.

.

Δός μας,

Τίμιε Πρόδρομε, φωνή συ που υπήρξες η φωνή του Λόγου. Δος μας την αυγή εσύ που είσαι το λυχνάρι του θεϊκού φωτός. Βάλε σήμερα τα λόγια μας σε σωστό δρόμο, εσύ που υπήρξες ο Πρόδρομος του Θεού Λόγου. Δεν θέλουμε να σε εγκωμιάσουμε με τα δικά μας λόγια, επειδή τα λόγια μας δεν έχουν μεγαλοπρέπεια και τιμή. Όσοι θα θελήσουν να σε στεφανώσουν με τα εγκώμιά τους, ασφαλώς θα πετύχουν κάτι πολύ πιό μικρό από την αξία σου. Λοιπόν να σιγήσω και να μη προσπαθήσω να διακηρύξω την ευγνωμοσύνη μου και τον θαυμασμό μου, επειδή υπάρχει ο κίνδυνος να μη πετύχω ένα εγκώμιο, άξιο του προσώπου σου;

Εκείνος όμως που θα σιωπήσει, πηγαίνει με τη μερίδα των αχαρίστων, γιατί δεν προσπαθεί με όλη του τη δύναμη να εγκωμιάσει τον ευεργέτη του. Γι’ αυτό, όλο και πιό πολύ σου ζητάμε να συμμαχήσεις μαζί μας και σε παρακαλούμε να ελευθερώσεις τη γλώσσα μας από την αδυναμία, που την κρατάει δεμένη, όπως και τότε κατάργησες, με τη σύλληψη και γέννησή σου, τη σιωπή του πατέρα σου του Ζαχαρία.

Άγιος Σωφρόνιος Ιεροσολύμων

Πῶς νά γλιτώνω ἀπό τούς λογισμούς;



Πρόσεχε τό μυαλό σου νά μή σοῦ φεύγει ἐδῶ καί ἐκεῖ, ἀλλά κόλλησέ το σφιχτά εἰς τό ὄνομα τοῦ Χριστοῦ, καί ὠσάν νά εἶναι ἔμπροσθέν σου, νά Τόν ἱκετεύεις ἐπικαλούμενος τό ὄνομά Του μέ πόνον ψυχῆς καί τότε θά ἴδης πόσην ὠφέλειαν θά βγάλεις.

Τούς κακούς λογισμούς ἔξω γρήγορα μέ τίς κλωτσιές νά τούς διώκεις, "ἔξω ἀλῆτες", νά φωνάζεις "ἀπό τόν ναόν τοῦ Θεοῦ, ἀπό τήν ψυχήν μου"! Δίωκε τούς κακούς λογισμούς ἀμέσως, μόλις ἔλθουν, μήν τούς ἀφήνεις μέσα σου, διότι κινδυνεύεις νά ὑποστεῖς πληγήν καί ὕστερα χρειάζονται δάκρυα καί στεναγμοί. 

Κάμνε ὑπομονήν, παιδί μου, φεῦγε ὡς ἀπό φωτιά τούς λογισμούς, διότι αὐτοί ἐρημώνουν τήν ψυχήν, τήν ψυχραίνουν, τήν νεκρώνουν! Ἐάν ὅμως τούς διώκωμεν μέ τήν ὀργήν, μέ τήν προσοχήν καί τήν εὐχήν, γίνονται πρόξενοι μεγάλης ὠφέλειας. Διά τοῦτο ἀγωνίζου, μή φοβοῦ, ἐπικαλοῦ τόν ἕτοιμον ἰατρόν μας, δέν χρειάζονται πολλαί παρακλήσεις, δέν ζητεῖ χρήματα, δέν σιχαίνεται πληγάς, δέχεται δάκρυα, ὡς καλός Σαμαρείτης περιθάλπει καί ἐπιμελεῖται τόν τραυματισμένον ἀπό τούς νοητούς ληστάς. 

Ἄς σπεύσωμεν λοιπόν εἰς Αὐτόν. 



Γέρων Ἐφραίμ ἐν Ἀριζόνᾳ

elderephraimarizona.blogspot.gr

Ὁ Ἅγιος Γαβριήλ ὁ διά Χριστόν Σαλός καί οἱ μάρτυρες τοῦ Ἰεχωβᾶ



Μια φορά πήγαν στον Γέροντα δύο γυναίκες Μάρτυρες του Ιεχωβά. Τις έστειλαν για να δουν αν ο π. Γαβριήλ θα τις έφερνε στην οδό της αληθείας. Όταν μπήκαν στο κελί, ο π. Γαβριήλ, με ένα μυστηριώδες ύφος στη φωνή του, φώναξε:
— Ήρθε το χαλάζι και βρήκε την πέτρα!
Μετά άρχισε να κλαίει για πολλή ώρα. Οι γυναίκες, μην αντέχοντας άλλο, τον ρώτησαν γιατί έκλαιγε.
— Πώς να μην κλαίω; Για όλους τους χριστιανούς η πόρτα της Βασιλείας των Ουρανών είναι ανοιχτή, όμως εγώ από τις αμαρτίες μου δεν μπορώ να μπω! Κι αυτοί οι Ιεχωβάδες, πέντε εκατομμύρια στον κόσμο, λένε ότι θα σωθούν μόνο 144 χιλιάδες. Αυτοί έχουν πιάσει όλες τις θέσεις, κι εμένα ποιος θα με βάλει μέσα;
Οι γυναίκες τα έχασαν. Δεν ήξεραν τι ν’ απαντήσουν.Ύστερα τους μίλησε για την πλάνη στην οποία βρίσκονταν, τους δίδαξε την ορθή πίστη και, τέλος, έγιναν μοναχές στο μοναστήρι Μπόδμπε.
Η Μτσχέτα και η γύρω περιοχή είναι γεμάτη με εκκλησίες και μοναστήρια, όπου οι προσκυνηματικές εκδρομές είναι συνηθισμένες. Μια μέρα η αυλή του μοναστηριού Σαμτάβρο γέμισε παιδικές φωνές. Η ανυπόμονη φύση των παιδιών τα έκανε να τρέχουν παντού. Οι δάσκαλοι δυσκολεύονταν να τα συμμαζέψουν. Ένα μόνο παιδί στεκόταν παράμερα. Πλησίασε την πόρτα της εκκλησίας, γύρισε αμέσως προς την πύλη για να βγει, και μετά πάλι, σαν κάποιος να το τραβούσε πίσω, κοίταζε την εκκλησία με βουρκωμένα μάτια. Ο π. Γαβριήλ καθόταν πάνω στις σκάλες και τα παρακολουθούσε όλα. Ξαφνικά έβαλε μια δυνατή φωνή και τα παιδιά από την τρομάρα τους μπήκαν στο ναό. Τότε ο Γέροντας είπε στην Ταμάρη που ήταν δίπλα του:
— Το παιδί αυτό που κάθεται μόνο του είναι Ιεχωβάς, όπως και οι γονείς του. Και βλέπεις τι κάνει ο Πονηρός; Δεν το αφήνει να μπει στην εκκλησία! Αλλά ούτε η χάρις του Κυρίου το αφήνει να βγει έξω.
Τότε ο Γέροντας το σταύρωσε, και το παιδί, σαν να ελευθερώθηκε από βαριές αλυσίδες, ξέγνοιαστο και χαρούμενο, μπήκε στο ναό. Αφού όλα τα παιδιά προσκύνησαν, βγήκαν ήρεμα από την εκκλησία. Ο π. Γαβριήλ, γελώντας, είπε τότε στην Ταμάρη:
— Ήρθαν αγριοκάτσικα και φεύγουν αρνιά!
Ο π. Γαβριήλ δεν επέτρεπε στα πνευματικά του παιδιά να μιλάνε με αιρετικούς γιατί έτσι άνοιγαν επικοινωνία με το κακό. Μια μέρα, δύο Ιεχωβάδες πήγαν σε ένα γειτονικό μου σπίτι κι οι γείτονες κάλεσαν εμένα να τους μιλήσω. Τους μίλησα, αλλά αυτοί δεν ήθελαν να καταλάβουν τίποτα. Εγώ βιαζόμουν να πάω στον π. Γαβριήλ και τους άφησα. Στον Γέροντα δεν έκανα λόγο καθόλου γι’ αυτό. Κάποια στιγμή όμως μου είπε:
— Ποιος σου έδωσε το δικαίωμα να κάνεις κήρυγμα στους Ιεχωβάδες; Δεν είσαι απόστολος. Όποιος επιτρέπει σε αιρετικό να μπει στο σπίτι του, για να του μιλήσει για την ορθή πίστη, βάζει μέσα τον Πονηρό, και πώς μετά θα βγει από εκεί; Εσύ είχες καμιά ευλογία από ιερέα να κάνεις κήρυγμα; Όταν μιλάς με αιρετικούς, πρέπει να αποκαλύπτεις τα λάθη τους. Όμως εσύ άρχισες να μιλάς αλαζονικά, λέγοντας πως εμείς οι Ορθόδοξοι είμαστε πιο δυνατοί. Έτσι οδηγήθηκες από τον Πονηρό στην αμαρτία της περηφάνιας. «Μη δώτε το άγιον τοις κυσί μηδέ βάλητε τούς μαργαρίτας υμών έμπροσθεν χοίρων, μηδέ καταπατήσωσιν αυτούς έν τοις ποσίν αυτών καί στραφέντες ρήξωσιν υμάς». 
Στους αιρετικούς δεν κάνει να μιλάς, γιατί τους δίνεις αφορμή να βλασφημούν περισσότερο τον Κύριο. Αν ο μουσουλμάνος τηρεί τις δέκα εντολές, θα τον ευλογήσει ο Θεός και θα του φανερώσει το δρόμο προς την αλήθεια και έτσι θα στραφεί προς την Ορθοδοξία. Όπως ο απόστολος Παύλος που τηρούσε τις εντολές της Παλαιάς Διαθήκης ειλικρινά, καρδιακά και όχι φαρισαϊκά. Κι ο Θεός τον ελέησε και τον ξεχώρισε.
Σ’ ένα πυκνό δάσος ζούσε μια φυλή. Οι άνθρωποι αυτοί, όταν χρειαζόταν, έφερναν βροχή με την προσευχή τους κι ότι άλλο ζητούσαν ο Θεός τούς το ικανοποιούσε. Στο τέλος τους έστειλε και δύο ιεραποστόλους, οι οποίοι όταν είδαν τα θαυμαστά που συντελούνταν απόρησαν και είπε ο ένας στον άλλον: «Βλέπεις αυτοί πόσα μεγάλα θαύματα κάνουν μόνοι τους; Αυτοί δεν προσκυνούν τον ήλιο, το φεγγάρι και τ’ άλλα είδωλα, αλλά προσεύχονται ενώπιον Εκείνου που δημιούργησε τον ήλιο, το φεγγάρι, τον ουρανό και όλα. Ο Θεός βλέπει την καθαρή καρδιά τους και γι’ αυτό ακούει τις παρακλήσεις τους. Γι’ αυτό έστειλε και μας εδώ, για να κηρύξουμε την αλήθεια και να τους βαπτίσουμε. Το γράφει το Ευαγγέλιο: «Ζητείτε και εύρήσετε»».
Μια φορά έτυχε να περπατήσω στις παλιές περιοχές της Τιφλίδας. Προσπέρασα τους αρμένικους ναούς και μέσα μου τους κατηγόρησα ως αιρετικούς. Στη συνέχεια, επισκέφτηκα τον Γέροντα. Κάθισα αλλά δεν του είπα τίποτα. Εκείνος όμως είπε:
— Ναι, αλλά τι σου φταίει το Ετσμιαδζίνι; Όπως για μας είναι το Σβετιτσχοβέλι, έτσι γι’ αυτούς είναι το Ετσμιαδζίνι. «Ετσμιαδζίνι» σημαίνει «Ένας που ήρθε». Εκεί εμφανίστηκε ο Θεός, και είναι σπουδαίο και άγιο μέρος. Και πού ξέρεις πότε χτίστηκαν αυτοί οι ναοί; Μήπως τους έχτισαν πριν γίνουν οι Αρμένιοι μονοφυσίτες; 

