.

.

Δός μας,

Τίμιε Πρόδρομε, φωνή συ που υπήρξες η φωνή του Λόγου. Δος μας την αυγή εσύ που είσαι το λυχνάρι του θεϊκού φωτός. Βάλε σήμερα τα λόγια μας σε σωστό δρόμο, εσύ που υπήρξες ο Πρόδρομος του Θεού Λόγου. Δεν θέλουμε να σε εγκωμιάσουμε με τα δικά μας λόγια, επειδή τα λόγια μας δεν έχουν μεγαλοπρέπεια και τιμή. Όσοι θα θελήσουν να σε στεφανώσουν με τα εγκώμιά τους, ασφαλώς θα πετύχουν κάτι πολύ πιό μικρό από την αξία σου. Λοιπόν να σιγήσω και να μη προσπαθήσω να διακηρύξω την ευγνωμοσύνη μου και τον θαυμασμό μου, επειδή υπάρχει ο κίνδυνος να μη πετύχω ένα εγκώμιο, άξιο του προσώπου σου;

Εκείνος όμως που θα σιωπήσει, πηγαίνει με τη μερίδα των αχαρίστων, γιατί δεν προσπαθεί με όλη του τη δύναμη να εγκωμιάσει τον ευεργέτη του. Γι’ αυτό, όλο και πιό πολύ σου ζητάμε να συμμαχήσεις μαζί μας και σε παρακαλούμε να ελευθερώσεις τη γλώσσα μας από την αδυναμία, που την κρατάει δεμένη, όπως και τότε κατάργησες, με τη σύλληψη και γέννησή σου, τη σιωπή του πατέρα σου του Ζαχαρία.

Άγιος Σωφρόνιος Ιεροσολύμων

Η ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ ΤΩΝ ΧΡΙΣΤΙΑΝΩΝ



Οι «εξουσίες» στον κόσμο

Η βασιλεία τού Χριστού δεν είναι «εκ τού κόσμου τούτου», δεν είναι «εντεύθεν», δηλαδή από εδώ (Ιω. ιη’ 36)˙ είναι βασιλεία πνευματική όχι υλική. Γι’ αυτό και ο Χριστός δεν ανταποκρίθηκε στις χιλιαστικές μεσσιανικές προσδοκίες των Ιουδαίων, με αποτέλεσμα να απο­γοητευθούν. Επροτίμησε να οδηγηθεί στον σταυρό, για να νικήσει όχι ένα κοσμικό εχθρό, αλλά τον προαιώνιο εχθρό τού ανθρώπου, τον θάνατο.

Ο Χριστός δεν είχε πρόβλημα να αποδώσει «τα τού καίσαρος τω καίσαρι» (Ματθ. κθ’ 21. Μάρκ. ιθ’ 17. Λουκ. κ’ 25). Όμως υπογράμμιζε πως πρέπει να αποδίδονται «τα τού Θεού τω Θεώ»! Το θέλημα τού Θεού έχει προτεραιότητα για τον χριστιανό, ακόμη και εάν αυτό τον οδηγήσει σε ταλαιπωρίες. Η Εκκλησία δεν μπορεί λόγου χάρη να εγκαταλείψει το ευαγγέλιο της μεταμόρ­φωσης τού ανθρώπου και τού κόσμου για να κηρύξει «άλ­λο ευαγγέλιο», προσαρμοσμένο στις απόψεις τού καίσα­ρα ή των ανθρώπων «τού κόσμου τούτου». Η Εκκλησία δεν μπορεί να εκκοσμικεύσει το έργο της υπακούοντας σε οποιεσδήποτε εξουσίες.
Σε μια τέτοια περίπτωση οι απόστολοι δήλωσαν ενώ­πιον τού συνεδρίου: «πειθαρχείν δει Θεώ μάλλον ή ανθρώποις» (Πράξ. ε’ 29).
Οι χριστιανοί αναγνωρίζουν τις ανθρώπινες κυβερ­νήσεις, ανεξάρτητα από το αν οι κυβερνώντες είναι χρι­στιανοί ή όχι. Σέβονται τους νόμους και αποδίδουν τιμή στις κοσμικές εξουσίες (Ρωμ. ιγ’ 1˙7. Α’ Πέτρ. θ’ 13˙16. Τίτ. γ’ 1. Παροιμ. η’ 15˙16. Σοφ. Σολ. στ’ 1˙3. Ιερεμ. λδ’ 6, εβραϊκό κείμενο: κζ’ 7. Πράξ. κβ’ 17˙29). Μάλιστα εύ­χονται για τους άρχοντες και τους αξιωματούχους της Πολιτείας, ώστε να επικρατεί ειρήνη και ευνομία, «ίνα ήρεμον και ησύχιον βίον διάγωμεν εν πάσι ευσεβεία και σεμνότητι» (Α’ Τιμ. β’ 1˙2).
Η δημοκρατία
Η Ορθοδοξία συνιστά κατ’ εξοχήν κοινωνία «μετά πάντων των αγίων», κοινωνία πίστεως, λατρείας, ζωής, που αποτελεί το κατ’ εικόνα της ζωής τού Τριαδικού Θεού, δηλαδή ενότητα, αρμονία, αγάπη.
Ο άνθρωπος της πτώσεως έχασε αυτή την αρμονική και αγαπητική σχέση, ακολούθησε ένα τρόπο ζωής «πα­ρά φύσει» και οδηγήθηκε σε μεγάλα υπαρξιακά κενά. Στην προσπάθεια του να ξεπεράσει υπαρξιακά αδιέξοδα στα οποία τον οδήγησε η αυτονομία του, κατεσκεύασε ειδικές δομές, μεταξύ των οποίων και διαφόρους τύπους δημοκρατίας.
Κατά την αρχαιοελληνική αντίληψη δημοκρατία εσήμαινε τη συμμετοχή των πολιτών στα κοινά, με κριτή­ριο το «κοινώς δοκούν», δηλαδή τα χρηστά ήθη τού λαού. Αυτό που σήμερα ονομάζουμε δημοκρατία, δηλαδή η αντιπροσωπευτική δημοκρατία, δεν έχει ουσιαστική σχέση με την αρχαιοελληνική δημοκρατία. Μάλιστα ό­ταν η δημοκρατία αυτή προσδιορίζεται από ένα δογματι­κό πλουραλισμό, στον οποίο καταργούνται όλες οι αξίες και οι Ιεραρχικές δομές ή ακόμη και η διάκριση ανάμεσα στο καλό και στο κακό, τότε έχουμε αντιστροφή ή μάλ­λον διαστροφή της δημοκρατίας με την πρώτης τη έν­νοια.
Η δημοκρατία ως επίτευγμα τού αυτονομημένου ανθρώπου με σκοπό να λύσει τα προβλήματα που εδημιούργησε η αυτονομία του αξιολογείται θετικά από την Ορθοδοξία. Όμως οι δομές αυτές δεν μπορούν να οδηγή­σουν τον άνθρωπο στην υπέρβαση τού εγωισμού του, α­τομικού, ομαδικού (κομματικού) ή και εθνικού. Αυτό που δεν μπορεί να επιτύχει ο αυτονομημένος άνθρωπος, επι­τυγχάνεται στη νέα πραγματικότητα της Εκκλησίας τού Χριστού.
Στο πρόσωπο τού Ιησού Χριστού ο Θεός οδήγησε τα διεσκορπισμένα τέκνα τού Θεού «εις εν» («εις εν Χριστώ») και τα κατέστησε «αλλήλων μέλη». Με αυτόν τον τρόπο η Εκκλησία υπερβαίνει κάθε είδος ολοκλη­ρωτισμού και όλες τις μορφές της σύγχρονης δημοκρα­τίας, που για το χριστιανό λογίζονται ως κάτι πολύ λίγο.
Το φρόνημα των πιστών είναι το ίδιο το φρόνημα τού Χριστού, που από αγάπη εκένωσε τον εαυτό του εν ελευ­θερία για να εξυψώσει τον άνθρωπο. Ο πιστός που μέσα στην Εκκλησία βιώνει αυτή την κενωτική αγάπη εν ε­λευθερία, ξεπερνάει την αντίληψη των «ατομικών δι­καιωμάτων» και παύει να θέτει στο κέντρο τον εαυτό του η αγάπη αυτή «ου ζητεί τα εαυτής».
Κάθε χριστιανός μετέχει ενεργά «στα κοινά», δηλαδή στη ζωή τού όλου Σώματος της Εκκλησίας. Τα χαρίσμα­τα που έλαβε δεν τα χρησιμοποιεί για τον εαυτό του, αλ­λα για την οικοδομή τού Σώματος της Εκκλησίας. Στην Ορθόδοξη Εκκλησία δεν υπάρχει τίποτε το ιδιωτικό στα πλαίσια της ζωής τού Σώματος˙ ο καθένας συμβάλλει στην αύξηση τού Σώματος και συναυξάνεται μ’ αυτό.
Αυτή η συμμετοχή τού κάθε πιστού στη ζωή τού Σώ­ματος, στην οικοδομή και στην αύξηση του, που είναι καρπός αγάπης και ελευθερίας, δεν συνιστά μείωση τού ανθρωπίνου προσώπου αλλά εξύψωσή του.
Η κοινωνική ευθύνη των χριστιανών
Ο άνθρωπος καλείται σε ελευθερία απέναντι στον κόσμο. Τελικά τα πάντα είναι γι’ αυτόν «σκουπίδια» («σκύβαλα») σε σχέση με το μοναδικό θησαυρό, τον Χρι­στό (Φιλιπ. γ’ 8). Τούτο όμως δεν δίνει το δικαίωμα στον χριστιανό να διαχωρίσει την ευθύνη του για την τύχη τού κόσμου και για τα προβλήματα των αδελφών.
Το καθήκον αυτό απορρέει από την ίδια τη φύση τού ανθρώπου, από το γεγονός τού «κατ’ εικόνα» τού Τριαδικού Θεού. Σκοπός τού χριστιανού είναι να ζήσει «κατ’ εικόνα» Θεού, δηλαδή τριαδικά, με πρότυπο τη ζωή των τριών Θείων Προσώπων.Αυτό σημαίνει να ζήσει με τον αδελφό του ή καλλίτερα «μέσα στον αδελφό του», γιατί και ο Πατήρ είναι «εν τω Υιώ» και ο Υιός «εν τω Πατρί», όπως και το Πνεύμα το Άγιον βρίσκεται αιώνια «εν τω Πατρί και εν τω Υιώ» (πρβλ. Ιω. ιζ’ 21).
Αυτή την πραγματικότητα καλούνται να ζήσουν οι πι­στοί στη θεία λειτουργία και να την μεταβάλουν σε καθη­μερινή πράξη (πρβλ. Α’ Κορ. Γ 16˙17).
Στη θεία λειτουργία ο πιστός ξαναζεί μαζί με ολόκληρη τη δημιουργία τη χαμένη ενότητα. Όλα προσλαμβά­νονται στο αγιασμένο σώμα του Χριστού.Όλα προσφέ­ρονται και πάλι ευχαριστία στον Θεό (πρβλ. Ζαχ. ιδ’ 20˙21)· «εαυτούς και αλλήλους και πάσαν την ζωήν ημών Χριστώ τω Θεώ παραθώμεθα». Αυτή είναι μία ευχή που επαναλαμβάνεται στη θεία λειτουργία. Εδώ δεν υπάρ­χουν περιθώρια εγωιστικά. Το κέντρο γίνεται και πάλι «Χριστός ο Θεός ημών»· και τού εαυτού μας, και τού α­δελφού μας, ολόκληρης της ζωής μας.
Στο πρόσωπο τού αδελφού μας παρουσιάζεται καθη­μερινά ο Χριστός. Περιμένει τους καρπούς τού κόπου και τού μόχθου μας. Ο πιστός οφείλει να παραθέσει «Χριστώ τω Θεώ» όλη τη ζωή του και όλες τις δυνάμεις και δυνατότητες του με πολύ συγκεκριμένο τρόπο: μέσω των αδελφών (Ματθ. κε’ 40)· θέτοντάς τις στην υπηρεσία των αδελφών τού Χριστού.
Αυτό σημαίνει πως οι δυνατότητες τού ανθρώπου, και εκείνες που απορρέουν από την πραγματική του φύση («κατ’ εικόνα Θεού») δεν έχουν σαν κέντρο το δικό του εγωιστικό συμφέρον, αλλά την αγάπη τού Χριστού μέσω των αδελφών. Ο άνθρωπος ως «κατ’ εικόνα Θεού» μετέ­χει της πανσοφίας και παντοδυναμίας τού Θεού (πρβλ. Γέν. α’ 28. Ψαλμ. η’ 1˙10. Σοφ. Σειρ. ιζ 2˙4. Σοφ. Σολ. Γ 2). Όμως η πανσοφία και η παντοδυναμία δεν είναι δυνα­τόν να λειτουργούν ανεξάρτητα από την αγάπη και να α­ποτελούν αυτοσκοπό. Αν τούτο γίνει, πρόκειται για δαι­μονική κατάσταση, για αλλοτρίωση τού ανθρώπου και παρά φύση επέμβαση του στη δημιουργία τού Θεού.
Ο απόστολος Παύλος αναφέρει χαρακτηριστικά πως αν μιλάει όλες τις ανθρώπινες και τις αγγελικές γλώσσες, αν γνωρίζει όλα τα μυστήρια και όλη τη γνώση, και αν έ­χει τη δύναμη να μετακινεί βουνά, όμως δεν έχει αγάπη, δεν είναι απολύτως τίποτα (Α’ Κορ. ιγ’ 1˙2). Και ο Ιάκω­βος ο αδελφόθεος διακρίνει τη «σοφία» σε «άνωθεν κατερχομένην» και σε «επίγειο, ψυχική, δαιμονιώδη». Η σοφία η «άνωθεν κατερχόμενη», λέγει, είναι «πρώτον μεν αγνή, έπειτα ειρηνική, επιεικής, ευπειθής, μεστή ελέους και καρπών αγαθών» (Ιακ. γ’ 16˙17).
Η κοινωνική ευθύνη των χριστιανών απορρέει από την ίδια τη φύση τού ανθρώπου, από τη χριστιανική αν­θρωπολογία. Θεμελιώνεται βαθιά στην ίδια την ύπαρξη τού ανθρώπου ως «κατ’ εικόνα Θεού». Σε αυτό το βάθος πρέπει να θεμελιώσουμε τη συμμετοχή που έχει κάθε χρι­στιανός στην αντιμετώπιση των προβλημάτων τού αδελ­φού και ολόκληρης της ανθρώπινης κοινωνίας.
Ο λόγος τού Θεού μας καλεί να κλαίομε με εκείνους που κλαίουν (Ρωμ. ιθ’ 15).Αλλά η προσπάθεια μας για αποτελεσματική βοήθεια του αδελφού αποτελεί καθήκον που δεν πηγάζει απλώς από το συναίσθημα, αλλά από την ίδια τη φύση μας.
Η κοινωνική ευθύνη των πιστών είναι μεγάλη και με­ταφράζεται σε πράξη για την αντιμετώπιση συγκεκριμέ­νων αναγκών: «Εάν ένας αδελφός ή μια αδελφή δεν έ­χουν επαρκή ενδύματα και στερούνται της καθημερινής τροφής, τους είπει δε κάποιος από σάς, πηγαίνετε στο κα­λό, ζεσταίνεσθε και χορταίνετε, και δεν τους δώσει τα α­ναγκαία δια το σώμα, ποια η ωφέλεια;» (Ιακ. β’ 15˙16, πρβλ. Ης. νη’ 1˙14).

