.

.

Δός μας,

Τίμιε Πρόδρομε, φωνή συ που υπήρξες η φωνή του Λόγου. Δος μας την αυγή εσύ που είσαι το λυχνάρι του θεϊκού φωτός. Βάλε σήμερα τα λόγια μας σε σωστό δρόμο, εσύ που υπήρξες ο Πρόδρομος του Θεού Λόγου. Δεν θέλουμε να σε εγκωμιάσουμε με τα δικά μας λόγια, επειδή τα λόγια μας δεν έχουν μεγαλοπρέπεια και τιμή. Όσοι θα θελήσουν να σε στεφανώσουν με τα εγκώμιά τους, ασφαλώς θα πετύχουν κάτι πολύ πιό μικρό από την αξία σου. Λοιπόν να σιγήσω και να μη προσπαθήσω να διακηρύξω την ευγνωμοσύνη μου και τον θαυμασμό μου, επειδή υπάρχει ο κίνδυνος να μη πετύχω ένα εγκώμιο, άξιο του προσώπου σου;

Εκείνος όμως που θα σιωπήσει, πηγαίνει με τη μερίδα των αχαρίστων, γιατί δεν προσπαθεί με όλη του τη δύναμη να εγκωμιάσει τον ευεργέτη του. Γι’ αυτό, όλο και πιό πολύ σου ζητάμε να συμμαχήσεις μαζί μας και σε παρακαλούμε να ελευθερώσεις τη γλώσσα μας από την αδυναμία, που την κρατάει δεμένη, όπως και τότε κατάργησες, με τη σύλληψη και γέννησή σου, τη σιωπή του πατέρα σου του Ζαχαρία.

Άγιος Σωφρόνιος Ιεροσολύμων

Τι είναι οι πειρασμοί και γιατί επετράπη στον άνθρωπο να πειράζεται;

~ Οι πειρασμοί είναι δοκιμασίες που έρχονται εναντίον του ανθρώπου από το διάβολο και τους υπηρέτες του, τους κακούς ανθρώπους.

Ο άνθρωπος αφήνεται από τον Θεό να πειράζεται για να δοκιμασθεί η πίστη του (Α’ Πέτρ. 1, 6-7), η αγάπη του προς το Θεό (Δευτ. 13,3), η υπακοή του (Δευτ. 8,2), εάν είναι προσκολλημένος στα μάταια αγαθά, όπως συνέβη με τον δίκαιο Ιώβ (Ιώβ 1, 9-12).

Στην πράξη οι πειρασμοί είναι ανάλογοι προς τις ανθρώπινες δυνάμεις της φύσεως του κάθε ανθρώπου. Στους δυνατότερους στην πίστη παραχωρεί ο Θεός βαρύτερους πειρασμούς, για να προοδεύσουν στην αγιότητα και να αξιωθούν μεγαλυτέρων στεφάνων. Ενώ στους αδύνατους στην πίστη και στην υπομονή, παραχωρεί η θεία Του πρόνοια ελαφρότερους πειρασμούς, για να τους βοηθήσει να νικήσουν και να μην απελπισθούν.

Ιδού τι λέγει ο Απόστολος Παύλος: “Πειρασμός υμάς ουκ είληφεν ει μη ανθρωπίνος· πιστός δε ο Θεός, ος ουκ εάσει υμάς πειρασθήναι υπέρ ο δύνασθε, αλλά ποιήσει συν τω πειρασμώ και την έκβασιν του δύνασθαι υμάς υπενεγκείν” (Α’ Κορ. 10, 13). Το ίδιο πράγμα λέγει και ο προφήτης Δαβίδ:“ότι ουκ αφήσει Κύριος την ράβδον των αμαρτωλών επί τον κλήρον των δικαίων, όπως αν μη εκτείνωσιν οι δίκαιοι εν ανομίαις χείρας αυτών”(Ψαλμ. 124, 3).

Ο δίκαιος Ιώβ λέγει ότι οι πιστοί φορτώνονται με διάφορους πειρασμούς, κατά παραχώρηση του Θεού. Όμως ουδέποτε ο Θεός επιτρέπει στους εκλεκτούς Του, πειρασμούς υπεράνω των δυνάμεων τους.

ΓΕΡΩΝ ΚΛΕΟΠΑΣ ΗΛΙΕ
από το βιβλίο: “Γεροντικό Ρουμάνων Πατέρων” (Εκδόσεις Ορθόδοξος Κυψέλη).

ΛΟΓΟΙ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΠΑΪΣΙΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ


Ἀπό τό βιβλίο
"Μαρτυρίες προσκυνητών 
Γέροντας Παΐσιος ὁ Ἁγιορείτης"
(Τόμος Β΄, 1η ἔκδοση)
(Καί γιά τήν κάρτα τοῦ πολίτη 
καί τό σφράγισμα τοῦ Ἀντιχρίστου!)


1. Τί μεγάλη εὐεργεσία τοῦ καλοῦ Θεοῦ, νά εἴμεθα Ὀρθόδοξοι Χριστιανοί! Δι' αὐτό καί θά εἴμεθα ἀναπολόγητοι, διότι εἴχαμε αὐτήν τήν μεγάλην χάριν· καί συνέχεια ὁ καλός Θεός νά μᾶς λούζῃ μέ τίς πολλές του Χάρες τῶν Ἁγίων Μυστηρίων τῆς Ἐκκλησίας.


2. Τά σημεῖα τῆς γνήσιας ἀγάπης εἶναι τά ἑξῆς: νά χαίρεται γιά τήν πρόοδο τοῦ ἐχθροῦ του, νά ὑποφέρει γιά νά μήν ὑποφέρουν, νά πληγώνεται κάι νά μήν πληγώνει κ.λ.π.


3. Ἐργασθεῖτε ὅσο μπορεῖτε στήν μετάνοια, πού ὅλοι ἔχουμε ἀνάγκη αὐτῆς. Εἶναι ἔργο πού δέν ἔχει τελειωμό ἐπί τῆς γῆς, ἀλλά ὅσο τήν ἐργάζεται κανείς, τόσο κάι τελειοποιεῖται.


4. Ὅσο μπορεῖτε τήν εὐχήν νά καλλιεργεῖτε, ἐπίσης προσπαθεῖτε νά φέρνετε ὅλο καλούς λογισμούς γιά ὅλους καί γιά ὅλα, καί ἔτσι σιγά-σιγά καθαρίζει καί ἡ καρδιά, τότε βλέπει ἡ ψυχή τόν Θεόν· "Μακάριοι οἰ καθαροί τῇ καρδίᾳ ὅτι αὐτοί τόν Θεόν ὄψονται!".


5. Ταπείνωση θά ἀποκτήσουμε ὅταν ἀποκτήσουμε αὐτογνωσία.


6. Στήν προσευχή σου δέ θά λές μόνο τά δικά σου προβλήματα, ἀλλά θά πονᾶς καί θά προσεύχεσαι καί γιά τά προβλήματα τῶν ἄλλων.


7. Σιγά-σιγά, μετά τήν κάρτα καί τήν ταυτότητα, δηλαδή τό "φακέλωμα", θά προχωρήσουν πονηρά στό σφράγισμα. Μέ διάφορα πονηρά μέσα θά κάνουν ἐκβιασμούς, γιά νά δέχωνται οἱ ἄνθρωποι τό σφράγισμα στό μέτωπο ἤ στό χέρι. Θά στριμώξουν τά πράγματα καί θά ποῦν: "Μόνο μέ τίς κάρτες θά κινῆσθε· τά χρήματα θά καταργηθοῦν". Θά δίνη κανείς τήν κάρτα στό κατάστημα καί θά ψωνίζη, καί ὁ καταστηματάρχης θά παίρνη τά χρήματα ἀπό τήν Τράπεζα. Ὅποιος δέν θά ἔχη κάρτα, δέν θά μπορῆ οὔτε νά πουλάη οὔτε νά ἀγοράζη.


8. Μέ τό σφράγισμα (τοῦ ἀντιχρίστου) ἀρνεῖσαι τό ἅγιο σφράγισμα, αὐτό τό ἅγιο Βάπτισμα. Άρνεῖσαι τή σφραγίδα τοῦ Χριστοῦ καί παίρνεις τοῦ διαβόλου.



Περί της Εν Χριστώ Ζωής

Λόγος πρώτος: «Η εν Χριστώ ζωή πραγματοποιείται με τα Ιερά Μυστήρια Βαπτίσματος, του Χρίσματος και της θείας Κοινωνίας»
Μ’ αυτά ο άνθρωπος γεννιέται, μορφοποιείται και συνάπτεται με το Σωτήρα του. Ειδικά, με το πρώτο μυστήριο ο άνθρωπος εισάγεται στη ζωή. Το χρίσμα, στη συνέχεια, προσφέρει την κατάλληλη ενέργεια γι’ αυτή τη ζωή. Τέλος, η θεία Ευχαριστία συντηρεί και διατηρεί τη ζωή. Και τα τρία δημιουργούν σχέση υιοθεσίας και φιλίας μεταξύ των ανθρώπων και του Θεού, καταργώντας μια και για πάντα τη δουλική σχέση. Με τη συμμετοχή σ’ αυτά εξευτελίζεται ο διάβολος κι εγκαινιάζεται αγαπητική σχέση με το Χριστό...

Λόγος δεύτερος: «Η συμβολή του Αγίου Βαπτίσματος στην εν Χριστώ ζωή»
Το βάπτισμα είναι αρχή βίου και βάση και θεμέλιο ζωής. Γι’ αυτό και θεωρείται η ονομαστήρια ημέρα των πιστών και καθώς είναι φώτισμα μας φέρνει σε άμεση επικοινωνία με το Φως. Βυθιζόμενος – αναδυόμενος από την κολυμβήθρα ο άνθρωπος, γεννιέται αληθινά και γίνεται παιδί του Θεού: του Πατέρα που συμφιλιώθηκε, του Υιού που συμφιλίωσε και του Αγίου Πνεύματος που προσφέρθηκε ως δώρο, όταν συμφιλιωθήκαμε.

Λόγος τρίτος: «Ποιά η συμβολή του Αγίου Μύρου στην εν Χριστώ ζωή»
Το Άγιο Μύρο είναι η κοινωνία του Αγίου Πνεύματος που χαρίζει στον κάθε βαπτιζόμενο πιστη, προσευχή, αγάπη, σωφροσύνη, ταπεινοφροσύνη, δικαιοσύνη, φιλανθρωπία και γενικά κάθε είδους αρετή.

Λόγος τέταρτος: «Η συμβολή του Μυστηρίου της θείας Ευχαριστίας στην εν Χριστώ ζωή»
Η βρώση του Σώματος και η πόση του Αίματος του Χριστού ενοικίζει τους ανθρώπους στο Χριστό και το Χριστό στους ανθρώπους. Υπάρχει μεγαλύτερη μακαριότητα; Αυτή η ένωση του ανθρώπου με το Χριστό έχει διπλό αποτέλεσμα: άφεση αμαρτιών και κληρονομία της Ουράνιας Βασιλείας. Είναι, εξάλλου, χαρακτηριστικό ότι το μυστήριο της Μετάνοιας δνε ενεργοποιείται, άν δεν υπάρξει συμμετοχή στο μυστικό τραπέζι του Χριστού. Έτσι ο άνθρωπος φωτίζεται, καθαρίζεται κι ενισχύεται στον αγώνα του κατά του πονηρού και των παθών. Αυτός είναι και ο λόγος της συνεχούς συμμετοχής στο Μυστήριο των Μυστηρίων.

