.

.

Δός μας,

Τίμιε Πρόδρομε, φωνή συ που υπήρξες η φωνή του Λόγου. Δος μας την αυγή εσύ που είσαι το λυχνάρι του θεϊκού φωτός. Βάλε σήμερα τα λόγια μας σε σωστό δρόμο, εσύ που υπήρξες ο Πρόδρομος του Θεού Λόγου. Δεν θέλουμε να σε εγκωμιάσουμε με τα δικά μας λόγια, επειδή τα λόγια μας δεν έχουν μεγαλοπρέπεια και τιμή. Όσοι θα θελήσουν να σε στεφανώσουν με τα εγκώμιά τους, ασφαλώς θα πετύχουν κάτι πολύ πιό μικρό από την αξία σου. Λοιπόν να σιγήσω και να μη προσπαθήσω να διακηρύξω την ευγνωμοσύνη μου και τον θαυμασμό μου, επειδή υπάρχει ο κίνδυνος να μη πετύχω ένα εγκώμιο, άξιο του προσώπου σου;

Εκείνος όμως που θα σιωπήσει, πηγαίνει με τη μερίδα των αχαρίστων, γιατί δεν προσπαθεί με όλη του τη δύναμη να εγκωμιάσει τον ευεργέτη του. Γι’ αυτό, όλο και πιό πολύ σου ζητάμε να συμμαχήσεις μαζί μας και σε παρακαλούμε να ελευθερώσεις τη γλώσσα μας από την αδυναμία, που την κρατάει δεμένη, όπως και τότε κατάργησες, με τη σύλληψη και γέννησή σου, τη σιωπή του πατέρα σου του Ζαχαρία.

Άγιος Σωφρόνιος Ιεροσολύμων

Ἡ καρδιά καί τά δάκρυα



Ὅπως τά λουλούδια στόν κῆπο θέλουν πότισμα γιά ν' ἀνθίσουν,
ἔτσι καί ἡ ξερή ἔρημος τῆς καρδιᾶς μας, 
στεγνή καλῶν, θέλει βροχές δακρύων
γιά νά ἀνθίσουν οἱ καρποί τῆς μετανοίας καί τῶν ἀρετῶν
καί γιά νά γίνει Κῆπος τῆς Ἐδέμ μέ μόνιμο κάτοικό της τόν Κύριο! 

Ἡ καρδιά χωρίς δάκρυα
εἶναι καράβι χωρίς θάλασσα.
Σέ ποιό ἀπάνεμο λιμάνι μπορεῖ νά ταξιδέψει 
καί ν' ἀράξει ἕνα καράβι χωρίς θάλασσα;
Στόν εὔδιο λιμένα τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ, 
ποιά καρδιά μπορεῖ νά φθάσει χωρίς δάκρυα καί ν' ἀναπαυθεῖ;

Ἡ καρδιά τοῦ ἀνθρώπου τοῦ κόσμου,
ἀποζητᾶ τό γέλιο γιά τόν ἑαυτό της καί τούς ἄλλοιυς.
Ἡ καρδιά τοῦ ἀνθρώπου τῶν Οὐρανῶν, 
ἀποζητᾶ τά δάκρυα πού χύνονται γιά τόν Θεό! 

Τίποτε δέν φέρνει γαλήνη σέ μιά καρδιά, ὅσο τά δάκρυα.
Στό ρεῦμα τους καθώς κυλοῦν ξεπροβοδίζει τίς ἁμαρτίες της.
Καί οἱ κρυστάλλινες αὐλακιές πού διαγράφουν στίς παρειές
λένε στόν Θεό τελειότερα, 
ὅσα δέν μποροῦν νά ἐκφράσουν καί οἱ πιό πλούσιες λέξεις!

Στά πολλά λόγια τοῦ στόματος, 
μπορεῖ ὁ Θεός ἀκόμα καί νά στρέψει τό Πρόσωπό Του ἀντίθετα.
Μά καί στό ἕνα ἀκόμη δάκρυ μετανοίας καί ἀγάπης τῆς καρδιᾶς,
τό βλέμμα τοῦ Θεοῦ μαγνητίζεται πάνω της
καί ἡ Χάρις Του σπεύδει παρακλητικά νά τό μαζέψει 
καί νά τό φυλάξει ἀλησμόνητο γιά τήν σωτηρία τοῦ κλαίοντος!



ΤΟ ΚΛΕΙΔΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ ΖΩΗ ΕΙΝΑΙ Η ΕΥΧΗ



Να προσεύχεσθε στον Θεό με ανοιχτά τα χέρια. Αυτό είναι το μυστικό των αγίων. Μόλις άνοιγαν τα χέρια τους, τους επεσκέπτετο η θεία χάρις. Οι Πατέρες της Εκκλησίας χρησιμοποιούν ως πιο αποτελεσματική την μονολόγιστη ευχή: «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με». Το κλειδί για την πνευματική ζωή είναι η ευχή. Την ευχή δεν μπορεί κανείς να την διδάξει, ούτε τα βιβλία ούτε ο γέροντας, ούτε κανείς. Ο μόνος διδάσκαλος είναι η θεία χάρις. Αν σας πω ότι το μέλι είναι γλυκό, είναι ρευστό, είναι έτσι κι έτσι, δεν θα καταλάβετε, αν δεν το γευθείτε. Το ίδιο και στην προσευχή, αν σας πω, «είναι έτσι, νιώθεις έτσι» κ.λπ., δεν θα καταλάβετε, ούτε θα προσευχηθείτε, «ει μη εν Αγίω Πνεύματι» (Α΄Κορ. 12,3).
Μόνο το Πνεύμα το Άγιον, μόνο η χάρις του Θεού μπορεί να εμπνεύσει την ευχή. Δεν είναι δύσκολο να πείτε την ευχή˙ αλλά δεν μπορείτε να την πείτε σωστά, γιατί κλωτσάει ο παλαιός εαυτός σας. Αν δεν μπείτε στην ατμόσφαιρα της χάριτος, δεν θα μπορέσετε να κάνετε την ευχή. Μόλις ακούσετε προσβλητικό λόγο, λυπάστε και μόλις σας πουν καλό λόγο, χαίρεστε και λάμπετε; Μ’ αυτό δείχνετε ότι δεν είστε έτοιμοι, δεν έχετε τις προϋποθέσεις. Για να έλθει η θεία χάρις, πρέπει ν’ αποκτήσετε τις προϋποθέσεις, την αγάπη και την ταπείνωση, διαφορετικά δημιουργείται αντίδραση. Για να μπείτε σ’ αυτή τη φόρμα, θα ξεκινήσετε απ’ την υπακοή. Πρέπει πρώτα να δοθείτε στην υπακοή, για να έλθει η ταπείνωση. Βλέποντας την ταπείνωση, ο Κύριος στέλνει την θεία χάρι κι έπειτα έρχεται μόνη, αβίαστα, η προσευχή. Αν δεν κάνετε υπακοή και δεν έχετε ταπείνωση, η ευχή δεν έρχεται και υπάρχει και φόβος πλάνης. Να ετοιμάζεστε σιγά – σιγά, απαλά – απαλά και να κάνετε την ευχή μέσα στο νου. Ό,τι είναι στο νου, είναι και στην καρδιά.

«Βίος και Λόγοι» Αγίου Γέροντος Πορφυρίου Καυσοκαλυβίτου
Ιερά Μονή Χρυσοπηγής
Χανιά 2003
Μέρος Β΄: Λόγοι περί Προσευχής.



Πῶς θά γευθῶ τήν πραγματική ἐλευθερία;


Μικρός, γυμνός καί ἀβοήθητος προχωρεῖς στήν ἐφαρμογή μιᾶς ἀπό τίς πιό δύσκολες ἐντολές:"Νά πολεμᾶς τίς ἐγωιστικές σου ἐπιθυμίες". Τελικά αὐτό σημαίνει νά "καταδιώκεις τόν ἑαυτό σου", ἐναντίον τοῦ ὀποίου στρέφεται ὁ ἀγώνας σου. 
Γιατί ὅσο κυριαρχεῖ ἡ ἐγωιστική σου θέληση, δέν μπορεῖς νά προσεύχεσαι μέ καθαρή καρδιά στόν Κύριο καί νά Τοῦ λες: 

Γεννηθήτω τό θέλημά Σου. Ἄν δέν μπορέσεις νά ἀπαρνηθεῖς τή μεγάλη ἰδέα πού ἔχεις γιά τόν ἑαυτό σου δέ θά μπορέσεις μέ κανένα τρόπο νά κατακτήσεις τό ἀληθινό μεγαλεῖο. 
Ἄν δέν ἀρνηθεῖς τήν ἐλευθερία σου δέ θά γευτεῖς στήν ἀληθινή ἐλευθερία ὅπου μία μόνο θέληση κυριαρχεῖ, τοῦ Θεοῦ.

Τό βαθύ μυστικό τῶν ἁγίων εἶναι τοῦτο: 
Μήν ἐπιθυμεῖς κανενός εἴδους ἐγωιστική ἐλευθερία καί θά σοῦ δοθεῖ ἡ πραγματική ἐλευθερία.


Τίτο Κολλιάντερ
Ο ΔΡΟΜΟΣ ΤΩΝ ΑΣΚΗΤΩΝ
Ἐκδόσεις "ΑΚΡΙΤΑΣ"


ΜΟΝΑΧΟΣ ΜΑΣ ΕΙΠΕ… ΠΡΟΣΕΥΧΗ ΠΡΟΣΕΥΧΗ ΠΡΟΣΕΥΧΗ ΤΩΡΑ!

