.

.

Δός μας,

Τίμιε Πρόδρομε, φωνή συ που υπήρξες η φωνή του Λόγου. Δος μας την αυγή εσύ που είσαι το λυχνάρι του θεϊκού φωτός. Βάλε σήμερα τα λόγια μας σε σωστό δρόμο, εσύ που υπήρξες ο Πρόδρομος του Θεού Λόγου. Δεν θέλουμε να σε εγκωμιάσουμε με τα δικά μας λόγια, επειδή τα λόγια μας δεν έχουν μεγαλοπρέπεια και τιμή. Όσοι θα θελήσουν να σε στεφανώσουν με τα εγκώμιά τους, ασφαλώς θα πετύχουν κάτι πολύ πιό μικρό από την αξία σου. Λοιπόν να σιγήσω και να μη προσπαθήσω να διακηρύξω την ευγνωμοσύνη μου και τον θαυμασμό μου, επειδή υπάρχει ο κίνδυνος να μη πετύχω ένα εγκώμιο, άξιο του προσώπου σου;

Εκείνος όμως που θα σιωπήσει, πηγαίνει με τη μερίδα των αχαρίστων, γιατί δεν προσπαθεί με όλη του τη δύναμη να εγκωμιάσει τον ευεργέτη του. Γι’ αυτό, όλο και πιό πολύ σου ζητάμε να συμμαχήσεις μαζί μας και σε παρακαλούμε να ελευθερώσεις τη γλώσσα μας από την αδυναμία, που την κρατάει δεμένη, όπως και τότε κατάργησες, με τη σύλληψη και γέννησή σου, τη σιωπή του πατέρα σου του Ζαχαρία.

Άγιος Σωφρόνιος Ιεροσολύμων

Ψωμί καί σουγιά... Καλή Σαρακοστή!



Ψωμί και Σουγιά ...

Είναι η πρώτη εντολή που με εξόρισε …
Τη βρώση, ο δόλιος εχθρός μεταχειρίστηκε …
Παρακοή ήταν η αιτία …
Φάγετε απ όλα! Από ένα μόνο όχι!

Της εξορίας η μνήμη, της νηστείας η αρετή!
Είναι τα ταπεινά του κόσμου
που ο Κύριος εξέλεξε να δογματίζουν …
Σαν αυτόν τον Γέροντα τον πάλλευκο …
-Να αρτυθώ μέρα νηστείας, μέρες Σαρακοστής, 
να φάω κρέας σε Τυρινή βδομάδα;
Να τουρκέψω θες; Κάλλιο να πεθάνω! 
Με αυγό να κλείσει το στόμα μου στης Κυριακής το βράδυ, 
με αυγό να ανοίξει κόκκινο το βράδυ της Ανάστασης!
Στο μέσο του Παραδείσου 
ο καρπός του ξύλου ριζώνει αιώνιος! 
Απ έξω από τις πύλες του, ανόσια γέλια και φωνές …
Κάποιοι πανηγυρίζουν!
Προπορεύεται ο αρχέκακος οδηγός τους!
Γλέντι απ έξω …Θρήνος γοερός ακόμα μέσα ακούγεται!
Μάχαιρα η νηστεία , εκτέμνει την κακία …


Και κείνος ο Γέροντας , 
τόσο δοσμένος στον Πράο και Ταπεινό δικό του Οδηγό …
-Ψωμί και Σουγιά έλεγε, τίποτε άλλο !
Ψωμί και Σουγιά για να το κόψει, μόνο αυτά χρειαζόταν 
τις μέρες που στον τοίχο 
κάτω απ τους Αγίους συμπολίτες του 
έβλεπε γραμμένη τη λέξη! 
Νηστεία …

Νώντας Σκοπετέας
Απόσπασμα από ομότιτλη ραδιοφωνική εκπομπή

Η Θεία Κοινωνία τη Μ. Σαρακοστή...



Το γνώρισμα της Μεγάλης Σαρακοστής δεν είναι μόνο η νηστεία αλλά και η προσευχή και η συχνότερη συμμετοχή στη Θεία Κοινωνία. Πώς αλλιώς θα γινόταν άλλωστε, αφού είναι το «στάδιο των αρετών»; Όταν κανείς αγωνίζεται για να πετύχει κάτι μεγάλο, χρειάζεται εφόδια, δυνάμεις. Κι όσο πιο σπουδαίος και σημαντικός είναι ο στόχος, τόσο και οι ενισχύσεις θα πρέπει να είναι σημαντικές.

Την περίοδο της Μ. Σαρακοστής καλούμαστε να πορευτούμε πιο δυναμικά από το θάνατο τής αμαρτίας στη ζωή του Θεού. Αυτή η αλλαγή, η μετάβαση, ονομάζεται, στη γλώσσα της Εκκλησίας, μετάνοια. Άλλο η μεταμέλεια κι άλλο η μετάνοια. Το πρώτο σημαίνει συνειδητοποίηση του λάθους, το δεύτερο αλλαγή νοοτροπίας. Το πρώτο αναγκαίο για το δεύτερο αλλά δεν σημαίνει ότι πάντα οδηγεί στη μετάνοια, που είναι μια συνεχής πορεία προς την ατέλευτη τελειότητα, που είναι το γνώρισμα κάθε χριστιανού για όλη τη ζωή του και κυρίως για την Εκκλησιαστική περίοδο που διανύουμε.

Επειδή στην πορεία της Μ. Σαρακοστής είναι απαραίτητη η συμπόρευση του Θεού μας, η συμμετοχή μας στη Θεία Κοινωνία γίνεται πηγή Ζωής. Γιατί η Θεία Κοινωνία δεν είναι βραβείο για την όποια πιθανή αρετή μας, δεν είναι επιβράβευση του αγώνα μας, αλλά είναι «εις άφεσιν αμαρτιών και ζωήν αιώνιον». Γι’ αυτό, όσο πιο συχνά συμμετέχει κανείς τόσο πιο πολλή αίσθηση έχει της αφέσεως των αμαρτιών του και της αιωνίου ζωής, εφόσον η «αιώνια ζωή» είναι, κατά το λόγο του Κυρίου, η εμπειρική γνώση του Θεού (Ιω. 17,3).

Την περίοδο της Μ. Σαρακοστής τελούνται τρεις λειτουργίες: Του αγίου Ιωάννη του Χρυσοστόμου, του Μεγάλου Βασιλείου και των Προηγιασμένων Δώρων. Η πρώτη, που είναι η πιο γνωστή, τελείται κάθε Σάββατο και την Κυριακή των Βαΐων. Η δεύτερη, τις πέντε Κυριακές της Μ. Σαρακοστής, τη Μ. Πέμπτη και το Μ. Σάββατο. Των Προηγιασμένων Δώρων, τελείται συνήθως Τετάρτη και Παρασκευή αλλά μπορεί και να τελεστεί από Δευτέρα μέχρι Παρασκευή μόνο τη Μ. Σαρακοστή.

Ο λόγος που τελείται η λειτουργία των Προηγιασμένων, είναι γιατί η περίοδος αυτή έχει πένθιμο χαρακτήρα – γι’ αυτό και η νηστεία. Η κανονική Λειτουργία, όπως του Χρυσοστόμου και του Βασιλείου, έχει χαρούμενο χαρακτήρα, εφόσον επαναλαμβάνεται η ζωή του Χριστού. Ενώ στην Προηγιασμένη, είναι αγιασμένος ο άρτος και ο οίνος από την προηγούμενη κανονική Λειτουργία, γι’ αυτό και λέγεται των Προηγιασμένων Δώρων.

Έτσι τη Μ. Σαρακοστή, που ’ναι κατεξοχήν περίοδος μετάνοιας, ο Χριστός, με τη συχνή Θεία Κοινωνία, γίνεται συνοδοιπόρος, «βοηθός και σκεπαστής», οικείος και Κύριός μας, ανάλογα με τη δεκτικότητα και τη μετάνοια του καθενός.

Αλήθεια, μέσα στον κυκεώνα που ζούμε, με τις αντιπαλότητες, τα συμφέροντα, τα πάθη και τα μίση του κόσμου, δεν είναι σημαντικό να έχουμε το Χριστό μέσα μας; Δεν είναι ωραίο το Φως Του να γεμίσει την ύπαρξή μας και να γινόμαστε και ’μεις για τους γύρω μας ένα κερί που θα δείχνει την εικόνα Του; Το εύχομαι!

π. Ανδρέας Αγαθοκλέους

Μία ημέρα στέρηση από την αμαρτία (Αληθινό περιστατικό)

Η Ιερά Κοινότης, λοιπόν, το έτος 1803, αποφάσισε να διαγράψει το μοναστήρι από τον αριθμό των αγιορειτικών μονών, και απευθύνθηκε στον οικουμενικό πατριάρχη Καλλίνικο με ανάλογη αίτηση.
Ο πατριάρχης απέρριψε αποφασιστικά τέτοια πρόταση και έδωσε εντολή να φροντίσουν αμέσως για την εξεύρεση εμπείρου και πνευματικού ηγουμένου, στου οποίου τα χέρια θα παρέδιδαν όσο το δυνατόν γρηγορώτερα το κοινόβιο για να το ανασυγκροτήση.

(Ο π. Σάββας τελικά με εντολή του Πατριάρχη πάει στην Κωσταντινούπολη και το κείμενο συνεχίζει ως ακολούθως) :

Μεταξύ των πιστών της Κωνσταντινουπόλεως, από τους οποίους πολλοί εγνώριζαν και προσωπικώς το Γέροντα, γρήγορα διαδόθηκε η είδησις για τον ερχομό του…
…Ο π. Σάββας έμεινε τελικά τέσσερα χρόνια στην Κωνσταντινούπολη για τη συγκέντρωση δωρεών και γνωρίστηκε με πολλές ευλαβείς ελληνικές οικογένειες.

Ο μαθητής του, ο αρχιμανδρίτης Προκόπιος (1848+) διηγήθηκε ως αυτόπτης μάρτυς το εξής γεγονός:
Σε κάποια από τις ελληνικές οικογένειες, του ανέφεραν για ένα συγγενή τους, νεαρό έμπορο, ο οποίος σχετιζόταν με τους αντιπροσώπους των σουλτανικών χαρεμιών και προμήθευε στο προσωπικό τους ποικίλα εμπορεύματα.

Πέραν τούτου όμως, ο νεαρός έμπορος δημιούργησε και άλλου είδους σχέσεις με τις φυλακισμένες, τις οποίες επισκεπτόταν καθημερινώς.
Οι συγγενείς του, μιλώντας περί αυτού στον π. Σάββα, είπαν ότι θα τιμωρηθή αυστηρά από τους Τούρκους σε περίπτωση που αυτό γίνη γνωστό. Ετσι, τον παρεκάλεσαν να λυτρώσει με τη μεσολάβησή του, το νεαρό από τέτοιο κίνδυνο.

Ο π. Σάββας, με πίστη στη βοήθεια της Χάριτος του Θεού και τη συνεργία της Θείας Κοινωνίας, άρχισε το έργο. Μετά από μακρές και ανεπιτυχείς προτροπές προς τον φιλήδονο νέο να εγκαταλείψη τις αμαρτωλές σχέσεις με τις μουσουλμάνες, πρότεινε εν τέλει ευκολώτερους όρους από την πλευρά του, υποσχόμενος ότι δεν θα τον ενοχλήση πλέον για να τον αποτρέψη από την αμαρτία.

Τον παρακάλεσε, λοιπόν, να μην πάη στο χαρέμι μία ημέρα και κατά τη διάρκειά της να νηστεύση, μετά να του αναγνωσθή η συγχωρητική ευχή, να κοινωνήση των αχράντων Μυστηρίων και κατόπιν ας κάνη ό,τι θέλει!
Ο δυστυχής….ελκόμενος από την αμαρτία όπως ο σίδηρος από τον μαγνήτη δυσκολεύτηκε αλλά δέχθηκε τη συμβουλή. Ίσως εξ αιτίας ντροπής ενώπιον του Γέροντος και των συγγενών του, περισσότερο όμως επειδή ο σοφός Γέροντας δεν του ζητούσε παραίτηση από την αμαρτία, αλλά στέρηση μόνο για μία ημέρα.

Ενήστευσε εκείνη την ημέρα, έλαβε τη συγχώρηση δια της ευχής και τη θεία Κοινωνία και μετά τη θεία Λειτουργία γευμάτισε με τον π. Σάββα και με τους συγγενείς.

Κατά τη διάρκεια του γεύματος και δήθεν τυχαίως, ο Γέροντας πρότεινε να προσπαθήση εκείνη την ημέρα να μην πάη στο χαρέμι και να κοινωνήση πάλιν την επόμενη.
Επειδή δεν έβλεπε καμία αντίδρασι, άρχισε εγκαρδίως να τον παρακαλή, υποσχόμενος εκ νέου ότι μετά τη Θεία Κοινωνία θα τον αφήση ελεύθερο να πράξη κατά την επιθυμία του. Αφού έλαβε την συγκατάθεσι τον κοινώνησε και την άλλη ημέρα.
Πρότεινε να τον ξανακοινωνήση με τους ίδιους όρους, δηλαδή και εκείνη την ημέρα να μην πάει στο χαρέμι, και τον κοινώνησε και την τρίτη ημέρα.
Τότε φάνηκε πώς ενήργησε σωτηριωδώς η χάρις του Θεού, κατά την ζώσαν πίστιν του Γέροντος και τις προσευχές των συγγενών. Η καρδιά του νέου μαλάκωσε και άρχισε σιγά σιγά μέσα του να αισθάνεται τη νέκρωσι των φλογισμένων παθών.

Ο π. Σάββας συνέχισε να τον κοινωνή επί σαράντα ημέρες και την τελευταία φορά του είπε:

– Πήγαινε τώρα όπου επιθυμείς, ακόμη και στο χαρέμι δεν σε εμποδίζω!

Αλλά στην ψυχή του νέου είχε ήδη συντελεσθή η μεταστροφή. – Ας κάνουν μαζί μου, ό,τι θέλουν, είπε. Μπορούν και να με κατακόψουν. Για τίποτε στον κόσμο δεν θα δεχτώ να πηγαίνω εκεί όπου νωρίτερα έτσι ασυγκράτητα έτρεχα!

Με αυτόν τον τρόπο ο φιλεύσπλαγχνος Κύριος.έσωσε τo πρόβατό Του.

Όταν ο π. Σάββας συγκέντρωσε αρκετές δωρεές, επέστρεψε στο Άγιο Όρος και στην ακτή της θάλασσας άρχισε να κτίζη το μοναστήρι.

Ο Γέροντας εκοιμήθη το 1821.