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ . Ο ΑΓΙΟΣ ΓΑΒΡΙΗΛ (1929-1995) Ο ΔΙΑ ΧΡΙΣΤΟΝ ΣΑΛΟΣ ΚΑΙ ΟΜΟΛΟΓΗΤΗΣ

Εξωγήινοι: Ο κόσμος της παραίσθησης!!

Αλίμονο που έχει καταντήσει ο άνθρωπος!
Να ψάχνει για σωτήρες σε άλλους πλανήτες.
Να εμπιστεύεται ό,τι του πλασάρουν, αβασάνιστα. 
Να μην έχει πλέον που την κεφαλήν κλίνει. 
Να περιμένει λέει την σωτηρία του, από τους άλλους πλανήτες.
Από πιο «εξελιγμένα» όντα.
Τελικά τα πάντα γίνονται για να παρασύρουν τους ανθρώπους μακρυά από τον αληθινό Θεό.
Όλα για να υποδουλωθεί ο άνθρωπος σε αποκρυφιστικά, δαιμονικά και παραφυσικά φαινόμενα.
Τί θα κερδίσεις άνθρωπε, εσύ που εγκατέλειψες τον Χριστό και κυνηγάς την σωτηρία αλλού;
Εσύ που λες πως δεν υπάρχει τίποτα, πως δέχεσαι τώρα αβίαστα το τίποτα; 
Γνωρίζεις τί κάνεις;
Μήπως θεωρείς τον εαυτό σου πιο έξυπνο από τους αγίους, που μας προειδοποιούν αιώνες τώρα για τα τεχνάσματα αυτά, και τη δαιμονική απάτη;
«Στους έσχατους χρόνους να μην κοιτάτε τον ουρανό: Μπορεί να πλανηθείτε από τα ψευδοσημεία πού θα παρουσιάζονται εκεί. Θα εξαπατηθείτε και θα απωλεσθείτε…» 
῞Ηξει δὲ ἡ ἡμέρα Κυρίου ὡς κλέπτης ἐν νυκτί, ἐν ᾖ οὐρανοὶ ροιζηδὸν παρελεύσονται, στοιχεῖα δὲ καυσούμενα λυθήσονται, καὶ γῆ καὶ τὰ ἐν αὐτῇ ἔργα κατακαήσεται. (Β’ Πέτρου 3,10)

Τά U.F.O. εμφανίζονται για πρώτη φορά το 1948 με μορφή ιπταμένων δίσκων, τρέχουν με ιλιγγιώδεις ταχύτητες, και γίνονται άφαντα μπροστά στα μάτια αυτοπτών μαρτύρων. Η παρουσία των φαινομένων αυτών, κατά την γνώμη πολλών Αγιορειτών πατέρων αλλά και άλλων πνευματικών προσώπων, είναι ότι όλα αυτά είναι μετασχηματισμοί δαιμόνων και ανήκουν στα προαναγγελλόμενα σημεία πού είπε ο Χριστός, όταν ρωτήθηκε για την συντελεία του κόσμου, «φόβητρα και σημεία απ΄ουρανού μεγάλα έσται ». ( Λουκάς κα΄11).
Ο Απόστολος Παύλος αναφέρει χαρακτηριστικά ότι οι δαίμονες μπορούν να πάρουν την μορφή ακόμη και « αγγέλων φωτός».
«Γρηγορείτε λοιπόν και προσεύχεσθε» (Μαρκ. ιδ’38), είναι το πρόσταγμα για να μην έχουμε πειρασμούς στην Πίστη μας. Να προσευχόμαστε για να μην εισέλθουμε στον πειρασμό του δαίμονα της βλασφημίας και της οίησης.
Να προσευχόμαστε να μην δούμε, κατά παραχώρηση του Θεού, τους φανερούς πειρασμούς των … αισθήσεων, που ο διάβολος ξέρει πως να δημιουργεί όταν το επιτρέπει ο Θεός λόγω των ανόητων λογισμών που καλλιεργούμε…
Να προσευχόμαστε λοιπόν έτσι ώστε να μην έχουμε πειρασμούς της ψυχής μέσα από αμφιβολίες και προκλήσεις, με τις οποίες η ψυχή σύρεται βίαια σε μεγάλη σύγκρουση. 
Αμήν.

Προσευχή στον Κύριο

Κύριε, συνήθεια το 'χω να Σε ευχαριστώ για τα ξεχωριστά, τα ιδιαίτερα, τα αναπάντεχα δώρα Σου.
Απόψε θα Σε ευχαριστήσω για το δεδομένο, το απλό και το καθημερινό δώρο του ύπνου.
Αλλά μήπως δεν είναι κι αυτό από τα ξεχωριστά θεία δώρα;
Πόσοι άνθρωποι την ώρα αυτή ξαγρυπνούν...
Αν μπορούσα να τους μετρήσω...
Άλλοι δεν έχουν κρεβάτι, γιατί μια συμφορά τους έριξε στον δρόμο, κι άλλοι δεν έχουν ηρεμία κι από τις τύψεις δεν μπορούν να κλείσουν μάτι.
Άλλοι δεν νοιώθουν ασφαλείς καθώς ο τόπος τους βρίσκεται σε εμπόλεμη κατάσταση κι άλλοι κοιμούνται, γιατί εδόθη αυτοίς «σκόλωψ τη σαρκί», η δοκιμασία της αϋπνίας ή κάποιας βαρειάς ασθένειας.
Άλλοι ξαγρυπνούν για να μηχανευτούν τρόπους και να κερδίσουν περισσότερα, κι άλλοι για να καταστρώσουν σχέδια φονικά και ολέθρια.
Κύριε, Σ’ ευχαριστώ για το ακριβό και πολύτιμο δώρο του ύπνου.
Ένα δώρο που θεωρούσα κοινό και δεδομένο για κάθε άνθρωπο, αλλά που δυστυχώς η αφροσύνη της εποχής μας το έχει κάνει τόσο σπάνιο..
Σ’ ευχαριστώ για τον ατάραχο ύπνο που μου χαρίζεις...
Μνήσθητι, Κύριε, όσων κι απόψε δεν θα κοιμηθούν...
Αμήν.

