.

.

Δός μας,

Τίμιε Πρόδρομε, φωνή συ που υπήρξες η φωνή του Λόγου. Δος μας την αυγή εσύ που είσαι το λυχνάρι του θεϊκού φωτός. Βάλε σήμερα τα λόγια μας σε σωστό δρόμο, εσύ που υπήρξες ο Πρόδρομος του Θεού Λόγου. Δεν θέλουμε να σε εγκωμιάσουμε με τα δικά μας λόγια, επειδή τα λόγια μας δεν έχουν μεγαλοπρέπεια και τιμή. Όσοι θα θελήσουν να σε στεφανώσουν με τα εγκώμιά τους, ασφαλώς θα πετύχουν κάτι πολύ πιό μικρό από την αξία σου. Λοιπόν να σιγήσω και να μη προσπαθήσω να διακηρύξω την ευγνωμοσύνη μου και τον θαυμασμό μου, επειδή υπάρχει ο κίνδυνος να μη πετύχω ένα εγκώμιο, άξιο του προσώπου σου;

Εκείνος όμως που θα σιωπήσει, πηγαίνει με τη μερίδα των αχαρίστων, γιατί δεν προσπαθεί με όλη του τη δύναμη να εγκωμιάσει τον ευεργέτη του. Γι’ αυτό, όλο και πιό πολύ σου ζητάμε να συμμαχήσεις μαζί μας και σε παρακαλούμε να ελευθερώσεις τη γλώσσα μας από την αδυναμία, που την κρατάει δεμένη, όπως και τότε κατάργησες, με τη σύλληψη και γέννησή σου, τη σιωπή του πατέρα σου του Ζαχαρία.

Άγιος Σωφρόνιος Ιεροσολύμων

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Αγίου Βασιλείου του Μεγάλου. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Αγίου Βασιλείου του Μεγάλου. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

''Κι ἔτσι, ἀνατράπηκαν τά δόγματα τῆς ὀρθῆς πίστης κι ἔπεσαν σέ σύγχυση...'' ~ Μέγας Βασίλειος


Κι ἔτσι, ἀνατράπηκαν τὰ δόγματα τῆς ὀρθῆς πίστης κι ἔπεσαν σὲ σύγχυση οἱ θεσμοὶ τῆς Ἐκκλησίας. Κι οἱ φίλαρχοι, ποὺ δὲν φοβοῦνται τὸν Κύριο, πηδοῦν καὶ κυριεύουν τὶς ἐπισκοπές. Λοιπόν, φανερὰ πιά, ὁ ἐπισκοπικὸς βαθμὸς προβάλλεται σὰν ἔπαθλο τῆς ἀσέβειας, ἔτσι ποὺ ὅποιος ξεστόμισε τὶς πιὸ φοβερὲς βλαστήμιες ἀπέναντι τῆς ἀλήθειας, νὰ εἶναι προτιμότερος γιὰ ἐπίσκοπος τοῦ λαοῦ... (...)

Μέγα Βασιλείου, Επιστολὴ 92, πρὸς Ἰταλοὺς καὶ Γάλλους


Ο Μ. Βασίλειος σε όσους κινδυνεύουν από απογοήτευση για την κατάσταση στην Εκκλησία να χάσουν το θάρρος τους και την ομολογιακή τους διάθεση


«Διὸ παρακαλοῦμεν ὑμᾶς μὴ ἐκκακεῖν ἐν ταῖς θλίψεσιν, ἀλλ' ἀνανεοῦσθαι τῇ πρὸς Θεὸν ἀγάπῃ καὶ καθ' ἡμέραν προστιθέναι τῇ σπουδῇ, εἰδότες ὅτι ἐν ὑμῖν ὀφείλει τὸ λείψανον τῆς εὐσεβείας σωθῆναι, ὃ ἐλθὼν ὁ Κύριος εὑρήσει ἐπὶ τῆς ΓΣ. 
Καὶ εἴτε ἀπεδιώχθησαν ἐπίσκοποι τῶν Ἐκκλησιῶν, τοῦτο ὑμᾶς μὴ σαλευέτω· εἴτε προδόται ἐξ αὐτῶν ἐφύησαν τῶν κληρικῶν, μηδὲ τοῦτο τὴν πεποίθησιν ὑμῶν τὴν εἰς Θεὸν σαθρούτω.... ὀλίγοι δὲ τῶν ἐκ τοῦ λαοῦ εὑρίσκοντο οἱ γνησίως τὸν λόγον καταδεχόμενοι, καὶ ὅτι οὐ τὸ πλῆθός ἐστι τὸ σωζόμενον, ἀλλ' οἱ ἐκλεκτοὶ τοῦ Θεό»  

(Ἐπιστολὴ 257 Πρὸς τοὺς μονάζοντας καταπονηθέντας ὑπὸ τῶν ἀρειανῶν).


«Να κρατάς γερά τα πηδάλια της ζωής!»


Να κυβερνάς τα μάτια σου, για να μην πέσει κάποτε πάνω σου ορμητικό το κύμα της επιθυμίας από τα μάτια.

Να κυβερνάς......τη γλώσσα, την ακοή για να μην δεχθείς κάτι το βλαβερό, για να μην πεις κάτι απ’ αυτά που απαγορεύονται.

Να μη σε αναποδογυρίσει η ζάλη απ’ το θυμό, να μη σε κατακλύσουν οι αιφνίδιοι φόβοι, ούτε να σε καταποντίσει βαριά λύπη.

Κύματα είναι τα πάθη.

Όταν κρατάς ψηλότερα τον εαυτό σου,θα σαι καλός κυβερνήτης της ζωής.

Εάν δε το καθένα απ’ αυτά δεν τον διακυβερνάς με εμπιστοσύνη και σταθερότητα, με το να περιφέρεσαι , σαν κάποιο ανερμάτιστο πλοίο, απ’ αυτά που συμβαίνουν κάθε φορά, θα εξαφανιστείς στο πέλαγος της αμαρτίας.

Μέγας Βασίλειος


Πρόσεχε σεαυτὸν, ὦ ἱερεῦ μὴ τὸ ἅγιον ποτήριον ἐγχειρισθῇ ὑπὸ αἱρετικῶν!



Πρόσεχε σεαυτὸν, ὦ ἱερεῦ... μηδὲ μεταδίδῳς τὸ θεῖον σῶμα ὅπου οὐ χρή… μὴ μεταδίδῳς ἀναξίοις ἢ λαϊκοῖς, παρὰ ἐπιστρέψαι αὐτοὺς τῇ ὀρθοδόξῳ πίστει… Ὅρα οὖν μὴ τὸ ἅγιον ποτήριον… ἐγχειρισθῇ ὑπὸ αἱρετικῶν· 
(Μ. Βασιλείου)

τοῦ Ἀδαμαντίου Τσακίρογλου

Παρόλο που τόσοι Ἅγιοι καὶ φωτισμένοι γέροντες μᾶς παρέδωσαν τὴν ἐντολὴ νὰ θεωροῦμε τὸν Οἰκουμενισμὸ ὡς Παναίρεση, Αἵρεση τῶν Ἐσχάτων, Τρίτο κέρατο τοῦ Διαβόλου, Δαιμονικὴ Ἐφεύρεση κλπ. ἡ πλειοψηφία τῶν πιστῶν, λαϊκῶν καὶ ἱερέων -ἐνῶ βλέπει τὴν προδοσία καὶ ἀποστασία τῶν Οίκουμενιστῶν- δὲν θεωρεῖ σημαντικὸ πράγμα τὴν μυστηριακὴ ἕνωση μαζί τους, καὶ δὲν πιστεύει ὅτι μ' αὐτὸ τὸν τρόπο πράττει κάτι κακό. 

Ἔτσι τὸ μεγαλύτερο μέρος τῶν πιστῶν, λαϊκῶν καὶ ἱερέων, συνεχίζει νὰ τοὺς μνημονεύει ὡς ὀρθοτομοῦντες ψευδόμενο μπροστὰ στὸν Θεό, διότι ὁ αἱρετικὸς δὲν μπορεῖ νὰ εἶναι συγχρόνως καὶ ὀρθοτομομὼν καὶ αἱρετικός, καὶ παράλληλα συνεχίζει νὰ συλλειτουργεῖ καὶ νὰ κοινωνεῖ μαζί τους, πάλι ψευδόμενο. Καὶ λέω ψευδόμενο, γιατὶ οἱ ἐντολὲς τοῦ Θεοῦ διὰ μέσου τῶν Ἁγίων Του ὄχι μόνο ἀπαγορεύουν τὴν ἐν γνώσει κοινωνία μὲ τοὺς αἱρετικούς, ἀλλὰ -καὶ ἀντίθετα μ' αὐτοὺς ποὺ δὲν βλέπουν ἐπιτίμιο στοὺς Κανόνες- ἐκφράζουν τὸ φοβερὸ "οὐαί"!

Ὡς τρανὸ καὶ ἀδιάσειστο παράδειγμα τῶν παραπάνω φέρνω τὸν Μ. Βασίλειο καὶ τὸν λόγο του "Περὶ καταστάσεως ἱερέων" στὸν ὁποῖο ὁ μέγας αὐτὸς πατὴρ προειδοποιεῖ (μεταξὺ ἄλλων) ὡς δεσποτικὴ ἐντολὴ τὸν ἱερέα νὰ μὴν κοινωνεῖ λαϊκοὺς ποὺ δὲν εἶναι ὀρθόδοξοι ἢ φρονοῦν ἀνορθόδοξα, ἕως ὅτου αὐτοὶ νὰ γυρίζουν στὴν Ὀρθοδοξία καὶ κυρίως ἀπαγορεύει -λέγοντας τὸ "οὐαί" στοὺς πράττοντες τὸ ἀντίθετο- τὸ συλλείτουργο καὶ τὴν κοινωνία μὲ αἱρετικούς. Ἐκτὸς ἂν πιὰ οἱ Οἰκουμενιστές δεν θεωροῦνται αἱρετικοὶ καὶ οἱ Ἅγιοι μὴ ἀξιόπιστοι.

Ἀκολουθεῖ ὁ λόγος τοῦ Μ. Βασιλείου:


Πρόσεχε σεαυτὸν, ὦ ἱερεῦ, καὶ βλέπε τὴν διακονίαν, ἣν παρέλαβες, ἵνα ἀναπληρώσῃς αὐτὴν μετὰ φόβου Θεοῦ. Βλέπε λοιπόν· οὐ γὰρ ἐπίγειον διακονίαν ἐνεχειρίσθης ἀλλὰ οὐράνιον, οὐκ ἀνθρωπίνην ἀλλ' ἀγγελικήν· σπούδασον σεαυτὸν παραστῆσαι ἐργάτην ἀνεπαίσχυντον, ὀρθοτομοῦντα τὸν λόγον τῆς ἀληθείας· πρόσεχε, μὴ στῇς εἰς σύναξιν ἔχων ἔχθραν μετά τινος, ἵνα μὴ φυγαδεύσῃς τὸν Παράκλητον.

Ἡμέρᾳ συνάξεως μὴ δικάζου, μηδὲ φιλονείκει τὸ καθόλου· ἀλλὰ κρυπτόμενος εὔχου, ἀναγινώσκων μέχρι ταύτης τῆς ὥρας· καὶ οὕτω παράστα ἐν κατανύξει τῷ ἁγίῳ θυσιαστηρίῳ· μηδὲ περιβλεπόμενος ὧδε κἀκεῖσε· μὴ ἐν σπουδῇ τὰς εὐχὰς συντέμνοις· ἀλλὰ παρακαλῶν, μὴ λάμβανε πρόσωπόν τινος, ἀλλ' ὅρα τὸν προκείμενον βασιλέα, καὶ τὰς παρεστώσας δυνάμεις κύκλωθεν· καὶ μὴ ὑποκρίνου, μηδὲ μεταδίδῳς τὸ θεῖον σῶμα ὅπου οὐ χρή. Σεαυτὸν ἄξιον ποίησον τῶν ἱερῶν κανόνων, καὶ συλλειτούργει ὡς οἱ κανόνεςἀπόθενται.

Ὅρα οὖν πῶς παρίστασαι τῇ ἁγίᾳ τραπέζῃ, καὶ πῶς ἱερουργεῖς, καὶ τίνος μεταδίδως, καὶ πῶς καταστέλλεις· ὅρα οὖν, μὴ ἐπιλάθῃ τὰς δεσποτικὰς ἐντολὰς καὶ τῶν ἁγίων αὐτοῦ μαθητῶν τὰς παραδόσεις· φησὶ γάρ· «Μὴ δότε τὰ ἅγια τοῖς κυσί, μηδὲ ῥίπτετε τοὺς μαργαρίτας μου ἔμπροσθεν τῶν χοίρων». Ὅρα οὖν καὶ σύ, μὴ φόβῳ ὑπαχθῇς ἀνθρωπίνῳ, καὶ παραδώσῃς τὸν Υἱὸν τοῦ Θεοῦ εἰς χεῖρας ἀναξίων· ἀλλὰ μὴ ἐντραπῇς τινα τῶν ἐνδόξων τῆς γῆς, ἀλλὰ μηδὲ αὐτῶν τῶν τὸ διάδημα φορούντων πτοηθῇς ἐν τῇ ὥρᾳ ἐκείνῃ ὅτε ἱερουργήσαις. Βλέπε τοὺς βουλομένους τὰ δῶρα μεταλαμβάνειν ἐν τοῖς οἴκοις· σὺ ὄψει, ὅτι καὶ ὑπὸ γυναικῶν χαρίζονται, ἀλλὰ καὶ ἀναξίων.