Πηγή: βιβλ. υπ.αριθμ. 4, της σειράς Αγιορείτες Πατέρες του 19 αιώνος – του ιερομονάχου Αντωνίου – εκδόσεις Ίνδικτος, Αθήνα 2005

OΛΟΙ ΚΑΙ OΛΑ ΓΙA ΤΗΝ ΣΩΤΗΡIΑ ΤΗΣ ΠΑΤΡIΔΑΣ (Δ. Νατσιός) «Μὴν καταπίνετε τὰ παραμύθια τῶν σάπιων καναλιῶν. Μᾶς προορίζουν γιὰ εὐρωπαϊκὸ ἐμιράτο. Βρισκόμαστε ἐνώπιον ἐθνικῆς προδοσίας»

«Εἰ δέ τις τῶν ἰδίων καὶ μάλιστα τῶν οἰκείων οὐ προνοεῖ, τὴν πίστιν ἤρνηται καί ἔστιν ἀπίστου χείρων» (Α´ Τιμ. ε´ 8)
. Ἡ μεγαλύτερη σύγχυση τούτη τὴν παμπόνηρη ἐποχὴ ἐντοπίζεται στὴν στάση τῶν Ἑλλήνων ἔναντι τῶν λαθρομεταναστῶν. (Ὁ κοινὸς νοῦς λέει ὅτι ἂν κάποιος εἰσβάλλει στὴν χώρα σου, ὄντας ἀπρόσκλητος καὶ ἀνεπιθύμητος, λαθραίως καὶ παρανόμως, σύμφωνα μὲ τὰ ἔγκυρα λεξικά, ὀνομάζεται λαθρομετανάστης. Ὅπως λέγεται λαθροθήρας αὐτὸς ποὺ κυνηγᾶ χωρὶς ἄδεια, ὁ λαθροϋλοτόμος καὶ ὁ λαθρεπιβάτης. Ὁ κυρ-Φίλης ὑπουργός, στὴν πρόσφατη ἐπιστολή του στὰ σχολεῖα, ταυτίζει τοὺς Ἕλληνες, Χριστιανοὺς Ὀρθοδόξους τοῦ ’22, τοὺς διωκόμενους καὶ σφαγιασθέντες ἀπὸ τοὺς μουσουλμάνους γενοκτόνους μας τοῦ Κεμάλ, μὲ τοὺς νῦν λαθρομετανάστες, οἱ ὁποῖοι, ἀντὶ νὰ καταφύγουν στὶς ὁμόδοξές τους χῶρες τοῦ Ἰσλάμ, καταφεύγουν στὴν ἄπιστη Εὐρώπη. Θλιβερὲς συγκρίσεις ἀπὸ ἕναν ἀρνητὴ τῆς Γενοκτονίας τῶν Ἑλλήνων τῆς Ἀνατολῆς).
. Περίεργη καὶ ἐπαμφοτερίζουσα εἶναι καὶ ἡ στάση κάποιων χριστιανῶν. «Τί θὰ ἔκανε ὁ Χριστὸς στὴ θέση μας;», εἶναι ἡ συνήθης ἐρώτηση.
. Καρυκεύουν τὴν ἐρώτηση μὲ παραπομπὲς στὸν Καλὸ Σαμαρείτη ἢ μὲ ἀναφορὰ στὸ εὐαγγελικὸ ἀνάγνωσμα «ξένος ἤμην καὶ συνηγάγετε μέ». (Ματθ. κε´ 35).
. Ὁπότε ὀφείλουμε «νὰ ἀνοίξουμε τὴν ἀγκαλιά μας» (κατὰ κυρ-Φίλη) καὶ νὰ «συναγάγουμε» τοὺς ξένους λαθρομετανάστες, διότι εἶναι εὐαγγελικὴ ἐπιταγή.
. Ἐρωτῶ: Ὁ Κολοκοτρώνης, ὅταν «ἀποφάσισε νὰ κάμει» τὴν Ἐπανάσταση, γιὰ νὰ ἐκδιώξει τὴν μισητὴ ἡμισέληνο, ἔτσι σκεφτόταν; Θὰ ἔκοβε τούρκικα κεφάλια ὁ Νικηταρᾶς ὁ Τουρκοφάγος, ἂν δὲν εὐλογοῦσε ἡ Ἐκκλησία τὰ ὅπλα τοῦ Ἀγώνα τῆς Παλιγγενεσίας; Τί τραγουδοῦσαν τότε οἱ Ρωμιοί; Χαρὰ ποὺ τό ᾽χουν τὰ βουνὰ τὰ κάστρα περηφάνια/ γιατί γιορτάζει ἡ Παναγιά, γιορτάζει καὶ ἡ Πατρίδα./ Νὰ βλέπεις διάκους μὲ σπαθιά, παπάδες μὲ ντουφέκια/ νὰ βλέπεις καὶ τὸν Γερμανό, τῆς Πάτρας τὸν δεσπότη/ πῶς εὐλογάει τ’ ἅρματα κι εὐχιέται τοὺς λεβέντες».
. Ὁ ἐπίσκοπος Βρεσθένης Θεοδώρητος, τὸν ὁποῖο ὁ Κολοκοτρώνης ἀποκαλοῦσε καπετὰν δεσπότη, εὐλογεῖ τ’ ἅρματα στὸ Βαλτέτσι, ζώνεται τὰ γιαταγάνια καὶ τὰ καριοφίλια καὶ πολεμᾶ.
. Ὁ Σαλώνων Ἠσαΐας, ὁ πρῶτος Ἕλληνας ἱεράρχης ὁ ὁποῖος ἔπεσε ὑπὲρ πατρίδος, τὴν ὥρα τῆς μάχης τῆς Ἀλαμάνας, δὲν εἶχε ὑπ’ ὄψιν του τὸ Εὐαγγέλιο; Γιατί «ρίχνανε στὸ θυμιατὸ μπαρούτι γιὰ λιβάνι» οἱ παπάδες καὶ θυσιάζονταν γιὰ τὴν λευτεριὰ τοῦ Γένους; Πολλοὶ ἀπ’ αὐτοὺς δὲν ξαναπιάσαν τὸ ἁγιοπότηρο, [Σημ. «ΧΡ. ΒΙΒΛ.»: λόγῳ τῆς ἀπαγορεύσεως τῶν Ἱερῶν Κανόνων στοὺς ἱερεῖς ποὺ ἔχουν θανατώσει ἄνθρωπο νὰ τελοῦν τοῦ λοιποῦ τὴν Θ. Λειτουργία) ὅμως ἔφτιαξαν πατρίδα. Ποιμένες καλοὶ ποὺ θυσιάστηκαν ὑπὲρ τοῦ σκλαβωμένου ποιμνίου τους.
. Παραπέμπω καὶ σ’ ἕνα περίφημο κείμενο τοῦ Δασκάλου τοῦ Γένους Κωνσταντίνου Οἰκονόμου ἐξ Οἰκονόμων, («μέγας ἐκκλησιαστικὸς ἀνήρ, λαμπρὸν κόσμημα καὶ μέγα καύχημα τοῦ ἑλληνικοῦ Γένους»): «Λέγω πρῶτον, ὅτι χρεωστεῖς, χριστιανέ, καθὸ χριστιανὸς νὰ ἀγαπᾶς καὶ νὰ εὐεργετῆς τὴν Πατρίδα. Σὲ προστάζει ὁ θεῖος νόμος “ἀγαπήσεις τὸν πλησίον σου ὡς σεαυτόν”. Πλησίον σου εἶναι βέβαια πᾶς ἄνθρωπος, ἀλλὰ ποιός δύναται νὰ εἶναι πλησιέστερός σου παρὰ τοὺς συγγενεῖς καὶ ὁμοπίστους καὶ συμπολίτας σου. Οὗτοι εἶναι ἀδελφοί σου, οἵτινες συγκατοικοῦσι μετὰ σοῦ εἰς μίαν καὶ τὴν αὐτὴν χώραν, ὡσὰν εἰς μίαν καὶ τὴν αὐτὴν οἰκίαν, οὗτοι ἔχουσι τὸν αὐτὸν καὶ σὺ πατέρα, τὸν Θεόν, τὴν αὐτὴν καὶ σὺ μητέρα, τὴν Ἐκκλησίαν, τὸ αὐτὸ γενέθλιον ἔδαφος, καὶ τὰς αὐτὰς τροφάς, τοὺς αὐτοὺς νόμους, τοὺς αὐτοὺς ἄρχοντας καὶ ποιμένας καὶ διδασκάλους, τὰς αὐτὰς πρὸς σὲ κοινὰς καὶ πανηγύρεις καὶ ἀπολαύσεις καὶ λύπας καὶ χαράς, ὅσον λοιπὸν εἰλικρινέστερον ἀγαπᾶς τοὺς συμπατριῶτας καὶ τὴν Πατρίδα, τόσον βεβαιότερον ἐκπληρώνεις τὸν νόμον τοῦ Θεοῦ καὶ πάλιν ἐξ ἐναντίας,ὅσον ἀμελεῖς καὶ προδίδεις πολλάκις τῆς Πατρίδος τὰ συμφέροντα, τόσονἐξελέγχεσαι παραβάτης τοῦ θείου νόμου, καὶ τοῦ πλησίον σου ἐχθρὸς χειρότερος ἀπίστου “εἴ τις τῶν ἰδίων καὶ μάλιστα τῶν οἰκείων οὐ προνοεῖ, τὴν πίστιν ἤρνηται καί ἔστιν ἀπίστου χείρων”… Τόσον ἱερὸν καὶ θεῖον δῶρον εἶναι ἡ Πατρὶς ὥστε ἐν τῶν μεγίστων σημείων τῆς κατὰ τῶν ἀνθρώπων δικαίας ὀργῆς τοῦ Θεοῦ γίνεται πολλάκις ἡ στέρησις τῆς Πατρίδος. …Καὶ ἂν λοιπὸν ἡ Πατρὶς εἶναι τόσον σεβάσμιον, τόσον πολύτιμον, τόσον ἀγαπητόν, εἰς τὸν Θεόν, φανερὸν ὅτι χριστιανός, ὅστις ἀγαπᾶ μάλιστα τὸν Θεό, καὶ τὸν πλησίον, χρεωστεῖ νὰ ἀγαπᾶ τὴν ἰδίαν αὐτοῦ Πατρίδα». (Κων. Κούρκουλα, «Λεύκωμα Δασκάλων τοῦ Γένους», σελ. 160, Ἀθήνα 1971). [Σημ. «ΧΡ. ΒΙΒΛ.» βλ. σχετ.: ΠΡΟΣΦΥΓΕΣ καὶ ΚΑΚΕΚΤΥΠΑ ΙΔΕΟΛΟΓΗΜΑΤΑ ΑΓΑΠΗΣ (Γέρ. Θαδδαῖος) ].
. Διασώζει ὁ Ι. Πολέμης τὴν ἀπάντηση κάποιας γιαγιᾶς πρὸς τὸν ἐγγονό της, ποὺ ἀποροῦσε γιατί τὴν ἔβλεπε κάθε βράδυ μετὰ τὸν ἑσπερινὸ μαζὶ μὲ τὰ εἰκονίσματα νὰ θυμιατίζει καὶ τὸ καριοφίλι τοῦ παπποῦ.
«Τὸ καριοφίλι ποὺ θωρεῖς
ψηλὰ στὸν τοῖχο νὰ σκουριάζει
παιδάκι μου, μὴν ἀπορεῖς
ἁγιολιβάνι τοῦ ταιριάζει
γιατί χωρὶς αὐτὸ
χωρὶς τὸ φλογερό του στόμα
θά ᾽μαστε σκλάβοι ἀκόμα».
(«Ἱεράρχες, Ἐθνάρχες», π. Θεοδώρου Ζήση, σελ. 30).
. «Ἡ ἀπάντηση τῆς ὥριμης γερόντισσας», σημειώνει ὁ σεβαστὸς πάπα-Θόδωρος, «εἶναι ἀπάντηση τῆς γηραιᾶς ἑλληνικῆς ἱστορίας στοὺς ἀνώριμους μελετητές της».
. Οἱ δεσποτάδες τοῦ Μακεδονικοῦ Ἀγώνα ζώστηκαν τ’ ἅρματα καὶ ἔσωσαν τὴν Μακεδονία. «…Στὴ μέση φοροῦσα μία πέτσινη ζώνη ἀπ’ ὅπου κρέμονταν ἀπὸ τὴ μία μεριὰ ἡ θήκη τοῦ πιστολιοῦ μου, ποὺ ἦταν μεγάλο καὶ γίνονταν ἐν ἀνάγκῃ καὶ τουφέκι, κι ἀπ’ τὴν ἄλλη ἕνα μαχαίρι γιὰ στρατιωτικὸ ἢ ἀστυνομικό. Συχνὰ γυμναζόμουν εἰς τὸ σημάδι…», διηγεῖται ὁ ἡρωικὸς μητροπολίτης Καστοριᾶς Γερμανὸς Καραβαγγέλης.(Ἀντ. Μπέλλου-Θρεγιάδη, «Μορφὲς Μακεδονομάχων, σελ. 75-76).
. Ὁ Ἰωακεὶμ Φυρόπουλος, ὅταν ἐνθρονίστηκε στὸ Μοναστήρι, εἶπε στὸν ἐμπερίστατο λαό: «Δὲν ἦρθα νὰ σᾶς διδάξω ὀφθαλμὸν ἀντὶ ὀφθαλμοῦ καὶ ὀδόντα ἀντὶ ὀδόντος, ἀλλὰ ὀφθαλμοὺς ἀντὶ ὀφθαλμοῦ καὶ ὀδόντας ἀντὶ ὀδόντος». Ὁ Κορυτσᾶς Φώτιος, ὁ Γρεβενῶν Αἰμιλιανός, ὁ Μελενίκου Κωνσταντῖνος, ὁ Ἐλευθερουπόλεως Γερμανός, ἔπεσαν μαχόμενοι, κοσμώντας τὸ Εἰκονοστάσι τοῦ Γένους.
. Ὅταν στὶς 30 Αὐγούστου τοῦ 1907 ὁ λαὸς τῆς Δράμας ἀποχαιρετᾶ τὸν δεσπότη του, τὸν μετέπειτα ἐθνοϊερομάρτυρα Μητροπολίτη Σμύρνης, Χρυσόστομο, ὁ δημογέροντας Νίκας ἐνώπιον τῶν χιλιάδων ποὺ εἶχαν μαζευτεῖ στὸ σταθμό, ἀναφωνεῖ: «Δέσποτα, μᾶς παρέλαβες λαγοὺς καὶ μᾶς ἔκαμες λιοντάρια. Μένε ἥσυχος. Θὰ γίνει τὸ θέλημά σου». Κι ἔγινε. (Ν. Βασιλειάδη, «Γιὰ τὴν Ἐλευθερία», σελ. 265). Δὲν ἦταν πιστοὶ αὐτοὶ οἱ ἡρωικοὶ Ἐπίσκοποι; Ἦταν, ἀλλὰ προνοοῦσαν γιὰ τοὺς οἰκείους, γιὰ τὸ Γένος.
. Τὰ γράφω αὐτὰ γιὰ νὰ κατανοήσουν κάποιοι ὅτι τούτη τὴν στιγμὴ διακυβεύεται ἡ ἱστορική μας ὕπαρξη. Ἂν ἀνεχτοῦμε τὴν ἐγκατάσταση τῶν μουσουλμανικῶν ὀρδῶν, ἂς θυροκολλήσουμε τὸ ἀγγελτήριο θανάτου μας. Σὲ λίγο καιρὸ δὲν θὰ ὑπάρχουν «καλοὶ σαμαρεῖτες», θὰ περιφέρονταιἐξαγριωμένοι μουσουλμάνοι ποὺ θὰ ξεσπάσουν πάνω μας γιὰ ὅλα τὰ δεινά τους.
. Μὴν καταπίνετε τὰ παραμύθια τῶν σάπιων καναλιῶν. Μᾶς προορίζουν γιὰ εὐρωπαϊκὸ ἐμιράτο. Βρισκόμαστε ἐνώπιον ἐθνικῆς προδοσίας. Μὴν τοὺς πιστεύετε, λένε, ψέματα. Λυπηθεῖτε τὰ παιδιά σας, τὶς γυναῖκες σας, τὶς οἰκογένειές σας. Ὅλοι καὶ ὅλα γιὰ τὴν σωτηρία τῆς πατρίδας μας…

Τότε ο Θεός θα μας δώσει άρχοντες αληθινούς



Οι επίσκοποι ας µαζέψουν τον λαό στις πλατείες και ας αρχίσουν ολονύκτιες αγρυπνίες µε µετάνοια και ταπείνωση.

-Καθηγούμενος Χρυσόστομος: Με ρωτάτε να σας πω για την κρίση.
Καλύτερα θα ήταν να σας πω για τις κρίσεις· γιατί η κρίση, που ζούµε σήµερα, είναι συνέχεια άλλης κρίσης, που και εκείνη είναι συνέχεια της πρώτης και µητέρας των κρίσεων.

Η πρώτη λοιπόν κρίση είναι η πνευµατική κρίση, που έχει την αιτία της στην απιστία ή στην παροδική πίστη ή στην ολιγοπιστία. Η κατάσταση αυτή έφερε την πνευµατική κρίση.

Γυρίσαµε την πλάτη στον Χριστό και στραφήκαµε προς εκείνους, οι οποίοι φανερώθηκαν στην ζωή µας αντί του Χριστού!!
Θυµηθείτε τον άσωτο υιό, ο οποίος αφού πήρε την περιουσία από τον πατέρα, έφυγε από αυτόν και την κατέφαγε µετά πορνών και αµαρτωλών.

Πήραµε την περιουσία και την ουσία –τα Άγια Μυστήρια– τα δώσαµε στις πόρνες (αιρέσεις και αµαρτωλούς αρχηγούς των θρησκειών) µεαποτέλεσµα η ανηθικότητα να γίνει η δεύτερη κρίση σ’ ὅλον τον κόσµο αλλά και στα µέλη της ορθόδοξης Εκκλησίας µας!!! Οι πιστοί έγιναν άπιστοι και οι άπιστοι ανήθικοι.

Έτσι λοιπόν η Μάνα γέννησε την Κόρη, η απιστία γέννησε την ανηθικότητα. Τότε ο άσωτος υιός πτώχευσε και βόσκοντας µαζί µε τους χοίρους, έτρωγε από την τροφή τους. Οι χοίροι είναι τα ζώα εκείνα που αντιπροσωπεύουν την ανηθικότητα και την ηδονή.