«Σ’ ευχαριστώ Θεέ μου»!



Η γιαγιά μου, από την πλευρά του πατέρα μου, σε όλη της τη ζωή ήταν μια απλή χωρική από τη Συρία, που δεν ήξερε ούτε να γράφει, ούτε να διαβάζει.
Ήταν όμως ειλικρινά θρήσκα. Ότι έκανε είχε πάντοτε το όνομα του Θεού στα χείλη της. Aλλά δεν ανέφερε μόνο το Όνομά Του.
Έλεγε τουλάχιστον εκατό φορές την ημέρα: «Σ’ ευχαριστώ Θεέ μου»!… Καί όχι μόνο όταν της συνέβαινε κάτι καλό.
Αν η σούπα χυνόταν καθώς έβραζε και πάλι έλεγε: «Σ’ ευχαριστώ Θεέ μου. Σ’ ευχαριστώ. Σ’ ευχαριστώ Θεέ μου»!
Τη ρώτησα κάποτε γιατί ευχαριστούσε τον Θεό για κάτι κακό.
Γέλασε και μου είπε ότι αν κάτι κακό συμβαίνει είναι γιατί έχουμε ξεχάσει τη σύνδεσή μας με τον Θεό. Εκείνη την εποχή το βρήκα αυτό πολύ παράξενο, έστω κι αν εκείνη επέμενε να κάνω κι εγώ το ίδιο.
Κάποτε, έγδαρα το γόνατό μου κι εκείνη μου είπε να πω: «Σ’ ευχαριστώ Θεέ μου»!
Κατά περίεργο τρόπο αυτές οι λέξεις είχαν αποτέλεσμα και ένοιωσα καλύτερα το γόνατό μου. Όταν έγινα πέντε χρονών πήγα στο σχολείο. Προερχόμουν από έγχρωμη φυλή και τα γαλανομάτικα και ξανθόμαλλα παιδιά με κορόιδευαν συνήθως. Επειδή το χρώμα μου ήταν σκούρο, το παρατσούκλι μου ήταν «ο Αράπης». Μισούσα το σχολείο και παρακαλούσα τους γονείς μου να μην με αναγκάζουν να πηγαίνω.
Ένοιωθαν άσχημα για μένα, αλλά δεν μπορούσαν και να με προστατέψουν για πάντα. Τότε, η Σίτου μου (η Συριακή λέξη για τη γιαγιά) άκουσε τι μου συνέβαινε και μου είπε ότι έπρεπε να λέω: «Σ’ ευχαριστώ Θεέ μου», κάθε φορά που τα παιδιά με έβριζαν. Εκείνη τη στιγμή θεώρησα ότι επρόκειτο για την πιο ανόητη ιδέα που είχα ακούσει ποτέ μου. Λίγες μέρες όμως αργότερα, όταν ένα ολόκληρο τσούρμο παιδιών άρχισε να φωνάζει: «Αράπη, Αράπη, Αράπη», συνέβη κάτι: Συγκρατούσα τα δάκρυά μου, προσπαθώντας με όλες τις δυνάμεις του κορμιού μου, να μη φανώ μυξιάρικο και να μην τους επιτρέψω να με δούν να κλαίω. Αλλά δεν μπορούσα να συγκρατηθώ.
Τα δάκρυα θα ξεσπούσαν οπωσδήποτε. Τότε θυμήθηκα τα λόγια της Σίτου μου: «Σ’ ευχαριστώ Θεέ μου»! Άρχισα να τα επαναλαμβάνω σιωπηλά μέσα μου: «Σ’ ευχαριστώ Θεέ μου. Σ’ ευχαριστώ Θεέ μου»! Κι αυτό βοήθησε. Δεν ξέρω τι ακριβώς συνέβη, αλλά τα δάκρυα εξαφανίστηκαν. Ξαφνικά έπαψα να νοιάζομαι τόσο πολύ για το τι σκέφτονταν για μένα. Ίσως αυτό συνέβη γιατί ένοιωσα, ότι είχα κι εγώ τώρα ένα φίλο: τον Θεό. Όλα αυτά έγιναν εδώ και πολλά χρόνια. Από τότε, έχω γίνει ένας επιτυχημένος σεναριογράφος. Έχω ταξιδέψει σε όλον τον κόσμο κι έχω συναντήσει εκατοντάδες θαυμάσιους ανθρώπους.
Η ζωή μου είναι ωραιότερη από ότι θα μπορούσα ποτέ να φανταστώ. Καί σε όλη μου τη ζωή συνεχίζω πάντα να λέω: «Σ’ ευχαριστώ Θεέ μου»! Ορισμένες φορές το λέω εκατό φορές την ημέρα, ακριβώς όπως έκανε η αγαπημένη μου γιαγιά. Νιώθω και τώρα την ανάγκη να το πω: «Σ’ ευχαριστώ Θεέ μου. Σ’ ευχαριστώ Θεέ μου. Σ’ ευχαριστώ Θεέ μου»!

Murray Salem Αμερικανός ηθοποιός και σεναριογράφος


Ελλάδα & Κύπρος στην «Εντατική» Τα Γεγονότα που έρχονται & ο Ρόλος του Ελληνισμού

Προσευχή Υμνολογίας και Δοξολογίας για το μεγαλείο του Θεού Δημιουργού

[Ψαλμοί 8,64,76 (στ. 12-21), 92,94, 96 (στ.1-6 ) 99, 103, 112, 135, 
(στ. 1-9), 135 (στ.25-26), 148,150]

