.

.

Δός μας,

Τίμιε Πρόδρομε, φωνή συ που υπήρξες η φωνή του Λόγου. Δος μας την αυγή εσύ που είσαι το λυχνάρι του θεϊκού φωτός. Βάλε σήμερα τα λόγια μας σε σωστό δρόμο, εσύ που υπήρξες ο Πρόδρομος του Θεού Λόγου. Δεν θέλουμε να σε εγκωμιάσουμε με τα δικά μας λόγια, επειδή τα λόγια μας δεν έχουν μεγαλοπρέπεια και τιμή. Όσοι θα θελήσουν να σε στεφανώσουν με τα εγκώμιά τους, ασφαλώς θα πετύχουν κάτι πολύ πιό μικρό από την αξία σου. Λοιπόν να σιγήσω και να μη προσπαθήσω να διακηρύξω την ευγνωμοσύνη μου και τον θαυμασμό μου, επειδή υπάρχει ο κίνδυνος να μη πετύχω ένα εγκώμιο, άξιο του προσώπου σου;

Εκείνος όμως που θα σιωπήσει, πηγαίνει με τη μερίδα των αχαρίστων, γιατί δεν προσπαθεί με όλη του τη δύναμη να εγκωμιάσει τον ευεργέτη του. Γι’ αυτό, όλο και πιό πολύ σου ζητάμε να συμμαχήσεις μαζί μας και σε παρακαλούμε να ελευθερώσεις τη γλώσσα μας από την αδυναμία, που την κρατάει δεμένη, όπως και τότε κατάργησες, με τη σύλληψη και γέννησή σου, τη σιωπή του πατέρα σου του Ζαχαρία.

Άγιος Σωφρόνιος Ιεροσολύμων

Ἀγὼν κατὰ τῆς ἁμαρτίας



Ζοῦμε σέ μία δύσκολη ἐποχή ὅπου οἱ ἄνθρωποι ἔχουν ἀπομακρυνθεῖ ἀπό τό Θεό καί περιφρονοῦν τίς ἐντολές. Τώρα πιά σχεδόν κανένας δέν μιλάει γιά ἠθική. Ντρέπονται νά ποῦν τό παραμικρό. Καί ὅταν τά τραγικά ἀποτελέσματα τῆς ἀνήθικης ζωῆς εἶναι αἰσθητά καί ἐπώδυνα, τά ἐξηγοῦν μέ τό δικό τους διεστραμμένο νοῦ, χωρίς καμία ἀναφορά στό Θεό. Πιεζόμενοι καταφεύγουν στούς εἰδικούς ἐπιστήμονες, γιά νά τούς βοηθοῦν καί ἐλπίζουν σέ μία καλύτερη ζωή. Μάταια ὅμως. Πυκνό τό πνευματικό σκοτάδι. Παντοῦ ὀσμή θανάτου. Οἱ ἄνθρωποι δυστυχοῦν μέσα στήν ἀφθονία τῶν ὑλικῶν ἀγαθῶν. Δέν ὑπάρχουν πιά ὁράματα. Καί πῶς νά ὑπάρχουν, ἀφοῦ ὅλοι εἶναι φιλήδονοι, φιλοχρήματοι καί φιλόδοξοι;
Ὁ συνειδητός χριστιανός μέσα σέ αὐτή τήν κοινωνία αἰσθάνεται ἄβολα καί ἀποπνικτικά. Ἐνοχλεῖται ἀπό παντοῦ. Ἀπογοητεύεται ἀπό ὅλους. Ἡ ἐλπίδα βελτίωσης εἶναι σχεδόν ἀνύπαρκτη. Ὡστόσο, τά πράγματα πρέπει νά ἀλλάξουν. Νά γίνουν προσπάθειες γιά κάτι καλύτερο. Μόνο ἡ Ἐκκλησία μπορεῖ νά ἀντισταθεῖ στήν κατρακύλα τῆς ἁμαρτωλῆς ζωῆς τῶν ἀνθρώπων. Χρειάζεται ὅμως συναγερμός καί πνευματική ἀνύψωση τῶν χριστιανῶν, ὅπως μᾶς διδάσκει καί ἡ ἐκκλησιαστική ἱστορία. Ὁ ἀείμνηστος μητροπολίτης Φλωρίνης Αὐγουστῖνος Καντιώτης, γνωστός γιά τούς μεγάλους ἀγῶνες του κατά τῆς ἁμαρτίας πού ἐπικρατεῖ στόν κόσμο, ἐμπνεόταν ἀπό τό παράδειγμα τῶν παλαιοτέρων χριστιανῶν, οἱ ὁποῖοι δέν συμβιβάζονταν μέ τόν κόσμο καί κινητοποιοῦνταν γιά τήν περιστολή τῆς ἁμαρτίας. Ἔγραφε σχετικά:«Οἱ χριστιανοί μέ ἐπί κεφαλῆς τούς κληρικούς καί δή τούς ἐπισκόπους εἶνε οἱ εὐγενεῖς ὑπό τήν ἱπποτικήν, τήν ἡρωικήν τῆς λέξεως ἔννοιαν. Καί ἦσαν ἐποχαί ἐν τῇ Ἐκκλησίᾳ κατά τάς ὁποίας τό εὐγενές, τό ἐνθουσιαστικόν, τό ἡρωικόν στοιχεῖον ἐπεκράτει καί ἔδιδε μάχας σκληράς κατά τῆς πλάνης καί τῆς ἁμαρτίας καί ἐνίκα καί διέλυεν ὠργανωμένα συγκροτήματα διαφθορᾶς καί ἐθριάμβευε. Δάκρυα ἔρχονται εἰς τούς ὀφθαλμούς τοῦ πιστοῦ, ὅταν ἀνοίγῃ τήν Ἱστορίαν καί ἀναγινώσκῃ σελίδας τῶν ἡρωικῶν ἐποχῶν τῆς Ἐκκλησίας. Πῶς ἔφθασε μέχρις ἡμῶν ὁ Χριστιανισμός, καί δή ἐν τῇ καθαρᾷ καί ἀμιάντῳ μορφῇ τῆς Ὀρθοδοξίας; Δι᾿ ἀφθάστων ἡρωισμῶν!
«Ἀλλά τώρα, ὤ τώρα! Δειλία ἐπέπεσεν εἰς τάς τάξεις τοῦ χριστιανικοῦ κόσμου. Οἱ χριστιανοί πλέον δέν ἀγωνίζονται, πλήν ἐλαχιστοτάτων ἐξαι- ρέσεων. Ἡ πανοπλία ἠχρηστεύθη λόγῳ ἀμελείας καί μή ἐξασκήσεως εἰς τά ὅπλα τοῦ φωτός. Τό ξίφος δέν κόπτει πλέον. Τό ἔφαγεν ἡ σκωρία εἰς τήν θήκην του. Ὁ εὐγενής ἐν τῇ ὑψηλῇ χριστιανικῇ ἐννοίᾳ κατήντησεν εὐγενής ἐν κοσμικῇ ἐννοίᾳ. Γλοιώδης εὐγένεια! Ὁ εὐγενής τῶν ἡμερῶν μας ἐφόρεσε κλάκ καί γάντια, κάμνει συνεχῶς ὑποκλίσεις πρό τοῦ κοσμοκράτορος καί τῶν ὀργάνων αὐτοῦ καί χειρίζεται ὅλας τάς ὑποθέσεις τῆς Ἐκκλησίας “μέ τό γάντι”! Διαρκῶς ὑποχωρεῖ πρό τῶν σκοτεινῶν δυνάμεων. Διατηρεῖ σχέσεις ἁβροφροσύνης μέ ὅλους. Καί μέ ὑλιστάς καί μέ ἀθέους κομμουνιστάς καί μέ μασόνους καί μέ πνευματιστάς καί μέ μοντερνιστάς καί μέ οἰκουμενιστάς, ἵνα παρά πάντων ἀκούῃ τό “εὖγε”» («Ἐκκλησιαστικός στρουθοκαμηλισμός», 1973, σελ. 44-45).
Τόν ἀγώνα κατά τῆς ἁμαρτίας ὁ χριστιανός τόν διεξάγει μέ τό δικό του φωτεινό παράδειγμα, μέ τόν καθαρό καί ἀνυπόκριτο λόγο του καί μέ τή θερμή του προσευχή. Ὅταν αὐξηθοῦν οἱ πραγματικοί χριστιανοί, τότε θά βελτιωθεῖ ἡ κοινωνία. Δέν ὑποστηρίζουμε ὅτι θά ἐξαλειφθεῖ ἡ ἁμαρτία. Εἶναι ὅμως βέβαιο ὅτι θά ἐμπεδωθεῖ στούς πολλούς ὅτι μακριά ἀπό τό Θεό ὁ ἄνθρωπος βυθίζεται στή δυστυχία.

Πρωτοπρ. Διονύσιος Τάτσης
Ορθόδοξος Τύπος, 30/01/2015

...για τον Παπισμό


Γέρων Γαβριήλ Διονυσιάτης: 

«Καί πρέπει ἡμεῖς οἱ Ὀρθόδοξοι να...
παραιτηθῶμεν παντός διαλόγου πρός αἱρετικούς, κατά τήν ὀρθήν συμβουλήν τοῦ Θεορρήμονος Ἀποστόλου Παύλου, «αἱρετικόν ἄνθρωπον μετά πρώτην καί δευτέραν νουθεσίαν παραιτοῦ, εἰδώς ὅτι ἐξήστραπτεν ὁ τοιοῦτος ἁμαρτάνων ὤν αὐτοκατάκριτος...

Πρός τί λοιπόν ἡ τόση προθυμία πρός μετάβασιν εἰς Ρώμην, πρός τί ἡ ἐπίμονος ἐκζήτησις ὑφ’ ἡμῶν διαλόγων; πρός τί τόσον ἡ κακοπαθοῦσα καί παραποιουμένη κατά Θεόν ἀγάπη; Δέν μᾶς σωφρονίζουν τά παθήματα τῆς Φερράρας καί τῆς Φλωρεντίας; Δέν ἐλάβομεν εἰσέτι πεῖραν τῆς Λατινικῆς στρεψοδικίας καί τῆς ὑπερηφανείας; Δέν διεκρίναμεν τά ὅρια μεταξύ ἀληθείας και ὑποκρισίας ἐν τῇ πίστει;


(Ὀρθόδοξος Τύπος, ἀριθμ. Φύλλου 76, Ἰούνιος 1967)Από το περιοδικό «Άγιον Όρος – Διαχρονική μαρτυρία στους αγώνες υπέρ της Πίστεως», Έκδοση Αγιορειτών Πατέρων, Άγιον Όρος 2014.

ΠΑΠΙΣΜΟΣ, ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟΣ - ΕΧΘΡΟΙ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ

Ἄς μή λησμονοῦμε, ὅτι ὁ προδότης τῆς Ὀρθοδόξου πίστεως αἱρεσιάρχης Πάπας, ἐπέλεξε τήν ἐγκόσμιον βασιλείαν καί ὄχι τήν Οὐράνιον διά νά γίνῃ Κοσμοκράτωρ - Δαιμονοκράτωρ.
Οἱ Παπικοί, περισσότερον ἀπό χίλια ἔτη ἀρνοῦνται τήν μετάνοιαν καί τήν ἐπιστροφήν των εἰς τήν Μητέραν Ἐκκλησίαν.
Ὅταν λέγωμε, ὅτι δέν ὑφίσταται θέμα «ἑνώσεως» ὅπως τήν μεθοδεύουν οἱ Οἰκουμενισταί, κάποιοι μᾶς ἀποκαλοῦν «σκοταδιστές», φανατικούς, ἐχθρούς τῆς ἀγάπης καί τῆς ἑνότητος τῆς Χριστιανοσύνης. Ὅλα αὐτά θά ἴσχυαν ἐάν δέν ἐπιθυμούσαμε τήν ἐν μετανοίᾳ ἐπιστροφήν τῶν αἱρετικῶν εἰς τήν Μίαν Ἁγίαν Καθολικήν καί Ἀποστολικήν Ἐκκλησίαν. 
Ἡ Ἐκκλησία μας δέεται καί προσεύχεται διά τήν ἐν μετανοίᾳ ἐπιστροφήν πάντων τῶν πεπλανημένων καί ἀποκεκομμένων αἱρετικῶν καί σχισματικῶν ἀπό Αὐτήν: «Τούς πεπλανημένους ἐπανάγαγε καί σύναψον τῇ Ἁγίᾳ σου Καθολικῇ καί Ἀποστολικῇ Ἐκκλησίᾳ». Αὐτή ἡ ἐπιστροφή, σύναψις καί ἐπανένωσις μπορεῖ νά γίνῃ μόνον ἐν Ἀληθείᾳ, καί ἡ Ἀλήθεια εἶναι μόνον ὁ Χριστός, μόνον ἡ Ὀρθοδοξία. Δέν ὑπάρχουν συμβιβασμοί μεταξύ Ὀρθοδοξίας και αἱρέσεως.

Ὁ Παπισμός, δυστυχῶς, ἐμμένει ἀμετανόητος εἰς τάς αἱρετικάς πλάνας του καί προβάλλει καί χρησιμοποιεῖ τήν παγίδα «ἀγάπης καί εἰρήνης» πού εἶναι ὁ δῆθεν «θεολογικός διάλογος», ὁ διάλογος τῆς «ἀγάπης», ἡ οἰκουμενική κίνησις διά τήν ''ἕνωσιν τῶν «ἐκκλησιῶν»'', κλπ.

Ὁ Οἰκουμενισμός εἶναι παναίρεσις, τό σύνολον τῶν αἱρέσεων πού σκοπόν ἔχει νά ἀλλοιώσῃ καί τελικῶς νά μεταλλάξῃ, νά ἀπορροφήσῃ καί νά ἀφανίσῃ τήν Ὀρθοδοξίαν.
Καί εἶναι ἄκρως ἐπικίνδυνες, ἀπαράδεκτες καί ἀνεπίτρεπτες οἱ προσπάθειες πού κάνουν ὡρισμένοι, ἀκόμη καί κληρικοί, λαϊκοί θεολόγοι, κλπ., φιλοοικουμενισταί, ἕνεκεν τῆς περιβόητης «ἀγάπης», ὥστε νά λαμβάνουν χώραν καί νά συνεχίζωνται ἀτερμόνως, χωρίς ἀποτέλεσμα, οἱ ψευτοθεολογικοί αὐτοί διάλογοι, πού ἀποσκοποῦν εἰς τήν διάβρωσιν καί ἅλωσιν τῆς Ὀρθοδοξίας. Μάλιστα, κάποιοι ἐξ αὐτῶν ἔχουν μεταλλαχθῆ εἰς λατινόφρονας ''ὀρθοδόξους θεολόγους''. Τέτοιου εἴδους θεολογίες εἶναι δαιμονολογίες καί Θεομαχίες.

Κάθε μέλος τῆς Ὀρθοδόξου Καθολικῆς Ἐκκλησίας ὀφείλει νά μάχεται κατά τῶν αἱρέσεων καί τῶν αἱρετικῶν, πολλῷ μᾶλλον οἱ Πατριάρχες, Ἀρχιεπίσκοποι, Μητροπολῖται, Ἐπίσκοποι, Ἱερεῖς, Μοναχοί καί Μοναχές.

ΧΡΙΣΤΟΫΦΑΝΤΟΣ

Ο Ιησούς Χριστός είναι ο πιο εκπληκτικός και εντάξει φίλος!




Χαίρετε αδερφοί μου.

Το Πνεύμα το Άγιον, για να προκαλέσει την αλματώδη υπέρβασή μου στο πνεύμα και στην αυτογνωσία μου, χρησιμοποίησε μια αρετή μου (την μοναδική), την οποία καλλιεργούσα στη ζωή μου, όταν αυτή ήταν παραδομένη στην αίγλη και στην ηδονή των αισθήσεων. Δηλαδή προ Χριστού.

Την αρετή της δικαιοσύνης την θεωρούσα αυτονόητη. Θεωρούσα αυτονόητο δηλαδή, ότι έπρεπε να παρέμβω και να υπερασπιστώ τη δικαιοσύνη και την αλήθεια, όταν αυτές παρεβιάζοντο από κάποιον «δυνατό» σε βάρος κάποιου «αδυνάτου». Ενίοτε η παρέμβαση αυτή κατέληγε σε άγριο καυγά με το «δυνατό» που αδικούσε.
Όμως η εκδήλωση αυτή της αρετής της δικαιοσύνης δεν γινόταν στο όνομα του Ιησού Χριστού. Άρα υπήρχε εγωισμός. Δε τα γνώριζα αυτά τότε και ήμουν βέβαιος, ότι ήμουν δίκαιος.

Αλληλοδιαδοχικά πνευματικά γεγονότα και σύνδεση με τα προηγούμενα

Έτσι είχαν τα πράγματα έως ότου το 1991 (αρχή της μετανοίας μου), ο Πανάγαθος Θεός ημών άρχισε να μου δωρίζει πνευματικά δώρα, με πρώτο το θαύμα με την αγία εικόνα της Παναγίας της Γουμερά στο ομώνυμο Μοναστήρι στις Σέρρες. Ακολούθησε λίγες μέρες μετά, η καταλυτική συνάντηση με το Γέροντα Παΐσιο στην Παναγούδα και….

Επιστρέφω στο σπίτι μου, με μια άλλη υποστατική ποιότητα. Έχω αρπάξει την Ευχή του Ιησού (Κύριε Ιησού Χριστέ Υιέ Του Θεού έλεησόν με) και τη λέω θερμά, τόσο που άρχισα να αντιλαμβάνομαι ότι γίνονται σημεία πνευματικά. Όλως ενθουσιασμό, αρχίζω να λέω και σε άλλους ανθρώπους να λένε την Ευχή του Ιησού για να βιώσουν και εκείνοι πνευματικά γεγονότα.

