ΕΙΣ ΤΟ ΟΝΟΜΑ ΤΟΥ ΠΑΤΡΟΣ ΚΑΙ ΤΟΥ ΥΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΠΝΕΥΜΑΤΟΣ. ΑΜΗΝ
Ηράκλειο, 8 Ιουλίου 2019
Από: Ευάγγελος Ν. Παπαδάκης, Αγίας Άννας 5, Οικισμός Αγίου Δημητρίου, Γαζίου
Προς: Αρχιεπίσκοπο Κρήτης κ.κ. Ειρηναίο
Κοιν: Πρωτοπρεσβύτερο Εμμ. Ξυλούρη ιερού Ναού Αγ. Μαρίνας Τσαλικάκι Γαζίου
Θέμα: Δήλωση Αποτειχίσεως, Ομολογία Πίστεως, Κατάθεση Ερωτήματος, Αίτηση Απαντήσεως.
«Ουκ αρνησόμεθα σε φίλη Ορθοδοξία, ου ψευδόμεθα σε πατροπαράδοτον σέβας. Εν σοι εγεννέθημεν, εν σοι ζώμεν, εν σοι κοιμησόμεθα. Ει δε και καλέσει καιρός και μυριάκις υπέρ σου τεθνηξόμεθα». (Ιωσήφ Βρυέννιος)
ΔΗΛΩΣΗ ΑΠΟΤΕΙΧΙΣΕΩΣ
Αρχιεπίσκοπε Κρήτης κ.κ. Ειρηναίε, με αυτήν μου την επιστολή σας δηλώνω ότι λαμβάνω την απόφαση να εφαρμόσω τον 31ο Ιερό Αποστολικό Κανόνα[1] και το 15οΙερό Κανόνα της Α&Β Αγίας Συνόδου[2], αλλά πρωτίστως να υπακούσω στις αμέτρητες εντολές του Ευαγγελίου για την ορθοπραξία, όταν εμφανίζονται ψευδοποιμένες και καταχραστές του λόγου του Κυρίου μας, διακόπτοντας την εκκλησιαστική κοινωνία μαζί σας αλλά και με όσους κοινωνούν με εσάς, κατά τα προστάγματα των Αγίων Πατέρων, προς δόξαν του Κυρίου και Θεού ημών Ιησού Χριστού.
Διακόπτω την εκκλησιαστική κοινωνία μαζί σας, όσο κι αν αυτό με θλίβει αφάνταστα, όχι μόνο γιατί δεν έχετε πράξει τίποτα απολύτως εναντίον της φοβερής Παναιρέσεως που λυμαίνεται την εκκλησία μας, αλλά και γιατί συγκαταλέγεστε πια μέσω της απραξίας σας, της συνεργασίας σας, της κοινωνίας σας με τους οικουμενιστές καθώς και της εγκαταλείψεως του ποιμνίου στα φοβερά δόντια αυτών των προβατόσχημων λύκων, στους «εργαζομένους την ανομίαν».