Κύριε ὁ Κύριος ἡμῶν, ὡς θαυμαστὸν τὸ ὄνομά σου ἐν πάσῃ τῇ γῇ· ὅτι ἐπήρθη ἡ μεγαλοπρέπειά σου ὑπεράνω τῶν οὐρανῶν. ἐκ στόματος νηπίων καὶ θηλαζόντων κατηρτίσω αἶνον ἕνεκα τῶν ἐχθρῶν σου τοῦ 
καταλῦσαι ἐχθρὸν καὶ ἐκδικητήν. ὅτι ὄψομαι τοὺς οὐρανούς, ἔργα τῶν δακτύλων σου, σελήνην καὶ ἀστέρας, ἃ σὺ ἐθεμελίωσας· τί ἐστιν ἄνθρωπος, ὅτι μιμνῄσκῃ αὐτοῦ; ἢ υἱὸς ἀνθρώπου, ὅτι ἐπισκέπτῃ αὐτόν; ἠλάττωσας αὐτὸν βραχύ τι παρ᾿ ἀγγέλους, δόξῃ καὶ τιμῇ ἐστεφάνωσας
αὐτόν, καὶ κατέστησας αὐτὸν ἐπὶ τὰ ἔργα τῶν χειρῶν σου· πάντα ὑπέταξας ὑποκάτω τῶν ποδῶν αὐτοῦ, πρόβατα, καὶ βόας ἁπάσας, ἔτι δὲ καὶ τὰ κτήνη τοῦ πεδίου, τὰ πετεινὰ τοῦ οὐρανοῦ καὶ τοὺς ἰχθύας τῆς θαλάσσης, τὰ διαπορευόμενα τρίβους θαλασσῶν. 1 Κύριε ὁ Κύριος ἡμῶν, ὡς θαυμαστὸν τὸ ὄνομά σου ἐν πάσῃ τῇ γῇ».
«Σοί πρέπει ὕμνος, ὁ Θεός, ἐν Σιών, καὶ σοὶ ἀποδοθήσεται εὐχὴ ἐν ῾Ιερουσαλήμ. εἰσάκουσον προσευχῆς μου· πρὸς σὲ πᾶσα σὰρξ ἥξει. λόγοι ἀνόμων ὑπερεδυνάμωσαν ἡμᾶς, καὶ ταῖς ἀσεβείαις ἡμῶν σὺ ἱλάσῃ. μακάριος ὃν ἐξελέξω καὶ προσελάβου· κατασκηνώσει ἐν ταῖς αὐλαῖς σου. πλησθησόμεθα ἐν τοῖς ἀγαθοῖς τοῦ οἴκου σου· ἅγιος ὁ ναός σου, θαυμαστὸς ἐν δικαιοσύνῃ. ἐπάκουσον ἡμῶν, ὁ Θεός, ὁ σωτὴρ ἡμῶν, ἡ ἐλπὶς πάντων τῶν περάτων τῆς γῆς καὶ τῶν ἐν θαλάσσῃ μακράν, ἑτοιμάζων ὄρη ἐν τῇ ἰσχύϊ αὐτοῦ, περιεζωσμένος ἐν δυναστείᾳ, ὁ συνταράσσων τὸ κῦτος τῆς θαλάσσης, ἤχους κυμάτων αὐτῆς. ταραχθήσονται τὰ ἔθνη, καὶ φοβηθήσονται οἱ κατοικοῦντες τὰ πέρατα ἀπὸ τῶν σημείων σου· ἐξόδους πρωΐας καὶ ἑσπέρας τέρψεις. ἐπεσκέψω τὴν γῆν καὶ ἐμέθυσας αὐτήν, ἐπλήθυνας τοῦ πλουτίσαι αὐτήν· ὁ ποταμὸς τοῦ Θεοῦ ἐπληρώθη ὑδάτων· ἡτοίμασας τὴν τροφὴν αὐτῶν, ὅτι οὕτως ἡ ἑτοιμασία. τοὺς αὔλακας αὐτῆς μέθυσον, πλήθυνον τὰ γεννήματα αὐτῆς, ἐν ταῖς σταγόσιν αὐτῆς εὐφρανθήσεται ἀνατέλλουσα. εὐλογήσεις τὸν στέφανον τοῦ ἐνιαυτοῦ τῆς χρηστότητός σου, καὶ τὰ πεδία σου πλησθήσονται πιότητος· πιανθήσεται τὰ ὄρη τῆς ἐρήμου, καὶ ἀγαλλίασιν οἱ βουνοὶ περιζώσονται. ἐνεδύσαντο οἱ κριοὶ τῶν προβάτων, καὶ αἱ κοιλάδες πληθυνοῦσι σῖτον· κεκράξονται, καὶ γὰρ ὑμνήσουσιν»
«ἐμνήσθην τῶν ἔργων Κυρίου, ὅτι μνησθήσομαι ἀπὸ τῆς ἀρχῆς τῶν θαυμασίων σου καὶ μελετήσω ἐν πᾶσι τοῖς ἔργοις σου καὶ ἐν τοῖς ἐπιτηδεύμασί σου ἀδολεσχήσω. ὁ Θεός, ἐν τῷ ἁγίῳ ἡ ὁδός σου· τίς Θεὸς μέγας ὡς ὁ Θεὸς ἡμῶν; σὺ εἶ ὁ Θεὸς ὁ ποιῶν θαυμάσια, ἐγνώρισας ἐν τοῖς λαοῖς τὴν δύναμίν σου· ἐλυτρώσω ἐν τῷ βραχίονί σου τὸν λαόν σου, τοὺς υἱοὺς ᾿Ιακὼβ καὶ ᾿Ιωσήφ. (διάψαλμα). εἴδοσάν σε ὕδατα, ὁ Θεός, εἴδοσάν σε ὕδατα καὶ ἐφοβήθησαν, ἐταράχθησαν ἄβυσσοι, πλῆθος ἤχους ὑδάτων, φωνὴν ἔδωκαν αἱ νεφέλαι, καὶ γὰρ τὰ βέλη σου διαπορεύονται· φωνὴ τῆς βροντῆς σου ἐν τῷ τροχῷ, ἔφαναν αἱ ἀστραπαί σου τῇ οἰκουμένῃ, ἐσαλεύθη καὶ ἔντρομος ἐγενήθη ἡ γῆ. ἐν τῇ θαλάσσῃ αἱ ὁδοί σου, καὶ αἱ τρίβοι σου ἐν ὕδασι πολλοῖς, καὶ τὰ ἴχνη σου οὐ γνωσθήσονται. ὡδήγησας ὡς πρόβατα τὸν λαόν σου ἐν χειρὶ Μωϋσῆ καὶ ᾿Ααρών»». 
«Ο Κύριος ἐβασίλευσεν, εὐπρέπειαν ἐνεδύσατο, ἐνεδύσατο Κύριος δύναμιν καὶ περιεζώσατο· καὶ γὰρ ἐστερέωσε τὴν οἰκουμένην, ἥτις οὐ σαλευθήσεται. ἕτοιμος ὁ θρόνος σου ἀπὸ τότε, ἀπὸ τοῦ αἰῶνος σὺ εἶ. ἐπῆραν οἱ ποταμοί, Κύριε, ἐπῆραν οἱ ποταμοὶ φωνὰς αὐτῶν· ἀροῦσιν οἱ ποταμοὶ ἐπιτρίψεις αὐτῶν. ἀπὸ φωνῶν ὑδάτων πολλῶν θαυμαστοὶ οἱ μετεωρισμοὶ τῆς θαλάσσης, θαυμαστὸς ἐν ὑψηλοῖς ὁ Κύριος. τὰ μαρτύριά σου ἐπιστώθησαν σφόδρα· τῷ οἴκῳ σου πρέπει ἁγίασμα, Κύριε, εἰς μακρότητα ἡμερῶν».
«Δεὐτε ἀγαλλιασώμεθα τῷ Κυρίῳ, ἀλαλάξωμεν τῷ Θεῷ τῷ Σωτῆρι ἡμῶν· προφθάσωμεν τὸ πρόσωπον αὐτοῦ ἐν ἐξομολογήσει καὶ ἐν ψαλμοῖς ἀλαλάξωμεν αὐτῷ. ὅτι Θεὸς μέγας Κύριος καὶ Βασιλεὺς μέγας ἐπὶ πᾶσαν τὴν γῆν· ὅτι ἐν τῇ χειρὶ αὐτοῦ τὰ πέρατα τῆς γῆς, καὶ τὰ ὕψη τῶν ὀρέων αὐτοῦ εἰσιν· ὅτι αὐτοῦ ἐστιν ἡ θάλασσα, καὶ αὐτὸς ἐποίησεν αὐτήν, καὶ τὴν ξηρὰν αἱ χεῖρες αὐτοῦ ἔπλασαν. δεῦτε προσκυνήσωμεν καὶ προσπέσωμεν αὐτῷ καὶ κλαύσωμεν ἐναντίον Κυρίου, τοῦ ποιήσαντος ἡμᾶς· ὅτι αὐτός ἐστιν ὁ Θεὸς ἡμῶν, καὶ ἡμεῖς λαὸς νομῆς αὐτοῦ καὶ πρόβατα χειρὸς αὐτοῦ. σήμερον, ἐὰν τῆς φωνῆς αὐτοῦ ἀκούσητε, μὴ σκληρύνητε τὰς καρδίας ὑμῶν, ὡς ἐν τῷ παραπικρασμῷ κατὰ τὴν ἡμέραν τοῦ πειρασμοῦ ἐν τῇ ἐρήμῳ, οὗ ἐπείρασάν με οἱ πατέρες ὑμῶν, ἐδοκίμασάν με καὶ εἶδον τὰ ἔργα μου. τεσσαράκοντα ἔτη προσώχθισα τῇ γενεᾷ ἐκείνῃ καὶ εἶπα· ἀεὶ πλανῶνται τῇ καρδίᾳ, αὐτοὶ δὲ οὐκ ἔγνωσαν τὰς ὁδούς μου, ὡς ὤμοσα ἐν τῇ ὀργῇ μου· εἰ εἰσελεύσονται εἰς τὴν κατάπαυσίν μου».
«Ο Κύριος ἐβασίλευσεν, ἀγαλλιάσθω ἡ γῆ, εὐφρανθήτωσαν νῆσοι πολλαί. νέφη καὶ γνόφος κύκλῳ αὐτοῦ, δικαιοσύνη καὶ κρίμα κατόρθωσις τοῦ θρόνου αὐτοῦ. πῦρ ἐναντίον αὐτοῦ προπορεύσεται καὶ φλογιεῖ κύκλῳ τοὺς ἐχθροὺς αὐτοῦ· ἔφαναν αἱ ἀστραπαὶ αὐτοῦ τῇ οἰκουμένῃ, εἶδε καὶ ἐσαλεύθη ἡ γῆ. τὰ ὄρη ὡσεὶ κηρὸς ἐτάκησαν ἀπὸ προσώπου Κυρίου, ἀπὸ προσώπου Κυρίου πάσης τῆς γῆς. ἀνήγγειλαν οἱ οὐρανοὶ τὴν δικαιοσύνην αὐτοῦ, καὶ εἴδοσαν πάντες οἱ λαοὶ τὴν δόξαν αὐτοῦ».
«Αλαλάξατε τῷ Κυρίῳ, πᾶσα ἡ γῆ, δουλεύσατε τῷ Κυρίῳ ἐν εὐφροσύνῃ, εἰσέλθετε ἐνώπιον αὐτοῦ ἐν ἀγαλλιάσει. γνῶτε ὅτι Κύριος, αὐτός ἐστιν ὁ Θεὸς ἡμῶν, αὐτὸς ἐποίησεν ἡμᾶς καὶ οὐχ ἡμεῖς· ἡμεῖς δὲ λαὸς αὐτοῦ καὶ πρόβατα τῆς νομῆς αὐτοῦ. εἰσέλθετε εἰς τὰς πύλας αὐτοῦ ἐν ἐξομολογήσει, εἰς τὰς αὐλὰς αὐτοῦ ἐν ὕμνοις. ἐξομολογεῖσθε αὐτῷ, αἰνεῖτε τὸ ὄνομα αὐτοῦ, ὅτι χρηστὸς Κύριος, εἰς τὸν αἰῶνα τὸ ἔλεος αὐτοῦ, καὶ ἕως γενεᾶς καὶ γενεᾶς ἡ ἀλήθεια αὐτοῦ».
