.

.

Δός μας,

Τίμιε Πρόδρομε, φωνή συ που υπήρξες η φωνή του Λόγου. Δος μας την αυγή εσύ που είσαι το λυχνάρι του θεϊκού φωτός. Βάλε σήμερα τα λόγια μας σε σωστό δρόμο, εσύ που υπήρξες ο Πρόδρομος του Θεού Λόγου. Δεν θέλουμε να σε εγκωμιάσουμε με τα δικά μας λόγια, επειδή τα λόγια μας δεν έχουν μεγαλοπρέπεια και τιμή. Όσοι θα θελήσουν να σε στεφανώσουν με τα εγκώμιά τους, ασφαλώς θα πετύχουν κάτι πολύ πιό μικρό από την αξία σου. Λοιπόν να σιγήσω και να μη προσπαθήσω να διακηρύξω την ευγνωμοσύνη μου και τον θαυμασμό μου, επειδή υπάρχει ο κίνδυνος να μη πετύχω ένα εγκώμιο, άξιο του προσώπου σου;

Εκείνος όμως που θα σιωπήσει, πηγαίνει με τη μερίδα των αχαρίστων, γιατί δεν προσπαθεί με όλη του τη δύναμη να εγκωμιάσει τον ευεργέτη του. Γι’ αυτό, όλο και πιό πολύ σου ζητάμε να συμμαχήσεις μαζί μας και σε παρακαλούμε να ελευθερώσεις τη γλώσσα μας από την αδυναμία, που την κρατάει δεμένη, όπως και τότε κατάργησες, με τη σύλληψη και γέννησή σου, τη σιωπή του πατέρα σου του Ζαχαρία.

Άγιος Σωφρόνιος Ιεροσολύμων

… Οι άγιοι δεν παρακαλούσαν τον Θεόν να τους αφαιρέση τα βάσανα και τας θλίψεις, αλλά να τους δίδη υπομονήν να τα υπομένουν αγογγύστως


ΠΑΠΑ-ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΓΚΑΓΚΑΣΤΑΘΗΣ

Επιστολή Πατρός Εφραίμ, Κατουνάκια Αγίου Όρους



Εν Χριστώ αγαπητέ αδελφέ παπα-Δημήτριε,

Χριστός Ανέστη!

… Οι άγιοι δεν παρακαλούσαν τον Θεόν να τους αφαιρέση τα βάσανα και τας θλίψεις, αλλά να τους δίδη υπομονήν να τα υπομένουν αγογγύστως.

… Αι θλίψεις αδελφέ μου και τα βάσανα είναι τα μέσα, τα αυτοκίνητα που θα μας πάνε στον Παράδεισον. Σε αυτόν τον κόσμον, άλλο μη περιμένης. Η χαρά και η αγαλλίασις επιφυλάσσεται για την άλλην ζωήν. Ο Χριστός δεν λέγει στο Ευαγγέλιον «εν τω κόσμω θλίψιν έξεται; Πολλαί αι θλίψεις των δικαίων; 
Στενή και τεθλιμένη η οδός;». 
Κάθε μέρα τα διαβάζουμε αυτά. Αν δεν υπήρχαν οι τύραννοι ούτε και μάρτυρας θα είχαμεν. Η θλίψις γεννά την χαράν. Θάρρος, λοιπόν, και μην απελπίζεσαι εύκολα. 
Καλά, πολύ καλά κάνεις και προσεύχεσαι συχνά και ζητάς βοήθεια από τον Θεόν. Πάντα έτσι να κάνης. Καλόν όμως θεωρώ να σου πω, πως πρέπει και να λες την ευχήν, το «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με». Μεγάλη παρηγοριά θα βρης. Να κρατάς στο χέρι σου το αριστερό κομποσκοίνι και να λες αυτήν την ευχήν. 
 Παπάς είσαι και να την λες, και κανείς δεν θα σε παρεξηγήση. Μάλλον και τους ενορίτας σου να πης να την λένε και αυτοί. Και θα δης πόση χαρά, συν τω χρόνω, θα σου φέρη. Να την λες παντού, όπου και να βρίσκεσαι, ό,τι δουλειά και να κάνης, να μην την αφήσης ποτέ. Πότε με την γλώσσα σου εκφώνως και πότε με το νου σου μυστικά (χωρίς να σε ακούη κανείς).

… Μου γράφεις, ότι ο κόσμος πήρε κατήφορο. Άφησε τον κόσμο και κοίταξε τον παπα-Δημήτρη. Έσχατοι και κακοί καιροί. Ο Θεός να μας σκεπάζη.

Μετά της εν Χριστώ αγάπης

Εφραίμ ιερομόναχος του παπα-Νικηφόρου



ΠΑΠΑ-ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΓΚΑΓΚΑΣΤΑΘΗΣ 1902-1975 
ΕΚΔΟΣΕΙΣ «ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΚΥΨΕΛΗ»
ΕΚΔΟΣΙΣ Γ΄ Κεφ. Β΄ «Επιστολαί σεβαστών πνευματικών πατέρων – Πατρός Εφραίμ»

Πρόλογος: Αρχιμ. Φιλόθεος Ζερβάκος

Επίλογος: Αρχιμ. Αιμιλιανός Βαφείδης

Επιμέλεια: Στυλιανός Ν. Κεμεντζετζίδης

ΨΗΦΙΟΠΟΙΗΣΗ ΚΑΤΑΝΥΞΙΣ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟ

Ο Γέρων Εφραίμ Κατουνακιώτης και η δυσοσμία των αμαρτιών και των αιρέσεων

Συχνά έλεγε ότι ορισμένες βαριές αμαρτίες τις αισθανόταν σαν δυσοσμία. «Η αμαρτία έχει αποφορά». Έτσι διηγείτο ότι ο γέρο Ιωσήφ είχε αισθανθεί δυσωδία, όταν τον πλησίασε κάποιος δαρβινιστής, και με τη συζήτηση αποδείχθηκε του λόγου το αληθές. Αλλά και ο ίδιος ο Γέροντας απορούσε πως δεν αισθάνεται αποφορά από κάποιον που δήλωνε βουδιστής. «Κάποια στιγμη επίτηδες κάθισα δίπλα του. Πω! Βρώμα που αισθάνθηκα», έλεγε κάνοντας τον χειρότερο μορφασμό.
Όταν δε κάποιος επίσκοπος τον ρώτησε με κάποιον τρίτο για τον οικουμενισμό, έκανε προσευχή, για να τον πληροφορήσει ο Θεός. «Μια δυσωδία με γεύση ξυνή, αλμυρή, πικρή…Να! Αυτό ήταν το αποτέλεσμα», έλεγε με αποτροπιασμό.

επιμέλεια: Νικόλαος Δ. Γεωργαντώνης

ΓΕΡΟΝΤΑΣ ΕΦΡΑΙΜ ΚΑΤΟΥΝΑΚΙΩΤΗΣ-ΕΚΔΟΣΗ Ι. ΗΣΥΧΑΣΤΗΡΙΟΥ «ΑΓΙΟΣ ΕΦΡΑΙΜ» ΚΑΤΟΥΝΑΚΙΑ ΑΓΙΟΥ ΟΡΟΥΣ 2000 (σελ.144)

Γιατί ὁ Χριστιανισμός δέν πρέπει νά ἀλλάζη μέ τούς καιρούς


Ἀφιερωμένο στούς "μεταπατερικούς" 

πού αὐτοτοποθετήθηκαν ὑπεράνω τῶν Ἁγίων Πατέρων

Γιά ὅλο τό χρονικό διάστημα πού μεσολαβεῖ ἀπό τήν πρώτη παρουσία Του στόν κόσμο μέχρι τήν Δευτέρα Παρουσία, ὁ Χριστός ἔδωσε στούς ἁγίους Ἀποστόλους καί στούς διαδόχους τους τόν παρακάτω νόμο:

"Πορευθέντες μαθηστεύσατε πάντα τά ἔθνη...διδάσκοντες αὐτούς τηρεῖν πάντα ὅσα ἐνετειλάμην ὑμῖν" (Ματθ. 28, 19). 
Τοῦτο σημαίνει νά διδάσκετε ὄχι ὄ,τι κάποιος ἄλλος θά ἦταν δυνατόν νά σκεφθῆ, ἀλλά ὅ,τι ἐγώ παρήγγειλα, καί τοῦτο μέχρι τό τέλος τοῦ κόσμου. Καί συμπληρώνει: 
"Καί ἰδού ἐγώ μεθ' ὑμῶν εἰμί πᾶσας τάς ἡμέρας, ἕως τῆς συντελείας τοῦ αἰῶνος. Ἀμήν" (Ματθ. 28, 20). 
Οἱ Ἀπόστολοι ἔλαβαν αὐτόν τόν νόμο καί θυσίασαν τήν ζωή τους γιά νά τόν τηρήσουν. 
Καί σέ αὐτούς πού ἤθελαν νά τούς ὐποχρεώσουν νά μή κηρύττουν ὅσα κηρύττουν ἐπ' ἀπειλῇ τιμωρίας καί θανάτου, τούς ἀπαντοῦσαν:
"Εἰ δίκαιον ἐστίν ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ ὑμῶν ἀκούειν μᾶλλον ἤ τοῦ Θεοῦ, κρίνατε. 
Οὐ δυνάμεθα γάρ ἡμεῖς ἅ εἴδομεν καί ἠκούσαμεν μή λαλεῖν" (Πράξ. 4, 19-20).

Ὁ σαφής αὐτός νόμος παραδόθηκε ἀπό τούς Ἀποστόλους στούς διαδόχους τους, ἔγινε ἀποδεκτός ἀπό τούς δευτέρους καί ἔχει ἰσχύ διαχρονική στήν Ἐκκλησία τοῦ Θεοῦ. 
Ἐξ αἰτίας τοῦ νόμου τούτου ἡ Ἐκκλησία εἶναι ὁ στῦλος καί ἡ βάσις τῆς ἀληθείας. Βλέπετε λοιπόν τί ἀπαραβίαστη σταθερότητα ἔχει; 
Μετά ἀπό αὐτό, ποιός θά εἶναι τόσο θρασύς νά ἀγγίξη πεισματικά ἠ νά κουνήση ὁ,τιδήποτε στό χριστιανικό δόγμα καί νόμο;...
Πῶς θά μποροῦσε κανείς νά εἶναι τόσο θρασύς, πού νά διαστρέψη τά πάντα στό νόμο τοῦ Χριστοῦ, ὅταν αὐτό συνεπάγεται καταστροφή καί στούς δύο, ποιμένες καί ποίμνιο;...

(Ἀποσπάσματα)

Ἅγιος Θεοφάνης ὁ Ἔγκλειστος (1815-1894)
β΄ μέρος


(Ἀπό τό τεῦχος 20 τοῦ 1995 Ο ΟΣΙΟΣ ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ τῆς Ἱ.Μ. Ὁσίου Γρηγορίου Ἁγ. Ὄρους)



"ὁ οὐρανὸς καὶ ἡ γῆ παρελεύσονται, 
οἱ δὲ λόγοι μου οὐ μὴ παρελεύσονται"
(Λουκ. 21:33)

"Ἰησοῦς Χριστὸς χθὲς καὶ σήμερον ὁ αὐτὸς 
καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας. 
διδαχαῖς ποικίλαις καὶ ξέναις μὴ παραφέρεσθε·"
(Ἑβρ. ιγ', 8,9) 


Το γενέσιον του Τιμίου ενδόξου Προδρόμου και βαπτιστού Ιωάννου



«Ὁ ἅγιος Ἰωάννης μαρτυρεῖται ἀπὸ τὸν Χριστὸ ὅτι εἶναι ὑπεράνω ὅλων τῶν ἀνθρώπων καὶ περισσότερο ἀπὸ προφήτης. Εἶναι αὐτὸς ποὺ προσκίρτησε ἤδη ἀπὸ τὴν γαστέρα τῆς μητέρας του καὶ κήρυξε στοὺς ἀνθρώπους τὴν παρουσία τοῦ Σωτήρα Χριστοῦ καὶ ἔτρεξε πρῶτος στὸν Ἅδη, γιὰ νὰ εὐαγγελιστεῖ τὴν Ἀνάστασή Του. Αὐτὸς ὑπῆρξε υἱὸς τοῦ ἀρχιερέα Ζαχαρία καὶ τῆς στείρας Ἐλισάβετ ποὺ γεννήθηκε ἀπὸ ὑπόσχεση Θεοῦ. Ὁ Ἰωάννης ἔλυσε τὴν σιωπὴ τοῦ πατέρα του μὲ τὴν γέννησή του καὶ γέμισε ὅλον τὸν κόσμο ἀπὸ χαρά. Γι᾽ αὐτὸ καὶ οἱ ἄγγελοι συναγάλλονται σήμερα μὲ τοὺς ἀνθρώπους καὶ ὅλη ἡ κτίση πληρώθηκε ἀπὸ χαρὰ καὶ εὐφροσύνη. Τελεῖται δὲ ἡ σύναξή του στὸν ἁγιώτατο ναό του, ποὺ βρίσκεται στὸ Φωράκιο».

Ἡ ἑορτὴ τῆς γεννήσεως τοῦ ἁγίου Ἰωάννου Προδρόμου συνιστᾶ, κατὰ τὴν ὑμνολογία τῆς Ἐκκλησίας μας, ἰδιαίτερα χαρμόσυνο γεγονὸς γιὰ ὅλη τὴν Δημιουργία: χαίρουν οἱ ἄγγελοι τοῦ Θεοῦ, ὅλος ὁ πιστὸς στὸν Χριστὸ κόσμος, ἀλλὰ ἀκόμη καὶ ἡ ἴδια ἡ ἄλογη φύση: Γήθεται ἅπασα κτίσις τῷ σῷ τόκῳ θεϊκῶς (ὠδὴ ε´). Αἰτία γι᾽ αὐτὸ εἶναι ὄχι μόνον ὅτι γεννήθηκε ἕνας ἀκόμη ἄνθρωπος – καὶ αὐτὸ κατὰ τὸν Κύριο εἶναι γεγονὸς χαρᾶς: διὰ τὴν χαρὰν ὅτι ἐγεννήθη ἄνθρωπος ἐν τῷ κόσμῳ, εἶπε κάπου – ἀλλὰ ὅτι γεννήθηκε ἐκεῖνος ποὺ προετοίμασε τὸ ἔδαφος γιὰ τὸν ἐρχομὸ τοῦ Σωτήρα Χριστοῦ, δηλαδὴ φάνηκε τὸ λυχνάρι πρὶν ἔρθει τὸ φῶς, ἦρθε ἡ αὐγὴ πρὶν ἀνατείλει ὁ Ἥλιος, ἀκούστηκε ἡ φωνὴ ποὺ φανέρωσε τὸν ἴδιο τὸν Λόγο. Οἱ ὕμνοι τῆς Ἐκκλησίας μας δὲν φείδονται ἐπαίνων καὶ ἐγκωμίων γιὰ νὰ δηλώσουν τὴν χαρμόσυνη αὐτὴ πραγματικότητα: ἐγεννήθη φωνὴ τοῦ Λόγου καὶ φωτὸς Πρόδρομος (στιχηρὸ ἑσπερινοῦ), ὁ λύχνος τοῦ φωτὸς προέρχεται, ἡ αὐγὴ τοῦ ἡλίου τῆς δικαιοσύνης μηνύει τὴν ἔλευσιν, εἰς ἀνάπλασιν πάντων καὶ σωτηρίαν τῶν ψυχῶν ἡμῶν (στιχηρὸ ἑσπερινοῦ).

Ἔτσι ἡ γέννηση τοῦ Ἰωάννου τοῦ Προδρόμου ἀφ᾽ἑνὸς ἀποτελεῖ χαρὰ ποὺ ἀντανακλᾶ τὴν ὑπέρμετρη καὶ ἄφατη χαρὰ γιὰ τὸν ἐρχομὸ στὸν κόσμο τοῦ Χριστοῦ, τοῦ ἐνσαρκωθέντος Θεοῦ μας, ἀφ᾽ ἑτέρου προβάλλει τὸ μέγεθος τῆς προσωπικότητας τοῦ ἁγίου Ἰωάννη, ἀφοῦ εἶναι ὁ μόνος μάλιστα ποὺ δέχτηκε ἀργότερα τόσους ἐπαίνους ἀπὸ τὸν Κύριο καὶ συνεπῶς δηλώθηκε μὲ τὸν πιὸ πανηγυρικὸ τρόπο τὸ ὕψος τῆς ἁγιότητάς του: Οὐδεὶς ἐν γεννητοῖς γυναικῶν μείζων του Ἰωάννου, ὁ μείζων πάντων τῶν προφητῶν προφήτης, οὗ ἕτερος οὐκ ἔστιν, οὐδὲ ἐγήγερται (στιχηρὰ ἑσπερινοῦ). Γι᾽ αὐτὸ καὶ ἡ Ἐκκλησία μας, στοιχώντας στὸν ἴδιο τὸν ἀρχηγό της, τὸν τοποθέτησε δεύτερο μετὰ τὴν Παναγία Μητέρα τοῦ Κυρίου, μὲ ἰδιαίτερη καθημερινὴ μνημόνευσή του μετὰ ἀπὸ Αὐτὴν καὶ μὲ τὴν θέση του στὸ τέμπλο κάθε ναοῦ στὰ ἀριστερὰ τοῦ Κυρίου.

Τὸ προφητικὸ καὶ προδρομικό του στοιχεῖο δηλώθηκε ἀπὸ τὴν ἀρχὴ τῆς δράσης του στὴν ἔρημο τοῦ Ἰορδάνου, πρῶτον μὲ τὸ κήρυγμα τῆς μετανοίας καὶ τὸ βάπτισμα τῆς μετανοίας καὶ δεύτερον μὲ τὴ διαρκῆ ἀναφορά του στὸν ἐρχόμενο Μεσσία. Ἰωάννη πανεύφημε, ἐπειδὴ ἤσουν ὡς φωνὴ τοῦ Λόγου, κραύγαζες: Μετανοεῖτε, ἔφτασε τὸ Βασίλειο τοῦ Οὐρανοῦ. Γι᾽ αὐτὸ ἀφοῦ ἑτοίμασες τὴν ὁδὸ τοῦ Κυρίου, ἀναδείχτηκες Πρόδρομος τῆς χάρης γιὰ ὅλον τὸν κόσμο (Ἰωάννη πανεύφημε,…ὡς φωνὴ τοῦ Λόγου ὑπάρχων ἐκραύγαζες: Μετανοεῖτε, ἤγγικεν οὐρανῶν τὸ Βασίλειον. Ὅθεν ἐτοιμάσας τὴν ὁδὸν τοῦ Κυρίου, τῆς χάριτος Πρόδρομος ἀνεδείχθης τοῖς πέρασιν) (κάθισμα ὄρθρου). 

