.

.

Δός μας,

Τίμιε Πρόδρομε, φωνή συ που υπήρξες η φωνή του Λόγου. Δος μας την αυγή εσύ που είσαι το λυχνάρι του θεϊκού φωτός. Βάλε σήμερα τα λόγια μας σε σωστό δρόμο, εσύ που υπήρξες ο Πρόδρομος του Θεού Λόγου. Δεν θέλουμε να σε εγκωμιάσουμε με τα δικά μας λόγια, επειδή τα λόγια μας δεν έχουν μεγαλοπρέπεια και τιμή. Όσοι θα θελήσουν να σε στεφανώσουν με τα εγκώμιά τους, ασφαλώς θα πετύχουν κάτι πολύ πιό μικρό από την αξία σου. Λοιπόν να σιγήσω και να μη προσπαθήσω να διακηρύξω την ευγνωμοσύνη μου και τον θαυμασμό μου, επειδή υπάρχει ο κίνδυνος να μη πετύχω ένα εγκώμιο, άξιο του προσώπου σου;

Εκείνος όμως που θα σιωπήσει, πηγαίνει με τη μερίδα των αχαρίστων, γιατί δεν προσπαθεί με όλη του τη δύναμη να εγκωμιάσει τον ευεργέτη του. Γι’ αυτό, όλο και πιό πολύ σου ζητάμε να συμμαχήσεις μαζί μας και σε παρακαλούμε να ελευθερώσεις τη γλώσσα μας από την αδυναμία, που την κρατάει δεμένη, όπως και τότε κατάργησες, με τη σύλληψη και γέννησή σου, τη σιωπή του πατέρα σου του Ζαχαρία.

Άγιος Σωφρόνιος Ιεροσολύμων

Ὑπενθύμιση γιὰ ὅσους νομίζουν ὅτι οἱ ἐκκλησιαστικοὶ Κανόνες καὶ ἀγῶνες ἀνήκουν μόνο στὴν ἀρχαιότητα

Ἐφαρμογὴ τῆς διακοπῆς μνημόνευσης καὶ ἐκλησιαστικῆς κοινωνίας 
τὴν ἐποχὴ τοῦ αγ. Κυρίλλου Λούκαρη


Κρυστάλλινη ἡ διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας περὶ τῆς ἀποτειχίσεως τῶν λαϊκῶν καὶ περὶἐγκύρων μυστηρίων

Τοῦ Ἀδαμάντιου Τσακίρογλου

Ἡ ἐφαρμογὴ τῆς διακοπῆς μνημόνευσης καὶ ἐκκλησιαστικῆς κοινωνίας μὲ τοὺς ἀσεβεῖς καὶ παράνομους στὴν Ἐκκλησία, δηλ. ἡ ἀποτείχιση, δὲν σταμάτησε ποτὲ στὴν ἐκκλησιαστικὴ ἱστορία. 

Γιὰ ὅσους νομίζουν τὸ ἀντίθετο καὶ πιστεύουν ὅτι ὅλα αὐτὰ ἀνήκουν σὲ ἕνα μακρινὸ παρελθὸν μὲ ἄλλες συνθῆκες καὶ ἄλλης ποιότητας πιστούς, ἐπαναλαμβάνουμε, ὅτι καὶ στὴν νεότερη ἐκκλησιαστικὴ ἱστορία ἡ Ἐκκλησία δὲν ἔπαψε νὰ ἐφαρμόζει τὴν ἐντολὴ τοῦ Θεοῦ, τὴν ἀποτείχιση, σὲ θέματα εὐσεβείας, κανόνων καὶ ἐκκλησιαστικῆς ὀρθότητας, καὶ συγκεκριμένα, ὅσον ἀφορᾶ τὴν δίωξη καὶ κατασυκοφάντιση ἑνὸς Ἁγίου, τὴν Σιμωνία, τὴν ἀσέβεια, τὴν συνεργασία μὲ τοὺς αἱρετικοὺς παπικούς, τὴν σύγκλιση ψευτοσυνόδου, τὴν προσπάθεια πίεσης διωγμοῦ ἢ ἀκόμα καὶ δολοφονίας ἱεραρχῶν (αὐτὰ ὅλα καὶ τὰ παρακάτω ἀποσπάσματα ἐδῶ). 