«Ευλόγει, ἡ ψυχή μου, τὸν Κύριον. Κύριε ὁ Θεός μου, ἐμεγαλύνθης σφόδρα, ἐξομολόγησιν καὶ μεγαλοπρέπειαν ἐνεδύσω ἀναβαλλόμενος φῶς ὡς ἱμάτιον, ἐκτείνων τὸν οὐρανὸν ὡσεὶ δέρριν· ὁ στεγάζων ἐν ὕδασι τὰ ὑπερῷα αὐτοῦ, ὁ τιθεὶς νέφη τὴν ἐπίβασιν αὐτοῦ, ὁ περιπατῶν ἐπὶ πτερύγων ἀνέμων· ὁ ποιῶν τοὺς ἀγγέλους αὐτοῦ πνεύματα καὶ τοὺς λειτουργοὺς αὐτοῦ πυρὸς φλόγα. ὁ θεμελιῶν τὴν γῆν ἐπὶ τὴν ἀσφάλειαν αὐτῆς, οὐ κλιθήσεται εἰς τὸν αἰῶνα τοῦ αἰῶνος. ἄβυσσος ὡς ἱμάτιον τὸ περιβόλαιον αὐτοῦ, ἐπὶ τῶν ὀρέων στήσονται ὕδατα· ἀπὸ ἐπιτιμήσεώς σου φεύξονται, ἀπὸ φωνῆς βροντῆς σου δειλιάσουσιν. ἀναβαίνουσιν ὄρη καὶ καταβαίνουσι πεδία εἰς τὸν τόπον ὃν ἐθεμελίωσας αὐτά· ὅριον ἔθου, ὃ οὐ παρελεύσονται, οὐδὲ ἐπιστρέψουσι καλύψαι τὴν γῆν. ὁ ἐξαποστέλλων πηγὰς ἐν φάραγξιν, ἀνὰ μέσον τῶν ὀρέων διελεύσονται ὕδατα· ποτιοῦσι πάντα τὰ θηρία τοῦ ἀγροῦ, προσδέξονται ὄναγροι εἰς δίψαν αὐτῶν· ἐπ᾿ αὐτὰ τὰ πετεινὰ τοῦ οὐρανοῦ κατασκηνώσει, ἐκ μέσου τῶν πετρῶν δώσουσι φωνήν. ποτίζων ὄρη ἐκ τῶν ὑπερῴων αὐτοῦ, ἀπὸ καρποῦ τῶν ἔργων σου χορτασθήσεται ἡ γῆ. ὁ ἐξανατέλλων χόρτον τοῖς κτήνεσι καὶ χλόην τῇ δουλείᾳ τῶν ἀνθρώπων τοῦ ἐξαγαγεῖν ἄρτον ἐκ τῆς γῆς· καὶ οἶνος εὐφραίνει καρδίαν ἀνθρώπου τοῦ ἱλαρῦναι πρόσωπον ἐν ἐλαίῳ, καὶ ἄρτος καρδίαν ἀνθρώπου στηρίζει. χορτασθήσονται τὰ ξύλα τοῦ πεδίου, αἱ κέδροι τοῦ Λιβάνου, ἃς ἐφύτευσας. ἐκεῖ στρουθία ἐννοσσεύσουσι, τοῦ ἐρωδιοῦ ἡ οἰκία ἡγεῖται αὐτῶν. ὄρη τὰ ὑψηλὰ ταῖς ἐλάφοις, πέτρα καταφυγὴ τοῖς λαγωοῖς. ἐποίησε σελήνην εἰς καιρούς, ὁ ἥλιος ἔγνω τὴν δύσιν αὐτοῦ. ἔθου σκότος, καὶ ἐγένετο νύξ· ἐν αὐτῇ διελεύσονται πάντα τὰ θηρία τοῦ δρυμοῦ. σκύμνοι ὠρυόμενοι τοῦ ἁρπάσαι καὶ ζητῆσαι παρὰ τῷ Θεῷ βρῶσιν αὐτοῖς. ἀνέτειλεν ὁ ἥλιος, καὶ συνήχθησαν καὶ εἰς τὰς μάνδρας αὐτῶν κοιτασθήσονται. ἐξελεύσεται ἄνθρωπος ἐπὶ τὸ ἔργον αὐτοῦ καὶ ἐπὶ τὴν ἐργασίαν αὐτοῦ ἕως ἑσπέρας. ὡς ἐμεγαλύνθη τὰ ἔργα σου, Κύριε· πάντα ἐν σοφίᾳ ἐποίησας, ἐπληρώθη ἡ γῆ τῆς κτίσεώς σου. αὕτη ἡ θάλασσα ἡ μεγάλη καὶ εὐρύχωρος, ἐκεῖ ἑρπετά, ὧν οὐκ ἔστιν ἀριθμός, ζῷα μικρὰ μετὰ μεγάλων· ἐκεῖ πλοῖα διαπορεύονται, δράκων οὗτος, ὃν ἔπλασας ἐμπαίζειν αὐτῇ. πάντα πρὸς σὲ προσδοκῶσι, δοῦναι τὴν τροφὴν αὐτῶν εἰς εὔκαιρον. δόντος σου αὐτοῖς συλλέξουσιν, ἀνοίξαντός σου τὴν χεῖρα, τὰ σύμπαντα πλησθήσονται χρηστότητος. ἀποστρέψαντος δέ σου τὸ πρόσωπον ταραχθήσονται· ἀντανελεῖς τὸ πνεῦμα αὐτῶν, καὶ ἐκλείψουσι καὶ εἰς τὸν χοῦν αὐτῶν ἐπιστρέψουσιν. ἐξαποστελεῖς τὸ πνεῦμά σου, καὶ κτισθήσονται, καὶ ἀνακαινιεῖς τὸ πρόσωπον τῆς γῆς. ἤτω ἡ δόξα Κυρίου εἰς τοὺς αἰῶνας, εὐφρανθήσεται Κύριος ἐπὶ τοῖς ἔργοις αὐτοῦ· ὁ ἐπιβλέπων ἐπὶ τὴν γῆν καὶ ποιῶν αὐτὴν τρέμειν, ὁ ἁπτόμενος τῶν ὀρέων καὶ καπνίζονται. ᾄσω τῷ Κυρίῳ ἐν τῇ ζωῇ μου, ψαλῶ τῷ Θεῷ μου ἕως ὑπάρχω· ἡδυνθείη αὐτῷ ἡ διαλογή μου, ἐγὼ δὲ εὐφρανθήσομαι ἐπὶ τῷ Κυρίῳ. ἐκλείποιεν ἁμαρτωλοὶ ἀπὸ τῆς γῆς καὶ ἄνομοι, ὥστε μὴ ὑπάρχειν αὐτούς. εὐλόγει, ἡ ψυχή μου, τὸν Κύριον».
«Αἰνεῖτε, παῖδες, Κύριον, αἰνεῖτε τὸ ὄνομα Κυρίου· εἴη τὸ ὄνομα Κυρίου εὐλογημένον ἀπὸ τοῦ νῦν καὶ ἕως τοῦ αἰῶνος. ἀπὸ ἀνατολῶν ἡλίου μέχρι δυσμῶν αἰνετὸν τὸ ὄνομα Κυρίου. ὑψηλὸς ἐπὶ πάντα τὰ ἔθνη ὁ Κύριος, ἐπὶ τοὺς οὐρανοὺς ἡ δόξα αὐτοῦ. τίς ὡς Κύριος ὁ Θεὸς ἡμῶν; ὁ ἐν ὑψηλοῖς κατοικῶν καὶ τὰ ταπεινὰ ἐφορῶν ἐν τῷ οὐρανῷ καὶ ἐν τῇ γῇ, ὁ ἐγείρων ἀπὸ γῆς πτωχὸν καὶ ἀπὸ κοπρίας ἀνυψῶν πένητα τοῦ καθίσαι αὐτὸν μετὰ ἀρχόντων, μετὰ ἀρχόντων λαοῦ αὐτοῦ· ὁ κατοικίζων στεῖραν ἐν οἴκῳ, μητέρα ἐπὶ τέκνοις εὐφραινομένην».
«Εξομολογεῖσθε τῷ Κυρίῳ, ὅτι ἀγαθός, ὅτι εἰς τὸν αἰῶνα τὸ ἔλεος αὐτοῦ· ἐξομολογεῖσθε τῷ Θεῷ τῶν θεῶν, ὅτι εἰς τὸν αἰῶνα τὸ ἔλεος αὐτοῦ· ἐξομολογεῖσθε τῷ Κυρίῳ τῶν κυρίων, ὅτι εἰς τὸν αἰῶνα τὸ ἔλεος αὐτοῦ· τῷ ποιήσαντι θαυμάσια μεγάλα μόνῳ, ὅτι εἰς τὸν αἰῶνα τὸ ἔλεος αὐτοῦ· τῷ ποιήσαντι τοὺς οὐρανοὺς ἐν συνέσει, ὅτι εἰς τὸν αἰῶνα τὸ ἔλεος αὐτοῦ· τῷ στερεώσαντι τὴν γῆν ἐπὶ τῶν ὑδάτων, ὅτι εἰς τὸν αἰῶνα τὸ ἔλεος αὐτοῦ· τῷ ποιήσαντι φῶτα μεγάλα μόνῳ, ὅτι εἰς τὸν αἰῶνα τὸ ἔλεος αὐτοῦ· τὸν ἥλιον εἰς ἐξουσίαν τῆς ἡμέρας, ὅτι εἰς τὸν αἰῶνα τὸ ἔλεος αὐτοῦ· τὴν σελήνην καὶ τοὺς ἀστέρας εἰς ἐξουσίαν τῆς νυκτός, ὅτι εἰς τὸν αἰῶνα τὸ ἔλεος αὐτοῦ».
«Ο διδοὺς τροφὴν πάσῃ σαρκί, ὅτι εἰς τὸν αἰῶνα τὸ ἔλεος αὐτοῦ. ἐξομολογεῖσθε τῷ Θεῷ τοῦ οὐρανοῦ, ὅτι εἰς τὸν αἰῶνα τὸ ἔλεος αὐτοῦ».
«Αἰνεῖτε τὸν Κύριον ἐκ τῶν οὐρανῶν· αἰνεῖτε αὐτὸν ἐν τοῖς ὑψίστοις. αἰνεῖτε αὐτόν, πάντες οἱ ἄγγελοι αὐτοῦ· αἰνεῖτε αὐτόν, πᾶσαι αἱ δυνάμεις αὐτοῦ. αἰνεῖτε αὐτὸν ἥλιος καὶ σελήνη, αἰνεῖτε αὐτὸν πάντα τὰ ἄστρα καὶ τὸ φῶς. αἰνεῖτε αὐτὸν οἱ οὐρανοὶ τῶν οὐρανῶν καὶ τὸ ὕδωρ τὸ ὑπεράνω τῶν οὐρανῶν. αἰνεσάτωσαν τὸ ὄνομα Κυρίου, ὅτι αὐτὸς εἶπε, καὶ ἐγενήθησαν, αὐτὸς ἐνετείλατο, καὶ ἐκτίσθησαν. ἔστησεν αὐτὰ εἰς τὸν αἰῶνα καὶ εἰς τὸν αἰῶνα τοῦ αἰῶνος· πρόσταγμα ἔθετο, καὶ οὐ παρελεύσεται. αἰνεῖτε τὸν Κύριον ἐκ τῆς γῆς, δράκοντες καὶ πᾶσαι ἄβυσσοι· πῦρ, χάλαζα, χιών, κρύσταλλος, πνεῦμα καταιγίδος, τὰ ποιοῦντα τὸν λόγον αὐτοῦ· τὰ ὄρη καὶ πάντες οἱ βουνοί, ξύλα καρποφόρα καὶ πᾶσαι κέδροι· τὰ θηρία καὶ πάντα τὰ κτήνη, ἑρπετὰ καὶ πετεινὰ πτερωτά· βασιλεῖς τῆς γῆς καὶ πάντες λαοί, ἄρχοντες καὶ πάντες κριταὶ γῆς· νεανίσκοι καὶ παρθένοι, πρεσβύτεροι μετὰ νεωτέρων· αἰνεσάτωσαν τὸ ὄνομα Κυρίου, ὅτι ὑψώθη τὸ ὄνομα αὐτοῦ μόνου· ἡ ἐξομολόγησις αὐτοῦ ἐπὶ γῆς καὶ οὐρανοῦ. καὶ ὑψώσει κέρας λαοῦ αὐτοῦ· ὕμνος πᾶσι τοῖς ὁσίοις αὐτοῦ, τοῖς υἱοῖς ᾿Ισραήλ, λαῷ ἐγγίζοντι αὐτῷ».
«Αἰνεῖτε τὸν Θεὸν ἐν τοῖς ἁγίοις αὐτοῦ, αἰνεῖτε αὐτὸν ἐν στερεώματι τῆς δυνάμεως αὐτοῦ· αἰνεῖτε αὐτὸν ἐπὶ ταῖς δυναστείαις αὐτοῦ, αἰνεῖτε αὐτὸν κατὰ τὸ πλῆθος τῆς μεγαλωσύνης αὐτοῦ. αἰνεῖτε αὐτὸν ἐν ἤχῳ σάλπιγγος, αἰνεῖτε αὐτὸν ἐν ψαλτηρίῳ καὶ κιθάρᾳ· αἰνεῖτε αὐτὸν ἐν τυμπάνῳ καὶ χορῷ, αἰνεῖτε αὐτὸν ἐν χορδαῖς καὶ ὀργάνῳ· αἰνεῖτε αὐτὸν ἐν κυμβάλοις εὐήχοις, αἰνεῖτε αὐτὸν ἐν κυμβάλοις ἀλαλαγμοῦ. πᾶσα πνοὴ αἰνεσάτω τὸν Κύριον. ἀλληλούϊα».

