καν άμφια, καν λόγος, καν κίνημα, καν ευλογία, καν χαιρετισμός, καν μοναστήρι, καν κελλί καν σκαλιστό ξύλο, καν κέντημα, καν καντήλι, καν αναλόγι, καν μανουάλι, ότι και νάναι αγιωτικό. Από τα ονόματα και μόνο που έδωσε η ορθοδοξία στην Παναγία, και που μ'; αυτά την καταστόλισε, όχι σαν είδωλο θεατρικό, όπως γίνηκε αλλού που φορτώσανε μια κούκλα με δαχτυλίδια και σκουλαρήκια και με ένα σωρό άλλα ανίερα και ανόητα πράγματα, λοιπόν αυτά μοναχά, λέγω, φαίνεται πόσο πνευματική αληθινά είναι η λατρεία της Παναγίας στην ελληνική ορθοδοξία.
Πρώτα-πρώτα το ένα αγιώτατο όνομά της: Παναγία. Ύστερα τα άλλα: Υπερευλογημένη, Θεοτόκος, Παναμώμητος, Τιμιωτέρα των Χερουβείμ και ενδοξωτέρα ασυγκρίτως των Σεραφείμ, Ζώσα και Άφθονος, Πηγή, Έμψυχος Κιβωτός, Άχραντος, Αμόλυντος, Κεχαριτωμένη, Αειμακάριστος και Παναμώμητος, Προστασία, Επακούουσα, Γρηγορούσα, Γοργοεπήκοος, Ηγιασμένος Ναός, Παράδεισος λογικός, Ρόδον το Αμάραντον, Χρυσούν Θυμιατήριον, Χρυσή Λυχνία, Μαναδόχος Στάμνος, Κλίμαξ Επουράνιος, Πρεσβεία θερμή, Τείχος απροσμάχητον, Ελέους Πηγή, του Κόσμου Καταφύγιον, Βασιλέως Καθέδρα, Χρυσοπλοκώτατος Πύργος και Δωδεκάτειχος Πόλις, Ηλιοστάλακτος Θρόνος, Σκέπη του Κόσμου, Δένδρον αγλαόκαρπον, Ξύλον ευσκιόφυλλον, Ακτίς νοητού ηλίου, Σιών αγία, Θεού κατοικητήριον, Επουράνιος Πύλη, Αδικουμένων προστάτις, Βακτηρία τυφλών, Θλιβομένων η χαρά, και χίλια δυο άλλα, που βρίσκονται μέσα στα βιβλία της εκκλησίας. Κοντά σ' αυτά είναι και τα ονόματα που γράφουνε απάνω στα άγια εικονίσματά της οι αγιογράφοι: Οδηγήτρια, Γλυκοφιλούσα, Πλατυτέρα των Ουρανών, η Ελπίς των απελπισμένων, η Ταχεία Επίσκεψις, η Αμόλυντος, η Ελπίς των Χριστιανών, η Παραμυθία, η Ελεούσα κι άλλα πολλά, που γράφουνται από κάτω από τη συντομογραφία: ΜΗΡ ΘΥ, που θα πεί Μήτηρ Θεού.
Πόση αγάπη, πόσο σέβας και πόσα κατανυκτικά δάκρυα φανερώνουνε μοναχά αυτά τα ονάματα, που δεν ειπωθήκανε σαν τα λόγια οπού βγαίνουνε εύκολα από το στόμα, αλλά που χαραχτήκανε στις ψυχές με πόνο και με ταπείνωση και με πίστη. Αμή οι ύμνοι της πούναι αμέτρητοι σαν τάστρα τ'; ουρανού κ'; εξαίσιοι στο κάλλος, και που τους συνθέσανε οι άγιοι υμνολόγοι, «θίασον συγκροτήσαντες πνευματικόν»! Σ' αυτό το ευωδιασμένο περιβόλι βρίσκουνται όλα τα αμάραντα άνθη και τα ευωδιασμένα βότανα του λόγου.
Αληθινά προφήτεψε η ίδια η Παναγία για τον εαυτό της, τότε που πήγε στο σπίτι του Ζαχαρία και την ασπάσθηκε η Ελισάβετ, πως θα τη μακαρίζουνε όλες οι γενεές: «Εκείνες τις μέρες, σηκώθηκε η Μαριάμ και πήγε στην Ορεινή με σπουδή στην πολιτεία του Ιούδα και μπήκε στο σπίτι του Ζαχαρία και χαιρέτησε την Ελισάβετ. Και σαν άκουσε η Ελισάβετ τον χαιρετισμό της Μαρίας πήδηξε το παιδί μέσα στην κοιλιά της (2). Και γέμισε Πνεύμα Άγιο η Ελισάβετ και φώναξε με φωνή μεγάλη κ'; είπε: Βλογημένη είσαι εσύ ανάμεσα στις γυναίκες και βλογημένος ο καρπός της κοιλίας σου. Κι'; από πού μου ήρθε αυτό το καλό, νάρθει η μητέρα του κυρίου μου προς εμένα; γιατί μόλις ήρθε η φωνή του χαιρετισμού σου στ' αυτιά μου, ξεπέταξε το παιδί στην κοιλιά μου, κι' είναι μακάρια εκείνη που πίστεψε σε όσα της είπεν ο Κύριος.
Κι' είπε η Μαριάμ: «Δοξολογά η ψυχή μου τον Κύριο κι' αναγάλλιασε το πνεύμα μου για το Θεό τον σωτήρα μου, γιατί καταδέχθηκε να κυτάξει την ταπεινή τη δούλα του. Γιατί, να, από τώρα κ' ύστερα θα με μακαρίζουνε όλες οι γενεές, επειδή έκανε σε μένα μεγαλεία ο Δυνατός, κ' είναι αγιασμένο τ' όνομά του, και το έλεός του πηγαίνει από γενεά σε γενεά σε κείνους που έχουνε τον φόβο του». Αμέτρητες είναι οι υμνωδίες της Παναγίας, μα αμέτρητα είναι και τα σεμνόχρωμα εικονίσματά της, που καταστολίζουνε τις εκκλησιές μας, ζωγραφισμένα στο σανίδι είτε στον τοίχο. Σε κάθε ορθόδοξη εκκλησιά στέκεται το εικόνισμά της στο τέμπλο από τα δεξιά της άγιας Πόρτας.
Σε άλλες εικόνες ζωγραφίζεται και μοναχή, μα στα εικονίσματα του τέμπλου κρατά πάντα τον Χριστό στην αγκαλιά της απ' τ' αριστερά, σπάνια απ' τα δεξιά, (τότε λέγεται Δεξιοκρατούσα). Το κεφάλι της είναι σκεπασμένο σεμνά και σοβαρά με το μαφόριο, ένα φόρεμα φαρδύ κι' ιερατικό σκούρο βυσσινί, που πέφτει στον ώμο της απλόχωρο, αφήνοντας να φαίνεται μοναχά το μακρουλό πρόσωπό της και τα χέρια της. Από μέσα από το σκέπασμα φαίνεται μια στενή λουρίδα από το δέσιμο του κεφαλιού της που σφίγγει το μέτωπό της και αφίνει να φανούνε μονάχα οι άκρες των αυτιών της. Το μέτωπό της είναι σαν μελαχροινό φίλντισι, αγνό, απλό και κατακάθαρο.
Τα ματόφρυδά της είναι καμαρωτά, ζωηρά και μακρυά, φτάνοντας ίσαμε κοντά στ'; αυτιά της, τα μάτια της αμυγδαλωτά, ισκιωμένα, καστανά, βαθειά, σοβαρά μα γλυκύτατα, με τ'; ασπράδι καθαρό μα ισκιωμένο. Το βλέμμα της είναι μελαγχολικό απλό, ίσιο, ήσυχο, συμπαθητικό, αγαπητό, θλιμένο μα και μαζί χαροποιό, αυστηρό μα και μαζί συμπονετικό, αγιώτατο, πνευματικό, αθώο, σκεφτικό, άμωμο, ελπιδοφόρο, υπομονητικό, πράο, σεμνώτατο, μακρυά από κάθε σαρκικόν λογισμό, καθρέφτισμα μυστικό του παραδείσου, βασιλικό και ταπεινό, ανθρώπινο και θεϊκό, άκακο, αδελφικό, ευγενικό, ελεγκτικό, άγρυπνο, γαληνό, φιλάνθρωπο, μητρικό, παρθενικό, δροσερό, καυτερό για όσους έχουνε πονηρούς λογισμούς, τρυφερό,διαπεραστικό, ερευνητικό, απροσποίητο, ηγεμονικό, συγκαταβατικό, παρακαλεστικό, αμετασάλευτο. Η μύτη της είναι μακρυά και στενή, με μέτρο, ιουδαϊκή, άσαρκη, με λεπτά ρουθούνια, λίγο γυριστή, σεμνή.
Το στόμα της μικρό, ντροπαλό, φρόνινμο, κλειστό, καθαρό, ισκιωμένο κατά το μάγουλο, σαν να χαμογελά ελαφρά. Το πηγούνι της γυριστό, σεβαστό, ανεπιτήδευτο, ταπεινό. Το μαγουλό της, παρθενικό, καθαρό, χνουδωτό, ευωδιασμένο, ντροπαλό, χλωμό με μιαν ελαφρότατη ροδοκοκκινάδα. Ο λαιμός της γυρτός ταπεινά, σμίγει με το πηγούνι μ' ένα απαλό ίσκιασμα που το λέγανε οι παλαιοί γλυκασμό. Το όλο πρόσωπό της είναι ιερατικό και θρησκευτικό, και μαρτυρά αρχαία φυλή. Τα άχραντα χέρια της είναι μικρά, στενά μακροδάχτυλα, λεπτόνυχα. Με το αριστερό βαστά τον Χριστό, και το δεξί τόχει ακουμπισμένο σεμνά απάνω στο στήθος της, σε στάση παρακαλεστική, με το μεγάλο δάχτυλο μακρυά από τ' άλλα. Στα πιο αρχαία εικονίσματα αυτό το χέρι είναι πιο όρθιο και πιο ψηλά, κοντά στο λαιμό. Ο πιο αυστηρός τύπος της Παναγίας είναι η λεγόμενη Οδηγήτρια, που έχει όρθια την κεφαλή της, έκφραση απαθέστερη και το όλο σχήμα της είναι πιο ιερατικό.
Ενώ η Γλυκοφιλούσα έχει το κεφάλι της γυρτό κατά το παιδί της, που τ' αγκαλιάζει σφιχτότερα, κ' η έκφρασή της είναι πιο αισθηματική. Η Πλατυτέρα παριστάνεται καθισμένη απάνω στο θρόνο, αυστηρή κι' αλύγιστη, και βαστά τον Χριστό στα γόνατά της, ακουμπώντας τόνα χέρι της στον ώμο του και με τ' άλλο βαστώντας το πόδι του ή ένα μαντήλι.
Στην Ελλάδα, οι περισσότερες εκκλησιές της Παναγίας γιορτάζουνε κατά την Κοίμηση της Θεοτόκου, δηλαδή στις 15 Αυγούστου. Τα τροπάρια που ψέλνουνε σ' αυτή τη γιορτή είναι από τα πιο εξαίσια. Το δοξαστικό του Εσπερινού είναι το μονάχο τροπάρι που ψέλνεται με τους οχτώ ήχους, κάθε φράση κι' άλλος ήχος· αρχίζει από τον πρώτον ήχο και τελειώνει πάλι στον πρώτον.
Μα ολάκερη η Ελλάδα δεν υμνολογά την Παναγία μονάχα με τους ψαλτάδες και με τους παπάδες στις εκκλησιές, αλλά και με το κάθε τι της, με τα χωριά, με τα βουνά, με τα νησιά, πούχουνε τ' αγιασμένο τ' όνομά της. Τα καράβια βολτατζάρουνε στη δροσερή θάλασσα, ανοιχτά από τους κάβους πούναι χτισμένα τα μοναστήρια της, έχοντας στη πρύμνη σκαλισμένο τ' αγαπημένο και προσκυνητό όνομά της.
Όποιος ταξιδεύει στα ελληνικά νερά, σ' όποιο μέρος κι' αν βρεθεί τη μέρα της Παναγίας, θαν ακούσει απ' ανοιχτά τις καμπάνες απάνω από το πέλαγο. Άλλες έρχουνται από τ' Αγιον Όρος που το λένε Περιβόλι της Παναγίας, άλλες από την Τήνο πούχει το ξακουστό παλάτι της, άλλες από την Σαλαμίνα που γιορτάζει η Φανερωμένη, άλλες από τη Μυτιλήνη, από την Παναγιά της Αγιάσσος και της Πέτρας, άλλες από το Μοναστήρι της Σίφνου, άλλες από τη Σκιάθο, άλλες από τη Νάξο, από κάθε νησί, από κάθε κάβο, από κάθε στεριά.

