.

.

Δός μας,

Τίμιε Πρόδρομε, φωνή συ που υπήρξες η φωνή του Λόγου. Δος μας την αυγή εσύ που είσαι το λυχνάρι του θεϊκού φωτός. Βάλε σήμερα τα λόγια μας σε σωστό δρόμο, εσύ που υπήρξες ο Πρόδρομος του Θεού Λόγου. Δεν θέλουμε να σε εγκωμιάσουμε με τα δικά μας λόγια, επειδή τα λόγια μας δεν έχουν μεγαλοπρέπεια και τιμή. Όσοι θα θελήσουν να σε στεφανώσουν με τα εγκώμιά τους, ασφαλώς θα πετύχουν κάτι πολύ πιό μικρό από την αξία σου. Λοιπόν να σιγήσω και να μη προσπαθήσω να διακηρύξω την ευγνωμοσύνη μου και τον θαυμασμό μου, επειδή υπάρχει ο κίνδυνος να μη πετύχω ένα εγκώμιο, άξιο του προσώπου σου;

Εκείνος όμως που θα σιωπήσει, πηγαίνει με τη μερίδα των αχαρίστων, γιατί δεν προσπαθεί με όλη του τη δύναμη να εγκωμιάσει τον ευεργέτη του. Γι’ αυτό, όλο και πιό πολύ σου ζητάμε να συμμαχήσεις μαζί μας και σε παρακαλούμε να ελευθερώσεις τη γλώσσα μας από την αδυναμία, που την κρατάει δεμένη, όπως και τότε κατάργησες, με τη σύλληψη και γέννησή σου, τη σιωπή του πατέρα σου του Ζαχαρία.

Άγιος Σωφρόνιος Ιεροσολύμων

Τι είναι Εξομολόγηση και τι δεν είναι;



Αν η μετάνοια είναι το πρώτο μέρος του μυστηρίου, το δεύτερο είναι η εξομολόγηση. Δηλαδή, η ενώπιον του πνευματικού ομολογία των αμαρτιών μας.
Πολλοί, νομίζουμε ότι η εξομολόγηση είναι μία φιλική συζήτηση, ή μία τυπική εξαγόρευση κάποιων αμαρτιών. Αυτό όμως ποιά σχέση έχει με το μυστήριο της μετάνοιας;
Αν εξετάσουμε και τα κίνητρα που οδηγούν πολλούς από εμάς στην εξομολόγηση και πάλι θʼ απογοητευτούμε.
Άλλοι πηγαίνουμε, για να βρούμε κάποια ανακούφιση ή για να απαλλαγούμε από τις ενοχές μας.
Άλλοι από τον φόβο της «τιμωρία» από τον Θεό.
Άλλοι από καθήκον ή από έθιμο, όπως κάνουμε οι περισσότεροι πριν τις μεγάλες γιορτές για να κοινωνήσουμε, συνδέοντας την εξομολόγηση με τη θεία κοινωνία.
Όλʼ αυτά όμως, ελάχιστη ή καθόλου σχέση έχουν με την εξομολόγηση και την μετάνοια. Ας το πούμε με απλά λόγια: Εξομολόγηση είναι το άδειασμα του δηλητηρίου. Όταν κανείς πιεί δηλητήριο, δεν υπάρχει άλλη λύση.
Το ίδιο και η εξομολόγηση. Εκεί βγάζουμε το δηλητήριο της αμαρτίας. Διαφορετικά θα οδηγηθούμε στον θάνατο.
Και για να χρησιμοποιήσουμε μίαν άλλη εικόνα: Όπως στον γιατρό δείχνουμε τις πληγές μας, αναφέρουμε τους πόνους, τις ενοχλήσεις, τις αρρώστιες μας, δίχως να κρύψουμε τίποτα, έτσι και στην εξομολόγηση.
Ξεγυμνώνουμε την ψυχή μας, αποκαλύπτουμε τις πληγές μας και τα τραύματά μας, ομολογούμε την αρρώστια μας και τον προσωπικό μας πόνο.
Αν αυτό δεν γίνει, θα μείνουμε αθεράπευτοι.
Οι πληγές μας θα μεγαλώσουν, η μόλυνση και η σήψη θα προχωρήσουνε, η αρρώστια θα συνεχίσει να υπομονεύει την ύπαρξή μας και αργά ή γρήγορα θα μας οδηγήσει στον θάνατο. Απʼ όλα αυτά, καταλαβαίνουμε ότι ο Θεός δεν έχει ανάγκη την δική μας εξομολόγηση.
Εμείς την έχουμε ανάγκη.
Όταν, δηλαδή, εξομολογούμαστε, δεν κάνουμε . . . χάρη του Θεού, όπως πολλοί νομίζουν. Άλλο βέβαια, αν ο Θεός, σαν πατέρας, περιμένει πάντα με πολλήν αγάπη την δική μας επιστροφή. Στο σημείο αυτό, είναι ανάγκη να υπογραμμίσουμε το εξής: Αν σε άλλες χριστιανικές ομολογίες, η εξομολόγηση είναι μία απρόσωπη νομικίστικη εξαγόρευση, πίσω από κάποιο παραβάν, στην Ορθόδοξη Εκκλησία μας, η εξομολόγηση συνδέεται άμεσα με την πνευματική πατρότητα, την πνευματική καθοδήγηση και την προσωπική σχέση.
Πολλοί, π.χ. εξομολογούνται περιστασιακά όπου βρουν πνευματικό και κάθε φορά σε διαφορετικό ιερέα. Συμβαίνει όμως κι εδώ, ό,τι και με τις σωματικές αρρώστιες.
Αν κάθε φορά αλλάζουμε γιατρό, τότε η θεραπεία δεν μπορεί να είναι πλήρης. Ο μόνιμος πνευματικός μας είναι αυτός που γνωρίζει το «ιστορικό» μας, την πορεία μας, τις προηγούμενες πτώσεις μας και μπορεί να μας βοηθήσει αποτελεσματικά.
Άλλοι πάλι το ’χουν δίπορτο. Έχουν τον πνευματικό τους, αλλά όταν συμβεί κάτι βαρύτερο, επειδή ντρέπονται, αποφεύγουν να του το εξομολογηθούν και πηγαίνουν σε κάποιον άλλον. Μια τέτοια όμως ενέργεια είναι παιδαριώδης και εμπαιγμός του μυστηρίου. Δείχνει πόσο μακριά βρισκόμαστε από την αληθινή μετάνοια. Είναι, λοιπόν, απαραίτητο να επιδιώξουμε να αποκτήσουμε ένα πνευματικό πατέρα, με τον οποίο θα δημιουργήσουμε μία πνευματική σχέση. Έτσι και η πορεία μας θα είναι ασφαλέστερη. Βεβαίως υπάρχουν περιπτώσεις που επιβάλλεται να αλλάξουμε πνευματικό. Αυτό όμως θα πρέπει να γίνει με πολλή προσοχή, διάκριση και κυρίως μετά από προσεκτική εξέταση των βαθύτερων κινήτρων μας. Να ψάξουμε, δηλαδή μέσα μας να εντοπίσουμε τα βαθύτερα αίτια και να βρούμε γιατί θέλουμε να αλλάξουμε πνευματικό.

Πώς η μονολόγιστη Ευχή του Ιησού θεραπεύει την Τύφλωση


Ομιλητής ο πρωτοπρεσβύτερος Νικόλαος Μανώλης.

Προσευχή δίχως υπολογισμούς…



Κάνεις προσευχή και σκέπτεσαι.
Τώρα εισακούσθηκα; 
Ήταν καλή; Σωστή; 
Ωραία; 
Άρεσε του Θεού;
Θα μου φέρει αποτέλεσμα; 
Θα νιώσω κάτι; 
Για να δω…..

Η προσευχή όμως δεν είναι μαθηματικά ούτε χημική ανάλυση. 
Η προσευχή είναι καλλιέργεια μια σχέσης. Δεν προσεύχομαι επειδή πρέπει αλλά γιατί αγαπώ κάποιον. 
Θέλω να μιλάω στον αγαπημένο μου!!!
Ας κάνουμε την προσευχή με απλότητα, χωρίς απολογισμούς και προσδοκίες.
Μην περιμένουμε τίποτα. 
Απλά προσευχόμαστε με καρδιά, δίχως στόχους και υπολογισμούς.
Και να θυμάσαι καλά, όταν δεν το περιμένεις έρχεται. Η προσμονή κουράζει την σχέση, η απαίτηση την συνθλίβει, το αγαπητικό ερωτικό άφημα την λυτρώνει και την σώζει.

π. Λίβυος

www.diakonima.gr

Η ευχή και το Άγιον Πνεύμα



Η διδασκαλία του παππού μας Ιωσήφ και του Γέ­ροντος μας Έφραίμ, αποτελεί συνέχεια της διδασκα­λίας του Αγίου Γρηγορίου του Παλαμά. Η πείρα του Γέροντος μας Εφραίμ εις την νοεράν προσευχήν, όπως μας την παρέδωσεν, αποτελεί συνέχεια όλης της νηπτικής ασκητικής παραδόσεως.
Λέγει ο Γέροντας Εφραίμ: «Η καρδία του άνθρωπου είναι το κέντρον των υπέρ φύσιν, των κατά φύσιν και των παρά φύσιν κινήσεων. Τα πάντα ξεκινούν από την καρδίαν. Εάν η καρδία του ανθρώπου καθαρισθή, τότε βλέπομεν τον Θεόν. Ο Θεός είναι αθεώρητος· ο Θεός είναι Πνεύμα. Δύναται όμως να βασιλεύση εις την καρδίαν του ανθρώπου, όταν γίνη αυτή καθαρόν δοχείον.
Διά να γίνη δεκτικόν δοχείον η καρδία του ανθρώπου, πρέπει να γίνη καθαρή. Δηλαδή, να γίνη καθαρή από ακάθαρτους λογισμούς. Διά να καθαρισθή όμως η καρδιά, πρέπει να μπη εις αυτήν κάποιο φάρμακον. Το φάρμακον αυτό είναι η νοερά προσευχή. Όπου πηγαίνει ο βασιλεύς, διώκονται οι εχθροί· και όταν μπη εις την καρδιά ο Χριστός, το όνομα Του το Άγιον, φυγαδεύονται των δαιμόνων οι φάλαγγες. Όταν ενθρονισθή μέσα καλά-καλά ο Χριστός, τότε υπάκουουν τα πάντα.
Έτσι και το κράτος της καρδιάς μας. Έχει μέσα εχθρούς· έχει επαναστάσεις· έχει λογισμούς· έχει πάθη και αδυναμίες· έχει τρικυμίες και ταραχές. Όλα εις την καρδίαν του ανθρώπου.
Διά να μπόρεση αυτό το κράτος της καρδιάς να καθησύχαση και να υποταχθή,
πρέπει να έρθη ο Χριστός, ο Βασιλεύς, με τις στρατιές του να κυρίευση το κράτος· να διώξη τον εχθρόν, τον διάβολον· να καθυποτάξη κάθε ανησυχία από πάθη και αδυναμίες· να βασιλεύση σαν αυτοκράτωρ, σαν παντοδύναμος. Τότε αυτό, κατά τους πατέρας, λέγεται καρδιακή ησυχία. Να βασιλεύη η προσευχή χωρίς να διακόπτεται. Η προσευχή να έχη δημιουργήσει την καθαρότητα και την ήσυχον καρδίαν».
Ο μεγάλος αγώνας του ανθρώπου είναι να επαναφέρη τον νουν, που μετεωρίζεται με τις αισθήσεις έξω εις τα κτίσματα, μέσα εις την καρδίαν μας, εις το ταμείον των λογισμών. Ο μεγαλύτερος διδάσκαλος εις τον άνθρωπον, διά το Ιερόν αυτό έργον, είναι η νοερά προσευχή. Η χάρις του Αγίου Πνεύματος, η οποία προσελκύεται διά της ευχής, μας διδάσκει όλα όσα χρειαζόμεθα.
Ο καλύτερος βοηθός, κατά την ώραν της εξόδου της ψυχής από τον κόσμον αυτόν, είναι η νοερά προσευχή. Διότι την ευχήν αυτήν θα χρησιμοποιή η ψυχή, εφ' όσον βέβαια την γνωρίζει. Η ψυχή θα είναι οπλισμένη με την δύναμη της προσευχής, με το ακαταμάχητον Όνομα του Χριστού, το όποιον τρέμουν οι δαίμονες και δεν μπορούν να πλησιάσουν την ψυχήν.
Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησον με.
Προσπάθησε πάντα η ευχή του Ιησού Χρίστου να επενδύη όλα τα έργα σου· κάθε πνοή και κάθε νόημα. 
Ω τότε πόσο θα ευφραίνεται η καρδία σου! Πόσο θα χαίρεσαι, διότι θα ανεβαίνη ο νους εις τα ουράνια.
Διά τούτο μην αμελής να λέγης:
Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησον με.
Όταν ψάλης θα κατανοής τα ψαλλόμενα· θα έχης όρεξιν και φωνήν ικανήν και ταπείνωσιν διά να αποδίδης καθώς αρμόζει τα λόγια του Θεού.
Διά τούτο μην άδικης άλλο την ψυχήν σου, αλλά και ψάλλων λέγε ενδόμυχα την ευχήν·
Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με.
Όταν εργάζεσαι ας μην απορροφάται όλη σου η δύναμις εις την εργασίαν, αλλά να λέγης -ψιθυριστά και την ευχήν. Τότε και τα έργα σου θα είναι ορθά, χωρίς λάθη, καθαρά από λογισμούς και η απόδοσις της εργασίας σου θα είναι μεγαλύτερα.
Λέγε λοιπόν την ευχήν του Ιησού Χρίστου, διά να ευλογούνται τα έργα σου·
Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με.
Το Πνεύμα το Άγιον σκεπάζει την ψυχήν που εύχεται. Εισέρχεται μέχρι τα βάθη της ψυχής, ελέγχει όλον τον εσωτερικόν κόσμον της ψυχής και τον κατευθύνει προς το θέλημα του Θεού το Άγιον . Τότε μόνον η ψυχή έχει την δύναμιν να ειπή μαζύ με τον Προφήτην. «Ευλογεί η ψυχή μου τον Κύριον και πάντα τα εντός μου, το όνομα το Άγιον αυτού» (Ψαλ. 102, 1). Λέγε λοιπόν την ευχήν διά να έχης την σκέπην του Άγιου Πνεύματος.
Όταν το Πνεύμα το Άγιον καλύπτει την ψυχήν σου αισθάνεσαι μιά πληρότητα και μιά ταπείνωσιν. Δεν επηρεάζεσαι από την αδικία, την ειρωνεία ή τον επαίνον.
Ζης σε μιά ατμόσφαιρα πνευματική που δεν εισέρχεται εύκολα ο ιός της αμαρτίας. Ο πνευματικός ανακρίνει τα πάντα, αυτός δε υπ' ουδενός ανακρίνεται.
Το Πνεύμα το Άγιον σου δίδει άλλα μάτια και άλλην κρίσιν.
Λέγε συνεχώς την ευχήν, διά να ζης άνετα μέσα σε κάθε περιβάλλον·
Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με.
Ως άνθος αμάραντον και δένδρον ευσκιόφυλλον πεφυτευμένον παρά τας διεξόδους των υδάτων του Άγιου Πνεύματος γίνεται η ψυχή σου όταν λέγης·
Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με.
Λέγε την ευχήν και άφησε την χάριν του Άγιου Πνεύματος να εισέλθη εις τα βάθη της ψυχής σου. Γίνε τότε άγρυπνος θυρωρός του οίκου της ψυχής σου και θεατής των ενεργειών του Άγιου Πνεύματος και λέγε μετ' ευφροσύνης·
Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με.
Το Πνεύμα το Άγιον είναι η ευλογία όλου του κόσμου.
Το Πνεύμα το Άγιον είναι το φως και η ζωή της ψυχής, η όποια ανυμνεί και δοξολογεί από τα βάθη αυτής το Όνομα της Αγίας Τριάδος. Αμήν.