Από το βιβλίο: «ΟΙ ΨΑΛΜΟΙ για κάθε περίσταση»
Γ ΄ έκδοση

Ευχή για παρέμβαση του Θεού στα αδιέξοδα της πατρίδας μας



Η αλήθεια είναι ότι μόνο προσευχή μπορούμε να κάνουμε. Είναι το ισχυρότερο πράγμα που μπορούμε να κάνουμε για τον εαυτό μας, τους γύρω μας, την πατρίδα μας αλλά και για όλο τον κόσμο..

– Κύριε Ἰησοῦ Χριστὲ ὁ Θεὸς ἡμῶν, ζῶντες τὶς τραγικὲς συνέπειες τῆς ἁμαρτωλῆς ζωῆς μας καὶ τῶν ἀφρόνων πράξεών μας, αἰσθανόμαστε ὅτι ἔχουμε φθάσει σὲ ἀδιέξοδα ἀτομικὰ καὶ Ἐθνικά.

Ἁμαρτήσαμε, Κύριε, καὶ ἀνομήσαμε καὶ δὲν εἴμαστε ἄξιοι νὰ σηκώσουμε τὰ μάτια μας καὶ νὰ κοιτάξουμε στὸ ὕψος τοῦ οὐρανοῦ, διότι ἐγκαταλείψαμε τὴν ὁδὸ τῆς δικαιοσύνης Σου καὶ πορευόμαστε στὰ ἁμαρτωλὰ θελήματά μας. Ἀλλὰ ἱκετεύουμε τὴν ἀνεξιχνίαστόν Σου ἀγαθότητα καὶ παρακαλοῦμέν Σε:

Μνήσθητι, Κύριε, τὸ γένος ἡμῶν τὸ Ἑλληνικόν, γιὰ τὸ ὁποῖο Σὺ Κύριε εἶπες θὰ Σὲ δοξάσει, ὅταν κατὰ τὴν ἐπίγεια ζωή Σου Ἕλληνες πρόγονοί μας ζήτησαν νὰ Σὲ δοῦν.
Μνήσθητι, Κύριε, ὅτι στὴν Ἑλλάδα πρὶν ἀπ’ ὅλα τὰ Ἔθνη ἔλαμψε τὸ ζωηφόρο φῶς τοῦ Εὐαγγελίου Σου, ὅτι πλῆθος Ἁγίων Ἑλλήνων διέδωσε στὸν κόσμο τὸ φῶς τῆς διδασκαλίας Σου καὶ ὅτι Ἕλληνες Ποιμένες μὲ τὴν ποιμαντικὴ ράβδο τους ἐξόρισαν τοὺς αἱρετικοὺς λύκους ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία Σου…

Μνήσθητι, Κύριε, καὶ ὅτι στὴν Ἑλληνικὴ γλώσσα ἐγράφησαν τὰ Εὐαγγέλια καὶ ὅτι ἡ Ἑλληνικὴ γλώσσα χρησιμοποιὴθηκε γιὰ νὰ ἐκφραστοῦν οἱ ὑψηλὲς ἔννοιες τῆς Πίστεώς μας.

Χάριν ὅλων αὐτῶν, ἀλλὰ καὶ χάριν τῶν «δέκα» Ἁγίων ποὺ ἀναλογικὰ ὑπάρχουν σήμερα στὴν Πατρίδα μας, ζητοῦμε ἀναξίως καὶ ταπεινῶς τὴ σωτηρία ἐπέμβασή Σου, ἐπειδὴ πιστεύουμε ἀκράδαντα ὅτι κατ’ ἐξοχὴν χρόνος ἐπεμβάσεώς Σου εἶναι τὰ ἀδιέξοδα τῶν ἀνθρώπων· τὰ ἀδιέξοδα στὰ ὁποῖα ἔχουμε περιέλθει ὡς κράτος καὶ ὡς Ἔθνος.

Γι’ αὐτοὺς τοὺς λόγους ἐμεῖς οἱ ἀνάξιοι δοῦλοι Σου μὲ δάκρυα Σὲ θερμοπαρακαλοῦμε. Φεῖσαι ἡμῶν, Κύριε, κατὰ τὸ πλῆθος τῶν οἰκτιρμῶν Σου καὶ σῶσε τὸ Ἔθνος μας διὰ τὸ ὄνομά Σου τὸ Ἅγιον, ἀπὸ τὴν πνευματική, κοινωνικὴ καὶ οἰκονομικὴ ἐξαθλίωση· ὅποτε θέλεις καὶ ὅπως ΕΣΥ θέλεις.

Σήκωσέ το ἀπὸ τὴν κοπρίαν τῆς πνευματικῆς δουλείας, σῶσε μας ἀπὸ τὴν «αἰχμαλωσία» καὶ ὁδήγησέ μας διὰ τῆς μετανοίας ἀπὸ τὸν σταυρὸ στὴν Ἀνάσταση.

