.

.

Δός μας,

Τίμιε Πρόδρομε, φωνή συ που υπήρξες η φωνή του Λόγου. Δος μας την αυγή εσύ που είσαι το λυχνάρι του θεϊκού φωτός. Βάλε σήμερα τα λόγια μας σε σωστό δρόμο, εσύ που υπήρξες ο Πρόδρομος του Θεού Λόγου. Δεν θέλουμε να σε εγκωμιάσουμε με τα δικά μας λόγια, επειδή τα λόγια μας δεν έχουν μεγαλοπρέπεια και τιμή. Όσοι θα θελήσουν να σε στεφανώσουν με τα εγκώμιά τους, ασφαλώς θα πετύχουν κάτι πολύ πιό μικρό από την αξία σου. Λοιπόν να σιγήσω και να μη προσπαθήσω να διακηρύξω την ευγνωμοσύνη μου και τον θαυμασμό μου, επειδή υπάρχει ο κίνδυνος να μη πετύχω ένα εγκώμιο, άξιο του προσώπου σου;

Εκείνος όμως που θα σιωπήσει, πηγαίνει με τη μερίδα των αχαρίστων, γιατί δεν προσπαθεί με όλη του τη δύναμη να εγκωμιάσει τον ευεργέτη του. Γι’ αυτό, όλο και πιό πολύ σου ζητάμε να συμμαχήσεις μαζί μας και σε παρακαλούμε να ελευθερώσεις τη γλώσσα μας από την αδυναμία, που την κρατάει δεμένη, όπως και τότε κατάργησες, με τη σύλληψη και γέννησή σου, τη σιωπή του πατέρα σου του Ζαχαρία.

Άγιος Σωφρόνιος Ιεροσολύμων

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Αγαπίου (Λάνδου) Μοναχού του Κρητός. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Αγαπίου (Λάνδου) Μοναχού του Κρητός. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Η ΘΑΥΜΑΣΤΗ ΜΕΤΑΝΟΙΑ ΜΙΑΣ ΠΟΡΝΗΣ – «ΑΦΕΩΝΤΑΙ ΣΟΙ ΑΙ ΑΜΑΡΤΙΑΙ»



Ένας Ιερεύς πήγαινε να κοινωνήσει έναν ασθενή στην οικία του, και καθ΄ όδόν τον είδε μια πόρνη να βαδίζει με ευλάβεια, κατανύχθηκε, και με δάκρυα στα μάτια έπεσε στα πόδια του κατά γης μέσα στη λάσπη, διότι έβρεχε, λέγοντας τα ακόλουθα λόγια: 

«Δέσποτα, Κύριε Ιησού Χριστέ, πραγματικά ελεήμονα Θεέ, που γεννήθηκες εκ της Αειπαρθένου Μαρίας, και έπαθες για την σωτηρία μας, σώσε κι εμένα την αμαρτωλή και παμβέβηλο, και μη μνησθείς πανοικτίρμων τις ασωτίες μου, αλλά συγχώρεσέ με με τις πρεσβείες της ασπόρως τεκούσης σε».

Προφέροντας τα λόγια αυτά με θερμά δάκρυα μετάνοιας, άκουσε μια φωνή από το ιερό Ποτήριο η οποία της είπε: «Αφέωνταί σοι αι αμαρτίαι».

Έτσι, η πόρνη και άσωτη γυναίκα, πληροφορούμενη τη σωτηρία της, μίσησε την αμαρτία, έκανε μεγάλο αγώνα και σώθηκε με τη Χάρη του Θεού.


ΑΓΑΠΙΟΥ ΜΟΝΑΧΟΥ, 
ΑΜΑΡΤΩΛΩΝ ΣΩΤΗΡΙΑ,
ΕΝ ΒΕΝΕΤΙΑ 1851, σ. 202.