Απόσπασμα από το βιβλίο Γέρων Ιωσήφ ο Ησυχαστής
Ιερά Μονή Καρακάλλου Άγιον Όρος
Εκδόσεις Ορθόδοξος Κυψέλη


orthodoxfathers.com

«Βασιλεύ Ουράνιε, Παράκλητε, το Πνεύμα της αληθείας…»



Όποιος μετά προσοχής λέγει αυτή την προσευχή, αυθόρμητα φθάνει στο φόβο και τον τρόμο από τη συνείδηση της αναξιότητάς του να δεχθεί στη μολυσμένη ψυχή του το Άγιο Πνεύμα.

«Βασιλεύ Ουράνιε, Παράκλητε, το Πνεύμα της αληθείας…». Αυτά τα λόγια σαν να ενθαρρύνουν την ψυχή, λέγουν ότι το Άγιο Πνεύμα που είναι Θεός, ένα πρόσωπο της αχωρίστου Αγίας Τριάδος, επιβλέπει σε όλους όσους ζουν στην γη και επικαλούνται το άγιο όνομα Του και είναι έτοιμο να βοηθήσει κάθε ψυχή και να προσφέρει παρηγοριά και ενίσχυση.
Βασιλεύ Ουράνιε! Εσύ βλέπεις πόσο άσχημα είμαι! Η ψυχή μου είναι αιχμάλωτη στα πάθη και τα ελαττώματα και δεν έχω δυνάμεις να πολεμήσω εναντίον τους. Νιώθω αδύναμος κάτω από το βάρος των αμαρτιών μου. Ποιος μπορεί να με σώσει και να με παρηγορήσει στην απελπιστική μου κατάσταση εκτός από Σένα Παράκλητε, το Πνεύμα της αληθείας;

«Ο πανταχού παρών και τα πάντα πληρών». Με τα λόγια αυτά δυναμώνει στην ψυχή η ελπίδα, αυξάνεται η χαρά που δίνει η πίστη ότι το Άγιο Πνεύμα είναι παντού, γύρω μας, μας αγκαλιάζει εξωτερικά και εισέρχεται και στον εσωτερικό ναό μας, στην ψυχή μας. Οποιαδήποτε στιγμή κάλεσε το Άγιο Πνεύμα και Αυτό δεν θα καθυστερήσει να δώσει την αγαθή Του βοήθεια, να προσφέρει και να πληρώσει τα πάντα.
Βασιλεύ Ουράνιε! Συ είσαι η δύναμή μου και το στερέωμά μου! Δια σου ζωοποιούνται τα πάντα. Είσαι παντού και πληροίς τα πάντα. Πλήρωσε με χαρά και ευθυμία την ψυχή μου, με ελπίδα στη δική Σου Θεία βοήθεια.

«Ο θησαυρός των αγαθών και ζωής χορηγός». Κάθε αγαθό και καλό συντελείται με τη βοήθεια του Αγίου Πνεύματος. Όποιος με πίστη, ελπίδα και αγάπη, με όλη την καρδιά και την ψυχή του αναπνέει τον Θεό, παραμένει αδιάλειπτα στην προσευχή, στην ψυχή του ανθρώπου κατοικεί το Άγιο Πνεύμα, διότι Αυτός, ο θησαυρός των αγαθών, δίνει σε όλους ζωήν αιώνιον.
Βασιλεύ Ουράνιε! Δώσε μου ό,τι είναι απαραίτητο για τη σωτηρία μου: σταθερή πίστη, ελπίδα, αγάπη, αληθινή μετάνοια, ταπείνωση, υπακοή, υπομονή. Δίδαξέ μου κάθε αγαθό και άγιο. Δίδαξέ με να προσεύχομαι και εσύ ο Ίδιος προσευχήσου εντός μου.

«Ελθέ και σκήνωσον εν ημίν και καθάρισον ημάς από πάσης κηλίδος». Η ψυχή που συναισθάνεται τη μηδαμινότητά της ενώπιον του Θεού, με βαθειά θλίψη και δάκρυα παρακαλεί στην προσευχή της: «Πνεύμα Άγιο, μη με αποστραφείς, μην απομακρυνθείς από μένα, μη βδελυχθείς την ακάθαρτη και δυσώδη καρδιά μου, αλλά έλα σε μένα και κατοίκησε μέσα μου, καθάρισέ με από κάθε κηλίδα και γλύτωσέ με από το βάρος των παθών».
Βασιλεύ Ουράνιε! Εκ των Θείων ομμάτων Σου τίποτε δεν μένει κρυφό. Εσύ βλέπεις όλα τα μυστικά της ψυχής μου και όλες τις κηλίδες της.Εσύ βλέπεις την αδυναμία μου στην πάλη κατά της αμαρτίας. Εσύ ο Ίδιος, το Πνεύμα το Άγιο, με την παντοδύναμή Σου χάρη καθάρισέ με από κάθε ακαθαρσία σαρκός και πνεύματος.

«Και σώσον, Αγαθέ, τας ψυχάς ημών». Με τα λόγια αυτά μια ακτίνα ελπίδας τρεμοσβήνει στη θλιμμένη ψυχή κι αυτή με την παρρησία της πίστεως και την ελπίδα στην ευσπλαχνία του Θεού παρακαλεί: «Σώσε με, Αγαθέ, Πνεύμα Άγιο, μη απορρίψεις εμέ το απολωλός πρόβατο της ποίμνης του Χριστού. Σώσε τον πνευματικό μου πατέρα με όλα τα πνευματικά του τέκνα και όλους τους ορθοδόξους χριστιανούς. Δώσε μου τη χάρη, Κύριε, πάντοτε να αγαπώ τον κάθε πλησίον μου, όπως τον εαυτό μου και έχοντας αυτή την αγάπη ποτέ να μη νιώσω πικρία γι’ αυτούς και κάνω έργα του Διαβόλου.
Δώσε μου τη δύναμη, Πνεύμα Άγιο, να σταυρώσω τη φιλαυτία μου, την υπερηφάνειά μου, την φιλοκτημοσύνη μου, την ολιγοπιστία και τα υπόλοιπα πάθη. Ένα ας με χαρακτηρίζει: 
Η εις αλλήλους Αγάπη». 

Από το βιβλίο: 
«ΣΤΑΡΕΤΣ ΣΑΒΒΑΣ Ο ΠΑΡΗΓΟΡΗΤΗΣ»
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΑΘΩΣ


Πε­ρι της Χάριτος του Αγ. Πνεύματος. Τι είναι και πως ενεργεί



Δεν έφε­ρα τι­πο­τε μα­ζι μου στο Μο­να­στή­ρι, ε­κτος α­πο τις α­μαρ­τι­ες μου, και δεν ξε­ρω για­τι ο Κύ­ρι­ος μου ε­δω­σε, ε­νω ή­μουν α­κο­μη νε­α­ρος υ­πο­τα­κτι­κος, το­ση χα­ρη του Α­γι­ου Πνεύ­μα­τος, που γε­μι­σαν α­πο χα­ρη η ψυ­χή και το σώ­μα μου. Κι η­ταν η χά­ρη ο­μοι­α με τη χα­ρη των μαρ­τυ­ρων και το σω­μα μου δι­ψού­σε να πα­θει για τον Χρι­στο.
Δεν ε­ζη­του­σα ε­γω α­πο τον Κύ­ρι­ο Πνεύ­μα Α­γι­ο. Δεν ή­ξε­ρα πως υ­παρ­χει Πνεύ­μα Α­γι­ο, πως ερ­χε­ται στην ψυ­χη και πως ε­νερ­γεί στην ψυ­χη. Τω­ρα ο­μως χαί­ρο­μαι να γρα­ψω γι'; αυ­το.
Ω Πνεύ­μα Α­γι­ο, πο­σο Σε α­γα­πα η ψυ­χη! 
Ει­ναι α­δυ­να­το να σε πε­ρι­γρα­ψω, αλ­λα η ψυ­χη γνω­ρι­ζει τον ερ­χο­μο Σου και Συ δι­νεις ει­ρη­νη στο νού και γλυ­κυ­τη­τα στην καρ­διά.
Ο Κυ­ρι­ος ει­πε: «Μα­θε­τε απ' ε­μου την πρα­ο­τη­τα και την τα­πεί­νω­σιν και ευ­ρη­σε­τε α­να­παυ­σιν εις τας ψυ­χας υ­μων». Αυ­το το λε­γει ο Κυ­ρι­ος για το Α­γι­ο Πνεύ­μα. Μο­να­χα στο Α­γι­ο Πνεύ­μα βρι­σκει η ψυ­χη την τε­λει­α α­να­παυ­ση.
Κα­λο­τυ­χοι ε­μείς οι ορ­θο­δο­ξοι Χρι­στια­νοί, για­τι μας α­γα­πα πο­λυ ο Κυ­ρι­ος και μας δι­νει τη χα­ρη του Α­γι­ου Πνεύ­μα­τος. Καί με το Α­γι­ο Πνεύ­μα βλε­που­με τη δο­ξα του Κυ­ρι­ου. Γιά να φυ­λα­με ο­μως τη χα­ρη, ο­φεί­λου­με ν'; α­γα­που­με τους ε­χθρούς και σ'; ο­λες τις στε­νο­χω­ριες μας να ευ­χα­ρι­στού­με το Θε­ο.
Ο αν­θρω­πος, πριν δε­χθεί τη χα­ρη, ζεί και νο­μι­ζειπως ο­λα στην ψυ­χη του πα­νε κα­λα. Ο­ταν ο­μως τον ε­πι­σκε­φθεί η χα­ρη και μεί­νει με­σα του, βλε­πει τε­λεί­ως δι­α­φο­ρε­τι­κα τον ε­αυ­το του. Κι ο­ταν με­τα στε­ρη­θεί πα­λι τη χα­ρη, το­τε μο­νο κα­τα­λα­βαί­νει σε ποιά α­θλι­α κα­τα­στα­ση βρι­σκε­ται.
Ε­τσι, κι α­κο­μη πε­ρισ­σο­τε­ρο, υ­πο­φε­ρει και πο­νεί η ψυ­χη που ε­χα­σε τη χα­ρη του Α­γι­ου Πνεύ­μα­τος και σερ­νε­ται στη σκλα­βιά των κα­κων λο­γι­σμων. 
Ο­ποιος δεν γνω­ρι­ζει τη χα­ρη, δεν την ε­πι­ζη­τεί. Οι αν­θρω­ποι προ­σκολ­λη­θη­καν στη γη, και πολ­λοί δεν ξε­ρουν πως τι­πο­τα το γη­ι­νο δεν μπο­ρεί να συγ­κρι­θεί με τη γλυ­κυ­τη­τα του Α­γι­ου Πνεύ­μα­τος.
Η μα­να, ο­ταν πε­θα­νει, α­φη­νει τα παι­διά ορ­φα­να. Ο Κυ­ρι­ος ο­μως δεν μας α­φη­σε ορ­φα­νούς, αλ­λα μας ε­δω­σε τον Πα­ρα­κλη­το, το Πνεύ­μα το Α­γι­ο (Ι­ω­αν. Ιδ'; 16-18), και Αυ­το μας εμ­πνε­ει ν'; α­γα­που­με τον Θε­ο και να Τον πο­θού­με α­τε­λειω­τα.
Ω, πο­σο βα­ρει­α στε­νο­χω­ρι­ε­ται η ψυ­χη ο­ταν χα­σει την α­γα­πη και την παρ­ρη­σι­α προς τον Θε­ο! Με πο­νο καρ­διάς το­τε πα­ρα­κα­λεί: «Πο­τε θα Σε δω πα­λι, Κυ­ρι­ε, και θα γευ­θω την ει­ρη­νη και την α­γα­πη Σου;»
Για­τι θλι­βε­σαι, ψυ­χη μου, και χυ­νεις δα­κρυ­α; Μην τυ­χον λη­σμο­νη­σες τι σου ε­χα­ρι­σε ο Κυ­ρι­ος, πα­ρο­λο που α­ξι­ζες κα­θε τι­μω­ρι­α;
Ο­χι, δεν ε­λη­σμο­νη­σα το με­γα ε­λε­ος που ε­σκορ­πι­σε σε με­να ο Κυ­ρι­ος και θυ­μα­μαι τη χα­ρη του Α­γι­ου Πνεύ­μα­τος και την α­γα­πη του Κυ­ρι­ου.
Για­τι, λοι­πον, δα­κρυ­ζεις, ψυ­χη, α­φού γνω­ρι­ζεις το α­πε­ρι­γρα­πτο ε­λε­ος του Κυ­ρι­ου; Τι αλ­λο πε­ρισ­σο­τε­ρο θε­λεις α­πο τον Δε­σπο­τη;
Η ψυ­χη μου θε­λει να μην στε­ρη­θεί πο­τε τη χα­ρη του Κυ­ρι­ου. Η γλυ­κυ­τη­τα της χα­ρης συ­ρει α­κα­τα­παυ­στα την ψυ­χη μου προς την α­γα­πη του Πλα­στη μου.
Ο­ταν ε­λατ­τω­νε­ται στην ψυ­χη η χα­ρη, το­τε πα­λι αρ­χι­ζει αυ­τη να α­να­ζη­τα το ε­λε­ος του Κυ­ρι­ου. Η ψυ­χη τα­ρα­ζε­ται α­πο την τυ­ραν­νι­α των κα­κων λο­γι­σμων και κα­τα­φεύ­γει στον Κυ­ρι­ο, στον Πλα­στουρ­γο της, και πα­ρα­κα­λεί να της δω­σει πνεύ­μα τα­πει­νω­σε­ως, για να μη την εγ­κα­τα­λεί­πει η χα­ρη της α­δι­α­λει­πτης α­γα­πης του Ου­ρα­νι­ου Πα­τε­ρα.
Ο Κυ­ρι­ος α­πο­συ­ρει τη χα­ρη Του α­πο την ψυ­χη και ε­τσι, με το ε­λε­ος και τη σο­φι­α Του, ο­δη­γεί στην τα­πεί­νω­ση την ψυ­χη, για την ο­ποί­α α­πλω­σε με α­γω­νι­α τα χε­ρια Του στον Σταυ­ρο.
Πε­ρι­με­νει ο­μως να δεί­ξει η ψυ­χη την προ­αι­ρε­ση της στον α­γω­να κα­τα των ε­χθρών, μο­νη ο­μως η ψυ­χη δεν ε­χει δυ­να­μεις για να νι­κη­σει. Γι'; αυ­το ζη­τω με δα­κρυ­α α­πο τον Κυ­ρι­ο: «Κυ­ρι­ε, Συ βλε­πεις πο­σο α­σθε­νι­κι­α ει­ναι η ψυ­χη μου, ο­ταν στε­ρη­θεί τη χα­ρη Σου. Συ, το Φως και ο Πα­τε­ρας μας, δω­σε μας τον α­γι­ο φο­βο Σου, για να Σε α­γα­που­με ο­πως Σε τρε­μουν και Σε α­γα­πούν τα Χε­ρου­βείμ».
Ο αν­θρω­πος αφ' ε­αυ­του του ει­ναι α­νι­κα­νος να τη­ρη­σει τις εν­το­λες του Θε­ου και γι'; αυ­το ε­λε­χθη: «Αι­τεί­ται και δο­θη­σε­ται». Καί αν δεν πα­ρα­κα­λού­με, βα­σα­νι­ζου­με μο­νοι μας τον ε­αυ­το μας και χα­νου­με τη χα­ρη του Α­γι­ου Πνεύ­μα­τος. Καί η ψυ­χη χω­ρις τη χα­ρη τα­ρα­ζε­ται για πολ­λα πραγ­μα­τα, για­τι δεν εν­νο­ει το θε­λη­μα του Θε­ου.
Γιά να ε­χει τη χα­ρη, πρε­πει να ει­ναι εγ­κρα­της σε ο­λα ο αν­θρω­πος: στις κι­νη­σεις, στην ο­μι­λι­α, στην ο­ρα­ση, στους λο­γι­σμούς, στην τρο­φη. Γιά κα­θε ει­δους εγ­κρα­τει­α βο­η­θα­ει η με­λε­τη του λο­γου του Θε­ου, ο­πως λε­ει η Γρα­φη: «ουκ επ'; αρ­τω μο­νω ζη­σε­ται ο αν­θρω­πος, αλλ'; ε­πι παν­τι ρη­μα­τι εκ­πο­ρευ­ο­με­νω δι­α στο­μα­τος Θε­ου».
Κα­λο­τυ­χος ο­ποιος δεν ε­χα­σε τη χα­ρη του Θε­ου, αλ­λα α­νε­βαί­νει α­πο δυ­να­μη σε δυ­να­μη. Ε­γω ο­μως ε­χα­σα τη χα­ρη, αλ­λα ο Κυ­ρι­ος με σπλα­χνι­στη­κε και μου ε­δω­σε να γευ­θω α­κο­μη με­γα­λυ­τε­ρη χα­ρη μο­νο κα­τα το ε­λε­ος Του. 
Χω­ρις τη χα­ρη του Θε­ου ει­μα­στε ο­μοι­οι με τα ζω­α, αλ­λα με τη χα­ρη ο αν­θρω­πος ει­ναι με­γας κον­τα στον Θε­ο.
Οι αν­θρω­ποι ε­κτι­μούν υ­περ­βο­λι­κα τις γη­ι­νες ε­πι­στη­μες η τη γνω­ρι­μι­α με κα­ποιον ε­πι­γει­ο βα­σι­λιά, και χαί­ρον­ται ο­ταν κα­νουν πα­ρε­α μα­ζι του -;αλ­λα α­λη­θι­να με­γα­λο ει­ναι μο­νο το να γνω­ρι­ζου­με με το Α­γι­ο Πνεύ­μα τον Κυ­ρι­ο και το θε­λη­μα Του. 
Με το Πνεύ­μα το Α­γι­ο ε­γνω­ρι­σε η ψυ­χη μου τον Κυ­ρι­ο και γι'; αυ­το ει­ναι ευ­κο­λοι και ευ­χα­ρι­στο για με­να να Τον σκε­φτο­μαι, Αυ­τον και τα ερ­γα Του. Χω­ρις ο­μως το Α­γι­ο Πνεύ­μα, η ψυ­χη πα­ρα­με­νει σαν νε­κρη, ε­στω κι αν ε­μα­θε ο­λο τον κο­σμο.
Αν ή­ξε­ραν οι αν­θρω­ποι τι ει­ναι η πνευ­μα­τι­κη ε­πι­στη­μη, θα εγ­κα­τε­λει­παν τις γη­ι­νες ε­πι­στη­μες και τε­χνες και θα ζη­του­σαν μο­νο τον Κυ­ρι­ο. Το θεί­ο καλ­λος Τού αιχ­μα­λω­τι­ζει την ψυ­χη και αυ­τη πο­θεί να πα­ρα­με­νει αι­ω­νι­α μα­ζι Του, και δεν ζη­τα, τι­πο­τα αλ­λο και θε­ω­ρεί ο­λα τα βα­σι­λει­α της γης σαν συν­νε­φα που πε­ρι­φε­ρον­ται στον ου­ρα­νο.
Ο Κυ­ρι­ος ει­πε: «Ε­γω εν τω Πα­τρι και ο Πα­τηρ εν ε­μοί ε­στι» και «υ­μείς εν ε­μοί κα­γω εν υ­μιν» (Ι­ω­αν. ιδ΄10, 20).
Πο­σο με­γα­λο ε­λε­ος! Ο Κυ­ρι­ος θε­λει να βρι­σκο­μα­στε κον­τα σ'; Αυ­τον και στον Πα­τε­ρα, και η ψυ­χη μας αι­σθα­νε­ται πως ο Κυ­ρι­ος ει­ναι κον­τα μας.
Αλ­λα τι ε­χου­με κα­νει, Κυ­ρι­ε, για Σε­να η σε τι Σε ευ­χα­ρι­στο­η­σα­με, ω­στε να θε­λεις να ει­σαι με­σα μας και ε­μείς κον­τα Σου; Ε­μείς Σε σταυ­ρω­σα­με με τις α­μαρ­τι­ες μας και Συ θε­λεις να ει­μα­στε μα­ζι Σου; Ω, πο­σο με­γα­λο ε­λε­ος ε­δει­ξες σ'; ε­με­να! Σ'; ε­με­να, που μου α­ξι­ζει ο α­δης και τα βα­σα­να του,
Ε­συ δι­νεις τη χα­ρη του Α­γι­ου Πνεύ­μα­τος.
Κι αν ε­δω­σες σ' ε­με τον α­μαρ­τω­λο τη χα­ρη να Σε γνω­ρι­σω με το Α­γι­ο Πνεύ­μα, το­τε Σε ι­κε­τεύ­ω, Κυ­ρι­ε, να δω­σεις να Σε γνω­ρι­σει ο­λος ο κο­σμος.

Αγ. Σι­λου­α­νού του Αθωνίτη



«ΒΛΕΠΕΙ ΤΟΤΕ ΠΑΝΩ ΣΤΗΝ ΑΓΙΑ ΤΡΑΠΕΖΑ ΝΑ ΚΑΘΕΤΑΙ ΕΝΑ ΠΑΛΙΚΑΡΙ ΩΣ ΤΡΙΑΝΤΑ ΕΤΩΝ ΠΟΥ ΕΙΧΕ ΠΛΗΓΕΣ……..»



«Ήρθε μια γιαγιά», έλεγε ο Γέροντας (μακαριστός π. Ιάκωβος Τσαλίκης), «και μου είπε ότι πήγε ν΄ ανάψει τα καντήλια σ΄ ένα από τα ξωκκλήσια του χωριού της ανήμερα Μεγάλη Παρασκευή. Από γυναικεία περιέργεια έβαλε το κεφάλι της από το πορτάκι και κοίταξε μέσα στο Ιερό. Βλέπει τότε πάνω στην Αγία Τράπεζα, να κάθεται ένα παλικάρι ως τριάντα χρονών που είχε πληγές στις παλάμες του και στα πόδια του και μια πληγή στο πλευρό του, και από τις πληγές έτρεχαν αίματα. Κατάπληκτη η γιαγιά του λέει :
- Ποιός είσαι εσύ και πώς τολμάς και κάθεσαι πάνω στην Αγία Τράπεζα ;
Τότε της απαντάει αυτός :
- Εγώ πάντα εδώ κάθομαι, γιατί εδώ είναι η θέση μου.
Τότε η γιαγιά του λέει :
Ποιός σε πλήγωσε τόσο ;
Και της απαντάει :
- Εσύ με πλήγωσες με τις αμαρτίες σου.

Αξιώθηκε η γιαγιά και είδε τον Κύριο επειδή ήταν εν μετανοία».


ΕΝΑΣ ΜΑΚΑΡΙΣΤΟΣ ΓΕΡΟΝΤΑΣ, Ο ΜΑΚΑΡΙΣΤΟΣ π. ΙΑΚΩΒΟΣ, 
εκδ. ΙΕΡΑ ΜΟΝΗΣ ΟΣΙΟΥ ΔΑΒΙΔ ΓΕΡΟΝΤΟΣ, 
ΡΟΒΙΕΣ ΕΥΒΟΙΑΣ 1993, σ. 79.

Το αληθινό και το κίβδηλο



Για εμάς τους Ορθοδόξους, οι ''αδελφικοί'' εναγκαλισμοί, οι συμπροσευχές και οι κοινές διακηρύξεις του Οικουμενικού Πατριάρχη με τον πάπα, δεν είναι θέμα πολιτικό ή κοινωνικό. Ούτε είναι θέμα θρησκευτικό, όπως συνηθίζεται να λέγεται. Είναι ζήτημα που αφορά στην γνησιότητα και ακεραιότητα της Πίστης μας. Συνεπώς, πάνω απ' όλα, είναι θέμα Εκκλησιαστικό.
Και ποια είναι η διαφορά του θρησκευτικού από το Εκκλησιαστικό; 
Δεν είναι το ίδιο πράγμα;

1ον) 
Το Εκκλησιαστικό Γεγονός έχει να κάνει με την οντολογία του ανθρώπου, δηλαδή με τους λόγους και τον σκοπό της υπάρξεώς του. Ενώ, αυτό που λέμε θρησκεία, συνιστά εκφύλιση του Εκκλησιαστικού γεγονότος προς την κατεύθυνση του συναισθήματος.

2ον) 
Ο πιστός μέσα στην καρδιά του έχει την ελπίδα. Ενώ ο θρησκευόμενος λέει ότι είναι αισιόδοξος. Η ελπίδα είναι συστατικό της εκκλησιαστικής μας ζωής και αναφέρεται σε Θεόν ζώντα. Ενώ η αισιοδοξία είναι προϊόν ψυχολογικών διεργασιών και σχετίζεται με το εγώ.

3ον)
Η Εκκλησία, ως Σώμα Χριστού, προσφέρει στον άνθρωπο σωτηρία από την φθορά και τον θάνατο. Ενώ η θρησκεία, ως εκκοσμίκευση του Εκκλησιαστικού Γεγονότος, συνιστά απλά και μόνον μία φτηνή και εντελώς επιπόλαια ψυχολογική αναπλήρωση.

4ον) 
Το έργο της σωτηρίας, μέσα στην Εκκλησία, βασίζεται στην Θεία Χάρη και οι πιστοί από την πλευρά τους καλούνται, οικειοθελώς, να προσφέρουν την ταπείνωση και την υπακοή τους στο θέλημα του Θεού.
Ενώ αντίθετα η θρησκεία, ως συναισθηματική παραφθορά της αποκαλυμμένης Αλήθειας, έχει εγωϊσμό και ανθρωπαρέσκεια: Ζητάει αγώνες ηθικούς, απορρίπτει την Θεία Χάρη και θεοποιεί τον ανθρώπινο παράγοντα. 

5ον) 
Η Εκκλησία έχει ασκητική και φιλότιμο. Ενώ η θρησκεία έχει καλές πράξεις και αναμονές θεϊκών ανταποδόσεων γι' αυτές.

6ον)
Η Εκκλησία έχει απλότητα και το πολίτευμά της δεν είναι πολίτευμα αυτού του κόσμου. Ενώ η θρησκεία έχει επίδειξη, δημόσιες σχέσεις και διαπλοκή με την εξουσία.

7ον) 
Η Εκκλησία είναι θεραπευτήριο. Η θεραπευτική της ορίζεται με ακρίβεια από αποφάσεις Οικουμενικών Συνόδων, από το ιερό Πηδάλιο και από την Παράδοση των Αγίων Πατέρων. Διέπεται, δηλαδή, από Ιερούς Κανόνες, σταθερούς και αιωνίους. 
Ενώ η θρησκεία, ως προϊόν ανθρώπινης επινόησης και όχι ως Πίστη εξ αποκαλύψεως, αδυνατεί να θεραπεύσει τον Άνθρωπο. Βάζει στην άκρη την Πατερική Παράδοση και εφαρμόζει το γνωστό ''ο σκοπός αγιάζει τα μέσα''. Δικαιολογεί, δηλαδή, διαφορετικές κατά περίπτωση συμπεριφορές, ανάλογα με πεποιθήσεις προσωπικές, ανάλογα με εφήμερα οικονομικά ή γεωπολιτικά συμφέροντα, ανάλογα με την βούληση των εκάστοτε ισχυρών.

8ον) 
Στην Εκκλησία συμπορεύεσαι με αμαρτωλούς αγωνιστές της Αγιότητας. Ενώ στην θρησκεία συναντάς αυτοείδωλα.

9ον) 
Η Εκκλησία περιλαμβάνει, ως μέλη της, πρόσωπα αυτεξούσια και ελεύθερα. Ενώ στην θρησκεία καταργείται η έννοια του προσώπου και στρατεύονται μαζί της άτομα υποταγμένα σε ''βεβαιότητες'' ασφάλειας και κέρδους.

Άλλο πράγμα λοιπόν η θρησκεία και άλλο η Πίστη των Ορθοδόξων.