Ὅρα οὖν, ὡς οἱ θεῖοι κανόνες καὶ αἱ σύνοδοι τῶν ἁγίων Πατέρων ἐπεκύρωσαν· οὕτω πράττε, καὶ μὴ μεταδίδῳς ἀναξίοις ἢ λαϊκοῖς, παρὰ ἐπιστρέψαι αὐτοὺς τῇ ὀρθοδόξῳ πίστει. Οὐαὶ δὲ τοῖς μεταδιδοῦσιν αὐτοῖς! Ὅρα οὖν μὴ μυῖαι ἐμπέσωσι εἰς τὸ ἅγιον ποτήριον, ἢ ἐξ ἀμελείας σου νοτισθῇ, ἢ μοχλιάσῃ, ἢ κονοπισθῇ, ἢ ἐγχειρισθῇ ὑπὸ αἱρετικῶν· ἀλλὰ βλέπε πῶς καταστέλλεις μετὰ τὴν συμπλήρωσιν τῆς θείας λειτουργίας, μὴ σπεύδων μαργαρίτης ἀποπέσῃ, ἢ ἀπομείνῃ ἐν τῷ ποτηρίῳ· ἢ ἔχον νᾶμα τὸ ἅγιον ποτήριον, καὶ κονοπισθῇ· ἀλλὰ ἀμφότερα καταστείλας, πορεύου ἐν εἰρήνῃ. Ταύτην τὴν παράδοσιν ἐὰν φυλάξῃς, ὦ ἱερεῦ, σώσεις σεαυτόν, καὶ οὓς μέλλεις διδάσκειν· εὐχόμενος καὶ ὑπὲρ ἐμοῦ τοῦ τάλανος πρὸς Κύριον, ᾧ πρέπει δόξα εἰς τοὺς αἰῶνας. Ἀμήν.



''Κι ἔτσι, ἀνατράπηκαν τά δόγματα τῆς ὀρθῆς πίστης κι ἔπεσαν σέ σύγχυση...''


Κι ἔτσι, ἀνατράπηκαν τὰ δόγματα τῆς ὀρθῆς πίστης κι ἔπεσαν σὲ σύγχυση οἱ θεσμοὶ τῆς Ἐκκλησίας. Κι οἱ φίλαρχοι, ποὺ δὲν φοβοῦνται τὸν Κύριο, πηδοῦν καὶ κυριεύουν τὶς ἐπισκοπές. Λοιπόν, φανερὰ πιά, ὁ ἐπισκοπικὸς βαθμὸς προβάλλεται σὰν ἔπαθλο τῆς ἀσέβειας, ἔτσι ποὺ ὅποιος ξεστόμισε τὶς πιὸ φοβερὲς βλαστήμιες ἀπέναντι τῆς ἀλήθειας, νὰ εἶναι προτιμότερος γιὰ ἐπίσκοπος τοῦ λαοῦ... (...)

Μέγα Βασιλείου, Επιστολὴ 92, πρὸς Ἰταλοὺς Κα Γάλλους


Όλα περνούν και μένουν πίσω σου...

«Ό χρόνος συνοδεύει τη ζωή και την κατευθύνει στό θάνατο. 

"Οπως οι επιβάτες των πλοίων οδηγούνται αυτομάτως στο λιμάνι, έστω κι αν κοιμούνται και δεν το αντιλαμβάνονται, έτσι και κάθε άνθρωπος με το πέρασμα του Χρόνου, σαν με μια συνεχή και ακατάπαυστη κίνηση, οδηγείται στο τέλος του. 

Κοιμάσαι και ο Χρόνος σε παρατρέχει. 

Είσαι ξυπνητός κι έχεις φροντίδες, άλλα ή ζωή δαπανάται, έστω και αν αυτό διαφεύγει την αντίληψη μας. 

"Ολοι τρέχουμε κάποιο δρόμο, 
σπεύδοντας ό καθένας προς το τέλος του... 

"Ολα περνούν και μένουν πίσω σου... 

Τέτοια είναι ή ζωή. 

Ούτε οι χαρές της είναι μόνιμες ούτε οί λύπες της διαρκείς. 

Και ό δρόμος δεν είναι δικός σου, ούτε τα παρόντα δικά σου».


Μέγας Βασίλειος,Όμιλία εις Ψαλμόν 1, 4, Ρ.G. 29, 220 D-21Α

panagia-ierosolymitissa.blogspot.com

ΕΝΑ ΔΙΔΑΓΜΑ ΑΠΟ ΤΟ ΜΕΓΑ ΒΑΣΙΛΕΙΟ ΓΙΑ ΟΛΟΥΣ ΜΑΣ, ΙΔΙΑΙΤΕΡΑ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΕΠΙΣΚΟΠΟΥΣ ΤΩΝ ΗΜΕΡΩΝ ΜΑΣ, ΠΟΥ ΟΧΙ ΜΟΝΟ ΔΕΝ ΑΝΤΙΣΤΕΚΟΝΤΑΙ ΣΤΑ ΑΘΕΑ ΔΙΑΤΑΓΜΑΤΑ ΚΑΙ ΣΤΙΣ ΑΝΤΙΧΡΙΣΤΕΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΙΣ, ΑΛΛΑ ΓΙΝΟΝΤΑΙ & ΣΥΝΕΡΓΟΙ ΤΩΝ ΣΚΟΤΕΙΝΩΝ ΔΥΝΑΜΕΩΝ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΛΕΥΣΗ ΤΟΥ ΑΝΤΙΧΡΙΣΤΟΥ

ΟΙ ΑΛΗΘΙΝΟΙ ΕΠΙΣΚΟΠΟΙ ΑΝΤΙΣΤΕΚΟΝΤΑΙ 
ΔΕΝ ΥΠΟΓΡΑΦΟΥΝ ΑΘΕΑ ΔΙΑΤΑΓΜΑΤΑ


Ἂς κάνουμε ἕνα ταξίδι· ταξίδι μὲ τὸ συντομώτερο ἀπὸ ὅλα τὰ μέσα, τὸν πύραυλο τῆς φαντασίας. Ἂς διαβοῦμε τὸ Αἰγαῖο πέλαγος κι ἂς πλησιάσουμε τὶς ἀκτὲς τῆς Μικρᾶς Ἀσίας. Ἂν προχωρήσουμε ἀκόμη βαθύτερα, θὰ φθάσουμε στὸ ὑψηλὸ ὀροπέδιο τῆς Καππαδοκίας. Ἐκεῖ ἂς προσγειωθοῦμε.
Βρισκόμαστε στὸ ἔτος 371. Τὴν ἐποχὴ ἐκείνη στὴν Καισάρεια ἱεράρχης εἶνε ὁ Μέγας Βασίλειος. Αὐτοκράτορας τοῦ Βυζαντίου εἶνε ὁ Οὐάλης, μία βάρβαρος φυσιογνωμία. Γενναῖος μὲν στὶς μάχες καὶ νικητής, ἀλλὰ στὸν θρησκευτικὸ καὶ ἠθικὸ τομέα εἶχε παρεκκλίνει. Διάδοχος αὐτὸς τοῦ Μεγάλου Κωνσταντίνου, ἐγκατέλειψε τὴν ὀρθόδοξο πίστι κ᾿ ἔμπλεξε στὰ δίχτυα τῆς κατηραμένης αἱρέσεως τοῦ Ἀρείου, ποὺ παρακλάδια καὶ ῥιζίδια καὶ κλωνάρια της εἶνε οἱ σημερινοὶ χιλιασταί. Ὅ,τι πίστευε ὁ Ἄρειος, πιστεύουν κι αὐτοὶ κι ἀκόμα χειρότερα. Τί ἔλεγε ὁ Ἄρειος; Ὅτι ὁ Χριστὸς δὲν εἶνε Θεός. Ἐνῷ, κι ἂν ἐμεῖς σιωπήσουμε, καὶ οἱ πέτρες ἀκόμα καὶ τὰ ποτάμια καὶ τὰ δάση καὶ ὁλόκληρος ἡ φύσις καὶ τὰ ἄστρα θὰ ὁμολογήσουν· «Εἶς ἅγιος, εἶς Κύριος, Ἰησοῦς Χριστός, εἰς δόξαν Θεοῦ Πατρός. Ἀμήν» (θ. λειτουργία).
Ἠρνεῖτο λοιπὸν ὁ Οὐάλης τὸν Χριστό. Καὶ ἤθελε νὰ ἐπιβάλῃ τὸ ἀντίχριστο δόγμα σὲ ὅλη τὴν οἰκουμένη. Διέταξε δὲ καὶ ὑποχρέωσε ὅλους τοὺς ἐπισκόπους νὰ ὑπογράψουν τὸ διάταγμα. Ἐκτελεστὴς τῆς ἐντολῆς τοῦ βασιλέως ἔγινε ἕνα ἀχρεῖο ὑποκείμενο, ἕνας ἔπαρχος, ποὺ λεγόταν Μόδεστος. Ὁ Μόδεστος λοιπὸν ἄρχισε νὰ περιοδεύῃ ἀπὸ πόλι σὲ πόλι. Συναντοῦσε ἐπισκόπους πού, τρέμοντας σὰν λαγοί, ὑπέγραφαν τὸ διάταγμα τοῦ Οὐάλεντος, γιὰ νὰ μὴ χάσουν τοὺς θρόνους των. Κάποτε ὅμως ἔφθασε καὶ στὴν Καισάρεια. Κάλεσε τὸν Μέγα Βασίλειο, καὶ τότε μεταξὺ τῶν δύο ἀνδρῶν διεξήχθη ἕνας διάλογος, ποὺ θὰ μείνῃ στὴν ἱστορία. Λέει ὁ Μόδεστος·
―Ἦρθα ἐδῶ στὴν Καισάρεια γιὰ νὰ ὑπογράψῃς τὸ διάταγμα τοῦ βασιλέως.
Ἀπαντᾷ ὁ Μέγας Βασίλειος·
―Δὲν ὑπογράφω τέτοια διατάγματα. Μοῦ τὸ ἀπαγορεύει ὁ Βασιλεὺς τῶν βασιλέων, ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός, τὸν ὁποῖο προσκυνῶ καὶ λατρεύω ἀπὸ τὴ νεαρά μου ἡλικία.
―Καὶ δὲ᾿ φοβᾶσαι; ἐρωτᾷ ὁ Μόδεστος.
―Τί νὰ φοβηθῶ; Τί ἔχεις στὴ διάθεσί σου; Τί μπορεῖς νὰ μοῦ κάνῃς;
Ἀπαντᾷ ὁ Μόδεστος·
―Ἕνα ἀπὸ τὰ πολλὰ κακὰ ποὺ μπορεῖ νὰ κάνῃ τὸ κράτος τοῦ Οὐάλεντος.
―Καὶ ποιά εἶνε τὰ κακὰ αὐτά;
―Δήμευσι τῆς περιουσίας τὸ ἕνα. Ἐξορία τὸ δεύτερο. Θάνατος τὸ τρίτο.
Τότε ὁ Μέγας Βασίλειος τοῦ λέει·
―Δήμευσι δὲ᾿ φοβᾶμαι· δὲν ἔχω τίποτε ἄλλο παρὰ ἕνα ῥάσο καὶ λίγα βιβλία. Ἐξορία δὲ᾿ φοβᾶμαι· ὅπου κι ἂν μὲ στείλουν, πᾶσα γῆ πατρίς. Θάνατο δὲ᾿ φοβᾶμαι· ὁ θάνατος γιὰ μένα θὰ εἶνε εὐεργέτης, γιατὶ θὰ μὲ ἀπαλλάξῃ γρηγορώτερα ἀπὸ τὶς ἀσθένειες τοῦ σώματος καὶ θὰ μὲ ὁδηγήσῃ στὴ βασιλεία τῶν οὐρανῶν. Ἀπείλησέ με μὲ τίποτ᾿ ἄλλο, ἂν ἔχῃς.
Μετὰ ἀπὸ τέτοια ἀπάντησι ὁ Μόδεστος κατέρρευσε καὶ εἶπε·
―Δὲν ξανάκουσα τέτοια λόγια ἀπὸ ἐπίσκοπο.
―Φαίνεται δὲ᾿ συνάντησες ὣς τώρα ἐπίσκοπο, ἀπαντᾷ ὁ Μέγας Βασίλειος·

κ᾿ ἔκλεισε ὁ διάλογος.
Ἔτσι ἔμεινε στὸ θρόνο ὁ Μέγας Βασίλειος ἀλλὰ διωκόμενος ἀπὸ τὸν Οὐάλεντα.

Απόσπασμα ομιλιας του Μητροπολιτου Φλωρινης Αυγουστινου

Ἡμάρτομεν γὰρ καὶ ἠνομήσαμεν...

«Ἡμάρτομεν γὰρ καὶ ἠνομήσαμεν, καὶ οὔκ ἐσμεν ἄξιοι ᾆραι τὰ ὄμματα ἡμῶν, διότι κατελίπομεν τὴν ὁδὸν τῆς δικαιοσύνης σου, καὶ ἐπορεύθημεν ἐν τοῖς θελήμασι τῶν καρδιῶν ἡμῶν».

