.

.

Δός μας,

Τίμιε Πρόδρομε, φωνή συ που υπήρξες η φωνή του Λόγου. Δος μας την αυγή εσύ που είσαι το λυχνάρι του θεϊκού φωτός. Βάλε σήμερα τα λόγια μας σε σωστό δρόμο, εσύ που υπήρξες ο Πρόδρομος του Θεού Λόγου. Δεν θέλουμε να σε εγκωμιάσουμε με τα δικά μας λόγια, επειδή τα λόγια μας δεν έχουν μεγαλοπρέπεια και τιμή. Όσοι θα θελήσουν να σε στεφανώσουν με τα εγκώμιά τους, ασφαλώς θα πετύχουν κάτι πολύ πιό μικρό από την αξία σου. Λοιπόν να σιγήσω και να μη προσπαθήσω να διακηρύξω την ευγνωμοσύνη μου και τον θαυμασμό μου, επειδή υπάρχει ο κίνδυνος να μη πετύχω ένα εγκώμιο, άξιο του προσώπου σου;

Εκείνος όμως που θα σιωπήσει, πηγαίνει με τη μερίδα των αχαρίστων, γιατί δεν προσπαθεί με όλη του τη δύναμη να εγκωμιάσει τον ευεργέτη του. Γι’ αυτό, όλο και πιό πολύ σου ζητάμε να συμμαχήσεις μαζί μας και σε παρακαλούμε να ελευθερώσεις τη γλώσσα μας από την αδυναμία, που την κρατάει δεμένη, όπως και τότε κατάργησες, με τη σύλληψη και γέννησή σου, τη σιωπή του πατέρα σου του Ζαχαρία.

Άγιος Σωφρόνιος Ιεροσολύμων

"Δώσ' μου τ' αγαθά Σου, Κύριε"



Κύριε Ιησού Χριστέ, φιλόγαθε Κύριε, μετάβαλε την φιλαμαρτήμονα γνώμη μου σε αγαθή και σπουδαία προαίρεση, σε επιθυμία των μυστικών Σου αγαθών, σε όρεξη μεγάλη για τη βασιλεία Σου, σε φόβο και τρόμο της αιωνίου κολάσεως.

Βάλε στην ψυχή μου την επιθυμία της απολαύσεως των ουρανίων αγαθών, για να περιφρονήσω τις μάταιες κοσμικές ηδονές, και προγευτώ τα αγαθά της αιώνιας ζωής, και ζω στον κόσμο σαν υπερκόσμιος, καθώς συ, Κύριε, Δημιουργέ θαυμαστέ, έπλασες εξ αρχής τον άνθρωπο και έτσι τον θέλεις πάντοτε να ζει.

Λάμψε μέσα μου, Ήλιε της δικαιοσύνης, φως του κόσμου, τις γλυκιές και ζωογόνες ακτίνες Σου, και ζέστανε την παγωνιά της αγνώμονης γνώμης και φύσης μου. Φώτισε τις γνωστικές δυνάμεις της ψυχής μου. Σόφισε το νου μου. Στήριξε τη διάνοια μου. Εξασφάλισε μου τη δόξα. Κατεύθυνε τη φαντασία μου. Φρούρησε το αίσθημα μου. Τις θυρίδες των αισθήσεων μου παιδαγώγησε. Τα μάτια μου σωφρόνισέ τα να βλέπουν καθαρά και δυνατά. Άνοιξε τ' αυτιά της ψυχής μου να ακούνε και να συναισθάνονται τη δική Σου σοφία και τα άγια λόγια Σου, και με φωνή αγαλλιάσεως και δοξολογικού ήχου εορτάζοντος. Γλύκανε την όσφρηση μου και κάνε την να τρέξει στην ευωδία του νοητού μύρου Σου, Νυμφίε ωραιότερε από κάθε άνθρωπο.

Κυβέρνησε τη γεύση και την αφή μου. Κάνε να απλώνω τα χέρια μου για να σε δοξολογώ και για να κάνω πλούσια το καλό στον πλησίον μου. Τα πόδια μου να τρέχουν πρόθυμα την ευθεία οδό των εντολών Σου και να ευαγγελίζονται την ειρήνη.

Φύτεψε στην καρδιά μου τον αγνό φόβο και σεβασμό για Σένα και κάνε την καρδιά μου να πετάει απ' την αγάπη Σου... Αμήν.


http://agapienxristou.blogspot.ca

Τρίτο ουρανό ( π. Σεραφείμ Ρόουζ )


Κάποτε, κατά τη διάρκεια ενός φοβερού χειμώνα όταν ο άγιος Ανδρέας κειτόταν παγωμένος σε κάποιο δρόμο της πόλης, κοντεύοντας να πεθάνει, ένιωσε ξαφνικά μία θέρμη μέσα του και είδε ένα εκθαμβωτικό νέο με πρόσωπο που έλαμπε σαν τον ήλιο, ο οποίος τον οδήγησε στον παράδεισο και στον τρίτο ουρανό. 

«Με τη θέληση του Θεού βυθίστηκα για δυό εβδομάδες σε ένα τερπνό όραμα... είδα ότι βρισκόμουν μέσα σε ένα θαυμάσιο και μεγαλοπρεπή παράδεισο... Ο νούς και η καρδιά μου είχαν συγκλονιστεί από την ανείπωτη ομορφιά του θεϊκού παραδείσου, και ένιωθα μιά γλυκιά απόλαυση περπατώντας μέσα σε αυτόν. Υπήρχαν πολλοί κήποι, γεμάτοι με ψηλά δένδρα, τα κλαδιά τους ανέδιδαν μία υπέροχη ευωδία και τα μάτια μου αγαλλίαζαν βλέποντας τις άκρες τους να λικνίζονται... Κανένα δένδρο στη γή δεν είναι τόσο όμορφο όσο αυτά τα δένδρα. Στους κήπους υπήρχαν επίσης αμέτρητα πουλιά με φτερά χρυσά, χιονάτα ή πολύχρωμα. Κάθονταν πάνω στα κλαδιά των δένδρων του παραδείσου, και το μαγευτικό τους κελάηδημα με είχε συνεπάρει. Μπροστά μου περπατούσε ένας νέος, με πρόσωπο λαμπρό σαν τον ήλιο και ντυμένος με μανδύα πορφυρό... Ακολουθώντας τον είδα ένα μεγάλο, υπέροχο Σταυρό, σαν φωτεινή νεφέλη, που γύρω του στέκονταν μελωδιστές με μάτια που άστραφταν σαν πύρινες ακτίνες, που έψαλλαν θεσπέσιους ύμνους, δοξάζοντας τον Σταυρωθέντα Κύριο. Ο νέος που με οδηγούσε, περνώντας μπροστά από τον Σταυρό, τον ασπάσθηκε και μου ένευσε να τον ασπασθώ κι εγώ... Καθώς τον ασπαζόμουν πλημμύρισα από άφατη πνευματική γλυκύτητα και μία ευωδία που όμοιά της ούτε στον παράδεισο δεν είχα οσφρανθεί. Προσωρώντας μπροστά από τον Σταυρό, κοίταξα κάτω και αντίκρισα άβυσσο θαλάσσης... Τότε ο οδηγός μου, γυρνώντας προς το μέρος μου, μου είπε: «Μη φοβάσαι, χρειάζεται να ανεβούμε ακόμα ψηλότερα» και μου έδωσε το χέρι. 

Και τότε βρεθήκαμε αμέσως στο δεύτερο στερέωμα. Εκεί είδα ωραιότατους ανθρώπους σε μία τέτοια ανάπαυση και αγαλλίαση που δεν μπορεί να εκφράσει η ανθρώπινη γλώσσα... Και νά, μετά ανεβήκαμε στο τρίτο στερέωμα, όπου πλήθος ουράνιες δυνάμεις υμνούσαν και δοξολογούσαν τον Θεό. Φτάσαμε σε ένα υπέρλαμπρο παραπέτασμα, μπροστά από το οποίο στέκονταν μεγαλόσωμοι και φοβεροί νέοι, που έμοιαζαν με πύρινες φλόγες. Ο νέος που με οδηγούσε μου είπε: « Όταν σηκωθεί το παραπέτασμα, θα δείς τον Κύριο Ιησού Χριστό. Υποκλίσου βαθιά ενώπιον του θρόνους της δόξης Του». Ακούγοντάς τον, ένιωσα ανείπωτη αγαλλίαση αλλά και τρόμο... Και τότε, ένα πύρινο χέρι σήκωσε το παραπέτασμα, και όπως ο Προφήτης Ησαίας, « Είδον εν οράματι τον Κύριο να κάθεται επάνω εις ένα θρόνον υψηλόν και μετέωρον και είδα ακόμη να είναι γεμάτος από απερίγραπτον δόξαν ο ναός αυτού. Γύρω από τον άνδοξον αυτόν θρόνον ίσταντο τα Σεραφείμ». 

Φορούσε μανδύα πορφυρό, το πρόσωπό Του ήταν απίστευτα λαμπρό, και τα μάτια Του με κοίταζαν με αγάπη. Έπεσα και Τον προσκύνησα ενώπιον του ολόλαμπρου και φοβερού θρόνου της δόξας Του. Η χαρά που με κατέκλυσε όταν αντίκρισα το πρόσωπό Του δεν μπορεί να εκφραστεί με λόγια. Ακόμα και τώρα, φέρνοντας στο μυαλό μου εκείνο το όραμα, η ίδια άφατη χαρά με κυριεύει. Τρέμοντας, έμεινα πεσμένος ενώπιόν Του...Τότε, οι στρατιές των αγγέλων άρχισαν να ψάλλουν έναν εξαίσιο, απερίγραπτο ύμνο και τη στιγμή εκείνη, εγώ ο ίδιος, δεν ξέρω πώς, βρέθηκα πάλι να περπατώ μέσα στον παράδεισο». 

Όταν ο αγ. Ανδρέας συλλογίστηκε ότι δεν είχε δεί την Παναγία στον ουρανό ένας άγγελος του είπε: « Ευχήθηκες να δείς εδώ τη Βασίλισσα η Οποία είναι λαμπρότερη κι απ’ αυτές τις επουράνιες δυνάμεις; Δεν είναι εδώ, επισκέπτεται τον επίγειο κόσμο που βρίσκεται σε μεγάλα δεινά, για να βοηθήσει τους ανθρώπους και να ανακουφίσει τη θλίψη τους. Θα σου έδειχνα την ουράνια κατοικία Της, τώρα όμως δεν έχουμε χρόνο, αφού πρέπει και πάλι να γυρίσεις στη γή». Εδώ και πάλι επιβεβαιώνεται το ότι οι άγγελοι και οι άγιοι μπορούν να βρίσκονται σε ένα μόνο τόπο κάθε φορά. 