Διακόπτω την εκκλησιαστική κοινωνία μέχρι αποκαταστάσεως της Ορθής κατά τους Αγίους Πατέρες Πίστης και την Συνοδική καταδίκη της ήδη καταγνωσμένης αίρεσης του οικουμενισμού, των κακοδόξων, των αιρετικών, και των αιρετιζόντων [3]. Καταδικάζω την αίρεση και ομολογώ την Αλήθεια του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, όπως αυτή μας παρέδωσαν οι Άγιοι Πατέρες της Εκκλησίας, Απόστολοι, Μάρτυρες και Ομολογητές, κάνοντας Υπακοή στους λόγους τους και τους λόγους των Αγίων ενδόξων και πανευφήμων Αποστόλων που επιτάσσουν την διακοπή της εκκλησιαστικής κοινωνίας με τους αιρετικούς, τους αιρετίζοντες και τους σιωπούντες. [4] «παραγγέλλομεν δὲ ὑμῖν, ἀδελφοί, ἐν ὀνόματι τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, στέλλεσθαι ὑμᾶς ἀπὸ παντὸς ἀδελφοῦ ἀτάκτως περιπατοῦντος καὶ μὴ κατὰ τὴν παράδοσιν ἣν παρέλαβον παρ᾿ ἡμῶν» Β Θεσ 3,6 και «Θαυμάζω ὅτι οὕτω ταχέως μετατίθεσθε ἀπὸ τοῦ καλέσαντος ὑμᾶς ἐν χάριτι Χριστοῦ εἰς ἕτερον εὐαγγέλιον, 7 ὃ οὐκ ἔστιν ἄλλο, εἰ μὴ τινές εἰσιν οἱ ταράσσοντες ὑμᾶς καὶ θέλοντες μεταστρέψαι τὸ εὐαγγέλιον τοῦ Χριστοῦ. 8 ἀλλὰ καὶ ἐὰν ἡμεῖς ἢ ἄγγελος ἐξ οὐρανοῦ εὐαγγελίζηται ὑμῖν παρ᾿ ὃ εὐηγγελισάμεθα ὑμῖν, ἀνάθεμα ἔστω. 9 ὡς προειρήκαμεν, καὶ ἄρτι πάλιν λέγω· εἴ τις ὑμᾶς εὐαγγελίζεται παρ ὃ παρελάβετε, ἀνάθεμα ἔστω.» Γαλάτας 1
ΟΜΟΛΟΓΙΑ ΠΙΣΤΕΩΣ
Αρνούμαι να αποδεχτώ την ψευδοσύνοδο του Κολυμπαρίου ως αγία και μεγάλη, την οποία καταγγέλλω ως ληστρική, κατά τα παπικά πρότυπα αφού ψήφισαν μόνο οι προκαθήμενοι των Εκκλησιών και όχι όλοι οι Επίσκοποι, στερούμενη Αγίου Πνεύματος και πάσης θεοπνευστίας και δεν αποδέχομαι ως εκκλησίες, με ψευδομυστήρια και με ψευδοϊεροσύνη, τις αιρέσεις των καταδικασμένων παπικών, προτεσταντών, μονοφυσιτών και κάθε αιρετικής ομολογίας.
Αρνούμαι την κάθε είδους εκκλησιαστική κοινωνία με πλανεμένους και καταδικασμένους παπικούς και τους αιρετικούς κάθε ομολογίας άνευ της μετάνοιας αυτών. Ενάντια στις εντολές του Κυρίου και των Αγίων Πατέρων δεν τους ομολογείτε την Ορθόδοξο Πίστη ως μόνη Οδό Σωτηρίας καταδικάζοντάς τους στο σκότος της πλάνης τους. Αντίθετα τους δέχεστε ως εκκλησίες.
Αρνούμαι ως μέλος της Ορθοδόξου Εκκλησίας, να συμμετέχω δια της ανοχής ή της σιωπής, σε κάθε διαχριστιανικό και διαθρησκειακό διάλογο που σκοπό έχει την ψευδομολογία των «κοινών στοιχείων» με τους ετεροδόξους και όχι την Ομολογία της Αληθείας και της μόνης αποκλειστικής Οδού Σωτηρίας που είναι η Ορθόδοξος Πίστη όπως αυτή μας την παρέδωσαν οι Άγιοι Πατέρες. Μόνο οι δια της Μίας και αληθινής Πίστεως, παιδιά αληθινά του Αβραάμ κληθήσονται.
Αρνούμαι να αποδεχθώ το διαχριστιανικό συλλείτουργο όπου πήρατε μέρος ως Μητροπολίτης Κυδωνίας και Αποκορώνου μαζί με τον Πατριάρχη κ.κ. Βαρθολομαίο στην Ουψάλα της Σουηδίας τον Αύγουστο του 1993.