Άλλο πράγμα οι στημένες οικουμενιστικές θρησκευτικές παραστάσεις και άλλο το ανόθευτο Εκκλησιαστικό γεγονός, που εμπειρικά γεύονται, εδώ και δυο χιλιάδες χρόνια, οι Άγιοί μας. 
Σήμερα στην Ελλάδα, οι περισσότεροι από εμάς τους Ορθοδόξους, φαίνεται ότι πάψαμε πλέον να βιώνουμε την γνησιότητα της Εκκλησιαστικής Πνευματικής ζωής. 
Η Ορθόδοξη Εκκλησιαστική μας συνείδηση έχει αμβλυνθεί σε τέτοιο βαθμό, που στην ουσία απλώς θρησκεύουμε.
Να γιατί, κλήρος και λαός, φερόμαστε, όπως φέρονταν και οι πρόγονοί μας λίγο πριν από την Άλωση: 
Συμμετοχική παρουσία παπικών αξιωματούχων σε εσπερινούς και Λειτουργίες μέσα στο Φανάρι, πατριαρχικές συμπροσευχές και ''αδελφικοί'' εναγκαλισμοί με τον πάπα, συναντήσεις επί συναντήσεων παπικών και Ορθοδόξων ''θεολόγων'', ανταλλαγές δώρων και τιμητικών διακρίσεων μεταξύ προσκεκλημένων της ''αγίας έδρας'' και ημετέρων επισκόπων, αναφορές σε ''διαιρέσεις'' της Εκκλησίας και όχι σε αιρέσεις και σχίσματα, αναγνώριση ''αδελφών Εκκλησιών'' και πάει λέγοντας.
Τότε, πηγαίναμε μαζί τους από ανάγκη (πολιορκία της Πόλης από τους Τούρκους).
Τώρα, τρέχουμε από πίσω τους εν ονόματι τάχα της αγάπης.
Τότε, θρηνήσαμε μιαν Άλωση.
Τώρα, τί μας περιμένει;

Φώτης Μιχαήλ
6/6/2014

Προσοχή από τας νεωτέρας διδασκαλίας!


Προσοχή ἀπό τάς νεωτέρας διδασκαλίας!
(Πατερικές νουθεσίες ἀπό ἐπιστολές)
Γέρων Φιλόθεος Ζερβάκος α΄


Μετά πατερικῆς ἀγάπης
καί εὐχῶν ἐγκαρδίων Ἀρχιμ. Φιλόθεος

23-1-1969...Μεταξύ τῶν πολλῶν πληγῶν καί μαστίγων, αἱ ὁποῖαι μαστίζουν τό ἑλληνικόν ἔθνος, μία μάστιξ εἶναι ὁ πνευματικός λιμός...Ὅ,τι κάμνει εἰς τό σῶμα ὁ ὑλικός ἄρτος, τό ὅμοιον κάμνει εἰς τήν ψυχήν ὁ πνευματικός ἄρτος. Τό σῶμα χωρίς ἄρτον ἀποθνήσκει.




Δῶσε Κύριε νά εἴμαστε μαζί Σου, 
στό δικό Σου στρατόπεδο 
καί ὄχι μέ τόν Διάβολο!


Τόν πνευματικόν ἄνθρωπον οἱ πλεῖστοι τῶν σημερινῶν διδασκάλων καί κηρύκων τόν διαστρέφουν. Καί ἐξ ὑμῶν προεῖπεν ὁ Θεοκῆρυξ Ἀπόστολος Παῦλος ἀναστήσονται ἄνδρες λαλοῦνες διεστραμμένα· ἐξ ὑμῶν τῶν διαδόχων ἡμῶν τῶν Ἀποστόλων. Εἰς τόν λόγον τοῦ Θεοῦ, τήν διδασκαλίαν οἱ πλεῖστοι, ἐκτός ὀλίγων ἐξαιρέσεων, χύνουν τό δηλητήριον καί δηλητηριάζουν πολλῶν πιστῶν τάς ψυχάς μέ τάς νεωτέρας διδασκαλίας, τάς ὁποίας εἰσαγάγουν εἰς τήν Ἐκκλησία τοῦ Θεοῦ (βλέπε μεταπατερική θολολογία...)...Προσέχετε ἀπό τῆς ζύμης τῶν σημερινῶν Γραμματέων καί Φαρισαίων. Μή σαλευθῆτε, ἀλλ' ἐμένετε στερεοί εἰς τήν Ὀρθόδοξον πίστιν και τάς ἱεράς παραδόσεις, διά νά λάβετε ὠς μισθόν τήν βασιλείαν τῶν οὐρανῶν.
Τούς λαλοῦντας διεστραμμένα καί πολεμοῦντας τήν ὀρθόδοξον πίστιν, ἐναντιουμένους δέ εἰς τάς Ἀποστολικάς καί Πατερικάς παραδόσεις, ὁ Κύριος θά διασκορπίσῃ καί θά συντρίψῃ ὡς σκεύη κεραμέως.

ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΦΙΛΟΘΕΟΣ ΜΑΡΤΥΡΙΑ
Ἐκδόσεις: ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΚΥΨΕΛΗ

Για τον Οικουμενισμό και για την Ενωμένη Ευρώπη



Ο Γέρων Αθανάσιος Μυτιληναίος για τον Οικουμενισμό και για την Ενωμένη Ευρώπη.

Να ξέρετε ότι ο Οικουμενισμός είναι ο τελευταίος πρόδρομος του Αντιχρίστου· διότι όταν θα γίνη μία ισοπέδωσις θρησκευτική και πολιτική – κυβερνητική, θα υπάρξη ένας μόνον που θα κυβερνήση τον κόσμον, αυτός ο ένας, κατά την Αγίαν Γραφήν και τους Πατέρες, θα είναι ο Αντίχριστος. Παράλληλα έρχονται τα πρωτόκολλα των Σοφών της Σιών, που είναι προϊόν των Εβραίων και ανεξάρτητα από την Αγία Γραφή, να επιβεβαιώσουν την θέση των Πατέρων.
Έτσι ο Οικουμενισμός, χωρίς περιστροφές, χαρακτηρίστηκε από τους μεγαλύτερους θεολόγους της εποχής μας, όπως από τον μακαρίτην πατέρα Ιουστίνο Πόποβιτς, Σέρβο, αλλά και από άλλους επιφανείς θεολόγους, αντίχριστον σύστημα.
Έτσι και ο Ναβουχοδονόσορ θέλησε να δημιουργήσει έναν θρησκευτικόν οικουμενισμόν. Βλέπει δηλαδή κανένας ότι οι ρίζες των πραγμάτων που επιχειρούνται στην εποχή μας δεν είναι καινούργιες, είναι παλιές και πολύ βαθειές, ανήκουν μέσα στην Ιστορία. 
Αλλά ο Ναβουχοδονόσορ ήθελε να επιτύχη και κάτι άλλο· ήθελε να επιτύχη μίαν εθνική ενότητα, η οποία θα επιτυγχάνονταν αν όλοι οι υπό την κατοχήν του λαοί λάτρευαν τον θεόν Μαρδούχ…
Ξέρουμε ότι οι Ρωμαίοι αυτοκράτορες θεοποιούσαν τον εαυτόν τους. Η θεοποίησίς των δεν είχε απλώς θρησκευτικόν χαρακτήρα, αλλά και πολιτικόν· διότι μόλις ανακηρύσσετο ένας αυτοκράτωρ, αμέσως έφτιαχναν αγάλματά του σ’ όλη τη ρωμαϊκή επικράτεια, και διετάσσοντο όλοι, οι υπό την κατοχήν λαοί να προσκυνούν το άγαλμα του θεού αυτοκράτορος και να προσφέρουν εις αυτό θυσίες. Γιατί; Χάριν πολιτικής ενότητος. Είναι κάτι ανάλογο που σήμερα συμβαίνει με την Ε.Ο.Κ.. Προσέξετε να ιδήτε.
Σας είπα ότι αυτά δεν είναι καινούργια πράγματα αλλά πολύ πολύ παλιά. 
Η Ε.Ο.Κ. είναι ένας οικονομικός οργανισμός. Φαινομενικά είναι κάτι τέτοιο, ενώ στην πραγματικότητα είναι κάτι πολύ περισσότερο. 
Αν ανοίξετε την παλιά εγκυκλοπαίδεια του Πυρσού θα βρείτε ένα πολύ μεγάλο άρθρο – δυο-τρεις σελίδες μεγάλες – που αναφέρεται σ’ αυτήν την απόπειρα της Ηνωμένης Ευρώπης, ευθύς μετά τον πρώτον παγκόσμιον πόλεμον. Ξεκινάει με χαρακτήρα οικονομικό αλλά αποβλέπει τελικά στην δημιουργία μιας πολιτικής ευρωπαϊκής ενότητας.
Ας υποθέσουμε ότι υπάρχει ένας γεωργικός συνεταιρισμός συλλογής σιταριού και όλοι οι παραγωγοί παραδίδουν το σιτάρι τους σ’ αυτόν. Φαντασθείτε τώρα ο συνεταιρισμός – πέραν του σκοπού ιδρύσεώς του – ν’ αρχίση να ορίζη για όλους τους συνεταιριζόμενους έναν κοινό τρόπο ζωής. 
Η ενέργεια αυτή δεν θα σας φαίνονταν παράξενη και αδιανόητη; 
Ασφαλώς ναι, γιατί, ενώ άλλα προβλέπει το καταστατικό, άλλα τους ζητιούνται στη συνέχεια, που αφορούν την προσωπική, οικογενειακή και κοινωνική ζωή τους, πράγμα που ούτε ενέκριναν ούτε υπέγραψαν.
Και μπορεί ο γεωργικός συνεταιρισμός να μην παρεκκλίνη από τους οικονομικούς προσανατολισμούς, δεν συμβαίνει όμως το ίδιο με τον οικονομικό συνεταιρισμό που λέγεται Ε.Ο.Κ. Βλέπεις να έρχεται και να λέει στη Βουλή των Ελλήνων να εισάγη αυτόν τον νόμο, ή εκείνον ή τον άλλον… 
Φερ’ ειπείν: οι Χιλιασταί θα κινούνται έτσι, οι ομοφυλόφιλοι – με το συμπάθειο – έτσι… 
Γι’ αυτά θα γίνη νόμος και θα αμνηστευθούν η μοιχεία, οι αμβλώσεις και οι εκτρώσεις. Κανένας δεν θα καταδικάζεται (γιατρός, ζευγάρια) κι ας συνέπραξαν στο έγκλημα.
Και όλα αυτά γιατί; Για να έχωμε προσαρμογή με την Ευρώπη από νομοθετικής πλευράς, λένε. Γιατί; Για ποιόν λόγο; Έτσι πρέπει!
Αν θέλουμε να ‘χωμε Ενωμένη Ευρώπη πρέπει να σκεφτόμαστε όλοι το ίδιο!


ΟΙ «ΕΥΤΥΧΙΣΜΕΝΟΙ» ΕΛΛΗΝΕΣ


«Θα έρθη ο καιρός που θα διευθύνουν τον κόσμο τα άλαλα και τα μπάλαλα» 
ΚΟΣΜΑΣ Ο ΑΙΤΩΛΟΣ

Η «ευτυχία» περισσεύει σε αυτή την χώρα ειδικά μετά τις τελευταίες εκλογές όπου όλος ο κόσμος «ανακουφίστηκε» γιατί δεν άλλαξε τίποτα και γιατί οι μεγάλοι «εθνοσωτήρες» του θα εξακολουθήσουν ανενόχλητοι το «σωτήριο» έργο τους να σώσουν αυτόν τον λαό που… πέφτει στον γκρεμό για χάρη τους. Τέτοιοι «σωτήρες» αξίζουν τα πάντα και αυτή η χώρα-πειραματόζωο, θα προσφέρει στον κόσμο το παγκόσμιο παράδειγμα της σωτηρίας δια της… αυτοκτονίας!
Είναι τόσο ωραία όλα σε αυτή την χώρα, ο ήλιος λάμπει λαμπρός, τα «σαΐνια» των κεντρικών δελτίων ειδήσεων αλωνίζουν ευτυχισμένα γιατί παραμένουν ακλόνητοι να συνεχίσουν το θεάρεστο έργο τους στους έκθαμβους θεατές τους, οι πολιτικοί σωτήρες χαμογελούν με ανακούφιση καθώς για μια στιγμή φοβήθηκαν ότι θα ταρακουνηθούν από τις καρέκλες τους αλλά τελικά δεν έγινε τίποτα, οι ρασοφόροι υποκριτές πρωτοστατούν στο να κρατήσουν το ποίμνιο «εν ύπνω» και να μην αντιδρά γιατί αυτό αντίκειται, όπως κηρύττουν από τον άμβωνα, στον «καλό χριστιανό» που δεν πρέπει να μιλά όταν βλέπει να του παίρνουν το σπίτι και να καίνε την πατρίδα του.
Αλήθεια τι ευτυχία ξεχειλίζει σε αυτή την χώρα! «Αλήθεια πατέρα γιατί χαμογελά και χαίρεται όλος ο κόσμος;». Οι φυλακές γεμίζουν από ανέργους φοροφυγάδες γιατί δεν έχουν πια άλλα λεφτά να πληρώσουν στην εφορία, οι «πολιτικοί σωτήρες» με τις παχιές τσέπες και τις «χοντρές κοιλιές» καμαρώνουν γιατί κατάφεραν να οδηγήσουν τον ελληνισμό στον καινούργιο αιώνα μέσα από τα σίδερα της «σωτήριας» φυλακής του. Αλήθεια τι ευτυχία κατακλύζει αυτή την χώρα όπου οι διανοούμενοι ασχολούνται με το ποια είναι η πιο όμορφη ευρωβουλευτίνα, με το πόσο ένα εθνικός ποδοσφαιριστής-ήρωας θα εκπροσωπήσει την χώρα μας στο ευρωκοινοβούλιο κάνοντας… απίθανες ντρίπλες, με τους δικαστές μας να ευλογούν και να λιβανίζουν όλη αυτή την «ευτυχία», τις πονηρές παραγραφές όλων των πολίτικων εγκλημάτων και έχουν τόσο μεγάλη χαρά που οι νόμοι γίνονται… κολ..αρτα και έτσι απαλλάσσονται από το…κοπιαστικό έργο τους!
Μεθαύριο οι τουρκικές φρεγάτες, που συνηθίζουν πλέον να κάνουν κρουαζιέρες έξω από το Σούνιο προς δόξα του ανερχόμενου ελληνικού τουρισμού, θα αποβιβάσουν τους Τούρκους κομάντος-τουρίστες στην Αττική και οι ευτυχισμένοι Νεοέλληνες θα τρίβουν τα χέρια του γιατί θα υπολογίζουν ότι έτσι θα αυξηθούν τα… τουριστικά έσοδα και η οικονομία θα αναπτυχτεί ακόμα πιο πολύ. Μεθαύριο οι αριστεροί και οι δεξιοί της δυτικής Θράκης θα επιβάλουν, χάριν της «προόδου», σε όλο τον κόσμο της περιοχής να μαθαίνει υποχρεωτικά τουρκικά γιατί η γλωσσομάθεια είναι μεγάλο προσόν και στους σημερινούς καιρούς επιβάλλεται να μάθουν μια γλώσσα που σημειωτέον την μιλούν πάνω από εκατό εκατομμύρια. Μεθαυρίο θα διδάσκουν υποχρεωτικά στα σχολεία αυτής της ευτυχισμένης χώρας πως πρέπει να προσκυνάμε τον Αλλάχ, γιατί δεν θα πρέπει να προσβάλουμε τα εκατομμύρια μουσουλμάνων που μας έκαναν την «χάρη» να έρθουν στην χώρα μας και να μας διδάξουν τον πολιτισμό τους. Μεθαύριο θα επιβληθεί στα μικρά ελληνόπουλα υποχρεωτικά το μάθημα για την ομοφοβία, να μαθαίνουν υποχρεωτικά το πως συμπεριφέρονται οι λέσβιες και το πως μπορούμε να αλλάξουμε φύλο γιατί ο «πολιτισμός» προχωρεί και δεν πρέπει να μένουμε πίσω σε όλες αυτές τις σημαντικές αλλαγές. Μεθαύριο οι ρασοφόροι υποκριτές θα ντυθούν με τα παρδαλά άμφια της παπικής αίρεσης και θα χαμογελούν σαν παρδαλά κοκόρια ευτυχισμένοι γιατί ο μεγάλος αρχιερέας τους, σαν λύκος με ένδυμα προβάτου, ευτυχισμένος θα έχει επιτύχει αυτό που δεν «κατάφεραν» επί τόσους αιώνες οι προκάτοχοι του, να ενώσει την «ιδιοκτήτη εκκλησία» του με τους σταυροφόρους που κατέστρεψαν και λεηλάτησαν την ίδια την Κωνσταντινούπολη.
Είναι τόσο μεγάλη η ευτυχία αυτής της χώρας που έτυχε να λέγετε Ελλάδα, (οι συνωνυμίες με άλλες περιπτώσεις κάποιας χώρας με τόσο μεγάλη ιστορία είναι απλώς τυχαίες), που πραγματικά μας… πνίγει. Είναι τόσο μεγάλη η ευτυχία αυτής της χώρας, που οι κάτοικοι της αποφάσισαν να ξεχάσουν την γλώσσα, την θρησκεία, ακόμα και την ταυτότητα τους, προς χάριν της «προόδου» και της «σωτηρίας» τους. Είναι η ευτυχία μιας χώρας όπου η προδοσία είναι εθνικό προτέρημα και αμείβεται πλουσιοπάροχα, όπου οι κάτοικοι της είναι υπερήφανοι που κατάργησαν την ιστορία τους που παράδωσαν την εθνική τους κυριαρχία στους ξένους σύγχρονους σταυροφόρους, που δόξασαν τον «έξω από εδώ» στην θέση του Θεού του αναχρονιστικού παρελθόντος τους. Είναι τόσο μεγάλη η ευτυχία των κατοίκων αυτής της χώρας, που.. δεν χώρεσε να την αναγράψουν με χρυσά γράμματα πάνω από το μνημείο, δηλαδή πάνω από το… μνήμα της ευτυχίας τους ! Είμαστε άραγε τόσο ευτυχισμένοι ;