Σε αυτόν τον ενθουσιασμό των πρώτων ημερών, έγινε στον ύπνο μου ο διάλογος που ακολουθεί.

Ακούω μια πεντακάθαρη φωνή να με ρωτάει:

Ανδρώα φωνή: «Είσαι δίκαιος;»
Απάντηση: «Ναι»
Ακολουθεί δεύτερη ερώτηση.
Ανδρώα φωνή: «Και τον Ιησού Χριστό γιατί τον αδικείς;»
Απάντηση: ………

Δεν απάντησα στη δεύτερη ερώτηση, γιατί δεν ήξερα τι να απαντήσω. Δεν είχα σκεφτεί ποτέ, ότι με τα πρώτα χρόνια της εφηβείας μου, όταν εγκατέλειψα την Εκκλησία, ζούσα χωρίς Χριστό και άρα τον αδίκησα!!

Εκείνο το πρωινό ξύπνημα ήταν φοβερό!!! Αυτεξουσίως, ο πρώτος λογισμός που έκανα συνειδητά, ήταν ότι είμαι βαριά ΕΝΟΧΟΣ!! Δεν αδικούσα απλώς έναν άνθρωπο, αλλά αυτόν τον Τέλειο Άνθρωπο και Τέλειο Θεό, που δημιούργησε τον άνθρωπο!!!

Πόσο εύκολα πλανάται ο άνθρωπος, μακριά από το Χριστό!! Είχε πληγωθεί το φιλότιμό μου και είχε συντριβεί η καρδιά μου. Έχεις δίκαιο Ιησού μου να αισθάνεσαι αδικημένος. Εγώ σε αδικούσα βάρβαρα. Το ομολογώ. Σου παραδίδω την κομματιασμένη από την ένοχη καρδιά μου, χωρίς όρους. Κάνε την ό,τι θέλεις. Σου έχω εμπιστοσύνη. Σε πιστεύω. Και Εκείνος ο Πανάγαθος (ο έως παρεξηγήσεως Πανάγαθος) ήρθε και περπάτησε στη ζωή μαζί μου. Και άρχισε με Σοφία, διάκριση, λεπτότητα και σεβασμό στην ελευθερία μου, να ενώνει τα κομμάτια της καρδιάς μου. Δεν ήθελε ο Θεός της Αγάπης να έχει έναν πληγωμένο φίλο, μαθητή, κληρονόμο. Τι Μεγαλείο… τι Μεγαλείο!!!

Με ένωσε και με έκανε ΕΝΑ!! Καμία διαίρεση, καμία σκιά. Αισθανόμουν ενωμένος και υγιής. Αυτή ήταν μία νέα θεία γνώση, την οποία αγνοούσα.

Όλος ενωμένος υποστατικά. Ενωμένος και με όλους εκείνους που Τον αγαπούν (τους οποίους μπορώ με τη χάρη Του να τους διακρίνω) και όλοι μαζί στην πορεία προς τον φωτισμό και τη θέωση, ενωμένοι με την Αγία Τριάδα, που και εκείνη, ο Πατήρ, ο Υιός και το Άγιον Πνεύμα, είναι ενωμένοι εις ΕΝΑ, και με εμάς ενωμένη η Αγία Τριάς, θεμελιώνεται με βεβαιότητα ο ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟΣ ΠΟΥ ΣΩΖΕΙ!!! 

Από την Νεοεποχίτικη πρόταση του οικουμενισμού, της πανθρησκείας, στην οποία πρωταγωνιστεί ο Πάπας και δυστυχώς και ο Πατριάρχης Βαρθολομαίος και εμπεριέχει εξωτερικά εντυπωσιακά σχήματα, πολλούς ασπασμούς και συμπροσευχές με όλα τα είδη των πλανεμένων του κόσμου, φεύγετε μακριά!

Τρέξτε με μεγάλη ταχύτητα προς τον Ιησού Χριστό, είναι ο πιο εκπληκτικός και εντάξει ΦΙΛΟΣ που θα γνωρίσετε στη ζωή σας!!! 
Φροντίστε και εσείς να είστε εντάξει μαζί Του. 
Αμήν Γένοιτο!!! 


Ο Κύριος Ιησούς Χριστός
και η Υπεραγία Μητέρα Του
η επονομαζομένη
Παναγία Αρβανίτισσα
να σας ευλογούν.
Γέρων Νεκτάριος ο Αγιορείτης 

Είναι ειδωλολατρεία να υπηρετείς όποιον ή ό,τι εκτός του Χριστού



Ένα πολύ ωραίο και διδακτικό κείμενο 
του αγίου Ιουστίνου για όσους αφιερώνουν 
τη ζωή τους υπηρετώντας κόμματα, 
ομάδες, ιδεολογίες και οτιδήποτε άλλο πέρα από τον Θεό.

Οι χριστιανοί είναι «συνεργοί τη αληθεία». Αυτή είναι η κλήση τους και το καθήκον τους. Οι μη χριστιανοί είναι, συνειδητά ή ασυνείδητα, συνεργοί του ψεύδους, αφού ο άνθρωπος, εάν δεν διακονεί τον αληθινό Θεό, τον Χριστό, υπηρετεί οποιοδήποτε άλλο θεό, άλλο «ιδανικό». Ενώ κάθε άλλος θεός, άλλο ιδανικό – είναι ψεύτικος θεός.
Είναι θεοαγνωσία, ειδωλολατρεία να υπηρετείς όποιον ή ό,τι εκτός του Χριστού, ακόμα δε, εάν υπηρετείς ως θεό οποιοδήποτε ανθρώπινο όν: τον ήρωα, τον προφήτη, τον σοφό, την ιδιοφυΐα, τον στρατηγό, τον επιστήμονα∙ ή όποιο ζωντανό όν: από το σκουλήκι έως τον Άγγελο, ή όποια ύλη: από το άτομο έως το σύμπαν∙ ή όποια ιδέα, κουλτούρα, πολιτισμό, φιλοσοφία, επιστήμη, τέχνη, τεχνική.
Εάν ο άνθρωπος βλέπει ως σκοπό και νόημα της ζωής του ό,τι άλλο εκτός του Χριστού – είναι ειδωλολάτρης, είναι ασεβής. Και μόνο μ’ αυτό είναι συνεργός του ψεύδους. Οι χριστιανοί μετούτο ξεχωρίζουν από τους υπόλοιπους ανθρώπους, επειδή γνωρίζουν την Αλήθεια, κατέχουν την Αλήθεια, συνεργούν στην Αλήθεια. Μ’ αυτόν τον τρόπο γνωρίζουν το νόημα και τον σκοπό και του ανθρώπου και του κόσμου, και ως «συνεργοί τη αληθεία» εργάζονται για αυτήν μέρα και νύχτα. Ο άγιος Θεολόγοςγι’ αυτό και λέει: «ημείς ουν οφείλομεν απολαμβάνειν τους τοιούτους, ίνα συνεργοί γινώμεθα τη αληθεία»


π. Ιουστίνου Πόποβιτς, Ερμηνεία των Επιστολών του Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου, εκδόσεις εν Πλώ

Χριστιανὴ ἀπελύθη ἀπό τὴν ἐργασίαν της λόγῳ τῆς ἀρνήσεώς της νὰ ἀφαιρέση τὸν Σταυρὸν ἀπὸ τὸν λαιμόν της!



ΣΥΝΕΧΙΖΟΝΤΑΙ σὲ ὅλο τὸν κόσμο οἱ διωγμοὶ Χριστιανῶν, μὲ τὸ πρόσχημα τοῦ δῆθεν σεβασμοῦ τῆς «διαφορετικότητας», τὴν ὁποία «ἐξασφαλίζει» (ὑποτίθεται) ἡ «οὐδετερότητα». Πρὶν λίγο καιρὸ μία ὁμογενής μας στὴν Αὐστραλία ἔχασε τὴν ἐργασία, ὡς ἀεροσυνοδός, ἐπειδὴ ἀρνήθηκε νὰ ἀφαιρέσει τὸν σταυρὸ ἀπὸ τὸ λαιμό της!
Τὸ περίεργο ὅμως εἶναι ὅτι ἐπιτρέπει ἡ συγκεκριμένη ἀεροπορικὴ ἑταιρεία νὰ φοροῦν οἱ ἐργαζόμενες μουσουλμάνες μαντίλες!
«Τὴν αὐστραλιανὴ ἀεροπορικὴ ἑταιρεία Qantas κατηγορεῖ ἡ Ἑλληνοαυστραλὴ Γεωργίνα Σαρικούδη γιὰ διακρίσεις θρησκευτικοῦ περιεχομένου. Σύμφωνα μὲ τὴ γυναίκα, ποὺ δηλώνει χριστιανὴ ὀρθόδοξη, ἡ ἑταιρεία ἄλλαξε πέρσι τὸν κώδικα γιὰ τὶς ἐνδυμασίες τοῦ προσωπικοῦ της καὶ ἐνῷ 
ἐπιτρέπει σὲ Μουσουλμάνες νὰ φοροῦν κασκόλ, ἀπαγορεύει στὶς Χριστιανὲς νὰ φοροῦν σταυρό. Ἡ ἴδια λέει ὅτι “ἀνακρίθηκε” καὶ “περιγελάστηκε” ἀπὸ διευθυντὲς τῆς Qantas, ἐπειδὴ φοροῦσε κολιὲ μὲ σταυρὸ καὶ ὑποχρεώθηκε νὰ τὸ ἀφαιρέσει» (Ἱστολ. Ξυπνῆστε Ρέ)!
Εἶναι φανερὸ πὼς ὁ μόνος ποὺ ἐξοργίζει εἶναι ὁ Χριστός! Αὐτὸς εἶναι ὁ στόχος τοῦ σύγχρονου ἀποστατημένου κόσμου! Δὲν τοὺς πειράζει οὔτε ὁ Μωάμεθ, οὔτε ὁ Βούδας, οὔτε ὁ Δίας, οὔτε οἱ χιλιάδες «θεοὶ» τοῦ σύγχρονου νεοεποχίτικου ἀποκρυφιστικοῦ κυκεώνα καὶ κάθε ψεύτικος «θεός». Ὅλοι οἱ ψευτοθεοὶ ἔχουν ἐξασφαλισμένη θέση στὸ «σύστημα». Μόνον ὁ Χριστὸς καὶ οἱ πιστοί Του εἶναι ὑπὸ ἐξαφάνιση! Ἂς εἴμαστε προετοιμασμένοι γιὰ ἀκόμα μεγαλύτερες διώξεις, διότι τὰ δύσκολα εἶναι μπροστά μας!

Ορθόδοξος Τύπος 30/1/2015

Φαρισαϊκές υποκρισίες!


Από μικρός, θυμάμαι, το μένος (έτσι το εκλάμβανα) των οργανωσιακών κατά των Χιλιαστών. Στις ομάδες και στα Κατηχητικά μας συμβούλευαν –με προτεταμένο τον δείκτη του χεριού τους– ούτε καλημέρα να λέμε στους Χιλιαστές, ούτε να τους βάζουμε στο σπίτι, ούτε να παίρνουμε τα περιοδικά τους. Είναι αιρετικοί. Είναι λύκοι. «Έξω οι Λύκοι», βροντοφώναζαν.
Αργότερα, τα ίδια περίπου επαναλάμβαναν οι Αντιαιρετικές Επιτροπές της Εκκλησίας και οι Ιεροκήρυκες, για τους ποικίλους αιρετικούς, τις παραθρησκείεςκαι τις σέκτες. Όλοι τους είχαν μεταβληθεί σε «αιρετικο-φάγους»!
Ώσπου ήρθε ο Οικουμενισμός, κι όλοι αυτοί –σαν κοττούλες– άλλαξαν τροπάριο. Τώρα, –ισχυρίζονται– για να πούμε «Έξω οι Λύκοι» Οικουμενιστέςπρεπει να συνέλθει Οικουμενική Σύνοδος που να καταδικάσει τους Οικουμενιστές! Έως τότε (δηλ. τον αιώνα τον άπαντα) δεν μπορούμε να τα βάλουμε με τον Παναγιώτατο Πατριάρχη μας, με τον Μεσσηνίας, με τον Δημητριάδος, γι' αυτό συνεργαζόμαστε μαζί τους, για το καλό του Οικουμενισμού (συγγνώμη, της Εκκλησίας θέλαμε να πούμε!). Κι ενώ λένε και κάνουν αυτά, γράφουν και κάποια «αντρίκια» άρθρα εναντίον τους, διανθίζοντάς τα με συνθηματολογικές φράσεις, όπως, «ο Οικουμενισμος είναι πιο επικίνδυνος από τον Χιλιασμό». Έτσι, για να περνάει η ώρα, ώσπου να έρθει ο Αντίχριστος.
Άντε, και καλό Τριώδιο!

Κ.Ε. Ἐκπαιδευτικός

Η Πρόνοια του Θεού



Την πορεία της ζωής του ανθρώπου επηρεάζουν τρεις σπουδαίοι παράγοντες. Ο πρώτος παράγων είναι η πρόνοια του Θεού. Ο Θεός προνοεί ειδικά για κάθε άνθρωπο και καταστρώνει ειδικό σχέδιο για τη σωτηρία του, το οποίο είναι για κάθε άνθρωπο ξεχωριστό. Έτσι του δίνει προσωπικά χαρίσματα και δυνατότητες τα οποία αν αξιοποιήσει ο άνθρωπος μπορεί να γίνει άγιος. Μάλιστα ο Θεός προνοεί το καλύτερο, το τελειότερο, το αγιότερο. Όμως, δεν του επιβάλει την αγιότητα, του δίνει τα χαρίσματα, τις δυνατότητες και τον καλεί να συνεργαστεί ελεύθερα μαζί Του για να γίνει αυτό πραγματικότητα. Η επιλογή είναι του ανθρώπου, ο Θεός σέβεται απόλυτα την ελεύθερη βούλησή του... Ο δεύτερος παράγοντας είναι η παρέμβαση του διαβόλου. Ο διάβολος εκμεταλλεύεται τα πάθη και τις αδυναμίες του ανθρώπου, του υπόσχεται με το τρόπο του, πλούτο, δόξα, ηδονές και όπου τον "πιάσει". Και επειδή η αμαρτωλή φύση ρέπει στα πάθη και την αμαρτία, οι πιθανότητες που έχει να τον κερδίσει είναι μεγάλες. Εκμεταλλεύεται ακόμη την άγνοιά του και την ανωριμότητά του, τον παγιδεύει συνεχώς και επειδή ο άνθρωπος δεν ξέρει ή δεν έχει πείρα να τον αντιμετωπίσει πέφτει πολλές φορές στις παγίδες που του στήνει. Και ο τρίτος παράγοντας είναι η ελευθερία του ανθρώπου. Αν θα δεχτεί ο άνθρωπος να συνεργαστεί με τον Θεό, να καλλιεργήσει τα χαρίσματα του Θεού ή να δουλέψει στα πάθη και τις προκλήσεις του πονηρού είναι καθαρά στην ελεύθερη βούλησή του. Ο Μέγας Βασίλειος λέει οτι o Θεός προνοεί το καλύτερο στη ζωή σου, όμως το "καντήλι" της ζωής σου δεν το κρατάει Εκείνος, αλλά σου το δίνει να το κρατήσεις εσύ στα χέρια σου και Εκείνος θέλει να σε βοηθήσει και να σε στηρίξει. Αν εσύ δεν προσέξεις, σκοντάψεις και πέσεις, τότε το λάδι απο το καντήλι θα χυθεί και το δοχείο θα σπάσει. Όμως για αυτό δεν θα ευθύνεται η Πρόνοια του Θεού, αλλά οι δικές σου επιλογές.
ΤΑ ΠΑΙΔΙΑ ΤΟΥ ΘΕΟΥ: Οι άγιοι με τη πίστη τους και τον αγώνα τους καθάρισαν τον χώρο του νου και της καρδιάς από την παθογένεια της αρρωστημένης, αμαρτωλής ανθρώπινης φύσεως κι έγιναν τα εύχρηστα δοχεία του πνεύματος. Η ψυχή τους είναι ένας πνευματικός καθρέφτης, στον οποίο αντανακλώνται όλες οι ιδιότητες, τα χαρίσματα του Θεού, και διαχέονται στο περιβάλλον γύρω τους. Στους αγίους, η ζωή τους είναι ένας τόπος φανέρωσης των ενεργειών του Θεού.
Η ΠΡΟΝΟΙΑ ΤΗΣ ΠΑΙΔΕΙΑΣ ΤΟΥ ΘΕΟΥ: Οταν ο άνθρωπος θέλει να τηρήσει το θέλημα του Θεού, έχει καλή θέληση και διάθεση, έχει φιλότιμο, θέλει να είναι ενάρετος, όμως επειδή είναι αμελής και επιπόλαιος, δεν καλλιεργεί τον εαυτό του στις αρετές και στο θέλημα του Θεού, τότε η Πρόνοια του Θεού, λειτουργεί παιδαγωγικά, για να τον βοηθήσει να ωριμάσει και να δυναμώσει η θέλησή του. Πάντα όμως με διάκριση, χωρίς ποτέ να παραβιάζει την ελευθερία του ανθρώπου. Προσπαθεί μόνο να δώσει τη δυνατότητα στον άνθρωπο να ενεργοποιήσει τα χαρίσματά του και να καρποφορήσει τελικά τις αρετές. Στη παρέμβαση αυτή ο Θεός "κρύβεται", δεν ενεργεί φανερά, αλλά "πλησιάζει" μυστικά, γιατί αν ενεργήσει φανερά, πρώτον, θα παραβιάσει την ελευθερία του ανθρώπου, την οποία ο Θεός, ως χορηγός της ελευθερίας σέβεται σε απόλυτο βαθμό και προτιμάει να αφήσει τον άνθρωπο, όταν δεν θέλει τη σωτηρία του, να κολασθεί, παρά να του στερήσει την ελευθερία του. Έτσι δεν επιβάλλει ποτέ το θέλημά Του, την παρουσία Του. Και δεύτερον, αν ο Θεός φανερωθεί χωρίς ο άνθρωπος να έχει τις απαραίτητες προϋποθέσεις, χωρίς δηλαδή να έχει ψυχική και πνευματική ωριμότητα, θα πάθει ηθική και πνευματική ζημιά. Το καλό αποτέλεσμα έρχεται συνήθως μέσα απο τα αντίθετα, δηλαδή μέσα από δοκιμασίες, θλίψη, πόνο, στενοχώριες, οι οποίες όμως είναι μόνο παιδαγωγικές.
Η ΠΡΟΝΟΙΑ ΤΗΣ ΕΓΚΑΤΑΛΕΙΨΗΣ. Όταν ο άνθρωπος δεν θέλει να εφαρμόσει το θέλημα τού Θεού, δεν θέλει να καλλιεργήσει τον εαυτό του στις αρετές, δεν θέλει να έχει καμμία γνώση και επίγνωση του Θεού, δεν θέλει να μετανοήσει, δεν θέλει τη σωτηρία του, τότε η Πρόνοια του Θεού τον "εγκαταλείπει". Τον αφήνει δηλαδή να κάνει χρήση της ελευθερίας του, της δικής του επιλογής σεβόμενος την ελεύθερη βούλησή του, περιμένοντας τη μετάνοιά του. Και όταν μετανοήσει, τον δέχεται κι αυτόν, τον κάνει πάλι δικό του αγαπημένο παιδί και του δίνει όλα τα ευεργετήματα που έχει για τα αληθινά και γνήσια παιδιά του. Όπως ακριβώς μας περιγράφει ο Κύριος στο Ευαγγέλιο, στην περίπτωση του ασώτου υιού.
Όπως τονίζει πολύ σοφά ο άγιος Γρηγόριος ο Νύσσης (Λόγος Ε εις τους Μακαβ.) Η δίκαιη κρίση του Θεού εξομοιώνεται με τη δική μας διάθεση, όποια είναι η διάθεσή μας, τέτοια είναι και η κρίση του Θεού. Η πρόγνωση του Θεού λένε οι άγιοι θεολόγοι πατέρες είναι θεωρητική και όχι πρακτική που σημαίνει: Όχι γιατί σε προβλέπει ο Θεός σωσμένο, σώζεσαι ή γιατί σε προβλέπει ο Θεός κολασμένο κολάζεσαι, αλλά γιατί από τα καλά σου έργα, συνεργούσα η χάρη του Θεού, σώζεσαι και ο Θεός σε προβλέπει σωσμένο, ή για τα κακά σου έργα, αποφεύγοντας τη χάρη του Θεού, κολάζεσαι, ο Θεός σε βλέπει κολασμένο... Όπως αλλάζεις ζωή, έτσι και ο Θεός αλλάζει απόφαση. Η κρίση του Θεού εξομοιώνεται με τη δική μας προαίρεση. Ο Θεός θέλει να μας σώσει γιατί είναι φιλάνθρωπος, εμείς όμως μπορούμε να σωθούμε γιατί είμαστε ελεύθεροι. Η Χάρη του Θεού και η δική μας προαίρεση κάνουν τη σωτηρία... Αποφάσισε ο Θεός να σώσει τους δικαίους και να κολάσει τους αμαρτωλούς; Είσαι δίκαιος; Πρόσεξε μη πέσεις, γιατί η απόφαση σωτηρίας σου γίνεται απόφαση της κολάσεώς σου. Είσαι αμαρτωλός, πρόσεξε να μετανοήσεις, γιατί η απόφαση της κολάσεώς σου γίνεται απόφαση της σωτηρίας σου. Θέλεις να ξέρεις πως έχουν τα πράγματα για τη σωτηρία σου; Θέλει ο Θεός γιατί είναι φιλάνθρωπος, αν θέλεις και εσύ, γιατί είσαι ελεύθερος, είσαι σεσωσμένος.