Φώτης Κόντογλου

Εἶπε ὁ γέρων Παϊσιος...




Μόνο μέ τή μετάνοια θά ἐρθει τό ποθούμενο !


http://hristospanagia3.blogspot.gr

ΤΙ ΘΑ ΔΟΥΝ ΤΑ ΜΑΤΙΑ ΜΑΣ…




Ο Μάρκος ο Ευγενικός πάλεψε με το μεγάλο θηρίο, τον πάπα, που τόσα χρόνια βασανίζει τον κόσμο. Και τώρα στα χρόνια μας- τι θα δούνε τα ματάκια μας…, προτιμότερο να μας πάρει ο Θεός από τον κόσμο τούτο, παρά να δούμε τις κακές ημέρες που έρχονται- κακά σημάδια έχομε. Ας γλεντάνε ας διασκεδάζουν, ας βγάζουν τα μάτια τους έρχεται η οργή του Θεού. Χειρότερη από κείνη που ζήσαμε το 1940. Θυμάστε την πείνα, θυμάστε τη δυστυχία, θυμάστε τη σκλαβιά; Θυμᾶστε τις κρεμάλες; Θυμάστε όλα αυτά που ζήσαμε όλοι όσοι μείναμε πιστοί στην πατρίδα και την Εκκλησία; Έρχονται πάλι τέτοιες ημέρες.

Θεολόγοι, παπάδες, δεσποτάδες, πατριάρχες μας λένε να πάμε να προσκυνήσουμε τον πάπα. Πέφτουμε από το θρόνο μα τον πάπα δεν τον προσκυνάμε. Και τρεις μητροπόλεις, της Ελευθερουπόλεως, της Φλωρίνης και της Παραμυθιάς παύσαμε το μνημόσυνο του πατριάρχου Αθηναγόρα. Γιατί; Θέλει με το ζόρι να μας κάνει Φράγκους. Δεν θα γίνουμε Φράγκοι. Το γράψαμε στον Αθηναγόρα είμεθα έτοιμοι και το θρόνο και τη ζωή μας να χάσουμε, παρά να προσκυνήσουμε τον πάπα. Έρχονται τέτοιες κακές ημέρες όλοι θέλουν να πάμε στον πάπα.

Εγώ νομίζω, ότι πρέπει να μείνουμε ορθόδοξοι. Ορθόδοξοι όπως και οι πατέρες μας, ορθόδοξοι όπως γενεαί γενεών όπως φωνάζει ολόκληρος η Ιστορία. Είμαστε παιδιά των προμάχων της Ορθοδοξίας, του Μάρκου του Ευγενικού και του Μεγάλου Αθανασίου, είμεθα παιδιά του αγίου Νικολάου, είμεθα παιδιά του αγίου Δημητρίου, είμεθα παιδιά της Ορθοδοξίας και κανείς μας με τη βοήθεια του Θεού δεν θα την αρνηθεί.

Ας παρακαλέσουμε τον Θεό, να μας κρατήσει όλους ενωμένους, πιστούς εις την αγία μας Ορθοδοξία, της οποίας το κάλλος είναι αμήχανον και η δόξα είναι απερίγραπτος.

Aπο το βιβλίο Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αυγουστίνου Καντιώτου
«ΟΙ ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΙ ΣΤΟΥΣ ΕΣΧΑΤΟΥΣ ΚΑΙΡΟΥΣ», εκδοση Β΄, 2008, σελ. 38

Ἀδελφοί μου, μετανοεῖτε, ἐπειδή πλησιάζει ἡ Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν






Ἐπειδή ποτέ μέχρι τώρα δέν ἦταν τόσο ἀδύναμα τά βασίλεια τῆς γῆς. 