Τρίτη λοιπόν κρίση, η οικονοµική. Πτωχεύσαµε πλέον.
Αλλά µέχρι τώρα µιµηθήκαµε τον Άσωτο. Θα συνεχίσουµε να τον µιµούµεθα; Ή θα συνεχίσουµε στην καταστροφή; Εκείνος επέστρεψε στον πατέρα και του έδωσε µεγάλη χαρά µε τη µετάνοιά του. Εµείς τι θα κάνουµε; Ζήσαµε την απιστία και γεννήθηκε η ανηθικότητα. Ζήσαµε την ανηθικότητα και φθάσαµε στην πενία. Τώρα να προσευχόµεθα να επιστρέψουµε στον Πατέρα µε τη µετάνοια, για να λάβουµε «την στολήν την πρώτη». Και το δακτυλίδι να κοσµήσει το χέρι µας. Και ο µόσχος πολύς…

Φοβούµαι όµως αδελφοί µου, ότι η συνέχεια της αµαρτωλής πορείας θα µας φέρει στην τέταρτη κρίση. Και τότε, η θάλασσα θα γίνει κόκκινη. Τα βουνά και τα φαράγγια θα γίνουν κόκκινα από το αίµα!!! Ας µιµηθούµε τον άσωτο υιό για να σωθούµε. Ο Θεός περιµένει την επιστροφή µας. Ας µετατρέψουµε την αγανάκτηση εναντίον των αρχόντων σε αγανάκτηση εναντίον του εαυτού µας και ας στρέψουµε τα µάτια µας προς τον Θεό. Εκείνος µας περιµένει µε αγωνία. Εκείνος προσµένει την επιστροφή µας µε την αγκαλιά Του ανοικτή. «Δεύτε προς µε πάντες οι κοπιώντες και πεφορτισµένοι, καγώ αναπαύσω υµάς».

Οι επίσκοποι ας µαζέψουν τον λαό στις πλατείες και ας αρχίσουν ολονύκτιες αγρυπνίες µε µετάνοια και ταπείνωση. Και τότε ο Θεός θα µας δώσει άρχοντες αληθινούς. Και οι καµπάνες θα χτυπήσουν πάλι τη χαρά της Αναστάσεως, τη χαρά της Ελευθερίας, τη χαρά της Σωτηρίας µας. Αµήν.

Σημ.: Το παραπάνω κείμενο αποτελεί απάντηση του Πανοσιολογιωτάτου Αρχιμανδρίτου π. Χρυσοστόμου, Καθηγουμένου του Ιερού Κοινοβίου Οσίου Νικοδήμου του Αγιορείτου (Πεντάλοφος Παιονίας Κιλκίς) σε τεθέν ερώτημα σχετικά με την σημερινή οικονομική κρίση στη χώρα μας.

Γιατί κατηγορείς την Εκκλησία;



Σε ένα μυαλό όπου η Εκκλησία θεωρείται:

1.οργανισμός διατήρησης εθίμων-παραδόσεων
2.μαυροφορεμένοι υπάλληλοι που τα κονομάνε εις βάρος του φτωχού λαού
3.η κατάργησή της θα σήμαινε ευλογία για τη χώρα
4.κλειστοφοβική ομάδα συντηρητικών ανθρώπων που σκοπό έχει να μας φέρει στον Μεσαίωνα

Έχω να πω τα εξής: Μην βλέπεις τόσο πολύ τηλεόραση. Μην διαβάζεις τον κάθε κομπλεξικό που το παίζει προοδευτικός και φιλελεύθερος ενώ ζει μέσα στο σκοτάδι της αυτοθέωσής του.
Έλα και δες εάν ισχύουν όλα αυτά.
Διότι το μόνο που κάνεις είναι να κατακρίνεις πριν γνωρίσεις.
Και με αυτόν το τρόπο αδικείς και αδικείσαι.
(Όχι δεν θα σου μιλήσω για την αγάπη. Ότι εάν αγαπάς τους άλλους φτάνει.Διότι η αγάπη που θα καταλάβεις είναι μία αγάπη εμπαθή σύμφωνα με την ιδιοτέλεια που μας διακατέχει).
Δεν είναι λύση να κατηγορείς την Εκκλησία και να την απορρίπτεις επειδή δεν θέλεις να παραδεχτείς την αμαρτία σου. Η λύση δεν είναι να αλλάξει η Εκκλησία διότι με αυτό υποστηρίζεις ότι θέλει αλλαγή ο Χριστός.
Η λύση είναι να αλλάξεις εσύ και εγώ και όλοι μας.
Η λύση είναι να καταλάβεις τι είναι αμαρτία. Πως σκλαβώνει την ύπαρξή σου.
Δεν είναι γλυκιά η αμαρτία, απλά δεν έχουμε γεύση της Χάριτος.
Η αμαρτία απλά είναι πιο εύκολη, πιο βολική· αυτοπροβάλλεται και διαφημίζεται εντονότερα.

Σκέψου-Θυμήσου
Κατάντησες να ψάχνεις σύντροφο για το κρεβάτι σου και όχι σύντροφο στην ζωή σου.
Κατάντησες να ποθείς κάθετί που πλασάρει ο μεγάλος τύραννος, η μόδα.
Κατάντησες γυναίκα να ντύνεσαι ως πόρνη και εσύ άνδρα να συμπεριφέρεσαι ως βάρβαρος επιβήτορας με σώμα γυμνασμένο μα με νου σκοτισμένο και απαίδευτο.
Φοβάσαι να κάνεις οικογένεια (για λόγους οικονομικούς) μα δεν ντρέπεσαι που γυρνάς στα μπαρ και στα μπουζούκια.
Καμία ποίηση στην ζωή σου, κανένα βάθος· μόνο τραγουδάς στιχάκια για έρωτες εφήμερους, για μίση ασυγχώρητα, για ζωές γεμάτα καταχρήσεις και λάθη.
Δεν θέλεις εργασία, θέλεις λεφτά. Δεν θέλεις να προσφέρεις στη κοινωνία, μόνο ζητάς.
Επαίρεσαι για την αμετανοησία σου και ντρέπεσαι για τις συγνώμες σου; και νομίζεις ότι σκέφτεσαι φυσικά;
Κατηγορείς λοιπόν την Εκκλησία για υποκρισία ενώ δεν βλέπεις την ψεύτικη ζωή σου.
Σκέψου ποιον κατηγορείς; Τον ιερέα της ενορίας σου; Τον αρχιερέα της περιοχής σου; Τους πιστούς που εκκλησιάζονται; Ποιους κατηγορείς; Σκέψου. Γενικά το σύστημα; Γενικά την Εκκλησία; Τί είναι η Εκκλησία εάν δεν είναι πρόσωπα;
Κατηγορείς λοιπόν αόριστα γιατί αόριστες και αβάσιμες είναι οι κατηγορίες σου· και αυτό σε βολεύει. Σε βολεύει να κατηγορείς κάτι το οποίο δεν μπορεί να σου απαντήσει. Σε βολεύει να κατηγορείς «κάποιους άλλους» και να ρίχνεις σ’αυτούς την ευθύνη για την κοινωνία, την οικονομία, την ζωή σου.
Απαιτείς ελεημοσύνη από την Εκκλησία ενώ εσύ δεν ελεείς κανέναν.
Απαιτείς πρόοδο από την Εκκλησία ενώ εσύ με την ζωή σου οπισθοδρομείς.
Αντιδράς σε κάθε λόγο της Εκκλησίας χωρίς να ξέρεις τον λόγο, απλά επειδή έτσι σου έμαθαν.
Φυσικά με το ζόρι δεν γίνεται τίποτα, πόσο μάλλον στα πνευματικά θέματα.
Ο καθένας είναι υπεύθυνος για τις επιλογές τους, για τον δρόμο που θα πάρει.
Κάποιοι απορρίπτουν την Εκκλησία διότι γνώρισαν ανθρώπους μέσα στους κόλπους της που τους απογοήτευσαν.
Σίγουρα μέσα σε ένα περιβόλι υπάρχουν κοπριές αλλά υπάρχουν και λουλούδια. Εάν είσαι μύγα θα πας στις κοπριές, εάν είσαι μέλισσα θα πας στα λουλούδια.
Τελικά τί είσαι; Τελικά τί θέλεις;
Εκκλησία δεν είναι το ιερατείο μόνο. Είναι ο Χριστός παρατεινόμενος εις τους αιώνας. Είναι το Σώμα Του και το Αίμα Του. Είμαστε εγώ και εσύ (εάν θέλεις να είσαι).
Όμως μην αρνείσαι την δυνατότητα να είσαι μέλος της, νομίζοντας ότι δι’ αυτού του τρόπου κάνεις κάτι σπουδαίο και προοδευτικό.
Εκκλησία είναι η πνοή του Θεού που δίνει Ζωή στην ζωή μας, είναι ο οίκος της Χάριτος που δρα μυστικά σε εκείνες τις καρδιές που ταπεινά την αναζητούν.
Το θέμα δεν είναι να λες ότι πιστεύεις στον Θεό.
Αλλά το ερώτημα είναι, σε ποιον Θεό πιστεύεις;
Μήπως σε έναν Θεό που έπλασες σύμφωνα με τα «θέλω» και τις «αδυναμίες» σου;
Μήπως σε έναν Θεό που κουτσούρεψες επειδή δεν σε βόλευε;
Μήπως σε έναν Θεό είδωλο του εαυτού σου;
Μήπως; απλά σκέψου…στοχάσου για μια φορά, για λίγα λεπτά.

αρχιμ. Παύλος Παπαδόπουλος

Μία διδακτική ιστορία που άλλαξε την ζωή ενός μοναχού ...



Η ιστορία έχει ως εξής. Ο π. Μελχισεδέκ πριν πάρει το μεγάλο σχήμα, λεγόταν ηγούμενος Μιχαήλ και όπως όλοι οι ιερείς λειτουργούσε στο μοναστήρι. Ήταν ξυλουργός, ικανός και επιμελής. 

Στους ναούς και στα κελιά των αδελφών υπάρχουν μπαούλα, αναλόγια, σκαλιστά προσκυνητάρια. καθίσματα, ντουλάπες και πολλά άλλα χρηστικά έπιπλα βγαλμένα από τα χέρια του. Δούλευε μάλιστα από νωρίς το πρωί μέχρι την νύχτα, προς μεγάλη χαρά τής διοίκησης της μονής. 

Κάποτε, τού έδωσαν ευλογία να εκτελέσει για τη μονή μια μεγάλη ξυλουργική εργασία. Δούλευε αρκετούς μήνες, χωρίς σχεδόν να βγαίνει από το ξυλουργείο. Κι όταν τελείωσε, ένιωσε τόσο άσχημα που, όπως λένε οι αυτόπτες μάρτυρες, σωριάστηκε και έμεινε στον τόπο. 

Από τις φωνές των ανθρώπων που ήταν μπροστά έτρεξαν αρκετοί μοναχοί, ανάμεσα τους και ο π. Ιωάννης (Κρεστιάνκιν). 0 π. Μιχαήλ δεν έδινε κανένα σημείο ζωής. Όλοι ήταν σκυμμένοι από πάνω του περίλυποι. Ξαφνικά ο π. Ιωάννης είπε: 

«Όχι, δεν είναι μακαρίτης. Θα ζήσει ακόμα!». Και άρχισε να προσεύχεται. Ακίνητος, ο ξαπλωμένος μοναχύς, άνοιξε τα μάτια του και ζωντάνεψε. Όλοι αμέσως σκέφτηκαν ότι κάτι τον είχε συνταράξει βαθιά. Αφού σύντομα συνήλθε, ο π. Μιχαήλ άρχισε να εκλιπαρεί να του φωνάξουν τον προεστώτα. Όταν εν τέλει ήρθε ο προεστώς. ο άρρωστος άρχισε με δάκρυα να ζητεί να του δώσουν το μεγάλο σχήμα. 

Λένε ότι μόλις άκουσε αυτή την αυθαίρετη επιθυμία τού μοναχού, ο προεστώς τον νουθέτησε με τον δικό του ιδιαίτερο, τραχύ τρόπο, να σοβαρευτεί και να αναρρώσει σύντομα για να επιστρέψει στη δουλειά του, μια και δεν μπόρεσε να πεθάνει στ` αλήθεια. 

Το επόμενο πρωί όμως. όπως λέει η ίδια μοναστική παράδοση, ο ίδιος ο προεστώς εμφανίστηκε στο κελί του π. Μιχαήλ απρόσκλητος και τού ανακοίνωσε, εμφανώς συγκλονισμένος, ότι θα λάβει σύντομα το μεγάλο σχήμα. 

Αυτή η συμπεριφορά δεν ήταν καθoλου συνηθισμένη για τον τρομερό π. Γαβριήλ και προκάλεσε στην αδελφότητα ίδια έκπληξη με την ανάσταση του κεκοιμημένου. Στο μοναστήρι κυκλοφορούσε η φήμη ότι είχε εμφανιστεί το βράδυ στον προεστώτα ο άγιος προστάτης της Μονής των Σπηλαίων του Πσκωφ, Ιερομάρτυρας Ηγούμενος Κορνήλιος (τον οποίο είχε αποκεφαλίσει με το ίδιο του το χέρι ο Ιβάν ο Τρομερός τον 16° αιώνα) και διέταξε αυστηρά τον προεστώτα να εκπληρώσει χωρίς καθυστέρηση την παράκληση του μοναχού που είχε επιστρέψει από τον άλλο κόσμο. 

Αυτό όμως. ξαναλέω, ήταν μια φήμη που κυκλοφορούσε. Όπως και να χει πάντως, σύντομα ο π. Μιχαήλ πήρε το μεγάλο σχήμα και μετονομάστηκε σε Μελχισεδέκ. 

Ο γέροντας προεστώς έδωσε στο νέο μεγαλόσχημο το πολύ σπάνιο αυτό όνομα, προς τιμήν ενός αρχαίου και μυστηριώδους βιβλικού προφήτη. Για ποιο λόγο ο προεστώς τον ονόμασε ειδικά έτσι, παραμένει επίσης ένα μεγάλο μυστήριο, δεδομένου ότι ο ίδιος ο π. Γαβριήλ, τόσο κατά την κουρά, όσο και στα χρόνια που ακολούθησαν, δεν μπόρεσε ούτε μία φορά να προφέρει σωστά το πανάρχαιο όνομα -όσο κι αν πάλευε, το διαστρέβλωνε ανηλεώς. Και εξαιτίας αυτού, μάλιστα, του χάλαγε κάθε φορά η διάθεση, τόσο που εμείς οι δόκιμοι φοβόμασταν μη μας έρθει καμιά αδέσποτη… 

Στο μοναστήρι ήξεραν ότι όση ώρα ήταν ο π. Μελχισεδέκ νεκρός, έζησε κάποια εμπειρία που τον επανέφερε στη ζωή άλλον άνθρωπο. Σε μερικούς κοντινούς του συνασκητές και πνευματικά παιδιά είχε διηγηθεί τι έζησε τότε. Αλλά ακόμα και οι απηχήσεις αυτής της διήγησης ήταν υπερβολικά ασυνήθιστες. Γι’ αυτό και, τόσο εγώ, όσο και οι φίλοι μου, θέλαμε να μάθουμε το μυστικό από τον ίδιο τον π. Μελχισεδέκ. 

Και να που εκείνη τη νύχτα στο ναό του Αγίου Λαζάρου, πήρα το θάρρος πρώτη φορά να απευθυνθώ στον μεγαλόσχημο ηγούμενο και να τον ρωτήσω ακριβώς αυτό: τι είδε εκεί απ’ όπου συνήθως κανείς δεν επιστρέφει; 

Ο π. Μελχισεδέκ άκουσε την ερώτηση μου κι έσκυψε το κεφάλι μπροστά στην Ωραία Πύλη σιωπηλός για πολλή ώρα. Εγώ κοκάλωσα. Μετάνιωνα που το θράσος μου με έσπρωξε να κάνω κάτι τόσο ασυγχώρητο. Στο τέλος όμως. ο μεγαλόσχημος μοναχός, με την αδύναμη από την αχρησία φωνή του, άρχισε να μιλάει. 

Διηγήθηκε ότι είδε τον εαυτό του στη μέση ενός τεράστιου πράσινου χωραφιού. 

Περπάτησε στο χωράφι χωρίς να ξέρει για πού, μέχρι που του έκλεισε τον δρόμο ένα τεράστιο χαντάκι. Εκεί. μέσα σε λάσπες και χώματα, είδε πλήθος μπαούλα, αναλόγια, προσκυνητάρια. Και υπήρχαν και χαλασμένα τραπέζια, σπασμένες καρέκλες, ντουλάπια. Ο μοναχός έριξε μια ματιά και διαπίστωσε έντρομος ότι ήταν τα αντικείμενα που είχε φτιάξει με τα ίδια του τα χέρια. Στεκόταν με δέος μπροστά στους καρπούς της μοναστικής του ζωής. Και ξαφνικά, ένιωσε κάποιον δίπλα του. Σήκωσε τα μάτια και είδε την Παναγία. Κοίταζε κι αυτή μελαγχολικά τις πολυετείς εργασίες του καλόγερου. 

Μετά του είπε:
«Εσύ είσαι μοναχός. Περιμέναμε από σένα τα σημαντικότερα: μετάνοια και προσευχή. Και εσύ έφερες μόνο αυτό…». 

Το όραμα εξαφανίστηκε. Ο πεθαμένος ξύπνησε πάλι στο μοναστήρι. 