Πρωτοπρεσβύτερου Γεωργίου Κουρκουβάτη
Eκδόσεις Ν Αγχίαλος (2007)

Δίψα Θεοῦ



Δίψασε τον Χριστό για να σε ξεδιψάσει με την αγάπη Του. Ή αγάπη είναι η βασιλεία, πού μυστικά υποσχέθηκε ό Κύριος στους Αποστόλους ότι θα φάνε στη βασιλεία του. Διότι το «να τρώτε και να πίνετε στο δικό μου τραπέζι στη βασιλεία μου» (Λουκ. 22, 30) τι άλλο είναι παρά η αγάπη; Γιατί η αγάπη του Θεού μπορεί να θρέψει τον άνθρωπο, χωρίς αυτός να τρώγει και να πίνει. Η αγάπη, ακόμη, είναι το κρασί πού ευφραίνει την καρδιά του ανθρώπου (Ψ. 93, 16). Μακάριος είναι αυτός πού ήπιε από τούτο το κρασί. Από αυτό ήπιαν οι ακόλαστοι και ένιωσαν ντροπή οι αμαρτωλοί και λησμόνησαν τους δρόμους της αμαρτίας και οι μέθυσοι και έγιναν νηστευτές και οι πλούσιοι και πεθύμησαν τη φτώχεια και οι φτωχοί και πλούτισαν με την ελπίδα και οί άρρωστοι και έγιναν υγιείς και οι αγράμματοι και έγιναν σοφοί...
Ειρήνευσε με τον εαυτό σου, και ο ουρανός κι η γη θα ειρηνεύσουν μαζί σου.
Όποιος αισθάνθηκε τις αμαρτίες του, είναι ανώτερος από εκείνον που ανασταίνει νεκρούς με την προσευχή του….Ο πορευόμενος στο δρόμο του Θεού πρέπει να τον ευχαριστεί για όλες τις θλίψεις που τον βρίσκουν…μη φοβηθείς τους πειρασμούς, διότι μέσα από αυτούς βρίσκεις θησαυρό… Κατά το μέτρο της ταπεινοφροσύνης, σου δίνει ο Θεός και τη δύναμη να υπομένεις τις συμφορές σου.Και όσο αγαπάς το Θεό, τόσο μεγαλώνει η χαρά που σου χαρίζει το άγιο Πνεύμα. 
Όποιος στενάζει μια ώρα για την ψυχή του, είναι ανώτερος από εκείνον που ωφελεί όλον τον κόσμο.’Οποιος αξιώθηκε να δει τον εαυτόν του, είναι ανώτερος από εκείνον που αξιώθηκε να δει αγγέλους.
Αγάπησε την απραξία της κατά Θεόν ησυχίας περισσότερο από τον χορτασμό των πεινασμένων όλης της γης και από την επιστροφή πολλών εθνών στην θεογνωσία.
Όταν εργάζεσαι για την αρετή, να φροντίζεις να σε καταφρονούν οι άνθρωποι και τότε θα τιμηθείς από τον Θεό. Μίσησε την τιμή για να τιμηθείς. Εκείνος που τρέχει πίσω από την τιμή του κόσμου, φεύγει η τιμή από μπροστά του. Και εκείνος που αποφεύγει την τιμή, τον καταδιώκει η τιμή και γίνεται κήρυκας της ταπεινώσεώς του.
Σε αυτόν που γνώρισε τον εαυτόν του, δίνεται η γνώση των πάντων.Διότι η γνώση του εαυτού μας είναι πλήρωμα της γνώσης των πάντων…Να ευλογείς πάντα και να μην καταριέσαι, γιατί η ευλογία γεννά ευλογία και η κατηγορία, κατηγορία
Μίκρυνε τον εαυτό σου μπροστά σε όλους τους ανθρώπους και θα υψωθείς πάνω απ’ όλους τους άρχοντας τούτου του κόσμου.
Μη διακόψεις τον συνομιλητή σου για να πεις τη γνώμη σου σαν αμαθής και απαίδευτος…Όταν μπεις στο σπίτι εκείνου που σε φιλοξενεί μη στρέφεις από δω κι από κει τα μάτια σου εξετάζοντας τα γύρω αντικείμενα…Μη μπεις αιφνίδια σε ξένο σπίτι ή δωμάτιο, αλλά να κρούσεις προηγουμένως απ’ έξω, κι αφού προτραπείς να μπεις, τότε πέρασε με πολλή ευλάβεια.Γίνε κοινωνός στα παθήματα όλων, αλλά στάσου με το σώμα σου μακριά από όλους. Κανένα να μη ελέγχεις και κανένα να μη κατηγορείς για τη συμπεριφορά του, ούτε και τον πιο κακό. Άπλωσε τον χιτώνα σου πάνω σαυτόν που έφταιξε, και σκέπασέ τον. Κι αν δεν μπορείς να φορτωθείς επάνω σου το φταίξιμό του και να δεχτείς για λόγου του την τιμωρία και την ντροπή, τουλάχιστον δείξε υπομονή και μη τον περιφρονήσεις.
Σκέπασε αυτόν που φταίει, όταν βέβαια δεν πρόκειται να σε ζημιώσει. Με τον τρόπο αυτό του δίνεις θάρρος, αλλά και συ κρατάς το έλεος του Θεού.
Αν αγαπάς την καθαρότητα, με τη βοήθεια της οποίας βλέπει κανείς τον Δεσπότη του σύμπαντος, να μην καταλαλείς, αλλά ούτε να ακούσεις κανένα, που να καταλαλεί τον αδελφό. Κι αν κάποιοι τσακώνονται μπροστά σου, κλείσε τα αυτιά σου και φεύγα από κει, για να μην ακούσεις λόγια οργής και πεθάνει η ψυχή σου.
Μέχρι να δεχθεί ο άνθρωπος στην ψυχή του τον Παράκλητο, το άγιο Πνεύμα, έχει ανάγκη από τις θείες Γραφές, για να εντυπωθεί στην καρδιά του η ενθύμηση των αγαθών και διά της συνεχούς αναγνώσεως να ανανεώνεται μέσα του η κίνηση και η ροπή προς το αγαθό…Να καταγίνεσαι στην ανάγνωση των Αγίων Γραφών και των βίων των αγίων.

Ταις του Αγίου σου Ισαάκ του Σύρου πρεσβείες, Χριστέ ο Θεός, ελέησον και σώσον ημάς! Αμήν.

Γέροντας Ιερώνυμος της Αιγίνης Να διαβάζετε από το βιβλίο « Ασκητικοί Λόγοι του Ισαάκ του Σύρου» έστω ένα φύλλο την ημέρα. Εκεί μέσα θα βλέπεις τον εαυτόν σου. 
Είναι καθρέφτης ο Ισαάκ. Τον Ισαάκ τον Σύρον Γέροντα μου τον έχω, να τον έχεις και συ!


Δέσποτα Κύριε Ιησού Χριστέ, Σύ που έκλαψες για το φίλο Σου Λάζαρο και τα μάτια Σου έσταξαν δάκρυα λύπης και συμπάθειας, δέξου τα δάκρυα της πικρίας μου. Με τα πάθη Σου θεράπευσε τα πάθη μου. Με τα τραύματά Σου γιάτρεψε τα τραύματά μου. Με το Άγιο αίμα Σου άγνισε το αίμα μου και η ευωδία του ζωοποιού Σου σώματος ας μοσχομυρίσει και το δικό μου σώμα. Η χολή, που Σε πότισαν, ας γλυκάνει την ψυχή μου απ΄ τις πικρίες, που με πότισε ο αντίδικος.
Το σώμα Σου, που το τάνυσαν πάνω στο Σταυρό, ας ανεβάσει σε Σένα το νου μου, που τον τράβηξαν κάτω οι δαίμονες. Το κεφάλι Σου, που έγειρε πάνω στο Σταυρό, ας υψώσει το δικό μου κεφάλι, που το ταπείνωσε ο εχθρός. Τα Πανάγια χέρια Σου, που καρφώθηκαν από τους απίστους στο Σταυρό, ας με τραβήξουν απ΄ τον γκρεμό του χαμού, όπως υποσχέθηκε το Πανάγιο Σου στόμα. Το πρόσωπό Σου, που δέχθηκε χτυπήματα και φτυσίματα από τους καταραμένους, ας ομορφήνει το πρόσωπό μου, που το ασχήμιναν οι ανομίες μου. Η ψυχή Σου, που απ΄το Σταυρό την παρέδωσες στον Πατέρα Σου, ας με οδηγήσει στη Χάρη Σου.
Δεν έχω καρδιά έμπονη πρός αναζήτησή Σου. Δεν έχω μετάνοια, δεν έχω κατάνυξη, πράγματα που φέρνουν τα παιδιά στην κληρονομιά τους. Δεν έχω, Κύριε, δάκρυ ικετευτικό. Σκοτίστηκε ο νους μου από την ματαιότητα του κόσμου, και δεν έχει τη δύναμη να σε ατενίση με πόνο. Ψυχράνθηκε η καρδιά μου απ΄το πλήθος των πειρασμών και δεν μπορεί να θερμανθή με τα δάκρυα της αγάπης για Σένα.
Αλλά Σύ, Κύριε Ιησού Χριστέ, ο θησαυρός των αγαθών, δώρησέ μου τελείαν μετάνοια και καρδιά έμπονη για να βγω και να Σ΄αναζητήσω μ΄όλη μου την ψυχή, γιατί, χωρίς Εσένα, είμαι ξένος κάθε καλού.
Χάρισέ μου, λοιπόν, Αγαθέ, την Χάρη Σου. Ο Πατέρας Σου… ας ανανεώση μέσα μου την Εικόνα Σου.
Σε εγκατέλειψα – μή μ΄εγκαταλείψεις. Μακρύνθηκα από Σένα – έξελθε να μ΄αναζητήσεις, να με βρεις και να με ξαναβάλεις στο κοπάδι των λογικών Σου προβάτων, και να με θρέψεις, μαζί μ΄αυτά, με τη χλόη των Θείων Σου μυστηρίων, των οποίων τόπος είναι η καθαρή καρδιά, στην οποία παρουσιάζεται και η έλλαμψη των αποκαλύψεών Σου, που είναι παρηγοριά κι αναψυχή γι΄αυτούς που κοπίασαν για Σένα με θλίψεις και ποικίλα βάσανα. Είθε ν΄ αξιωθούμε κι εμείς να δούμε αυτή την έλλαμψη, με τη Χάρη και τη φιλανθρωπία Σου, Κύριε Ιησού Χριστέ, τώρα και πάντοτε και στους αιώνες των αιώνων. Αμήν.

Προσευχή γι’ αυτούς που βαδίζουν στο δρόμο της απώλειας



Πονάτε και προσεύχεστε για του συγγενείς σας που βαδίζουν στο δρόμο της απώλειας. 
Η θλίψη σας και η προσευχή σας γι’ αυτούς είναι ευάρεστη στο Θεό. Αν δεν έχει σβηστεί καθετί καλό από τις ψυχές τους, αν υπάρχει ακόμα μέσα τους κάτι, που να επιτρέπει και στην προσευχή σας να καρποφορήσει και στη χάρη του Θεού να ενεργήσει, τότε θα συνέλθουν, θα μετανοήσουν, θα δουν το φως του Κυρίου και θ’ ακολουθήσουν το δρόμο Του.
Να προσεύχεστε όσο μπορείτε πιο εγκάρδια. Η θερμή και καλοπροαίρετη προσευχή σας δεν θ’ αφήσει αδιάφορες τις ψυχές τους – γιατί οι ψυχές επικοινωνούν μυστικά – και δεν θα μείνει ατελέσφορη: Θα σκορπίσει τους ολέθριους λογισμούς τους και θα τις οδηγήσει στη θεογνωσία.


