.

.

Δός μας,

Τίμιε Πρόδρομε, φωνή συ που υπήρξες η φωνή του Λόγου. Δος μας την αυγή εσύ που είσαι το λυχνάρι του θεϊκού φωτός. Βάλε σήμερα τα λόγια μας σε σωστό δρόμο, εσύ που υπήρξες ο Πρόδρομος του Θεού Λόγου. Δεν θέλουμε να σε εγκωμιάσουμε με τα δικά μας λόγια, επειδή τα λόγια μας δεν έχουν μεγαλοπρέπεια και τιμή. Όσοι θα θελήσουν να σε στεφανώσουν με τα εγκώμιά τους, ασφαλώς θα πετύχουν κάτι πολύ πιό μικρό από την αξία σου. Λοιπόν να σιγήσω και να μη προσπαθήσω να διακηρύξω την ευγνωμοσύνη μου και τον θαυμασμό μου, επειδή υπάρχει ο κίνδυνος να μη πετύχω ένα εγκώμιο, άξιο του προσώπου σου;

Εκείνος όμως που θα σιωπήσει, πηγαίνει με τη μερίδα των αχαρίστων, γιατί δεν προσπαθεί με όλη του τη δύναμη να εγκωμιάσει τον ευεργέτη του. Γι’ αυτό, όλο και πιό πολύ σου ζητάμε να συμμαχήσεις μαζί μας και σε παρακαλούμε να ελευθερώσεις τη γλώσσα μας από την αδυναμία, που την κρατάει δεμένη, όπως και τότε κατάργησες, με τη σύλληψη και γέννησή σου, τη σιωπή του πατέρα σου του Ζαχαρία.

Άγιος Σωφρόνιος Ιεροσολύμων

Από τη μεταμέλεια στη μετάνοια

Είναι χαρακτηριστική η περίπτωση του Ιούδα όπου «μεταμεληθείς απέστρεψε τα τριάκοντα αργύρια τοις αρχιερεύσι και τοις πρεσβυτέροις λέγων: ήμαρτον παραδούς αίμα αθώον» (Μτθ. 27, 3-4). Γιατί ενώ θα περίμενε κανείς μετά τη μεταμέλεια του να επιστρέψει στο Διδάσκαλό του, εν τούτοις «απελθών απήγξατο».
Ασφαλώς είναι σημαντικό να κατανοήσουμε το λάθος μας, να αναγνωρίσουμε ότι δεν συμπεριφερθήκαμε σωστά, ότι πληγώσαμε τον άλλο, τον αδικήσαμε, τον υποτιμήσαμε. Ανθρώπινες αδυναμίες που πηγάζουν από την ανθρώπινη ατέλειά μας. Ποιος μπορεί να καυχηθεί ότι δεν κάνει λάθη και παραπατήματα;
Η μετάνοια, όπως και η λέξη το λέει, είναι η εσωτερική αλλαγή στο πώς βλέπουμε τον εαυτό μας και τη συμπεριφορά μας, τη ζωή μας. Είναι η νέα αντίληψη των πραγμάτων με βάση τη λογική του Θεού. Μια αλλαγή που εκφράζεται με έργα, με κινήσεις αγάπης και ταπείνωσης προς το Θεό και τον πλησίον μας.
Με τα πιο πάνω κατανοούμε πως δεν είναι αρκετό να καταλάβουμε τα αμαρτήματά μας. Χρειάζεται να θέλουμε να τα αρνηθούμε και ν’ αγωνιστούμε γι’ αυτό, με τη χάρη του Θεού μας που ’ναι «Θεός των μετανοούντων».
Η μεταμέλεια, η συνειδητοποίηση δηλαδή των λαθών, αν μείνει χωρίς τη μετάνοια, μπορεί να οδηγήσει στην απόγνωση. Γιατί τα λάθη είναι εκεί ως γεγονότα, αδυνατώντας να εξαλειφτούν από την προσωπική μας ιστορία. Η μετάνοια όμως, ως κάθοδος στον Άδη του εαυτού μας και ανάσταση σε νέα ζωή, τη ζωή του Χριστού, φέρνει όντως εξάλειψη των αμαρτημάτων και βεβαιότητα ότι αρχίζει κάτι αλλιώτικο από πριν. Να γιατί η μεταμέλεια φέρνει λύπη ενώ η μετάνοια χαρά.
Η συνεχής μεταμέλεια μπορεί να φέρει εσωτερική μιζέρια και μελαγχολία, ενώ η συνεχής μετάνοια φέρνει εσωτερική ειρήνη και βεβαιότητα ότι η αγάπη του Θεού συγκρατεί και κινεί το σύμπαν και αγιάζει «πάντα άνθρωπο ερχόμενο εις τον κόσμο». Γίνεται συνεχής πορεία προς το αύριο κι όχι, όπως η μεταμέλεια, στροφή στο παρελθόν.
Η Εκκλησία, αν θεωρηθεί σωστά, δεν δημιουργεί ενοχές, δεν κρατά τους ανθρώπους δεμένους στο πριν της ζωής τους, αλλά καλεί προς το ωραίο αύριο, με την ελπίδα και την προσμονή της ημέρας του Κυρίου, που καλύπτει «πλήθος αμαρτιών» και κυριαρχεί η συγχώρεση, η ευσπλαχνία, η κατανόηση, η αγάπη.
Οι άγιοι, έχοντας τη μετάνοια ως καθημερινό βίωμα, πέρα από τις όποιες δυσκολίες που αντιμετώπιζαν, είχαν χαρά και ειρήνη, την οποία μετέδιδαν «στους εγγύς και στους μακράν». Η Εκκλησία, ως το σώμα του Χριστού εις τους αιώνας, μεταδίδει σε όποιους θέλουν και μετανοούν, τη χαρά και την ειρήνη της καρδίας, βεβαιώνοντάς τους για την εγγύτητα της Βασιλείας του Μεγάλου Θεού. 

π. Ανδρέα Αγαθοκλέους

«Συ, Κύριε, είσαι η ελπίδα μου»

«Συ, Κύριε, είσαι η ελπίδα μου»
(Ψαλμ. 90, 9)

Είναι αλήθεια, αγαπητοί μου εν Χριστώ αδελφοί, πως ζούμε σε δύσκολες εποχές, επιπλέον δε, κάποτε έρχονται σε όλους μας και οι δύσκολες στιγμές και οι απρόοπτες καταστάσεις. Τόσο απρόοπτες και δύσκολες, που πραγματικά τα χάνουμε, μας δημιουργείται η πεποίθηση πως δεν υπάρχει πουθενά φως και ο πειρασμός μας λέει πως δεν θα υπάρξει(!). 
Στ’ αλήθεια τι κάνουμε τότε;
Άλλοι απελπιζόμαστε και λέμε: Πάει, χάθηκα!
Άλλοι τρέχουμε να βρούμε γνωστούς και φίλους εκλιπαρώντας τους για βοήθεια!
Άλλοι δεν το βάζουμε κάτω, γιατί πιστεύουμε στις δυνάμεις και τα προσόντα μας, οπότε και περιμένουμε από κει τη λύτρωση!
Άλλοι υπολογίζουμε σε υλικά πράγματα (χρήματα, κτήματα, εισοδήματα κ.λπ.)!
Άλλοι «ποντάρουμε» στις «μεγάλες δυνάμεις», ακόμη και στις …μαγικές!
Άλλοι καταφεύγουμε στους ειδικούς, τους τόσους ειδικούς που έχουμε για όλα σήμερα!
Ωστόσο υπάρχουν και κάποιοι άλλοι, οι οποίοι δεν ελπίζουν σε τίποτε απ’ όλα αυτά, τα μάταια, τα ανίσχυρα και τα φθαρτά, αλλά που; 
Μονάχα στον Πανάγοθο, Φιλάνθρωπο και Παντοδύναμο Θεό. 
Ναι, σ’ Αυτόν μονάχα! Οπότε και σ’ Αυτόν καταφεύγουν. 
Σ’ Αυτόν αφήνουν τη ζωή τους, την υγεία τους, την οικογένειά τους, το μέλλον τους, τα πάντα. Γι’ αυτό και με απόλυτη εμπιστοσύνη τους ακούει κανείς να λένε: «Έχει ο Θεός»! Και «θα δώσει ο Θεός»! Και πορεύονται ατάραχοι, γαλήνιοι, ήσυχοι …
Και τι … περίεργο!
Εκεί που η λογική έλεγε ότι θα καταποντιστούν όπου να ‘ναι, τελικά τίποτε δεν έγινε!
Εκεί που όλοι έβλεπαν το αδιέξοδο, έπεσαν παταγωδώς έξω ως και οι ειδικοί ακόμη!
Εκεί που περίμενε κανείς όλα να συντριβούν, στο τέλος συντρίφτηκαν όλες οι κακές καταστάσεις και όσοι τις υποκινούσαν!
Πόσα περιστατικά δεν μας θυμίζει αυτό! Όπως αυτό με τον Μωυσή και τους Ισραηλίτες, στους οποίους άνοιξε η Ερυθρά θάλασσα κι έγινε δρόμος μπροστά τους, για να την διαβούν η τους μαθητές του Χριστού που υπέφεραν τότε απ’ τη θαλασσοταραχή μέσα στη νύχτα και κινδύνευαν να καταποντιστούν (Ματθ. 22, 33).
Στ’ αλήθεια πόσο μεγάλο και σημαντικό πράγμα είναι να ελπίζει κανείς στον Θεό! «Η ελπίδα στον Θεό όλα τα μεταβάλλει», θα πει ο ι. Χρυσόστομος, και πως «η ελπίδα είναι όντως η αιτία όλων των αγαθών». 
Ο δε Άγιος Γρηγόριος γράφει σ’ ένα ποίημά του: «Όλα ο χρόνος τα κυλά όμοια με τα ζάρια, την ομορφιά, τη φήμη, τον πλούτο, τη δύναμη, την άπιστη τύχη. 
Εγώ όμως κρατώντας τον Χριστό, ποτέ δε θα πάψω να ελπίζω».
Λοιπόν, στο μεγάλο αυτό θέμα, το τόσο σύγχρονο, λέμε να δούμε την απάντηση που δίνουν οι πνευματικοί άνθρωποι και μάλιστα οι Πατέρες της Εκκλησίας μας. Γιατί αυτοί, δεν είναι μόνο ότι δοκιμάστηκαν όλοι τους και για τα καλά στη ζωή τους, όσο λίγοι, αλλά και γιατί όλα τα αντιμετώπισαν με το φως της Θεογνωσίας που απέκτησαν.
Αφορμή για όλα όσα θα πούμε σήμερα αδελφοί μου, είναι έναπροσωπικό περιστατικό που θα σας εξομολογηθώ προς δόξαν Θεού.

Δεν είναι πολύς καιρός που έζησα ένα φοβερό γεγονός. Αναπάντεχο και πρωτόγνωρο! Τόσο συγκλονιστικό που δοξάζω τον Θεό που δεν επλήγη απ’ αυτό ακόμη και η υγεία μου! Μου συμπαραστάθηκαν πολλοί και τους ευχαριστώ όλους από καρδιάς. 
Περισσότερο όλων όμως, ευχαριστώ και δοξάζω τον Θεό, που ένα πρωί, εκεί στη γεύση όχι της αποτυχίας αλλά της απελπισίας που με διακατείχε, μου ήρθε μία σκέψη. Για να λάβω από κάπου παρηγοριά, φωτισμό και δύναμη, είπα να ανοίξω την Αγία Γραφή. Αυτή ήταν η φωτισμένη σκέψη.
Λοιπόν, πήρα την Αγία Γραφή στα χέρια με πόθο και με ευλάβεια πολύ, έκανα το Σταυρό μου, θυμήθηκα εκείνο το ρητό που λέει «λάλει Κύριε ότι ο δούλος Σου ακούει», και την άνοιξα τυχαία. 
Εκεί έπεσα στον Προφήτη Ησαΐα και μάλιστα στο εξής κείμενο, που είναι γραμμένο στο κεφάλαιο 41 στίχοι 10 -13:
«Εγώ είμαι μαζί σου, μη φοβάσαι. Εγώ είμαι ο Θεός σου, μην τρομάζεις. Θα σ’ ενισχύσω, θα σε στηρίξω με το δίκαιο χέρι μου, το δυνατό. Θα ντραπούν και θα γίνουν καταγέλαστοι όλοι όσοι είναι εναντίον σου οργισμένοι, θα εκλείψουν και θα αφανιστούν όσοι σ’ εσένα αντιδικούν. Θ’ αναζητήσεις εκείνους που σε μάχονται, αλλά δεν θα τους βρεις. 
Θα εκλείψουν και θα χαθούν όσοι σε πολεμούνε. Γιατί εγώ είμαι ο Κύριος ο Θεός σου, που απ’ το δεξί μου χέρι σε κρατώ και που σου λέω: Μη φοβάσαι έρχομαι να σε βοηθήσω εγώ».
Συγκλονίστηκα! Το είδα ως την απάντηση του Θεού στο πρόβλημά μου. Το υπογράμμισα αυτό το κείμενο. Το διάβασα μπορεί και 20 φορές! Και αμέσως είπα: Σ’ ευχαριστώ Θεέ μου, που με κρατάς απ᾽ το δεξί Σου χέρι το δυνατό. Όπως κράτησες και τον Πέτρο εκεί στη μεγάλη θαλασσοταραχή, τότε που έβλεπε πως καταποντιζόταν! 
Υπόψη ότι κατά την ερμηνεία που δίνουν οι Άγιοι Πατέρες, το δεξί χέρι του Θεού, είναι ο ίδιος ο Χριστός.
Πραγματικά μετά από λίγες ημέρες, η γαλήνη ήρθε. Όλα πέρασαν. Όλα εξαφανίστηκαν. Όπως και οι εχθροί! Και τότε είπα. Άδικα στενοχωριόμουν. Ήταν λάθος που απελπιζόμουν. Δόξα Σοι Κύριε…
Στη συνέχεια, με τη χάρη Του, μελέτησα το θέμα και μάλιστα στα συγγράμματα των Αγίων Πατέρων και τώρα είμαι σε θέση να σας μεταφέρω, στο λίγο χρόνο που έχουμε, κάποια απ’ όλα αυτά που αναφέρουν στο εν λόγω θέμα μας.

Λοιπόν, το πρώτο που μας λένε είναι ότι …
Είναι δεδομένη η πρόνοια του Θεού για όλους μας …
Μας είναι γνωστό από την Αγία Γραφή, πως ο Θεός μετά την δημιουργία του κόσμου, αναπαύτηκε. Αυτό δεν σημαίνει ότι έπαυσε και να εργάζεται. Γι’ αυτό και ο Χριστός μας είπε: «Ο Πατέρας μου έως άρτι – δηλαδή μέχρι αυτή τη στιγμή – εργάζεται κι εγώ εργάζομαι».
Επί του λόγου αυτού του Χριστού ο ι. Χρυσόστομος θέττει το εξής εύλογο ερώτημα. «Και ποιά είναι η εργασία που κάνει;» Και μάλιστα η τόσο αδιάκοπη και συνεχής;
Και να η απάντηση που δίνει ο ίδιος. Η εργασία αυτή δεν είναι άλλη από την συνεχή φροντίδα που έχει για όλα ανεξαιρέτως τα πλάσματά Του! 
Αναφέρει επί λέξει το εξής: «Ο Θεός δεν δημιούργησε μόνο την κτίση, αλλά και, αφού τη δημιούργησε, τη συντηρεί… Όλα απολαμβάνουν την πρόνοια Εκείνου. Κι αν στερηθούν την προνοητική αυτή ενέργειά Του, χάνονται, οδηγούνται στον αφανισμό και καταστρέφονται».
Και συνεχίζει με το εξής παράδειγμα: «Όπως ακριβώς ο ποταμός, διακλαδιζόμενος σε άπειρα μέρη, ποτίζει τη χώρα στην οποία απλώνεται, έτσι και η πρόνοια του Θεού παντού χύνεται, σκορπίζεται με αφθονία, έρχεται με ορμητικότητα κι όλα τα γεμίζει. Δεν μας χαρίζει μόνο ασφάλεια, ούτε βοήθεια πανίσχυρη, αλλά και πνευματική χαρά».
Το ίδιο αναφέρει και ο Μέγας Βασίλειος στο υπέροχο έργο του «ΕΙΣ ΤΗΝ ΕΞΑΗΜΕΡΟΝ», όπου μετά τις μοναδικές αναλύσεις στις οποίες προβαίνει, καταλήγει στο εξής: «Τίποτα απρονόητο, τίποτα παραμελημένο απ’ τον Θεό. Όλα τα ελέγχει το ακοίμητο μάτι. 
Σε όλα συμπαρίσταται, χορηγώντας στο καθένα αυτό που χρειάζεται».
Αλλά και ο Αγ. Γρηγόριος Νύσσης, το ίδιο τονίζει με το εξής παράδειγμα: «Αν ο ήλιος ενώ είναι ένας μπορεί και αγκαλιάζει όλη την υφήλιο, και μοιράζοντας τον εαυτό του σε όλους είναι παρών στο καθένα ολόκληρος και αδιαίρετος, πολύ περισσότερο ο Δημιουργός του ηλίου που γίνεται τα πάντα μέσα στα πάντα, κι είναι παρών στον καθένα παρέχοντας τόσο τον εαυτό Του, όσο μπορεί να Τον δεχθεί ο άνθρωπος».