ΥΓ. Όταν κάποτε διάβαινες την νύχτα τα σύνορα στον Έβρο έχοντας πίσω σου τους τζανταρμάδες και πατούσες ξανά το πόδι σου στα ευλογημένα χώματα της πατρίδας σου, έσκυψες ταπεινά και τα ασπάστηκες. Σήμερα αναρωτιέσαι, για ποιον έτρεχες τότε ;

Γράφει ο Νίκος Χειλαδάκης, Δημοσιογράφος-Συγγραφέας-Τουρκολόγος


«ΙΕΡΟΥΣΑΛΗΜ, ΙΕΡΟΥΣΑΛΗΜ, Η ΑΠΟΚΤΕΝΝΟΥΣΑ ΤΟΥΣ ΠΡΟΦΗΤΑΣ ΚΑΙ ΛΙΘΟΒΟΛΟΥΣΑ ΤΟΥΣ ΑΠΕΣΤΑΛΜΕΝΟΥΣ…» (Ματθ. κγ´, 37-38)

Θλίψιν καί ἀγανάκτησιν προξενεῖ εἰς τήν ψυχήν ὁ λόγος τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ ὁ ὁποῖος ἀπευθύνεται εἰς τήν Ἱερουσαλήμ, δηλαδή εἰς τούς κατοίκους τῆς προφητοκτόνου πόλεως. Ἐάν ὅμως ἐξετάσωμε καί δοῦμε γιά ποῖον λόγον ἐλέχθη ἡ φρᾶσις αὐτή, θά διαπιστώσωμε ὅτι κατά τό μᾶλλον ἤ ἧττον τό ἴδιο ἰσχύει καί γιά ἐμᾶς σήμερα.
Τά λόγια τοῦ Χριστοῦ εἶναι πράγματι πολύ συγκινητικά καί ἀποκαλύπτουν θλίψι, πόνο, ἀλλά καί τήν εὐαισθησία τοῦ Ἴδιου τοῦ Ἰησοῦ. Καί τοῦτο διότι ἡ καρδιά τοῦ Θεανθρώπου ξεχείλιζε ἀπό ἀγάπη καί στοργή γιά ὅλους τούς ἀνθρώπους. Αὐτός εἶναι καί ὁ λόγος γιά τόν ὁποῖο ὁ Χριστός παρομοιάζει τόν ἑαυτόν Του μέ ὄρνιθα «ποσάκις ἠθέλησα ἐπισυναγεῖν τά τέκνα σου ὅν τρόπον σου ἐπισυνάγει ὄρνις» (Ματθ. κγ´, 37). 
Ἡ ὄρνις εἶναι πολύ θερμή καί στοργική πρός τά μικρά της. Ὅπως δέ μᾶς διδάσκουν οἱ φυσιοδῖφες, ὅταν ἡ ὄρνις ἀντιλαμβάνεται ἐπερχόμενο κίνδυνο - γεράκι, φίδι, ἤ κάτι παρόμοιο -, ἀναστατώνεται, κράζει τά πουλάκια της καί σπεύδει ἀμέσως νά τά μαζεύσῃ καί νά τά σκεπάσῃ «ὑπό τάς πτέρυγάς» της, κάτω δηλαδή ἀπό τίς φτεροῦγες της. Καί εἶναι τόσο συγκινητικό ὅταν βλέπῃ κάποιος πώς εἶναι ἕτοιμη νά τά προστατεύσῃ καί νά τά σώσῃ μέ κίνδυνο τῆς ἰδικῆς της ζωῆς.
Εἰς τήν Παλαιά Διαθήκη, καί συγκεκριμένα εἰς τό Δευτερονόμιο, ὁ Θεός παρομοιάζεται μέ ἀετό πού ἀγαπάει περιπαθῶς τούς νεοσσούς του, σκεπάζει τήν φωλιά του καί, ὅταν χρειασθῇ, ἁπλώνει τίς μεγάλες του φτεροῦγες καί τούς βάζει ἐπάνω γιά νά τούς σώσῃ (Δευτ. λβ', 11) [1]. 
Κάνει δηλαδή ἐκεῖνο πού ἔκανε ὁ Θεός γιά νά σώσῃ, παρά πᾶσαν ἀνθρωπίνην ἐλπίδα, τούς Ἰσραηλίτας ἀπό τούς ἐχθρούς τους. Παρά τίς τόσες ὅμως ἐπαναλαμβανόμενες εὐεργεσίες τοῦ Θεοῦ πρός τούς Ἰσραηλίτας καί τήν ἀκαταμάχητη προστασία Του κάτω ἀπό τήν Παντοκρατορική Του σκέπη, ὁ ἀχάριστος αὐτός λαός τοῦ Ἰσραήλ, πού μέ τήν ὅλη του στάσι προσωποποιεῖ τήν ἀγνωμοσύνη, δέν ἀνταποκρίθηκε οὔτε εἰς τό ἐλάχιστο εἰς ἐκείνην τήν Θεϊκή ἀγάπη.
Μελετῶντας κανείς τήν ἱστορία τοῦ Ἰσραήλ μέσα ἀπό τίς σελίδες τῆς Βίβλου, θαυμάζει τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ ἀφ᾽ ἑνός, καί ἀφ᾽ ἑτέρου μένει ἔκπληκτος γιά τήν περιφρόνησι αὐτῆς τῆς Θείας προστασίας ἡ ὁποία κατήντησε τελικῶς παραφροσύνη. Γι᾽ αὐτό καί ἐπειδή οἱ ἴδιοι οἱ ἀγνώμονες Ἰουδαῖοι δέν Τόν θέλησαν, ὁ Χριστός ἀπέσυρε τήν εὔνοιά Του καί τούς ἐγκατέλειψε εἰς τίς ἄγριες διαθέσεις τῶν ἐχθρῶν των. Οἱ Ρωμαῖοι μέ τίς "σιδερένιες" τους λεγεῶνες πίπτουν ἐπάνω εἰς αὐτούς ὡς γῦπες καί κόρακες καί τούς κατασπαράσσουν. Ἡ ἱστορία περιγράφει μέ τά μελανώτερα τῶν χρωμάτων τά γεγονότα τά ὁποῖα συνέβησαν εἰς τήν Ἱερουσαλήμ κατά τό 70 μ.Χ.
Ἀλλά, εἴπαμε εἰς τήν ἀρχή, ὅτι τά λόγια αὐτά«Ἱερουσαλήμ, Ἱερουσαλήμ, ἡ ἀποκτέννουσα τούς προφήτας καί λιθοβολοῦσα τούς ἀπεσταλμένους...» (Ματθ. κγ´, 37-38), ἐάν ἀναλυθοῦν βαθύτερα, δείχνουν πώς ἔχουν νά κάνουν καί μέ τό ἰδικό μας ἔθνος, τό Ἑλληνικόν, ἀφοῦ κι ἐμεῖς δεχώμεθα, ὅπως καί ὁ παλαιός Ἰσραήλ, τήν Χάριν καί τήν εὐλογίαν τοῦ Θεοῦ, ὄχι ἁπλῶς δαψιλῶς, ἀλλά κατά κυριολεξίαν σκανδαλωδῶς. Ὅμως, παρ᾽ ὅλα αὐτά, ὄχι μόνον δέν προσπαθοῦμε νά βελτιωθοῦμε εἰς τήν πνευματική ζωή βαδίζοντες τήν εὐλογημένη ὁδό τῶν Eὐαγγελικῶν ἀρετῶν, τῆς Ὀρθοδόξου δηλαδή πνευματικότητος, ἀλλά οὔτε κἄν μία ἐλαχίστη προσπάθεια δέν καταβάλομε γιά νά σταματήσωμε αὐτό τό φοβερό κατρακύλισμα εἰς τήν σκάλα τοῦ κακοῦ. Φαίνεται πώς ἄρχοντες καί ἀρχόμενοι ἔχομε ἐξαλείψει ἀπό τήν συνείδησίν μας πώς ὑφίστανται καί ἐνεργοῦν καί οἱ «πνευματικοί νόμοι». Φαίνεται πώς κλῆρος καί λαός βαυκαλιζόμεθα θεωροῦντες ὅτι ἡ ἀνοχή τοῦ Θεοῦ πάντοτε θά συγκρατῇ τήν δικαιοσύνην Του.Φαίνεται πώς ἔχομε κι ἐμεῖς ἐν πολλοῖς καλλιεργήσει τήν νοοτροπία τῶν Ἑβραίων, οἱ ὁποῖοι ἔλεγαν «Πατέρα ἔχομεν τόν Ἀβραάμ» γιά νά λάβουν τήν ἀπάντησι ἀπό τόν ἴδιο τόν Κύριο, ὅτι «Δύναται ὁ Θεός ἐκ τῶν λίθων τούτων ἐγεῖραι τέκνα τῷ Ἀβραάμ» (Λουκ. γ', 8), μήπως καί ἀφυπνισθοῦν ἀπό τήν πνευματική τους ραστώνη καί ἀναισθησία.
Τί νά πρωτοαναφέρωμε ὅμως ἀπό τά ὅσα συμβαίνουν εἰς τίς ἡμέρες μας; 
Ἄς ἐνθυμηθοῦμε τήν πρωθυπουργική ἐπίσκεψι πρίν λίγο καιρό εἰς τό Ἅγιον Ὄρος καί τήν ὑποδοχή πού ἐπεφύλαξαν οἱ ἁγιορεῖτες πατέρες εἰς τόν Πρωθυπουργό. Πόσο λαχταρούσαμε ὅλοι νά ἀκούσωμε ἔστω καί μία φωνή διαμαρτυρίας ἀπό τούς σεβαστούς καί ἀγαπητούς μας πατέρες πού διαβιοῦν εἰς τό Περιβόλι τῆς Παναγίας, μία ἁγιασμένη φωνή διαμαρτυρίας γιά τά θέματα ζωτικῆς σημασίας πού ἀπασχολοῦν τόν τόπο μας… 
Βεβαίως, εἴμεθα προσγειωμένοι καί εἰς τήν ἁγιορειτική πραγματικότητα καί δέν ἀναμέναμε στάσιν Θεοδώρου Στουδίτου, ὁ ὁποῖοςἔκλεισε κατάμουτρα εἰς τόν Αὐτοκράτορα τήν πύλη τῆς Ἱερᾶς Μονῆς τοῦ Στουδίου γιά ἕνα θέμα κατώτερο αὐτῶν πού συμβαίνουν σήμερα. Καί δέν ἀναμέναμε κάτι διαφορετικό, διότι ἀπουσιάζουντέτοια ἐκκλησιαστικά καί μοναχικά ἀναστήματατίς χαλεπές τοῦτες ἡμέρες πού ζοῦμε. Ἔστω καί τό ἐλάχιστο ἐάν ἐλέγετο, θά ἀνεκούφιζε καί θά ἀνέπαυετόν λαό τοῦ Θεοῦ. Τώρα ὅμως μᾶς ἐπεσκίασε ἡ θλῖψις καί ἐκόντευσε νά κυριαρχήσῃ εἰς τήν ψυχή μας ἡ ἀπογοήτευσις. Εἰς τό σημεῖον αὐτό ἴσως κάποιος ὑποστηρίξῃ ὅτι ἐλέχθησαν ὡρισμένα πράγματα «κεκλεισμένων τῶν θυρῶν». Ὅμως τί νά τό κάνωμε τό «κεκλεισμένων τῶν θυρῶν»; Ἡ τακτική αὐτή μᾶλλον παραπέμπει εἰς τεκτονικάς Στοάς παρά εἰς τήν Ὀρθόδοξη Πατερική ἀγωνιστικότητα καί εἰς τό Ἑλληνορθόδοξον ἦθος...
Ὅσοι μάλιστα ἠμποροῦν νά ἀκούουν διά τῶν γεγονότων, ἀκόμη καί αὐτῶν τῶν φυσικῶν καταστροφῶν, οὐ μήν ἀλλά καί αὐτῆς τῆς ἀπειλῆς τοῦ Ἐγκελάδου, λαμβάνουν τό μήνυμα, τῷ ὄντι συγκλονιστικόν, καί ἐν μετανοίᾳ τό ἀποκρυπτογραφοῦν. Τί λέγει λοιπόν τό μήνυμα; «Ἰδού ἀφίεται ὑμῖν ὁ οἶκος ὑμῶν ἔρημος» (Ματθ. κγ', 38)! 
Ὅσον ἀφορᾶ δέ εἰς ὅσα συνέβησαν ἐπ᾽ ἐσχάτων μεταξύ τοῦ Πατριάρχου καί τοῦ αἱρεσιάρχου Πάπα (ὅπου καί ἐδῶ ἐπεκράτησε «ἄκρα τοῦ τάφου σιωπή» ἀπό κλῆρο καί λαό), ἄς ἀναφωνήσωμεν περιπαθῶς:
Ἱερουσαλήμ, Ἱερουσαλήμ, Σιών Ἁγία, Μήτηρ τῶν Ἐκκλησιῶν, πῶς ἀνέχθηκες, μετά ἀπό τόσα καί τόσα πού ἔχουν συμβῆ καί ἀποκαλυφθῆ εἰς τά ἅγια χώματά σου, τήν ἐπάρατον «Ἀθηναγόρειον» πορείαν τήν ἀπάγουσαν εἰς τήν νόθευσιν καί τήν προδοσίαν τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ;
Ἱερουσαλήμ, Ἱερουσαλήμ, εἰς τά ἐδάφη ὅπου ἐπάτησαν οἱ πόδες τοῦ Θεανθρώπου πῶς ἀνέχθηκες συμπροσευχές καί παραβιάσεις τῶν Ἱερῶν Κανόνων τῆς ᾽Εκκλησίας Του, πού ἐτραυμάτισαν τό Σῶμα Του;