Λόγος πέμπτος: «Ποιά η συμβολή του καθαγιασμού του ιερού θυσιαστηρίου στην εν Χριστώ ζωή»
Η Αγία Τράπεζα είναι ο χώρος αφόρμησης των Μυστηρίων. Γι’ αυτό και δίνεται ιδιαίτερη σημασία στον καθαγιασμό της: ο λευκός χιτώνας του επισκόπου, το γονάτισμα του, το πλύσιμο της με ζεστό νερό, το μύρωμα της, η επικάλυψη της με άσπρο σεντόνι και πολύτιμα καλύμματα έχουν όλα το βαθύτερο συμβολισμό τους. Μα, πάνω απ’ όλα, η τοποθέτηση λειψάνων μαρτύρων και το άναμμα της ακοιμήτης κανδήλας την ετοιμάζουν για την ιερουργία των Τιμίων Δώρων. Όλα συμβολίζουν το αληθινό θυσιαστήριο.

Λόγος έκτος: «Πως θα διαφυλάξουμε την εν Χριστώ ζωή που λάβαμε από τα μυστήρια»
Ο άνθρωπος παίρνει με τα Μυστήρια το δώρο της ζωής. Αλλά, για να συνεχίσει να ζει, χρειάζεται να καταβάλει και προσωπική προσπάθεια: είναι ανάγκη να τηρεί τις εντολές του Χριστού ως ρυθμιστικό παράγοντα της επίγειας ζωής του, να προσέχει ακοιμήτως, να προσεύχεται αδιαλείπτως, να μελετά το λόγο του Θεού συνεχώς. Κι όλα τούτα, για να ελέγχει τους λογισμούς και τις επιθυμίες του. Γιατί ο άνθρωπος, αμαρτάνοντας, γίνεται αχρείος ενώπιον του Θεού αλλά και του εαυτού του. Πρότυπο του κάθε πιστού άς είναι μονίμως ο Χριστός, για να μπορεί να επιδίδεται στην άσκηση της αρετής καταξιώνοντας τον εαυτό του κι αφθαρτίζοντας τον.

Λόγος έβδομος: «Σε ποιά κατάσταση φθάνει ο μυημένος, όταν διαφυλάξει με τη δική του προσπάθεια τη Χάρη που έλαβε από τα Μυστήρια»
Όσοι παίρνουν τα δώρα της χάριτος έχουν αγαθή θέληση ψυχής στραμμένη προς το Θεό, το μοναδικό στοιχείο που συνιστά τη μακαρία ζωή. Η οδός των Μυστηρίων είναι η μόνη οδός η οποία προετοιμάζει τον άνθρωπο για τη μέλλουσα ζωή, αφού, προηγουμένως, αποστραφεί την αμαρτία. Φυσικά, ο πιστός φοβάται για τα δεινά που επίκεινται στους ασεβείς, αλλά ελπίζει κι αγαπά το Θεό και το αγαθό. Απ’ αυτό το τελευταίο, ο πιστός μετέχει διαρκώς στη χαρά, γιατί, στην ουσία, χαίρεται με τα θεία αγαθά στα οποία συνυπάρχει ο Θεός. Ο μυημένος αγαπά και μένει στο Θεό κι ο Θεός σ’ αυτόν. Καρπός αυτής της αγάπης είναι η μίμηση του Χριστού. Η ζωή της Χάριτος είναι η όντως ζωή.

Αγίου Νικολάου Καβάσιλα

Ποιός είναι ο σκοπός της πίστεως;

Ποιός είναι ο σκοπός της πίστεως; Η σωτηρία της ψυχής. Ποιος είναι ό καρπός της πίστεως; Η σωτηρία της ψυχής. Επομένως, δεν προσκολλώμεθα στην πίστη για την πίστη, αλλά για τη σωτηρία των ψυχών μας. Κανείς δεν ταξιδεύει χάριν του δρόμου, αλλά επειδή κάποιος ή κάτι τον περιμένει στην άλλη άκρη του δρόμου. Κανείς δεν πετάει ένα σχοινί στο νερό, μέσα στο οποίο κάποιος πνίγεται, χάριν του σχοινιού αλλά χάριν εκείνου ο οποίος πνίγεται. Ο Θεός μας έδωσε την πίστη σαν ένα δρόμο, στο τέλος του οποίου οι ταξιδιώτες θα λάβουν τη σωτηρία των ψυχών τους. Ο Θεός εξέτεινε την πίστη σαν ένα σχοινί σ’ εμάς, οι οποίοι πνιγόμαστε στα μαύρα νερά της αμαρτίας, της άγνοιας και των παθών, ώστε με τη βοήθεια της πίστεως να σώσουμε τις ζωές μας...

Αυτός είναι ο σκοπός της πίστεως. Όποιος γνωρίζει την αξία της ανθρώπινης ψυχής, πρέπει να παραδεχθεί ότι δεν υπάρχει στον κόσμο τίποτε πιο απαραίτητο ή πιο ωφέλιμο από την πίστη. Ένας έμπορος που μεταφέρει πολύτιμους λίθους σ’ ένα πήλινο σκεύος, συντηρεί επιμελώς το σκεύος και το διαφυλάσσει, το κρύβει και το επιτηρεί. Μήπως ο έμπορος μεριμνά και επιβλέπει με τόση φροντίδα το σκεύος, χάριν του σκεύους; Όχι, φροντίζει για τους πολύτιμους λίθους που αυτό περιέχει.
Όλος ο επίγειος βίος μας είναι σαν ένα πήλινο σκεύος στο οποίο κρύβεται ένας ανεκτίμητος θησαυρός. Αυτός ο ανεκτίμητος θησαυρός είναι η ψυχή μας! Ένα σκεύος είναι κάτι ευτελές, αλλά ένας θησαυρός είναι πολύτιμος. Πρέπει να έχει κανείς πίστη, πρώτον στην ανθρώπινη ψυχή· δεύτερον, στη μέλλουσα λάμψη και ένδοξη ζωή της ψυχής στη Βασι­λεία του Θεού· τρίτον στον Ζωντανό Θεό που προσκαρτερεί την επιστροφή της ψυχής, την οποία Εκείνος μάς έδωσε· τέταρτον, στην πιθανότητα μία ψυχή να χαθεί στη δίνη αυτού του κόσμου. Όποιος έχει πίστη στα τέσσερα αυτά στοιχεία θα γνωρίζει πώς να προστατεύσει την ψυχή του κι επιπλέον θα γνωρίζει ότι η σωτηρία της ψυχής του είναι το τέλος του δρόμου του – ο σκοπός της πίστεώς του, ο καρπός της ζωής του, ο σκοπός της υπάρξεώς του επάνω στη γη, και η δικαί­ωση όλων των βασάνων του.
Πιστεύουμε χάριν της σωτηρίας των ψυχών ημών. Όποιος έχει αληθινή πίστη πρέπει να γνωρίζει πως η πίστη υπάρχει χάριν της σωτηρίας της ψυχής. Όποιος νομίζει πως η πίστη εξυπηρετεί άλλον σκοπό, διαφορετικό από τη σωτηρία, αυτός δεν έχει αληθινή, πίστη – ούτε γνωρίζει την αξία της ψυχής του.

Ω Πανθαύμαστε Κύριε Ιησού, Συ ο Οποίος μας έδωσες τη φωτοφόρο και νικηφόρο Πίστη: δυνάμωσε και διατήρησέ την μέσα μας, ώστε να αξιωθούμε ανεπαισχύντως να στα­θούμε προ της Κρίσεώς σου, με τις ψυχές μας αγνές και λαμπροφόρες.
Σοι πρέπει πάσα δόξα, τιμή και προσκύνησις εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν.

(Αγίου Νικολάου Βελιμίροβιτς, Ο Πρόλογος της Αχρίδος, Ιούλιος, εκδ. Άθως, σ. 44-46).

Έτσι γινόμαστε ναός του Θεού

Προσευχές πάλι, οι οποίες διαδέχονται την ανάγνωση, βρίσκουν την ψυχή πιο νεαρή και πιο ακμαία, αφού έχει συγκινηθεί από τον πόθο προς τον Θεό (που προκάλεσε η ανάγνωση). Καλή δε προσευχή είναι εκείνη που προκαλεί μέσα στην ψυχή, σαφή την έννοια του Θεού. Και αυτό είναι ενοίκηση του Θεού, το να έχει κανείς εγκατεστημένο μέσα του το Θεό με τη μνήμη. Έτσι γινόμαστε ναός του Θεού, όταν δεν διακόπτεται η συνέχεια αυτής της μνήμης από γήινες φροντίδες, όταν δεν ταράσσεται ο νους από απροσδόκητα πάθη, αλλά αποφεύγοντάς τα όλα ο φιλόθεος αναχωρεί στο Θεό, και εκδιώκοντας ό,τι μας προσκαλεί στην κακία, ενδιατρίβει στις ασχολίες που οδηγούν στην αρετή…

-Πώς κατορθώνει κανείς την συγκέντρωση στην προσευχή;

Εάν μέσα του βεβαιωθεί ότι μπροστά του είναι ο Θεός. Διότι εάν κάποιος που βλέπει έναν άρχοντα ή προϊστάμενο και συζητεί μαζί του έχει το βλέμμα προσηλωμένο σ’ αυτόν, πόσο μάλλον αυτός που προσεύχεται στο Θεό θα έχει το νου προσηλωμένο σ’ Αυτόν που ελέγχει καρδίες και νεφρούς -«ετάζων καρδίας και νεφρούς ό Θεός» (Ψαλμ. 10)- εφαρμόζοντας αυτό που λέγει η Γραφή: «…και τα χέρια που υψώνουν στον ουρανό να είναι καθαρά, χωρίς οργή και εριστικότητα» (Α’ Τιμόθ. 2, 8),
Όταν ο Κύριος είπε στην προσευχή του: «Πάτερα μου, αν είναι δυνατόν, ας μην πιω αυτό το ποτήρι» (Ματθ. 26′, 39), ύστερα συμπλήρωσε: «αλλά ας μη γίνει το δικό μου θέλημα αλλά το δικό σου». Συνεπώς πρέπει να γνωρίζουμε ότι δεν μας έχει επιτραπεί να ζητούμε ό,τι θέλουμε, αφού δεν γνωρίζουμε ούτε καν το συμφέρον μας: «…εμείς δεν ξέρουμε ούτε τι ούτε πως να προσευχηθούμε…» (Ρωμ. 8′ 26). Ώστε τα αιτήματα πρέπει να τα υποβάλλουμε στο Θεό με πολλή περίσκεψη, σύμφωνα με το θέλημά του· κι εάν δεν εισακουσθούμε πρέπει να γνωρίζουμε ότι χρειάζεται επίμονη και καρτερία, σύμφωνα με την παραβολή του Κυρίου για το ότι «πρέπει πάντοτε να προσευχόμαστε και να μην αποκάμουμε» (Λουκ. 18, 1) και με τον άλλο λόγο του Κυρίου που είπε σε άλλη περίσταση ότι: «… για την αναίδειά του θα σηκωθεί και θα του δώσει ό,τι χρειάζεται» (Λουκ. 11′ 8)· ή χρειάζεσαι διόρθωση και επιμέλεια, σύμφωνα με αυτό που είπε ο Θεός σε κάποιους ανθρώπους διά μέσου του Προφήτη: «όταν εκτείνετε τα χέρια σας, θα αποστρέψω τα μάτια μου από σας. Και εάν αυξήσετε τις δεήσεις σας, δεν θα εισακουστείτε, γιατί τα χέρια σας είναι γεμάτα αίματα. Λουσθείτε, και γίνετε καθαροί…» κ.λπ. (Ησ. Α’ 15-16). Ότι δε και τώρα γίνονται και είναι τα χέρια των πολλών γεμάτα αίματα, δεν πρέπει καθόλου ν’ αμφιβάλλουν αυτοί που πιστεύουν σ’ εκείνη την κρίση του Θεού…