Λοιπόν, αν ο Θεός παρέχει άπλετα την φροντίδα Του για όλα τα πλάσματά του, πολύ περισσότερο το κάνει αυτό για τον άνθρωπο και μάλιστα με πολύ μεγάλη αγάπη.
Μάλιστα ο ι. Χρυσόστομος αναλύοντας τον γνωστό λόγο του Χριστού «Παρατηρήσατε τα κρίνα του αγρού πως μεγαλώνουν. Δεν κοπιάζουν, ούτε γνέθουν. Σας λέγω δε, ότι ούτε ο Σολομών με όλη την βασιλική του λαμπρότητα δεν ντύθηκε τόσο ωραία όσο ένα από αυτά», τονίζει:
«Εάν στο χορτάρι έδωσε αυτά που δεν του είναι αναγκαία (γιατί σε τι συντελεί το κάλλος του στην τροφή της φωτιάς;), πως δεν θα δώσει σ’ εσένα ο,τι σου είναι αναγκαίο; 
Εάν το πλέον ευτελές, το στόλισε με αφθονία, κι αυτό όχι για κάποια ανάγκη, αλλά το έκανε από γενναιοδωρία, πολύ περισσότερο θα δώσει σ’ Εσένα, που είσαι ο σπουδαιότερος όλων των δημιουργημάτων».
Στη συνέχεια ο ι. Χρυσόστομος τονίζει και το εξής πολύ σπουδαίο: «Γιατί γνωρίζει ο Πατέρας σας ο ουράνιος, ότι έχετε την ανάγκη όλων αυτών». Δεν είπε, “γνωρίζει ο Θεός”, αλλά «γνωρίζει ο Πατέρας», ώστε να δημιουργήσει σ’ αυτούς μεγαλύτερη ελπίδα. 
Γιατί εάν είναι Πατέρας, και μάλιστα τέτοιος Πατέρας, δεν θα μπορέσει ν’ αδιαφορήσει για τα παιδιά Του που βρίσκονται στα χειρότερα κακά, τη στιγμή μάλιστα που ούτε οι άνθρωποι, που είναι πατέρες, δεν το ανέχονται αυτό».
Ο Άγιος Κύριλλος Αλεξανδρείας, αναλύοντας τη φράση του ψαλμού «Με την προστασία των πτερύγων Σου θα γεμίζω από αγαλλίαση» (Ψαλμ. ξβ , 8), εξηγεί πως με αυτό ο Ψαλμωδός δηλώνει την φρουρητική δύναμη του Θεού… «Πτέρυγες» ονομάζει τις προνοητικές δυνάμεις Του, κάτω απ’ τις οποίες προστατεύεται αυτός που είναι αγαπητός στον Θεό.
Τέλος ο ι. Χρυσόστομος απαντώντας σε διάφορες απορίες και σκέψεις μας σχετικά με την Πρόνοια του Θεού, τονίζει και τα εξής σπουδαία: «Όταν πέσουμε σε κάτι το τρομερό, κι αν πονούμε, κι αν χτυπιόμαστε, κι αν το κακό μας φαίνεται ότι είναι ανυπόφορο, να μη βιαζόμαστε, ούτε να αδημονούμε, αλλά να περιμένουμε την πρόνοια του Θεού. 
Γιατί Εκείνος γνωρίζει καλά πότε πρέπει να καταργήσει αυτό που μας προκαλεί τη θλίψη»
Είναι όντως πολύ σπουδαίος τούτος ο λόγος του Αγίου Γρηγορίου Νύσσης: «Εκείνος που σου έδωσε την ημέρα, θα σου δώσει και όσα έχεις ανάγκη για την ημέρα».
Να γιατί και ο Αγ. Γρηγόριος ο Θεολόγος με απόλυτη εμπιστοσύνη στον Θεό, λέγει σ’ ένα ποίημά του: «Στον Θεό τα πάντα αφήνω, και το βλέμμα μου σ’ Εκείνον»…

Αλλά θα μπορούσε να πει κάποιος…
Και τότε γιατί ο Θεός μας ζητά να ελπίζουμε σ’ Αυτόν;
Κι είναι εύλογο το ερώτημα αυτό, ξέρετε. Γιατί αφού ούτως η άλλως ο Θεός προνοεί για μας, για ποιό λόγο θέλει από μας να ελπίζουμε σ’ Αυτόν; 
Αλλ’ αξίζει να δούμε και σ’ αυτό τη σοφότατη απάντηση που μας δίνουν οι Πατέρες …

Ο ι. Χρυσόστομος λέγει πως η ελπίδα και η καταφυγή μας στον Θεό, είναι το δικό μας δώρο και η δική μας εισφορά στον Θεό για την σωτηρία μας. Τονίζει μεταξύ άλλων:
«Τι λοιπόν σημαίνει ελπίδα; Το να έχεις θάρρος για τα μελλοντικά. Γιατί τι μεγάλο ζητάει από σένα ο Θεός, Αυτός που από μόνος Του έδωσε ολόκληρα τα αγαθά; Ένα ζητάει μόνο από σένα, ελπίδα, για να έχεις κάτι κι εσύ ο ίδιος να συνεισφέρεις για τη σωτηρία σου».
Ο Άγιος Γρηγόριος Νύσσης τονίζει τούτο: «Συνενώνεται κατά κάποιο τρόπο με τον Θεό, όποιος προσκολλάται σ’ Αυτόν με την ελπίδα και γίνεται ένα μαζί Του».
Ο Άγιος Κύριλλος Αλεξανδρείας εξηγεί ότι η ελπίδα μας προς τον Θεό είναι, μεταξύ άλλων, ο τρόπος της αναίμακτης θυσίας μας προς Αυτόν.
Κατά τον Αγ. Ισίδωρο Πηλουσιώτη και τον Αγ. Θεόδωρο Στουδίτη η ελπίδα μας στον Θεό συντελεί στην άσκηση της αρετής.
Ο Όσιος Αντίοχος ο Πανδέκτης το αποδίδει στην ενίσχυση της αρετής αλλά και της πίστης μας στον Θεό, λέγοντας:
«Όσοι χειραγωγούνται με την ελπίδα στον Θεό, ανυψώνονται προς Αυτόν και φωτίζονται απ’ τη λαμπρότητα του αιωνίου φωτός… 
Λέγει η Γραφή: «Εάν κοιμηθούν δύο μαζί, θα ζεσταθούν» (Εκκλ. 4, 11). Η πίστη, εάν έχει ελπίδα, παράγει το ίδιο έργο, και θερμότητα προξενεί σ’ εκείνον που την έχει»

Λοιπόν, ο Θεός προνοεί και μάλιστα ως Δημιουργός και Πατέρας που είναι για μας. 
Θέλει όμως και κάτι από μας. Το να ελπίζουμε σ’ Αυτόν. Και τούτο γιατί αυτή η ελπίδα μας προς Αυτόν, όπως μας τόνισαν οι Πατέρες, είναι η δική μας εισφορά για την σωτηρία μας, μας ενώνει μαζί Του, αποτελεί τη δική μας πνευματική θυσία προς Αυτόν, αυξάνει τον πλούτο των αρετών και την πίστη μας. Στ’ αλήθεια τι ευλογία!
Αλλά τι είναι ακριβώς η ελπίδα μας προς τον Θεό;
Κατ’ αρχήν, είναι αρετή και μάλιστα πολύ μεγάλη.
Ο Άγιος Γρηγόριος Θεολόγος την συναριθμεί στις μεγάλες αρετές.
Ο Άγιος Κύριλλος Αλεξανδρείας θεωρεί την ελπίδα ως μία από τις θεμελιώδεις αρετές που βάζει μέσα μας ο Χριστός.
Εν τέλει η ελπίδα είναι κάτι ακόμη πιο μεγάλο και άφθαστο. Είναι τελικά ο ίδιος ο Χριστός. Ρητά το τονίζει αυτό ο ι. Χρυσόστομος λέγοντας «Η ελπίδα δεν ντροπιάζεται. 
Γιατί είναι ο Χριστός».
Άραγε γιατί η ελπίδα έχει ως σύμβολό της την άγκυρα;
Η απάντηση που δίνει επ’ αυτού ο ι. Χρυσόστομος είναι η εξής:
«Όπως η άγκυρα όταν κρεμαστεί απ’ το πλοίο δεν το αφήνει να πηγαίνει εδώ κι εκεί, έστω κι αν το χτυπούν άπειροι άνεμοι, αλλ’ όταν ριχτεί στη θάλασσα το σταθεροποιεί, έτσι και η ελπίδα.
Και δεν μιλάμε για θεμέλιο, πράγμα που δεν ταιριάζει, αλλά για άγκυρα. Γιατί η άγκυρα, εκείνο που βρίσκεται σε τρικυμία και δεν φαίνεται να είναι πάρα πολύ σταθερό, το σταθεροποιεί και μάλιστα πάνω στο νερό, όπως επάνω στη γη, και δεν το αφήνει να ταλαντεύεται.
Για όσους, λοιπόν, είναι πάρα πολύ σταθεροί και πιστοί, εύλογα αναφέρει εκείνο ο Χριστός λέγοντας, «αυτός έκτισε το σπίτι του επάνω στην πέτρα» (Ματθ. 7, 24).
Για όσους όμως αποκάμνουν και πρέπει να στηρίζονται με την ελπίδα, ορθά το ανέφερε αυτό ο Παύλος. Γιατί η θύελλα και η μεγάλη τρικυμία ταλαντεύει το σκάφος, ενώ η ελπίδα δεν αφήνει να περιφέρεται εδώ κι εκεί, έστω κι αν το χτυπούν άπειροι άνεμοι. Επομένως αν δεν την είχαμε, θα είχαμε καταποντιστεί πριν από πολύ καιρό».

Και τώρα ας δούμε κι ένα άλλο καίριο ερώτημα…
Σε τι διαφέρει η ελπίδα προς τον Θεό απ’ την κοσμική ελπίδα;
Διευκρινίζεται ότι, όταν λέμε κοσμική ελπίδα, εννοούμε την ελπίδα σε ανθρώπους, σε αντικείμενα και πράγματα, όπως είναι ο πλούτος για παράδειγμα! 
Λοιπόν, η απάντηση την οποία δίνουν οι Πατέρες είναι η εξής:
Η ελπίδα στον Θεό έχει να κάνει με τον ίδιο τον Θεό και όχι με κάτι άλλο οπωσδήποτε ευτελέστερο, όπως τονίζει ο Μ. Βασίλειος.
Αναφέρεται στο Γεροντικό το εξής περιστατικό.
Κάποιος φιλομόναχος Χριστιανός επισκεπτόταν τακτικά τους Γέροντες στην έρημο, για να ωφελείται από τη διδασκαλία τους. Κάποτε ανακάλυψε ένα πολύ γέρο και άρρωστο Ερημίτη. 
Τον λυπήθηκε και θέλησε να του αφήσει όσα χρήματα είχε μαζί του, για τις ανάγκες του.
«Κράτησέ τα, Αββά, του έλεγε. Είσαι γέρος κι άρρωστος. Δεν μπορείς πια να εργάζεσαι». 
Κι εκείνος του απάντησε ως εξής: «Εξήντα ολόκληρα χρόνια υποφέρω από τούτη την αρρώστια και με του Θεού τη βοήθεια δε μου έλειψε ποτέ τίποτα. Εκείνος που έχει τη φροντίδα μου αδιάκοπα μου στέλνει πάντα τα αναγκαία. Θέλεις λοιπόν τώρα εσύ, αδελφέ, να διώξεις τον Τροφέα μου;» Κι έτσι με κανένα τρόπο δε δέχτηκε τα χρήματα.
Η ελπίδα στον Θεό είναι σταθερή και βέβαιη!
Ο Άγιος Γρηγόριος Θεολόγος λέγει επ’ αυτού: «Μέσα στα όντα ένα πράγμα είναι μόνιμο, η ελπίδα στον Θεό. Ενώ όλα τα άλλα δεν υπάρχουν απ’ τη φύση τους, αλλά νομίζουμε ότι υπάρχουν».
Ο Μέγας Αθανάσιος αναφέρει με έμφαση: «Οποιοσδήποτε ελπίζει σε σωτηρία απ’ τον άνθρωπο διακατέχεται από μάταιη ελπίδα».
Τονίζει ο Άγιος Ισίδωρος Πηλουσιώτης: «Αυτός που έχει την πεποίθηση στηριγμένη στον Θεό πορεύεται πάνω σε πολύ μεγάλη και λαμπρή και στερεή ελπίδα, ενώ εκείνος που την έχει στηριγμένη σε άνθρωπο φέρεται πάνω σε λεπτή και αδύνατη και εσφαλμένη ελπίδα, η οποία τις περισσότερες φορές διαψεύδεται. Γι’ αυτό πρέπει αυτοί που έχουν μυαλό να πιάνονται γερά, σαν από ιερή άγκυρα, από την πρώτη, και να μένουν μακριά από την άλλη».
Κατά τον ι. Χρυσόστομο «Η ελπίδα προς τον Θεό είναι πολύ πιο σταθερότερη και από Όρος».
Η ελπίδα στον Θεό είναι μοναδικά αποτελεσματική!
Τονίζει επ’ αυτού ο ι. Χρυσόστομος «Εκείνος που είναι απαλλαγμένος απ’ τα ανθρώπινα και στηρίζει τον εαυτό του στην ουράνια ελπίδα, όχι μόνο απαλλάσσεται τάχιστα απ’ τα δεινά, αλλ’ ούτε κι όταν βρίσκεται μέσα στα δεινά θορυβείται και ταράζεται, γιατί βοηθείται απ’ την ελπίδα εκείνης της άγκυρας. Έτσι λοιπόν και οι τρεις παίδες όχι μόνο απαλλάχτηκαν απ’ τις φλόγες της καμίνου, αλλά ούτε κι όταν ακόμη ήταν μέσα στο καμίνι θορυβήθηκαν. Διότι γνώριζαν την συμμαχία εκ μέρους του Θεού».
Να αναφέρουμε εδώ κάτι πολύ σημαντικό από το Γεροντικό.
Όταν πρώτο-ιδρύθηκε το Κοινόβιο του Οσίου Θεοδοσίου του Κοινοβιάρχη στην Παλαιστίνη, ήταν τόσο φτωχό που συχνά δεν υπήρχαν ούτε τα απολύτως αναγκαία για την συντήρηση των Μοναχών. Ήταν Μεγάλο Σάββατο απόγευμα. Περίμεναν να γιορτάσουν το Πάσχα. Οι μοναχοί έψαχναν απελπισμένοι ολόκληρο το μοναστήρι. Δεν ζητούσαν μεγάλα πράγματα. Για τίποτα φαγώσιμο, ούτε συζήτηση πια δεν γινόταν. Ένα μικρό πρόσφορο κοίταζαν να βρουν, ξεχασμένο από άλλη φορά, για να μη στερηθούν τη Θεία Κοινωνία. Αδύνατο να βρουν. Κι εδώ στέρηση; Συλλογίζονταν.
Το είπαν στο Γέροντά τους, στον Όσιο Θεοδόσιο. Τους άκουσε με απόλυτη ηρεμία σαν να μη συνέβαινε τίποτα. Ούτε την ανησυχία τους φαινόταν να συμμερίζεται ο ουράνιος εκείνος άνθρωπος. Κι επιπλέον έδωσε εντολή να είναι έτοιμο για τη νυκτερινή Λειτουργία το Άγιο Βήμα, ακόμη και η τράπεζα για το πασχαλινό γεύμα. 
«Μάταιη παρηγοριά, ψιθύρισαν μερικοί»!
Ο Όσιος έκανε πως δεν άκουσε. Μόνο είπε τούτο: «Μήπως έγινε ασθενέστερος στη δύναμη Εκείνος που έθρεψε με το μάννα ολόκληρο λαό στην έρημο και αργότερα χόρτασε τόσο πλήθος με πέντε ψωμιά;»
Βασίλευε ο ήλιος, όταν χτύπησε την πόρτα του Μοναστηριού κάποιος άγνωστος. 
Μαζί του έφερνε δύο καμήλες φορτωμένες. «Πήγαινα μία μικρή δωρεά σε κάποια σκήτη λίγο πιο πέρα από το Μοναστήρι σας, εξήγησε στους Αδελφούς. Μα μόλις έφθασα εδώ, τα ζώα μου σταμάτησαν και με κανένα τρόπο δεν μπορούσα να τα κάνω να προχωρήσουν βήμα. Λέω μήπως θέλει ο Θεός ν’ αφήσω σε σας αυτά τα λίγα τρόφιμα;»
Και τα λίγα αυτά τρόφιμα έφτασαν μέχρι την Πεντηκοστή. Ούτε πρόσφορα έλειψαν για τη Θεία Λειτουργία από την ανέλπιστη δωρεά. «Πολύ μεγάλη η ελπίδα»! Έλεγαν και ξανάλεγαν από τότε οι καλόγεροι του Οσίου Θεοδοσίου.
Το περιστατικό αυτό θυμίζει τούτα τα λόγια του Αγίου Γέροντα Πορφυρίου: «Έχει ο Θεός. Εκεί που απελπίζεσαι, σου στέλνει κάτι που δεν το περιμένεις… αρκεί να Τον πιστεύεις και να Τον αγαπάς. Όπως κι Εκείνος μας αγαπά και φροντίζει για εμάς, όπως ο κάθε πατέρας για τα παιδιά του. Και όλοι μας είμαστε παιδιά Του Θεού».
Η προς τον Θεό ελπίδα δεν απατά και δεν ντροπιάζει κανένα!
Ο ι. Χρυσόστομος είναι σαφέστατος σ’ αυτό. Λέγει:
«Είναι αδύνατο ν’ αποτύχει απ’ τον σκοπό του εκείνος που με όλη του τη διάνοια στηρίζει τις ελπίδες του στον Θεό και προσφέρει όλα όσα εξαρτώνται απ’ τον εαυτό του. 
Είναι αδύνατο κάποιος, που ενδιαφέρεται πολύ και φροντίζει για τη σωτηρία του και δείχνει όλα όσα εξαρτώνται απ’ αυτόν, να εγκαταλειφθεί κάποτε απ’ τον Θεό».
Και στην συνέχεια φέρνει το εξής παράδειγμα:
«Εκείνοι μεν που στηρίζουν τις ελπίδες τους στα βιοτικά πράγματα, δεν είναι καθόλου σε καλύτερη κατάσταση απ’ το σπουργίτη, το οποίο ελπίζοντας να βρει την ασφάλειά του στην ερημιά, συλλαμβάνεται εύκολα απ’ όλους. 
Τέτοιος είναι εκείνος που στηρίζει τις ελπίδες του στα χρήματα. Όπως ακριβώς το σπουργίτη συλλαμβάνεται και απ’ τα παιδιά με ιξόβεργες και παγίδες και με άπειρους άλλους τρόπους, έτσι και ο πλούσιος, επιβουλεύεται και από τους φίλους του και από τους εχθρούς του, και ζει με μεγαλύτερη ανασφάλεια απ’ το σπουργίτη, έχοντας πολλούς που του στήνουν παγίδες…».
Με την ελπίδα στον Θεό, έχουμε Αυτόν τον Ίδιο ως σύμμαχο.
Τι ευλογία! Στ’ αλήθεια πόσο σημαντικό είναι αυτό! Τι άλλο καλύτερο, ισχυρότερο και μεγαλύτερο θα μπορούσε να επιτύχει ο άνθρωπος;
Κατά τον ι. Χρυσόστομο: «Μεγάλη είναι η δύναμη της ελπίδας προς τον Κύριο, φρούριο απόρθητο, συμμαχία ακατανίκητη, λιμάνι γαλήνιο, πύργος απροσπέλαστος, όπλο αήττητο, δύναμη ακατάβλητη και που βρίσκει διέξοδο εκεί που δεν υπάρχει διέξοδος»
Κάποιος ρώτησε τον Άγιο Γέροντα Παΐσιο: «Γέροντα ακόμη αντιμετωπίζω το καθετί ανθρώπινα και όχι πνευματικά, κι έχω αγωνία». Κι εκείνος του απάντησε ως εξής:
«Εσύ βάζεις τα προγράμματά σου μπροστά από τα προγράμματα του Θεού, γι’ αυτό βασανίζεσαι. Με την εμπιστοσύνη στον Θεό και με την ταπείνωση όλα τα προβλήματα λύνονται. Να κάνης αυτό που μπορείς εσύ και μετά να αφήνεσαι στην θεία Πρόνοια, στο θείο θέλημα. Η ελπίδα στον Θεό είναι τονισμένη πίστη. Είναι η μεγαλύτερη ασφάλεια για τον άνθρωπο. Μικρό πράγμα είναι να έχη κανείς σύμμαχο τον Θεό;
Θυμάμαι, πριν πάω στο στρατό, έκανα προσευχή στην Αγία Βαρβάρα να με βοηθήση –την είχα σε ευλάβεια, γιατί πήγαινα στο εξωκκλήσι της από μικρός και προσευχόμουν. «Ας κινδυνεύσω στον πόλεμο, είπα, αλλά μόνον άνθρωπο να μη σκοτώσω». 
Και πως τα οικονόμησε ο Καλός Θεός! Όταν βγήκαν τα αποτελέσματα, ενώ άλλους που ήταν μορφωμένοι τους έστειλαν στην πρώτη γραμμή σαν απλούς στρατιώτες, τουφεκιοφόρους, εμένα που ήμουν του Δημοτικού με πήραν για ασυρματιστή! 
Μου έλεγαν οι άλλοι: «Έχεις μεγάλο μέσο». «Βρε τι μέσο έχω; Δεν έχω κανένα γνωστό». «Τι; μας κοροϊδεύεις;», μου έλεγαν. «Ποιόν έχεις στο Γενικό Επιτελείο;». 
Αφού επέμεναν, τους έλεγα κι εγώ: «Έχω στο Γενικό Επιτελείο τον Χριστό». 
Έτσι δεν χρησιμοποίησα ποτέ ντουφέκι».
Σαφώς η ελπίδα στον Θεό μας δίνει μεγάλη χαρά και ευχαρίστηση!
Κι αυτό ως μεγάλη αρετή που είναι… 
Κάτι που θυμίζει τον θεόπνευστο τούτο λόγο του Ψαλμωδού: «Θα νιώσουν ευφροσύνη όλοι εκείνοι που στηρίζουν την ελπίδα τους σ’ Εσένα» (Ψαλμ. 5, 12).