Το θαύμα της Παναγίας στον αμφιβάλλοντα διδάσκαλο



Επτακόσια περίπου χρόνια μετά την γέννηση του Χριστού, ήταν ένας ερημίτης Αθηναίος, σοφός στα γράμματα, και στην αρετή σοφότερος.
Το ονομά του ήταν Αιγίδιος , και μετά τον θάνατο των γονέων του, μοίρασε την περιουσία του στους φτωχούς και αναχώρησε για προσκύνημα στους Αγίους Τόπους. Εκεί απήλθε στα ενδότερα μέρη της ερήμου σε έναν τόπο άβατο και απόκρυφο, όπου βρήκε ένα σπήλαιο με μια πηγή ωραιότατη και λίγα δένδρα.
Στην ησυχία λοιπόν του τόπου εκείνου έμεινε και ασκήτευε τρεφόμενος, κατά Θεία Οικονομία, από το γάλα μίας ελαφίνας και άγρια χόρτα. 
Κοντά σ’ εκείνα τα μέρη σ’ ένα κάστρο ήταν ένας διδάσκαλος που στο λογισμό του ο μισόκαλος, είχε σπείρει ζιζάνια και είχε αμφιβολία για την Παρθενία της Υπεραγίας Θεοτόκου.
Αυτόν τον δαιμονικό λογισμό δεν μπορούσε με τίποτα να τον διώξει απ’ το μυαλό του. «Πως γίνεται να είναι μητέρα και παρθένος;» αναρωτιόταν. 
Όταν άκουσε για τον αναχωρητή Αιγίδιο, ότι ήταν σε μεγάλα πνευματικά μέτρα, αποφάσισε να πάει να τον συμβουλευτεί για τον λογισμό του, και να τον βοηθήσει να απαλλαγεί από αυτή την βλάσφημη σκέψη.
Ενώ βρισκόταν σε μικρή απόσταση πριν από το κελί του αββά Αιγιδίου εξήλθε ο γέροντας να τον προϋπαντήσει. Όταν πλησίασε ο ένας τον άλλον ο διδάσκαλος έβαλε εδαφιαία μετάνοια .
Ο αββάς δεν του αποκρίθηκε αλλά χτύπησε με το ραβδί του πάνω σε μία πέτρα λέγοντας: «Παρθένος προ τόκου» και ευθύς πάνω στη πέτρα φύτρωσε ένα κρίνο όμορφο και με ευωδία θαυμάσια. Ξαναχτυπά την πέτρα λέγοντας :«Παρθένος εν τόκω» και δεύτερο κρίνο φύτρωσε όμοιο με το πρώτο.Έπειτα χτύπησε για Τρίτη φορά με το ραβδί του στην πέτρα λέγοντας: «Και μετά τόκον Παρθένος μείνασα».
Και ευθύς βγήκε άλλο ένα θαυμάσιο κρίνο.Τότε ο αββάς, χωρίς να πει άλλη κουβέντα γύρισε στο κελί του.
Ο δε διδάσκαλος έχοντας μείνει έκπληκτος απ’ αυτή τη θαυματουργία και λυτρωμένος από τον πειρασμό έφυγε και κήρυττε σε όλους το παραπάνω θαύμα, προς δόξαν της Υπεραγίας Θεοτόκου και Αειπαρθένου Μαρίας. Αμήν.

Από το βιβλίο του Αγαπίου Λάνδου «Αμαρτωλών σωτηρία»