Τά βασίλεια τῆς γῆς δέν ἦταν πιό ἀνίσχυρα νά προσφέρουν στήν ἀνθρώπινη ζωή κάποια ὑψηλή ἀξία καί κάποιο ὑψηλό στόχο. Γι᾿ αὐτό τό λόγο δέν μποροῦν νά γλυκάνουν τή ζωή μέ κάποιο αἰώνιο καλό, οὔτε νά μεταμορφώσουν τήν ἀνθρώπινη ζωή μέ τή χαρά καί τό φῶς.

Οἱ πρόγονοί σας ἁμάρτησαν, ἁμαρτήσατε καί ἐσεῖς. Ἀπό τή διπλή ἁμαρτία, εἶναι διπλό καί τό φορτίο στή ζωή σας. Μετανοεῖτε, γιά νά μήν σηκώσουν οἱ γιοί σας τριπλάσιο φορτίο καί οἱ ἀπόγονοί σας τετραπλάσιο φορτίο.

Ἄν ἐσεῖς, οἱ κάτοικοι τῆς πρωτεύουσας μετανοήσετε, θά δεῖτε σύντομα πώς ἡ μετάνοια εἶναι κολλητική. Θά δεῖτε στή συνέχεια, καί πώς ὅλος ὁ λαός μας θά μετανιώσει. Ὁ λαός μας ἔχει ὡς παράδειγμα τώρα τίς δικές σας ἁμαρτίες καί λάθη, ὁ λαός τῆς ἐπαρχίας ἔχει ὡς παράδειγμα τίς ἁμαρτίες καί τίς κακές συνήθειες τῆς πρωτεύουσας, τόν ἐγωισμό της, τήν μιαρότητά της καί τήν ἀθεΐα της. Ὁ λαός μας ἐάν ἡ πρωτεύουσα ἦταν ἐνάρετη, γρήγορα θά τήν μιμοῦνταν.Ἐπειδή δέν εἶναι μόνον ἡ ἁμαρτία κολλητική, κολλητική εἶναι καί ἡ ἀρετή!

Ἡ ψυχή τοῦ λαοῦ, λυπημένη παρακολούθησε ὅλους τούς δρόμους τῆς πρωτεύουσας, πού τήν ἀπομάκρυναν ἀπό τόν Θεό. Μέ εὐλογημένη χαρά θά παρακολουθήσει καί ὅλους τούς δρόμους, πού ὁδηγοῦν στόν Θεό, γιατί τίποτε πιό τρυφερό καί πιό ὡραῖο δέν ὑπάρχει ἀπό τήν ψυχή ἑνός ταλαιπωρημένου καί ἁπλοῦ λαοῦ! Γι᾿ αὐτό τό λόγο, μιά τέτοιου εἴδους ψυχή ὁδηγεῖται στό στραβό δρόμο, ἀλλά καί εὔκολα «ἰσιώνει». Ἄν μόνο ἐσεῖς, οἱ κάτοικοι τῆς πρωτεύουσας μετανιώσετε, θά δεῖτε τό θαῦμα τῆς μετάνοιας τοῦ ὑπόλοιπου λαοῦ, θαῦμα πού σάν αὐτό οἱ ἄνθρωποι σπάνια βλέπουν. Τώρα εἵστε περήφανοι γιά τίς πολεμικές σας ἐπιτυχίες καί γιά τό κράτος σας. Ὁ Θεός ὅμως δέν θά σᾶς ρωτήσει τήν ὥρα τῆς κρίσης, οὔτε γιά τίς πολεμικές σας ἐπιτυχίες, οὔτε γιά τό κράτος σας, ἀλλά γιά τήν ψυχή σας πού «σαπίζει» λόγῳ τῶν ἁμαρτιῶν σας καί λόγῳ τῶν κακῶν συνηθειῶν σας. Δέν θά ζητήσει ὁ Θεός ἀπό ἐσᾶς ἐπικυρωμένα ἔγγραφα ἰδιοκτησίας τῶν ἀκινήτων σας, οὔτε τόν χάρτη τοῦ κράτους σας, ἀλλά θά ζητήσει ἀπό ἐσᾶς τήν ψυχή σας, ἡ ὁποία γιά Αὐτόν εἶναι πιό πολύτιμη ἀπό ὅλους τούς θησαυρούς καί ἀπό ὅλους τούς πολιτισμούς σ᾿ ὅλη τή γῆ.

Τώρα δέν μπορεῖτε τίποτε νά καταλάβετε, ἀλλά ὅταν θά μετανιώσετε, θά ἀποκαλυφθεῖ ἡ φρικτή ἀλήθεια: πώς μέ τό βάρος τῆς περιουσίας σας, πού ἀγαπᾶτε εἰδωλολατρικά, μέ τό βάρος τοῦ τεράστιου κράτους σας καί μέ τό βάρος τῆς ματαιοδοξίας σας, συνθλίψατε τήν ψυχή σας. Λίγο ἀκόμα καί θά τήν μετατρέπατε σέ στάχτη.
Μποροῦν νά ἐλπίζουν οἱ ἄνθρωποι χωρίς ψυχή, πῶς ὁ Θεός θά τούς βοηθήσει; Θά νιώθουν ντροπή οἱ ἄνθρωποι αὐτοί ἐνώπιον τοῦ Χριστοῦ, ἀφοῦ τό πρώσοπό τους εἶναι σάν σβησμένο κάρβουνο; Ὁ Ἡρώδης καί ὁ Καϊάφας δέν ντράπηκαν ὅταν ἀντίκρισαν τό πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ, γιατί τό πρόσωπό τους καί ἡ ψυχή τους ἦταν σάν σβησμένο κάρβουνο.

Καί ἐσεῖς, ἐάν δέν μετανιώσετε, νά ξέρετε πώς θά ἀνήκετε στήν ἴδια ὁμάδα μέ τόν Ἡρώδη καί τόν Καϊάφα, θά εἵστε «δολοφόνοι» τοῦ Χριστοῦ, ὅπως κάι ἐκεῖνοι καί τό τέλος σας ἀναπόφευκτα θά εἶναι ἴδιο μέ τό δικό τους. Ἐπειδή ἴδιο εἶναι τό τέλος, ὅλων ὅσων γνώρισαν τόν Χριστό καί Τόν ἀρνήθηκαν.
Ἀπό τό βιβλίο: "Γιά τήν μετάνοια καί τήν ἐμπιστοσύνη στόν Θεό"

ΕΚΔΟΣΕΙΣ «ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΚΥΨΕΛΗ»

Ἁγίου Νικολάου Ἀχρίδος

«ζούμε στον καιρό του Αντίχριστου, εγώ δεν θα τον προλάβω, εσύ όμως θα τα ζήσεις αυτά»



«Διότι το να έχει κανείς επίγνωση του αληθινού Θεού 
είναι όλες οι αρετές μαζί» 
Σοφία Σολομώντος