Τονίζει, λοιπόν, ο Μέγας Βασίλειος: «Η ελπίδα είναι εκείνη που κάνει τη χαρά συγκάτοικο στην ψυχή του γενναίου».
Τονίζει και ο Άγιος Γρηγόριος Νύσσης: «Τίποτε δεν μας δίνει τόση ευχαρίστηση, όσο η καθαρή συνείδηση και οι αγαθές ελπίδες».
Ρώτησαν, πάλι, τον Άγιο Γέροντα Παΐσιο: «Γέροντα, πως αυξάνει η ψυχική αντοχή;». 
Κι εκείνος απάντησε ως εξής:
«Με την ελπίδα και την εμπιστοσύνη στον Θεό, οι οποίες δίνουν δυνάμεις πολλές. Πρέπει να αφήνουμε τον εαυτό μας στα χέρια του Θεού με απόλυτη εμπιστοσύνη και να βλέπουμε την κάθε δοκιμασία σαν δώρο σταλμένο από την αγάπη του Θεού. Ο άνθρωπος που έχει μεγάλη εμπιστοσύνη στον Θεό χαίρεται τα πάντα. Είτε είναι άρρωστος ,είτε μένει νηστικός, είτε τον αδικούν, είτε…, είτε…, πιστεύει ότι ο Θεός τα έχει επιτρέψει, ελπίζει στον Θεό και είναι πάντα ασφαλισμένος στο λιμάνι της ελπίδος του Θεού»
Πολύ εύκολα καταφεύγει κανείς σ’ αυτήν, παρά στην άλλη, την κοσμική δηλαδή!
Αναφέρει και πάλι ο ι. Χρυσόστομος:
«Ας καταφεύγουμε πάντοτε προς τον Θεό, ο οποίος και θέλει και μπορεί να μας απαλλάξει απ’ τις συμφορές. Γιατί, όταν χρειάζεται να παρακαλέσουμε ανθρώπους, πρέπει προηγουμένως και θυρωρούς να συναντήσουμε και παράσιτους και κόλακες να παρακαλέσουμε και πολύ δρόμο να βαδίσουμε, ενώ στην περίπτωση του Θεού τίποτα παρόμοια δεν χρειάζεται, αλλά χωρίς μεσίτη, χωρίς χρήματα, χωρίς δαπάνη αποδέχεται την παράκλησή μας. Αρκεί μόνο να φωνάξει κανείς με την καρδιά του και να χύσει δάκρυα, κι αμέσως θα σπεύσει και θα τον βοηθήσει».
Λοιπόν, πόσο μεγάλη αρετή είναι πράγματι η ελπίδα στον Θεό! 
Τι όπλο για να αντιπαρέλθουμε όλα τα βάσανα του βίου! Τι λιμάνι γαλήνιο! Τι ευλογία! Δόξα Σοι ο Θεός…
Άραγε ποιά είναι επ’ αυτού η τακτική του διαβόλου;
Ο Άγιος Νείλος ο Ασκητής απαντά ως εξής:
«Σκοπός του δαίμονα, που είναι ο δημιουργός και ζωγράφος της κακίας, είναι να βάλει κάθε άνθρωπο σε βαριά και απαρηγόρητη λύπη και να τον αποσπάσει απ’ την πίστη και την ελπίδα και την αγάπη του Θεού, που είναι οι κυριότερες και ισχυρότερες αρετές της πίστεως στον Χριστό…
Αυτός λοιπόν που αντιστρατεύεται στον δαίμονα αυτόν και αντιδρά στον δόλιο σκοπό τους, προσαρμοζόμενος ανάλογα, χρησιμοποιεί την υπομονή και την καρτερικότητα, και με προσευχή και νηστεία επίμονη, και πίστη και ελπίδα και τέλεια αγάπη στον Θεό, θα εξαντλήσει και θα κατανικήσει και θα μετατοπίσει οπωσδήποτε αυτόν τον βρωμερό δαίμονα με τη βοήθεια του Κυρίου μας Ιησού Χριστού.
Γιατί είναι αρκετό σε μας, για να αμυνθούμε εναντίον των εχθρών, το όνομα του Ιησού Χριστού, του πανύψιστου Θεού. Μας χρειάζεται όμως πολλή δέηση, για να μη ξεπέσουμε απ’ την αρετή».
Παρατηρεί επ’ αυτού και ο ι. Χρυσόστομος:
«Είναι πονηρό θηρίο ο διάβολος κι ουδέποτε χάνει την ελπίδα, πράγμα που μας καταδικάζει σε μεγάλο βαθμό, ότι δηλαδή εκείνος μεν ουδέποτε απελπίζεται ότι θα μας καταστρέψει, ενώ εμείς δεν ελπίζουμε για τη σωτηρία μας».
Γι’ αυτό και ο Όσιο Βαρσανούφιος μας συμβουλεύει: «Μη κόψεις την ελπίδα. 
Διότι αυτό είναι χαρά του διαβόλου».
Ποιοί και γιατί δεν ελπίζουν στον Θεό;
Να ένα ακόμη πολύ σημαντικό ερώτημα. 
Ας μας προβληματίσουν οι απαντήσεις που δίνουν επ’ αυτού οι Πατέρες…

Λέγει ο Μέγας Βασίλειος: «Εκείνος που στηρίζει τις ελπίδες του σε άνθρωπο, η βασίζεται σε κάτι βιοτικό, όπως εξουσία η χρήματα η κάτι απ’ αυτά που θεωρούνται απ’ τους πολλούς ότι είναι λαμπερά, αυτός δεν μπορεί να πει, «σε Σένα, Κύριε, στήριξα τις ελπίδες μου» (Ψαλμ. 30, 2).
Λέγει επίσης ο Άγιος Συμεών ο Νέος Θεολόγος:
«Εκείνος που δεν μπορεί ν’ αγαπά, ούτε να πιστεύει βέβαια μπορεί. Άκουσε τον Παύλο που λέγει: «Μένουν όμως αυτά τα τρία, δηλαδή η πίστη, η ελπίδα, η αγάπη. Μεγαλύτερο όμως από όλα αυτά είναι η αγάπη» (Α’ Κορ. 13, 13).
Εάν λοιπόν η πίστη συνυπάρχει με την ελπίδα, και η ελπίδα ακολουθεί την αγάπη, τότε εκείνος που δεν έχει αγάπη δεν έχει ούτε ελπίδα, κι εκείνος που δεν ελπίζει, ούτε βέβαια και πιστεύει.
Πως λοιπόν, χωρίς να υπάρχουν τα αίτια της αγάπης, είναι δυνατό να υπάρχει αυτή η ίδια; Γιατί, όπως έξω απ’ τα θεμέλια δεν στέκεται όροφος οίκου, έτσι δεν μπορεί να ευρεθεί ούτε πίστη ούτε βέβαια ελπίδα χωρίς αγάπη Θεού στην ψυχή του ανθρώπου.
Κι εκείνος που δεν έχει αγάπη δεν ωφελείται σε τίποτα απ’ τις υπόλοιπες αρετές ούτε θα ωφεληθεί χωρίς αυτήν, σύμφωνα και μ’ αυτό που ο ίδιος ο Παύλος επιβεβαιώνει με γραπτή μαρτυρία».
Πως και από αυτά φαίνεται ότι τελικά η ελπίδα στον Θεό είναι μεγάλη αρετή!…
Ο Άγιος Νεκτάριος, παρά τις πολύ μεγάλες δυσκολίες της εποχής, είχε απαγορεύσει στις μοναχές του, και μάλιστα πολύ αυστηρά, να αποθηκεύουν ο,τιδήποτε για την τροφή τους. 
Η εντολή του ήταν να μοιράζουν τα τυχόν πλεονάσματα στους φτωχούς, εναποθέτοντας την ελπίδα τους στον Θεό και την μέριμνα της συντήρησής τους στην Θεία Του Πρόνοια.
 
Αλλ’ ας δούμε τώρα κι ένα άλλο ερώτημα:
Άραγε τι κάνουν εκείνοι που δεν ελπίζουν στον Θεό;
Ο ι. Χρυσόστομος απαντά ως εξής για το δράμα εκείνων που δεν ελπίζουν και συνεπώς δεν καταφεύγουν στον Θεό:
«Όταν βρισκόμαστε σε θλίψεις τρέχουμε περισσότερο σε κάθε άλλον, παρά στον Θεό. Είναι άρρωστο το παιδί, και συ αναζητείς τον μάγο η εκείνον που κρεμάει τα περίεργα φυλαχτά τους λαιμούς των αναίτιων παιδιών η τελευταία πηγαίνεις στον γιατρό, παραμελώντας τα φάρμακα εκείνου που μπορεί να σώσει;
Αν πάλι σε ταράξει κανένα όνειρο, τρέχεις στον ονειροκρίτη. Όταν φοβάσαι κάποιον εχθρό, σκέφτεσαι για προστάτη ένα απ’ τους ανθρώπους. Και γενικά σε κάθε ανάγκη εμφανίζεσαι μόνο με λόγια να ονομάζεις τον Θεό καταφύγιο, ενώ στην πράξη επιζητείς την βοήθεια απ’ τους ανώφελους και μάταιους.
Για τον δίκαιο (δηλαδή τον ενάρετο), όμως, αληθινή βοήθεια είναι ο Θεός, ο οποίος, όπως ένας στρατηγός επικεφαλής γενναίου στρατιωτικού σώματος είναι έτοιμος πάντοτε να βοηθήσει το τμήμα που καταπονείται, έτσι κι ο Θεός είναι βοηθός δικός μας»