Τό σημερινό μήνυμα τοῦ Ἁγ. Κοσμᾶ τοῦ Αἰτωλοῦ


Ἔχω διαιρέσει τήν παρουσίαση τοῦ θέματός μου σέ δύο μέρη. Στό πρῶτο μέρος θά ἤθελα νά ἀφήσουμε νά ἐντυπωθεῖ ὁ λόγος τοῦ Ἁγ. Κοσμᾶ ἀπ’ εὐθείας στίς καρδιές μας. Πρόκειται γιά λόγο ἀπόλυτα πατερικό, διαχρονικό, ἄρα καί πάντα ἐπίκαιρο. Στό δεύτερο μέρος θά ἀποτολμήσω νά δῶ τήν ἐποχή μας λίγο μέ τά μάτια τοῦ Ἁγ. Κοσμᾶ.
Ἀλλά, ἄς ἀφήσουμε τόν ἴδιο τόν Ἅγιο νά μᾶς μιλήσει καί ἀρχικά νά μᾶς ἐμφυσήσει κάτι, ἔστω, ἀπό τό φλογερό του ζῆλο γιά τόν Χριστό καί τήν διάδοση τοῦ Εὐαγγελίου ἀλλά καί ἀπό τήν ταπείνωσή του. 
Στήν 1η Διδαχή λέει: «Ἀνίσως, ἀδελφοί μου, καί ἦτο δυνατόν νά ἀνεβῶ εἰς τόν οὐρανόν, νά φωνάξω μίαν φωνήν μεγάλην, νά κηρύξω εἰς ὅλον τόν κόσμον, πώς μόνος ὁ Χριστός μας εἶνε Υἱός καί Λόγος τοῦ Θεοῦ, καί Θεός ἀληθινός, καί ζωή τῶν πάντων, ἤθελα νά τό κάμω. Καί ἐπειδή δέν δύναμαι νά πράξω ἐκεῖνο τό μέγα, κάμω τοῦτο τό μικρόν, καί περιπατῶ ἀπό τόπον εἰς τόπον, καί διδάσκω τούς ἀδελφούς μου τό κατά δύναμιν, ὄχι ὡς διδάσκαλος, ἀλλ’ ὡς ἀδελφός∙ διδάσκαλος μόνον ὁ Χριστός μας εἶνε.»
Ὁ Πατροκοσμᾶς, «ζηλωτής τῶν ἀποστόλων γενόμενος», ὅπως λέγει τό Ἀπολυτίκιό του, ἀφήνει τήν ἄσκησή του στό Ἅγιον Ὅρος προκειμένου νά βοηθήσει τούς ἀδελφούς του. 
Καί, παρ’ ὅτι ὡς καλόγηρος πού θέλει νά φυλάξει τήν παρθενία του σύμφωνα μέ τά ἴδια του τά λόγια θά ὤφειλε λόγῳ τῶν παθῶν πού ἀκολουθοῦν τόν ἄνθρωπο νά ἀποφεύγει τόν κόσμο καί περισσότερο ἀκόμα τήν γυναίκα, ἐκεῖνος στρέφεται μέ ὅλη αὐτή του τήν ἀγάπη πρός τόν κόσμο καί τόν συναναστρέφεται καί ὁμολογεῖ: «μά ἐπειδή τό γένος μας ἔπεσεν εἰς ἀμάθειαν, εἶπα: Ἄς χάση ὁ Χριστός ἐμένα, ἕνα πρόβατον, καί ἄς κερδίση τά ἄλλα. Ἴσως ἡ εὐσπλαχνία τοῦ Θεοῦ καί ἡ εὐχή σας, σώση καί ἐμένα.»
Ὁ Ἁγ. Κοσμᾶς ὑπῆρξε ἕνας συναρπαστικός διδάσκαλος. Ὁ λόγος του γεμάτος μέ εἰκόνες καί ἀπόλυτα ζωντανός. Τό ἀπόσπασμα πού ἀκολουθεῖ, ἀπό τήν 4η Διδαχή του, φανερώνει τή δύναμη αὐτή τοῦ Λόγου του: «κἄν ὁ οὐρανός νά κατεβῆ κάτω, κἄν ἡ γῆ νά ἀνεβῆ ἐπάνω, κἄν ὅλος ὁ κόσμος νά χαλάση, σήμερον, αὔριον, νά μή σᾶς μέλλη τί ἔχει νά κάμη ὁ Θεός. Τό κορμί σας ἄς τό καύσουν, ἄς τό τηγανίσουν∙ τά πράγματά σας ἄς σᾶς τά πάρουν∙ μή σᾶς μέλλει∙ δώσατέ τα∙ δέν εἶνε ἰδικά σας. Ψυχή καί Χριστός σᾶς χρειάζονται. Αὐτά τά δύο ὅλος ὁ κόσμος νά πέση, δέν ἠμπορεῖ νά σᾶς τά πάρη, ἐκτός καί τά δώσετε μέ τό θέλημά σας. Αὐτά τά δύο νά τά φυλάγετε, νά μή τά χάσετε.»
Γι’ αὐτό καί ἡ τόσο μεγάλη ἀπήχηση τῶν λόγων του. Ὅπως τότε ὅταν κήρυττε ἐνθουσίαζε καί ξεσήκωνε τούς ἀνθρώπους, ἔτσι καί σήμερα, ὅταν διαβάζει κανείς τίς Διδαχές καί τίς Προφητεῖες του, αἰσθάνεται ὅτι ἡ διδασκαλία του τόν ἀγγίζει βαθύτατα.
Δέν ὑπάρχει λέξη τῶν κηρυγμάτων του πού δέν εἶναι πατερική καί ἐπίκαιρη καί σήμερα: Σταχυολογῶ κάποια ἀποσπάσματα. 
Πρῶτα ἀπ’ ὅλα γιά τήν ἀγάπη πού ὀφείλουμε νά ἔχουμε πρός τόν Χριστό μᾶς δίνει τό ἑξῆς θαυμάσιο παράδειγμα: «πῶς σέ θέλει ὁ Θεός; Καθώς δέν θέλης ἐσύ νά ἔχη ἡ γυναῖκα σου καμμίαν συναναστροφήν μέ ἄλλον, ἔτσι σέ θέλει καί ὁ Θεός νά μή ἔχης καμμίαν μερίδα μέ τόν διάβολον. Εὐχαριστεῖσαι, ἡ γυναῖκα σου νά πορνεύη μέ ἄλλον; Ὄχι. Νά τήν φιλήση ἄλλος τήν γυναῖκα σου; Μήτε καί αὐτό δέν θέλεις. Ἔτσι θέλει καί σένα ὁ Θεός, ἀδελφέ μου, νά μή ἔχης καμμίαν συναναστροφήν μέ τόν διάβολον.» (5η Διδαχή)
Γιά τό σχολεῖο μᾶς λέει: «Νά μαζευθῆτε ὅλοι νά κάμετε ἕνα σχολεῖον καλόν, νά βάλετε καί ἐπιτρόπους νά τό κυβερνοῦν, νά βάνουν διδάσκαλον νά μανθάνουν ὅλα τα παιδιά γράμματα, πλούσια καί πτωχά. Διότι ἀπό τό σχολεῖον μανθάνομεν τί εἶνε Θεός, τί εἶνε Ἁγία Τριάς, τί εἶνε Ἄγγελοι, δαίμονες, παράδεισος, κόλασις, ἀρετή, κακία∙ τί εἶνε ψυχή, σῶμα κ.λ.π. Διότι χωρίς τό σχολεῖον περιπατοῦμεν εἰς τό σκότος∙» (1η διδαχή). 
Καί ἀλλοῦ: «Νά σπουδάζετε καί ἐσεῖς, ἀδελφοί μου, νά μανθάνετε γράμματα ὅσον ἠμπορεῖτε. Καί ἄν δέν ἐμάθετε οἱ πατέρες, νά σπουδάζετε τά παιδιά σας, νά μανθάνουν τά ἑλληνικά, διότι καί ἡ Ἐκκλησία μας εἶνε εἰς τήν ἑλληνικήν. Καί ἄν δέν σπουδάσης τά ἑλληνικά, ἀδελφέ μου, δέν ἠμπορεῖς νά καταλάβης ἐκεῖνα ὁπού ὁμολογεῖ ἡ Ἐκκλησία μας. Καλύτερον, ἀδελφέ μου, νά ἔχης ἑλληνικόν σχολεῖον εἰς τήν χώραν σου, παρά νά ἔχης βρύσες καί ποτάμια∙ καί ὡσάν μάθης τό παιδί σου γράμματα, τότε λέγετε ἄνθρωπος. 
Τό σχολεῖον ἀνοίγει τάς ἐκκλησίας∙ τό σχολεῖον ἀνοίγει τά μοναστήρια». (5η Διδαχή)
Ἀλλά ποῦ νά ἔχουμε ἐμεῖς σήμερα τέτοια σχολεῖα. Στίς μέρες μας ἰσχύει ἀκριβῶς τό ἀντίθετο: τό σχολεῖο μέ τή μορφή καί τό περιεχόμενο πού ἔχει, κλείνει τά μοναστήρια καί τήν Ἐκκλησία.
Τό τελευταῖο ἀπόσπασμα στήν συνάφεια αὐτή ἀφορᾶ στήν Κυρι­ακή:
«Πρέπει καί ἡμεῖς, ἀδελφοί μου, νά χαιρώμεθα πάντοτε, μά περισσότερον τήν Κυριακήν, ὁπού εἶνε ἡ Ἀνάστασις τοῦ Χριστοῦ μας. Διότι Κυριακήν ἡμέραν ἔγινεν ὁ Εὐαγγελισμός τῆς Δεσποίνης ἡμῶν Θεοτόκου καί Ἀειπαρθένου Μαρίας. Κυριακήν ἡμέραν μέλλει ὁ Κύριος νά ἀναστήση ὅλον τόν κόσμον. Πρέπει καί ἡμεῖς νά ἐργαζώμεθα τάς ἕξ ἡμέρας διά ταῦτα τά μάταια, γήϊνα καί ψεύτικα πράγματα, καί τήν Κυριακήν νά πηγαίνωμεν εἰς τήν ἐκκλησίαν καί νά στοχαζώμεθα τάς ἁμαρτίας μας, τόν θάνατον, τήν κόλασιν, τόν παράδεισον, τήν ψυχήν μας ὁπού εἶνε τιμιωτέρα ἀπό ὅλον τόν κόσμον, καί ὄχι νά πολυτρώγωμεν, νά πολυπίνωμεν καί νά κάμνωμεν ἁμαρτίας∙ οὔτε νά ἐργαζώμεθα καί νά πραγματευώμεθα τήν Κυριακήν. Ἐκεῖνο τό κέρδος ὁπού γίνεται τήν Κυριακήν εἶνε ἀφωρισμένο καί κατηραμένο, καί βάνετε φωτιά καί κατάρα εἰς τό σπίτι σας καί ὄχι εὐλογίαν∙» (4η Διδαχή)
Ἡ Κυβέρνησή μας, βέβαια, κινούμενη μέ οἰκονομικά κριτήρια καί μέσα στό πνεῦμα τῆς Νέας Ἐποχῆς, προσπαθεῖ νά μᾶς πείσει γιά τό ἀντίθετο. Ποιός ἄραγε ἔχει δίκαιο;;;
Μέ αὐτό θά περάσω στό δεύτερο μέρος τῆς παρουσίασης τοῦ θέματός μου. Ἐξαρχῆς θά ἤθελα νά τονίσω ὅτι μέ ὅσα θά ἀκολουθήσουν δέν διεκδικῶ καμμία πρωτοτυπία. Ὅλα ἔχουν λεχθεῖ ἀπό ἄλλους καί μάλιστα ἔχουν ἀναπτυχθεῖ εὐρύτατα. Ἁπλῶς τά συνδέω ἐδῶ μέ τόν Ἁγ. Κοσμᾶ τόν Αἰτωλό. Γνωρίζω ὅτι πρόκειται γιά τόλμημα. Ἀλλά πιστεύω ὅτι κινοῦμαι στό πνεῦμα του. Γι’ αὐτό ἄλλωστε τολμῶ αὐτό τό ἐγχείρημα.
Δύο ἀποσπάσματα πάλι παραθέτω ἀπό τίς Διδαχές τοῦ Ἁγίου, μέ βάση τά ὁποῖα θά κάνω κάποιες ἐπισημάνσεις σχετικά μέ τήν πορεία τοῦ Ἑλληνισμοῦ ἀπό τήν Ἑλληνική Ἐπανάσταση ὡς τίς μέρες μας. Τό πρῶτο εἶναι:
«Τριακόσιους χρόνους μετά τήν Ἀνάστασιν τοῦ Χριστοῦ, μᾶς ἔστειλεν ὁ Θεός τόν ἅγιον Κωνσταντῖνον καί ἐστερέωσε βασίλειον χριστιανικόν∙ καί τό εἶχαν χριστιανοί τό βασίλειον 1150 χρόνους. Ὕστερον τό ἐσήκωσεν ὁ Θεός ἀπό τούς χριστιανούς καί ἔφερε τόν Τοῦρκον καί τοῦ τό ἔδωσε διά ἰδικόν μας καλόν, καί τό ἔχει ὁ Τοῦρκος 320 χρόνους. Καί διατί ἔφερεν ὁ Θεός τόν Τοῦρκον καί δέν ἔφερεν ἄλλο γένος; Διά ἰδικόν μας συμφέρον∙ διότι τά ἄλλα ἔθνη θά μᾶς ἔβλαπτον εἰς τήν πίστιν, ὁ δέ Τοῦρκος ἄσπρα ἅμα τοῦ δώσης κάμνεις ὅ,τι θέλεις.» (3η διδαχή)
Τό δεύτερο ἔχει σχέση μέ τόν ἀντίχριστο: «Ὁ ἀντίχριστος εἶνε∙ ὁ ἕνας εἶνε ὁ Πάπας καί ὁ ἕτερος εἶνε αὐτός ὁπού εἶνε εἰς τό κεφάλι μας, χωρίς νά εἰπῶ τό ὄνομά του∙ τό καταλαμβάνετε, μά λυπηρόν εἶνε νά σᾶς τό εἰπῶ, διότι αὐτοί οἱ ἀντίχριστοι εἶνε εἰς τήν ἀπώλειαν.» (9η Διδαχή)
Καί ἀπό τίς προφητεῖες τοῦ Ἁγ. Κοσμᾶ στήν ἴδια συνάφεια: «Τόν Πάπαν νά καταρᾶσθε, διότι αὐτός θά εἶνε ἡ αἰτία».
Γενικά, ὅταν μελετάει κανείς τό κήρυγμα τοῦ Ἁγ. Κοσμᾶ, καταλήγει ἀβίαστα στό ἑξῆς συμπέρασμα: 
Ἡ βασική ἐπιδίωξη τοῦ Ἁγίου εἶναι ὁ ἀναβαπτισμός ὅλης τῆς ζωῆς μέσα στόν Χριστό. Αὐτό εἶναι τελικά τό «ποθούμενο» τοῦ Ἁγ. Κοσμᾶ στήν πλήρη διάστασή του, ἐκεῖνο τό «ποθούμενο», τό «Ρωμαίικο», γιά τό ὁποῖο μιλάει τόσο συχνά στίς προφητεῖες του. Ταυτίζεται μέ τή χριστιανική βασιλεία, τήν ὁποία ὁ ἅγιος Κωνσταντῖνος στερέωσε γιά πρώτη φορά στήν ἱστορία, ἡ ὁποία ὅμως χάθηκε μέ τήν πτώση τῆς Πόλεως. Ὁ Ἅγιος Κοσμᾶς μέ τό ἱεραποστολικό του ζῆλο, μέ τό κήρυγμά του καί μέ τήν ἵδρυση σχολείων ἀγωνίζεται γιά τήν ἀνασύσταση αὐτοῦ τοῦ πλαισίου τῆς ζωῆς, τό ὁποῖο κατά τήν διακυβέρνηση τῆς χώρας ἀπό τόν Ἰωάννη Καποδίστρια φάνηκε ὅτι θά γίνει πάλι πραγματικότητα. Μέ τή δολοφονία, ὅμως, τοῦ Κυβερνήτη αὐτό τό ποθούμενο ἀπομακρύνθηκε περισσότερο ἀπ’ ὅσο ποτέ ἄλλοτε.