- Ποιο είναι το «ταμιείον», στο οποίο προστάζει ο Κύριος να εισέλθει ο προσευχόμενος;

Ταμείο συνήθως ονομάζουμε ένα χώρο κενό και απόμερο, που βάζουμε ό,τι θέλουμε να αποθηκεύσουμε, ή που είναι δυνατόν να κρυφτούμε, όπως αναφέρεται από τον Προφήτη: «Βάδιζε, λαέ μου, μπες μέσα στο ταμείο σου, κλείσε τη πόρτα σου, κρύψου…» (Ησ. 26′ 20). Η δύναμη της εντολής γίνεται σαφής από τα συμφραζόμενα, διότι ο λόγος απευθύνεται σ’ αυτούς που πάσχουν από ανθρωπαρέσκεια. Ώστε αν κάποιος ενοχλείται από αυτό το πάθος, καλά κάνει που αποσύρεται στην προσευχή και απομονώνεται, μέχρι να μπορέσει ν’ αποκτήσει τη διάθεση να μην προσέχει τους επαίνους των ανθρώπων, αλλά να αποβλέπει μόνο στο Θεό, όπως λέγει ο Ψαλμωδός: «όπως τα μάτια των δούλων είναι προσηλωμένα στα χέρια του Κυρίου τους, και τα μάτια της δούλης στα χέρια της Κυρίας της, έτσι και τα δικά μας μάτια να είναι στραμμένα προς τον Κύριο και Θεό μας…» (Ψαλμ. 122′ 2). Εάν όμως κάποιος με τη χάρη του Θεού είναι καθαρός από εκείνο το πάθος, δεν έχει ανάγκη να κρύβει το καλό.
Όταν ο διάβολος επιχειρεί να μας επιβουλευθεί και προσπαθεί να εκτοξεύσει τους λογισμούς του σαν πυρακτωμένα βέλη με πολλή σφοδρότητα μέσα στην αμέριμνη και ήσυχη ψυχή και ξαφνικά να την πυρπολήσει και να υπενθυμίζει μακροχρόνια και επίμονα εκείνα που έσπειρε μία φορά, τότε πρέπει αυτές τις επιβουλές να τις αντιμετωπίσουμε με εγρήγορση και εντατική προσοχή, όπως ο αθλητής που αποτρέπει τις λαβές των αντιπάλων με την ακριβέστατη επιφυλακή και την ταχύτητα του σώματος, και να αναθέσουμε στην προσευχή και την πρόσκληση της συμμαχίας του Θεού τη διεξαγωγή του πολέμου και την αποφυγή των βελών. Διότι αυτό μας δίδαξε ο Παύλος, λέγοντας: «… εκτός από όλα αυτά, κρατάτε πάντα την πίστη σαν ασπίδα, πάνω στην οποία θα μπορέσετε να σβήσετε τα φλογισμένα βέλη του πονηρού…» (Εφ. 6, 16). Και αν λοιπόν υποβάλλει τις πονηρές φαντασίες του κατά την ώρα της προσευχής, να μη σταματήσει η ψυχή να προσεύχεται, ούτε να νομίζει ότι αυτή είναι υπεύθυνη για την σπορά του εχθρού στον αγρό της και για τις ποικίλες φαντασίες του πονηρού, αλλά σκεπτόμενη ότι η φαντασία των άτοπων σκέψεων οφείλεται στην αναίδεια του εφευρέτη της πονηρίας, ας εντείνει τη γονυκλισία και ας ικετεύει το Θεό να διαλυθεί το πονηρό τείχος της μνήμης των άτοπων λογισμών, ώστε ανεμπόδιστα, με τη δύναμη του νου να διαβεί στη στιγμή ακάθεκτη προς το Θεό, χωρίς να διακόπτεται σε κανένα σημείο από τις εφόδους των πονηρών ενθυμήσεων.
Εάν στέκεσαι ενώπιον του Θεού όπως πρέπει και προσφέρεις όλες σου τις δυνάμεις, μην απομακρυνθείς μέχρι να λάβεις το αίτημά σου· εάν όμως σε κατακρίνει η συνείδησή σου ότι καταφρονείς και εάν, ενώ μπορείς, δεν προσεύχεσαι συγκεντρωμένος, μην τολμήσεις να σταθείς ενώπιον του Θεού, για να μη γίνει η προσευχή σου αφορμή αμαρτίας. Εάν όμως, επειδή εξαντλήθηκες από την αμαρτία, δεν μπορείς να προσεύχεσαι απερίσπαστα, να βιάζεις όσο μπορείς τον εαυτό σου και να στέκεσαι επίμονα ενώπιον του Θεού, έχοντας το νου σου σ’ Αυτόν και συμμαζεύοντάς τον στον εαυτό του· και ο Θεός συγχωρεί, επειδή αδυνατείς να σταθείς όπως πρέπει ενώπιόν Του, όχι από καταφρόνηση, αλλά από αδυναμία. Εάν βιάζεις τον εαυτό σου μ’ αυτό τον τρόπο σε κάθε καλό έργο, μην αποκάμεις μέχρι να λάβεις το αίτημά σου, αλλά κτύπα την πόρτα Του ζητώντας το αίτημά σου. Διότι λέγει: «όποιος ζητάει παίρνει, όποιος ψάχνει βρίσκει και όποιος χτυπάει του ανοίγεται» (Λουκ. 11′, 10). Διότι τι άλλο θέλεις να επιτύχεις παρά μόνο την κατά Θεό σωτηρία;

Μέγας Βασίλειος
(Από το βιβλίο «Ο κόσμος της Προσευχής», εκδ. Κάλαμος)

diakonima.gr

Aν ποθοῦμε τή βασιλεία τῶν οὐρανῶν

Ἄν ποθοῦμε τή βασιλεία τῶν οὐρανῶν, πρέπει νά ἔχουμε πολλή προσοχή καί ἐπιμέλεια καί προθυμία στήν ἐργασία τῶν ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ. Για νά σωθοῦμε, δέν φτάνει μόνο νά πιστεύουμε στόν ἀληθινό Θεό καί νά εἴμαστε ὀρθόδοξοι χριστιανοί. Πρέπει καί ν᾿ ἀγωνιζόμαστε «τόν καλόν ἀγῶνα», νά ζοῦμε «ἀξίως τῆς κλήσεως, ἧς ἐκλήθημεν», δηλαδή νά κάνουμε καί ἔργα χριστιανικά, ἀφοῦ εἴμαστε βαπτισμένοι χριστιανοί καί τιμημένοι μέ τό ὄνομα τοῦ Χριστοῦ. 

Ἄς μή νομίζουμε πώς θά σωθοῦμε μόνο μέ τήν πίστη. Ἡ πίστη χωρίς ἔργα δέν ὠφελεῖ σέ τίποτα. Ὁ Κύριος βέβαια εἶπε, ὅτι «ὁ πιστεύσας καί βαπτισθείς σωθήσεται, ὁ δέ ἀπιστήσας κατακριθήσεται». Ὁ ἴδιος ὅμως εἶπε καί τοῦτο: Οὐ πᾶς ὁ λέγων μοι “Κύριε, Κύριε” εἰσελεύσεται εἰς τήν βασιλείαν τῶν οὐρανῶν, ἀλλ᾿ ὁ ποιῶν τό θέλημα τοῦ πατρός μου τοῦ ἐν οὐρανοῖς». Καί ὁ ἀπόστολος Παῦλος γράφει γιά κείνους πού δέν ἔχουν καλά ἔργα: «Θεόν ὁμολογοῦσιν εἰδέναι, τοῖς δέ ἔργοις ἀρνοῦνται, βδελυκτοί ὄντες καί ἀπειθεῖς καί πρός πᾶν ἔργον ἀγαθόν ἀδόκιμοι». 

Ἄν σωζόταν κανείς μόνο μέ τήν πίστη, τότε ὅλοι θά ἐξασφάλιζαν εὔκολα τή σωτηρία. Γιατί «καί τά δαιμόνια πιστεύουσι καί φρίσσουσι». Ἄς θυμηθοῦμε αὐτό πού ἔλεγαν οἱ δαίμονες μέ τό στόμα τῆς «μαντευομένης παιδίσκης» τῶν Φιλίππων γιά τούς ἀποστόλους Παῦλο καί Σίλα: Οὗτοι οἱ ἄνθρωποι δοῦλοι τοῦ Θεοῦ τοῦ ὑψίστου εἰσίν, οἵτινες καταγγέλλουσιν ὑμῖν ὁδόν σωτηρίας». Αὐτοί λοιπόν οἱ δαίμονες, πού πιστεύουν, καταδικάστηκαν στή γέεννα τοῦ πυρός γιά τά πονηρά τους ἔργα. 

Ὅπως τό σῶμα χωρίς τήν ψυχή εἶναι ἀκίνητο καί ἀνενέργητο, ἔτσι καί ἡ πίστη χωρίς ἔργα εἶναι νεκρή. Ἄς ἀκούσουμε τόν ἅγιο Ἰάκωβο τόν Ἀδελφόθεο, πού μέ τόση ἐνάργεια τονίζει: «Τί τό ὄφελος, ἀδελφοί μου, ἐάν πίστιν λέγῃ τις ἔχειν, ἔργα δέ μη ἔχῃ; Μή δύναται ἡ πίστις σῶσαι αὐτόν; Ἐάν δέ ἀδελφός ἤ ἀδελφή γυμνοί ὑπάρχωσι καί λειπόμενοι ὦσι τῆς ἐφημέρου τροφῆς, εἴπῃ δέ τις αὐτοῖς ἐξ ὑμῶν, “ὑπάγετε ἐν εἰρήνῃ, θερμαίνεσθε καί χορτάζεσθε”, μή δῶτε δέ αὐτοῖς τά ἐπιτήδεια τοῦ σώματος, τί τό ὄφελος; Οὕτω καί ἡ πίστις, ἐάν μή ἔργα ἔχῃ, νεκρά ἐστι καθ᾿ ἑαυτήν». 