Και τώρα ας δούμε ένα πρακτικό ερώτημα:
Άραγε τι πρέπει να κάνουμε σε περιόδους θλίψεων και δοκιμασιών;
Το πρώτο που μας λένε οι Πατέρες είναι να μην καταφεύγουμε σε ανθρώπους!
Τονίζει ο Μέγας Βασίλειος:
«Εντολή λοιπόν είναι να μη ελπίζουμε σε άρχοντες (Ψαλμ. 145, 3), 
και «Καταραμένος είναι ο άνθρωπος που στηρίζει τις ελπίδες του σε άνθρωπο η σε κάποιο ανθρώπινο αγαθό» (Ιερ. 17, 5). 
Όπως λοιπόν δεν αρμόζει να σεβόμαστε κάτι άλλο παρά μόνο τον Θεό, έτσι ούτε να ελπίζουμε σε κάποιον άλλον παρά μόνο στον Θεό τον Κύριο των πάντων. Γιατί λέγει: «Ελπίς μου και ύμνησίς μου ο Κύριος»
Λέγει ο ι. Χρυσόστομος:
«Πρόσεχε, αδελφέ, όταν δεις κάτι από τα απροσδόκητα να έρχεται και να σε ενοχλεί, μη καταφύγεις στους ανθρώπους και στηρίξεις την ελπίδα σου σε θνητή βοήθεια, αλλά, αφού τους αφήσεις όλους κατά μέρος, τρέξε με τη σκέψη σου προς τον Ιατρό των ψυχών. 
Γιατί την καρδιά Εκείνος μόνο μπορεί να την θεραπεύσει, Εκείνος που μόνος Του έπλασε τις καρδιές μας και γνωρίζει όλα τα έργα μας (Ψαλμ. 32,15). Αυτός μπορεί να μπει στη συνείδησή μας, ν’ αγγίξει τη διάνοιά μας και να παρηγορήσει την ψυχή μας.
Γιατί, αν Εκείνος δεν παρηγορήσει τις καρδιές μας, είναι περιττά κι ανώφελα τα των ανθρώπων. Όπως πάλι, όταν ο Θεός μας παρηγορεί και μας ενθαρρύνει, κι αν ακόμη μας παρενοχλούν αμέτρητοι άνθρωποι, δεν θα μπορέσουν να μας βλάψουν σε τίποτα. 
Γιατί, όταν Εκείνος στερεώσει την καρδιά, κανένας δεν μπορεί να την κλονίσει»
Στη συνέχεια αναλύοντας τον λόγο του Προφήτη Ιερεμία «Καταραμένος να είναι ο καθένας που στηρίζει τις ελπίδες του σε άνθρωπο» (Ιερ. 17, 5), τονίζει τα εξής:
«Γιατί δεν υπάρχει τίποτε ευτελέστερο απ’ αυτήν την ελπίδα. Καθ’ όσον είναι ευτελέστερη κι απ’ την ίδια την αράχνη. Μάλλον δε δεν είναι μόνο ανίσχυρη, αλλά και αβέβαιη. 
Και το γνωρίζουν αυτό όσοι πολλές φορές στήριξαν τις ελπίδες τους στους ανθρώπους, που κατέπεσαν μαζί με εκείνους τους ίδιους. Ενώ η ελπίδα στον Θεό δεν είναι μόνο ισχυρή, αλλά και ασφαλής, χωρίς να παρουσιάζει καμμιά μεταβολή. Γι’ αυτό και ο Παύλος έλεγε: «Η δε ελπίδα δεν εντροπιάζει» (Ρωμ. 5, 5). Κάποιος άλλος δε σοφός έλεγε. «Προσέξτε τις αρχαίες γενεές και μάθετε, ποιός στήριξε τις ελπίδες του στον Κύριο και καταντροπιάστηκε;» (Σοφ. Σειράχ 2, 10).
Λέγει ο Μέγας Αθανάσιος: ««Φωνή μου προς Κύριον εκέκραξα». Το λεγόμενο διδάσκει ότι σε δύσκολες περιπτώσεις πρέπει να καταφεύγει κανείς μόνο στον Θεό κι όχι σε άλλον».
Λέγει ο Όσιος Βαρσανούφιος:
«Μη ζητήσεις βοήθεια ανθρώπων. Διότι αυτός που έχει την ελπίδα στον άνθρωπο, πέφτει γρήγορα. Ενώ η βοήθεια του Θεού είναι μεγαλύτερη απ’ τη βοήθεια μυριάδων ανθρώπων. Γιατί λέγει «ο Κύριος είναι βοηθός μου και δεν θα φοβηθώ τι θα μου κάνει ο άνθρωπος;» (Ψαλμ. 117, 6). Στήριξε λοιπόν την καρδιά σου στο όνομα του Κυρίου και γίνε ανδρείος και δυνατός, και ο Κύριος θα είναι μαζί σου».
Το δεύτερο που μας λένε είναι να μη στηριζόμαστε ούτε στις δικές μας δυνάμεις μας!
Γιατί υπάρχει και αυτό βέβαια. Μ’ ένα εγωιστικό τρόπο να στηριζόμαστε στις δυνάμεις μας και μόνο σ’ αυτές! Για το λάθος μας αυτό, θα μας πει ο όσιος Αντίοχος ο Πανδέκτης:
«Όπως είναι ασύμφωνο προς τον νόμο να στηρίζουμε την ελπίδα μας σε άνθρωπο και είναι επικατάρατη η ενέργεια αυτή, έτσι απειλεί ο νόμος εκείνον που στηρίζει την πεποίθησή του στη δική του δύναμη.
Πρώτος λοιπόν ο Μωυσής μας παραγγέλλει, λέγοντας: «Πρόσεχε τον εαυτό σου. Μη πεις μέσα στην καρδιά σου, η ισχύς μου και η δύναμη των χεριών μου μου έδωσαν τη μεγάλη αυτή ευημερία. Αλλά να θυμάσαι τον Κύριο, τον Θεό σου, γιατί Αυτός σου δίνει τη δύναμη» (Δευτ. 8, 11, 17-18).
Ομοίως και ο Προφήτης Αμώς λέγει: «Ο πολεμιστής δεν θα σώσει τη ζωή του, και ο ταχύς στα πόδια δεν θα μπορέσει να σωθεί» (Αμώς 2, 14-15).
Και η μητέρα του προφήτη Σαμουήλ Άννα έλεγε: «Ας μη καυχιέται ο δυνατός για τη δύναμή του. Γιατί δυνατός δεν είναι εκείνος που έχει σωματική δύναμη. Το τόξο των δυνατών πολεμιστών αποδείχθηκε ανίσχυρο, και οι ανίσχυροι περιζώσθηκαν δύναμη» (Α’ Βασ. 2, 10, 9, 3-4).
Και στις Παροιμίες: «Ο ίππος ετοιμάζεται για την ημέρα του πολέμου, όμως η βοήθεια στέλνεται από τον Κύριο» (Παρμ. 21, 31).
Και ο Ψαλμωδός: «Δεν δείχνει ο Κύριος την ευαρέσκειά Του στη δύναμη του ιππικού, ούτε και επιδοκιμάζει τα δυνατά και ευκίνητα πόδια του πολεμιστή. Γιατί δεν σώζεται ο βασιλιάς εξ αιτίας της μεγάλης δυνάμεώς του, και ο γίγαντας δεν θα σωθεί από τη μεγάλη σωματική δύναμή του» (Ψαλμ. 146, 10. 32, 16). Αλλά και, «Διαψεύδεται εκείνος που στηρίζει την ελπίδα του στο ιππικό, και δεν θα σωθεί κανείς απ’ τη μεγάλη δύναμή του» (Ψαλμ. 32, 17).
Έχοντας, λοιπόν, μάθει αυτά απ’ την Θεία Γραφή, ας μη τολμούμε καθόλου να στηρίζουμε την πεποίθησή μας η να μεγαλοφρονούμε για τη δύναμη η τη σωματική μας ευεξία, για να μη επισύρουμε επάνω μας την κατάρα εκείνου που στηρίζει τη σωματική δύναμή του στον εαυτό του.
Όπως εκείνος που ανεβαίνει στον ιστό της αράχνης θα πέσει και θα βρεθεί κάτω, έτσι πέφτει κάτω εκείνος που στηρίζει το θάρρος του στη δύναμή του!»
Το τρίτο που μας λένε είναι να μη λιποψυχούμε!
Πράγματι, πως φορές αποθαρρυνόμαστε από τα γεγονότα και τα χάνουμε! 
Γι’ αυτές τις τόσο δύσκολες περιστάσεις που μας καταβάλλουν κιόλας, λέγει ο Άγιος Νείλος ο Ασκητής:
«Δεν υπάρχει συμφορά που μπορεί να αντισταθεί στο θέλημα του Θεού. Γιατί ο καλός Δεσπότης απλώς συγκατανεύει, κι αμέσως καταργεί το κακό και εξαφανίζει το δυσκολοθεράπευτο έλκος. Αρκεί εσύ να μη κουραστείς να παρακαλείς με δάκρυα τον φιλανθρωπότατο Σωτήρα Χριστό, και να έχεις αγαθές ελπίδες για τον εαυτό σου.
Γιατί, αν λιποψυχήσεις, δεν θα επιτύχεις μεγάλη σωτηρία. Δείξε λοιπόν ανδρεία και λάβε δύναμη, χωρίς να σπάζεις την ελπίδα της διάνοιάς σου, ούτε να λησμονείς την ένδοξη και πάμπλουτη ουράνια πατρίδα, ώστε να μη ποθήσεις την ξένη και πάμφτωχη κατοικία και τιναχτεί, έξω από τη μεγάλη σωτηρία.
Το τέταρτο που μας λένε είναι να αγκυροβολούμε για τα καλά στην Πίστη!
Ναι, αυτή είναι η λύση. Η ευλογημένη. Η σίγουρη. Η ορθή. Η αποτελεσματική.
Μάλιστα ο ι. Χρυσόστομος τονίζει πως την άγκυρα, αυτό το υπέροχο σύμβολο της ελπίδας, πρέπει να την ρίχνουμε όχι στη θάλασσα των κοσμικών πραγμάτων, αλλά στον Ουρανό.
Αναφέρει συγκεκριμένα:«Όταν από πουθενά δεν υπάρχει για μας καμμιά ελπίδα ανθρωπίνης βοηθείας, ας μη απογοητευόμαστε, ούτε να ατονούμε, αλλά να πιανόμαστε απ’ την άγκυρα της Πίστης. Ας ρίξουμε το εργαλείο της ελπίδας όχι στη θάλασσα, αλλά στον ουρανό, κι έτσι το σκάφος που δοκιμάζεται θ’ απαλλαγεί απ’ τους κινδύνους».
Τονίζει και ο Άγιος Ισίδωρος Πηλουσιώτης: «Χρησιμοποίησε αυτή την άγκυρα και θα είσαι ανώτερος απ’ όλα τα θλιβερά».
Το πέμπτο που μας λένε είναι, να είμαστε αποφασισμένοι για μετάνοια!
Αυτό ακριβώς αναφέρει ο Μέγας Βασίλειος, λέγοντας:
«Να ελπίζεις στην αγαθότητα του Θεού και να περιμένεις τη βοήθειά Του, αφού γνωρίζεις ότι, εάν επιστρέψουμε σ’ Αυτόν ολοκληρωτικά και ειλικρινά, όχι μόνον δεν θα μας απορρίψει καθόλου, αλλά, ενώ ακόμη εμείς θα προφέρουμε τα λόγια της προσευχής, θα μας ειπεί. «Ιδού, είμαι κοντά σου» (Ησ. 58. 9).
Το έκτο που μας λένε είναι να μελετούμε τον Λόγο του Θεού.
Και γιατί άραγε αυτό; Την απάντηση παίρνουμε από τον Άγιο Ισίδωρο Πηλουσιώτη, ο οποίος αναφέρει:
«Είναι σπουδαίο βέβαια το να μη υφιστάμεθα ποτέ πτώση. Εάν όμως κάποτε με παραπλάνηση του εχθρού συμβεί κάποια πτώση, να προσφεύγουμε στην πιο καλή ελπίδα. Γιατί οι άνθρωποι κλίνουν πάντοτε προς τα αντίθετα.
Όμως και η πνευματική διδασκαλία συνηθίζει να διώχνει τον καπνό της κακίας που τοποθετήθηκε στις ψυχές. Αλλά και τα πανάγια λόγια έχουν θεϊκή δύναμη, και μπορούν, αυτόν που τα μελετά με πόθο, να τον φέρουν από την κακή κατάσταση στην αγαθή».
Το έβδομο που μας λένε είναι να έχουμε ως παράδειγμα τους αγίους!
Πράγματι και στο θέμα αυτό της ελπίδας θέλουμε παραδείγματα...
Και τι άλλα καλύτερα μπορούμε να έχουμε, πέραν απ’ αυτά τον Αγίων; 
Αρκεί να αναφέρουμε αυτό που τονίζει ο Άγιος Μάξιμος Ομολογητής για τον Απόστολο Παύλο:
«Προσευχόταν αδιάκοπα. Διότι, όπως έχει λεχθεί, σ’ όλες τις ενέργειές του και στα όσα του συνέβαιναν, ήταν κρεμασμένος απ’ την ελπίδα στον Θεό. Γι’ αυτό στις θλίψεις πάντοτε χαίρονταν όλοι οι άγιοι, για να γίνουν κάτοχοι της Θείας αγάπης. Και γι’ αυτό έλεγε ο Απόστολος: «Με μεγάλη λοιπόν ευχαρίστηση θα καυχηθώ για τις αδυναμίες μου, για να κατασκηνώσει σ’ εμένα η δύναμη του Χριστού» (Β’ Κορ. 12, 9). Και μετά από λίγο: «Όταν βρίσκομαι σε αδυναμία, τότε είμαι δυνατός» (Β’ Κορ. 12, 9). 
Αλλ’ αλλοίμονο σ’ εμάς τους αθλίους, γιατί εγκαταλείψαμε την οδό των αγίων Πατέρων, και γι’ αυτό είμαστε γυμνοί από κάθε πνευματικό έργο».

Και τώρα αξίζει να δώσουμε την προσοχή μας και σ’ ένα τελευταίο και πολύ σημαντικό ερώτημα:
Άραγε πότε έρχεται η βοήθεια και το έλεος του Θεού;
Για ένα θα πρέπει να είμαστε απολύτως βέβαιοι, αδελφοί μου. Ότι ποτέ το έλεος του Θεού δεν μας εγκαταλείπει. Επομένως θα πρέπει να ελπίζουμε ακράδαντα σ’ αυτό το έλεος και την ευσπλαχνία Του.
Ακόμη και τότε που για το δικό μας το καλό επιτρέπει τη θαλασσοταραχή στη ζωή μας, δεν υπάρχει περίπτωση να μας αφήσει να καταποντιστούμε, όταν μάλιστα ακατάπαυστα και επίμονα ζητούμε την βοήθειά Του.
Κάποτε αυτό μπορεί να γίνει και σ’ αυτήν ακόμη την έσχατη στιγμή, δηλαδή τότε που αρχίζουμε και καταποντιζόμαστε, λες και θέλει να δοκιμάσει έως τέλους αυτή την ελπίδα μας προς Αυτόν. Όπως έγινε και με τους μαθητές Του τότε στη θαλασσοταραχή, αλλά και σε πλείστες άλλες περιπτώσεις.
Αλλά ας θαυμάσουμε τα υπέροχα λόγια του ι. Χρυσοστόμου:
«Εάν ο Θεός, δεν σε απαλλάξει αμέσως απ’ τα δεινά, κι αυτό γίνεται για την δική σου δοκιμασία. Γιατί, όπως ακριβώς, ενώ μπορεί να μη τα επιτρέψει τα δεινά να έρθουν, όμως τα επιτρέπει, για να σε κάνει ισχυρότερο, έτσι κι ενώ μπορεί απ’ την αρχή να σε απαλλάξει, βραδύνει και αναβάλλει πάλι την απαλλαγή, ενισχύοντας τη δύναμή σου και ασκώντας την ελπίδα σου, και καθιστά ισχυρότερη την διάθεσή σου προς Αυτόν, κι ούτε επιτρέπει πάντοτε να θλιβόμαστε, για να μη αποκάμνουμε, ούτε πάντοτε μας βοηθάει, για να μη γινόμαστε αδιάφοροι».

Και τελικά πότε έρχεται η βοήθεια του Θεού; Ο ι. Χρυσόστομος δίνει την εξής απάντηση:
«Όταν τα πράγματα περιέλθουν σε αδιέξοδο, τότε προ πάντων έλπιζε. 
Γιατί τότε προ πάντων ο Θεός δείχνει τη δύναμή Του, όχι απ’ την αρχή, αλλ’ όταν τα των ανθρώπων φτάσουν στην απελπισία. Γιατί αυτός είναι ο καιρός της βοήθειας του Θεού.
Γι’ αυτό βέβαια ούτε τα τρία παιδιά τα άρπαξε από την αρχή, αλλά με το άναμμα της καμίνου (Δαν. 3,26).
Ούτε τον Δανιήλ πριν ριχθεί στο λάκκο, αλλά μετά τις επτά ημέρες (Δαν. 12,42).
Αυτό έκανε και στην περίπτωση των Αποστόλων.
Γι’ αυτό και ο Παύλος έλεγε: «Αλλά εμείς οι ίδιοι νιώθουμε ότι καταδικαστήκαμε σε θάνατο, για να μη στηρίζουμε την πεποίθησή μας στον εαυτό μας, αλλά στο Θεό που ανασταίνει τους νεκρούς» (B’ Κορ. 1,9).
Μη λοιπόν προσέχεις προς τα φυσικά πράγματα, που οδηγούν σε απόγνωση, αλλά έχε στραμμένη την προσοχή σου προς τη δύναμη του Θεού, που οδηγεί απ’ την κατάσταση της απόγνωσης σε καλές ελπίδες»
Επομένως, δεν πρέπει να απελπιζόμαστε ποτέ!
Μεγάλη έμφαση δίνουν στο θέμα αυτό της απελπισίας οι Πατέρες. Την θεωρούν όπλο του διαβόλου εναντίον μας, μας προτρέπουν να έχουμε σε κάθε περίπτωση εμπιστοσύνη στον πανάγαθο Θεό και μας προτείνουν πολλούς τρόπους αντιμετώπισης αυτής της όντως φοβερής κατάστασης.
Κατά τον ι. Χρυσόστομο: «Τίποτα δεν είναι τόσο ισχυρό όπλο για το διάβολο, όσο η απόγνωση. 
Γι’ αυτό δεν τον ευχαριστούμε τόσο πολύ αμαρτάνοντας, όσο όταν κυριευόμαστε από απελπισία».
Και συνεχίζει με τα εξής:
«Όταν τα πράγματα περιέλθουν σε αδιέξοδο, τότε προ πάντων έλπιζε. Γιατί τότε προ πάντων ο Θεός δείχνει τη δύναμή Του, όχι απ’ την αρχή, αλλ’ όταν τα των ανθρώπων φθάσουν στην απελπισία. Γιατί αυτός είναι ο καιρός της βοήθειας του Θεού.
Μη λοιπόν προσέχεις προς τα φυσικά πράγματα, που οδηγούν σε απόγνωση, αλλά έχε στραμμένη την προσοχή σου προς τη δύναμή του Θεού, που οδηγεί από την κατάσταση της απογνώσεως σε καλές ελπίδες».