Μέ ἔναρξη τή Βαυαροκρατία τέθηκαν στήν πράξη τά θεμέλια γιά τόν περίφημο ἐξευρωπαϊσμό τῆς χώρας. Τό κήρυγμα τοῦ Κοραῆ γιά τή μετακένωση, γιά τή μεταφύτευση τοῦ Εὐρωπαϊκοῦ τρόπου ζωῆς στήν Ἑλλάδα, παίρνει σάρκα καί ὀστᾶ μέ τήν πολιτική τῶν Βαυαρῶν, τή διοργάνωση τοῦ κράτους κατά τά δυτικά πρότυπα. Δηλαδή ἀνταλλάξαμε τόν ἀντίχριστο, τόν σουλτάνο, τήν ὄντως φοβερή καταπίεση τῶν Τούρκων, μέ τή δουλεία στούς Εὐρωπαίους, τῶν ὁποίων ὁ «χριστιανισμός» σύμφωνα μέ τόν μαρτυρικό πατριάρχη Κύριλλο Α΄ Λούκαρι δέν θά ἄντεχε οὔτε δέκα χρόνια μιά τέτοια τυραννία, δηλαδή θά χανόταν. 
Καί αὐτό, ἐπειδή στούς Λατίνους λείπει σύμφωνα μέ τόν πατριάρχη ἡ «χάριτι Θεοῦ σοφία», πού ὅμως διαθέτει τό γένος τῶν Ὀρθοδόξων. Μέ τήν ἐξωτερική σοφία, τόν τεχνολογικό της πολιτισμό μπορεῖ βέβαια ἡ Δύση νά θαμπώνει. Καί ὄντως θάμπωνε καί θαμπώνει μέχρι σήμερα, ἤ καί ἰδίως σήμερα ὅλους ἐκείνους πού ἔχουν ἀμελήσει τήν καλλιέργεια τῆς ἄνω σοφίας.
Τελικά ἀνταλλάξαμε τόν ἕνα ἀντίχριστο πού κατά τόν Ἁγ. Κοσμᾶ «ἄσπρα ἅμα τοῦ δώσης κάμνεις ὅ,τι θέλεις» (3η διδαχή) μέ ἐκεῖνον πού μᾶς βλάπτει στήν πίστη. 
Ἔτσι ἐγκαταστάθηκε ὁ ἀλάθητος ἄνθρωπος τοῦ δυτικοῦ πολιτισμοῦ στή χώρα μας. Μάλιστα, δέν ἐγκαταστάθηκε μέ τή μορφή τοῦ πρώτου Ἀντιχρίστου πού ἀναφέρει ὁ Ἁγ. Κοσμᾶς, τοῦ Πάπα, τοῦ πρώτου ἀλάθητου ἀνθρώπου, ἀλλά μέ τή μετεξέλιξη ἐκείνου. 
Ὁ Πάπας, τοῦ ὁποίου τήν πτώση ὁ Ἁγ. Ἰουστῖνος Πόποβιτς συγκαταλέγει στό ἔργο του «Ἄνθρωπος καί Θεάνθρωπος» ἀνάμεσα στίς τρεῖς κυρίως πτώσεις τοῦ ἀνθρωπίνου γένους, ἐπειδή θέλει νά ἀντικαταστήσει τόν Θεάνθρωπο μέ τόν ἄνθρωπο (οἱ ἄλλες δύο εἶναι τοῦ Ἀδάμ καί τοῦ Ἰούδα), ὄντως εἶναι ἡ αἰτία πού ὁδήγησε στόν προτεσταντισμό, εἶναι, ὅπως πάλι τονίζει ὁ Ἁγ. Ἰουστῖνος ὁ πρῶτος προτεσταντισμός, εἶναι ἡ αἰτία καί ἀφετηρία ὅλων τῶν οὑμανισμῶν, πού ἐκθειάζουν τόν ἀλάθητο ἄνθρωπο. Αὐτόν τόν ἀλάθητο δυτικό ἄνθρωπο μέ τό κοσμοείδωλο πού τόν χαρακτηρίζει φρόντισαν νά ἐγκαταστήσουν στήν Ἑλλάδα οἱ «διαβασμένοι» (μέ κορυ­φαῖο τόν Κοραή), ἀπό τούς ὁποίους σύμφωνα μέ ἄλλη προφητεία τοῦ Ἁγίου Κοσμᾶ «θά σᾶς ἔρθη τό κακό».
Ὁ Λούθηρος, πού ἦταν πολύ καλά προσγειωμένος στήν πραγμα­τικό-τητα, ἐξασφάλισε τήν ἐπιτυχία τῆς ἐπανάστασής του ἐναντίον τοῦ παπι-σμοῦ, στηρίζοντας τήν ἔκβασή της στούς εὐγενεῖς ἄρχοντες τῆς ἐποχῆς του. Εἶναι χαρακτηριστικό τό φυλλάδιο τό ὁποῖο ἀπευθύνει «Στούς χριστιανούς εὐγενεῖς Γερμανικοῦ γένους γιά τήν βελτίωση τῆς χριστιανοσύνης» (1520). 
Στό φυλλάδιο αὐτό ἀνάγει αὐτούς τούς εὐγενεῖς σέ ἄρχοντες ἀπ’ εὐθείας ἐγκατεστημένους ἀπό τόν Θεό, χωρίς τή μεσολάβηση τῆς Ἐκκλησίας. Μέ δόλωμα τήν ἀποδέσμευσή τους ἀπό τόν Πάπα προσπαθεῖ νά τούς κερδίσει γιά τήν ὑπόθεσή του. Δημιουργεῖ ἕνα νέο ἀντίχριστο τέρας, μιά κοσμική ἐξουσία, ἐκ Θεοῦ μέν, ἀλλά ἀνεξάρτητη καί πέρα ἀπό τήν Ἐκκλησία, κατ’ εὐθείαν ἐγκατεστημένη ἀπό τόν Θεό. Πρακτικά ἐφαρμόζεται γιά πρώτη φορά, ὅταν ὁ ἴδιος ὁ Λούθηρος τό 1525 ζητάει ἀπό τόν Φρειδερῖκο τόν Σοφό, τόν πρίγκιπα-ἐκλέκτορα τῆς Σαξονίας νά διεξάγει τόν ἔλεγχο τῶν κληρικῶν ὡς πρός τήν πιστότητά τους στήν πίστη καί ὡς πρός τήν ἐξάσκηση τοῦ ἀξιώματός τους σύμφωνα μέ τό Εὐαγγέλιο. Αὐτή ἡ πρακτική σύντομα ἔγινε κανόνας στίς προτεσταντικές περιοχές καί ὁδήγησε στήν ἐξέλιξη τῶν ὁμολογιακῶν Ἐκκλησιῶν τῶν Κρατιδίων (Landeskirchen) στήν Γερμανία, ὅπου οἱ πολιτικοί ἡγέτες μέχρι τήν κατάργηση τῆς μοναρχίας τό 1918 ἦταν ἡ κεφαλή τῶν ἐκκλησιῶν στά διοικητικά θέματα.
Ἡ τερατώδης ἔμπνευση τοῦ Λουθήρου, ἡ ὁποία καταργεῖ τό ἴδιο τό Σῶμα τοῦ Χριστοῦ, τήν Ἐκκλησία, ἔγινε καθοριστική γιά τήν διαμόρφωση τῆς Ἑλληνικῆς πραγματικότητας μετά τή δολοφονία τοῦ Καποδίστρια.
Μέ τήν πιστή ἐφαρμογή αὐτῆς τῆς ἔμπνευσης τοῦ Λουθήρου ἐγκα­θίσταται στήν Ἑλλάδα ὁ Ὄθωνας, ὄντας ὁ ἴδιος παπικός, ὡς κεφαλή τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας στά διοικητικά. Στήν πράξη αὐτό σημαίνει τήν πλήρη περιθωριοποίηση τῆς Ἐκκλησίας καί τόν ἀπόλυτο ἔλεγχό της ἀπό τόν Βασιλιά, ἀπό τήν κοσμική ἐξουσία μέ τά γνωστά ἐπακόλουθα (κλείσιμο μοναστηριῶν, ἀποεκκλησιαστικοποίηση τῆς παιδείας, μετατροπή τῶν κληρικῶν σέ ὑπαλλήλους πού ἐλέγχονται ἀπό τό κράτος κ.ἄ.). Σημαίνει φυσικά τήν πλήρη ἀνατροπή τῆς ζωῆς τῶν ὀρθοδόξων χριστιανῶν, πού τήν θεμελιώνει ὁ Ἅγιος Κοσμᾶς, λέγοντας: «καί ἄν τύχη ἕνας ἱερεύς καί ἕνας βασιλεύς, τόν ἱερέα νά προτιμήσης∙ καί ἄν τύχη ἕνας ἱερεύς καί ἕνας ἄγγελος, τόν ἱερέα νά προτιμήσης, διότι ὁ ἱερεύς εἶνε ἀνώτερος ἀπό τούς Ἀγγέλους.» Εἶναι πολύ σημαντικό τό χωρίο αὐτό, ἐπειδή μᾶς δίνει τήν τάξη στήν χριστιανική βασιλεία, μιά τάξη πού σύμφωνα μέ αὐτό τό προτεσταντικό μοντέλο ἔχει πλήρως ἀνατραπεῖ.
Αὐτή ἡ ἔννοια τῆς κοσμικῆς ἐξουσίας ὡς ἀνεξάρτητης, ἰδίῳ δικαι­ώματι, ἀπ’ εὐθείας ἀπό τόν Θεό, ἄλλαξε βέβαια προοδευτικά στήν συνείδηση τοῦ λαοῦ. Ἀφοῦ εἶχε ἀποδεσμευτεῖ ἡ κοσμική ἐξουσία ἀπό τό Σῶμα τοῦ Χριστοῦ, μετατρέποντας τήν Ἐκκλησία σέ ἐξάρτημα δικό της, πηγή της μέ τήν ἐγκατάσταση τοῦ δημοκρατικοῦ πολιτεύματος δέν θεωρήθηκε πλέον ὁ Θεός, ἀλλά ὁ λαός. Ἡ οὐσία τοῦ θέματος πάντως δέν ἀλλάζει μ’ αὐτό. Τόσο στήν πρώτη ὅσο καί πολύ περισσότερο στή δεύτερη περίπτωση θεωρεῖται παραμύθι, ὅτι στόν Χριστό «ἐδόθη πάσα ἐξουσία ἐν οὐρανῷ καί ἐπί γῆς», ἄρα καί ἡ πολιτική ἐξουσία. Ὁ Χριστός ἐκτοπίζεται καί στή θέση τοῦ ἐνθρονίζεται ὁ ἀλάθητος, ὁ ἀπόλυτα αὐτονομημένος ἄνθρωπος, πρῶτα τοῦ προτεσταντισμοῦ καί ἔπειτα τοῦ δυτικοῦ οὑμανισμοῦ, ὁ ὁποῖος σήμερα πλέον ὡς ὑπεράνθρωπος τοῦ Νίτσε προχωρεῖ στήν ἀνατροπή ὅλων τῶν ἀξιῶν. Ἑπομένως στήν Ἐκκλησία δέν πέφτει λόγος στά θέματα πού ἀφοροῦν στήν πολιτική ἐξουσία, δηλ. στήν ὅλη κοινωνική πραγματικότητα, τήν καθημερινότητα τῶν πιστῶν, τήν παιδεία, τά ΜΜΕ πού διαμορφώνουν ἤ μᾶλλον παραμορφώνουν σήμερα τίς ἠθικές ἀξίες, πρίν τίς ὁρίσει ἡ νομοθεσία στήν συνέχεια (βλ. ἐνδεικτικά τούς νόμους γιά τίς ἐκτρώσεις, τόν πολιτικό γάμο, δηλ. τήν ἀποϊεροποίηση τοῦ γάμου, τήν καύση τῶν νεκρῶν, τόν γάμο τῶν ὁμοφυλοφίλων κ.ἄ.). Καί μάλιστα ἡ Ἐκκλησία, ὅπως ὑποστηρίζουν, εἶναι ἕνας ἁπλός κοινωνικός φορέας, στήν οὐσία τίποτε παραπάνω ἀπό ἕνα σύλλογο πού ἀποστολή ἔχει νά ἀσχοληθεῖ αὐστηρά μέ τά τοῦ οἴκου της.
Τελικά, τόσο ὁ κλῆρος ὅσο καί οἱ πιστοί ἔχουμε καταπιεῖ αὐτό τό χάπι. Θεωροῦμε ὅτι αὐτή ἡ κατάσταση εἶναι ἡ φυσική τάξη τῶν πραγμάτων. Μόνο σέ ὁρισμένα συμπτώματα ἀντιδροῦμε. Καταλήξαμε, τήν πολιτική νά τήν θεωροῦμε ἰδεολογία πού μέ μικρές διαφοροποιήσεις ἐκφράζεται ἀπό τά διάφορα ξενόφερτα κόμματα. Ἀντί νά ἐπιλέγουμε τόν Χριστό, τήν πηγή κάθε ἐξουσίας, καί τῆς πολιτικῆς, ἑπομένως καί τόν μόνο ἀπόλυτο γνώμονα τῆς αὐθεντικῆς ἄσκησης τῆς πολιτικῆς ἐξουσίας μέ τήν ἐποπτεία τοῦ κλήρου, στηρίζουμε τήν ἐλπίδα μας ἐπ’ ἄνθρωπον, καί ὄχι ἁπλῶς ἐπ’ ἄνθρωπον, ἀλλά στόν χρεωκοπημένο Εὐρωπαῖο ἄνθρωπο, πού ἔχει καταστήσει τόν ἑαυτό του ἀλάθητο καί ἔχει πετάξει τόν Χριστό στά ἀζήτητα τῆς παγκόσμιας ἱστορίας. Μέ τήν ἀποδοχή αὐτῆς τῆς θεώρησης τῆς πολιτικῆς ἐξουσίας, γιά νά τό ἐκφράσουμε μέ τή γλώσσα τοῦ Ἁγ. Κοσμᾶ, ἐπιλέγουμε καί προσκυνοῦμε τόν Ἀντίχριστο. Ἐάν δέν κατανοήσουμε τήν ἀπόλυτη ἀνάγκη – τουλάχιστον γιά μᾶς τούς χριστιανούς – τῆς ἐπιστροφῆς τῆς πολιτικῆς ἐξουσίας στόν Χριστό, ἐάν μέ ἄλλα λόγια δέν ἀναδεικνύουμε ἀνθρώπους πιστούς σέ πολιτικά ἀξιώματα, πού ποιμαίνονται ἀπό τήν Ἐκκλησία, πού θεωροῦν καί διακηρύττουν ὅτι ἡ πολιτική ἐξουσία μόνο στόν ΧΡΙΣΤΟ ἀνήκει καί ὄχι στόν ἀλάθητο καί αὐτονομημένο ἄνθρωπο, καί ἑπομένως ὅτι καί ἡ Πολιτική εἶναι διακονία τοῦ λαοῦ μέ τόν τρόπο καί τίς προδιαγραφές πού ὁρίζει ὁ Χριστός, ἐάν ὅλα αὐτά δέν κατανοήσουμε καί πράξουμε, τότε μέ μαθηματική ἀκρίβεια θά ὁδηγήσουμε ἐμεῖς οἱ ὀρθόδοξοι χριστιανοί τήν Ἐκκλησία πάλι στίς κατακόμβες μέ ὅλες τίς εὐνόητες ἐπιπτώσεις πού θά ἔχει αὐτό σε ὅλους ἐμᾶς καί, κυρίως, στά παιδιά μας.