Εὐχὴ τοῦ Μεγάλου Βασιλείου
ΑΚΟΛΟΥΘΙΑ ΤΗΣ Θ΄ΩΡΑΣ

Προσευχή στον Χριστό για βοήθεια

Κύριε μου. Κύριε, Συ που μας γλύτωσες από κάθε βέλος κακού τη μέρα, γλύτωσε μας και από κάθε κακό της νύχτας.

Δέξου σα θυσία εσπερινή τα υψωμένα στην προσευχή χέρια μας.

Αξίωσε μας να περάσουμε και τη νύχτα άμεμπτα, χωρίς πειρασμούς, και λύτρωσέ μας από κάθε ταραχή και δειλία που μας φέρνει ο διάβολος.

Χάρισε στις ψυχές μας κατάνυξη και στους λογισμούς μας ενθύμηση της φοβερής και δίκαιης κρίσης Σου.

Κάρφωσε από το φόβο της αμαρτίας τη σάρκα μας και νέκρωσε τα μέλη μας για το κακό, ώστε στην ησυχία του ύπνου να χαιρόμαστε τα δίκαιά Σου κρίματα.

Διώξε από κοντά μας κάθε φαντασία άπρεπη και κάθε βλαβερή επιθυμία.

Σήκωσέ μας δε πάλι στην ώρα της προσευχής στηριγμένους στην πίστη και προκόβοντες στην αρετή, με την αγαθότητα του Σωτήρα μας Μονογενή Σου Υιού, με τον οποίο είσαι ευλογητός, μαζί με το πανάγιο και αγαθό και ζωοποιό Πνεύμα, τώρα και πάντοτε και στους αιώνες των αιώνων. Αμήν.

Μέγας Βασίλειος

«Να κρατάς γερά τα πηδάλια της ζωής!»



Να κυβερνάς τα μάτια σου, για να μην πέσει κάποτε πάνω σου ορμητικό το κύμα της επιθυμίας από τα μάτια.

Να κυβερνάς τη γλώσσα, την ακοή για να μην δεχθείς κάτι το βλαβερό, για να μην πεις κάτι απ’ αυτά που απαγορεύονται.

Να μη σε αναποδογυρίσει η ζάλη απ’ το θυμό, να μη σε κατακλύσουν οι αιφνίδιοι φόβοι, ούτε να σε καταποντίσει βαριά λύπη.

Κύματα είναι τα πάθη. 

Όταν κρατάς ψηλότερα τον εαυτό σου,θα σαι καλός κυβερνήτης της ζωής.

Εάν δε το καθένα απ’ αυτά δεν τον διακυβερνάς με εμπιστοσύνη και σταθερότητα, με το να περιφέρεσαι , σαν κάποιο ανερμάτιστο πλοίο, απ’ αυτά που συμβαίνουν κάθε φορά, θα εξαφανιστείς στο πέλαγος της αμαρτίας.

Μέγας Βασίλειος
Από το περιοδικό «Τα κρίνα»

Ὁ Μέγας Βασίλειος, ὁ ἄγρυπνος Ἐπίσκοπος, κατά τῶν αἱρέσεων



Γράφει ὁ Φώτης Μιχαήλ, ἰατρός

Ὁ Μέγας Βασίλειος δέν εἶναι μονάχα ὁ Ἅγιος Ἱεράρχης τῆς ἀγάπης, τῶν θεοφώτιστων διδαχῶν, τῶν γραμμάτων καί τῶν ἐπιστημῶν, τῆς ἄσκησης καί τῆς ἀρετῆς. Εἶναι ταυτόχρονα καί ὁ τολμηρός ὁμολογητής τῆς Πίστεως, ὁ αὐστηρότατος διώκτης τῶν αἱρέσεων, ὁ ἄγρυπνος Ἐπίσκοπος, ὁ ὅντως ποιμήν.

Στά χρόνια τοῦ Μεγάλου Βασιλείου, ἠ Ἐκκλησία ταλανιζόταν ἀπό τήν διάδοση δύο κυρίως αἱρέσεων: Τοῦ Ἀρείου καί τοῦ Σαβελλίου. Ἡ αἵρεση τοῦ Ἀρείου εἶχε καταδικασθεῖ ἤδη ἀπό τήν πρώτη Οἰκουμενική Σύνοδο (325).Ἐντούτοις, κατά τά χρόνια τοῦ ἁγίου Μεγάλου Βασιλείου (330-379), οἱ ὁπαδοί τῶν κακοδοξιῶν τοῦ Ἀρείου εἶχαν τόσο πληθυνθεῖ, ὥστε κατάφεραν καί πῆραν στά χέρια τους τό σύνολο σχεδόν τῶν Ἱερῶν Ναῶν.

Τό γεγονός αὐτό ἀποκαλύπτεται σέ μιά ἐπιστολή τοῦ Ἁγίου, ἡ ὁποία ἀπευθύνεται ‘’τοῖς Δυτικοῖς Ἐπισκόποις’’. Στήν ἐπιστολή του αὐτή ὁ Μέγας Βασίλειος περιγράφει λεπτομερῶς ὅλα τά βάσσανα, πού ὑπέστησαν οἱ Ὀρθόδοξοι Χριστιανοί ἐξ αἰτίας τῆς ἄρνησής τους νά ἀποδεχθούν τίς κακοδοξίες τοῦ Ἀρείου. Τά λόγια του εἶναι τόσο ἐπίκαιρα! Θαρεῖς καί γράφτηκαν γιά νά περιγράψουν ἐπακριβῶς τίς διώξεις καί τήν κατασυκοφάντηση τῶν ὁμολογητῶν τῆς Πίστεως τῶν ἡμερῶν μας. Ἐκείνων, δηλαδή, τῶν Πιστῶν, πού ἀγωνίζονται σήμερα μέ φιλότιμο ἐναντίον τοῦ οἰκουμενισμοῦ, διακόπτοντας κάθε κοινωνία μέ τούς φορεῖς αὐτῆς τῆς δαιμονικῆς παναιρέσεως. Γράφει ὁ Ἅγιος: Τά πλήθη, ἀφοῦ ἐγκατέλειψαν τούς οἴκους τῆς προσευχῆς, συναθροίζονται στίς ἐρημιές. Τό θέαμα εἶναι ἐλεεινό: Γυναῖκες καί παιδιά καί γέροντες καί ἄλλοι ἀσθενεῖς, κάτω ἀπό ραγδαῖες βροχές καί χιονοπτώσεις καί ἀνέμους καί χειμωνιάτικους παγετούς, ἀλλ’ ἐπίσης καί τό καλοκαίρι κάτω ἀπό τόν φλογερό ἥλιο, ταλαιπωροῦνται στό ὕπαιθρο.‘’Καί ταῦτα πάσχουσι διά τό τῆς πονηρᾶς ζύμης Ἀρείου γενέσθαι μή καταδέχεσθαι’’. Καί τά ὑποφέρουν ὅλα αὐτά, διότι δέν δέχτηκαν τήν πονηρή ζύμη (τήν αἵρεση) τοῦ Ἀρείου.

Σέ ἄλλη ἐπιστολή του ὁ Μέγας Βασίλειος, ἀπευθυνόμενος ‘’τοῖς ὑφ’ ἑαυτόν ἀσκηταῖς’’, δίνει γραμμή στά πνευματικά του παιδιά καί διδάσκει μέ σαφήνεια ποιά ἀκριβῶς πρέπει νά εἶναι ἡ στάση μας ἀπέναντι στούς αἱρετικούς. Γράφει ὁ Ἄγιος: ‘’Ἡμεῖς γάρ ὁμοίως καί τούς τά Σαβελλίου νοσοῦντας καί τούς τά Ἀρείου δόγματα ἐκδικοῦντας ὡς ἀσεβεῖς ἀποφεύγομεν καί ἀναθεματίζομεν’’.

Ἐμεῖς ἀποφεύγουμε ἐξίσου ὡς ἀσεβεῖς καί ἀναθεματίζουμε τόσο ἐκείνους πού πάσχουν ἀπό τή νόσο (τήν αἵρεση) τοῦ Σαβελλίου, ὅσο καί ἐκείνους πού ὑποστηρίζουν τά δόγματα τοῦ Ἀρείου.

Ἡ πονηρία καί ἡ δολιότητα τῶν αἱρετικῶν (χαρακτηριστικά ὅλων τῶν αἱρετικῶν, ὅλων τῶν ἐποχῶν) εἶναι στοιχεῖα, πού δέν διαφεύγουν τῆς προσοχῆς τοῦ Μεγάλου Βασιλείου.

Σέ ἐπιστολή του, πού ἀπευθύνεται ‘’τοῖς Ἀλεξανδρεῦσιν’’, μεταξύ τῶν ἄλλων γράφει σχετικά: Ἐπειδή ὁ διάβολος εἶδε ὅτι μέ τούς διωγμούς ἡ Ἐκκλησία πληθύνεται καί ἀκμάζει περισσότερο, ἄλλαξε την γνώμη του καί δέν πολεμάει πλέον φανερά. Τί κάνει; Τοποθετεῖ γιά τούς πιστούς κρυφά καρτέρια, σκεπάζοντας τήν δολιότητα τῶν αἱρετικῶν μέ τό ὄνομα τοῦ χριστιανοῦ πού περιφέρουν. ‘’Κεκρυμμένα ἡμῖν τά ἔνεδρα τίθησι καλύπτων αὐτῶν τήν ἐπιβουλήν διά τοῦ ὁνόματος ὅ περιφέρουσι… Τό Χριστιανῶν ὄνομα ἔχει καί τούς διώκοντας’’. Ἐφόσον καί οἱ διῶκτες μας λένε ὅτι εἶναι τάχα Χριστιανοί, ἐνῷ θά πάθουμε τά ἴδια μέ τούς πατέρες μας, ἐντούτοις δέν θά φαίνεται ὅτι πάσχουμε γιά τόν Χριστό.

Ἡ συμμετοχή μας στό λεγόμενο παγκόσμιο συμβούλιο ἐκκλησιῶν (στήν κουρελοῦ τοῦ διαβόλου, ὅπως ἔλεγε καί ὁ Ἅγιος γέροντάς μας Παΐσιος), ὅπως ἐπίσης καί οἱ περιβόητοι ‘’διαχριστιανικοί διάλογοι’’ δέν μένουν στό ἀπυρόβλητο ἀπό τόν πανεπίκαιρο Μέγα Ἱεράρχη Βασίλειο. Γιά τούς ἀφελεῖς τῶν Ὀρθοδόξων πού ,μέσῳ αὐτῶν τῶν πρακτικῶν, προσδοκοῦν μετάνοια καί ἐπιστροφή τῶν κακοδόξων αἱρετικῶν, γράφει ὁ Ἅγιος ( Ἐπιστολή πρός Θεόσδοτον, Ἐπίσκοπον Νικοπόλεως): ‘’Οὕτε ὁ Αἰθίοψ ἀλλάξει ποτέ τό δέρμα αὐτοῦ, οὔτε ὁ ἐν διαστρόφοις δόγμασι συντραφείς ἀποτρίψασθαι δύναται τό κακόν τῆς αἱρέσεως’’. Οὕτε ὁ Αἰθίοπας θά ἀλλάξει ποτέ τό δέρμα του, οὔτε ἐκεῖνος, πού ἀνατράφηκε μέ διεστραμμένα δόγματα, θά ἀποτινάξει τό κακό τῆς αἱρέσεως.

Καί συμπληρώνει ὁ Μέγας Βασίλειος σέ ἐπιστολή, πού τήν ἀπευθύνει πρός τόν Ἐπίσκοπο Σαμοσάτων Εὐσέβιον: ‘’Ἐάν μέν οὖν πεισθῶσι σοι, ταῦτα ἄριστα. Εἰ δέ μή, γνωρίσατε τούς πολεμοποιούς καί παύσασθε ἡμῖν τοῦ λοιποῦ περί διαλόγων ἐπιστέλλοντες’’

Ἄν, λοιπόν, σᾶς ἀκούσουν οἱ αἱρετικοί καί πεισθοῦν, αὐτό εἶναι τό ἄριστο. Ἄν, ὅμως, δέν πεισθοῦν, μάθετε ποιοί εἶναι οἱ αἴτιοι τοῦ πολέμου καί πάψτε στό ἑξῆς νά μοῦ γράφετε γιά συμφιλίωση.

Ὁ ὑμνογράφος τῆς Ἐκκλησίας μας, σέ ἰδιόμελο στιχηρό, γράφει γιά τόν Ἄγιο Ἱεράρχη Μέγα Βασίλειο: ‘’Τῶν θεοστυγῶν αἱρέσεων τάς βλασφημίας κατέτρωσας’’. Τίς βλασφημίες, τίς συκοφαντίες τῶν θεομίσητων αἱρέσεων τίς κατατρόπωσες, τίς διέλυσες.

1/1/2018


ΠΗΓΗ: ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΗ ΑΝΘΡΩΠΟΛΟΓΙΑ ΜΕΓΑΛΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ, τοῦ Βασιλείου Χαρώνη.