Αρνούμαι να βρίσκομαι σε εκκλησιαστική κοινωνία με όσους καινοτομούν αντικανονικά και με όσους αποδέχονται αιρετίζουσες καινοτομίες που σκοπό έχουν να υπονομεύσουν την Ορθόδοξο Πίστη. Με όσους κατ΄ ομολογία πράξεων και λόγων, δια της σιωπής, διά της ανοχής, διά της αδράνειας, διά της ένοχης αγνοίας, δια της υποκρισίας, δια της δειλίας, δια της διπλωματίας, ανήκουν και υπηρετούν την παναίρεση του οικουμενισμού. «Οἵτινες τήν ὑγιᾶ ὀρθόδοξον πίστιν προσποιούμενοι ὁμολογεῖν, κοινωνοῦσι δέ τοῖς ἑτερόφροσι, τούς τοιούτους, εἰ μετά παραγγελίαν μή ἀποστῶσιν, μή μόνον ἀκοινωνήτους ἔχειν, ἀλλά μηδέ ἀδελφούς ὀνομάζειν.» Μέγας Βασίλειος ἁγ. Μάρκου Ἐφέσου, Ὁμολογία, CFDS, Ser. A. τόμ. Χ, fasc. II,
Αρνούμαι να αποδεχθώ την αρειανή «θεολογία» του Μητροπολίτη Περγάμου κ. Ζηζιούλα περί «Πρωτείου Του Πατρός στην Αγία Τριάδα», περί Πρωτείου του Κων/πόλεως και περί επισκοποκρατείας.
Αρνούμαι να συμμετάσχω στην κατάργηση του συνοδικού μας συστήματος και στην εκκοσμίκευση της Εκκλησίας και στην μετατροπή των Ιερών Ναών σε χώρους συναυλιών όπως στη Χριστουγεννιάτικη συναυλία στον Ιερό Ναό Κοιμήσεως της Θεοτόκου στα Μάλια ( 21.12. 2018).
Αρνούμαι και απορρίπτω ως απαράδεκτη και βλάσφημη κάθε μεταπατερική ψευδοδιδασκαλία των ορκισμένων υπηρετών του Διαχριστιανικού και Διαθρησκειακού Οικουμενισμού, εχθρών της Αληθείας και της εν Χριστώ Αγάπης, εχθρών του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, εχθρών των Αγίων Πατέρων, των Αγίων Μαρτύρων και Ομολογητών, και εχθρών των απανταχού διωκομένων δια την ομολογία τους, εν ζωή επισκόπων, μοναχών, κληρικών, λαϊκών, με τους οποίους εχθρούς εσείς -αν και φύλακες ποιμένες- παρόλα αυτά κοινωνείτε.
Αρνούμαι να σιωπήσω και να αποδεχτώ την διαρκώς κηρυττόμενη αίρεση «δημοσίᾳ καί γυμνῇ τῇ κεφαλῇ ἐπ’ Ἐκκλησίας» εκ μέρους του Οικουμενικού Πατριάρχου κ.κ. Βαρθολομαίου κατά τη θρονική εορτή του Πατριαρχείου στις 30.11.1998, την οποία δεν καταδικάσατε και απεναντίας αποδεχτήκατε κατά την ψευδοσύνοδο του Κολυμπαρίου άρα συμμορφωθήκατε με αυτή. Παραθέτω απόσπασμα από την προσφώνηση του Οικουμενικού Πατριάρχου κ. Βαρθολομαίου, προς την παπική αντιπροσωπεία, επικεφαλής της οποίας ήταν ο Καρδινάλιος William Η. Keeler. «Ἡ μετάνοια ἡμῶν διὰ τὸ παρελθὸν εἶναι ἀπαραίτητος. Δὲν πρέπει νὰ σπαταλήσωμεν τὸν χρόνον εἰς ἀναζήτησιν εὐθυνῶν. Οι κληροδοτήσαντες εἰς ἡμᾶς τὴν διάσπασιν προπάτορες ἡμῶν ὑπῆρξαν ἀτυχῆ θύματα τοῦ ἀρχεκάκου ὄφεως καὶ εὑρίσκονται ἤδη εἰς χείρας τοῦ δικαιοκρίτου Θεοῦ. Αἰτούμεθα ὑπὲρ αὐτῶν τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ, ἀλλὰ ὀφείλομεν ἐνώπιον αὐτοῦ, ὅπως ἐπανορθώσωμεν τὰ σφάλματα ἐκείνων ». Δηλαδή Σεβασμιώτατε οι «κληροδοτήσαντες εἰς ἡμᾶς τὴν διάσπασιν προπάτορες ἡμῶν» που είναι Άγιοι της Εκκλησίας μας και τους τιμούμε με κάθε ιερότητα, ὑπῆρξαν ἀτυχῆ θύματα τοῦ ἀρχεκάκου ὄφεως; Μη γένοιτο! Επίσης παραθέτω θρονική εορτή του Πατριαρχείου, παρουσία του Πάπα Φραγκίσκου (30.11.2014)
Αρνούμαι να αποδεχτώ το κοράνιο ως «άγιο», σύμφωνα με την δημόσια αιρετική ομολογία του Οικουμενικού Πατριάρχου κ.κ. Βαρθολομαίου όταν την 29.10.2009 σε εκδήλωση της coca cola στην Ατλάντα των ΗΠΑ, δώρισε το Κοράνι στον Τούρκο διευθυντή της εταιρείας χαρακτηρίζοντάς το ως «άγιο», σπουδαίο και «ιερό για τους μουσουλμάνους αδελφούς του». Η πρωτοφανής αυτή αιρετική πράξη δεν καταδικάστηκε εκ μέρους σας και με την σιωπή σας καταντήσατε ομοφρονούντες αυτής της πρωτόγνωρης βλασφημίας.