Λέων Μπράνγκ
Δρ Θεολογίας
«ΕΝΟΡΙΑΚΗ ΕΥΛΟΓΙΑ» 
Ἀρ. Τεύχους 147
Νοέμβριος 2014

Διωγμός αντιαιρετικών κληρικών και επερχόμενες σοβαρές εκκλησιαστικές εξελίξεις




Είναι φανερό ότι κάποιοι, προκειμένου να επιβάλουν τα σχέδιά τους, φιμώνουν κάθε φωνή αντίδρασης χωρίς να κρατάνε πλέον ούτε τα προσχήματα. Ας δούμε μερικές περιπτώσεις:
Πριν λίγες ημέρες ιερομόναχος εξ Άνδρου, δέχθηκε δημοσίως απειλές για τιμωρία από τον μητροπολίτη Σύρου επειδή έλεγξε τον συνεχιζόμενο εναγκαλισμό της μητρόπολης του με τους Παπικούς αλλά και την στάση του Ορθοδόξου τοπικού μητροπολίτη κατά την ενθρόνιση του καθολικού μητροπολίτη Σύρου και ανάμεσα σε πολλά άλλα, τις επευφημίες του "Άξιος" (για τον καθολικό μητροπολίτη).
Επειδή το Ιστολόγιο Κατάνυξης έλεγξε τον μητροπολίτη Άνθιμο για την παρουσία του Πατριάρχη των μονοφυσιτών (Αρμενίων) εντός του Αγίου Βήματος στην μητρόπολη Θεσσαλονίκης καθώς και για την παρουσία αιρετικού ιερωμένου κατά την χειροτονία του μητροπολίτη Γρεβενών π.Δαυϊδ στον Αγ.Δημήτριο Θεσσαλονίκης, εκτοπίζεται στα υπόγεια ιερέας του οποίου προβάλλονται οι ομιλίες -ως βίντεο- στο ιστολόγιο Κατάνυξης! Παράλληλα του καταργούν την εφημερία εντός του ναού -αν και υπεύθυνος του κηρυκτικού και του πνευματικού έργου της ενορίας- και του απαγορεύουν να μιλάει εντός του ναού! Όλα αυτά με προφορική εντολή(!) 
Ρουμάνος πολύτεκνος ιερέας στην Μητρόπολη Βεροίας, καλείται -και πάλι με προφορική εντολή (!)- να βρει άλλη μητρόπολη επειδή συνόδευσε τον μητροπολίτη Πειραιώς στην Ρουμανία ως μεταφραστής σε επίσημη συμμετοχή του σε αντιοικουμενιστικό συνέδριο. Όπως πληροφορηθήκαμε την εβδομάδα που μας πέρασε οι άνωθεν απαιτήσεις υλοποιήθηκαν και ο σεβάσμιος και πολύτεκνος ιερέας υποχρεώθηκε τελικά να μετακινηθεί σε άλλη μητρόπολη.
Είναι φανερό ότι οι πτώσεις διαδέχονται η μία την άλλη και η κατάσταση χειροτερεύει. Την ίδια ώρα οι μητροπολίτες της Εκκλησίας της Ελλάδος ασχολούνται -συναλλάσσονται για την ακρίβεια- με τις εκλογές νέων μητροπολιτών, διοργανώνουν εκκλησιαστικές "φιέστες" και συλλείτουργα και υπακούν τυφλά στις άνωθεν εντολές -που όλοι ξέρουμε από που πηγάζουν - για να φανούν καλοί. Και επειδή προσεχώς αναμένονται νέες εικόνες Οικουμενιστικής ντροπής και προδοσίας, θα επαναλάβουμε την δέσμευσή μας ότι θα σταθούμε πλάι σε κάθε αγνό αγωνιστή ιερέα, μοναχό ή επίσκοπο. Στην εποχή του διαδικτύου, έφτασε η ώρα να πληροφορηθεί ο πιστός λαός τι συμβαίνει.

Νίκος Χειλαδάκης, Η οικουμενιστική κατρακύλα προχωρεί...

Η οικουμενιστική κατρακύλα προχωρεί σαν το δηλητήριο στις φλέβες της ελληνικής εκκλησίας. Αφού δεν έχουν φόβο Θεού, τουλάχιστον θα έπρεπε να αισχύνονται για τις φασιστικές μεθόδους των διώξεων κατά ιερέων που πράττουν το ελάχιστο, να μένουν πιστοί στους Κανόνες των Οικουμενικών Συνόδων και στο Πιστεύω, που κηρύττει ρητά πως υπάρχει μόνο Μια, Αγιά, Καθολική και Αποστολική εκκλησία. 
Το σκοτεινό σχέδιο είχε αρχίσει από την δεκαετία του πένητα όταν οι νεοταξικοί συνωμότες είχαν φυτεύσει εν μια νυχτί, ξεπερνώντας όλες τις κανονικές διαδικασίες, τον Αθηναγόρα στον πατριαρχικό θρόνο της Κωνσταντινούπολης. 
Σήμερα οι πλείστοι ιεράρχες, με κάποιες φωτεινές εξαιρέσεις, το μόνο που τους ενδιαφέρει είναι να εκτελούν τις οικουμενιστικές επιταγές της Νέας Τάξης και να αποκοιμίζουν το ποίμνιο στην έσχατη προδοσία του γένους μας.
Είναι θλιβερή η εικόνα τους να χαριεντίζονται με όλους αυτούς που παρέδωσαν την εθνική μας κυριαρχία και να βλέπουν αδιάφοροι την διάλυση της ελληνικής κοινωνίας ικανοποιημένη που θα δώσουν ένα πιάτο φαγητό με την πεποίθηση ότι έκαναν το καθήκον τους 
Αμελείς και αναίσθητοι οι πνευματικοί-εκκλησιαστικοί ηγέτες έχουν χάσει την επαφήν των με την πραγματικότητα και δεν διδάσκονται από τους Αγίους μας, οι οποίοι «τους βαρείς ήλασαν και λοιμώδεις λύκους» (Όρθρος Αγ. Πατέρων Δ΄ και Ζ΄ Οικουμενικών Συνόδων). Αδιάφοροι εις τα πνευματικά των καθήκοντα, αφήνουν το ποίμνιον να κατασπαράσσεται υπό των λύκων, των κακόδοξων και αιρετικών και ταυτόχρονα αρνούνται να κινήσουν τον δάκτυλο των, όχι προς «ευλογίαν» αλλά εναντίον όσων αδικούν και «πίνουν το αίμα» των απλών ανθρώπων του λαού και δη των νέων ανθρώπων που αποτελούν την ελπίδα της Εκκλησίας και του Έθνους.

Νίκος Χειλαδάκης, Δημοσιογράφος- Συγγραφέας- Τουρκολόγος

Να προσεύχεσθε στην Υπεραγία Θεοτόκο, πάντοτε να παίρνετε την ευλογία Της για κάθε έργο σας


Ο Στάρετς έτρεφε ιδιαίτερη, μπορεί να πει κανείς, τρυφερή αγάπη και αφοσίωση στη Μητέρα του Θεού και δεν έβρισκε λόγια για να εκφράσει και τη δική Της αγάπη στους ανθρώπους και τη δική του προς Αυτήν.
Κάποιος χριστιανός είδε ένα θαυμαστό όραμα των μονών του παραδείσου που είχαν μια ασυνήθιστη ομορφιά .Ιδιαιτέρως διακρινόταν για την ομορφιά του ένα ανάκτορο.
Ρώτησε:
- Ποιός κατοικεί εκεί;
- Η Μητέρα του Θεού, του απάντησαν.
- Και που είναι τώρα; Γιατί δεν είναι εδώ;

- Βρίσκεται στη γη… βοηθάει τους ανθρώπους.