Ἔτσι διαβάζουμε στὴν σελ. 3, ὅτι οἱ ἐκπρόσωποι τῶν λαϊκῶν τῆς Κωνσταντινουπόλεως, ποὺ δὲν ἦταν ὅλοι οὔτε ἅγιοι, οὔτε ἀσκητές, οὔτε ζηλωτές (σσ. ἂς τὸ ἀκοῦν κάποιοι), εἶπαν στὸν ἀντικανονικό, ἐγκληματία καὶ ἀσεβῆ Κονταρή (σσ. τὸν ἀντικανονικὸ διάδοχο τοῦ ἁγ. Κυρίλλου Λούκαρη στὸν πατριαρχικὸ θρόνο):

«ἡμεῖς οὐ χρήζομεν ἱερέων, ἀρχιερέων, αἱρέτωσαν∙ ἱκανούσθω ἡ προσευχὴ ἡμῶν∙ τὸ Κύριε ἐλέησον ψάλλοντες ἢ αἱ ψαλμωδίαι τῶν ἀνιέρων μᾶλλον ἢ ἱερέων».

Καὶ στην σελ. 4:

«η μη αναγνώριση του Κονταρή από το σύνολο κλήρου και λαού και άλλων περιοχών, όπως της Κρήτης, στην οποία διεκόπη το μνημόσυνό του. Σε αποκαλυπτικό γράμμα του επόμενου Πατριάρχη, του Παρθενίου Α΄, προς τον πρωτοσύγκελο και πατριαρχικό επίτροπο της Κυδωνίας Μελέτιο Νταμόρο, αυτή η στάση επαινείται μάλιστα ως εξής: “καλῶς καὶ φρονίμως ποιήσας οὐκ ἀπέστειλας μετὰ τὸ ἀκοῦσαι σε τοῦ ἀδίκου θανάτου τοῦ γέροντος πατριάρχου κῦρ Κυρίλλου (Λουκάρεως) καὶ τῆς ἐκχύσεως τῶν ἐγκάτων ἐκείνου ἐπὶ τῆς ἀρχῆς καὶ ἐξουσίας τῆς παρανόμου τοῦ παραβάτου ἐκείνου καὶ ἐπιβάτου τοῦ πατριαρχικοῦ θρόνου καὶ φόνου πνέοντος ἐκ Βεῤῥοίας, τὸ ὡς ἔθος συναγόμενον ἔλεον παρὰ τῶν αὐτόθι εὐσεβῶν χριστιανῶν καὶ ἄλλα δικαιώματα ἐκκλησιαστικὰ εἰς ὄνομα τῆς καθ’ ἡμᾶς τοῦ Χριστοῦ μεγάλης Ἐκκλησίας οὔτε τοῦ ὀνόματος ἐκείνου τοῦ τρισκαταράτου ἐμνημόνευσας ἢ ὡς πατριάρχην ἐδέχθης, οὔτε οἱ λοιποὶ ἱερεῖς τε καὶ λαϊκοὶ ἐμνημόνευσαν αὐτοῦ καὶ ἐτίμησαν» (Ἀρχιμανδρίτου Χρυσόστομου Παπαδόπουλου, Λουκάρεια, στὸ Ἐκκλησιαστικὸς Φάρος ΙΖ’, 1918, σελ. 207).

Καὶ στὴν σελ. 6 τῆς ἴδιας μελέτης:

«Και μας έστειλε ο πρώην Μητροπολίτης Βερροίας (Κονταρής) πρόσκληση να συλλειτουργήσουμε μαζί του και επειδή εμείς δεν θέλαμε να συλλειτουργήσουμε με αυτόν, μας απείλησε με τους ασεβείς Αγαρηνούς… ο Σερρών Δανιήλ… αν και συμμετείχε (σσ. στην ψευτοσύνοδο του 1642)αρνήθηκε να υπογράψει και λόγω της αρνήσεως του εξορίσθηκε» (σσ. αὐτὸ συμβαίνει σὲ ὅσους πραγματικὰ ἀντιστέκονται σὲ μία ψευτοσύνοδο, ὄχι ὅπως στὸ Κολυμπάρι, ὅπου κάποιοι εἶπαν, ὅτι "ἀντιστάθηκαν καὶ δὲν ὑπέγραψαν" χωρὶς νὰ τοὺς συμβεῖ τίποτα) .

Ἀπὸ ὅλα αὐτὰ συμπεραίνουμε, ὅτι καὶ στὴν ἐποχὴ ἐκείνη, δηλ. τὸν 17οαἰώνα

α) ἀποτειχίστηκαν καὶ ἱερεῖς καὶ λαϊκοί, πράγμα ποὺ κατακεραυνώνει, ὅσους ὑποστηρίζουν σκανδαλωδῶς ὅτι οἱ λαϊκοὶ δὲν ἀποτειχίζονται,