π. ΑΝΤΩΝΙΟΥ ΑΛΕΒΙΖΟΠΟΥΛΟΥ

Από το βιβλίο: Η ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ ΜΑΣ


Από τον θάνατο στην ζωή....



Η Ανάσταση δεν εξαντλείται απλώς και μόνο σε μια νίκη επί του φυσικού θανάτου, αλλά σε μια μεταμόρφωση της ίδιας της ζωής.

Με την Ανάσταση δεν νικιέται ο θάνατος αλλά κερδίζει η ζωή.

Η ζωή στέκεται πλέον στην θέση που της αξίζει, δίχως να την απειλεί κανείς.

Η ανάσταση δεν έχει ανάγκη από ιστορικές αποδείξεις, γιατί σκοπός της δεν είναι να πείσει το μυαλό αλλά να πλατύνει την καρδιά. Η ανάσταση βιώνεται ως άνοιγμα της ύπαρξης στο αλλιώς, το μυστήριο που συνέχει την ζωή. Δεν είναι νοητική κατανόηση, μα άνοιγμα σε έναν άλλο κόσμο εντός και εκτός μας.

Δεν χρειάζεται να καταλάβεις την ανάσταση, μα να πιστέψεις σε έναν άλλο τρόπο ζωής.

Δεν χρειάζεται να καταλάβεις την ανάσταση, μα να ζήσεις με πάθος και ευχαριστία την ζωή. 

Η ανάσταση είναι άνοιγμα της ύπαρξης σε έναν άλλο τρόπο ζωής, πέραν των αισθήσεων. 

Ανασταίνομαι σημαίνει μαθαίνω να ζω με άλλο τρόπο το ίδιο το γεγονός της ζωής.Με την ανάσταση αλλάζει ο χρόνος, από εχθρός του ανθρώπου μετατρέπεται σε φίλος. Από βάρος σε ευκαιρία. Από απειλή σε μια δυνατότητα να χαρεί κανείς την δωρισμένη ζωή του, μετά του Θεού, των συνανθρώπων και της κτίσης ολόκληρης. Δεν λες πια «ουφ πέρασε και αυτή η μέρα, αλλά δόξα τω Θεώ έζησα κι αυτήν την μέρα».

Μετά την ανάσταση δεν υπάρχει χρόνος πριν και μετά θάνατο, αλλά μονάχα χρόνος μετανοίας και ζωής. Η ζωή, μας περιμένει να ζήσουμε εν Χριστώ και όχι ο θάνατος να μας αφανίσει.

Δεν φοβάμαι τον θάνατο κι γι αυτό πιστεύω στην ανάσταση, μα ποθώ την ζωή αφήνοντας την στα χέρια του Θεού.

Ανάσταση σημαίνει να χαμογελάς πάνω στο σταυρό ενώ οι πληγές σου αιμορραγούν.

Ανάσταση σημαίνει να ξυπνάς και να κοιμάσαι στην αγκαλιά Εκείνου που σε αγάπησε πολύ. Να νιώθεις μέσα στα μύχια της ύπαρξης σου, ότι ο Θεός σε αγαπά εως και πέρα του θανάτου. Αυτό είναι ζωή. Να πεθαίνεις και να ζεις γιατί αγάπησες πολύ. 

π. Λίβυος

Φωτιά κατέκαψε την εκκλησία… έλιωσε το τζάμι της Εικόνας του Χριστού… όχι όμως την ίδια την Εικόνα… φαντάζομαι οι Άθεοι θα έχουν κάποια "λογική εξήγηση"...




Η ΕΛΛΗΝΟΡΘΟΔΟΞΗ ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΣΤΟ KNOXVILLE ΤΗΣ ΑΝΑΤΟΛΙΚΗΣ ΑΚΤΗΣ ΤΩΝ ΗΠΑ, ΚΑΗΚΕ ΤΟ ΠΡΩΙ ΤΗΣ ΑΝΑΣΤΑΣΕΩΣ (12 Απριλίου 2015)...

Η ΙΕΡΑ ΚΑΙ ΘΑΥΜΑΤΟΥΡΓΗ ΕΙΚΟΝΑ ΤΟΥ ΣΩΤΗΡΟΣ ΧΡΙΣΤΟΥ ΕΜΕΙΝΕ ΕΝΤΕΛΩΣ ΑΘΙΚΤΗ ΑΝ ΚΑΙ ΤΟ ΓΥΑΛΙ-ΤΖΑΜΙ ΠΟΥ ΤΗΝ ΣΚΕΠΑΖΕ ΕΛΙΩΣΕ, ΤΟ ΞΥΛΟ ΚΑΙ Η ΑΓΙΟΓΡΑΦΙΑ ΔΕΝ ΕΠΑΘΑΝ ΤΟ ΠΑΡΑΜΙΚΡΟ!!!

ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟΥΣ ΝΟΜΟΥΣ ΤΗΣ ΦΥΣΗΣ ΤΟ ΞΥΛΟ ΘΑ ΕΠΡΕΠΕ ΝΑ ΕΙΧΕ ΠΡΩΤΟ ΛΑΜΠΑΔΙΑΣΕΙ ΑΦΟΥ Η ΘΕΡΜΟΚΡΑΣΙΑ ΠΟΥ ΕΙΧΕ ΑΝΑΠΤΥΧΘΕΙ ΗΤΑΝ ΤΕΡΑΣΤΙΑ ΣΕ ΣΗΜΕΙΟ ΠΟΥ ΕΛΙΩΣΕ ΤΟ ΓΥΑΛΙ!!!

Του χρήστη facebook Manolis Prasinos

Η ζωή μας όλη μια Μεγαλοβδομάδα



Αν η ζωή μας όλη μπορούσε να συμπυκνωθεί σε μία μόνο βδομάδα, αυτή δεν θα ήταν άλλη από τη Μεγάλη Εβδομάδα, αρχής γενομένης από την Κυριακή των Βαϊων ως ημέρα της γέννησής μας, της εισόδου μας στον κόσμο και της υποδοχής μας απ' αυτόν μετά βαϊων και κλάδων. 
Αν πράγματι αυτή είναι η αρχή, τότε το τέλος μας συμπίπτει με τη Σταύρωση και την εις Άδου κάθοδον. Τέλος προσωρινό και πρόσκαιρο μέχρι της των πάντων Αναστάσεως, άρα και της δικής μας. Ό,τι μεσολαβεί από την αρχή της ζωής μας μέχρι το τέλος της είναι αυτή καθεαυτή η πλήρης περιπέτεια της ζωής που η Μεγάλη Εβδομάδα συμπυκνώνει με τόση αξιοθαύμαστη οικονομία.

Θα μας πουλήσει η οικογένειά μας στους εμπόρους, μεταφορικώς ή κυριολεκτικώς, όπως τον Ιωσήφ τ' αδέρφια του. 
Θα βυθιστούμε σε θλίψη που θα ρουφήξει κάθε ρανίδα δημιουργικότητάς μας, και παραδινόμενοι στην απραγία δε θα πάρουμε είδηση για πότε μεταμορφωθήκαμε σε άκαρπη συκή άξια για κατάρα. 
Θα ξεμωραθούμε σαν τις μωρές Παρθένες σπαταλώντας ασυλλόγιστα όλο το λάδι του είναι μας, μέχρι να στεγνώσουμε και ν’ απομείνουμε άδειοι από ευπλασχνία προς τον εαυτό μας και τους άλλους, για ν' απαιτήσουμε ύστερα με θράσος και σκληρότητα από τους άλλους αυτό για το οποίο ποτέ δε φροντίσαμε.

Θα εκπορνέψουμε και θα εκπορνευτούμε σε πράγματα και ανθρώπους μέχρι να έρθει, -και μακάρι πάντα να έρχεται-, η ευλογημένη ώρα που στον πάτο του πηγαδιού της απληστίας μας θα μας επισκεφτεί μια μεγάλη δυσκολία, αρρώστεια ή θάνατος, ένας χωρισμός, κάτι που κόβοντάς μας στα δυο θα κάνει το αίμα μας επιτέλους να τρέξει λύνοντας τις θρομβώσεις που το πέτρωσαν στις φλέβες μας, και σαν την αμαρτωλή γυναίκα της Μεγάλης Τετάρτης θα πέσουμε στα πόδια του Κυρίου με τ' ακριβότερα μύρα της καρδιάς μας, δάκρυα πολύτιμα, να ζητήσουμε το έλεος. 

Θα μας καλέσει στο Μυστικό Δείπνο της Μεγάλης Πέμπτης ο Δεσπότης Χριστός. Θα μας φιλοξενήσει στο τραπέζι Του, -που πεινάσαμε περισσότερο κι από τα σκυλιά του δρόμου. Θα μας ψιθυρίσει μυστικά την προσευχή της Γεθσημανής, προσευχή στον Ποιητή Πατέρα που περιμένει πώς και πώς πίσω το πονεμένο σπλάχνο του, όσο άμυαλο και ανάξιο κι αν στάθηκε. 
Θα προδώσουμε και θα προδοθούμε, θ' αγαπήσουμε, θα φοβηθούμε μα και θ’ αρνηθούμε σαν τον Πέτρο, την αγάπη μας. Θα μας καταδικάσουν και θα καταδικάσουμε, θα νύψουμε τα χέρια μας νομίζοντας πως έτσι απαλασσόμαστε από την ευθύνη. Θα σταυρωθούμε και θα σταυρώσουμε.

Στα Τάρταρα θα κατεβούμε. Κι εκεί στα σκοτεινά πηγάδια τους, θα ευχηθούμε κανένας να μην τα αξιωθεί, ούτε κι αυτός ο χειρότερος εχθρός μας, -που 'ναι φαρμάκι η γεύση τους και σε κανέναν τόση πίκρα δεν αξίζει. 
Μέχρι τη στιγμή που μια αιχμή δόρατος Φωτός θ' αγγίξει τα μαραμένα φύλλα της καρδιάς μας και θα ζωντανέψουμε απ' την αρχή. Το χείλι θα γελάσει, το αχάιδευτο κεφαλάκι μας θα βρει την αγκαλιά που αποζητά. Και θ' αναστηθούμε από τον Κύριο των ζώντων που μας προορίζει για την αιώνια Άνοιξη της δικής Του Αγάπης.

Μεγάλη Εβδομάδα απ' των Βαϊων ίσαμε την Κυριακή του Πάσχα όλη η ζωή μας κι η ιστορία του κόσμου ολόκληρυ από αρχής του. Ό,τι γεννήθηκε μέσα στον χρόνο κι ό,τι θα γεννηθεί. Απ' όλα θα περάσουμε και θα τα ζήσουμε όλα.Μα αν στο τέλος του δρόμου μένει άσβηστο το φως της Αναστάσεως, τότε για όλα συγνώμη ζητούμε και για όλα λέμε ξανά και ξανά, χαλάλι. 
Αν ό,τι ζήσαμε, όσο πονέσαμε κι όσο αποτύχαμε, έγινε για να φτάσουμε να γίνουμε στο τέλος όλοι ένα μεταξύ μας και με τον φίλο μας Θεό, χαλάλι και ξανά χαλάλι όλα

Ἐγὼ εἶμαι ἡ Ἀνάσταση καὶ ἡ Ζωή



Ἐὰν ὑπάρχει μιὰ ἀλήθεια στὴν ὁποία θὰ μποροῦσαν νὰ συνοψισθοῦν ὅλες οἱεὐαγγελικὲς ἀλήθειες, ἡ ἀλήθεια αὐτὴ θὰ ἦταν ἡ ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ. Καὶἀκόμη, ἐὰν ὑπάρχει μιὰ πραγματικότητα στὴν ὁποία θὰ μποροῦσαν νὰσυνοψισθοῦν ὅλες οἱ καινοδιαθηκικὲς πραγματικότητες, ἡ πραγματικότητα αὐτὴθὰ ἦταν ἡ ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ. Μόνο στὴν ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ ἐξηγοῦνταιὅλα τὰ θαύματά Του, ὅλες οἱ ἀλήθειές Του, ὅλα τὰ λόγια Του, ὅλα τὰ γεγονότατῆς Καινῆς Διαθήκης...

Μέχρι τὴν ἀνάστασή Του ὁ Κύριος δίδασκε γιὰ τὴν αἰώνια ζωή, ἀλλὰ μὲ τὴνἀνάστασή Του ἔδειξε ὅτι ὁ Ἴδιος ὄντως εἶναι ἡ αἰώνια ζωή. Μέχρι τὴν ἀνάστασήΤου δίδασκε γιὰ τὴν ἀνάσταση τῶν νεκρῶν, ἀλλὰ μὲ τὴν ἀνάστασή Του ἔδειξεὅτι ὁ Ἴδιος εἶναι πράγματι ἡ ἀνάσταση τῶν νεκρῶν. Μέχρι τὴν ἀνάστασή Του δίδασκε ὅτι ἡ πίστη σ’ Αὐτὸν μεταφέρει ἐκ τοῦ θανάτου εἰς τὴν ζωήν, ἀλλὰ μὲ τὴνἀνάστασή Του ἔδειξε ὅτι ὁ Ἴδιος νίκησε τὸ θάνατο καὶ ἔτσι ἐξασφάλισε στοὺςθανατωμένους ἀνθρώπους τὴ μετάβαση ἐκ τοῦ θανάτου στὴν ἀνάσταση.

Μὲ τὴν ἁμαρτία ὁ ἄνθρωπος ἔγινε θνητὸς καὶ πεπερασμένος· μὲ τὴν ἀνάσταση τοῦΘεανθρώπου γίνεται ἀθάνατος καὶ αἰώνιος. Σ’ αὐτὸ δὲ ἀκριβῶς ἔγκειται ἡδύναμη καὶ τὸ κράτος καὶ ἡ παντοδυναμία τῆς τοῦ Χριστοῦ ἀναστάσεως. Καὶ γιὰαὐτὸ χωρὶς τὴν ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ δὲν θὰ ὑπῆρχε κἄν ὁ Χριστιανισμός.Μεταξὺ τῶν θαυμάτων ἡ ἀνάσταση τοῦ Κυρίου εἶναι τὸ μεγαλύτερο θαῦμα. Ὅλατὰ ἄλλα θαύματα πηγάζουν ἀπὸ αὐτὸ καὶ συνοψίζονται σ’ αὐτό. Ἀπ’ αὐτὸπηγάζουν ἡ πίστη καὶ ἡ ἀγάπη καὶ ἡ ἐλπίδα καὶ ἡ προσευχὴ καὶ ἡ θεοσέβεια. Αὐτὸεἶναι ἐκεῖνο τὸ ὁποῖο καμία ἄλλη θρησκεία δὲν ἔχει· αὐτὸ εἶναι ἐκεῖνο τὸ ὁποῖοἀνυψώνει τὸν Κύριο ὑπεράνω ὅλων τῶν ἀνθρώπων καὶ τῶν θεῶν. Αὐτὸ εἶναιἐκεῖνο τὸ ὁποῖο κατὰ τρόπο μοναδικὸ καὶ ἀναμφισβήτητο δείχνει καὶ ἀποδεικνύειὅτι ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς εἶναι ὁ μόνος ἀληθινὸς Θεὸς καὶ Κύριος σὲ ὅλους τοὺςὁρατοὺς καὶ ἀόρατους κόσμους.