Μετά από αυτό το περιστατικό, ο π. Μελχισεδέκ μεταμορφώθηκε ολοκληρωτικά. Κύριος σκοπός τής ζωής του έγινε αυτό που του είπε η Υπεραγία Θεοτόκος: μετάνοια και προσευχή. Και οι καρποί των πνευματικών του εργασιών δεν άργησαν να φανερωθούν στη βαθιά του ταπεινοφροσύνη, στα δάκρυα για τις αμαρτίες του. στην ειλικρινή αγάπη του για όλους, στην πλήρη αυταπάρνηση και στα ασκητικά κατορθώματα του, που ξεπερνούσαν τα ανθρώπινα μέτρα. Και κατόπιν, στη σπουδαία του διορατικότητα και στην ενεργή βοήθεια που προσέφερε στους ανθρώπους με την προσευχή του. 

Εμείς οι δόκιμοι, βλέποντας πώς ασκούνταν, πλήρως αποξενωμένος από τον κόσμο σε αόρατες και ασύλληπτες για μας πνευματικές μάχες, τολμούσαμε να του απευθυνόμαστε μόνο στις πιο εξαιρετικές περιπτώσεις. Κι επιπλέον τον φοβόμασταν και λιγάκι: στο μοναστήρι ήξεραν ότι ο π. Μελχισεδέκ ήταν πολύ αυστηρός ως πνευματικός. 

Και είχε αυτό το δικαίωμα. Η σθεναρή απαιτητικότητά του για καθαρότητα της ψυχής του κάθε χριστιανού τρεφόταν μόνο από τη μεγάλη του αγάπη για τους ανθρώπους, τη βαθιά γνώση των κανόνων τού πνευματικού κόσμου και τη συνειδητοποίηση τού πόσο απαραίτητη για τον άνθρωπο είναι η αδιάλλακτη πάλη με τις αμαρτίες. 

Αυτός ο μεγαλόσχημος μοναχός ζούσε στον δικό του ύψιστο κόσμο, όπου δεν ανέχονται τους συμβιβασμούς. Και όταν ύμως ο π. Μελχισεδέκ έδινε απαντήσεις, τότε αυτές ήταν εντελώς ασυνήθιστες και σαν γεννημένες από κάποια ιδιαίτερη, πηγαία δύναμη. 

Κάποτε, στο μοναστήρι, έπεσε πάνω μου μια χιονοστιβάδα άδικων και σκληρών, όπως μου φαίνονταν, δοκιμασιών. Και αποφάσισα τότε να πάω να συμβουλευτώ τον πιο αυστηρό μοναχό της μονής, τον μεγαλόσχημο ηγούμενο Μελχισεδέκ. 

Χτύπησα την πόρτα κι έπειτα από το καθιερωμένο «δι’ ευχών», βγήκε στο κατώφλι τού κελιού ο π. Μελχισεδέκ. Ήταν με τον μοναχικό του μανδύα και το μεγάλο σχήμα -τον πέτυχα ενώ έκανε τον κανύνα τού μεγάλου σχήματος. 

Του ανακοίνωσα τις δυσκολίες και τα άλυτα προβλήματα μου. Ο π. Μελχισεδέκ στεκόταν μπροστά μου ακίνητος και άκουγε προσεκτικά τα πάντα, με σκυμμένο το κεφάλι ως συνήθως. Κατόπιν, σήκωσε το βλέμμα του κι έβαλε έξαφνα τα κλάματα… 

«Αδερφέ!», είπε με ανείπωτο πόνο και πικρία. «Τι με ρωτάς; Εγώ ο ίδιος χάνομαι!». 

Ο μεγαλόσχημος γέροντας, εκείνος ο μεγαλειώδης ασκητής με την άγια ζωή, στεκόταν μπροστά μου και έκλαιγε με ειλικρινή θλίψη, ως ο χειρότερος και αμαρτωλότερος άνθρωπος πάνω στη γη! Κι άρχισα να καταλαβαίνω με όλο και περισσότερη σαφήνεια και χαρά ότι η πλειοψηφία των προβλημάτων μου. μαζί με τις δυσκολίες μου, δεν άξιζαν μία! 

Και όχι μόνο αυτό, αλλά και τα ίδια τα προβληματα εξορίστηκαν την ίδια στιγμή από την ψυχή μου με τρόπο χειροπιαστό. Δεν είχα πλέον ανάγκη να ρωτήσω ή να ζητήσω κάτι από τον γέροντα. Έκανε για μένα ότι μπορούσε. Χαιρέτισα με ευγνωμοσύνη και έφυγα. 

Όλα όσα μάς τυχαίνουν -τα απλά και τα σύνθετα, τα μικρά ανθρώπινα προβλήματα και το ταξίδι προς τον Θεό τα μυστικά τού τωρινού και του μελλοντικού αιώνα- όλα επιλύονται μόνο με ανεξήγητη, ακατανόητα υπέροχη και ισχυρή ταπεινοφροσύνη. 

Και ακόμα κι αν δεν καταλαβαίνουμε την αλήθεια και το νόημα της. ακόμα κι αν αποδεικνυόμαστε ανίκανοι γι` αυτή τη μυστηριώδη και παντοδύναμη αρετή, αυτή μάς αποκαλύπτεται απύ μόνη της ταπεινά, μέσα από τέτοιους καταπληκτικούς ανθρώπους, που μπορούν να τη δεξιώνονται. 

Από το βιβλίο: «Σχεδόν Άγιοι» π. Τύχων Σεβκούνωφ

Δημιουργώντας ἴσως μία τρίτη διαθήκη!

Ἀπὸ τὸν μακαριστὸ π. Ἀθανάσιο Μυτιληναῖο 

Περὶ μεταπατερικῆς - συναφειακῆς θεολογίας


Ἀνάμεσα στὰ πολὺ σημαντικὰ καὶ ἐνδιαφέροντα, ποὺ λέει ὁ μακαριστὸς Γέροντας, ὑπάρχει καὶ μία ἀναφορά του στὰ ὅσα συμβαίνουν στὶς ἔσχατες καὶ ἀποκαλυπτικὲς ἡμέρες μας, ἰδίως μὲ τὶς βλάσφημες καὶ αἱρετικὲς θέσεις τῆς «Θεολογικῆς Ἀκαδημίας» τῆς Ἱ. Μητροπόλεως Δημητριάδος περὶ μεταπατερικῆς, νεοπατερικῆς καὶ συναφειακῆς θεολογίας, καὶ ἡ ὁποία ἀναφορὰ ἀποτελεῖ, νομίζουμε, ἀπάντησι στὶς καινοφανεῖς καὶ φλήναφες θέσεις τῆς Ἀκαδημίας. 

Ἡ ὁμιλία αὐτὴ ἐξεφωνήθη τὴν Κυριακὴ 21 Νοεμβρίου 1982 στὴν Ἱ. Μονὴ Ἁγίου Δημητρίου Κομνηνείου Στομίου, μὲ τίτλο «Σκιαγράφησις τοῦ προσώπου καὶ τῶν ἡμερῶν τοῦ Ἀντιχρίστου καὶ τέλος τοῦ 13ου κεφ. τῆς Ἀποκαλύψεως».

Στὸ σημεῖο αὐτό, ἂν μᾶς ἐπιτρέπεται, μποροῦμε, κατὰ τὴν ταπεινή μας γνώμη, νὰ κάνουμε λόγο γιὰ τὸ προφητικό-προορατικὸ χάρισμα, ποὺ διέκρινε τὸν μακαριστὸ γέροντα, έφ᾽ ὅσον πρὶν ἀπὸ τόσα χρόνια (1982) προεῖδε τί θὰ γινόταν στὶς ἡμέρες μας (2013).

Παραθέτουμε παρακάτω τὸ συγκεκριμένο ἀπόσπασμα ἀπὸ τὴν ὁμιλία τοῦ Γέροντος, τὸ ὁποῖο ἔχει ὡς ἑξῆς:

Ο ΑΝΤΙΧΡΙΣΤΟΣ θὰ κηρύξη, ἀγαπητοί, τὴν ἔναρξι τῆς νέας ἐποχῆς εἰς τὴν γῆν, ἡ ὁποία θὰ διαδεχθῆ τὴν χριστιανικὴ ἐποχή, δημιουργώντας ἴσως μία τρίτη
διαθήκη. Ἔχομε τὴν Παλαιὰ Διαθήκη, ἔχομε τὴν Καινὴ Διαθήκη, καὶ θὰ δημιουργήση μία τρίτη διαθήκη. 

Αὐτὸ τὸ κακόδοξο δόγμα περὶ τρίτης διαθήκης εἶναι παλαιὸ καὶ τὸ ἀναφέρει ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος. Ὅμως μὴ σᾶς κάνει ἐντύπωσι αὐτό. Δὲν εἶναι τίποτε ἄλλο παρὰ αὐτὸ ποὺ ἤδη ζοῦμε. Ἀκοῦστε περὶ τίνος πρόκειται.

Ποιά εἶναι αὐτὴ ἡ τρίτη διαθήκη· εἶναι ἡ καλλιεργουμένη κατὰ κόρον στὶς ἡμέρες μας ἀντίληψι περὶ ἀπαρχαιώσεως τοῦ Χριστιανισμοῦ, ποὺ ὑποστηρίζουν κοσμικοὶ κύκλοι, κοσμικοὶ ἄνθρωποι καὶ οἰκουμενιστικοὶκύκλοι. Ὅταν σᾶς λέγουν, ὅτι ὁ Χριστιανισμὸς παλαίωσε, ἐχρεωκόπησε, ὅτι πλέον δὲν ἔχει σὲ τίποτα νὰ μᾶς προσφέρη καὶ νὰ μᾶς μιλήση, ὅτι ὁ Χριστιανισμὸς δὲν ἔχει πλέον ἰσχύ, εἶναι ἀπηρχαιωμένος· μία καινούργια κατάστασι πρέπει νὰ δημιουργήσουμε, αὐτὸ στὴν πραγματικότητα εἶναι ἡ τρίτη διαθήκη. Ὑπάρχει, λοιπόν, αὐτὴ ἡ κατάστασις.

Ἐξ ἄλλου τί εἶναι αὐτὸ ποὺ λέει ὁ Δανιὴλ ὁ προφήτης «Καὶ ὑπονοήσει τοῦ ἀλλοιῶσαι καιροὺς καὶ νόμον» (Δαν. 7,25); «Ἀλλοιῶσαι νόμον», νὰ ἀλλοιώση τὸν νόμον. 

Εἶναι ἡ τρίτη διαθήκη. Οἱ Πατέρες καὶ οἱ ἅγιοι τῆς Ἐκκλησίας θὰ θεωροῦνται ξεπερασμένοι. Σᾶς εἶπα, μὲ μελαγχολικὸ τρόπο, μήπως ὁ Ἀντίχριστος κάθεται καὶ σὲ χριστιανικοὺς λαούς; Τὸ ἀναφέρει, ἀγαπητοί μου, ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος αὐτό. Ἀλλὰ μὲ ποιά ἔννοια; Ὄχι μὲ τὴν ἔννοια ὅτι θὰ καθίση τότε ὁ Ἀντίχριστος. Ἀφοῦ λέγει ὁ ἅγιος Κύριλλος «μὴ γένοιτο» τέτοιο πρᾶγμα. Ὄχι. Ἀλλά, μὲ τὴν ἔννοια τῶν ὑπηρετῶν τοῦ Ἀντιχρίστου. 

Ὅταν ὑπάρχουν ὀρθόδοξοι κληρικοί, ποὺ εἶναι κρυφοὶ οἰκουμενισταὶ ἢ μασόνοι ἢ μασονίζοντες ἢ αἱρετικοί –δὲν φαίνονται μὰ εἶναι–, εἴτε πατριάρχαι εἶναι αὐτοὶ εἴτε ἐπίσκοποι εἶναι –δὲν ξέρω τί εἶναι– εἴτε ἀρχιμανδρῖται - πρεσβύτεροι –δὲν ξέρω τί εἶναι, διάφοροι, ὅ,τι εἶναι–, καὶ οἱ ἄνθρωποι αὐτοὶ λέγουν πράγματα αἱρετικὰ (ὅπως ἐπὶ παραδείγματι «οἱ ἱεροὶ κανόνες εἶναι ξεπερασμένοι», «τὸ Πηδάλιο δὲν ἔχει καμμιά σημασία καὶ ἀξία», «οἱ νηστεῖες νὰ καταργηθοῦν», «ἡ ἐγκράτεια θεωρεῖται παρῳχημένο πρᾶγμα», «σήμερα ζοῦμε σὲ μία Νέα Ἐποχή· πρέπει τοὺς νέους νὰ τοὺς δοῦμε μὲ ἄλλο μάτι· μποροῦν νὰ ζοῦν τὴν γενετήσια ζωὴ» κ.λπ. κ.λπ.), πέστε μου, μήπως καὶ στὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία κάθονται ὄργανα τοῦ Ἀντιχρίστου;

Κάνει ἐντύπωσι ὅτι ὁ Θεὸς σὲ κάθε ἐποχὴ ἔχει τοὺς ἁγίους του; Γιατί λέτε; Γιὰ νὰ δίδη τὴν ἀπάντησι εἰς τοὺς πιστούς, ὅτι δὲν μποροῦμε νὰ λέμε ὅτι οἱ ἅγιοι εἶναι ξεπερασμένοι. 

Σὲ κάθε αἰῶνα θὰ δώση πολλοὺς ἁγίους. Στὸν 20ὸν αἰῶνα ἔδωσε τὸν ἅγιο Νεκτάριο. Πολὺ ὀρθὰ καὶ χαρακτηριστικὰ χαρακτηρίσθηκε «ὁ ἅγιος τοῦ αἰώνα μας». Προσέξτε! Εἶναι τυχαῖο αὐτὴ ἡ ταλαίπωρη Μαγδαληνὴ ἡ ἡγουμένη, ποὺ ὑβρίζει τὸν ἅγιο Νεκτάριο; Εἶναι τυχαῖο αὐτό; Δὲν εἶναι τυχαῖο. Εἶναι αὐτὴ ἡ ἀντίδρασι τοῦ σατανᾶ. Δαιμονοκρατούμενη γυναίκα εἶναι· τὸ λέγω ἐλεύθερα, γιατὶ τὴν ἔχει καταδικάσει ἡ Ἐκκλησία μας καὶ τὴν ἔχει ἀφορίσει. Διότι δὲν θὰ ἀνέχεται ὁ Ἀντίχριστος νὰ ὑπάρχη ἅγιος, ἐπειδὴ θὰ ὑποστηρίζη ὅτι ἡ ἁγιότης εἶναι ἀπηρχαιωμένο πρᾶγμα· εἶναι ἀπηρχαιωμένο, γιατὶ ἀπηρχαιωμένο εἶναι τὸ Εὐαγγέλιο· δὲν μπορεῖ τὸ Εὐαγγέλιο νὰ κάνη ἁγίους… Ἀλλὰ ὁ Θεὸς θὰ δίνη ἁγίους σὲ κάθε ἐποχή, γιὰ νὰ δίδη τὴν ἀπάντησι, ὅτι τὸ Εὐαγγέλιο δὲν εἶναι ἀπηρχαιωμένο.

«Ὁ ἔχων ὦτα ἀκούειν ἀκουέτω».

Ἐπιλογή 
πρεσβύτερος ΑΓΓΕΛΟΣ ΑΓΓΕΛΑΚΟΠΟΥΛΟΣ
τῆς Ἱ. Μητροπόλεως Πειραιῶς 
Χριστιανική Σπίθα, Μάιος 2013

Η ΑΙΤΙΑ της κάθε ΣΥΜΦΟΡΑΣ! "...Θα επιφέρει καυστικό άνεμο"!


( Ψαλμ. μη΄, 15 )


«Αὐτούς θά τούς ποιμάνει ὁ θάνατος», λέει ὁ Ψαλμωδός. Σύμφωνα μέ τά βιβλικά δεδομένα, δέν πρόκειται ἐδῶ γιά εἰρωνεία στήν ἔκφραση, ἀλλά γιά διαγνωστική προαγγελία.
Ἤδη, στό Δευτερονόμιο τῆς Πεντατεύχου τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, παρουσιάζεται ὁ Θεός νά κάνει αὐτή τή διαγνωστική προαγγελία μέ τά λόγια:
 «᾿Ιδοὺ ἐγώ δίδωμι ἐνώπιον ὑμῶν σήμερον τὴν εὐλογίαν καί τὴν κατάραν· τὴν εὐλογίαν, ἐὰν ἀκούσητε τὰς ἐντολὰς Κυρίου τοῦ Θεοῦ ὑμῶν, ὅσας ἐγώ ἐντέλλομαι ὑμῖν σήμερον, καί τὴν κατάραν, ἐὰν μὴ ἀκούσητε τὰς ἐντολὰς Κυρίου τοῦ Θεοῦ ἡμῶν, ὅσα ἐγώ ἐντέλλομαι ὑμῖν σήμερον, καί πλανηθῆτε ἀπὸ τῆς ὁδοῦ, ἧς ἐνετειλάμην ὑμῖν, πορευθέντες· λατρεύειν θεοῖς ἑτέροις, οὓς οὐκ οἴδατε» [1].