Ένας άλλος κάτοικος αυτής της περιοχής, της Καψάλας, ήταν και ό γέρο-Σάββας.
Ήταν ψηλός, γύρω στο 1.90, μελαχρινός πού είχε ασπρίσει και αδύνατος. Όταν τον γνώρισα πρέπει να είχε γύρω στα 70 χρόνια ζωής. Ελαφρά καμπουριασμένος και όταν ήταν κουρασμένος έσερνε λίγο το πόδι του. Όταν τον έβλεπες έλεγες μέσα σου «τί λεβεντόγερος είναι αυτός». Πραγματικά τον θαύμαζα για την λεβεντιά του και την ανδρεία του. Ήταν Κρητικός.Τα κουτσομπολιά της περιοχής του καταλόγιζαν σαν μειονέκτημα ότι είχε αλλάξει πολλούς τόπους, σαν μοναχός και αυτό δεν ήταν καλό σημάδι. Όμως εγώ του είχα μία μεγάλη συμπάθεια πού μου την ανταπέδιδε και αυτός.
Ό π. Παΐσιος μου είχε μιλήσει γι' αυτόν με πολύ καλά λόγια, αλλά δεν ήταν μόνον αυτός ό λόγος πού τον συμπαθούσα. Ήταν αυτός ό ίδιος, ή λεβεντιά του, ή αρετή του, ή χάρις πού αναπαυόταν πάνω του και του έδιναν μία γλυκύτητα.
Οπότε περνούσα από το κελί του, σπάνια βέβαια, με καλοδεχόταν και μου μιλούσε.
Απ' όλες τις κουβέντες του, θυμάμαι κυρίως μία, πού τυπώθηκε στο μυαλό μου εξ αιτίας της βεβαιότητας, με την οποία μου την είπε. Είπε «ζούμε στον καιρό του Αντίχριστου, εγώ δεν θα τον προλάβω, εσύ όμως θα τα ζήσεις αυτά». Δεν πολύ χαμπάριζα τότε για τον Αντίχριστο. Αργότερα έμαθα περισσότερα και αργότερα εκτίμησα το βάρος της κουβέντας.
Το γεγονός όμως πού μ' έκανε να τον θαυμάσω ακόμα περισσότερο και να υποπτευθώ τον μεγάλο πνευματικό πλούτο πού έκρυβε μέσα στην ψυχή του, την δόξα της ψυχής του δηλαδή, θα σας το διηγηθώ αμέσως παρακάτω.
Πλησίαζε ή 15η Αυγούστου. Ή εορτή της Κοιμήσεως της Θεοτόκου. Όλο το Αγιον Όρος εόρταζε, από άκρη σ' άκρη. Το περιβόλι της Παναγίας τιμούσε, δοξολογούσε, χαιρόταν την προστάτιδα του, την Παναγία.
Σ' όλα τα μοναστήρια γινόντουσαν αγρυπνίες προς τιμήν της Παναγίας. Δεν υπήρχε μοναχός, δεν υπήρχε άνθρωπος πού να μη συμμετέχει σ' αυτή την πανήγυρη. Ετοιμαστήκαμε κι εμείς να κατεβούμε στο μοναστήρι, όπου ύπήγετο το κελί, για να πάρουμε μέρος στην αγρυπνία.
Εκείνη τη μέρα λοιπόν μ' έπιασε εμένα ένας φοβερός πόλεμος. Φοβερός για μένα, για τα μέτρα μου. Για τούς πατέρες πού ήταν προχωρημένοι θα ήταν ίσως... αστείος. Για μένα όμως ήταν κάτι πού μ' έφτασε στα όρια μου... Πώς ήταν: Ξαφνικά γέμισε το μυαλό μου από σκέψεις. Αν δηλαδή μια συνηθισμένη μέρα υπήρχαν για παράδειγμα 2-3 σκέψεις στο μυαλό μου το λεπτό, ας πούμε, ξαφνικά έγιναν 100-200 σκέψεις. Με μια μεγάλη ταχύτητα, ή μία πίσω από την άλλη σπρώχνονταν να χωρέσουν, πίεζαν αφόρητα, ή μια τραβούσε από τη μια μεριά, ή άλλη από την άλλη. Δημιουργούσαν σύγχυση στο νου, πράγμα πού επιδείνωνε την πίεση. Επί πλέον όλες αυτές ήταν αρνητικές σκέψεις, κακές σκέψεις, άσχημες σκέψεις, πού όλες με προέτρεπαν να μην πάω στην αγρυπνία. Τα έχασα! Τί ήταν αυτό;... Σκεφτείτε τώρα να συμβαίνει το εξής: Κάποιος φλύαρος, πονηρός, κακός και ύπουλος να μιλάει συνέχεια κολλημένος στο αυτί σας. Να σχολιάζει τα πάντα γύρω σας, ανθρώπους και καταστάσεις με τέτοια διάθεση. Προσπαθείς να τον αντικρούσεις, να βάλεις τα πράγματα σε κάποιο λογικό πλαίσιο και αυτός να μην σου δίνει σειρά να μιλήσεις. Σε βομβαρδίζει ακατάπαυστα. Γρήγορα σε πιάνει πονοκέφαλος και αθυμία.
Κι αν βέβαια ήταν κάποιος άνθρωπος, φεύγεις μακριά του, ησυχάζεις και ηρεμείς μετά από κάποια ώρα. Τί μπορεί να κάνει κανείς όμως, όταν δεν μπορεί να απαλλαγεί από αυτό το φλύαρο, κακό, άσχημο στόμα; "Όταν αύτη ή κατάσταση σε ακολουθεί και στο κρεβάτι σου; Όταν αύτη ή κατάσταση κρατήσει τρεις-τέσσερεις μέρες συνέχεια;... Πρόσθεσε τώρα πάνω στα προηγούμενα και το γεγονός ότι για πρώτη φορά αντιμετώπιζα τότε τέτοιες καταστάσεις. Ήταν ένας νοητικός πόλεμος. Πόλεμος με τις σκέψεις. Ό «πόλεμος των λογισμών», όπως τον ονομάζουν οι ορθόδοξοι μοναχοί.
Γνώριζα ότι δεν ήταν ό εαυτός μου. Προσπάθησα ν' αντιδράσω. Προσπάθησα να τις διώξω! Κανένα αποτέλεσμα, μάλιστα έγιναν και πιο έντονες. Λες και τις ερέθιζα. 
Προσπάθησα με την ευχή! Εύρισκα μεγάλη αντίσταση και γρήγορα, αδύναμα, υποχωρούσα και καμπτόμενος σταματούσα.
Ήμουν αδύναμος. Δεν μπορούσα ν' αντιδράσω! Σχεδόν δεν πίστευα σ' αυτό πού μου συνέβαινε.
Ό ησυχαστής πού με φιλοξενούσε, με μια ματιά πού μου έριξε, με κατάλαβε.
- Μαζεύτηκε το μελίσσι, μου είπε χαμογελώντας. Για να δούμε, θα κάνεις υπομονή;
Όντως ήταν σαν μελίσσι αυτές οι σκέψεις, γιατί «δάγκωναν» και... πονούσαν.
Δεν μπόρεσα να κοιμηθώ το βράδυ, γιατί το κακό συνεχιζόταν, και ή προσευχή μου γινόταν μηχανικά, χωρίς εσωτερική συμμετοχή.
Το πρωί το κεφάλι μου πονούσε. Ή αϋπνία είχε μειώσει τις δυνάμεις μου και είχα πια ένα γερό πονοκέφαλο. Νόμιζα ότι το μυαλό μου θα ξεβιδωθεί από τη γρηγοράδα, το στρίμωγμα και το αλλοπρόσαλλο των σκέψεων.
Το απόγευμα κατεβήκαμε στο μοναστήρι, όπου μας παραχώρησαν ένα δωμάτιο να ξεκουραστούμε λίγες ώρες πριν την αγρυπνία. Ξάπλωσα μεν, αλλά δεν μπόρεσα να ησυχάσω το νου μου.
"Άρχισε ή αγρυπνία και μπήκα στην εκκλησία πτώμα από την κούραση, το κακό συνεχιζόταν και καθώς ή κούραση μεγάλωνε εγώ γινόμουν όλο και χειρότερα.
Ό γέρο-Σάββας συμμετείχε κι αυτός στην αγρυπνία. Ήταν μοναχός πολλά χρόνια, "έμπειρος και προχωρημένος στα πνευματικά", όπως μου είχε πει ό π. Παίσιος. Ήρθε και με πλησίασε χαμογελώντας στο στασίδι όπου ήμουν σωριασμένος. Αγαπιόμασταν και χάρηκα πού τον είδα.
- Τί γίνεται, πώς πάει ό αγώνας; ρώτησε.
- Δύσκολα, γέροντα, είπα.
Καθώς έσκυψα να του φιλήσω το χέρι, το τράβηξε και μου έδωσε μία χαϊδευτική καρπαζιά στο κεφάλι. Τί έγινε; Πώς διαλύθηκε ή καταιγίδα; Πώς σκόρπισαν τα σύννεφα; Πώς έγινε τέτοια γαλήνη; Τί χαρά και ανακούφιση ήταν αυτή; Πού χάθηκαν όλες αυτές οι σκέψεις; Πώς σταμάτησαν έτσι ξαφνικά; Τί καρπαζιά ήταν αύτη; Τί θεία δύναμη κρυβόταν σ' αυτό το ροζιασμένο
χέρι;
Σήκωσα το κεφάλι μου ξαφνιασμένος και τον κοίταξα όλος χαρά.
- Άντε πάμε να ψάλλουμε λίγο, μου λέει και τον ακολούθησα χαρούμενος στο ψαλτήρι. Καθίσαμε δίπλα-δίπλα και ψάλλαμε στην Παναγία μας. Ένοιωθα τόσο άνετα, τόσο όμορφα, τόσο γλυκά δίπλα του. Με είχε σκεπάσει για λίγο με τις πνευματικές του φτερούγες.
Ανάμεσα στα ψαλσίματα μου είπε:
- Μη φοβάσαι, σε πειράζει ό δαίμονας. Δεν έχει δύναμη. Έμενα τί μου έκανε σήμερα! Το πρωί έκανα καθιστός κομποσκοίνι. Μου έφερε έναν ελαφρύ ύπνο και τον είδα να με κοροϊδεύει. "Όρμησα πάνω του να τον διώξω και έφυγε. Καθώς έφευγε τον ρώτησα από πού είσαι; Από το Ικόνιο, από το Ικόνιο φώναξε και χάθηκε. Εκεί από τη Μικρά Ασία. Είχαν πολλούς ειδωλολατρικούς ναούς εκεί. Ξύπνησα μετά και τον άκουγα πού φώναζε μέσα από το ρουμάνι, άλλοτε σαν ζώο, σαν γουρούνι, σαν... παράξενος, όλο αγριάδα. Για να μας φοβίσει το κάνει, να σταματήσουμε την προσευχή. "Όμως δεν έχει δύναμη, μόνο ψευτοφοβέρες κάνει από μακριά. Τον έχει δεμένο ό Θεός. Δεν τον αφήνει ελεύθερο, αλλιώς αυτός θα μας σκότωνε, θα μας έκανε κομμάτια.