Η ζωή μας μοιάζει με τη θάλασσα

Είναι τελείως αδύνατον η θάλασσα να μένη επί πολύ χρονικό διάστημα ίδια. Διότι αυτήν που τώρα είναι ομαλή, ακύμαντη και ακίνητη ύστερα από λίγο θα την δεις ανώμαλη και ορμητική εξ αιτίας βίαιων ανέμων. Αλλά και αυτήν που είναι άγρια και αναβράζει από την θαλασσοταραχή, γρήγορα θα την δεις να την σκεπάζει και να την στρώνει βαθειά γαλήνη. Έτσι ακριβώς και οι καταστάσεις της ζωής μας μεταβάλλονται εύκολα και προς το ήρεμο και προς το άγριο.

Γι' αυτό χρειάζεται να υπάρχη μέσα μας καλός κυβερνήτης ώστε και στις γαλήνιες και ήρεμες περιστάσεις της ζωής και όταν όλα τα θέματα της ζωής του κυλούν ήρεμα και κανονικά, να περιμένει τις μεταβολές προς τα δυσάρεστα και δύσκολα και να μην επαναπαύεται με τα ήρεμα παρόντα σαν να είναι αιώνια και αθάνατα. 

Αλλά και στην πιο θλιβερή κατάσταση της ζωής του να μην απελπίζεται ούτε να κυριεύεται από πολύ μεγάλη λύπη και βύθιση τελικά στο πέλαγος της απελπισίας ... Αυτός λοιπόν είναι ο έξυπνος και συνετός καπετάνιος και κυβερνήτης του εαυτού του, αυτός ο οποίος ούτε υπερηφανεύεται και καυχάται στις ευχάριστες περιστάσεις, ούτε καταπίπτει και μελαγχολεί στις ώρες των συμφορών και των δοκιμασιών.

Μέγας βασίλειος 
Ιερά Μονή Παρακλήτου

Προσευχή στον Χριστό για βοήθεια

Κύριε μου. Κύριε, Συ που μας γλύτωσες από κάθε βέλος κακού τη μέρα, γλύτωσε μας και από κάθε κακό της νύχτας.

Δέξου σα θυσία εσπερινή τα υψωμένα στην προσευχή χέρια μας.

Αξίωσε μας να περάσουμε και τη νύχτα άμεμπτα, χωρίς πειρασμούς, και λύτρωσέ μας από κάθε ταραχή και δειλία που μας φέρνει ο διάβολος.

Χάρισε στις ψυχές μας κατάνυξη και στους λογισμούς μας ενθύμηση της φοβερής και δίκαιης κρίσης Σου.

Κάρφωσε από το φόβο της αμαρτίας τη σάρκα μας και νέκρωσε τα μέλη μας για το κακό, ώστε στην ησυχία του ύπνου να χαιρόμαστε τα δίκαιά Σου κρίματα.

Διώξε από κοντά μας κάθε φαντασία άπρεπη και κάθε βλαβερή επιθυμία.

Σήκωσέ μας δε πάλι στην ώρα της προσευχής στηριγμένους στην πίστη και προκόβοντες στην αρετή, με την αγαθότητα του Σωτήρα μας Μονογενή Σου Υιού, με τον οποίο είσαι ευλογητός, μαζί με το πανάγιο και αγαθό και ζωοποιό Πνεύμα, τώρα και πάντοτε και στους αιώνες των αιώνων. Αμήν.

Μέγας Βασίλειος

https://amartolon-sotiria.blogspot.com/

Ὁ χρόνος τῆς παρούσης ζωῆς εἶναι σταγόνα στόν ὠκεανό μπροστά στό ἀτελεύτητο τῆς αἰωνιότητας



Ο χρόνος της παρούσης ζωής είναι σταγόνα στον ωκεανό μπροστά στο ατελεύτητο της αιωνιότητας.

Κι, όμως, εμείς οι άνθρωποι αντιμετωπίζουμε το γεγονός εντελώς διαστρεβλωμένο. 
Δεν καταλαβαίνουμε ότι είμαστε «πάροικοι και παρεπίδημοι» στην γήινη πραγματικότητα, είμαστε περαστικοί, ανέστιοι διαβάτες που πορεύονται προς την πραγματικότητα της αιωνιότητας, γι’ αυτό και κάνουμε το παν για να χτίσουμε και να δημιουργήσουμε σ’ αυτή τη ζωή με τα καλύτερα υλικά, ξοδεύουμε τις δυνάμεις μας στα ευτελή και πεπερασμένα, αγνοώντας τις ανάγκες του έσω ανθρώπου που θα ζήσει αιώνια όταν το φθαρτό του σαρκίο πεθάνει. 

Δεν είμεθα πλασμένοι για τη λίγη ζωή. Είμεθα πλασμένοι για την αιωνιότητα. Δεν είμεθα πλασμένοι για τη γη. Είμεθα πλασμένοι για τον ουρανό. Η γη είναι το φυτώριο.
Κάποτε θα μεταφυτευτούμε από το φυτώριο στον κήπο του παραδείσου. Όσοι είναι πιστοί, όσοι έχουν το δένδρο της ζωής τους γεμάτο καρπούς, θα μεταφυτευτούν στον ουρανό.

"Επειγόμεθα, ίνα έγκαρποι και πλήρεις έργων αγαθών φυτευθέντες εν τω οίκω Κυρίου, εν ταις αυλαίς του Θεού ημών εξανθήσωμεν".

"ΕΙΣ ΤΗΝ ΕΞΑΗΜΕΡΟΝ" ΤΟΥ ΜΕΓΑΛΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ

Ὁ Μέγας Βασίλειος, ὁ ἄγρυπνος Ἐπίσκοπος, κατά τῶν αἱρέσεων

Ὁ Μέγας Βασίλειος δέν εἶναι μονάχα ὁ Ἅγιος Ἱεράρχης τῆς ἀγάπης, τῶν θεοφώτιστων διδαχῶν, τῶν γραμμάτων καί τῶν ἐπιστημῶν, τῆς ἄσκησης καί τῆς ἀρετῆς. 
Εἶναι ταυτόχρονα καί ὁ τολμηρός ὁμολογητής τῆς Πίστεως, ὁ αὐστηρότατος διώκτης τῶν αἱρέσεων, ὁ ἄγρυπνος Ἐπίσκοπος, ὁ ὅντως ποιμήν.

Στά χρόνια τοῦ Μεγάλου Βασιλείου, ἠ Ἐκκλησία ταλανιζόταν ἀπό τήν διάδοση δύο κυρίως αἱρέσεων: Τοῦ Ἀρείου καί τοῦ Σαβελλίου. Ἡ αἵρεση τοῦ Ἀρείου εἶχε καταδικασθεῖ ἤδη ἀπό τήν πρώτη Οἰκουμενική Σύνοδο (325).Ἐντούτοις, κατά τά χρόνια τοῦ ἁγίου Μεγάλου Βασιλείου (330-379), οἱ ὁπαδοί τῶν κακοδοξιῶν τοῦ Ἀρείου εἶχαν τόσο πληθυνθεῖ, ὥστε κατάφεραν καί πῆραν στά χέρια τους τό σύνολο σχεδόν τῶν Ἱερῶν Ναῶν. 
Τό γεγονός αὐτό ἀποκαλύπτεται σέ μιά ἐπιστολή τοῦ Ἁγίου, ἡ ὁποία ἀπευθύνεται ‘’τοῖς Δυτικοῖς Ἐπισκόποις’’. Στήν ἐπιστολή του αὐτή ὁ Μέγας Βασίλειος περιγράφει λεπτομερῶς ὅλα τά βάσσανα, πού ὑπέστησαν οἱ Ὀρθόδοξοι Χριστιανοί ἐξ αἰτίας τῆς ἄρνησής τους νά ἀποδεχθούν τίς κακοδοξίες τοῦ Ἀρείου. Τά λόγια του εἶναι τόσο ἐπίκαιρα! Θαρεῖς καί γράφτηκαν γιά νά περιγράψουν ἐπακριβῶς τίς διώξεις καί τήν κατασυκοφάντηση τῶν ὁμολογητῶν τῆς Πίστεως τῶν ἡμερῶν μας. Ἐκείνων, δηλαδή, τῶν Πιστῶν, πού ἀγωνίζονται σήμερα μέ φιλότιμο ἐναντίον τοῦ οἰκουμενισμοῦ, διακόπτοντας κάθε κοινωνία μέ τούς φορεῖς αὐτῆς τῆς δαιμονικῆς παναιρέσεως. Γράφει ὁ Ἅγιος: Τά πλήθη, ἀφοῦ ἐγκατέλειψαν τούς οἴκους τῆς προσευχῆς, συναθροίζονται στίς ἐρημιές. Τό θέαμα εἶναι ἐλεεινό: Γυναῖκες καί παιδιά καί γέροντες καί ἄλλοι ἀσθενεῖς, κάτω ἀπό ραγδαῖες βροχές καί χιονοπτώσεις καί ἀνέμους καί χειμωνιάτικους παγετούς, ἀλλ’ ἐπίσης καί τό καλοκαίρι κάτω ἀπό τόν φλογερό ἥλιο, ταλαιπωροῦνται στό ὕπαιθρο. ‘’Καί ταῦτα πάσχουσι διά τό τῆς πονηρᾶς ζύμης Ἀρείου γενέσθαι μή καταδέχεσθαι’’. Καί τά ὑποφέρουν ὅλα αὐτά, διότι δέν δέχτηκαν τήν πονηρή ζύμη (τήν αἵρεση) τοῦ Ἀρείου. 
Σέ ἄλλη ἐπιστολή του ὁ Μέγας Βασίλειος, ἀπευθυνόμενος ‘’τοῖς ὑφ’ ἑαυτόν ἀσκηταῖς’’, δίνει γραμμή στά πνευματικά του παιδιά καί διδάσκει μέ σαφήνεια ποιά ἀκριβῶς πρέπει νά εἶναι ἡ στάση μας ἀπέναντι στούς αἱρετικούς. Γράφει ὁ Ἄγιος: ‘’Ἡμεῖς γάρ ὁμοίως καί τούς τά Σαβελλίου νοσοῦντας καί τούς τά Ἀρείου δόγματα ἐκδικοῦντας ὡς ἀσεβεῖς ἀποφεύγομεν καί ἀναθεματίζομεν’’. 
Ἐμεῖς ἀποφεύγουμε ἐξίσου ὡς ἀσεβεῖς καί ἀναθεματίζουμε τόσο ἐκείνους πού πάσχουν ἀπό τή νόσο (τήν αἵρεση) τοῦ Σαβελλίου, ὅσο καί ἐκείνους πού ὑποστηρίζουν τά δόγματα τοῦ Ἀρείου.
Ἡ πονηρία καί ἡ δολιότητα τῶν αἱρετικῶν (χαρακτηριστικά ὅλων τῶν αἱρετικῶν, ὅλων τῶν ἐποχῶν) εἶναι στοιχεῖα, πού δέν διαφεύγουν τῆς προσοχῆς τοῦ Μεγάλου Βασιλείου. 
Σέ ἐπιστολή του, πού ἀπευθύνεται ‘’τοῖς Ἀλεξανδρεῦσιν’’, μεταξύ τῶν ἄλλων γράφει σχετικά: Ἐπειδή ὁ διάβολος εἶδε ὅτι μέ τούς διωγμούς ἡ Ἐκκλησία πληθύνεται καί ἀκμάζει περισσότερο, ἄλλαξε την γνώμη του καί δέν πολεμάει πλέον φανερά. Τί κάνει; Τοποθετεῖ γιά τούς πιστούς κρυφά καρτέρια, σκεπάζοντας τήν δολιότητα τῶν αἵρετικῶν μέ τό ὄνομα τοῦ χριστιανοῦ πού περιφέρουν. ‘’Κεκρυμμένα ἡμῖν τά ἔνεδρα τίθησι καλύπτων αὐτῶν τήν ἐπιβουλήν διά τοῦ ὁνόματος ὅ περιφέρουσι... Τό Χριστιανῶν ὄνομα ἔχει καί τούς διώκοντας’’. Ἐφόσον καί οἱ διῶκτες μας λένε ὅτι εἶναι τάχα Χριστιανοί, ἐνῷ θά πάθουμε τά ἴδια μέ τούς πατέρες μας, ἐντούτοις δέν θά φαίνεται ὅτι πάσχουμε γιά τόν Χριστό. 
Ἡ συμμετοχή μας στό λεγόμενο παγκόσμιο συμβούλιο ἐκκλησιῶν (στήν κουρελοῦ τοῦ διαβόλου, ὅπως ἔλεγε καί ὁ Ἅγιος γέροντάς μας Παΐσιος), ὅπως ἐπίσης καί οἱ περιβόητοι ‘’διαχριστιανικοί διάλογοι’’ δέν μένουν στό ἀπυρόβλητο ἀπό τόν πανεπίκαιρο Μέγα Ἱεράρχη Βασίλειο. Γιά τούς ἀφελεῖς τῶν Ὀρθοδόξων πού, μέσῳ αὐτῶν τῶν πρακτικῶν, προσδοκοῦν μετάνοια καί ἐπιστροφή τῶν κακοδόξων αἱρετικῶν, γράφει ὁ Ἅγιος ( Ἐπιστολή πρός Θεόσδοτον, Ἐπίσκοπον Νικοπόλεως): ‘’Οὕτε ὁ Αἰθίοψ ἀλλάξει ποτέ τό δέρμα αὐτοῦ, οὔτε ὁ ἐν διαστρόφοις δόγμασι συντραφείς ἀποτρίψασθαι δύναται τό κακόν τῆς αἱρέσεως’’. Οὕτε ὁ Αἰθίοπας θά ἀλλάξει ποτέ τό δέρμα του, οὔτε ἐκεῖνος, πού ἀνατράφηκε μέ διεστραμμένα δόγματα, θά ἀποτινάξει τό κακό τῆς αἱρέσεως.
Καί συμπληρώνει ὁ Μέγας Βασίλειος σέ ἐπιστολή, πού τήν ἀπευθύνει πρός τόν Ἐπίσκοπο Σαμοσάτων Εὐσέβιον: ‘’Ἐάν μέν οὖν πεισθῶσι σοι, ταῦτα ἄριστα. Εἰ δέ μή, γνωρίσατε τούς πολεμοποιούς καί παύσασθε ἡμῖν τοῦ λοιποῦ περί διαλόγων ἐπιστέλλοντες’’
Ἄν, λοιπόν, σᾶς ἀκούσουν οἱ αἱρετικοί καί πεισθοῦν, αὐτό εἶναι τό ἄριστο. Ἄν, ὅμως, δέν πεισθοῦν, μάθετε ποιοί εἶναι οἱ αἴτιοι τοῦ πολέμου καί πάψτε στό ἑξῆς νά μοῦ γράφετε γιά συμφιλίωση.
Ὁ ὑμνογράφος τῆς Ἐκκλησίας μας, σέ ἰδιόμελο στιχηρό, γράφει γιά τόν Ἄγιο Ἱεράρχη Μέγα Βασίλειο: ‘’Τῶς θεοστυγῶν αἱρέσεων τάς βλασφημίας κατέτρωσας’’. Τίς βλασφημίες, τίς συκοφαντίες τῶν θεομίσητων αἱρέσεων τίς κατατρόπωσες, τίς διέλυσες.