Ἱερουσαλήμ, Ἱερουσαλήμ, εἰς τόν κῆπον τῆς ἀγωνίας τοῦ Χριστοῦ, ὅπου ἐστάλαξε ὡσεί θρόμβοι αἵματος ὁ ἱδρώς Του, πῶς ἐδέχθης ἀβαρίες καί συγκαταβάσεις εἰς θέματα Πίστεως, προσυπέγραψες καί ἠνέχθης «Θεοφιλῶς» τό «καϊαφικόν συνέδριον»;
Ὦ, Ἱερουσαλήμ, ἐξέπεσας διά τῶν ποιμένων σου μέ ἀποτέλεσμα οἱ πολιτικές, κοσμικές καί ὑποχθόνιες τώρα κατευθύνσεις νά καθορίζουν εἰς τά γεωγραφικά σου ὅρια τήν ἐκκλησιαστικήν γραμμήν τῶν παλαιφάτων Πατριαρχείων;
Ὦ, Ἱερουσαλήμ, ὅπου ὁ Χριστός «…πρὸ αἰώνωνεἰργάσατο σωτηρίαν ἐν μέσῳ τῆς γῆς» (Ψαλμ. ογ´, 12), τώρα παροργίζεις τήν ἀνοχήν καί δικαιοσύνην Του καί ἡ Χάρις Του θέλεις νά μεταβληθῇ εἰς «… πῦρ καταναλῖσκον»; (Ἑβρ. ιβ´, 29).
Ἀναπαύονται οἱ ποιμένες σου εἰς τό νά ἐρημώσουν τά Ἱερά θυσιαστήρια καί νά ἀδειάσουν τά Ὀρθόδοξα προσκυνήματα; 
Θέλεις νά ἐκπληρωθῇ, γιά εἰσέτι μία φορά, ἡ προφητεία Του «ἰδού ἀφίεται ὑμῖν ὁ οἶκος ὑμῶν ἔρημος»; (Ματθ. κγ´, 38).
῏Ω, ποιμένες καί λαέ Του περιούσιε, καθεύδετε καί ὑπνώττετε; 
Λέγει τό Πνεῦμα τό Ἅγιον διά τοῦ Ἀποστόλου «νήψατε, γρηγορήσατε...» (Α´ Πέτρου ε´, 8). Ἀφυπνισθῆτε λοιπόν διότι ὁσονούπω «... ἔρχεται ἡ ὀργή τοῦ Θεοῦ ἐπί τούς υἱούς τῆς ἀπειθείας» (Ἐφεσ. ε´, 6). 
Καί νῦν ἄς ἀπορήσωμε καί ἄς διερωτηθοῦμε: 
Εἰς τούς Ἁγίους Τόπους, τούς ὁποίους ἔρραναν θεατρικῶς μέ ὑποκριτικούς ἀλληλοασπασμούς, ἀσπασμούς χειρῶν καί κροκοδείλια δάκρυα, ἐάν παρευρίσκετο ἐκεῖ ὁ ἴδιος ὁ Ἀπόστολος Πέτρος, τοῦ ὁποίου ὁ Πάπας καυχᾶται πώς εἶναι διάδοχος, θά ἔμενεν ἄραγε ἀπαθής, ἤ θά ἀπέσπα ἐκ τῆς θήκης, ὄχι ἁπλῆν μάχαιραν, ἀλλά δίστομον ρομφαίαν; Θά ἔμενεν ἀπαθής, ἤ, ὡς ἄλλος Προφήτης Ἠλίας, ζηλωτής καί πυρφόρος, θά ''ἐτακτοποιοῦσε'', ὅπως τούς ἁρμόζει, τούς ἱερεῖς καί ἀρχιερεῖς τῆς αἰσχύνης; Θά ἔστεκε ἄραγε ἀπαθής ὁ Ἀπόστολος Πέτρος θεωρῶν τά αἱρετικά καί οἰκουμενιστικά θέατρα τοῦ παραλόγου; Μήπως θά ἐπανελάμβανε καί πάλιν, ὡς ἕτερος δίκαιος Φινεές, τήν πρᾶξιν ἐκείνου ἡ ὁποία ἐλογίσθη ὡς δικαιοσύνη ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ;
Φυσικά, ὁ Κύριος, μέ τά λόγια «Ἱερουσαλήμ Ἱερουσαλήμ, ἡ ἀποκτέννουσα τούς προφήτας καί λιθοβολοῦσα τούς ἀπεσταλμένους...» (Ματθ. κγ´, 37-38) πού ἐξέφρασε μέ τόσο πόνο, πού ὅμως ἀποτελοῦσαν καί μία προειδοποίησι γιά ὅσα νομοτελειακῶς θά ἀκολουθοῦσαν λόγῳ τῆς σκληροκαρδίας καί τῆς ἀμετανοησίας τῶν Ἰουδαίων, ἀπευθυνόταν διά τῆς ''πόλεως Ἱερουσαλήμ'' εἰς ὅλο τό πλήρωμα τοῦ λαοῦ, τόσο εἰς τούς ἄρχοντας, ὅσο καί εἰς τόν ἁπλό λαό. Τόσο εἰς τούς πνευματικούς ταγούς τῆς Ἱερουσαλήμ, εἰς τό τότε σάπιο δηλαδή θρησκευτικοπολιτικό κατεστημένο, ὅσο καί εἰς τό ἐσκοτισμένο ποίμνιο τοῦ θεοκρατικοῦ Ἰσραήλ. 
Καί ἀπηύθυνε τούς λόγους αὐτούς ὁ Χριστός, εἰς τούς μέν ἄρχοντας διότι σατανικῶς ἐπέβαλλαν, εἰς τούς δέ ἀρχομένους διότι ἀνοήτως καί ἄνευ ἀντιδράσεως ἀνέχονταν.
Καί ὅπως εἰς κάθε ἐποχή ὑπάρχει ἡ «βλαμμένη εὐλάβεια», κατά τόν λόγο τοῦ Γέροντος Παϊσίου τοῦ Ἁγιορείτου, ἔτσι καί τότε θά ὑπῆρχαν πολλοί οἱ ὁποῖοι θά ὑπεστήριζαν ὅτι «ἐμεῖς, δέν ἠμποροῦμε νά εἰποῦμε καί νά κάνωμε τίποτε, ἀφοῦ οἱ ἀρχιερεῖς μας καί οἱ καλοί μας Γραμματεῖς καί Φαρισαῖοι ἔχουν τόν πρῶτον λόγον καί φέρουν τήν εὐθύνην εἰς τά ἐθνικά καί θρησκευτικά μας θέματα». 
Κάτι δηλαδή ἀνάλογο μέ αὐτό τό ὁποῖο συμβαίνει καί σήμερα εἰς πλείστους ὅσους φαντάζονται, ἀνοήτως καί ἀπερισκέπτως, πώς μέ τό προπέτασμα δῆθεν τῆς ὑπακοῆς εἰς τούς προεστῶτας ἀποσσείουν τίς εὐθύνες των καί καλύπτουν τήν δειλία των. Ἀλλά ἄς ὄψωνται ὅσοι ἐπί δεκαετίες ἐκαλλιέργησαν σύν τοῖς ἄλλοις καί μία τέτοια νοοτροπία. Ἔτσι λοιπόν προστίθεται ἕνας ἐπί πλέον λόγος γιά τόν λιθοβολισμό μας καί ὁ κατάλογος τῶν παρανομιῶν κατά τῆς καταχρήσεως τῆς ἐξουσίας αὐξάνεται.
Αὐτά ἄς συλλογισθοῦμε καί ἡ ψυχή μας ἄς ἀναστατωθῇ καί ὡς ἄλλος Ἡσαΐας ἄς ἀνακράξωμεν ἐκ μέσης καρδίας: «Πρόσθες αὐτοῖς κακά, Κύριε, πρόσθες κακά τοῖς ἐνδόξοις τῆς γῆς» (Ἡσ. κστ´, 15) οἱ ὁποῖοι ''ἔνδοξοι'' φαντάζονται ὅτι εἶναι κοσμοκράτορες καί κυβερνοῦν τήν οἰκουμένη καί θεωροῦν πώς ὅλοι εἴμεθα ὑποχρεωμένοι νά τούς ὑπακούωμε, νά τούς προσκυνοῦμε καί νά ἀσπαζώμεθα τήν ἐμβάδα καί τήν χεῖρα των.
Ἄς συνέλθωμε λοιπόν καί ἄς πάρωμε τό βλέμμα ἀπό τήν ὕλη, τήν ἁμαρτία καί τήν διαφθορά, καίἐν τῷ ἅμα ἄς εἴπωμεν πρός τήν πατρίδα μας: «Ἑλλάς, Ἑλλάς, ἕως πότε ἡ πώρωσις, ἡ ἀδιαφορία, ἡ ἀναισθησία ἡ σκλήρυνσις… θά συνεχίζωνται ἔναντι τοῦ νόμου, τῆς ἀνοχῆς καί αὐτῆς τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ; 
Ἕως πότε θά προσκρούωμε εἰς τόν νόμον Του, θά προκαλοῦμε τήν ἀνοχή Του καί θά προσβάλλωμε τήν ἀγάπη Του; Γιατί Τόν ἐκπειράζομε, ἐμεῖς πού θά ἔπρεπε νά Τόν εὐγνωμονοῦμε καί νά Τόν διακηρύσσωμε εἰςπάντα τά Ἔθνη;»
Διότι δέν φθάνει πού ἔχομε, ἀκόμη καί διά νόμων, καταργήσει τόσες καί τόσες ἐντολές τοῦ Θεοῦ, ὅπως τό «οὐ φονεύσεις» διά τῶν ἀμβλώσεων καί τῆς λήψεως ὀργάνων ἀπό ''ἐγκεφαλικά νεκρούς'' (τό τελευταῖο μάλιστα καί μέ τήν σύμφωνη γνώμη ἀκόμη καί πολλῶν Ἱεραρχῶν), δέν φθάνει πού καταργήσαμε τό «οὐ μοιχεύσεις» διά τῆς ἐπαράτου ἀποποινικοποιήσεως τοῦ θανασίμου ἁμαρτήματος τῆς μοιχείας, δέν φθάνει πού καταργήσαμε τόσα καί τόσα ἄλλα, τά ὁποῖα εἶναι ἄκρως ἀντίθετα πρός τήνΧριστιανική ζωή καί τήν διδασκαλία τῶν Ἁγίων, τελευταίως ἔπρεπε νά καταργηθῇ καί ἡ ἀργία τῆς Κυριακῆς; Μᾶς φόρεσαν λοιπόν τώρα καί αὐτό τό «Σαμάρι»...
Ἀλλά ἐκεῖνο τό ὁποῖο οὐδείς ἐχέφρων, σοβαρός καί φυσιολογικός ἄνθρωπος θά ἐπερίμενε καί θά ἐφαντάζετο ὅτι θά ἠμποροῦσε νά συμβῇ, ἦτο ὅτι οἱ Ἕλληνες Εὐρωβουλευτές, ὅλου τοῦ πολιτικοῦ φάσματος παρακαλῶ, ἀκόμη καί ἐκείνων τῶν παρατάξεων πού ὑποστηρίζουν δῆθεν τίς ἐθνικές καί οἰκογενειακές παραδόσεις καί τόν φυσιολογικό τρόπο ζωῆς, τελικῶς θά ἐψήφιζαν ὑπέρ τῶν δῆθεν δικαιωμάτων τῶν καί διεστραμμένων ἀνθρώπων καί ὑπέρ τῆς ἀμνηστεύσεως καί νομιμοποιήσεως τῆς ἀηδιαστικῆς ὁμοφυλοφιλίας μέσα εἰς τό Εὐρωπαϊκό Κοινοβούλιο, τό ὁποῖο δυστυχῶς ἔχει καταντήσει εἰς τήν κυριολεξίαν μία εὐρωπαϊκή "χαβούζα". Καί δέν εὑρέθη οὔτε ἕνας, δυστυχῶς, οὔτε ἕνας ἐξ᾽ ὅλων αὐτῶν τῶν «Ἑλλήνων» εὐρωβουλευτῶν νά ὑψώσῃ μίαν φωνήν διαμαρτυρίας...
Πάντως, ἄς προσέξωμεν ἅπαντες, διότι ὄχι ψιθυριστά καί ὡς «αὔρα λεπτή», ἀλλά ὡς «βροντή Συρίζουσα», δέν θά ἀργήσουν νά πέσουν ἐπάνω μαςἀστροπελέκια καί νά ἀλλάξουν ἐπί τό χεῖρον τά παραδοσιακά παγιωμένα δεδομένα εἰς πολλούς χώρους.
Μέ ὅλα αὐτά λοιπόν πού συμβαίνουν εἰς τήν ἐποχή πού ζοῦμε, πόσο ἀληθινός πράγματι ἀποδεικνύεται γιά μία ἀκόμη φορά ὁ ἀψευδής λόγος τοῦ Θεοῦ «... Πᾶς ἄνθρωπος ψεύστης» (Ψαλμ. ριε´, 2) καί «Μή πεποίθατε ἐπ᾽ ἄρχοντας ἐπί υἱούς ἀνθρώπων οἷς οὐκ ἔστι σωτηρία» (Ψαλμ. ρμε´, 3), τόσο γι᾽ αὐτούς πού «γυμνῇ τῇ κεφαλῇ» ἀφρόνως διακηρύσσουν τήν ἀποκοπή τους ἀπό τήν Μητέρα Ἐκκλησία καί κηρύσσουν πόλεμον ἐναντίον Αὐτῆς, ὅσο καί γι᾽ αὐτούς πού δῆθεν ἀγαποῦν τήν Χριστιανική πίστι καί σέβονται τίς ἐθνικές μας παραδόσεις, ψηφίζουν ὅμως ὁ,τιδήποτε παράλογο καί ἀντίχριστο, ἐξωφρενικό καί ἀνήθικο!