Μη φοβάσαι, μας προστατεύουν ή Παναγία και οι Άγιοι.

Τί να φοβηθώ;... Έπλεα σε πελάγη χαράς!... Δέ μου είχε μόλις προ ολίγου ό γέροντας αποκαλύψει την πνευματική του δύναμη; Δέ με γλύτωσε απ' αυτό τον μπελά; Δεν έδιωξε μακριά μου το δαίμονα; Εγώ χαιρόμουν πού ό Θεός μου αποκάλυψε έναν ακόμη αληθινό μοναχό.
Καθώς προχωρούσε ή αγρυπνία, μπήκαν άλλοι άνθρωποι μεταξύ μας και χωρίσαμε με το γέροντα. Έβγαλα την αγρυπνία κανονικά από 'κει και ύστερα.
Μετά την αγρυπνία ξεκουραστήκαμε, και το πρωί όταν ξύπνησα, ό γέρο-Σάββας είχε φύγει από το μοναστήρι για το ησυχαστικό κελλάκι του.
Αυτό το ελαφρό χτυπηματάκι στο κεφάλι, έμοιαζε τόσο με αυτά πού μου έδινε ό γέρο-Παίσιος πού σχεδόν αυτόματα χους συσχέτισα τούς δύο τους.
Βέβαια ή «ένταση» της Χάριτος του γέροντος Παϊσίου, όπως την βίωσα εγώ, ήταν πολύ μεγαλύτερη. "Όμως ποιος μου λέει ότι αν ό πνευματικός κίνδυνος, ό πνευματικός αγώνας πού αντιμετώπιζα, ήταν πιο μεγάλος, ποιος μου λέει ότι δεν θα ανταποκρινόταν και σ' αυτό με μεγαλύτερη χάρη και ό γέρο-Σάββας;
Αλλά τί σημασία έχουν όλα αυτά; Είναι σαν να κοιτάς δυο ουρανοξύστες πού χάνονται στα βάθη του ουρανού και να προσπαθείς να μαντέψεις ποιος είναι ψηλότερος.
Καλλίτερα ας φροντίσουμε να οικοδομήσουμε πνευματικά την δική μας ψυχή.
Ό Θεός έχει πολλούς κρυμμένους Άγιους πού, όταν υπάρχει ανάγκη, τούς φανερώνει για να βοηθήσουν τον κόσμο.
Την ευχή σου να έχουμε όλοι μας γέροντα Σάββα, τώρα πού φαίνεται να βρίσκεται στην πόρτα μας ό Αντίχριστος. Αμήν.
Ό Απόστολος Παύλος μιλώντας για τον αντίχριστο λέγει:
«... ό αντικείμενος και ύπεραιρόμενος επί πάντα λεγόμενον Θεόν η σέβασμα, ώστε αυτόν εις τον ναόν του Θεού ως Θεόν καθίσαι, άποδεικνύντα εαυτόν ότι εστί Θεός... ου εστίν ή παρουσία
κατ ενέργειαν του σατανά εν πάση δυνάμει και σημείοις και τέρασι ψευδούς... ίνα κριθώσι πάντες οι μη πιστευσαντες τη αλήθεια, αλλ' εύδοκήσασντες εν τη αδικία». (Β' Θεσ., κεφ. β')

ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΡΑΚΟΒΑΛΗΣ

Οι άγιοι δεν λένε τί να κάνεις αλλά πώς να το κάνεις.



Οι άγιοι δεν λένε τί να κάνεις, όπως εμείς όταν συμβουλεύουμε τους άλλους. Οι άγιοι δεν διδάσκουν από τα βιβλία. Μιλούν μόνο γι΄ αυτό που έζησαν οι ίδιοι και μόνο αν ερωτηθούν. Το να μιλάνε χωρίς να ερωτηθούν, το θεωρούν αργολογία.

Οι άγιοι δεν λένε τί να κάνεις αλλά πώς να το κάνεις. Παράδειγμα δεν λένε να μη φοβάσαι ,αλλά λένε και το πώς να μη φοβάσαι. Διάβαζα την Ιθάκη. Ο Καβάφης λέει δεν θα φοβάμαι αν δεν κουβαλώ μέσα μου τους Λαιστρυγόνας. Ποτέ δεν σκέφτηκα πώς δεν θα τους κουβαλώ μέσα μου.

Η βασική θεραπεία είναι αυτή της Εκκλησίας, η εξαγόρευση στον εξομολόγο, αν πιστεύεις. Η εξομολόγηση μοιάζει με τη θεραπεία που εφαρμόζει ο λαός, όταν θεραπεύει το δάγκωμα του σκορπιού με το δηλητήριο του σκορπιού.

Ο Θεός στην απιστευτη φιλανθρωπία Του μετατρέπει αυτό που μας αρωσταίνει μέσα μας σε φάρμακο που μας θεραπεύει όταν το βγάζουμε έξω με τη θέλησή μας. Όχι με την ανάκριση ή με τον ψυχολόγο ή τον ψυχαναλυτή. Γιατί όχι; Γιατί δεν πληρώνει κανείς κάποιον για να του ανοίξει την καρδιά του.

Με αυτήν την έννοια ακούστε τα λόγια της ηρωίδας του Μπέργκμαν στη Φθινοπωρινή Συμάρδουφωνία: "Αν μ΄αγαπήσει κάποιος όπως είμαι, ίσως τολμήσω να δω κι εγώ τον εαυτό μου όπως είναι." Ο πνευματικός είναι στη θέση του Ιησού που μας αγαπάει όπως είμαστε.

Του Μόσχου Εμμανουήλ Λαγκουβάρδου

Παραπάνω ἀπ᾿ ὅλους εἶναι ὁ ΧΡΙΣΤΟΣ.



... Ὁ Χριστός εἶναι ὁ Βασιλεύς τῶν βασιλευόντων καί Κύριος τῶν κυριευόντων. Ὁ Χριστός ὡς πρός τή δύναμι καί τό μεγαλεῖο εἶναι ἀσύγκριτος. Ὁ Χριστός χωρίς στρατό, χωρίς ὅπλα, νίκησε καί ἵδρυσε τήν πιό μεγάλη βασιλεία τοῦ κόσμου, τήν Ἐκκλησία Του, τῆς ὁποίας οὐκ ἔσται τέλος.

Στρατιῶτες τοῦ Χριστοῦ εἴμαστε ὅλοι ὅσοι βαπτισθήκαμε στό ὄνομα Του καί ἀπό τό ὄνομά Του ὀνομαζόμαστε χριστιανοί. Ὡς χριστιανοί πρέπει νά ἔχουμε σάν πρότυπο στή ζωή μας τόν Κύριό μας Ἰησοῦ Χριστό. Καθώς, δηλαδή, ἔζησε ὁ Χριστός, ἔτσι πρέπει κ᾿ ἐμεῖς νά ζοῦμε. Στά ἴχνη Του πρέπει νά βαδίζουμε.
Ἅγιος ὁ Χριστός; Ἅγιοι κ᾿ ἐμεῖς. 
Δίκαιος ὁ Χριστός; Δίκαια πρέπει νά ζοῦμε κ᾿ ἐμεῖς. 