Γράφει ὁ Φώτης Μιχαήλ, ἰατρός
1/1/2018

ΠΗΓΗ: ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΗ ΑΝΘΡΩΠΟΛΟΓΙΑ ΜΕΓΑΛΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ, τοῦ Βασιλείου Χαρώνη.

«Επικαθαρίσατε την Εκκλησίαν τους αναξίους αυτής απελαύνοντες»

Κακόδοξες αντιλήψεις περί του αγώνος 
κατά της Παναιρέσεως, βοήθησαν 
στην οικουμενιστική διάβρωση της Εκκλησίας!

[Μ. Βασίλειος – Επιστολή (54) προς Χωρεπισκόπους]

Στη ζωή των τοπικών Ορθοδόξων Εκκλησιών, υπάρχουν εποχές που η κάθαρση γίνεται επιτακτική ανάγκη, διότι βλασταίνουν ιδέες και πρακτικές που υπονομεύουν την πνευματική υπόσταση της Εκκλησίας, που φθείρουν τις Ορθόδοξες αξίες και παραμορφώνουν το λειτουργικό ήθος και ύφος του Εκκλησιαστικού σώματος. Πρώτο βήμα για την ανάστροφη κίνηση της Εκκλησίας, για την υγεία της, η απομάκρυνση των αναξίων κληρικών ή λαϊκών, που έχουν προσβληθεί αθεράπευτα από αίρεση ή αυτοκαθορισμό μη συμβατό με την Ορθοδοξία. «Επικαθαρίσατε την Εκκλησίαν τους αναξίους αυτής απελαύνοντες», επισημαίνει ο Μ. Βασίλειος.
Εμπόδιο οι ανάξιοι κληρικοί στην ενέργεια της χάριτος του Θεού. Κλείνουν οι κρουνοί της χάριτος και του αγιασμού (οντολογικά) εκεί, όπου η πίστη, η εν Χριστώ ζωή και η λατρεία φθείρονται θεμελιακά.
Στην εποχή του Μ. Βασιλείου η αλήθεια της Εκκλησίας, ως θεωρία και ζωή, αποχρωματίσθηκε από τα ασταθή πνευματικώς ή κοσμικά βήματα κληρικών της.
Είναι αλήθεια, ότι στο μεγάλο δώρο του Θεού, στην Εκκλησία, στο πέρασμα του χρόνου δημιουργήθηκαν από τον πλανώντα την Οικουμένη βαθιές κρίσεις, όχι μόνο σε μορφή οργανώσεως, διοικήσεως και ποιμαντικής κοινωνικής παρουσίας αλλά, κυρίως, στην ταυτότητά της, ως αποξένωση (Αιρέσεις) από την ορθότητα της πίστεώς της και από την αυθεντικότητα της ζωής της.
Εάν εκλάβουμε, όπως και πράγματι είναι, τη φράση του Μ. Βασιλείου ως γύμναση αυτογνωσίας και έναυσμα περισυλλογής, γεννιέται το ερώτημα: πως θα αντιδρούσε ο Μ. Βασίλειος στον οικουμενιστικό χείμαρρο των δογματικών εκτροπών και θεολογικών παρεκκλίσεων, που κατακλύζουν τη σημερινή (νέα) εκκλησιαστική πραγματικότητα;
Αναμφίβολα, θα ζητούσε τη σύγκλιση οικουμενικής συνόδου, για να καταδικάσει την παναίρεση του οικουμενισμού.
Ο όντως Ορθόδοξος Πατέρας, ο π. Χαράλαμπος Βασιλόπουλος, έγραψε: «ο εκ του οικουμενισμού κίνδυνος είναι αφάνταστος. Και μόνον δια την καταδίκην του οικουμενισμού ως φοβεράς αιρέσεως λυμαινομένης όλην την Ορθοδοξίαν δέον να συγκλιθή Οικουμενική Σύνοδος» («Ο Οικουμενισμός χωρίς Μάσκα»).
Αντίθετα, σήμερα, οι περισσότεροι Ιεράρχες που εξυμνούν τους Πατέρες, ιδίως όταν είναι ομιλητές σε επετείους, κατοχύρωσαν συνοδικά τον Οικουμενισμό. Πράγματι, σημείο των καιρών!
Τι θα έλεγε ο Μ. Βασίλειος, για την τεράστια «εκκλησιαστική»
κατηγορία που «δεν παίρνει θέση», που δεν είναι ούτε υπέρ ούτε κατά για τίποτα;
Αυτοί κατά κανόνα είναι βαθειά αντιστασιακοί, όταν θιγούν τα συμφέροντά τους.
Στην ίδια Επιστολή (54) ο Μ. Βασίλειος γράφει: «Πάνυ με λυπεί ότι επιλελοίπασι λοιπόν οι των Πατέρων κανόνες και πάσα ακρίβεια των Εκκλησιών απελήλαται και φοβούμαι μη, κατά μικρόν της αδιαφορίας ταύτης οδώ προϊούσης εις παντελή σύγχυσιν έλθη τα της Εκκλησίας πράγματα» δηλ. «πολύ με λυπεί που οι κανόνες των Πατέρων έχουν περιέλθει εις περιφρόνησιν τελευταίως και κάθε ευταξία έχει απομακρυνθεί από τας Εκκλησίας και φοβούμαι μήπως, καθώς αυτή η αδιαφορία αυξάνεται ολίγον κατ’ ολίγον, τα πράγματα της Εκκλησίας καταντήσουν εις πλήρη σύγχυσιν».
Έχουμε επαλήθευση του αγίου Βασιλείου στην πρόσφατη (σχετικά) φάση–μαρτυρία της Εκκλησιαστικής ιστορίας. Περιφρονήθηκε η ακρίβεια της Εκκλησίας, δεν εφαρμόσθηκε επί αιρετικού Πατριάρχου Αθηναγόρα ο 15ος Κανόνας της Α–Β συνόδου, αυξήθηκε η αδιαφορία–εφησυχασμός για την εισβολή του Οικουμενισμού, λόγω της δυνητικής ερμηνείας του κανόνα καιδόθηκε, έτσι, χρόνος και τόπος στην οικουμενιστικήπροσαρμογήτης Εκκλησίας της Ελλάδος. Η περιφρόνηση του 15ου κανόνα αποτελεί αθέτηση Εκκλησιαστικής εντολής ή η δυνητική ερμηνεία του αποτελεί περιφρόνηση των Πατέρων.
Η δυνητική ερμηνεία του κανόνα βρίσκεται σε αντιθετική σχέση με το εκκλησιολογικό φρόνημα του Μ. Βασιλείου.
Υπάρχουν ιδεαλιστικές αντιλήψεις, που θέλουν την δυνητική ερμηνεία ως υγιή και ενωτική. Πρόκειται για ερμηνεία που δεν καλύπτει τη διαχρονική στάση των Πατέρων σε καιρό αιρέσεως. Η ερμηνεία αυτή δεν οριοθετεί την Ορθοδοξία και όπως αποδείχθηκεστην πράξη, ιστορικά, το κλίμα της βοήθησε στην οικουμενιστική διάβρωση της Εκκλησίας.
Συμπερασματικά: Αντιφάσκει θεολογικά η δυνητική ερμηνεία του κανόνα με το αίτημα του Μ. Βασιλείου περί καθάρσεως της Εκκλησίας.
Η μέχρι τώρα περιφρόνηση–περιθωριοποίηση του 15ου κανόνα, οδήγησε βαθμιαία το πλήρωμα της Εκκλησίας στην απώλεια της εκκλησιολογικής του συνειδήσεως, σε ρήξη δηλ. με την καθολική ενότητα της διαχρονικής Ορθόδοξης Εκκλησίας. Αναπτύχθηκε ως πνευματική ζωή μια εσωστρεφής απομόνωσις, μια δηλ. συνεχής «πνευματική» φροντίδα για το «εγώ» στο όνομα της υπακοής.
Η υπακοή, η τόσο χρήσιμη–σημαντική στο έργο της σωτηρίας, σήμερα αδικείται. 
Έχουμε πάρα πολλά παραδείγματα πλαστότητας της υπακοής, από πνευματικούς που πρώτα βάζουν τον εαυτό τους και ακολουθεί το πνευματικό συμφέρον της Εκκλησίας!
Ο ακρογωνιαίος λίθος της υπακοής είναι ο λόγος του Θεού, που εκφράζεται ως «Άκουε Ισραήλ» (Δευτ. 6,4). Υπακοή= υπό+ακοή, σ’ αυτό που προστάζει η Εκκλησία. Είναι τελείως ξένη στην Ορθόδοξη παράδοση η άποψη–θέση, που περιορίζει τον πιστό σε πνευματικά καθήκοντα–άσκηση που αφήνει την πορεία της Εκκλησίας στους «αρμοδίους».
Οι άγιοι Πατέρες στην προσευχή τους διέθεταν περισσότερο χρόνο για να ακούσουν τη φωνή του Θεού «άκουε Ισραήλ», παρά για τα προσωπικά αιτήματα. Οι αγώνες τους και η ομολογία τους ήσαν καρπός της υπακοής στην Εκκλησία.
Για τη μακαρία υπακοή στους Ι. κανόνες και για τη θεολογική τους ερμηνεία, ως Πατερικό– Εκκλησιαστικό ήθος και όχι ως πολεμική, αναλύει ο σύγχρονος ομολογητής επίσκοπος π. Αυγουστίνος Καντιώτης στα γραπτά του (σχετικά) κείμενα. 
Ειδικά ο π. Αυγουστίνος, όπως ο Μ. Βασίλειος, στις κρίσιμες περιστάσεις της Εκκλησίας διαφύλαξε την ιερά παρακαταθήκη των Ι. κανόνων. Παρόμοιο πνεύμα επέδειξε και ο Αρχιμανδρίτης π. Χριστόφορος Καλύβας, το οποίο έχει κρυσταλλωθεί στο βιβλίο του «ΑΝΟΡΘΩΣΑΤΕ ΤΗΝ ΕΚΚΛΗΣΙΑ». Οι θέσεις τους έχουν μέγιστη Εκκλησιολογική βαρύτητα με δυναμική αποτελμάτωσης των Εκκλησιαστικών πραγμάτων.
Όσοι, σήμερα, δεν υιοθετούν την Οικουμενιστική εκκλησιολογία είναι για την επίσημη θεσμική Εκκλησία εκ προοιμίου αντίπαλοι, αντιδραστικοί, σχισματικοί, αιρετικοί, αποστάτες, φανατικοί, σκοταδιστές, φονταμενταλιστές, ακραίοι, ψυχοπαθείς, εκτός Εκκλησίας!
Παραδείγματα «θύματα» του οικουμενισμού: ο θεολόγος Νίκος Σωτηρόπουλος, ο π. Ευθύμιος Τρικαμηνάς, αδελφοί του παλαιού εορτολογίου, οι Αγιορείτες Πατέρες, ο π. Θεόδωρος Ζήσης, ο π. Νικόλαος Μανώλης και πολλοί άλλοι, ενώ άλλοι έπονται…
Στα βιβλία του ο π. Αυγουστίνος και στα συνοδικά υπομνήματά του, σε χρόνο ανύποπτο, κονιορτοποιεί τις θέσεις του Πατριάρχη κ. Βαρθολομαίου περί Ι. κανόνων, όπως έχουν διατυπωθεί σε σχετική επιστημονική – θεολογική του εργασία.