Στήν ἱστορική διαδρομή του, ὁ λαός τοῦ Ἰσραήλ ἔχει ἐπιβεβαιώσει, κατά ἐναλλασσόμενες περιόδους, τήν ἀναντίρρητη πραγματικότητα καί τῶν δύο φάσεων τῆς σχέσης του μέ τόν Θεό.

Σέ κάθε χρονική περίοδο, πού σεβόταν τόν Θεό καί ἐφήρμοζε τίς ἐντολές Του, μεγαλουργοῦσε, εὐημεροῦσε καί ἀντιμετώπιζε τούς ἐχθρούς του νικηφόρα.
Στίς χρονικές περιόδους, πού παρασυρόταν ἀπό γειτνιάζοντα ἔθνη καί ἀπομακρυνόταν ἀπό τήν θεοκρατική πίστη καί κοσμοβιοθεωρία του, σέ σημεῖο, πού ἐγκατέλειπε καί τόν μονοθεϊσμό καί τήν παραδεδομένη λατρεία, ἔχανε τήν ἐθνική κυριαρχία του. Ὑποδουλωνόταν τότε σέ ἄλλους λαούς καί στρεφόταν στόν παγανισμό, στήν δεισιδαίμονα εἰδωλολατρία καί στήν ὑποκουλτούρα τῶν ἀκαλλιέργητων φυλῶν.
Σέ αὐτές τίς περιόδους τῆς παρακμῆς, ὁ Θεός δέν ἄφηνε τό λαό Του ἀβοήθητο. Προνοοῦσε γιά τήν παρουσία ἰσχυρῶν προσώπων, ἱκανῶν νά τόν ἐπαναφέρουν στήν παραδεδομένη πίστη καί λατρεία, ὅπως, γιά παράδειγμα, ὑπῆρξαν οἱ προφῆτες.

Μία τέτοια προσωπικότητα, ὁ Προφήτης Ἠσαΐας ἔκαμε τότε μία δυνατή παρέμβαση, λέγοντας: «Καὶ δεῦτε διαλεχθῶμεν, λέγει Κύριος· καὶ ἐὰν ὦσιν αἱ ἁμαρτίαι ὑμῶν ὡς φοινικοῦν, ὡς χιόνα λευκανῶ, ἐὰν δὲ ὦσιν ὡς κόκκινον, ὡς ἔριον λευκανῶ. καὶ ἐὰν θέλητε καὶ εἰσακούσητέ μου, τὰ ἀγαθὰ τῆς γῆς φάγεσθε· ἐὰν δὲ μὴ θέλητε, μηδὲ εἰσακούσητέ μου, μάχαιρα ὑμᾶς κατέδεται· τὸ γὰρ στόμα Κυρίου ἐλάλησε ταῦτα[2]».

Καλεῖ ὁ Θεός, μέ τόν Προφήτη Ἠσαΐα, τούς ἀποστατημένους Ἰσραηλῖτες σέ διάλογο καί, ὅπως θά λέγαμε σήμερα, τούς λέει: «Λοιπόν, ἐλᾶτε, κι ἂς κριθοῦμε μεταξύ μας, λέει ὁ Κύριος. Θέλω νά κάνω διάλογο μαζί σας. Γιατί μέ ἀποφεύγετε; Μήπως μέ φοβόσαστε, γιά τίς ἁμαρτίες πού ἔχετε κάνει; Εἶναι οἱ ἁμαρτίες σας κόκκινες σάν τό αἷμα; Μά θά μποροῦσαν νά γίνουν λευκές, σάν τό χιόνι. Ἔχουν τό χρῶμα τῆς πορφύρας; μά θά μποροῦσαν νά λευκανθοῦν, σάν καθάριο μαλλί».

Ταπεινώνεται ὁ Θεός, μέ Ἀγάπη γιά τόν ἐκλεκτό, ἀλλά ξεπεσμένο Ἰσραηλιτικό λαό, καί τόν καλεῖ σέ ἐπανασύνδεση μαζί Του. Τούς ἀποκαλύπτει τήν μέθοδο τοῦ σατανᾶ, ὁ ὁποῖος βάζει πρῶτα τούς πιστούς νά ἁμαρτάνουν καί μετά τούς ὑποβάλλει τό συναίσθημα τῆς ἀναξιότητας. Τούς κάνει, δηλαδή, νά πιστεύουν πραγματικά, ὅτι δέν εἶναι ἄξιοι νά ἔχουν σχέση μέ τόν Θεό! 

Ὁ Κύριος ὅμως τούς βεβαιώνει ὅτι οἱ ἁμαρτίες τους δέν Τόν δυσκολεύουν νά τούς δεχθεῖ σάν παιδιά Του, ἀρκεῖ αὐτοί νά θέλουν νά εἶναι ἑνωμένοι μαζί Του καί νά ἐφαρμόζουν τίς σωτήριες ἐντολές Του. Ἐκεῖνος, ὡς Θεός, ἔχει τήν δύναμη νά τούς ἀναμορφώσει. Τούς βεβαιώνει, λοιπόν, καί τούς λέει: «Ἂν θέλετε, νά δεχθεῖτε τίς ἐντολές μου καί νά τίς τηρήσετε, νά εἶστε σίγουροι ὅτι θά σᾶς ἀξιώσω νά ἀπολαύσετε ὅλα τά ἀγαθά πού μπορεῖ ὁ ἄνθρωπος νά χαρεῖ στήν ἐπίγεια ζωή του. Ἂν ὅμως δέν θελήσετε νά συμμορφωθεῖτε μέ τή συμβουλή μου καί τήν παρακούσετε, τότε, θά σᾶς ἐξαφανίσει ἀπό τή ζωή τό μαχαίρι τοῦ ἐχθροῦ σας»[3].

Τό νόημα αὐτοῦ τοῦ προφητικοῦ λόγου τοῦ Ἠσαΐα, εἶναι ταυτόσημο μέ ἐκεῖνο τοῦ Ψαλμοῦ πού λέει: «θάνατος ποιμανεῖ αὐτούς». Μέ τήν ποιητική αὐτή διατύπωση, ὁ Ψαλμωδός, προσπαθεῖ νά συγκινήσει τούς ἀποστατημένους ἀπό τόν Θεό ἁμαρτωλούς, μέ τρόπο ἐντυπωσιακό. Τούς ζητεῖ νά σκεφτοῦν σοβαρά τήν ἀλήθεια καί τήν πραγματικότητα.
Ἄν, δηλαδή, ἀρνοῦνται νά ποιμανθοῦν ἀπό τόν Θεό, κατά τήν ἐπίγεια ζωή τους, μετά τό θάνατό τους, θά ἔχουν ὑποχρεωτικά γιά ποιμένα τους, τόν θάνατο· τόν σκληρό αὐτό καί μοχθηρό ἄρχοντα τοῦ Ἅδη.

Ὁ ἴδιος Προφήτης, ὁ Ἠσαΐας[4] στήν προσπάθειά του νά προκαλέσει τήν μετάνοια τοῦ ἀποστατημένου Ἰσραήλ, τούς προτρέπει νά συνειδητοποιήσουν ὅτι, μέ τήν ἀποστασία τους αὐτή, ἀναλαμβάνουν ἐπιπλέον τήν εὐθύνη, γιά ἐκείνους πού δέν πλησιάζουν καί δέν ὑποτάσσονται στόν Κύριο. Κι αὐτό, γιατί θεωροῦν τόν Θεό ἀνίκανο νά τούς κρατήσει κοντά Του, ἀφοῦ ἀκόμα καί ὁ ἐκλεκτός λαός Του Τόν ἐγκαταλείπει. Εἶναι κλασσική διαστροφή τῶν ἀπίστων καί τῶν ἀσεβῶν νά μικραίνουν τόν Θεό καί νά μεγαλώνουν τόν ἑαυτό τους.

Ὁ Κύριος, ὅμως, ἔχει τή δύναμη καί τούς τρόπους, ὥστε –τότε πού Ἐκεῖνος θά κρίνει σκόπιμο καί θά ἀποφασίσει– νά κάνει φανερή τήν ἰσχύ καί τήν ἐξουσία Του ἐπί τοῦ σύμπαντος εἰς τόν αἰώνα. Ζημιώνουν τόν ἑαυτό τους ὅσοι δέν καταλαβαίνουν ὅτι τό συμφέρον τους βρίσκεται στήν ἀγκαλιά Του!
Αὐτή ἡ ἀλήθεια διακηρύττεται καί στήν Παλαιά Διαθήκη: «Δίκαιοι δὲ εἰς τὸν αἰῶνα ζῶσι, καὶ ἐν Κυρίῳ ὁ μισθὸς αὐτῶν, καὶ ἡ φροντὶς αὐτῶν παρὰ ῾Υψίστῳ»[5].
Ἡ βιωματική ἐμπειρία τῶν πιστῶν ἐπιβεβαιώνει τά θεϊκά λόγια.

Μία παράλληλη προφητεία ἔχουμε καί ἀπό τόν Προφήτη Ὠσηέ σέ μίακοσμογονική, θά λέγαμε, συγκυρία, σέ μία προβολή δύο, μεταξύ των, ἀντιθέτων προοπτικῶν, γιά τόν ἀποστατημένο Ἰσραήλ. Φαίνεται ἐδῶ νά φέρεται τελεσίδικα πρός ἀφανισμό, ἐξαιτίας τῶν τόσο σημαντικῶν παραβάσεών του ἀπέναντι στόν Θεό καί τό Θέλημά Του, ὁ Προφήτης ὅμως, παράλληλα, ἀποκαλύπτει τή Βουλή τοῦ Θεοῦ γιά τή σωτηρία τοῦ λαοῦ, ἀλλά ὄχι μέ τόν τρόπο πού οἱ ἀποστατημένοι Ἰσραηλῖτες φαντάζονται καί προτίθενται νά ἐπιδιώξουν!

Παραθέτω, χάριν συντομίας, μόνο τήν μετάφραση τῶν τριῶν αὐτῶν στίχων:
«Διά τοῦτο, θά παραχωρήσω νά ἐπέλθουν ἐναντίον του πόνοι τόσον ἰσχυροί, ὅμοιοι πρός ἐκείνους, τούς ὁποίους ὑποφέρει ἡ γυναίκα, ὅταν γεννᾶ.
Ποιός δέν θά τόν σώσει; Μήπως ὁ υἱός σου, ὁ βασιλιᾶς αὐτός τῆς φυλῆς Ἐφραίμ, τόν ὁποῖο ὡς φρόνιμο ἀνέβασες στό θρόνο;
Δέν πρόκειται ὅμως νά σέ ὠφελήσει σέ τίποτε, διότι αὐτός, ἐνῶ τά τέκνα σου θά συντρίβωνται, δέν θά μπορέσει νά ἀντισταθεῖ στούς ἐχθρούς καί θά συλληφθεῖ αἰχμάλωτος. Ἀλλ’ ἐγώ θά τούς σώσω ἀπό τά χέρια τοῦ ἅδου καί θά τούς λυτρώσω ἀπό τόν θάνατο, δηλαδή ἀπό τήν αἰχμαλωσία.
Ποῦ εἶναι ἡ καταδίκη, ἡ τιμωρία, οἱ πληγές πού ἐπιφέρεις θάνατε; ποῦ εἶναι τό φαρμακερό κεντρί σου, ἅδη;
Μέχρι τότε ὅμως, πού θά σώσω τόν ἰσραηλιτικό λαό, ἡ παρηγορία καί ἡ ἐλπίδα τῆς σωτηρίας φαίνεται ὅτι ἔχει κρυβεῖ ἀπό τά μάτια μου καί δέν θά σοῦ δοθεῖ· διότι τούς ἀδελφούς, πού εἶναι αἰχμάλωτοι, θά τούς χωρίζει μεταξύ των ὁ θάνατος· ὁ Κύριος θά ἐπιφέρει ἐναντίον τοῦ Ἰσραηλιτικοῦ λαοῦ καυστικό ἄνεμο ἀπό τήν ἔρημο (ἐχθρούς) καί θά ἀποξηράνει τίς πλουτοφόρες πηγές του καί θά ἐρημώσει ἐντελῶς τίς πηγές τῆς χώρας του. Αὐτός θά ξηράνει ὅλως διόλου τήν χώραν του· οἱ ἐχθροί θά λεηλατήσουν ὅλα τά πολύτιμα ἀντικείμενά του –τά χρυσά καί τά ἀργυρᾶ– τά ὁποῖα πάντοτε ἐπιθυμοῦν καί ὀρέγονται οἱ ἐχθροί» [6].

Ἔχω τήν ἀντίληψη, ὅτι τά σκηνικά τῶν τριῶν αὐτῶν στίχων τοῦ Προφήτου Ὠσηέ, θά μποροῦσαν νά θεωρηθοῦν ἱκανή περιγραφή καί τῆς κατάστασης, πού σήμερα, ἀντιμετωπίζει ὁ ἀποστατημένος ἀπό τόν Θεό, στό μέγιστο ποσοστό του, ἑλληνικός λαός. Ἕνας λαός, γιά τόν ὁποῖο δικαίως θά μποροῦσε νά ἰσχύει τό ὑπό τοῦ Ἀποστόλου Παύλου «ἦτε ἐν τῷ καιρῶ ἐκείνω χωρίς Χριστοῦ, ἀπηλλοτριωμένοι τῆς πολιτείας τοῦ Ἰσραήλ καί ξένοι τῶν διαθηκῶν τῆς ἐπαγγελίας, ἐλπίδα μή ἔχοντες καί ἄθεοι ἐν τῷ κόσμω»[7], καί «πέποιθάς τε σεαυτὸν ὁδηγὸν εἶναι τυφλῶν, φῶς τῶν ἐν σκότει, παιδευτὴν ἀφρόνων, διδάσκαλον νηπίων, ἔχοντα τὴν μόρφωσιν τῆς γνώσεως καὶ τῆς ἀληθείας ἐν τῷ νόμῳ. ὁ οὖν διδάσκων ἕτερον σεαυτὸν οὐ διδάσκεις; ὁ κηρύσσων μὴ κλέπτειν κλέπτεις; ὁ λέγων μὴ μοιχεύειν μοιχεύεις; ὁ βδελυσσόμενος τὰ εἴδωλα ἱεροσυλεῖς; ὃς ἐν νόμῳ καυχᾶσαι, διὰ τῆς παραβάσεως τοῦ νόμου τὸν Θεὸν ἀτιμάζεις; τὸ γὰρ ὄνομα τοῦ Θεοῦ δι᾿ ὑμᾶς βλασφημεῖται ἐν τοῖς ἔθνεσι, καθὼς γέγραπται»[8].

Ὁ Προφήτης Ἰεζεκιήλ, ἕνας ἀπό τούς τέσσαρες μεγάλους προφῆτες τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης κατ’ ἐντολή τοῦ Θεοῦ, παρουσιάζει τήν εἰκόνα τῆς ἀποστασίας τοῦ Ἰσραήλ καί τήν εἰκόνα τῆς ἐπιστροφῆς του στόν Κύριο καί τῆς ἀνασύστασης τῆς θεοκρατικῆς καί θεοχαρίτωτης κοινωνίας του, πού ξαναζεῖ μέσα στίς εὐλογίες τοῦ Θεοῦ καί μέσα στήν εὐμάρεια καί εὐπραγία του.