Τὸ ὅτι ὁ ἄνθρωπος πιστεύει ἀληθινὰ στὸν Ἀναστάντα Κύριο τὸ ἀποδεικνύει μὲ τὸνὰ ἀγωνίζεται κατὰ τῆς ἁμαρτίας καὶ τῶν παθῶν καὶ ἐὰν μὲν ἀγωνίζεται, πρέπεινὰ γνωρίζει ὅτι ἀγωνίζεται γιὰ τὴν ἀθανασία καὶ τὴν αἰώνια ζωή. Ἐὰν ὅμως δὲνἀγωνίζεται, τότε μάταιη ἡ πίστη του! Διότι, ἐὰν ἡ πίστη τοῦ ἀνθρώπου δὲν εἶναιἀγώνας γιὰ τὴν ἀθανασία καὶ τὴν αἰωνιότητα, τότε τί εἶναι; Ἐὰν μὲ τὴν πίστηστὸ Χριστὸ δὲν φθάνει κανεὶς στὴν ἀθανασία καὶ τὴν ἐπὶ τοῦ θανάτου νίκη, τότεπρὸς τί ἡ πίστη μας; Ἐὰν ὁ Χριστὸς δὲν ἀναστήθηκε, τοῦτο σημαίνει ὅτι ἡἁμαρτία καὶ ὁ θάνατος δὲν ἔχουν νικηθεῖ. Ἐὰν δὲ δὲν ἔχουν αὐτὰ τὰ δύο νικηθεῖ, τότε γιατί νὰ πιστεύει κανεὶς στὸ Χριστό; Ἐκεῖνος ὅμως ὁ ὁποῖος μὲ τὴν πίστηστὸν Ἀναστάντα Χριστὸ ἀγωνίζεται ἐναντίον κάθε ἁμαρτίας του, αὐτὸς ἐνισχύεισιγὰ-σιγὰ μέσα του τὴν αἴσθηση ὅτι ὁ Κύριος πραγματικὰ ἀναστήθηκε, ἄμβλυνετὸ κέντρο τοῦ θανάτου, νίκησε τὸ θάνατο σὲ ὅλα τὰ μέτωπα τῆς μάχης.

Χωρὶς τὴν ἀνάσταση δὲν ὑπάρχει οὔτε στὸν οὐρανὸ οὔτε κάτω ἀπὸ τὸν οὐρανὸτίποτε πιὸ παράλογο ἀπὸ τὸν κόσμο αὐτὸ οὔτε μεγαλύτερη ἀπελπισία ἀπὸ τὴ ζωὴαὐτή, δίχως ἀθανασία. Σ’ ὅλους τοὺς κόσμους δὲν ὑπάρχει περισσότερο δυστυχισμένη ὕπαρξη ἀπὸ τὸν ἄνθρωπο, ποὺ δὲν πιστεύει στὴν ἀνάσταση τῶννεκρῶν. Γι’ αὐτό, γιὰ τὴν ἀνθρώπινη ὕπαρξη, ὁ Ἀναστημένος Κύριος εἶναι τὰ«πάντα ἐν πᾶσιν» σ’ ὅλους τοὺς κόσμους: ὅ,τι τὸ Ὡραῖο, τὸ Καλό, τὸ Ἀληθινό, τὸΠροσφιλές, τὸ Χαρμόσυνο, τὸ Θεῖο, τὸ Σοφό, τὸ Αἰώνιο. Αὐτὸς εἶναι ὅλη ἡ Ἀγάπημας, ὅλη ἡ Ἀλήθειά μας, ὅλη ἡ Χαρά μας, ὅλο τὸ Ἀγαθό μας, ὅλη ἡ Ζωή μας, ἡΑἰωνία Ζωὴ σὲ ὅλες τὶς αἰωνιότητες καὶ ἀπεραντοσύνες.


Ἅγιος Ἰουστῖνος Πόποβιτς

agiazoni.gr

Ἡ πασχάλια χαρά

Τό Πάσχα, ἡ γιορτή τῆς Ἀνάστασης τοῦ Σωτῆρος, εἶναι, πάνω ἀπ’ ὅλα μιὰ γιορτή μεγάλης χαρᾶς. Ὅταν ὁ ἀναστημένος Χριστός συναντᾶ τίς μυροφόρες καθώς φεύγουν ἀπό τό μνῆμα, τό πρῶτο πράγμα πού τούς λέει εἶναι ἡ λέξη «Χαίρετε». Ὅσον ἀφορᾶ σ’ αὐτή τήν πασχάλια χαρά, τρία σημεῖα ἔχουν ἰδιαίτερη ἀξία: εἶναι χαρά προσωπική, εἶναι χαρά συμπαντική καί εἶναι χαρά εὐχαριστιακή.

Τό Πάσχα εἶναι μιὰ χαρά προσωπική. Ἔτσι καταπῶς τό βεβαιώνουμε στόν πασχάλιο κανόνα τῆς ἀναστάσιμης ἀκολουθίας: «Χθές συνεθαπτόμην σοι, Χριστέ, συνεγείρομαι σήμερον ἀναστάντι σοι». Ὁ θάνατος τοῦ Σωτῆρος, ἡ Ταφή καί ἡ Τριήμερος Ἀνάστασή Του, δέν ὑπάρχουν γιά νά τά ἀτενίζουμε ἁπλά ὡς συμβάντα τοῦ ἀπώτερου παρελθόντος, ἀλλά γιά νά τά βιώνει ὁ καθένας μας ὡς τεκταινόμενα μέσα στήν ἴδια του τή ζωή. Ὑπάρχουν γιά νά εἶναι ἄμεσα καί προσωπικά. Ἐγώ σταυρώνομαι μέ τό Χριστό, ἐγώ θάβομαι μαζί Του καί εἶμαι ἐγώ πού ἀνασταίνομαι ἐκ νεκρῶν μαζί μέ Ἐκεῖνον. Ἡ Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ εἶναι ταυτόχρονα καί ἡ ἀνακαίνιση ἡ δική μου, ἡ ἐπαναδημιουργία μου. Εἶναι εὐλογημένοι ὅσοι τό αἰσθάνονται αὐτό στήν καρδιά τους τή νύχτα τῆς Ἀναστάσεως!

Τό Πάσχα εἶναι μιὰ χαρά συμπαντική. Οἱ ἀκτίνες τοῦ ἀναστάσιμου φωτός διεισδύουν σ’ ὁλόκληρη τήν κτίση. Μέσα ἀπό ἐμᾶς, τούς ἀνθρώπους, ἡ πασχάλια χαρά κοινωνεῖται στό κόσμο τῆς φύσης – στά ζῶα, στόν ἀέρα, στό νερό, σέ καθετί πού ἔρχεται στή ζωή τήν ἄνοιξη. Καί πάλι, ὁ ἀναστάσιμος κανόνας τονίζει ἐμφατικά αὐτό τό στοιχεῖο• «Οὐρανοί μέν ἐπαξίως εὐφραινέσθωσαν, γῆ δέ ἀγαλλιάσθω, ἑορταζέτω δέ κόσμος, ὁρατός τε ἅπας καί ἀόρατος• Χριστός γάρ ἐγήγερται». Στήν Ὀρθόδοξη Ρωσία, ὑπῆρχε κάποτε τό ἔθιμο -μπορεῖ καί νά ἐπιβιώνει μέχρι σήμερα σέ κάποιες περιοχές- νά σταματᾶνε οἱ ἀγρότες, γυρίζοντας ἀπό τήν ἀναστάσιμη ἀκολουθία καί κρατώντας τό ἅγιο φῶς, στούς στάβλους τῶν ζώων, καί νά ψέλνουν τόν ἀναστάσιμο ὕμνο στά ἄλογα καί τά κοπάδια – «Χριστός ἀνέστη ἐκ νεκρῶν…». Δέν ὑπῆρχε τίποτα τό γλυκερό σ’ αὐτό• ἦταν μία ἀναγνώριση τῆς ζωντανῆς ἀλήθειας. Οἱ ἄνθρωποι δέν σώζονται ἀπό τόν κόσμο, ἀλλά μαζί μέ τόν κόσμο. Εὐλογημένοι εἶναι αὐτοί πού κατά τή διάρκεια τῆς ἀναστάσιμης νύχτας εἰσέρχονται σέ ἕνα μεταμορφωμένο κόσμο!

Τό Πάσχα εἶναι ἐπίσης μιὰ χαρά εὐχαριστιακή. Ὁ Κύριος δέν ἀποσύρθηκε ἀπό ἀνάμεσά μας κατά τήν Ἀνάληψη, ἀλλά μᾶς ἄφησε τή Θεία Εὐχαριστία ὡς ἕνα διαρκῆ δεσμό. Τρώγοντας τόν οὐράνιο Ἄρτο καί πίνοντας ἀπό τό Ποτήριο τῆς ζωῆς, ἑνωνόμαστε, ἐν Πνεύματι Ἁγίῳ, μέ τόν ἀναστημένο καί δοξασμένο Χριστό. Γιά νά παραπέμψουμε γιά μία ἀκόμη φορὰ στόν ἀναστάσιμο: «ὦ Πάσχα τό μέγα, καί ἱερώτατον Χριστέ, ὦ σοφία καί Λόγε, τοῦ Θεοῦ καί δύναμις, δίδου ἡμῖν ἐκτυπώτερον, σοῦ μετασχεῖν, ἐν τῇ Ἀνεσπέρῳ ἡμέρᾳ τῆς βασιλείας σου ». Ἡ πασχάλια χαρά σχετίζεται ἄμεσα μέ τή χαρά τῆς Κοινωνίας. Δεχόμενοι τό Σῶμα καί τό Αἷμα τοῦ Χριστοῦ στήν Εὐχαριστία, συμμετέχουμε ἀπό τώρα στό Μεσσιανικό Δεῖπνο, πού θά γευτοῦμε «ἐκτυπώτερον» κατά τήν «ἀνέσπερη ἡμέρα» τῆς οὐράνιας Βασιλείας.

Τό Πάσχα εἶναι ἀκριβῶς ἡ ἀφετηρία, ὁ διαφανής καί ἀμετάθετος ἐγκαινιασμός αὐτῆς τῆς «ἀνέσπερης ἡμέρας». Κι εἶναι πραγματικά εὐλογημένοι ἐκεῖνοι πού, καθώς λαμβάνουν τή Θεία Κοινωνία τό βράδυ τῆς Ἀναστάσεως, βιώνουν τήν παρουσία τῆς ἐρχόμενης Βασιλείας!