Καὶ ἐὰν οἱ φωνές μας δὲν Σὲ παρακινοῦν νὰ μᾶς εὐσπλαγχνιστεῖς, λόγῳ τῶν πολλῶν ἁμαρτιῶν μας, ἂς Σὲ παρακινήσουν οἱ φωνὲς καὶ οἱ παρακλήσεις τοῦ πλήθους τῶν Ἁγίων τῆς Πατρίδας μας.

Ἐλπίζουμε, Κύριέ μας καὶ Θεέ μας, ὅτι ἀνακαινιζόμενοι μὲ τὴ σωτήρια ἐπέμβασή Σου, ὄχι μόνο νὰ ἀνανήψουμε πνευματικά, ἀλλὰ καὶ ὅτι θὰ μας καθοδηγήσεις, τὸ νέο περιούσιο ΕΘΝΟΣ ΣΟΥ, νὰ συνεχίσουμε ἐμεῖς τὸ Σχέδιο τῆς Θείας Οἰκονομίας Σου, ὥστε νὰ προκύψει μιὰ μεγάλη Καθολικὴ καὶ πολύπλευρη Ὀρθόδοξη Χριστιανικὴ Ἀναγέννηση πρὸς δόξαν τοῦ Ἁγίου ὀνόματός Σου, τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἀγίου Πνεύματος, πρεσβείαις τῆς πανενδόξου Δεσποινης ἡμῶν Θεοτόκου καί πάντων τῶν Αγίων, Ἀμήν.

Γένοιτο!

Περιοδικό “Παρακαταθήκη” • Μάρτιος – Ἀπρίλιος 2012, τ. 83 – Ὀρθόδοξος Λόγος

Θεέ μου, δε ξέρω πώς ακόμα με ανέχεσαι ...

Θεέ μου, δε ξέρω πώς ακόμα με ανέχεσαι.
Πως;
Δεν το χωράει ο νους μου...
Κι εσύ, υπέροχε Χριστέ μου;
Πώς απαντάς στη δικιά μου αθλιότητα;
Κοιτάς τη βρωμιά μου και μου δίνεις μια ευκαιρία ακόμα.
Είναι μια τρέλα, Θεέ μου, η σχέση μαζί Σου!
Μια αφάνταστα τέλεια, υπέρλογη τρέλα!
Η ζωή μου είναι χάλια και, παρόλ' αυτά, δέχεσαι να με συντροφεύεις στο ταξίδι μου...
Ελέησέ με... Ελέησέ με....
Μόνο αυτό Σου ζητάω.
Στο ταξίδι μου αυτό είσαι δίπλα μου.
Και το πιο τρελό στη πορεία αυτή είναι που οι πιο όμορφες στιγμές ανατέλλουν μέσα στις πιο μεγάλες δυσκολίες.
Με τρελαίνει η αγάπη Σου, Θεέ μου…


Κύριέ μου, σήμερα ήθελα να Σου πω πώς θέλω να ανήκω σε Σένα

Σου το ΄πα κι άλλες φορές. Το ξέχασα όμως αρκετές φορές από τότε.
Σήμερα με βοηθείς να Σου το ξαναζητήσω.
Σ΄ευχαριστώ και Σε παρακαλώ, αυτό το δώρο χάρισε το στο παιδί Σου.
Βοήθησέ με, μέχρι το βράδυ αυτό να σκέπτομαι.
Κύριε, Συ ξέρεις τις πληγές μου.
Ξέρεις όμως και την προσπάθειά μου.
Το όνομά Σου στα χείλη μου το έχω συχνά.
Και η επίκληση αυτή κάνει θαύματα.
Γλυκύτατε Ιησού, βοήθησέ με να Σου κουβεντιάζω πιο συχνά.
Όταν μου έρχεται το κύμα του κακού τότε να Σου κουβεντιάζω πιο πολύ για να περνά η μπόρα.
Κι αν τα κύματα με βρέξουν, και με βρέχουν συχνά, Συ μην αφήσεις τη βάρκα μου να τσακιστεί…

Μητροπολίτου Χαλκίδος (+) Νικολάου Σελέντη

Χωρίς φόβο ή δειλία



Γνωρίζεις ότι η ταπείνωση είναι ο δρόμος, η σκάλα που θα ανέβουμε στους ουρανούς; Άρχισε λοιπόν και βάδιζε το δρόμο της ταπεινώσεως με θάρρος, με ανδρεία και μεγαλοψυχία, με προθυμία και χαρά, χωρίς φόβο ή δειλία· και επειδή κάθε αρετή είναι δώρο του Θεού, ζήτησε με θερμή πίστη από τον Πατέρα των φώτων να σε πλουτίσει με την αρετή και το χάρισμα της ταπεινώσεως.


Γέροντας Φιλόθεος Ζερβάκος. Καθηγούμενος Ι.Μ. Λογγοβάρδας Πάρου († 1980)

Πρέπει να το πάρεις απόφαση, άνθρωπέ μου, ότι στη ζωή αυτή θα έχεις βάσανα



Άλλωστε, πρέπει να το πάρεις απόφαση, άνθρωπέ μου, ότι στη ζωή αυτή θα έχεις βάσανα, δοκιμασίες, προβλήματα, πειρασμούς. Πρέπει να τ' αντιμετωπίζεις με γενναιότητα όλα αυτά, χρησιμοποιώντας ως όπλα την πίστη, την ελπίδα, την υπομονή. Ας εύχεσαι, βέβαια, να μην πέσεις ποτέ σε πειρασμό. Όταν, όμως, παραχωρεί κάποιον ο Θεός, μην ταράζεσαι.
Κάνε ό,τι μπορείς για να φανείς αληθινός στρατιώτης του Χριστού.
Δεν βλέπεις που οι γενναίοι στρατιώτες, όταν η σάλπιγγα τους καλεί στην μάχη, αποβλέποντας στη νίκη, θυμούνται τους ένδοξους προγόνους τους, που έκαναν μεγάλα κατορθώματα, και ρίχνονται με θάρρος στον αγώνα; Όμοια κι εσύ, όταν έρχεται η ώρα της πνευματικής μάχης, να θυμάσαι τα κατορθώματα των αγίων μαρτύρων και ν' αγωνίζεσαι με γενναιότητα, με πίστη, με χαρά.Δεν μπορεί, λοιπόν, ποτέ να λυπάται ο χριστιανός; Μπορεί, αλλά για δύο μονάχα λόγους: Όταν είτε ο ίδιος είτε ο πλησίον του έρχεται σε αντίθεση με το Θεό και το άγιο θέλημά Του. Δεν πρέπει, επομένως, να στενοχωριούνται και να θλίβονται εκείνοι που κακολογούνται, μα εκείνοι που κακολογούν.
Γιατί δε θ' απολογηθούν οι πρώτοι ,για όσα λέγονται σε βάρος άλλων. Αυτοί πρέπει να τρέμουν και ν' ανησυχούν, γιατί αργά ή γρήγορα θα συρθούν στο φοβερό Δικαστήριο του Θεού, όπου θα λογοδοτήσουν για όσες κακολογίες ξεστόμισαν. Κι εκείνοι που κακολογούνται, πάντως, πρέπει ν' ανησυχούν, αν όσα λένε γι' αυτούς είναι αληθινά.

Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος 

Απόκριση πρός τόν ἀδελφό πού ἔπεσε σέ πολλή λύπη καί ἀθυμία

᾿Απόκριση τοῦ ἴδιου, τοῦ μεγάλου Γέροντα, πρός τόν ἴδιο (ἀδελφό), τότε πού ἐκεῖνος (ὁ ἀδελφός) ἔπεσε σέ πολλή λύπη καί ἀθυμία.

᾿Aδελφέ ᾿Ανδρέα,
εἴθε νά μήν ἐπιτρέψει ὁ φιλάνθρωπος Θεός μας στό μισόκαλο ἐχθρό νά σπείρει μέσα σου τή λύπη καί τήν ἀθυμία, τήν ὁποία ἐκεῖνος φέρνει στίς ψυχές, γιά νά μή σέ ὁδηγήσει σέ ἀπόγνωση, σχετικά μέ ὅσα ὑποσχέθηκε ὁ Θεός, ὁ εὐλογητός, διά τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, σέ σένα τόν ἀγαπητό, ἀλλά νά ἀνοίξει τήν καρδιά σου νά κατανοήσεις τίς Γραφές, ὅπως ἄνοιξε τήν καρδιά τῶν μαθητῶν, πού ἦταν μαζί μέ τόν Κλεόπα (Λουκ. 24,32).