Ακόμα και το 19ο αιώνα, ένα παρόμοιο αληθινό όραμα παραδείσου αντίκρισε ο Μεγαλόσχημος Μοναχός Θεόδωρος του Σβίρ, μαθητής του Πρεσβύτερου Παϊσίου του Βελιτσκόφσκυ. Προς το τέλος της ζωής του βίωνε πολύ έντονες εμπειρίες της χάρης του Θεού. Λίγο μετά από μία τέτοια εμπειρία αρρώστησε και επί τρείς ημέρες είχε πέσει σε ένα είδος κώματος: «Όταν περιήλθε σε έκσταση και βρέθηκε έξω από το σώμα του, εμφανίστηκε μπροστά του ένας αόρατος νεανίσκος, τον οποίο ένιωσε και είδε μόνο με την καρδιά του, αυτός τον οδήγησε προς τα αριστερά μέσα από ένα στενό μονοπάτι. Ο ίδιος ο πατέρας Θεόδωρος, όμως κατόπιν διηγήθηκε, είχε την αίσθηση ότι ήταν ήδη νεκρός, και είπε στον εαυτό του: «Έχω πεθάνει. Δεν ξέρω εάν θα σωθώ ή εάν θα αφανιστώ». 

«Έχεις σωθεί!» του είπε μία αόρατη φωνή απαντώντας στη σκέψη του. Και ξαφνικά μία δύναμη, σαν ορμητικός ανεμοστρόβιλος τον σήκωσε ψηλά και τον μετέφερε στα δεξιά. 

«Γεύσου τη γλυκύτητα των αρραβώνων του παραδείσου την οποία δωρίζω σε όσους Με αγαπούν», ακούστηκε να λέει δυνατά η αόρατη φωνή. Με αυτές τις λέξεις, φάνηκε στον Πατέρα Θεόδωρο ότι ο ίδιος ο Σωτήρας έθεσε τη δεξιά Του παλάμη επάνω στην καρδιά του, και μεταφέρθηκε σε έναν ανείπωτα ευχάριστο τόπο, που ήταν όμως τελείως αόρατος και αδύνατον να περιγραφεί με γήινες λέξεις. Μετά από αυτή την αίσθηση, βίωσε μία άλλη, ακόμα υψηλότερη, και μετά μία Τρίτη, όμως όλες αυτές τις αισθήσεις, όπως είπε ο ίδιος, μπορούσε μόνο με την καρδιά του να τις θυμηθεί, ενώ δεν μπορούσε να τις κατανοήσει με το μυαλό του. 

Κατόπιν είδε κάτι σαν ναό, και στο εσωτερικό του, κοντά στην Αγία Τράπεζα, κάτι που έμοιαζε με σκηνή, στην οποία υπήρχαν πέντε ή έξι άνδρες. Μία νοερή φωνή είπε: «Για χάρη αυτών των ανδρών ο θάνατος σου παραμερίζεται. Θα ζήσεις γι’ αυτούς». Και τότε φανερώθηκε μπροστά του το πνευματικό ανάστημα μερικών από τους μαθητές του, και ο Κύριος του δήλωσε τις δοκιμασίες που έμελλαν να ταράξουν τη δύση της ζωής του. Όμως η Θεία φωνή τον διαβεβαίωσε ότι το πλοίο της ψυχής του δε θα τσακιζόταν από αυτά τα άγρια κύματα, αφού αόρατος οδηγός του θα ήταν ο Χριστός». 

Θα μπορούσαμε να αναφέρουμε και άλλες παρόμοιες εμπειρίες από Βίους Αγίων και ασκητών, τις παραλείπουμε όμως αφού και σε αυτές απλώς επαναλαμβάνονται τα χαρακτηριστικά που ήδη περιγράφηκαν εδώ. Ωστόσο, θεωρούμε διδακτική την παράθεση της εμπειρίας ενός σύγχρονου αμαρτωλού στον παράδεισο, ειδικά για λόγους σύγκρισης με τις μεταθανάτιες εμπειρίες της εποχής μας. Ετσι, ο συγγραφές του “Unbelievable for Many” , τη μαρτυρί του οποίου έχουμε παραθέσει αρκετές φορές, αφού διέφυγε από τους δαίμονες των τελωνίων με τη διαμεσολάβηση της Παναγίας, περιγράφει το πώς, συνοδευόμενος ακόμα από τους οδηγούς – αγγέλους του, «κατάλαβα πώς συνεχίζαμε να ανεβαίνουμε ψηλά… σε λίγο είδα πάνω ένα δυνατό φώς: ήταν, όπως μου φάνηκε, σαν το δικό μας ηλιακό φώς αλλά πολύ πιο δυνατό. Ήταν το βασίλειο του φωτός. 

» Ναι, είναι πραγματικά ένα βασίλειο με απόλυτη κυριαρχία του φωτός, επειδή το φώς αυτό δε δημιουργεί σκιά», σκεφτόμουν, ή καλύτερα να πούμε αισθανόμουν με έναν ανεξήγητο τρόπο αυτό που ποτέ δεν είχα ξαναδεί. «Αλλά πώς μπορεί να υπάρχει φώς χωρίς σκιά;» παρουσιάστηκε αμέσως στη σκέψη μου η απορία φανερώνοντας πώς σκέφτομαι ακόμα με τα κατηγορήματα του γήινου κόσμου. 

» Ξαφνικά εισήλθαμε με μεγάλη ταχύτητα σ’ αυτήν την περιοχή του φωτός που κυριολεκτικά με θάμπωσε. Έκλεισα τα μάτια μου, έβαλα και τα χέρια μου πάνω σ’ αυτά. Όμως αυτό δε με βοήθησε καθόλου επειδή το φώς περνούσε και μέσα από τα χέρια μου. Άλλωστε τι νόημα είχε εδώ μία τέτοια προσπάθεια; 

»Αχ, Θεέ μου, τι είναι αυτό το φώς; Αυτό με τυφλώνει. Δε βλέπω τίποτα, σαν στο σκοτάδι, δε βλέπω τίποτα…» 

» Αφού σκοτίστηκαν τα μάτια μου μου δημιουργήθηκε περισσότερος φόβος. Ήταν φυσικό βέβαια να φοβάμαι επειδή βρισκόμουν σ’ έναν άγνωστο κόσμο. «Τι με περιμένει;» σκέφτηκα, «Πότε θα βγούμε απ’ αυτό το φώς; Υπάρχει πουθενά τέλος;» 

» Όμως συνέβη κάτι που δεν το περίμενα. Μία φωνή μεγαλοπρεπής και αγέρωχη ακούστηκε από πάνω. Με ακλόνητη σταθερότητα και χωρίς θυμό αυτή η φωνή είπε: «Δεν είναι έτοιμος!». 

» Και μετά… μετά αμέσως σταμάτησε η πορεία μας προς τα πάνω – και αρχίσαμε γρήγορα να κατεβαίνουμε». 

Σε αυτήν την εμπειρία η ιδιότητα του φωτός του παραδείσου περιγράφεται πιο καθαρά: είναι ένα είδος φωτός που δεν μπορεί να το αντέξει κάποιος ο οποίος δεν έχει την κατάλληλη προετοιμασία γι’ αυτό, σε αντίθεση με τους αγίους Σάλβιο και Ανδρέα οι οποίοι υπέμειναν έως τέλους τον αγώνα της εν Χριστώ ζωής.



Αγ.Πορφύριος: Εμείς οι άνθρωποι δεν γεννηθήκαμε τώρα, μέσα στην παντογνωσία του Θεού υπήρχαμε προ των αιώνων

σχόλιο Γ.Θ : Η Εκκλησία. Το κάστρο, που μας εκτοξεύει στον Ουρανό. Το παράθυρο, που έχει θέα στον Τρίτο Ουρανό. Αν νιώθαμε το βάθος της Εκκλησίας, θα ζούσαμε από τώρα τον Παράδεισο!
Βάλτε στην καρδιά σας τα λόγια του πατέρα Πορφύριου παρακάτω και, αφού τα διαβάσετε προσεκτικά, ξαναδιαβάστε τα και κάντε τα βίωμα. Τα προβλήματά σας τότε δεν θα λυθούν, αλλά θα καταργηθούν. Θα νιώσετε, ότιτα καλύτερα είναι μπροστά μας και μας περιμένουν στη χώρα της Αιωνιότητας!

Η Εκκλησία είναι άναρχη, ατελεύτητη, αιώνια, όπως ο ιδρυτής της, ο Τριαδικός Θεός, είναι άναρχος, ατελεύτητος, αιώνιος.
Η Εκκλησία είναι άκτιστη, όπως και ο Θεός είναι άκτιστος. Υπήρχε προ των αιώνων, προ των αγγέλων, προ της δημιουργίας του κόσμου. "Προ καταβολής κόσμου", λέγει ο Απόστολος Παύλος. Είναι θείο καθίδρυμα και σ’ αυτήν «κατοικεί παν το πλήρωμα της θεότητος». Είναι έκφραση της πολυποίκιλης σοφίας του Θεού. 
Είναι το μυστήριο των μυστηρίων. Υπήρξε αφανέρωτο και εφανερώθη «επ’ εσχάτων των χρόνων». Η Εκκλησία παραμένει απαρασάλευτη, γιατί είναι ριζωμένη στην αγάπη και στη σοφή πρόνοια του Θεού. Την αιώνια Εκκλησία αποτελούν τα τρία πρόσωπα της Αγίας Τριάδος. Στη σκέψη και στην αγάπη του Τριαδικού Θεού υπήρχαν απ' αρχής και οι άγγελοι και οι άνθρωποι. Εμείς οι άνθρωποι δεν γεννηθήκαμε τώρα, μέσα στην παντογνωσία του Θεού υπήρχαμε προ των αιώνων.