Πραγματική κι ὅμως παράδοξη!

Τό Πάσχα, ἡ νίκη τοῦ Σωτήρα καταπάνω στό θάνατο, εἶναι τό κέντρο ὅλης μας τῆς λατρείας, τό θεμέλιο ὅλης τῆς ἐλπίδας καί τῆς χαρᾶς μας. Ἄν ὁ Ἰησοῦς δέν ἀναστήθηκε πραγματικά ἀπό τούς νεκρούς, τότε, ὅπως λέει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος, ὅλη μας ἡ πίστη εἶναι «ματαία» (Α’ Κόρ. 15,17) κι ἐμεῖς οἱ χριστιανοί «ἐλεεινότεροι πάντων ἀνθρώπων» (Α’ Κόρ. 15,19). Χωρίς τήν Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ δέν μπορεῖ νά ὑπάρξει ζωντανή Χριστιανοσύνη.

Οἱ εὐαγγελικές ἀναφορές στήν Ἀνάσταση ἐπιμένουν ἰδιαίτερα σέ δύο σημεῖα. Καταρχάς, τονίζουν ἐμφατικά τήν πραγματικότητά της. Μετά τήν Ἀνάστασή Του, ὁ Χριστός δέν ἐμφανίστηκε ἁπλά, σάν σέ ὅραμα, στούς μαθητές Του, ἀλλά τούς κατέστησε ὁλότελα σαφές ὅτι ἦταν παρών γιά μία ἀκόμη φορὰ μέ τό πραγματικό -φυσικό Του σῶμα – τό ἴδιο σῶμα πού προσηλώθηκε καί πέθανε πάνω στό Σταυρό. Ἐκεῖνο τό δειλινό τῆς πασχάλιας ἡμέρας, τό πρῶτο πράγμα πού κάνει, ἀφοῦ τούς ἀπευθύνει τόν χαιρετισμό Του, εἶναι νά τούς δείξει τίς πληγές στά χέρια καί τήν πλευρά Του. Μιὰ ἑβδομάδα μετά, ξαναεμφανίζεται καί λέει στό Θωμᾶ: «φέρε τόν δάκτυλόν σου ὧδε καί ἴδε τάς χεῖράς μου, καί φέρε τήν χεῖρά σου καί βάλε εἰς τήν πλευράν μου, καί μή γίνου ἄπιστος, ἀλλά πιστός» (Ἰωάν. 20,27). Οἱ μαθητές καλοῦνται νά μήν ἔχουν τήν παραμικρή ἀμφιβολία πώς τό σῶμα τοῦ Πάθους στό Γολγοθᾶ καί τό σῶμα τῆς Ἀνάστασης, πού τώρα ἀντικρίζουν μπροστά τους, εἶναι ἕνα καί τό αὐτό. Ὁ ἀναστημένος Σωτήρας δέν εἶναι ἄσαρκο πνεῦμα• «ψηλαφήσατέ με καί ἴδετε», τούς λέει, «ὅτι πνεῦμα, σάρκα καί ὀστέα οὐκ ἔχει καθώς ἐμέ θεωρεῖτε ἔχοντα… καί λαβὼν ἐνώπιον αὐτῶν ἔφαγε» (Λουκ. 24, 39-43). Τά Εὐαγγέλια δέν ἀφήνουν χῶρο γιά καμιά ἀμφισημία: ἡ Ἀνάσταση εἶναι πραγματική.

Ὅμως τήν ἴδια στιγμή, ὑπάρχει μιὰ παραδοξότητα, ἕνα μυστήριο γύρω ἀπό τό σῶμα τοῦ ἀναστημένου Χριστοῦ. Περνᾶ μέσα ἀπό κλειστές θύρες (Ἰωάν. 20,19). Μετά τήν Ἀνάσταση, οἱ μαθητές δέν ἀναγνωρίζουν ἀμέσως τόν Ἰησοῦ στή λίμνη τῆς Τιβεριάδας (Ἰωάν. 21,4)• οὔτε ὁ Λουκᾶς καί ὁ Κλεόπας στό δρόμο πρός Ἐμμαούς (Λουκ. 24,16). Ἔχει τό ἴδιο σῶμα πού εἶχε καί πρίν, κι ὡστόσο εἶναι διαφορετικό, διότι τώρα εἶναι «σῶμα πνευματικόν» (Α’ Κόρ. 15,44),

Αὐτό δέν σημαίνει πώς τό σῶμα τοῦ Χριστοῦ μετά τήν Ἀνάσταση εἶναι, ὑπό μία ἔννοια, μή πραγματικό ἤ ἐξαϋλωμένο. Ὄχι: παραμένει ἕνα ὁλότελα φυσικό σῶμα, ἀποτελούμενο ἀπό ὕλη. Ὅμως ἡ ὑλικότητά του ἔχει πλέον μεταμορφωθεῖ ἀπό τή δύναμη τοῦ Πνεύματος, καί ὑπ’ αὐτή τήν ἔννοια, ἔχει ἀπελευθερωθεῖ ἀπό τούς περιορισμούς πού ὑφίστανται συνήθως τά σώματά μας. Διαθέτει ἐλαφράδα, ἄνωση καί ἐλευθερία – ἰδιότητες πού τά σώματα τῶν δικαίων θά ἀποκτήσουν κατά τή γενική ἀνάσταση τῶν ἐσχάτων, ἀλλά πού ἐμεῖς πρός τό παρόν δυσκολευόμαστε νά φανταστοῦμε. Ὅμως, παρότι θαυμαστά μεταμορφωμένο, παραμένει τό ἴδιο μέ πρίν, ἕνα φυσικό σῶμα.

Ἄς μήν χάνουμε τήν εὐκαιρία, σέ κάθε πασχάλια γιορτή, νά ἐκδηλώνουμε τήν πίστη μας στήν πραγματικότητα τῆς ἐκ νεκρῶν Ἀνάστασης τοῦ Σωτῆρος, νά ἀνοίγουμε κάθε φορὰ τά μάτια μας ἐκστατικά ἐνώπιον τοῦ ἀναστημένου σώματός Του, καί νά κοιτᾶμε μπροστά προσδοκώντας τή δική μας μελλοντική ἀνάσταση τῶν ἐσχάτων.

Τρία δῶρα καί μία ἀποστολή

Ὁ Ἰησοῦς Χριστός, ὁ Κύριός μας, εἰσέρχεται μετά τήν Ἀνάσταση, κεκλεισμένων τῶν θυρῶν, καί ἐμφανίζεται, «οὔσης ὀψίας», στούς μαθητές Του. Κομίζει στούς Ἀποστόλους τρία δῶρα, καί σέ ἀνταπόδοση τούς δίνει τήν ἐντολή ἤ τούς παραγγέλλει νά φέρουν εἰς πέρας μία ἀποστολή. Ποιά εἶναι αὐτά τά τρία ἀναστάσιμα δῶρα καί ποιά ἡ ἀποστολή ποὺ τά συνοδεύει;

Τό πρῶτο δῶρο εἶναι τό δῶρο τῆς Εἰρήνης; «Ἦλθεν ὁ Ἰησοῦς καί ἔστη εἰς τό μέσον, καί λέγει αὐτοῖς• εἰρήνη ὑμῖν» (Ἰωάν. 20,19). Ἡ εἰρήνη σημαίνει μία αἴσθηση κατεύθυνσης: Ὄχι τήν ἀπουσία πειρασμῶν καί ἀγώνα -αὐτά συνεχίζονται μέχρι τέλους τῆς ζωῆς μας- ἀλλά τήν ἀπουσία ἐκείνης τῆς σύγχυσης, τῆς παραζάλης καί τῆς ἀβεβαιότητας, πού κάνουν τόν ἄνθρωπο νά παραλύει. Τέτοια ἦταν ἡ κατάσταση τῶν μαθητῶν. Ὅταν εἶδαν τόν Κύριό τους νά πεθαίνει στό Σταυρό, ἀπογοητεύτηκαν βαθιά καί τράπηκαν σέ φυγή, ὅπως τά πρόβατα χωρίς ποιμένα. Δέν εἶχαν ἰδέα τί θά ἔπρατταν στή συνέχεια. Ὅμως τώρα πού συνάντησαν τόν ἀναστημένο Σωτήρα, ἔχουν πλέον μέσα τούς εἰρήνη. Ἔχουν μία αἴσθηση προσανατολισμοῦ καί ξέρουν πού πηγαίνουν.

Τό δεύτερο δῶρο εἶναι τό δῶρο τῆς Χαρᾶς: «ἐχάρησαν οὖν οἱ μαθηταί ἰδόντες τόν Κύριον» (Ἰωάν. 20,20). Ἡ ἀπόγνωση πού ἔνιωσαν οἱ μαθητές ὅταν εἶδαν τόν Χριστό σταυρωμένο μετατράπηκε τώρα σέ ἀγαλλίαση. Συντετριμμένοι προηγουμένως, ζαρωμένοι ἀπό τό φόβο πίσω ἀπό κλειδωμένες πόρτες, μεταμορφώνονται ἔξαφνα ἀπό μία μεγάλη χαρά.

Τό τρίτο δῶρο εἶναι τό σημαντικότερο ὅλων, εἶναι ἡ δωρεά τοῦ Ἁγίου Πνεύματος: «Ἐνεφύσησε καί λέγει αὐτοῖς· λάβετε Πνεῦμα Ἅγιον» (Ἰωάν. 20,22). Προεξοφλώντας τήν πληρέστερη ἀποκάλυψη κατά τήν ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς, ὁ ἀναστημένος Χριστός καθιστᾶ τοὺς Ἀποστόλους «πνευματοφόρους». Αὐτό, ἀπό μία ἄποψη, μπορεῖ κανείς νά τό δεῖ ὡς τό πλήρωμα τοῦ σκοποῦ τῆς Ἐνσάρκωσης: ὅπως βεβαιώνουν οἱ Πατέρες, «ὁ Λόγος ἐνσαρκώθηκε γιά νά μπορέσουμε ἐμεῖς νά ἀξιωθοῦμε τό Ἅγιο Πνεῦμα». Ὅπως λέει καί ὁ Βλαδίμηρος Λόσκυ: «Ἡ παρουσία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος μέσα μας -προσωπική καί ἀναφαίρετη στόν καθένα μας- εἶναι τό θεμέλιο ὅλης τῆς χριστιανικῆς ζωῆς».