Από το βιβλίο «Χειραγωγία στην πνευματική ζωή», 
Οσίου Θεοφάνους του Εγκλείστου, 
εκδ. Ιερά Μονή Παρακλήτου, σελ. 67-68

ΔIAMAΡΤΥΡΟΜΕΝΟΙ ΟΙ ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΙ ΚΑΤΑ ΤΩΝ ΑΝΑΞΙΩΝ ΑΡΧΙΕΡΕΩΝ ΔΕΝ ΑΣΕΒΟΥΝ


Ο ΕΥΣΕΒΕΙΣ ΛΑΟΣ ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΦΡΟΥΡΟΣ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ
Του Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αυγουστίνου Καντιώτου

«…Διαμαρτυρόμενος ὁ λαὸς κατά των αναξίων αρχιερέων δεν ασέβει, διότι·

Ὁ εὐσεβὴς λαὸς κατὰ τὸ κανονικὸ δίκαιο εἶναι Ο ΦΡΟΥΡΟΣ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ καὶ ἔχει ὑποχρέωση, ὅσες φορές κάποιος ἀρχιερεὺς παρεκκλίνει ἐκ τῶν γραμμῶν τῆς Ὀρθοδοξίας καὶ γυμνῇ τῇ κεφαλῇ κηρύττει κάτι που είναι ἀσυμβίβαστον με την Ορθόδοξη πίστη, ὁ λαὸς ὄχι μόνον πρέπει νὰ διαμαρτύρεται, για την παρεκτροπή ἀλλὰ καὶ νὰ διακόπτῃ κάθε πνευματικὴ σχέση με τον παρεκτρεπόμενο ἀρχιερέα.
Ἐπικαίρως δὲ ὑπενθυμίζομε κάτι που εγράφη από τον κ. Τρεμπέλα, ὅτι· ὁ εὐσεβὴς λαὸς ἐπὶ αὐτοκράτορος Ἡρακλείου, έχοντας πνευματικοὺς οδηγούς δύο μοναχούς, τὸν Σωφρόνιον καὶ τὸν Μάξιμον, ἐπέτυχε τὴν καθαίρεση καὶ τὸν ἀναθεματισμὸ όχι μόνο τῶν πατριαρχῶν τῆς Ἀνατολῆς ἀλλὰ καὶ τοῦ πάπα Ρώμης. 
Κατά τοὺς χρόνους τῆς ἐν Φλωρεντίᾳ συνόδου καταξέσχισε τὸ ἑνωτικόν της ψήφισμα, υπό τὴν ἡγεσίαν ἑνὸς καὶ μόνον ἐπισκόπου, τοῦ Μάρκου τοῦ Εὐγενικοῦ.
Δυστυχώς δεν υπάρχει σήμερα Χρυσόστομος, δεν υπάρχει σήμερα Βασίλειος, δεν υπάρχει Γρηγόριος ο Ναζιανζηνός. Δυστυχώς οι ολίγοι καλοί επίσκοποι που υπάρχουν είναι δειλοί, δεν έχουν σθένος ν’ αγωνισθούν. Τρέμουν τους κακούς, φοβούνται να μη καθαιρεθούν· και είναι εις θέσιν να τους καθαιρέσουν. Και ξεχνούν οι καλοί επίσκοποι, οτι μία καθαίρεσις είναι τίτλος τιμής, δι’ εκείνον ο οποίος καθαιρείται, λόγω προσηλώσεως στην πίστι.Καθηρημένος απέθανε ο Χρυσόστομος, αλλά η δόξα του είναι αιωνία μέσα στην Εκκλησία. Χίλιες φορές να καθαιρεθώ, απο τοιούτους επισκόπους, και να πάω στην έρημο να κλαίω τ’ αμαρτήματά μου, παρά να ζω μέσα εδώ στην πόλη και να φιλώ την κακοήθεια και την διαφθορά.
Ηγωνίσθησαν, λοιπόν, όλοι αυτοί οι άγιοι Πατέρες. Σήμερα αγών δεν γίνεται. Κληρικοί δὲν αγωνίζονται. Δεν υπάρχει πλέον αγωνιστικό πνεύμα. Τι μέλλει γενέσθαι;
Ο αγώνας πέφτει στον λαό. Όπως δυστυχώς όλα τα βάρη, –είναι θέμα μεγάλο, τώρα αυτό το οποίο λέω– όπως όλα τα βάρη τα οικονομικά, οι φόροι, η στράτευσις, τα αίματα, τα μαρτύρια, τα πάντα πέφτουν στον λαό μας,γιατί άμα γίνει καμία ανακατωσούρα όλοι με τα ελικόπτερα θα φύγουν μακράν της Ελλάδος, για να μείνωμε εδω οι ολίγοι για να χύσωμε το αίμα μας· όπως όλα τα βάρη πέφτουν στον λαό, στον μικρό μας λαό, έτσι και το βάρος αυτό το εκκλησιαστικό πέφτει στον λαό, τον μικρό μας λαό.
Αδελφοί μου, ηγωνίσθημεν· θα αγωνισθώμεν και πάλι, εναντίον της κακοηθείας και της διαφθοράς. Θ’ αγωνισθώμεν με τα όπλα του φωτός. Θα αγωνισθώμεν με επιμονή και σκληρότητα. Θα αγωνισθώμεν μέχρι εσχάτων, έχοντες το σύνθημα· Έως θανάτου αγώνισαι υπὲρ της αληθείας και Κύριος ο Θεός πολεμήσει υπέρ σου».
Το κατ’ εμέ, δεν γνωρίζω τι με περιμένει· είτε έρημος, είτε εξορία, είτε θάνατος, εγώ τουλάχιστο τα όπλα δεν τα παραδίδω. Θα αγωνισθώ μέχρι τέλους, δια να ίδω μίαν Εκκλησίαν υψηλήν και αγίαν, όπως την εδίδαξαν οι Πατέρες ημών εις μνημόσυνον αιώνιον.
ΑΓΩΝΙΣΘΕΙΤΕ ΓΙΑ ΝΑ ΚΡΑΤΗΣΕΤΕ ΤΗΝ ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΠΙΣΤΗ

Ἡ Ὀρθοδοξία πολεμεῖται μὲ λύσσαν ἀφάνταστον. Πολεμεῖται ἐξωτερικῶς ἀπὸ τοὺς ἀθέους καὶ ἀπίστους, πολεμεῖται καὶ ἐσωτερικῶς ἀπὸ κακοὺς ποιμένας. Ἀλλ’ ὅλαι αἱ σκοτειναὶ δυνάμεις ποὺ θὰ ἐκβράσῃ ὁ ἅδης διὰ νὰ τὴν διαλύσουν θὰ συντριβοῦν ὡς κύματα λυσσαλέα ἐπάνω εἰς τὸν Βράχο. Θὰ διαλυθοῦν εἰς ἀφροὺς μίσους, θὰ κονιορτοποιηθοῦν, καὶ ἡ Ἐκκλησία ἡ Ὀρθόδοξος, ἡ ὁποία θὰ κρατῇ τὴν ὀρθὴν πίστιν, θὰ ὑψώσῃ νικηφόρως τὴν σημαίαν της εἰς τὰ πέρατα τοῦ κόσμου. «Πύλαι ἅδου οὐ κατισχύσουσιν αὐτῆς»
«Ακούω φωνή· Εσείς δεν ακούτε; Από την Καισάρεια…ακούεται η βροντερά φωνή του Μεγάλου Βασιλείου· Ακούω την σάλπιγγα του ιερού Χρυσοστόμου. Ακούω την απαστράπτουσα φωνή του Γρηγορίου· Εσείς δεν ακούτε; Σάλπιγγες είναι. Τι μας λένε; «Αγωνισθείτε για την Εκκλησία του Χριστού μας. Αγωνιστείτε για να καθαριστεί η Εκκλησία από τα ανάξια στελέχη της, για να έρθει η Εκκλησία στο ύψος των Πατέρων… 
«Η “Ορθοδοξία δὲν θὰ χαθῇ, γιατὶ καὶ πύλαι ἅδου οὐ κατισχύσουσιν αὐτῆς» (Ματθ. 16, 18), ἀλλὰ ἄν ἀδιαφοροῦμε, θὰ τὴν χάσουμε ἐμεῖς οἱ Ἕλληνες, ὅπως τὴν χάσαμε στὴ Μικρὰ Ἀσία…
«Ἂν δὲν προσέξουμε, ὑπάρχει κίνδυνος μετά από 30 & 40 χρόνια να είναι στην Ελλάδα μασόνοι, ἄθεοι, παπικοί, προτεστάντες, χιλιασταί και κάθε καρυδιάς καρύδι, μόνο Ορθόδοξοι χριστιανοὶ δεν θα υπάρχουν!»

(Τὸ ὑπογραμμισμένο μὲ κόκκινο, ἐλέχθει ἐπανειλημένως άπὸ τὸν ἀγωνιστὴ ἱεράρχη π. Αὐγουστίνο Καντιώτη πριν από 30 χρόνια. Βρισκόμαστε τώρα σ” αυτό το χρονικό διάστημα και κάνουμε τις εξής σκέψεις)
-Μήπως οἱ οἱκουμενισταὶ ιεράρχαι, ποὺ ερωτοτροπούν και συμπροσεύχονται με τον αντίχριστο Πάπα, με τις δεσποτίνες και τις παπαδίνες των προτεσταντών και με κάθε αλόθρησκο, μας οδηγούν στην πανθρησκεία και στον Αντίχριστο και δεν το πήραμε χαμπάρι; 
-Μήπως μ” αυτά που κάνουν οι οικουμενισταί εξέπεσαν, έγιναν Ιούδαι, απώλεσαν την Ορθόδοξη πίστη και συμπαρασύρουν τον Ορθόδοξο Ελληνικό λαό στην πανθρησκεία και στην απώλεια; 

Ας προσέξουμε, γιατί με τέτοιους προδότες αρχιερείς, θα βρεθούμε εκτός της ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ.

«Στους εσχάτους καιρούς», λέει ο Γέροντας, «δεν θα μπορούμε να εκκλησιαζόμεθα σε μεγαλοπρεπείς ναούς, γιατί θα τους έχουν καταλάβει αιρετικοί επίσκοποι. Θα καταφεύγουν στις σπηλιές και στα όρη, για να λατρεύσουν τον Κύριο».

"Οὐδέν Ὀρθοδοξίας ἴσον καί ἀνώτερον"




Θά μείνουμε πιστοί συνεχισταί 
τῆς θεοδίδακτης γραμμῆς 
τῶν θεοφόρων Ἁγίων Πατέρων 
τῆς Ὀρθοδοξίας!


"Πᾶς ὁ δυνάμενος λέγειν τήν ἀλήθειαν καί μή λέγειν αὐτήν, κατακριθήσεται ὑπό τοῦ Θεοῦ καί ταῦτα ἔνθα πίστις ἐστί τό κινδυνευόμενον...τό γάρ ἐφυσυχάζειν ἐν τοιούτοις ἀρνήσεως ἴδιον, τό δέ ἐλέγχειν ὁμολογίας εἰλικρινοῦς..."
Μέγας Βασίλειος


"Οὐδέν ὄφελος βίου καθαροῦ δογμάτων διεφθαρμένων, ὥσπερ οὖν οὐδέ τοὐναντίον, δογμάτων ὑγιῶν, ἐάν βίος ἦ διεφθαρμένος".
Ἅγιος Ἰωάννης Χρυσόστομος


"Ἡμεῖς δι' οὐδέν ἄλλον ἀπεσχίσθημεν τῶν Λατίνων, ἀλλ' ἤ ὅτι εἰσίν, οὐ μόνον σχισματικοί, ἀλλά καί αἱρετικοί. Δι' ὅ οὐδέ πρέπει ὅλως ἑνωθῆναι αὐτοῖς...Οὐ χωρεῖ συγκατάβασις εἰς τά τῆς πίστεως".
Ἅγιος Μάρκος ὁ Εὐγενικός


"Ἡ πίστις δέν ἀλλάζει μέ τούς καιρούς, δέν ἀλλοιοῦται ἀπό περιστάσεις, δέν μαραίνεται, δέν γηράσκει, ἀλλά μένει πάντοτε ἡ αὐτή, καί παλαιά καί νέα".
Εὐγένιος Βούλγαρης


"Οἱ μή ἀναγεννηθέντες διά τῆς θείας χάριτος τῆς ἐνεργούσης ἐν μόνῃ τῇ μίᾳ καθολικῇ καί ἀποστολικῇ Ἐκκλησίᾳ οὐδεμίαν ἐκκλησίαν ἀποτελοῦσιν οὔτε ὁρατήν, οὔτε ἀόρατον".
Ἅγιος Νεκτάριος Αἰγίνης


Πάπας καί Οἰκουμενιστές
Ἐκδόσεις: "ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΚΥΨΕΛΗ"

Οι καρποί της αποστασίας



Ἡ προϊστορία τῆς Ἁλώσεως, καί ὄχι μόνον, καταδεικνύει τήν καταστροφήν πού νομοτελειακῶς ἐπέρχεται, ὅταν ὑπάρχῃ ἀποστασία, ἀδιαφορία καί προδοσία τῆς Πίστεως καί τῆς Πατρίδος, τήν ὁποίαν καταστροφήν ἐπιτρέπει ὁ Θεός νά ἐπέλθῃ παιδαγωγικῶς, κατά τό πρότυπον τῶν δεινῶν τοῦ παλαιοῦ Ἰσραήλ ὅταν ἀποστατοῦσε. Καί ὅπως τότε ὁ Θεός ἐπέτρεψε νά ἁλωθῇ ἡ Πόλις καί νά καταλυθῇ τό Μέγα Μοναστήρι, οὕτως εἶναι πλέον πασιφανές εἰς τούς ἔχοντας γνῶσιν τῆς πραγματικότητος, ὅτι κάτι παρόμοιον ἴσως ἐπιτρέψῃ καί σήμερον.
Ἀντί τῆς μετανοίας, μαρτυρίας, ὁμολογίας καί ὑπερασπίσεως τῆς Πίστεως καί τῆς Πατρίδος, δυστυχῶς, λαός καί ἐκκλησιαστικοί Ἄρχοντες, ἐκτός ἐξαιρέσεων, διακρίνονται διά τήν προδοτικήν των στάσιν, τήν συμπόρευσιν καί ταύτισίν των μέ τούς γραικύλους ἐχθρούς τῆς Πατρίδος, συμπλέοντες μέ ὅσους προελαύνουν ἀκάθεκτοι πρός ἀφανισμόν τοῦ Χριστιανισμοῦ καί τοῦ Ἑλληνισμοῦ καί προδοτικῶς ἐναγκαλιζόμενοι αὐτούς τούς προδότας ἀθέους καί ἀντιχρίστους.
Συμπλέοντες λοιπόν οἱ ἄρχοντες καί ὁ λαός μετά τῶν ἐχθρῶν τῆς Πίστεως καί τῆς Πατρίδος, προδίδουν καί τήν Πατρίδα καί τήν Ὀρθόδοξον Πίστιν.
Διά τοῦτο, νομοτελειακῶς, ἀλλά καί κατά Θείαν Δικαιοσύνην, ὡς φαίνεται, οἱ ἄρχοντες θά ἀπωλέσουν τάς ἀνέσεις καί τά προνόμια πού τώρα ἀπολαμβάνουν, ἀπό τά ὁποῖα ἴσως τώρα θεωροῦν ὅτι κάτι τι θά περισώσουν διά τῆς συμπορεύσεώς των μέ τούς προδότας τῆς Πατρίδος, πεπλανημένως ἐλπίζοντες ὅτι, δι᾽ αὐτοῦ τοῦ τρόπου, ὡς οἱ προκάτοχοί των πρό τῆς Ἁλώσεως ἔπραξαν, θά ἀποσοβήσουν τήν ἐπερχομένην λαίλαπαν. Ἐπίσης καί ὁ λαός «ὅπως ἔστρωσε θά κοιμηθῇ»...
Τοιαῦτα λοιπόν ποιοῦντες, μόνοι των ἄρχοντες καί λαός ἀπεργάζονται τήν ἅλωσιν τοῦ Ἑλληνισμοῦ πού εἶναι καρπός τῆς προδοσίας τῆς Πατρίδος καί ἡ ἀσυνέπεια εἰς τά τῆς Πίστεως.
Ἐάν θέλωμε νά ἀποσοβήσωμε τά ἐπερχόμενα δεινά ἀς μετανοήσωμεν διά νά ἀπολαύσωμε καρπούς μετανοίας, ἤτοι τό ἔλεος τοῦ Θεοῦ καί ὄχι καρπούς ἀποστασίας.


Ἡ κοινωνία τῆς ἐρήμου καί ἡ ἐρημία τῶν πόλεων



Βρισκόμαστε, ἀγαπητοί μου, στήν ἐποχή πού προφήτευσε ὁ ἅγιος, πώς ὁ ἄνθρωπος θά κάνει ἡμέρες δρόμο γιά νά βρεῖ ἕναν ἄνθρωπο καί σάν τόν συναντήσει θά τόν ἀσπάζεται ὡς ἀδελφό του. Τοῦτο παράδοξα συμβαίνει προτοῦ πραγματοποιηθεῖ ἀκριβῶς, ὅπως τό λέει ὁ ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός, ὕστερα ἀπό ἕναν, ἄς ποῦμε, ἐπερχόμενο τρίτο παγκόσμιο πόλεμο.
Μόνος ὁ σημερινός ἄνθρωπος ἄγχεται, ἀγωνιᾶ, πάσχει, ταλαιπωρεῖται καί ταλαιπωρεῖ. Γιατί; Μιά κάποια ἀπάντηση θά προσπαθήσει νά δώσει ἡ παροῦσα ὁμιλία μεταφέροντας τό ἄρωμα τῆς κοινωνίας τῆς ἐρήμου στήν ἐρημία τῶν συγχρόνων μεγαλουπόλεων...
Μοναξιά εἶναι ἡ ἀδυναμία ἐπαφῆς καί ἐπικοινωνίας. Ἡ ἀνικανότητα νά δημιουργηθεῖ καί νά ὑπάρξει δεσμός, σχέση μέ τούς ἄλλους. Ὁ σύγχρονος πολιτισμός καί οἱ δομές τῆς σημερινῆς κοινωνίας, τά τηλεκατευθυνόμενα ἀπό τήν προπαγάνδα μέσα ἐπικοινωνίας, ἀκόμη καί τά παιχνίδια τῶν παιδιῶν, ὁδηγοῦν στήν κοινωνική ἀλλοτρίωση στήν πολιτική ἀποξένωση στήν ἀτομική ἀπομόνωση, καθώς ἀναφέρει σύγχρονος μελετητής (Δασκαλάκης Γ.Δ.). Ὁ ἄνθρωπος ἔτσι, ἀπό νωρίς ἀρχίζει νά διακατέχεται ἀπό αἴσθημα βαρειᾶς ἀδυναμίας καί ὀκνηρίας, νά χάνει τό νόημα τῆς ζωῆς καί τόν σκοπό της, νά ζεῖ δίχως ἰδανικά καί κανόνες, συνεχῶς νά ὑποπτεύεται καί ν’ ἀμφιβάλλει.