Θεωρῶ σκόπιμο καί διδακτικό τό νά παραθέσω, σέ μετάφραση, ὁλόκληρη αὐτή τήν προφητεία, πού μέ τήν κατανόησή της μπορεῖ νά διώξει τήν ἀγχωτική βίωση τοῦ σύγχρονου κόσμου καί νά βάλει μέσα στίς καρδιές τῶν ἀπελπισμένων τήν θεοδώρητη ἐλπίδα, γιά ἕνα εἰρηνικό καί καρποφόρο μέλλον. Ἂς ἀκούσουμε τόν ἄνθρωπο τοῦ Θεοῦ:
«Ὡμίλησε δέ ὁ Κύριος πρός ἐμέ καί εἶπεν: Ἄνθρωπε, οἱ ἀπόγονοί τοῦ Ἰσραήλ ἐγκαταστάθηκαν στή γῆ τους καί τήν μόλυναν μέ τή συμπεριφορά τους καί μέ τά εἴδωλα τῶν ἐθνῶν πού λάτρευσαν καί αὐτοί, ἀλλά καί μέ τίς ἠθικές ἀκαθαρσίες τους.
Ἡ ζωή τους μοῦ παρουσιαζόταν ἀκάθαρτη ὅπως ἡ ἀκαθαρσία τῆς γυναίκας πού ἔχει τά ἔμμηνά της. Ξέχυσα λοιπόν καί ἐγώ τό θυμό μου ἐναντίον τους καί τούς διασκόρπισα στά διάφορα ἔθνη· τούς σκόρπισα σάν ἄχυρα σέ ἄλλες χῶρες. Τούς καταδίκασα καί τούς τιμώρησα ἀνάλογα μέ τή ζωή τους καί μέ τίς ἁμαρτίες τους. Ἀναμίχθηκαν καί ἔζησαν μέσα στά ἔθνη, διασκορπισμένοι ἀνάμεσά τους, καί βεβήλωσαν καί πρόσβαλαν τό Ὄνομά μου τό ἅγιο· γιατί ἔγιναν αἴτιοι, ὥστε οἱ διάφοροι λαοί, ἀνάμεσα στούς ὁποίους ζοῦσαν σέ κάθε χώρα, νά τούς βλέπουν καί νά λένε: ΄Αὐτοί οἱ ξένοι εἶναι λαός τοῦ Κυρίου καί ὅμως ἔχουν ἐξοριστεῖ ἀπό τή χώρα Του΄. Ὡσάν νά ἔλεγαν: ΄Τί Θεός εἶναι αὐτός, πού δέν τούς προστάτευσε καί ἔχει σάν δικό του λαό τόσο διεφθαρμένους ἀνθρώπους;΄.Τούς λυπήθηκα λοιπόν καί ἀποφάσισα νά τούς βοηθήσω καί νά τούς λυτρώσω, γιά νά ἀποκατασταθεῖ τό κύρος τοῦ ἁγίου Ὀνόματός μου, πού τό βεβήλωσαν καί τό πρόσβαλαν οἱ ἀπόγονοι τοῦ Ἰσραήλ, ζώντας ὡς ἐξόριστοι καί αἰχμάλωτοι, ἀνάμεσα σέ διάφορους λαούς.
Γιά τοῦτο, νά εἰπεῖς τά ἑξῆς στούς ἀπογόνους τοῦ Ἰσραήλ: Αὐτά λέγει ὁ Κύριος: Δέν ἐνεργῶ ἐγώ γιά σᾶς, ἀπόγονοι τοῦ Ἰσραήλ, ἀλλά γιά τό Ὄνομά μου τό Ἅγιον, πού τό βεβηλώσατε στά διάφορα ἔθνη, πού ζήσατε ἀνάμεσά τους ὡς ἐξόριστοι καί αἰχμάλωτοι. Θά ἁγιάσω λοιπόν τό μέγα Ὄνομά μου, πού βεβηλώθηκε μεταξύ τῶν ἐθνῶν, ἐξαιτίας σας, καί τότε θά γνωρίσουν τά ἔθνη ὅτι Ἐγώ εἶμαι Κύριος τοῦ παντός, μέ αὐτό πού θά κάνω γιά σᾶς μπροστά στά μάτια τους καί πού θά τούς κάνει νά καταλάβουν τήν ἁγιότητα καί τό μεγαλεῖο μου.
Θά σᾶς πάρω δηλαδή μέσα ἀπό τά ἔθνη, θά σᾶς συναθροίσω ἀπό ὅλες τίς περιοχές καί θά σᾶς ὁδηγήσω μέσα στή χώρα σας. Θά σᾶς ραντίσω μέ καθαρό νερό καί θά καθαρισθεῖτε ἀπό ὅλους τούς μολυσμούς σας καί ἀπό ὅλα τά βδελυκτά εἴδωλά σας. Θά σᾶς καθαρίσω ὁπωσδήποτε. Θά σᾶς δώσω ἐπίσης καινούργια καρδιά, θά σᾶς δώσω καί νέο πνεῦμα μέσα σας. Θά βγάλω τή λίθινη καρδιά ἀπό τό σῶμα σας καί θά σᾶς δώσω καρδιά σάρκινη, πού νά αἰσθάνεται καί νά συγκινεῖται. Θά σᾶς δώσω ἀκόμα μέσα σας καί τό Πνεῦμα μου καί ἔτσι θά σᾶς βοηθήσω νά ζεῖτε καί νά συμπεριφέρεστε σύμφωνα μέ τά προστάγματά μου καί νά τηρεῖτε καί ἐφαρμόζετε τίς ἐντολές μου. Θά κατοικήσετε δέ στή γῆ πού ἔδωσα στούς πατέρες σας καί θά εἶστε πλέον δικός μου λαός, καί ἐγώ θά εἶμαι ὁ Θεός σας. Θά σᾶς σώσω, ἐπαναλαμβάνω, ἀπό ὅλους τούς μολυσμούς σας. Θά κάνω δέ τό σιτάρι νά γυρίσει καί νά πολλαπλασιαστεῖ στή χώρα σας. Μέ τή δυναμή μου θά τό πληθύνω καί δέν πρόκειται πλέον νά σᾶς τιμωρήσω μέ πείνα. Θά πληθύνω ἐπίσης κάθε καρπό δένδρου καί τά προϊόντα τῶν ἀγρῶν, γιά νά μή πεινάσετε καί σᾶς ὀνειδίζουν γιά τοῦτο οἱ ἄλλοι λαοί. Τότε, θά θυμηθεῖτε τούς πονηρούς τρόπους τῆς συμεπριφορᾶς σας καί τά ἔργα σας, πού δέν ἦταν καλά, καί θά ἀποστραφεῖτε μέ ἀηδία μπροστά στά μάτια τους τίς παρανομίες σας καί τά βδελυρά εἰδωλολατρικά ἔθιμά τους. Νά γνωρίζετε ὅμως, ἀπόγονοι τοῦ Ἰσραήλ, ὅτι αὐτά Ἐγώ δέν τά κάνω, λέγει ὁ μόνος Κύριος καί ἐξουσιαστής τοῦ παντός, ἐπειδή τό ἀξίζατε. Σεῖς πρέπει νά αἰσχύνεστε καί νά ντρέπεστε γιά τήν προηγούμενη ζωή σας. Αὐτά λέγει ὁ Κύριός μου, ὁ μόνος ἐξουσιαστής τοῦ παντός: Τότε πού θά σᾶς καθαρίσω ἀπό ὅλες τίς παρανομίες σας, θά γεμίσω μέ κατοίκους τίς πόλεις καί θά οἰκοδομηθοῦν οἱ περιοχές πού εἶχαν ἐρημωθεῖ.
Ἡ γῆ δέ πού εἶχε καταστραφεῖ, θά καλλιεργηθεῖ καί πάλι, γιατί τότε τήν ἔβλεπε ὁ καθένας πού περνοῦσε ἀπό ἐκεῖ καί ἦταν κατεστραμμένη. Τώρα ὅμως οἱ περαστικοί θά λένε: Ἐκείνη ἡ κατεστραμμένη γῆ τώρα ἔγινε σάν κῆπος εὐφροσύνης· οἱ δέ πόλεις πού ἦταν ἔρημες καί κατεστραμμένες ἔγιναν ὀχυρές καί στέκουν ἀκλόνητες».
Ἔτσι, θά γνωρίσουν τά διάφορα ἔθνη, ὅσα θά ἀπομείνουν γύρω σας, ὅτι Ἐγώ, ὁ Κύριος τῶν πάντων, ἀνοικοδόμησα τίς κατεστραμμένες πόλεις καί ἐγέμισα μέ φυτά τίς ἔρημες περιοχές. Τά εἶπα αὐτά Ἐγώ ὁ Κύριος τῶν πάντων, καί θά τά πραγματοποιήσω ὁπωσδήποτε!
Αὐτά λέγει ὁ Κύριός μου, ὁ μόνος ἐξουσιαστής τοῦ παντός. Θά παρακινηθῶ νά κάνω καί αὐτό ἀκόμα γιά τούς ἀπογόνους τοῦ Ἰσραήλ: Θά τούς πληθύνω· θά πληθυνθοῦν οἱ ἄνθρωποι σάν κοπάδια προβάτων.
Οἱ ἄνθρωποι αὐτοί θά εἶναι ἅγιοι, ὅπως τά πρόβατα πού ξεχωρίζονται γιά νά προσφερθοῦν ὡς θυσία εἰς τόν ἅγιο Ναό. Ὅπως γέμιζαν τά πρόβατα τούς δρόμους τῆς Ἱερουσαλήμ κατά τίς ἑορτές της, ὅποτε μαζεύονταν πολλοί Ἰουδαῖοι γιά νά ἑορτάσουν καί νά προσφέρουν θυσίες, ἔτσι θά γεμίσουν οἱ πόλεις, πού ἦταν ἕως τώρα ἔρημες, ἀπό πρόβατα-ἀνθρώπους. Καί θά γνωρίσουν τότε ὅτι Ἐγώ εἶμαι ὁ Κύριος τῶν πάντων» [9].

Ποιός ἀνοιχτομάτης καί καλοπροαίρετος καί ἀπροκατάληπτος ἄνθρωπος θά μποροῦσε νά ὡραιοποιήσει τήν σύγχρονη πραγματικότητα; Μόνο ὅποιος εἶναι ἀφιονισμένος μέ τό δηλητήριο τῆς ἀθεΐας καί τῆς σαρκολατρίας καί αἰχμάλωτος τῆς ἀνήθικης εἰκόνας, θά μποροῦσε νά θεωρήσει ἐξωπραγματικούς αὐτούς τούς ἰσχυρισμούς. Στό μέγιστο ποσοστό μας, λεγόμαστε χριστιανικός λαός, ἀλλά εἴμαστε χωρισμένοι ἀπό τόν Χριστό καί ἀγνοοῦμε, παντελῶς ἤ μερικῶς, τήν Καινή Διαθήκη πού τήν ἔχει σφραγίσει μέ τή σταυρική θυσία Του. Καθηλωνόμαστε μέ εὐλάβεια μπροστά στίς ἐπαίσχυντες τηλεοπτικές ἐκπομπές καί, ἂν ποτέ βρεθοῦμε μέσα σέ Ναούς, γινόμαστε σκανταλιάρικα νήπια, ἀφοῦ ἀγνοοῦμε, μέ τό θέλημά μας, τί σημαίνουν τά τελούμενα μέσα στό Ναό. Εἶναι δυνατόν νά εἴμαστε δεκτικοί τῆς Χάριτος καί τῆς Εὐλογίας τοῦ Θεοῦ, ἂν δέν θελήσουμε νά μετανοήσουμε καί νά ἀναγεννηθοῦμε; Ἕνας διαφωτισμός, πού ξεριζώνει τήν πίστη τῶν ἀνθρώπων στόν Θεό, ἀξίζει τό τίτλο τοῦ «διασκοτισμοῦ».

Ἀρχιμ. Αντωνίου Ρωμαίου

[1] Δευτερονόμιο ια΄, 26-28
[2] Ἠσαΐας α΄,18- 20
[3] Ἠσαΐας α΄, 19-20
[4] Ἠσαΐας νβ΄, 5
[5] Σοφία Σολομῶντος ε΄,15
[6] Ὠσηέ ιγ΄, 13-15
[7] Ἐφεσίους, β΄, 12)
[8] Ρωμ. β΄, 19-24
[9] Ἰεζεκιήλ λστ΄, 16-38

ΣΗΜΕΙΟ ΤΩΝ ΚΑΙΡΩΝ....«Αχ, παιδάκι μου Ιγνάτιε, γέμισε ο ουρανός ...αλεξιπτωτιστές. Πέφτουν κατά χιλιάδες. Έρχονται, φτάνουν "



Πέφτουν κατά χιλιάδες. Έρχονται, φτάνουν 


ΔΥΝΑΜΗ ΜΑΣ Ο ΘΕΟΣ ΜΑΣ (Χαραλ. Μπούσιας) «Ἂς φωνάζουμε στοὺς ἀπίστους, στοὺς νεωτεριστές, ἀλλὰ καὶ στοὺς μοντέρνους θεολόγους, ποὺ παραχαράσσουν τὸ Ὀρθόδοξο δόγμα μας: “Τὴν πίστιν μας θέλετε νὰ ταπεινώσεστε ἢ νὰ ἀλλοιώσετε; Θὰ περάσετε ἀπὸ τὰ πτώματά μας”».

Δύναμή μας ὁ Θεός μας
γράφει γιὰ τὴν «ΧΡΙΣΤ. ΒΙΒΛΙΟΓΡ».
ὁ Δρ Χαραλάμπης Μ. Μπούσιας,
Μέγας Ὑμνογράφος τῆς τῶν Ἀλεξανδρέων Ἐκκλησίας

. Εἴμαστε ἀδύναμα πλάσματα ὅλοι μας, ὅσοι φέρουμε τὸ χοϊκὸ σαρκίο. Ἂν νοιώθουμε δυνατοί, καὶ πρέπει ἐμεῖς οἱ Χριστιανοὶ νὰ νοιώθουμε δυνατοί, τὸ ὀφείλουμε στὴ χάρη τοῦ Θεοῦ μας ποὺ μᾶς ἀγκαλιάζει πάντοτε. «Πάντα ἰσχύω ἐν τῷ ἐνδυναμοῦντί με Χριστῷ» (Φιλιπ. δ´ 13), θὰ μᾶς πεῖ ὁ Παῦλος. Μὲ αὐτὴ τὴ θεϊκὴ δύναμη κατορθώνουμε τὰ πάντα. Ἔτσι εἴμαστε ἀδικαιολόγητοι ὅταν λέμε «Δὲν μπορῶ». Αὐτὴ ἡ φράση δὲν εἶναι χριστιανικὴ καὶ δὲν μᾶς ταιριάζει. Ἐμεῖς οἱ Χριστιανοὶ λέμε: «Ὅλα τὰ μπορῶ». Δὲν τὰ μποροῦμε, ὅμως, μόνοι μας, ἀλλὰ μὲ τὴ βοήθεια τοῦ Θεοῦ.
. Εἶναι ἀλήθεια ὅτι, γιὰ νὰ διατηροῦμε τὴ μνήμη τοῦ Θεοῦ, ἀπαιτεῖται κόπος καὶ ἀγώνας. Νόμιμος καὶ μόνιμος ἀγώνας μὲ τὴν θύμηση τοῦ Κυρίου μας καὶ τὴν ἐπίκληση τῆς πανσθενοῦς Του Χάριτος.