Ο Πατήρ Σάββας συχνά προσέφευγε κατά την προσευχή στη Μητέρα του Θεού και την ονόμαζε «Βροντή κατά των δαιμόνων», γιατί δεν υπάρχει τίποτε φοβερώτερο για τους δαίμονες από την παρουσία της Παναγίας. Αυτοί δεν μπορούν να βλάψουν τον άνθρωπο, αν εκείνος δεν εγκαταλείψει την Υπεραγία Θεοτόκο.
Όλη η ζωή του στάρετς πέρασε κάτω από την προστασία της Παναγίας. Ο στάρετς μέσα στο ιερό πολλές φορές, όταν είχε ελεύθερο χρόνο, συνομιλούσε φωναχτά μ’ αυτήν, ξεχνώντας ότι κοντά του βρίσκονταν άνθρωποι. Διηγόταν πώς προσευχόταν ο ηγούμενος Αλέξιος στη Μητέρα του Θεού. Συχνά μιλούσε μαζί Της σαν με κάποιο κοντινό του άνθρωπο!
- Κι εγώ σας ζητώ αγαπημένα μου τέκνα, έλεγε, με ζήλο να προσεύχεσθε στην Υπεραγία Θεοτόκο, πάντοτε να παίρνετε την ευλογία Της για κάθε έργο σας. Και μην λησμονείτε να την ευχαριστείτε μετά το τέλος του έργου σας για τη βοήθεια που σας έστειλε. Σας ζητώ ιδιαιτέρως να κάμετε τον Θεομητορικό Κανόνα -150 φορές το «Θεοτόκε Παρθένε» - και να διαβάζετε το «ακοίμητο Ψαλτήρι». Το θεόπνευστο βιβλίο του ψαλτηρίου είναι γραμμένο από τον Προφήτη Δαϋίδ με την έμπνευση του Αγίου Πνεύματος. Από την ανάγνωση του Ψαλτηρίου υπάρχει μεγάλη ωφέλεια. Ένας ευσεβής χριστιανός είχε θερμή επιθυμία να διαβάζει το «Ψαλτήριον» αλλά μετά από κάθε αμέλεια ο ζήλος του ψυχράνθηκε. Τότε εμφανίστηκε στον ύπνο του η Παναγία και του είπε τρυφερά: «Πρέπει , τέκνο μου, να διαβάζεις το Ψαλτήρι. Αυτό είναι η ζωή σου».
Κάποτε ο π.Σάββας ,στη βιογραφία του ιερομονάχου Παρθενίου, βρήκε ένα σημείο όπου λεγόταν ότι είχε δεχθεί ένα λογισμό αμφιβολίας για το αν η Υπεραγία Παρθένος ήταν η πρώτη μοναχή στη γη. Κοιμήθηκε ελαφρά και βλέπει μέσα από την Πύλη της Λαύρας του Κιέβου να έρχεται με τη συνοδεία μεγάλου πλήθους Αγγέλων μια μεγαλόπρεπη Μοναχή με μοναχικό μανδύα και ράβδο στα χέρια. Πλησιάζοντας σ’ αυτόν, του λέει: «Παρθένιε, εγώ είμαι μοναχή». Εκείνος ξύπνησε και από τότε ονόμαζε την Παναγία Ηγουμένη της Λαύρας.

Στάρετς Σάββας ο παρηγορητής

"μηδὲ συνεσθίειν, βδέλυγμά ἐστι, ἀπόσχηται ταύτης''

Οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας διδάσκουν ὅτι τὰ θέματα τῆς Πίστεως ἔχουν τὸν πρῶτο λόγο στὴν ζωή μας, γιατὶ κατ’ ἐξοχὴν ἡ αἵρεση μᾶςἀπομακρύνει ἀπὸ τὸν Θεό. Ἐκτὸς αὐτοῦ, μᾶς διδάσκουν ὅτι ὅποιος πίπτει σὲ θέματα Πίστεως, στὴ συνέχεια πίπτει καὶ ἠθικῶς, ἀλλὰ καὶ ἀντίθετα, ὅποιος ξεπέφτει ἠθικά, ἀστοχεῖ καὶ στὴν Πίστη. Καὶ γιὰ τὸ ἕνα, καὶ γιὰ τὸ ἄλλο, ἂν καὶ παρατηρεῖται στοὺς κόλπους τους, ἀδιαφοροῦν σήμερα οἱ κυρίως ὐπεύθυνοι!
Οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας, ἐπίσης, διδάσκουν ὅτι ἡ ἐπαφὴ καὶ κοινωνία μὲ τοὺς αἱρετικοὺς μολύνει τοὺς ἐπικοινωνοῦντας, ὅπως μᾶς μολύνει καὶ ἡ ἐπαφὴ μὲ τοὺς ἠθικὰ ἁμαρτάνοντας. Τοῦτο τὸ ἐπιβεβαιώνουν καὶ σύγχρονοι καθηγητὲς καὶ ἀντι-Οἰκουμενιστὲς κληρικοί, ὅπως ὁ π. Θεόδωρος Ζήσης: «Ἐν πρώτοις νὰ φροντίσουμε νὰ μὴ μιανθοῦμε κι ἐμεῖςἀπὸ τὶς αἱρέσεις τοῦ Παπισμοῦ καὶ τοῦ Οἰκουμενισμοῦ. Νὰ μὴν ἔχουμεκαμία μαζί τους ἐπικοινωνία, ὅπως συνιστοῦν ἡ Ἁγία Γραφὴ καὶ οἱΠατέρες».
Παραθέτοντας ἕνα ἀπόσπασμα ἀπὸ τὴν «Ἐξήγησιν» τῆς «Πρὸς Κορινθίους Πρώτης Ἐπιστολῆς» Παύλου, τοῦ Ἀρχιεπισκόπου Βουλγαρίας Θεοφύλακτου, ἐκφράζουμε καὶ πάλι τὴν ἀπορία μας πρὸς τοὺς ἀδελφούς μας χριστιανούς, ποὺ ἐπικοινωνοῦν μὲ τοὺς Οἰκουμενιστές: Ἂν ἀποτελεῖ Ἐντολὴ τῆς Ἁγίας Γραφῆς (ὅπως κι ἐδῶ βλέπουμε) ἡ ἀπομάκρυνση ἀπὸ τοὺς ἠθικὰ ἁμαρτάνοντας, πόσο μᾶλλον ἀπὸ τοὺς παναιρετικοὺς Οἰκουμενιστές.




Θεοφύλακτος Βουλγαρίας

Ζητούνται Προφήτες μόλις χθές!



Είναι απόλυτα μεγάλο, αλλά και εξόχως επικίνδυνο το προφητικό έργο. Το έργο των Προφητών της Π. Διαθήκης, αλλά και κάθε εποχής. Για αν δούμε σε αδρές γραμμές ποιο ήταν το έργο τους και η αποστολή τους:
Να ελέγξουν τα κακώς κείμενα και να φανερώσουν τις παραβάσεις και παρεκκλίσεις ενός λαού από το θείο νόμο.
Να καλέσουν σε μετάνοια έμπρακτη και να υποδείξουν τους τρόπους αυτής.
Να ελέγξουν την παραβατική συμπεριφορά των βασιλέων, την ειδωλολατρία τους και την κατάχρηση εξουσίας και να τους επαναφέρουν στην πατροπαράδοτη πίστη.
Να σημάνουν τον κίνδυνο από τα επερχόμενα δεινά ένεκα της αμετανοησίας του λαού και να φανερώσουν τον καιρό και τον τρόπο της εκδήλωσης της θείας οργής.
Να διδάξουν το θείο θέλημα και να καλέσουν σε μετάνοια τους ανθρώπους πριν είναι αργά.
Να μιλήσουν για την πρώτη, αλλά και τη δεύτερη έλευση του παμβασιλέως Χριστού που θα κάνει απέραντο καλό στον κόσμο, αλλά και θα αποδώσει δικαιοσύνη.
Να προαναγγείλουν το μέλλον του λαού συγκεκριμένα.
Δεν ήταν απλό πράγμα η κλήση στο προφητικό αξίωμα. Ήταν ζήτημα ζωής ή θανάτου. Ζωή με ακραία ρίσκα και σε οριακές καταστάσεις. Ο προφήτης έπαιζε κορώνα –γράμματα το κεφάλι του.
Όπως ακριβώς λέγει ο ιερός συγγραφέας στην προς Εβραίους επιστολή του για τους αρχαίους αριστείς και μάρτυρες. Αλήθεια, τι έπαθε ο Ιωνάς, πως πέθανε ο Ησαϊας, τι πέρασε ο Πρόδρομος; …
Ο προφητικός λόγος ερχόμενος κατευθείαν από το άγιο Πνεύμα ράγιζε τις καρδιές και τίναζε το επικάλυμμα των παθών στον αέρα. Η αλήθεια στοίχιζε πολύ. Κόστιζε σε όλους και πρώτα στον προφήτη. Μεγάλη φωτιά η πίστη και η αλήθεια!
Το αντιρατσιστικό νομοσχέδιο δεν είναι τίποτε μπροστά στην απειλή και τον εξευτελισμό που δοκίμαζε τότε κάθε προφήτης… Εμείς σήμερα φοβόμαστε και ντρεπόμαστε να μιλήσουμε για αμαρτία και για κόλαση…
Το αντίθετο όμως έκαναν οι Προφήτες του Θεού. Για παράδειγμα ο προφήτης Ιωήλ. Δεν εξαιρείται κι αυτός από τη βαριά αποστολή των προφητών, να σημάνουν την οργή του Θεού για την αμαρτία του λαού.
«Σαλπίσατε σάλπιγγι εν Σιών, κηρύξατ’ εν όρει αγίω μου, και συγχυθήτωσαν πάντες οι κατοικούντες την γην, διότι πάρεστιν ημέρα Κυρίου, ότι εγγύς…» (Ιωήλ. β΄1).
Ο άγιος του Θεού απεσταλμένος σημαίνει το συναγερμό εμπρός στη θεομηνία, αλλά και με τη νηφαλιότητα τού φωτισμού του Θεού υποδεικνύει τη θεραπεία.
Να τί λέει περί μετανοίας: «Και νυν λέγει Κύριος ο Θεός υμών επιστράφητε προς με εξ όλης της καρδίας υμών και εν νηστεία και εν κλαυθμώ και εν κοπετώ και διαρρήξατε τας καρδίας υμών και μη τα ιμάτια υμών και επιστράφητε προς Κύριον τον Θεόν υμών, ότι ελεήμων και οικτίρμων εστί, μακρόθυμος και πολυέλεος».
(Μετάφραση: Και τώρα, λέει ο Κύριος και Θεός σας: Επιστρέψτε με μετάνοια σ” εμένα με όλη σας την καρδιά, με νηστεία και με δάκρυα μετανοίας. Σχίστε τις καρδιές σας από πόνο μετανοίας και συναίσθηση της ένοχης σας, και όχι τα ενδύματα σας. Επιστρέψτε στον Κύριο και Θεό σας, διότι αυτός είναι ελεήμων και οικτίρμων, μακρόθυμος και πολυέλεος).
Πρόκληση ήταν και θα είναι για την ανθρώπινη λογική η συμπεριφορά των προφητών, το θάρρος της υπάρξεώς τους και η δυναμική του λόγου τους.Γι αυτό και δεν έχει πολλούς μιμητές ο πύρινος προφητικός λόγος. Πολλοί προτιμούν να ψαρεύουν σε ήσυχα νερά και να κολυμπούν σε γνωστές παραλίες. Έτσι όμως φτάσαμε εδώ που καταντήσαμε, δηλ. να λέγει φωναχτά ή μέσα του ο καθένας: «Θεόν δεν φοβούμαι και άνθρωπον δεν εντρέπομαι. Εδώ είναι ο παράδεισος και η κόλαση είναι εδώ».
Πρόκληση ήταν και θα είναι επίσης για την ανθρώπινη λογική και η γνώση του μέλλοντος, του εγγύτερου και του απώτερου. Ο τεχνοκράτης και αποστάτης από τη γνώση του Θεού ανθρώπινος νους αγωνιά και ωχριά μπροστά στο αύριο και αποτολμά με θρασύτητα να συμβουλεύεται το σκοτιστή διάβολο, τη μαγεία και την αστρολογία, για να διεισδύσει στο σκοτάδι πέραν του τώρα.
« Οι προφήτες όμως, στόματα και όμματα του Θεού, διασπούν ριζοσπαστικά το φράγμα του χρόνου, γιατί απλά και ταπεινά είναι ταγμένοι υπηρέτες του Παντογνώστη Θεού που δημιουργεί, καλλιεργεί, αναπλάθει τον ιστορικό χρόνο και τον αναβιβάζει στο θρόνο της αιωνιότητας», γράφει σύγχρονος θεολόγος.
Ο διάβολος δεν γνωρίζει ποτέ το μέλλον, ούτε λέγει ποτέ την αλήθεια ούτε θέλει ποτέ το καλό μας. Ο διάβολος δεν αναιρεί τον διάβολος ούτε ο μάγος τον άλλο μάγο. Απλά μπορεί κάποτε κάποτε να τον αντικαθιστά, να του παραχωρεί τη θέση του.
Το μεγάλο επιχείρημα της επαληθεύσεως των προφητειών κάλλιστα μπορεί να αποτελέσει απολογητικό όπλο στα χέρια των χριστιανών. Αποδεικνύει περίτρανα τη θεοπνευστία της Βίβλου και οπωσδήποτε την ύπαρξη του Θεού. Κείμενα που γράφτηκαν αποδεδειγμένα πριν από αιώνες επαληθεύονται κατά γράμμα σε άλλους καιρούς ώστε να ονομάζεται επί παραδείγματι ο μεγαλοφωνότατος Ησαϊας, Πέμπτος Ευαγγελιστής. Το προφητικό μάλιστα χάρισμα ως εξαγγελία του μέλλοντος δεν έλειψε ποτέ από την Εκκλησία μας και στους σημερινούς καιρούς.
Ασφαλώς δεν έλειψε, αλλά δυστυχώς λιγόστεψε πολύ, το προφητικό χάρισμα ως ελεγκτικός λόγος κατά της κοινωνικής αδικίας και της αποστασίας « από τας οδούς του Κυρίου».
Είπαμε ότι αυτή η αποστολή «τσακίζει κόκκαλα». Χαρακτηριστικά επιβεβαιωτική της αλήθειας αυτής θα είναι και η περίπτωση των δύο τελευταίων προφητών της ιστορίας του κόσμου Ενώχ και Ηλία, οι οποίοι θα αποσταλούν στη γη, για να αποκαλύψουν τον υποκριτικό ρόλο του αντιχρίστου και οι οποίοι θα σφαγιασθούν και θα εκτεθούν τα πτώματά τους για τρείς ημέρες σε κοινή θέα ( μέσω τηλεοράσεως προφανώς) στην αγία Πόλη της Ιερουσαλήμ, όπως λέγει και η Αποκάλυψη.
Ασφαλώς η προφητική αποστολή είναι πρωτίστως κλήση Θεού. Αλλά όπως και κάθε κλήση δεν λειτουργεί μηχανικά και αυτοτελώς. Ο Θεός μας ψάχνει ποιόν αποστείλει στον κόσμο για να εξαγγείλει το θέλημά Του. Ζητεί ζηλωτές και χτυπημένους από την αλμύρα της ζωής. Σαν τους ψαράδες της Γαλιλαίας. Έτοιμους να πεθάνουν, παρά να προδώσουν την αλήθεια του Θεού. 