Ας προσέξουμε και τούτα τα τόσο παραστατικά λόγια του Αγίου Συμεών του Νέου Θεολόγου:
«Όπως συμβαίνει στην περίπτωση συνοικεσίου, κατά το οποίο ο γαμπρός βραδύνει σε ταξίδι η είναι απασχολημένος σε άλλες υποθέσεις και αναβάλλει τον γάμο, εάν η νύφη οργισμένη καταφρονήσει την αγάπη εκείνου και διαγράψει η σχίσει το χαρτί του αρραβώνα, αμέσως χάνει τις ελπίδες της για τον γαμπρό, έτσι φυσικά συμβαίνει να γίνεται και στην περίπτωση της ψυχής. Εάν πει κάποιος από τους αγωνιζομένους «έως πότε πρέπει να κακοπαθώ;», και παραμελήσει τους ασκητικούς κόπους, με την αμέλεια δε των εντολών και την εγκατάλειψη της διηνεκούς μετανοίας κατά κάποιον τρόπο διαγράψει και σχίσει τα συμφωνητικά, αμέσως εκπίπτει και του αρραβώνα και της ελπίδας προς τον Θεό».
Αλλά θα πει κάποιος: Ενώ ήλπισα στο Θεό, καταντροπιάστηκα! Τι έχουμε να πούμε σ’ αυτό;
Θα πούμε αυτό που αναφέρει ο ι. Χρυσόστομος. Λέγει συγκεκριμένα:
«Σιώπα, άνθρωπε, και μη αντιλέγεις στη θεία Γραφή. Κι αν ακόμα καταντροπιάστηκες, αυτό συνέβη επειδή δεν ήλπισες όπως έπρεπε, επειδή υποχώρησες, επειδή δεν περίμενες το τέλος,
επειδή έδειξες ολιγοψυχία.
Μη κάνεις λοιπόν αυτό, αλλ’ όταν δεις τις συμφορές μπροστά σου, μη χάσεις το θάρρος σου. Γιατί αυτό προ πάντων αποτελεί ελπίδα, το να παραμένεις όρθιος, ενώ βρίσκεσαι μέσα στις συμφορές.
Τι υπήρξε αθλιότερο από εκείνους τους βαρβάρους, εννοώ τους Νινευΐτες; 
Αλλ’ όμως, ενώ βρίσκονταν μέσα στην παγίδα και περίμεναν ότι θα πέσει η πόλη, ούτε έτσι απογοητεύθηκαν, αλλ’ έδειξαν την κατάλληλη μετάνοια. Γι’ αυτό και έκαναν τον Θεό να μεταβάλει την απόφασή Του. Είδες πόση είναι η δύναμη της ελπίδας;»

Συμπέρασμα

Δεν βρήκα αδελφοί μου καλύτερα λόγια για να κλείσω αυτή την ταπεινή ομιλία, από αυτά του Χριστού: «Θάρρος! Εγώ είμαι, μη φοβάστε» (Ματθ. 28).
Η αυτά του Ψαλμωδού: «Συ, Κύριε, είσαι η ελπίδα μου» (Ψαλμ.90, 9).
Η αυτά του Αγίου Συμεών του Νέου Θεολόγου: «Εάν εγώ έχω Εσένα, τι να ελπίσω περισσότερο;»
Η αυτά του ι. Χρυσοστόμου: «Ο Θεός είναι αυτός που στο αδιέξοδο δίνει διέξοδο, κι αυτός που μπορεί και οδηγεί τα πράγματα απ’ την απόγνωση στην αισιοδοξία».
Η και αυτά του Οσίου Βαρσανουφίου: «Μη φοβηθείς τίποτε, αλλά πάρε δύναμη και ελπίδα με τη βοήθεια του Αγίου Πνεύματος. Πίστεψε ότι το χέρι του Θεού είναι μαζί σου».
Ναι, ας το πιστέψουμε ακράδαντα αδελφοί μου… Κι εν τέλει ας κάνουμε αυτό που μας προτρέπει ο Άγιος Κύριλλος Αλεξανδρείας: «Έχε εμπιστοσύνη στον Θεό και προχώρα…». Γιατί, όπως λέγει και ο Μέγας Αθανάσιος «Δεν εγκαταλείπει ο Κύριος εκείνους που ελπίζουνε σ’ Αυτόν».

Του Κων. Παπαδημητρακοπούλου

ΠΩΣ ΝΑ ΑΝΤΕΞΟΥΜΕ Σ’ ΕΝΑΝ ΚΟΣΜΟ ΧΩΡΙΣ ΘΕΟ;


Ως χριστιανοί που ζούμε στον κόσμο αισθανόμαστε συχνά απελπισία. Πώς μπορούμε να συνεννοηθούμε με τους ανθρώπους που δεν αγαπούνε τον Θεό ή είναι αδιάφοροι; Πώς μπορούμε να έχουμε τη χαρά της πίστης, όταν ο κόσμος ζει μέσα σε τόση αγωνία, όταν το κακό κυριαρχεί, όταν οι ευχάριστες ειδήσεις τείνουν να εξαφανιστούν, όταν το κακό και ο θάνατος κυριεύουν τη ζωή μας; Όταν το μόνο για το οποίο γίνεται λόγος είναι η κρίση; Όταν η σχεδόν αποκλειστική ενασχόληση των ανθρώπων είναι ο εαυτός τους, η ικανοποίηση των επιθυμιών τους και η απαισιοδοξία και το παράπονο για το ότι αυτό δεν είναι εφικτό; Όταν ακούμε συνεχώς το «να περνάς καλά» ως στόχο και όχι το «να ξέρεις γιατί ζεις»;... 
Χρειάζεται να συνειδητοποιήσουμε πάντως ότι αυτή η κατάσταση ίσχυε πάντοτε. 
Από τη στιγμή που εμφανίστηκε ο Χριστός στον κόσμο, μία τέτοια πραγματικότητα υπήρχε. Γι’ αυτό και ο Κύριός μας επεσήμανε ότι στον κόσμο θα έχουμε θλίψη. Γιατί θα βλέπουμε τη ζωή διαφορετικά και θα αισθανόμαστε μόνοι και παράξενοι
Ο Χριστός βέβαια ζήτησε από όσους πιστέψουν σ’ Αυτόν να έχουν θάρρος, διότι νίκησε τον κόσμο και τη νοοτροπία Του. Επομένως, όποιος Τον ακολουθεί, δε χρειάζεται να απογοητεύεται. Να αποκαρδιώνεται. 
Να παραδίδει τη χαρά και την αισιοδοξία που η σχέση με τον Χριστό δίνουν, στη λύπη για τη ζωή και την πραγματικότητα. Αντιθέτως, καλείται να εργαστεί ώστε το ήθος και τις αξίες που βιώνει, να τα καταστήσει κτήμα και των άλλων. Να γίνει ο ίδιος ένα ζωντανό υπόδειγμα ότι μπορεί ο άνθρωπος να νικήσει τη λύπη και τη θλίψη του κόσμου, αρκεί να πιστεύει.
Ο Απόστολος Παύλος, γράφοντας στους Κορινθίους, χρησιμοποιεί μία προτροπή του Θεού από την Παλαιά Διαθήκη, την οποία την επαναλαμβάνει στους χριστιανούς: «διό εξέλθετε εκ μέσου αυτών και αφορίσθητε και ακαθάρτου μη άπτεσθε, καγώ εισδέξομαι υμάς»(Β’ Κορ. 6, 17). «Φύγετε μακριά απ’ αυτούς και ξεχωρίστε. Μην αγγίζετε ακάθαρτο πράγμα κι εγώ θα σας δεχτώ».
Ο λόγος του Θεού δεν αποσκοπεί στην περιφρόνηση των άλλων ανθρώπων, οι οποίοι ζούνε μακριά Του. Αναφέρεται ουσιαστικά στο ήθος και τη νοοτροπία τους. Στο αξιακό τους πλαίσιο. Στον τρόπο που σκέπτονται. Ο χριστιανός καλείται να ξεχωρίσει, να φύγει μακριά από μία τέτοια στάση ζωής. Να μην αφήσει να τον επηρεάσουν η απιστία, η αδιαφορία, η θεοποίηση του εαυτού, των παθών και των επιθυμιών και η ζωή χωρίς ελπίδα. 
Κυρίως όμως η παράδοση στον υλιστικό τρόπο ζωής. Στις δυσκολίες να έχει στραμμένη την καρδιά του στη πρόνοια του Θεού. Στο γεγονός ότι ακόμη κι αν παραχωρεί ο Θεός, για τα λάθη και τις αμαρτίες μας, να είναι δύσκολη η ζωή μας, ο χριστιανός δεν αφήνει τον εαυτό του να λιγοψυχήσει, να παραιτηθεί από την προσπάθεια να νικήσει, ακόμη και μέσα στην ήττα του. Και νίκη σημαίνει ελπίδα στον Θεό. Σημαίνει αγώνας για να βγούμε από το τέλμα και κατά άνθρωπον και κατά Θεόν. Σημαίνει μετάνοια για τα λάθη μας. Σημαίνει καινούργια αρχή στη ζωή μας. Με τόλμη και έμπνευση, που δίδονται μέσα από την προσευχή και την εμπιστοσύνη στον Θεό και το θέλημά Του.
Την ίδια στιγμή ο χριστιανός καλείται να ξαναδεί τι σημαίνει να κυριαρχείται ο άνθρωπος από το ίδιον θέλημα. Γιατί από εκεί έρχεται η απογοήτευση. Δε συνεπάγεται κάτι τέτοιο ο άνθρωπος να μην έχει στόχους και όνειρα στη ζωή του. Όμως ο κυριότερος στόχος, αν πιστεύουμε στον Θεό, δεν μπορεί παρά να είναι η αγάπη. Όχι ως παθητική και μοιρολατρική αποδοχή της πορείας της ζωής, του θελήματος των άλλων, για να μην στενοχωρήσουμε και δυσκολέψουμε κανέναν, αλλά ως αλήθεια και ειλικρίνεια. Αυτός που αγαπά δεν κρύβει αυτό που νιώθει και πιστεύει ότι είναι αληθινό. Το ίδιον θέλημα όμως είναι η απολυτοποίηση της αλήθειας μας. Είναι, την ίδια στιγμή, η αίσθηση ότι μόνο ικανοποιώντας αυτό που σκεφτήκαμε και αποφασίσαμε ότι μας ταιριάζει, θα είμαστε ευτυχισμένοι. 
Και διαπιστώνουμε ότι, παρότι επέρχεται αυτή η ικανοποίηση, για την οποία ο άνθρωπο κινεί γη και ουρανό, εντούτοις και πάλι ο άνθρωπος δεν είναι ευτυχισμένος. Γιατί δεν μπορεί να αγαπά τον άλλο, αλλά μόνο τους στόχους του. Βλέπει τα πρόσωπα των άλλων ως αντικείμενα προς χρήσιν. Βλέπει τις επιδιώξεις του ως τις απόλυτες μεθόδους και οδούς ευτυχίας, χωρίς να συνειδητοποιεί ότι το θέλημά του δε είναι αρκετό να ευτυχήσει. 
Διότι όσα κι αν πετύχει, πάλι κάτι θα του λείπει. Όταν όμως ο άνθρωπος έχει στην ύπαρξή του ζωντανή τη γνώση, την εμπιστοσύνη και την απόπειρα για βίωση του θελήματος του Θεού, που είναι η αγάπη, δηλαδή η έξοδος από τον εαυτό του σε ό,τι κάνει και το αγκάλιασμα τόσο του άλλου ανθρώπου όσο και του οτιδήποτε αξίζει, θα διαπιστώσει ότι μαζί του είναι ο Θεός. Και θα νιώσει στην καρδιά του, παρά την οδύνη κάποτε της ήττας, τη χαρά του ότι κάνει αυτό που ζητά ο Θεός. Κι Εκείνος θα στηρίξει και θα αγκαλιάσει.
Κλειδί το «ακαθάρτου μη άπτεσθε». Ακάθαρτο είναι κάθε τι το οποίο κάνει τον άνθρωπο περήφανο και εγωιστή. Τον κάνει αυτάρκη στις ηδονές του. Είτε αυτό είναι επίτευγμα, είτε η εικόνα του, είτε οι επιτυχίες του, είτε η αποδοχή των άλλων, ο αυτάρκης άνθρωπος οδηγείται σε μία δαιμονική έπαρση αυτοεγκλωβισμού στις δικές του δυνάμεις. 
Και γι’ αυτό ο Θεός προτρέπει τον άνθρωπο ούτε καν να αγγίζει το ακάθαρτο. 
Όπως απομακρύνουμε μία βρωμισμένη τροφή, έτσι και στη ζωή μας καλούμαστε να προσπερνάμε κάθε λογισμό, κάθε αντίληψη, κάθε πράξη που μας εγκλωβίζουν στην αυτάρκειά μας. Αξιοποιούμε τα χαρίσματα που μας έδωσε ο Θεός, τις ευκαιρίες, τους ανθρώπους που μας στηρίζουν, όχι για να αυτοδοξαστούμε, ενίοτε ξεχνώντας και το πόσο και από ποιους ευεργετηθήκαμε, αλλά για να μπορέσουμε να αγαπήσουμε. Να χαρούμε αληθινά και να μοιραστούμε το λίγο ή το πολύ που μας δόθηκε ή αποκτήσαμε, επειδή μας επιτράπηκε από τον Θεό να μπορούμε να το αποκτήσουμε.
Η εποχή μας λειτουργεί ως μία χοάνη στην οποία ο άνθρωπος δύσκολα μπορεί να ξεχωρίσει πώς θα βγει από την απελπισία της παράδοσης στην κυριαρχία των υλικών αγαθών, στο ίδιον θέλημα, σε ό,τι του δίνει αυτάρκεια και υπερηφάνεια. Και γι’ αυτό στις ήττες του ο άνθρωπος απογοητεύεται, συντρίβεται, ενίοτε παραιτείται και από την ζωή. 
 Δεν μπορεί να χτίσει σχέσεις που να έχουν διάρκεια, διότι δεν έχει μάθει να κάνει την αγάπη κέντρο και στόχο ζωής. Κυρίως όμως αφήνει να σβήνει από το προσκήνιο η πίστη και η εμπιστοσύνη στον Θεό και το θέλημά Του. Ας αποσυρθούμε από έναν τέτοιο τρόπο ζωής και με όπλο μας την πίστη ας αφήσουμε τον Θεό να μας δεχθεί, να γίνει ο Πατέρας μας κι εμείς να είμαστε οι γιοι και οι θυγατέρες Του. Και τότε θα αντέξουμε, όσο κι αν η ζωή μας δυσκολεύει και φαίνεται χωρίς φως κι ελπίδα. Και χωρίς να είναι ανάγκη να συμφωνούμε με τους ανθρώπους που είναι μακριά από τον Θεό, είτε εντός είτε εκτός της Εκκλησίας, θα μπορέσουμε να συνεννοηθούμε. Με τη γλώσσα της προσευχής, της υπομονής και της προσμονής να μιλήσει ο Θεός και στις δικές τους καρδιές!

π.Θεμιστοκλής Μουρτζανός
Κέρκυρα, 14 Φεβρουαρίου 2016

Τι είναι αυτή η γαλήνη που προηγείται από την καταιγίδα που θα ξεσπάσει σε λίγο;



Τὸ ἱερὸ καὶ προφητικὸ βιβλίο τῆς Ἀποκαλύψεως περιγράφει τὴν διὰ μέσου τῶν αἰώνων πάλη τῆς Ἐκ­κλησίας τοῦ Χριστοῦ μὲ ὅλες τὶς ἀντίθετες δυνάμεις καὶ τὸν ὁριστικὸ θρίαμβό της στὰ τέλη τῶν αἰώνων.

Στὸ κύριο μέρος τοῦ βιβλίου εἰσερχόμαστε ὅταν τὸ Ἀρνίο τῆς Ἀποκαλύψεως, δηλαδὴ ὁ σταυρωμένος καὶ ἀναστημένος Χριστός, ὁ αἰώνιος θριαμβευτὴς καὶ κυβερνήτης τοῦ παντός, παίρνει ἀπὸ τὰ χέρια τοῦ καθημένου ἐπὶ τοῦ θρόνου Θεοῦ τὸ βιβλίο τὸ σφραγισμένο μὲ ἑπτὰ σφραγίδες γιὰ νὰ τὸ ἀνοίξει.

Τὸ ἄνοιγμα τῶν ἑπτὰ σφραγίδων σημαίνει τὴν ἔναρξη συγκλονιστικῶν γεγονότων καὶ μεγάλων δοκιμασιῶν τῶν κατοικούντων ἐπὶ τῆς γῆς, τίς ὁποῖες ἐπιφέρει παιδαγωγικὰ ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ γιὰ νὰ ὁδηγήσει στὴ μετάνοια καὶ σωτηρία τοὺς ἀνθρώπους.

Μετὰ τὸ ἄνοιγμα τῶν ἕξι σφραγίδων καὶ πρὶν ἀνοίξει ἡ ἕβδομη, ὁπότε θὰ συμβοῦν τὰ φοβερότερα καὶ τρομερότερα γεγονότα, παρεμβάλλεται μιὰ πολὺ παρήγορη σκηνή. Εἶναι ἡ περιγραφὴ τῆς αἰώνιας δόξας καὶ μακαριότητας τῶν δικαίων στοὺς οὐρανοὺς καὶ οἱ ὑπέροχοι ὕμνοι καὶ δοξολογίες ἀγγέλων καὶ ἁγίων γύρω ἀπὸ τὸν θρόνο τοῦ Θεοῦ.

Κατόπιν, ὅταν τὸ Ἀρνίο ἄνοιξε τὴν ἕβ­δομη σφραγίδα καὶ ἐνῶ ἀναμένον­ταν τὰ συγκλονιστικὰ καὶ κοσμοϊστορικὰ γεγονότα μιᾶς κοσμογονικῆς καταστροφῆς, ἔγινε κάτι παράδοξο, ὅπως μᾶς πληροφορεῖ τὸ ἱερὸ κείμενο: «Καὶ ὅτε ἤνοιξε τὴν σφραγῖδα τὴν ἑβδόμην, ἐγένετο σιγὴ ἐν τῷ οὐρανῷ ὡς ἡμιώριον» (Ἀποκ. η΄ 1). Δηλαδή: Ὅταν ἄνοιξε τὸ Ἀρνίο τὴν ἕβδομη σφραγίδα τοῦ βιβλίου, ἐπικράτησε σιγὴ στὸν οὐρανὸ περίπου γιὰ μισὴ ὥρα.

Τὸ πανευφρόσυνο πανηγύρι τῆς θρι­­αμβεύουσας Ἐκκλησίας σταμάτησε. Μιὰ ὑποβλητικὴ ἠρεμία ἐπικρατεῖ τώρα. Τοὺς θριαμβευτικοὺς ὕμνους, τὶς δο­ξο­λογητι­κὲς φωνὲς τοῦ ἀμέτρητου πλήθους τῶν δικαίων διαδέχεται ἀπόλυτη σιωπή. Λίγο πρὶν ἐξαγγελθοῦν οἱ ἀποφάσεις τῆς δικαιοσύνης τοῦ Θεοῦ, τίς ὁποῖες παίρνει ὁ Θεὸς μὲ ἀγάπη γιὰ τὴν ὠφέλεια τοῦ κόσμου καὶ τὴν παιδαγωγία του, ἁπλώνεται στὸν οὐρανὸ μιὰ δραματικὴ σιγὴ ποὺ κρατᾶ περίπου μι­σὴ ὥρα.

Μετά, μόλις πέρασε αὐτὴ ἡ ὥρα, ὁ ἀ­πόστολος καὶ εὐαγγελιστὴς Ἰωάννης ὁ Θεολόγος, ὁ συγγραφέας τοῦ ἱεροῦ βιβλίου τῆς Ἀποκαλύψεως, εἶδε νὰ στέ­κον­ται μπροστὰ στὸ θρόνο τοῦ Θεοῦ ἑπτὰ ἀπὸ τοὺς ἐπισημότερους ἀγγέλους, στοὺς ὁ­­ποίους δόθηκαν ἑπτὰ σάλπιγγες. Μὲ τὰ σαλπίσματά τους θὰ ἐξαγγελθοῦν στὴ συνέχεια κοσμοϊστορικὰ γεγονότα ποὺ πρόκειται νὰ ἀκολουθήσουν καὶ τὰ ὁποῖα θὰ συγκλονίσουν τοὺς κατοίκους τῆς γῆς.

Τί σημαίνουν ὅλα αὐτά; Τί εἶναι αὐτὴ ἡ παράδοξη καὶ μυστηριώδης σιγή; Τί εἶναι αὐτὴ ἡ γαλήνη ποὺ προηγεῖται ἀπὸ τὴν καταιγίδα ποὺ θὰ ξεσπάσει σὲ λίγο;

Ὅλα μέσα στὴν Ἀποκάλυψη εἶναι συμβολικά, εἰκόνες ἐντυπωσιακὲς ποὺ δὲν ἑρμηνεύονται κατὰ γράμμα, ἀλλὰ φανερώνουν προφητικὰ αὐτὰ ποὺ πρόκειται νὰ συμβοῦν στὴν ἱστορία τοῦ κόσμου. Συγχρόνως ἀποκαλύπτουν καὶ πτυχὲς ἀπὸ τὴ ζωὴ τοῦ οὐράνιου κόσμου· ἀπὸ τὴν εὐφρόσυνη κατάσταση στὴν ὁποία ζεῖ, ἀπὸ τὴ λατρεία τοῦ Θεοῦ καὶ τὴ δοξολογία Του.

Τὸ σημεῖο ὅμως ποὺ μᾶς ἀπασχολεῖ ἀποκαλύπτει καὶ κάτι ἄλλο: ὅτι ὁ οὐράνιος κόσμος βρίσκεται σὲ ἐπικοινωνία καὶ σχέση μὲ τὸν κόσμο τῆς γῆς. Εἶναι σὲ γνώση αὐτῶν ποὺ συμβαίνουν πάνω στὴ γῆ.

Καὶ ἀκόμη ὅτι δὲν ἀρκεῖται ἁπλῶς στὸ νὰ γνωρίζει τὰ γεγονότα τῆς γῆς. Ἐπιπλέον ἐνδιαφέρεται γιὰ τὴν ἐξέλιξή τους, συμμετέχει κατὰ κάποιον τρόπο σ’ αὐτά. Ἡ «σιγὴ ἐν τῷ οὐρανῷ ὡς ἡμιώριον» φανερώνει καὶ μιὰ ἀναμονὴ γεμάτη ἀγωνία. Ὅλος ὁ οὐράνιος κόσμος περιμένει μέσα σὲ σιγὴ καὶ μὲ συγκρατημένη ἀναπνοὴ νὰ δεῖ αὐτὸ ποὺ πρόκειται νὰ ἀκολουθήσει.

Ἡ ἐποχὴ στὴν ὁποία ζοῦμε χαρακτηρίζεται ἀπὸ πολλοὺς ἀποκαλυπτικὴ ἐ­πο­χή. Κοσμογονικὲς καταστροφὲς καὶ θεομηνίες, πόλεμοι καταστροφικοί, μετακινήσεις λαῶν ἀπὸ τὴ μιὰ ἤπειρο στὴν ἄλλη, ἐγκληματικότητα καὶ τρομοκρατία, ποὺ ἁπλώνεται ἀπειλητικὰ σ’ ὅλο σχεδὸν τὸ πρόσωπο τῆς γῆς, πνευματικὴ σύγχυση, ἁμαρτία καὶ ἀποστασία ἀνεξέλεγκτη καὶ ἠθικὴ παραλυσία πρωτοφανὴς σὲ ἔκταση καὶ βάθος.

Μήπως εἶναι καιρὸς κατὰ τὸν ὁποῖο κάποιος ἄγγελος τῆς Ἀποκαλύψεως θὰ σαλπίσει μὲ τὴ σάλπιγγά του; Μήπως κάποια σφραγίδα θὰ ἀνοίξει καὶ θὰ ξεσπάσει βίαιη ἡ ὀργὴ τοῦ Θεοῦ;

Στὴν ὁριακὴ ἐποχὴ ποὺ βρισκόμαστε περιμένουμε κι ἐμεῖς νὰ δοῦμε τὴ συν­έχεια τῆς ἱστορίας ἑνὸς κόσμου μέσα στὸν ὁποῖο ζοῦμε καὶ ὁ ὁποῖος δείχνει νὰ ἔχει ἀφηνιάσει, καθὼς μὲ ξέφρενους ρυθμοὺς φεύγει ἀπὸ τὴν τροχιὰ στὴν ὁποία ὁ Δημιουργός του τὸν ἔθεσε καὶ κινδυνεύει νὰ ἐξακοντισθεῖ στὸ χάος τῆς ἀβύσσου.

Τί πρόκειται νὰ γίνει; Ποῦ θὰ ὁδηγηθοῦμε; Ποιὸ θὰ εἶναι τὸ τέλος καὶ πότε θὰ ἔλθει;

Τὰ ἀμείλικτα αὐτὰ ἐρωτήματα, ποὺ συγκλονίζουν τίς ψυχές μας, ἀπασχολοῦν καὶ τὸν οὐράνιο κόσμο ποὺ κάποτε ἀφήνει τὴν ἀπόλαυση τῆς εὐτυχίας του, σταματᾶ τὴ θριαμβευτικὴ καὶ εὐφρόσυνη δοξολογία τοῦ Θεοῦ καὶ στέκεται σιωπηλός, μὲ ἀπόλυτη σιγή, γιὰ νὰ παρακολουθεῖ αὐτὰ ποὺ συμβαίνουν στὴ γῆ μὲ πολὺ ἐνδιαφέρον καὶ προσοχή, μὲ ἀγάπη καὶ προσευχή. Ὁπωσδήποτε καὶ μὲ κάποια ἀγωνία. Ὄχι διότι ἀμφιβάλλει γιὰ τὴν ἔκβαση τῆς μεγάλης μάχης ποὺ ἄρχισε ἀπὸ τότε ποὺ ὁ Χριστὸς ἦλθε στὸν κόσμο καὶ θὰ τελειώσει μὲ τὴν ἔνδοξη Δευτέρα Παρουσία Του· ἀλλὰ ἐπειδὴ ἀγωνιᾶ γιὰ τὴ θέση ποὺ θὰ πάρουμε ἐμεῖς ποὺ ζοῦμε πάνω στὴ γῆ.

Γι’ αὐτὸ δὲν πρέπει νὰ ἐφησυχάζουμε καὶ νὰ ἀδιαφοροῦμε, καὶ ἐνῶ τὰ σημεῖα τῶν καιρῶν πληθαίνουν, νὰ μὴν ἀλλάζουμε νοοτροπία καὶ πορεία καὶ νὰ ἐπιμένουμε στὴν ἁμαρτία.

Ἀντίθετα, πρέπει νὰ ἀγρυπνοῦμε καὶ νὰ ἐντείνουμε τὸν ἀγώνα μας, καθὼς μάλιστα ἔχουμε τὴ βεβαιότητα ὅτι ἡ νίκη θὰ εἶναι τοῦ Θεοῦ καὶ ὅτι ὅσοι συμμετέχουν στὸν ἀγώνα τοῦ Θεοῦ καὶ τῆς Ἐκκλησίας Του, θὰ συμμετάσχουν τελικῶς ἀσφαλῶς καὶ στὸ θρίαμβό Του, στὴν αἰώνια καὶ ἄφθαρτη δόξα τῆς Βασιλείας Του.

Η αποστολή μας

Η αποστολή μας είναι να γνωρίσουμε το Θεό στον κάθε άνθρωπο ή να θυμίσουμε το Θεό στον κάθε άνθρωπο (μνήμη Θεού).

Δεν πρόκειται για γνώση ή ενθύμηση μέσω των βιβλίων, αλλά για γνώση ή ενθύμηση μέσω της εμπειρίας μας.

Για μένα το να θυμάμαι το Θεό είναι σπουδαιότερο από το να γνωρίζω το Θεό. Άφησε ότι το να γνωρίζεις το Θεό έχει και μια δόση υπερηφάνειας. Αν είμαστε ταπεινοί θα νιώθουμε ότι ο Θεός μας γνωρίζει, όχι ότι εμείς γνωρίζουμε το Θεό.

Ο Θεός είναι πάντα κοντά μας. Δεν απομακρύνεται ο Θεός από τον άνθρωπο αλλά ο άνθρωπος απομακρύνεται από το Θεό. Ούτε ο Θεός θυμώνει με τον άνθρωπο, αλλά ο άνθρωπος θυμώνει με το Θεό. Να συμφιλιωθείτε με το Θεό, γράφει ο Απόστολος Παύλος, δεν γράφει να συμφιλιωθεί ο Θεός μαζί μας.

Η οργή του Θεού είναι μάλλον οργή λαού. Δεν χωρεί αμφιβολία ότι η σημερινή οργισμένη εποχή δείχνει την οργή που έχει μέσα του ο άνθρωπος. Ο κόσμος είναι η έκφραση του εσωτερικού κόσμου των ανθρώπων.

Του Μόσχου Λαγκουβάρδου

Περί Προσευχής

(Κατά Μάρκον Εὐαγγέλιον Κεφ.11, στ.24-25 και Κεφ.14, στ.38) 
"πάντα ὅσα ἂν προσευχόμενοι αἰτεῖσθε, πιστεύετε ὅτι λαμβάνετε, καὶ ἔσται ὑμῖν. καὶ ὅταν στήκητε προσευχόμενοι, ἀφίετε εἴ τι ἔχετε κατά τινος, ἵνα καὶ ὁ πατὴρ ὑμῶν ὁ ἐν τοῖς οὐρανοῖς ἀφῇ ὑμῖν τὰ παραπτώματα ὑμῶν"

δηλαδή: "όλα όσα με την προσευχή σας ζητείτε, πιστεύετε ότι θα τα λάβετε και θα σας δοθούν από το Θεό. Και όταν στέκεστε στην προσευχή, να συγχωρείτε με όλη σας την καρδιά, εάν έχετε κάτι εναντίον κάποιου, για να συγχωρήσει και ο Πατέρας σας ο Ουράνιος τα δικά σας παραπτώματα"

"γρηγορεῖτε καὶ προσεύχεσθε, ἵνα μὴ εἰσέλθητε εἰς πειρασμόν· τὸ μὲν πνεῦμα πρόθυμον, ἡ δὲ σάρξ ἀσθενής"

δηλαδή: "αγρυπνείτε, προσέχετε και προσεύχεστε, για να μη πέσετε σε πειρασμό - το μεν πνεύμα είναι πρόθυμο να υποτάσσεται στο Θείο θέλημα, αλλά η σάρκα, η ανθρώπινη φύση, είναι ασθενής"


(Κατά Λουκάν Εὐαγγέλιον Κεφ.6, στ.28)
"εὐλογεῖτε τοὺς καταρωμένους ὑμῖν, προσεύχεσθε ὑπὲρ τῶν ἐπηρεαζόντων ὑμᾶς"

δηλαδή: "ευλογείτε εκείνους, που σας καταριούνται, προσεύχεσθε στο Θεό για εκείνους, που σας δυσφημούν και σας βλάπτουν"


(Κατά Ματθαίον Εὐαγγέλιον Κεφ.6, στ.6-8)
"σὺ δὲ ὅταν προσεύχῃ, εἴσελθε εἰς τὸν ταμιεῖόν σου, καὶ κλείσας τὴν θύραν σου πρόσευξαι τῷ πατρί σου τῷ ἐν τῷ κρυπτῷ, καὶ ὁ πατήρ σου ὁ βλέπων ἐν τῷ κρυπτῷ ἀποδώσει σοι ἐν τῷ φανερῷ"

δηλαδή: "Εσύ όμως, όταν θέλεις να προσευχηθείς, προτίμησε το ιδιαίτερο δωμάτιό σου, κλείσε την πόρτα και κάνε την προσευχή σου στον Πατέρα σου, που είναι αόρατος και σαν κρυμμένος. Και ο Πατέρας σου, που βλέπει και τα πλέον απόκρυφα, θα σου αποδώσει στα φανερά την αμοιβή σου"


"Προσευχόμενοι δὲ μὴ βαττολογήσητε ὥσπερ οἱ ἐθνικοί· δοκοῦσι γὰρ ὅτι ἐν τῇ πολυλογίᾳ αὐτῶν εἰσακουσθήσονται. μὴ οὖν ὁμοιωθῆτε αὐτοῖς· οἶδε γὰρ ὁ πατὴρ ὑμῶν ὧν χρείαν ἔχετε πρὸ τοῦ ὑμᾶς αἰτῆσαι αὐτόν"

δηλαδή: "Όταν προσεύχεστε, μη πολυλογείτε και φλυαρείτε, χωρίς να παρακολουθείτε και να καταλαβαίνετε αυτά που λέτε, όπως κάνουν οι εθνικοί, διότι αυτοί φαντάζονται ότι θα εισακουσθούν με ένα τρόπο μαγικό χάρη στην πολυλογία τους. Μη μοιάσετε λοιπόν με αυτούς, διότι ο Πατέρας σας γνωρίζει από ποιά πράγματα έχετε ανάγκη, πριν του τα ζητήσετε"


(Κατά Ματθαίον Εὐαγγέλιον Κεφ.18, στ.19-20)
"Πάλιν ἀμὴν λέγω ὑμῖν ὅτι ἐὰν δύο ὑμῶν συμφωνήσωσιν ἐπὶ τῆς γῆς περὶ παντὸς πράγματος οὗ ἐὰν αἰτήσωνται, γενήσεται αὐτοῖς παρὰ τοῦ πατρός μου τοῦ ἐν οὐρανοῖς"

δηλαδή: "Πάλι σας διαβεβαιώνω ότι, εάν δύο από σας συμφωνήσουν στη γη για κάθε καλό πράγμα, που θα ζητήσουν με την προσευχή τους, θα το λάβουν από τον Ουράνιο Πατέρα μου"

"οὗ γάρ εἰσι δύο ἢ τρεῖς συνηγμένοι εἰς τὸ ἐμὸν ὄνομα , ἐκεῖ εἰμι ἐν μέσῳ αὐτῶν"

δηλαδή: "διότι όπου δύο ή τρεις είναι συγκεντρωμένοι στο Όνομά μου και για σκοπό σύμφωνο με το θέλημά μου, εκεί είμαι και εγώ εν μέσω αυτών, για να τους φωτίζω, να τους ευλογώ και να τους ενισχύω


(Κατά Ἰωάννην Εὐαγγέλιον Κεφ.14, στ.13)
"καὶ ὅ,τι ἂν αἰτήσητε ἐν τῷ ὀνόματί μου, τοῦτο ποιήσω, ἵνα δοξασθῇ ὁ πατὴρ ἐν τῷ υἱῷ" 

δηλαδή: "και κάθε τι που με πίστη θα ζητήσετε στο Όνομά μου, θα το κάνω, για να δοξασθεί έτσι ο Πατέρας δια του Υιού"

Ὅσιος Μάρκος ὁ Ἀσκητής


Ο,ΤΙ ΚΑΛΟ θυμᾶσαι, κάνε το• καὶ αὐτὸ ποὺ δὲν θυμᾶσαι θὰ σοῦ ἀποκαλυφθεῖ. Μὴ παραδώσεις ἀπερίσκεπτα στὴ λησμοσύνη τὴν ἔννοια τοῦ καλοῦ.

ΜΗ ΛΕΣ ὅτι ἔχεις ἀποκτήσει κάποια ἀρετὴ χωρὶς θλίψη• δὲν ἔχει δοκιμαστεῖ ἡ ἀρετὴ ποὺ ἀπόκτησες εὔκολα.

ΠΟΛΛΕΣ ΣΥΜΒΟΥΛΕΣ τῶν ἄλλων εἶναι γιὰ τὸ καλό μας• τίποτα ὅμως δὲν εἶναι πιὸ ὠφέλιμο γιὰ τὸν καθένα ἀπὸ τὴ δική του γνώμη.

ΑΝ ΘΕΛΕΙΣ νὰ γιατρευτεῖς φρόντισε τὴ συνείδησή σου, ὅ,τι σοῦ λέει κάνε το, καὶ θὰ βρεῖς τὸ φάρμακο.

ΤΑ ΚΡΥΦΑ κάθε ἀνθρώπου τὰ γνωρίζει ὁ Θεὸς καὶ ἡ συνείδηση• ἀπὸ αὐτὰ τὰ δύο καθένας ἂς διορθώνεται.

ΟΠΟΙΟΣ ΕΞΥΒΡΙΖΕΙ τὴ φρόνηση καὶ περηφανεύεται γιὰ τὴν ἀμάθειά του, δὲν εἶναι μόνο στὰ λόγια ἀνίκανος ἀλλὰ καὶ στὴ γνώση.

ΟΠΩΣ ΕΙΝΑΙ ἄλλο ἡ σοφία στὰ λόγια καὶ ἄλλο ἡ φρόνηση, ἔτσι διαφέρουν ἡ ἀνικανότητα στὰ λόγια καὶ ἡ ἀφροσύνη.

ΚΑΛΥΤΕΡΑ νὰ προσεύχεσαι μὲ εὐλάβεια γιὰ τὸν πλησίον σου παρὰ νὰ τὸν ἐλέγχεις γιὰ κάθε ἁμάρτημά του.

ΑΝ ΣΟΥ ΜΙΛΗΣΟΥΝ ἄσχημα, μὲ τὸν ἑαυτό σου νὰ ὀργίζεσαι, ὄχι μὲ τὸν ἄλλον• γιατὶ ἂν εἶναι πονηρὴ ἡ ἀκοή, πονηρὰ θὰ ἀπαντήσεις.

ΑΛΛΟ ΕΙΝΑΙ ἡ ἐκτέλεση μιᾶς ἐντολῆς καὶ ἄλλο ἡ ἀρετή, ἂν καὶ ξεκινοῦν ἡ μία ἀπὸ τὴν ἄλλη γιὰ νὰ κάνουν τὸ καλό.

ΠΑΝΤΟΤΕ ΟΣΟ ΜΠΟΡΕΙΣ νὰ κάνεις τὸ καλό, καὶ ὅταν χρειάζεται τὸ μεγαλύτερο ἐσὺ νὰ μὴ στρέφεσαι στὸ μικρότερο• γιατὶ ὅπως λέει ἡ Γραφὴ ὅποιος κοιτάει πίσω δὲν εἶναι κατάλληλος γιὰ τὴ βασιλεία τῶν οὐρανῶν.

Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ σχεδὸν δὲν μπορεῖ νὰ διαχειριστεῖ οὔτε αὐτὰ ποὺ ἔχει ἀπὸ τὴ φύση του. Ὁ Χριστὸς διὰ τοῦ Σταυροῦ χαρίζει τὴν υἱοθεσία.

ΤΟ ΠΡΩΤΟ κακὸ εἶναι ἡ ἄγνοια• δεύτερη ἀκολουθεῖ ἡ ἀπιστία.

ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ταπεινοφροσύνη ἡ καταδίκη τῆς συνείδησής μας ἀλλὰ ἡ χάρη τοῦ Θεοῦ καὶ ἡ ἐπίγνωση τῆς συμπάθειάς Του.

Η Ελλαδα εταξε μεγαλη αποστολη στον εαυτο της· οχι να αρπαξει, οχι να ληστευσει και να εκμεταλλευτει την ανθρωποτητα, οπως ἄλλα εθνη, αλλα να εκπολιτισει και να την υπηρετησει ποικιλοτροπως. Για τα μεγαλα ιδανικα εργαστηκε το γενος των Ελληνων και προσεφερε εκατομβες μαρτυρων

ΟΙ ΘΥΣΙΕΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ


Η Ιστορία μαρτυρεί ότι εμείς οι Έλληνες είμαστε από τα αρχαιότερα έθνη της Ευρώπης και θα έπρεπε ως εκ τούτου να έχουμε αυξηθεί δια μέσου των αιώνων και να είμαστε σήμερα ένα από τα πολυπληθέστερα έθνη της γης. Πώς λοιπόν συμβαίνει ώστε όλα τα έθνη, τα οποία μετά από χιλιετηρίδες ολόκληρες έκαναν την εμφάνισή τους στη σκηνή της παγκόσμιας ιστορίας ως ολιγάριθμες ορδές ασύντακτων και βαρβάρων, σήμερα να αριθμούν πληθυσμό 50, 80, 100, 130 εκατομμυρίων και να κατέχουν εκτεταμένες επιφάνειες της γης, ενώ το αρχαιότερο έθνος των Ελλήνων να αριθμεί πληθυσμό μόλις 8 εώς 9 εκατομμυρίων, όσοι υπολογίζεται ότι είναι οι εντός και οι εκτός της Ελλάδας κατοικούντες Έλληνες; Πού οφείλεται αυτό το ολιγάριθμο της Φυλής μας; Αυτή είναι η απορία, η οποία γεννάται όταν κανείς ρίξει το βλέμμα του στο παρελθόν και παρακολουθήσει την κίνηση των λαών.
Αλλά η Ιστορία, η οποία θέτει το πρόβλημα αυτό, δίνει και τη λύση. Αποδεικνύει με αδιάσειστα «ντοκουμέντα ότι, ενώ οι άλλοι λαοί από την πρώτη μέρα της ιστορικής τους εμφάνισης επιδόθηκαν σε ληστρικές επιδρομές και ως αγέλες λύκων διεσπάρησαν σε όλη την Ευρώπη και την Ασία για να «θύσουν καὶ ἀπολέσουν», η Ελλάδα έταξε άλλη αποστολή στον εαυτό της· όχι να αρπάξει, όχι να ληστεύσει και να εκμεταλλευτεί την ανθρωπότητα, αλλά να εκπολιτίσει, να την υπηρετήσει ποικιλοτρόπως, να γίνει ο διδάσκαλος και ο φρουρός του πολιτισμού. Για τα μεγάλα αυτά ιδανικά εργάστηκε το γένος των Ελλήνων και πρόσφερε τις εκατόμβες των μαρτύρων του. Ποιος θα μετρήσει τα ηρωικά του θύματα; Όταν το κύμα της Ασιατικής βαρβαρότητας κατά τον 5ο π.Χ. αιώνα κατέκλυζε την Ευρώπη, μόνο η Ελλάδα ήταν εκείνη η οποία αντιστάθηκε στους βάρβαρους της Ασίας, αγωνίστηκε ηρωικώς και στο Μαραθώνα, τις Θερμοπύλες, τη Σαλαμίνα και τις Πλαταιές έπεσαν πολυάριθμα τέκνα της για να σωθεί η ελευθερία.
Και όταν ύστερα από 5 αιώνες, εν μέσω της απερίγραπτης ηθικής κατάπτωσης των λαών, παρουσιάστηκε η Θρησκεία του Ναζωραίου, η Ελλάδα από όλα τα άλλα έθνη ήταν η πρώτη η οποία ασπάστηκε το Σταυρό, τέθηκε στην υπηρεσία του χριστιανικού πολιτισμού και πρόσφερε τις υπηρεσίες της, υπηρεσίες πνεύματος και αίματος. Αναρίθμητοι είναι οι Χριστιανοί Έλληνες, οι οποίοι έπεσαν κατά τους πρώτους αιώνες των φρικτών διωγμών της νέας Θρησκείας. Και όταν έληξαν οι διωγμοί, η Ελλάδα πάλι ήταν εκείνη η οποία με το Μ. Κωνσταντίνο ήλθε και έστησε τη σημαία του Εσταυρωμένου στο Βυζάντιο και ίδρυσε τη Βυζαντινή αυτοκρατορία. Και η Βυζαντινή αυτή αυτοκρατορία ως προμαχώνας του Χριστιανισμού επί χίλια έτη αγωνίστηκε με απαράμιλλο ηρωισμό εναντίον αναρίθμητων στιφών βαρβάρων, οι οποίοι απ’ όλα τα σημεία του ορίζοντα εξορμούσαν για να εξοντώσουν το μοναδικό αυτό φρούριο της Χριστιανοσύνης. Και ενώ η Ρώμη υπέκυψε στους βαρβάρους το 467 μ.Χ., το Βυζάντιο χάρη στους ηρωισμούς των τέκνων του παρέμεινε ελεύθερο και ανεξάρτητο μέχρι το 1453, όταν μετά από χιλιετή αιμορραγία μυρίων κατά των βαρβάρων πολέμων, υπέκυψε στους Τούρκους. Μυριάδες τότε Ελλήνων εσφάγησαν κατά τη μεγάλη εκείνη πτώση της Βασιλίδος των πόλεων. Άλλες ακολούθως μυριάδες Ελλήνων εσφάγησαν ως πρόβατα κατά τη μακρά δουλεία των 4 αιώνων.
Αλλά, ω Ελλάδα, μαρτυρική μας Πατρίδα, ποιος θα μετρήσει τα θαύματα της νεότερης ιστορίας σου, η οποία άνοιξε με την ημερομηνία της 25ης Μάρτίου του 1821, όταν ακούστηκε το σύνθημα «Ελευθερία ή Θάνατος»; Από τότε μέχρι τον Οκτώβριο του 1944 η Ελλάδα προσέφερε 5 εκατομμύρια νεκρούς και τον ιστορικό μας καθηγητή Άμαντο, δηλαδή· 1) Δύο περίπου εκατομμύρια Ελλήνων πέθαναν από τα δεινά του πολέμου του 1821 ή εσφάγησαν από τους Τούρκους στα διάφορα μέρη της Τουρκίας, διότι παντού έγιναν ομαδικές σφαγές Ελλήνων. 2) Δύο άλλα εκατομμύρια Ελλήνων κατά τον πρώτο παγκόσμιο πόλεμο (1914 -18) και τη Μικρασιατική καταστροφή χάθηκαν εξ αφορμής των σφαγών και των διωγμών της Τουρκίας, και 3) Άλλο ένα εκατομμύριο Ελλήνων κατά τον τελευταίο παγκόσμιο πόλεμο (1940 -44) απολέσθηκε μαρτυρικώς. Μόνο μέσα σε έναν αιώνα 5 εκατομμύρια νεκροί! Και ρωτάμε και περιμένουμε απάντηση· Ποιο άλλο έθνος στην Ευρώπη έχυσε τόσο αίμα, θυσίασε τόσους ανθρώπους για τον αγώνα της ελευθερίας;
Ιδού, λοιπόν, ο λόγος για τον οποίο η Ελλάδα δεν έχει να παρουσιάσει σήμερα πληθυσμό πολλών εκατομμυρίων. Εάν ήταν δυνατό να αναστηθούν για ένα εικοσιτετράωρο όλοι εκείνοι οι Έλληνες, οι οποίοι από αρχαιοτάτων χρόνων μέχρι των ημερών μας προσέφεραν τη ζωή τους ολοκαυτωμα για τα μεγάλα ιδανικά του ανθρώπου, τότε έκπληκτη η ανθρωπότητα θα έβλεπε να τετραπλασιάζεται και να πενταπλασιάζεται η φυλή των Ελλήνων και όλοι αυτοί οι νεκροί, οι οποίοι θα ζωντάνευαν, θα σάλπιζαν στα πέρατα του κόσμου, ιδιαιτέρως δε στη διάσκεψη της ειρήνης() των Ηνωμένων Εθνών· Αποδώστε δικαιοσύνη στη μαρτυρική Ελλάδα.
Εάν η αξία ενός έθνους δε μετριέται από τη γεωγραφική του έκταση ούτε από τα υλικά αγαθά, τα οποία κατέχει, ούτε από τους στρατούς, τους οποίους παρατάσσει, αλλά κυρίως από τις υπηρεσίες και τις θυσίες, τις οποίες προσέφερε στο σύνολο της ανθρωπότητας, τότε η Ελλάδα ανήκει στα έθνη τα μεγάλα, και η αξία της είναι άπειρη.
Ω Χριστιανοί Έλληνες! Η γη, επί της οποίας ζούμε, είναι αγία. Κάθε πτυχή του εδάφους, κάθε πέτρα της έχει να μας διηγηθεί και μια ηρωική πράξη των παιδιών της. Ας μη λησμονούμε την ιστορία του τόπου αυτού, και μέσα από τα λαγκάδια και τα βουνά και τα ακρογιάλια της Ελλάδας, ας ακούμε τη φωνή των μυριάδων ηρώων της, η οποία μας επιτάσσει· Έλληνες! Φανείτε άξια παιδιά της Ελλάδας, η οποία πάντοτε στάθηκε πρωτοπόρος στους ευγενέστερους αγώνες της ανθρωπότητας και προσέφερε τα περισσότερα θύματα στο βωμό των αιωνίων ιδανικών της ανθρωπότητας.

Toῦ Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αὐγουστίνου Καντιώτου

Επαναλαμβανόμενα ερωτήματα, που οι Ποιμενες αφήνουν ...αναπάντητα!




Ἂς μᾶς ξεκαθαρίσουν οἱ Ἐπίσκοποι καὶ Ποιμένες:


Ἀποδέχονται τὸ τοῦ Μ. Ἀθανασίου;

«Ὧν τὸ φρόνημα ἀποστρεφόμεθα, τούτους ἀπὸ τῆςκοινωνίας προσήκει φεύγειν… 
Εἰ δέ τις προσποιεῖται μὲν ὁμολογεῖν ὀρθὴν πίστιν, φαίνεται δὲ κοινωνῶν ἐκείνοις, τὸν τοιοῦτον προτρέψασθε ἀπέχεσθαι τῆς τοιαύτης συνηθείας· καὶ ἐὰν μὲν ἐπαγγέλληται, ἔχετε τὸν τοιοῦτον ὡς ἀδελφόν· ἐὰν δὲ φιλονείκως ἐπιμένῃ, τὸν τοιοῦτον παραιτεῖσθε. 
Οὕτω γὰρ διατελοῦντες καθαρὰν τὴν πίστιν διατηρήσετε» (P.G. 26,1188Β).

Συμφωνοῦν λοιπόν, μὲ τὸ αἱρετικὸ φρόνημα τοῦ πατρ. Βαρθολομαίου καὶ τῶν ὁμοίων του ἢ τὸ ἀποστρέφονται, ὅπως διδάσκει ὁ Μ. Ἀθανάσιος; Ναί, ἢ οὔ; 

Προέτρεψαν, ὡς γνωστὸν κάποιοι ἀπὸ τοὺς ἱερωμένους (ἀλλὰ καὶ ἄλλοι πολλοὶ πιστοί) τὸν Πατριάρχη νὰ σταματήσει τὸν οἰκουμενιστικὸ κατήφορο. Αὐτὸς ὅμως συνεχίζει ἀπτόητος τὴν κακόδοξη πορεία του. 
Γιατί δὲν ἀπομακρύνονται απ' αὐτόν, ὅπως διδάσκει ὁ Μ. Ἀθανάσιος; [Βλέπετε, πὼς δὲν ἀπευθύνουμε τὸ λόγο πρὸς τὸν ἁπλὸ λαό, ποὺ οἱ Ποιμένες ἀφήνουν ἀκατήχητο εἰς τὰ τῆς Πίστεως (ἢ μᾶλλον τὸν παραπληροφοροῦν), ἀλλὰ στοὺς ὑπεύθυνους Ποιμένες, ποὺ μὲ τὴν συμπεριφορά του χαράζουν νέα, ξένη πρὸς τὴν Ὀρθόδοξη Παράδοση καὶ κακόδοξη γραμμή!].

Ἀποδέχονται οἱ Πνευματικοὶ καὶ Ποιμένες τὸ τοῦ Μ. Βασιλείου;

«Οὐδ’ ἂν πρὸς ὥραν (οὔτε κἂν μιὰ ὥρα) αὐτῶν ἐπεδεξάμεθα τὴν συνάφειαν, εἰ σκάζοντας (χωλαίνοντας) περὶ τὴν Πίστιν εὕρομεν» (P.G. 32,992-994). 
Καὶ τὸν ἄλλον λόγον του; «Οἵτινες τὴν ὑγιᾶ ὀρθόδοξον πίστιν προσποιούμενοι ὁμολογεῖν, κοινωνοῦσι δὲ τοῖς ἑτερόφροσι, τοὺς τοιούτους, εἰ μετὰ παραγγελίαν μὴ ἀποστῶσιν, μὴ μόνον ἀκοινωνήτους ἔχειν, ἀλλὰ μηδὲ ἀδελφοὺς ὀνομάζειν»; 
(Εἰς ἁγ. Μάρκου Ἐφέσου, Ὁμολογία, CFDS, Ser. A. τόμ. Χ, fasc. II, σελ. 133 (24-28).

Κι ἂν τὴν ἀποδέχονται, τί κάνουν καὶ τί συμβουλεύουν νὰ κάνουν οἱ πιστοί; Νὰ κοινωνοῦν μὲ τοὺς δῆθεν ὀρθοδόξους Ἐπισκόπους, ποὺ ὅμως κοινωνοῦν μὲ τοὺς "ἑτερόφρονας" Οἰκουμενιστές, ἢ νὰ ἀπομακρύνονται ἀπ' αὐτοὺς σύμφωνα μὲ τὴν διδασκαλία τῶν Ἁγίων;

Ἀποδέχονται οἱ Ποιμένες τὴν ἐπιστολήν τῶν Ἁγιορειτῶν ποὺ λέγει: «Καί ἐν ἑνί τοῦ ὀρθοῦ ἔκπτωσις καί ἀνατροπή; ὁ γάρ αἱρετικόν δεχόμενος, τοῖς αὐτοῦ ὑπόκειται ἐγκλήμασι· καί ὁ ἀκοινωνήτοις κοινωνῶν, ἀκοινώνητός ἐστιν, ὡς συγχέων τόν Κανόνα τῆς Ἐκκλησίας» (Ἐπιστολή ἁγιορειτῶν πρός τόν Βασιλέα Μιχαήλ τόν Παλαιολόγον, Δοκίμιον Ἱστορικόν Μοναχοῦ Καλλίστου Βλαστοῦ, ἐκδ. 1896, σελ. 97-107).

Ἀποδέχονται οἱ Ποιμένες τὸ τοῦ ἁγ. Θεοδώρου τοῦ Στουδίτου:

«Ὅσοι κοινωνοῦν μαζὶ μὲ τοὺς Αἱρετικούς, αὐτοὶ ὡς ἀληθῶς ἀποσχίζονται τῆς Ἐκκλησίας»; (P.G. 99, 1065CD).

Ἀποδέχονται τὸ τοῦ ἁγίου Κυρίλλου Ἀλεξανδρείας, 

ποὺ πρὸ τῆς Γ΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου, ἐνίσχυε τοὺς ἔχοντας διακόψει τὸ μνημόσυνο τοῦ Πατριάρχη Νεστορίου (ὁ ὁποῖος δὲν εἶχε καταδικαστεῖ ἀκόμα ἀπὸ Σύνοδο, ὅπως ἀκριβῶς ὁ Βαρθολομαῖος) καὶ προέτρεπετὸ Ὀρθόδοξο Ποίμνιο τῆς Κωνσταντινουπόλεως:

«Ἀσπίλους καὶ ἀμώμους ἑαυτοὺς τηρήσατε, μήτε κοινωνοῦντες τῷ μνημονευθέντι (Νεστορίῳ), μήτε μὴν ὡς διδασκάλῳ προσέχοντες, εἰ μένει λύκος ἀντὶ ποιμένος»; 
(P.G. 77,1258).

Μήπως ὁ διάδοχός τοῦ Νεστορίου, ὁ Πατρ. Βαρθολομαῖος, δὲν εἶναι ἐξίσου «λύκος»; 
Ἢ μήπως εἶναι ὁ Βαρθολομαῖος χειρότερος ἀπὸ τὸν "λύκο" Νεστόριο, γιατὶ ἡ αἵρεση τοῦ Νεστορίου δὲν εἶχε ἀκόμα καταδικασθεῖ ἀπὸ Σύνοδο, ἦταν «ἀκατάγνωστη» συνοδικά, ἐνῶ πολλὲς ἀπὸ τὶς αἱρέσεις ποὺ περικλείει στὴν «μάνδρα» του ὁ Οἰκουμενισμός, εἶναι «κατεγνωσμένες»; 
Ὁ ὅρος "Θεοτόκος" (τὸν ὁποῖον ἀμφισβητοῦσε ὁ Νεστόριος) δὲν περιείχετο στὸ "Σύμβολο τῆς Πίστεως", ἐνῶ ἀντίθετα ἡ Πίστη ὅτι ἡ Ἐκκλησία εἶναι ΜΙΑ καὶ ὄχι πολλές, τὸ Βάπτισμα εἶναι ΕΝΑ κι ὄχι πολλά, περιέχονται στὸ "Σύμβολο τῆς Πίστεως", καὶ ἄρα -ὡς ἐκ τούτου- ξεδιάντροπα καὶ ἀσεβῶς ὁ πατριάρχης Βαρθολομαῖος τὰ ἀθετεῖ καὶ τὰ καταργεῖ!

Ἀποδέχονται οἱ Ἐπίσκοποι, καὶ Ποιμένες, καὶ Πνευματικοὶ τὸ τοῦ Ἰωσὴφ Βρυεννίου:

«Ὁ τοῖς ἀκοινωνήτοις κοινωνῶν, καὶ αὐτὸς ἀκοινώνητος· καὶ εἴ τις ἀκοινωνήτῳ, κἂν ἐν οἴκῳ συνεύξηται, καὶ οὗτοςἀφοριζέσθω”» (Τὰ Εὑρεθέντα, τόμος Β΄, σελ. 28).

Τί εἶναι, λοιπόν, γιὰ σᾶς, Σεβασμιώτατοι καὶ Πατέρες ὁ Βαρθολομαῖος, οἱ συνοδοιπόροι του καὶ ὅλη ἡ ἄλλη οἰκουμενιστικὴ κομπανία; «Λύκοι» ἢ Ὀρθόδοξοι διδάσκαλοι καὶ Ποιμένες καὶ ἄρα δὲν ὑπάρχει κανένα πρόβλημα;

Π.Σ.

"Τοις αιρετικοίς μηδένα κοινωνείν παραγγείλατε, μήτε γράφειν"


Σύνοδος τῆς Σαρδικῆς ΠΡΟΣ ΕΠΙΣΚΟΠΟΥΣ:

ΚΑΜΙΑ ΚΟΙΝΩΝΙΑ ΜΕ ΑΙΡΕΤΙΚΟΥΣ
(ΠΑΠΙΚΟΥΣ καὶ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΤΕΣ)


«Σπουδάσατε τὴν ὁμοφωνίαν διασῴζεσθαι»

Ὅταν ἀκόμα ὁ Ἀρειανισμὸς ἦταν ζωντανός, παρὰ τὴν καταδίκη του ἀπὸ τὴν Α΄ Οἰκουμενικὴ Σύνοδο, ἀφοῦ μὲ τὴν βοήθεια καὶ τῶν αἱρετικῶν αὐτοκρατόρων κάποιες Ἐπισκοπές –μὲ Ὀρθόδοξο πλήρωμα– τὶς κατεῖχαν Ἀρειανοί, καὶ ἔτσι ὑπῆρχε μεγάλη σύγχυση καὶ ἀκαταστασία εἰς τὰ τῆς Πίστεως, ἡ Σύνοδος τῆς Σαρδικῆς ἀποστέλλει ἐπιστολὴ πρὸς τοὺς ἀπόντες Ἐπισκόπους καὶ τοὺς λέγει:
Οἱ αἱρετικοὶ ἀξίζουν ἀναθέματος, ὄχι γιατὶ παρέβησαν κάποιο Κανόνα, ἀλλὰ γιατὶ καπηλεύτηκαν καὶ νόθευσαν τὸν λόγον τῆς ἀληθείας. Ἰσχύει, λοιπόν, γι’ αὐτοὺς ὁ λόγος τοῦ ἀποστόλου Παύλου «εἴ τις ὑμᾶς εὐαγγελίζεται παρ' ὃ παρελάβετε, ἀνάθεμα ἔστω», ἡ ἐφαρμογὴ τοῦ ὁποίου δὲν χρειάζεται τὸ στήριγμα οὐδενὸς Κανόνος. Ὁ ἀναθεματισμὸς δηλαδή, δὲν προέρχεται ἀπὸ κάποια δική μας συνοδικὴ ἀπόφαση, ἀλλὰ ἀποτελεῖ ἐφαρμογὴ τῶν λόγων τοῦ Ἀποστόλου.
Ὡς ἐκ τούτου, οἱ ἀποφάσεις τῶν ἐν Συνόδῳ Ἁγίων Πατέρων καὶ οἱ Ἱ. Κανόνες δὲν κάνουν τίποτε ἄλλο παρὰ ἐφαρμόζουν καὶ ἑρμηνεύουν τὸ Εὐαγγέλιο. Εἶναι δηλαδὴ ἀπὸ τὸν λόγο τοῦ Ἀποστόλου ἀναθεματισμένος καθένας ποὺ παραχαράσσει τὸν λόγον τῆς ἀληθείας. Ἀσφαλῶς, διὰ τὴν ἐκκλησιαστικὴ τάξη, εἶναι ἀπαραίτητες καὶ οἱ ἀποφάσεις τῶν Συνόδων.
Καὶ παραγγέλει ἡ Σύνοδος: οὐδεμία κοινωνία μὲ τοὺς αἱρετικούς. Μακριὰ ἀπὸ αὐτούς. Οὔτενὰ γράφετε σὲ αὐτούς, οὔτενὰπαραλαμβάνετε τὰ γράμματά τους!
Καὶ ἐσεῖς (συνεχίζει πρὸς τοὺς ἀπόντες τῆς Συνόδου Ἐπισκόπους-συλλειτουργούς), φροντίστε νὰ ἐφαρμόσετε τὶς ἀποφάσεις τῆς Συνόδου ἐναντίον τῶν αἱρετικῶν καὶ νὰ μὴ κοινωνεῖτε μὲ αὐτούς, γιατὶ μόνο ἔτσι διασώζεται ἡ ἐν Χριστῷ ὁμοφωνία, ἡ ὁποία δυστυχῶς ἀπουσιάζει στὴν σύγχρονη τοπική, ἀλλὰ καὶ πανορθόδοξη Σύνοδο Ἐπισκόπων!

«Ἡ ἁγία σύνοδος ἡ κατὰ θεοῦ χάριν ἐν Σαρδικῇ συναχθεῖσα τοῖς ἁπανταχοῦ ἐπισκόποις... ἐν κυρίῳ χαίρειν.
Ἔστωσαν τοίνυν ὑμῖν ἀνάθεμα διὰ τὸ "κεκαπηλευκέναι τὸν λόγον" τῆς ἀληθείας· ἀποστολικὸν ἔστι παράγγελμα· "εἴ τις ὑμᾶς εὐαγγελίζεται παρ' ὃ παρελάβετε, ἀνάθεμα ἔστω". τούτοις μηδένα κοινωνεῖν παραγγείλατε· "οὐδεμία γὰρ κοινωνία φωτὶ πρὸς σκότος". τούτους πάντας μακρὰν ποιεῖτε· "οὐδεμία γὰρ συμφωνία Χριστῷ πρὸς Βελίαρ". καὶ φυλάξασθε, ἀγαπητοί, μήτε γράφειν πρὸς αὐτοὺς μήτε γράμματα παρ' αὐτῶν δέχεσθαι. σπουδάσατε δὲ μᾶλλον καὶ ὑμεῖς, ἀδελφοὶ καὶ συλλειτουργοί, "ὡς τῷ πνεύματι παρόντες" τῇ συνόδῳ ἡμῶν συνεπιψηφίσασθαι δι' ὑπογραφῆς ὑμετέρας ὑπὲρ τοῦ παρὰ πάντων τῶν πανταχοῦ συλλειτουργῶν τὴν ὁμοφωνίαν διασῴζεσθαι».

(Στὸ ἔργο τοῦ Μ. Ἀθανασίου, Apologia contra Arianos sive Apologia secunda, TLG, Chapter 50, section 2, line 266).

Μετὰ κι ἀπ' αὐτὲς τὶς ξεκάθαρες θέσεις μιᾶς Συνόδου, (γιὰ τὴν στάση μας πρὸς τοὺς αἱρετικούς) ποὺ διέσωσε καὶ ἐφάρμοσε καὶ ὁ Μ. Ἀθανάσιος, τὸ ἐρώτημα πρὸς ὅλους τοὺς Ποιμένες καὶ διδασκάλους (κι ὄχι μόνο πρὸς τοὺς Ἐπισκόπους) εἶναι:
Πῶς ἐσεῖς συνεχίζετε νὰ κοινωνεῖτε μὲ Ἐπισκόπους ποὺ ψήφισαν ἐν Συνόδῳ κακόδοξα πράγματα, ποὺ μετὰ ἀπὸ πέντε μῆνες ἀδιαφοροῦν γιὰ τὶς ἀποφάσεις τῆς Ψευδοσυνόδου τοῦ Κολυμπαρίου καὶ τὶς θεωροῦν ὡς δευτερεῦον θέμα;

Πότε οἱ Ἅγιοι, μετὰ ἀπὸ κάποια Σύνοδο ποὺ νομοθέτησε καὶυἱοθέτησε αἱρετικὲς θέσεις, συνέχισαν νὰ ἀποδέχονται, νὰκοινωνοῦν καὶ νὰ μνημονεύουν τοὺς πρωτεργάτες της;

(*) Σαρδική Σύνοδος. Σημαντική εκκλησιαστική σύνοδος, η οποία είχε τον χαρακτήρα οικουμενικής και συγκλήθηκε το 343 μ.Χ. στην πόλη Σαρδική (σημερινή Σόφια) από τους αυτοκράτορες του Δυτικού και του Ανατολικού Ρωμαϊκού κράτους, Κώνστα Α΄ και Κωνστάντιο, αντιστοίχως, για να επιχειρηθεί συμβιβασμός ανάμεσα στους ορθόδοξους χριστιανούς και στην αίρεση των αρειανών (προς τους οποίους ήταν ευμενώς διακείμενος ο Κωνστάντιος).