Μᾶς τὸ εἶπε ἄλλωστε Ἐκεῖνος, ὅτι θὰ εἶναι μαζί μας «πάσας τὰς ἡμέρας τῆς ζωῆς ὑμῶν» (Ματθ. κη´ 20), καὶ θέλει νὰ τὸν πρακαλοῦμε γιὰ νὰ ἔλθει ἀρωγός μας λέγοντάς μας «Αἰτεῖτε καὶ δοθήσεται, ζητεῖτε καὶ εὑρήσετε, κρούετε καὶ ἀνοιγήσεται ὑμῖν» (Ματθ. ζ´ 7).
. Ὅταν ξεκινᾶμε τὴν ἡμέρα μας ὀφείλουμε νὰ ἀπευθύνουμε δοξολογία στὸν Κύριό μας ποὺ μᾶς ἀξίωσε πάλι νὰ δοῦμε τὸ φῶς τοῦ ἥλιου, νὰ ξυπνήσουμε ἀπὸ τὸν ὕπνο, τὸ «μικρὸ θάνατο», ὅπως τὸν ὀνόμαζε ὁ Γέροντάς μας Γαβριήλ. Μετὰ δυναμωμένοι ἀπὸ τὴ χάρη τοῦ Θεοῦ μας ὀφείλουμε νὰ διασαλπίζουμε παντοῦ τὶς πρὸς ἐμᾶς εὐεργεσίες Του καὶ μὲ τὴ δύναμη ποὺ ἔχουμε ἀποκτήσει ἀπὸ τὴ χάρη Του νὰ ἐπαναστατοῦμε ἐναντίον τῶν δυνάμεων τοῦ κακοῦ, αὐτῶν ποὺ ὅλη τὴν ἡμέρα μᾶς κυκλώνουν. Ὀφείλουμε νὰ διασαλπίζουμε τὴ χάρη τοῦ Θεοῦ στὸ οἰκογενειακό μας περιβάλλον, στὸν ἐργασιακό μας χῶρο, στὰ πανεπιστήμια, στὰ σχολεῖα μας, στὸ δρόμο ὅπου περπατοῦμε. Ὀφείλουμε νὰ ἐπαναστατοῦμε ἐναντίον τῶν ἐντύπων καὶ τῆς τηλεθεάσεως ποὺ προβάλλουν κάποιους, οἱ ὁποῖοι ἱδρώνουν νὰ ξεθεμελιώσουν ὅ,τι ἑλληνικό, ὅ,τι χριστιανικό, ὅ,τι ἀληθινὸ καὶ ἅγιο ἔχουμε ὡς φυλὴ καὶ ὡς ἔθνος. Ὀφείλουμε νὰ ἐπαναστατοῦμε ἐναντίον ὅλων αὐτῶν τῶν μέσων ἐνημερώσεως, αὐτῶν ποὺ στήνουν ἔντεχνες τρικλοποδιὲς στὴν πνευματικὴ πορεία τῶν νέων ἀνθρώπων, ἐκμεταλλευόμενα τὴν ἔφεση, ἰδίως τῶν νέων γιὰ γνώση. Ὀφείλουμε νὰ ἐπαναστατοῦμε κατὰ τῆς μερίδος τῶν δημοσιογράφων, ποὺ κατευθύνεται ἀπὸ καιροσκόπους καὶ τῶν πολιτικῶν ποὺ κατευθύνονται ἀπὸ ξένα συμφέροντα καὶ συντελοῦν στὸν ξεπεσμὸ τῶν ἠθικῶν καὶ πνευματικῶν μας ἀξιῶν. Ὀφείλουμε νὰ ἐπαναστατοῦμε ἐναντίον τῆς αὐτοαποκαλούμενης «προοδευτικῆς» κουλτούρας καί τῶν ὑποβολέων της ποὺ ἀνάλογα μὲ τὶς διαταγὲς ἑνὸς λοχία κλίνουν ἐπὶ δεξιὰ ἢ ἐπ’ ἀριστερὰ ἢ καὶ δὶς ἐπὶ δεξιὰ ἢ δὶς ἐπ’ ἀριστερὰ ἀνάλογα μὲ τὰ ἴδια συμφέροντα, τὰ ὁποῖα εἶναι ἐνάντια στὰ συμφέροντα τοῦ λαοῦ, τῆς Ἐκκλησίας μας, τῆς πατρίδος μας. Ὀφείλουμε νὰ διασαλπίζουμε, τέλος, τὸ μήνυμα τοῦ Χριστοῦ μας ὡς μήνυμα ζωῆς, ὡς μήνυμα νίκης προβάλλοντας τὸ αἰώνιο σύμβολό της, τὸν Σταυρὸ τοῦ Κυρίου μας.
. Ἡ δύναμη τοῦ Σταυροῦ εἶναι μεγαλύτερη ἀπὸ τὴ δύναμη ὁποιασδήποτε ὡρολογιακῆς βόμβας, εἶναι μεγαλύτερη ἀπὸ τὴ δύναμη τῶν πυροβόλων ὅπλων ποὺ πλήττουν βαθιὰ τὶς ψυχὲς τῶν ἀνθρώπων. Αὐτὰ διαφθείρουν καὶ σκοτώνουν, ὁ Σταυρὸς ἀνακαινίζει καὶ ζωοποιεῖ. Αὐτὰ δημιουργοῦν ἐρείπια ὁ Σταυρὸς κτίζει σὲ σταθερὰ θεμέλια, στὰ θεμέλια τῆς πίστεως καὶ «θεμέλιον ἄλλον οὐδεὶς δύναται θεῖναι παρὰ τὸν κείμενον, ὅς ἐστιν Ἰησοῦς Χριστός» (Α´ Κορ. γ´ 11).
. Μὲ τὴ δύναμη τοῦ Χριστοῦ μας καὶ ὡς κοινωνία διατηρούμαστε ἑνωμένοι καὶ μποροῦμε νὰ ἀντιμετωπίζουμε κάθε πειρασμό, κάθε θλίψη, κάθε ἀντιξοότητα τῆς ζωῆς αὐτῆς. Παροτρύνει πρὸς τοῦτο τὸν καθένα μας ὁ μέγας Παῦλος λέγοντας: «Ἐνδυναμοῦ ἐν τῇ χάριτι τῇ ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ (Β´ Τιμ. β´ 1), ὡς καὶ «ἀλλήλων τὰ βάρη βαστάζετε» (Γαλατ. ϛ´ 2). Ἀκόμη καὶ τὸ μεγαλύτερο ἐχθρό, τὸ θάνατο, δὲν τὸν φοβόμαστε οἱ πιστοί, ἀφοῦ ὁ Χριστός μας μὲ τὴν Ἀνάστασή Του καὶ αὐτὸν τὸν κατενίκησε καὶ τὸν μετέβαλε σὲ ὕπνο. Γι’ αὐτὸ καὶ τὰ νεκροταφεῖα τὰ ὀνομάζουμε κοιμητήρια. Ὁ φοβερὸς Ἅδης ἔχασε πιὰ τὴν δύναμή του, καθ’ ὅσον ὁ Κύριος «Πύλας Ἅδου…καὶ μοχλοὺς αἰωνίους συνέτριψε καὶ δεσμὰ διέρρηξε καὶ συνήγειρε νεκροὺς ἐκ τῶν τοῦ ᾍδου ἀλύτων δεσμῶν».
. Μὲ τὴ δύναμη τοῦ Χριστοῦ πάνω στὶς θλίψεις καὶ τὶς δοκιμασίες βλέπουμε καλύτερα τὴν ἀδυναμία μας. Ἀντιλαμβανόμαστε ὅτι δὲν ἔχουμε τὴ δύναμη νὰ ἀνταπεξέλθουμε καὶ νὰ ὑπερνικήσουμε τὴν κάθε δοκιμασία. Αἰσθανόμαστε τότε βαθιὰ τὴν ἀνάγκη νὰ ζητήσουμε βοήθεια καὶ συμπαράσταση. Ἀπὸ πού, ὅμως, θὰ τὴν ζητήσουμε; Βλέπουμε, ὅτι οἱ συνάνθρωποί μας, στοὺς ὁποίους τὶς περισσότερες φορὲς ἀπευθυνόμαστε, λίγο μποροῦν νὰ μᾶς βοηθήσουν ἢ καὶ καθόλου, ἂν καὶ ἡ ἐπιθυμία δὲν τοὺς λείπει. Καὶ τότε ὁ νοῦς καὶ ἡ καρδιά μας ἀνυψώνονται πρὸς τὸν Θεό. Κάποια μυστηριώδης ἐσωτερικὴ φωνὴ μᾶς λέει, ὅτι ὁ Παντοδύναμος θὰ μᾶς συμπαρασταθεῖ ἀποτελεσματικὰ στὴ θλίψη μας. Ἀκοῦμε τὸν ἴδιο τὸν Θεὸ νὰ μᾶς λέει: «Εἰ δύνασαι πιστεῦσαι, πάντα δυνατὰ τῷ πιστεύοντι» (Μάρκ. θ´ 23).
. Καὶ γιατί νὰ μὴν πιστεύσουμε μὲ ὅλη μας τὴν καρδιὰ καὶ μὲ ὅλη μας τὴν ψυχή; Ποιός εἶναι αὐτὸς ὁ Θεός, ἀπὸ τὸν ὁποῖο ζητᾶμε καὶ ἐλπίζουμε βοήθεια; Εἶναι Θεὸς πανάγαθος, γεμάτος καλωσύνη, ἀγάπη καὶ στοργὴ γιὰ τὰ πλάσματά του. Εἶναι ὁ τρυφερὸς Πατέρας, ποὺ μᾶς ἔδωσε τὸ δικαίωμα νὰ παρουσιαζόμαστε ὁποιαδήποτε ὧρα καὶ στιγμὴ μπροστά Του καὶ μὲ τὸ θάρρος τοῦ παιδιοῦ νὰ τοῦ λέμε: «Πατέρα θέλω τοῦτο, θέλω ἐκεῖνο…». «Πατέρα, βλέπεις ὅτι θλίβομαι. Θέλω νὰ ἀπαλύνεις τὸν πόνο μου, νὰ μὲ ἀπαλλάξεις ἀπὸ τὴ δοκιμασία…». Καὶ γιὰ Ἐκεῖνον τίποτα δὲν εἶναι ἀκατόρθωτο. Ὁ πολύαθλος Ἰὼβ στὶς σκληρὲς ὧρες τῆς τρομερῆς δοκιμασίας του διακήρυττε γεμάτος πίστη τὴν παντοδυναμία τοῦ Θεοῦ καὶ ἔλεγε: «Σὲ Αὐτὸν ὑπάρχει ἡ ἀπόλυτη καὶ ἀκατανίκητη δύναμη. Ἐὰν ὁ Κύριος γκρεμίσει ὅλα τὰ κτίσματα καὶ τὰ μεταβάλει σὲ ἐρείπια, ποιός μπορεῖ νὰ τὰ ἀνοικοδομήσει; Ἐὰν κλείσει μιὰ θύρα, ποιός μπορεῖ νὰ τὴν ἀνοίξει; Κοντά Του, ἀχώριστοι ἀπὸ Αὐτόν, εἶναι ἡ ἀπόλυτη ἐξουσία καὶ δύναμη. Αὐτὸς καταισχύνει τοὺς ἀνάξιους ἄρχοντες καὶ ἀπαλλάσσει τοὺς ταπεινοὺς ἀπὸ τὰ παθήματά τους. Στὴν παντοδύναμη ἐξουσία Του εἶναι ἡ ζωὴ καὶ ἡ ὕπαρξη πάντων».
. Ὑπάρχει ἕνας μύθος γιὰ τὸ πῶς τὰ πουλιὰ ἀπέκτησαν τὰ φτερά τους. Στὴν ἀρχὴ πλάστηκαν χωρὶς φτερὰ καὶ ὁ Θεὸς ἔκαμε τὰ φτερὰ καὶ τὰ ἔβαλε μπροστά τους λέγοντας: «Πάρτε αὐτὰ τὰ βάρη, νὰ τὰ κουβαλήσετε».
. Στὴν ἀρχή, ὅταν ὁ Θεὸς τὰ κάλεσε νὰ πάρουν τὰ φτερά τους ποὺ βρίσκονταν στὰ πόδια τους, τὰ πουλιὰ δίστασαν, γιατὶ τοὺς φάνηκε πολὺ δύσκολο, νὰ τὰ σηκώσουν. Ὅμως γρήγορα ἄκουσαν τὴν ἐντολὴ τοῦ Θεοῦ καὶ παίρνοντας τὰ φτερὰ στὸ ράμφος τους, τὰ ἔβαλαν στοὺς ὤμους τους, γιὰ νὰ τὰ κουβαλήσουν. Γιὰ ἔνα διάστημα τοὺς φάνηκε τὸ βάρος βαρὺ καὶ ἀσήκωτο, ἀλλὰ καθὼς προχωροῦσαν, διπλώνοντάς τα πάνω στὰ πλευρά τους, τὰ φτερά μεγάλωσαν στὰ σώματά τους καὶ γρήγορα ἀνακάλυψαν πῶς νὰ τὰ χρησιμοποιοῦν. Τὰ βάρη ἔγιναν φτερά! Οἱ δυσκολίες τῆς ζωῆς μας εἶναι βαρίδια ἀσήκωτα μὲ τὴ χάρη, ὅμως, τοῦ Θεοῦ γίνονται φτερά. Μὲ αὐτὲς γινόμαστε πιὸ δυνατοὶ καὶ πιὸ ὑπομονετικοί. Ἡ ἀνακάλυψη τῶν φτερῶν ἔρχεται μὲ τὸ βάρος τῶν θλίψεων. Ὅσο πιὸ μεγάλες εἶναι οἱ θλίψεις μας τόσο πιὸ δυνατὰ αἰσθανόμαστε τὰ φτερὰ ποὺ ἔχουμε. Καὶ τὰ φτερὰ εἶναι οἱ Ἅγιοι Ἄγγελοι ποὺ στέλνει ὁ Θεὸς σὲ ὅσους ἀπευθύνονται σὲ Αὐτόν. Εἶναι ἡ θεϊκὴ εὐεργεσία πρὸς τοὺς πονεμένους, εἶναι ἡ ἀπάντηση τοῦ οὐρανοῦ σὲ αὐτοὺς ποὺ κοιτάζουν ἐπάνω, ποὺ τηροῦν τὸ «ἄνω σχῶμεν τὰς καρδίας», ποὺ στρέφουν τὰ βλέμματά τους στὸν Κύριο, τὴν ἀπαρχὴ τῆς δυνάμεώς μας.
. Παίρνοντας δύναμη ἀπὸ τὸν Θεό-Πατέρα περάτωσε τὸν ἀγώνα του μαρτυρικὰ καὶ Τὸν δόξασε μὲ τὴν ἱεροπρεπῆ διαγωγή του καὶ τὴν ἄθλησή του σὲ βαθιὰ γεράματα ὁ Ἅγιος Χαραλάμπης. Ὁ Ἅγιος αὐτὸς ἦταν ταλαντοῦχος καὶ στηριζόταν πάντοτε στὸν Κύριο. Ἔτσι δικαολογεῖται τὸ νεανικό το σφρῖγος στὴν ἡλικία τῶν 113 ἐτῶν, τότε ποὺ προχωροῦσε πρὸς τὸ μαρτύριο. Εἶχε σύνεση, προθυμία, πίστη φλογερή, ἀγάπη στοὺς συνανθρώπους του καὶ πόθο μαρτυρίου. Εἶχε τάλαντα δοσμένα ἀπὸ τὸν ἐνισχυτή μας Θεό! Ὁ Παῦλος μᾶς λέει, «ἐμοὶ ἐδόθη οὐ μόνον τὸ εἰς Χριστὸν πιστεύειν, ἀλλὰ καὶ ὑπὲρ αὐτοῦ πάσχειν» (Φιλιπ. α´ 29). Ἔπαιρνε δύναμη ἀπὸ τὸν Θεὸ ὁ Ἅγιος Χαραλάμπης καὶ μαρτυροῦσε γιὰ τὴν πίστη Του. Ἔπαιρνε δύναμη νὰ διδάξει γι’ Αὐτὸν καὶ μὲ τὴ χάρη Του νὰ θαυματουργεῖ. Γι’ αὐτὸν τὸν Ἅγιο λέγεται ὅτι «παντοῦ προφθάνει», δηλαδὴ σὲ ὅποιον τὸν ἐπικαλεῖται τρέχει νὰ τὸν βοηθήσει. Ἔπαιρνε δύναμη ὁ Ἅγιος Χαράλαμπος νὰ ὁμολογεῖ μὲ παρρησία τὴν πίστη του καὶ μάλιστα γαλήνιος ἐνώπιον ὀργισμένων ἀπίστων, ἐνῶ ἤξευρε ὅτι ἡ ὁμολογία του αὐτὴ θὰ τὸν ὁδηγοῦσε στὸ μαρτυρίο, τὸ ὁποῖο ἄλλωστε ποθοῦσε. Ἐκεῖνος ὁμολογοῦσε Χριστό, ἐμεῖς σήμερα ὁμολογοῦμε; Ποιός ἀπὸ ἐμᾶς ἔχει τόλμη σήμερα νὰ πάει σὲ μιὰ συγκέντρωση ἀθέων καὶ νὰ ὑψώσει τὸ λάβαρο μὲ τὴν εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ; Ποιός ἀπὸ ἐμᾶς ἔχει τὸ ψυχικὸ σθένος νὰ πάει σὲ μιὰ παρέλαση ὁμοφυλοφίλων καὶ τοὺς φωνάξει τὸ Προδρομικό «οὐξ ἔξεστί σοι» (Μάρκ. ϛ´ 18), δὲν σᾶς ἐπιτρέπεται νὰ διαστρέφετε τὴν ἀνθρώπινη φύση καὶ νὰ τὴν προβάλλετε ὡς φυσικὴ μὲ τὴ διαφορετικότητά της, ὅπως τὴν ὀνομάζετε; Δὲν παίρνουμε τὴν πίστη ἀπὸ τὸν οὐρανό, αὐτὴν τὴν ὁποία στὶς ἡμέρες μας ἔπαιρνε ὁ πολὺς π. Αὐγουστῖνος Καντιώτης, ὁ ἀκάματος ἐργάτης τοῦ Εὐαγγελίου, ὁ γνήσιος τηρητὴς τῶν ἀποστολικῶν παραδόσεων. Ὅταν ἔλεγαν στὸν π. Αὐγουστῖνο ὅτι τὸν ἀποκαλοῦσαν τρελλό, αὐτὸς ἀπαντοῦσε ὅτι εἶχε τὸ τάλαντο τῆς ἁγίας τρέλλας καὶ μὲ αὐτὴ φώναζε: «Χριστὸς καὶ Ἑλλάδα μᾶς χρειάζονται». Καὶ ὅταν διωκόταν γιὰ τὸ ὀρθόδοξο φρόνημά του καὶ τὴν πίστη του στὶς ἀρχὲς τοῦ Εὐαγγελίου, ἐκεῖνος μὲ χαρὰ φώναζε «τίς ἡμᾶς χωρίσει τῆς ἀγάπης τοῦ Χριστοῦ, θλῖψις ἢ στενοχωρία, ἢ διωγμὸς ἢ λιμὸς ἢ γυμνότης ἢ κίνδυνος ἢ μάχαιρα (Ῥωμ. η´ 35), καὶ «ἐμοὶ τὸ ζῆν Χριστὸς καὶ τὸ ἀποθανεῖν κέρδος» (Φιλιπ. α´ 21). Ἐμεῖς ὡς ἀπόγονοι τοῦ Λεωνίδα, τοῦ Κωνταντίνου Παλαιολόγου, τῶν Μεσολογγιτῶν μιμούμενοι τοὺς ἀγωνιστὲς τῆς Ἐξόδου τοῦ Μεσολογγίου ποὺ ἔλεγαν στὸν Ἰμπραήμ: «Τὸ Κάστρο μας θέλεις; Τὰ κλειδιά του εἶναι κρεμασμένα στὰ κανόνια μας! Ἔλα νὰ τὰ πάρεις!», ἂς φωνάζουμε στοὺς ἀπίστους, στοὺς νεωτεριστές, ἀλλὰ καὶ στοὺς μοντέρνους θεολόγους, ποὺ παραχαράσσουν τὸ Ὀρθόδοξο δόγμα μας: «Τὴν πίστιν μας θέλετε νὰ ταπεινώσεστε ἢ νὰ ἀλλοιώσετε; Θὰ περάσετε ἀπὸ τὰ πτώματά μας».
. Ὁ ἀγώνας μας εἶναι ἀγώνας ζωῆς καὶ σὲ αὐτόν, ἀλλοίμονο, ἂν δὲν ἔχουμε τὴ βοήθεια τοῦ Θεοῦ. Μὲ αὐτὴν θὰ βγοῦμε νικητὲς καὶ μὲ αὐτὴ θὰ ἀλλάξουμε τὴν κοινωνία μας καὶ πρώτιστα τοὺς ἑαυτούς μας ἀπὸ κάθε ἀδυναμία, ἀπὸ κάθε κακό, ἀπὸ κάθε ἐπίδραση τοῦ πονηροῦ, ποὺ μᾶς κοροϊδεύει ὀνομάζοντάς μας δυνατούς, γιὰ νὰ νοιώσουμε στὶς δυσκολίες τῆς ζωῆς τὴν ἄπειρη ἀδυναμία μας.