Χριστιανική Εστία Λαμίας

Αξίζει να προσπαθήσεις…



Πολλές φορές οι άνθρωποι θέλουν να κατανοήσουν τον Θεό για να πιστεύσουν. 
Όμως σκέπτονται λάθος και αντίστροφα.

Γιατί; 
Διότι θα πρέπει να πιστεύσεις για να κατανοήσεις και όχι το ανάποδο. Χρειάζεται να αποδεχθείς το ότι ο Θεός είναι κάτι το πολύ ανώτερο από σένα για να μπορείς να Τον εξηγήσεις, να Τον βάλεις σε καλούπια.

Είναι λάθος να προσπαθούμε να φέρουμε τον Θεό στα μέτρα μας ώστε να Τον αποδεχτούμε. Ο Θεός δεν πρέπει να γίνει η θεία δικαιολογία για τα λάθη μας, δεν πρέπει να γίνει μια αόριστη δύναμη που ευλογεί τις άρρωστες επιθυμίες μας, ούτε ο μεγάλος κακός και άδικος του σύμπαντος, αλλά ο Πατέρας μας που θέλει να ολοκληρωθούμε σαν άνθρωποι. Γιατί αυτό τελικά είναι η σωτηρία, η ολοκλήρωση του ανθρώπου εν Χριστώ. Αυτό θέλει ο Θεός. Ο Απαθής Θεός μας «ποθεί» όχι γιατί πρέπει, όχι από ανάγκη αλλά γιατί θέλει, γιατί μας αγαπά.

Η αδυναμία του ανθρώπου να πλησιάσει τον Θεό έγκειται στο ότι συνήθως προσπαθούμε να Τον εγγίσουμε νοησιαρχικά και όχι καρδιακά. Ο κτιστός μας νους είναι πολύ αδύναμος για να συνηδειτοποιήσει και να επεξεργαστεί τον Άκτιστο, Άναρχο και Άπειρο Θεό. Μόνο η ανθρώπινη ταπεινή καρδιά έχει την δυνατότητα όχι να κατανοήσει απόλυτα τον Θεό αλλά να γευτεί το κάλλος της παρουσίας Του και να ειρηνεύση μέσα στην προσμονή της Βασιλείας Του.

Ο Θεός έχει κάνει την «κίνησή Του» προς εμάς, ώστε να Τον πλησιάσουμε. Όχι όμως να μείνουμε μέχρι εκεί, σε μία γνωριμία, αλλά να κάνουμε το αδιανόητο. Να γίνουμε κοινωνοί Του, να γίνουμε ένα σώμα με το Σώμα Του, να γίνουμε θεάνθρωποι με την χάρη του Θεανθρώπου.

Ο απ. Παύλος μας το επιβεβαιώνει λέγοντας: «…πιστὸς ὁ Θεὸς δι᾿ οὗ ἐκλήθητε εἰς κοινωνίαν τοῦ υἱοῦ αὐτοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ τοῦ Κυρίου ἡμῶν…» (Α Κορ. 1,9).

Ο Θεός μας έστειλε την πρόσκληση για να εισέλθουμε και εμείς μαζί με τον Νυμφίο Χριστό μέσα στην Βασιλεία Του. Όμως για να μπορέσεις να αντιληφθείς περί τίνος πρόκειται θα πρέπει να μπορείς να αναγνώσεις αυτήν την θεία πρόσκληση. Και μπορεί κάποιος να διαβάσει αυτήν την πρόσκληση του Θεού όταν πάει στο σχολείο. Όχι σε κάποιο ανθρώπινο σχολείο, αλλά στο σχολείο της Εκκλησίας, στο Θεανθρώπινο Σώμα του Χριστού παρατεινόμενο εις τους αιώνας. Στο σχολείο αυτό στο οποίο ο κάθε άνθρωπος δια της μετάνοιας, της ταπείνωσης, της μυστηριακής ζωής μαθαίνει να διαβάζει και να κατανοεί την πρόσκληση του Θεού.

Ο άνθρωπος μέσα στην Εκκλησία δεν μαθαίνει απλά να ζει όπως θέλει ο Θεός μέσα στον κόσμο. Ο άνθρωπος μέσα στην Εκκλησία μαθαίνει να πεθαίνει χάριν του κόσμου, χάριν της Αγάπης.

Δεν είναι εύκολο κανείς να ζει χριστομίμητα, δεν είναι εύκολο να λαβώνεσαι και να θέλεις να συνεχίσεις έναντι σε όλους και όλα, έναντι ακόμα και σε φίλους και σε οικείους οι οποίοι ίσως εδώ και καιρό παραιτήθηκαν.

Όμως τελικά αξίζει να προσπαθήσεις, αξίζει να μην αφεθείς και αποκάμεις, γιατί εκεί ψηλά που φοβάσαι να πας και λιγοψυχείς, βρίσκεται ότι ψάχνει η ανήσυχη ψυχή σου. Βρίσκεται η παύση των «γιατί», το πανηγύρι της καρδιάς, η Αναστάσιμη συντροφιά Του.


Είμαι το άλογο του Ιησού Χριστού!

Ο ιερεύς δεν είναι άνθρωπος, αλλά η θυσία ενός ανθρώπου, που προστίθεται στη θυσία του Θεού. Κι αυτό είναι η ιεροσύνη.
Κάθε φορά, που φαντάζομαι τον πατέρα μου, τον βλέπω με τον ζυγό γύρω από το λαιμό του, ζευγμένον με το επιτραχήλι. Τον βλέπω ζευγμένον, σαν ένα άλογο του Ιησού Χριστού. Ποδεμένον με τις πεταλωμένες μπότες του, να τρέχει από τη μια στην άλλη άκρη της ενορίας, τριάντα ορεινά χιλιόμετρα, που έπρεπε να διατρέξει δύο φορές τη μέρα μερικές φορές. 
Γι’ αυτό ήταν πάντα αποκαμωμένος. Έτοιμος να σωριαστεί απ’ την κούραση.Όπως κάθε ζευγμένο πλάσμα. 
Κι όμως δε σταματούσε ποτέ. Ο πατέρας μου λοιπόν αναχωρούσε, χωρίς καμιά καθυστέρηση, μαζί με τον χριστιανό που ερχόταν να τον ζητήσει. Έβγαινε από το πρεσβυτέριο, πριν ακόμη ο άνθρωπος χτυπήσει την πόρτα.
Διότι πάντα ήταν κάτι το επείγον: κάπου ένα ανθρώπινο πλάσμα περίμενε τον Θεό.Και ο πατέρας μου βιαζόταν. Ο πατέρας μου βάδιζε δίπλα στον άνθρωπο μέχρι την πόρτα. Βγαίνοντας απ’ τον περίβολο, τον ιερό χώρο, ο άνθρωπος που είχε έλθει να ζητήσει τον πατέρα μου ανέβαινε στο άλογο. Και ο πατέρας μου βάδιζε πίσω απ’ το άλογο.Ένας ιερεύς ποτέ δεν ανεβαίνει στο άλογο. Αυτή είναι η παράδοση στα ορεινά μέρη μας. Ο πατέρας μου λοιπόν μεταφέροντας τον σάκο, μέσα στον οποίο βρίσκονταν το Σώμα και το Αίμα του Ιησού Χριστού, ο σταυρός και ο «ζυγός», οδοιπορούσε πίσω από τον άνθρωπο, που πήγαινε καβάλα.
Οδοιπορούσε ο φτωχός μου πατέρας, αν και ήταν τόσο εύθραυστος, τόσο αδύνατος, βάδιζε σαν ένα άλογο, πίσω από τον έφιππο άνθρωπο. Ακολουθώντας τις οπλές του αλόγου με τις πεταλωμένες μπότες του, χωρίς να μένει πίσω καθόλου. Μερικές φορές, πολύ σπάνια, έλεγε σε μας τα παιδιά, χαμογελώντας:
- Είμαι το άλογο του Ιησού Χριστού. Ο Θεός καβαλικεύει πάνω μου, σαν σε άλογο…
Κι έλεγε την αλήθεια. Γιατί αυτό δεν ήταν ένα αστείο, όπως εμείς το παίρναμε, όταν ήμασταν μικροί. Ο πατέρας μου μετέφερε το Αίμα και το Σώμα του Θεού, όπως ένα άλογο μεταφέρει τον καβαλάρη του. Παντού. Μέρα και νύχτα. Ο Θεός καβαλίκευε πάνω στους ώμους του πατέρα μου, κάθε στιγμή και πήγαινε μέχρι τα βάθη των σκοτεινών δασών με τα έλατα και μέχρι τη σιωπηλή καρδιά των άγριων βουνών.
- Δεν σ’ αγαπούν οι γυιοι και οι θυγατέρες σου εν Χριστώ, έλεγαν στον πατέρα μου, βλέποντάς τον τσακισμένο απ’ την κούραση. Μόλις επέστρεψες στο πρεσβυτέριο κι ήλθαν ξανά να σε φωνάξουν. Μόλις ξάπλωσες και έφτασαν. Σε ξυπνούν. Σε αναγκάζουν να βγαίνεις έξω οποιαδήποτε στιγμή, με οποιονδήποτε καιρό και σε κάνουν να περπατάς ώρες και ώρες με τα πόδια πίσω τους, ενώ εκείνοι προχωρούν καβάλα. Σε σέρνουν έξω χωρίς σταματημό, μέσα στη νύχτα, μέσα στη βροχή, μέσα στη λάσπη και το χιόνι. Οι πιστοί σου σ’ αγαπούν λιγότερο απ’ τα ζώα τους. Διότι ποτέ δε ζητούν απ’ τα κτήνη τους αυτό που ζητούν απ’ τον πατέρα τους, τον ιερέα τους. Γιατί δε σε λυπήθηκαν ποτέ; Γιατί δε σε ευσπλαχνίσθηκαν ποτέ;
- Η ευσπλαχνία ταιριάζει συνήθως στους ανθρώπους, τα ζώα, τα πράγματα, μα όχι στον «ιερέα», απάντησε ο πατέρας μου.
Θα ’ταν κουτό,παράλογο και ασεβές μαζί να τον λυπούνται οι άνθρωποι.Κάθε χριστιανός χτυπώντας την πόρτα του ιερέως, χτυπά στην πραγματικότητα, την πόρτα του Θεού. Διότι ο ιερεύς είναι «αφομοιωμένος τω υιω του Θεού» (Εβρ. ζ΄ 3). Δεν μπορεί να έλθει στη σκέψη ενός χριστιανού αυτή η ασεβής ιδέα πως ο Θεός κουράστηκε, πως ο Θεός νυστάζει, πεινάει ή του πονούν τα πόδια. Απ’ τον Θεό μπορεί κανείς να ζητάει τα πάντα οποιαδήποτε ώρα και χωρίςνα χτυπά την πόρτα.
- Όμως ο ιερεύς είναι κι αυτός άνθρωπος, είπα.
- Όχι, απάντησε ο πατέρας μου. Ο ιερεύς δεν είναι άνθρωπος, αλλά η θυσία ενός ανθρώπου, που προστίθεται στη θυσία του Θεού. Κι αυτό είναι η ιεροσύνη. Η απάντηση ήταν ωραία. Έξοχη. Κοκκίνισα απ’ την ευχαρίστηση. Αλλά πρόσθεσα:
- Ωστόσο, πρέπει να ’χεις μερικές ώρες τουλάχιστον για ανάπαυση.
- Όχι, απάντησε ο πατέρας μου. Ο ιερεύς δεν είναι όπως είναι κανείς γεωργός, υπάλληλος ή τεχνίτης. Δε γίνεται κανείς ιερεύς για να έχει ώρες γραφείου με διαλείμματα και μέρες αδείας. Είναι κανείς ιερεύς μόνιμα. Χωρίς διακοπή. Χωρίς ρεπό. Χωρίς καμιά ανάπαυλα. Μέρα και νύχτα. Και,όπως μπορεί κανείς να απευθύνεται στον Θεό οποτεδήποτε, οποιαδήποτε ώρα της μέρας ή της νύχτας και για οποιοδήποτε αίτημα, χωρίς φόβο να τον ενοχλήσει, έτσι μπορεί να ’ρθει στο σπίτι του ιερέως οποτεδήποτε και για οποιοδήποτε λόγο.
Βέβαια δεν φθάνομε στο σημείο να έχουμε ιερείς που να μην κοιμούνται, να μην τρώνε και να μην τους πονούν τα πόδια.