Κι αὐτὰ τὰ δύο: ἡ μετάνοια καὶ ὁ ἐρχομὸς τοῦ Χριστοῦ, ἦταν ἄμεσα συνδεδεμένα μεταξύ τους, διότι κανεὶς δὲν μποροῦσε καὶ δὲν μπορεῖ νὰ πιστέψει στὸν Χριστό, ἀποδεχόμενος Αὐτὸν ὡς προσωπικό του λυτρωτῆ, ἂν δὲν μετανοήσει γιὰ τὶς ἁμαρτίες του, μὲ ἀλλαγὴ τοῦ τρόπου τῆς ζωῆς του καὶ μὲ προσανατολισμό του στὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ. Ἡ γνησιότητα τῆς δράσης του ἀπὸ τὴν ἄλλη, δηλαδὴ ὅτι βρίσκεται στὸ ἔργο αὐτὸ σταλμένος ἀπὸ τὸν Θεό, ἐπιβεβαιώθηκε καὶ ἀπὸ τὸ μαρτυρικὸ τέλος τῆς ζωῆς του, ποὺ ἐπιστέγασε οὐσιαστικὰ τὴν ὅλη μαρτυρικὴ πορεία του, καὶ κυρίως ἀπὸ τὰ λόγια, ὅπως εἴπαμε, τοῦ ἴδιου τοῦ Κυρίου, γιὰ τὸν Ὁποῖο πάντοτε τόνιζε ὅτι ἐκεῖνον δεῖ αὐξάνειν, ἐμὲ δὲ ἐλαττοῦσθαι. Ἡ μεγαλωσύνη του ἀπὸ τὴν ἄποψη αὐτὴ φάνηκε καὶ ἀπὸ τὸ μέγεθος τῆς ταπείνωσής του.

Ἡ ὑπέρμετρη ἁγιότητά του καὶ τὸ καταλυτικὸ γιὰ τὴν προετοιμασία τοῦ ἐρχομοῦ τοῦ Χριστοῦ ἔργο του δὲν ὀφείλονται μόνο στὴ χάρη καὶ τὴ δύναμη τοῦ Θεοῦ. Ὁ Ἰωάννης ἦταν ὁ ἐνεργούμενος ἀπὸ τὸ Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ προφήτης, ἀλλὰ ποὺ συνήργησε σ᾽ αὐτὸ καὶ ὁ ἴδιος τὰ μέγιστα, γιὰ νὰ ἀναδειχθεῖ στὸ σημεῖο ποὺ ἔφτασε.

Καὶ ἡ συνέργειά του ἔγκειτο στὴν κατάθεση τῆς θέλησής του στὴν ὑπακοὴ τοῦ θελήματος τοῦ Θεοῦ. Ἀδιάκοπα ὁ Ἰωάννης, ἤδη ἐκ κοιλίας μητρός, ἔθετε τὸν ἑαυτό του στὴν ὑπηρεσία τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ, γεγονὸς ποὺ σημαίνει ὅτι αὐτὰ ποὺ τοῦ ἔδωσε ὁ Θεὸς – τὰ χαρίσματα τοῦ κατὰ φύσιν – τὰ ἐργάστηκε μὲ τέτοιον τρόπο διὰ τῆς ἁγνότητάς του καὶ τῆς σωφροσύνης του, ὥστε νὰ ἀποφύγει ὅ,τι ὁδηγοῦσε στὴν ἁμαρτία – τὸ λεγόμενο παρὰ φύσιν – καὶ νὰ φτάσει μὲ τὴ χάρη τοῦ Θεοῦ στὸ μεγαλεῖο τῆς ἐν Θεῷ παραμονῆς του – σ᾽ αὐτὸ ποὺ ὀνομάζεται ὑπὲρ φύσιν. Κατὰ τὰ λόγια μάλιστα τοῦ δοξαστικοῦ τῶν ἀποστίχων τοῦ ἑσπερινοῦ, ποιήματος τῆς ἁγίας Κασσιανῆς, ἀποδέχτηκε τὴν ὁλοκληρωτικὴ ἁγνότητα καὶ τὴ σωφροσύνη, γι᾽ αὐτὸ καὶ ἐπειδὴ ἀγωνίστηκε γιὰ τὸ ὑπὲρ φύσιν, εἶχε τὸ κατὰ φύσιν καὶ ἀπέφυγε τὸ παρὰ φύσιν (ἁγνείαν γὰρ παντελῆ καὶ σωφροσύνην ἀσπασάμενος, εἶχε μὲν τὸ κατὰ φύσιν, ἔφυγε δὲ τὸ παρὰ φύσιν, ὑπὲρ φύσιν ἀγωνισάμενος). Αὐτὸν λοιπὸν ὅλοι οἱ πιστοί, μιμούμενοι κατὰ τὶς ἀρετές του, ἂς τὸν παρακαλοῦμε νὰ πρεσβεύει γιὰ ἐμᾶς, γιὰ νὰ σωθοῦν οἱ ψυχές μας.

Τοῦ πρωτ. Γ. Δορμπαράκη

ΤΟ ΑΝΤΙΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΤΙΚΟΝ «ΛΑΛΕΙΝ» ΚΑΙ ΤΟ «ΣΙΓΑΝ»