Δρ Χαραλάμπης Μ. Μπούσιας,
Μέγας Ὑμνογράφος τῆς τῶν Ἀλεξανδρέων Ἐκκλησίας
Ἅρθρ. 9-2-16

Ένα… γέμισμα! – Αληθινή ιστορία!!!



Θά σοΰ τό πώ, παιδί μου, γιά νά ένισχυθεΐς στήν πίστη ότι ό Κύριος δέν έγκαταλείπει τούς δικούς του, όταν αύτοί μέ απόλυτη έμπιστοσύνη στή στοργική Πρόνοιά Του άφήνουν τούς έαυτούς τους καί τις οίκογένειές τους στά χέρια Του…

Μέ τούτα τά λόγια άρχισε ό πατήρ ‘Ιωάννης νά διηγείται σέ πνευματικό του παιδί τό περιστατικό έκεΐνο άπό τήν ιερατική του ζωή καί διακονία, όταν νέος άκόμα άρχιμανδρίτης γυρνοϋσε τά χωριά τού θεσσαλικοϋ κάμπου ώς ιεροκήρυκας τής Μητροπόλεως.

-Πάνε χρόνια τώρα, άλλά τό γεγονός έκεΐνο δέν είναι δυνατόν νά σβήσει μέσα μου. Είναι κάτι πού θά τό θυμούμαι σ’ όλη μου τή ζωή.

Κι άρχισε νά διηγείται:

-Ήταν Κυριακή, Νοέμβρης μήνας, άν θυμάμαι καλά. Άπό τή Μητρόπολη μ’ έστειλαν νά λειτουργήσω σ’ ένα ήμιορεινό χωριό, κάπου στούς πρόποδες τού Κισσάβου. Ήξερα ότι έκεΐ εφημέριος είναι ένας πολύ εύσεβής ίερεύς, ό π. ’Εμμανουήλ. Τόν έβλεπα κάπου – κάπου στις ιερατικές μας συνάξεις. Διακρινόταν γιά τή σεμνότητα καί εύλάβειά του. Ήταν καί πολύτεκνος οικογενειάρχης. Πέντε παιδιά εΐχε.

Έφτασα σχεδόν άχάραγα άκόμη στό χωριό. Ό ναός άνοιχτός. Ό π. ’Εμμανουήλ άναβε τά καντήλια. Πώς έκανε πού μέ είδε! «Καλώς ήλθες, πάτερ μου, στό χωριό μας. Σήμερα θά ’χουμε πατριαρχική λειτουργία μέ τήν παρουσία σου»! Τό ’λεγε, καί τό πρόσωπό του φωτιζόταν. Τί άνθρωπος!

Λειτουργήσαμε μαζί. Τόσο πού εύχαριστήθηκα! Συνδύαζε ό ίερεύς αύτός τήν άπλότητα μέ κάποια – πώς νά τό πώ; – έπισημότητα στή λειτουργία του. Μεγάλα πράγματα…

Όταν άπολύσαμε, μοΰ λέει μέ τό φωτεινό του πρόσωπο:

-Πάτερ μου, δέν θά φύγεις. Σήμερα θά φάμε μαζί στό σπίτι. Ήδη ή πρεσβυτέρα πήγε νά έτοιμάσει τό τραπέζι.

Δέν μπορούσα νά άρνηθώ. Καί μόνο ό τρόπος του μέ σκλάβωνε.

Πήγα στό σπίτι του. Όλα πρόδιδαν έσχατη φτώχεια. Δύο καμαρούλες όλο κι όλο, κι ένα καθιστικό, πού ήταν καί κουζίνα καί τραπεζαρία μαζί.

Τά παπαδοπαίδια – πέντε, όπως σοΰ είπα – όλα τους χαριτωμένα, γελαστά, πρόθυμα. Τό μεγαλύτερο ώς δεκάξι -δεκαεφτά χρονών. Τό μικρότερο στήν αγκαλιά τής μάννας. Τά δύο άγοράκια, άφοΰ πήραν τήν εύχή μου καί ζήτησαν τήν άδεια άπό τόν πατέρα τους, βγήκαν έξω στήν αύλή νά παίξουν. Ή μία άπό τις κόρες έψησε τόν καφέ καί τόν έφερε σεβαστικά, νά πιούμε μέ τόν παπα-Μανώλη. Έπειτα εύγενικά άποσύρθηκε στό διπλανό δωμάτιο. Ή άλλη, μικρότερη, έτρεχε πίσω άπό τή μαμά.

-Πάτερ Ιωάννη, μοϋ λέει ό παπα-Μανώλης, όπως βλέπεις, φτώχεια μεγάλη έχουμε. Αλλά δόξα τω Θεώ. Τίποτε δέν μάς λείπει. Όλα μάς τά δίνει ό άγαθός Θεός. Μέρα – νύχτα Τόν ευχαριστούμε καί Τόν δοξάζουμε. Τί νά σοϋ πω; Έγώ, πάτερ μου, συγκινοϋμαι πολύ μέ τις εύεργεσίες τού Θεού στό σπίτι μας. Έχουμε τέτοια χαρά έδώ μέσα, ένα γέμισμα νιώθουμε, δέν μπορώ νά σοΰ τό έξηγήσω.

-Ή χάρις είναι, πάτερ μου, ή χάρις τού Θεού. Αύτή δίνει αύτό τό γέμισμα πού λές.

-Ναι, πάτερ. Αύτό είναι. Όπως τό είπες. Η χάρις.

Μοΰ ’πε καί άλλα γιά τήν ιερατική του διακονία στό χωριό, μέχρι πού έφτασε ή ώρα γιά τό φαγητό. Ή πρεσβυτέρα φώναξε τά παιδιά καί όλοι βρεθήκαμε γύρω άπό τό τραπέζι.

Έμεινα έμβρόντητος. Στό τραπέζι ύπήρχε μία ψωμιέρα στό κέντρο μέ μιά λειτουργιά άπό τήν έκκλησία, καί στόν καθένα μπροστά ένα πιάτο μ’ ένα κεφτεδάκι μέσα. Τό δικό μου πιάτο είχε δύο. Τίποτε άλλο.

Τό μικρότερο άγόρι είπε τό «Πάτερ ημών»; «Τόν άρτον ήμών τόν έπιούσιον δός ήμΐν σήμερον…». Έγώ εύλόγησα. Καθίσαμε.

Φάγαμε. Τί γεύμα ήταν έκεΐνο! Τί άπόλαυση! Δέν μπορώ νά σοϋ πώ, παιδί μου. Άπόλαυση. Χαρά! Χορτασμός. Χορτασμός; Ξέρεις τί χορτασμός; Σά νά είχα φάει διπλή μερίδα άπ’ ό,τι συνήθως τρώμε. Κι όχι μόνο χορτασμός. Ένα… – πώς νά σού πώ; – ένα γέμισμα! Αύτό. Αύτό πού είπε ό π. ’Εμμανουήλ πρίν. Γέμισμα. Εύφροσύνη. Ηδονή. Συγκίνηση. Πώς νά σοϋ τό περιγράφω, δέν ξέρω!

Έκανα τήν εύχαριστία στό τέλος. «Εύλόγησον τά περισσεύματα τής παρούσης τραπέζης…» – λίγα ψίχουλα ήταν – «καί πλήθυνον αύτά έν τώ οϊκω τούτω καί εις τόν κόσμον σου άπαντα». Καί καθώς τά παιδιά μέ κοίταζαν πού έλεγα τήν προσευχή, τά μάτια τους είχαν μιά τέτοια λάμψη, ζωηράδα, χαρά… Τί νά σου πώ, παιδί μου. Ένα… γέμισμα!

ΠΗΓΗ.ΟRTHOGNOSIA

Η νηστεία… ανατρέπει Θεϊκές αποφάσεις!



Να τι λέγει περί της νηστείας ο Μακαριστός Γέρων Άνθιμος ο Αγιαννανίτης:

«Εμείς οι απόγονοι τους να μη τους μιμηθούμε και να μη κοπιάσουμε λίγο με τη νηστεία που δυναμώνει το σώμα και ζωογονεί την ψυχή; Είναι δύσκολο αυτό;Βλέπουμε, οι ασκητές που νηστεύουν τρομερά, είναι όλοι μακρόβιοι, ενώ οι τρυφηλοί, που τρώνε ακατάπαυστα, είναι ολιγοχρόνιοι και μαστίζονται από πολλές ασθένειες. Φάρμακο για την καλύτερη υγεία και αύξηση της αρετής που περιφράσει τον άνθρωπο από κάθε επίθεση του κακού είναι η νηστεία.

Οι Νινευίτες με την νηστεία δυσώπησαν το Θεό και καθώς ο προφήτης Ιωνάς αναφέρει, γλύτωσαν την καταστροφή. Ο ίδιος ο προφήτης καθόταν κάτω από μια κολοκυθιά και περίμενε να δει το ξέσπασμα της οργής του Θεού. Ξάφνικα, τότε, ξεράθηκε η κολοκυθιά και ο προφήτης λυπήθηκε βαθύτατα, οπότε άκουσε τον Θεό να τον ελέγχει λέγοντας:

-Βλέπω ότι λυπήθηκες για την κολοκυθιά που ξεράθηκε και για την οποία δεν κοπίασες να την φυτεύσεις. Μόνη της φύτρωσε, ανέβηκε και έκανε σκιά. Εγώ δεν θα λυπηθώ την Νινευί, την πόλη την μεγάλη, που τόσες μυριάδες λαού δεν έγειραν μήτε δεξιά, μήτε αριστερά, από τον Βασιλέα και τους ηλικιωμένους μέχρι τα νήπια και τα ζώα! Όλα έμειναν νηστικά. Πως μπορώ να μην τους λυπηθώ;

Είδατε η νηστεία όχι μόνο παρέχει πλήθος από αγαθά στον άνθρωπο, αλλά εξευμενίζει και τον ίδιο τον Θεό. Η ιδέα που έχουν μερικοί ότι η νηστεία βλάπτει είναι πλανεμένη. Όσοι όμως κάνουν βαριές εργασίες πρέπει να τρώνε κάτι, για να δυναμώνουν, καθώς και οι ασθενείς να ακολουθούν τις υποδείξεις των γιατρών. Σε αυτές τις περιπτώσεις το σώμα μας χρειάζεται ιδιαίτερη μεταχείριση, αφού είναι «ναός τον εν ημίν αγίου Πνεύματος». (Α’ Κορινθ. στ’ 19).

από το βιβλίο: «Η δίαιτα του Θεού – Η νηστεία της Ορθόδοξης Εκκλησίας» – Γ.Μ. Σπηλιώτη

Η μόνη ελπίδα του Έθνους...



*Εδώ που έχουμε φτάσει βλέπουμε ότι ανθρωπίνως πλέον δεν μπορεί να γίνει τίποτα. Η μόνη ελπίδα που μπορεί να μας σώσει είναι και η μόνη Ελπίδα που δεν πρόκειται να σε προδώσει ποτέ, γιατί είναι η Αιώνια και αλάνθαστη Ελπίδα..

Μόνη ελπίδα ο Χριστός. Και η ταλαίπωρη πατρίδα μας, η Ελλάδα, που ελπίζει ότι θα την βοηθήσει ο άλφα ή ο βήτα διεθνής οργανισμός, μάταια περιμένει.

Απεδείχθη στο παρελθόν, ότι δεν πρέπει να στηρίζουμε τις ελπίδες μας σ’ αυτούς. Είναι ένα μυστήριο η αχαριστία των εθνών προς την πατρίδα μας· προσέφερε ανεκτίμητες υπηρεσίες στην ανθρωπότητα, και όμως δεν την αγαπούν.Το 1922 συνέβη το φοβερό δράμα της Μικράς Ασίας. Έσφαξαν τα άγρια θηρία τους Χριστιανούς, γέμισε η προκυμαία της Σμύρνης, τα πεζοδρόμια και η θάλασσα από αίμα ελληνικό. Και μέσα στο λιμάνι ήταν μεγάλα θωρηκτά της Αμερικής, της Αγγλίας, της Γαλλίας, της Ιταλίας· δεν βοήθησαν τους Χριστιανούς που σφάζονταν. Ο Αμερικανός πρόξενος, που βρίσκοταν εκεί, έγραψε έπειτα· -Όταν σκέπτωμαι το δράμα της Μικράς Ασίας, ντρέπομαι που είμαι άνθρωπος και Αμερικανός…

Να μήν έχουμε εμπιστοσύνη και να μην περιμένουμε καμμία βοήθεια από ανθρώπινες δυνάμεις. Η Ελλάς -να το πάρουμε απόφαση- είναι εγκαταλελειμμένη· μοιάζει με τον άνθρωπο που έπεσε στους ληστάς. Πολεμείτε δια μέσου των αιώνων. Είναι θαύμα πως ζει και θα ζήσει όχι με τη συμμαχία του άλφα ή του βήτα κράτους. Ζει και θα ζήσει υπό έναν όρο· αν και εμείς πλησιάσουμε το Χριστό. Όταν ο Χριστός είναι μαζί μας, δεν έχουμε ανάγκη από καμμία άλλη συμμαχία. Ο Χριστός μας φτάνει για να φωνάξουμε κ’ εμείς το «Γνώτε έθνη και ηττάσθε, ότι μεθ’ ημών ο Θεός»(Μέγα απόδειπνο).

Άντρες γυναίκες παιδιά, να έχουμε σύμμαχο μας το Χριστό! Ας έρθουν να μας πολεμήσουν. Θα αγωνιστούμε όπως οι πρόγονοί μας και θα νικήσουμε, δοξάζοντες Πατέρα Υιόν και άγιον Πνεύμα· αμήν.

(Τελος ομιλίας επισκόπου Αυγουστίνου Καντιώτου, Πτολεμαϊδα 15-11-1992)

Εν μεσω ενος Ελληνικου λαου, εν μεσω βαθυτατης οικονομικης κρισης, ζωντος εν κραιπαλη και μεθη, συνεχως και αδιαλλειπτως, ολοκληρον τον χρονο, μετατρεποντας τον σε ΤΣΙΚΝΟΧΡΟΝΟ, ακουμε τους Αγιους μας, εμας τους χριστιανους, συνεχως να μας βροντοφωναζουν:





Aει μεν, μαλιστα δε νυν, ευκαιρον ειπειν: Ματαιοτης ματαιοτητων και παντα ματαιοτης.

Δια ταυτην την πνευματικην ρησιν επαδομεν συνεχως επιλεγοντες: ματαιοτης ματαιοτητων και παντα ματαιοτης.

Ταυτην γαρ την ρησιν
Και εν τοιχοις,
Και εν ιματιοις,
Και εν αγορα,
Και εν οικια,
Και εν οδοις,
Και εν θυραις,
Και εν εισοδοις,
Και προ παντων
Εν τω εκαστω συνειδοτι
συνεχως εγγεγραφθαι δει
και δια παντος αυτην μελεταν.


Ιερος Χρυσοστομος ΕΠΕ,33,88.