Αὐτό εἶναι τό τριπλό δῶρο τῆς Ἀνάστασης τοῦ Χριστοῦ: Εἰρήνη, Χαρά καί Ἅγιο Πνεῦμα. Ὅμως τά δῶρα ὑπάρχουν πάντα γιά νά μοιράζονται μέ τούς ἄλλους καί νά γίνονται χρήσιμα γιά τό καλό τῶν ἄλλων γι’ αὐτό καί τό τριπλό δῶρο κουβαλᾶ μαζί του καί μία πρόσκληση ἀποστολῆς. «Καθώς ἀπέσταλκέ με ὁ πατήρ, κἀγὼ πέμπω ὑμᾶς» (Ἰωαν. 20, 21): ἡ Εἰρήνη, ἡ Χαρά καί ἡ χάρις τοῦ Ἁγίου Πνεύματος συνεπάγονται τό στάλσιμο τῶν Ἀποστόλων σέ μία ἀποστολή. Πρέπει νά προεκτείνουν τό ἔργο τοῦ Χριστοῦ στό χρόνο καί τό χῶρο, φέρνοντας τό δικό Του μήνυμα συγχωρήσεως στούς ἀπεγνωσμένους καί ἐξουθενωμένους. Ἐνδυναμώθηκαν διά τοῦ Πνεύματος γιά νά κομίσουν μαρτυρία: «ὑμεῖς δέ ἐστε μάρτυρες τούτων» (Λουκ. 24,48).

Κι ὡστόσο, ὁ Κύριος, καθώς προσφέρει τά τρία δῶρα Του καί ἐμπιστεύεται στούς Ἀποστόλους ἕνα ἔργο, κάνει καί κάτι ἄλλο: «Ἔδειξεν αὐτοῖς τάς χεῖρας καί τήν πλευράν» (Ἰωάν, 20,20). Γιατί; Δέν χωρᾶ καμία ἀμφιβολία πώς νά τούς διαβεβαιώσει πώς αὐτός πού στέκεται μπροστά τους εἶναι πράγματι Ἐκεῖνος ὁ Ἴδιος, ἀναστημένος ἀπό τούς νεκρούς μέ τό ἴδιο φυσικό σῶμα πού ὑπέφερε πάνω στό Σταυρό. Ὅμως ὑπάρχει σίγουρα κι ἕνας βαθύτερος λόγος. Ἄν ὁ Σωτήρας τούς δείχνει τά πέντε στίγματα τῶν πληγῶν τοῦ Πάθους, νωπά ἀκόμα στή σάρκα Του, εἶναι γιά νά τούς καταστήσει σαφές πώς μόνο ἕνας τρόπος ὑπάρχει νά ἐκπληρώσουν μέ ἐπιτυχία τήν ἀποστολή πού τούς παρέδωσε. Κι αὐτός ὁ τρόπος εἶναι νά Τόν ἀκολουθήσουν στό δρόμο τοῦ Σταυροῦ, νά μοιραστοῦν μαζί Του τήν οὐσιαστική αὐτοπροσφορά Του, νά βαστάξουν «ἐν τῷ σώματι, τά στίγματα τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ» (Γαλ. 6,17). «Ὑμεῖς ἐστε μάρτυρες τούτων» (Λουκ. 24,48): ὅσο ὁ καθένας μας γίνεται μάρτυρας, δηλαδή σύν-πάσχει καί σύν-μαρτυρεῖ μαζί μέ τό Χριστό, ὅσο εἴμαστε ἐκτεθειμένοι, ἀνοιχτοί στό πόνο τῶν διπλανῶν μας, τόσο θά μποροῦμε κι ἐμεῖς νά εἴμαστε ἀληθινοί ἀπόστολοι.

Στίς βιτρίνες τῶν γραφείων κηδειῶν ὑπάρχει κάποιες φορές ἡ ἐπιγραφή «Δεχόμαστε παραγγελίες στεφάνων ἤ σταυρῶν». Ὅμως στή πραγματικότητα δέν ὑπάρχει δυνατότητα ἐπιλογῆς μεταξύ τῶν δύο: δέν μποροῦμε νά φορέσουμε τό στεφάνι τῆς ἀναστάσιμης νίκης, ἄν δέν σηκώσουμε μαζί μέ τό Χριστό τό Σταυρό. Κατά τό Μεσαίωνα, τά «πασχάλια μνήματα», οἱ κατασκευές δηλαδή ἐκεῖνες πού ἑτοιμάζονταν γιά νά στολίσουν κάθε Πάσχα τούς ἀγγλικούς ναούς, ἔφεραν πάνω τους τήν ἐπιγραφή «Vincit qui patitur» – «Αὐτός πού πάσχει νικᾶ». Αὐτό συνέβη μέ τό Σωτήρα μας καί αὐτό πρέπει νά συμβεῖ καί μέ μᾶς. Ἄς βαστάξουμε λοιπόν στό σῶμα μας τά στίγματα τοῦ σταυρωθέντα Ἰησοῦ, καί στή συνέχεια, μέ τή δύναμη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, θά μοιραστοῦμε μαζί μέ τούς ἄλλους τήν Εἰρήνη καί τή Χαρά τοῦ ἀναστημένου Χριστοῦ!

«Θανάτου ἑορτάζομεν νέκρωσιν Ἅδου τὴν καθαίρεσιν»!



«Ο ΑΔΗΣ κάτω στένων βοᾶ, κατελύθη μου ἡ ἐξουσία»! Αὐτὸς εἶναι ὁ πλέον θεσπέσιος καὶ ἐλπιδοφόρος ὀδυρμὸς τῆς ἱστορίας! Ὁ ἀπελπιστικὸς αὐτὸς στεναγμὸς τοῦ (κατὰ κράτος) νικημένου Ἅδη, ἀπὸ τὸν Μεγάλο Τροπαιοῦχο καὶ Νικητῆ τοῦ Πάσχα, τοῦ Ἀναστάντος Κυρίου καὶ Θεοῦ μας Ἰησοῦ Χριστοῦ, εἶναι τὸ κεντρικὸ νόημα τῆς ἑορτῆς τῶν ἑορτῶν καὶ πανηγύρεως τῶν πανηγύρεων!
Τὴν μεγάλη Κυριακή τοῦ Πάσχα «θανάτου ἑορτάζομεν νέκρωσιν, Ἅδου τὴν καθαίρεσιν»! Ὅσοι πιστεύουμε στὸν Ἀναστάντα ἐκ νεκρῶν Χριστό μας, καὶ στὴ μεγάλη συγγνώμη, ἡ ὁποία ἀνέτειλε 
ἀπὸ τὸν τάφο, σκιρτοῦμε ἀπὸ ἄμετρη ἀγαλλίαση, αὐτὴ τὴν Ἁγία Ἡμέρα καὶ ὑμνοῦμε τὸν Αἴτιο τῆς ἀπολύτρωσής μας. Διότι: Χαμένοι ἤμασταν καὶ ξαναβρεθήκαμε. Νεκροὶ καὶ ἀναστηθήκαμε μαζὶ μὲ τὸν Σωτήρα μας. Ξένοι καὶ ξαναγίναμε οἰκεῖοι τοῦ Οὐράνιου Πατέρα μας! Ἔκλεισαν πιὰ τὰ ἀνήλια καὶ ἀραχνιασμένα δεσμωτήρια τοῦ διαβόλου, οἱ αἰώνιες πύλες τοῦ ὑποχθονίου βασιλείου του ἔγιναν θρύψαλα, καὶ ἐκεῖνος ἔπαψε νὰ ἔχει πιὰ ἐξουσία ἐπάνω μας!
Γιʼ αὐτὸ ἡ Ἁγία μας Ἐκκλησία μᾶς καλεῖ νὰ γευτοῦμε ἀπὸ αὐτὸ τὸ ὑπέρτατο συμπόσιο τῆς πίστεως. Νὰ καθίσουμε στὸ πλούσιο καὶ ἀτέρμονα δεῖπνο τῆς βασιλείας. Νὰ ποῦμε τὸ μεγάλο εὐχαριστῶ στὸν Λυτρωτή μας Χριστὸ καὶ νὰ τοῦ ἐναποθέσουμε «τὴν ζωὴν ἡμῶν ἅπασαν», ὥστε στὸ ἑξῆς νὰ ζοῦμε ὀντολογικὰ καὶ ἀδιάκοπα, κάθε στιγμή, τὴν πασχάλια ἐμπειρία, ὡς τρόπο ζωῆς. Νὰ διώξουμε ἀπὸ τὴν ψυχή μας κάθε κατήφεια καὶ νὰ βάλουμε στὴ θέση της τὴν ἀναστάσιμη χαρά, διότι νικήθηκε ὁ χείριστος καὶ «ἔσχατος ἐχθρός» μας, ὁ θάνατος!
Χαρεῖτε ἀδέλφια, «ὅτι Χριστὸς ἀνέστη καὶ Ἅδης ἐσκυλεύθη»! Μεταδῶστε τὴν ἀναστάσιμη χαρὰ σὲ ὅσους περισσότερους μπορεῖτε! Μεταδῶστε τὴν ἐλπίδα τῆς ἀναστάσεως στὰ πικραμένα χείλη τῶν ἀπελπισμένων ἀδελφῶν μας! Πέστε ἀναρίθμητες φορὲς τὸ «Χριστὸς Ἀνέστη» καὶ ἀνταπαντεῖστε ἄλλες τόσες φορές, μὲ τὸ «Ἀληθῶς Ἀνέστη»!