«Ω Κύριε! Προς Σε υψώνομεν όμματα και καρδίας, βοήθησε τα πιστά Σου τέκνα εκ πάσης γης Ελλάδος δια να αγωνισθούν μέχρις εσχάτων υπέρ της δόξης της Εκκλησίας Σου». [π. Αυγουστίνος Καντιώτης – Εκκλησιαστικά Υπομνήματα (Σελ. 201)].

Τοῦ Ν. ΣΑΚΑΛΑΚΗ 

Ο Μέγας Βασίλειος ΑΠΑΝΤΑ σε όσους λένε ότι «Εμείς θα αγωνισθούμε εναντίον του Οικουμενισμού μέσα στην Εκκλησία». Ξεκαθαρίζει ποιοι είναι «Εντός της Εκκλησίας» και ποιοι «Εκτός»


«Ουδέ δύναμαι αυτόν 
κοινωνόν ηγήσασθαι των αγίων»

(Μ. Βασίλειος – Επιστολή (214) προς Κόμητα Τερέντιον)

Ο Μ. Βασίλειος στα όρια της ποιμαντικής του ευθύνης, ως επίσκοπος, ως έμπονος παρατηρητής των εκκλησιαστικών πραγμάτων και ως Θεοφόρος αναλυτής της Ορθόδοξης εκκλησιολογίας, απευθύνεται στο Μ. Αθανάσιο σε καιρό «φοβερού χειμώνος», όπως χαρακτηρίζει την εκκλησιαστική πραγματικότητα στην Αντιόχεια (σχίσμα).

Για το Μ. Βασίλειο μια εκκλησιαστική ενότητα στην Αντιόχεια σε έδαφος εκριζωμένης Ορθοδοξίας, σε φιλοαρειανική βάση, είναι πνευματική απώλεια, βαρύς χειμώνας, γι’ αυτό και επικαλείται για πνευματική βοήθεια τον Μ. Αθανάσιο.

Γράφει σχετικά: «όσον των Εκκλησιών τα αρρωστήματα επί το μείζον πρόεισι, τοσούτον πάντες επί την σην επιστρεφόμεθα τελειότητα, μιαν εαυτοίς υπολείπεσθαι των δεινών παραμυθίαν την σην προστασίαν πεπιστευκότες…» δηλ.: «όσον τα αρρωστήματα των Εκκλησιών γίνονται βαρύτερα, τόσον περισσότερον στρεφόμεθα όλοι προς την τελειότητά σου, διότι έχομεν πιστεύσει ότι μόνο μια παραμυθία δια τα δεινά μάς έχει μείνει, η δική σου προστασία» (Προς Αθανάσιον Αλεξανδρείας – Επιστολή 80).

Σήμερα, που η Εκκλησία μετατρέπεται σιγά – σιγά σε «οικουμενιστική Εκκλησία» (π. Ανατόλιος – προφητεία) και διαφαίνονται τα στοιχεία – σημάδια της πανθρησκείας, οι ευαίσθητες – εξεγερμένες ορθόδοξες συνειδήσεις στρέφονται και στο Μ. Βασίλειο, κατ’ αναλογία της δικής του ποιμαντικής αγωνίας, για τις εκκλησιολογικές μεταλλάξεις της εποχής του.

Η σημερινή οικουμενιστική διάβρωση θα είχε ίσως αποφευχθεί και σίγουρα θα είχε μετριασθεί, αν στην εποχή που ο οικουμενισμός απαριθμούσε μια δράκα επισκόπων, είχε δημιουργηθεί μια πνευματική Πατερική θωράκιση, μια θεολογική αφύπνιση διάρκειας, που είχαν ξεκινήσει οι π. Φιλόθεος Ζερβάκος, ο επίσκοπος Φλωρίνης Αυγουστίνος και σχεδόν όλο το Άγιο Όρος.

Δυστυχώς, η θεωρία των δύο άκρων του π. Επιφανίου, δημιούργησε μια απλή ενωτική επιφάνεια στην Εκκλησία και έδωσε χώρο διαμόρφωσης της οικουμενιστικής πλάνης – αίρεσης και παραπλάνησης πολλών πνευματικών ανθρώπων.

Στην Επιστολή (214) προς «Τερέντιο Κόμητα», ο Μ. Βασίλειος διατυπώνει βασικές πνευματικές – εκκλησιολογικές θέσεις, χρήσιμα εννοιολογικά – θεολογικά εργαλεία απέναντι σε αφελή και εκλεπτυσμένα επιχειρήματα των οικουμενιστών και των συνοδοιπόρων του (Ι. Μονές, Χριστιανικοί σύλλογοι, πνευματικοί και μεγάλο πλήθος πιστών).

Για παράδειγμα, τις σημερινές ομολογιακές τοποθετήσεις των Ορθοδόξων (Αποτειχίσεις, διακοπή μνημοσύνων), τις χαρακτηρίζουν με το περιγραφικό σχήμα ως «εκτός Εκκλησίας» ή ως «σχίσματα». Πάρα πολλοί, κληρικοί και λαϊκοί καθώς και μοναχοί, με ιδιαίτερη «Ορθόδοξη φόρτιση» και αξιώσεις καθολικότητας, με μικρή όμως υπόληψη των Πατερικών θέσεων, λέγουν: «Εμείς θα αγωνισθούμε εναντίον του Οικουμενισμού μέσα στην Εκκλησία».

Αυτές οι προσωπικές απόψεις, δεν εκφράζουν τις βαθύρριζες Αγιογραφικές πνευματικές – Πατερικές θέσεις. Είναι, οι απόψεις αυτές, επικέντρωση σε δειλές ιδεοτυπικές ανασυγκροτήσεις ιδεών μέσα στον ιδεολογικό χώρο περί «δύο άκρων», δηλ. οικουμενισμού και ζηλωτισμού.

Ο Μ. Βασίλειος στην επιστολή αυτή (214), εκφράζει αποθαρρυντικές θέσεις για όλους εκείνους, που έχουν ως βασιμότητα τον μετά «νηφαλιότητος» αγώνα εναντίον του οικουμενισμού στα όρια της συνύπαρξης με την Ορθοδοξία, την οποία συνύπαρξη ονομάζουν «εντός της Εκκλησίας»!

Στην Επιστολή ο Μ. Βασίλειος, την παράταξη του φιλαρειανού επισκόπου Παυλίνου (Θεσμική Ορθοδοξία της Αντιοχείας) την αποκαλεί απλά «αδελφοί», ενώ τους Ορθοδόξους πιστούς, που παραμένουν στην πνευματική καθοδήγηση του εξορίστου επισκόπου Μελετίου, όντως Ορθοδόξου, τους αποκαλεί αληθινή Εκκλησία. Γράφει σχετικά: «Προς δε τη φήμη ταύτη κατέλαβεν ημάς ακοή ότι και οι της κατά Παυλίνον συντάξεως αδελφοί διαλέγονται τη ορθότητί σου περί της προς ημάς ενώσεως, ημάς δε λέγω τους της μερίδος του ανθρώπου του Θεού, Μελετίου του επισκόπου. Ούς και γράμματα ακούω νυν των Δυτικών περιφέρειν αυτοίς την επισκοπήν της κατά Αντιοχείαν Εκκλησίας επιτρέποντα, παραλογιζόμενα δε τον θαυμασιώτατον επίσκοπον της αληθινής του Θεού Εκκλησίας Μελέτιον» δηλ. «πλην δε της φήμης αυτής έφθασεν εις ημάς η πληροφορία ότι οι αδελφοί της παρατάξεως του Παυλίνου έρχονται εις συνεννοήσεις με την ορθοφροσύνην σου περί ενώσεως με ημάς. Και όταν λέγω «ημάς», εννοώ την μερίδα του ανθρώπου του Θεού, του επισκόπου Μελετίου».

Ιδιαίτερα αξιοπρόσεκτη η ορολογία – φρόνημα του Μ. Βασιλείου, που ξεκαθαρίζει ποιοι είναι «Εντός της Εκκλησίας» και ποιοι «Εκτός». Η οριογραμμή είναι σαφής. Την θεσμική – διοικητική (νόμιμη) Εκκλησία της Αντιοχείας υπό τον φιλαρειανόν επίσκοπον Παυλίνο, που έχει την αποδοχή των Δυτικών Ορθοδόξων, την αποκαλεί απλά «αδελφούς», ενώ όσοι αναγνωρίζουν ως ποιμένα τον Ορθόδοξο, μα εξόριστο επίσκοπο Μελέτιο, τους χαρακτηρίζει «Αληθινή Εκκλησία του Θεού» και τον Μελέτιο «θαυμασιώτατον επίσκοπον».

Ερωτήματα: Ο Μ. Βασίλειος με την ορολογία του ενισχύει το «σχίσμα της Αντιοχείας», δηλ. σχίζει την Εκκλησία ή τους προτρέπει ενωτικά να στοιχηθούν πίσω από τον επίσκοπο Μελέτιο, ως ανήκοντες – λόγω αληθούς πίστεως – στην Ορθόδοξη και αληθινή Εκκλησία;
Ποιοι είναι εντός Εκκλησίας; Οι υπό τον φιλαρειανόν επίσκοπον (νόμιμον) Παυλίνον ή 
του επισκόπου Μελετίου;
Να υπογραμμίσουμε, ότι ο Ι. Χρυσόστομος έχει αφιερώσει ολόκληρη εγκωμιαστική ομιλία για τον επίσκοπο Μελέτιο. 

Ανήκουν στην αληθινή Εκκλησία του Θεού οι σημερινοί οικουμενιστές επίσκοποι; Ασφαλώς όχι, δεν ανήκουν. Αυτή είναι η αλήθεια κατά τον Μ. Βασίλειο και όχι μόνο.
Προειδοποιεί ο Μ. Βασίλειος με απόλυτη κατηγορηματικότητα: «Εγώ γαρ, ουχ όπως ει επιστολήν τις ανθρώπων δεξάμενος επ’ αυτή μέγα φρονεί, τούτου ένεκεν υποσταλήναι ποτέ καταδέξομαι, αλλ’ ουδ’ αν εξ αυτών ήκει των ουρανών, μη στοιχή δε τω υγιαίνοντι λόγω της πίστεως, δύναμαι αυτόν κοινωνόν ηγήσασθαι των αγίων» δηλ. 
«Διότι εγώ, όχι μόνο αν εδεχθη κανείς επιστολήν από ανθρώπους (Εννοεί τους Δυτικούς) και υπερηφανεύεται δι’ αυτήν, δεν πρόκειται δια τούτο να υποχωρήσω, αλλά και από τους ουρανούς ακόμη αν έλθει αυτή, δεν συμφωνεί δε ούτος (ο επίσκοπος δηλ.) με την γνήσιαν διδασκαλίαν της πίστεως, δεν θα δυνηθώ να τον θεωρήσω ως έχοντα κοινωνίαν (εκκλησιαστική) με τους αγίους (Ορθοδόξους Χριστιανούς)».

Η απόφαση διακοπής κοινωνίας και μνημοσύνων οικουμενιστών επισκόπων και Πατριαρχών από σημερινούς Πατέρες, είναι απόφαση θεολογικής συνέχειας του Μ. Βασιλείου, υπεράσπιση της «μερίδος των ανθρώπων του Θεού», οντολογική παραμονή στην αληθινή Εκκλησία και όντως κοινωνία με τους αγίους.

ΝΙΚΟΣ Ε. ΣΑΚΑΛΑΚΗΣ
ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΟΣ

...αυτός ο φτωχός, που σου τον δείχνει σχεδόν με το δάκτυλο. Αυτός είναι ο μαθητής του Χριστού...



«Αυτός ο φτωχός φώναζε, κι ο Θεός τον εισάκουσε». Δεν είναι πάντοτε αξιέπαινη η φτώχεια, αλλά η θεληματική, που επιτυγχάνεται σύμφωνα με το σκοπό του Ευαγγελίου. 

Διότι πολλοί είναι φτωχοί ως προς την περιουσία, όμως......έχουν διάθεση πλεονεξίας. Αυτούς δεν τους σώζει η φτώχεια, τους καταδικάζει η διάθεση. Δεν είναι λοιπόν άξιος μακαρισμού πάντοτε ο φτωχός, αλλά εκείνος που περισσότερο από τους θησαυρούς του κόσμου προτίμησε την εντολή του Χριστού. Αυτούς μακαρίζει κι ο Κύριος λέγοντας : « Mακάριοι αυτοί, που είναι φτωχοί στο πνεύμα». Όχι όσοι είναι φτωχοί στην περιουσία, αλλά όσοι προτίμησαν τη φτώχεια της ψυχής. Διότι τίποτε από εκείνα, που γίνονται χωρίς διάθεση είναι άξια μακαρισμού.

Κάθε αρετή, περισσότερο σε αυτή απ’ όλες τις άλλες, είναι γνώρισμα εκείνου, που ενεργεί με τη θέλησή του. Αυτός λοιπόν, λέγει, ο φτωχός φώναξε. Με τη δεικτική αυτή φωνή στρέφει τη σκέψη σου προς τον πτωχεύσαντα και πεινώντα κι όντα γυμνό κατά το Θεό. Αυτός ο φτωχός, που σου τον δείχνει σχεδόν με το δάκτυλο. Αυτός είναι ο μαθητής του Χριστού.