π. Βιρτζίλ Γκεοργκίου

Αλλά αυτό είναι μια ατέλεια,που οφείλομε να τη δεχθούμε όπως είναι, διότι η λατρεία δεν είναι παρά μια εικόνα, μια σκιά των ουρανίων πραγματικοτήτων, όπως αποκαλύφθηκε και στον Μωυσή, όταν επρόκειτο να κατασκευάσει τη Σκηνή. Κοίταξε, του ελέχθηκε, θα φτιάξεις τα πάντα σύμφωνα με το υπόδειγμα που σου φανερώθηκε πάνω στο βουνό (Εβρ. η΄ 5).
Η ιεροσύνη, μίμηση της ιεροσύνης του Χριστού, αποκλείει τις διακοπές. Ισχύει μόνιμα και για την αιωνιότητα (Εβρ. στ΄ 7). Ούτε και ο φυσικός θάνατος του ιερέως δεν μπορεί να τη διακόψει. Και αφού η ιεροσύνη δεν μπορεί, να διακοπεί με τον θάνατο, πώς θέλεις να τη διακόψει η πείνα, ο κόπος ή ο ύπνος;
- Είναι κανείς ιερεύς κι ύστερα απ’ τον θάνατο; ρώτησα την πρώτη φορά που το άκουσα αυτό.
- Είναι κανείς ιερεύς για την αιωνιότητα, Αφομοιωμένος τω υιω του Θεού, μένει ιερεύς εις το διηνεκές. (Εβρ. ζ΄ 3).
Επειδή λοιπόν ο ιερεύς είναι αφομοιωμένος με τον Θεό, δεν μπορεί να πεθάνει. Μένει ιερεύς και μέσα στο θάνατο και παρά τον θάνατο. Στην αιωνιότητα. Γι’ αυτό ακριβώς και ενταφιάζουν τον ιερέα ντυμένο με όλα τα ιερατικά του άμφια, που φορεί όταν τελεί την θεία Λειτουργία. Ο ιερεύς ενταφιάζεται με τον Σταυρό, με το Επιτραχήλι, το Φελόνι, το Στιχάρι, τα Επιμανίκια… 
Όλα και ολόκληρη τη στολή, όπως γίνεται για την πιο επίσημη ακολουθία. Διότι ο νεκρός ιερεύς θα πάει να λειτουργήσει στην αληθινή ουράνια Εκκλησία, με τον επίσκοπό του, τον Χριστό. 
Για κάθε ιερέα ο θάνατος είναι μια προαγωγή. Περνάει απ’ τη μικρή του επίγεια εκκλησία στον καθεδρικό ναό του ουρανού, για να τελεί την παγκόσμια λειτουργία γύρω απ’ τον Χριστό. Ποτέ λοιπόν δεν πρέπει να θρηνείται ο θάνατος ενός ιερέως. Διότι δεν πεθαίνει ποτέ. Ο θάνατος είναι ο προβιβασμός του. Και επειδή ο ιερεύς μένει ιερεύς παρά τον φυσικό θάνατο, όταν τον βάζουν στον τάφο, ντυμένο με τα άμφια που φοράει για την τέλεση της Λειτουργίας, καλύπτουν το πρόσωπό του με τα ιερά Καλύμματα ή τον Αέρα, το πανί εκείνο με το οποίο καλύπτουν κατά τη λειτουργία το Άγιο Ποτήριο, που περιέχει το Σώμα και το Αίμα του Θεού. Ο Αήρ συμβολίζει τον λίθο, που έκλεινε τον τάφο του Ιησού Χριστού. 
Η πέτρα αυτή που έκλεισε τον τάφο του Χριστού, σφραγίζει επίσης και τον τάφο κάθε ιερέως. Διότι κάθε ιερεύς είναι αφομοιωμένος με τον Υιό του Θεού. Ακούγοντάς τον, άφησα τα δάκρυα να κυλήσουν πάνω στο άγιο χέρι του πατέρα μου, που έσκυψα και το φίλησα ευλαβικά. 
Έτσι λοιπόν κατάλαβα,γιατί ένας άγιος διηγείται, πως αν συναντούσε στο δρόμο έναν άγγελο ή έναν ιερέα, να βαδίζουν ο ένας πλάι στον άλλον, θα γονάτιζε πρώρα εμπρός στον ιερέα, φιλώντας του το χέρι και μόνον ύστερα θα γονάτιζε εμπρός στον άγγελο, για να τον χαιρετίσει. Διότι οι άγγελοι είναι κατώτεροι απ’ τους ιερείς σε τούτο, στο ότι δεν μπορούν να μεταμορφώσουν το ψωμί και το κρασί σε σάρκα και αίμα του Θεού. Τα χέρια όμως του ιερέως το μπορούν…
Παρά την ασύγκριτη ευτυχία να είναι υπηρέτης στον ουρανό, ο πατέρας μου ζούσε την επίγεια ζωή του μέσα σε αφάνταστη σκληρότητα και οδύνη. Κάθε χρόνο ο πατέρας μου γινόταν πιο αδύνατος. Πιο άσαρκος. Πιο άυλος. Στα τριάντα του χρόνια τα μαλλιά του πατέρα μου είχαν ασπρίσει. Στα τριάντα χρόνια ο πατέρας μου είχε γεράσει. Τα δόντια του έπεφταν. Εξ αιτίας της αθλιότητας, εξ αιτίας του υποσιτισμού, εξ αιτίας του κόπου και του μόχθου. Αντίθετα όμως το βλέμμα του γινόταν κάθε χρόνο πιο όμορφο, πιο φωτεινό, πιο ακτινοβόλο και τόσο έντονο ώστε το κεφάλι του έμοιαζε να φωτίζεται μ’ ένα φωτοστέφανο. Παρακολουθούσα ένα ασυνήθιστο γεγονός: όταν ο πατέρας μου παρατηρούσε κάτι τι, το φώτιζε με το βλέμμα του, σαν με κάποιους μυστικούς προβολείς. Βλέποντας αυτό ένοιωσα για πρώτη φορά το γεγονός ότι οι άγιοι, παρατηρώντας τον κόσμο, τον φωτίζουν και τον αγιάζουν.
- Τι κοιτάζεις, ρώτησε ο πατέρας μου, βλέποντάς με βυθισμένο στις σκέψεις.
- Είσαι φωτεινός σαν μια εικόνα, του είπα, κοκκινίζοντας. Ο πατέρας μου γέλασε. Δεν ήταν ούτε υπερήφανος ούτε ταπεινός. Για να ’σαι υπερήφανος ή ταπεινός πρέπει πρώτα να ’σαι ένα γήινο πλάσμα. Και εκείνος ήταν όλο και λιγότερο γήινος. Γέλασε, γιατί η φωνή μου έφθασε στα αυτιά του κι αυτό τον είχε ευχαριστήσει. Ο πατέρας μου σπάνια γελούσε. 
Όταν κανείς είναι κουρασμένος δεν μπορεί να γελάσει. Μα τώρα είχε χαμογελάσει. Κι’ όταν ο πατέρας μου χαμογελούσε έβλεπε κανείς πως είχε χάσει σχεδόν όλα του τα δόντια. Η καρδιά μου σφιγγόταν.
Λυπόμουνα τόσο πολύ για την αθλιότητά του, που μόλις μπορούσα,να κρατήσω τα δάκρυά μου. Και έλεγα, πως αν ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός αποφάσιζε μια μέρα να προσφέρει στον ιερέα του, που ήταν και άλογό του μαζί, τον π. Κωνσταντίνο Gheorghiu, που υπέφερε σ’ όλη του τη ζωή απ’ την πείνα, την δυνατότητα να έχει ξαφνικά ψωμί πάνω στο τραπέζι του, ο προλετάριος πατέρας, ο σεβαστός μου πατέρας θα συνέχιζε – παρά το θαύμα-να πεινάει, όπως και στο παρελθόν. 
Διότι κι αν είχε κάτι δε θα μπορούσε να το φάει, γιατί δεν είχε πια δόντια… Και ούτε σκέψη, πως θα μπορούσε, να βάλει ξένα. Ήμαστε τόσο φτωχοί που ούτε στο όνειρό μας δεν θα τολμούσαμε να πάμε στον οδοντογιατρό...


Βιργκίλ Γκεωργκίου, 
«Από την 25η ώρα στην αιώνια ώρα»,
Εκδόσεις Έλαφος σ. 93-95

Μετάνοια...

Καταπληκτικό κείμενο-ποίημα
γιά νά ἔλθουμε στήν κατάσταση 
τοῦ κατά Θεόν πένθους,
γιά μετάνοια καί ἐξομολόγηση.
Θά ἀνατρέψει τον διασκορπισμό
 τοῦ πολύτιμου χρόνου σου 
εἰς ἄχρηστα καί ἄτοπα
καί κάθε λανθασμένη 
ἰδέα γιά τόν ἑαυτό σου!







Περί της ψυχικής καλλιέργειας για την προσέλκυση της Θείας Χάριτος



Ακολουθεί ολόκληρη η επιστολή του αββά Αμμωνά, περί της ψυχικής καλλιέργειας για την προσέλκυση της Θείας Χάριτος. 