Ορθόδοξος Τύπος 10/4/2015

Ανάσταση, η μοναδική επανάσταση!…

Κάποιος αριστερός, με τον συνήθη ανατρεπτικό λόγο και τρόπο των αριστερών, μου είπε: «Πάτερ για μας τους αριστερούς η αληθινή ανάσταση είναι η επανάσταση»! Κι όμως η πραγματικότητα φωνάζει ότι ισχύει το τελείως αντίθετο: Ότι, δηλαδή, η αληθινή και μοναδική επανάσταση είναι η Ανάσταση. 
Ισχύει, δηλαδή, και εδώ ο, τι και στο «δος μοι πα σρω και ταν γαν κινάσω» του Αρχιμήδη. Που σημαίνει «δώσε μου ένα στήριγμα, για να σταθώ έξω από τη Γη και θα τη μετακινήσω». Και το, σχετικό με τους μοχλούς, απόφθεγμα αυτό, μεταφερόμενο στον πνευματικό χώρο, ταιριάζει απόλυτα στην περίπτωση της Ανάστασης. 
Η οποία είναι το μοναδικό έξω από τη Γη βάθρο, που αν στηριχτούμε πάνω του μπορούμε να λύσουμε όλα τα γήινα προβλήματα.
Κι αυτό μπορούμε να το καταλάβουμε, αν λάβουμε υπόψη μας ότι, κατά κανόνα, οι κοσμικές επαναστάσεις αποβλέπουν στο να επικρατήσει κάθε φορά η μία κοινωνική ή πολιτική παράταξη σε βάρος της άλλης. Επιβάλλοντας επαχθή κοινωνικά, νομικά, οικονομικά, κλπ μέτρα και βάρη. Πραγματικότητα, η οποία δεν είναι τίποτε άλλο παρά η διαλεκτική της ανακυκλούμενης βίας. Η οποία συνιστά ακριβώς το φαύλο κύκλο της αδιέξοδης γήινης πραγματικότητας. Ενώ η επανάσταση του Ευαγγελίου αποβλέπει στο να επικρατήσει για χάρη όλων των ανθρώπων το δίκιο και η αλήθεια, που οδηγούν στην ειρήνη, την ευημερία και την ευτυχία. Κι όχι μόνο την επίγεια αλλά-σύμφωνα με τη χριστιανική μας πίστη- και την αιώνια. Δεδομένου ότι η οριστική νίκη του ανθρώπου απέναντι στο κακό είναι η νίκη του απέναντι στον έσχατο εξευτελισμό του θανάτου.
Αξίζει όμως να υπογραμμιστεί ότι η ευαγγελική επανάσταση δεν είναι -όπως κοινά πιστεύεται- απλά και μόνο μεταφυσική. Με αποτέλεσμα να κινείται στα πλαίσια του πνευματικού και μόνο χώρου. Αλλά αγκαλιάζει το σύνολο των ανθρώπινων προβλημάτων. Από τα πλέον υλικά, μέχρι τα πλέον πνευματικά. Δεδομένου ότι, σε τελική ανάλυση, ο απώτερος στόχος της ευαγγελικής επανάστασης είναι να νικήσει το θάνατο σε όλα τα επίπεδα.
Όταν, για παράδειγμα, έκαμε ο Χριστός το πρώτο του κήρυγμα στην ιδιαίτερη πατρίδα του, τη Ναζαρέτ, είπε στους συμπατριώτες του ότι σκοπός της δικής του επανάστασης ήταν να αντιμετωπίσει όλα τα προβλήματα της ανθρώπινης κοινωνίας και ύπαρξης: Τη φτώχεια, δηλαδή, την αρρώστια, τη σκλαβιά και συνολικά την αμαρτία, που είναι η μητέρα όλων των ανθρώπινων δεινών. Και σε τελική ανάλυση του ίδιου του θανάτου.
Όταν στην έρημο χόρτασε το λαό με την διδασκαλία του, οι μαθητές του τού υπενθύμισαν ότι οι άνθρωποι εκτός από το νου και την καρδιά έχουν και στομάχια, που χρειάζονται τροφή. Και ο Χριστός τους αποκρίθηκε πως και τα στομάχια τους «εσείς πρέπει να τα χορτάσετε»! Για να επιβεβαιώσει τα λεγόμενά του με το θαύμα του πολλαπλασιασμού των πέντε άρτων και των δυο ψαριών. Και να τους δείξει ότι η ευαγγελική πολιτεία δεν είναι μονοφυσιτική και μονόπλευρη, αλλά, όπως προαναφέραμε, αγκαλιάζει το σύνολο των ανθρώπινων προβλημάτων.
Αλλά και με τη συνολική διδασκαλία του ο Χριστός καταπολέμησε τη διαστροφή και την αφροσύνη του πλούτου και την μαμωνολατρεία του φαρισαϊκού κατεστημένου. Είναι δε χαρακτηριστικό ότι οχτακόσια και περισσότερα χρόνια πριν απ’ το Χριστό τον ίδιο αγώνα είχαν κάμει και οι θαυμάσιοι προφήτες. Και λέω θαυμάσιοι, γιατί δύσκολα θα συναντήσει κανείς στις μέρες μας κοινωνικούς επαναστάτες της εμβέλειας ενός Ωσηέ ή ενός Αμώς. Παρότι με τα δεδομένα της εποχής εκείνης δεν ήταν τίποτε περισσότερο από γεωργοκτηνοτρόφοι. Που όμως η διδασκαλία τους βρίσκεται σε διαμετρική αντίθεση και ασύγκριτη υπεροχή σε σύγκριση με την τοκογλυφική διαστροφή των τωρινών σιωνιστών απογόνων τους. Άλλωστε και ο λόγος της σταυρικής καταδίκης του Χριστού δεν ήταν βέβαια το ότι τάχα βλασφήμησε, επειδή είπε ότι είναι γιος του Θεού, αλλά το γεγονός ότι ήρθε σε μετωπική σύγκρουση με τα ωμά συμφέροντα του φαρισαϊκού κατεστημένου.
Μέσα στα πλαίσια της ευαγγελικής επανάστασης κινήθηκε και η πρώτη χριστιανική κοινότητα. Όπου ήταν όλα για όλους κοινά και δεν υπήρχε κανένας φτωχός ανάμεσά τους. Βέβαια το καθεστώς αυτό δεν διατηρήθηκε για πολύ. Δεδομένου ότι οι χριστιανοί προϊόντος του χρόνου αλλοτριώθηκαν και συγχρωτίσθηκαν με το ειδωλολατρικό κατεστημένο, αλλά και το καθεστώς της μαμωνολατρίας των φαρισαίων. Με θαυμαστές εξαιρέσεις τις μοναστικές πολιτείες και τους μεγάλους Πατέρες της εκκλησίας. Οι οποίοι και αυτοί βρέθηκαν αντιμέτωποι με το κατεστημένο της εποχής τους και είχαν τις ανάλογες δυσάρεστες συνέπειες.
Γεγονός που σημαίνει ότι η ευαγγελική επανάσταση δεν επιτυγχάνεται με τη ραστώνη και την αδιαφορία για την πραγματικότητα μέσα στην οποία ζούμε. Γιατί, αν φτάσαμε εδώ, που μας κατάντησαν σήμερα, αν γίναμε «άλας μωρών» (Ματθαίου: 5,13), με αποτέλεσμα να μας ποδοπατούν οι τοκογλύφοι, οι ναζί και οι ντόπιοι δωσίλογοι, είναι γιατί, όχι μόνο δεν επωμιστήκαμε, αλλά και ποδοπατήσαμε το σταυρό της δικαιοσύνης. Κι όχι μόνο οι κοσμικοί αλλά και εμείς οι κληρικοί. Οι οποίοι μπορεί στις εκκλησιές να ζητούμε από το Θεό «τα καλά και συμφέροντα ταις ψυχαίς ημών», αλλά η πραγματικότητα φωνάζει ότι αυτό, που περισσότερο απ’ οτιδήποτε άλλο επιδιώκουμε είναι τα καλά και συμφέρονται για τις τσέπες μας και την καλοπέρασή μας.
Που σημαίνει ότι το «Χριστός Ανέστη», που θ’ ακούσουμε το βράδυ της αναστάσιμης ακολουθίας και που κάποιοι το επαναλαμβάνουν για σαράντα -μέχρι της αναλήψεως- μέρες είναι οπωσδήποτε πρωταρχικά η ιαχή του θριάμβου της Ανάστασης του Χριστού απέναντι στην τραγωδία του θανάτου. 
Αλλά παράλληλα είναι και ένα δριμύ κατηγορώ, ένα αδυσώπητο «ουαί» για τους, λεγόμενους, χριστιανούς, που επιμένουν να προδίδουν την ωραιότερη και ωραιότερη και μοναδική επανάσταση, που είναι η Ανάσταση.
Την επανάσταση της αλήθειας και της δικαιοσύνης. Που κάποιοι επιμένουν να τη συμβιβάζουν με την επαίσχυντη σκλαβιά του ψεύδους και της αδικίας. Όπως το τωρινό κατεστημένο την έχει μεθοδεύσει, προκειμένου να οδηγηθεί η πατρίδα μας στην καταστροφή και ο λαός μας στην αργή αλλά νομοτελειακή γενοκτονία

πάπα-Ηλίας


http://nefthalim.blogspot.gr

Λαος που εύχεται «Χριστός Ανεστη» δεν Υποδουλώνεται



“…οὐκ οἴδατε ὅτι τὸ σῶμα ὑμῶν ναὸς τοῦ ἐν ὑμῖν ἉγίουΠνεύματός;
… μὴ γίνεσθε δοῦλοι ἀνθρώπων.” 
Απ. Παύλου Α Κορ. 7,23 

Κάθε φορά που θα λέει Χριστός Ανέστη, θα ξυπνάει μέσα του, η φλόγα της Αντίστασης.

» Χριστός Ανέστη ! «
Δεν είναι ευχή, είναι βιώμα, όχι για κάτι που θα έρθει σε κάποιους άλλους κάπου αλλού, είναι αυτό που δίνει σκοπό, όχι στην άλλη ζωή, αλλά μας δίνει την δύναμη και νόημα σε αυτή εδώ που ζούμε.
Δεν είμαστε μόνο χριστιανοί, είμαστε Ελληνορθόδοξοι, έχουμε τον «Μολών Λαβέ» δίπλα στο «θανάτωι θάνατο πατήσας».
Αγαπάμε την ζωή και γι αυτό δεν φοβόμαστε να αγωνιστούμε γι αυτή.
Οχι σαν δούλοι, αλλά σαν Ελεύθεροι άνθρωποι.
Λαός κι άνθρωπος που έχει πίστη στο Χριστός Ανέστη δεν μπορεί να νικηθεί ποτέ!
Οσό κι αν τον πατήσουν.
Οσο κι αν τον ταπεινώσουν.
Οσο κι αν τον λοιδορίσουν.
Οσο κι αν τον φοβήσουν.
Κάθε φορά που θα λέει Χριστός Ανέστη, θα ξυπνάει μέσα του, η φλόγα της Αντίστασης.
Έμπλεξαν με λάθος λαό, οι γύπες των Αγορών κι υπηρέτες των Μνημονίων.