Την αιώνια Εκκλησία αποτελούν τα τρία πρόσωπα της Αγίας Τριάδος. 
Η αγάπη του Θεού μας έπλασε κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωσίν Του. Μας συμπεριέλαβε στην Εκκλησία παρ’ ότι εγνώριζε την αποστασία μας. Μας έδωσε τα πάντα, για να μας κάνει κι εμάς θεούς κατά χάριν και δωρεάν. Εν τούτοις εμείς, κάνοντας κακή χρήση της ελευθερίας μας, εχάσαμε το αρχέγονον κάλλος, την αρχέγονη δικαιοσύνη και αποκοπήκαμε απ’ την Εκκλησία. Έξω απ’ την Εκκλησία, μακριά απ’ την Αγία Τριάδα, εχάσαμε τον Παράδεισο, το παν. Έξω, όμως, απ’ την Εκκλησία δεν υπάρχει σωτηρία, δεν υπάρχει ζωή. Γι’ αυτό η σπλαχνική καρδιά του Θεού Πατέρα μας δεν μας άφησε έξω απ’ την αγάπη Του. Άνοιξε για μας πάλι τις πύλες του Παραδείσου, επ’ εσχάτων των χρόνων και εφανερώθη εν σαρκί.
Με τη θεία σάρκωση του μονογενούς Υιού του Θεού φανερώθηκε πάλι στους ανθρώπους το προαιώνιο σχέδιο του Θεού για τη σωτηρία του ανθρώπου. 
Ο Θεός εν τη απείρω αγάπη Του μας ένωσε πάλι με την Εκκλησία Του στο πρόσωπο του Χριστού. Μπαίνοντας στην άκτιστη Εκκλησία, ερχόμαστε στον Χριστό, μπαίνομε στο άκτιστον. Καλούμαστε δηλαδή κι εμείς οι πιστοί να γίνομε άκτιστοι κατά χάριν, να γίνομε μέτοχοι των θείων ενεργειών του Θεού, να μπούμε μέσα στο μυστήριο της θεότητος, να ξεπεράσομε το κοσμικό μας φρόνημα, να αποθάνομε κατά «τον παλαιό άνθρωπον» και να γίνομε ένθεοι. Όταν ζούμε στην Εκκλησία, ζούμε τον Χριστό. Αυτό είναι πολύ λεπτό θέμα, δεν μπορούμε να το καταλάβομε. Μόνο το Άγιον Πνεύμα μπορεί να μας το διδάξει. 

ΒΙΟΣ ΚΑΙ ΛΟΓΟΙ ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΟΡΦΥΡΙΟΥ ΚΑΥΣΟΚΑΛΥΒΙΤΟΥ, σελ. 193. Έκδοση 6η


Το Καρότο, το Αυγό και το Τσάι...

«Σου έχω πει την ιστορία την παλιά με το τσάι, το καρότο και τ’ αυγό;»
Η Έλλη γνέφει «όχι».

«Άκου, λοιπόν!» αρχίζει ο παππούς. «Κάποτε παραπονιόταν ένας άνθρωπος πως είχε βάσανα πολλά. Τον κάλεσε, που λες, στο σπίτι της κάποια σοφή γερόντισσα, έβαλε ένα τσουκάλι με νερό να βράσει κι έριξε μέσα ένα καρότο κι ένα αυγό. Όταν έβρασαν καλά, έφτιαξε λίγο τσάι του βουνού και ρώτησε τον άνθρωπο τι βλέπει. “Ένα καρότο που έχει μαλακώσει από το βράσιμο κι ένα σφιχτό αυγό”, της είπε κείνος. “Και τι μυρίζει;” ρώτησε η γερόντισσα. “Μοσχοβολάει τσάι του βουνού!” της απαντάει. “Ε, λοιπόν, οι λύπες και οι στενοχώριες μοιάζουνε με νερό που βράζει” λέει η γερόντισσα. «Υπάρχουν άνθρωποι που νιώθουν δυνατοί, μα σαν τους βρουν αναποδιές, θαρρείς και πέφτουν στο βραστό νερό σαν το καρότο, που μαλακώνει και διόλου δύναμη δεν έχει πια. Άλλοι πάλι μοιάζουνε με το αυγό. Μέσα τους είναι αδύναμοι και μόνο ένα τσόφλι έχουν απ’ έξω να τους προστατεύει.Όταν έρθουν δύσκολοι καιροί, θαρρείς και πέφτουν στο βραστό νερό σαν το αυγό και, σαν αυτό, γίνονται κι από μέσα τους σκληροί. Μα είναι κι άλλοι που θυμίζουνε το τσάι. Όταν τους βρίσκουν βάσανα, είναι κι εκείνοι σαν να πέφτουν σε βραστό νερό, μα ούτε σκληραίνουν, ούτε μαλακώνουν. Μεταλλάζουν μόνο το νερό σε τσάι του βουνού που ευωδιάζει. Κι ευφραίνονται με τη μοσχοβολιά του όσοι βρίσκονται κοντά. Τις λύπες και τις στενοχώριες, πάει να πει, τις κάνουν γνώση, καλοσύνη και χαρά. Πήγαινε στο καλό λοιπόν” του λέει η γερόντισσα “και φρόντισε να είσαι σαν το τσάι.»»

Πηγή: Από το βιβλίο «Στη σκιά της πράσινης βασίλισσας»

Ο Ι Ε Σ Τ Α Υ Ρ Ω Μ Ε Ν Ο Ι


« καί ὅς οὐ λαμβάνει τόν σταυρόν αὐτοῦ καί ἀκολουθεῖ ὀπίσω μου, οὐκ ἔστι μου ἄξιος.»
(Ματθ. ι΄ 38)

Τό κάθε μέλος τῆς Ἐκκλησίας, ἀγαπητοί ἀδελφοί, ἀποτελεῖ ἕναν ἐσταυρωμένο. Kάποιοι ἴσως ἀδυνατοῦν νά ἀντικρύσουν μιά τέτοια εἰκόνα, δειλιοῦν ἐνώπιον αὐτῆς τῆς τοποθετήσεως καί στρέφουν τό πρόσωπο ἀλλοῦ, ὅταν εὑρεθοῦν ἀντιμέτωποι μέ παρόμοιες καταστάσεις. Ὅσοι ὅμως ἀνοίγουν καλά τά αὐτιά τους στό κάλεσμα, τό ὁποῖο ἀπευθύνει ὁ θεῖος Λυτρωτής, τόν ἀκοῦν νά λέγει: «ὅστις θέλει ὀπίσω μου ἐλθεῖν, ἀπαρνησάσθω ἑαυτόν καί ἀράτω τόν σταυρόν αὐτοῦ, καί ἀκολουθείτω μοι.» (Μαρκ. η΄ 34) Ὁταν ὁ Κύριος καλεῖ τούς ἀνθρώπους νά τόν ἀκολουθήσουν, τούς πληροφορεῖ ἐξ ἀρχῆς ὅτι θά πρέπει, ὡς ἄλλοι Κυρηναῖοι, νά κουβαλήσουν τό δικό τους σταυρό μέχρι τό Γολγοθᾶ τους. Ἡ ἀπόφαση εἶναι καθαρά δική τους καί αὐτοί εἶναι ἐλεύθεροι νά ἀκολουθήσουν τό δρόμο τοῦ Κυρίου ἤ νά τόν ἀποφύγουν. Ἔτσι ἐκεῖνος, ὁ ὁποῖος προβαίνει στήν ἀπόφαση νά συνταχθεῖ μέ ὅσους ἀκολουθοῦν τόν Κύριο, γνωρίζει ὅτι τόν ἀναμένει ὁ δικός του σταυρός. Ἡ ζωή τῶν πιστῶν δοκιμάζεται «ὡς χρυσός ἐν χωνευτηρίῳ». Τό μετάλλευμα τοῦ χρυσοῦ, ὡς γνωστόν, μέσα στή δυνατή φωτιά τοῦ καμινιοῦ λειώνει καί ξεχωρίζει ἀπό τίς διάφορες ἄχρηστες οὐσίες. Ἀφοῦ, λοιπόν, ξεχωρίσει καί συγκεντρωθεῖ σέ ἕνα μέρος, τότε ἀποβαίνει κατάλληλο γιά χρήση καί παράλληλα ἀποκτᾶ μεγάλη ἀξία. Μέ τόν ἴδιο τρόπο ὁ Θεός δοκιμάζει τούς δικούς του, ἐπιτρέποντας νά τούς βροῦν διάφορες δοκιμασίες ὥστε νά ἐλευθερωθοῦν ἀπό τίς ποικίλες ἀδυναμίες καί τά πολλά ἐλαττώματα, τά ὁποῖα τούς κατατρύχουν καί νά ἐξαγνισθοῦν. Οἱ Ἅγιοι Πάντες καί φίλοι τοῦ Θεοῦ, τούς ὁποίους ἡ Ἐκκλησία σήμερα τιμᾶ καί προβάλλει, διῆλθαν τό στάδιο αὐτῆς τῆς ἐφημέρου ζωῆς ὡς ἐσταυρωμένοι, δηλαδή ὡς νεκροί μέσα στόν κόσμο. Ὑπῆρξαν νεκροί, ὡς πρός τό κοσμικό φρόνημα καί τά δελεάσματα τῆς πολυκέφαλης ἁμαρτίας καί γενικά τά πράγματα τοῦ κόσμου τούτου. Βεβαίως αὐτοί ὑπέστησαν, μέχρι νά δεχθοῦν τό ἁμαράντινο στεφάνι τῆς δόξης, πολλές δοκιμασίες, πόνους, στερήσεις, θλίψεις, διωγμούς καί παθήματα. Ὅλα, ὅμως, αὐτά τά θεώρησαν σκύβαλα (σκουπίδια) καί τίποτε δέν μπόρεσε νά τούς χωρίσει ἀπό τήν ἀγάπη πρός τό Νυμφίο τῆς Ἐκκλησίας καί τῆς ψυχῆς τους, τόν Ἰησοῦ Χριστό. Ὁ θεῖος Παῦλος λέγει: «τίς ἡμᾶς χωρίσει ἀπό τῆς ἀγάπης τοῦ Χριστοῦ. θλῖψις ἤ στενοχωρία ἤ διωγμός ἤ λιμός ἤ γυμνότης ἤ κίνδυνος ἤ μάχαιρα;» (Ρωμ. η΄ 35) Βλέπουμε, λοιπόν, ὅτι ὁ κλῆρος τῶν πιστῶν δέν εἶναι ἕνας ἀνθόσπαρτος περίπατος. Ἀντίθετα ἀποτελεῖ μιά πορεία μετ’ ἐμποδίων. Γιά τοῦτο καί «ὁ ὑπομείνας εἰς τέλος, οὗτος σωθήσεται» (Ματθ. ι΄ 22). Δυστυχῶς κάποιοι ἀγνοοῦν αὐτήν τή μοναδική ἀλήθεια, ὡς πρός τήν οὐσία καί τό βάθος τῆς χριστιανικῆς πίστεως. Ἔτσι ὅταν τούς βροῦν δεινά καί περιπέτειες στό διάβα τῆς ζωῆς τους, ἀντί νά ἐνσκύψουν στόν ἐσωτερικό τους κόσμο, νά τόν μελετήσουν καί νά διορθωθοῦν, πολλές φορές στρέφονται ἐναντίον τοῦ Θεοῦ καί ἐναντίον τῶν συνανθρώπων τους. Ὁ θεῖος Παῦλος λέγει: «πάντα ἰσχύω ἐν τῷ ἐνδυναμοῦντι μοι Ἰησοῦ Χριστῷ». (Φιλ. δ΄ 13) Ἄν οἱ πιστοί ἔμεναν ἀβοήθητοι ἀπό τόν Κύριο, θά ἀδυνατοῦσαν νά σηκώσουν τό σταυρό τους. Ὁ Κύριος, ὅμως, γνωρίζει ὅτι οἱ ἄνθρωποι εἴμεθα ἀδύνατοι, γιά τοῦτο δέν ἐπιτρέπει νά πειρασθοῦμε πέραν τῶν δυνάμεών μας. Ὁ θεῖος Παῦλος λέγει: «πιστός δέ ὁ Θεός, ὅς οὐκ ἐάσει ὑμᾶς πειρασθῆναι ὑπέρ ὅ δύνασθε, ἀλλά ποιήσει σύν τῷ πειρασμῷ καί τήν ἔκβασιν τοῦ δύνασθαι ὑμᾶς ὑπενεγκεῖν». (Α΄ Κορ. ι΄ 13) Ἀφοῦ ἐκεῖνος ἐπιτρέπει τόν πειρασμό, ταυτόχρονα παρέχει καί τούς τρόπους νά ἀντιμετωπισθεῖ καί νά ξεπερασθεῖ. Κύριε, μέγα Σου τό ἔλεος. Δόξα σόι!