Αρνούμαι να βρίσκομαι σε εκκλησιαστική κοινωνία με χειροφιλητές της βλάσφημης και ανίερης χείρας του καταδικασμένου πάπα Φραγκίσκου, των προκατόχων αυτού και τους μνημονευτές που προσκυνούν τους βδελυρούς και ακάθαρτους λόγους του.
https://www.youtube.com/watch?v=S5e81e4qMYI
Αρνούμαι να σιωπήσω, να αποδεχτώ, να μην καταδικάσω, να μην καταγγείλω την αναίσχυντη προδοσία του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού και την πρόστυχη προδοσία του ποιμνίου, με εωσφορικές και μασονικού τύπου στρατηγικές, με βρώμικες πολιτικές, με συνειδητή υποκρισία και διπλωματία, διότι το έτος 1965, μεταξύ του Πατριάρχη Αθηναγόρα και του πάπα Παύλου ΣΤ΄ έγινε άρση της ακοινωνησίας με τους παπικούς. Καταθέτω τα παρακάτω αποσπάσματα από το βιβλίο του Μητροπολίτη Ναύπακτου Ιερόθεου Βλάχου «Ἡ Ἁγία καὶ Μεγάλη Σύνοδος, Θεολογικὲς καὶ ἐκκλησιολογικὲς θέσεις» (σελ. 150-154),στο οποίο αποκαλύπτει την μεγάλη απάτη κατά της Πίστεως που συντελέστηκε το 1965 με την υποτιθέμενη άρση αναθεμάτων: «Τὸ ἐκπληκτικὸ τῆς ὑπόθεσης εἶναι ὅτι ἐνῶ τὸ ἑλληνικὸ κείμενο κάνει λόγο γιὰ ἄρση τοῦ ἀναθέματος ποὺ ἔγινε τὸ 1054 μ.Χ., τὸ πρωτότυπο γαλλικὸ κείμενο καὶ τὸ αγγλικὸ κάνουν λόγο γιὰ ἄρση ἀκοινωνησίας. Συγκεκριμένα. Τὸ ελληνικὸ κείμενο γράφει: «4) Ὅθεν ὁ πάπας Παῦλος ὁ ΣΤ καὶ ὁ πατριάρχης Ἀθηναγόρας ὁ Α’ μετὰ τῆς περὶ αὐτὸν Συνόδου… β) ἀποδοκιμάζουσιν… τὰ ἐπακολουθήσαντα ἀναθέματα… Τὸ γαλλικὸ ( πρωτότυπο )κείμενο γράφει: «C‘ est porqouoi le pape Paul VI et le patriarch e Athenagoras Ier en son synode… b) regreter également et enlever de la memoire et du milieu de l‘Eglise les sentences d‘ excommunication… Τὸ αγγλικὸ κείμενο γράφει: «Pope Paul VI and Patriarch Athenagoras I whith his synod, in common agreement… b) They like wise regret and remove both from memory and from the midst of the Church the sentences of excommunication…