Πολλά εἶναι αὐτά πού συμβαίνουν καί γιά τά ὁποῖα ἀπορεῖ καί ἐκπλήσσεται κανείς. Ἀπορεῖ κατ᾽ ἀρχάς μέ τό ποῦ θά φθάσῃ αὐτό τό πνευματικό κατρακύλισμα τῆς κοινωνίας καί ἐκπλήσσεται γιά τό ὅτι σχεδόν ἔπαυσαν νά ὑπάρχουν οἱ πνευματικές καί ἠθικές ἐκεῖνες ἀντιστάσεις, πού σέ παλαιότερες ἐποχές λειτουργοῦσαν ἐν τῷ ἅμα ὅταν ἔκανε τήν ἐμφάνισί του κάποιος κίνδυνος πνευματικῆς παρεκτροπῆς, ἐκκλησιολογικῆς ἀποδομήσεως κλπ. Ἀλλά, ἐκεῖ πού ἡ ἔκπληξις φθάνει εἰς τά ὅρια τοῦ θαυμασμοῦ, εἶναι γιά τά ὅσα συμβαίνουν εἰς τόν χῶρον τῆς Ἐκκλησίας εἰς ὅλους σχεδόν τούς τομεῖς, κυρίως ὅμως εἰς τά θέματα πού ἔχουν νά κάνουν μέ τίς σχέσεις τῶν Ὀρθοδόξων καί τῶν ἑτεροδόξων ἀλλά καί τῶν ἀλλοθρήσκων.
Ἡ κατάστασις εἰς τόν τομέα τῶν διαχριστιανικῶν καί διαθρησκειακῶν σχέσεων ἔχει φθάσει σέ τέτοιο σημεῖο πού σέ σχέσι μέ λίγες δεκαετίες πρίν, ὅταν κανείς φωτογραφίζῃτά γεγονότα καί ἀντικειμενικά κρίνῃ τίς καταστάσεις, αἰσθάνεται ὅτι ἀπό τότε ἔχουν περάσει ὄχι κάποια ἔτη, ἀλλά αἰῶνες. Βεβαίως, ἡ ὁποιαδήποτε χρονική διάρκεια δέν δικαιολογεῖ ἀλλοιώσεις, παραχωρήσεις κλπ.
Ἐπειδή ὅμως δέν μᾶς καλύπτουν οἱ γενικολογίες εἰς τά θέματα αὐτά, ἄς βάλλωμε τόν «δάκτυλον ἐπί τόν τύπον τῶν ἥλων» καί ἄς περάσωμε νά δοῦμε τό παρόν συγκριτικά μέ τό παρελθόν.
Ὅταν ὁ Πατριάρχης Ἀθηναγόρας εἰς τήν «ἀγωνία τῆς Γεθσημανῆ ἔδινε τά φιλιά καί τούς ''ἀδελφικούς'' ἀσπασμούς…» καί ἐν γνώσει του ἐλάμβανε τήν φρικτήν ἀπόφασιν νά ποδοπατήσῃ τούς Θείους καί Ἱερούς Κανόνες, προσβάλλοντας τόν ὅμιλον τῶν Ἁγίων Πατέρων καί, ὅταν μαζί του ἔσπευσαν νά ἐπιδείξουν «ἀγαπολογίαν», «ἀγαλλομένῳ ποδί», ὅσοι ἄγευστοι τῶν πατρικῶν παραδόσεων καί τῆς πονεμένης Ρωμηοσύνης, οἱ ἄγρυπνοι φρουροί τῆς Ὀρθοδοξίας ἐσάλπιζαν τό «κίνδυνος ἐν ὄψει». Αὐτό δέ τό ἐγερτήριον σάλπισμα ἐφέρετο ὑπό τήν πνοήν τοῦ Πνεύματος ἀφυπνίζοντας τούς ἀγρύπνους φρουρούς, ἤτοι Κλῆρον καί λαόν, πρωτοστατούντων τῶν ὁμολογιακῶν καί ὁσιακῶν μορφῶν.
Εἰς τόν Ἑλλαδικόν χῶρον ὑπῆρχαν τότε μορφές, ὡς ὁ ὅσιος Γέροντας Φιλόθεος Ζερβάκος, τοῦ ὁποίου τά φωτισμένα κηρύγματα καί γραπτά κείμενα, ἐκτός τῶν ἄλλων, «ἐτσάκιζαν τά κόκκαλα» τῶν παποφίλων πού ἀμνήστευαν τίς πλᾶνες καί τίς αἱρέσεις.
Ὑπῆρχαν μορφές, ὡς τοῦ ἀειμνήστου Γέροντος Ἐπιφανίου Θεοδωροπούλου, πού μέ τήν δωρεάν τῆς σοφίας καί τῆς συνέσεως, ἀλλά καί διά τοῦ σπανίου καί ὑψηλοῦ χαρίσματος τῆς διακρίσεως πού διέθετε, ἐκανοναρχοῦσε ἐκεῖνος καί ἐσχοινοβατοῦσαν οἱ συνετοί ἀγωνιστές τοῦ Πνεύματος.
Ὑπῆρχε ὁ ὁμολογητής Ἀρχιμανδρίτης Χαράλαμπος Βασιλόπουλος, ὁ λαϊκός ἱεροκήρυξ Δημήτριος Παναγόπουλος καί ἄλλοι πολλοί. Ὑπῆρχαν τόσοι καί τόσοι, οἱ ὁποῖοι, ἀναλόγως τῆς ἰδιοσυγκρασίας καί τῆς Χάριτος πού διέθεταν, ὁ καθένας ἀποτελοῦσε καί ἕναν σύγχρονον θεηγόρον ὁπλίτην παρατάξεως Κυρίου.
Θά ἀποτελοῦσε ὅμως παράλειψι μεγάλη ἐάν εἰς τό σημεῖον αὐτό δέν γινόταν εἰδική ἀναφορά εἰς τόν Ὅσιον Ἰουστῖνον Πόποβιτς, εἰς τόν κολοσσόν αὐτόν τῆς Ὀρθοδόξου καί ὄχι μόνον γνώσεως, ἀλλά καί αὐτῆς τῆς Θεολογίας καί ἡσυχαστικῆς παραδόσεως καί ἐμπειρίας, ὁ ὁποῖος, παρ᾽ ὅ,τι ἦτο κατ᾽ ἄνθρωπον παροπλισμένος λόγῳ τῆς ἐκτοπίσεώς του καί τοῦ ἐγκλεισμοῦ του εἰς τήν Ἱεράν Μονήν Τσέλιε, ἐκρατοῦσε ὑψωμένο τό λάβαρο τῆς Ὀρθοδόξου ὁμολογίας καί διαπερνοῦσε ἀλώβητος καί ἀκέραιος ἀνάμεσα ἀπό τίς «συμπληγάδες πέτρες»(1), τόσον τοῦ ἐπαράτου Οἰκουμενισμοῦ, ὅσον καί τῆς δαιμονικῆς λαίλαπας τοῦ Μαρξισμοῦ, πού τότε εἶχε χειροπόδαρα δεμένο ὁλόκληρο τό Ἀνατολικό μπλόκ.
Εἰς τό ἔργον του «Ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία καί ὁ Οἰκουμενισμός», πού ὡς καταπέλτης τῆς Χάριτος συντρίβει τήν ψευδώνυμον γνῶσιν τοῦ Οἰκουμενισμοῦ καί δίνει τήν χαριστικήν βολήν εἰς τούς ἀθεολογήτους, ἀνιστορήτους καί ἀγεύστους τῆς Χάριτος ἐκπροσώπους τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, μαζί μέ τίς προσωπικές του ἐπιστολές, τίς ὁποῖες ἀπέστειλε εἰς τόν Πατριάρχη Ἀθηναγόρα ἀλλά καί εἰς τόν Πατριάρχη Σερβίας, ἀποδεικνύει ὅτι ἦταν ὄντως ὁ ἀκαθαίρετος πύργος τῆς Ὀρθοδοξίας μας. Ταυτοχρόνως δέ, διά τῆς σθεναρᾶς του ὁμολογίας ἀπέσεισε καί ἐξήλειψε τό «κυλώνειον ἄγος»(2) τῶν σλαβικῶν Ἐκκλησιῶν, ὅταν αὐτές ἁλυσοδεμένες ὑπό τοῦ «ἐρυθροῦ θηρίου» τοῦ Κομμουνισμοῦ ἀναγκαστικῶς διά τῶν «ἐκπροσώπων» των ἐπροωθοῦσαν τό «intercommunio», δηλαδή τήν διακοινωνία, διά τῆς παραχωρήσεως τῶν Ἱερῶν Μυστηρίων καί δή τῆς Θείας Κοινωνίας εἰς τούς Παπικούς, πρᾶγμα πού συνέβη μέ τήν Ρωσική Ἐκκλησία. Ὄντως τραγικές σελίδες τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας καί Ἐκκλησιολογίας, πού ὁ Θεῖος Δομήτωρ διά τάς ἁμαρτίας ἡμῶν ἄς μήν ἐπιτρέψῃ καί πάλιν νά ἐπαναληφθοῦν.
Ἀλλά ἐκτός αὐτῶν τῶν ἀγωνιστῶν ὑπῆρχαν Ἐπίσκοποι! Ἐπίσκοποι, Μητροπολῖτες πού «ἐπί σκοπόν» ἀγρυπνοῦσαν, ὄχι μόνον ἐπί τοῦ ποιμνίου πού διακονοῦσαν ἐντός τῶν γεωγραφικῶν ὁρίων τῆς Μητροπόλεώς των, ἀλλά καί γιά ὁλόκληρον τήν ὅπου γῆς Ἐκκλησίαν!
Εἰδικῶς ὅμως θά πρέπῃ νά ἀναφερθοῦμε εἰς τήν μαρτυρίαν τοῦ Ἁγιωνύμου Ὄρους τοῦ Ἄθω. Εἰς τήν μαρτυρίαν καί ὁμολογίαν τῶν Ἁγιορειτῶν πατέρων, τήν καθολικήν ὁμολογίαν καί μαρτυρίαν εἰς ὅλην των τήν ἔκτασιν, ἀπό τούς κοινοβιάτας καί ἰδιορρυθμίτας ἕως τούς Κελλιώτας καί αὐτούς τούς μεμονωμένους ἡσυχαστάς, ὅπως τούς Γέροντες Παΐσιον, Γαβριήλ Διονυσιάτην, Θεόκλητον Διονυσιάτην, κ.λ.π.
Διαπιστώνομε λοιπόν πώς τότε οἱ Ἁγιορεῖτες πατέρες, σέ θέματα Πίστεως, καί εἰδικῶς εἰς αὐτά πού ἔχουν νά κάνουν μέ τήν λεπτήν συνείδησιν τῶν μοναχῶν, σέ θέματαἐκκλησιολογίας καί σέ σχέσι μέ τά ὅρια τῆς Ἐκκλησίας πού προσδιορίζουν τά Δόγματα καί οἱ Ἱεροί Κανόνες, ἀλλά καί ὅσον ἀφορᾶ εἰς τήν συναναστροφήν τῶν Ποιμένων καί Πατριαρχῶν μέ τόν συρφετόν τῶν κακοδόξων καί αἱρετικῶν, οἱ Ἁγιορεῖτες πατέρες ἦσαν πολύ προσεκτικοί καί ἤλεγχαν τήν κατάστασιν προσέχοντας ἀκόμη καί ἐκεῖνα πού ἀρκετοί σήμερα θεωροῦν ὡς λεπτομέρειες καί ἀσήμαντα.
Θαυμάζει κανείς τήν ἀκριβῆ γνῶσιν τῆς ἐκκλησιαστικῆς ἱστορίας, μά καί τίς ἰδιαίτερες ἐπισημάνσεις μέ τίς ὁποῖες ξεσκέπαζαν τό ἕωλον τῶν «Ἀθηναγορείων ἀπόψεων» καί ἐσκόρπιζαν εἰς τόν ἀέρα τά πλανεμένα ψευδοσυναισθήματα τῆς δῆθεν «ἀγάπης».
Ἀλλά δέν εἶναι μόνον οἱ συλλογικές εὐπρεπεῖς καί σοβαρές ὁμολογιακές ἀντιδράσεις ὡς πρός τήν λαίλαπα τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, πού ἔκανε τήν ἐμφάνισί της καί ἔρριχνε τά παμφλάζοντα κύματα τῆς πλάνης διά συγκεκριμένων προσώπων, τό σημαντικώτερον καί σπουδαιότερον εἶναι τό ὅτι οἱ ἀντιδράσεις καί τά μέτρα πού ἔλαβαν τότε οἱ πατέρες ἦσανκαθολικοῦ χαρακτῆρος καί ἐντός Ἐκκλησίας. Τό Ἅγιον Ὄρος τότε ἐπί Πατριαρχίας Ἀθηναγόρου σύσσωμον ἀντέδρασε καί ὡμολόγησε ἀπ᾽ ἄκρου εἰς ἄκρον τήν Ὀρθοδοξίαν!(Ἡ Ἱ. Μονή Βατοπαιδίου τότε ἀπεῖχε διότι εἶχε λειψανδρία).
Μελετῶντας λοιπόν κανείς τά γεγονότα τοῦ ἀντιοικουμενιστικοῦ ἀγῶνος πού ἔλαβαν χώραν, διαπιστώνει μέ χαρά γιά ἐκείνην τήν ἐποχήν καί μέ θλῖψιν γιά τήν ἰδικήν μας ὅτι οἱ ἀντιδράσεις τῶν Ὀρθοδόξων πιστῶν ἦσαν ὄχι κάτι τό σπάνιον καί ἡ ἐξαίρεσις, ὅπως συμβαίνει εἰς τίς ἡμέρες μας, ἀλλά ὁ κανόνας. Τότε, ἀντιδροῦσε ὁλόκληρο τό Σῶμα τῆς Ἐκκλησίας, κλῆρος καί λαός, διότι οἱ Ὀρθόδοξοι, καί μάλιστα εἰς τόν Ἑλλαδικόν χῶρον, ἐθεωροῦσαν ἱερή τους ὑποχρέωσι καί ἱερό τους καθῆκον νά ὁμιλήσουν, νά ἀντιδράσουν, νά ὁμολογήσουν, νά ἀγωνισθοῦν καί νά ὑπερασπισθοῦν τήν Πίστι πού παρέλαβαν ἀπό τούς προγόνους των. Καί τονίζομε τόν χῶρο τῆς Ἑλλαδικῆς Ἐκκλησίας, διότι ἐκείνη τήν ἐποχή ὅλα τά Ὀρθόδοξα κράτη τοῦ «Ἀνατολικοῦ μπλόκ» ἐστέναζαν κάτω ἀπό τό βαρύ πέλμα τοῦ «ἐρυθροῦ θηρίου» τοῦ Κομμουνισμοῦ, καί ἀνελεύθεροι ὄντες οἱ Ὀρθόδοξοι τῶν κρατῶν ἐκείνων ἦταν ἀδύνατον νά ἐκφράσουν τήν ἀντίθεσίν των καί τήν διαμαρτυρίαν των. Ἔτσι, τό πλήρωμα τῆς Ἑλλαδικῆς Ἐκκλησίας, γιά ἄλλη μία φορά, ἐσήκωνε εἰς τούς ὤμους του τόν ἀγῶνα τῆς Ὀρθοδόξου ὁμολογίας καί ἀντιστάσεως ἐναντίον τῆς παναιρέσεως τοῦ Οἰκουμενισμοῦ.
Ναί, ἔτσι ἔχουν τά πράγματα. Ἐκεῖ ὅμως πού τό θέμα τῆς διαμαρτυρίας εἶχε φθάσει εἰς τά ὕψη καί οἱ πατέρες τό ἔνοιωθαν πλέον ὡς τρόπον ζωῆς καί ὡς καίριον σημεῖον πνευματικότητος πού κρίνει τήν Ὀρθόδοξον ὑπόστασιν καί αὐτήν ταύτην τήν σωτηρίαν τοῦ ἀνθρώπου, τονίζομε καί ὑπογραμμίζομε ὅτι ἦταν αὐτό τό Ἁγιώνυμον Ὄρος, τό Περιβόλι τῆς Παναγίας, τό ὁποῖον, σύσσωμον καί «ἐν ἑνί σώματι-στόματι καί μιᾷ καρδίᾳ», ἀντιδροῦσε παντοιοτρόπως καί ὡμολογοῦσε πατερικῷ τῷ τρόπῳ, τινάσσοντας εἰς τόν ἀέρα ὅλα τά οἰκουμενιστικά θέατρα καί παραστάσεις τοῦ Ἀθηναγόρου καί τῶν ὀλίγων συμπαραστατῶν του. Ἔτσι λοιπόν παραλλάσσοντας τόν λόγον τοῦ Ἀποστόλου Παύλου «…Οὐαί δέ μοί ἐστιν ἐάν μή εὐαγγελίζωμαι» (Α´Κορινθ. θ´ 16), θά μπορούσαμε νά ποῦμε ὅτι οἱ ἀγωνιστές πατέρες τότε ἔλεγαν «Οὐαί δέ μοί ἐστιν ἐάν μή ὁμολογῶ καί προασπίζωμαι τήν πίστιν».
Αὐτά καί πολλά ἄλλα ὑπέγραφαν καί ὡμολογοῦσαν ἐπί Πατριαρχίας Ἀθηναγόρου οἱ Ἁγιορεῖτες πατέρες πρίν λίγες μόνον δεκαετίες καί ὁμολογουμένως συγκινεῖται κανείς ἀπό τήν διάκρισιν, ἀλλά καί τήν παρρησίαν των. Διακρίνει τόν πόνο, ἀλλά καί τό ἀμετάθετον εἰς τίς δογματικές θέσεις καί ἀποφάνσεις τῶν Ἁγίων Πατέρων.
Διερωτώμεθα, ἔχει καμμίαν σχέσιν ἐκείνη ἡ ἐποχή μέ τήν σημερινήν; Εὑρισκόμεθα εἰς ἄλλον ὄρος, ἤ εἰς ἄλλον πλανήτην; Ἄς ἀπαντήσουν οἱ Ἁγιορεῖτες πατέρες...
Σήμερα, ὑπάρχουν κάποιοι «ὅσιοι» πατέρες οἱ ὁποῖοι ἀρνοῦνται νά δοῦν καί νά γνωρίσουν τήν πραγματικότητα αὐτή ζῶντας μέσα εἰς ἕνα φάσμα τῆς ἀλλοιώσεως τῶν γεγονότων, ὥστε, ὡς ἄλλος ὁ Ἰωνᾶς, νά καθεύδουν «ρέγχοντες εἰς τήν κοίλην τοῦ συνειδησιακοῦ των σκάφους» (Ἰωνᾶς α´, 5), ἀντί νά εἶναι ἄγρυπνοι καί ἀτρόμητοι ὁμολογητές. 
Ἐπίσης ἀπορεῖ κανείς καί μέ τήν ἀθωότητα ὡρισμένων ἄλλων καλῶν κἀγαθῶν πατέρων πού δείχνουν νά πιστεύουν τά ὅσα ἀντηχοῦν εἰς τά ὧτα τους καί παραμένουν ἀπαθεῖς δικαιολογῶντας τήν κατάστασιν τῆς ἐνόχου μακαριότητός των στηριζόμενοι εἰς τό Γραφικόν χωρίον «Ἀνήρ ἄκακος πιστεύει παντί λόγῳ…». (Παροιμ. ΙΔ´ 15), δηλαδή ὁ ἀπονήρευτος ἄνθρωπος πιστεύει ὅ,τι τοῦ λέγουν. Ἀντί νά ἐπιτρέψουν εἰς τόν σφηνωμένο λογισμόν των νά δεχθῇ ὅτι «κάτι τό διαφορετικόν ἐφύτρωσεν» εἰς τό Περιβόλι τῆς Παναγίας.
Ποῦ εἶναι τά «ὁμολογιακά» ἀειθαλῆ ἄνθη τοῦ Ὄρους; Μετηλλάχθησαν σέ χορταράκια, ἐξηράνθησαν, ἐμείχθησαν μετά ζιζανίων, ἐφύτρωσαν ἀγκάθια κλπ., πού πληγώνουν τίς καρδιές τῶν πιστῶν;
Ἐπίσης, ἐκτός τῶν ἄλλων ἔχομε τήν ἐμφάνιση νέου φαινομένου καί ἐκτός Ἁγίου Ὄρους: Πῶς, ἀλήθεια, νά ἑρμηνεύσῃ κανείς αὐτό τό φαινόμενο, ὅτι ἀπό τήν μία νά ξετυλίγωνται καί νά ξεφυλλίζωνται οἱ περγαμηνές τῆς «Παρακαταθήκης» ἐναντίον τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, ἀπό τήν ἄλλη ὅμως συγχρόνως νά διοργανώνουν ἐκδρομές καί ἐπισκέψεις εἰς οἰκουμενιστικά «πρωτοκλασάτα» στελέχη «σύν πᾶσι τοῖς τέκνοις», ὑπογραμμίζοντας τό «… ἰδού ἐγώ καί τά παιδία ἅ μοι ἔδωκεν ὁ Θεός».
Καί μέσα σέ ὅλα αὐτά τά ἀνερμήνευτα πού συμβαίνουν ἀναφύεται καί πάλιν τό ἐρώτημα: Ποῦ εἶναι σήμερα οἱ γνήσιες φωνές διαμαρτυρίας καί ὁμολογίας; Γιατί ἐσίγησαν αὐτές οἱ φωνές καί οἱ κατά τά ἄλλα λαλίστατοι ποιμένες τώρα ἔφραξαν τό στόμα τους; Τί συνέβη; Τόσο πολύ λοιπόν τό μίασμα τοῦ Οἰκουμενισμοῦ ἔχει ἀπονευρώσει ὅλους, καί τούς Ἁγιορείτες πατέρες, καί τόσο πολύ οἱ «ψεκασμοί» τῆς συμπροσευχῆς καί τῆς δῆθεν «ἀγάπης» παρέλυσαν τά νεῦρα τῆς Ὀρθοδόξου ἀντιστάσεως; Τόσο πολύ οἱ καρδιές ἄδειασαν ἀπό τόν ζῆλον τοῦ Θεοῦ καί ἔγιναν παγόβουνα, ἕνεκεν σεβασμοῦ καί «ἀγάπης» προσώπων ἕνεκεν τοῦ καταραμένου καί ἐνόχου ἐφησυχασμοῦ; 
Ποιός ἀλήθεια τώρα θά ἀναδειχθῇ στρατιώτης, ἀγωνιστής καί ὁμολογητής τῆς Ὀρθοδοξίας; Ἄραγε τό Περιβόλι τῆς Παναγίας θά ἀναδειχθῇ ἀνάχωμα ἔναντι τῆς πλήμμυρας τοῦ ἐπαράτου Οἰκουμενισμοῦ; Ἀλλά, καί ἐντός καί ἐκτός Ὄρους, ποιοί ρασοφόροι θά ὑψώσουν τό ἀνάστημά των καί θά ποῦν σέ κάποιους τό Προδρομικόν «…οὐκ ἔξεστί σοι…» (Μαρκ. ΣΤ´18 ).
Γιατί αὐτή ἡ παραλυσία σήμερα, αὐτές οἱ ὁμολογιακές ἀγκυλώσεις καί οἱ μερικές ἤ ὁλικές ναρκώσεις, ὄχι μόνον ἐκ μέρους τῶν Ἁγιορειτῶν, ἀλλά καί ἐκ μέρους ὅλων τῶν Ὀρθοδόξων πιστῶν;
Ἐρωτοῦμε λοιπόν καί πάλιν: Ποῦ εἶναι σήμερα οἱ γνήσιες φωνές διαμαρτυρίας καί ὁμολογίας ὄχι μόνον ἐκ μέρους τῶν Ἁγιορειτῶν, πού εἶναι φύσει καί θέσει φύλακες ἄγρυπνοι, ἀλλά καί ἐκ μέρους ὅλων τῶν Ὀρθοδόξων πιστῶν ὅπου γῆς καί ἰδίως τῶν Ἑλλαδιτῶν; Καί ὅταν λέγωμε φωνή διαμαρτυρίας, δέν ἐννοοῦμε ξέψυχες φωνές καί ξεθωριασμένες ἀντιδράσεις. Δέν ἐννοοῦμε χλιαρές καταστάσεις, πού προκαλοῦν τήν διαμαρτυρία καί ἐπιφέρουν τήν ἀποστροφή τοῦ ἰδίου τοῦ Θεοῦ, ὅπως εἰς τήν περίπτωσι τοῦ ἐπισκόπου Λαοδικείας, γιά τόν ὁποῖον λέγει ἡ Γραφή «οὗτως ὅτι χλιαρός εἶ, καί οὔτε ζεστός οὔτε ψυχρός, μέλλω σε ἐμέσαι ἐκ τοῦ στόματός μου» (Ἀποκ. Γ´16). Ἐννοοῦμε νά ὑψωθοῦν διαμαρτυρίες ἀπό ὅλους «…ὡς φωνή ὑδάτων πολλῶν» (Ἀποκ. Ά 15) καί νά γραφοῦν κείμενα τά ὁποῖα θά ἐκτινάσσουν καί θά κονιορτοποιοῦν τά νόθα κατασκευάσματα τῶν κοινῶν δηλώσεων μεταξύ Ὀρθοδόξων καί αἱρετικῶν (Σαμπεζύ, Μπαλαμάντ, κλπ.).
Ἄς μήν ἰσχυρισθῇ, δικαιολογηθῇ κλπ. δέ κανείς ὅτι ὁ ἔλεγχος τῆς ἀληθείας θά ὁδηγήσῃ εἰς σχίσματα. Ὄχι, δέν συμβαίνει ἔτσι. Καί δέν συμβαίνει, διότι ἐννοεῖται ὅτι ἀπορρίπτομε κατηγορηματικῶς τίς σχισματικές καί ἀλλοπρόσαλλες καταστάσεις τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ κατακερματισμοῦ. ΟΧΙ, δέν θά κάνωμε τήν χάριν εἰς τούς αἱρετικούς καί εἰς τόν Διάβολον (''ὕπαγε ὀπίσω μου'') νά περιπέσωμε εἰς σχίσματα. Ἀγώνας καί ὁμολογία πάντοτε καί μόνον ἐντός Ἐκκλησίας. Μᾶς λέγει ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος: «Ἕν σῶμά ἐσμεν, οὐ σῶμα κεφαλῆς, οὐ κεφαλή σώματος χωρίζεται» (P.G. 52, 430)
Καί, ἐπί τέλους, γιά νά δείξωμε καί νά ἀποδείξωμε ὅτι ἀπορρίπτομε τά ἐσωτερικά καί ἄκριτα ζηλωτικά σχίσματα, θά πρέπῃ νά διέλθωμε τά «Καυδιανά δίκρανα»(3); Δέν ἀρκεῖ λοιπόν ὅτι κατά τόν Ψαλμωδόν «…χείμαρρον διῆλθεν ἡ ψυχή ἡμῶν…»; (Ψαλμ. ΡΚΓ´ 4). 
Δέν ξεχείλισε ἀκόμη ὁ κρατήρας τῆς ἐν προκειμένῳ κακῶς νοουμένης Ἰωβείου ὑπομονῆς καί τῆς ἀδιακρίτου ὑπακοῆς; Χάσαμε ἀκόμη καί τό «καιρόν γνῶθι», πού ἐφήρμοζαν οἱ πρόγονοί μας; Μᾶς διαφεύγει λοιπόν ὅτι ὄχι ἁπλῶς εἶναι καιρός πού ἐπιβάλλεται ἡ ἀφύπνισις, ἡ διαμαρτυρία, ὁ ἔλεγχος καί ὅ,τι ἐπιτάσσουν οἱ Ἱεροί Κανόνες; Ἤ νομίζομε ὅτι θά εὑρισκώμεθα αἰωνίως ἐπάνω εἰς τήν γῆν καί ἔτσι θά ἔχωμε χρυσές εὐκαιρίες πρός ὁμολογίαν; 
Μᾶς ἀποκαλύπτει ὁ Χριστός: «Πᾶς οὖν ὅστις ὁμολογήσει ἐν ἐμοί ἔμπροσθεν τῶν ἀνθρώπων, ὁμολογήσω κἀγώ ἐν αὐτῷ ἔμπροσθεν τοῦ πατρός μου τοῦ ἐν οὐρανοῖς· ὅστις δ᾽ ἄν ἀρνήσηταί με ἔμπροσθεν τῶν ἀνθρώπων, ἀρνήσομαι αὐτόν κἀγώ ἔμπροσθεν τοῦ πατρός μου τοῦ ἐν οὐρανοῖς» (Ματθ. Ι´32-33).
Τονίζομε ὅτι βεβαίως εἰς τό Ἅγιον Ὄρος ὑπάρχουν καί ὡρισμένοι πατέρες οἱ ὁποῖοι ἀγωνίζονται τόν καλόν ἀγῶνα τῆς Πίστεως καί ἀγωνιοῦν γιά τά τεκταινόμενα. Ποικιλοτρόπως διαμαρτύρονται καί ἡ φωνή τους ἀκουομένη στηρίζει ψυχές. Αὐτοί λοιπόν οἱ πατέρες, οἱ φάροι τῆς Πίστεως, ἀποτελοῦν τά στηρίγματα καί τούς ὁδηγούς μας εἰς τόν ἀντιοικουμενιστικόν καί ὄχι μόνον ἀγῶνα.
Τό ἴδιο δέ συμβαίνει καί ἐκτός Ἁγίου Ὄρους μέ ὡρισμένους ἐπισκόπους, πατέρες κλπ. Ὀλίγοι μέν ἀλλά ἡ φωνή τους ἀκούεται καί ἀφυπνίζει, ὅπως συμβαίνῃ καί μέ ὡρισμένους θεολόγους, λαϊκούς, κλπ.
Δυστυχῶς ὅμως πρέπει νά τό ὁμολογήσωμε ὅτι εἶναι ἐλάχιστοι αὐτοί οἱ γνήσιοι ὁμολογητές κολλυβάδες τῶν ὁποίων ὁ ἀνόθευτος καί ἀκέραιος λόγος ἀκούεται καί ἀφυπνίζει τίς συνειδήσεις τῶν πιστῶν.
Πόσο δίκαιο εἶχε ἐκεῖνος πού ὑπεστήριξε ὅτι τόν Χριστό, στόν κῆπο τῆς Γεθσημανῆ, δέν τόν ἀρνεῖται τόσον ὁ Ἰούδας καί δέν συλλαμβάνεται τόσον ἀπό τό προδοτικό φιλί, ὅσον τόν προδίδουν οἱ τρεῖς μαθητές πού ἀρνοῦνται νά ἀποδιώξουν ἀπό τήν ὕπαρξίν των τόν ὕπνο. Ὑπάρχει ἀντίρρησις ὅτι εἰς τούς χαλεπούς καιρούς μας οἱ προδοτικοί ἀσπασμοί ὁλονέν καί περισσότερον αὐξάνουν καί ὅτι βυθιζόμεθα εἰς ὕπνον ὅλο καί περισσότερον; Ὅτι οἱ στρατιῶτες καί τό πλῆθος πού ἔρχονται για νά συλλάβουν τόν Ἰησοῦν εἶναι περισσότεροι ἀπό ποτέ ἄλλοτε; Καί ὅτι δυστυχῶς ὁ Μορφέας(3)τοῦ συμβιβασμοῦ καί ὁ Μανδραγόρας(4)τοῦ συμφέροντος καί τοῦ ὠφελιμισμοῦ ἔχουν σφραγίσει πλέον τούς μυωπάζοντας ὀφθαλμούς τῶν πιστῶν;
Καί λόγῳ τοῦ ὅτι ἀπό τόν πολύν ὕπνο τῆς ραθυμίας, τῆς ἀποστασίας, καί γενικά τῆς ἁμαρτίας, φαίνεται πώς ἀμβλύνθησαν οἱ ὀφθαλμοί ἡμῶν, ἄς ἀγγίξουν τήν πλαδαρή καρδιά μας τά λόγια πού ἀπευθύνει ὁ Εὐαγγελιστής Ἰωάννης πρός τόν ἐπίσκοπον Λαοδικείας 
«... κολλύριον ἵνα ἐγχρίσῃ τούς ὀφθαλμούς σου ἵνα βλέπῃς». (Ἀποκ. Γ´ 14-18), δηλαδή, ὅπως λέγει καί εἰς τόν Λαοδικείας, ἐπιβάλλεται οἱ ὀφθαλμοί μας πάντοτε νά εἶναι ἀνοικτοί ἐμπρός εἰς τήν Ἀλήθεια. Ἐπίσης λέγει ὁ Εὐαγγελιστής Ἰωάννης «ὁ ἔχων οὖς ἀκουσάτω τί τό Πνεῦμα λέγει ταῖς ἐκκλησίαις» (Ἀποκ. Γ´ 6), δηλαδή ἐκεῖνος πού ἔχει πνευματικό ἐνδιαφέρον καί αἰσθητήριο, ἄς ἀκούσῃ τί λέγει τό Ἅγιον Πνεῦμα στίς Ἐκκλησίες.
Ἐκεῖνο πάντως πού χρειάζεται νά ἐπισημανθῇ εἶναι ἡ παγία τακτική τῶν «ὀρθοδόξων» οἰκουμενιστῶν. Καί αὐτή ἡ τακτική ἔγκειται εἰς τό νά ἑλίσσωνται ἀναλόγως τῶν προσώπων καί τῶν καταστάσεων μέ τελικό στόχο βεβαίως τήν ἐπικράτησιν αὐτοῦ, τοῦ Οἰκουμενισμοῦ. Ἐννοοῦμε δέ μέ αὐτό πώς ὅταν οἱ «Ὀρθόδοξοι» οἰκουμενιστές εὑρίσκονται ἐμπρός εἰς οἰκουμενιστικόν ἀκροατήριον δείχνουν νά ἰσοπεδώνουν τά πάντα, ξεκινῶντας ἀπό φιλοφρονήσεις καί δῶρα ἕως συμπροσευχές καί σχεδόν συλλείτουργα κλπ., πράγματα πού ἀπαγορεύουν καί καταδικάζουν ρητῶς καί κατηγορηματικῶς οἱ ἹεροίΚανόνες. Ἐμφανίζονται λοιπόν ὄχι ἁπλῶς φέροντες τά «ἀρωματισμένα τους ράσα», ἀλλά ἐνδεδυμένοι καί αὐτά τά ἱερά ἄμφια, τά ὁποῖα ἕνεκεν τῶν ἀπαραδέκτων αὐτῶν ὀλισθημάτων τά καταντοῦν ἀνίερα, πού δέν θυμίζουν παρά κακόγουστες «θεατρικές στολές». Ὅταν πάλιν τά ἴδια αὐτά «ὀρθόδοξα» οἰκουμενιστικά πρόσωπα εὑρεθοῦν ἐμπρός σέ εὐσεβεῖς ψυχές, μέ φόβον Θεοῦ καί γνῶσιν τῶν θείων Δογμάτων καί τῶν Ἱερῶν Κανόνων, τότε ἀναδεικνύονται βασιλικώτεροι τοῦ Βασιλέως. Ὄντως, τούς ἀπονέμεται Ὄσκαρ ἠθοποιΐας… Ὅμως, εἰς αὐτούς ἁρμόζει ὁ λόγος τοῦ Ἀποστόλου Παύλου: «Οὐ δύνασθε ποτήριον Κυρίου πίνειν καί ποτήριον δαιμονίων· οὐ δύνασθε τραπέζης Κυρίου μετέχειν καί τραπέζης δαιμονίων. Ἤ παραζηλοῦμεν τόν Κύριον; μή ἰσχυρότεροι αὐτοῦ ἐσμεν;» (Α´ Κορ. ι´ 21-22 ). Εἶναι τόσο ξεκάθαρος καί συγκλονιστικός ὁ λόγος αὐτός ὥστε δέν χρειάζεται κἄν μετάφρασις.
Ἡ στρατευομένη Ἁγία τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησία ἔχει κληθῆ ὑπό τοῦ Θείου Αὐτῆς Δομήτορος νά συμβάλλῃ ἀποφασιστικά εἰς τήν διαφύλαξιν καί διασφάλισιν καί διακήρυξιν τῆς ἀνοθεύτου Ὀρθοδόξου Πίστεως καί παραδόσεως εἰς ὅλον τόν χῶρον τῆς Ὀρθοδοξίας πρός ἁγιασμόν καί σωτηρίαν τῶν μελῶν Της. Ἡ Ἁγία μας Ἐκκλησία διακυβερνᾶται ἀπό τό Ἅγιον Πνεῦμα καί ἡ ἑκάστοτε Ἱεραρχία ἔχει κληθῆ νά ἐφαρμόζῃ τούς Θείους καί Ἱερούς Κανόνες, οἱ ὁποῖοι ἐκφράζουν τό θέλημα τοῦ Θεοῦ. Ὁ,τιδήποτε ἀντίθετο μέ τήν παράδοσι τῆς Ὀρθοδοξίας δέν εἶναι πρᾶξις μαρτυρίας, ἀλλά προδοσίας. Οἱ ἐπίσκοποι δέν εἶναι αὐτόνομοι, αὐτοδύναμοι - ἄν καί ὡρισμένοι ἔτσι τείνουν νά διαμορφωθοῦν -, δέν εἶναι κοσμικοί ἄρχοντες μέ ἐξουσίαν κυριάρχου. Ἔχουν πνευματική ἐξουσία καί πρέπει νά προσφέρουν διακονία καί θυσία. Νά εἶναι ταπεινοί θεράποντες καί νά βιώνουν τό ἰδεῶδες τοῦ ποιμένος καί ἐπισκόπου «…. Ὁ ποιμήν ὁ καλός τήν ψυχήν αὐτοῦ τίθησιν ὑπέρ τῶν προβάτων…» (Ἰωάν, Ι´ 11-12).
Ὅταν τό ἐπισκοπικό λειτούργημα παραμένῃ εἰς τό ὕψος του, φέρει τήν ἀναγέννησι, ἐνῶ ἡ κατάπτωσις τοῦ ἐπισκοπικοῦ ἀξιώματος φέρει τήν ἀποσύνθεσι. Οἱ ἐπίσκοποι δέν πρέπει νά ἀνταλλάσσουν τήν ψυχήν των μέ τίποτε, οὔτε νά παρασύρωνται ἀπό τήν κοσμικήν αἴγλην καί λάμψιν, τίς κοσμικές δόξες, τό χρῆμα, κλπ., πού φέρουν σκοτισμό καί τύφλωσι, καί δέν ὁδηγοῦν εἰς τήν πνευματική σωτηρία. Οἱ Ἐπίσκοποι αἴρουν τόν σταυρόν τους πού ἀκολουθεῖ τήν ὁδόν τοῦ θριάμβου τοῦ Ἀναστάντος Χριστοῦ, ὁ ὁποῖος, διά μέσου τῶν αἰώνων, πολλές φορές ἔχει προδοθῆ ἀπό αἱρετικούς ἐπισκόπους, πατριάρχες, κλπ.
Ἐπίσκοποι πού συμβιβάζονται, πού ἀδιαφοροῦν, ἀμελοῦν, ἤ μένουν ἀπαθεῖς, ἀδιάφοροι θεατές, κλπ., σέ θέματα Πίστεως, εἶναι ἔνοχοι ἐσχάτης προδοσίας τῆς ἱερᾶς ἀποστολῆς των, ὅπως ἀναφέρεται εἰς τούς Ἀποστολικούς Κανόνας: «Ἐπίσκοπος ἤ Πρεσβύτερος ἀμελῶν τοῦ Κλήρου ἤ τοῦ λαοῦ, καί μή παιδεύων αὐτούς τήν εὐσέβειαν, ἀφοριζέσθω· ἐπιμένων δέ τῇ ἀμελείᾳ καί ραθυμίᾳ καθαιρείσθω». (Κανών´ ΝΗ´ Ἁγίων Ἀποστόλων).
Τονίζομε ὅτι ὑπάρχουν εἰς τήν Ἐκκλησίαν καί ὡρισμένοι ἄξιοι ἐπίσκοποι, ὄντως ποιμένες καλοί καί ὄχι «μισθωτοί»! Εἶναι ἐκεῖνοι οἱ ταπεινοί θεράποντες πού προσφέρουν θυσία. Ἐκεῖνοι, πού μέ τόν πύρινον καί γνήσιον πατερικόν λόγον των κηρύσσουν Χριστόν καί τοῦτον Ἐσταυρωμένον καί Ἀναστάντα, ἀφυπνίζουν τούς πιστούς καί συμβάλλουν εἰς τόν ἁγιασμόν καί τήν σωτηρίαν αὐτῶν. Ὅπως ὑπάρχουν καί ἄξιοι ἀγωνιστές, ποιμένες, πνευματικοί πατέρες, μοναχοί, μοναχές. Εἶναι ἐκεῖνοι πού ἀγωνίζονται μέ τόν πατερικόν λόγον των, ἀφυπνίζουν καί βοηθοῦν ψυχές καί μυστικῶς πάσχουν, συμπάσχουν, πονοῦν καί προσεύχονται, ὄχι μόνον γιά τήν προσωπική τους μετάνοια καί σωτηρία, ἀλλά καί ὑπέρ ἐλέους καί σωτηρίας ὅλου τοῦ κόσμου.
Καί βεβαίως ὑπάρχουν καί λαϊκοί, θεολόγοι καί ἄλλοι μέ πλούσιο πνευματικό ἀγῶνα καί πόνο.
Ἡ ἐποχή μας εἶναι ἐποχή ἐκκοσμικεύσεως καί γενικῶς καταπτώσεως ἠθῶν, θεσμῶν ὀρθοῦ ἐκκλησιαστικοῦ φρονήματος καί χρήζει φωνῶν ἰσχυρῶν, φλογερῶν, πλήρεις Πνεύματος Ἁγίου καί δυνάμεως γιά νά ξυπνήσωμε ἀπό τόν ὕπνο τῆς ἀκηδίας.
Οἱ Ὀρθόδοξοι πάντοτε πρέπει νά ἀγρυπνοῦμε, μαζί μέ ἀξίους ποιμένας καί ἐπισκόπους, μέ ἀξίους πνευματικούς πατέρας, κλπ., ὥστε νά μήν ἐπιτρέψωμε εἰς κανέναν Πάπα Ρώμης, ἕνεκεν δῆθεν «ἀγάπης», νά στήσῃ τίς «Βατικανίζουσες» παγίδες του. Ὅλα αὐτά εἶναι πλεκτάνες, Δούρειοι ἵπποι, θέατρα, παραστάσεις, κλπ. Ὅλα εἶναι καλά σκηνοθετημένα, κατασκευασμένα καί στημένα γιά νά εἰσέλθῃ τό «αἱρετικόν ἀλάθητον», ὁ αἱρετικός δαίμων καί αὐτοκατάκριτος Πάπας εἰς τά Ἅγια τῶν Ἁγίων.
Μήν ξεχνᾶμε ὅτι ὁ προδότης αἱρεσιάρχης Πάπας τῆς Παπικῆς αἱρέσεως, ἀπό ἐπίσκοπος Ρώμης πού ἦτο ἐπέλεξε τήν ἐγκόσμιο βασιλεία καί ὄχι τήν Οὐράνιο γιά νά γίνῃ Κοσμοκράτωρ - Δαιμονοκράτωρ, καί διά τῆς ἐκπτώσεως συνέβαλε εἰς τήν διάσπασιν τῆς Χριστιανοσύνης καί εἰς τά πλεῖστα ἄλλα ἐγκλήματα…
Οἱ Παπικοί περισσότερον ἀπό χίλια ἔτη ἀρνοῦνται τήν μετάνοιαν καί τήν ἐπιστροφήν των εἰς τήν Μητέραν Ἐκκλησίαν. Εἰς ἐπίρρωσιν δέ αὐτοῦ ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ ἀναφέρει χαρακτηριστικά: «Αἱρετικόν ἄνθρωπον μετά μίαν καί δευτέραν νουθεσίαν παραιτοῦ, εἰδώς ὅτι ἐξέστραπται ὁ τοιοῦτος καί ἁμαρτάνει ὤν αὐτοκατάκριτος» (Τιτ. Γ´ , 10-11).
Ὅταν λέμε ὅτι δέν ὑφίσταται θέμα «ἑνώσεως», κάποιοι μᾶς ἀποκαλοῦν «σκοταδιστές», φανατικούς, ἐχθρούς τῆς ἀγάπης καί τῆς ἑνότητος τῆς Χριστιανοσύνης. Ὅλα αὐτά θά ἴσχυαν ἐάν δέν ἐπιθυμούσαμε τήν ἐν μετανοίᾳ ἐπιστροφή τῶν αἱρετικῶν καί τήν ἐπανένωσίν των. Γιά τόν λόγον αὐτόν ἡ Ἐκκλησία μας δέεται καί προσεύχεται ἀκαταπαύστως σέ κάθε Θεία Λειτουργία γιά τήν ἐπιστροφή καί συνένωσιν ὅλων τῶν μακράν καί ἐκτός Αὐτῆς εὑρισκομένων: «Ὑπέρ…τῶν ἁγίων τοῦ Θεοῦ ἐκκλησιῶν καί τῆς τῶν πάντων ἑνώσεως» καί «τούς πεπλανημένους ἐπανάγαγε καί σύναψον τῇ Ἁγίᾳ σου Καθολικῇ καί Ἀποστολικῇ Ἐκκλησίᾳ» (εὐχή τῆς Θ. Λειτουργίας τοῦ Μ. Βασιλείου), δηλαδή γιά τήν ἕνωσι ὅλων καί τήν ἐν μετανοίᾳ ἐπιστροφή πάντων τῶν αἱρετικῶν εἰς τήν Μίαν Ἁγίαν Καθολικήν καί Ἀποστολικήν Ἐκκλησίαν. Ἡ ἐπανένωσις ὅλων τῶν χριστιανῶν μπορεῖ νά γίνῃ μόνον ἐν Ἀληθείᾳ, καί ἡ Ἀλήθεια εἶναι μόνον ὁ Χριστός, μόνον ἡ Ὀρθοδοξία. Δέν ὑπάρχουν συμβιβασμοί Ὀρθοδοξίας και αἱρέσεως.
Ὁ Παπισμός ἐμμένει ἀμετανόητος εἰς τάς αἱρετικάς πλάνας του καί μέ «Βατικανίζουσα» πολιτική καί διπλωματία προβάλλει καί χρησιμοποιεῖ τήν παγίδα πού εἶναι ὁ δῆθεν «θεολογικός διάλογος», ὁ διάλογος τῆς «ἀγάπης», ἡ οἰκουμενική κίνησις διά τήν ἕνωσιν τῶν ἐκκλησιῶν, κλπ.
Καί εἶναι ἄκρως ἐπικίνδυνον, ἀπαράδεκτον καί ἀνεπίτρεπτον οἱ προσπάθειες πού κάνουν ὡρισμένοι, ἀκόμη καί κληρικοί, λαϊκοί θεολόγοι, κλπ., φιλοοικουμενισταί, ἕνεκεν τῆς περιβόητης «ἀγάπης», ὥστε νά ἐπιτευχθοῦν οἱ «παπικο-θεολογικοί ψευδοδιαλόγοι», πού ἀποσκοποῦν εἰς τήν ἅλωσιν τῆς Ὀρθοδοξίας. Μάλιστα, κάποιοι ἐξ αὐτῶν ἔχουν μεταλλαχθῆ σέ λατινόφρονες ''ὀρθοδόξους θεολόγους''. Τέτοιου εἴδους θεολογίες εἶναι δαιμονολογίες καί Θεομαχίες.
Ὁ Οἰκουμενισμός εἶναι ἡ παναίρεσις τῶν αἰώνων. Εἶναι τό σύνολο τῶν αἱρέσεων πού σκοπό ἔχει νά ἀλλοιώσῃ καί τελικῶς νά ἐξαφανίσῃ τήν Ὀρθοδοξία.
Κάθε μέλος τῆς Ὀρθοδόξου Καθολικῆς Ἐκκλησίας πρέπει νά μάχεται κατά τῶν αἱρέσεων καί τῶν αἱρετικῶν, πολλῷ μᾶλλον οἱ Πατριάρχες, Ἀρχιεπίσκοποι, Μητροπολῖται, Ἐπίσκοποι, Ἱερεῖς, Μοναχοί καί Μοναχές.
Ἄρχοντες δέ καί ἀρχόμενοι φέρομε ἀκεραία τήν εὐθύνη ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ ὅταν γνωρίζωμε ποιό εἶναι τό θέλημά Του καί δέν τό ἐφαρμόζωμε, ὅπως μᾶς λέγει ὁ Προφήτης «…λάλησον τοῖς υἱοῖς τοῦ λαοῦ σου…καί ἀκούσῃ…» (Ἰεζεκ. ΛΓ´ 1-7) 
Ἀλλά καί ἄν Πατριάρχαι, Ἀρχιεπίσκοποι, Μητροπολῖται, Ἐπίσκοποι κλπ. ἐγκαταλείψουν τά ποίμνια, ἡ Ὀρθόδοξος Καθολική Ἐκκλησία, ὄχι μόνον θά ἐπιβιώσῃ, ὅπως συνέβη καί εἰς τό παρελθόν, ἀλλά καί θά θριαμβεύσῃ.Πλανῶνται πλάνην μεγάλην οἱ οἰκουμενισταί. Ὁ θρίαμβος τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ εἶναι δεδομένος.
Ἡ μαρτυρία μας, ἡ ὁμολογία μας καί ὁ ἀγῶνας μας δέν εἶναι γιά τόν θρίαμβο τῆς Ὀρθοδοξίας, γιατί ὁ θρίαμβος εἶναι δεδομένος, ἀλλά εἶναι γιά τήν σωτηρία τῶν ψυχῶν μας. Πρέπει ὅλοι μας, Κλῆρος καί λαός, νά ζοῦμε ἐν μετανοίᾳ, διά προσευχῆς, ἀγρυπνίας, συνεχοῦς ἐπαγρυπνήσεως, μέ Ὀρθόδοξο ἦθος, βιώνοντας τήν Πατερική παράδοσι καί τό ἀσκητικό ἰδεῶδες, ἔτσι ὥστε, ὅταν χρειάζεται, νά ἐργαζώμεθα καί τήν ἀρετήν τῆς ὁμολογίας. Κάθε Ὀρθόδοξος Χριστιανός ἔχει χρέος νά καταθέτῃ τήν Ὀρθόδοξον μαρτυρίαν καί ὁμολογίαν του, ἐννοεῖται πάντοτε καί μόνον ἐντός Ἐκκλησίας.
Τονίζομε τέλος καί ὑπογραμμίζομε ὅτι ἡ εὐθύνη δέν βαρύνει ἀποκλειστικῶς καί μόνον τόν Κλῆρο καί τόν Μοναχισμό. Ὅλος ὁ κόσμος, ὅλοι μας φέρομε μεγάλη εὐθύνη γιά ὅλα αὐτά πού συμβαίνουν, λόγῳ τῆς ἰδικῆς μας ἀδιαφορίας, ἀμετανοησίας καί ἀποστασίας. Ζοῦμε μέσα εἰς ἀπέραντον ἁμαρτίαν καί περιφρονοῦμε θεληματικῶς τίς ἐντολές τοῦ Θεοῦ. Πρέπει νά ἀναλάβωμε τίς εὐθύνες μας καί νά ἐργαζώμεθα πρωτίστως γιά τήν μετάνοιά μας καί τήν σωτηρία τῶν ψυχῶν μας. Ἡ δέ μετάνοια ὡς καρπό θά φέρῃ καί τήν ὁμολογία τῆς Πίστεως.
Εἴθε ὅλοι μαζί ἀκαταπαύστως ἐν μετανοίᾳ νά δίνωμε τό παρόν στούς ἱερούς ἀγῶνες, ὅταν ἡ Πίστις εἶναι τό κινδυνευόμενον.
«Διά Σιών (Ὀρθοδοξίαν) οὐ σιωπήσωμεν». 
Ἀμήν.


ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

(1). Συμπληγάδες Πέτρες: Εἰς τήν Ἑλληνική μυθολογία φέρονταν ὡς δύο πολύ μεγάλοι ὑψηλοί καί ἀπότομοι βράχοι πρό θαλασσίου στενοῦ, οἱ ὁποῖοι ἀνοιγόκλειναν μέ ἀποτέλεσμα νά συντρίβωνται τά διερχόμενα πλοῖα εἰς τό μεταξύ τους στενό πέρασμα.
(2). Κυλώνειον ἄγος: Μέ τό ὄνομα ''κυλώνειον ἄγος'' ἔμεινε γνωστή εἰς τήν ἱστορία μία σειρά ἀπό δεινοπαθήματα καί θεομηνίες πού ἔπληξαν τήν ἀρχαία Ἀθήνα (7ος αἰῶνας π.Χ.) καί πού ἀποδόθηκαν εἰς τήν ὀργήν τῶν θεῶν διά τήν σφαγήν τῶν ὀπαδῶν τοῦ Κύλωνα. Ὁ Κύλων ἦτο Ἀθηναῖος εὐπατρίδης Ὀλυμπιονίκης καί γαμβρός τοῦ τυράννου τῶν Μεγάρων Θεαγένη. Τό 612 ἤ 600 π.Χ κατέλαβε μέ πραξικόπημα τήν Ἀκρόπολι τῶν Ἀθηνῶν μέ τήν βοήθειαν τῶν Μεγαρέων. Οἱ Ἀθηναῖοι ἐλευθέρωσαν τήν Ἀκρόπολιν καί σκότωσαν τούς Μεγαρεῖς, οἱ ὁποῖοι παραδόθηκαν ἐνῷ ὁ Κύλων κατάφερε νά διαφύγῃ.
(3). Καυδιανά δίκρανα: Ἡ φρᾶσις σχετίζεται μέ τήν ἱστορία τῆς ἀρχαίας Ἰταλικῆς πόλεως Καύδιο καί εἰδικώτερα μέ τήν ἐξευτελιστική ἧττα τοῦ ρωμαϊκοῦ στρατοῦ καί τόν αἰχμαλωτισμό του ἀπό τούς Σαμνῖτες καί τόν ἐξαναγκασμό του νά περάσῃ κάτω ἀπό ταπεινωτικό Ζυγό πού ἀποτελοῦνταν ἀπό δύο δόρατα καρφωμένα εἰς τό ἔδαφος καί ἕνα τρίτο ὁριζόντια ὥστε νά σχηματίζεται ἕναΠ. Μεταφορικῶς, ἡ φρᾶσις σημαίνει τόν ἔντονο ἐξευτελισμό πού ὑφίσταται κανείς ἐξαναγκαζόμενος νά παραδεχθῇ ταπεινούς καί ἀπαραδέκτους ὅρους.
(4). Μορφέας: Ὁ υἱός τοῦ ὕπνου καί θεός τῶν ὀνείρων εἰς τήν ἀρχαία ἑλληνική μυθολογία.
(5). Μανδραγόρας: Δικότυλο φυτό γνωστό ἀπό τήν ἀρχαιότητα γιά τίς ναρκωτικές του ἰδιότητες.


http://hristoifantos.blogspot.gr

Άλλο θλίψη κι άλλο νήψη!

Πρέπει να καταλάβεις, ότι άλλο πράγμα είναι η πατερική νήψη και άλλο η θλίψη. Γι αυτό σπάσε αυτό το πέτρινο και άκαμπτο ενοχικό προσωπείο που σε βοηθάει με πρόσχημα την «πνευματικότητα» να κρατιέσαι μακριά από τα συναισθήματα σου και από ότι βαθιά σε φοβίζει. 
Βρες, βρες το μονοπάτι που οδηγεί στο παιδί μέσα σου. Το φίμωσες. Το εξουθένωσες. Του είπες να μεγαλώσει, να μην κάνει φασαρία, να μην μιλάει και το σημαντικότερο να μην γελά κι να μην παίζει. Γιατί η ζωή είναι σοβαρή υπόθεση. Είναι για τους "μεγάλους" και όχι για τα παιδιά.


Μάλιστα είπες, η "πνευματική" ζωή δεν έχει γέλιο και χωρατά. Τόσο πολύ πήρες στα σοβαρά τον εαυτό σου, που τον λάτρεψες, τον ειδωλοποίησες, τον έκανες "Θεό" στην θέση του Όντως Θεού.
Τόσο πολύ ασχολήθηκες με την "σωτηρία" σου, που στο τέλος την έχασες. Γιατί ξέχασες ότι η σωτηρία περνάει μέσα απο τον άλλο και Άλλον. Ενώ εσύ λάτρεψες τον εαυτό σου. 
Δεν φοβήθηκες την αμαρτία αλλά τον εαυτό σου. 
Δεν φοβήθηκες τον θάνατο μα την ζωή. 
Δεν πόθησες τον Χριστό και την Εκκλησία Του, μα την κρυψώνα που λέγεται "θρησκεία". 
Σπάσε την θλίψη, δεν είναι νήψη. Φόβος και ενοχή είναι. 
Το παιδί είναι ακόμη εκεί. Είναι ακόμη εκεί και σε περιμένει. Ακόμη δεν σταμάτησε να χαμογελά και να παίζει. Να χαίρεται την ύπαρξη. Γιατί η ζωή δεν έχει κάποιο νόημα, είναι η ίδια νόημα. Δώρο του Θεού, αποκάλυψη πληρότητας στο πρόσωπου του Χριστού μας.

π. Λίβυος

Ἡ Θεία Λειτουργία



Ὁ ρῶσος συγγραφέας Νικολάϊ Βασίλιεβιτς Γκόγκολ στοχαζόμενος στήν θεία Λειτουργία ἔγραφε «Ἡ Θεία Λειτουργία εἶναι, σύμφωνα μέ μία θεώρηση, ἡ διαρκής ἐπανάληψη τῆς ὑπέρτατης ἐκδηλώσεως ἀγάπης, πού φανερώθηκε “ ἐφ᾽ ἅπαξ” γιά χάρη μας… Ὅποιος θέλει νά προκόψει καί νά γίνει καλύτερος, πρέπει νά συμμετέχει ὅσο τό δυνατόν πιό συχνά στή θεία Λειτουργία, καί μάλιστα νά συμμετέχει προσεκτικά καί βιωματικά. Ἡ Λειτουργία, ἀδιόρατα καί μυστικά, οἰκοδομεῖ καί καταρτίζει τό χριστιανό. Κι ἄν ἡ κοινωνία μας δέν ἔχει ὁλότελα ἀποσυντεθεῖ καί ἐρειπωθεῖ, ἄν οἱ ἄνθρωποι δέν χωρίζονται ἀπό θανάσιμο καί ἄσβεστο μῖσος, ἡ μυστική αἰτία εἶναι ἡ θεία Λειτουργία, πού θυμίζει στόν καθένα μας τήν ἁγία, τήν οὐράνια ἀγάπη πρός τόν ἀδελφό»1.

Ὁ ἅγιος Νικόλαος ὁ Καβάσιλας ἑρμηνεύοντας τήν Θεία Λειτουργία λέγει «Ἔργο τῆς ἱερουργίας τῶν θείων μυστηρίων εἶναι ἡ μεταβολή τῶν προσφερομένων δώρων σέ σῶμα καί αἷμα Χριστοῦ. Ὁ δέ σκοπός εἶναι ὁ ἁγιασμός τῶν πιστῶν, οἱ ὁποῖοι μέ τήν λήψη τῶν μυστηρίων αὐτῶν παίρνουν τήν ἄφεση τῶν ἁμαρτιῶν τους, τήν κληρονομία τῆς βασιλείας τῶν οὐρανῶν καί τά παρόμοια ἀγαθά. Προπαρασκευαστικά καί συντελεστικά γιά τό ἔργο καί τό σκοπό αὐτό εἶναι, προσευχές, ψαλμωδίες, ἀναγνώσεις τῶν ἁγίων Γραφῶν, καί γενικά ὅλα ὅσα ἱερά γίνονται καί λέγονται πρίν καί μετά τόν ἁγιασμό τῶν τιμίων δώρων. Διότι ἄν καί ὁ Θεός μᾶς δίνει δωρεάν ὅλα τά ἅγια πράγματα καί δέν συνεισφέρουμε προηγουμένως ἐμεῖς τίποτε σ᾽ Αὐτόν, ἀλλά εἶναι ὅλα ἀπολύτως δικά Του δωρήματα, ἐντούτοις ἀπαιτεῖ ἀναγκαστικά ἀπό ἐμᾶς νά γίνουμε ἱκανοί νά τά δεχτοῦμε καί νά τά φυλάξουμε, καί δέν μᾶς κάνει μετόχους τοῦ ἁγιασμοῦ, ἄν δέν ἔχουμε τέτοια διάθεση. Αὐτό τό φανέρωσε ὁ Θεός στήν παραβολή τοῦ Σπορέως. Διότι λέγει “ Βγῆκε ὁ Σπορεύς”, ὄχι γιά νά ὀργώσει τή γῆ, ἀλλά “γιά νά σπείρει”, δείχνοντας ὅτι τό ὄργωμα καί ὅλη ἡ προετοιμασία πρέπει νά ἔχουν γίνει ἀπό ἐμᾶς»2.

Ὁ ὅσιος Ἰουστῖνος Πόποβιτς μιλώντας γιά τήν Ἐκκλησιαστική Λατρεία σημειώνει «Διά τῆς βιώσεως αὐτῆς τῆς λατρείας καί λατρευτικῆς ζωῆς τῆς Ἐκκλησίας, οἰκοδομεῖται τό πρόσωπο τοῦ χριστιανοῦ, δηλαδή τό πρόσωπον τοῦ κατά χάριν θεανθρώπου μέχρις ὅτου καταντήση “εἰς ἄνδρα τέλειον, εἰς μέτρον ἡλικίας τοῦ πληρώματος τοῦ Χριστοῦ”. Ἡ ὁδός τῆς λατρείας εἶναι ἡ πλέον ἀσφαλής ὁδός καί ἡ ἄσκησίς της ἡ πλέον σωτήριος γιά τόν ἄνθρωπον. Κάθε προσευχή καί ἱκεσία, κάθε δάκρυ καί κραυγή, κάθε ὀδυρμός καί ἐξομολόγησις, εἶναι μία νέα πέτρα εἰς τήν οἰκοδομήν καί τήν ἐν χάριτι θεανθρωπίνην αὔξησιν τοῦ ἀνθρώπου. Τό ἔργον αὐτό τῆς κατά χάριν θεανθρωπίνης αὐξήσεώς μας διά τῶν προσευχῶν καί τῆς λατρείας τῆς Ἐκκλησίας γίνεται πάντοτε μετά τῶν ἁγίων καί ὑπό τήν χειραγώγησίν των, διότι οὗτοι εἶναι “οἱ ὀφθαλμοί τῆς Ἐκκλησίας Χριστοῦ” πού μᾶς ὁδηγοῦν εἰς τόν θεανθρώπινον προορισμόν τῆς ἀνθρωπίνης μας ὑπάρξεως»3.

Ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος σέ ὁμιλία του στήν “Πρός Ἑβραίους ἐπιστολή” παρατηρεῖ «Πολλοί μεταλαμβάνουν τήν θυσία αὐτή μία φορά τόν χρόνο, ἐνῶ ἄλλοι δύο καί ἄλλοι πολλές φορές. Τί λοιπόν; Ποιούς θά ἀποδεχθοῦμε; αὐτούς πού μεταλαμβάνουν μία φορά; αὐτούς πού πολλές φορές; αὐτούς πού λίγες; Οὔτε αὐτούς πού μεταλαμβάνουν μία φορά, οὔτε αὐτούς πού πολλές φορές, οὔτε αὐτούς πού λίγες, ἀλλά ἐκείνους πού μεταλαμβάνουν μέ καθαρή συνείδηση, μέ καθαρή καρδιά καί μέ βίο ἀνεπίληπτο. Ὅσοι εἶναι τέτοιοι, ἄς πλησιάζουν πάντοτε∙ ἐνῶ ὅσοι δέν εἶναι τέτοιοι, ἄς μή προσέρχονται οὔτε μία φορά. Γιατί ἆραγε; Διότι λαμβάνουν γιά τούς ἑαυτούς τους καταδίκη καί κατάκρισι καί κόλασι καί τιμωρία»4

Ὁ ὅσιος Θεόγνωστος θά σημειώση «Στή θεία Λειτουργία δέ θυσιάζεται τό σῶμα τοῦ Θεοῦ Λόγου πού ἔχει ἀναληφθεῖ στόν οὐρανό, κατεβαίνοντας ἀπό ἐκεῖ, ἀλλά ὁ ἴδιος ὁ ἄρτος καί ὁ ἴδιος ὁ οἶνος μεταβάλλονται σέ σῶμα καί αἷμα Χριστοῦ, καθώς ἱερουργοῦνται μέ πίστη καί φόβο καί πόθο καί εὐλάβεια ἀπό ὅσους ἔχουν ἀξιωθεῖ τήν θεία ἱερωσύνη, καί δέχονται αὐτή τήν μεταβολή μέ τήν ἐνέργεια καί τήν ἐπιφοίτηση τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Δέ γίνεται σῶμα διάφορο ἀπό αὐτό τοῦ Κυρίου, ἀλλά ὁ ἄρτος μεταβάλλεται σέ αὐτό τό ἴδιο σῶμα καί γίνεται πρόξενος ἀφθαρσίας, χωρίς νά φθείρεται»5.

1. Ν.Β. Γκογκόλ Στοχασμοί στη θεία Λειτουργία Ἐκδ. Ἱ. Μ. Παρακλήτου σελ. 13, 148
2. Ἁγ. Νικολάου Καβάσιλα Ἑρμηνεία τῆς Θείας Λειτουργίας Ἐκδ. Τό Περιβόλι τῆς Παναγίας σελ. 21
3. Ἀρχιμ. Ἰουστίνου Πόποβιτς Ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία καί ὁ Οἰκουμενισμός Ἐκδ.Ὀρθόδοξος Κυψέλη σελ. 123
4.Ἁγ. Ἰωάννου Χρυσοστόμου Ε.Π.Ε. τόμ. 25 σελ. 39
5. Φιλοκαλία Ἐκδ. Τό Περιβόλι τῆς Παναγίας σελ. 343

Oρθόδοξος Τύπος, 13/06/2014

«Η ΑΠΕΛΠΙΣΙΑ ΕΙΝΑΙ ΒΛΑΣΦΗΜΙΑ ΚΑΤΑ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΠΝΕΥΜΑΤΟΣ»



Άγιος Αντώνιος επίσκοπος Βορόνεζ (+1846).
Αυτή είναι η αιτία που χάθηκε ο Ιούδας, γι΄ αυτό η απελπισία είναι η πιο βαριά αμαρτία απ΄ όλες τις αμαρτίες που υπάρχουν στον κόσμο. Διότι απελπισία σημαίνει αναίρεση της παντοδύναμης Χάρης του Θεού που μα δόθηκε εξαιτίας των σεπτών Παθών, του Θανάτου και της Αναστάσεως του Χριστού. Είναι βλασφημία κατά του Αγίου Πνεύματος, διότι αν ο Χριστός σήκωσε τις αμαρτίες όλου του κόσμου, είναι δυνατόν να μην σηκώσει και τις δικές μας;
Να μην καθαρίσει με το Πανάγιο και Ζωοποιώ Αίμα Του τις δικές μας αμαρτίες; 
Να μην θεραπεύσει τις πνευματικές και τις σωματικές μας πληγές, με το Θεανθρώπινο Σώμα Του; 
Γι΄ αυτό και δεν έπρεπε να απελπισθεί ο Ιούδας, θα μπορούσε και εκείνος να σωθεί. Αφού ένας άλλος Απόστολος, ο Πέτρος, που αμάρτησε με ίδια μ΄ εκείνον αμαρτία, δεν απελπίστηκε αλλά «εξελθών έξω έκλαυσε πικρώς» (Ματθαίος 26, 75). Και τον συγχώρησε ο Κύριος και οι άγγελοι είπαν στις μυροφόρες γυναίκες «υπάγετε είπατε τοις μαθηταίς αυτού και τω Πέτρω» (Μάρκος 16, 7). Και αυτός είναι ένας από τους δύο κορυφαίους Αποστόλους για την ακράδαντη πίστη του οποίου ο Κύριος είπε : 
«Συ ει Πέτρος, και επί ταύτην τη πέτρα οικοδομήσω μου την εκκλησίαν, και πύλαι άδου ου κατισχύσουσιν αυτής» (Ματθαίος 16, 18).