Πῶς νά φυλάγονται οἱ Χριστιανοί ἀπό τά μαγικά ;

Γιά νά φυλάγεσθε ἀπό τά μαγικά καί τήν ἐνέργεια τῶν δαιμόνων, νά ἔχετε ὅλοι - μικροί καί μεγάλοι, ἄνδρες καί γυναῖκες - κρεμασμένο στό λαιμό σας τόν τίμιο Σταυρό. Τρέμουν οἱ δαίμονες τόν τύπο τοῦ Σταυροῦ καί φεύγουν μακριά ὅταν τόν βλέπουν. ῎Αλλωστε, ὅπως ὁμολόγησαν οἱ ἴδιοι στόν ἅγιο ᾿Ιωάννη τόν Βοστρινό, πού εἶχε ἐξουσία κατά τῶν ἀκαθάρτων πνευμάτων, τρία πράγματα φοβοῦνται περισσότερο· τόΣταυρό, τό ἅγιο Βάπτισμα καί τή θείαΚοινωνία.
Νά ἔχετε ἐπίσης στό σπίτι σας, ἀλλά καί μαζί σας, τό ἅγιο Εὐαγγέλιο. Καί φυσικά νά τό μελετᾶτε. Σ᾿ ὅποιο σπίτι ὑπάρχει Εὐαγγέλιο δέν μπαίνει ὁ διάβολος.
Τά ἀνδρόγυνα, γιά νά μή φοβοῦνται τό “δέσιμο”, πρίν παντρευτοῦν πρέπει νά ἐξομολογοῦνται, νά νηστεύουν τρεῖς ἡμέρες, νά συνδυάζουν τό μυστήριο τοῦ γάμου μέ τήν τέλεση θείας Λειτουργίας καί νά μεταλαμβάνουν ἔτσι τά ἄχραντα Μυστήρια. Προπαντός τά ἀνδρόγυνα νά ἔχουν πίστη στερεή καί ἀκλόνητη στόν Κύριο, κι Αὐτός θά διαλύσει τίς ἐνέργειες τῶν δαιμόνων.
῎Αν, γιά τήν ὀλιγοπιστία μερικῶν Χριστιανῶν, οἱ δαίμονες παρουσιάζουν διάφορα φαντάσματα, εἴτε σέ τάφους εἴτε σέ σπίτια εἴτε ἀλλοῦ, νά καλεῖται ἱερέας, νά γίνεται ἁγιασμός καί νά ραντίζεται ὁ τόπος. ῎Ετσι, μέ τή θεία χάρη, διαλύεται κάθε δαιμονική ἐνέργεια.
Τέλος, ὅταν ἕνας Χριστιανός πρόκειται νά χτίσει σπίτι ἤ νά κατασκευάσει καΐκι κ.τ.ὅ., ἄς προσκαλεῖ ἕναν ἱερέα νά τοῦ κάνει ἁγιασμό καί νά διαβάσει τήν κατάλληλη γιά τήν περίσταση εὐχή τῆς ᾿Εκκλησίας μας.

῞Αγιος Νικόδημος Αγιορείτης

Η ΜΕΤΑΝΟΙΑ ΤΗΣ ΦΥΛΑΚΙΣΜΕΝΗΣ ΠΟΡΝΗΣ

Αναμνήσεις από τα κάτεργα 
της Σιβηρίας

Φυλακισμένη:
–Παππούλη, θα ήθελα να σας μιλήσω. Αλλά θα ήθελα να μιλήσουμε πρόσωπο προς πρόσωπο.
–Καλά, της λέω, αν θέλετε μπορούμε και τώρα, εδώ στην εκκλησία.
–Όχι, παππούλη, τώρα δεν μπορώ· αν μπορούσατε να έλθετε αύριο το απόγευμα, θα σας χρωστούσα μεγάλη ευγνωμοσύνη.
Δέχθηκα την παράκλησή της και την επόμενη μέρα πήγα στην φυλακή να την δω. Με περίμενε. Παρακάλεσα να μας ανοίξουν την εκκλησία. Μπήκαμε μέσα. Η δεσμοφύλακας έμεινε έξω.
–Παππούλη! Τυραννιέμαι μέχρι τρέλας. Η ψυχή μου βασανίζεται, η ζωή μου αναποδογυρίζει. Σας καταριόμουν και σας έβριζα για τα κηρύγματά σας. Τι μου έχετε κάνει; Γιατί αναστατώσατε τη ψυχή μου; Ω, είμαι μεγάλη αμαρτωλή! Κύριε, βοήθησέ με, ειρήνευσε τα βάσανά μου. Ας έλθει το συντομότερο ο θάνατός μου. Ω, Κύριε, σώσε με, την αμαρτωλή!

Την παρακάλεσα να ησυχάσει και όταν ξαναβρήκε τον εαυτό της, άρχισε να μου διηγείται την ιστορία της ζωής της:

«Οι γονείς μου ήταν άνθρωποι πλούσιοι. Ζούσαμε καλά. Ήμασταν πέντε αδέλφια: τρία αγόρια και δύο κορίτσια. Εγώ, ήμουν η μικρότερη. Ο Θεός με προίκισε με εξυπνάδα και ομορφιά. Όταν ήμουν στην έκτη τάξη του γυμνασίου αρραβωνιάστηκα μ’ έναν φοιτητή της ιατρικής. Δύο χρόνια περάσαμε καλά, αλλά μετά χωρίσαμε. Ήταν πολύ ζηλιάρης, όμως εν μέρει είχε δίκιο. Τα πειράγματα των ανδρών πολύ γρήγορα με έβγαλαν από τη σωστή κατεύθυνση. Όταν χωρίσαμε με τον άνδρα μου δεν παραδόθηκα ανοιχτά στην πορνεία, αλλά αποφάσισα να ικανοποιώ τα πάθη μου κρυφά. Έχτισα στη Μόσχα ένα ξενοδοχείο. Εκεί, μάζεψα πολλές κοπέλες, τις οποίες έναντι αμοιβής έδινα σε άνδρες. 
Στην αρχή, τις λυπόμουν και είχα τύψεις συνειδήσεως, αλλά μετά, με το πέρασμα του χρόνου, έπαψα να δίνω σημασία σ’ όλα αυτά και παραδόθηκα ολοκληρωτικά σ’ αυτό το τρομερό εμπόριο. Ω, αγαπητέ μου πατερούλη, πόσα δυστυχισμένα μάτια τώρα νιώθω ότι με κοιτάζουν με παράπονο και με ρωτάνε: “Γιατί μας βασάνιζες;”». [Κλαίει…]


Όταν ησύχασε, συνέχισε τη διήγησή της:
«Πώς, παππούλη, ο Θεός ανέχεται ακόμα τις αμαρτίες μου! Εγώ, πάνω από διακόσιες κοπέλες διακόρευσα και κατέστρεψα τη ζωή τους. Ακόμα, τριάντα οικογένειες κατέστρεψα, δύο κοπέλες δηλητηρίασα και μία σκότωσα. Στο τέλος, αποφάσισα να σκοτώσω και τον εραστή μου, για να μην τον πάρει καμιά άλλη. Ο εραστής μου, ήταν ένας δεκαεφτάχρονος σπουδαστής. Γι’ αυτό το έγκλημα βρέθηκα εδώ στα κάτεργα. Μέχρι να έλθω εδώ στη φυλακή της Τσιτά, ήμουν ήσυχη. Τώρα όμως, μετά τα κηρύγματά σας, η φωνή της συνειδήσεώς μου με ελέγχει. Οι κοπέλες εκείνες που βασάνιζα, σαν να στέκονται τώρα, εδώ μπροστά μου, με τον πόνο ζωγραφισμένο στα μάτια τους. Αυτό εμένα μου προκαλεί τρομερό και ανυπόφορο πόνο. Αγαπητέ μου πατερούλη, τι πρέπει να κάνω για ν’ ανακουφίσω έστω και λίγο τον πόνο μου;».


Της απάντησα:
«Λοιπόν, περιστεράκι μου! Να μετανοήσετε ειλικρινά και να εξομολογηθείτε. Στην εξομολόγησή σας πρέπει να πείτε όλα όσα μπορείτε να θυμηθείτε από τη νεανική σας ηλικία. Όλα όσα έχετε στην καρδιά σας πρέπει να τα πείτε ενώπιον του Θεού. Όλα: μέχρι και την παραμικρή αμαρτία. Αν και θα αισθάνεστε ντροπή και θα είναι δύσκολο για σας να το κάνετε, όμως πρέπει να το κάνετε! Και κάτι άλλο: στις αμαρτίες που νομίζετε ότι είναι οι πιο σοβαρές, οι πιο επαίσχυντες και οι πιο βδελυρές από τις άλλες, πρέπει ιδιαίτερα να σταθείτε σ’ αυτές, για να τις γνωρίζει ο Πνευματικός από κάθε πλευρά. Αυτό θα είναι το πρώτο πνευματικό σας φάρμακο. Το δεύτερο: διαβάστε ολόκληρο το ιερό Ευαγγέλιο δύο φορές. Και το τρίτο: πρωί και βράδυ να προσεύχεσθε κατ’ αυτό τον τρόπο: “Κύριε, σώσε κι εμένα την αμαρτωλή!”. Να μη λέτε πολλές προσευχές, αλλά να προσεύχεσθε με θερμότητα και μετά βλέπουμε…».