Μ. Βασιλείου. Ομιλ. Στους Ψαλμούς ΛΓ΄

Γιά τή λύπη καί τήν ἀθυμία



Όταν βλέπω το κακό να μεγαλώνει και να πολλα­πλασιάζεται και πάλι εσάς, ευλαβέστατοι, να έχετε αποκάμει από τις αδιάκοπες επιθέσεις, τότε και η δική μου καρδιά γεμίζει από αθυμία.

Όταν πάλι συνειδητοποιήσω τη μεγάλη δύναμη του Θεού, και ότι Εκείνος γνωρίζει να ανορθώνει τους τσακισμένους, να αγαπά τους δικαίους, να συ­ντρίβει τους υπερήφανους και να κατεβάζει τους ηγεμόνες που καταδυναστεύουν όσους κυβερνούν, τότε αισθάνομαι κάποια ανακούφιση και γεμίζω ελπίδα.

Γνωρίζω, και είμαι σίγουρος γι’ αυτό, πράγμα το οποίο θέλω και σεις να γνωρίζετε, ότι η επέμ­βαση του Θεού δεν είναι μακριά και ότι Εκείνος δεν εγκαταλείπει τελικά τον άνθρωπο.Γνωρίζω ότι, όσα υποφέρουμε, μας συμβαίνουν εξαιτίας της αμαρτίας μας και ότι ο φιλάνθρωπος Θεός θα κάνει φανερή την αγάπη και την ευσπλαγχνία που έχει για τους δούλους Του.

Είτε λοιπόν οι μάστιγες που μας δέρνουν, εξαιτίας της αμαρ­τίας μας, είναι μεγάλη τιμωρία για μας, ώστε να μη χρειάζεται να δεχθούμε και άλλες τιμωρίες από τον Θεό, είτε με τους πειρασμούς καλούμαστε να αγω­νισθούμε για την αλήθεια, ο δίκαιος Θεός που μας θέτει το άθλημα, δεν θα μας αφήσει να πειρασθούμε πέρα από τις δυνάμεις μας, αλλά θα μας αμείψει για όσα υποφέρουμε, με το στεφάνι της υπομονής και της ελπίδας (Α' Κορ. 10, 13).
Ποιός λοιπόν έχει τόσο σκληρή ψυχή σαν το διαμάντι; Ποιός είναι τόσο άσπλαγχνος και ανήμερος, ο οποίος θα άκουγε το στεναγμό που ολόγυρά μας βουίζει σαν το ίδιο το θρηνητικό τραγούδι πολλών ανθρώπων που ψάλλουν ομόφωνα, και δεν θα πο­νούσε η ψυχή του, δεν θα λύγιζε και δεν θα έλιωνε από όλα αυτά τα θλιβερά και αξιοθρήνητα;
Αυτά βέβαια δεν τα λέω για παρηγοριά -γιατί ποιός λόγος θα μπορούσε να γιατρεύσει αυτή τη συμφορά- αλλά τα λέω με την θρηνητική αυτή κραυγή μου, θέλοντας να καταδείξω τον πόνο και την οδύνη και της δικής μου ψυχής.

*

Συλλογίζομαι τη μεγάλη τέχνη του διαβόλου στον πόλεμο εναντίον μας. Αυτός, επειδή από πείρα γνωρίζει ότι, όταν πολεμείσθε από τους εχθρούς δαί­μονες, τότε αυξάνει και περισσότερο ζωντανεύει μέσα σας η αρετή, άλλαξε γνώμη.
Έτσι δεν σας πολεμά πια κατά πρόσωπο και φανερά, αλλά σας στήνει κρυφές παγίδες, καλύπτοντας τον κακό σκοπό του για σας, κάτω από το όνομα εκείνων που σας πολεμούν. Αυτό μας το κάνει για να πάθουμε κι εμείς εκείνο που έπαθαν και οι πρόγονοί μας: Δη­λαδή να μη θεωρήσουμε ότι τα παθήματά μας είναι για χάρη του Χριστού, αφού, δήθεν, εκείνοι που μας καταδιώκουν είναι αδελφοί χριστιανοί.
Αυτό ήταν που εξέπληξε και μένα και μ’ έκανε να φθάσω μέχρι παραλογισμού. Γιατί μαζί μ’ αυτή τη σκέψη μου μπήκε παράλληλα και ένας άλλος λογισμός και αυτός είναι: Μήπως εγκατέλειψε ο Κύριος τους δούλους Του; Μήπως ήρθαν τα έσχατα και αρχίζει η αποστασία με όλα τούτα που συμβαί­νουν, ώστε να αποκαλυφθεί ο «άνομος», «ο γιος της απώλειας», εκείνος που «αντιστρατεύεται και εξουσιάζει καθέναν που σχετίζεται με τον Θεό και τη λατρεία Του;» (Β' Θεσ. 2, 3-4).

Υπομείνατε λοιπόν τον πειρασμό, ως καλοί στρατιώτες του Χριστού. Υπομείνατε, και όταν ο πειρασμός είναι πρόσκαιρος, αλλά και όταν τα πάντα καταστραφούν. Ας μην πέσουμε σε βαριά λύπη για τα πράγματα αυτού του κόσμου.

Ας περιμένουμε τον ερχομό από τον ουρανό του μεγάλου Θεού και Σωτήρα μας Ιησού Χριστού. Γιατί, εφόσον πρόκει­ται όλη η κτίση να σταματήσει να υπάρχει και να αλλάξει η μορφή και ο τρόπος ύπαρξης αυτού του κόσμου, τί το περίεργο θα είναι, αν και εμείς οι οποίοι αποτελούμε τμήμα αυτής της κτίσης, πάθουμε ό,τι συμβεί και σ’ όλους τους άλλους; Αν δηλαδή παραδοθούμε στις θλίψεις, αυτές που, ανάλογα με τις δυνάμεις μας, έχει ορίσει ο Δίκαιος Κριτής; Δεν είναι «Εκείνος ο Οποίος θα εμποδίσει να πειρασθούμε περισσότερο απ’ ό,τι αντέχουμε, αλλά θα δώσει μαζί με τον πειρασμό και την έκβαση, ώστε να μπορέσουμε να τον σηκώσουμε;» (Πρβλ. Α' Κορ. 10, 13).

Ας μην αποκάμουμε λοιπόν, αδελφοί μου, γιατί μας περιμένουν στεφάνια Μαρτύρων. Οι χοροί των Ομολογητών είναι έτοιμοι να απλώσουν τα χέρια, να μας υποδεχθούν και να μας συναριθμήσουν στη δική τους τάξη. Αναλογισθείτε τους Αγίους από τα παλιά χρόνια μέχρι σήμερα. Κανένας τους δεν αξιώθηκε να λάβει το στεφάνι της υπομονής, ζώντας μέσα στην τρυφή και στις περιποιήσεις των ανθρώπων. Όλοι αποδείχθηκαν δόκιμοι στην πίστη, περνώντας μέσα από μεγάλες θλίψεις και από τη φωτιά των πειρασμών.
Μακάριος είναι εκείνος που καταξιώθηκε να υποφέρει παθήματα για χάρη του Χριστού. Πιο μα­κάριος απ’ αυτόν είναι όποιος καταξιώθηκε να πε­ράσει μέσα από πληθώρα τέτοιων πειρασμών και θλίψεων. Γιατί «δεν είναι άξια τα παθήματα που περνάμε σ’ αυτή τη ζωή, αν συγκριθούν με τη δόξα που πρόκειται να μας αποκαλυφθεί» (Ρωμ. 8, 18).
Εκείνος που δεν θα λυγίσει κάτω από το βάρος των πειρασμών, αλλά θα υπομένει τις θλίψεις, με τη βοήθεια της ελπίδας προς τον Θεό, θα έχει ως μεγάλη ανταπόδοση από τον Θεό το χάρισμα της υπομονής.

Όπως ακριβώς τα σκουλήκια γεννιούνται κυ­ρίως μέσα στα μαλακότερα ξύλα, έτσι και οι λύπες βρίσκουν πρόσφορο έδαφος κυρίως στους πιο ευαί­σθητους ανθρώπους.
Δεν επιτρέπεται ούτε στους άνδρες ούτε στις γυναίκες να πενθούν και να κλαίνε υπερβολικά.
Όσο κι αν είναι κανείς λυπημένος, ας χύνει λίγα δάκρυα και αυτό με ήσυχο τρόπο, χωρίς δυνα­τές φωνές και μοιρολόγια, χωρίς σχίσιμο των ρούχων ή ρίξιμο στάχτης στο κεφάλι, χωρίς κάποια άλλη άσχημη έκφραση, από εκείνες που εκδηλώνουν όσοι δεν έχουν πνευματική καλλιέργεια, σε ό,τι σχετίζεται με τα γεγονότα της ανθρώπινης ζωής. Γιατί είναι δείγμα άνανδρης ψυχής και εκείνης που δεν παίρνει καμιά δύναμη από την ελπίδα στον Θεό, το να κλαίει απαρηγόρητα, σχίζοντας τα ρούχα και το να λυγίζει κάτω από το βάρος των λυπηρών. Τα δάκρυα έχουν το φυσικό ιδίωμα να γεννιούνται από κάποια πληγή, η οποία ερεθίζει την ψυχή και την μουδιάζει, χωρίς εκείνη να ενεργεί εκούσια και που επηρεάζει όλο τον συναισθηματικό χώρο του ανθρώπου.

Η χαρά είναι σαν κάποιο σκίρτημα της ψυχής που χαίρεται και αγάλλεται για καθετί, στο οποίο κι εκείνη συμφωνεί και συμμετέχει. Γι' αυτό ακριβώς και τα σημάδια που εμφανίζονται στο σώμα έχουν σχέση και είναι συνέπεια των καταστάσεων αυτών που διακατέχουν την ψυχή. Εκείνοι που είναι λυ­πημένοι είναι ωχροί και πελιδνοί και η όλη τους εμφάνιση είναι ανέκφραστη και παγερή.Εκείνοι πάλι που είναι χαρούμενοι, έχουν όψη ανθηρή και ροδοκόκκινη και, με μια λέξη, είναι σαν να χοροπηδά η ψυχή τους και να ωθείται από τη χαρά, για να εκφρασθεί με διάφορους τρόπους.

Γνωρίσαμε πολλούς που, όταν έπεσαν σε με­γάλες συμφορές, πίεσαν πολύ τον εαυτό τους για να μην κλάψουν. Μετά αυτοί οι άνθρωποι αρρώστησαν βαριά και ή έχασαν το λογικό ή έμειναν ανάπηροι. Άλλοι πάλι έχασαν κι αυτή τη ζωή τους, γιατί δεν είχαν δυνατό στήριγμα· και έτσι η λύπη τσάκισε τις λίγες δυνάμεις τους.
Εκείνο που συμβαίνει με τη φλόγα της φωτιάς, που καταπνίγεται από τον ίδιο τον καπνό της, όταν αυτός δεν βρίσκει διέξοδο και παραμένει στο χώρο, συμβαίνει και με τη δύναμη που έχει κάθε ζωντανή ύπαρξη.

Αυτή μαραίνεται, εξασθενεί και καταπνί­γεται από τα λυπηρά της ζωής, γιατί δεν βρίσκει καμιά διέξοδο, για να εκτονωθεί και να παραμείνει δυνατή.
Για ποιό λόγο ο Χριστός δάκρυσε για τον Λάζαρο; Οπωσδήποτε για να επανορθώσει την κατώδυνη και ταπεινωτική συμπεριφορά εκείνων, οι οποίοι θρηνούσαν υπερβολικά και οδύρονταν για τις συμφορές τους.
Και το ότι το δάκρυ του Κυρίου δεν γεννήθηκε από κάποιο πάθος, αλλά ήταν διδακτικό για τους ανθρώπους, γίνεται φανερό από αυτό που είπε: «Ο φίλος μου ο Λάζαρος κοιμήθηκε, αλλά θα πάω τώρα να τον ξυπνήσω» (Ιωάν. 11, 11). Ποιός από μας θα έκλαιγε και θα οδυρόταν για ένα φίλο του που κοιμόταν, τον οποίο σε λίγη ώρα επρόκειτο να τον ξυ­πνήσει; «Λάζαρε, βγες έξω» (Ιωάν. 11, 43).

Και ο νεκρός έπαιρνε ζωή και ο δεμένος περπατούσε, θαύμα πάνω στο θαύμα. Τα πόδια ήταν σφιχτοδεμένα και ταυτόχρονα δεν εμπόδιζαν στο βάδισμα, αφού ήταν μεγαλύτερη η κινητήρια δύναμη από τα δεσμά. Πώς λοιπόν, Εκείνος που επρόκειτο να κάνει τέτοιο θαύμα, θα θεωρούσε άξιο δακρύων το συμβάν του θανάτου του Λαζάρου;
Είναι ολοφάνερο ότι, επειδή γνώριζε την ασθένεια της φύσης μας σε όλες της τις πλευρές, οριοθέτησε μερικά από τα πάθη, που αναγκαστικά συνακολουθούν την ασθένειά μας. Έτσι, με αυτή τη συμπεριφορά Του, μας καθοδήγησε, ώστε και να αποφεύγουμε την έλλειψη συμμετοχής στον πόνο, θεωρώντας κάτι τέτοιο ως θηριωδία. Ταυτόχρονα όμως μας δίδαξε να μην υποχωρούμε στην τάση που μας ωθεί στην υπερβολική έκφραση της λύπης και σε θρήνους, γιατί αυτή είναι έλλειψη ευγένειας και χριστιανικού ήθους.