β) τὸ ποίμνιο δήλωσε περίτρανα, ὅτι εἶναι προτιμότερη ἡ ἰδιωτικὴ προσευχὴ (τὸ Κύριε ἐλέησον) ἀπὸ τὴν λειτουργία μὲ ἀνίερους ἱερεῖς. Αὐτὸ ἀποστομώνει αὐτοὺς ποὺ βλασφημοῦν λέγοντας, καλύτερα πλανόμενοι στὴν Ἐκκλησία, ἀπὸ τὸ νὰ εἶσαι μὲ τὴν τὴν ἀλήθεια ἐκτός Της. Μάλιστα ἡ δήλωση τῶν λαϊκῶν ὅτι δὲν χρειάζονται ἀνίερους ἀρχιερεῖς κονιορτοποιεῖ τὰ παντελῶς ἀβάσιμα ἐπιχειρήματα τοῦ σύγχρονου ἐπισκοποκεντρισμοῦ καὶ παπισμοῦ στὴν Ἐκκλησία,

γ) ὅποιος ἀποτειχίστηκε ἐπαινεῖται καὶ δικαιώνεται, πράγμα ποὺ ἀκυρώνει καὶ ξεμπροστιάζει ὅσους θεωροῦν τὴν ἀποτείχιση σχίσμα καὶ ἀξία καταδίκης,

δ) αὐτὸς ποὺ δὲν ὑπογράφει καὶ ἀντιστέκεται πραγματικὰ σὲ μία ψευτοσύνοδο διώκεται, διότι οἱ ψευδοποιμένες δὲν ἀνέχονται καμία ἀντίσταση. Ἂς ἀναλογιστοῦμε λοιπόν, τὴν ψευτοσύνοδο τοῦ Κολυμπαρίου καὶ ὅσους «εὐσεβεῖς» ὑποστήριζαν ὅτι δὲν συμφώνησαν ἀλλὰ καὶ ὑπόγραψαν (μὲ τὸν ἕνα ἢ μὲ τὸν ἄλλο τρόπο) καὶ δὲν διώχτηκαν, ὥστε νὰ μὴ μᾶς ἐκπλήσσει ἡ σημερινή τους πτώση,

ε) ὅποιος ὑποστηρίζει τὴν εὐσέβεια καὶ τὴν ἀλήθεια δὲν δέχεται μὲ κανέναν τρόπο νὰ συλλειτουργήσει μὲ τὸν ὁποιοδήποτε προδότη τῆς Πίστεως καὶ τῆς Ἐκκλησίας καὶ δὲν κάνει Οἰκονομίες ἤ, ἂν κάνει, αὐτὲς δὲν κρατοῦν χρόνια οὔτε ἑρμηνεύονται κατὰ τὸ δοκοῦν.

Στὰ παραπάνω κείμενα μάλιστα ἐμφανίζεται καὶ μία ἀπόδειξη γιὰ ὅσους ὑποστηρίζουν τὰ ἄκυρα μυστήρια καὶ δὲν δέχονται τὸ γεγονός ὅτι καὶ στὴν Ἐκκλησία ὑπάρχουν σαπρὰ μέλη, χωρὶς Αὐτὴ νὰ χάσει τὴν καθαρότητά Της. Ἔτσι στὴν σελίδα 7 διαβάζουμε στὸ κείμενο καθαίρεσης του Κονταρῆ:

«Δοχεῖον σαπρὸν καὶ παραλελυμένον καὶ ὄργανον τοῦ Διαβόλου καὶ σεσηπὸς μέλος κατὰ παραχώρησιν Θεοῦ τρὶς ἤδη τοῦ οἰκουμενικοῦ ληστρικῶς καὶ ἀθέσμως ἐπιβιβασθέντα θρόνον».

Κατὰ παραχώρησιν Θεοῦ λοιπόν, ἐμφανίστηκε ἕναν τέτοιος ἀπατεὼν στὸν πατριαρχικὸ θρόνο, ὡς δοχεῖον σαπρὸν καὶ σεσηπὸς μέλος, καὶ ἔρχεται σὲ συμφωνία μὲ τὴν Ἐκκλησία ποὺ χαρακτήρισε ὅλους τοὺς αἱρετικοὺς ποὺ ἀνῆκαν σὲ αὐτὴ μὲ τὸν ἴδιο τρόπο. Καμία κουβέντα γιὰ ἄκυρα μυστήρια.

Ἂς ἐλπίσουμε νὰ γίνει ἔστω καὶ τώρα ξεκάθαρο σὲ ὅσους διστάζουν, τί εἶναι ἐκκλησιαστικὰ τὸ ὀρθὸν καὶ ὀρθοδοξον, ὅταν ἐπικρατεῖ μία αἵρεση, μᾶλλον ἡ παναίρεση τοῦ Οἰκουμενισμοῦ στὴν Ἐκκλησία.

Ἀδαμάντιος Τσακίρογλου