Φαίνεται ὅμως πώς οἱ κύριοι αὐτοί ἐζήλωσαν «δόξαν Ἰσραήλ», ὄχι μόνον μέ τό ὅτι ἀρνοῦνται νά τεθοῦν ὑπό τάς πτέρυγας τῆς Χάριτος, ἀλλά καί μέ τό ὅτι, ὡς ἄλλοι προφητοκτόνοι, διά τῶν τόσων ἀνόμων καί αἰσχρῶν νόμων καί διά τῆς διά νόμου προστασίας τοῦ θεομισήτου κιναιδισμοῦ, «λιθοβολοῦν τούς ἀπεσταλμένους πρός αὐτούς». Διότι, πῶς ἀλλοιῶς νά χαρακτηρίσῃ κάποιοςτούς ψηφίζοντας τούς νόμους τούς ὁποίους παρασκευάζει, τόσον τό Εὐρωπαϊκόν, ὅσον καί τό -ἀλλοίμονον - «Ἑλληνικόν» Κοινοβούλιον καί οἱ ὁποῖοι νόμοι ἔχουν ὡς σκοπόν νά παρεμποδίζεται πλέονκάποιος νά κηρύσσῃ καί νά ἐκφράζῃ ἐλεύθερα καί ξεκάθαρα τήν ἀλήθεια καί νά ὀνομάζῃ τά πράγματα, τίς πράξεις καί τά γεγονότα μέ τό ὄνομά τους; 
Πῶς διαφορετικά νά χαρακτηρίσῃ ἕνας πιστός καί συνετός ἄνθρωπος τήν νομολογία (π.χ. ἀντιρατσιστικό νόμο, κλπ.) πού ὁλονέν καί περισσότερον σχεδιάζουν, παρασκευάζουν καί προωθοῦν πρός ψήφισιν ἐναντίον ὁποιουδήποτε Ἑλληνοψύχου Ὀρθοδόξου πού ὑπεραμύνεται τῶν Πατρίων παραδόσεων; Ἐναντίον ὁποιουδήποτε θεωρήσει χρέος του νά κηρύττῃ ἐπ᾽ ἄμβωνος τόν λόγον τοῦ Θεοῦ καί νά στηλιτεύῃ τήν ἁμαρτία; 
Ὅπως τήν ἀλήθειαν πού ἀναφέρεται εἰς τά Σόδομα καί Γόμορρα στηλιτεύοντας τά «ἔργα τῆς σαρκός», ἤὁποιαδήποτε ἄλλη ἁμαρτία; Μήπως ἄραγε αὐτοί οἱ «Συρίζοντες καί σφυρίζοντες» τοῦ Εὐρωκοινοβουλίου ἀπαιτήσουν εἰς τήν συνέχεια νά καταργηθοῦν τά σχετικά κεφάλαια τῆς Βίβλου καί ἀξιώσουν ἐπίσης νά ἀπαλειφθοῦν καί τά πρῶτα κεφάλαια τῆς Πρός Ρωμαίους Ἐπιστολῆς τοῦ Ἀπ. Παύλου; Δέν φθάνει, βλέπετε, πού κάποιοι ἐπιζητοῦν τήν κατάργησι τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, τώρα ἴσωςθά ἔχωμε καί περικοπές τμημάτων τῆς Καινῆς Διαθήκης, ὅπως καί περιορισμό τοῦ ζωντανοῦ κηρύγματος, μήπως καί θιγοῦν οἱ ἄνομοι καί παράνομοι... 
Μαζί λοιπόν μέ τόν λιθοβολισμό ἐναντίον ὅσων ἐδιαμαρτύροντο ἕως τώρα ὑπέρ τῶν ἐθνικῶν, ὀρθοδόξων, πνευματικῶν, κοινωνικῶν καί ἄλλων συναφῶν θεμάτων, οἱ «προσκυνημένοι» καί ποικίλοι ἄλλοι «’Εφιάλτες» ἐντός ὀλίγου θά ἠμποροῦν νά διώκουν τούς φυσιολογικούς ἀνθρώπους καί νά συνάπτουν καί ἐπιπρόσθετες κατηγορίες ἐναντίον των καθώς καί ἐναντίον ὅλων γενικῶς, ὅσων μέ τήν Χάρι τοῦ Θεοῦ θά ἀγωνίζωνται νά ἐνεργοῦν σύμφωνα μέ τό θέλημα τοῦ Θεοῦ.
Δέν ἀποκλείεται μάλιστα μέσα εἰς ὅλον αὐτόν τόν ὀρυμαγδό νά εὑρεθοῦν καί κάποιοι ἐπίσκοποι, οἱ ὁποῖοι, ὅπως ἀπηγόρευσαν εἰς κληρικούς τους νά χαρακτηρίζουν γραπτῶς καί προφορικῶς τούς Παπικούς καί τούς Προτεστάντες μέ τό ὄνομά τους, δηλαδή αἱρετικούς, εἰς τήν συνέχεια νά ἐπιβάλλουν κυρώσεις ἐναντίον ὅλων τῶν ἐργατῶν τοῦ Εὐαγγελίου οἱ ὁποῖοι θά καταφέρωνται ἐναντίον ἐκείνων γιά τούς ὁποίους τό Πνεῦμα τό Ἅγιον ἀναφέρει πώς «τά γάρ κρυφῆ γινόμενα ὑπ᾽ αὐτῶν αἰσχρόν ἐστι καί λέγειν»(Ἐφεσ. ε´, 12). Ἄραγε, οἱ ἐπίσκοποι αὐτοί δέν θά συνειδητοποιήσουν ὅτι μέ τήν τακτική τους αὐτή ἀλλοιώνουν, τόσο τούς πνευματικούς, ὅσο καί αὐτούς τούς φυσικούς νόμους πού ἔθεσε ὁ Θεός;
Ἄλλά τί νά πῇ κανείς καί γιά τήν Εὐρώπη; Ἀπό τήν στιγμή πού «παράγοντες τινές» ἀφῄρεσαν ἐκ τῆς ἱστορίας της τόν Χριστιανισμόν ὡς πραγματικότητα καί ὡς οὐσιαστικόν και θεμελιῶδες στοιχεῖον ταυτότητος τῆς Εὐρώπης καί ἐξελίξεως τῆς εὐρωπαϊκῆς ἱστορίας, καί ἀφ᾽ ἧς στιγμῆς οἱ Εὐρωπαῖοι πολίτες δέν ὕψωσαν γι᾽ αὐτήν τήν πλαστογράφησι τῆς ἱστορίας των φωνήν διαμαρτυρίας, τά πάντα εἶναι πιθανά, ἀκόμη καί τά πλέον παράλογα, ἀντιφατικά καί διεστραμμένα...
Ἐπίσης, τί νά πῇ κανείς καί πῶς νά θρηνήσῃ καί γιά τό κατάντημα τοῦ λεγομένου «καλλιτεχνικοῦ χώρου»; Εἶναι τοὐλάχιστον ἀφάνταστο καί συνάμα ἀπολύτως ἀπογοητευτικό εἰς τόν Ἑλληνικό χῶρο, ὅπου ἀναπτύχθηκε ἡ ἁρμονία, ἡ μουσική - ὅπως ἡ βυζαντινή - ἡ ποίησις καί γενικῶς οἱ τέχνες εἰς τήν πλέον ὑψηλή τους μορφή, εἶναι πράγματι ἀπογοητευτικό αὐτό πού συνέβη, νά ὑπερψηφίζουν εἰς τόν διαγωνισμό τῆς Eurovision μεταλλαγμένα ὄντα, τήν στιγμή μάλιστα πού ζοῦν μέχρι τῶν ἡμερῶν μας συμπατριῶτες μας συνθέτες παγκοσμίου ἀκτινοβολίας πού μέ τούς στίχους καί τήν μουσική τους ὕμνησαν τά ἰδανικά, τήν ἐλευθερία, τήν Ρωμηοσύνη, τό ἔθνος, τήν Ἑλλάδα, καί γενικώτερα τόν ἄνθρωπο. Ἐψήφισαν δηλαδήὄντα πού ἐξέπεσαν ἑκουσίως ἀπό τήν φυσική τους κατάστασι, μέ ἀποτέλεσμα νά κατρακυλίσουν καί νά κατεξευτελίζουν τήν ἀνθρωπίνη προσωπικότητα μέ μίαν «μίξιν ἄμικτον» ἡ ὁποία ὁδηγεῖ εἰς ἕνα τέρας ἀλλόκοτον. Ὦ, κατάντημα τῶν μουσικῶν κριτῶν τῆς Ἑλλάδος πού διά τῆς ψήφου των ἐξευτέλισαντόν ἀνδρισμό, τόν ἀνθρωπισμό, τό ἔθνος καί γενικῶς εἰπεῖν ὁ,τιδήποτε τό ὄμορφον, τό ὑψηλόν καί ἰδίως τό καλλιτεχνικόν! Καί ἐάν θελήσωμε νά ὁμιλήσωμε μέ λόγον ἀναφορᾶς εἰς τούς ἀρχαίους προγόνους μας, ὅσοι τοὐλάχιστον διατηροῦν ἀκόμη μέσα τους μίαν ὑποψίαν αἰδοῦς,ἀντιλαμβάνονται ὅτι (διά τῆς ὑπερψηφίσεως αὐτοῦ τοῦ ἀπροσδιορίστου ὄντος) οἱ Μοῦσες ἐφυγαδεύθησαν ἀπό τήν Ἑλλάδα γιά νά ἔλθουν οἱ Ἐρινύες καί εἰς τήν συνέχεια νά ἀνοίξουν οἱ πῦλες τοῦ ᾅδου...
Ἐρωτοῦμε ὅμως ὅσους διά τῆς καταπτύστου ψήφου των προέβαλαν, ἀνέδειξαν καί «ἐτίμησαν» τό ἀπροσδιόριστο ὄν καί ἀτίμασαν τόν ἄνθρωπο καί τήν φύσι, ἐρωτοῦμε ὅσους ἐζητωκραύγασαν μέσα εἰς τόν κουρνιαχτό καί τά «φτερά», αὐτό πού ὑπερψήφισαν τί ἄραγε ἐκφράζει καί τί ἀντιπροσωπεύει; «Θοῦ, Κύριε, φυλακήν τῷ στόματί μου καί δύναμις συγκρατήσοι τῇ γραφίδι μου...»
Καί ναί μέν ἔτσι σκέπτονται καί συσκέπτονται ὅσοι ἀκολουθοῦν τήν γραμμήν τῆς προφητοκτόνου Ἱερουσαλήμ, ὅσοι σχεδιάζουν νά ὁδηγήσουν τό ἔθνος μας «κατά Ἰσραήλ». Ἐπειδή ὅμως ἐμεῖς γνωρίζομε πολύ καλά τί ἀκριβῶς συνέβη τό 70 μ.Χ. καί ἐπειδή γνωρίζομε μέ ποῖον τρόπον ἠμποροῦμε νά ἀποφύγωμε τήν νομοτέλεια τῶν πνευματικῶν νόμων (ἠμποροῦμε μόνο μέ μετάνοια, πνευματική ἀφύπνιση, ζωντανό ἐκκλησιαστικό λόγο, ἔλεγχο στά κακῶς κείμενα κλπ. -ἐννοεῖται δέ πώς οὔτε λόγος ἠμπορεῖ νά γίνεται περί «ἑνώσεως», ἀλλά μόνον περί μετανοίας τῶν πεπλανημένων αἱρετικῶν καί ἐπιστροφῆς των εἰς τήν Ὀρθοδοξίαν μας), ἀλλά καί λόγῳ τοῦ ὅτι ἡ καρδιά μας φλέγεται γιά τήν πίστι καί ἀπό τήν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ καί εἰς τά σπλάγχνα μας «νοιώθομε χαλασμόν» γιά τήν εὐλογημένη μας Πατρίδα, ἄς γνωρίζουν ὅλοι αὐτοί πώς οἱ νόμοι τους, τόσον οἱ εὐρωπαϊκοί, ὅσον καί οἱ ντόπιοι, εἶναι ἐμπρός εἰς τήν ἀλήθειαν ὡς «ἱστός ἀράχνης». Οἱ δέ ἀπειλές κατά τῶν Ἑλληνοψύχων Ὀρθοδόξων Χριστιανῶν εἶναι ἁπλῶς ὡς «βέλη νηπίων». Τέλος δέ γιά τήν Πίστι μας καί τήν Ἑλλάδα μας, τήν Πατρίδα μας, «οὐ σιωπήσωμεν». Ἄς ἔχουν ὅλοι αὐτοί πάντοτε κατά νοῦν, ὅτι θά μᾶς βρίσκουν πάντοτε ἀπέναντί τους.
«Ἐάν ἐπιλάθωμαί σου Ἁγία Ὀρθοδοξία, ἐπιλησθείη ἡ δεξιά μου. Κολληθείη ἡ γλῶσσα μου τῷ λάρυγγί μου ἐάν μή σου μνησθῶ, φιλτάτη Ἑλλάς, χώρα Ἁγίων καί Ἡρώων».
Ἀμήν.