Νά κατανοήσεις δηλαδή, γιατί ὁ Θεός, μετά τίς ὑποσχέσεις πού ἔδωσε στόν ἅγιο Πατριάρχη ᾿Αβραάμ, πάλι ἐπέτρεπε ὥστε αὐτός νά δοκιμάζεται (Γεν. 22,1). Διότι λέει: Καί μετά ἀπ᾿ αὐτά τά λόγια, δηλαδή τίς ὑποσχέσεις πού ἔδωσε σ᾿ αὐτόν, τό φίλο Του –πού Τοῦ πρόσφερε μιά τόση μεγάλη θυσία, ὁ ὁποῖος δέν ἦταν πρέπον νά πάθει κανένα κακό καί πού γιά τήν πίστη του τή μεγάλη τόν θεώρησε δίκαιο (Γεν. 15,6), (Ρωμ. 4,3)– αὐτόν τόν τόσο σπουδαῖο καί μεγάλο, τόν ἄφησε νά πέσει σέ πειρασμό. Καί τόν ἄφησε γιά νά δοκιμαστεῖ, ἀκριβῶς γιά νά κατασταθοῦν ἀναπολόγητες οἱ δυνάμεις τοῦ σκότους καί νά εἶναι παράδειγμακαί πρότυπο στούς πιστούς, ὅτι “μέ πολλές θλίψεις πρόκειται νά μποῦν στή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ” (Πράξ. 14,22) καί “μέ τήν ὑπομονή τους θά σώσουν τίς ψυχές τους” (Λουκ. 21,19), “εὐχαριστώντας γιά τό καθετί τό Θεό” (Α΄ Θεσ. 5,18).
Μαζί μέ αὐτά, φέρε στό νοῦ σου καί τόν ἅγιο ᾿Ιώβ, τό γνήσιο φίλο τοῦ Θεοῦ, “τόν ἀληθινό, τόν ἄμεμπτο καί δίκαιο, τό θεοσεβή, πού ἀπεῖχε ἀπό κάθε πονηρό πράγμα” (᾿Ιώβ 1,1). Αὐτόν πού δέν ἔπρεπε νά πάθει κανένα κακό, καί αὐτόν τόν παρέδωσε νά πειραστεῖ, γιά νά δοκιμαστεῖ ἡ ἀρετή του· καί ἀγωνίστηκε τόσο, μέχρι σημείου πού ἄφησε καταντροπιασμένους καί ἀναπολόγητους τούς ἐχθρούς καί τούς κατηγόρους του, καθώς τούς ἔλεγχε μέ τή ζωή του.
Φέρε ἀκόμη στό νοῦ σου, γιά νά στηριχθεῖ ἡ πίστη σου, “τόν ἀρχηγό τῆς σωτηρίας μας καί τελειωτή ᾿Ιησοῦ” (Ἑβρ. 12, 2), “ὁ ῾Οποῖος μᾶς λύτρωσε ἀπό τήν ἀρχαία κατάρα” (Γαλ. 3, 13). Πῶς δηλαδή, ἀφοῦ ἔφθασε στήν ὥρα τοῦ Σταυροῦ, γιά νά μᾶς ὑποδείξει ὁδό ὑπομονῆς καί σωτηρίας, ἔλεγε: “Πάτερ, ἄν εἶναι δυνατόν, ἄς μήν πιῶ αὐτό τό ποτήρι· ὅμως ἄς γίνει τό δικό Σου θέλημα καί ὄχι τό δικό μου” (Ματθ. 26, 39). Καί αὐτό τό ἔκανε γιά μᾶς, ᾿Εκεῖνος πού ἐπιτίμησε τόν Πέτρο ὅταν τοῦ εἶπε: “῾Ο Θεός φυλάξοι σε, Κύριε, νά μή σοῦ συμβεῖ κάτι τέτοιο”! (Ματθ. 16, 22). Καί τό ἔκανε ἐπειδή ἦταν ἕτοιμος καί εἶχε καταθέσει τήν προαίρεσή Του στό νά πάθει γιά τή σωτηρία μας. ᾿Αλλά, χάριν τῆς ἀδυναμίας μας, δέχτηκε προσευχόμενος στή Γεθσημανή νά πιεῖ τό ποτήρι τοῦ θανάτου, γιά νά μήν ἀπογοητευόμαστε ὅταν προσευχόμαστε, ἔστω καί ἄν πρός τό παρόν, πρός δοκιμή μας, δέν εἰσακούεται ἡ προσευχή μας.
῎Ας προσπαθήσουμε λοιπόν νά κάνουμε μιά βαθιά μελέτη πάνω στήν οὐσία καί στή σημασία τῶν Παθῶν τοῦ Σωτήρα μας, πού ἔγινε ἄνθρωπος γιά χάρη μας. Καί ἄς ὑπομείνουμε μαζί μ᾿ Αὐτόν τούς ὀνειδισμούς, τά στίγματα, τήν ἐξουθένωση, τήν περιφρόνηση, τόν ἐμπτυσμό, τήν ὕβρη ἀπό τή χλαμύδα, τήν διαπόμπευσή Του μέ τό ἀγκάθινο στεφάνι, τό ξύδι μέ τή χολή, τήν ὀδύνη ἀπό τό μπήξιμο τῶν καρφιῶν, τό κέντημα τῆς λόγχης καί τό νερό καί τό αἷμα. Καί ἀσφαλῶς τότε θά αἰσθανθεῖς μεγάλη ἀνακούφιση στίς δικές σου ὀδύνες. Νά εἶσαι δέ βέβαιος ὅτι ὅλος αὐτός ὁ κόπος σου δέν θά πάει χαμένος.
Σέ ἄφησε νά ὑποφέρεις ἕνα μικρό κόπο, γιά νά μήν βρεθεῖς ἐκείνη τήν ἡμέρα (τῆς κρίσεως), ἀμέτοχος τῶν καρπῶν πού θά βλέπεις νά βαστάζουν οἱ ῞Αγιοι, οἱ ὁποῖοι θά καυχῶνται γιά τούς καρπούς τῆς ὑπομονῆς τῶν θλίψεών τους. ᾿Επίσης γιά νά γίνεις συγκοινωνός τῶν ῾Αγίων καί τοῦ ᾿Ιησοῦ, ἔχοντας παρρησία ἐνώπιόν Του μαζί μέ τούς ῾Αγίους.
Μήν ἀφήνεις νά σέ κυριεύσει ἡ λύπη, δέ σέ ξέχασε ὁ Θεός, ἀλλά φροντίζει γιά σένα ὡς γνήσιο Του υἱό καί ὄχι ὡς νόθο. Θά στέκεσαι καλῶς ἄν προσέχεις τόν ἑαυτό σου μέ πολλή νήψη. Νά μήν ξεχάσεις τό φόβο καί τήν εὐχαριστία πρός τό Θεό. Καί θά εἶσαι μακάριος, ἄν πράγματι ἔγινες καί ξένος καί φτωχός, διότι αὐτοί εἶναι πού θά κληρονομήσουν τή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Γίνε ἀνδρεῖος καί δυνατός ἐν Κυρίῳ.
῞Οπως βλέπεις, δέν κουράζομαι νά σοῦ λέω τά ἴδια καί τά ἴδια, τά ὁποῖα εὔχομαι νά σοῦ τά χαρίσει ὁ Κύριος.
Κάνε εὐχή καί γιά μένα.

Ἀπό τό βιβλίο
«Ἀββᾶ Βαρσανουφίου καί Ἰωάννου
Κείμενα Διακριτικά καί Ἡσυχαστικά»,
τόμ. Α’ ἐκδ. «ΕΤΟΙΜΑΣΙΑ»
Ἱερά Μονή Τιμίου Προδρόμου Καρέα.

Οἱ ἁλυσίδες ἔσπασαν…Ἔσκυψα καί τις σήκωσα…

«Οἱ ἁλυσίδες ἔσπασαν…Ἔσκυψα καί τις σήκωσα…Ἤθελα νά τὶς κρατήσω γιά λίγη ὥρα στά χέριά μου. Να τὶς κοιτάξω καλὰ γιά τελευταία φορά. Ἀποροῦσα πού μόλις πρὶν λίγο ἔδεναν τὰ πόδιά μου»
«…Ὅταν κοιτάζω πίσω στό παρελθὸν καὶ σκέφτομαι πόσος χρόνος πῆγε ἄσκοπα, πόσο χρόνο ἔχασα μὲ ἀπάτες, μὲ σφάλματα, μὴν ἔχοντας τί νά κάνω. Ὅταν σκέφτομαι πώς ἔχασα τὸν καιρό μου, χωρὶς νά ξέρω πῶς νά ζήσω, χωρὶς νά μπορῶ νά ἐκτιμήσω τὸν χρόνο. Ὅταν σκέφτομαι πόσο συχνὰ ἁμάρτησα ἀπέναντι στόν ἑαυτό μου καὶ στό πνεῦμα μου, τότε ἡ καρδιά μου ματώνει. Ἡ ζωή, ἀδελφέ μου, εἶναι ἕνα δῶρο, ἡ ζωὴ εἶναι εὐτυχία. Κάθε λεπτὸ θὰ ’πρεπε νά εἶναι ἕνας αἰῶνας εὐτυχίας. Τώρα ἀλλάζοντας ζωὴ ξαναγεννιέμαι σ’ ἕναν καινούριο ἄνθρωπο… Εὐλογοῦσα τήν μοίρα πού μ’ ἔστειλε στή μοναξιὰ χωρὶς τὴν ὁποία δὲ θὰ ἔκρινα τὸν ἑαυτό μου καὶ οὔτε θὰ ἔκανα τόσο αὐστηρὴ ἀναθεώρηση τῆς ζωῆς μου…»

Fyodor Dostoevsky