Τί να πούμε για τον Ιώβ; Μήπως αυτός είχε σκληρή καρδιά σαν το διαμάντι; Μήπως τα σπλάγχνα του ήταν πέτρινα; Σκοτώθηκαν σε μια στιγμή και τα δέκα παιδιά του, μέσα στο ολόχαρο σπιτικό. Και αυτό συνέβη γιατί τους κτύπησε η ίδια συμφορά, η οποία τους βρήκε την ώρα που όλοι γιόρταζαν χαρούμενοι, καθώς με ενέργεια διαβολική κατέπεσε το σπίτι και τους πλάκωσε.

Είδε έτσι ο Ιώβ το γιορτινό τραπέζι βαμμένο από αίματα. Είδε τα παιδιά του που χρονικά ήρθαν ξέχωρα στη ζωή, να φεύγουν όλα μαζί την ίδια ώρα. Και παρόλα αυτά, δεν έβγαλε ουρλιαχτά, δεν ξεμαλλιάσθηκε, δεν ξεφώνησε με απρέπεια, αλλά ξεστόμισε την αλησμόνητη εκείνη και χιλιοτιμημένη ευχαρι­στία προς τον Θεό: «Ο Κύριος έδωσε, ο Κύριος και τα πήρε. Όπως θεώρησε ο Κύριος καλό, έτσι κι έγινε. Ας είναι το Όνομά Του ευλογημένο» (Ιώβ 1, 21).
Μήπως αυτός ο άνθρωπος δεν αγαπούσε τα παιδιά του; Πώς είναι δυνατόν; Αυτός, κάνοντας λόγο για τον εαυτό του, λέει: «Εγώ έκλαιγα για κάθε θλιμ­μένο» (Ιώβ 30, 25). Μήπως όταν μιλούσε έτσι έλεγε ψέματα; Την ειλικρίνειά του την επιβεβαιώνει και το γεγονός ότι ήταν ολοκληρωμένος και γνήσιος και σε όλες τις άλλες αρετές. Λέει γι' αυτόν η Αγία Γραφή: «Ήταν άνθρωπος άμεμπτος, δίκαιος, θεοσεβής, αληθι­νός» (Ιώβ 1, 1).

Οι περισσότεροι όμως άνθρωποι φτιάχνουν μοι­ρολόγια και θρηνούν και με γοερές φωνές κάνουν τις ψυχές τους να λιώνουν από τον πόνο και να φθείρονται. Όπως κάνουν οι σκηνοθέτες που στή­νουν τραγωδίες και αναπλάθουν σκηνές και συν­θέτουν έργα θεατρικά και γεμίζουν με θεατές τα θέατρα, έτσι νομίζουν μερικοί πως πρέπει να συμπε­ριφέρονται εκείνοι που πενθούν.

Πρέπει δηλαδή να φοράνε μαύρα, να μη λούζονται, να έχουν κλειστά τα παράθυρα και σκοτεινό το σπίτι, βρώμικο, γεμάτο σκόνη, βαρύθυμη έκφραση, πράγματα που κρατούν το τραύμα της λύπης πάντα νωπό στην ψυχή.
Δεν γνωρίζουν αυτοί οι άνθρωποι ότι η ψυχή εκείνη που γέμισε με τον πόθο του Δημιουργού της και που έχει συνηθίσει να ευφραίνεται με αυτή την πνευματική σχέση, δεν έχει τις συνηθισμένες ψυχικές μεταπτώ­σεις, εξαιτίας των παθημάτων που συμβαίνουν σ’ αυτή τη ζωή.
Αντίθετα, κι απ’ αυτά τα λυπηρά συμβάντα παίρνει αφορμή, για να ζήσει εντονότερα η ψυχή την πνευματική σχέση της με τον Θεό. Κι έτσι αυξάνει η ευφροσύνη που ήδη πριν απολάμβανε.

Όπως λοιπόν εκείνοι που έχουν κακή όραση δεν αντέχουν το πολύ φως, αλλά ξεκουράζουν τα μάτια τους, ατενίζοντας τα λουλούδια και την πρα­σινάδα, έτσι πρέπει να συμπεριφέρεται και κάθε ψυχή. Δεν πρέπει δηλαδή να επικεντρώνει τη σκέψη της στο λυπηρό γεγονός, ούτε να πολυασχολείται με τις δύσκολες περιστάσεις αυτής της ζωής, αλλά να απασχολεί τη σκέψη και το λογισμό της με τη θεωρία των πραγματικών και αιωνίων αγαθών.

Οι λύπες δοκιμάζουν την ψυχή, όπως η φω­τιά το χρυσάφι. Γι’ αυτούς που είναι γυμνασμένοι πνευματικά, οι θλίψεις μοιάζουν με τροφή και με αθλητικά γυμνάσματα που προβιβάζουν τον αγωνι­στή και τον οδηγούν στη δόξα των υιών του Θεού. Η πολλή όμως στενοχώρια γίνεται αφορμή αμαρτίας.
Η λύπη βουλιάζει το νου και τον αποχαυνώνει και αδρανεί η λειτουργία των λογισμών, η οποία είναι μητέρα της αχαριστίας. Γιατί είναι ντροπή μας να δοξάζουμε τον Θεό όταν όλα πάνε καλά και να σω­παίνουμε όταν συμβαίνουν Ρα δύσκολα και λυπηρά. Αντίθετα, τότε πρέπει περισσότερο να ευχαριστούμε τον Θεό, γνωρίζοντας ότι «όποιον αγαπά ο Κύριος τον παιδαγωγεί και μαστιγώνει κάθε παιδί που το θεωρεί δικό Του» (Εβρ. 12, 6-7).
Ο Θεός, θα γλυτώσει τους αγίους Του, από όλες τις θλίψεις όχι βέβαια με το να τους αφήσει χωρίς δοκιμασίες, αλλά χαρίζοντάς τους την υπομονή. Γιατί, «η θλίψη γεννά την υπομονή και η υπομονή, δοκιμασμένο και ώριμο άνθρωπο» (Ρωμ. 5, 3).

Εκείνος λοιπόν που αποφεύγει τη θλίψη, στε­ρεί τον εαυτό του από τη δοκιμασία, η οποία τον ωριμάζει και τον εδραιώνει στην αρετή. Όπως δεν στεφανώνεται κανείς αν δεν παλέψει με κάποιον, έτσι δεν μπορεί να αποδειχθεί κανείς δοκιμασμένος και έμπειρος με άλλο τρόπο, παρά μονάχα δια μέσου των θλίψεων.
Από όλες τις θλίψεις, λέει ο Απόστολος, θα τους γλυτώσει ο Κύριος, όχι βέβαια εμποδίζοντάς τους να πέσουν στους πειρασμούς, αλλά χαρίζοντάς τους «μαζί με τον πειρασμό και τη διέξοδο, ώστε να μπορέσουν να αντέξουν» (Α' Κορ. 10, 13).
Εκείνος που ισχυρίζεται ότι δεν ταιριάζει η θλίψη στον δίκαιο άνθρωπο, είναι σαν να λέει ότι δεν είναι στον αθλητή απαραίτητος ο αντίπαλος.
Επειδή προξενεί παρηγοριά στους πονεμένους το να συμπάσχει κανείς μαζί τους, είναι φανερό ότι πρέπει να συμμετέχουμε στον πόνο τους. Θα κάνεις πραγματικά τον εαυτό σου συμμέτοχο της συμφοράς των πονεμένων, όχι εκμηδενίζοντας την ένταση και τη σημασία των λυπηρών, ούτε περιφρονώντας τον πόνο των άλλων.

Δεν πρέπει βέβαια από την άλλη μεριά, να κάνει κανείς ό,τι κάνουν οι λυπημένοι. Δηλαδή, να φωνάζει ή να θρηνεί μαζί τους ή να συμπεριφέρεται όπως εκείνοι που είναι σκοτισμένοι από τη συμ­φορά. Δεν πρέπει, μ' άλλα λόγια, να κλείνεσαι μέσα, άνθρωπέ μου, ούτε να μαυροφορείς, ούτε να κάθεσαι καταγής και να μην κόβεις τα μαλλιά σου. Έτσι αν κάνεις, μεγαλώνεις στον πονεμένο τη συμφορά αντί να του τη λιγοστεύεις.
Αντίθετα, και εσύ πρέπει να πονάς για ό,τι συμβαίνει, αλλά να συμμετέχεις με ησυχία στα λυ­πηρά γεγονότα, με σοβαρότητα στο πρόσωπο και με σεμνή συμπεριφορά. Έτσι δηλαδή που να γίνεται στον αδελφό σου φανερή εξωτερικά η λύπη της ψυχής σου. Όταν πάλι εκφράζεται με έντονο τρόπο ο λυπημένος, δεν πρέπει να πετάγεται κανείς και να αρχίζει να τον επιτιμά για ό,τι λέει, σαν να θέλει να εκφράσει τη δική του αντίδραση και να επέμβει στα όσα γίνονται.

Γιατί είναι πολύ φορτικό πράγμα για τους λυπημένους τα επιτιμητικά λόγια. Δεν γίνονται αποδεκτά εύκολα και δεν υπάρχει περίπτωση να παρηγορήσουν όσα λέγονται από εκείνους που είναι έξω από τη συμφορά. Όπως σε ένα μάτι που έχει φλεγμονή και το πιο μαλακό πράγμα να βάλλουμε επάνω του τού προκαλεί πόνο, έτσι συμβαίνει και με την ψυχή που έχει βαρύ πόνο.
Ακόμα κι αν φέρνει πολλή παρηγοριά ο λόγος στην ψυχή του πονεμένου, όμως είναι σε ένα βαθμό ενοχλητικός, όταν προσφέ­ρεται την ώρα της μεγάλης οδύνης. Όταν όμως δεις τον αδελφό σου να κλαίει και να οδύρεται για τις αμαρτίες του, κλάψε και συ μαζί του και κακοπάθησε. Γιατί συμμετέχοντας στη μετάνοια των άλλων, επανορθώνεις και τα δικά σου σφάλματα.
Εκείνος που θα χύσει πικρά δάκρυα για την αμαρτία του άλλου, θεράπευσε ήδη τον εαυτό του, όσον αφορά τις αμαρτίες, για τις οποίες κλαίει με το να συμμετέχει στον πόνο του αδελφού.

Για την αμαρτία να κλαις. Αυτή είναι η αρρώ­στια και ο θάνατος της αθάνατης ψυχής και γι’ αυτή πρέπει να κλαίει κανείς συνέχεια και να οδύρεται.
Γι' αυτή πρέπει να χύνονται όλα τα δάκρυα και να μη σταματά κανείς να στενάζει από τα βάθη της καρδιάς του. Έτσι έκλαιγε ο Προφήτης Ιερεμίας, για εκείνους που είχαν χαθεί από την αμαρτία. Και επειδή δεν ήταν αρκετά τα φυσικά δάκρυα, ζητούσε αστείρευτη πηγή δακρύων (Ιερ. 8, 23-9, 1).
Τέλος, ας ευχαριστήσουμε τον Χριστό και Θεό μας, γιατί σ’ Εκείνον πρέπει κάθε τιμή και προσκύ­νηση, μαζί με τον άναρχο Πατέρα και το Πανάγιο και Ζωοποιό Πνεύμα, τώρα και πάντοτε και στους αιώνες των αιώνων. Αμήν.

Μέγας Βασίλειος

(Πηγή: Μεγάλου Βασιλείου P. G. 33, 1277 - Απόσπασμα από το βιβλίο «ΩΔΗ ΣΤΟ ΕΦΗΜΕΡΟ: Η Λύπη κατά τους Πατέρες», Εκδόσεις «ΕΤΟΙΜΑΣΙΑ» Ιερά Μονή Τιμίου Προδρόμου Καρέα).

http://hristospanagia3.blogspot.gr

Να Ευχαριστούμε πάντοτε τον Θεό!



«Να προσεύχεσαι κάθε φορά που κάθεσαι στο τραπέζι.

Όταν δέχεσαι το ψωμί, να αποδίδεις την ευχαριστία σ’ Αυτόν που το έδωσε. Όταν με οίνο στηρίζεις την ασθένεια του σώματος, να θυμάσαι Αυτόν που σου παρέχει το δώρο για να ευφραίνεται η καρδιά και να καταπραΰνονται οι ασθένειες.
Πέρασε η ανάγκη των φαγητών; Η μνήμη όμως του Ευεργέτη να μην παρέλθει. Κάθε φορά που φοράς τον χιτώνα να ευχαριστείς Αυτόν που σου τον έδωσε. Όταν ντύνεσαι το ρούχο, να αυξήσεις την αγάπη στον Θεό, ο οποίος μας χάρισε κατάλληλα σκεπάσματα και για τον χειμώνα και για το καλοκαίρι, τα οποία και τη ζωή μας προφυλάσσουν και την ασχήμια καλύπτουν.
Τελείωσε η ημέρα; Να ευχαριστείς Αυτόν που μας χάρισε τον ήλιο για να μας εξυπηρετεί στα έργα της ημέρας και που έδωσε το φως για να φωτίζει τη νύχτα και να εξυπηρετεί τις λοιπές ανάγκες της ζωής».

Αγίου Βασιλείου Μεγάλου