[1] Δευτ. λβ´, 11: Ὡς ἀετὸς σκεπάσαι νοσσιὰν αὐτοῦ καὶ ἐπὶ τοῖς νεοσσοῖς αὐτοῦ ἐπεπόθησε, διεὶς τὰς πτέρυγας αὐτοῦ ἐδέξατο αὐτοὺς καὶ ἀνέλαβεν αὐτοὺς ἐπὶ τῶν μεταφρένων αὐτοῦ.

ΧΡΙΣΤΟΫΦΑΝΤΟΣ



http://hristoifantos.blogspot.gr

Αν ένα ξεραμένο φθινοπωρινό φύλλο…κήρυττε πόλεμο εναντίον του ανέμου!



Ο φόβος, η σύγχυση, η αδυναμία, η ασθένεια και ο σκοτισμός του νου γεννώνται από την αμαρτία. Με την αμαρτία ο άνθρωπος προκαλεί άλλους εναντίον του, προξενεί σύγχυση στη συνείδηση του, έλκει επάνω του τους δαίμονες και τους δίνει όπλα να στραφούν εναντίον του. Με την αμαρτία ο άνθρωπος διαχωρίζει τον εαυτό του από τον Θεό, υψώνει τείχος ανάμεσα σ' αυτόν και την πηγή κάθε καλού, αποξενώνεται απ' τον φύλακα άγγελό του.

Η διάπραξη της αμαρτίας σηματοδοτεί μια κήρυξη πολέμου εναντίον του Θεού και όλων των θεϊκών δυνάμεων. Αυτό είναι πιο παράλογο και απ' το αν ένα ξεραμένο φθινοπωρινό φύλλο κήρυττε πόλεμο εναντίον του ανέμου!
Πράγματι, εδώ συμβαίνει το πιο παράλογο απ' όλα: ένας άνθρωπος κηρύσσει πόλεμο στο Θεό! 
Η κίνηση αυτή από μόνη της εγγυάται την καταστροφή και τη διάλυση του ανθρώπου, εάν αυτός δεν συνέλθει γρήγορα κι αν δεν μετανοήσει εγκαίρως και δεν προστρέξει στο Θεό για βοήθεια.

Ο μέγας προφητάναξ Δαβίδ είχε πλήρη επίγνωση της δεινής καταστάσεως του αμαρτωλού ανθρώπου. Άλλωστε και ο ίδιος είχε προσωπική εμπειρία. Ένιωθε απερίγραπτο φόβο, σύγχυση, αδυναμία και μοναξιά. Αισθανόταν τα βέλη των ανθρώπων αλλά και τα βέλη των δαιμόνων. Μολαταύτα, συνειδητοποιώντας την οικτρή κατάστασή του, ομολόγησε την αμαρτία του και συντετριμμένος έβαλε μετάνοια ενώπιον του Θεού, πότισε τη γη με δάκρυα μετανοίας και λόγους βαθιάς οδύνης που έκαιγαν σαν φωτιά· και προσευχήθηκε στον ελεήμονα Θεό να τον συγχωρήσει. Όταν όλες οι αμαρτίες του είχαν συγχωρεθεί, ένιωσε να τον κατακλύζει άρρητη ευλογία.

Τη μακαριότητα της ψυχής που έχει συγχωρηθεί αδυνατούσε ο Δαβίδ να την εκφράσει με λόγια.Μπορούσε μόνο να μας δηλώσει και να μας βεβαιώσει, από τη μία πλευρά, για την κατάσταση αμαρτωλότητας και, από την άλλη, για την κατάσταση της συγχώρησης από τον Θεό, βασισμένος στην άμεση εμπειρία του και των δύο καταστάσεων. Είπε: Μακάριοι, ων αφέθησαν αι ανομίαι και ων επεκαλύφθησαν αι αμαρτίαι. (Ψαλ μοί 31,1).

Ποιά είναι αυτή η ευλογία που μακαρίζει ο Δαβίδ; Ελευθερία, ανδρεία, χαρά απερίγραπτη, δύναμη, θάρρος, διαύγεια σκέψεως, ειρήνη της συνειδήσεως, ελπίδα στον Θεό, υμνωδία στον Θεό, αγάπη για τους πλησίον και νόημα στη ζωή του ανθρώπου! Με άλλα λόγια: φως, χαρά και δύναμη - αυτή είναι η ευλογία.
Αυτή είναι η μακαριότητα που αισθάνεται εδώ στη γη κάποιος του οποίου οι αμαρτίες έχουν συγχωρηθεί. Αν εδώ είναι έτσι, τότε ποιά ευλογία τον αναμένει εκεί στους ουρανούς;

Κύριε και Θεέ, συγχώρησε τις ανομίες μας με το άπειρο έλεός Σου και κάλυψε τις αμαρτίες μας.


Αγ. Νικολάου Βελιμίροβιτς, 
«Ο Πρόλογος της Αχρίδος»-Οκτώβριος, εκδ. Άθως

«ΗΝΟΙΧΘΗΣΑΝ ΟΙ ΟΥΡΑΝΟΙ ΚΑΙ ΚΑΤΕΒΗ ΦΟΒΕΡΟΣ ΝΕΑΝΙΑΣ ΚΡΑΤΩΝ ΣΠΑΘΗΝ ΜΕΓΑΛΗΝ ΕΙΣ ΤΗΝ ΔΕΞΙΑΝ»



O Άρχων Μιχαήλ - τοιχογραφία στην είσοδο της
Ιεράς Μεγίστης Μονής Βατοπαιδίου.

Δεν θέλω, αγαπητέ μοι, να σας υστερήσω οπτασίαν φοβεράν, ην είδον εις τας αρχάς του Βαλκανικού πολέμου. Νύκτα τινά, μοι εφάνη ότι εσκοτίσθη ο ορίζων. εσείετο η γη, έφευγον οι άνθρωποι να κρυφθώσιν εις οπάς και εις σπήλαια. Έτρεμον δε και έπιπτον εις την γην ως φύλλα και απέθνησκον πολλοί εκ της φοβεράς εκείνης οργής. Ιστάμενος καγώ εις τι μέρος και φεύγων από προσώπου της οργής Κυρίου, είδον αίφνης τείχος πολύ υψηλόν από την γην και επί του τείχους εξέδραν. Είτα ηνοίχθησαν οι ουρανοί και κατέβη φοβερός νεανίας κρατών σπάθην μεγάλην εις την δεξιάν (ως εικάζω ο Άρχων Μιχαήλ θα ήτο ή έτερος Άγγελος). Κατήρχετο δε με απειλήν και θυμόν. Εις την θέαν του νεανίου έπεσον πρηνής και παρ΄ ολίγον να εκπνεύσω εκ του φόβου και τρόμου. Σταθείς δε επί της εξέδρας με πρόσωπον θυμωμένον και με φωνήν ώσπερ μεγάλην βροντήν, ηπείλει το ανθρώπινον γένος, ότι θα το εξολοθρεύσει δια την απείθειαν, δια την αχαριστίαν προς τον Πλάστην και ευεργέτην του, δια τας ασεβείας, ασελγείας και παρανομίας. Δεν ενθυμούμαι καλώς τους λόγους, διότι με τον ήχον της βροντώδους και ηχηράς εκείνης φωνής η ψυχή μου παρ΄ ολίγον εχωρίζετο του σώματος. Αφ΄ ου ήλεγξε τους ανθρώπους, ήρχισεν ολίγον κατ΄ ολίγον να μαλακώνει ο θυμός του. Ότε δε ηνόησα ότι παρήλθεν ο θυμός του, ενώ εκοιτόμην πρηνής, ύψωσα την κεφαλήν μου ολίγον, αλλά με φόβον, και είδον το πρόσωπον αυτού όχι άγριον ως πρότερον, αλλά ήμερον και ιλαρόν, το δε σκότος εκείνο το φοβερόν απηλάθη. και λαβών εκ τούτου θάρρος και ατενίσας εις τον φαινόμενον τω έδειξα με την χείρα μου τον ουρανόν και με τρέμουσαν φωνήν τω είπον : Θα έλθω και εγώ επάνω εις τους ουρανούς ; Ναι, μοι είπεν, θα έλθεις, εάν κάμνεις καλά έργα και φυλάττεις τας εντολάς του Κυρίου. Και πάντες οι φυλάττοντες τας εντολάς του Κυρίου θα γίνωσιν μέτοχοι της ουρανών Βασιλείας, ης γένοιτο ημάς επιτυχείν εν Χριστώ Ιησού τω Κυρίω ημών.


Ο ΓΕΡΩΝ ΦΙΛΟΘΕΟΣ ΖΕΡΒΑΚΟΣ 
(Ο ΟΥΡΑΝΟΔΡΟΜΟΣ ΟΔΟΙΠΟΡΟΣ 1884 – 1980), ΤΟΜΟΣ ΠΡΩΤΟΣ, 
εκδ. «ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΚΥΨΕΛΗ», 
ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ 1980, σ. 596 κ.ε.

Το νόημα της ζωής



Μερικοί λένε πως η ζωή μας είναι αρκετά σύντομη. Νομίζουμε όμως πως από μόνοι μας συντομεύουμε το χρόνο της ζωής μας από την κατάχρηση, την παράχρηση και την ηθοφθορία.
Αν τη ζωή τη χρησιμοποιήσουμε με σεβασμό, περίσκεψη και φειδώ είναι σίγουρα αρκετά μεγάλη. Ο άνθρωπος γενικά δεν εκτιμά τον χρόνο, τον αφήνει να κυλά ανεκμετάλλευτα, τον σπαταλά εύκολα, δεν τον αξιοποιεί, δεν τον χρησιμοποιεί χρήσιμα. Οι άνθρωποι ζουν συχνά ως επιγείως αθάνατοι. Δεν εξαγοράζουν τον καιρό, παρά το ότι οι ημέρες είναι αρκετά πονηρές. Ο χρόνος μακραίνει όσο ο άνθρωπος αυξάνεται πνευματικά, όσο πλησιάζει το βάθος και την ιερότητα του νοήματος της ζωής.
Μερικοί γέρασαν χωρίς να ζήσουν όντας γέροι και νέοι γέρασαν προτού να μεγαλώσουν. Φοβούνται τον θάνατο, παρότι δε γνωρίζουν να ζήσουν. Χάνουν τη ζωή μέσα από τα χέρια τους δίχως να τη ζήσουν. Δεν ξέρουν ούτε τι είναι ζωή, ούτε τι είναι θάνατος, ούτε πιο είναι το ουσιαστικό νόημα της ζωής του ανθρώπου. Τον θάνατο πιο πολύ τον φοβούνται όσοι ελέγχονται από τη συνείδησή τους, όσοι δεν βελτίωσαν την πνευματική τους ταυτότητα, όσοι παρασύρθηκαν από τις ηδονές του βίου. Η πνευματικότητα του ανθρώπου αντιστέκεται ισχυρά στη φθορά και στη βλαπτικότητα που μπορεί να προκαλέσει ο χρόνος. Η γαλήνη στην ψυχή του ανθρώπου μπορεί να σκηνώσει μόνιμα μόνον κατόπιν σκληρού διωγμού της κακίας. Η εμπιστοσύνη στη θεία πρόνοια θα συνδράμει σημαντικά σ’ αυτή την επίτευξη.
Ο φιλόσοφος Σενέκας λέγει πως «το θέμα όμως δεν είναι ότι έχουμε λίγο χρόνο ζωής, αλλά ότι σπαταλάμε μεγάλο μέρος του». Αν ο άνθρωπος παρασυρθεί στο κυνηγητό της ηδονής, της πολυτέλειας, της δόξας και της ευδαιμονίας δεν θα καταλάβει πώς πέρασε μια ολόκληρη ζωή. Η ακόρεστη φιλοχρηματία, η μέθη, η οκνηρία, η φιλοδοξία, η απληστία, η ραδιουργία ταλαιπωρούν πολύ τον εραστή τους. Τα πάθη δεν αφήνουν τον εργάτη τους να δει την αλήθεια.
Οι απολαύσεις καθηλώνουν τον άνθρωπο χαμηλά και δεν τον αφήνουν να ανυψωθεί από τα γήινα. Πολλοί θαυμάζουν τους πλούσιους, δεν γνωρίζουν όμως τι φουρτουνιασμένες θάλασσες κουβαλούν μέσα τους. Πολλοί λίγοι θα μπορούσαν άνετα να πουν πως είναι ευχαριστημένοι με τον εαυτό τους αρκετά. Δεν του έδωσαν τον χρόνο που δίκαια ήθελε, δεν τον άκουσαν προσεκτικά, δεν τον είδαν κατάματα, δεν τον ανέκριναν αυστηρά, δεν τον γνώρισαν ποτέ καλά. Για αυτό δεν ήσουν ήρεμος, ατάραχος, άφοβος και υπομονετικός. Λησμονήσαμε για τα καλά ότι είμαστε θνητοί και περαστικοί από εδώ.
Όσο και αν ξεγελά με διάφορους τρόπους ο άνθρωπος τον εαυτό του, πάντα κατά βάθος θα ζητά την πραγματική ανάπαυση. Ένας σοφός ρωμαίος αυτοκράτορας χαιρόταν και μόνο στη σκέψη του πότε θα απαλλαγεί του μεγαλείου του θρόνου του για να αναπαυθεί αληθινά. Όταν ο άνθρωπος ασχολείται με πολλά, μεριμνά και τυρβάζει, δεν μπορεί να συγκεντρωθεί κάπου και να αποδώσει, δεν έχει καιρό να ζήσει ελεύθερα. Πολύ συχνά οι άνθρωποι είναι κουρασμένοι από το παρελθόν και το παρόν. Προσπαθούν να ζήσουν ένα καλύτερο μέλλον, δίχως να κάνουν όμως τίποτε το σημαντικό γι’ αυτό. Η ζωή κυλά και ο άνθρωπος βυθισμένος στις πολλές ασχολίες του δεν τον παρατηρεί. Απορεί πώς πέρασαν τόσο γρήγορα τόσα χρόνια. Πιο σύντομη βρίσκουν τη ζωή σίγουρα οι πολυάσχολοι άνθρωποι.
Στη ζωή δίνουμε εξετάσεις. Αν νικήσαμε τα πάθη μας, αν αγαπήσαμε την αγάπη, αν μισήσαμε την κακία, αν γνωρίσαμε τον εαυτό μας, αν συναντήσαμε τον Θεό. Τότε έχουμε βρει τον σκοπό, τον στόχο, το νόημα της ζωής. Έχουμε κερδίσει τις εξετάσεις. Αισθανόμεθα μύρο αιωνιότητος. Δε φοβόμαστε τον θάνατο. Δε μας κουράζει η ζωή. Μετανοούμε. Ελπίζουμε. Χαιρόμαστε.

Γέροντας Μωυσής Αγιορείτης

Πηγή: ΕΦΗΜ. «ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ», 28 Αυγούστου 2011