Τέτοια ελπίδα πρέπει να έχουμε και εμείς για να μπορέσει ο Κύριος να πει μυστικά στην καρδιά μας : «είσαι ο Πέτρος», δηλαδή δυνατός σαν τη πέτρα…
Τέτοια ελπίδα πρέπει να έχουμε και με φόβο Θεού να επιδιώκουμε τη σωτηρία μας.

ΑΓΙΟΣ ΑΝΤΩΝΙΟΣ ΤΟΥ ΒΟΡΟΝΕΖ

ΝΙΚΟΛΑΟΥ Α. ΜΟΤΟΒΙΛΩΦ, 
ΑΠΟΚΑΛΥΠΤΙΚΟ ΥΠΟΜΝΗΜΑ ΤΟΥ ΝΙΚΟΛ. ΜΟΤΟΒΙΛΩΦ ΚΑΙ Ο ΑΓΙΟΣ ΣΕΡΑΦΕΙΜ ΤΟΥ ΣΑΡΩΦ, εκδ. «ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΚΥΨΕΛΗ», 
ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ 2005, σ. 54 κ.ε.



Η ΜΕΘΟΔΟΣ ΤΗΣ ΕΥΧΗΣ ΕΙΣ ΤΗΝ ΥΠΕΡΑΓΙΑ ΘΕΟΤΟΚΟ, ΕΙΣ ΤΟΥΣ ΑΓΙΟΥΣ ΚΑΙ ΕΙΣ ΤΟΥΣ ΚΕΚΟΙΜΗΜΕΝΟΥΣ

Εἰς τήν προηγούμενη σύναξί μας, ἀγαπητοί μου ἐν Χριστῷ ἀδελφοί, εἴχαμε ἀναφερθῆ εἰς τήν προσευχή γιά τούς κεκοιμημένους ἀδελφούς μας, εἰς τό ''Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἀνάπαυσον τούς δούλους σου'', καί εἴχαμε ἀναφέρει, ὅτι αὐτή ἡ προσευχή ἐνδείκνυται καί ἐπιβάλλεται, μέ τό παραπάνω γιά τούς κεκοιμημένους σέ σχέσι μέ τούς ζῶντας ἀδελφούς μας, ἐφ᾽ ὅσον οἱ κεκοιμημένοι δέν μποροῦν πλέον νά βοηθήσουν τόν ἑαυτό τους. Διότι ἔχει πλέον λήξει ἡ προθεσμία μετανοίας τους.