Την επισκέφθηκα μετά από δύο εβδομάδες. Άρχισε να αισθάνεται λίγο πιο καλά. Αποφάσισε να εφαρμόσει τις συμβουλές μου. Εξομολογήθηκε. Όμως την Θεία Κοινωνία ακόμα δεν της Την επέτρεψα. Όχι, επειδή την θεωρούσα ανάξια, αλλά για να στερεωθεί μέσα της η μετάνοια. Ήθελα να σταθεροποιήσω μέσα της τη συναίσθηση της αμαρτωλότητας. Της αγόρασα ένα Ευαγγέλιο και την παρακάλεσα να το διαβάσει δύο φορές και, ταυτόχρονα, να προσεύχεται στον Θεό. Την είδα ξανά σε μία εβδομάδα. Τα αποτελέσματα ήταν φανερά. Ήταν χαρούμενη και ήσυχη. Όμως υπήρχε ακόμα κάτι που βάραινε τη ψυχή της. Την Κυριακή, ειδικά γι’ αυτήν, διάβασα στη Θεία Λειτουργία το απόσπασμα εκείνο του Ευαγγελίου, που λέει για την πόρνη που έπλενε τα πόδια του Χριστού. Στο τέλος της Λειτουργίας, ο Θεός με βοήθησε να κάνω ένα δυνατό κήρυγμα για την αγάπη του Θεού που συγχωρεί τα πάντα. Όλοι μέσα στην εκκλησία έκλαιγαν, έκλαιγε κι εκείνη. Στο τέλος της ομιλίας μου είπα στους φυλακισμένους να γονατίσουν, γονάτισα κι εγώ ο ίδιος, στράφηκα προς την εικόνα του Χριστού, στο τέμπλο, και με δυνατή φωνή είπα:


«Κύριε! Να, που και αυτοί οι κατάδικοι στέκονται ενώπιόν Σου. Μεταξύ τους υπάρχουν και τέτοιοι σαν εκείνη την πόρνη, η οποία μέχρι τη στιγμή που Σε συνάντησε, παραδιδόταν στην αμαρτία, πουλούσε τη ψυχή και το σώμα της· δουλεύοντας στον κόσμο αυτό, βούλιαζε στην αμαρτία. Όλ’ αυτά, μέχρι τη στιγμή που γνώρισε Εσένα, τον πανάγαθο Σωτήρα των αμαρτωλών. Αλλά, μόλις Σε είδε, πέφτει στα πόδια Σου και με δάκρυα θερμά Σε ικετεύει και Σου ζητά, Κύριε, συγνώμη! Επίβλεψε, Κύριε, και αυτούς τους αμαρτωλούς. Και αυτοί προσφέρουν τώρα τα δάκρυά τους στα πόδια Σου. Εσύ συγχωρείς τα πάντα. Άνοιξε το στόμα Σου και πες προς αυτούς: “Τέκνα Μου! Συγχωρούνται οι αμαρτίες σας για την αγάπη σας σε Μένα!”».

Όλο το εκκλησίασμα έκλαιγε. Εκείνη η καημένη η γυναίκα έχασε τις αισθήσεις της κι έπεσε κάτω σαν νεκρή. Η Λειτουργία είχε τελειώσει. Η κατάδικη για πολλή ώρα ακόμα δεν μπορούσε να ησυχάσει. Σε τρεις μέρες την επισκέφθηκα και πάλι. Με χαιρέτισε με δάκρυα στα μάτια και μου είπε, ότι, όταν διαβάζει το ιερό Ευαγγέλιο, αισθάνεται την αγάπη του Θεού και θέλει να χύσει ενώπιόν Του ακόμα περισσότερα δάκρυα μετανοίας.

Μετά, με έστειλαν σε μία αποστολή στα κάτεργα και γύρισα στην Τσιτά σε ένα μήνα. Όταν επέστρεψα, την βρήκα πολύ στενοχωρημένη. Νόμιζε ότι δεν θα γυρίσω. Την επόμενη Κυριακή ακόμα μία φορά την εξομολόγησα και την κοινώνησα των Αχράντων Μυστηρίων. Η ημέρα εκείνη ήταν η πρώτη ευτυχισμένη μέρα της ζωής της. Χάρηκε πάρα πολύ και μετά ομολογούσε συχνά: «Ποτέ στη ζωή μου δεν υπήρξε παρόμοια μέρα!».


ΑΡΧΙΜΑΝΔΡΙΤΗΣ ΣΠΥΡΙΔΩΝ

[Αρχιμανδρίτου Σπυρίδωνος:
«Από όσα είδα και έζησα…
(Αναμνήσεις από την ιεραποστολή μου
στα κάτεργα της Σιβηρίας)»,
κεφ. 7ο, 79–83,
εκδόσεις «Ορθόδοξος Κυψέλη»,
Θεσσαλονίκη (1998;).]


«ΝΑ ΤΟΝ ΚΛΑΙΤΕ ΤΟΝ ΧΡΙΣΤΟ!»

Μια αδελφή σημειώνει τα εξής για την μακαριστή ασκήτρια, την αγαθή και απλή Γερόντισσα Άννα (Γιοβάνογλου· 1903–1998):

«Άλλοτε σε μια συζήτηση την ρώτησα:
–Πώς να αγαπήσουμε τον Χριστό;
Και απάντησε:
–Να τον κλαίτε τον Χριστό. Να σκέφτεστε συνέχεια το πάθος Του. Να κλαίτε. Και αν δεν μπορείτε να κλαίτε, ας πονάει η καρδιά σας· τα δάκρυα θά ’ρθουν μετά και θα είναι και καλύτερα. Να κοιτάς τον Χριστό στον Σταυρό. Εκείνον που πέθανε για μας, για όλους μας. Και τότε θα έρθει η αγάπη για Εκείνον.

»Μου διηγήθηκε ότι όταν στα Ιεροσόλυμα, είδε σε όραμα την Παναγία να ψάχνει τον Υιό της (τον Οποίο είχε τότε φυλακισμένο) και να ρωτάει μέσα στον πόνο και την αγωνία της τους στρατιώτες και κανείς να μην της απαντάει. Αυτά όλα τα έλεγε μέσα σε λυγμούς και βρισκόταν ακόμη και εκείνη την στιγμή μπροστά ίσως στο ίδιο θέαμα. Τόσο με μαγνήτισε η μορφή της εκείνη την στιγμή που δεν ήθελα να φύγω από κοντά της.

»Άλλη φορά της είπα:
–Γερόντισσα, πονώ όταν σκέφτομαι τον Χριστό.
Και μου απάντησε:
–Αυτό, θα σε σώσει.
Σε ερώτησή μου πώς να γίνω καθαρή, μου απάντησε: “Αυτό θα γίνει μετά από χρόνια”. Όταν της είπα ότι έχω κακούς λογισμούς, μου είπε: “Να φέρνεις πάντοτε τον Χριστό μπροστά σου και να Τον έχεις μέσα στην καρδιά σου. Ζήτα Του να μην χάσεις αυτά που έχεις και όλα τα κακά θα φύγουν. Ποτέ να μην απομακρύνεις τον Χριστό από την σκέψη σου. Εγώ πάντα Τον έχω μέσα μου, Ιησού Χριστό Εσταυρωμένο. Και συ να έχεις πάντοτε τον Χριστό μπροστά σου και να μην στενοχωριέσαι, γιατί ο διάβολος μάς πολεμά όλους”».


ΓΕΡΟΝΤΙΣΣΑ ΑΝΝΑ ΓΙΟΒΑΝΟΓΛΟΥ
(1903–1998)

[«Ασκητές μέσα στον κόσμο»
τόμ. α΄, μέρος α΄, βιογρ. ιστ΄, σελ. 230–231,
Άγιον Όρος 20118.]


Γιατί δέν μπορῶ νά προσευχηθῶ καλά;

Ἡ ψυχρότητα στὴν προσευχὴ ὀφείλεται εἴτε σὲ ψυχικὴ κόπωση εἴτε σὲ πνευματικὸ κορεσμὸ εἴτε σὲ σωματικὲς ἀπολαύσεις καὶ ἀναπαύσεις εἴτε σὲ πάθη, ποὺ κυριεύουν τὴν ψυχή, προπαντὸς στὴν ἔπαρση. Ὅλα αὐτὰ εἶναι ἐνάντια στὴν πνευματικὴ ζωή, μέσα στὴν ὁποία κεντρικὴ θέση κατέχει ἡ προσευχή. Ἔτσι, πρῶτα καὶ κύρια προκαλοῦν τὸ στέρεμα τῆς πηγῆς τῆς προσευχῆς μέσα μας. Αὐτό, ὅμως, μπορεῖ νὰ oφείλεται καὶ σὲ ἀπομάκρυνση τῆς χάριτος, ποὺ συμβαίνει μὲ θεία παραχώρηση. Καὶ νὰ γιατί:

Ὅταν ἡ ψυχὴ μᾶς φλέγεται ἀπὸ τὸν πόθο τοῦ Θεοῦ καὶ ἀπὸ τὴν καρδιὰ μᾶς ξεχύνεται ὁλοθερμὴ προσευχή, δὲν ἔχουμε παρὰ ἐλεητικὴ ἐπίσκεψη τῆς χάριτος. Ἐμεῖς ὅμως, ὅταν ἡ εὐλογημένη αὐτὴ κατάσταση παρατείνεται γιὰ πολύ, νομίζουμε ὅτι κατορθώσαμε κάτι σπουδαῖο μὲ τὸ δικό μας ἀγώνα καὶ κυριευόμαστε ἀπὸ τὴν κενοδοξία. Γιὰ λόγους παιδαγωγικούς, λοιπόν, ἀπομακρύνεται ἡ χάρη καὶ μένει ἡ ψυχὴ μᾶς μόνη της, γυμνὴ καὶ ἀδύναμη, ἀνίκανη νὰ ζήσει πνευματικά, ψυχρὴ καὶ ἀπρόθυμη νὰ...
προσευχηθεῖ…

Τί θὰ κάνουμε, λοιπόν, γιὰ νὰ ξεφύγουμε ἀπ’ αὐτὴ τὴν κατάσταση; Πρῶτα-πρῶτα θὰ φροντίσουμε νὰ ἐξουδετερώσουμε τὶς αἰτίες της. Καὶ ὕστερα, παρ’ ὅλη τὴν ψυχρότητα τῆς ψυχῆς μας, θὰ κάνουμε μὲ ἐπιμονὴ καὶ ὑπομονὴ τὸν καθημερινὸ προσευχητικὸ κανόνα μας, προσπαθώντας ἀφ’ ἑνὸς νὰ συγκεντρώνουμε τὸ νοῦ μας στὰ λόγια τῶν εὐχῶν καὶ ἀφετέρου νὰ ξεσηκώνουμε μέσα στὴν καρδιὰ μᾶς αἰσθήματα φιλόθεα. Μὲ τὸν καιρὸ ὁ Θεός, βλέποντας τὴν ταπείνωση καὶ τὴν καρτερία μας, θὰ μᾶς ξαναστείλει τὴ χάρη Του, ποὺ θὰ διώξει τὸ πνεῦμα τῆς ψυχρότητος, ὅπως ὁ ἄνεμος διώχνει τὴν ὁμίχλη.