Ἐλεήμων καί φιλάνθρωπος ὁ Χριστός; Ἐλεήμονες καί φιλάνθρωποι πρέπει νά εἴμαστε κ᾿ ἐμεῖς. 

Ἀγάπησε ὁ Χριστός τόν ἄνθρωπο καί ἀπό τό σταυρό συγχώρησε τούς ἐχθρούς Του πού τόν σταύρωσαν; Κ᾿ ἐμεῖς ἄς συγχωροῦμε τούς ἐχθρούς μας. 

Κήρυξε τήν ἀλήθεια ὁ Χριστός; κ᾿ ἐμεῖς ἄς εἴμαστε ἕτοιμοι παντοῦ καί πάντοτε νά κηρύτουμε τήν ἀλήθεια, ἔστω κι ἄν κινδυνεύουμε νά σταυρωθοῦμε.

Καί τώρα ἄς ρωτήσουμε· Ζοῦμε καθώς θέλει ὁ Χριστός; Μιμούμεθα τό Χριστό στήν ἀρετή; Δυστυχῶς, καθώς φωνάζει ἡ σκληρή πραγματικότητα, οἱ περισσότεροι ζοῦμε ἀντίθετα ἀπ᾿ ὅ,τι ἔζησε ὁ Χριστός. Τό ὄνομα μόνο ἔχουμε, τοῦ χριστιανοῦ, ἀλλά ἡ ζωή μας εἶναι ἀντιχριστιανική, εἰδωλολατρική...

Ἐπισκόπου Αὐγουστίνου Καντιώτου

Ἀπό τό βιβλίο:"Αἰσιόδοξα μηνύματα γιά διέξοδο στά ἀδιέξοδά μας καί ἀσφάλεια στίς ἀνασφάλειές μας".

ΕΚΔΟΣΕΙΣ «ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΚΥΨΕΛΗ»

H ΔΥΝΑΜΗ ΤΗΣ ΠΡΟΣΕΥΧΗΣ

«Ἐλέησον ἡμᾶς, υἱὲ Δαυΐδ…»
 (Ματθ. 9,27)


ΖΟΥΜΕ σὲ μιὰ ἐποχὴ ἀπιστίας καὶ ἀθεΐας. Οἱ περισσότεροι μπορῶ νὰ πῶ δὲν πιστεύουν. Μέσα στοὺς ἑκατὸ ἀνθρώπους, ζήτημα σήμερα ἂν ἕνας πιστεύῃ εἰλικρινὰ στὸ Θεό. Οἱ ἄλλοι εἶνε ἀδιάφοροι, ἄπιστοι καὶ ἄθεοι.
Μοῦ ἔλεγε ἔνας παπᾶς μὲ δάκρυα, ὅτι εἶνε σαράντα χρόνια σ᾿ ἕνα χωριὸ μὲ πεντακόσες ψυχές. Καλὸς παπᾶς, δὲν ἔδωσε ποτέ ἀφορμὴ σκανδάλου. Χτυπᾷ τὴν καμπάνα κάθε Κυριακή, τοὺς προσκαλεῖ, πηγαίνει στὰ σπίτια τους. Καὶ ὅμως, ἂν πᾷς στὴν ἐκκλησιά, δὲ᾿ βρίσκεις παραπάνω ἀπὸ πέντε ἄντρες καὶ δέκα γυναῖκες· καὶ πολλὲς φορὲς τὸ καλοκαίρι δὲν ὑπάρχει οὔτε παιδὶ νὰ κρατήσῃ λαμπάδα. Ποῦ εἶνε; Δὲν ἐκκλησιάζονται.
Καὶ αὐτό, κατ᾿ ἀναλογίαν, γίνεται σχεδὸν παντοῦ. Κι ὅταν ὁ παπᾶς τοὺς λέει, Γιατί δὲν ἔρχεστε στὴν ἐκκλησία; ἀπαντοῦν· Τί νὰ κάνω στὴν ἐκκλησία;… Πηγαίνει στὸ καφενεῖο, πηγαίνει στὴν ταβέρνα, πηγαίνει στὰ γήπεδα, πηγαίνει ἐκδρομές, πηγαίνει παντοῦ, ἀλλὰ πόδια νὰ πάῃ στὴν ἐκκλησιὰ δὲν ἔχει. Καὶ μὲ αὐθάδεια λέει, Τί νὰ κάνω στὴν ἐκκλησία;…
Ἂν ὑπάρχῃ ὅμως ἕνα μέρος ποὺ εἶνε πιὸ ἀναγκαῖο ἀπὸ ὅλα νὰ πάῃ κανείς, αὐτὸ εἶνε ὁ ναὸς τοῦ Ὑψίστου. Ἐδῶ μέσα θὰ ᾿ρθῇς· ἐδῶ θὰ βαπτισθῇς, ἐδῶ θὰ στεφανωθῇς, ἐδῶ ὁ παπᾶς γιὰ τελευταία φορὰ θὰ πῇ «Δεῦτε τελευταῖον ἀσπασμὸν δῶμεν, ἀδελφοί, τῷ θανόντι…». Ἐδῶ εἶνε τὰ ἅγια καὶ τὰ ἱερά· ἐδῶ εἶνε οἱ ἅγιες εἰκόνες, ἐδῶ εἶνε οἱ ἄγγελοι καὶ οἱ ἀρχάγγελοι, ἐδῶ εἶνε τὰ μυστήρια τῶν μυστηρίων, ἐδῶ ἀκούγεται τὸ Εὐαγγέλιο, τὰ πάγχρυσα λόγια τοῦ Χριστοῦ. Ἐδῶ μέσα ὅλοι μας, σὰν μιὰ οἰκογένεια, φωνάζουμε καὶ παρακαλοῦμε τὸ Θεὸ καὶ λέμε «Κύριε, ἐλέησον». Καὶ αὐτὸ τὸ «Κύριε, ἐλέησον», ποὺ μπορεῖ νὰ τὸ πῇ καὶ ὁ γέρος ὁ ἀσπρομάλλης καὶ ὁ ἀγράμματος καὶ ἀστοιχείωτος κ᾿ ἕνα μικρὸ παιδάκι ποὺ κρατάει στὴν ἀγκαλιά της ἡ μάνα, αὐτὸ τὸ «Κύριε, ἐλέησον» κάνει θαύματα.
Ναί, θαύματα κάνει. Ποιός μᾶς τὸ λέει; Τὸ σημερινὸ εὐαγγέλιο.