ΠΕΜΠΤΗ ΘΕΡΑΠΕΙΑ, Η ΠΡΟΣΕΥΧΗ

Άπασα η Θεία και Ιερά Γραφή της νέας τε και παλαιάς Διαθήκης, μας παρακινά κατά πολλά εις την Προσευχήν, και κηρύττει μας την υπερθαύμαστον αρετήν και ευγένειάν της. Αμή ας αφήσωμεν τας άλλας ενεργείας, οπού κάμνει, και μόνον ας ειπούμεν διά την εδικήν μας υπόθεσιν. Κυρίως και καθολικά με την προσευχήν ευρίσκομεν εις τας θλίψεις βοήθειαν, καθώς πολλάκις εφάνη. Ο Προφητάναξ λέγει, πως όταν είχεν θλίψιν τινά, εβόα προς Κύριον δια προσευχής και ευθύς τον ελύτρωνεν, ως φαίνεται εις τον γ΄. κ΄. και ριθ΄. Ψαλμόν, και εις άλλους πολλούς. Και δια τους Εβραίους λέγει ο αυτός, ότι πολλάκις εβόων προς Κύριον, και ελύτρωνέ τους από τας θλίψεις.
Ωσαύτως και ο Βασιλεύς Μανασσής, διά προσευχής έτυχε παρά Θεού λύτρωσιν, και αμαρτημάτων συγχώρησιν. Οι θεοπάτορες, και η του Σαμουήλ Μήτηρ Άννα διά προσευχής ελυτρώθησαν της στειρώσεως. Και απλώς αυτό το καταφύγιον είχασιν όλοι οι Άγιοι δούλοι του Θεού εις τας θλίψεις τους, ότι δεν μακραίνει ποτέ η ευσπλαγχνία του Θεού από την προσευχήν του δικαίου, καθώς αυτός έταξε, λέγων˙..Επικάλεσόν με εν ημέρα θλίψεώς σου, και εξελούμαι σε, και δοξάσεις με. Καθώς όσοι περνούσι μεγάλον και βαθύν ποταμόν, διά να μη δειλιάσουν, δεν κυττάζουσι τα ποτάμια ύδατα, αλλά απάνω προς Ουρανόν, ούτω και ημείς όταν μας περικυκλώσουν τα των θλίψεων ύδατα, οπού συμβαίνουσι πολλάκις εις την παροικίαν μας, μην έχωμεν εις την θλίψιν τα όμματα, διά να μη ταραχθούμεν, ή να μικροψυχήσωμεν αλλά μάλλον ας στραφούμεν προς Ουρανόν, οπού είναι η σωτηρία μας, επικαλούμενοι με δέησιν ταπεινήν την θείαν χάριν και έλεος, ότι εξ Ουρανού μας έρχεται η βοήθεια. Και διατί ορέγεται ο Κύριος, να τρέχωμεν προς αυτόν εις τας θλίψεις μας, διά τούτο τας στέλλει πολλάκις, διά να μας σύρνουν τα λυπηρά προς εκείνον, διατί είμεσθεν ως τα βρέφη, οπού όταν δεν τους λείπει τίποτες, ούτε τινά θλίψιν έχουσι, γυρίζουν ολημερής, και παίζουσι, χωρίς να ενθυμηθούν των γονέων τους˙ αμή όταν πεινάσουν ή πέσουν και βαρέσουσι ποθέν, τότε τρέχουσιν εις τους γονείς μετά δακρύων, να τους δώσουν βοήθειαν. Το θυμίαμα, είναι της προσευχής αντίτυπον, το οποίον όταν το βάλης εις τα ανθράκια, ανεβαίνει η ευωδία προς Ουρανόν. Ούτω και η προσευχή γενομένη εις το πυρ των θλίψεων, κατευθυνθείσα ανέρχεται προς τον Κύριον, από τον οποίον μας έρχεται η βοήθεια. Μη νομίσετε, ότι απλώς και ως έτυχε παρέδωκαν ημίν οι Άγιοι Πατέρες την Προσευχήν περισσότερον από όλα, αλλά διατί εγνώριζαν την ακρίβειάν της, ότι καθώς αυτή είναι μέσον, και λαμβάνομεν όλα τα καλά διά μέσου της, ούτως ακόμη λυτρούμεσθεν δι’ αυτής πάντων των κακών και δυσχερών, οπού μας συμβαίνουσι. Διά τούτο και ο Δεσπότης έλεγε τοις εαυτού Μαθηταίς. Γρηγορείτε, και προσεύχεσθε, ίνα μη εισέλθητε εις πειρασμόν. Και πάλιν ομιλώντας διά τους διωγμούς οπού θέλουν είσται την ημέραν της Κρίσεως, είπε. Γρηγορείτε, και προσεύχεσθε εν παντί καιρώ, διά να δυνηθήτε, να υπομείνετε αυτά όλα τα θλιβερά, οπού μέλλει να έλθουσι, το οποίον κάμνοντες και ημείς, θέλομεν εύρει βοήθειαν. Επεί ουν η προσευχή είναι τοσούτον ωφέλιμος, μη βαρεθής, να μελετάς ημέραν και νύκτα τον Νόμον του Θεού, και να προσεύχεσαι εις τας θλίψεις. Και εάν ιδή ο φιλόπαις και πολυέλεος Κύριος, ότι συμφέρει σοι η θεραπεία του σώματος, δίδει σου την. Εί δέ πάλιν είναι διά κόλασιν της ψυχής σου, κάλλιον να ήσαι ασθενής προς ώραν τω σώματι, πάρεξ να τιμωρείσαι αιωνίως εις του Άδου τα κολαστήρια.

ΑΜΑΡΤΩΛΩΝ ΣΩΤΗΡΙΑ, ΑΓΑΠΙΟΥ ΜΟΝΑΧΟΥ ΤΟΥ ΚΡΗΤΟΣ, 
ΤΟΥ ΕΝ ΤΩ ΑΓΙΩ ΟΡΕΙ ΤΟΥ ΑΘΩ ΑΣΚΗΣΑΝΤΟΣ

Ένα φοβερό περιστατικό...!

Η ΑΜΕΤΑΝΟΗΤΗ


Κάποτε, μία γυναίκα ζούσε με νηστείες και προσευχές.
Φαινόταν εξωτερικά ευλαβής, είχε όμως πολλή υπερηφάνεια και πίστευε πως ήταν αγία.

Είχε επίσης τόση μνησικακία, που, αν μάλωνε με κάποια άλλη, όχι μόνο δεν τη συγχωρούσε, μα ούτε ήθελε να την ξαναδεί στα μάτια της.
Κάποτε αρρώστησε και κάλεσε τον πνευματικό, αλλά δεν εξομολογήθηκε καθαρά- αυτό το συνηθίζουν μερικοί επιπόλαιοι χριστιανοί, που κρύβουν τις μεγάλες αμαρτίες και φανερώνουν τις μικρές.
Τέλος, όταν ο ιερέας έφερε τα Άγια για να την κοινωνήσει, εκείνη γύρισε στον τοίχο το πρόσωπο και δεν μπορούσε ούτε να αντικρίσει τον θείο μαργαρίτη.

Την ίδια στιγμή, με θεία παραχώρηση, ομολόγησε με δυνατή φωνή:
Όπως εγώ από υπερηφάνεια δεν συγχωρούσα όσους μου έφταιγαν, αλλά τους αποστρεφόμουν, έτσι τώρα αποστρέφει και ο Κύριος το πρόσωπό Του από μένα και δεν θέλει να μπει στην ανάξια ψυχή μου. Δεν θα τον δω στην ουράνια βασιλεία, αλλά θα καίγομαι στην αιώνια κόλαση!

Και μ’ αυτά τα λόγια ξεψύχησε…

(Αγαπίου μοναχού(Λάνδου), «Αμαρτωλών σωτηρία»)