Καί ἐδῶ ἁπλῶς νά ξανατονίσωμε εἰς τήν ἀγάπη σας, ὅτι τήν πρώτη μόνο φορά, ὅταν ξεκινᾶμε τήν εὐχή, εἶναι πολύ καλό καί ἐνδείκνυται νά ἀναφέρωμε κάποια ὀνόματα κεκοιμημένων, ὅπως ὀνόματα συγγενικῶν προσώπων, γνωστῶν μας, ἤ προσώπων γιά τά ὁποῖα αἰσθανόμεθα κάποιας πνευματικῆς ἤ ὑλικῆς φύσεως εὐγνωμοσύνη καί τά παρόμοια. Νά ἀναφέρωμε δηλαδή τήν πρώτη μόνο φορά τά ὀνόματα αὐτά καί μετά, ἐν συνεχείᾳ, χωρίς νά κουραζώμεθα, νά ζαλιζώμεθα, καί ἔτσι νά συγχέεται ὁ νοῦς μας ἐπαναλαμβάνοντας συνεχῶς τά ἴδια ὀνόματα, νά λέμε ἁπλᾶ, μόνο, τό ''Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἀνάπαυσον τούς δούλους Σου''. Ἐκεῖ μέσα, εἰς τό ''ἀνάπαυσον τούς δούλους Σου'', εὑρίσκονται ὅλοι οἱ ἀπ᾽ αἰῶνος κεκοιμημένοι ἀδελφοί μας, ἀλλά ἐπί πλέον, κατά ἕναν ἐντελῶς ξεχωριστό, μοναδικό καί ἰδιαίτερο τρόπο, εὑρίσκονται καί τά ὀνόματα πού ἀναφέραμε τήν πρώτη μόνο φορά, εἰς τήν ἀρχή. Καί ἔτσι οἱ πάντες ὠφελοῦνται, καί οἱ σεσωσμένοι καί οἱ κολασμένοι, ἐφ᾽ ὅσον καί στίς δύο καταστάσεις ὑπάρχουν ἄπειρες διαβαθμίσεις.
Εἰς τό Γεροντικό ἀναφέρεται, σχετικά μέ τόν ἀββᾶ Μακάριο, τό ἑξῆς: «Εἶπε ὁ ἀββᾶς Μακάριος: ''Περπατῶντας κάποτε εἰς τήν ἔρημο, βρῆκα παραπεταμένο στό ἔδαφος ἕνα κρανίο νεκροῦ. Καί κουνῶντας το μέ τό ραβδί, μοῦ μίλησε τό κρανίο. Καί τοῦ λέγω: «Σύ ποιός εἶσαι;» Τό κρανίο μοῦ ἀποκρίθηκε: «Ἐγώ ἤμουν ἱερεύς τῶν εἰδώλων καί τῶν ἐθνικῶν ὅπου εἶχαν ἀπομείνει σέ αὐτόν τόν τόπο. Καί σύ εἶσαι ὁ Μακάριος, ὅπου ἔχεις τό Ἅγιο Πνεῦμα μέσα σου. Ὅταν ἐσύ σπλαγχνισθῆς ὅσους εἶναι στήν κόλασι, Μακάριε, καί προσευχηθῆς γι᾽ αὐτούς, βρίσκουν κάποια παρηγοριά». Τοῦ λέγω: «Ποιά εἶναι ἡ παρηγοριά; Καί ποιά ἡ Κόλασι;» Μοῦ ἀποκρίνεται τό κρανίο: «Ὅσο ἀπέχει ὁ οὐρανός ἀπό τήν γῆ, τόση εἶναι ἡ φωτιά κάτω ἀπό ἐμᾶς. Στεκόμαστε δέ, ἀπό τά πόδια ἕως τό κεφάλι, μέσα σέ αὐτή τήν φωτιά καί δέν μποροῦμε νά κοιτάξωμε κάποιον πρόσωπο μέ πρόσωπο, ἀλλά ἡ ράχη τοῦ ἑνός εἶναι κολλημένη στήν ράχη τοῦ ἄλλου». Πλήρης δηλαδή ἀκοινωνησία. Καί συνεχίζει τό κρανίο λέγοντας: «Ὅταν λοιπόν προσεύχεσαι, Μακάριε, ἐσύ γιά μᾶς, βλέπει κάπως ὁ ἕνας τό πρόσωπο τοῦ ἄλλου. Αὐτή εἶναι ἡ παρηγοριά». Καί ἔκλαψα τότε καί εἶπα: «Ἀλλοίμονο στή μέρα πού γεννιέται ὁ ἄνθρωπος!» Τοῦ λέγω ἔπειτα τοῦ κρανίου: «Ὑπάρχει ἄλλο χειρότερο βάσανο;» Μοῦ λέγει τό κρανίο: «Μεγαλύτερο βάσανο εἶναι ἀπό κάτω μας». Τοῦ λέγω: «Καί ποιοί εἶναι ἐκεῖ;» Μοῦ ἀποκρίνεται τό κρανίο: «Ἐμεῖς, ἐπειδή δέν γνωρίζαμε τόν Θεό, βρίσκομε κάποιο ἔλεος. Ὅσοι ὅμως τόν γνώρισαν καί τόν ἀρνήθηκαν καί δέν ἔπραξαν τό θέλημά Του, ἀπό κάτω μας εἶναι» - δηλαδή εἶναι πολύ χειρότερα. Πῆρα τότε τό κρανίο καί τό ἔθαψα''». Αὐτά, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, μᾶς διηγήθηκε ὁ ἀββᾶς Μακάριος.
Ὅπως μᾶς ἔλεγε καί ὁ π. Παΐσιος, σχετικά γιά τό θέμα αὐτό, ''δέν εἶναι τό ἴδιο πρᾶγμα νά βρίσκεσαι σέ μία σκοτεινή καί ζεστή φυλακή καί νά σκᾶς καί νά μή βλέπης τίποτε, ἀπό τό νά εἶσαι στήν ἴδια φυλακή καί νά ἔχης ἐκεῖ, κάπου-κάπου, τήν δυνατότητα νά πίνης καί κανένα δροσερό ἀναψυκτικό''. Καταλαβαίνετε ἀσφαλῶς, τί ἐννοοῦσε ὁ Γέροντας. Πνευματικό ἀναψυκτικό.
Βέβαια, σπανιώτατα ἔχομε καί περιπτώσεις πού βγῆκαν ἄνθρωποι καί ἀπό αὐτήν τήν κόλασι. Ὄχι δηλαδή ἁπλῶς ἐβελτιώθη ἡ θέσις των, εἴτε αὐτοί εὑρίσκοντο εἰς τήν κόλασι, εἴτε αὐτοί εὑρίσκοντο εἰς τόν Παράδεισο, ἀλλά ἔχομε καί περιπτώσεις, πού καί ἀπό αὐτήν ταύτην τήν κόλασι νά ἔχουν μεταφερθῆ οἱ ψυχές των εἰς τόν Παράδεισον. Ὅπως π.χ. ἀναφέρεται εἰς τήν Πατερική Γραμματολογία, ἡ περίπτωσις πού ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Διάλογος, ἕνας μεγάλος Ἅγιος πού ἔζησε εἰς τήν Δύσι, μετά ἀπό ἐντεταμένη καί ἐκτενεστάτη καί διακαῆ προσευχή, ἔβγαλε ἀπό αὐτήν τήν κόλασι τήν ψυχή ἑνός γνωστοῦ ρωμαίου αὐτοκράτορα, ὀνόματι Τραϊανοῦ.
Κλείνοντας, ὅσα εἴχαμε νά ποῦμε γιά τήν προσευχή γιά τούς κεκοιμημένους μέ τήν μέθοδο αὐτή, ἁπλῶς νά ἀναφέρωμε ὅτι πρέπει νά προσευχώμεθα γιά ὅλους ἀνεξαιρέτως τούς ἀπ᾽ αἰῶνος κεκοιμημένους, ἐκτός φυσικά ἀπό τούς ἐπίσημα ἀναγνωρισμένους Ἁγίους τῆς Ἐκκλησίας μας. Νά τούς βάζωμε ὅλους δηλαδή στό συγχωροχάρτι. Διότι ἀκόμη καί ἐκεῖνοι πού εἶναι πλούσιοι πνευματικά, μέ τίς προσευχές μας γίνονται ἀκόμη πιό πλούσιοι. Ἀκόμη κι ἄν ὑπάρχη ἡ βεβαιότητα, τρόπον τινά, εἰς τήν συνείδησι τῆς Ἐκκλησίας μας γιά κάποιες ψυχές ὅτι ἔχουν μεγάλη παρρησία εἰς τόν Θεό, ὅμως ἀπό τήν στιγμή πού δέν εἶναι ἀναγνωρισμένοι ἐπίσημα ὡς Ἅγιοι, ὀφείλομε ἀδίστακτα νά τούς μνημονεύωμε εἰς τίς Λειτουργίες - αὐτή εἶναι ἡ τάξις τῆς Ἐκκλησίας - καί γενικῶς, νά προσευχώμεθα γιά τίς ψυχές τους.
Διότι, ὅπως ἔλεγε ὁ γνωστός σας π. Παΐσιος ὁ Ἁγιορείτης, ἄν σέ ἕναν πολυεκατομμυριοῦχο δώσης μία, δύο, ἑκατό, χίλιες δραχμές ἐπί πλέον, ὄχι μόνο δέν τοῦ κάνεις κακό, ἀλλά τόν κάνεις ἀκόμη πιό πλούσιο. Μέ καταλαβαίνετε... Ἀλλά καί μέ καλή, λευκή, θεάρεστη ''πονηρία'' νά δοῦμε τό θέμα, ἀπό τήν στιγμή πού αὐτός γιά τόν ὁποῖο προσευχόμεθα ἔχει ὄντως παρρησία στόν Θεό, ἔ, καί αὐτός, μέ τήν σειρά του, θά προσεύχεται ἀκόμη γιά ἕναν λόγο παραπάνω γιά μᾶς, ὁπότε καί ἀπό αὐτήν τήν ἄποψι ἔχομε ἕνα ἐπί πλέον προσωπικό πνευματικό κέρδος.
Ἔτσι λοιπόν, μέ τό ''Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἀνάπαυσον τούς δούλους Σου'', μποροῦμε νά προσευχώμεθα γιά ὅλες τίς ψυχές τῶν κεκοιμημένων.
Καί στό σημεῖο αὐτό, ἄς περάσωμε καί ἄς ἀναλύσωμε εἰς τήν ἀγάπη σας τόν τρόπο μέ τόν ὁποῖο πρέπει, κατ᾽ ἀναλογίαν καί κατ᾽ ἀντιστοιχίαν, νά προσευχώμεθα μέ τήν ἴδια μέθοδο εἰς τήν Παναγία Μητέρα μας. Γιά τόν Χριστό λέμε ''Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησόν με'', ''Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησον ἡμᾶς'', ''Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἀνάπαυσον τούς δούλους Σου''.
Νά δοῦμε τώρα τί μποροῦμε νά ποῦμε, κατ᾽ ἀναλογίαν πάντα, εἰς τήν Ὑπεραγία Θεοτόκο. Ἀλλά πρίν μποῦμε σέ αὐτό τό θέμα, ἄς ποῦμε κάποια πράγματα εἰσαγωγικά, πού εἶναι ἀπαραίτητα.
Ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, ἄν ὁ Χριστός εἶναι ὡς ἄνθρωπος ὀντολογικός μεσίτης τοῦ ἀνθρωπίνου γένους πρός τήν Ἁγία Τριάδα, ἄν δηλαδή αὐτή αὕτη ἡ Ἐνανθρώπισις, ἀπό μόνη της, εἶναι ἡ αἰτία τῆς εὐνοίας τοῦ Θεοῦ στό ἀνθρώπινο γένος, ἐφ᾽ ὅσον ὁ Χριστός, ὡς ἄνθρωπος εὐηρέστησε σέ τέλειο βαθμό τήν Ἁγία Τριάδα - διότι διά τοῦ Χριστοῦ συμφιλιωθήκαμε ξανά μέ τόν ἅγιο ἔνδοξο Τριαδικό Θεό καί αὐτό ὁλοκληρώθηκε φυσικά στό γεγονός τῆς Ἀναλήψεως, κατά τό ὁποῖο ἀνέβηκε ὁλόκληρη ἡ ἀνθρωπίνη φύσις μας σέ αὐτό τοῦτο τό ὕψος τῆς Ἁγίας Τριάδος. Συνέπεια δέ αὐτῆς τῆς συμφιλιώσεως καί τῆς συνδιαλλαγῆς ἦταν ἡ ἐκ νέου ἀποστολή τῆς ἐνεργείας τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ἔ τότε, ἡ Ὑπεραγία Θεοτόκος εἶναι ὁ πιό τέλειος ἠθικός μεσίτης στόν Τριαδικό Θρόνο.
Ἡ παρρησία τῆς Παναγίας εἶναι παμμεγίστη. Ἀρκεῖ νά σκεφθοῦμε, ὅτι ὁ Θεός Της, ταυτόχρονα ὡς ἄνθρωπος εἶναι καί θά εἶναι καί υἱός Της. Ἡ Παναγία, ὅπως λέγει ἕνα τροπάριο, εἶναι ἡ ''αἰτία τῆς τῶν πάντων θεώσεως''. Γι᾽ αὐτό, παράλληλα μέ τίς εὐχές πρός τόν Χριστό μας, κατ᾽ ἀναλογίαν, ἐνδείκνυται καί ἐπιβάλλεται νά λέμε τό ''Ὑπεραγία Θεοτόκε, σῶσον με'', γιά τόν ἑαυτό μας, καί τό ''Ὑπεραγία Θεοτόκε, σῶσον ἡμᾶς'', ὅταν προσευχώμεθα γιά ὅλους τούς ζῶντες, ὅπως ἤδη ἔχομε ἐξηγήσει. Τέλος, νά ἀναφέρωμε τό ''Ὑπεραγία Θεοτόκε, ἀνάπαυσον τούς δούλους Σου'' γιά τούς ἀπ᾽ αἰῶνος κεκοιμημένους ἀδελφούς μας, μέ τήν ἴδια δηλαδή ἀκριβῶς μέθοδο, εἴτε μέ τό κομβοσχοίνι, εἴτε χωρίς αὐτό, ὅπως ἀναφερθήκαμε πιό ἀναλυτικά γιά τίς ἀντίστοιχες προσευχές εἰς τόν Κύριο ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστό.
Βέβαια, ὅπως εἴπαμε, μόνο ὁ Χριστός εἶναι μεσίτης ὀντολογικός, πού σώζει. Καί, ὅταν λέμε ''Ὑπεραγία Θεοτόκε σῶσον με, ἤ σῶσον ἡμᾶς, κλπ.'', ἔχει τήν ἔννοια τοῦ ''πρέσβευε''. Ἔχει λοιπόν τήν σημασία τῆς πρεσβείας. Ἁπλῶς, ἐπειδή ἡ πρεσβεία τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου κατέχει ἐντελῶς ξεχωριστή θέσι μέσα εἰς τήν ἁγία μας Ἐκκλησία, σέ σχέσι δηλαδή μέ τούς ὑπολοίπους Ἁγίους, γι᾽ αὐτό τιμητικά, ἀξίως, δικαίως καί πρεπόντως γιά τήν Παναγία Μητέρα μας, ἐνδείκνυται καλύτερα νά λέμε τό ''Ὑπεραγία Θεοτόκε, σῶσον ἡμᾶς'', ἐνῶ γιά ὅλους τούς ὑπολοίπους Ἁγίους νά λέμε '' Ἅγιοι τοῦ Θεοῦ, πρεσβεύσατε ὑπέρ ἡμῶν''.
Γιά νά ἐννοήσωμε λίγο ἀπό τό μεγαλεῖο τῆς παρρησίας τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου, ἀρκεῖ νά ἀναφερθοῦμε, περιληπτικά καί χωρίς ἱστορικές λεπτομέρειες, εἰς τήν εἰκόνα τῆς Παραμυθίας, ἡ ὁποία εὑρίσκεται εἰς τήν Ἱερά Μονή Βατοπαιδίου τοῦ Ἁγίου Ὄρους. Ἀπό αὐτήν τήν εἰκόνα, θαυματουργικά ἐμίλησε ἡ Παναγία καί προεμήνυσε στούς τότε ἐκεῖ εὑρισκομένους μοναχούς νά λάβουν κάποια μέτρα ἀσφαλείας, γιατί θά ἐδέχοντο πειρατική ἐπίθεσι. Τότε συνέβη καί, σχεδόν ταυτόχρονα, ὁ εἰκονιζόμενος Χριστός τῆς εἰκόνας, πῆγε αὐτόματα νά κλείση τό στόμα τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου λέγοντας: ''Μή τούς προστατεύης αὐτούς τούς μοναχούς. Δέν εἶναι ἄξιοι τῆς ἀποστολῆς των''. Καί, μέ τήν σειρά της, ἡ Ὑπεραγία Θεοτόκος ἐκράτησε τό χέρι τοῦ Χριστοῦ ἀπό τοῦ νά τῆς κλείση τό στόμα τῆς Παναγίας ὁ Χριστός μας. Καί ἀπό τότε δηλαδή παρέμεινε ἡ εἰκόνα αὐτή ζωγραφισμένη ἔτσι καί ὄχι ὅπως τήν εἶχε φτιάξει ὁ ἁγιογράφος στήν ἀρχή. Ἀπό τότε οἱ πιό πολλές κουρές συνηθίζεται νά γίνωνται μπροστά σέ αὐτήν τήν εἰκόνα τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου.
Αὐτά γιά τήν Ὑπεραγία Θεοτόκο, ὡς πρός τόν τρόπο μέ τόν ὁποῖο πρέπει νά προσευχώμεθα εἰς Αὐτήν μέ τήν μέθοδο τῆς νοερᾶς προσευχῆς.
Τέλος, ἐκτός ἀπό τήν Παναγία Μητέρα μας, ὅπως ἤδη ἀναφέραμε, εἶναι συμφέρον γιά μᾶς νά προσευχώμεθα, πάντα κατ᾽ ἀναλογίαν, καί εἰς τούς Ἁγίους τῆς κάθε ἡμέρας, λέγοντας τό '' Ἅγιοι τοῦ Θεοῦ, πρεσβεύσατε ὑπέρ ἐμοῦ''. Διότι τήν κάθε ἡμέρα δέν ἑορτάζουν μόνον ὁ ἕνας ἤ οἱ δύο Ἅγιοι, πού ἀναγράφονται εἰς τό Ἡμερολόγιο, οὔτε μόνον οἱ ἀκόμη περισσότεροι Ἅγιοι τῶν ὁποίων τά ὀνόματα μνημονεύει ὁ ἀναγνώστης στόν ὄρθρο, στό Συναξάρι τῆς Ἡμέρας, τό πρωΐ. Τήν κάθε ἡμέρα ἑορτάζουν ἀκόμη περισσότεροι Ἅγιοι - ἄγνωστοι σέ μᾶς, πού γιά τόν Θεό ὅμως εἶναι Ἅγιοι -, πού ἐκοιμήθησαν ἐκείνη τήν ἡμέρα. Ἐπίσης ὑπάρχουν καί ἄλλοι τοπικοί Ἅγιοι πού δέν ἀναγράφονται εἰς τά Συναξάρια. Ὑπάρχουν καί ἄλλοι πάρα πολλοί Ἅγιοι, πού ἐμεῖς μέν δέν τούς ξέρομε, ἐκεῖνοι ὅμως ξέρουν ἐμᾶς καί εἶναι πνευματικό συμφέρον νά ἐπικαλούμεθα τήν μεσιτεία τους.
Ὅταν ἤμουν λαϊκός, σέ μία συζήτησι μέ τόν Γέροντα Παΐσιο σχετικά μέ τούς Ἁγίους, τότε πρωτοαισθάνθηκα τήν ἐγγύτητα τῶν Ἁγίων. Αὐτό συνέβη λόγῳ τοῦ περιεχομένου καί τῆς πηγαιότητος τῶν λόγων τοῦ Γέροντα. Τότε, ἐν τῇ ἀφελείᾳ μου, κι ἐγώ, αὐθόρμητα, συμπερασματικά, εἶπα στόν Γέροντα: «Δηλαδή Γέροντα ὅλοι οἱ Ἅγιοι μέ ξέρουν καλά...» Καί ὁ Γέροντας ἀστειευόμενος καί πονῶντας εἶπε: «Ἔ, νά τούς δώσης τηλέφωνο καί διεύθυνσι γιά νά σέ βρίσκουν...!» Ἴσως, μέ αὐτήν τήν ἔκφρασί του ὁ Γέροντας νά ἤθελε νά πῆ, ὅτι οἱ Ἅγιοι μᾶς ξέρουν μέν, ἀλλά καί ἐμεῖς πρέπει νά κάνωμε κάτι γιά νά μποροῦν νά μᾶς βρίσκουν, ἤ μᾶλλον νά μᾶς βοηθοῦν. Δηλαδή νά τούς δίνωμε ἀφορμή γιά νά μᾶς βοηθοῦν, καί οἱ Ἅγιοι πάντα θά μᾶς βοηθοῦν. Νά εἶναι τέτοια δηλαδή ἡ στάσι μας, ἡ ζωή μας, τό φρόνημά μας, ὥστε νά ἐπιτρέπωμε στούς Ἁγίους νά μᾶς βοηθοῦν.
Τό 1979, τό καλοκαίρι, ὁ π. Παΐσιος ἔκανε τήν τελευταία του μετακόμισι. Ἄλλαξε Κελλί δηλαδή τότε καί μετεφέρθη ἀπό τό Κελλί τοῦ Τιμίου Σταυροῦ - πού εὑρίσκεται εἰς τήν Καψάλα - εἰς τό τελευταῖο του Κελλί, εἰς τήν Παναγούδα. Εἰς τό Κελλί τοῦ Τιμίου Σταυροῦ ἔμενε ἐπί ἀρκετά χρόνια, πιό παληά, ἕνας μεγάλος Ρῶσος ἀσκητής ὀνόματι παπα-Τύχων, ὁ ὁποῖος ἔκανε τόν Γέροντα Παΐσιο μεγαλόσχημο.
Ὅταν λοιπόν ἔφυγε ἀπό ἐκεῖ ὁ μακαριστός π. Παΐσιος καί πῆγε εἰς τήν Παναγούδα, τό πρῶτο βράδυ τῆς μετακομίσεώς του, ὅπως εἶναι φυσικό, ἦτο κατάκοπος καί, ἐκτός αὐτοῦ, εἶχε καί ὅλα τά σχετικά βιβλία του στά κουτιά, λόγῳ τῆς μετακομίσεως. Τότε τό πρῶτο βράδυ, ὅταν ἐδιάβαζε ἀπ᾽ ἔξω τό Ἀπόδειπνο, καί ἔφθασε στό σημεῖο πού ἔπρεπε νά ἀναγνώση, ἀπό μέσα φυσικά, τό ἀντίστοιχο κοντάκιο, τοῦ Ἁγίου δηλαδή πού ἑώρταζε ἐκείνη τήν ἡμέρα, γιά πρακτικούς λόγους δέν ἔψαξε νά βρῆ τό Μηναῖο, ἀλλά εἶπε: «Ἅγιε τοῦ Θεοῦ - ὅποιος καί νά εἶσαι - πρέσβευε ὑπέρ ἐμοῦ». Τό εἶπε αὐθόρμητα, ἁπλᾶ, φυσικά, ἀλλά καί μέ πίστι. Καί τότε τοῦ ἐνεφανίσθη ὁ ἑορταζόμενος Ἅγιος τῆς ἡμέρας - ἦτο ἡ 3η Ἰουνίου - καί τοῦ αὐτοσυστήθηκε! Μάλιστα, λόγῳ τῆς κούρασης, ὁ Γέρων Παΐσιος δέν κατάλαβε καλά τό ὄνομά του, ὅταν τοῦ αὐτοσυστήθηκε ὁ Ἅγιος. Καί τότε τόν ἐρώτησε ὁ Γέροντας Παΐσιος, μετά τήν σύστασι πού ἔκανε ἀπό μόνος του ὁ Ἅγιος: «Ποιός εἶσαι; Ὁ ἅγιος Λουκιανός;». «Ὄχι, τοῦ εἶπε ὁ Ἅγιος. Εἶμαι ὁ ἅγιος Λουκιλιανός». Διότι ὑπάρχουν, καί ἅγιος Λουκιανός, καί ἅγιος Λουκιλιανός. Καί, ἀπό τότε ὁ Γέροντας ἔχει βάλει μία χάρτινη ἁπλῆ εἰκονίτσα, τήν εἰκόνα τοῦ Ἁγίου Λουκιλιανοῦ, ἐκεῖ, εἰς τό ἐκκλησάκι τοῦ κελλιοῦ του εἰς ἀνάμνησιν, μέχρι τῆς σήμερον, ἐκείνης τῆς ἐπισκέψεως τοῦ Ἁγίου.
Καί πάλι μᾶς ἔλεγε κάποια ἄλλη φορά ὁ ἴδιος Γέροντας γιά κάποιον μοναχό, πού πολλές φορές ἔβλεπε τόν κυριώτερο ἑορταζόμενο Ἅγιο τῆς κάθε ἡμέρας.
Αὐτά τά ὀλίγα, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, γιά τήν προσευχή εἰς τούς Ἁγίους τῆς κάθε ἡμέρας.
Καί νά προσθέσωμε, ὅτι αὐτή ἡ προσευχή, γίνεται, εἴτε μέ τό κομβοσχοίνι, εἴτε χωρίς αὐτό. Ὅταν εὑρισκώμεθα εἰς τήν ἐκκλησία καί ψάλλωνται κάποια τροπάρια τά ὁποῖα ἀναφέρονται σέ κάποιον Ἅγιο, ἐμεῖς παράλληλα μέ τά τροπάρια αὐτά, μποροῦμε νά λέμε '' Ἅγιε τοῦ Θεοῦ, πρέσβευε ὑπέρ ἐμοῦ''.