Ἅγιος Μακάριος ὁ Αιγύπτιος

Η «μέθοδος των γονάτων!»



Στις πολύ δύσκολες περιστάσεις της ζωής μας όπου η ανάγκη για προσευχή μοιάζει με φωτιά που μας καίει μέσα μας, καλό είναι να προσπίπτουμε νοερά ενώπιον του Κυρίου μας γονατιστοί. Να εφαρμόζουμε τη λεγόμενη «μέθοδο των γονάτων» κατά τους αγιορείτες πατέρες.
Τότε οποιαδήποτε μορφή προσευχής κάνουμε γίνεται φλογερή, ζέουσα και ο Κύριος συγκινείται και ικανοποιεί το αίτημά μας αλλά στο χρόνο που Εκείνος γνωρίζει και με τρόπο που ίσως εμείς να μην κατανοήσουμε.
Για τους ασθενείς και υπερήλικες μπορεί να εφαρμοστεί η «μέθοδος των
πνευματικών γονάτων». Έχει και η ψυχή μας γόνατα!
Είναι η ταπείνωση, η αυτομεμψία, η ευγνωμοσύνη και η ευχαριστία. Είναι αρετές και ενέργειες στις οποίες και ένας κατάκοιτος μπορεί να προβεί.


Από το βιβλίο του Γεωργίου Χ. Κάτσου ''Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησόν με''Εκδ.Πορφύρα''

Εξουσία και άρχοντες (Η Αγία Γραφή και οι άγιοι οδηγοί μας στις επερχόμενες εκλογές)

Ο απόστολος Παύλος στην προς Ρωμαίους επιστολή, στο δέκατο τρίτο κεφάλαιο γράφει: «Πᾶσα ψυχὴ ἐξουσίαις ὑπερεχούσαις ὑποτασσέσθω· οὐ γάρ ἐστιν ἐξουσία εἰ μὴ ὑπὸ Θεοῦ · αἱ δὲ οὖσαι ἐξουσίαι ὑπὸ τοῦ Θεοῦ τεταγμέναι εἰσίν».(Ρωμ. 13,1) Και η μετάφραση: «Ο κάθε ένας ας υποτάσσεται στις ανώτερες εξουσίες, διότι δεν υπάρχει εξουσία παρά από το Θεό και οι εξουσίες που υπάρχουν έχουν ταχθεί από το Θεό».

Το καθεστώς του κράτους, λοιπόν, είναι σύμφωνο προς το σχέδιο του Θεού, ο οποίος δημιούργησε τον άνθρωπο να ζει κοινωνικά. Άρα η ύπαρξη της εξουσίας ουσιαστικά κάνει πράξη αυτό που σκέφτηκε ο Θεός για τον άνθρωπο, για την κοινωνικότητά του.

Σχολιάζει ο άγιος Χρυσόστομος: «Το να υπάρχουν αρχές και οι μεν να είναι άρχοντες οι δε αρχόμενοι , λέγω, είναι έργο της σοφίας του Θεού, για να μη γίνονται όλα αμελώς και χωρίς φροντίδα, ώστε να βρίσκεται σε ακαταστασία ο κόσμος, όπως τα κύματα που περιφέρονται εδώ κι εκεί».

Ακόμη, αναφερόμενος στην υποταγή στους άρχοντες, όχι απλώς στην πειθώ, λέγει: «Κάνει πολύ λόγο για την υποταγή στους άρχοντες, ο απόστολος Παύλος, θέλοντας να δείξει ότι ο Χριστός δεν εισήγαγε τους νόμους του για να ανατρέψει την κοινή πολιτεία, αλλά για να την καταστήσει καλύτερη».

Και συνεχίζει ο άγιος Ισίδωρος ο Πηλουσιώτης: «Η αναρχία είναι σε κάθε περίπτωση πάρα πολύ ανυπόφορη και αιτία σύγχυσης και ακαταστασίας».

Εξουσία σημαίνει το αξίωμα. Γι` αυτό ο απόστολος Παύλος είπε: «· οὐ γάρ ἐστιν ἐξουσία εἰ μὴ ὑπὸ Θεοῦ». Βλέπουμε, λέει πάλι ο άγιος Ισίδωρος ο Πηλουσιώτης, δεν είπε: «Δεν υπάρχει άρχοντας, αλλά μίλησε για το αξίωμα που έχει». Και συμπληρώνει ο Οικουμένιος: «Δε λέει ο Απόστολος για τον καθένα άρχοντα, αλλά για τη θέση, για το αξίωμα που διακονεί».

Ερχόμαστε και στον άγιο Θεοφύλακτο Βουλγαρίας, ο οποίος κάνει μια λεπτότερη διάκριση ανάμεσα «στο άρχειν», δηλαδή στην εξουσία, στο αξίωμα, στη θέση, στην ιδιότητα που φέρει ο άρχοντας και «στον άρχοντα», δηλαδή στο πρόσωπο που εκλέχτηκε να υπηρετήσει τη θέση, αλλά δίνει έμμεσα και απάντηση στις ευθύνες που έχουμε για την εκλογή των αρχόντων.

Γράφει: «Ο Θεός, προνοώντας για την κοινή ευταξία, οικονόμησε ώστε να υπάρχουν άρχοντες και αρχόμενοι, βάζοντας στους αδίκους, κατά κάποιο τρόπο σαν χαλινάρι, το φόβο προς τους άρχοντες, προς την εξουσία. Πρέπει όμως να γνωρίζουμε ότι ο Θεός οικονόμησε το να υπάρχουν άρχοντες και αρχόμενοι, κατά τον απόστολο Παύλο, και όχι αν θα είναι άρχοντας ο ένας ή ο άλλος. 

Διότι δεν εκλέγονται από το Θεό οι άδικοι άρχοντες».

Βλέπουμε πως οι άγιοι, έχοντας τη διάκριση του Πνεύματος, αλλά και ως «σάρκα φορούντες και τον κόσμον οικούντες», γίνονται πρακτικοί οδηγοί σε όλα τα ζητήματα της ζωής του ανθρώπου. 

Εμμέσως, πλην σαφώς, μας λένε πως είμαστε εμείς υπεύθυνοι για τους άρχοντες που εκλέγουμε.

Ποια είναι τα κριτήρια που μας προτείνουν για την εκλογή τους; Ερμηνεύοντας στη λέξη «υποτασσέσθω» ο Θεοδώρητος, γράφει:«Προφανώς να υποτασσόμαστε, αν είναι στην ευσέβεια. Διότι η εναντίωσή τους στις εντολές του Θεού δεν μας επιτρέπει να συμβιβαζόμαστε με τους άρχοντες».

Στην προς Τίτον επιστολή γράφει ο απόστολος Παύλος: «Ὑπομίμνησκε αὐτοὺς ἀρχαῖς καὶ ἐξουσίαις ὑποτάσσεσθαι, πειθαρχεῖν, πρὸς πᾶν ἔργον ἀγαθὸν ἑτοίμους εἶναι» (Τίτ.3,1) Μετάφραση: «Να τους υπενθυμίζεις να υποτάσσονται στις αρχές και στις εξουσίες, να πειθαρχούν, να είναι έτοιμοι για κάθε έργο καλό».

Ο Θεοδώρητος σχολιάζει στο στίχο αυτό: «Δεν πρέπει να πειθαρχούμε σε όλα στους άρχοντες, αλλά να πληρώνουμε τους δασμούς και τους φόρους και να απονέμουμε την οφειλόμενη τιμή. Αν όμως μας δώσουν εντολή να πράξουμε δυσσεβή πράγματα, αμέσως να αντιδράσουμε σθεναρώς».

Είναι απλές και ξεκάθαρες οι θέσεις των αγίων. Μας βοηθούν να ψηφίζουμε ελεύθερα. Και ελεύθερα σημαίνει αδέσμευτο συναίσθημα και θέλημα συνταυτισμένο στο κατά δύναμη με το θέλημα του Ευαγγελίου και τις εντολές του. Έτσι δε θα μετανιώσουμε ποτέ, διότι κάναμε το θέλημα του Θεού και η συνείδησή μας θα είναι ήσυχη, όσο κι αν μας πιέζει και μας επηρεάζει ο κόσμος.

«Οι συνειδήσεις μας δεν είναι κτήμα κανενός, παρά μόνο του Θεού. Είναι αποκλειστικό δικαίωμα του Θεού να ζητάει ολόκληρo τον εσωτερικό μας κόσμο και να δεσμεύει ακόμη και αυτές τις σκέψεις μας και τις εσωτερικές μας αποφάσεις. Η υποταγή μας προς τους άρχοντες εξάλλου, υπονοεί το σεβασμό και την εκδήλωση τιμής προς αυτούς, υπακοή στους νόμους και τις διαταγές τους, εφόσον αυτές δεν προσκρούουν στην ευσέβεια και στα καθήκοντά μας προς το Θεό».(Π. Τρεμπέλας)

Πιστεύουμε πως, έχοντας οδηγό τις γνώμες των αγίων μας, μπορούμε να οδηγηθούμε στις κάλπες, με ελαφριά καρδιά, χωρίς αναστολές, στο ιερό μας δικαίωμα και καθήκον κατά τις δύσκολες αυτές ώρες που περνά η πατρίδα μας.


Σάββας Ηλιάδης
Δάσκαλος
Κιλκίς, 15-9-2015

Ο Ηγέτης πρέπει να είναι θεοσεβής, για να έχει την ευλογία του Θεού

Μια και ξαναπάμε σε εκλογές, να δούμε πως πρέπει να είναι ο σωστός ηγέτης κατά τα βυζαντινά και ορθόδοξα πρότυπα. Μακάρι να αξιωθούμε να μας στείλει ο Θεός έναν τέτοιο ηγέτη, που να είναι θεοσεβής και δίκαιος.
~Το μυστικό όπλο των Βυζαντινών, με το οποίο ο ηγέτης καταξιώνεται την αποστολή του και επιτυγχάνει το έργο του, είναι η θεοσέβεια και η εμπιστοσύνη στην Πρόνοια του Θεού. Ο Θεός ευλογεί τις προσπάθειες των θεοσεβών ηγητόρων...