Μετά ἀπ᾿ αὐτά, εἶναι φανερό πώς πρέπει νά ἔχουμε καί ἔργα μαζί μέ τήν πίστη. Καί ὅποιος ἔχει, εἶναι καλύτερος ἀπ᾿ αὐτόν πού κάνει θαύματα. Ἀλήθεια, τί ὠφελεῖται ἐκεῖνος πού κάνει θαύματα τώρα, ἀλλά θά χάσει τή βασιλεία τῶν οὐρανῶν; Πῶς θά σωθεῖ ἀκόμα κι ἕνας θαυματουργός, ἄν δέν ἔχει ἔργα, πού θά τόν δικαιώσουν; Νά γιατί ὁ Χριστός προειδοποίησε ρητά: «Πολλοί ἐροῦσί μοι ἐν ἐκείνῃ τῇ ἡμέρᾳ· “Κύριε, Κύριε, οὐ τῷ σῷ ὀνόματι προεφητεύσαμεν, καί τῷ σῷ ὀνόματι δαιμόνια ἐξεβάλομεν, καί τῷ σῷ ὀνόματι δυνάμεις πολλάς ἐποιήσαμεν;” Καί τότε ὁμολογήσω αὐτοῖς ὅτι “οὐδέποτε ἔγνων ὑμᾶς· ἀποχωρεῖτε ἀπ᾿ ἐμοῦ οἱ ἐργαζόμενοι τήν ἀνομίαν”». Βλέπουμε λοιπόν, πώς κι ἐκεῖνοι πού ἔχουν χαρίσματα θαυματουργίας, προφητείας κ. ἄ., δέν μποροῦν νά ὠφελήσουν τόν ἑαυτό τους χωρίς ἔργα. 

Ὅποιος πιστεύει πραγματικά στόν Θεό καί στήν πρόνοιά Του, αὐτός σκορπίζει στούς φτωχούς τά χρήματά του, ἐλπίζοντας ὅτι θά πάρει «μισθόν ἑκατονταπλασίονα» καί θά κληρονομήσει τήν αἰώνια ζωή. Αὐτό ἔκαναν οἱ πρῶτοι χριστιανοί, ὅπως διαβάζουμε στίς Πράξεις: «Πάντες οἱ πιστεύοντες ἦσαν ἐπί τό αὐτό καί εἶχον ἅπαντα κοινά, καί τά κτήματα καί τάς ὑπάρξεις ἐπίπρασκον καί διεμέριζον αὐτά πᾶσι καθότι ἄν τις χρείαν εἶχε». 

Ὅποιος πιστεύει, ἀγωνίζεται νά ταπεινωθεῖ, μετανοεῖ γιά τίς ἁμαρτίες του, εἶναι πρᾶος καί εἰρηνικός, μισεῖ τήν ἀδικία καί ἀγαπάει τή δικαιοσύνη, γιατί θυμᾶται τό ψαλμικό: 
«Ὁ ἀγαπῶν τήν ἀδικίαν μισεῖ τή νἑ αυτοῦ ψυχήν». 

Ὅποιος πιστεύει, ὑπομένει ἀγόγγυστα κάθε πειρασμό, γιά νά στεφανωθεῖ μέ τό στεφάνι τῆς ἄφθαρτης δόξας. Φυλάει τή σωφροσύνη καί δέν μολύνει τόν ἑαυτό του μέ πορνεῖες καί ἄλλες ἀκαθαρσίες, γνωρίζοντας πώς ὅποιοι μολύνουν τά σώματά τους δέν θά σωθοῦν: «πόρνους γάρ καί μοιχούς κρινεῖ ὁ Θεός». 

Αὐτός πού πιστεύει ἀληθινά, δέν εἶναι ὀκνηρός καί ἀμελής στήν προσευχή, δέν κατακρίνει κανένα καί δέν ἀκολουθεῖ «τήν εὐρύχωρον ὁδόν», ἀλλά «τήν στενήν καί τεθλιμμένην». Δέν ἀγαπάει τόν κόσμο οὔτε γονεῖς, ἀδέλφια, γυναίκα καί παιδιά περισσότερο ἀπό τόν Κύριο. Δέν ξεφαντώνει μέ μεθύσια καί ἁμαρτωλά τραπέζια, ὅπου ἀκούγονται τραγούδια καί λόγια ἄσεμνα, ἀλλά θυμᾶται τόν θάνατο καί τή φοβερή ἡμέρα τῆς Κρίσεως. Γι᾿ αὐτό προσεύχεται καί νηστεύει, καί ἐγκρατεύεται καί ἑτοιμάζεται ὅπως πρέπει, γιά νά δώσει «καλήν ἀπολογίαν» στόν οὐράνιο Κριτή. 

Ὅσοι πιστεύουν, ἀγαποῦν τόν Κύριο καί μισοῦν τά πονηρά ἔργα. Δέν μνησικακοῦν ἐναντίον τοῦ ἀδελφοῦ τους καί δέν ἀποδίδουν κακό στό κακό. Κάνουν καλό σ᾿ αὐτούς πού τούς κακομεταχειρίζονται, εὐλογοῦν αὐτούς πού τούς καταριῶνται καί ὑπομένουν καρτερικά αὐτούς πού τούς κατατρέχουν. Ὅταν τούς βρίζουν, χαίρονται. Ἔχουν ἀγάπη καθαρή, ἀνόθευτη καί ἀληθινή, ὅπως ὁ ἀπόστολος Παῦλος, πού ἔφτασε στό σημεῖο νά λέει: «Ἀλήθειαν λέγω ἐν Χριστῷ, οὐ ψεύδομαι, συμμαρτυρούσης μοι τῆς συνειδήσεώς μου ἐν Πνεύματι Ἁγίῳ, ὅτι λύπη μοί ἐστι μεγάλη καί ἀδιάλειπτος ὀδύνη ἐν τῇ καρδίᾳ μου. Ηὐχόμην γάρ αὐτός ἐγώ ἀνάθεμα εἶναι ἀπό τοῦ Χριστοῦ ὑπέρ τῶν ἀδελφῶν μου». Τέτοια ἀγάπη εἶχε καί ὁ προφήτης Μωϋσῆς, πού, ὅταν οἱ Ἰσραηλίτες ἀρνήθηκαν τόν Θεό καί προσκύνησαν ἕνα εἴδωλο – ἕνα χρυσό μοσχάρι – τούς εἶπε: «Ὑμεῖς ἡμαρτήκατε ἁμαρτίαν μεγάλην· καί νῦν ἀναβήσομαι πρός τόν Θεόν, ἵνα ἐξιλάσωμαι περί τῆς ἁμαρτίας ὑμῶν». Καί ἀνέβηκε στό ὄρος Σινᾶ καί εἶπε στόν Θεό: «Δέομαι, Κύριε· ἡμάρτηκεν ὁ λαός οὗτος ἁμαρτίαν μεγάλην καί ἐποίησαν ἑαυτοῖς θεούς χρυσοῦς. Καί νῦν εἰ μέν ἀφεῖς αὐτοῖς τήν ἁμαρτίαν αὐτῶν, ἄφες· εἰ δέ μή, ἐξάλειψον κἀμέ ἐκ τῆς βίβλου σου, ἧς ἔγραψας». Τέτοια διάθεση εἶχε καί ὁ προφήτης Δαβίδ, ὅταν ἔλεγε: «Μετά τῶν μισούντων τήν εἰρήνην ἤμην εἰρηνικός». 

Ὅσοι πιστεύουν, δέν ξέρουν τί εἶναι ὑποκρισία ἤ κολακεία ἤ προσωποληψία, γιατί σ᾿ ὅλες τους τίς ἐνέργειες εἶναι εὐθεῖς, τίμιοι καί εἰλικρινεῖς. Δέν ὑπερηφανεύονται καί δέν «ὑψηλοφρονοῦν» γιά τούς ἐπαίνους καί τίς κολακεῖες, πού τούς κάνουν οἱ ἄλλοι. Ἀποστρέφονται τόν κόσμο τῆς ἁμαρτίας, ἀκολουθώντας τήν ὑπόδειξη τοῦ ἀποστόλου Παύλου: «Οὐδείς στρατευόμενος ἐμπλέκεται ταῖς τοῦ βίου πραγματείαις, ἵνα τῷ στρατολογήσαντι ἀρέσῃ. Ἐάν δέ καί ἀθλῇ τις, οὐ στεφανοῦται ἐάν μή νομίμως ἀθλήσῃ». 

Ὅσοι πιστεύουν, δέν λένε ποτέ ψέματα, δέν εἶναι πλεονέκτες, δέν κοινωνοῦν ἀνεξομολόγητοι, δέν κατακρίνουν τούς ἄλλους. Μέ δυό λόγια, βαδίζουν προσεκτικά καί σταθερά στόν δρόμο τῶν ἐντολῶν τοῦ Χριστοῦ, καί πιστεύουν σ᾿ Αὐτόν ὄχι μέ τά λόγια, ἀλλ᾿ «ἐν ἔργῳ καί ἀληθείᾳ». 

Βλέπετε τώρα πῷς ζοῦν ὅσοι πιστεύουν; Λοιπόν, πῶς εἶναι δυνατό νά θεωροῦμε κάποιον πιστό, ὅταν εἶναι φτωχός σέ ἔργα; 

Ἄν πιστεύουμε πραγματικά, ἄς πολεμήσουμε τήν ἁμαρτία καί ἄς ἀφήσουμε κάθε κακό, πού μέχρι τώρα κάναμε. Ἄς ἀγωνιστοῦμε μέ προθυμία, γιά νά βρεθοῦμε ἕτοιμοι μπροστά στόν Κύριο τή φοβερη ἡμέρα τῆς Κρίσεως. Ἄς ξυπνήσουμε ἀπό τόν ὕπνο τῆς ἀμέλειας. Ἄς ἐπανορθώσουμε τά σφάλματά μας καί ἄς διώξουμε τούς πονηρούς λογισμούς. Ἄς προσπαθοῦμε νά ἐκπληρώνουμε τίς ἐντολές τοῦ Θεοῦ, γιά νά στεφανωθοῦμε ἀπ᾿ Αὐτόν καί νά κληρονομήσουμε τή βασιλεία τῶν οὐρανῶν. 

(Ἀπό τό βιβλίο: “ΑΠΟΣΤΑΓΜΑ ΠΑΤΕΡΙΚΗΣ ΣΟΦΙΑΣ” Βασισμένο σέ κείμενο τοῦ Ὁσίου Συμεών τοῦ Νέου Θεολόγου, ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΠΑΡΑΚΛΗΤΟΥ ΩΡΩΠΟΣ ΑΤΤΙΚΗ) 

Εὐχαριστοῦμε θερμά τόν Ἡγούμενο τῆς Ἱ. Μ. Παρακλήτου γιά τήν ἄδεια δημοσίευσης ἀποσπασμάτων ἀπό τά βιβλία πού ἐκδίδει ἡ Ἱερά Μονή. 

Ἱερομόναχος Σάββας Αγιορείτης

«Να κοιτάτε ψηλά!»

Ψηλά! Προς Εκείνον που μας αγαπά και μπορεί να μας βγάλει από κάθε αδιέξοδο… Όταν το βλέμμα μας και η καρδιά είναι στον Θεό δεν έχουμε να φοβηθούμε τίποτα.

– Ένας πολύπειρος γέροντας Ασκητής του Αγίου Όρους σ’ όσους τον επισκέπτονταν στο κελλί του και ζητούσαν κάποια συμβουλή του επανελάμβανε:

«Να κοιτάτε ψηλά, να κοιτάτε ψηλά!». Τι σπουδαία πραγματικά συμβουλή! Αυτό και μόνο έλεγε ο γέροντας και όμως έλεγε πολλά.

Και κάποιος αείμνηστος τώρα δάσκαλος – πέθανε πολύ νωρίς – μα τι δάσκαλος ήταν αυτός! Λες και μάγευε τα παιδιά και κρεμόντουσαν από τα χείλη του και δένονταν με τη ματιά του, τα μάθαινε να τραγουδούν: «Σήκωσε ψηλά τα μάτια, στείλε πιο ψηλά το νου…».

Τι εννοούσαν ο γέροντας και ο δάσκαλος προτρέποντας τους μεγάλους και τους μικρούς να στρέφουν τα μάτια προς τα ύψη, προς τα ουράνια; Δεν είναι καλή και η γη με τα θαυμάσια της Δημιουργίας; Ο Θεός δεν «εποίησε πάντα τα ωραία της γης», όπως ψάλλει ο Δαβίδ (Ψαλ. ογ [73] 17), για να τα χαίρεται και να τα απολαμβάνει ο άνθρωπος; Τα βουνά, τα ποτάμια, τις θάλασσες, τα δέντρα, τα λουλούδια τα πολύχρωμα; Όλα μιλούν για τη σοφία του Θεού, όλα μιλούν για την αγάπη Του προς τον άνθρωπο.

Αναμφιβόλως όλα αυτά είναι σωστά. Ο άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης μάλιστα γράφει σ’ ένα από τα πολλά και σπουδαία βιβλία του ότι η ομορφιά της υλικής Δημιουργίας, του κόσμου, που δημιούργησε ο Θεός, είναι μια αμυδρή εικόνα της ωραιότητας του ουρανίου κόσμου, του Παραδείσου, που μας περιμένει(*).

Όμως αφότου μπήκε στη μέση ο Διάβολος και παρέσυρε τους ανθρώπους στην αμαρτία και πλήθυναν οι αμαρτίες, από τότε και η ομορφιά της Δημιουργίας μολύνθηκε. Μόνοι μας οι άνθρωποι μολύναμε το περιβάλλον μας. Με τις πλεονεξίες μας, με τις αδικίες και τους πολέμους καταστρέψαμε τον όμορφο κόσμο που μας είχε φτιάξει και παραδώσει ο Θεός. Και ο παμπόνηρος σατανάς κατάφερε να πείσει πολλούς ότι η Δημιουργία η τόσο ωραία δεν έχει ανάγκη από κανένα Δημιουργό. «Έδιωξαν» έτσι με την εισήγηση του Διαβόλου τον Οικοδεσπότη από το σπίτι Του. Άφησαν τις κρυστάλλινες πηγές του θείου Νόμου και τρέχουν στις θολές πηγές της αμαρτωλής ζωής, που υποδεικνύει ο εισηγητής της αμαρτίας Διάβολος. Βυθίσθηκαν στη ζωή της σαρκικότητας, της αδικίας, της εκμεταλλεύσεως των αδυνάτων και φτωχών, του πλουτισμού με οποιοδήποτε μέσο, ακόμη και παράνομο και αθέμιτο.

Το αποτέλεσμα; Το ζούμε καθημερινά και κλαίει η καρδιά μας. Πτωχεύουν το ένα μετά το άλλο τα κράτη της γης. Πεθαίνουν εκατομμύρια παιδιά κάθε χρόνο στον κόσμο από την πείνα. Οι πόλεμοι είναι ασταμάτητοι, για να πλουτίζουν οι πολεμικές βιομηχανίες. Οι ασθένειες που οφείλονται σε αμαρτίες αυξάνονται αλματωδώς. Η κτηνώδης αμαρτία ξεδιάντροπη παρελαύνει με αυθάδεια στους δρόμους. Οι υπόνομοι των πόλεων γεμίζουν με ανθρώπινα έμβρυα. Τι να δει κανείς σήμερα στη γη και να μην πονέσει; Που να στρέψει το βλέμμα του και να μη λυπηθεί; Ακόμη και τα ωραιότερα μέρη της γης τα μολύνει ο άνθρωπος με τις αμαρτίες του.

Αυτά ασφαλώς είχαν υπ’ όψιν τους ο Ασκητής και ο δάσκαλος, γι’ αυτό συμβούλευαν να υψώνουμε ψηλά τα μάτια. Όχι στα γήινα και χαμηλά, στα κατώτερα και μολυσμένα, γιατί όπου και να δεις σ’ αυτά, κινδυνεύεις να μολυνθείς• αλλά στα ψηλά, στα ουράνια τα μάτια μας, διότι είναι καθαρά, αφού εκεί κατοικεί ο Θεός, με όλους τους Αγίους και επικεφαλής την Παναγία• εκεί η χορεία των Αγγέλων, εκεί ο Παράδεισος μας περιμένει.

Κι αν κάποτε είμαστε πεσμένοι ψυχικά, αν κάποια ασθένεια, κάποια οικονομική δυσχέρεια, κάποια οικογενειακή δυσκολία η άλλη αιτία έχουν ρίξει το ηθικό μας, τότε προπάντων να μη λησμονούμε να κοιτάμε ψηλά. Τότε μας χρειάζεται επειγόντως να σηκώνουμε ψηλά τα μάτια. Ψηλά! Προς Εκείνον που μας αγαπά και μπορεί να μας βγάλει από κάθε αδιέξοδο.

Λοιπόν, ψηλά τα μάτια και ψηλότερα η καρδιά!

(*) Νικοδήμου του Αγιορείτου, Αόρατος Πόλεμος, κεφ. κα.

Ἡ μουσικὴ, γιὰ τοὺς Ἁγίους Πατέρες, εἶναι μέσο κατευνασμοῦ τῶν παθῶν, ψυχικῆς κάθαρσης, πνευματικῆς ἀγαλλίασης

Οἱ Πατέρες τῆς ἐκκλησίας τονίζουν συχνὰ στὰ κείμενά τους τὸν ρόλο τῆς ἐκκλησιαστικῆς μουσικῆς στὴν διαμόρφωση καὶ τὴν καλλιέργεια τοῦ χριστιανικοῦ ἤθους καὶ παροτρύνουν τοὺς χριστιανοὺς νὰ ὑμνοῦν μὲ τὴν μουσικὴ τὸν Θεό. Ἡ μουσικὴ, γιὰ τοὺς Ἁγίους Πατέρες, εἶναι μέσο κατευνασμοῦ τῶν παθῶν, ψυχικῆς κάθαρσης, πνευματικῆς ἀγαλλίασης.

Γράφει ὁ Μέγας Βασίλειος: «Ἡ ψαλμωδία γαληνεύει τίς ψυχές, προξενεῖ τήν εἰρήνη, καταστέλλει τόν θόρυβο καί τά κύματα τῶν λογισμῶν». 

Μέγας Ἀθανάσιος, ἐπίσης, γράφει τὰ ἑξῆς: «Μέ τήν ψαλμωδία ἡ ταραχή καί ἡ ἀγριότητα καί ἡ ἀταξία πού ὑπάρχει στήν ψυχή ἐξομαλύνεται, ἐνῶ ἡ λύπη θεραπεύεται». 
Τέλος, ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος παρατηρεῖ: «Γίνεται ἅγιος καί ὁ ἀέρας μέ τήν ψαλμωδία… Ἡ διάνοια ἀκούει τήν φωνή καί ἀλλάζει· εἰσέρχεται ἡ μελωδία καί δραπετεύουν τά πάθη τῆς πλεονεξίας»2.

Ἡ βυζαντινή μουσική, ὅταν τήν χρησιμοποιοῦμε, μᾶς ἁγιάζει χωρίς πολύ κόπο.
«Ἡ βυζαντινή μουσική», δίδασκε ὁ Άγιος Πορφύριος, «εἶναι πάρα πολύ ὠφέλιμη. Κανένας χριστιανός δέν πρέπει νά ὑπάρχει χωρίς νά ξέρει βυζαντινή μουσική. Πρέπει ὅλοι νά μάθομε. Ἔχει ἄμεση σχέση μέ τήν ψυχή. Ἡ μουσική ἁγιάζει τόν ἄνθρωπο ἀναίμακτα. Χωρίς κόπο, ἀγαλλόμενος, γίνεσαι ἅγιος»3.

«Ὅταν μελαγχολεῖτε», ἔγραφε πρὸς πνευματικό του παιδὶ ὁ Ὅσιος Θεοφάνης ὁ Ἔγκλειστος, «νὰ ψάλλετε τὰ δυὸ τοῦτα τροπάριά Της: «Μακαρίζομεν σὲ πᾶσαι αἱ γενεαί, Θεοτόκε Παρθένε· ἐν Σοί γὰρ ὁ ἀχώρητος Χριστὸς ὁ Θεὸς Ἡμῶν χωρηθῆναι ηὐδόκησε. Μακάριοι ἐσμέν καὶ ἡμεῖς προστασίαν Σὲ ἔχοντες· ἡμέρας γὰρ καὶ νυκτὸς πρεσβεύεις ὑπὲρ ἠμῶν καὶ τὰ σκῆπτρα τῆς βασιλείας ταῖς Σαῖς ἱκεσίαις κρατύνονται διὸ ἀνυμνοῦντες βοῶμεν Σοί· Χαῖρε κεχαριτωμένη, ὁ Κύριος μετά Σοῦ». «Σὲ τὸ ἀπόρθητον τεῖχος, τὸ τῆς σωτηρίας ὀχύρωμα, Θεοτόκε Παρθένε, ἱκετεύομεν. Τὰς τῶν ἐναντίων βουλάς διασκέδασον, τοῦ λαοῦ Σου τὴν λύπην εἰς χαρὰν μετάβαλε· ὑπὲρ εἰρήνης τοῦ κόσμου πρέσβευε· ὅτι Σὺ εἶ, Θεοτόκε, ἡ ἐλπὶς Ἡμῶν»»4.

Ἀπόσπασμα ἀπό τό Βιβλίο:Τά πάθη καί ἡ κατάθλιψη – Τί εἶναι καί πῶς θεραπεύονται (Ἱερομονάχου Σάββα Ἁγιορείτου)

Τί εἶναι ἡ Ὀρθοδοξία καὶ τί εἶναι ὁ παπισμός

[...] Ἔκαμαν ἄνω κάτω σήμερον τὴν Ὀρθόδοξον Ἐκκλησίαν μας, ἐχώρισαν τὸ ποίμνιόν της, τὸ ἐσκόρπισαν καὶ τρέχει σαστισμένον ἐδῶ καὶ ἐκεῖ. Μεταχειρίσθησαν πᾶν μέσον διὰ νὰ προσεταιρισθοῦν πάντα Ἕλληνα, ὁ ὁποῖος εἶναι τελείως ἀδιάφορος εἰς τὰ τῆς θρησκείας καὶ τὰς Ἐκκλησίας, ἢ ἄθεος καὶ ἐχθρός της, καὶ ὁ ὁποῖος προσποιεῖται ὅτι ἐνδιαφέρεται δι᾿ αὐτὴν καὶ διὰ τὴν τύχην της ἀπὸ ἰδιοτέλειαν ἢ ἀπὸ ἄλλην αἰτίαν, ὁλοτελῶς ξένην πρὸς τὴν Ἐκκλησίαν, ἂν καὶ διὰ νὰ μεταβληθοῦν οἱ τοιοῦτοι χλιαροὶ εἰς φιλοπαπικοὺς ζηλωτάς, δὲν ἐχρειάσθη καὶ μεγάλη προσπάθεια, διότι αὐτοὶ οἱ «Ὀρθόδοξοί της περιστάσεως» δὲν ἔχουν νὰ χάσουν τίποτε, ἐὰν καταστραφεῖ ἡ Ὀρθόδοξος ἀλήθεια, καὶ ἐπὶ πλέον ἡ φιλία τοῦ Παπισμοῦ ἠμπορεῖ νὰ προσφέρει πάντοτε πολλὰ ὀφέλη εἰς ἐκεῖνον ποὺ τὴν ἔχει. Δι᾿ αὐτοὺς «οἱ λίθοι γενήσονται ἄρτοι». Ὡς ἐκ τούτου, πολλοὶ ὁποῦ ἦσαν προηγουμένως ἀδιάφοροι, καὶ πολλάκις σαρκασταὶ τῆς θρησκείας καὶ τῆς Ἐκκλησίας, ἔγιναν αἴφνης διαπρύσιοι κήρυκες τῆς Χριστιανικῆς «ἀγάπης», τὴν ὁποίαν μεταχειρίζονται ὡς προπέτασμα καπνοῦ διὰ τὸν πονηρὸν συνεταιρισμὸν τῶν μετὰ τῶν λατίνων. Ὁ σπαραγμὸς τῆς Ἐκκλησίας μας καὶ τοῦ ποιμνίου της, ἡ ἀναταραχὴ καὶ ἡ διχόνοια, αὐτὰ εἶναι οἱ θεάρεστοι καρποὶ τῆς πολιτείας τῶν κακῶν ποιμένων τῆς Ἐκκλησίας μας.
[...] Αὐτὰ εἶναι τὰ πρωτάκουστα δεινὰ τὰ ὁποῖα συνεσωρεύθησαν, ἐντὸς μερικῶν μόνον μηνῶν, ἐπάνω εἰς τὸ σῶμα τῆς πολυπαθοῦς Ὀρθοδοξίας, διὰ τὰ ὁποῖα θρηνοῦν οἱ Ἄγγελοι εἰς τὸν οὐρανόν. Καὶ οἱ πρωταίτιοι τῶν δεινῶν τούτων, οἱ κακοὶ ποιμένες τῆς Ἐκκλησίας μας, παρουσιάζουν ὡς ἀγάπην τὸν δαίμονα τῆς φιλοδοξίας ποὺ ἐμφωλεύει εἰς τὰς καρδίας των.

Ἀποσπάσματα ἀπὸ τὸ βιβλίο «Τί εἶναι Ὀρθοδοξία καὶ τί εἶναι παπισμός», Δ´ ἔκδοση, ἐκδοτικὸς οἶκος ΑΣΤΗΡ


Φώτης Κόντογλου - Προς ενωτικούς: "..Σπαράξατε τους αθώους και αγίους ομολογητάς, αφού εγίνατε λύκοι σεις οι ίδιοι οι ποιμένες.

Πρὸς ἑνωτικούς

Ἡ ἐπιθυμία τῆς Ὑμετέρας Παναγιότητος καὶ τῶν σὺν ὑμῖν ὅπως ὑποταχθῇ ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία εἰς τὸν Πάπαν, καὶ ἡ ἐκ μέρους σας ἀνεξήγητος σπουδὴ πρὸς τοῦτο, ἐπλήρωσε τὰς καρδίας μας ἀφάτου θλίψεως, καὶ ἀθυμία κατέλαβεν ἡμᾶς, κατὰ τὸν προφητάνακτα, ἀπὸ ἁμαρτωλῶν, τῶν ἐγκαταλιμπανόντων τὸν νόμον τοῦ Θεοῦ. Τὰ ὦτα μας συρίζουν ἀκόμη ἀπὸ τὸ φρικτὸν τοῦτο ἄκουσμα.

Ἡ Ὀρθόδοξος ποίμνη ἐδιχάσθη, καὶ σεῖς φέρετε τὸ κρίμα. Καὶ οἱ μέν, σᾶς ἠκολούθησαν εἰς τὴν εὐρύχωρον ὁδόν, τὴν ἀπάγουσαν εἰς τὴν ἀπώλειαν, οἱ δὲ παρέμειναν ἑδραῖοι καὶ ἀσάλευτοι εἰς τὴν Ὀρθόδοξον πίστιν τῶν πατέρων των, ἀποστρέφοντες τὸ πρόσωπον καὶ ἀπὸ μόνην τὴν σκέψιν, ὅτι ὁ Οἰκουμενικὸς Πατριάρχης ἐνηγκαλίσθη καὶ ἠσπάσθη τὸν γυναικοπρόσωπον Πάπαν, καὶ ἐμολύνθη ἀπὸ τὸ βδέλυγμα τοῦτο τῆς ἀσεβείας.
Ἐκεῖνοι, οἵτινες σᾶς ἠκολούθησαν, ἦσαν ἐκ τῶν προτέρων προδικασμένοι ὅτι θὰ σᾶς ἠκολούθουν, ὅντες ὑλόφρονες, ματαιόδοξοι, ἄπιστοι, ἀλαζόνες, ξενόδουλοι, κόλακες καὶ κολακευόμενοι. Λοιπόν, ἔσπευσαν νὰ συναχθῶσι μὲ τὸν «κόσμον», τὸν ἁμαρτωλὸν κόσμον τῆς ἐπιγείου ἀνέσεως, τῆς ἄνευ ταλαιπωριῶν καὶ ἀγῶνος ζωῆς, πιστεύοντες μόνον εἰς «τὴν ὦδε μένουσαν πόλιν, μὴ ἐπιζητοῦντες δὲ τὴν μέλλουσαν», ὡς ἀνύπαρκτον καὶ μὴ πιστευτὴν εἰς αὐτούς.
Οἱ δὲ ἄλλοι, οἱ πιστοί, ἔμειναν εἰς τὴν χῶραν τῆς πενίας, τῶν στερήσεων, τῶν πειρασμῶν, τῶν διωγμῶν, βέβαιοι ὄντες ὅτι ἐν μέσῳ αὐτῶν παρίσταται ὁ Κύριος, ὁ εἰπὼν ὅτι ἡ Ἐκκλησία Του θὰ εἶναι συνδεδεμένη μὲ τὸ μαρτύριον, τὴν περιφρόνησιν, τὴν πτωχείαν, τὸν ἐμπαιγμόν, τὰ ὁποῖα θὰ εἶναι ἡ ἀντιμισθία τῆς σθεναρᾶς ὁμολογίας τῶν εἰς τοῦτον τὸν κόσμον. Εἰς τὰ ὦτα των ἠχοῦν ἡμέρας καὶ νυκτὸς οἱ παρήγοροι λόγοι τοῦ Χριστοῦ· «Εἰ ἐμὲ ἐδίωξαν, καὶ ὑμᾶς διώξουσιν». Ὁ διωγμός, ἡ κακοπάθησις καὶ ὁ θάνατος εἶναι ὁ μακάριος κλῆρος τῶν γνησίων μαθητῶν τοῦ Χριστοῦ. Τὸ πανάγιον στόμα Του εἶπεν ἐπίσης· «Ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ βιάζεται καὶ οἱ βιασταὶ ἁρπάζουσιν αὐτήν». Πῶς εἶναι δυνατὸν νὰ ὑπάρχουν βιασταὶ καὶ ἀγωνισταὶ εἰς τὴν παράταξιν ἐκείνων, οἱ ὁποῖοι ἔσπευσαν νὰ συνθηκολογήσουν μὲ τὸ ψεῦδος, διὰ νὰ ζήσουν ἐν ἡσυχίᾳ καὶ ἀπολαύσει τῶν ἐγκόσμιων ἀγαθῶν;

Καὶ σεῖς, οἱ ποιμένες τοῦ λαοῦ, τί εἴδους ποιμένες εἶσθε; Τὰ πρόβατα, τὰ ὁποῖα σᾶς ἐνεπιστεύθη ὁ Κύριος, ἰδού, τὰ παραδίδετε εἰς τοὺς λύκους. Συναυλίζεσθε μὲ τοὺς ἄρχοντας τοῦ κόσμου τούτου τοῦ ματαίου, τοῦ παρερχομένου, διότι ἐζηλώσατε τὴν δόξαν αὐτῶν καὶ οὐχὶ τὴν δόξαν τοῦ Θεοῦ. Ὑπετάξατε τὴν πίστιν εἰς τους ἁμαρτωλοὺς ἀνθρώπους τῶν κοσμικῶν ἐπιθυμιῶν, οἵτινες ἔχουν ὡς ὁδηγόν των τὸν σατανᾶν. Παρεδόθητε καὶ παραδώσατε τὰ πρόβατα εἰς τὸν ἄρχοντα τοῦ κόσμου τούτου, εἰς τὸν κατέχοντα τὴν ὑλικὴν ἰσχύν, τὸν χρυσόν, τὰς ἐφευρέσεις καὶ τὰς μηχανάς, αἱ ὁποῖαι καταπλήττουν τὰ πλήθη, ὡς θαύματα τοῦ Ἀντιχρίστου. Παρεδόθητε καὶ παρεδωσατε τὰ πρόβατα εἰς τὴν ψευδώνυμον γνῶσιν, «τὴν κενὴν ἀπάτην», τὴν διδασκομένην εἰς τὰς χώρας τῆς ἀθεῖας καὶ τῆς ἀπογνώσεως, ὅπου μήτε ὀσμὴ ὑπάρχει τῆς αἰωνίου ζωῆς καὶ τῆς ἀληθοῦς γνώσεως, τῆς γνώσεως τοῦ Θεοῦ.

«Ἀκούσατε ταῦτα, οἱ ἱερεῖς, καὶ προσέχετε, ἐνωτίζεσθε, διότι πρὸς ὑμᾶς ἐστὶ τὸ κρίμα» (Ὠσηέ, Ε´, 1).

«Οὐαὶ αὐτοῖς, ἐνύσταξαν οἱ ποιμένες» (Ναοὺμ Γ´, 18).

Καὶ ταῦτα, διότι δὲν εἶσθε οἱ ποιμένες οἱ καλοί, οἱ θυσιάζοντες τὴν ζωήν των ὑπὲρ τῶν προβάτων καὶ ὁδηγοῦντες αὐτὰ εἰς τοὺς εὐώδεις λειμῶνας τῆς ἀθανάτου ζωῆς. Σεῖς εἶσθε «οἱ μισθωτοὶ ποιμένες», καὶ κατὰ τὸ πανάγιον στόμα τοῦ Κυρίου «ὁ μισθωτὸς ποιμὴν οὐκ ἐστὶ ποιμήν» (Ἰω. Ι´, 12). Εἶσθε μισθωτοὶ τῶν ἀρχόντων τοῦ κόσμου τούτου, διὰ τὴν δόξαν καὶ διὰ τὸν πλοῦτον τῶν ὁποίων ἐργάζεσθε.
Καὶ ἅπαξ εἶσθε δοῦλοι τοιούτων κυρίων, εἶσθε ὡπλισμένοι μὲ τὰ ὅπλα τῆς βίας, μὲ τὰ ὁποῖα ἀπειλεῖτε τὰ πιστὰ πρόβατα τοῦ Χριστοῦ, διὰ νὰ τὰ ἀναγκάσετε νὰ σᾶς ἀκολουθήσουν.
Ἀλλά, αὐτὰ τὰ μακάρια πρόβατα ἀπεκδέχονται τὸ μαρτύριον ὡς λύτρωσιν καὶ ὡς ἀψευδὲς σημεῖον, ὅτι θὰ λάβουν τὸν ἀμάραντον στέφανον ἀπὸ τὸν ἀγωνοθέτην Κύριον Ἰησοῦν Χριστόν.

Ναί! Εἴμεθα ἕτοιμοι νὰ μαρτυρήσωμεν μετὰ χαρᾶς καὶ ἀγαλλιάσεως ὑπὲρ τῆς Ὀρθοδόξου πίστεως, τὴν ὁποίαν κρατῶμεν ὡς τὸν μέγαν θησαυρόν. Μακαρίζομεν ἑαυτούς, διότι θὰ διωχθῶμεν καὶ θ᾿ ἀποθάνωμεν ὑπὲρ πίστεως καὶ ἀληθείας.
Ἀκονίσατε τὴν μάχαιραν τῆς αἰσχύνης. Ἀποστείλατε τὰ ὄργανα τῆς βίας, τὰ ὁποῖα σᾶς δορυφοροῦν, καὶ μὲ τὰ ὁποῖα εἶναι πάντοτε πάνοπλος ἡ ἀποστασία. Ἤδη ἐνεφανίσθη τὸ αἱματωμένον φάσγανον τῆς βίας, διὰ νὰ ἐνσπείρῃ τὸν τρόμον εἰς τὰς ἁγίας καρδίας τῶν γερόντων, τῶν ἀσκητῶν καὶ ἐρημιτῶν, οἱ ὁποῖοι ἔζησαν ἐν δοκιμασίαις, ἐν στερήσει, ἐν ἀπαρνήσει τοῦ σαρκίου των, διὰ νὰ εὐαρεστήσουν τὸν Κύριον. Τὸ φρικτὸν πρόσωπον τῆς βίας ἐμφανίζεται, ὡς τὸ τῆς μυθικῆς κεφαλῆς τῆς Μεδούσης, εἰς τὸν ἡγιασμένον Κῆπον τῆς Παναγίας. Καὶ ὄπισθεν αὐτοῦ τοῦ φοβήτρου εὑρίσκεσθε σεῖς, «οἱ ποιμένες οἱ μισθωτοί», οἱ τρίδουλοι τῶν ἀρχόντων τοῦ σκοτεινοῦ κόσμου τοῦ χρήματος, τῆς ἀθεῖας, τοῦ ἐκφυλισμοῦ καὶ πάσης ἀκολασίας.
Σπαράξατε τοὺς ἀθώους καὶ ἁγίους ὁμολογητάς, ἀφοῦ ἐγίνατε λύκοι σεῖς οἱ ἴδιοι οἱ ποιμένες. Κατασπαράξατε τὴν ἁγίαν Ὀρθοδοξίαν μέσα εἰς τὸ Κολοσσαῖον, εἰς τὸ ὁποῖον παρίστανται οἱ Καίσαρες τῆς σημερινῆς κακούργου ἀθεῖας.
Ἀλλὰ εἶναι καιρὸς πλέον, ν᾿ ἀποβάλετε τὴν δορὰν τοῦ προβάτου, καθ᾿ ὅσον αὕτη οὐδένα ἀπατᾶ πλέον.
Ὃ ποιεῖτε, ποιεῖτε τάχιον!

Φώτιος Κόντογλου

Ψεύδονται οι Οικουμενιστές

Η Παράδοση του λαού μας δοκιμασμένος τρόπος αληθινής ζωής

“Δεν θέλουμε έναν πολιτισμό που ο Χριστός θα είναι στο περιθώριο. Γιατί αυτός ο πολιτισμός θα είναι πολιτισμός της φιλαυτίας που δεν βοηθεί ουσιαστικά τον άνθρωπο…”

† Αρχιμανδρίτου Γεωργίου Καψάνη

~ Εμείς αυτή την ορθόδοξη παράδοση παραλάβαμε από τους γονείς μας, από τους παππούδες μας και τις γιαγιάδες μας.

Και δεν θα την αρνηθούμε, γιατί είδαμε ότι αυτή είναι η αληθινή ζωή. Δεν θέλουμε αυτήν την ζωή να την αλλάξουμε, γιατί είναι δοκιμασμένη ζωή.

Και δεν είναι μόνο η ζωή των δικών μας προγόνων. Είναι η ζωή εκείνων που έκαναν το 1821, η ζωή του Μακρυγιάννη, του Κολοκοτρώνη, όλων αυτών που θυσιάστηκαν “για του Χριστού την πίστη την αγία και της πατρίδος την ελευθερία”. Είναι η πίστη του Αγίου Κοσμά του Αιτωλού, που κράτησε το γένος και το έσωσε από τον εκτουρκισμό.

Γνωρίζετε εσείς έστω και έναν ήρωα του ’21, ο οποίος να ήταν αντίχριστος;Όλοι ήταν ευλαβείς χριστιανοί, εξομολογούντο, κοινωνούσαν και αγωνίζονταν. Ήθελαν να κάνουν την νέα Ελλάδα έθνος άγιον, στο οποίο να βασιλεύει ο Χριστός. Έχουμε δικαίωμα εμείς να απαρνηθούμε αυτή την παράδοση, χωρίς να διαπράξουμε ύβρι; Προσωπικά νομίζω ότι δεν έχουμε.

Και γι’ αυτό εμείς, με την χάρη του Θεού, θα μείνουμε σ’ αυτήν την παράδοση, την θεοκεντρική. Ο Χριστός θα είναι το κέντρο του πολιτισμού μας. Δεν θέλουμε έναν πολιτισμό που ο Χριστός θα είναι στο περιθώριο. Γιατί αυτός ο πολιτισμός θα είναι πολιτισμός της φιλαυτίας που δεν βοηθεί ουσιαστικά τον άνθρωπο. Αντίθετα με τον θεοκεντρικό πολιτισμό της η Εκκλησία δέχεται όλα και τα αγιάζει όλα. Η Εκκλησία υπάρχει όχι για να καταπιέζει τους ανθρώπους, αλλά για να τους ελευθερώνει.

Και γι’ αυτό έχουμε ανάγκη την Εκκλησία.

από το βιβλίο: “Η Ευχαριστιακή ζωή” του Αρχιμανδρίτου Γεωργίου Καψάνη Καθηγούμενου Ι.Μ. Οσίου Γρηγορίου (Έκδοση Ι.Μ.Οσίου Γρηγορίου – Άγιο Όρος 2006)

https://simeiakairwn.wordpress.com


ΥΠΑΡΧΕΙ ΠΡΟΦΗΤΕΙΑ ΟΤΙ ΠΑΤΡΙΑΡΧΑΙ, ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΙ, ΕΠΙΣΚΟΠΟΙ, ΙΕΡΕΙΣ ΘΑ ΠΡΟΔΩΣΟΥΝ ΤΗΝ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ· NA ETOΙΜΑΖΩΜΕΘΑ ΓΙΑ ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΚΑΤΑΚΟΜΒΩΝ

NA ETOΙΜΑΖΩΜΕΘΑ ΓΙΑ ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΚΑΤΑΚΟΜΒΩΝ

Aπό το βιβλίο του Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αυγουστίνου Καντιώτου
«ΟΙ ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΙ ΣΤΟΥΣ ΕΣΧΑΤΟΥΣ ΚΑΙΡΟΥΣ»

«…Ὅπως καταντοῦμε, ξέρετε, οἱ θεωρούμενοι ὀρθόδοξοι θὰ ἀρνηθοῦν τὴν Ὀρθοδοξία ―ὑπάρχει προφητεία, ὅτι πατριάρχαι ἀρχιεπίσκοποι ἐπίσκοποι ἱερεῖς θὰ προδώσουν τὴν Ὀρθοδοξία―, καὶ θὰ τὴν ὑποστηρίξουν ἄνθρωποι ἄλλοι…».

Ἔ, φεύγουμε κ᾿ ἐμεῖς ἀπὸ τὸ σχῆμα αὐτὸ τῆς Ἐκκλησίας, ποὺ ἀπελαμβάναμε ὡρισμένα προνόμια σὲ ὡρισμένες ἐποχὲς καὶ εἴχαμε μερικὴ ἐλευθερία. Φεύγουμε πλέον ἀπὸ τὸ σχῆμα αὐτὸ τῆς Ἐκκλησίας, καὶ μπαίνομε στὸ σχῆμα τῶν κατακομβῶν.
Tότε πλέον, ὄχι μόνο τροπικῶς, ἀλλὰ καὶ τοπικῶς θὰ χωριστοῦμε. Καὶ ἡ Ἐκκλησία θὰ διωχθῇ· καὶ οἱ ναοὶ θὰ κλείσουν, ὃν τρόπον ἔχουν κλείσει στὴν Ἀλβανία καὶ σὲ ἄλλα μέρη.
Διωγμός. Φαίνονται αὐτὰ ἀπίστευτα· ἀλλὰ ὅλες οἱ ἐνδείξεις φανερώνουν, ὅτι ἐκεῖ βαίνομε. Λοιπόν, πρέπει κ᾿ ἐμεῖς νὰ προετοιμάσωμε τὸν ἑαυτό μας διὰ Ἐκκλησίαν κατακομβῶν.
Ἀλλὰ γεννᾶται τὸ ἐρώτημα. Ἔχομε ἐμεῖς τὴν διάθεσιν αὐτήν; Τί λέτε; Μήπως συμβῇ ἐκεῖνο τὸ ὁποῖον εἶπε ὁ Χριστὸς στὸν Πέτρο· «Σίμων Σίμων, ἰδοὺ ὁ σατανᾶς ἐξῃτήσατο ὑμᾶς τοῦ σινιάσαι ὡς τὸν σῖτον» (ὁ σατανᾶς, λέει, ζητάει νὰ σᾶς κοσκινίσῃ)· «ἐγὼ δὲ ἐδεήθην περὶ σοῦ ἵνα μὴ ἐκλίπῃ ἡ πίστις σου» (Λουκ. 22,31). Ὁ Κύριος ἐγνώριζε τὴν ἀδυναμία τοῦ Πέτρου καὶ ὅτι, ναὶ μὲν εἶχε πόθο εἰλικρινῆ νὰ μείνῃ κοντὰ στὸ Χριστό, ἀλλὰ ἦταν τὸ πνεῦμα του ἀσθενές.
Ὁ Πέτρος ἀπήντησε· «Ἐγώ, Κύριε, μαζί σου θὰ εἶμαι». Κ᾿ ἐσεῖς τώρα εἶστε ἐδῶ πέρα, μαζί μου. Ἀλλὰ θὰ εἶστε πάντα;
Θὰ περάσετε κόσκινο. Δὲν θέλω νὰ σᾶς ἀπογοητεύσω. Ὡραῖα εἶστε τώρα ὅλες ἐδῶ. Δὲν σᾶς πειράζει κανείς, δὲν σᾶς καταδιώκει κανείς. Ἐλεύθερο κατηχητικὸ σχολεῖο ἔχετε, ἐλεύθερες συγκεντρώσεις κάνετε, ἐλεύθερα εἶνε ὅλα. Ζῆτε πάνω σ᾿ ἕνα ὄρος Θαβώρ. «Kαλόν ἐστιν ἡμᾶς ὧδε εἶναι» (Mατθ. 17,4). Ἔχετε τὴ συντροφιά σας, τὸ φαγητό σας, τὸν ὕπνο σας, τὰ κέντρο σας, τὶς εὐκολίας σας. Ὅλα αὐτὰ εἶνε καλὰ καὶ εὐχάριστα. Ἀλλὰ μετὰ ὁ Θεὸς θὰ μᾶς δώσῃ μιὰ κλωτσιά, ὅπως λέει καὶ ὁ Χότζνερ, καὶ θὰ μᾶς πετάξῃ ἀπὸ τὸ ὄρος Θαβώρ· θὰ μᾶς ῥίξῃ κάτω, στὴν σκληρὰν πεδιάδα, στὸ σχῆμα αὐτό.
Γεννᾶται λοιπὸν τὸ ἐρώτημα·

ἐμεῖς εἴ­μεθα προετοιμασμένοι γιὰ ἕνα τέτοιο διωγμό; Ἔχομε ἐμεῖς τὸ θάρρος καὶ τὴν αὐταπάρνησιν τοῦ μάρτυρος ἐκείνου, ποὺ ἄκουε νὰ πλησιάζῃ τὸ μούγκρισμα τῶν λεόντων καὶ ἔλεγε· «Nά, ἀκούεται ἡ σάλπιγξ, ἀκούεται ἡ σάλπιγγα ποὺ μὲ καλεῖ»; Ἔχομε ἐμεῖς τέτοια αὐταπάρνησι καὶ θυσία; Ἐμεῖς οἱ ὑλικοί, οἱ γήινοι ἄνθρωποι, μποροῦμε νὰ φτάσουμε σ᾿ αὐτὸ τὸ σημεῖο, ποὺ ἔφτασαν ὅλοι αὐτοὶ οἱ ἥρωες; Ἔχουμε τὴν αὐταπάρνησιν αὐτὴ τῆς Μαριάμ, μιᾶς ταπεινῆς ὑπηρετρίας, ἡ ὁποία κατώρθωσε νὰ κερδίσῃ τὴν Φαβιόλα;

Φοβερώτερο ἀπὸ τὸν θάνατο

Ἐσεῖς ποὺ πιστεύετε στὸ Xριστό; Θὰ ἦτο φοβερώτερο ἀπὸ τὸ θάνατο, ἂν σᾶς ἔλεγαν ὅτι κάποιος ἀπὸ σᾶς θὰ προδώσῃ τὴν πίστι του. Τὸ νὰ πεθάνουμε εἶνε φυσικὸ πρᾶγμα, τὸ νὰ προδώσουμε τὴν πίστι εἶνε ἀπαίσιο καὶ ἀποτρόπαιο. «Kάποιος ἀπὸ σᾶς», εἶπε ὁ Xριστὸς στοὺς μαθητάς, «θὰ μὲ προδώσῃ», καὶ ἐγένετο διαταραχὴ μεταξὺ τῶν μαθητῶν (Ματθ. 26,21 κ.ἑ.).

Σπανουδάκης: “Να βρούμε αυτούς που θα σηκώσουν την Ελλάδα και πάλι ψηλά…”

*Η μαγιά που κρατάει την Ελλάδα υπάρχει. Ο Θεός θα τους εμφανίσει την στιγμή που πρέπει…αφού φανούν πρώτα οι διαθέσεις ολονών.

Ναι λοιπόν, ζω σ’ αυτήν την χώρα.
Μ’ αυτούς τούς τόσο διαφορετικούς, από εμένα τουλάχιστον, ανθρώπους, πολιτικούς, παράγοντες και τηλεπερσόνες.

Ποτέ στην ζωή μου, δεν είχα σε υπόληψη, τούς έξυπνους, τούς σπουδασμένους, τούς λαοφιλείς, η τούς επώνυμους.

Άλλωστε αυτοί είναι που καθημερινά, καταστρέφουν ό,τι αγγίζω κι ό,τι αγαπώ.
Την ιστορία μας, την γλυκειά Πόλη, την αγαπημένη Σμύρνη, το χιλιόχρονο Βυζάντιο, την πίστη, την ψυχή την παλληκαριά, τελικά, του να είσαι Έλληνας.

Σέβομαι και αποζητώ, τούς απλούς, τούς αμόρφωτους, τους ταπεινούς και τίς καθαρές καρδιές. Αυτοί μας λείπουν, αυτοί μας βαστάνε.
Λόγω αυτών, υπάρχουμε ακόμα.

Είναι τόσο εύκολο να καταλάβετε τούς σκάρτους, τούς δήθεν.
Θα τούς βλέπετε παντού, θα έχουν γνώμη γι όλα, θα έχουν εξουσία…
Θα παίζεται παντού η μουσική τους, ή η όποια τέχνη τους…
Αλλά αυτά που θα λένε ή που θα κάνουν, δεν θα σας χαρίζουν ούτε μια στιγμή χαράς, κατάνυξης ή ευλογίας.
Δεν θα σας ξεκολλήσουν στιγμή, από το χώμα.
Εκεί σας θέλουν, για να άρχουν στον “λαό”, στο “κοινό” τους.

“Δείχνουν νικητές κι’ είναι νικημένοι, δείχνουν ζωντανοί κι είναι πεθαμένοι”.

Οί άλλοι τώρα, αυτοί που απέχουν η τούς απέχουν σκοπίμως, είναι αυτοί που πρέπει να ψάξετε, για να αναπαυθείτε κοντά τους.
Για να τούς μιμηθείτε, να τούς καταλάβετε και να τους αγαπήσετε.
Αυτοί κρατάνε την Ελλάδα, αυτοί θα την σηκώσουν πάλι ψηλά, στην θέση που της αξίζει.

Να δώσει ο Θεός να το ζήσω κι εγώ κοντά τους.
Κοντά στήν κρυφή τους μεγαλοσύνη, την υγειή αβεβαιότητα τους και την ύστατη ταπείνωση μπροστά, στην μητέρα πατρίδα.

Ζεί η Ελλάδα και θα ζεί, κόντρα στούς άφρονες ηγέτες και εφιάλτες, γιατί έχει από γεννησημιού της, αγκαλιάσει το αληθινό όνειρο.
Έχει ανδρωθεί, με το Θείο γάλα.
Έχει προδοθει, έχει πονέσει και πονάει ακόμη.
“Δέν υπάρχει αγάπη, δίχως πόνο”.

Ο Θεός μαζί μας λοιπόν κι εμείς μικρά παιδιά, στην απλωμένη ζεστή αγκαλιά Του.

Και οι στρατιές τών αγγέλων Του, ας δείξουν για λίγο και σ’ εμάς τούς ολιγόπιστους, τα γλυκά, νικητήρια και αποφασισμένα,πρόσωπά τους.

Αμήν, Αμήν, Αμήν!

“Να μη μείνετε έκπληκτοι όταν ακούσετε ότι οι άνθρωποι άρχισαν να τρέχουν με κάθε τρόπο στις εκκλησίες και να προσεύχονται…”

Κάθε φορά πού ο πατήρ-Λαυρέντιος καθόταν στό τραπέζι για να δειπνήσει, ενώ περίμενε τον καθέναν που θα συνέτρωγε μαζί του, έλεγε:

“Δέν πεινάω, αλλά πρέπει να σάς δω όλους, και να σας μιλήσω σχετικά μέ τό τί πρόκειται νά γίνει στο μέλλον…” Μερικές φορές έκλαιγε και έλεγε:

“Αλλοίμονο εάν ξέρατε, τί περιμένει τον κόσμο, και τι πρόκειται να γίνει στο μέλλον… Αλλοίμονο εάν ξέρατε, πόσο οι άνθρωποι υποφέρουν μέσα στήν Κόλαση…”
Όπως διηγείται ή μοναχή Μ…, συχνά ό π. Λαυρέντιος έλεγε:

“Να μή μείνετε έκπληκτοι όταν ακούσετε ότι οι άνθρωποι άρχισαν νά τρέχουν μέ κάθε τρόπο στίς εκκλησίες και νά προσεύχονται…

Αλλά όταν δείτε ότι εκείνοι πού φοράνε χρυσά καλύμματα καί άμφια ( Αρχιμανδρίτες δηλαδή καί Πατριάρχες ) απαγορεύσουν την ανάγνωση τού Ψαλτηρίου στήν αρχή, καί τών Ωρών αργότερα, τότε τά πράγματα δέν θά είναι καλά…

Προσέξτε, ό Κύριος θά τά υπομείνει όλα αυτά, αλλά όμως γιά πολύ λίγο…

Γιατί μετά, θά τούς εγκαταλείψει ολότελα !
Καί τότε, ή Δευτέρα Παρουσία θα είναι πολύ κοντά…”

ΑΓΙΟΣ ΛΑΥΡΕΝΤΙΟΣ ΤΟΥ CHERNIGOF († 1950)
πηγή: Ορθόδοξη Χριστιανική Ομάδα Έβρου