Ἐπί πλέον νά ἀναφέρωμε ἐδῶ ὅτι, ἄν θέλη κάποιος, μπορεῖ νά λέγη, ἐκτός ἀπό τό '' Ἅγιε τοῦ Θεοῦ, πρέσβευε ὑπέρ ἐμοῦ'', ἀνάλογα μέ τήν περίπτωσι καί τήν περίστασι, ὅπως βγαίνει ἀπό μέσα του, νά λέγη '' Ἅγιε τοῦ Θεοῦ, πρέσβευε ὑπέρ ἡμῶν'', ἤ ἀκόμη νά προσεύχεται εἰς τούς Ἁγίους καί γιά τίς ψυχές τῶν κεκοιμημένων.
Τώρα μετά ἀπό αὐτά, ἄς ἀναφέρωμε ὅτι ἡ σωστότερη ἀναλογία χρόνου, πού πρέπει νά διαθέτωμε μέ τό κομβοσχοίνι, γιά ὅλες τίς προσευχές πού προαναφέραμε εἶναι ἡ ἑξῆς. Χωρίς βέβαια νά εἴμαστε ἀπόλυτοι, ἁπλῶς λέμε ἕναν λογισμό μέ βάσι βέβαια ἐκεῖνα πού ἀκούσαμε ἀπό τούς Γεροντάδες μας:
Τρεῖς μονάδες χρόνου εἰς τόν Χριστό, σταυρωτά, καί μία μονάδα χρόνου εἰς τήν Παναγία, σταυρωτά. Ἐπί πλέον, τρεῖς μονάδες χρόνου εἰς τόν Χριστό, εὐχή, ἐλεύθερα, γιά τόν ἑαυτό μας, καί μία μονάδα χρόνου εἰς τήν Παναγία, εὐχή, ἐλεύθερα, ἐννοεῖται πάλι γιά τόν ἑαυτό μας. Ἀκόμη, τρεῖς μονάδες χρόνου εἰς τόν Χριστό μέ τό ''Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησον ἡμᾶς'', γιά ὅλους τούς ζῶντας, καί μία μονάδα χρόνου εἰς τήν Παναγία, λέγοντας ''Ὑπεραγία Θεοτόκε, σῶσον ἡμᾶς''. Ἐπίσης, τρεῖς μονάδες χρόνου εἰς τόν Χριστό λέγοντας ''Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἀνάπαυσον τούς δούλους Σου'' καί μία μονάδα χρόνου εἰς τήν Ὑπεραγία Θεοτόκο, λέγοντας ''Ὑπεραγία Θεοτόκε, ἀνάπαυσον τούς δούλους Σου''. Καί τέλος, μία μονάδα χρόνου εἰς τούς Ἁγίους τῆς κάθε ἡμέρας.
Τώρα, τόν ὑπόλοιπο χρόνο μποροῦμε καί ἐνδείκνυται νά λέμε κυριώτατα, τό ''Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησόν με'', εἴτε μέ κομβοσχοίνι, εἴτε χωρίς αὐτό, εἴτε παράλληλα μέ ἄλλες ἀσχολίες, ὅπως ἤδη ἔχωμε ἐξηγήσει.
Τώρα, οἱ τρεῖς μονάδες χρόνου μπορεῖ νά εἶναι, εἴτε τριακόσιοι κόμβοι, εἴτε ἑκατό κόμβοι, εἴτε καί ἄλλος ἀριθμός. Ἄν οἱ τρεῖς μονάδες χρόνου εἶναι τριακόσιοι κόμβοι, γιά παράδειγμα, ἔ τότε, ὅπως καταλαβαίνετε, ἡ μία μονάδα χρόνου εἶναι τό ἕν τρίτον, δηλαδή ἑκατό κόμβοι. Ἄν οἱ τρεῖς μονάδες χρόνου εἶναι ἑκατό κόμβοι, τότε ἡ μία μονάδα χρόνου εἶναι περίπου τριάντα τρεῖς κόμβοι. Ὁπότε στήν δεύτερη περίπτωσι βγαίνουν δέκα ἑπτά ἑκατοστάρια - 4Χ4=16, καί 16+1 (εἰς τούς Ἁγίους)=17. Ἐνῶ ἄν εἶναι τριακοσάρια τά κομβοσχοίνια - τά τυπικά εἶναι διάφορα - βγαίνουν δέκα ἑπτά τριακοσάρια. Ὅπως μᾶς ἔλεγε ὁ π. Ἐφραίμ ὁ Κατουνακιώτης, πού ἦταν ἕνας μεγάλος ἀγωνιστής μοναχός, ἔκανε, μόνο κάθε νύχτα, δέκα ἑπτά τριακοσάρια.
Καί στό σημεῖο αὐτό, ἄς ποῦμε κάποια πράγματα σχετικά καί ὠφέλιμα πού μᾶς εἶπε ὁ ἴδιος. Ἡ ρῆσις του ἦταν ἀποτέλεσμα τῆς ἰδικῆς του προσωπικῆς κεκτημένης πείρας, διότι ὁ π. Ἐφραίμ ἦτο πρότυπο μαρτυρικῆς καί ἀγωνιστικῆς ὑπακοῆς. Ἔλεγε: ''Χωρίς ὑπακοή δέν ἔρχεται ἡ εὐχή τοῦ Ἰησοῦ. Κάνε εὐχή ὅση ὥρα θέλεις. Ἄν δέν ἔχης ὑπακοή, δέν θά καρπίση ἡ καρδιακή εὐχή μέσα σου''. ''Καί, ἄν περιφέρεσαι - ἔλεγε σέ κάποιους μοναχούς - ἄσκοπα, πέρα-δῶθε, δέν θά μπορῆς νά λές τήν εὐχή ὅπως πρέπει. Θά πιέζεσαι καί δέν θά βγαίνη. Θά ζορίζεσαι πολύ χωρίς τό ἀνάλογο ἀποτέλεσμα. Ἄν εἶσαι ''γυρολόγος'', ἔτσι τό ἔλεγε, ''δέν θά τρέχη'' - ἀκοῦστε ἔκφρασι - ἡ εὐχή. Ἐνῶ, ἄν πᾶς κάπου, ὄχι ἀπό μόνος σου, ἀλλά ἀπό ὑπακοή στόν Γέροντά σου, ἐκεῖ πού θά πᾶς, ἔστω κι ἄν ὑπάρχουν κάποιοι κίνδυνοι ἤ κάποια ἐξωτερική φασαρία ἤ πολυκοσμία καί τά παρόμοια, θά δῆς ὅτι ἐπειδή εἶσαι στήν ὑπακοή, καί βέβαια ἐπειδή προσέχεις, ἐννοεῖται ὅσο ἐξαρτᾶται ἀπό ἐσένα, κάποιες φορές ἡ εὐχή θά βγαίνη αὐτόματα ἀπό μέσα σου μέ μεγαλύτερη εὐκολία καί ἄνεσι ἀκόμη καί ἀπό τότε πού ἤσουν στήν ἡσυχία τοῦ κελλιοῦ σου''. Φυσικά αὐτό εἶναι μία δωρεά τοῦ Θεοῦ λόγῳ τῆς ὑπακοῆς.
Ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, εἶναι ὄντως πολύ λεπτή ἡ πνευματική ζωή. Εἶναι ἐπιστήμη ἐπιστημῶν, τέχνη τεχνῶν. Πολλές φορές ἕνας σωστός λογισμός, μία σωστή ἐσωτερική μας τοποθέτησι, γίνεται γενεσιουργός αἰτία νά ἔρχεται ἡ εὐχή στόν ὕπνο, ἤ νά διευκολύνη τήν εὐχή κατά τόν ξύπνιο μας. Ἐνῶ ἀντίθετα ἕνας κακός λογισμός, μία μή σωστή τοποθέτησί μας, ἔστω καί σέ ὕπουλη, σέ λανθάνουσα μορφή, κρυμμένη μέσα μας, γίνεται δυστυχῶς πνευματικός φράχτης, πού ἐλαχιστοποιεῖ τήν παροχή, τήν ρευστότητα, τήν εὐκολία τῆς εὐχῆς. Γίνεται ἀνασταλτικός παράγοντας γιά τήν εὐχή. Γι᾽ αὐτό ἔλεγε καί κάποιος Γέροντας, ''ὅσο ἀξίζει μερικές φορές ἕνας σωστός λογισμός, δέν ἀξίζουν ἐπί παραδείγματι χίλιες μετάνοιες''.
Ἐπίσης στό σημεῖο αὐτό νά ἀναφέρωμε, ὅτι μποροῦμε ἐάν θέλωμε, καί κατόπιν βέβαια συνεννοήσεως μέ τόν πνευματικό μας, νά κάνωμε κάποιες ἀκολουθίες, ἰδιαίτερα ὅταν δέν ὑπάρχη ἡ δυνατότητα νά πᾶμε στήν ἐκκλησία, ἤ γιά κάποιο λόγο δέν ἔχομε τίς ἀπαραίτητες συνθῆκες ἤ τά σχετικά βιβλία πού ἀπαιτοῦνται κλπ. Μποροῦμε λοιπόν κάποιες ἀκολουθίες νά τίς κάνωμε μέ τό κομβοσχοίνι, εἴτε λέγοντας τήν εὐχή προφορικά, εἴτε νοερά, μέ ἤ χωρίς κομβοσχοίνι ἀνάλογα, εἴτε αὐτή ἡ ἀκολουθία εἶναι Ἑσπερινός, ἤ Ὄρθρος, ἤ Ἀπόδειπνο, ἤ Θεία Μετάληψι, ἤ Παράκλησι στήν Παναγία μας, ἤ ἄλλες ἀκολουθίες.
Βέβαια δέν θά θέλαμε σήμερα νά ἀναφερθοῦμε σέ λεπτομέρειες εἰς τήν ἀγάπη σας, τοὐλάχιστον στήν φάσι αὐτή, ἀλλά σάν πρώτη ἐνημέρωσι ἀναφέρομε, ὅτι τόν χρόνο πού πάνω-κάτω ἀπαιτεῖται γιά κάποια συγκεκριμένη ἀκολουθία πού θέλομε νά κάνωμε μέ τό κομβοσχοίνι, τόν χρόνο λοιπόν αὐτόν τόν χωρίζομε, κατά προσέγγισι βέβαια, σέ εὐχή στόν Χριστό, σέ εὐχή στήν Παναγία καί σέ εὐχή στόν Ἅγιο ἤ στούς Ἁγίους πού ἐκείνη τήν ἡμέρα ἑορτάζουν. Ἐπί παραδείγματι, ἄν ἕνας καθημερινός Ἑσπερινός διαρκῆ περίπου μισή ὥρα, μποροῦμε νά κάνωμε, πάνω-κάτω, εἴκοσι λεπτά εὐχή στόν Χριστό - ''Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησόν με'' - πέντε λεπτά περίπου στήν Ὑπεραγία Θεοτόκο, λέγοντας ''Ὑπεραγία Θεοτόκε, σῶσον με, ἤ σῶσον ἡμᾶς'', καί πέντε λεπτά περίπου στούς Ἁγίους τῆς ἡμέρας πού ἑορτάζουν. Βέβαια, ὅλα αὐτά δέν μπαίνουν σέ καλούπια καί οὐσιαστικά εἶναι θέμα προσωπικό τοῦ καθενός καί θέμα τῆς συνεννοήσεώς του μέ τόν πνευματικό. Τά τυπικά εἶναι πάρα πολλά. Ὅλα εἶναι καλά καί ἅγια, ἀρκεῖ νά γίνωνται μέ σωστή διάθεσι.
Μάλιστα ἐν προκειμένῳ ἔλεγε ὁ π. Ἐφραίμ ὁ Κατουνακιώτης, ὅτι: ''Ὅταν κάνης μόνος σου εὐχή, ὅλο τό κέρδος εἶναι καθαρό, εἶναι δικό σου, νά ποῦμε...''. Ἔτσι ὡμιλοῦσε... ''Ἐνῶ, ἄν εἶναι πολλοί παρόντες, μία συμβαίνει τό ἕνα, μία τό ἄλλο, καί λίγο-πολύ ἐπέρχεται μία κάποια διάσπασις''. Βέβαια ὁ Γέροντας μᾶλλον ὡμιλοῦσε γιά τόν ἑαυτό του. Γιά μᾶς τά πράγματα δέν εἶναι ἀκριβῶς ἔτσι. Σέ μᾶς χρειάζεται καί τό ἕνα καί τό ἄλλο. Δηλαδή χρειάζεται καί ἡ κοινή προσευχή καί ἡ κατά μόνας προσευχή.
Συμπληρωματικά ἄς ἀναφέρωμε στό σημεῖο αὐτό, ὅτι μέ τήν μέθοδο αὐτή τῆς προσευχῆς τοῦ Ἰησοῦ, εἴτε μέ κομβοσχοίνι, εἴτε χωρίς αὐτό, ἐνδείκνυται καί ἐπιβάλλεται νά κάνωμε καί ἄλλου εἴδους προσευχές, εἴτε αὐτές εἶναι ἱκετευτικές, εἴτε εἶναι δοξολογικές, κλπ. Μποροῦμε ἐπί παραδείγματι νά λέμε ''Ἁγία Τριάς ὁ Θεός, ἐλέησον καί σῶσον ἡμᾶς''. Νά τό λέμε δηλαδή μέ ἤ ἄνευ κομβοσχοινοῦ, ἤ νά προσευχώμεθα στόν ἅγιο φύλακα ἄγγελό μας. Ἤ ἀκόμη καί σέ ὅλους τούς ἀσωμάτους ἁγίους ἀγγέλους, ἰδιαίτερα δέ κάθε Δευτέρα, πού ὡς γνωστόν τιμῶνται ὅλες οἱ οὐράνιες δυνάμεις.
Μποροῦμε ἐπί πλέον νά προσευχώμεθα στόν Σταυρό τοῦ Χριστοῦ, πού ἔχει δύναμι ἀκατάλυτη, λέγοντας ''Σταυρέ τοῦ Χριστοῦ, σῶσον ἡμᾶς τῇ δυνάμει Σου''.
Ἀκόμη, καλό εἶναι νά προσευχώμεθα στούς Ἁγίους Πάντας, λέγοντας '' Ἅγιοι Πάντες, πρεσβεύσατε ὑπέρ ἐμοῦ, ἤ πρεσβεύσατε ὑπέρ ἡμῶν'', ἀνάλογα μέ τήν περίστασι. Καί βέβαια ἐπιβάλλεται νά προσευχώμεθα καί στόν Ἅγιο τοῦ ὁποίου φέρομε τό ὄνομα. Ἔτσι βλέπομε ὅτι οἱ περιπτώσεις αὐτές, πού μποροῦμε νά κάνωμε πολλές ἄλλες προσευχές μέ το κομβοσχοίνι ἤ χωρίς αὐτό, εἶναι πάρα πολλές.
Πρίν ἀρκετά χρόνια στό Ἅγιον Ὄρος, ὑπῆρχε ἕνας μοναχός πολύ βιαστής, πού ἐνῶ ἔκανε κομβοσχοίνι στήν Λιτή ἑνός μοναστηριοῦ, εἶδε σέ ὅραμα, κατά τήν διάρκεια τῆς εὐχῆς, τόν ἀρχάγγελο Μιχαήλ, ὅπως ἀκριβῶς εἶναι ἁγιογραφημένος στίς εἰκόνες αὐτοῦ τοῦ ἰδίου μοναστηριοῦ. Τόν εἶδε μέ μανδύα πού ἀνοιγόκλεινε. Βέβαια αὐτός ὁ μοναχός τήν στιγμή ἐκείνη, ποῦ νομίζετε ὅτι ἔκανε εὐχή; Ἔκανε εὐχή εἰς τούς Ἁγίους Πάντας. Καί ὅμως τοῦ ἐνεφανίσθη ἐν ὁράματι ὁ ἀρχάγγελος Μιχαήλ. Καί αὐτό μπορεῖ νά γίνη, διότι ὅλος ὁ οὐράνιος κόσμος διέπεται ἀπό τήν κοινή ἐνέργεια τοῦ ἑνὀς καί τοῦ αὐτοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ὅπως συμβαίνει καί τό ἀντίστροφο. Τό ἕν καί τό αὐτό Ἅγιο Πνεῦμα ἐνεργεῖ ἀναλόγως καί ποικιλοτρόπως, ὅπως Αὐτό κρίνει.
Καί ἐδῶ ἄς ἀναφέρωμε ὅτι ὁ ἴδιος αὐτός μοναχός, ὁ ὁποῖος σημειωτέον ἦτο καί πολύ καλλίφωνος, κάποια φορά ἐνῶ ἔψαλλε, παρασύρθηκε ἀπό τήν γλυκύτητα τῆς μελωδίας του καί ξέφυγε ὁ νοῦς του ἀπό τά νοήματα τῶν τροπαρίων τά ὁποῖα ἔψαλλε. Καί ἐπέτρεψε ὁ Θεός καί ἄνοιξαν τά ἐσωτερικά πνευματικά μάτια τῆς ψυχῆς του καί τί εἶδε, λέτε; Εἶδε τόν διάβολο νά χορεύη κάτω ἀπό τόν πολυέλαιο, νά τόν κοροϊδεύη καί νά σαρκάζη εἰς βάρος του. Τότε ἔπαθε τέτοιο πνευματικό σόκ, πού μετά δυσκολίας μπόρεσε νά τελειώση τό τροπάριο τό ὁποῖο ἔψαλλε. Ἀπό τότε θεωροῦσε τόν ἑαυτό του παίγνιο τῶν δαιμόνων καί μετά, ἄν καί ἦτο ὅπως ἤδη εἴπαμε πάρα πολύ καλλίφωνος, μετά μεγίστης δυσκολίας ἐδέχετο νά ψάλλη.
Τώρα ἐν κατακλεῖδι ἄς ἀναφέρωμε, ὅτι ὅταν εἶναι δυνατόν, εἶναι προτιμητέο νά γίνεται ἀπό τήν πλευρά μας κάποια σχετική προετοιμασία γιά τήν εὐχή. Εἶναι πάρα πολύ καλό, ἄν κάποια στοιχειώδης μελέτη προηγῆται τῆς εὐχῆς, γιατί ἔτσι συγκεντρώνεται καλύτερα ὁ νοῦς μας στήν εὐχή. Ἡ μνήμη τοῦ θανάτου θά μᾶς βοηθήση πάρα πολύ, γιά νά γίνη ἡ προσευχή μας πιό καθαρή, πιό ἀμετεώριστη, χωρίς δηλαδή διασπάσεις καί μετεωρισμούς. Καί γενικῶς, ὅ,τι μᾶς βοηθάει στήν συγκέντρωσι καί στήν καλυτέρα προσωπική μας ἀπόδοσι στό συνεχές ἀγώνισμα τῆς εὐχῆς, εἶναι ὄντως εὐλογημένο. Ἐνῶ ἀντίστροφα, ὅ,τι μᾶς ἀποσπᾶ καί μᾶς ἐμποδίζει, πρέπει εἰ δυνατόν, πάσῃ θυσίᾳ νά τό ἀποβάλλωμε.
Κάποιος μοναχός ἐπί παραδείγματι μέ τό σκουφί του ἐκάλυπτε κάποιες φορές καί τά ἴδια του τά μάτια, ὅταν ἔλεγε τήν εὐχή, γιά νά μή δέχεται ἐξωτερικές παραστάσεις καί περισπᾶται ὁ νοῦς του. Βέβαια, οἱ περιπτώσεις εἶναι ἀμέτρητες, ἀνάλογα μέ τίς συνθῆκες καί τίς προσωπικές ἰδιοσυγκρασίες τοῦ καθενός. Τό ζητούμενο ὅμως εἶναι νά δημιουργοῦμε κατάλληλο κλῖμα γιά τήν προσευχή.
Αὐτά ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, σέ πρώτη βέβαια φάσι, εἴχαμε νά ἀναφέρωμε εἰς τήν ἀγάπη σας περί εὐχῆς. Ἄν χρειασθῆ, θά ἐπανέλθωμε εἰς τό μέλλον.
Νά μή ξεχνοῦμε ὅμως ποτέ, ὅτι ἡ εὐχή δέν μπορεῖ τελικά νά διδαχθῆ. Ὅπως καί ὅλα τά πνευματικά θέματα στό βάθος τους δέν μποροῦν νά διδαχθοῦν. Ὅλα αὐτά μαθαίνονται τελικά ἐκ πείρας. 
Ἡ προσευχή ποτέ δέν πάει χαμένη. Ὁ πειρασμός ὅμως γι᾽ αὐτόν ἀκριβῶς τόν λόγο, θέλει νά βρίσκη τρόπους νά μᾶς ἐμποδίζη ἀπό τήν προσευχή. Πάντα καραδοκεῖ, μέ τήν α´ ἤ β´ μορφή καί προσπαθεῖ νά μᾶς ἀποσπάση τήν προσοχή, ὥστε τελικά νά μή προσευχώμεθα, ἤ νά προσευχώμεθα ὅσο γίνεται λιγώτερο καί ὄχι σωστά. Γιατί ἁπλούστατα μέ τήν προσευχή, ἐκτός τῶν ἄλλων πνευματικῶν ὠφελειῶν πού ἔχομε, φρίσσουν τά δαιμόνια.
Μᾶς ἔλεγε σχετικά ὁ μακαριστός Γέροντας Παΐσιος: ''Πολλές φορές ὁ πειρασμός μοῦ στέλνει ἀνθρώπους, ὄχι γιά ὠφέλεια, ἀλλά γιά νά μέ ἀποσπάση ἀπό τήν προσευχή. Ἀλλά καί τό ἀντίθετο συμβαίνει. Καταλαβαίνω πότε τούς ἀνθρώπους πού ἔρχονται ἐδῶ τούς στέλνει ὁ Θεός''. 
Ἀγαπητοί μου ἀδελφοί εὔχομαι, ὅπως τό μικρό παιδί, τό βρέφος, δέν καταλαβαίνη μέν ἀπό τί ἀποτελεῖται τό γάλα, ὅμως διαισθάνεται ὅτι τρέφεται ἀπό αὐτό, γι᾽ αὐτό καί τό ἀναζητᾶ διακαῶς καί μέ κλάμμα καί τό ρουφᾶ, ἔτσι κι ἐμεῖς, μέ πάντα νηπιακό φρόνημα, νά ρουφοῦμε τίς ἐνέργειες τῆς εὐχῆς μέσα μας. Διότι ἀρκετοί γράφουν βιβλία ὁλόκληρα γιά τήν εὐχή, καί καλά κάνουν ἀπό μία ἄποψι, ἀλλά τό πλέον ζητούμενο γιά ὅλους μας, εἶναι ποιός τελικά γλυκαίνεται καί γεύεται τούς ἀτελείωτους καρπούς τῆς προσευχῆς. Γιά νά γίνη ὅμως αὐτό, ὅπως ἤδη ἔχομε ἀναλύσει, χρειάζεται ἀγῶνας.
Ἀγῶνας λοιπόν. Ἀγωνίζεσθε ἀδελφοί μου, ἀγωνίζεσθε. Γιατί ἐκεῖνο πού ἔχει ἀνάγκη ὁ κόσμος σήμερα εἶναι τελικά ἡ ὕπαρξις ἁγίων ψυχῶν. Καί ὅσο ἀξίζει μία χαριτωμένη καί ἁγιασμένη ψυχή καί ὅσα καταφέρει νά κάνη μία τέτοια ψυχή, δέν μποροῦν, ὅσο καί ἄν θέλουν, ὅσο καί ἄν προσπαθοῦν, ὅλοι οἱ ὑπόλοιποι νά κάνουν. Διότι δυστυχῶς εἰς τίς ἡμέρες μας - φαίνεται ὅτι εἶναι γενικό τό κακό -, ἐμεῖς οἱ σύγχρονοι Ὀρθόδοξοι κατά κανόνα, ρίχνομε τό βάρος στήν ἐξωτερική ὀργάνωσι τῆς ζωῆς μας, κλπ., καί δέν φροντίζομε ὅσο πρέπει γιά τόν προσωπικό μας ἁγιασμό. Ἐνῶ χρειάζονται καί τά δύο. Καί πρωτίστως, πολύ περισσότερο εἶναι ἀπαραίτητος ὁ προσωπικός μας ἁγιασμός. Ὅλα δέ τά ὑπόλοιπα μέ τά ὁποῖα ἀσχολούμεθα, δέν πρέπει παρά νά συντελοῦν τελικά εἰς τήν δική μας πνευματική πρόοδο. Ἄν κάναμε ἐσωτερική ἐργασία στόν ἑαυτό μας, τελικά καί τόν ἑαυτό μας θά σώζαμε καί θά βελτιώναμε, καί πολλούς ἄλλους θά παρασύραμε εἰς τήν σωτηρία χωρίς ἰδιαίτερη προσπάθεια. Ἐνῶ, ἐμεῖς συνήθως κάνομε τό ἀντίθετο. Πρίν ἀσχοληθοῦμε μέ τόν ἑαυτό μας, κοιτᾶμε νά σώσωμε τούς ἄλλους, ὁπότε οὔτε ἐμεῖς ὠφελούμεθα, ἀλλά καί οἱ ἄλλοι γιά λόγους προφανεῖς κλωτσᾶνε καί σκανδαλίζονται.
Αὐτά, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, εἶχα νά ἀναφέρω εἰς τήν ἀγάπη σας.
Εὔχομαι λοιπόν, ὅλοι μας νά οἰκειοποιηθοῦμε αὐτήν τήν μέθοδο τῆς προσευχῆς πού ἀνεπτύξαμε, γιατί ὅπως εἴπαμε, εἶναι μέν ἡ πιό ἁπλῆ, ἀλλά ταυτόχρονα εἶναι καί ἡ πιό δραστική μέθοδος προσευχῆς ἐναντίον τῶν τριῶν μεγάλων μας ἐχθρῶν, τοῦ ἑαυτοῦ μας, τοῦ διαβόλου καί τοῦ κόσμου, οὕτως ὥστε νικηταί τῆς πολυποίκιλης ἁμαρτίας νά εἰσέλθωμε Χάριτι Θεοῦ εἰς τήν Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν.

Ἀμήν. Γένοιτο.


Ἀρχιμανδρίτης Ἀρσένιος Κατερέλος,
Ἡγούμενος Ἱ. Μονῆς Ἁγίου Νικολάου Δίβρης Φθιώτιδος
(Ἑσπερινή ὁμιλία στόν Ἱ. Ναό Παναγίας Δεσποίνης Λαμίας κατά τό ἔτος 1999)