Γι’ αυτό ο αυτοκράτορας Λέων ΣΤ’ ο Σοφός, γνωρίζοντας ότι οι ευθύνες του ηγέτη συνεχώς αυξάνονται, και μάλιστα σε κρίσιμες ώρες ή καταστάσεις, κατά τις οποίες αισθάνεται την ανάγκη να τον φωτίσει και να τον δυναμώσει ο Θεός, ενθέρμως σύστηνε:

«Προ παντός άλλου, στρατηγέ, πρώτη εντολή μας και παραίνεση προς εσένα είναι να επιμελείσαι της δικαιοσύνης και της αγάπης του Θεού, έχοντας διαρκώς προ οφθαλμών σου τον Θεό. Να προσεύχεσαι και να επιζητείς, φιλικά, τη σωτηρία. Γιατί είναι αψευδής αυτός που είπε: ″Ο Κύριος θα ποιήσει το θέλημα αυτών που φοβούνται τον Κύριο και θα εισακούσει την προσευχή τους και θα τους σώσει» (Λέοντος, 448-461).
«Να γνωρίζεις ότι, όταν βρίσκεσαι έξω από τη θεία ευμένεια, τότε δεν μπορείς να σκέπτεσαι και να ενεργείς σωστά, έστω και αν νομίζεις ότι είσαι φρόνιμος, ούτε μπορείς να νικήσεις τους αντιπάλους σου, έστω και αν νομίζεις ότι είναι ασθενείς, γιατί τα πάντα εξαρτώνται από την πρόνοια του Θεού, η οποία εξουσιάζει ακόμα και εκείνα που εσύ θεωρείς ελάχιστα« (Λέοντος 462-467).
«Όπως ο κυβερνήτης πλοίου, όταν έχει την εύνοια των ανέμων και χρησιμοποιεί σωστά και την τέχνη του, οδηγεί το πλοίο με ασφάλεια, έτσι και ο άριστος στρατηγός, εάν αξιωθεί της εύνοιας του Θεού και εφαρμόζει με επιμέλεια και επιμονή την ευταξία και τη στρατηγική, τότε και το στράτευμα, που του έχει εμπιστευθεί, θα διοικεί αποτελεσματικά, και με επιτυχία θα εκστρατεύσει εναντίον των εχθρών. Γιατί η θεία Πρόνοια και θα διδάξει τα κατάλληλα για το συμφέρον και θα συνεργήσει για να έχει αίσιο τέλος η αποστολή. Όταν λοιπόν είσαι τέτοιος, ευσεβής στη πίστη και δίκαιος στις πράξεις, τότε θα οικοδομείς πάνω σε ασάλευτα θεμέλια την επιτυχία και την πρόοδο της διοικήσεώς σου» (Λέοντος, 468-481).

από το βιβλίο: «Ηγέτες και Ηγεσία» του Γεωργίου Σ. Κουγιουμτζόγλου – Πρεσβυτέρου Ταξίαρχου ε.α. (Θεσσαλονίκη)

Δημοκραται, Λαοκραται, Σοσιαλισται, Κομουνισται και ολοι οι αλλοι. Ακουσατε μας

(Ἀποσπάσματα ἀπὸ «ΕΣΤΙΑ», Φεβρουάριο 1945, αριθμ. φυλ. 8)
του Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αὐγουστίνου Καντιώτου στην Κοζάνη

Οι αγώνες οι πολιτικοί πρέπει να διεξάγωνται σε ηθικές βάσεις.
Αν οι πολιτικοί μας υιοθετοῦν το αντιχριστιανικό δόγμα «ο σκοπός αγιάζει τα μέσα», τότε η Ελλάς ἀπὸ τέτοια κόμματα νὰ περιμένει μόνο συντρίμμια.

ΧΡΙΣΤΟΚΡΑΤΙΑ

«Ω Χριστέ μας ω γλυκύτατε Σωτήρ, Συ είσαι ο μόνος οδηγός μας εις τον σάλον της ζωής»

Χριστοκρατία! Εις το άκουσμα του συνθήματος αυτού μερικοί ανησυχούν, ταράσσονται, αγανακτούν, αφρίζουν από άγριο μίσος, συκοφαντούν, διαστρεβλώνουν την αλήθειαν, απειλούν. Διότι παρεξήγησαν τὶς προθέσεις μας. Δεν ἐμβαθύνουν εις το πνεύμα του συνθήματος, δεν θέλουν να μάθουν τι εἶναι ἡ Χριστοκρατία, και γι’ αυτό φοβοῦνται…


«Δημοκράται, Λαοκράται, Σοσιαλισταί, Κομουνισταί και ὅλοι οἱ ἄλλοι. Ακούσατέ μας. 
Οι αγώνες σας οι πολιτικοί πρέπει να διεξάγωνται με ηθικές βάσεις. Ψεύδη, συκοφαντίες, απειλές, τρομοκρατίες, πολιτικὲς δολοφονίες είνε όπλα βδεληρά, τα οποία καταδικάζει η χριστιανική ηθική. Υπεράνω του κομματικού συμφέροντος ας εἶναι το συμφέρον της πατρίδος. Ας αποθάνει εις τα στήθη όλων το κομματικό πάθος, η εκδίκησις κατά των αντιπάλων. Ας διεξάγωνται οι αγώνες με μόνο, μὲ τα όπλα της ειρηνικής διαφωτίσεως. Ας παλεύουν όλες οἱ ιδέες στον πολιτικόν στίβον, και όποια είναι ισχυροτέρα θα νικήσει, έστω και εάν όλη η ωμή βία εἶναι ἐναντίον της. Ας έχουν όλοι οι πολιτικοί άνδρες της χώρας ως πρότυπο του πολιτεύεσθαι τον Περικλή της αρχαιότητος, τον δημιουργόν του αθανάτου ελληνικού πολιτισμού, ὁ ὁποῖος αναλαμβάνων την χλαμύδα έλεγε καθ’ εκάστην προς τον εαυτόν του «Πρόσεχε, Περίκλεις! Ελευθέρων μέλεις άρχειν και Ελλήνων και Αθηναίων». Ἔχοντας τέτοιες πολιτικὲς αρχές, ουδέποτε εγκλημάτισε κατά των ἀντιπάλων του. Όταν δε μετά ἀπὸ κάποια πολιτική ομιλία του, τὸν ἀκολούθησε μέχρι τὸ σπίτι του κάποιος αντίθετός του, υβρίζοντας και απειλώντας τον, ο Περικλής όχι μόνον δεν απήντησε μὲ ύβρεις και απειλές, αλλά επειδή ήταν νύκτα διέταξε έναν υπηρέτην του, να ανάψει δάδα και να τὸν συνοδεύσει μέχρι τὸ σπίτι του.
Εις αυτό το ύψος της πολιτικής αρετής πρέπει να εξυψωθούν οι εν Ελλάδι πολιτικοί αγώνες. Άλλως, εάν εξακολουθήσητε να κρατήτε την πολιτική μακριὰ άπὸ την ηθική και να εφαρμόζετε την μακιαβέλειον ηθική και υιοθετήτε το αντιχριστιανικόν δόγμα «ο σκοπός αγιάζει τα μέσα», τότε η Ελλάς μὲ τέτοια κόμματα νὰ περιμένει μόνο συντρίμμια. Τὰ δὲ κόμματα ποὺ θὰ ἀνεβαίνουν στὴν ἐξουσία, θα έχουν μεν ωραία ονόματα, αλλά κατά βάθος θα είναι φαυλοκρατία. 
Πρέπει να γίνωμε άνθρωποι, για να καλλιτερεύσωμε την ζωή. Πρέπει να εξυγιάνωμε την ρίζα, την ψυχή μας· να ελευθερώσωμεν αυτή από τα πάθη, τα οποία αποτελούν την δηλητηριώδη πηγήν της ποικίλης κοινωνικής αθλιότητος. Μόνο, εάν γίνουμε άνθρωποι, μόνον εάν διοικήσουν όχι κίβδηλοι αλλά πραγματικοί χριστιανοί, τότε, όχι απλώς κόμμα, αλλά τελεία θα τεθεί εις τα δεινά της κοινωνίας». Τότε θα έχωμε την ιδεώδη πολιτεία του Πλάτωνος, την βασιλεία του Χριστού επί της γης, την Χριστοκρατίαν.
Αυτά είναι τα ιδεώδη της Εκκλησίας και προς αυτά θα καλεί τους πάντας. Ίσως πολλοί γελάσουν, ίσως ειρωνευθούν, ίσως μερικοί μισήσουν. Αλλ’ η Εκκλησία δεν θα παύσει να κηρύττει τας δυο θεμελιώδης κοινωνικάς αρχάς του Χριστοῦ· δικαιοσύνην και αγάπην. «Ο έχων ώτα ακούειν ακουέτω!».

ΑΝΑΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΚΛΟΓΩΝ!

Η Ορθόδοξη «Δημοκρατία», καταργεί μνημόνια, αδικίες, ανεργίες, πείνα και κερδίζεις δύο οφέλη. Δεν γίνεσαι οπαδός σε κανέναν και είσαι εκεί που θα σε ήθελε ο Χριστός!!!
Κατά Λουκάν Ευαγγέλιον, Κεφ. 19, στιχ. 1-10


ΕΛΛΗΝΕΣ, ΤΑ ΜΕΓΑΛΑ ΕΘΝΗ- ΣΑΣ ΚΑΤΑΣΠΑΡΑΖΟΥΝ ΚΑΙ ΕΣΕΙΣ ΠΕΡΙΜΕΝΕΤΕ ΒΟΗΘΕΙΑ ΑΠ” ΑΥΤΟΥΣ;;;

ΕΛΛΗΝΕΣ, ΤΑ ΣΑΡΚΟΦΑΓΑ ΤΕΡΑΤΑ ΣΑΣ ΚΑΤΑΣΠΑΡΑΖΟΥΝ
ΚΑΙ ΕΣΕΙΣ ΠΕΡΙΜΕΝΕΤΕ ΒΟΗΘΕΙΑ ΑΠ” ΑΥΤΟΥΣ;;;
Ἀπόσπασμα (γ) τῆς «ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗΣ ΣΠΙΘΑΣ»
 αρ. φυλ. 195
ΤΟΥ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΦΛΩΡΙΝΗΣ π. ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΥ ΚΑΝΤΙΩΤΟΥ