Μόνος καί ἀνασφαλής, ἀνήσυχος καί ἀκατάστατος, ἰδιαίτερα ὁ σημερινός νέος, προσπαθεῖ ν’ ἁπλώσει γέφυρες, νά ὑψώσει σημεῖα, νά φωνάξει. Δίχως ὁδηγό ἤ μέ κακούς ὁδηγούς ἀπογοητεύεται σύντομα καί γίνεται σκληρός κι ἐπιθετικός, πιόνι ἐκμεταλλευτῶν πολιτικῶν ἤ ἀρχομανῶν ἀναρχικῶν. Κι ὁ πόθος γιά ἐλευθερία γίνεται ὁ πικρός θάνατος τῆς ἐλευθερίας του. Συμβιβαζόμενοι οἱ νέοι, αὐτοί πού ἔλεγαν πώς ποτέ καί μέ κανένα δέν θά συμβιβαστοῦν, καταφεύγουν σ’ ἐξεγέρσεις καί καταλήψεις, γίνονται ἐπαναστάτες στήν προσπάθειά τους ν’ ἀπαλλαγοῦν ἀπό τό βάρος τῆς μοναξιᾶς τους, δίχως νά ἐννοοῦν πώς ὑποδουλώνονται τώρα βαρύτερα. Δυστυχῶς ὅλα τοῦτα συμβαίνουν κι ἐκεῖ πού ποτέ δέν θά τό περίμενες σέ νέους μέ καλή μόρφωση, σπάνια εὐφυΐα, δύναμη καί ταλέντο. Ἀνικανοποίητος ὁ νέος αὐτός ἀπό τήν ὑλική εὐδαιμονία καί τή συχνή ὑποκρισία τῶν μεγαλυτέρων του, ἀγωνίζεται γιά μιά ἁπλότητα στή ζωή, γιά μιά ποιότητα γιά ἕνα ἀνώτερο ὕφος, μά δέν βάζει τό νερό στό αὐλάκι πού πρέπει.
Ἡ τέχνη συνήθως κάνει τήν ἐμφάνισή της μ’ ἔνδυμα λίαν ἀπομονωτικό κι ἀντί νά φωτίζει καί ν’ ἀνοίγει παράθυρα πρός τούς ἄλλους καί τόν οὐρανό σέ κλείνει καί σέ σκοτίζει περισσότερο. Ὁ ἀπομονωμένος ἄνθρωπος δέν θ’ ἀργήσει νά παραμιλᾶ, νά μιλᾶ μέ τ’ ἄλογα ζῶα, τίς σκιές, τούς νεκρούς. Εἶναι πιά βαρειά κι ἀνίατα ἀσθενής. Ἡ μελαγχολία, ἡ κοσμοφοβία, ἡ καχυποψία ἔφεραν τήν ψυχοπάθεια. Ἕνας ἀπό τούς ἐπιτυχέστερους χαρακτηρισμούς τοῦ αἰώνα μας εἶναι, ὡς ὁ αἰώνας τῶν ψυχιάτρων. Σύμφωνα μέ περσινή στατιστική τοῦ Παγκοσμίου Ὀργανισμοῦ Ὑγείας περισσότερα ἀπό 400 ἑκατομμύρια ἄτομα στόν κόσμο πάσχουν ἀπό κατάθλιψη. Ἀπό αὐτά περίπου 400.000 κάθε χρόνο αὐτοκτονοῦν. Ἄς σημειωθεῖ ὅτι ἡ στατιστική ἀφορᾶ τίς λεγόμενες προηγμένες χῶρες! Ὁ ἄνθρωπος μόνος κι ἔρημος μαστίζεται ἀδυσώπητα ἀπό τόν ἐγωϊσμό καί τήν ὑπερηφάνεια, πού εἶναι οἱ φυσικοί γονεῖς τῆς μοναξιᾶς του.
Ἄν αὐτοί εἶναι οἱ γονεῖς τῆς μοναξιᾶς τότε ἡ ἀληθινή ταπείνωση, παρά τήν ὅποια κακομεταχείριση καί φθορά τῆς λέξεως ἀπό τούς ταπεινόλογους, εἶναι τό κλίμα πού δέν τήν ἀφήνει νά εὐδοκιμήσει. Ἰδού πώς λαλεῖ ἡ καλή μητέρα, ἡ ἄριστη φιλόσοφος καί θεολόγος ἔρημος περί τῆς φονεύτριας τῆς μοναξιᾶς, τῆς ἁγίας ταπεινώσεως καί τῶν κεκοσμημένων γνησίων τέκνων της.
Ὁ ταπεινός ἄνθρωπος, κατά τόν ἀββᾶ Ποιμένα, εἶναι ἀναπαυμένος σ’ ὅποιον τόπο κι ἄν καθίσει. Αὐτός πού μικραίνει τόν ἑαυτό του σέ ὅλα, θά ὑψωθεῖ πάνω ἀπ’ ὅλους, λέει ὁ ἀββᾶς Ἰσαάκ. Καί συνεχίζει ἡ γλυκεία καί διακριτική γλώσσα του. Μίσησε τήν τιμή, γιά νά τιμηθεῖς. Ἐκεῖνος πού τρέχει πίσω ἀπό τήν τιμή, φεύγει ἡ τιμή ἀπό μπροστά του. Ἄν καταφρονεῖς ὑποκριτικά τόν ἑαυτό σου γιά νά ταπεινωθεῖς, θά σέ φανερώσει ὁ Θεός.
Στό Γεροντικό ἀναφέρεται πώς ταπεινόφρων δέν εἶναι αὐτός πού αὐτοεξευτελίζεται καί ταπεινολογεῖ, ἀλλά ἐκεῖνος πού ὑπομένει μέ χαρά τίς ἀτιμίες πού προέρχονται ἀπό τόν πλησίον. Καί σέ ἄλλο σημεῖο ἀναφέρεται πώς ἐκεῖνον πού τιμοῦν οἱ ἄνθρωποι περισσότερο ἀπ’ ὅσο ἀξίζει ζημιώνεται, ἐκεῖνος ὅμως, πού δέν τόν τιμοῦν καθόλου οἱ ἄνθρωποι, θά δοξαστεῖ στούς οὐρανούς ἀπό τόν Θεό. Ὁ ἀββᾶς Ποιμήν συμβουλεύει: Ἡ ὁποιαδήποτε στενοχώρια, πού θά σοῦ συμβεῖ, θά νικηθεῖ μέ τή σιωπή. Μαζί του συμφωνεῖ κι ὁ ἀββᾶς Ἠσαΐας. Μέχρις ὅτου ἠρεμήσει ἡ καρδιά σου μέ τήν προσευχή, μήν κάνεις καμιά ἐξήγηση μέ τόν ἀδελφό σου. Μελετώντας τίς γραφές τῶν ἁγίων πατέρων τῆς ἐρήμου παρατηρεῖ εὔκολα κανείς μιά σύμπνοια, μιά εὐγένεια, μιά ἀνθρωπιά, μιά κατανόηση, μιά σοφία. Στάλες ἁγιοπνευματικές ὅπου ἄνθισαν στήν ἀπρόσιτη ἄνυδρη ἔρημο, ὕστερα ἀπό ἀγῶνες μακρούς κι ἔδωσαν ἄνθη πού εὐωδίασαν κοινωνίες ἀνθρώπων ἀπόλυτα δοσμένων στόν Θεό κι εὐωδιάζουν ἀκόμη τίς ψυχές πού πράγματι διψοῦν.
Ὁ ἀββᾶς Ἠσαΐας, ὁ μέγας νοῦς, σημειώνει μέ ἰδιαίτερη χάρη καί λεπτότητα: Αὐτός πού ταπεινώνεται ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ, καθίσταται ἱκανός νά ὑπομένει κάθε προσβολή. Ὁ ταπεινός δέν ἐνδιαφέρεται τί λένε οἱ ἄλλοι γι’ αὐτόν. Ἐκεῖνος πού μπορεῖ νά ὑποφέρει γιά τόν Θεό, αὐτός εἶναι ἄξιος ν’ ἀποκτήσει τήν εἰρήνη.
Ὁ ἀββᾶς Μᾶρκος, στό μεγάλο κι ἐνδιαφέρον αὐτό κεφάλαιο τῶν σχέσεών μας μέ τόν ἑαυτό μας καί μέ τούς ἄλλους, πού καθημερινῶς σκουντουφλᾶμε, προχωρεῖ καί σημειώνει χαρακτηριστικά: Ὅταν ἀντιληφθεῖς μέσα σου τή σκέψη νά σοῦ ὑπαγορεύει ἀνθρώπινη δόξα, νά γνωρίζεις καλά πώς ἡ σκέψη αὐτή σοῦ ἑτοιμάζει ντροπή. Κι ἄν δεῖς κάποιον νά σ’ ἐπαινεῖ ὑποκριτικά, νά περιμένεις τήν ἴδια στιγμή καί τήν κατηγορία ἀπό μέρους του. Καί συνεχίζει μέ τόλμη χειρούργου ὁ ψυχοανατόμος ἀββᾶς: Ὅταν δεῖς κάποιον νά κλαίει γιά τίς πολλές προσβολές πού τοῦ ἔγιναν, νά γνωρίζεις πώς ἐπειδή κυριεύθηκε ἀπό λογισμό κενοδοξίας, θερίζει χωρίς νά τό αἰσθάνεται τούς καρπούς τῶν κακῶν τῆς καρδιᾶς του. Ὅποιος ἀγαπᾶ τήν ἡδονή, λυπᾶται γιά τίς κατηγορίες καί τήν κακομεταχείριση, ἀντίθετα ἐκεῖνος πού ἀγαπᾶ τόν Θεό λυπᾶται γιά τούς ἐπαίνους καί τίς λοιπές πλεονεξίες. Ἡ ταπείνωσή μας κρίνεται ἀπό τή συκοφαντία. Μή νομίσεις πώς ἔχεις ταπείνωση, τονίζει ὁ ἀββᾶς Ἰσαάκ, ὅταν δέν ἀνέχεσαι τήν παραμικρή κατηγορία. Ὁ ἀββᾶς Ζωσιμᾶς προχωρεῖ πιό ψηλά: Αὐτόν πού σ’ ἐνέπαιξε ἤ σέ στενοχώρησε ἤ σέ ζημίωσε ἤ ὁτιδήποτε κακό σοῦ ἔκανε, νά τόν θυμηθεῖς ὡς ἰατρό σου. Ὁ Χριστός τόν ἔστειλε γιά νά σέ θεραπεύσει, μή λοιπόν τόν θυμᾶσαι μέ θυμό. Κι ὁ Εὐάγριος εὐεργέτες του θεωροῦσε τούς κακολόγους του.
Ἔχουν μεγάλη σημασία τά παραπάνω ἀναφερόμενα ἀπό τούς θεόσοφους αὐτούς ἰατρούς τῆς ἐρήμου στό θέμα πού μᾶς ἀπασχολεῖ. Τό νά πεῖ κανείς πώς αὐτά ἀναφέρονται ἀπό μοναχούς καί μόνο γιά μοναχούς, τό λιγότερο εἶναι ἀρκετά ἐπιπόλαιος. Γιατί, ὅπως πολύ καλά ἀντιλαμβάνεσθε καί παρατηρεῖτε, ἀποτέλεσμα ἀταπείνωτου φρονήματος, ἀποτυχημένων ἤ λαθεμένων διαπροσωπικῶν σχέσεων, ἀνικανοποίητων ἐγωϊσμῶν, ἀνενέργητων φιλοδοξιῶν, κενοδοξίας, καυχησιολογίας, ἐπαινοθηρίας, φιλαυτίας κι ἐπιθυμίας δικαιώσεως καί διαφημίσεως εἶναι ἡ ἐπιδημία τῆς μοναξιᾶς.
Βεβαίως ὑπάρχει καί ἡ ἄλλη μοναξιά. Μά αὐτή δέν εἶναι καθόλου ἀρρωστημένη. Εἶναι ὁ φυσικός χωρισμός τῶν μοναχῶν ἀπό τόν κόσμο. Δίχως νά ἔχουν διόλου μίσος γιά τούς ἀνθρώπους, νά ἔχουν ἀπαιτήσεις ἀπό τούς ἄλλους. Ἡ μοναξιά τους εἶναι δημιουργική. Ὄχι πώς δέν τούς ἐνδιαφέρουν οἱ ἄλλοι πώς εἶναι ἀνώτεροί τους αὐτοί, δέν ἔχουν κανένα κοινό σημεῖο. Μά θά ἐπανέλθουμε στό σημεῖο αὐτό.
Εἶναι δυνατή ἡ μοναξιά ν’ ἀρρωστήσει καί νά ἐξουθενώσει τόν ἄνθρωπο. Μά ἡ ἀγάπη εἶναι πιό κραταιή, νά γιάνει καί ν’ ἀναστήσει τόν κόσμο ὅλο. Ἡ ἀκατανίκητη ἀνάγκη τοῦ ἀνθρώπου γιά ἐπικοινωνία πρέπει νά διοχετευθεῖ σωστά. Πρῶτα-πρῶτα πρέπει νά πιάσουμε κάποτε κουβέντα μέ αὐτόν τόν ἄγνωστο ἑαυτό μας. Κουβέντα εἰλικρινῆ, τίμια, θαρρετή. Νά βροῦμε στά βάθη μας τήν κριμένη ἀθωότητα τῶν παιδικῶν μας χρόνων. Κουβέντα πρόσωπο πρός πρόσωπο, δίχως προσωπεῖο, μέ τόν ἕνα, μόνο, ἀληθινό, ζωντανό φίλο, Πατέρα Θεό. Κουβέντα μέ τούς ἄλλους, τούς ὅποιους, τούς χειρότερους, τούς καλύτερους, τούς πλησίον, τούς μακράν, τούς ἀδελφούς μας ἐν Κυρίῳ. Ἔτσι διαλύονται οἱ ἱστοί τῆς μοναξιᾶς, φωτίζονται τ’ ἄδυτα κι ἀνήλια ὑπόγεια τῶν καρδιῶν, σπάει τό καβούκι τοῦ ἐγώ, χαίρεται ὁ ἄνθρωπος, ἐλευθερώνεται, ζωογονεῖται, ἀναπνέει, ζεῖ, ἀρνεῖται τή μοναξιά τοῦ ἄθλιου ἐγωϊσμοῦ. Ἀλήθεια μέ πόσα λίγα κι ἁπλά μέσα μπορεῖ ὁ ἄνθρωπος νά ζεσταθεῖ, νά ξαναενωθεῖ μέ ὅλο τόν κόσμο. Δέν χρειάζεται νά ψάξει κανείς πολύ γιά νά ξαναβρεῖ τήν ἐλπίδα, τήν ἀνάταση, τ’ ἀνείπωτα πανηγύρια τῆς καρδιᾶς, τίς ἑορτές τῶν ἑορτῶν καί τίς πανηγύρεις τῶν πανηγύρεων.
Ὑπάρχει καί μιά ἄλλη μοναξιά, ζωηφόρα καί χαριτόδοτη. Μιά μοναξιά πού ἀξίζει πολύ νά τῆς ἀφιερώσει κανείς ἀρκετό χρόνο. Ἕνα ἀποσυρμό ἀπό τή βουή τοῦ πλήθους μέ τήν τόση διάχυση, περίσπαση κι ἐξωστρέφεια ἀνωφελῆ. Μιά μοναξιά ὑγιῆ, ὡραία, καλή. Μακριά ἀπό τή μορφή ἐπικοινωνίας ἐκείνη τή συνεχῆ μέ τούς πολλούς, γιά νά μή μείνουμε ποτέ μέ τόν ἕνα, τόν ἑαυτό μας, καί νά μήν ἀναχθοῦμε, ἀπό φόβο, δειλία ἤ ἀγνωσία, στόν Ἄλλο, τόν πάντα Ἀναμένοντα, τόν Ἕνα, τόν Ἐνανθρωπήσαντα Θεό Λόγο. Νά βροῦμε τόν τρόπο, τόν τόπο, τήν ὥρα, τόν χρόνο γι’ αὐτή τήν ἱερή στιγμή, γι’ αὐτή τήν ἄλλη ἐπικοινωνία. Μέ γνώση, μέ τάξη, μέ πρόγραμμα. Δέν μιλᾶμε γιά μιά διαφυγή μερικῶν, ἀρκετῶν, ἀπό τίς πολλές τους ἀσχολίες γι’ ἀνάπαυλα, θέα τοῦ ἡλιοβασιλέματος καί τοῦ ἔναστρου οὐρανοῦ. Τούς ρομαντικούς αὐτούς βιαστικά τούς ἀντιπαρερχόμαστε. Τούς χαιρετοῦμε ὡς κουρασμένους πού ξεκουράζονται ἀλλ’ ὄχι ὡς πνευματικούς ἀνθρώπους, ὅπως ἴσως θέλουν νά ὀνομάζονται. Δέν μιλᾶμε γι’ αὐτούς πού καμώνονται πώς αὐτοσυγκεντρώνονται μέ τεχνικές ἀμφίβολης προελεύσεως καί ἀποτελεσματικότητος ἤ ἄλλους πού ἀφιερώνουν λίγο χρόνο σέ φευγαλέες κι ἐπιπόλαιες ὀνειροπολήσεις καί νομίζουν πώς μετανοοῦν, γιά κάποια συντριβή πού εἶχαν, ἐνθυμούμενοι τ’ ἀτοπήματά τους στό ταξίδι πού εἶχαν στό παρελθόν τους. Πρόκειται μᾶλλον γιά ψεῦτες φυγάδες τῆς ζωῆς, ὀνειροπαρμένους καί φαντασιόπληκτους. Οὔτε, ἐπιτρέψτε μας νά ποῦμε, ἀναφερόμαστε στούς ἀγαθούς, ὅσο τολμηρά ἀφελεῖς ἐκείνους πού νομίζουν πώς ζοῦν τήν πνευματική ζωή καί τήν ἱερά ἡσυχία, σεργιανίζοντας μ’ ἕνα κομποσχοίνι στό χέρι, σέ ἀκρογιαλιές καί πλαγιές ὡραίων βουνῶν, ἀκούοντας καλή μουσική ἔχοντας τά νέα βιβλία, τή γαστέρα πεπληρωμένη καί συντροφιά τούς φίλους πού δέν φέρνουν ἀντιρρήσεις. Κι ἀκόμη αὐτούς πού κάνουν πνευματικό τουρισμό ἐπισκεπτόμενοι καί ἱερούς τόπους καί συνομιλώντας μέ παρρησία μέ ἁγίους ἀνθρώπους, μά πού δέν βγαίνουν διόλου ποτέ ἀπό τό θέλημά τους. Συγχωρέστε μας παρακαλοῦμε, μά φοβόμαστε πώς δέν εἴμαστε καθόλου ὑπερβολικοί.