Ὁ Χριστός, λέει, πῆγε σὲ μιὰ πόλι. Χιλιάδες κόσμος μαζεύτηκε, πατεῖς με – πατῶ σε. Πῆγαν ἀπὸ μιὰ περιέργεια, γιὰ νὰ δοῦνε ποιός εἶν᾿ αὐτὸς ποὺ κάνει θαύματα. Ἤθελαν νὰ δοῦνε τὸ Χριστό. Ἄλλοι ἀνέβηκαν στὶς στέγες, ἄλλοι στὰ δέντρα καὶ ὅπου ἀλλοῦ μποροῦσαν.
Ξαφνικά, μέσα στὸν κόσμο, ἀκούστηκαν φωνὲς ποὺ ἔλεγαν «Κύριε, ἐλέησον»· «Ἐλέησον ἡμᾶς, υἱὲ Δαυΐδ» (Ματθ. 9,27). Ποιός φωνάζει; Κανένας πλούσιος; Ὁ πλούσιος πρέπει νὰ χάσῃ τὰ χρήματα, νὰ χρεωκοπήσῃ, νὰ γίνῃ ζητιάνος, καὶ τότε θὰ πῇ τὸ «Κύριε, ἐλέησον». Ποιός φωνάζει; Κανένας δυνατὸς ποὺ ἔχει ἀξιώματα; Οὔτε αὐτοὶ φωνάζουν. Πρέπει νὰ πέσουν ἀπὸ τὰ ἀξιώματά τους, καὶ τότε θὰ φωνάξουν «Κύριε, ἐλέησον». Ποιός φωνάζει; Κανένας ὑγιής, ποὺ δὲν αἰσθάνεται κανένα πόνο; Μπᾶ· ὅταν ἔχῃς γερὰ τὰ κόκκαλα καὶ τὰ πνευμόνια καὶ τὴν καρδιά, Θεὸ δὲ᾿ ζητᾷς. Ὅταν πέσῃς στὸ κρεβάτι καὶ σὲ πάρουν μέσα στὸ χειρουργεῖο καὶ εἶνε ἕτοιμο τὸ μαχαίρι τοῦ γιατροῦ νὰ σὲ κάνῃ κομμάτια, τότε φωνάζεις «Κύριε, ἐλέησον». Ποιός φωνάζει; Οἱ χιλιάδες ἐκεῖνες τοῦ κόσμου, ἄντρες γυναῖκες παιδιά; Μόνο μιὰ φωνὴ ἀκούγεται σπαρακτική. Ποιός φωνάζει; Δύο φτωχοί, δυστυχισμένοι καὶ τυφλοὶ ἄνθρωποι. Δὲν βλέπανε καθόλου. Καὶ μόλις ἀκούσανε ὅτι μπαίνει ὁ Χριστὸς μέσα στὴν πόλι, ἐπειδὴ δὲν μποροῦσαν νὰ καταλάβουν ποῦ εἶνε, ἄρχισαν μὲ τὰ στόματά τους νὰ φωνάζουν «Ἐλέησον ἡμᾶς, υἱὲ Δαυΐδ». Καὶ τὸ φώναζαν διαρκῶς.
Ὁ Χριστὸς βάδιζε καὶ ἔκανε πὼς δὲν ἀκούει. Φθάνει καὶ μπαίνει σ᾿ ἕνα σπίτι. Σταματήσανε ἆραγε τότε οἱ τυφλοί; Ὄχι. Συνέχισαν ἀπ᾿ ἔξω, σὰν σκυλιά, νὰ φωνάζουν· «Κύριε, ἐλέησον». Ὁ Χριστὸς δοκίμαζε τὴν πίστι τους. Ἅμα εἶδε τὴ μεγάλη ὑπομονή τους, τοὺς λέει· «Πιστεύετε, ὅτι μπορῶ νὰ σᾶς κάνω καλά;». «Ναί, Κύριε», ἀκούστηκε μέχρι τὰ ἄστρα ἡ φωνή τους (Ματθ. 9,28).
Τότε ὁ Χριστὸς ―ἂς μὴν πιστεύουν οἱ ἄπιστοι, ἐμεῖς πιστεύουμε― τί ἔκανε; 
Ἅπλωσε τὰ ἅγιά του χέρια ἐπάνω στὰ σβησμένα τους μάτια· καὶ ἀμέσως, ὅπως ἄλλοτε ἄναψε τὸν ἥλιο καὶ τὰ ἄστρα, ἔτσι τὴ στιγμὴ ἐκείνη δυὸ ζευγάρια μάτια ἄνοιξαν, οἱ δύο ἄνθρωποι εἶδαν τὸ φῶς τους καὶ λέγανε χίλια εὐχαριστῶ. Καὶ ἀπὸ τὴν ἡμέρα ἐκείνη πήγαιναν παντοῦ καὶ διαλαλοῦσαν, ὅτι ὁ Χριστὸς τοὺς ἔκανε καλά.
Βλέπετε λοιπόν, ἀγαπητοί μου, τί κάνει τὸ «Κύριε, ἐλέησον»; Τὸ φώναξαν οἱ τυφλοί, τὸ ἄκουσε ὁ Χριστός, τοὺς ἐσπλαχνίσθη καὶ τοὺς ἔκανε καλά.

―Μὰ ποῦ εἶνε ὁ Χριστός; θὰ μοῦ πῆτε.
Ποῦ εἶνε ὁ Χριστός; Ἐδῶ εἶνε ὁ Χριστός, μέσα στὴν ἐκκλησία! Τὴν ὥρα ποὺ ἀκούγεται τὸ εὐαγγέλιο, τὴν ὥρα ποὺ βγαίνουν τὰ ἅγια, τὴν ὥρα ποὺ κρατάει ὁ παπᾶς τὸ δισκοπότηρο, τὴν ὥρα ποὺ κοινωνᾷς, ἐκεῖ εἶνε ὁ Χριστός. Ναί, αὐτή εἶνε ἡ πίστις μας. Κάθε ψίχουλο καὶ κάθε σταλαγματιὰ ἀπὸ τὸ ἅγιο δισκοπότηρο εἶνε ὁ Χριστός μας. Τὸ πιστεύεις; 
Ἔλα στὴν ἐκκλησιὰ καὶ φώναξε τὸ «Κύριε, ἐλέησον».
Στὴ θεία λειτουργία τὸ λέμε πολλὲς φορές. Ἀπὸ τὸ «Εὐλογημένη ἡ βασιλεία…» μέχρι τὸ «Δι᾿ εὐχῶν…» πάνω ἀπὸ πενήντα φορὲς λέμε τὸ «Κύριε, ἐλέησον». Ἀλλὰ πῶς τὸ λέμε; Δὲν ὑπάρχει κατάνυξις καὶ προσοχή.
Τὸ λέγανε καὶ πρὶν διακόσα χρόνια, μὰ τὴν ὥρα ποὺ τὸ λέγανε κλαίγανε. «Κύριε, ἐλέησον», ἔλεγε ἡ χήρα. «Κύριε, ἐλέησον», ἔλεγε τὸ ὀρφανό, «Κύριε, ἐλέησον», ἔλεγε ὁ σκλαβωμένος Ἕλληνας. «Κύριε, ἐλέησον», ἔλεγε ὁ τσομπάνος. «Κύριε, ἐλέησον», ἔλεγε ὁ χωριάτης. «Κύριε, ἐλέησον», τὸ ἔλεγαν ὅλοι. Ἀλλὰ τὴν ὥρα ποὺ τὸ λέγανε, τὸ πίστευαν ἀκραδάντως. Τώρα δὲν πιστεύουμε.
Στὰ παλιὰ τὰ χρόνια ἔφτανε τὸ «Κύριε, ἐλέησον» νὰ κάνῃ θαῦμα. Ἔπεφτε λ.χ. ἀκρίδα στὸν κάμπο τῆς Θεσσαλίας καὶ δὲν ἔμενε τίποτε. Καὶ πήγαιναν στὰ Μετέωρα, παίρνανε τὰ ἅγια λείψανα στὰ χέρια τους στὴν Καλαμπάκα καὶ στὰ Τρίκαλα (εχανε ἀγάπη καὶ ὁμόνοια μεταξύ τους, νηστεύανε τρεῖς μέρες, δὲν σμίγανε τὰ ἀντρόγυνα), καὶ κάνανε λιτανεία καὶ τὰ μικρὰ παιδιὰ φωνάζανε «Κύριε, ἐλέησον»· ἔ, δὲν περνοῦσε μέρα, καὶ ἕνας ἄνεμος ἔπαιρνε τὶς ἀκρίδες καὶ τὶς ἔρριχνε μέσα στὸν Πηνειὸ ποταμὸ καὶ δὲν ἔμενε οὔτε μία. Νά τί κάνει τὸ «Κύριε, ἐλέησον», ὅταν κανεὶς πιστεύῃ πραγματικά.
Ἀλλοῦ πάλι ἔπεφτε χολέρα καὶ θέριζε τοὺς ἀνθρώπους. Ἑκατό, διακόσοι νεκροί· δὲν προλαβαίνανε ν᾿ ἀνοίγουν τάφους. Καὶ πάλι νηστεύανε, κάνανε λιτανεία μὲ τὰ ἅγια λείψανα τοῦ ἁγίου Νικάνορος καὶ ἄλλων ἁγίων, καὶ βγαίνανε ἔξω στοὺς κάμπους καὶ στὰ βουνὰ καὶ παρακαλούσανε τὸ Θεό, καὶ ἡ χολέρα κοβότανε μὲ τὸ μαχαίρι.
Καὶ ἀλλοῦ πάλι, ποὺ εἶχε ἀνομβρία καὶ δὲν ἔπεφτε σταλαγματιὰ καὶ ἡ γῆ ἤτανε σὰν τὸ κεραμίδι, ἔβγαιναν πάλι ἔξω μὲ τὶς εἰκόνες καὶ τὰ λείψανα καὶ παρακαλοῦσαν. «Κύριε, ἐλέησον» λέγανε μὲ τὴν καρδιά τους, καὶ ὁ οὐρανὸς ἔβρεχε καὶ μούσκευε τὸ χῶμα.
Καὶ ἀλλοῦ, ποὺ γινόταν σεισμός, γονατίζανε καὶ προσευχότανε. «Κύριε, ἐλέησον» λέγανε, καὶ σταματοῦσε ὁ σεισμός.
Δὲν εἶνε παραμύθια αὐτά· τὰ θυμοῦνται οἱ μεγαλύτεροι. Ζωντανὴ εἶνε ἡ θρησκεία μας· ἀρκεῖ μόνο νὰ ἔχουμε δυνατὴ πίστι.
Ἀκούσατε, ἀγαπητοί μου, τί δύναμι ἔχει ἡ προσευχή, τὸ «Κύριε, ἐλέησον»;
Ἐδῶ εἶνε ὁ Χριστός μας. Καὶ ὅπως ἐρώτησε τοὺς δύο τυφλούς, ἐρωτᾷ κ᾿ ἐμένα, ἐρωτᾶ κ᾿ ἐσᾶς, ἐρωτᾷ ὅλους ἀνεξαιρέτως καὶ λέει·«Πιστεύετε ὅτι δύναμαι τοῦτο ποιῆσαι;».
Ἂς ἀπαντήσῃ ὁ λαός μας, ἂς ἀπαντήσουμε κ᾿ ἐμεῖς; Ἂν ποῦμε μὲ τὴν καρδιά μας «Ναί, Κύριε», τότε τὰ ἄστρα θὰ κατεβοῦν στὴ γῆ. Τότε θὰ δοῦμε θαύματα μεγάλα.
Ἂς παρακαλέσουμε τὸ Χριστό μας, νὰ μᾶς δώσῃ πίστι. Πίστι, ἀδέρφια μου, χρειαζόμεθα· πίστι σὰν ἐκείνη ποὺ εχανε οἱ δύο τυφλοί. Νὰ μᾶς δώσῃ πίστι, ὅπως εχανε οἱ πρόγονοί μας. Καὶ ὅταν ἔχουμε πίστι στὴν καρδιά, τότε φτάνει ἕνα «Κύριε, ἐλέησον» γιὰ νὰ γίνῃ τὸ θαῦμα. Τότε κ᾿ ἐδῶ στὴ γῆ θὰ ζήσουμε καλὰ καὶ εὐλογημένα, καὶ ὅταν κλείσουμε τὰ μάτια στὸ μάταιο αὐτὸ κόσμο, φτερὰ ἀγγέλων καὶ ἀρχαγγέλων θὰ μᾶς πᾶνε στὰ οὐράνια σκηνώματα. Καὶ ἐκεῖ, μαζὶ μὲ τοὺς ἁγίους καὶ τοὺς ἀγγέλους, θὰ ὑμνοῦμε αἰωνίως τὸν Πατέρα, τὸν Υἱὸν καὶ τὸ ἅγιο Πνεῦμα εἰς αἰῶνας αἰώνων.

† ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος
(ἱ. ναὸς Ὁσίου Ναοὺμ Ἀρμενοχωρίου – Φλωρίνης 25-7-1971)


Ὅλοι ν᾿ ἀκοῦμε τή φωνή τοῦ Θεοῦ.



Ἀκοῦμε ἅραγε τή φωνή τοῦ Θεοῦ; 
Μιά προφητεία τῆς καινῆς Διαθήκης λέει, ὅτι θά ᾿ ρθοῦν χρόνια κατηραμένα, πού οἱ ἄνθρωποι θά φράξουν τ᾿ αὐτιά τους μέ βουλοκέρι νά μήν ἀκοῦνε τά λόγια τοῦ Θεοῦ καί θά τ᾿ ἀνοίξουν ν᾿ ἀκοῦνε τά λόγια τοῦ διαβόλου (βλ. Β΄ Τιμ. 4,3-4). Δέ βλέπετε τί γίνεται κάθε νύχτα μέ τήν τηλεόρασι; Ἔχουμε τή χειρότερη τηλεόρασι· κάνει μεγάλη ζημιά σέ μικρούς καί μεγάλους...

Πρίν διακόσα χρόνια πέρασε ἀπό τήν πατρίδα μας ἕνας ἅγιος καί προφήτης, ὁ Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός, καί τί εἵπε; Ὅτι ὁ διάβολος θά βρῇ ἕνα κουτί καί μ᾿ αὐτό θά τρελλάνῃ τήν ἀνθρωπότητα. Προφήτευσε τί κακό θά κάνῃ ἡ τηλεόρασι. Γι᾿ αὐτό σᾶς προτρέπω· Κλεῖστε τίς τηλεοράσεις, βγάλτε τό διάβολο μέσ᾿ ἀπ᾿ τό σπίτι σας! 

Στούς ταπεινούς καί καθαρούς ἀναπαύεται καί ἐμφανίζεται ὁ Θεός καί αὐτούς εὐλογεῖ. Προφητεύω· θά πέσῃ πεῖνα, πεῖνα μεγάλη, αὐτοί πού μαζεύτηκαν στίς πόλεις, κ᾿ ἔχουν μισθό, καί δέν τούς φτάνουν τά λεφτά, καί ζητᾶνε αὐξήσεις, καί κάνουν ἀπεργίες, θά πεινάσουν. Ὅσα χρήματα καί νά ἔχῃ τό κράτος, θά τελειώσουν· κι ὁ Ὄλυμπος νά ᾿ τανε χρυσάφι, θά τόν τρώγαμε. Σέ ἄλλες χῶρες οἱ φοιτηταί ἐργάζονται, δέν κάνουν ἔρωτα στό δρόμο ὅπως οἱ δικοί μας. Ἔ λοιπόν, θά πέσῃ πεῖνα. Καί θά σβήσουν ὅλα τά χιλιάδες ἐπαγγέλματα. Τά πιό εὐλογημένα, πού θά μείνουν, ποιά εἶναι; ὁ γεωργός, ὁ βοσκός, καί ὁ ψαρᾶς.

 Ἐπισκόπου Αὐγουστίνου Καντιώτου

Ἀπό τό βιβλίο:"Αἰσιόδοξα μηνύματα γιά διέξοδο στά ἀδιέξοδά μας καί ἀσφάλεια στίς ἀνασφάλειές μας".

ΕΚΔΟΣΕΙΣ «ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΚΥΨΕΛΗ»

Τα σπλάχνα μου κι η θάλασσα…



Είναι τελείως αδύνατο η θάλασσα να μένει επί πολύ χρονικό διάστημα ίδια. Διότι αυτή που τώρα είναι ομαλή, ακύμαντη και ακίνητη ύστερα από λίγο θα τη δεις ανώμαλη και ορμητική εξαιτίας βίαιων ανέμων. Αλλά και αυτήν που είναι άγρια και αναβράζει από τη θαλασσοταραχή, γρήγορα θα τη δεις να τη σκεπάζει και να τη στρώνει βαθιά γαλήνη. Έτσι ακριβώς και οι καταστάσεις της ζωής μας μεταβάλλονται εύκολα και προς το ήρεμο και προς το άγριο.
Γι’ αυτό χρειάζεται να υπάρχει μέσα μας καλός κυβερνήτης, ώστε και στις γαλήνιες και ήρεμες περιστάσεις της ζωής και όταν όλα τα θέματα της ζωής του κυλούν ήρεμα και κανονικά, να περιμένει τις μεταβολές προς τα δυσάρεστα και δύσκολα και να μην επαναπαύεται με τα ήρεμα παρόντα σαν να είναι αιώνια και αθάνατα.
Αλλά και στην πιο θλιβερή κατάσταση της ζωής του να μην απελπίζεται ούτε να κυριεύεται από πολύ μεγάλη λύπη και βυθιστεί τελικά στο πέλαγος της απελπισίας…
Αυτός λοιπόν είναι ο συνετός και έξυπνος καπετάνιος και κυβερνήτης του εαυτού του, αυτός ο οποίος ούτε υπερηφανεύεται και καυχάται στις ευχάριστες περιστάσεις, ούτε καταπίπτει και μελαγχολεί στις ώρες των συμφορών και δοκιμασιών.

Μεγάλου Βασιλείου (PG 31, 417-420)

http://www.xfd.gr