Τὰ σύγχρονα πολιτικὰ συγκροτήματα. Ἀφήνουμε τὸ παρελθόν, ἐγκαταλείπουμε τὴν Παλαιστίνη καί, ὕστερα ἀπὸ τὸ νοερὸ ταξίδι ποὺ κάναμε στοὺς αἰῶνες ποὺ πέρασαν, νά τώρα προσγειωνόμαστε καὶ πάλι στὸ ἀγαπημένο ἔδαφος τῆς πατρίδος μας. Βρισκόμαστε στὴν Ἑλλάδα. Ἔχοντας μπροστά μας τὴν παλαιὰ εἰκόνα τῆς πολιτικῆς καὶ κοινωνικῆς ζωῆς τοῦ Ἰσραήλ, ὅπως τὴ ζωγράφισε ὁ προφήτης Ἠσαΐας, βλέπουμε πόσες ὁμοιότητες ὑπάρχουν μεταξὺ τῆς εἰκόνας ἐκείνης καὶ τῆς ἄλλης, τῆς νέας εἰκόνας ποὺ παρουσιάζει σήμερα ἡ Ἑλλάδα. Εἴμαστε κ᾽ ἐμεῖς, ὅπως ὁ Ἰσραήλ, μικρὸ καὶ μεμονωμένο ἔθνος. Ἤθη, ἔθιμα, γλῶσσα, ἱστορικὸ παρελθὸν τριῶν καὶ πλέον χιλιάδων ἐτῶν, θυσίες παλαιοτέρων καὶ νεωτέρων γενεῶν, θὰ ἔπρεπε νὰ κάνουν τὸ ἔθνος μας νὰ διακρίνεται καὶ ν᾽ ἀπολαμβάνῃ μιὰ ἰδιαίτερη ἐκτίμησι καὶ ἀγάπη ἀπὸ τὰ ἄλλα ἔθνη. Ἀλλὰ τὸ μικρὸ τοῦτο ἔθνος, ποὺ εἶνε «σημεῖον ἀντιλεγόμενον», προκαλεῖ μίση, φθόνους, διωγμούς· σὰν τὸ πλοῖο τοῦ Ὀδυσσέα κλυδωνίζεται καὶ πάλι μέσα σὲ ἄγρια θύελλα καὶ πλησιάζει στὸ ἀπαίσιο στόμιο τῶν Συμπληγάδων. Ποιές εἶνε οἱ Συμπληγάδες πέτρες; Εἶνε τὰ δύο ἀντίθετα πολιτικὰ ῥεύματα, τὰ δύο ἰσχυρὰ πολιτικο-στρατιωτικὰ συγκροτήματα τῶν ἡμερῶν μας, οἱ δύο τεράστιες αὐτοκρατορίες τῆς Ἀμερικῆς καὶ τῆς ῾Ρωσίας, στὶς ὁποῖες διαιρέθηκε ὁ σύγχρονος κόσμος. Ἀμερικανοὶ καὶ ῾Ρῶσοι εἶνε ὅπως ἦταν οἱ Αἰγύπτιοι καὶ οἱ Ἀσσύριοι γιὰ τὸν Ἰσραήλ. Καὶ ὅπως τότε ἄλλα μὲν ἀπὸ τὰ μικρὰ ἔθνη τάσσονταν μὲ τοὺς πρώτους, ἄλλα δὲ μὲ τοὺς δευτέρους, ἔτσι καὶ σήμερα· ἄλλα ἔθνη ἑλκύονται ἀπὸ τὰ λαμπερὰ πετράδια, τὰ ἐξωτερικὰ ἀγαθὰ ποὺ ἐκτίθενται στὶς βιτρίνες τοῦ Δυτικοῦ πολιτισμοῦ, καὶ ἄλλα ἀπὸ τὰ θέλγητρα μιᾶς κοινωνικῆς ἰσότητος καὶ δικαιοσύνης ποὺ ὑπόσχεται ἀφειδῶς ὁ κόκκινος παράδεισος τῶν Σοβιέτ. Ἀλλὰ παρ᾽ ὅλες τὶς ἐξωτερικὲς διαφορὲς τῶν δύο λεγομένων πολιτισμῶν, στὸ βάθος κυριαρχεῖ μία ὁμοιότης· ὅλα τὰ κράτη, Ἀνατολὴ καὶ Δύσις, εἶνε στραμμένα πρὸς τὴν ὕλη. Ἀπὸ τὴν ὕλη, γιὰ τὴν ὕλη, χάριν τῆς ὕλης, νά τὸ πρόγραμμα τῶν συγχρόνων ἀνθρώπων. Ἡ ἐπίσημη ἐφημερίδα τοῦ Πατριαρχείου τῆς Κωνσταντινουπόλεως, «Ὁ Ἀπόστολος Ἀνδρέας», σὲ ἕνα ἀπὸ τὰ τελευταῖα φύλλα δημοσίευσε μία πολὺ καλὴ κριτικὴ τῶν δύο αὐτῶν πολιτισμῶν, κριτικὴ τὴν ὁποία ἐξέφρασε εὔγλωττα ὁ γνωστὸς πάστορας Μάρτιν Νιμέλερ μιλώντας στὴ Συνέλευσι τῶν κληρικῶν τῆς ἐπαρχίας Ἔσσεν τῆς Γερμανίας. Αὐτὸς καταφέρθηκε δριμύτατα ἐναντίον τοῦ συγχρόνου ἰδεώδους τοῦ χριστιανικοῦ κόσμου, ποὺ δὲν εἶνε ἄλλο παρὰ ἡ βελτίωσι τοῦ βιωτικοῦ ἐπιπέδου. Καὶ πρόσθεσε· «Σὲ τί διαφέρει ὁ χριστιανικὸς κόσμος τῆς Δύσεως, ὅταν ὑλοποιῇ τὸ Θεό, ἀπὸ τὸν Κομμουνισμό, ποὺ θεοποιεῖ τὴν ὕλη;».
Ὑλισμὸς θεωρητικὸς καὶ πρακτικός, θρησκεύων καὶ ἄθεος, ἐπικρατεῖ στὸ σύγχρονο κόσμο.

Ἑλλάδα, θυμήσου… Ἡ Ἑλλάδα, ποὺ παρασύρεται ἀπὸ τὸ συναισθηματικό της κόσμο καὶ τείνει τὸ αὐτὶ ἕτοιμη νὰ δεχθῇ τὰ ὡραῖα συνθήματα ἐκείνων ποὺ ἀγωνίζονται δῆθεν ὑπὲρ ἐλευθερίας καὶ ὑπογράφει πρωτόκολλα φιλίας, κι ἀπὸ τὶς συμμαχίες αὐτὲς περιμένει τὴν ἀσφάλεια τῶν συνόρων, τὴν ὑποστήριξι τῶν δικαίων της, τὴν οἰκονομικὴ ἀνόρθωσι, ἡ Ἑλλάδα, ἕρμαιο τῆς ἐξωτερικῆς πολιτικῆς τῶν μεγάλων ἐθνῶν, ἔχει δοκιμάσει πολλὲς πικρίες καὶ ἀπογοητεύσεις μέχρι τώρα, κ᾽ ἐν τούτοις δὲν ἐννοεῖ νὰ σωφρονισθῇ. Εὔκολα λησμονεῖ τὶς συμφορὲς ἀπὸ τὴν προδοσία καὶ ἀπιστία τῶν συμμάχων της.

Ἑλλάδα, θυμήσου μερικὲς ἡμερομηνίες τῆς πολιτικῆς σου ζωῆς. Θυμήσου τὶς μαῦρες ἐκεῖνες ἡμέρες τοῦ Σεπτεμβρίου τοῦ 1922, κατὰ τὶς ὁποῖες ἕνα ἑκατομμύριο ὀρθόδοξος λαὸς εἶχε συρρεύσει στὴν παραλία τῆς Σμύρνης. Καὶ ἐνῷ τὰ θωρηκτὰ τῶν μεγάλων δυνάμεων, τῶν λεγομένων συμμάχων, θὰ μποροῦσαν μὲ λίγες ὁμοβροντίες τῶν τηλεβόλων τους νὰ τρέψουν σὲ ἄτακτη φυγὴ τὶς ἀγέλες τῶν θηρίων τῆς Ἄγαρ, ποὺ κατασπάραζαν τὰ ἄοπλα πλήθη, αὐτοὶ ἀπαθῶς παρατηροῦσαν τὴν ἐθνική μας ἐκείνη συμφορά… Θυμήσου τὴν 6η Σεπτεμβρίου 1955, κατὰ τὴν ὁποία ἡ παροικία τῶν Ἑλλήνων στὴν Κωνσταντινούπολι παραδιδόταν στὴ φωτιὰ καὶ στὴν ἀτίμωσι. Ἑλλάδα, οἱ σύμμαχοί σου δὲν ἔδειξαν κανένα οὐσιαστικὸ ἐνδιαφέρον. Ὤ καὶ ἂν ἔσπαζε ἕνα καὶ μόνο τζάμι τῆς δικῆς τους πρεσβείας καὶ ῥαπιζόταν ἕνας καὶ μόνο δικός τους πολίτης! μέσα σὲ λίγες ὧρες πάνω στὸν οὐρανὸ θὰ ἐμφανίζονταν σμήνη βομβαρδιστικῶν ἀεροπλάνων καὶ θ᾽ ἀπειλοῦσαν μὲ καταστροφὴ τὴν πόλι ποὺ ἔκανε τὶς βιαιοπραγίες. Ἑλλάδα, θυμήσου τὶς συνεδριάσεις τοῦ Ὀργανισμοῦ τῶν Ἡνωμένων Ἐθνῶν, στὶς ὁποῖες γιὰ δίκαια αἰτήματά σου καμμία ἀπόφασι δὲν ἐλήφθη ὑπὲρ αὐτῶν, διότι τὰ μεγάλα ἔθνη παίζουν τὴ διελκυστίνδα τῶν συμφερόντων τους. Ἑλλάδα, θυμήσου… Ἂν ἀφαιρέσῃς τὸ Ναυαρῖνο, ποὺ δὲν ἦταν ἐπίσημη ἐνέργεια τῶν «χριστιανικῶν» κυβερνήσεων τῆς Εὐρώπης, ἀλλὰ μιὰ ἐκδήλωσι ἀγανακτήσεως τῶν ναυάρχων, ποιές εἶνε οἱ ἀληθινὲς ὑπηρεσίες πρὸς ἐσένα τῶν λεγομένων συμμάχων σου; Οἱ μεγάλοι σὲ ἀπάτησαν. Κ᾽ ἐν τούτοις ἐσὺ ἐξακολουθεῖς νὰ πιστεύῃς στὰ λόγια τους περισσότερο ἀπὸ ὅ,τι πιστεύεις στὰ δόγματα τῆς ἀμωμήτου πίστεως, ποὺ ἀποκαλύφθηκαν στὸν κόσμο μὲ τὴ φωνὴ τῶν προφητῶν καὶ τῶν ἀποστόλων καὶ πρὸ παντὸς μὲ τὸ λόγο τοῦ Υἱοῦ τοῦ ἀνθρώπου, τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ.