.

.

Δός μας,

Τίμιε Πρόδρομε, φωνή συ που υπήρξες η φωνή του Λόγου. Δος μας την αυγή εσύ που είσαι το λυχνάρι του θεϊκού φωτός. Βάλε σήμερα τα λόγια μας σε σωστό δρόμο, εσύ που υπήρξες ο Πρόδρομος του Θεού Λόγου. Δεν θέλουμε να σε εγκωμιάσουμε με τα δικά μας λόγια, επειδή τα λόγια μας δεν έχουν μεγαλοπρέπεια και τιμή. Όσοι θα θελήσουν να σε στεφανώσουν με τα εγκώμιά τους, ασφαλώς θα πετύχουν κάτι πολύ πιό μικρό από την αξία σου. Λοιπόν να σιγήσω και να μη προσπαθήσω να διακηρύξω την ευγνωμοσύνη μου και τον θαυμασμό μου, επειδή υπάρχει ο κίνδυνος να μη πετύχω ένα εγκώμιο, άξιο του προσώπου σου;

Εκείνος όμως που θα σιωπήσει, πηγαίνει με τη μερίδα των αχαρίστων, γιατί δεν προσπαθεί με όλη του τη δύναμη να εγκωμιάσει τον ευεργέτη του. Γι’ αυτό, όλο και πιό πολύ σου ζητάμε να συμμαχήσεις μαζί μας και σε παρακαλούμε να ελευθερώσεις τη γλώσσα μας από την αδυναμία, που την κρατάει δεμένη, όπως και τότε κατάργησες, με τη σύλληψη και γέννησή σου, τη σιωπή του πατέρα σου του Ζαχαρία.

Άγιος Σωφρόνιος Ιεροσολύμων

ΤΑ ΣΩΣΤΙΚΑ ΣΥΣΤΑΤΙΚΑ ΤΟΥ ΑΣΩΤΟΥ

«Εις εαυτόν δε ελθών», αφού λογικεύτηκε και ήρθε “στα καλά του”. Αφού συνήλθε από την ζάλη της εφάμαρτης ευμάρειας και συνετίστηκε από την πλάνη της επάρατης αποστασίας. Αφού ξύπνησε από το λήθαργο της αμεριμνησίας και ξέμπλεξε από τα δαιδαλώδη δίχτυα της ασυδοσίας. Αφού απεξαρτοποιήθηκε από τον οίστρο της ακολασίας και απελευθερώθηκε από τα δεσμά της ηδονολατρείας. Αφού ξεμέθυσε από την κραιπάλη της ασωτίας και ανένηψε από τη παραζάλη του έρωτα της αμαρτίας.

«Εις εαυτόν δε ελθών». Αφού απέκτησε την θεία παρακαταθήκη της απολυτρώσεως και την καλλιέργησε την ιεροτάτη δωρεά της αυτοεπιγνώσεως. Άλλο γνώση και άλλο επίγνωση. Άλλο ταπεινολογία και άλλο ταπείνωση. Άλλο μεταμέλεια και άλλο μετάνοια. Η μεταμέλεια συνεπάγεται την απόγνωση, την απελπισία, ίσως κάποτε και την αυτοκτονία. Η μετάνοια συνεπάγεται τη μεταστροφή, την επιστροφή, τη μεταμόρφωση.

Η μετάνοια αποτελεί θαύμα ισοδύναμο και ισόκυρο με τη νεκρανάσταση. Είναι η θύρα της θεωρίας, της θέας του Θεού και το ένθεο παράθυρο της θεώσεως. Η Μετάνοια εκπηγάζει δάκρυα ακτίστου φωτισμού και επεξεργάζεται μέθη θεϊκή άχρι θανάτου. Μετάνοια είναι η Παλαμική μέθεξη στις θείες ενέργειες και υπαρξιακός αναβαπτισμός, ολοκληρωτικός βουτηγμός στη χάρη του Θεού. Με το δυναμικό δίαυλο των Θείων Μυστηρίων, η μετάνοια προάγει την κάθαρση και επιφέρει σταδιακή μετοχή στη θέσφατη θεογνωσία.

«Εις εαυτόν δε ελθών». Αυτό το “ελθών”, αυτός ο νοερός ερχομός είναι η επιστροφή στη προ-πτωτική κατάσταση, η πνευματική Ιθάκη στην υπαρξιακή της διάσταση. Είναι το άξαφνο, εξαίσιο ξεδίπλωμα του νου, η υπερφυσική και υπερθαύμαστη μεταστροφή του νου, η υπέρβαση και μετάβαση στη σφαίρα του εξαγιασμού. Μετάνοια είναι το μετάρσιο, καθάρσιο και υπερούσιο πέρασμα στην υπερκόσμια ζώνη του Τριφεγγούς Λυκόφωτος. Η αληθινή μετάνοια σταματημό δεν έχει. Κι’ αν πτώση εγνώρισε, κατάπτωση δεν επιτρέπει. Απελπισία δε παζαρεύεται, απάρνηση δε λογιέται. Ο ζων εν μετανοία, δεν έχει χρόνο για αμαρτία.

«Εις εαυτόν δε ελθών». Το θεολογικό κέντρο βάρους, ο θεμελιώδης άξονας της Παραβολής, δεν είναι η επιστροφή αφ’ εαυτής, ούτε καν η αναμενόμενη συγχώρεση του αποδεδειγμένου Φιλευσπλάχνου Πατρός, αλλ’ η επ’ ελπίδι και εν δυνάμει μεταστροφή του νου, η ριζική αιτία της τικτούσης και ανακαινιζούσης καρδίας-μητρός, η εξ’ άκρας συλλήψεως ζωοποίηση του νοός, ο τρόπος ο εκούσιος και αναγεννησιακός, το ερέθισμα, η ώθηση, η μαγιά, η σπίθα στο κάρβουνο, το ενεργειακό άτομο στην ύλη, η ατομική ενέργεια του νου και ο χημικός αντιδραστήρας του θυμικού, που δεν είναι άλλο από το αγαθό κίνητρο, τη καλή θέληση, τη “τσίπα”, το υιικό φιλότιμο.

Πολλοί μιλούν για Πατέρα Αγαθό, Μακρόθυμο και Στοργικό, λίγοι όμως εγγίζουν το άπειρο της νοητής “αγαθής γης”, της καλής θελήσεως, των αγαθών κινήτρων, χωρίς των οποίων δεν θα λάμβανε χώρα ποτέ καμία απόφαση επιστροφής. Αν υπάρχει καλή θέληση, υπάρχει ελπίδα. Αν υπάρχει φιλότιμο, υπάρχει μετάνοια η οποία διενεργείται αποκλειστικώς σε καρδία συντετριμμένη και τεταπεινωμένη. Ο Θεός δεν εξουδενώνει τη καλή θέληση και «υποκλίνεται» στους ταπεινούς τω πνεύματι. Θεαρχίω νεύματι η Θεοτόκος αναδραμεί και επιστατεί στους επικαλούντας την πολλά ισχύουσα δέησή της προς ευμένεια Δεσπότου.

Στη Παραβολή του Ασώτου, υποσημειώνεται η Παντοκρατορική παρουσία του Στοργικού Πατρός αλλά σκοπίμως αποσιωπάται η παρασκηνιακή παρουσία της Φιλοστόργου Μητρός Θεοτόκου. Η Παναγία Σκέπη από το όλο σκηνικό δε λείπει. Από την αφήγηση του Χριστού δεν αποκλείεται, και από το μυστήριο της μετανοίας δεν εξαιρείται. Είναι και αυτή παρούσα σε ψυχή μετανοούσα. Εάν το κάθε Μοναστήρι αποκαλείται «τόπος μετανοίας» τότε το Άγιο Όρος ολόκληρο, είναι και λέγεται «Περιβόλι της Μετανοίας». Και η κάθε καρδιά γίνεται άγιο όρος όταν καθίσταται της μετανοίας χώρος.

Αλλά και Αυτό το Παντοδύναμο, Ζωοποιό και Πανάγιο Πνεύμα δεν μένει ουδόλως αμέτοχο στο όλο μυστήριο της επιστροφής μιας ψυχής. Ο Παράκλητος παίζει ρόλο πρωτεύοντα και πρωτοπορειακό στην επενέργεια της θείας χάριτος. Ο Θησαυρός των αγαθών και Ζωής Χορηγός καθίσταται Κυρίαρχος Καθοδηγός στην εμπέδωση της μεταστροφής του νου. Αυτή είναι η αλλοίωση της Δεξιάς του Υψίστου.

Ο ύψιστος των Πατέρων, ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος, αναφωνεί: «Θα επιστρέψω καλώς απ’ όπου κακώς έφυγα! Και σηκώθηκε και πήγε στον Πατέρα του, προσθέσας έτσι στην καλήν βουλήν την αγαθή πράξη. Γιατί δεν πρέπει μονάχα να θέλουμε την ωφέλειαν, αλλά να δείχνουμε με τις πράξεις τις αγαθές ροπές… Εθαύμασες, βλέποντας τον Θεόν να κολακεύει (να θαυμάζει) αμαρτωλόν;» (“Λόγος εις την Παραβολή του Ασώτου” – Αγ. Ιωάννου του Χρυσοστόμου).

Ασφαλές ενέχυρο της αφάτου φιλανθρωπίας του Θεού, ο Τίμιος και Ζωοποιός Σταυρός. Δεν νοείται μετάνοια χωρίς σταυρική ζωή, χωρίς θυσία των παθών και νέκρωση των μελών. Η Εσταυρωμένη Αγάπη διαφεντεύει το είναι μας και κελεύει σταύρωση εκούσια, θυσία ηθελημένη, μετάνοια ολοκληρωμένη. Όταν λέμε ο Θεός είναι Φιλάνθρωπος, δεν είναι τούτο γενικό και αόριστο, αλλ’ ομολογούμε πως είναι Φίλος της αγαθής προαιρέσεως του ανθρώπου, Φίλος της Χριστοκεντρικής φιλανθρωπίας, Φίλος της καλής θελήσεως και των αγαθών κινήτρων. Όταν ειλικρινώς μετανοούμε, γινόμαστε και εμείς φίλοι Χριστού, Θεόφιλοι φερωνύμως.

«Εις εαυτόν δε ελθών». Αφού χρίστηκε με το χαρμόσυνο και Χριστοπάροχο χάρισμα, τη συνειδητή αναγνώριση της αναξιότητος, την έντονη αίσθηση της μηδαμινότητος και τη συναίσθηση της απολύτου αχρειότητος. Έτσι μόνο γεννάται η θέληση και απόφαση για επαναφορά στην υπεροχή της προτέρας δουλικότητος η οποία καθίσταται συνώνυμη και ταυτόσημη της απολύτου εν Χριστώ ελευθερίας. Όπου δουλεία Χριστού, εκεί πραγματική ελευθερία.
Η εν Χριστώ ελευθερία δεν έχει καμία σχέση με την «δικαιωματική δήθεν ιδιοκτησία» και χρήση (μάλλον κατάχρηση) του αυτεξουσίου. Η ζωή μας δεν είναι δική μας, του Θεού είναι. Το Σώμα μας δεν είναι δικό μας για μεθύσια, πορνείες, εκτρώσεις και κάθε λογής καταχρήσεις, δεν μας ανήκει αλλά αποτελεί περιουσία προσωπική του Παναγίου Πνεύματος.

Ο Άγιος Ιουστίνος Πόποβιτς το εξηγεί θαυμασίως: «Εις εαυτόν δε ελθών», λέγει ο Σωτήρ. 
Ο άνθρωπος συνέρχεται, όταν σκεφθεί τίνος είναι, δηλ. του Θεού. Το σώμα σου τίνος είναι; Του Θεού. Η ψυχή, και αυτή του Θεού. Όλα δώρα, δώρα του Θεού. Εγώ, ποιος είμαι σαν άνθρωπος; Του Θεού, όλος του Θεού!”

Αλλά και ο Άγιος Γέροντας Παΐσιος πολύ σοφά το αναλύει: “Ό Θεός έδωσε στον άνθρωπο το νου, για να αναλογίζεται το σφάλμα του, να μετανοεί και να ζητάει συγχώρηση. 
Ο αμετανόητος άνθρωπος είναι σκληρό πράγμα. Είναι πολύ ανόητος, επειδή δεν θέλει να μετανοήσει, για να απαλλαγεί από την μικρή κόλαση πού ζει, η οποία τον οδηγεί στην χειρότερη, την αιώνια. Έτσι στερείται και τις επίγειες παραδεισένιες χαρές, οι οποίες συνεχίζουν στον Παράδεισο, κοντά στον Θεό, με τις πολύ μεγαλύτερες χαρές, τις αιώνιες.

Όσο ο άνθρωπος βρίσκεται μακριά από τον Θεό, είναι εκτός εαυτού. Βλέπεις, στο Ευαγγέλιο γράφει ότι ο άσωτος υιός “εις εαυτόν ελθών είπε-πορεύσομαι προς τον πατέρα μου. Δηλαδή, όταν συνήλθε, όταν μετάνοιωσε, τότε είπε: Θα επιστρέψω στον πατέρα μου. Όσο ζούσε στην αμαρτία, ήταν εκτός εαυτού, δεν ήταν στα λογικά του, γιατί ή αμαρτία είναι έξω από την λογική».

«Εις εαυτόν δε ελθών». Αφού έκανε λοιπόν υπέρβαση της λογικής και δραστηριοποίησε ολόκαρδα τον αδήλωτο μα πρόδηλο και παντελώς ανείπωτο “δέκατο καρπό” του Αγίου Πνεύματος: την απολύτως απαραίτητη και προκαταρκτικώς αναγκαία “ταπεινή συναίσθηση της αμαρτωλότητος”. Χωρίς αυτή τη συναίσθηση δεν έρχεται η θεία χάρις. Χωρίς τη συντριβή καρδίας δεν υπάρχει ταπείνωση. Χωρίς ταπείνωση, δεν υπάρχει σωτηρία.

Κεντρικό μήνυμα της Κυριακής του Ασώτου δεν είναι ο αδιάκριτος και ανεξέλεγκτος έλεγχος των αμαρτωλών. Δεν είναι απλώς ο προσδιορισμός της πλάνης και της απωλείας, αλλά ο αυστηρός αυτοέλεγχος της ψυχής μας. Η πάταξη του κακού μέσα μας. Η αμείλικτη καταδίκη των ηδονών. Το εκτελεστικό απόσπασμα των παθών. Η ιερή αυτοεξέταση στα πυρά της ενοχής, στη παραδοχή της κατάντιας. Φταίω. Παραπαίω. Σε χάλι ανείπωτο και βάθος αμέτρητο εξέπεσα, ο ταλαίπωρος εγώ… Αυτό το «εγώ» εμπεριέχει το «εμείς». Έχουμε όλοι ανάγκη μετανοίας. Αναμάρτητος ουδείς.

Η Παραβολή του Ασώτου δεν είναι η άκαιρη τάση και ορμή για αδελφικά μαχαιρώματα και άγονη μομφή. Δεν είναι περίοδος αλληλοκατηγορίας αλλά κατάλληλος καιρός αυτομεμψίας. Αμάρτησα. Κατεπάτησα το νόμο Σου. Ηθέτησα τις εντολές Σου. Ήμαρτον εις την επίγειον αλλά και εις την θριαμβεύουσαν Εκκλησίαν. Θα επιστρέψω. Όχι αύριο. Όχι τώρα. ΤΩΡΑ!!! «Τώρα καιρός ευπρόσδεκτος, ημέρα σωτηρίας». (Β Κορ. 6, 2)

Η Κυριακή του Ασώτου, μη σας φανεί παράξενο, δεν είναι αφορμή για κηρύγματα ηθικισμού, δεν είναι λόγος άλογος για φλύαρη αγαπολογία. Ναι, το είπαμε, «ο Θεός είναι αγάπη». Αλλά είναι και Αλήθεια. Η αλήθεια είναι ότι χωρίς την αλήθεια του Χριστού, δε νοείται άλλη αποκαλυπτική, θρησκευτική, ηθική, κοινωνική αλήθεια που να σώζει. 
Ο άσωτος γύρισε στον Ένα, Αληθινό Πατέρα. Επέστρεψε στο Μόνο Αληθινό Σπίτι του Αληθινού Πατέρα που είναι η Αγία Ορθόδοξη Εκκλησία.

Είναι και η αίρεση ένα είδος ασωτίας, χειρότερο μάλιστα από τη βιοτική. Είναι και οι αιρετικοί άσωτοι και τους περιμένει ο Πατέρας να επιστρέψουν στη Μία Ποίμνη, από εκεί που έφυγαν, όχι να κάνουν μία καινούργια Οικουμενιστική Ποίμνη, ένα αμαρτωλό κράμα θρησκειών και ένα μοιχό μίγμα δογμάτων. Ο Οικουμενισμός συνιστά την χειρότερη και πιο βλάσφημη ασωτία του πνεύματος. Μια ασωτία, από την οποία, πολύ δύσκολα και πάρα πολύ σπάνια επιστρέφει κανείς. (Εβραίους στ΄ 4-6)

Η Παραβολή του Ασώτου δεν είναι ευκαιρία για κήρυγμα ηθικοπλαστικό, κοινωνικό και ανθρωποκεντρικό αλλά διάγγελμα απολυτρώσεως, δυνατότητα διασώσεως και άμεση ευκαιρία μετανοίας. Η μετάνοια, αν και έχει αφετηρία τη προαίρεση, δεν είναι καθόλου προαιρετική αλλά υποχρεωτική, παράγγελμα και προσταγή: “Τους μεν ουν χρόνους της αγνοίας υπεριδών ο Θεός, τα νυν ΄παραγγέλλει΄ τοις ανθρώποις πάσιν πανταχού μετανοείν!” (Πραξ. ιζ, 30). Η Μετάνοια δε θέλει δεύτερη σκέψη, δε χωράει άλλη αναβολή. Δεν είναι λύση ενδεχόμενη, πορεία εναλλακτική, αλλά Θεϊκή πια Εντολή.

Η Παραβολή του Ασώτου, μας μιλά στη Προστακτική για τη μετάνοια και τη σωτηρία. “Ομιλία που δεν σώζει, δεν είναι Ορθόδοξη!” (Άγιος Γέροντας Αθανάσιος Μυτιληναίος). Όλοι οι Ορθόδοξοι είμαστε, και πρέπει να θεωρούμαστε, Άσωτοι. Την Κυριακή του Ασώτου γιορτάζουμε όλοι μας. Όχι πως πανηγυρίζουμε τα χάλια μας. Θρηνούμε τη κατάντια μας που λυπούμε το Θεό. Εορτάζουμε τη μακροθυμία του Θεού και παρακαλούμε για το Μέγα Έλεος. Αυτή είναι η Αγιοπατερική Χαρμολύπη. Χαρά για το Μέγα Έλεος, λύπη για τις μεγάλες μας αμαρτίες.

Εύχομαι ολοψύχως σε όλους μας,
«Χρόνια Πολλά», ευάρεστα
και ευπρόσδεκτα στο Θεό,
Χρόνια Μετανιωμένα!

Αιρετικοί είναι μόνον όσοι καταδικάστηκαν από Ορθόδοξη Σύνοδο; ΟΧΙ:

Οι Άγιοι Ομολογητές της εκκλησίας μας απέκοπταν 
κάθε σχέση με τους αιρετικούς επισκόπους, 
ΠΡΙΝ αυτοί καταδικαστούν από Ορθόδοξη Σύνοδο.

Μοναχός Μακάριος Κουτλουμουσιανός

Μια από τις πλανεμένες, αντιπατερικές και ανορθόδοξες διδασκαλίες και θεωρίες της παναιρέσεως του Οικουμενισμού που ασπάστηκε η Σύνοδος της Κρήτης είναι ότι, Ανάθεμα- Αιρετικός δεν είναι αυτός που έχει αιρετικό φρόνημα και κηρύττει δημοσίως και φανερώς αιρετικές αντιπατερικές διδασκαλίες,αλλά είναι αυτός που καταδικάστηκε από Ορθόδοξη Σύνοδο γι αυτές.


Αντιθέτως η Χριστιανική διαχρονική διδασκαλία των Θεοδίδακτων Αγίων της Εκκλησίας είναι ότι, Ανάθεμα -Αιρετικός είναι αυτός που έχει αιρετικό φρόνημα και κηρύττει φανερώς και δημοσίως αιρετικές, ανορθόδοξες και αντιπατερικές διδασκαλίες εμμένοντας αμετανόητος εις αυτές.


Η Ιστορία της Εκκλησίας μας έχει διδάξει ότι, όλοι οι αντιαιρετικοί αγώνες των Αγίων Ομολογητών της Εκκλησίας, οι οποίοι απέκοπταν κάθε εκκλησιαστική επικοινωνία με τους Ανάθεμα-Αιρετικούς, κατ' όνομα Επισκόπους, έγιναν πριν καταδικαστούν από Ορθόδοξη Σύνοδο οι Ανάθεμα-Αιρετικοί κατ’ όνομα Επίσκοποι.
Έγιναν τότε που οι καταληψίες Ανάθεμα-Αιρετικοί κατ’ όνομα Επίσκοποι, κρατούσαν παρανόμως με την βοήθεια της εκάστοτε εξουσίας τους Επισκοπικούς Ορθόδοξους Θρόνους,κάνοντας επίσημη γραμμή της Εκκλησίας την Αίρεση τους.
Ήταν και είναι παράνομοι και καταληψίες, διότι όπως κηρύττουν 
οι οδηγοί της Ορθοδοξίας και Διδάσκαλοι της Οικουμένης προηγείται η Ορθόδοξη Πίστις και κατόπιν ακολουθεί η Εκκλησιαστική τάξις .


Η διασφάλιση της Ορθοδόξου Πίστεως μέχρις αίματος και η καταδίκη και εκδίωξη των καταληψιών Ανάθεμα -Αιρετικών κατ’όνομα Επισκόπων από τους Επισκοπικούς Ορθόδοξους Θρόνους και η αντικατάσταση τους από κανονικούς Ορθοδόξους Επισκόπους από Ορθόδοξη Σύνοδο, είναι η αιτία όλων των Αντιαιρετικών αγώνων των Αγίων Ομολογητών της Εκκλησίας.
Όταν συν Θεό επιτευχθεί αυτός ο Άγιος σκοπός και αποκατασταθεί η Ορθοδοξία, τότε τελειώνουν οι αγώνες, παύει ο πόλεμος, έρχεται ειρήνη στην Εκκλησία.

Αν τώρα παρ’ όλα αυτά, κάποιος Χριστιανός, κληρικός, μοναχός ή λαϊκός περιμένει να αγωνιστεί, να πολεμήσει την Αίρεση και να διακόψει κάθε εκκλησιαστική επικοινωνία με τους Ανάθεμα- Αιρετικούς, κατ’ όνομα Επισκόπους, όταν καταδικαστούν και εκδιωχθούν αυτοί, όταν τελειώσουν οι αγώνες, παύσει ο πόλεμος και έρθει ειρήνη στην Εκκλησία, τότε να μας συγχωρεί με το συμπάθειο, αλλά κατά την λαϊκή ρήση θα πρέπει να χρωστάει, δεν θα είναι καλά στα μυαλά του! 
Οι Θεόπτες Πατέρες και Διδάσκαλοι της Ορθοδοξίας ορίζουν επίσης ότι, η επίσημη διακήρυξις και αποδοχή της Αιρέσεως γίνεται με την Συνοδική διακήρυξη και απόφαση, η οποία νομιμοποιεί την παρανομία και την καθιστά γραμμή της Εκκλησίας.
Δηλαδή όπως έκανε η Αιρετική Σύνοδος της Κρήτης με τον Αιρετικό Οικουμενιστή Πρόεδρο της Πατριάρχη Βαρθολομαίο, η οποία διακήρυξε την Παναίρεση του Οικουμενισμού.

Εύχεστε και για εμένα
Μοναχός Μακαριος Κουτλουμουσιανός
Κάθισμα Αγίου Νικολάου

Εγερτήριο σάλπισμα Αγίου Θεοδώρου του Στουδίτου

ΣΧΟΛΙΟ ΔΙΚΟ ΜΑΣ: Συνάντησα πολλούς που ακόμα αναρωτιούνται, και λένε τι να κάνουμε εμπρός στην παναίρεση του οικουμενισμού, και μάλιστα έτσι όπως θεσμοθετείται μέσα από τα κείμενα της Κρήτης. 
Δεν νομίζετε ότι ήρθε ο καιρός να ακούσουμε τον Άγιο Θεόδωρο τον Στουδίτη;. 
Ιδία δε το κείμενο που ακολουθεί θεωρούμε ότι μπορεί να αποτελέσει πυξίδα ΙΔΙΑΙΤΕΡΑ για τα μοναστήρια, όσα έχουν ενδοιασμούς... αν έχουν... για το τι δει πράττειν. 
Αδελφοί μία είναι η ΟΔΟΣ και η ΣΤΑΣΗ....
π. Φώτιος Βεζύνιας


Η Εκκλησία του Θεού δεν έχει μείνει χωρίς ποιμένα, μολονότι την έχουν κατατοξεύσει. Και «πύλαι άδου» δεν έχουν καταφέρει να την καθυποτάξουν. Ούτε ανέχεται να κάμνει κάτι και να λέγει αντίθετα προς τους καθιερωμένους («κειμένους») όρους και νόμους. Όμως πολλοί ποιμένες ποικιλοτρόπως έγιναν άφρονες. Διότι και συνόδους εσυγκρότησαν μεγάλες και πολυπληθείς, και θεώρησαν τους εαυτούς τους ότι είναι Εκκλησία Θεού, και φρόντισαν να φαίνονται ότι υπερασπίζονται τους «κανόνες». Στην πράξη όμως εστρέφονταν εναντίον των κανόνων. Λοιπόν, Σύνοδοι δεν είναι όταν μαζεύονται απλώς ιεράρχες και ιερείς, έστω και αν είναι πολλοί. Διότι είναι καλύτερο, λέγει ο λόγος του Θεού, να είναι ένας που κάνει το θέλημα του Κυρίου, παρά μυριάδες που το παραβαίνουν. 
Η Σύνοδος λοιπόν πρέπει να γίνεται εν ονόματι Κυρίου με ειρήνη και με τήρηση των «κανόνων» και οι καταδικαστικές και οι αθωωτικές αποφάσεις να μην λαμβάνονται όπως τύχει, αλλά όπως ορίζει η αλήθεια και οι κανόνες και οι γνωρίζοντες την ακρίβεια. Διότι ο τέλειος λόγος του Θεού δεν μπορεί από τη φύση του να δένεται και να ορίζεται όπως θέλει ο καθένας. Και στους και στους ιεράρχες σε καμία περίπτωση δεν έχει δοθεί εξουσία να παραβαίνουν τους «κανόνες», παρά μόνο να συμβαδίζουν με τα όσα έχουν γίνει αποδεκτά και έχουν αναγνωριστεί, και να ακολουθούν τους πριν από αυτούς Πατέρες. Δεν επιτρέπεται λοιπόν ούτε η δική μας τοπική Εκκλησία ούτε καμία άλλη, να κάμνει κάτι παραβαίνοντας παραβαίνοντας τους κείμενους νόμους και «κανόνες». Διότι, αν γινόταν αυτό το Ευαγγέλιο θα ήταν κενό και οι κανόνες άχρηστοι. Οπότε κάθε επίσκοπος κατά την διάρκεια της αρχιεροσύνης του, επειδή θα του ήταν επιτρεπτό να ενεργεί με τους ομόφρονές του όπως θα ήθελε, θα ήταν ένας νέος Ευαγγελιστής ένας άλλος Απόστολος και άλλος Νομοθέτης!!. Ευτυχώς δεν συμβαίνει αυτό, διότι έχουμε παραγγελία από τον ίδιο τον Απόστολο Παύλο, αν κάποιος διδάσκει η μας προστάζει να κάνουμε κάτι αντίθετο προς αυτό που παραλάβαμε, που να είναι δηλαδή αντίθετο προς τους «κανόνες» των κατά καιρούς οικουμενικών και τοπικών Συνόδων, αυτός να μην είναι αποδεκτός στην Εκκλησία και να μη λογαριάζεται μεταξύ των αγίων χριστιανών.
Σ΄ αυτούς τους χρόνους που ζούμε, που ο Χριστός διώκεται, όποιος έχει κάποιο εκκλησιαστικό αξίωμα και ξεχωρίζει για τη χριστιανική του γνώση, οφείλει να διακρίνεται εις το να λαλεί και να διδάσκει το λόγο της ορθοδοξίας. Όμως και εκτός αυτού. Εάν κάποιος είναι απλός μαθητής, έχει χρέος να λέει με θάρρος και παρρησία την αλήθεια, με ελεύθερη τη γλώσσα του….
Αλλά πώς φτάσαμε να προτιμούμε την ησυχία των μοναστηριών μας περισσότερο από το Θεό; και την καλοπέρασή μας από την υπέρ του αγαθού κακοπάθεια; Που είναι η δύναμη και η δόξα του μοναχικού μας τάγματος; Θυμηθείτε πως οι μακάριοι άγιοι Σάββας και Θεοδόσιος, την ώρα που ο βασιλιάς Αναστάσιος πήγε με το μέρος της δυσμενούς αιρέσεως, ξεσηκώθηκαν και πρωτοστάτησαν με ζήλο προμαχώνας για την ορθόδοξη πίστη. Και αυτό το έκαναν αναθεματίζοντας μέσα στην Εκκλησία, με τους ομόφρονές τους Ορθόδοξους, τους αιρετικούς, και αποστέλλοντας στο βασιλιά τη διαμαρτυρία τους, βεβαιώνοντας τον ότι θα προτιμούσαν τον θάνατο παρά να μεταβάλλουν κάτι από τα παραδεδομένα και καθιερωμένα δόγματα…
Εάν λοιπόν το μοναχικό τάγμα δεν θεωρήσει ότι όλα είναι σκύβαλα δηλαδή τα τιποτένια, και εννοώ τις όποιες ανέσεις των μοναστηριών και τα συναφή, πως τότε ο λαϊκός, όταν κληθεί να ομολογήσει την πίστη του, (πώς) θα μπορέσει να παραθεωρήσει γυναίκα, παιδιά και τα σχετικά; Γι΄ αυτό σας θυμίζω: να μην σιωπήσουμε μπροστά στην πρόκληση των αιρετικών, για να μη γίνει σιωπή μας η κραυγή της αμαρτίας των Σοδόμων. Ας θυσιάσουμε τα κάτω, για να κερδίσουμε τα άνω. Ας μη γίνουμε σκάνδαλο για την Εκκλησία του Θεού…. Εάν λοιπόν είναι κάποιοι αληθινοί μοναχοί, ας το δείξουν στην παρούσα περίσταση με τα έργα τους. Και έργο του Μοναχού είναι να μην ανέχεται ούτε η παραμικρή καινοτομία να εισχωρήσει στη γνησιότητα του ευαγγελίου και αυτό, για να μη δώσουμε το παράδειγμα στους λαϊκούς ότι προτιμούμε την αίρεση και την αιρετική «συν-κοινωνία», και έτσι έχουμε να δώσουμε λόγο για την απώλειά τους!
«Η εντολή του Κυρίου είναι να μη σιωπάμε τον καιρό που η πίστη μας βρίσκεται σε κίνδυνο. Ώστε, όταν για την πίστη ο λόγος, δεν μπορείς να πεις ποιος είμαι εγώ; ένας απλός ιερέας, άρχοντας, στρατιώτης, γεωργός, φτωχός. Δεν μου πέφτει λόγος και φροντίδα για αυτό το ζήτημα. Αλίμονο, οι λίθοι θα κράξουν και εσύ θα μείνεις σιωπηλός και χωρίς φροντίδα;».
«Αυτή είναι η ευαγγελική πίστη ημών των αμαρτωλών. Αυτή είναι η αποστολική ομολογία ημών των ευτελών. Ακόμα και ο Πέτρος και ο Παύλος αν μας πουν αντίθετα πράγματα, ακόμα και αν έλθει άγγελος από τους ουρανούς και μας διδάξει άλλο ευαγγέλιο, να μην τον δεχτείτε, γιατί δεν ακολουθεί την υγιή διδασκαλία της πίστεως».
«Και όλα τα καλά του κόσμου να προσφέρει ένας άνθρωπος που αποδέχεται την αίρεση φίλος του Θεού δεν γίνεται. Είναι εχθρός Του. Και αν κάποιος καθίσει να φάει και να πιει με αιρετικούς, έχει ευθύνη».
«Δεν είναι ‘οικονομία’ να κάνουμε να αθετούμε αυτά που μας παραδόθηκαν, ούτε να κάνουμε οποιαδήποτε, μικρή παραχώρηση ανάλογα με τις περιστάσεις και τη λογική μας κρίση».
« Όποιοι είναι, στους καιρούς μας, αληθινοί μοναχοί, να το δείξουν εμπράκτως. Και έργο του Μονάχου είναι να μην ανέχεται ούτε την παραμικρή καινοτομία και αλλοίωση στο ευαγγέλιο. Ένας που ευδοκιμεί στο έργο του Θεού είναι προτιμότερος από χιλιάδες άλλους που καμαρώνουν για την αυθάδεια τους. Αλλά συ, αν θέλεις προτίμησε να είσαι με το πλήθος των πνιγμένων παρά να σωθείς μαζί με τον Νώε. Όσο για μένα, επίτρεψέ με να τρέξω και να σωθώ με τους ολίγους μέσα στην κιβωτό δηλαδή στην ασφάλεια της Εκκλησίας».

ΑΓΙΟΣ ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΣΤΟΥΔΙΤΗΣ

Η ΠΡΟΣΦΩΝΗΣΗ «ΠΑΤΕΡ» ΑΝΟΙΓΕΙ ΤΗΝ ΠΑΤΡΙΚΗ ΑΓΚΑΛΙΑ

Στὸν Θεὸ Πατέρα καταφεύγουμε πάντοτε στὶς δυσκολίες καὶ στὶς θλίψεις μας, ὅπως καταφεύγουμε στὸν ἐπίγειο πατέρα μας σὲ κάθε στιγμὴ ποὺ μόνοι μας δὲν μποροῦμε νὰ δώσουμε λύσεις στὰ προβλήματα ποὺ μᾶς ἀνακύπτουν. Οἱ ἐγωϊστὲς ἄνθρωποι δὲν καταφεύγουν στὸν πατέρα νομίζοντας ὅτι θὰ τὰ καταφέρουν μόνοι τους. Ὁ πατέρας μας, ὅμως, γνωρίζοντας καλὰ τὰ παιδιά του καὶ ὡς φιλόστοργος, ποὺ εἶναι, περιμένει νὰ τοῦ ζητήσουμε τὴ βοήθειά του, τὴν ὁποίαν ἄλλωστε οὐδέποτε μᾶς ἀρνεῖται. Καὶ ὄχι μόνο περιμένει πάντοτε πρόθυμος, ἀλλὰ εἶναι διατεθειμένος νὰ κάνει καὶ κάθε ἀβαρεία, κάθε ὑποχώρηση, κάθε προσπάθεια, κάθε θυσία, γιὰ νὰ ἱκανοποιήσει τὶς ἐπιθυμίες μας. Εἶναι πατέρας ἀγάπης καί, ἐνῶ μᾶς ἀφήνει ἐλεύθερους νὰ δράσουμε, ὅταν τὸν ἐπικαλεσθοῦμε τρέχει νὰ μᾶς βοηθήσει. Ἡ πατρότητά Του μᾶς δέχεται, ὅπως εἴμαστε καὶ ἔχει πάντοτε ἀνοιχτὴ ἀγκαλιά, ἕτοιμο λουτρὸ καθαρισμοῦ μας καὶ ἕτοιμα μουσικὰ ὄργανα πανηγυρισμοῦ γιὰ τὴν ἐπιστροφή μας καὶ τὴν ἐκζήτηση τῆς πατρικῆς βοηθείας. Κάμπτεται ὁ πατέρας ἀπὸ τὴν ταπείνωσή μας, αὐτὴ ποὺ δείχνει ὅτι τὸν ὑπολογίζουμε, ἄσχετα ἂν προηγουμένως πολιτευθήκαμε σὰν ἄσωτοι καὶ κατασπαταλίσαμε τὴν περιουσία του. Ὅταν τὸ ζητήσουμε Ἐκεῖνος πρόθυμα σπεύδει νὰ μᾶς ἀγκαλιάσει, νὰ μᾶς χαρίσει πλούσια τὰ ἀγαθά Του. 
Ἡ λέξη «πάτερ», ποὺ τοῦ ἀπευθύνουμε, ξεκλειδώνει τὴν πόρτα τοῦ θεϊκοῦ ἐλέους.

Στὸν ἄσωτο τῆς παραβολῆς τί ἐπέφερε τὴν καλὴ ἀλλοίωση καὶ τί τὸν ὁδήγησε στὴ μετάνοια καὶ τὴν ἐπιστροφὴ στὴν πατρικὴ στέγη; Μά, ἡ λέξη «πάτερ». Ὁ ἄσωτος γιὸς μόνο ποὺ σκέφθηκε νὰ ἐπιστρέψει στὸν πατέρα του καὶ μὲ τὰ χείλη του πρόφερε τὸ ὄνομά Του ἀμέσως δέχθηκε τὴ δύναμη τῆς ἀπαρνήσεως τῆς ἁμαρτωλῆς ζωῆς καὶ τῆς ἐπιστροφῆς στὸ σπίτι του, τὸ ὁποῖο εἶχε ἀρνηθεῖ ὠθούμενος ἀπὸ τὴν ἁμαρτία. Μὲ δάκρυα στὰ μάτια ὁ Πατέρας μᾶς δέχεται πίσω, ὅταν μᾶς ἀκούει νὰ τοῦ λέμε, ὅπως ὁ ἄσωτος τῆς παραβολῆς: «Πάτερ, ἥμαρτον εἰς τὸν οὐρανὸν καὶ ἐνώπιόν σου»! «Πατέρα μου, ἁμάρτησα. Σὲ πίκρανα μὲ τὴ συμπεριφορά μου. Ἔσφαλα. Θέλω ὅμως νὰ συνεχίσω νὰ σὲ ὀνομάζω πατέρα μου. Συγχώρεσέ μου τὸ ὅτι ἀτιμάζω τὸ γλυκύτατο ὀνομά Σου μὲ τὰ βδελυρὰ μὲ βέβηλα χείλη μου. Ὁμολογῶ τὰ σφάλματά μου καὶ τὶς ἀνθρώπινες ἀδυναμίες μου. Γεύθηκα, ἀλλοίμονο, τοὺ καρποὺς τῆς ἁμαρτίας ποὺ εἶναι ἡδονικοί, ἀλλὰ σύντομα ἡ ἡδονὴ ποὺ αὐτοὶ προκαλοῦν μεταποιεῖται σὲ ὀδύνη. Ὁ ἀδελφός μου, πατέρα μου, δούλευε σὲ ὅλη του τὴ ζωὴ κοντά Σου. Ἦταν ὑπάκουος, ἀλλὰ ποτὲ δὲν σὲ ὀνόμασε «πατέρα». Γι’ αὐτὸ καὶ ἡ καρδιά του ἔγινε σκληρή, ἔγινε πέτρινη. Δὲν τὴν μαλάκωσαν τὰ δάκρυα τῆς μετανοίας καὶ τῆς ταπεινώσεως. Κοντά Σου ἔμεινε, ναί, ἀλλὰ μακρυὰ ἀπὸ τὴν ταπείνωση τῆς ἀγαθότητός Σου. Γι’ αὐτὸ καὶ δὲν ἔσφαξες γιὰ χατίρι του σιτευτὸ μοσχάρι. Τὸ βαστοῦσες γιὰ μένα, γιὰ τὸ πανηγύρι τῆς ἐπιστροφῆς μου. Σὲ εὐχαριστῶ, Πατέρα, γιατὶ μέσα ἀπὸ τὴν ἁμαρτία γνώρισα τὴ στοργικότητά Σου, γνώρισα τὰ ἀληθινά Σου αἰσθήματά, γνώρισα τὴν πατρότητά Σου»!

Ἡ λέξη «πάτερ» μᾶς ταπεινώνει ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ μας καὶ μᾶς ἀνοίγει τὴν πόρτα τῆς μετανοίας, τῆς ἐπιστροφῆς στὴν πατρικὴ στέγη, τῆς σωτηρίας.

Ἂς ἀναλογισθοῦμε: Στὶς σχέσεις τῶν ἀνθρώπων μὲ τὸν Θεό μας ποιός ἔφταιξε καὶ ποιὸς ταπεινώθηκε; Ἐμεῖς οἱ ἄνθρωποι φταίξαμε στὸ Θεό μας μὲ τὴν ἀπρόσεκτη ζωή, τὶς ἐμπάθειες καὶ τὶς πτώσεις μας. Καὶ ὅμως ὁ Θεὸς ἔκανε τὸ πρῶτο βῆμα καὶ σαρκώθηκε, ἔγινε ἄνθρωπος, γεύθηκε τὴν κακότητά μας καὶ σταυρώθηκε, γιὰ νὰ μᾶς πλύνει μὲ τὸ πανάχραντο αἷμα Του, ἀπὸ τὸ βόρβορο τῆς ἁμαρτίας καὶ νὰ μᾶς χαρίσει ξανὰ τὸν ποθεινότατο Παράδεισο. Ὁ ἄνθρωπος ἔφταιξε, ὁ Θεὸς πρῶτος ἔκανε τὸ βῆμα τῆς προσεγγίσεως, τῆς καταλλαγῆς, τῆς συγχωρήσεώς μας. Ἐμεῖς, τὰ παιδία, πολλὲς φορὲς φερόμαστε μὲ ἀπρέπεια στὸν πατέρα μας, μὲ αὐθάδεια, μὲ ἀπείθεια, μὲ σκληροκαρδία. 
Ποιὰ ὅμως εἶναι ἡ ἀπάντηση τοῦ πατέρα, τοῦ κάθε πατέρα καὶ φυσικὰ τοῦ εὔσπλαχνου πατέρα, τοῦ Θεοῦ μας; Καλωσύνη, ὑπομονή, μακροθυμία, ἀγκαλιὰ ἀνοιχτή, ἕτοιμη νὰ μᾶς χωρέσει, μάτια ποὺ δακρύζουν ἀπὸ θλίψη γιὰ τὶς πτώσεις μας καὶ ἀπὸ χαρὰ γιὰ τὴν ἀνόρθωση καὶ ἐπιστροφή μας. Ὁ πατέρας εἶναι πάντοτε ἕτοιμος νὰ μᾶς συγχωρήσει, ὅ,τιδήποτε καὶ ἂν ἔχουμε κάνει. Ἡ μετάνοια, τὸ «Πάτερ, ἥμαρτον» (Λουκ. ιε´ 18) δὲν τὸν ἀφήνει ἀσυγκίνητο. Τὸ περιμένει, γιατὶ γνωρίζει τὴν ἐφάμαρτη ἀνθρώπινη φύση. 
Γνωρίζει τὰ θελήματα τῆς σάρκας, τὴν ἐπιθυμία τῶν ἡδονῶν. Ἀλήθεια, ποιὸς εἶναι ἄμεμπτος ἀπέναντι στὸν Κύριο; Ποιὸς εἶναι τόσο καθαρὸς ποὺ νὰ μπορεῖ νὰ ἀντικρύσει τὸ Θεὸ Πατέρα στὰ μάτια; Κανεὶς ἀπὸ τὸ ἀνθρώπινο γένος καὶ φυσικὰ οὔτε ἐγώ. 
Καὶ ὅμως ὅσο ἀκάθαρτος καὶ ἂν εἶμαι, εἶμαι παιδὶ τοῦ Θεοῦ. Μὲ καταλαβαίνει καὶ μόνο στὸ ἀντίκρυσμα τῆς μορφῆς Του, μόνο στὴν ἐπίκληση τοῦ ὀνόματός Του τρέχει νὰ μὲ συναντήσει, νὰ μὲ ἀγκαλιάσει, νὰ μὲ πλύνει, νὰ μὲ πάρει πάλι κοντά Του. Εἶναι πραγματικὸς πατέρας, ἐνῶ ἐγὼ ἕνας ἄσωτος γιός. Ὅσο ζῶ αὐτονομούμενος στὴν ἁμαρτία καταστρέφομαι. Ὅταν ταπεινωθῶ ἐνώπιόν Του καὶ τὸν ὀνομάσω πατέρα μου ἀπὸ τὴν καταστροφὴ ὁδεύω πρὸς τὴ σωτηρία, πρὸς τὴν αἰώνια χαρὰ καὶ ἀγαλλίαση. Πατέρα μου οὐράνιε, μὴ μὲ παραδειγματίσεις γιὰ τὴν ἀσωτία μου, ἀλλὰ δέξαι με σὰν ἕνα ἀπὸ τοὺς ὑπηρέτες Σου στὴ Βασιλεία Σου. «Πάτερ, ἥμαρτον» σῶσαι με.

Ὅπως ἐμεῖς δὲν θέλουμε τὸ κακὸ τῶν παιδιῶν μας καὶ τοὺς συγχωροῦμε ὅλα τὰ λάθη, γιατὶ τὸ πατρικό μας φίλτρο ὑπερισχύει τῆς αὐστηρότητος καὶ τῆς δικαιοσύνης μας, ἔτσι καὶ ὁ Θεός μας μὲ τὴ μοναδικὴ πατρότητα ποὺ ἐπιδεικνύει μᾶς συγχωρεῖ κάθε μας ἁμαρτία καὶ «κατακαυχᾶται τὸ ἔλεος τῆς κρίσεώς Του» (Ἰακ. β´ 13), δηλαδὴ ἡ ἐλεήμων καρδιά Του ὑπερνικᾶ τὴν δίκαιη Κρίση Του. Αὐτὸς εἶναι ὁ Θεὸς Πατέρας μας. 
Ἐμεῖς πῶς συγχωροῦμε τὰ παιδιά μας, ὅταν κλαίοντας ἔρχονται σὲ μᾶς καὶ μᾶς ζητοῦν στοργὴ καὶ ἐπιείκεια! Καὶ νὰ σκεφθεῖτε ὅτι ἡ συμπάθειά μας εἶναι περιορισμένη. Καμία σχέση δὲν ἔχει μὲ τὴν ἄπειρη συμπάθεια τοῦ Θεοῦ Πατέρα. Καὶ μόνο ποὺ στὴν καθημερινή μας προσευχὴ τοῦ λέμε: «Πάτερ ἡμῶν», Ἐκεῖνος σκύβει καὶ μᾶς ἀγκαλιάζει, μᾶς χαρίζει τὴν εἰρήνη Του, μᾶς χαρίζει ὅλα τὰ ἀγαθά Του, ἀλλὰ καὶ μᾶς ἑτοιμάζει γιὰ τὸ πανηγυρικὸ Δεῖπνο τοῦ οὐρανοῦ. Στὴ λέξη «πάτερ» δακρύζει ὁ κάθε πατέρας καὶ φυσικὰ ὁ οὐράνιός μας. Καὶ μὲ τὸ δάκρυ ξεπλένει κάθε ἀτότημα τοῦ προτέρου βίου μας. Τὸ μυστικὸ ποὺ κρύβει ἡ λέξη «Πάτερ» εἶναι τὸ μυστικὸ τῆς μετανοίας καὶ τῆς σωτηρίας. 
Τὸ περιμένει νὰ τὸ ἀκούσει ὁ Θεὸς Πατέρας μας. Ἂς τοῦ τὸ φωνάξουμε!

Δρ Χαραλάμπης Μ. Μπούσιας,
Μέγας Ὑμνογράφος τῆς τῶν Ἀλεξανδρέων Ἐκκλησίας

«Καταπεφρόνηται τα των Πατέρων δόγματα» -- Η «νέα οριοθέτηση» της εκκλησίας!

Ο απληροφόρητος Ορθόδοξος Ελληνικός λαός δεν έχει ακόμη συνειδητοποιήσει τη «νέα οριοθέτηση» της εκκλησίας από την λεγόμενη «Αγία και Μεγάλη Σύνοδο» της Κρήτης (Ιούνιος 2016).

Οι απαντήσεις πολλών πνευματικών–ιερέων στα πνευματικά τους παιδιά για τη σύνοδο αυτή, δεν εκφράζουν συνειδητή Ορθόδοξη στάση ζωής. Είναι μια στάση που χωρίζεται από τη στάση ζωής των Αγίων της Εκκλησίας μας, που έδωσαν και τη ζωή τους για τη διαφύλαξη της Ορθόδοξης αλήθειας (ομολογητές, μάρτυρες).
Για την επίσημη Εκκλησία της Ελλάδος, η θεολογική ενημέρωση του πιστού λαού για τη σύνοδο της Κρήτης, ποτέ δεν ήταν θέμα προτεραιότητος.
Βιώνουμε μια φοβερή διάψευση των ελπίδων μας, σε ότι αφορά την στάση της Εκκλησίας μας έναντι του οικουμενισμού.
Η Συνοδική εξουσία, σεβαστοί Ιεράρχες, δεν στηρίζεται σε προσωπική δύναμη ή στη πραγματικότητα μιας πλειοψηφίας. Στηρίζεται στην διαχρονική ορθόδοξη αλήθεια.
Η εξουσία αυτή παρέχεται ως χάρη και αποστολή και οφείλεται στη θυσία του ίδιου του Χριστού.
Η Εκκλησία διοικείται με βάση το Θεανθρώπινο δίκαιο, χωρίς εγωισμούς και πολιτικοθρησκευτικές σκοπιμότητες.
Η επιλογή της Εκκλησίας της Ελλάδος να μην πραγματοποιήσει διευρυμένο και βαθύ θεολογικό διάλογο για τη σύνοδο της Κρήτης, σε επίπεδο απρόσβλητης ελευθερίας, είναι πράξη μη συμβατή με τα ορθόδοξα όρια της Συνοδικής εξουσίας, που εν συντομία αναφέραμε.
Οι θεολογικοί διάλογοι, συνοδικοί ή μη, όταν βιώνουν την αλήθεια της Ορθοδοξίας, τότε συγκρατούν και οικοδομούν την πνευματική υγεία του πληρώματος.
Αναμφίβολα, οι Οικουμενικές σύνοδοι, που καθόρισαν το Εκκλησιαστικό «είναι» σε επίπεδο θεολογικού διαλόγου, είχαν χαρισματικά μέγιστο ύψος ορθόδοξης συνειδητότητας και πνευματικής ποιότητας (Θεολογικής και Διοικητικής).
Πηγές τους ο ίδιος ο Χριστός, οι Άγιοι Απόστολοι και οι Πατέρες της Εκκλησίας.
Η σαφήνεια, η αρτιότητα – ορθοδοξότητα της θεολογικής αντίληψης και, ιδιαίτερα, η πνευματική ωρίμανση των Πατέρων, ένωσαν το πλήρωμα δογματικά έναντι των αιρέσεων.
Ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Αχελώου (Ευθύμιος Στύλιος) σημειώνει: «Ο Χριστός δεν ήλθε να μας διδάξει μόνο, αλλά και να συζητήσει μαζί μας. Ιδρυταί ανθρωπίνων θρησκευμάτων, ακόμη και οι Προφήται της Π. Διαθήκης, χρησιμοποίησαν αποκλειστικά τον μονόλογο.
Ο Κύριος, δεν ήταν απλώς Διδάσκαλος, ήταν και άριστος συζητητής. Ο διδάσκαλος διδάσκει ενώ ο συζητητής ενδιαφέρεται για το συνομιλητή του.
Ο Κύριος απαντούσε στα ερωτήσεις, συμμετείχε στις αγωνίες και τα προβλήματα των ανθρώπων, συμμεριζόταν τις παθήσεις τους και έκλαιε στις δοκιμασίες τους». Άριστος συζητητής! Σήμερα, μετά από δεκαετίες έντονης μυστικής οικουμενιστικής δραστηριότητας, είδαμε στην Κρήτη μια συνοδική προσπάθεια αλλαγής της συνειδητότητας των Ορθοδόξων χωρίς Αγιοπνευματικό, αντιρρητικό διάλογο – συζήτηση και με περιφρόνηση της δογματικής γραμμής των Πατέρων.
Οι αμήχανες – ένοχες σιωπές στην Κρήτη μετασχηματίσθηκαν σε μήνυμα «ΠΡΟΣ ΤΟ ΛΑΟ», για αποδοχή των αποφάσεών της. Σε όλα τα επίπεδα έχουμε παραβίαση των ορίων της Εκκλησίας, τόσο σε θεολογικό επίπεδο όσο και σε τεχνικό – διοικητικό.
Να θυμίσουμε, σεβαστοί Ιεράρχες της Εκκλησίας της Ελλάδος, ότι μια συνοδική απόφαση επιδέχεται συμφωνία και αποδοχή αλλά, επίσης, ασυμφωνία και απόρριψη, όταν δεν ορθοτομεί τον λόγο της Αλήθειας, όταν περιφρονεί τον δογματικό άξονα των Πατέρων.
Να θυμίσουμε επίσης, ότι ο Τριαδικός Θεός εκφράζεται προς τα έξω δημιουργήματά του, ως δημιουργικός λόγος, ως σωτηριολογικός λόγος και ως αγιαστικός λόγος (δια του Αγίου Πνεύματος εν τη Εκκλησία).
Τρεις πνευματικοί άξονες, στους οποίους δεν κινήθηκαν πιστά ούτε η σύνοδος της Κρήτης, ούτε και η σύνοδος της Ιεραρχίας της Ελλάδος στις εκτιμήσεις τους για τον οικουμενισμό.
Τέλος, να θυμίσουμε (σύντομα) τα όρια της Εκκλησίας, όπως αυτά έχουν βιωθεί – καταγραφεί στην Εκκλησιολογία της Ορθοδοξίας. Πιο συγκεκριμένα, η μοναδική και αληθινή Εκκλησία του Χριστού:
α) Είναι συνέχεια του Υπερώου της Πεντηκοστής (Αποστολική διαδοχή και Αποστολική διδαχή).
β) Τροφοδοτεί με θεία χάρη από τα μυστήρια του Χριστού.
γ) Δεν έχει αλλοιωθεί από αιρέσεις – πλάνες, διότι κινείται στα όρια των Αποστολικών διδαχών και των Οικουμενικών Συνόδων.
δ) Παραδέχεται όλα τα δόγματα – αποφάσεις των εννέα Οικουμενικών Συνόδων.
Ερώτημα: Στην λεγόμενη «αγία και Μεγάλη σύνοδο», στα κείμενά της περί Εκκλησίας, σε ποια σημεία τους εκφράζονται με σαφήνεια τα όρια της Εκκλησίας, τα οποία αβίαστα να χαρακτηρίζουν την Ορθόδοξη Εκκλησία ως Σώμα Χριστού;
Σε ποια σημεία υπογραμμίζονται ως αιρέσεις ο παπισμός, ο προτεσταντισμός και ο οικουμενισμός;
Αντίθετα, στις αποφάσεις – κείμενά της καθώς και στο μήνυμα «ΠΡΟΣ ΤΟ ΛΑΟ», διακρίνουμε την έντονη οικουμενιστική φόρτισή τους από τη συχνότητα του Π.Σ.Ε.
Στην πρώτη συνέλευση του Π.Σ.Ε. (Άμστερνταμ), ο ομιλητής Γουσταύος Ώλλεν είπε: «Η Εκκλησία είναι σύνθεση όλων των Εκκλησιών» και «πάντες οι Χριστιανοί είναι μέλη αυτής της Εκκλησίας».
Επίσης, ο καθηγητής Ιωάννης Γκρέγκ, χτύπησε τα όρια της Εκκλησίας λέγοντας: «Η Μεγάλη Εκκλησία του Χριστού περιλαμβάνει όλους τους Χριστιανούς, όλων των πεποιθήσεων».
Ιδού η «διευρυμένη» Εκκλησία του οικουμενισμού και η σκοπιμότητα του όρου «ετερόδοξες Εκκλησίες», που χρησιμοποίησαν στην σύνοδο της Κρήτης!
Δανειζόμενοι τα λόγια κάποιου Γέροντα, ερωτούμε: Από τις διατυπώσεις των συνοδικών κειμένων της Κρήτης (και Ελλάδος), μπορεί ένας απλός πιστός να διακρίνει τι είναι Ορθόδοξο και γιατί είναι Ορθόδοξο; Τι είναι μη Ορθόδοξο και γιατί δεν είναι Ορθόδοξο; Δυστυχώς όχι, διότι «καταπεφρόνηται τα των Πατέρων δόγματα» 

(Μ. Βασίλειος Επιστ. 90).

Νίκος Σακαλάκης, Μαθηματικός

Περί Παιδείας

"Αν δεν προσέξουν οι γονείς, πού στέλλουν 
και τι μαθαίνουν τα παιδιά τους, 
θα 'ρθει η ώρα που θα κλαύσει 
το Γένος πικρά πάνω σε ερείπια"

Άγιος Αθανάσιος ο Πάριος

Το Άγιον Πνεύμα

ΝΙΚΟΛΑΟΥ I. ΣΩΤΗΡΟΠΟΥΛΟΥ
Θεολόγου – Φιλολόγου
ΑΘΗΝΑΙ 2003

ΤΟ ΑΓΙΟΝ ΠΝΕΥΜΑ

Το μεγαλύτερο δόγμα του Χριστιανι­σμού, η μεγαλύτερη αλήθεια της Πίστεως, είνε ο Θεός μας. Η έννοια του Θεού μας είνε τόσο παράδοξη, τόσο μυ­στηριώδης, ώστε τέτοια έννοια ήταν αδύνατο να έλθη στη διάνοια του ανθρώπου. Η έννοια του Θεού μας είνε αδιανόητη και ανεπινόητη. 
Ο Θεός ως ένα ον κανονικώς έπρεπε να εννοήται ως ένα πρόσωπο. Δώ­δεκα Θεοί του Ολύμπου, ψεύτικοι βεβαί­ως Θεοί, εννοούνταν ως δώδεκα πρόσω­πα. Αλλ’ ο ένας Θεός του Χριστιανισμού, ο αληθινός Θεός, δεν εννοείται ως ένα πρόσωπο, αλλ’ ως τρία πρόσωπα, ως τρεις ύψιστες προσωπικότητες. 
Ο τριαδικός Θεός, αυτό είνε το παράδοξο των παρα­δόξων, αυτό είνε το μυστήριο των μυστη­ρίων, που δεν ήταν δυνατό να έλθη στη διάνοια του ανθρώπου.

Υπάρχει η έννοια του τριαδικού Θεού, η αδιανόητη και ανεπινόητη ανθρωπίνως, διότι υπάρχει πραγματικώς ο τριαδικός Θεός και φανέρωσε τον εαυτό του στους ανθρώπους. Άξιο παρατηρήσεως, ότι σ’ όλες τις αρχαίες μεγάλες Θρησκείες και Θεολογίες υπάρχει η έννοια της τριάδος. Το Αιγυπτιακό Πάνθεο είνε γεμάτο από τριάδες. 
Και διερωτάται κανείς: Πως στις αρχαίες μεγάλες Θρησκείες και Θεολο­γίες υπάρχει η έννοια της τριάδος; 
Η απάντησι στο σπουδαίο τούτο ερώτημα είνε: Από την αρχή, από τότε που δημιουργήθηκαν, οι άνθρωποι γνώρισαν το Θεό, το Δημιουργό τους, ως τριαδικό. Και από τότε, από την αφετηρία της, η ανθρωπότης διατήρησε ανάμνησι της τριαδικότητος του Θεού. Αλλ’ όσο παρέρχονταν οι αιώνες, όσο απομακρυνόταν η ανθρωπότης από την αφετηρία της, η έννοια της τριάδος αλλοιωνόταν, εξασθενούσε, έχα­νε την αρχική της σαφήνεια και λάμψι, συ­σκοτιζόταν, γινόταν όλο αμυδρότερη. Έξω δε από τη θεόπνευστη Γραφή, την Παλαιά και την Καινή Διαθήκη, η έννοια της τριάδος εν συγκρίσει προς τις άλλες Θρησκείες διασώθηκε καθαρώτερη στην Ινδική Θρησκεία, όπου ο Βράχμα, ο Βισνού και ο Σίβα εννοούνται ως τρία πρόσω­πα, αλλ’ ως ένας Θεός. 
Αλλά μέσα στη Γραφή και στη Θρησκεία μας η αλήθεια του τριαδικού Θεού είνε ολοκάθαρη, λάμ­πει ηλίου φαεινότερον, διότι η Γραφή είνε θεόπνευστη και η Θρησκεία μας είνε εξ αποκαλύψεως. Κατά τη Γραφή και τη Θρη­σκεία μας ο Θεός είνε Πατήρ, Υιός και Άγιο Πνεύμα, τρία δηλαδή πρόσωπα η υποστάσεις, αλλά μία ουσία η θεότης.

Για να λάβωμε κάποια αμυδρή ιδέα του υψίστου μυστηρίου, του τριαδικού Θεού, ας αποβλέψωμε στον ήλιο, αυτόν τον μεγαλειώδη και τα μέγιστα ευεργετικόν αστέρα. 
Δεν αστοχούμε εάν πούμε, ότι ο φυσικός ήλιος είνε μία εικών του νοη­τού ήλιου, του Θεού μας. Στο φυσικό ήλιο υπάρχουν τρία πράγματα: Ο λαμπρός δί­σκος, που θαυμάζουμε ιδίως κατά την ανατολή και τη δύσι του· το φως, που γεννάται αμέσως από το δίσκο. και η θερμότης, που εκπορεύεται αμέσως από το δίσκο. Ήλιος είνε ο δίσκος, ήλιος είνε το φως, ήλιος είνε η θερμότης. Αλλ’ αυτά τα τρία δεν είνε τρεις ήλιοι, είνε ένας ήλιος, διότι και τα τρία στηρίζονται σε μία μάζα η ουσία, υλική ουσία. Έτσι Θεός είνε ο Πατήρ· Θεός είνε ο Υιός, που γεννάται αμέσως από τον Πατέρα· Θεός είνε και το Άγιο Πνεύμα, που εκπορεύεται αμέσως από τον Πατέρα. Αλλ’ αυτά τα τρία πρόσωπα δεν είνε τρεις Θεοί, είνε ένας Θεός, διότι και τα τρία πρόσωπα έχουν μία και την αυτή ουσία, Πνευματική ουσία είνε ομοούσια. Επειδή δε και τα τρία πρόσωπα έχουν μία και την αυτή ουσία, γι’ αυτό δεν είνε καν­ένα ανώτερο και κανένα κατώτερο από το άλλο, αλλά και τα τρία είνε ίσα και ισότιμα.

ΠΙΣΤΙΣ ΚΑΙ ΑΠΙΣΤΙΑ ΣΤΟΝ ΤΡΙΑΔΙΚΟ ΘΕΟ 

Η ΕΚΚΛΗΣΙΑ ανέκαθεν πιστεύει και δο­ξάζει τριαδικό Θεό. Κατά τον αρχαιότατο εκκλησιαστικό ύμνο Φως ιλαρόν οι πιστοί υμνούν Πατέρα, Υιόν και Άγιον Πνεύμα, Θεόν.

Κατά τον 4ον αιώνα εμφανίσθηκαν αιρε­τικοί, οι οποίοι δεν παραδέχονταν τον τριαδικό Θεό. Είνε οι Αρειανοί και οι ακολουθήσαντες αυτούς Μακεδονιανοί. Εξ αιτίας δε των αιρετικών αυτών συνεκλήθη η Α' Οικουμενική Σύνοδος, η οποία κατωχύρωσε και διακήρυξε τη θεότητα του Υιού, και η Β' Οικουμενική Σύνοδος, η οποία καταχώρησε και διακήρυξε τη θεό­τητα του Αγίου Πνεύματος. Αυτές δε οι δύο Σύνοδοι συνέταξαν το Σύμβολο της Πίστεως.

Σήμερα Ορθοδοξία, Ρωμαιοκαθολικι­σμός και σχεδόν ολόκληρος ο Προτεσταν­τισμός ομολογεί πίστι στον τριαδικό Θεό.

ΑΙΡΕΤΙΚΗ ΑΝΤΙΛΗΨΙΣ ΓΙΑ ΤΟ ΑΓΙΟ ΠΝΕΥΜΑ 

Ως προς το Άγιο Πνεύμα ειδικώς, στο οποίον αφιερώνεται το παρόν Ημερο­λόγιο, οι Αρειανοί, οι Μακεδονιανοί, ολί­γοι Προτεστάντες και οι λεγόμενοι Μάρ­τυρες του Ιεχωβά αρνούνται τη θεότητά του και διδάσκουν, ότι το Άγιο Πνεύμα είνε απλώς δύναμις, η ενεργός δύναμι του Ιεχωβά, όπως εκφράζονται οι ψευδο- Μάρτυρες του Ιεχωβά.

Αλλά και μερικοί Ορθόδοξοι Χριστιανοί, επειδή στερούνται κατηχήσεως και στοι­χειώδους θεολογικής γνώσεως, δεν έχουν συνειδητοποιήσει, ότι το Άγιο Πνεύμα είνε πρόσωπο και Θεός, και μάλλον θεω­ρούν το Άγιο Πνεύμα απλώς ως δύναμι!

Στο παρόν Ημερολόγιο επί τη βάσει χω­ρίων της Αγίας Γραφής αποδεικνύεται, ότι το Άγιο Πνεύμα είνε πρόσωπο και Θεός, γίνεται δε λόγος και για το έργο του Αγί­ου Πνεύματος στην Εκκλησία.

ΕΠΕΙΔΗ το Άγιο Πνεύμα έχει δύναμι, μάλιστα παντοδυναμία γι’ αυτό σε (ορι­σμένα χωρία, όπως π. Χ. Πράξ. 2:4 (επλήσθησαν άπαντες Πνεύματος Αγίου), 6:3 (πλήρεις Πνεύματος Αγίου), το Άγιο Πνεύμα σημαίνει πραγματικώς δύναμι, χάρι, χαρίσματα. 
Ο Ιησούς είπε στους μαθητάς του: Λήψεσθε δύναμιν επελθόντος του Αγίου Πνεύματος εφ’ υμάς (Πράξ. 1:8). Θα λάβετε, δύναμι, όταν θα έλθη το Άγιο Πνεύμα σε σάς.

Ναι, το Άγιο Πνεύμα σημαίνει δύναμι, αλλά τούτο δεν αποκλείει, ότι το Άγιο Πνεύμα είνε πρόσωπο. Ρητώς ο Πατήρ και ο Υιός λέγονται δύναμις (Ματθ. 26:64, Α' Κορ. 1:24), και όμως είνε πρόσωπα. Και άγγελοι ονομάζονται δυνάμεις (Ρωμ. 8:38, Α' Πέτρ. 3:22), αλλ’ είνε πρόσωπα. Και για το Σίμωνα το μάγο, ενώ ήταν πρόσωπο, άνθρωπος, οι κατάπληκτοι από τις μαγείες του έλεγαν: Ούτος έστιν η δύναμις του Θεού η μεγάλη (Πράξ. 8:10).

Και εμείς σήμερα για πρόσωπο, που έχει σπουδαία ικανότητα και αξία, λέγουμε, ότι είνε κεφάλαιο, ότι είνε δύναμις.

Θ’ αποδειχθή στη συνέχεια, ότι το Άγιο Πνεύμα δεν είνε απλώς δύναμις, αλλά πρόσωπο, και μάλιστα πρόσωπο της Θεότητος, ο ένας της Τριάδος.

Προς ανατροπήν της αιρετικής γνώμης, ότι το Άγιο Πνεύμα είνε δύναμις, πράγμα νεκρό και ασυνείδητο, όπως π. Χ. Είνε ο άνεμος ή ο ηλεκτρισμός, αναφέρουμε εδώ τρία χωρία, στα οποία γίνεται λόγος και για δύναμι και για το Άγιο Πνεύμα.

Υμείς οίδατε. . . Ιησούν το από Ναζα­ρέτ, ως έχρισεν αυτόν ο Θεός Πνεύματι Αγίω και δυνάμει (Πράξ. 10: 37-38).

Κατά το λόγο τούτο του αποστόλου Πέ­τρου ο Θεός έχρισε τον Ιησού ως άνθρω­πο, με Πνεύμα Άγιον και με δύναμιν. Συνεπώς το Άγιο Πνεύμα και η δύναμις δεν ταυτίζονται, αλλ’ άλλο είνε το Άγιο Πνεύμα και άλλο είνε η δύναμις.

Ο λόγος μου και το κήρυγμά μου ουκ εν πειθοίς ανθρωπίνης σοφίας λόγοις, αλλ’ εν αποδείξει Πνεύματος και δυνάμεως (Α' Κορ. 2:4). Το ευαγγέλιον ημών ουκ εγενήθη εις υμάς εν λόγω μόνον, αλλά και εν δυνάμει και εν Πνεύματι Αγίω (Α' Θεσ. 1:5).

Με τους λόγους τούτους ο απόστολος Παύλος κάνει διάκρισι του Αγίου Πνεύμα­τος από τη δύναμι.

- Το Άγιο Πνεύμα έχει δύναμι, αλλά δεν είνε δύναμις.

Το Πνεύμα έστιν η αλήθεια (Α' Ιωάν. 5:6).

Με το λόγο τούτο ο απόστολος Ιωάννης δεν λέγει ότι το Πνεύμα είνε η δύναμις, όπως λέγουν οι Πνευματομάχοι, αλλά λέ­γει, ότι το Πνεύμα είνε η αλήθεια, όπως αλλού λέγει ο Χριστός για τον εαυτό του (Ιωάν. 14:6).

ΤΟ ΕΚ ΤΟΥ ΠΑΤΡΟΣ ΕΚΠΟΡΕΥΟΜΕΝΟΝ

Πρόσωπο η προσωπικότης λέγεται το ον, που έχει λογικό και γνώσι, συναί­σθημα, βούλησι ή θέλησι και εγώ, αυτοσυνειδησία δηλαδή η συνείδησι της υπάρξεώς του. Το δε Άγιο Πνεύμα εμφανίζεται στη Γραφή με όλο τα γνωρίσματα του προ­σώπου.

Ως προς το λογικό, στο Πράξ. 15: 28 δια­βάζουμε για την απόφασι της Αποστολικής Συνόδου: Έδοξε τω Αγίω Πνεύματι και ημίν, τουτέστι, φάνηκε εύλογο στο Άγιο Πνεύμα και σε μας, ή, αποφά­σισε το Άγιο Πνεύμα και εμείς. Τα πρό­σωπα κρίνουν τούτο ή εκείνο εύλογο και αποφασίζουν, τα πράγματα, όπως ο ηλεκτρισμός, δεν έχουν κρίσι, διότι δεν έχουν λογική. Άρα το Άγιο Πνεύμα είνε πρόσω­πο, και μάλιστα ύψιστο πρόσωπο. Κανονικώς αναμενόταν να λεχθή Έδοξε τω Κυρίω, αλλ’ ελέχθη Έδοξε τω Αγίω Πνεύματι, διότι το Άγιο Πνεύμα είνε Κύ­ριος, Θεός.

Ως προς τη γνώσι, στο Α' Κορ. 2:10-11 περιέχεται: Το Πνεύμα πάντα ερευνά, και τα βάθη του Θεού. . . Τα του Θεού ουδείς οίδεν, ει μη το Πνεύμα του Θεού. Το ερευνά και το οίδε σημαίνει γνωρί­ζει. Το Άγιο Πνεύμα γνωρίζει το πάντα, και τα βάθη του Θεού Πατρός. 
Άρα το Άγιο Πνεύμα είνε πρόσωπο, και μάλιστα πρόσωπο της Θεότητος, αφού γνωρίζει τα πάντα, αφού είνε παντογνώστης.

Ως προς το συναίσθημα, στο Εφεσ. 4:30 γράφεται: Μη λυπείτε το Πνεύμα το Άγιον του Θεού. Τα πρόσωπα λυπούνται, όχι τα πράγματα. Και αφού εξ αιτίας των αμαρτιών μας το Πνεύμα το Άγιον λυπείται, είνε πρόσωπο, και μάλιστα θείο πρόσωπο. 
Κανονικώς αναμενόταν να λεχθή Μη λυπείται τον Θεόν, αλλ’ ελέχθη Μη λυπείτε το Πνεύμα το Άγιον, διότι το Πνεύμα το Άγιο είνε Θεός.

Ως προς τη βούλησι ή θέλησι, στο Α' Κορ. 12:11 διαβάζουμε: Πάντα ταύτα ενεργεί το εν και το αυτό Πνεύμα, διαι­ρούν ιδία εκάστω καθώς βούλεται. Όλα δηλαδή τα χαρίσματα ενεργεί το ένα και το αυτό Πνεύμα. Και τα διανέμει ιδιαιτέ­ρως στον καθένα όπως αυτό θέλει. Αλλ’ αφού το Πνεύμα ενεργεί όλα τα χαρίσμα­τα, και μάλιστα τα διανέμει όπως αυτό θέ­λει, άρα είνε πρόσωπο, και μάλιστα Θεός.

Ως προς το εγώ, την αυτοσυνειδησία δηλαδή, στο Πράξ. 10:19-20 γράφεται: Είπεν αυτώ (τω Πέτρω) το Πνεύμα. Ιδού άνδρες τρεις ζητουσί σε. . . Εγώ απέσταλκα αυτούς. Αλλ’ αφού το Πνεύμα έχει εγώ, συνείδησι της υπάρξεώς του, άρα είνε πρόσωπο. Και επειδή είνε πρόσωπο, γι’ αυτό και ωμίλησε στον Πέτρο, και απέστειλε προς αυτόν τους τρεις άνδρες. Και απέστειλεν αυτούς, αφού έδωσεν εντολή δια μέσου αγγέλου στον Κορνήλιο (Πράξ. 10:1-8). Άρα το Πνεύμα, πρόσωπο ανώτερο των αγγέλων, είνε πρόσωπο της Θεότητος.

Το Πνεύμα το Άγιο είνε πρόσωπο, διότι ακούει, λαλεί, αναγγέλει (Ιωάν. 16:13), λέγει (Πράξ. 21:11), προλέγει (Πράξ. 1:16), διδάσκει και υπομιμνήσκει (Ιωάν. 14:26), μαρτυρεί (Ιωάν. 15:26), συμ­μαρτυρεί τω πνεύματι ημών (Ρωμ. 8:16), προμαρτύρεται (Α' Πέτρ. 1:11), διαμαρ­τύρεται (Πράξ. 20:23), επιποθεί προς φθόνον (Ιακ. 4:5), ήτοι ως νυμφίος των ψυχών υπεραγαπά ζηλοτύπως, προσκαλεί αποστόλους (Πράξ. 13:2), θέτει επι­σκόπους (Πράξ. 20:28) κ. α. Πολλές δε από τις ιδιότητες και τις ενέργειες του Αγίου Πνεύματος δεν αποδεικνύουν μόνο την προσωπικότητα του Αγίου Πνεύμα­τος, αλλά και τη θεότητά του.

Ο Χριστός ειπε: Εγώ ερωτήσω τον Πα­τέρα και άλλον Παράκλητον δώσει υμίν. . . Και εν υμίν έσται (Ιωάν. 14:16-17). Ένας Παράκλητος είνε ο Χριστός (βλέπε και Α' Ιωάν. 2:1), το δε Άγιο Πνεύμα είνε άλλος Παράκλητος. Αφού δε ο Χριστός πα­ραβάλλει το Άγιο Πνεύμα προς τον εαυτό του, άρα το Άγιο Πνεύμα είνε πρόσωπο. Και αφού επίσης ο Χριστός αποδίδει στο πρόσωπο του Αγίου Πνεύματος τη δυνα­τότητα να κατοική εντός όλων των πιστών, όπως κατά το Ιωάν. 14:23 δύναται να κατοική ο Πατήρ και ο Υιός, άρα το Άγιο Πνεύμα είνε Θεός.

Ο Χριστός έδωσε εντολή να βαπτίζωνται οι άνθρωποι εις το όνομα του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος (Ματθ. 28:19). Κατά τη Γ ραφή ουδέποτε γί­νεται κάτι εις το όνομα (ή εν τω ονόματι) δυνάμεως ή πράγματος γενικώς, αλλά πάντοτε εις το όνομα (ή εν τω ονόματι) προσώπου. Αφού δε η βάπτισις γίνεται εις το όνομα. . . Και του Αγίου Πνεύματος, άρα και το Άγιο Πνεύμα είνε πρόσωπο. Ότι δε το Άγιο Πνεύμα είνε πρόσωπο, τούτο φαίνεται και από το ότι τί­θεται παραλλήλως και συμπαρατίθεται με τα πρόσωπα του Πατρός και του Υιού. Επί­σης πρέπει να παρατηρηθή, ότι το βαπτίζομαι εις το όνομα του Αγίου Πνεύματος σημαίνει, παραδίδομαι και ανήκω πλέον στο Άγιο Πνεύμα και είμαι ιδιοκτησία του. Αλλ’ αυτή η έννοια ευσταθεί, αν το Άγιο Πνεύμα είνε πρόσωπο και Θεός. Τέ­λος πρέπει να παρατηρηθή και τούτο, ότι το παρόν χωρίο για τη βάπτισι Ματθ. 28:19, χωρίο κλασσικό, δεικνύει την τριάδα των θείων προσώπων, αλλά και τη μονάδα της ουσίας των, διότι λέγει εις το όνομα του Πατρός, και του Υιού και του Αγίου Πνεύ­ματος, δεν λέγει εις τα ονόματα. Οι Τρεις είνε ένα όνομα, τουτέστι μία φύσις, ουσία, μία θεότης.

Στο Σύμβολο της Πίστεως η Β' Οικουμε­νική Σύνοδος, η οποία συνέταξε τα τε­λευταία άρθρα του Συμβόλου, για τον τρό­πο της υπάρξεως του Αγίου Πνεύματος μας έδωσε την διατύπωσι το εκ του Πα­τρός εκπορευόμενον. Ο Πατήρ υπάρχει αγεννήτως. Ο Υιός υπάρχει με τον τρόπο της γεννήσεως από τον Πατέρα προ πάν­των των αιώνων. Και το Άγιο Πνεύμα υπάρχει με τον τρόπο της εκπορεύσεως από τον Πατέρα επίσης προ πάντων των αιώνων.

Όπως δε η γέννησις του Υιού από τον Πατέρα είνε δίδαγμα της Αγίας Γραφής, έτσι και η εκπόρευσις του Αγίου Πνεύμα­τος από τον Πατέρα. Ο Χριστός είπε στους μαθητάς του: Όταν έλθη ο Παρά­κλητος, ον εγώ πέμψω υμίν παρά του Πα­τρός, το Πνεύμα της αληθείας, ο παρά του Πατρός εκπορεύεται, εκείνος μαρτυρήσει περί εμού (Ιωάν. 15:26). 
Επειδή ο Υιός γεννάται από τον Πατέρα, γι’ αυτό είνε της αυτής φύσεως με τον Πατέρα, Θεός αληθινός εκ Θεού αληθινού γεννώμενος. Ομοίως δε, επειδή το Άγιο Πνεύμα εκ­πορεύεται από τον Πατέρα, γι’ αυτό είνε της αυτής φύσεως με τον Πατέρα, Θεός αληθινός εκ Θεού αληθινού εκπορευόμε­νος.

Τη θεότητα του Αγίου Πνεύματος δει­κνύει και η ονομασία το Πνεύμα της αληθείας. Αυτή η ονομασία, όπου η γενική της αληθείας είνε της ιδιότητος, σημαί­νει το αληθινό Πνεύμα. Είνε δε ο Παρά­κλητος το αληθινό Πνεύμα εν συγκρίσει προς τα αγγελικά και τα ανθρώπινα πνεύ­ματα, τα οποία κατά τινά τρόπο είνε ψεύ­τικα πνεύματα, διότι είνε κτιστά και κατώ­τερα, και, αν τα εγκατέλειπε ο Θεός, θα επανέρχονταν στην ανυπαρξία.

Η διατύπωσις το εκ του Πατρός εκπορευόμενον είνε σύμφωνη προς το λόγο του Χριστού, που παραθέσαμε. Ο Χριστός είπε, ότι αυτός θα στείλη τον Παράκλητο, αλλά πρόσθεσε παρά του Πατρός. Γιατί; Διότι παρά του Πατρός εκπορεύεται. Ο Πατήρ είνε η αρχή στη Θεότητα· γεννά τον Υιό και εκπορεύει το Άγιο Πνεύμα, όπως ο ήλιος γεννά το φως και εκπορεύει τη θερμότητα. Απαγόρευσαν δε οι Πατέρες να επιφέρη κανείς μεταβολή στο Σύμβολο της Πίστεως. Εν τούτοις ο Πάπας, ανακηρύσσοντας τον εαυτό του ανώτερο των Αγίων Πατέρων και των Οικουμενικών Συ­νόδων, μάλλον δε ανώτερο και του Χρι­στού, πρόσθεσε στο Σύμβολο της Πίστεως το Filioque, ότι δηλαδή το Άγιο Πνεύμα εκπορεύεται και από τον Υιό. Αλλ’ αυτό είνε αίρεσις, πολύ μεγάλη αίρεσις- αυτό εισάγει δυαρχία στη Θεότητα- αυτό κατά λογική συνέπεια οδηγεί σε διθεΐα!

Είθε το Άγιο Πνεύμα να φωτίση τον Πά­πα και όλους τους αιρετικούς, ο δε Πάπας και οι αιρετικοί να δεχθούν το φωτισμό, να μετανοήσουν, ν’ αποβάλουν τις αιρέσεις των, και έτσι να γίνη η πολυπόθητη Ένωσις, Ένωσις αληθινή, και όχι Ψευδοένωσις που επιχειρούν οι Οικουμενισταί.

ΤΟ ΑΓΙΟ ΠΝΕΥΜΑ ΘΕΟΣ ΚΑΙ ΔΕΣΠΟΤΗΣ

Στο Πράξ. 5:3-4 διαβάζουμε: Ανανία, διατί εκπλήρωσεν ο Σατανάς την καρδίαν σου ψεύσασθαί σε το Πνεύμα το Άγιον. . . ; Ουκ εψεύσω ανθρώποις, αλλά τω Θεώ. 

Μεταφράζουμε: Ανανία, γιατί κυ­ρίευσε ο Σατανάς την καρδιά σου, ώστε να ειπής ψέμα στο Άγιο Πνεύμα. . . ; Δεν είπες ψέμα σ’ ανθρώπους, αλλά στο Θεό. Ψεύ­δεται κανείς σε πρόσωπο, όχι σε δύναμι, πράγμα νεκρό και ασυνείδητο. Το Άγιο Πνεύμα, στο οποίον ο Ανανίας είπε ψέμα, είνε πρόσωπο, και μάλιστα ασυγκρίτως ανώτερο από τους ανθρώπους, είνε ο Θεός, όλη η θεία ουσία, όπως είνε και ο Πατήρ και ο Υιός.

Ουκ οίδατε ότι ναός Θεού έστε και το Πνεύμα του Θεού οικεί εν υμίν; Ει τις τον ναόν του Θεού φθείρει, φθερεί τούτον ο Θεός· ο γαρ ναός του Θεού άγιος έστιν, οίτινες έστε υμείς (Α' Κορ. 3:16-17). 

Με­ταφράζουμε: Δεν ξέρετε, ότι είσθε ναός (κατοικητήριο) του Θεού, και συνεπώς το Πνεύμα του Θεού κατοικεί σε σάς; Εάν κά­ποιος καταστρέφη το ναό του Θεού, θα καταστρέψη αυτόν ο Θεός. Διότι ο ναός του Θεού είνε άγιος, και ο ναός αυτός είσθε σεις. 
Η φράσις ναός Θεού ση­μαίνει κατοικητήριο Θεού. Θεός δε εδώ, ο οποίος έχει τους πιστούς ως κατοικητήριο, είνε το Πνεύμα, το οποίον οικεί, κατοικεί, στους πιστούς. Το Πνεύμα του Θεού, το Πνεύμα του Πατρός, είνε και αυτό Θεός, είνε ο Θεός, όλη η θεία ουσία, όπως και ο Χριστός είνε ο Υιός του Θεού (Πατρός) και συγχρόνως είνε ο Θεός, όλη η θεία ουσία.

Κατά το Εφεσ. 2:22 οι πιστοί είνε κατοικητήριον του Θεού εν Πνεύματι, ο Θεός δηλαδή κατοικεί στους πιστούς με την κατοίκησι του Πνεύματος. 
Άρα το Πνεύμα είνε ο Θεός, όλη η θεία ουσία.

ΤΟ ΑΓΙΟ ΠΝΕΥΜΑ ΟΜΙΛΕΙ ΩΣ ΓΙΑΧΒΕ

Και ην αυτώ (τω Συμεών) κεχρηματισμένον υπό του Πνεύματος του Αγίου μη ιδείν θάνατον πριν ή ιδή τον Χρι­στόν Κυρίου. . . Και αυτός εδέξατο αυτόν (τον Χριστόν) εις τας αγκάλας αυτού και ευλόγησε τον Θεόν και είπε· Νυν απολύεις τον δουλόν σου, Δέσποτα, κατά το ρήμα σου εν ειρήνη, ότι είδον οι οφθαλμοί μου το σωτήριόν σου (Λουκ. 2:26-30). 

Με­ταφράζουμε: Και είχε σ’ αυτόν (τον Συ­μεών) αποκαλυφθή από το Πνεύμα το Άγιο, ότι δεν θα έβλεπε θάνατο προτού ιδή τον Χριστό του Κυρίου. . . Τότε αυτός τον πήρε (τον Χριστό) στην αγκαλιά του και δόξασε το Θεό και είπε: Τώρα, Δέσπο­τα, απολύεις τον δούλο σου ευτυχισμένο συμφώνως προς τον λόγο σου, διότι τα μά­τια μου είδαν τον σωτήρα. 
Ότι ο Συμεών δεν θα έβλεπε θάνατο προτού ιδή τον Χρι­στό, τούτο ήταν χρηματισμός, αποκαλυπτικός δηλαδή λόγος, του Πνεύματος του Αγίου. Συνεπώς το Άγιο Πνεύμα είνε ο Θεός και Δεσπότης, τον οποίο δό­ξασε ο Συμεών, διότι συνέβη κατά το ρήμα αυτού, διότι δηλαδή πραγματοποι­ήθηκε ο αποκαλυπτικός λόγος του.


Γιαχβέ είνε το προσωπικό όνομα του αληθινού Θεού στην Παλαιά Διαθήκη στα εβραϊκά. Παραθέτουμε δύο χωρία της Πα­λαιάς Διαθήκης, στα οποία το Άγιο Πνεύμα ομιλεί ως Γιαχβέ, ως αληθινός Θεός.

Σήμερον, εάν της φωνής αυτού ακούσητε, μη σκληρύνητε τας καρδίας υμών ως εν τω παραπικρασμώ κατά την ημέραν του πειρασμού εν τη ερήμω, ου επείρασάν με οι πατέρες υμών, εδοκίμασάν με και είδον τα έργα μου. Τεσσαράκοντα έτη προσώχθισα τη γενεά εκείνη και είπα· Αεί πλανώνται τη καρδία, αυτοί δε ουκ έγνωσαν τας οδούς μου, ως ώμοσα εν τη οργή μου, ει εισελεύσονται εις την κατάπαυσίν μου (Ψαλμ. 94:8-11). 

Μεταφράζουμε: Σήμερα, όταν ακούσετε τη φωνή αυτού, να μη σκληρύνετε τις καρδιές σας όπως κατά την ανταρσία, κατά το χρόνο της προκλήσεως στην έρημο, όπου με προκάλεσαν οι πατέρες σας, με έθεσαν σε δοκιμασία, και είδαν τα έργα μου επί σαράντα έτη. Γι’ αυτό ωργίσθηκα κατά της γενεάς εκείνης και είπα: Πάντοτε εκτρέπονται από το δρόμο με τη θέλησί τους· ναι, αυτοί δεν αγάπησαν το δρόμο μου. Γι’ αυτό στην οργή μου ωρκίστηκα: Δεν θα εισέλθουν στον τόπο μου της αναπαύσεως. 

Το χωρίο τούτο είνε παράδοξο και κατα­πληκτικό. Σ’ αυτό ένα θείο πρόσωπο ομι­λεί στην αρχή για άλλο θείο πρόσωπο, και στη συνέχεια ομιλεί για τον εαυτό του. Και για μεν το άλλο θείο πρόσωπο ομιλεί σε γ' πρόσωπο και χρησιμοποιεί την αντωνυμία αυτού, για δε τον εαυτό του ομιλεί σε α' πρόσωπο και λέγει επείρασάν με, εδοκίμασά με, τα έργα μου, προσώχθισα, είπα, τας οδούς μου, ώμοσα, τη οργή μου, την κατάπαυσίν μου. Αλλά ποιο πρόσωπο ομιλεί στο χωρίο; Κατά τη μαρτυρία του Αποστόλου στο Εβρ. 3:7 ομιλεί το Άγιο Πνεύμα. 
Και από τα λόγια, που λέγει για τον εαυτό του, είνε ολοφάνερο, ότι το Άγιο Πνεύμα είνε Γιαχβέ, αληθινός Θεός. Με την αντωνυμία δε αυτού στην αρχή του χωρίου το Άγιο Πνεύμα διακρίνει τον εαυτό του από τον Θεό Πατέρα. Συντόμως η έννοια του χω­ρίου είνε: Σήμερα, κατά τη μεσσιακή εποχή, όταν ακούσετε τη φωνή αυτού, του Θεού Πατρός, ομιλούντος δια μέσου του Υιού, μη πράξατε όσα ασεβή έπραξαν οι πατέρες σ’ εμένα το Πνεύμα το Άγιο, και ωργίσθηκα και τους τιμώρησα.

Άξιο παρατηρήσεως, ότι κατά το παρόν χωρίο οι Εβραίοι επείρασαν το Πνεύμα το Άγιο, κατά το Α' Κορ. 10:9 επείρασαν τον Χριστό, και κατ’ άλλα χωρία, όπως Ψαλμ. 77 (78):41,56, επείρασαν τον Θεό. Και τους Τρεις επείρασαν οι Εβραίοι, διότι οι Τρεις είνε μία ουσία η Θεότης.

Και ήλθε επ’ εμέ Πνεύμα και έστησε με επί τους πόδας μου και ελάλησε προς με και ειπέ μοι. Είσελθε και εγκλείσθητι εν μέσω του οίκου σου. Και συ, υιέ ανθρώπου, ιδού δέδονται επί σε δεσμοί, και δήσουσί σε εν αυτοίς, και ου μη εξέλθης εκ μέσου αυτών. Και την γλώσσαν σου συνδήσω και αποκωφωθήση και ουκ έση αυτοίς εις άνδρα ελέγχοντα, διότι οίκος παραπικραίνων εστί. Και εν τω λαλείν με προς σε ανοίξω το στόμα σου και ερείς προς αυτούς- Τάδε λέγει Κύριος. . . (Ιεζ. 3: 24-27).

Το Πνεύμα ομιλεί στον προφήτη, λέγει ότι θα τον δέσουν (πρβλ. Πράξ. 21:11), ότι θα τον καταστήση άλαλο, και ότι πάλι θα λαλήση προς αυτόν και θα του άνοιξη το στόμα για να κηρύξη λέγοντας: Τάδε λέγει Κύριος. . . Το Πνεύμα θα λαλή, και ο προ­φήτης, μεταδίδοντας τους λόγους του Πνεύματος, θα διακηρύττη: Τάδε λέγει Κύριος. . . Άρα το Πνεύμα είνε Κύριος, στα εβραϊκά Γιαχβέ, αληθινός Θεός.

Ο ΚΥΡΙΟΣ ΜΟΥ ΚΑΙ Ο ΘΕΟΣ ΜΟΥ

Και είπε Κύριος. . . Δεύτε και καταβάντες συγχέωμεν αυτών εκεί την γλώσσαν. . . Εκεί συνέχεε Κύριος τα χείλη πάσης της γης (Γεν. 11:6-9).

Το β' πρόσωπο δεύτε (=έλθετε) αποκλείει να είνε οι πληθυντικοί της μεγαλοπρεπείας· είνε μυστηριώδεις πληθυντικοί αναφερόμενοι στο μυστήριο των προσώ­πων της Θεότητος, όπως οι πληθυντικοί ποιήσωμεν και ημών στα χωρία Γεν. 1:26 και 3:22 αντιστοίχως. 
Το δεύτε (=έλθετε) φανερώνει, ότι ο Θεός Πατήρ απευθύνεται σε περισσότερα του ενός πρόσωπα για να κατεβούν και να επιφέ­ρουν σύγχυσι στη γλώσσα των οικοδόμων του πύργου της Βαβέλ. Συμφώνως προς πλήθος χωρία της Γραφής αναφερόμενα σε τρία πρόσωπα, Πατέρα, Υιό και Άγιο Πνεύμα, στο υπ’ όψιν χωρίο το ένα πρό­σωπο, ο Θεός Πατήρ, απευθύνεται προς δύο πρόσωπα, τον Υιό και το Άγιο Πνεύμα.

Και τα τρία δε πρόσωπα, που επέφεραν μαζί τη σύγχυσι στη γλώσσα των ανθρώπων, ονομάζονται με το όνομα Κύριος, στα εβραϊκά Γιαχβέ, όπως φαίνεται από τη φράσι Εκεί συνέχεε Κύριος τα χείλη πό­σης της γης. Κύριος λοιπόν, Γιαχβέ, αληθινός Θεός, είνε και το Άγιο Πνεύμα.

Ώφθη δε αυτώ (τω Αβραάμ) ο Θεός (ο Γιαχβέ κατά το Εβραϊκό κείμενο) προς τη δρυί τη Μαμβρή. . . Αναβλέψας δε τοις οφθαλμοίς αυτού είδε, και ιδού τρεις άν­δρες. . . Και ιδών προσέδραμεν εις συνάντησιν αυτοίς. . . Και προσεκύνησεν επί την γην και είπε.Κύριε, ει άρα εύρον χάριν εναντίον σου, μη παρέλθης τον παίδα σου. Ληφθήτω δη ύδωρ, και νιψάτωσαν τους πόδας υμών, και καταψύξατε υπό το δένδρον και λήψομαι άρτον, και φάγεσθε, και μετά τούτο παρελεύσεσθε προς την οδόν υμών, ου ένεκεν εξεκλίνατε προς τον παίδα υμών. Και είπαν ούτω ποίησον, καθώς είρηκας (Γεν. 18: 1-5).

Ο Γιαχβέ φάνηκε οφθαλμοφανώς στον Αβραάμ. Πολλά δε τα παράδοξα κατ’ αυτή τη θεοφάνεια. Η εμφάνισις έγινε με μορ­φή τριών ανδρών. Ο Αβραάμ προσφωνεί τους τρεις σ’ ενικό αριθμό, Κύριε. Κα­τόπιν ομιλεί προς αυτούς σε πληθυντικό αριθμό.
Ιδιαιτέρως αξιοπαρατήρητο, ότι τη μία φορά λέγει τον παίδα σου (=τον δούλο σου) και την άλλη φορά λέγει τον παίδα υμών (=τον δούλο σας). Αξιοπαρα­τήρητο επίσης, ότι οι τρεις ομιλούν συγ­χρόνως, σαν με ένα στόμα, και εμφανίζονται ισότιμοι.

Εκτός τούτων, το κείμενον για τους τρεις άλλοτε γράφει είπαν, στίχ. 5, κατά το Εβραϊκό και 9, άλλοτε δε γράφει είπε ή είπε Κύριος (Γιαχβέ). Επί πλέον, ενώ κατά τους στίχ. 20-21 ο Γιαχβέ θα κατέβαινε προσωπικώς, για να διαπιστώση με τα μάτια του την ηθική κατάστασι των Σοδόμων, κατά το στίχ. 33 μετά την εμφάνισι στον Αβραάμ ο Γιαχβέ απήλθε στον ουρανό στα δε Σόδομα μετέβησαν οι δύο άγγελοι, τουτέστιν επεσταλμένοι, αγγελιαφόροι (Γεν. 19:1). Δεν κατέβηκε λοιπόν ο Γιαχβέ στα Σόδομα προσωπικώς; Ναι, κατέβηκε προσωπικώς εν τω προσώπω των δύο ανδρών αγγέλων. Οι δύο ως πρόσωπα, ως ουσία είνε ο ένας και ο αυτός Γιαχβέ.

Κατά το κεφ. 19 της Γενέσεως πολλά πα­ράδοξα συμβαίνουν και κατά την εμφάνι­σι των δύο ανδρών - αγγέλων στο Λωτ στα Σόδομα. Αρχικώς ο Λωτ τους προσφωνεί σε πληθυντικό, Κύριοι (Γεν. 19:2), δείχνοντας ότι είνε δύο πρόσωπα. Αλλ’ έπειτα τους προσφωνεί σε ενικό, Κύριε, δείχνοντας ότι είνε μία ουσία. Και στη συνέχεια απευθύνεται προς τους δύο σ’ ενικό: Είπε δε Λωτ προς αυτούς- Δέομαι, Κύριε, επειδή εύρεν ο παις σου έλεος εναντίον σου και εμεγάλυνας την δικαιοσύνην σου, ο ποιείς επ’ εμέ του ζήν την ψυχήν μου. . . 
Και ζήσεται η ψυχή μου ένεκέν σου (Γεν. 19:18-20). Για την απάντησι των δύο προς τον Λωτ χρησιμο­ποιείται επίσης ενικός: Και είπεν αυτώ· Ιδού εθαύμασά σου το πρόσωπον και επί τω ρήματί σου τούτω. . . Ου γαρ δυνήσομαι ποιήσαι πράγμα, έως του ελθείν σε εκεί (Γεν. 19: 21-22). 
Στο Γεν. 19:17 κατά το Εβραϊκό για τις ενέργειες των δύο χρησι­μοποιείται ένα ρήμα στον πληθυντικό και ένα στον ενικό, εξήγαγον και είπε. Το δε παραδοξότερο, κατά το Γεν. 19:24 Κύ­ριος έβρεξεν επί Σόδομα και Γόμορρα θείον (=θειάφι) και πυρ παρά Κυρίου εξ ουρανού. Ο Κύριος έβρεξεν εκ μέρους του Κυρίου! Εδώ το Κύριος είνε μετάφρασις του Γιαχβέ. Ο Γιαχβέ έβρεξεν εκ μέρους του Γ ιαχβέ! Ο πρώτος Κύ­ριος ή Γιαχβέ, ο οποίος έβρεξε την κα­ταστροφή στις αμαρτωλές πόλεις, είνε οι δύο άνδρες - άγγελοι, τουτέστιν ο Υιός και το Άγιο Πνεύμα. Ο δε δεύτερος Κύριος ή Γιαχβέ, εκ μέρους του οποί­ου απεστάλησαν οι δύο για να προκαλέσουν την καταστροφή (Γεν. 19:13), είνε ο Θεός Πατήρ.

Κατά ταύτα τα τρία πρόσωπα, που εμφανίσθηκαν στον Αβραάμ, λέγονται άν­δρες, διότι εμφανίσθηκαν με τη μορφή ανθρώπων. Από τα τρία αυτά πρόσωπα τα δύο, που εμφανίσθηκαν στον Λωτ, λέγον­ται άγγελοι, διότι ήταν απεσταλμένοι του άλλου προσώπου και αγγελιαφόροι. Δεν πρόκειται λοιπόν ούτε για ανθρώπους, ούτε για αγγέλους, αλλά γι’ αυτόν τον Γιαχβέ Θεό, όπως δηλώνεται στην αρχή του 18ου κεφαλαίου της Γενέσεως.
Ο Γ ιαχβέ Θεός είνε τρία πρόσωπα, αλλά μία ουσία η θεότης. Το Άγιο Πνεύμα είνε ένα από τα τρία πρόσωπα, ομοούσιο προς τα άλλα δύο πρόσωπα, Γιαχβέ Θεός, όπως εκείνα.

Είπεν ο Κύριος τω Κυρίω μου. Κάθου εκ δεξιών μου. . . Ράβδον δυνάμεως εξαποστελεί σοι Κύριος εκ Σιών. . . Ώμοσε Κύ­ριος και ου μεταμεληθήσεται. . . Κύριος εκ δεξιών σου συνέθλασεν εν ημέρα οργής αυτού βασιλείς. . . (Ψαλμ. 109 [110]: 1-5).

Εδώ ένας Κύριος, ο Πατήρ, θέτει εκ δε­ξιών του δεύτερο Κύριο τον Υιό - Μεσσία, και ομιλεί προς αυτόν για τρίτο Κύριο εκ δεξιών του δευτέρου. Ο τρίτος Κύριος, στα εβραϊκά Αδωνάι και Γιαχβέ, προ­φανώς είνε το Άγιο Πνεύμα.

Ηνίκα αν επιστρέψη (ο άνθρωπος) προς Κύριον, περιαιρείται το κάλυμμα. Ο δε Κύ­ριος το Πνευμά έστιν ου δε το Πνεύμα Κυ­ρίου, εκεί ελευθερία (Β' Κορ. 3: 16-17).

Όταν ο Ιουδαίος επιστρέψη προς τον Κύριον, αφαιρείται το κάλυμμα, που δεν τον αφήνει να ιδή. Ο δε Κύριος στην προ­κειμένη περίπτωσι είνε το Πνεύμα. Ρητώς εδώ λέγεται, ότι το Πνεύμα είνε ο Κύριος, στα εβραϊκά Γιαχβέ συμφώνως προς το Έξοδ. 34:34, απ’ όπου η φρασιολογία του Β' Κορ. 3:16. Παραδόξως όμως, κατά μεν το Β' Κορ. 3:17 ο Παράκλητος είνε το Πνεύμα Κυρίου, κατά δε τον προηγούμενον στίχ. 16 είνε αυτός ο Κύριος. 
Πρά­γματι, ως πρόσωπο ο Παράκλητος είνε το Πνεύμα Κυρίου, δηλαδή το Πνεύμα του Γιαχβέ Πατρός, και ως ουσία είνε ο Κύ­ριος, ο Γιαχβέ, η όλη θεία ουσία, ο όλος Θεός. Ομοίως ο Χριστός είνε ο Υιός του Θεού και συγχρόνως ο Θεός (Ιωάν. 11:4, Α' Ιωάν. 5:20).

Ο Κύριος κατευθύναι υμών τας καρδίας εις την αγάπην του Θεού και εις την υπομονήν του Χριστού (Β' Θεσ. 3:5).

Το χωρίο είνε τριαδικό. Ο Κύριος, ο οποίος δύναται να κατευθύνη εις την αγάπην του Θεού (Πατρός) και εις την υπομονήν του Χριστού, είνε το Άγιο Πνεύμα.

Μνημονεύουμε, απλώς ωρισμένα ακόμη από τα τριαδικά χωρία της Καινής Διαθή­κης, χωρία δηλαδή όπου το Άγιο Πνεύμα αναφέρεται συντεταγμένο με τον Πατέρα και με τον Υιό ως πρόσωπο της αυτής τάξεως με τα δύο άλλα πρόσωπα: Ρωμ. 15:16, 30· Α' Κορ. 12: 4-6, Β' Κορ. 1: 21-22, 13:13, Εφεσ. 4: 4-6' Α' Πέτρ. 1:2’ Ιούδ. 20-21.

ΤΟ ΕΡΓΟ TOY ΑΓΙΟΥ ΠΝΕΥΜΑΤΟΣ

Είνε μεγάλο το πλήθος των χωρίων της Αγίας Γραφής, Καινής και Παλαιάς Διαθήκης, στα οποία αναφέρεται το Άγιο Πνεύμα. Ήδη αναφέρεται στην αρχή της Αγίας Γραφής, στο Γεν. 1:2, στη φράσι, Και Πνεύμα Θεού επεφέρετο επάνω του ύδατος. 
Οι δε ψευδό - Μάρτυρες του Ιε­χωβά, οι μεγαλύτεροι διαστροφείς, αλλά και πλαστογράφοι του κειμένου της Αγίας Γραφής, αρχίζοντας τη διαστροφή και την πλαστογραφία από την αρχή της Αγίας Γραφής, τη λέξι Πνεύμα στην εν λόγω φράσι μεταφράζουν - πως; 
Η ενεργός δύναμις! Δεν θα έπρεπε να επεμβή εισαγγελεύς κατά των πλαστογράφων του κειμένου της Γραφής;. . . Το Άγιο Πνεύμα αναφέρεται και προς το τέλος της Αγίας Γραφής, στο Αποκ. 22:17 στη συγκινητική εκείνη φράσι, Και το Πνεύμα και η νύμφη λέγουσιν Έρχου!.

Από το μεγάλο πλήθος των χωρίων της Γραφής περί του Πνεύματος τα πλείστα δεικνύουν τι είνε το Πνεύμα στη φύσι του, και απ’ αυτά χρησιμοποιήσαμε ωρισμένα μόνο. Και επί τη βάσει αυτών σαφώς αποδείχθηκε, ότι το Πνεύμα το Άγιο δεν είνε απλώς δύναμις, πράγμα νεκρό και ασυνείδητο, όπως ισχυρίζονται οι Πνεύματομάχοι, αλλ’ είνε πρόσωπο, ον λογικό και συ­νειδητό με όλα τα γνωρίσματα του προ­σώπου, και μάλιστα πρόσωπο ύψιστο, πρό­σωπο της Θεότητος, ο ένας της Τριάδος.

Προς απόδειξιν της προσωπικότητος και της θεότητος του Αγίου Πνεύματος πα­ραθέσαμε και χωρία, όπου ρητώς το Άγιο Πνεύμα ονομάζεται Θεός, Δεσπότης και Κύριος, και μάλιστα Κύριος με την έννοια Γιαχβέ.

Λυπείται κανείς βαθύτατα, διότι υπάρχουν και Ορθόδοξοι χριστιανοί, οι οποίοι δεν γνωρίζουν τι είνε ο Παράκλητος το Πνεύμα το Άγιο. Ανάγκη να γίνωνται όχι μόνον ηθικολογικά, αλλά και θεολογικά κηρύγματα και μαθήματα, για ν’ αποκτούν οι άνθρωποι την πρώτη, την ανώτερη και αναγκαιότερη γνώσι, τη θεογνωσία. Τι είνε όλες οι γνώσεις του κόσμου μπροστά στη θεογνωσία; Τι να κάνωμε όλες τις γνώσεις του κόσμου, εάν λείπη η θεογνωσία; Μή­πως δύνανται οι γνώσεις του κόσμου να μας δώσουν ζωή αιώνια;

Απευθυνόμενος προς τον Γιαχβέ ο Ψαλμωδός προσφωνεί: Ο Θεός μου και ο Κύ­ριός μου (Ψαλμ. 34 [35]: 23). 
Απευθυνό­μενος προς τον Χριστό ο Θωμάς αναφωνεί: Ο Κύριός μου και ο Θεός μου ( Ιωάν. 20: 28). Αλλ’ ό,τι ισχύει για τον Γιαχβέ και για τον Χριστό, αυτό ισχύει και για το Άγιο Πνεύμα. Αν κανείς ερωτήση τον πι­στό, Τι είνε το Άγιο Πνεύμα;, ο πιστός ας αισθανθή την κυριότητα και την θεότη­τα του Αγίου Πνεύματος, ας πλημμυρισθή από αισθήματα αγάπης και λατρείας προς τον Παράκλητο, ας υψώση τη φωνή του και ας αναφωνήση: Το Άγιο Πνεύμα εινε ο Κύ­ριός μου και ο Θεός μου.

Γιατί ήλθε το Πνεύμα το Άγιο; Ο Χρι­στός είχε πει: Συμφέρει να απέλθω εγώ, για να στείλω σε σάς τον Παράκλητο (Ιωάν. 16:7). Ο Παράκλητος ήλθε για το συμ­φέρον μας. Όχι για μικρό συμφέρον, αλλά για το μεγάλο και αληθινό συμφέρον μας, για την αιώνια σωτηρία και δόξα μας.

Ο Χριστός με το έργο του, και ιδίως με τη σταυρική θυσία του, εξασφάλισε για μας σωτηρία και δόξα στους απεράντους αιώνες. Αυτή δε τη σωτηρία και δόξα το Πνεύμα το Άγιο ήλθε να μας βοηθήση για να την προσοικειωθούμε, για να την προσλάβωμε δηλαδή και να την κάνωμε προ­σωπικό μας κτήμα. Αυτός συντόμως, συντομώτατα, είνε ο σκοπός του ερχομού του Αγίου Πνεύματος. Αναλύουμε το σκοπό:

Ο Χριστός, ο σαρκωμένος Θεός, με το αίμα του απέκτησε την Εκκλησία, όπου συντελείται η σωτηρία. Η Εκκλησία είνε σώμα, σώμα Χριστού ηθικό, μυστικό. Και όπως το σάρκινο σώμα του ανθρώπου εμψυχώνεται με το Πνεύμα, έτσι και το ηθικό και μυστικό σώμα του Χριστού, η Εκκλησία, εμψυχώθηκε με το Πνεύμα το Άγιο. Εν σώμα και εν Πνεύμα, λέγει ο Απόστολος (Εφεσ. 4:4), αναφερόμενος στο σώμα -Εκκλησία και στο Άγιο Πνεύμα, που ήλθε στην Εκκλησία και έμψύχωσε την Εκκλησία και την έκανε ζωντανό οργανισμό.

Το Άγιο Πνεύμα παραμένει στην Εκκλη­σία αιωνίως και την οδηγεί εις πάσαν την αλήθειαν (Ιωάν. 16:13), σ’ όλη την αποκαλυφθείσα και αναγκαία για τη σωτηρία μας αλήθεια, και κάνει την Εκκλησία στύλον και εδραίωμα της αληθείας (Α' Τιμ. 3:15). Το άτομο δύναται να πλανηθή σε ζητήματα πίστεως, και γι’ αυτό το αλάθητο του Πάπα καταδικάζεται ως αίρεσις. Η Εκκλησία όμως, σύνολο πιστών, δεν είνε δυνατό να πλανηθή στα ζητήματα της πίστεως. Το Πνεύμα το Άγιο έχει εγγράψει στη συνείδησι της Εκκλησίας τις αλήθειες της πίστεως και η έγγραφή είνε ανεξίτηλη, ανεξάλειπτη.

Το Πνεύμα το Άγιο τελεί τα μυστήρια της Εκκλησίας, με τα οποία αγιάζονται οι πιστοί.

Το Πνεύμα το Άγιο χορηγεί χαρίσματα και αναδεικνύει χαρισματούχους και θαυ­ματουργούς. Πάντα χορηγεί το Πνεύμα το Άγιον.

Το Πνεύμα το Άγιο φωτίζει. Φώτισε τους Αποστόλους και τους ανέδειξε σοφωτέρους όλων των σοφών όλων των αιώνων. Απτή απόδειξις της υπέρτερης σοφίας των αγίων Αποστόλων είνε το Ευαγγέλιο, το χρυσό, το ολόχρυσο σε νοήματα βιβλίο. Το Πνεύμα το Άγιο φωτίζει κάθε πιστό, για να γνωρίζη την αλήθεια, να καταλαβαίνη το σωστό, να λέγη το σωστό και να βαδίζη το δρόμο του Θεού. Το Πνεύμα το Άγιο φωτίζει και τον άπιστο, αφαιρεί από τα μά­τια της ψυχής του το κάλυμμα, το τυφλοπάνι, ελευθερώνει τα μάτια και έτσι ο άπι­στος βλέπει την αλήθεια. Για τον άπιστο Ιουδαίο ο Απόστολος γράφει: Ηνίκα δ’ αν επιστρέψη προς Κύριον, περιαιρείται το κάλυμμα. Ο δε Κύριος το Πνευμά έστιν (Β' Κορ. 3:16-17). Όταν δηλαδή ο άπιστος Ιουδαίος (επι)στρέψη προς τον Κύριο, αφαιρείται το κάλυμμα, το τυφλοπάνι, και ελευθερώνονται τα μάτια της ψυχής και βλέπουν την αλήθεια. Ο δε Κύ­ριος σ’ αυτή την περίπτωσι είνε το Πνεύμα, ο Παράκλητος.

Το Πνεύμα το Άγιο δίνει δύναμι. Ο Χρι­στός είπε στους μαθητάς του να μη βγουν από την Ιερουσαλήμ, έως ότου περιβληθούν δύναμιν εξ ύψους (Λουκ. 24:49). Αδύνατοι και δειλοί οι μαθηταί προ της Πεντηκοστής. Αλλ’ από την Πεντηκοστή και έπειτα λέοντες πυρ πνέοντες! Κήρυ­ξαν με παρρησία σ’ όλη τη γνωστή τότε οικουμένη, και αντιμετώπισαν όλους τους διώκτες και ισχυρούς της γης και βασανι­στήρια και θάνατο σαν να ήταν αθύρματα, παιγνίδια! Γιατί; Γιατί είχαν τη δύναμι του Αγίου Πνεύματος. Και εκατομμύρια μάρ­τυρες με τη δύναμι του Παρακλήτου αντιμετώπισαν τα μαρτύρια σαν να μη συνέβαιναν στο σώμα τους, αλλά στη σκιά του σώματός τους!

Το Πνεύμα το Άγιο νύσσει και κατανύσσει τις καρδιές και προκαλεί μετάνοια και επιστροφή. Την ημέρα της Πεντηκοστής με ένα κήρυγμα ήλθαν σε κατάνυξι και με­τάνοια τρεις χιλιάδες ψυχές. Το Πνεύμα το Άγιο κάνει τις λίθινες καρδιές σάρκι­νες, ευαίσθητες, πιστές.

Το Πνεύμα το Άγιο διδάσκει πως να προσευχώμεθα. Εμπνέει και φωτίζει τον πιστό κατά την ώρα της προσευχής, θερμαίνει την καρδιά του, προκαλεί σ’ αυτή στενα­γμούς αλαλήτους, κάνει την καρδιά του να αισθάνεται τον Θεό ως Πατέρα και να κράζη προς αυτόν: Αββά, Πατέρα!

Το Πνεύμα το Άγιο δυναμώνει τον πιστό για να πολεμή τον Διάβολο, τον κόσμο τον άκοσμο με τις αμαρτωλές προκλήσεις, και τα ιδικά του πάθη. Το Πνεύμα το Άγιο δυ­ναμώνει τον πιστό για να εκτελή το θέλη­μα και τις εντολές του Κυρίου. Το Πνεύμα το Άγιο βοηθεί, για να γίνη ο σαρκικός άνθρωπος Πνευματικός. Το Πνεύμα το Άγιο έρχεται και κατοικεί μέσα στην καρ­διά του πιστού ανθρώπου, και έτσι ο άνθρωπος γίνεται όχι απλώς Πνευματικός, αλλά Πνευματοφόρος! Αλλ’ όπου το Πνεύμα το Άγιο, εκεί και ο Θεός Πατήρ και ο Χριστός. Και έτσι ο πιστός άνθρωπος γί­νεται και Πνευματοφόρος και Χριστοφόρος και Θεοφόρος!

Ο Χριστός θυσιάστηκε για να μπορούμε να λάβωμε Πνεύμα Άγιο και δυνάμει του Αγίου Πνεύματος ν’ αποκτήσωμε τις απαραίτητες προϋποθέσεις για να παραλάβωμε βασιλεία ασάλευτη, την ευλογημένη βασιλεία του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος, και να συμβασιλεύωμε με τον εν Τριάδι Θεό μας στους απεράντους αιώνες και της βασιλείας μας να μην υπάρχη τέλος.

Έκδοσις Ορθοδόξου Ιεραποστολικής Αδελφότης Ο ΣΤΑΥΡΟΣ,
Ζωοδ. Πηγής 44, 106 81 Αθήναι, τηλ. 2103805539

Η ΜΟΝΗ ΕΛΠΙΔΑ ΜΑΣ Ο ΘΕΟΣ. ΠΡΟΣΕΥΧΗ ΜΗΤΡ. ΦΛΩΡ ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΥ ΝΑ ΜΑΣ ΔΩΣΕΙ Ο ΘΕΟΣ ΗΓΕΤΑΣ

Λόγος γιά τά πνεύματα...

Στό βιβλίο τοῦ Ἰώβ ὁ διάβολος ἐμφανίζεται νά περιπλανιέται ἤδη κάτω ἀπό τόν οὐρανό καί νά διατρέχει τόν ἀέρα μέ μεγάλη ταχύτητα, ἱκανοποιώντας σέ κάθε εὐκαιρία τήν ἀχόρταγη κακία του πρός τό ἀνθρώπινο γένος.


Σ’ αυτή την κατάσταση βρισκόμαστε σαν σε φυλακή καί δεσμά. 

Οι περισσότεροι άνθρωποι, πάντως, δεν συνειδητοποιούν πως είναι αιχμάλωτοι καί φυλακισμένοι. Νομίζουν πως είναι ελεύθεροι. Η συναίσθηση της καταστάσεως της πνευματικής αιχμαλωσίας καί φυλακίσεως είναι δώρο του Θεού. 
Το Άγιο Πνεύμα αποκάλυψε αυτή την κατάσταση στον προφήτη Δαβίδ, κι εκείνος, εκπροσωπώντας κάθε άνθρωπο καί την ανθρωπότητα συνολικά, προσευχήθηκε στον Θεό: «Βγάλε από τη φυλακή την ψυχή μου, γιά να δοξολογήσω το όνομά Σου». 
Ο απόστολος Πέτρος ονομάζει τη σαρκική καί ψυχική κατάσταση των ανθρώπων, έστω και ευσεβών, «σκοτεινό τόπο». 
Ο τόπος μπορεί να είναι όχι μόνο υλικός, αλλά και νοερός και πνευματικός. «Ειρήνη επικράτησε στον τόπο (της καρδιάς) του», λέει η Γραφή. 
Οι κλεισμένοι στον σκοτεινό τόπο, αν θέλουν να σωθούν, πρέπει να φωτίζονται, σάν από λυχνάρι, από την Αγία Γραφή, ώσπου να τούς επισκεφτεί το Άγιο Πνεύμα, το οποίο θα γίνει γι` αυτούς ζωντανό βιβλίο της θείας διδασκαλίας, βιβλίο πάντοτε ανοιχτό καί πάντοτε ασίγητο. «Κι έτσι», λέει ο απόστολος, «είμαστε περισσότερο βέβαιοι γιά την αλήθεια του κηρύγματος τών προφητών, πού καλά κάνετε καί τό προσέχετε σαν φώς πού φέγγει σε σκοτεινό τόπο, ώσπου να γλυκοχαράξει το πρωί και ν’ ανατείλει στις καρδιές σας ο αυγερινός».
Όλοι εμείς, οι κλεισμένοι στη φυλακή της γήινης σοφίας, ας ακούσουμε εκείνους πού απέκτησαν μέ τη χάρη τού Κυρίου την πνευματική Ελευθερία καί φωτίστηκαν από τη σοφία του Αγίου Πνεύματος. Όλοι εμείς, οι εκ γενετής τυφλοί, ας ακούσουμε εκείνους που βρήκαν την όρασή τους, όταν τούς άγγιξε τό δάχτυλο του Θεού, εκείνους που είδαν το φως της αλήθειας, εκείνους που αναγνώρισαν αυτό το φώς, το αόρατο στα σαρκικά μάτια καί ασύλληπτο από τόν σαρκικό νου. Ο αγιοπνευματικός λόγος του Θεού, με τα χείλη καί τη γραφίδα των εκλεκτών σκευών Του, μάς αποκαλύπτει πως ο χώρος ανάμεσα στον ουρανό καί τη γη, όλη η ορατή σ’ εμάς γαλάζια άβυσσος, ο υπουράνιος αέρας, είναι η κατοικία των αγγέλων που έπεσαν από τον ουρανό. 
Ο άγιος Ιωάννης ο Θεολόγος, ο μεγάλος θεωρός των θείων μυστηρίων, γράφει στην Αποκάλυψη: «Έγινε τότε πόλεμος στον ουρανό από τη μια ο Μιχαήλ με τους αγγέλους του κι από την άλλη ο δράκοντας. Ο δράκοντας με τους αγγέλους του πολέμησε, αλλά δεν επικράτησε, κι έτσι δεν του επιτράπηκε να μείνει άλλο στον ουρανό». Αυτή η πτώση του διαβόλου καί των πνευμάτων που παρέσυρε εκείνος, σύμφωνα μέ την ερμηνεία του αγίου ’Ανδρέα Καισαρείας, ακολούθησε το πρώτο αμάρτημά τους της αλαζονείας καί του φθόνου. Τότε οι άγιες αγγελικές δυνάμεις τούς απομάκρυναν από την αγγελική τάξη, όπως αναφέρει αλληγορικά και ο προφήτης Ιεζεκιήλ.
Στο βιβλίο του Ιωβ ο διάβολος εμφανίζεται να περιπλανιέται ήδη κάτω από τόν ουρανό και να διατρέχει τον αέρα με μεγάλη ταχύτητα, ικανοποιώντας σε κάθε ευκαιρία την αχόρταγη κακία του προς τό ανθρώπινο γένος. 
Ο απόστολος Παύλος ονομάζει τους πεσμένους αγγέλους «πονηρά πνεύματα που βρίσκονται ανάμεσα στη γη και στον ουρανό» καί τον επικεφαλής τους «άρχοντα των πονηρών δυνάμεων του αέρα». 
Οι πεσμένοι άγγελοι είναι σκορπισμένοι σ’ όλη τη διάφανη άβυσσο, που βλέπουμε από πάνω μας, καί δεν παύουν να προξενούν ταραχές σ’ όλες τίς ανθρώπινες κοινωνίες καί σε κάθε άνθρωπο ξεχωριστά. Δεν υπάρχει κακή πράξη, δεν υπάρχει ανομία στην οποία να μην είναι πρωταίτιοι ή συνεργοί.
Μέ ποικίλα μέσα παρασύρουν τον άνθρωπο στην αμαρτία και του τη διδάσκουν. 
«Ο αντίπαλός μας διάβολος περιφέρεται σαν λιοντάρι που βρυχάται, ζητώντας κάποιον να καταβροχθίσει», τόσο στη διάρκεια της επίγειας ζωής μας όσο και την ώρα του χωρισμού της ψυχής μας από το σώμα. Όταν η ψυχή του χριστιανού, αφήνοντας τον χωμάτινο ναό της, παίρνει μέσω του αέρα τον δρόμο προς την ουράνια πατρίδα της, οι δαίμονες τη σταματούν. Προσπαθούν να βρουν κάτι το κοινό ανάμεσα σ’ εκείνην και σ’ αυτούς —ως προς την αμαρτωλότητά τους, την παράβαση καί την πτώση τους— καί να τη ρίξουν στον άδη, «πού έχει ετοιμαστεί γιά τον διάβολο καί τους δικούς του».
Ενεργούν έτσι σύμφωνα μέ το δικαίωμα πού απέκτησαν με τη θέληση του ιδίου του ανθρώπου. 
Όταν ο Θεός έπλασε τον Αδάμ και την Εύα, τους έκανε κυρίαρχους στη γη. Τους ευλόγησε, λέει η Γραφή, και τους είπε: «Να πολλαπλασιαστείτε καί να πληθύνετε, να γεμίσετε τη γη καί να κυριαρχήσετε σ’ αυτήν. Να εξουσιάσετε στα ψάρια της θάλασσας, στα πτηνά του ουρανού, σ’ όλα τα ζώα, σ’ όλη τη γη καί σ’ όλα τά ερπετά πού σέρνονται στην επικράτειά της». 
Στούς πρώτους ανθρώπους δόθηκε όχι μόνο η γη αλλά και ο ίδιος ο παράδεισος, του οποίου η περιποίηση καί η φύλαξη τους ανατέθηκε. Μοναδικός Κύριός τους ήταν ο Θεός. 
Αλλά εκείνοι τι έκαναν, όντας μέσα στον παράδεισο;... 
Αλίμονο, τί ολέθρια τύφλωση! Αλίμονο, τί ασύλληπτος παραλογισμός! Πείστηκαν οι προπάτορές μας στη δολερή καί θανάσιμη συμβουλή του πεσμένου αγγέλου, πέταξαν από πάνω τους τον ευλογημένο καί ελαφρύ ζυγό της υποταγής στον Θεό κι έβαλαν στη θέση του τον σιδερένιο ζυγό της υποταγής στον διάβολο. 
Αλίμονο! Οι προπάτορές μας καταπάτησαν την εντολή του Θεού και άκουσαν τη συμβουλή του κάκιστου εχθρού μας, του σκοτεινού καί βλάσφημου πνεύματος, του κόλακα καί απατεώνα διαβόλου. Κατά φυσική συνέπεια, διέλυσαν την κοινωνία τους με τον Κύριο και ήρθαν σε κοινωνία μέ τον σατανά, υποτάσσοντας εκούσια σ’ εκείνον τόσο τον εαυτό τους όσο και το μέρος της υλικής κτίσεως που είχε δημιουργηθεί γι` αυτούς καί που με θεία απόφαση το εξουσίαζαν.

Λόγος γιά τά πνεύματα-Λόγος γιά τόν θάνατο 
Συγγραφέας: Ἅγιος Ἰγνάτιος Μπριαντσανίνωφ. 
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΠΑΡΑΚΛΗΤΟΥ. 

http://apantaortodoxias.blogspot.gr

Στη ζωή σου δεν συναντάς μόνο φίλους αλλά και εχθρούς



Στη ζωή σου δεν συναντάς μόνο φίλους αλλά και εχθρούς. Κι έχεις υποχρέωση τους εχθρούς σου να τους κάνεις φίλους, για να ‘χεις πάντα ήρεμη τη συνείδησή σου. Το δίκαιο και το σωστό πρέπει να το υπερασπιζόμαστε και να μισούμε την αδικία και την κακία. Τον συνάνθρωπό μας όμως δεν μισούμε ποτέ, ό,τι κι αν μας κάνει. Δεν τον κατηγορούμε , ούτε τον προσβάλλομε, είτε έχομε, είτε δεν έχομε δίκιο. 
Οι παρεξηγήσεις και οι διαφωνίες είναι μέσα στο πρόγραμμα της ζωής. Το να τις μεγαλώνεις όμως και να φθάνεις στα δικαστήρια ή στο έγκλημα, αυτό είναι αντιχριστιανικό. Ανθρώπινο είναι να τις μικραίνεις ή καλύτερα να τις σβήνεις , ώστε πάντα να έχεις ειρήνη μέσα σου. 
Ο Βαγγέλης, βοσκός, ακαλλιέργητος, βλάστημος. Σ’ Εκκλησία δεν πατούσε, παρά μόνο τις χρονιάρες μέρες ή σε κανένα μνημόσυνο. Πάντα οπλοφορεί, βάζει τα πρόβατά του παντού κι απειλεί τους πάντες. Έφτασε ακόμα και στην κλεψιά, όπως τον συμβούλευσε ο διάβολος. Έτυχε όμως σε μια κλεψιά να του πέσει ένα χαρτί , που το βρήκε ο Νικολής γυρεύοντας τα κλεμμένα του. Στην αρχή ο Νικολής σκέφτηκε να πάει στη Χωροφυλακή, μετά όμως, σαν άνθρωπος του Θεού που ήταν, πήγε και συμβουλεύτηκε το γερο-παπά του χωριού. Ο παπάς τον συμβούλεψε να μην καταγγείλει τον Βαγγέλη, αλλά να βάλει τους φίλους του και τους συντέκνους του να τον πιάσουν, για να πληρώσει τα κλεμμένα. Αν δεν δεχτεί να τον αφήσουν στα χέρια του Θεού, για να μη φτάσουν στα φονικά, όπως συμβαίνει πολλές φορές στην Κρήτη για ασήμαντες αφορμές.
Στην αρχή ο Βαγγέλης αρνιόταν να πληρώσει κι απειλούσε θεούς και δαίμονες. Σιγά-σιγά όμως οι σύντεκνοί του τον κατάφεραν , γιατί υπήρχε το αποδεικτικό της κλοπής και τα έφτιαξαν με τον Νικολή. Τελικά πλήρωσε όλα τα κλεμμένα. Ο Νικολής όμως δεν έμεινε εκεί. Την ημέρα του Ευαγγελισμού έστειλε ένα δίσκο γλυκά στο σπίτι του Βαγγέλη και το βράδυ πήγε με την γυναίκα του και του ευχήθηκαν τα χρόνια πολλά ! Έτσι αγαπήθηκαν οι οικογένειές τους κι έγιναν καλοί φίλοι.
Αργότερα ο Νικολής κατάφερε τον Βαγγέλη να πάει να εξομολογηθεί , να σταματήσει τις κλοπές και να γίνει ένας άλλος άνθρωπος, καλός και χρήσιμος στους συγχωριανούς του.
Βλέπετε τί κάνει η χάρη του Θεού, βλέπετε τί καταφέρνει ο άνθρωπος του Θεού;
Νίκα λοιπόν στη ζωή σου το κακό, όχι με αντεκδίκηση, αλλά με το καλό και θα βγαίνεις πάντα κερδισμένος. 

ΑΓΙΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ ΤΟΥ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ
ΤΡΕΙΣ ΟΜΙΛΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ 
ΑΝΕΞΙΚΑΚΙΑ ΤΟΥ ΔΑΒΙΔ.