Εδώ είναι Ελλάδα.
Καλή Λευτεριά στην Πατρίδα μας. 
Η Ανάσταση συνεχίζεται!

Η ΑΝΑΣΤΑΣΙΣ - ΑΠΟΚΛΕΙΣΤΙΚΟΤΗΣ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΣΜΟΥ

Ποτέ καί πουθενά, σέ καμμία θρησκεία ψεύτικη ἤ φιλοσοφία ἀνθρώπινη, ποτέ κανείς δέν ἐσκέφθηκε, εἴτε στά σοβαρά, εἴτε στά ἀστεῖα, πώς ἦταν δυνατόν νά νικηθῆ ὁ πιό ἀνεπιθύμητος παρείσακτος στήν ζωή τοῦ ἀνθρώπου, ὁ μεγαλύτερος ἐχθρός μας, ὁ θάνατος, πού ἀναμφισβήτητα ἀποτελεῖ τήν κορυφαία ὀδύνη τῆς παρούσης ζωῆς.
Ἡ Ἀνάστασις τοῦ Χριστοῦ, πού κατήργησε τόν θάνατο, ἔχει ὡς ἄμεσο ἀποτέλεσμα τήν κοινή ἀνάστασι τῶν νεκρῶν. Αὐτό εἶναι ἀλήθεια ἀκραιφνῶς χριστιανική. Δέν τήν ἐπενόησαν οἱ Μαθηταί τοῦ Χριστοῦ, αὐτοί οἱ ἁπλοί ψαράδες, πού προφανῶς δέν εἶχαν καμμία διάθεσι γιά φιλοσοφίες καί θεωρίες. Ἡ νίκη κατά τοῦ θανάτου δέν εἶναι ἀνθρώπινη ἐπινόησι, ἀλλά ἔργο καί ἀποκάλυψι τοῦ Ἁγίου Ἐνδόξου Τριαδικοῦ Θεοῦ πρός τόν πεσμένο ἄνθρωπο.
Ποτέ κανείς στήν ἀρχαιότητα, ἀπό τόν πιό σοφό, διανοούμενο, ἐπιστήμονα, φαντασιόπληκτο, ρομαντικό, μέχρι τόν πιό ἀφελῆ, ψεύτη, παραμυθᾶ, ποτέ κανείς δέν ἐσκέφθηκε πώς ἦταν δυνατόν νά νικηθῆ ὁ θάνατος. Δέν εἶχε γραφεῖ οὔτε στά παραμύθια. Δέν ὑπῆρχε κἄν σάν νοσταλγία, ὄχι διότι οἱ ἄνθρωποι δέν θά τό ἐπιθυμοῦσαν, κάθε ἄλλο. Ἁπλῶς τούς ἦταν τόσο ἄπιαστο πρᾶγμα, πού οὔτε κἄν ἐτόλμησαν νά τό ἐπιθυμήσουν, ἤ νά τό διανοηθοῦν. Καί ὅλοι γνωρίζομε καλά, ὅτι στήν ζωή ἐπιθυμοῦμε ἐκεῖνα τά πράγματα πού ἔχομε κάποια, ἔστω ἐλαχίστη, πιθανότητα νά τά ἐπιτύχωμε ἤ ἔχομε δεῖ ἄλλους νά τά ἔχουν ἐπιτύχει.
Ὁ Χριστιανισμός δέν εἶναι ἁπλῶς μία διδασκαλία, ἀλλά πρωτίστως εἶναι γεγονότα χειροπιαστά καί κατοχυρωμένα, ἀπό τά ὁποῖα ἐκπηγάζει αὐτομάτως χωρίς λόγια ἡ ἀλήθεια τῆς κεντρικῆς του τουλάχιστον διδασκαλίας περί Θεοῦ, ἀνθρώπου, κόσμου, κλπ. Ἐν προκειμένῳ, ἡ ἀνάστασις τῶν νεκρῶν εἶναι συνέπεια τοῦ γεγονότος τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Χριστοῦ. Ἐφ᾽ ὅσον ὁ Χριστός προεῖπε ὅτι θά ἀναστηθῆ, καί ἔτσι ἔγινε, καί ὁ ἴδιος εἶπε ὅτι θά ἀναστηθοῦμε, τότε, ἐφ᾽ ὅσον ἐπραγματώθη τό ἕνα, εἶναι βέβαιο ὅτι θά συμβῆ καί τό ἄλλο, ἐφ᾽ ὅσον καί τά δύο εἶναι ἐξ ἴσου ἀνθρωπίνως ἀδύνατα.
Ἡ Ἀνάστασις τοῦ Χριστοῦ ἔχει διπλῆ κατοχύρωσι, προφητική καί ἱστορική, ἄρα εἶναι τό πιό βέβαιο γεγονός στήν ἀνθρώπινη ἱστορία. Γι᾽ αὐτό, πάλιν καί πολλάκις, Χριστός Ἀνέστη! Ἀληθῶς Ἀνέστη!

ΑΡΧΙΜ. ΑΡΣΕΝΙΟΣ ΚΑΤΕΡΕΛΟΣ

Να είμαστε γενναίοι στο φρόνημα και να μην απελπιζόμαστε



- ΧΡΙΣΤΟΣ ΑΝΕΣΤΗ!
- ΑΛΗΘΩΣ ΑΝΕΣΤΗ Ο ΚΥΡΙΟΣ!

Τούτη η χαρμόσυνη είδηση αντηχεί απο άκρη σε άκρη στην ΠΑΤΡΙΔΑ μας. Μας γεμίζει με χαρά και αισιοδοξία. Χαιρόμαστε όλοι. Μικροί και μεγάλοι. Χαίρονται αυτοί που έχουν πνευματική ζωή, χαίρονται και αυτοί που δεν έχουν πνευματική ζωή. Πιστεύοντες και μη πιστεύοντες χαίρονται! Τούτη είναι η πιο τρανή απόδειξη ότι ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ και ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΣ είναι ένα και το αυτό.

Κάποιοι δηλώνουν ότι δεν πιστεύουν είτε επειδή βρίσκονται σε πλάνη είτε επειδή θέλουν να συμβαδίζουν με την τάση της εποχής, που μας θέλει δήθεν προοδευτικούς και "μορφωμένους"... Ακόμα και αυτοί όμως, βαθιά μέσα τους γνωρίζουν την μία και μοναδική ΑΛΗΘΕΙΑ. Γνωρίζουν ότι ο ΘΕΟΣ των ΕΛΛΗΝΩΝ είναι ΕΝΑΣ και ΖΩΝΤΑΝΟΣ. Το γνωρίζουν και ας μην το παραδέχονται. Έχει γραφτεί στα χρωμοσώματά τους και έχει γραφτεί με αίμα. Το αίμα των ηρώων και των μαρτύρων αυτού του γένους, που έπεσαν υπέρ ΠΙΣΤΕΩΣ και ΠΑΤΡΙΔΟΣ...

Αυτό το γνωρίζουν καλά και οι εχθροί του Ελληνικού Λαού και τον φοβούνται. Φοβούνται ότι, όταν θα έρθει αντιμέτωπος με τις μεγάλες δυσκολίες που μας ετοιμάζουν, θα σταθεί όρθιος και θα πολεμήσει με αυτοθυσία και αυταπάρνηση, γιατί μόνο έτσι έχει μάθει να επιβιώνει στο πέρασμα των αιώνων. Γνωρίζοντας ότι υπάρχει μετά θάνατον ΖΩΗ, αληθινή και αιώνια, δεν θα διστάσουμε να δώσουμε το αίμα μας για τα ιδανικά της φυλής... Γιατί για εμάς ο τιμημένος θάνατος είναι πέρασμα στην αληθινή ΖΩΗ, την οποία εξαγόρασε ο ΧΡΙΣΤΟΣ με την σταυρική Του θυσία. Για εμάς το χώμα είναι μήτρα.

Να ετοιμαστούμε λοιπόν πνευματικά, να προσπαθήσουμε να γίνουμε καλύτεροι άνθρωποι, να είμαστε γενναίοι στο φρόνημα και να μην απελπιζόμαστε. Η απελπισία είναι η χειρότερη παγίδα του διαβόλου. Ο ΘΕΟΣ είναι φιλεύσπλαχνος ΠΑΤΕΡΑΣ, δεν θέλει να χαθούν τα παιδιά Του, για αυτό μας λέει στην Λειτουργία μετά την Ανάσταση: 

Ἀναπαύει τὸν τῆς ἑνδεκάτης, ὡς τὸν ἐργασάμενον ἀπὸ τῆς πρώτης.
Καὶ τὸν ὕστερον ἐλεεῖ, καὶ τὸν πρῶτον θεραπεύει,
κᾀκείνῳ δίδωσι, καὶ τούτῳ χαρίζεται.
Καὶ τὰ ἔργα δέχεται, καὶ τὴν γνώμην ἀσπάζεται.
Καὶ τὴν πρᾶξιν τιμᾷ, καὶ τὴν πρόθεσιν ἐπαινεῖ·
οὐκοῦν εἰσέλθετε πάντες εἰς τὴν χαρὰν τοῦ Κυρίου ἡµῶν,
καὶ πρῶτοι καὶ δεύτεροι τὸν μισθὸν ἀπολαύετε.
Πλούσιοι καὶ πένητες μετ' ἀλλήλων χορεύσατε.
Ἐγκρατεῖς καὶ ῥάθυμοι τὴν ἡµέραν τιμήσατε.
Νηστεύσαντες καὶ µὴ νηστεύσαντες, εὐφράνθητε...


ΧΡΙΣΤΟΣ ΑΝΕΣΤΗ, ΑΔΕΛΦΙΑ.
ΚΑΛΗ ΑΝΑΣΤΑΣΗ ΣΤΙΣ ΨΥΧΕΣ ΜΑΣ.
ΚΑΛΗ ΑΝΑΣΤΑΣΗ ΣΤΗΝ ΠΑΤΡΙΔΑ.


του Νίκου Ανδρεαδάκη