Ἀναφερόμαστε, ἀγαπητοί μου, στήν ἁγία ἐκείνη ἡσυχία, πού ἀξίζει κάθε κόπος καί μέριμνα γιά νά δώσουμε τή σημαντική αὐτή εὐκαιρία στόν ἑαυτό μας καί μέσα στή θορυβώδη αὐτή πολιτεία καί μέσα στό ἄστατο σπιτικό μας καί μέ αὐτά τά χάλια τῆς ζωῆς μας καί τοῦ χαρακτήρα μας. Ἀνάγκη πᾶσα νά ἐλευθερωθοῦμε στήν ἁγία αὐτή μοναξιά. Χρειάζεται ἄσκηση, ὑπομονή, μόχθος, μέχρι νά σβήσουν τά σκοτάδια πού μᾶς κουράζουν στήν ἐργασία αὐτή. Νά βροῦμε τίς ρίζες καί τά ὅρια τῆς ὑπάρξεώς μας. Νά μάθουμε νά προσευχόμαστε. Νά γίνει ἡ σιωπή, πηγή, βροντή, σιντριβάνι, φῶς, καθώς λέει ὁ γλυκύτατος ποιητής ἅγιος Συμεών ὁ Νέος Θεολόγος.
Χρειάζεται ἀγρύπνια, ἐγρήγορση συνεχής, ἀκινησία, γαλήνη. Ὁ Θεός εἶναι πλάι μας. Αὐτός μέ ὁδηγεῖ. Σ’ αὐτόν ὁδηγοῦμαι. Τί ἔχω νά φοβηθῶ; Ἀπελπισμένος ἀπό τίς φιλίες, τίς γνωριμίες, τίς τέχνες, τίς τεχνικές, τίς ἰδεολογίες, τίς φλυαρίες, τίς κοινοτυπίες, φθάνω στήν προνομιοῦχο ἐσχάτη ἀπελπισία, καί καθώς εἶμαι ἔτσι γυμνός, ὁ ἴδιος ὁ Θεός μέ ντύνει τήν πιό γνήσια ἐλπίδα. Μέ στηρίζουν σέ αὐτό τό θαῦμα ἡ Παναγία καί ὅλοι οἱ ἅγιοι.
Ἐντός αὐτῆς τῆς θείας μοναξιᾶς, ἀπαλλάσσομαι ἀπό τό προσωπεῖο πού ἀναγκάσθηκα νά φορέσω ἤ μοῦ φόρεσαν. Ἤμουν τρομοκρατημένος καί κάθε βράδυ πήγαινα καί σέ ἄλλη συγκέντρωση, ἄλλη ὁμάδα, γιατί, ἔπρεπε κάπου νά ἐνταχθῶ, ἀλλάσσοντας συνεχῶς προσωπεῖο. Ἐνδοσκαφώντας βιώνω, συνειδητοποιῶ, αἰσθάνομαι παιδί τοῦ Θεοῦ, βρίσκω, ἀποκαλύπτω τήν ταυτότητά μου, τό πρόσωπό μου, τό μοναδικό κι ἀνεπανάληπτο. Παρατηρῶ τίς κινήσεις τῶν παθῶν. Βλέπω καί βρίσκω τά ὅριά μου, τά τάλαντά μου, τίς δυνατότητές μου, λυτρώνομαι ἀπό τίς πλάνες, τούς φανατισμούς, τό ὑπέρμετρο, τό ὑποτονικό.
Θέλει δυνατή βούληση ὁ ἄνθρωπος γιά νά ὁδηγήσει τά βήματά του σέ τακτά διαστήματα στό ἅγιο αὐτό βῆμα τῆς αὐτογνωσίας καί θεογνωσίας. Γιατί ἡ μοναξιά αὐτή εἶναι ἐντρύφηση γιά τούς δυνατούς καί φόβος γιά τούς ἀδύναμους. Τοῦ ἱεροῦ αὐτοῦ βήματος ἐξέρχεται κανείς μέ λιγότερη ἀτομικότητα, μέ περισσότερη ἀγάπη γιά τούς ἄλλους, μέ δύναμη γιά μεγαλύτερους ἀγῶνες, μέ νωπά τά δάκρυα γιά τόν πόνο τῶν ἀδελφῶν του. Ἔτσι ὁ ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ δέν μπορεῖ ποτέ νά εἶναι μόνος, δέν μπορεῖ ποτέ νά πάσχει ἀπό μοναξιά. Ἔχει διάλογο μέ τόν ἑαυτό του, ὅταν εἶναι μόνος καί μέ τόν Θεό του. Μέσα ἀπό τήν σπαρακτική μοναξιά τοῦ ἀνθρώπου, ἀπό τά τσαλαπατήματα πού τοῦ ἔκαναν ἀπρόσεκτοι στό δρόμο, στό λεωφορεῖο, στήν ἐργασία, στό σχολεῖο, πατήματα πού πέρασαν στήν ψυχή του, ὑψώνεται ἀπό τά βάθη φωνή πού σχίζει νέφη κι ἔρχεται στόν Τριαδικό Θεό, πού πάντα ἀκούει καί πάντα ἀπαντάει.
Ὁ ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ μόνο νά θερμαίνει τή φωνή του γνωρίζει, νά χαίρεται πού στέκεται δεύτερος, νά εἶναι φίλος καί μέ τόν ξένο, ν’ ἀρκεῖται στό ὀλίγο, νά κουράζεται στό πολύ, νά πλένει μέ δάκρυα τούς ἄπληστους, τούς ἄσωτους, δίχως κανένα παράπονο, καμιά δυσαρέσκεια, ἀκόμη κι ὅταν τόν ἐγκαταλείπουν αὐτοί πού ποτέ δέν θά τό περίμενες: συγγενεῖς, φίλοι, ὁμοϊδεάτες.
Μακριά ἀπό τήν τύρβη, τήν ἀγορά καί τή σύγχυση, στό ταμεῖο σου, πού τό διάλεξες ἀβίαστα κι ἐλεύθερα, φαίνεται νά μή προσφέρεις τίποτε στούς ἄλλους, νά εἶναι μιά πράξη ἐγωϊστική, μόνο γιά τόν ἑαυτό σου, τή στιγμή μάλιστα πού οἱ ἄλλοι λένε σ’ ἔχουν ἀνάγκη καί πάσχουν ἀπό τήν ὀδυνηρή μοναξιά. Αὐτά, ὅπως θά ἔχετε ἀκούσει, προσάπτουν καί στούς μοναχούς. Ἡ πρώτη αὐτή ἐντύπωση δέν εἶναι ἀκριβής. Ἡ μοναξιά αὐτή εἶναι ἔργο ἐπίπονο, θέλει δύναμη, ἡρωϊσμό, ἐπιμονή. Εἶναι ἐργασία μακρά κι ἀτελείωτη, πού κάποτε μπορεῖ νά εἶναι καί προεργασία γιά μιά ἐπιστροφή σέ αὐτούς πού ἀφήσαμε ἔξω ἀπό τό κελλί μας, δίχως αὐτό βεβαίως νά εἶναι ὁ σκοπός τοῦ μονασμοῦ μας.
Ὅλοι οἱ ἅγιοι τῆς Ἐκκλησίας μας, ἀκόμη καί οἱ πιό φλογεροί ἱεραπόστολοι, κι ὁ ἴδιος ὁ Κύριος στήν ἐπίγεια ζωή του ἔζησαν τό μυστήριο τῆς θείας αὐτῆς μοναξιᾶς. Ἤ οἱ μεγάλες ἐκεῖνες μορφές τῶν Προφητῶν τῆς Π. Διαθήκης Μωυσῆς, Ἠλίας, Ἠσαΐας καί Ἰωάννης ὁ Πρόδρομος.
Ἐπανερχόμενοι στόν κόσμο τοῦ αἰώνα μας τόν βρίσκουμε τραγικά μόνο, ἀπελπισμένο, ἀπαισιόδοξο, νά τά ἔχει συγκρούσει, παρ’ ὅλες τίς προσπάθειές του γιά κάτι ἄλλο, μέ ὅλους καί ὅλα, συναδέλφους, γονεῖς, φίλους, παιδιά, βιβλία, μαθήματα, ἐργασίες καί προπαντός μέ τόν ἑαυτό του καί τόν Θεό, πού αὐτοῦ ποτέ δέν τοῦ μίλησε, δέν τοῦ εἶπε τίποτε. Ἡ πιό σκληρή μοναξιά εἶναι νά εἶσαι πλάι στή σύζυγό σου καί νά μή μπορεῖς νά τῆς μεταδώσεις τά αἰσθήματά σου, τήν ἴδια στιγμή πού ἕνα μήνυμα μεταδίδεται ἀπό τή μιά ἤπειρο στήν ἄλλη, νά ὑπάρχουν πολυετῆ μυστικά μεταξύ τῶν συζύγων, νά εἶναι ἄγνωστος κι ἀνύπαρκτος ὁ διάλογος τῶν παιδιῶν μέ τούς γονεῖς, τούς δασκάλους, τούς κληρικούς. Δέν ὑπάρχει πιό ἄγρια μοναξιά ἀπό μιά οἰκογένεια νά κάθεται ὧρες ἀμίλητη μπροστά στήν τηλεόραση. Βρισκόμαστε σέ δύσκολα ἔτη. Ἡ μοναξιά σέ ἔξαρση. Ὁ ἄνθρωπος ἔχει χαθεῖ. Ὁ Θεός δέν μιλᾶ.
Μέσα σέ αὐτή τήν ἐρημία τῶν πόλεων, τή φαινομενική σιωπή καί ἀπουσία τοῦ Θεοῦ καλεῖται ὁ ἄνθρωπος νά συνάξει τούς λογισμούς του, νἄλθει στά συγκαλά του, ὅπως λέει ὁ λαός, ν’ ἀφήσει τήν τόση κοσμική δραστηριότητα καί ν’ ἀπέλθει στό προσκυνητάρι του ἄλαλος, γυμνός, νήπιο, γιά νά μπορέσει ὁ Θεός νά τοῦ μιλήσει, νά τόν ντύσει, νά τόν ἀνδρώσει. Ἡ μοναξιά του τότε θά γίνει ἀπελευθερωτική καί θά αἰσθάνεται πλήρης. Μόνο μιά τέτοια ριζική μοναξιά ὁδηγεῖ σέ μιά ριζική σύλληψη τοῦ Θεοῦ, πού καταργεῖ κάθε δισταγμό, ἀμφιβολία καί ταλαιπωρία.
Μέσα στήν ἱερή μοναξιά βρίσκεται ὁ ἄνθρωπος ν’ ἀντικρίζει τήν ὑπαρξιακή του πενία καί τόν φόβο τοῦ θανάτου, πού αὐτή προκαλεῖ. Ἔτσι θέτει ὡς λύση τή φυγή, τήν ἀναβολή, ἠσυχάζοντας ἔτσι τόν πανικόβλητο ἑαυτό του μπροστά στό μέγα κενό πού συναντᾶ ἐντός του. Ἀρχίζει τότε ἕνα τρεχαλητό ἀσταμάτητο, πού ἐξαντλεῖται σέ συνεχεῖς κοινωνικές ὑποχρεώσεις, διασκεδάσεις ποικίλες καί προγράμματα ὑπεραπασχολήσεων, ὥστε οἱ ἄλλοι καί τά πράγματα, οἱ ἐργασίες καί οἱ ὑπερωριακές ἀπασχολήσεις, νά γίνονται κάλυμμα τῆς μεγάλης ἐνδείας του. Καί αὐτό πού εἴμαστε ἐμεῖς εἶναι ὅλος ὁ κόσμος· περιφέρεται, στροβιλίζεται, καταταλαιπωρεῖται, ἐρωτοτροπεῖ μέ τό ἄσπρο καί τό μαῦρο, μάχεται σπαράσσεται, ἐξοντώνεται.
Ἡ δουλειά γίνεται δουλεία, ἡ ἀγωνία τοῦ εὔκολου καί πολλοῦ κέρδους νόσος ἀνίατη καί βασανιστική. Ὁ φόβος γιά τό μέλλον αἰτία πλεονεξίας, φιλαργυρίας, θησαυρισμοῦ, ἐξόδου ἀπό τό μέτρο, λησμονιά τοῦ Θεοῦ. Ἰδού πώς ὁ ἀββᾶς Μάρκος ὁμιλεῖ περί τοῦ πῶς ὁ ἄνθρωπος δέν θά γίνει δοῦλος τῆς δουλειᾶς, ἀλλά ἐλεύθερος δοῦλος τοῦ Θεοῦ: Ὅποιος ἀποβάλλει τήν ἀνήσυχη μέριμνα γιά τά πρόσκαιρα κι ἐλευθερωθεῖ ἀπό κάθε ἀνάγκη θά δώσει ὅλη τήν πίστη του στόν Θεό καί τά αἰώνια ἀγαθά. Ὁ Κύριος δέν ἀπαγόρευσε τήν ἀπαραίτητη καθημερινή φροντίδα γιά τή σάρκα μόνο μᾶς ὑπέδειξε ν’ ἀσχολούμεθα μόνο μέ τή σημερινή ἡμέρα. Τό νά περιορίσουμε τά πολλά στά ἀπολύτως ἀναγκαῖα μέ προσευχή κι ἐγκράτεια εἶναι δυνατόν, μά νά τά παραβλέψουμε εἶναι ἀδύνατον. Συνοψίζοντας τά τοῦ διακριτικοῦ καλάμου τοῦ ἀββᾶ Μάρκου, θά παρακαλούσαμε νά εἴχαμε τήν προσοχή σας πιό τεταμένη σ’ ἕνα λεπτό σημεῖο πού ἀπασχολεῖ πολλούς πιστούς. Τίς ἀπαραίτητες ὑπηρεσίες, πού μᾶς ἐπιβάλλονται, πρέπει ὁπωσδήποτε νά τίς δεχόμαστε, ν’ ἀφήνουμε ὅμως τίς ἄσκοπες ἀπασχολήσεις, γιά νά προτιμᾶμε τήν προσευχή, ὅταν μάλιστα αὐτές μᾶς παρασύρουν στήν πολυτέλεια καί τήν πλεονεξία τῶν χρημάτων. Γιατί ὅσο μπορέσει κανείς νά περιορίσει, μέ τή δύναμη τοῦ Θεοῦ αὐτές τίς ἀπασχολήσεις καί περικόψει τό ὑλικό πού τίς τροφοδοτεῖ, τόσο καί περισσότερο συμμαζεύει τό νοῦ του ἀπό ἀνήσυχες περιπλανήσεις. Ἄν πάλι κανείς ἀπό ὀλιγοπιστία ἤ ἀπό κάποια ἀσθένεια δέν μπορεῖ νά τό κάνει αὐτό, τουλάχιστον ἄς γνωρίσει καλά τήν ἀλήθεια κι ἄς προσπαθεῖ, ὅσο μπορεῖ, νά μέμφεται τόν ἑαυτό του γιά τήν ἀδυναμία αὐτή καί τή νηπιακή κατάσταση στήν ὁποία ἀκόμη βρίσκεται. Γιατί εἶναι πολύ προτιμότερο νά δώσουμε λόγο στόν Θεό γιά παραλείψεις, παρά γιά πλάνη καί ὑπερηφάνεια. Τό ἐπαναλαμβάνουμε. Γιατί εἶναι πολύ προτιμότερο νά δώσουμε λόγο στόν Θεό γιά παραλείψεις, παρά γιά πλάνη καί ὑπερηφάνεια.
Παίζεται ἕνα δράμα στόν ἄνθρωπο πού μέ ἔνταση συνεχῶς ἐξέρχεται τοῦ ἑαυτοῦ του γιά νά βρεῖ τήν ἀνάπαυση καί τήν πληροφορία πού ἐντός του θά βρεῖ. Εἶναι ἀλήθεια πώς ἐπιστρέφοντας στόν ἑαυτό του πρέπει νά εἶναι ἕτοιμος νά φιλοξενηθεῖ κατ’ ἀρχάς σ’ ἕναν τόπο ξένο ὅπου ὅμως ἐκεῖ θά βρεῖ τήν ἰδιαιτερότητα τοῦ προσώπου του καί θά τή ζήσει. Ἐδῶ βρίσκεται ἡ ἀληθινή ἀνθρώπινη μοναξιά, πού πηγή της ἔχει τή γνώση τῆς ἰδιαιτερότητός μας. Ἐκεῖ ὁ ἄνθρωπος ἀποφασίζει, μετρᾶ, ἀναλαμβάνει τίς εὐθύνες του. Ἡ μυστική αὐτή ἐμπειρία τοῦ τί εἴμαστε, τί μποροῦμε νά κάνουμε, τί θέλουμε καί τί ζητᾶμε, εἶναι μιά συνταρακτική καί καίρια στιγμή τῆς ζωῆς μας. Ἐντός αὐτῆς τῆς ἡσυχίας σωζόμαστε, σώζουμε τό πρόσωπό μας, σώζουμε τήν ἀγάπη ἀπό τόν παρασυρμό καί τόν διασυρμό μιᾶς ἄθεης, ἀπρόσωπης, προσωρινῆς ἀγάπης. Ἡ ἀγάπη, ὅπως εἴπαμε, νικᾶ τή μοναξιά τοῦ ἐγώ καί φέρνει τό φῶς τοῦ ἐμεῖς.
Κουρασμένοι ἀπό τίς ματαιότητες, τίς πικρότητες, τό πηγαινέλα, τίς ἄχαρες χαρές πού γέμισε ἡ ζωή μας ἄς ἔλθουμε στήν πηγή τήν εὐλογημένη αὐτῆς τῆς μοναξιᾶς γιά νά ξεδιψάσουμε ὅσο θέλουμε. Ἄν δέ μείνουμε ἑκούσια καί ὑπεύθυνα μόνοι, θά γνωρίσουμε τά πάντα καί θ’ ἀγνοοῦμε τόν ἑαυτό μας. Σ’ ἕνα κόσμο σάν τόν κόσμο μας, πού κυβερνοῦν οἱ σοφιστές, οἱ σοφοί ἐξορίστηκαν, ἡ αἰδώς ἀπωλέσθη πού κυβερνιέται ἀπό τό ψεῦδος καί τήν ἀπάτη, μέ ἀποτέλεσμα ἡ ἱστορία μας νά παραχαράσσεται, τό Εὐαγγέλιο νά παρερμηνεύεται, τά σχολικά ἐγχειρίδια νά διαπλάθουν μαριονέτες τῶν ἰδεῶν τῶν ἑκάστοτε κρατούντων, ἡ γλῶσσα νά κατακρεουργεῖται κι ὁ σεβασμός τῆς παραδόσεως, τοῦ ἤθους καί τῆς ὀρθοστασίας ν’ ἀναζητοῦνται ματαίως μετά τοῦ ἀπολεσθέντος κάλλους τοῦ ὕφους τῶν Ἑλλήνων, πού θέλουν ἐλευθερία δίχως ἀρετή καί τόλμη. Μόνη τελικῶς καταφυγή στῶν καιρῶν μας τόν πιθηκισμό καί τή δυτικοπληξία, τόν εὐσεβισμό καί τόν ἀνώδυνο κοινωνικό νεοχριστιανισμό, στήν ἄγνοια τῆς ζωηφόρου ἱερῆς Παραδόσεως τῆς ζωῆς τῆς Ἐκκλησίας καί τοῦ Ἔθνους τό στήσιμο τοῦ θυσιαστηρίου τοῦ καθενός ὅπου μπορεῖ. Αὐτή εἶναι ἡ καλύτερη μορφή ἀντιστάσεως στήν κατρακύλα καί τόν ἀποχρωματισμό. Τό νά μένει κανείς θεληματικά μόνος σέ μιά κοινωνία πού τόν θέλει νά τή χειροκροτεῖ καί νά τόν συγχωνεύει εἶναι πράξη ἡρωϊκή. Λέγετε ἀδελφοί μου, «μή μου ἅπτου», στόν κόσμο πού τήν ἀπάτη θεωρεῖ εὐφυΐα καί τήν τιμιότητα ὀλιγόνοια.
Εἶναι πολλοί κρυμμένοι πού σᾶς ἀκολουθοῦν καί σᾶς ἐνισχύουν μέ τίς δικές τους προσευχές. Μοναχοί τῶν ὀρέων, δοσμένοι ὅλοι στόν Θεό, πού ἀγρυπνοῦν γιά σᾶς, πού σκέπτονται καί σᾶς πολύ καί σᾶς μελετοῦν καί μνημονεύουν κι ἄς μή σᾶς μιλοῦν κι ἄς μή τούς εἴδατε, σιωπηλοί καί ἔγκλειστοι, ζῶντες καί κεκοιμημένοι, μέ ὑψωμένα τά χέρια, μέ γόνατα καί δάχτυλα πού ἔβγαλαν κάλους ἀπό τίς μετάνοιες, πού τήν ὀσφύ τους ἔχουν πάντα κυρτωμένη στόν Θεό τοῦ Ἐλέους, τῆς Ἀγάπης καί τῆς Συγγνώμης.
Φτιάχνοντας ὁ ἄνθρωπος τόν ἐσωτερικό του κόσμο γίνεται ἀπρόσβλητος στίς ὀργανωμένες ἐπιθέσεις τοῦ κακοῦ, ἄφοβος σέ ὅποια φοβέρα, προσβολή καί ὕβρη κι ἄν ἀκούσει. Ἐναποθέτοντας κανείς πᾶσα τή ζωή του στά πόδια τοῦ Θεοῦ, παρακαλώντας τον γι’ αὐτή τήν ὑπεύθυνη καί σωστή ζωή πού θέλει νά ζήσει, θά φωλιάσει ἡ ζεστασιά τῆς βεβαιότητας μιᾶς γλυκύτατης παραμυθίας, ἡ καρδιά θ’ ἀποκτήσει ἀφάνταστο εὖρος, ὁ ἄνθρωπος τότε προγεύεται τήν ἀθανασία, δέν εἶναι πιά ποτέ μόνος, μά παρέα μέ τόν Χριστό καί τούς φίλους του, τούς ἁγίους. Ἡ ἐσωτερική τότε αὐτάρκεια τοῦ ἀνθρώπου φυγαδεύει ἀμέσως καί βίαια τή μοναξιά. Ὁ ἄνθρωπος ὁ πιστός δέν συνθλίβεται ἀπό ἕνα ἀπρόσωπο, ἄκοσμο κόσμο, τή βουή τῶν μηχανῶν, τό φραγγέλιο τῶν νόμων, τήν παντοδυναμία τῆς τεχνικῆς, τῶν διαστημικῶν κατακτήσεων, τῶν ἠλεκτρονικῶν ἐγκεφάλων, τῶν ἐχθρικῶν καί ἀνάπηρων κοινωνιῶν, τῶν βάρβαρων καί μαζοποιημένων πολιτειῶν. Τό χνῶτο τοῦ Θεοῦ πού ἄγγιξε τόν πιστό στίς ὧρες τίς σιγῆς του θά τόν κάνει δυνατό ν’ ἀνταπεξέρχεται τή μηδενισμένη ζωή, τήν ἀνεξάντλητη μοναξιά τοῦ κόσμου μέ τό θρυμματισμένο πρόσωπο. Ἡ ἐπιτυχία τοῦ ἀνθρώπου ὑπάρχει ὕστερα ἀπό μιά προσωπική σχέση τῆς ὑπάρξεώς του μέ τόν Θεό. Οἱ δυσκολίες τῆς ζωῆς καί τά ρήγματά της ξεπερνιοῦνται τώρα εὔκολα. Τό κενό ἐξαφανίζεται καί ἡ μοναξιά δύει. Στίς θωπεῖες τῆς ἀγκάλης τοῦ Θεοῦ ἀλλά καί τίς ἐπιπλήξεις, ὁ ἄνθρωπος ἰσορροπεῖ καί ἡ ἀγωνία τῆς ὑπάρξεως παύει.
Εἶπαν πώς ὁ κάθε ἄνθρωπος κουβαλᾶ τή μοναξιά του. Ὁ σαλός ἔχει μιά ἐπικίνδυνη μοναξιά. Ὁ ἀσθενής μιά ἐναγώνια μοναξιά. Ὁ ἄδικος πλούσιος μιά πικρή ὅσο ἄσχημη μοναξιά. Μά ὁ πιστός ἔχει μιά μόνιμη, ἀγιάτρευτη καί κορυφαία μοναξιά: πῶς θά σωθεῖ. Συνηθίζουμε νά λέμε ἡ μοναξιά τοῦ ἀπόβραδου, τοῦ πένθους, τῆς ξενιτειᾶς. Κι ὁ καθένας τήν κάθε μιά περίπτωση τήν ἀντιμετωπίζει κατά πῶς δύναται. Μά ἐμεῖς, μπροστά στό αἰώνιο αἴνιγμα τῆς ὑπάρξεως, οἱ υἱοί τοῦ Θεοῦ, κατά χάριν καί κατά μέθεξιν, οἱ κατ’ εἰκόνα καί καθ’ ὁμοίωσιν, τά φωτόμορφα τέκνα τῆς Ἐκκλησίας, πότε θά τολμήσουμε νά ριψοκινδυνεύσουμε ἕνα ἀποτίναγμα τῶν ἰδεῶν καί τῶν πολλῶν συζητήσεων καί νά σταθοῦμε ἐνώπιοι ἐνωπίῳ μέ μιά ἀπόφαση γιά μιά ριζική τῆς ζωῆς μας ἀλλαγή; Μέχρι πότε θά περιστρεφώμεθα, θά περιτριγυρίζουμε περί τό θέμα καί ποτέ δέν θά εἰσερχόμεθα ἐντός; Δέν ἔχουμε δυστυχῶς πολλά περιθώρια. Οἱ κινήσεις μας εἶναι συνεχῶς παλινδρομικές κι ἀμφιταλαντευόμενες. Μιλᾶμε περί Θεοῦ καί τόν Θεό δέν τόν γνωρίζουμε. Τόν ἐπιθυμοῦμε καί δέν τόν ἔχουμε. Προχωρᾶμε πρός αὐτόν καί τήν τελευταία στιγμή βρίσκουμε ἕνα παραπόρτι κι ὁλοταχῶς τοῦ ξεφεύγουμε. Ἀγαπᾶμε κακῶς, ὑπέρ τοῦ δέοντος τόν ἑαυτό μας. Εἴμαστε ἀξιοδάκρυτοι, ἀδικαιολόγητοι, νωχελεῖς. Δέν τόν ἀντέχουμε τόν Θεό. Τόν φοβόμαστε, τόν κοροϊδεύουμε, δηλαδή κοροϊδευόμαστε, κι εἴμαστε πλήρεις ὡραίων καί πειστικῶν προφάσεων. Φθάνουμε νά ἀγαποῦμε τό ψέμα μας, νά μή ντρεπόμαστε, οὔτε κἄν νά μή τό δικαιολογοῦμε. Ὅμως κι ὁ Θεός δέν κουράζεται διακριτικά νά μᾶς κυνηγᾶ καί νά μᾶς θυμίζει τήν παρουσία του, στούς πόνους καί τίς χαρές μας, στά λάθη καί τίς νίκες μας.
Εἶναι ἀναγκαῖο ὁ πιστός νά ξαναρχίσει τήν ὁδό τοῦ Κυρίου. Ἄς ἀφήσει τά πλήθη ν’ ἀλαλάζουν, μή τόν κανακεύουν κι ἐπηρεάζουν οἱ λόγοι τους. Ἡ ὁδός του εἶναι στενή, ἀνηφορική, μαρτυρική καί μοναχική μά σωτήρια, ὅπως σαφῶς τό δήλωσε. Πρέπει ἐπιτέλους κάποτε ὁ πιστός νά προσκολληθεῖ μέ ἀγάπη στά ἀπαραίτητα καί οὐσιαστικά γιά τήν προσωπική του ὕπαρξη, λησμονώντας ἀποφασιστικά κι ἀμετάκλητα τά δευτερεύοντα καί περιττά. Ὁ λόγος τῆς Ἀποκαλύψεως εἶναι φοβερός. Τούς χλιαρούς θά τούς ἐμέσω, λέει ὁ Θεός. Τό ρῆμα πού χρησιμοποιεῖ εἶναι λίαν δηλωτικό τῆς ἀπέχθειάς του πρός τούς δίψυχους. Ἡ συντροφιά τοῦ ἀνθρώπου μέ τόν Θεό εἶναι χαρά γιά τόν πρῶτο καί ἡ μεγαλύτερη ἐλευθεροποιός μακαριότητα γιά τόν δεύτερο. Ἡ γνωριμία καί συμφιλίωσή μας μέ τόν Θεό δέν μπορεῖ νά εἶναι ἀποκομμένη ἀπό αὐτή τοῦ ἑαυτοῦ μας καί τῶν ἀδελφῶν μας. Αὐτά πᾶνε πάντα ἀντάμα. Ὁ φίλος τοῦ Θεοῦ εἶναι φίλος καλός τοῦ ἑαυτοῦ του καί τῶν ἄλλων, δίχως σέ αὐτές τίς σχέσεις νά ὑπάρχει ἔπαρση, ἀπομονωτισμός, ἡ ἡδονή τῆς αὐτολατρείας, ἡ φιλοθεΐα νά γίνει φαρισαϊκή καί ἡ φιλανθρωπία καθηκοντολογία. Τό ἄνοιγμα αὐτό πρός τίς τρεῖς πλευρές γίνεται σύμμετρα, ἰσορροπημένα, μέ γνώση, ἐλευθερία κι ἀγάπη. Ἡ παθολογική ἀγάπη πρός τόν ἑαυτό μας καί τούς ἄλλους εἶναι ἐμπόδιο τῶν σχέσεών μας μέ τόν Θεό, λέγει ὁ μεγαλόπνοος ἀββᾶς Ἠσαΐας, διδάσκαλος τῆς ἐρήμου τοῦ 4ου αἰώνα.
Ὁ Κικέρων ἔλεγε: Μεγάλη πολιτεία, μεγάλη μοναξιά! Τή ρήση του ἐπαναλαμβάνουν ἀγωνιωδῶς μυριάδες στόματα σήμερα. Αὐτή ἡ μοναξιά, ἡ βαριεστιμάρα, ἡ χαλαρότητα, ἡ χλιαρότητα, ἡ ὑποτονικότητα, ἡ βραδύτητα, ἡ συνεχής μελλοντολογία, δίχως νά κάνεις σήμερα τίποτε, ἡ ἀνικανοποίηση, ὁ κορεσμός, τό αἴσθημα φυγῆς, ὁ ἀντιηρωϊσμός, στήν ἀσκητική γραμματεία ὀνομάζονται ἀκηδία καί μαστίζει ἀλύπητα καί συχνά καί κάθε ἀπρόσεκτο μοναχό. Ὁ ἅγιος Μάξιμος ὁ Ὁμολογητής, ὁ μέγας αὐτός Βυζαντινός Θεολόγος, νά πῶς μιλᾶ γι’ αὐτή: Ὅλες τίς δυνάμεις τῆς ψυχῆς τίς σκλαβώνει καί μαζί κι ἀμέσως φουντώνει ὅλα σχεδόν τά πάθη, γιατί ἀπ’ ὅλα τα πάθη εἶναι τό πιό βαρύ. Ὁ ἅγιος Ἰωάννης τῆς Κλίμακος, ὁ βαθύς αὐτός γνώστης καί τῶν λεπτότερων κινήσεων τῆς ψυχῆς, σέ μοναχούς πού τοῦ ζήτησαν πληροφορίες, τή χαρακτηρίζει μέ βαρειά λόγια: Εἶναι χαλάρωση τῆς ψυχῆς, ξεστράτισμα τοῦ νοῦ, ἀμέλεια τῆς ἀσκήσεως, μίσος τοῦ μονασμοῦ, κοσμικῶν μακαρίστρια, ἀσέβεια τοῦ Θεοῦ, λησμονιά τῆς προσευχῆς. Ὁ Εὐάγριος ἀναφέρει πώς ἡ ἀνυπόφορη αὐτή ψυχική κατάσταση κάνει τό θύμα της νά μή ξέρει τί νά κάνει, νά βλέπει νά μήν περνᾶ ἡ ὥρα, πότε θά ἔρθει ἡ ὥρα τοῦ φαγητοῦ, πού ἀργεῖ. Ὁ Ἀντίοχος, πού ἔζησε τόν 7ο αἰώνα, γίνεται πιό παραστατικός καί ἀκριβής: Ἡ κατάσταση αὐτή σοῦ φέρνει ἀγωνία, ἀπέχθεια γιά τόν τόπο πού μένεις, ἀλλά καί πρός τούς ἀδελφούς σου καί γιά κάθε ἐργασία καί γι’ αὐτή τήν Ἁγία Γραφή ἀηδία καί συνεχῆ χασμουρητά. Ἀκόμη σέ κάνει νά πεινᾶς καί νά στριφογυρίζεις, πότε θά ’ρθει ἡ ὥρα τοῦ φαγητοῦ. Καί ἀφοῦ ἀποφασίσεις νά πάρεις ἕνα βιβλίο, νά διαβάσεις λίγο, τό παρατᾶς, κι ἀρχίζεις νά ξύνεσαι καί νά κυττᾶς ἀπ’ τά παράθυρα καί πάλι λίγο διαβάζεις, μετά, μετρᾶς τίς σελίδες καί βλέπεις τούς τίτλους τῶν κεφαλαίων. Τέλος παρατᾶς τό βιβλίο καί κοιμᾶσαι, καί ἀφοῦ λίγο κοιμηθεῖς πάλι σηκώνεσαι. Κι αὐτά ὅλα τά κάνεις γιά νά περνᾶ ἡ ὥρα… Ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός ἀναφέρει πώς εἶναι πολύ βαρύς καί σκληρός αὐτός ὁ πόλεμος γιά τούς μοναχούς. Καί ὁ ἅγιος Θεόδωρος ὁ Στουδίτης λέει πώς τό πάθος αὐτό μπορεῖ νά σέ πάει στόν βυθό τοῦ ἅδη.
Ὁ πατερικός Ντοστογιέφσκυ δίδοντας μιά λύση βάζει στά χείλη τοῦ στάρετς Ζωσιμᾶ νά μᾶς πεῖ πώς πρέπει νά καταστήσουμε τούς ἑαυτούς μας ὑπεύθυνους γιά τίς ἁμαρτίες ὅλου τοῦ κόσμου. Ἡ αἴσθηση αὐτή γιά τή σωτηρία μας μέσῳ τῶν ἄλλων μᾶς δίνει νά καταλάβουμε πώς ἡ ἀγάπη δέν ἐξαντλεῖται μόνο νά δίνει τό καλό, ἀλλά νά κάνει δικές της τίς ἀγωνίες καί τούς πόνους τῶν ἄλλων. Οἱ μοναχοί καθημερινῶς προσεύχονται ὑπέρ τῆς σωτηρίας παντός τοῦ κόσμου. Πλασμένοι κατ’ εἰκόνα Θεοῦ εἴμαστε ὅλοι δικοί του, εἴμαστε ἀδέλφια, παιδιά του. Ἡ μοναξιά καταργεῖται ἐν Θεῷ. Εἴμαστε ὅλοι «ἀλλήλων μέλη» κατά τόν Ἀπόστολο Παῦλο. Ἔτσι οἱ ἁμαρτίες καί οἱ ἀρετές μας ἔχουν ἐπίδραση καί στούς ἄλλους, ἀφοῦ ὅπως εἴπαμε, εἴμαστε μέλη ἑνός σώματος. Ἡ ἀκηδία γίνεται ἀφορμή ἐντονώτερης προσευχῆς, οἱ δυσκολίες εὐκαιρία ὡριμάνσεως καί προόδου πνευματικῆς.
Μέ τήν ἐλπίδα πώς δέν γινόμαστε κουραστικοί θά ἐπαναλάβουμε πώς ἡ φυγή ἐκ τοῦ κόσμου, ἐντός ἤ ἐκτός αὐτοῦ πού τόσο ἔχει κατηγορηθεῖ ὡς λιποταξία, εἶναι πράξη γενναία καί ἀπαραίτητη, πράξη ἀντιστάσεως στόν ἰσοπεδωτισμό πού σαρώνει τά πάντα. Μέσα τήν ἁγία ἡσυχία βρίσκοντας ὁ ἄνθρωπος τήν αὐθεντικότητά του, τήν ὡραιότητα τῆς μοναδικότητας τοῦ προσώπου του ξεχωρίζει ἀπό τήν ἐκφυλισμένη μάζα. Κονταροχτυπημένος ἀπό τόν Θεό ἐπανέρχεται στά κοινά ζωηρότερος καί δυνατώτερος γιά δημιουργία καί ὁλοκάρδια προσφορά.
Εἶπε ὁ ἀββᾶς Ἁλώνιος: Ἄν δέν πεῖ στήν καρδιά του ὁ ἄνθρωπος ὅτι ἐγώ μόνος καί ὁ Θεός εἴμαστε σ’ αὐτόν τόν κόσμο, δέν θά βρεῖ ποτέ ἀνάπαυση. Ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος λέει πώς ἡ ἡσυχία στή μοναξιά δέν εἶναι μικρή διδασκαλία ἀρετῆς. Καί ἀλλοῦ σημειώνει ὁ χρυσορρήμων ποταμός: Ὅπου κι ἄν εἶσαι, μπορεῖς νά στήσεις τόν βωμό σου. Μόνο καθαρή προαίρεση νά δείξεις καί οὔτε ὁ τόπος σ’ ἐμποδίζει, οὔτε ὁ καιρός καί χωρίς νά γονατίσεις καί χωρίς τό στῆθος σου νά κτυπήσεις καί τά χέρια σου στόν οὐρανό νά ὑψώσεις, τή διάνοιά σου μόνο νά ἔχεις θερμή καί τότε εἶσαι ὅλος ἀπηρτισμένος. Δέν ἐνοχλεῖται ἀπό τόν τόπο ὁ Θεός, ἕνα μόνο ζητᾶ διάνοια θερμή καί ψυχή πού ἐπιθυμεῖ τή σωφροσύνη. Ὁ ἅγιος Μακάριος ὁ Αἰγύπτιος στίς πνευματικές του ὁμιλίες γίνεται πιό στοργικός: Κι ἄν πτωχεύσεις ἀπό πνευματικά ἀγαθά, λύπη καί πόνο συνεχῆ νά ἔχεις, γιατί εἶσαι ἔξω ἀπό τή βασιλεία Του καί σάν τραυματισμένος φώναζε στόν Κύριο καί ζήτα Του γιά ν’ ἀξιωθεῖς καί σύ τῆς ἀληθινῆς ζωῆς. Παρακάτω σημειώνει: Κλαίει ὁ Θεός καί οἱ ἅγιοι ἄγγελοι τίς ψυχές πού δέν χορταίνουν μέ οὐράνια τροφή. Καί συνεχίζει μέ τ’ ἀξιοσημείωτα καί ἀξιομνημόνευτα: Ὅλα εἶναι πολύ εὔκολα σ’ αὐτούς πού θέλουν νά μεταμορφωθοῦν ψυχικά, μόνο ν’ ἀγωνίζεται κανείς νά γίνει φίλος καί εὐάρεστος στόν Θεό καί θά λάβει πεῖρα καί αἴσθηση τῶν οὐρανίων ἀγαθῶν καί μακαριότητα ἀνέκφραστη καί ἀληθινά μεγάλο θεῖο πλοῦτο.
Ἄγευστος ὁ ὁμιλῶν τελείως τῶν πνευματικῶν αὐτῶν καταστάσεων θά ἔπρεπε μᾶλλον νά σιωπᾶ καί νά ἐργάζεται στή φίλη ἔρημο τό ξερίζωμα τῶν παθῶν. Ὁ ὁμιλητὴς ὅμως θέλει ν’ ἀναφέρεται σέ ἀνθρώπους πού εἶδε κι ἄκουσε, κατοίκους τῆς ἱερᾶς ἀθωνικῆς χερσονήσου, τῶν ἤρεμων πλαγιῶν τῶν πενιχρῶν καλυβῶν, τῶν ταπεινῶν κελλίων, ὅπου ζοῦν τά μυστήρια τοῦ Θεοῦ. Μοναχοί χαρισματοῦχοι καί οὐρανότρωτοι, χριστοφόροι καί θεοφιλεῖς, λάτρεις τῆς ἡσυχίας, τῆς μονώσεως, ἐργάτες βροντεροί τῆς σιωπῆς, μόνοι μά δίχως μοναξιά, πού στή μοναξιά τους θυμοῦνται τίς μοναξιές ὅλου τοῦ κόσμου καί τίς ὧρες πού ἀκούσια ἄλλοι πάσχουν ἀπό ἀϋπνίες κι ἄλλοι ξαγρυπνοῦν ἀνούσια, ἀνέστιοι καί ἀνέραστοι, σέ τόπους ξένους, αὐτοί ἑκούσια ἀγρυπνοῦν προσευχόμενοι, ὑπέρ ὑγείας, σωτηρίας, ἐλέους καί θείας βοηθείας σύμπαντος τοῦ κόσμου.
Ὁ περιβόητος ἀσκητής τοῦ Ἄθω Χατζη-Γεωργης, στό θαυμάσιο βιβλίο ἑνός σύγχρονου ἐρημίτου, πού πρόσφατα κυκλοφόρησε, ἀναφέρεται ὡς πιστός φίλος τῆς ἡσυχίας τῶν σπηλαίων, τῆς ἐρήμου, φιλότιμος ἀγωνιστής, μεγάλος νηστευτής, ὅπου τήν ἀνάπαυση ἔβρισκε στήν ἀγρυπνία, τήν προσευχή καί τή μόνωση. Ἡ ἔρημος δέν τόν ἀγρίεψε μά τόν ὀμόρφυνε πιό πολύ. Γράφει ὁ σεβαστός βιογράφος του: Ὁ Χατζη-Γεωργης εἶχε πολλή ἀγάπη γιά ὅλους, ἄδολη. Ἦταν πάντοτε εἰρηνικός, ἀνεξίκακος καί συγχωροῦσε. Εἶχε μεγάλη καρδιά, γι’ αὐτό ὅλα καί ὅλους τούς χωροῦσε, ὅπως ἦταν. Εἶχε ἐξαϋλωθῆ κατά κάποιον τρόπο. Ζώντας τήν ἀγγελική ζωή, ἔγινε Ἄγγελος καί πέταξε στούς Οὐρανούς, διότι δέν κρατοῦσε τίποτε, οὔτε ψυχικά πάθη οὔτε ὑλικά πράγματα. Ὅλα τά πετοῦσε, γι’ αὐτό καί πέταξε ψηλά.
Ὁ Κατουνακιώτης ἡσυχαστής Γέροντας Γεράσιμος ἔκαμε 17 ἔτη –σημειώνει συνασκητής του– εἰς τήν κορυφή τοῦ Προφήτου Ἡλιοῦ παλεύων μέ δαίμονας καί κεραυνιζόμενος ἀπό τούς καιρούς, ἔμεινε ἄσειστος στύλος ὑπομονῆς. Εἶχε τά δάκρυα συνεχῆ. Γλυκαινόμενος μέ τή μελέτη τοῦ Ἰησοῦ ἐξετέλεσε τόν ἀμέριμνον καί ἡσύχιον βίον του.
Ὁ ἐπίσης Κατουνακιώτης ἡσυχαστής Καλλίνικος ἀγάπησε τόν πόνο, τόν κόπο καί τήν ἡσυχία ὑπέρμετρα. Νιβόταν μέ τόν ἱδρώτα καί τά δάκρυά του. Τά τελευταῖα 45 ἔτη τῆς ζωῆς τοῦ τά ἔζησε ἔγκλειστος προσευχόμενος ἀδιαλείπτως. Τό πρόσωπό του ἔφθανε νά λάμπει σάν τοῦ Μωυσῆ κατερχόμενου ἀπό τό Σινᾶ.
Καθώς ἐπίσης ὁ πνευματικός Ἰγνάτιος, ὅπου ἔκλεινε τά παντζούρια τοῦ κελλιοῦ του γιά νά μήν βλέπει τόν ἐρχομό τῆς ἡμέρας καί νά συνεχίζει τήν προσευχή του. Τόν κάθε ἐπισκέπτη του τόν παρακαλοῦσε λέγοντας: Ἀγάπησε τόν Θεό πού σέ ἀγάπησε. Λησμονοῦσε νά πλυθεῖ, νά χτενιστεῖ, νά φάει καί τό κομποσχοίνι δέν τό ἄφηνε. Σάν ἔχασε τό φῶς του ἔγινε πιό φωτεινός. Εὐωδίαζε ἐν ζωῇ, εὐωδίασε καί μετά τήν κοίμησή του. Ὁ ὀνομαστός Μικραγιαννανίτης παπα-Σάββας ὁ Πνευματικός τή δύναμή του ἀντλοῦσε ἀπό τίς καθημερινές ἔνδακρεις θεῖες λειτουργίες του, ὅπου μνημόνευε ἐπί τρεῖς ὧρες χιλιάδες ὀνόματα καί ἀπό τίς ὁλονύκτιες στάσεις του.
Αὐτή εἶναι ἡ κοινωνία τῆς ἐρήμου σιωπηλή, προσευχομένη, γαληνιῶσα, μακαρία. Δέν προσπαθήσαμε νά ὡραιοποιήσουμε ἰδανικές καταστάσεις ἐξαιρέσεων. Αὐτή εἶναι ἡ ζωή τῆς ἐρήμου. Βεβαίως ἐάν ἕνας μοναχός δέν ἔχει μιά ἔντονη πνευματική ζωή καί μιά συνεχῆ ἐγρήγορση θά περιπέσει σέ μύριους πειρασμούς, ἡ ἀκηδία θά τόν ὁδηγήσει στήν ἀπομόνωση καί τότε θά γίνει περίγελως ἀγγέλων καί δαιμόνων, κτηνώδης καί θηριώδης, χειρότερος τοῦ χειροτέρου κοσμικοῦ καί ἡ ἐρημία τῆς ἐρήμου ἀβάσταχτη.
Οἱ πόλεις γίνονται ὅλο καί πιό ἔρημες καί θά γίνονται κι οἱ ἔρημοι θά πολίζονται καί κανείς ἀμετανόητος δέν θά δύναται νά ἐμποδίζει τή μετάνοια τῶν θελόντων, τήν ἱκεσία τῶν πιστῶν, τή δέηση τῶν πενήτων. Οὐδείς δύναται νά ἐμποδίζει τόν κάθε ἐλεύθερο ν’ αὐτοφυλακίζεται, νά αὐτοεξορίζεται, νά ζεῖ τό μυστήριο τοῦ ζῶντος Θεοῦ, τό θαῦμα μέσα στό μαρτύριο καί τήν ταπείνωση, ἐκεῖ ὅπου πάντα ἀνθεῖ τό ὀρθόδοξο βίωμα. Ἐντός τῆς σιγῆς, τῆς σιωπῆς καί τῆς προσδοκίας, ζωντας τήν ὑπέρβαση τοῦ χριστιανισμοῦ, πού ἔγκειται, ὄχι στήν ἐξαφάνιση τοῦ κακοῦ, ἀλλά στήν τίμια παραδοχή τοῦ ἑαυτοῦ μας καί τῶν ἄλλων, βιώνοντας τήν πενία τοῦ πλούτου, τόν πλοῦτο τῆς πενίας, τήν ὑγεία τῆς ἀσθένειας, τήν εὐλογία τῆς δοκιμασίας, τή δύναμη τῆς ἀδυναμίας, τή χαρά τῆς ὑπομονῆς, τή νίκη τῆς ἧττας, τήν τιμή τῆς ἀδοξίας, τήν ἐλευθερία τοῦ ἐγκλεισμοῦ, τή μεγαλειότητα τῆς σμίκρυνσης, τήν ἀντίσταση στόν θάνατο, τήν Ἐνανθρώπηση τοῦ Θεοῦ, τή θέωση τοῦ ἀνθρώπου. Καί τοῦτα κανείς ἄς ἀναμένει ὄχι ἀπό τήν ἐξουσία τῶν ἀρχῶν τοῦ κόσμου, ἀλλά ἀπό τήν ἐξουσία ἐπί τοῦ ἑαυτοῦ μας, καί τή δημιουργία ὑγιῶν καί φωτεινῶν μικρῶν ἑστιῶν, πού ὀνομάζονται ἐκκλησία, κελλί, ἐργαστήρι, γραφεῖο, αἴθουσα, δωμάτιο. Ἔτσι ἡ ἐρημία τῶν πόλεων θά συνεχίζει νά ὑπάρχει, ἀλλά δέν θά περνᾶ στήν καρδιά. Ἔτσι ἀλλάζει ὁ κόσμος. Ἔσωθεν καί ὄχι ἔξωθεν καί ἄνωθεν. Μή θεωρεῖται μεγάλος ὁ ἱεραπόστολος τῆς Ἀφρικῆς καί ὁ κάθε ἐφευρέτης. Μέγας εἶναι ὁ μικρός πού ὑπομένει τήν παραφροσύνη, τήν ἀδικία, τόν κατατρεγμό, τόν πόνο τοῦ πλησίον καί τόν δικό του. Μεγαλύτερος εἶναι, κατά τόν ἀββᾶ Ἰσαάκ, αὐτός πού γνώρισε καί νίκησε τά πάθη του ἀπό αὐτόν πού ἀνασταίνει νεκρούς.
Ὅλοι ὅσοι ἀναζητοῦν τή λύτρωση ἀπό τό ἄγχος, τή θλίψη, τό κενό καί τή μοναξιά καλοῦνται ἀπροφάσιστα νά κλείσουν μιά συνάντηση, ἕνα ραντεβοῦ, ἄν θέλετε, ἐπιτέλους, μέ τόν ἑαυτό τους, ἕνα ραντεβοῦ ὁπωσδήποτε μέ τόν Θεό καί τότε ἄς θυμηθοῦν καί τήν ἐλαχιστότητά μας, πού προσπάθησε νά μή σᾶς κουράσει μά νά πού δυστυχῶς, φαίνεται, δέν τά κατάφερε. Ἀδαής πολύ ὑπάρχων μετέβαλε ὁ ὁμιλητής τό βῆμα σέ ἄμβωνα καί μάλιστα ἐνώπιον φωτισμένων καί διακεκριμένων προσώπων.

μοναχοῦ Μωυσέως Ἁγιορείτου
(«Ἡ κοινωνία τῆς ἐρήμου καί ἡ ἐρημία τῶν πόλεων» Τὸ πρῶτο κεφάλαιο ἀπὸ τὸ ὁμώνυμο ΠΡΩΤΟ βιβλίο, τοῦ μακαριστοῦ μοναχοῦ Μωυσέως Ἁγιορείτου, Ἐκδόσεις «Τῆνος», Ἀθῆναι 1987)http://blogs.sch.gr/kantonopou/