Η θεία χάρη, δεν έρχεται στον άνθρωπο με μια απλή εγκεφαλική παραδοχή ή πίστη. Ούτε «μαγικά». Δωρίζεται στον άνθρωπο αφού ενεργοποιηθεί η ενδιάθετη πίστη μέσω της άσκησης και της απόφασης για έναν –κατά το δυνατό- πνευματικό αγώνα μαζί με τον Κύριο. Είναι ένα δώρο μεν, που όμως «αποκτάται» με κόπο και δια των Μυστηρίων της Εκκλησίας, ακριβώς για να βιώσει εμπειρικά ο πιστός την ανεκτίμητη αξία της.

«Χαίρετε εν Κυρίω, αγαπητοί.

Εάν κανείς αγαπήσει τον Θεό εν όλη τη καρδία και εν όλη τη ψυχή και κάνει το παν για να ζήσει με φόβο Θεού, ο φόβος αυτός θα του προξενήσει κλαυθμό, ο κλαυθμός χαρά και η χαρά δύναμη με τη βοήθεια της οποίας η ψυχή θα καρποφορήσει σε όλα.

Και όταν ο Θεός δει τον καρπό της ωραίο, θα τον δεχτεί σαν ευωδία και θα χαρεί μαζί με τους αγγέλους του για όλα τα καλά της έργα. Θα της δώσει ακόμη φύλακα, ο οποίος θα την προστατεύει σε κάθε της βήμα, για να την οδηγήσει στον τόπο της αναπαύσεως χωρίς κίνδυνο να την υποδουλώσει ο σατανάς. Διότι όσο βλέπει ο διάβολος τον φύλακα, δηλαδή τη θεϊκή δύναμη, να περιβάλλει την ψυχή, απομακρύνεται. Φοβάται να πλησιάσει τον άνθρωπο και την δύναμη που τον περιβάλλει.

Αγαπητοί εν Κυρίω, εσείς, που τόσο σας συμπαθώ, γνωρίζω ότι είσθε φίλοι του Θεού. Εγκολπωθείτε λοιπόν αυτή τη δύναμη, για να σας φοβάται ο σατανάς και να εργάζεστε πάντοτε με σοφία. Όσο αυξάνει η γλυκύτης της θείας χάριτος, τόσο θα πληθαίνει μέσα σας τους πνευματικούς καρπούς. Η γλυκύτις αυτή γλυκαίνει υπέρ μέλι και κηρίον.

Οι περισσότεροι από τους μοναχούς και τις μοναχές, εκτός από ορισμένους σε διάφορα μέρη, δεν δοκίμασαν την μεγάλη αυτή γλυκύτητα, διότι δεν απέκτησαν την θεϊκή δύναμη. Δεν τους την έδωσε ο Κύριος, διότι δεν καλλιέργησαν κατάλληλα την ψυχή τους για να την δεχτούν. Ουκ εστί προσωπολήπτης ο Θεός. Για αυτό προσφέρει την θεϊκή δύναμη σε κάθε εποχή σε αυτούς που εργάζονται για να την αποκτήσουν. Μόνο σε αυτούς την χαρίζει.

Αγαπητοί, γνωρίζω ότι σας αγαπά ο Θεός και ότι και εσείς αγαπάτε τον Θεό με όλη σας την καρδιά από τότε που αρχίσατε τον πνευματικό αγώνα. Αλλά και εγώ σας αγάπησα με όλη μου την καρδιά, βλέποντας την ψυχική σας ευθύτητα. Εγκολπωθείτε λοιπόν την θεϊκή δύναμη για να περάσετε όλα σας τα χρόνια με πνευματική ελευθερία και να εργάζεσθε εύκολα τις εντολές του Θεού.

Η δύναμις που προσφέρεται στον άνθρωπο εδώ στη γη, αυτή πάλι τον συνοδεύει στην ανάπαυση του ουρανού μέχρις ότου περάσει όλες τις εξουσίες του αέρος. Υπάρχουν πράγματι δαιμονικές δυνάμεις στον αέρα, οι οποίες εμποδίζουν τους ανθρώπους και δεν τους αφήνουν να φτάσουν στον Θεό. Ας παρακαλέσουμε λοιπόν τώρα τον Θεό με επιμονή, να μη μας εμποδίσουν να φτάσουμε κοντά του. Όσο οι δίκαιοι έχουν την θεϊκή δύναμη, κανείς δεν μπορεί να τους εμποδίσει την άνοδο.

Μέχρις ότου κατοικήσει η θεία χάρις στον άνθρωπο, η ψυχή αγωνίζεται να την αποκτήσει με την καταφρόνηση όλων των ύβρεων και όλων των επαίνων των ανθρώπων, με μίσος όλων των κοσμικών απασχολήσεων που θεωρούνται έντιμες, με το μίσος κάθε σωματικής αναπαύσεως, με την κάθαρση της καρδιάς από κάθε ρυπαρό λογισμό ή κοσμικό μάταιο φρόνημα, με νυχθημερές προσευχές που συνοδεύονται με νηστείες και δάκρυα. Τότε ο αγαθός Θεός δεν θα αργήσει να σας δώσει την θεία χάρη, οπότε θα ζήσετε πλέον με ανάπαυση και άνεση, θα αποκτήσετε μεγάλη παρρησία ενώπιον του και θα σας ικανοποιήσει όλα τα αιτήματα, καθώς έχει γραφτεί.

Εάν όμως μετά την απόκτησή της σας εγκαταλείψει η θεϊκή θέρμη, αναζητήστε την πάλι και θα επιστρέψει. Η θέρμη αυτή μοιάζει με φωτιά που μεταβάλλει το ψυχρό σε θερμό. Όταν λοιπόν νοιώθετε βαριά την καρδιά σας, στραφείτε προς αυτή και εξετάστε την με φόβο Θεού. Έτσι θα αναγκαστεί πάλι να θερμανθεί και να πυρωθεί με την θεϊκή φλόγα. Αυτό άλλωστε έκανε και ο προφήτης Δαβίδ. Όταν ένοιωσε την καρδιά του βαριά, είπε: ‘’Και εξέχεα επ’ εμέ την ψυχήν μου’’. ‘’Εμνήσθην ημερών αρχαίων, εμελέτησα εν πάσι τοις έργοις σου’’. 
Με τον τρόπο αυτό κατόρθωσε να ξαναθερμάνει την καρδιά του και να δεχτεί την γλυκύτητα του Παναγίου Πνεύματος».

(«Αββάς Αμμωνάς», Ι. Μ. Παρακλήτου, σελ. 29- 33)

Το νόημα της ζωής



Μερικοί λένε πως η ζωή μας είναι αρκετά σύντομη. Νομίζουμε όμως πως από μόνοι μας συντομεύουμε το χρόνο της ζωής μας από την κατάχρηση, την παράχρηση και την ηθοφθορία.
Αν τη ζωή τη χρησιμοποιήσουμε με σεβασμό, περίσκεψη και φειδώ είναι σίγουρα αρκετά μεγάλη. Ο άνθρωπος γενικά δεν εκτιμά το χρόνο, τον αφήνει να κυλά ανεκμετάλλευτα, το σπαταλά εύκολα, δεν τον αξιοποιεί, δεν τον χρησιμοποιεί χρήσιμα. Οι άνθρωποι ζουν συχνά ως επιγείως αθάνατοι. Δεν εξαγοράζουν τον καιρό, παρά το ότι οι ημέρες είναι αρκετά πονηρές. Ο χρόνος μακραίνει όσο ο άνθρωπος αυξάνεται πνευματικά, όσο πλησιάζει το βάθος και την ιερότητα του νοήματος της ζωής...
Μερικοί γέρασαν χωρίς να ζήσουν όντας γέροι και νέοι γέρασαν προτού να μεγαλώσουν. Φοβούνται το θάνατο, παρότι δε γνωρίζουν να ζήσουν. Χάνουν τη ζωή μέσα από τα χέρια τους δίχως να τη ζήσουν. Δεν ξέρουν ούτε τι είναι ζωή, ούτε τι είναι θάνατος, ούτε πιο είναι το ουσιαστικό νόημα της ζωής του ανθρώπου. Το θάνατο πιο πολύ το φοβούνται όσοι ελέγχονται από τη συνείδησή τους, όσοι δεν βελτίωσαν την πνευματική τους ταυτότητα, όσοι παρασύρθηκαν από τις ηδονές του βίου. Η πνευματικότητα του ανθρώπου αντιστέκεται ισχυρά στη φθορά και στη βλαπτικότητα που μπορεί να προκαλέσει ο χρόνος. Η γαλήνη στην ψυχή του ανθρώπου μπορεί να σκηνώσει μόνιμα μόνο κατόπιν σκληρού διωγμού της κακίας. Η εμπιστοσύνη στη θεία πρόνοια θα συνδράμει σημαντικά σ’ αυτή την επίτευξη.
Ο φιλόσοφος Σενέκας λέγει πως «το θέμα όμως δεν είναι ότι έχουμε λίγο χρόνο ζωής, αλλά ότι σπαταλάμε μεγάλο μέρος του». Αν ο άνθρωπος παρασυρθεί στο κυνηγητό της ηδονής, της πολυτέλειας, της δόξας και της ευδαιμονίας δεν θα καταλάβει πώς πέρασε μια ολόκληρη ζωή. Η ακόρεστη φιλοχρηματία, η μέθη, η οκνηρία, η φιλοδοξία, η απληστία, η ραδιουργία ταλαιπωρούν πολύ τον εραστή τους. Τα πάθη δεν αφήνουν τον εργάτη τους να δει την αλήθεια. Οι απολαύσεις καθηλώνουν τον άνθρωπο χαμηλά και δεν τον αφήνουν να ανυψωθεί από τα γήινα. Πολλοί θαυμάζουν τους πλούσιους, δεν γνωρίζουν όμως τι φουρτουνιασμένες θάλασσες κουβαλούν μέσα τους. Πολλοί λίγοι θα μπορούσαν άνετα να πουν πως είναι ευχαριστημένοι με τον εαυτό τους αρκετά. Δεν του έδωσαν τον χρόνο που δίκαια ήθελε, δεν τον άκουσαν προσεκτικά, δεν τον είδαν κατάματα, δεν τον ανέκριναν αυστηρά, δεν τον γνώρισαν ποτέ καλά. Για αυτό δεν ήσουν ήρεμος, ατάραχος, άφοβος και υπομονετικός. Λησμονήσαμε για τα καλά ότι είμαστε θνητοί και περαστικοί από εδώ.
Όσο και αν ξεγελά με διάφορους τρόπους ο άνθρωπος τον εαυτό του, πάντα κατά βάθος θα ζητά την πραγματική ανάπαυση. Ένας σοφός ρωμαίος αυτοκράτορας χαιρόταν και μόνο στη σκέψη του πότε θα απαλλαγεί του μεγαλείου του θρόνου του για να αναπαυθεί αληθινά. Όταν ο άνθρωπος ασχολείται με πολλά, μεριμνά και τυρβάζει, δεν μπορεί να συγκεντρωθεί κάπου και να αποδώσει, δεν έχει καιρό να ζήσει ελεύθερα. Πολύ συχνά οι άνθρωποι είναι κουρασμένοι από το παρελθό και το παρό. Προσπαθούν να ζήσουν ένα καλύτερο μέλλο, δίχως να κάνουν όμως τίποτε το σημαντικό γι’ αυτό. Η ζωή κυλά και ο άνθρωπος βυθισμένος στις πολλές ασχολίες του δεν τον παρατηρεί. Απορεί πώς πέρασαν τόσο γρήγορα τόσα χρόνια. Πιο σύντομη βρίσκουν τη ζωή σίγουρα οι πολυάσχολοι άνθρωποι.
Στη ζωή δίνουμε εξετάσεις. Αν νικήσαμε τα πάθη μας, αν αγαπήσαμε την αγάπη, αν μισήσαμε την κακία, αν γνωρίσαμε τον εαυτό μας, αν συναντήσαμε το Θεό. Τότε έχουμε βρει το σκοπό, το στόχο, το νόημα της ζωής. Έχουμε κερδίσει τις εξετάσεις. Αισθανόμεθα μύρο αιωνιότητος. Δε φοβόμαστε το θάνατο. Δε μας κουράζει η ζωή. Μετανοούμε. Ελπίζουμε. Χαιρόμαστε.

Μοναχού Μωϋσή Αγιορείτου