Σαφής ΕΞΑΠΑΤΗΣΗ κλήρου και λαού, καθώς το μεν ελληνικό κείμενο κάνει λόγο για άρση αναθεμάτων, τα δε άλλα κείμενα, γαλλικό και αγγλικό, κάνουν λόγο για άρση ακοινωνησίας.. Και μετά από αυτές τις φρικιαστικές αποκαλύψεις ὁ Μ. Ναυπάκτου ρωτάει: « Ἑπομένως, πρέπει νὰ διευκρινισθεῖ σαφέστατα το τί ἔγινε τὸ 1965: ἄρση ἀκοινωνησίας ἢ ἄρση ἀναθεμάτων. Ἄν ἔγινε ἄρση τῶν ἀναθεμάτων… τότε ὑφίσταται ἡ ἀκοινωνησία… Ἂν ἔγινε ἄρση τῆς ἀκοινωνησίας… τότε γιατὶ γίνεται ὁ θεολογικὸς διάλογος προκειμένου νὰ ἀρθῆ ἡ ἀκοινωνησία;.. Τὸ γεγονὸς εἶναι ὅτι οἱ Ρωμαιοκαθολικοὶ ἰσχυρίζονται σὲ διάφορες συζητήσεις ποὺ ἔχω κάνει μαζί τους ὅτι ἔγινε ἡ ἄρση ἀκοινωνησίας τὸ 1965, γι’ αὐτὸ προσέρχονται στοὺς Ὀρθοδόξους Ναοὺς γιὰ νὰ κοινωνήσουν τοῦ Σώματος καὶ τοῦ Αἵματος τοῦ Χριστοῦ.» (σελ. 159 ): «Πάντως, οἱ Ρωμαιοκαθολικοὶ γνωρίζουν ὅτι ἤρθη ἡ ἀκοινωνησία μεταξὺ των Ἐκκλησιῶν καὶ γίνεται διάλογος γιὰ νὰ βρεθοῦν λύσεις σὲ μερικὲς διαφορὲς ποὺ εἶναι λεπτομεριακές… Καὶ ἀπὸ τοὺς ὀρθόδοξους Κληρικοὺς ποὺ γνωρίζουν αὐτὴν τὴν ἱστορία, ἄλλοι τοὺς κοινωνοῦν, γιατὶ ἔτσι ἔχουν συμφωνήσει, καὶ ἄλλοι ποὺ ἀρνοῦνται νὰ τοὺς κοινωνήσουν βρίσκονται σὲ ἀμηχανία…»
Αρνούμαι να συμμετέχω και να συνδράμω δια της αφωνίας μου, στην καταστρατήγηση των δογμάτων της Ορθοδοξίας από τους βδελυρούς οικουμενιστές και από τους κρυφοοικουμενιστές όφεις.
Δηλώνω ρητά ότι παραμένω στην Μία Αγία Καθολική και Αποστολική Εκκλησία λειτουργώντας και βαδίζοντας πάντα με γνώμονα τους Ιερούς Κανόνες, απέχοντας από κάθε είδους παρασυναγωγή ή σχισματική κίνηση και ομάδα, είτε των Γ.Ο.Χ. είτε των προστατευομένων Ουκρανών του Πατριάρχη κ. κ. Βαρθολομαίου, του Επιφανίου και οποιουδήποτε άλλου.
ΚΑΤΑΘΕΣΗ ΕΡΩΤΗΜΑΤΟΣ & ΑΙΤΗΜΑ ΑΠΑΝΤΗΣΕΩΣ
Κλείνοντας σας καταθέτω τα παρακάτω ερωτήματα και αιτούμαι συνολικά την επίσημη απάντηση σας. «κρεῖττον γὰρ ἦν αὐτοῖς μὴ ἐπεγνωκέναι τὴν ὁδὸν τῆς δικαιοσύνης ἢ ἐπιγνοῦσιν ἐπιστρέψαι ἐκ τῆς παραδοθείσης αὐτοῖς ἁγίας ἐντολῆς.» Β Πετρ. 2,21
Εφόσον ο παπισμός (και οι υπόλοιπες αιρετικές ομολογίες) είναι εκκλησία, έχει ιεροσύνη, μυστήρια και έχει αποκατασταθεί η εκκλησιαστική κοινωνία με την άρση της από το 1965 σύμφωνα με τα πεπραγμένα σας και την ομολογία του Μητροπολίτη κ. Ιερόθεου, για ποιόν λόγο οι Ορθόδοξοι Χριστιανοί να ανήκουμε στην Ορθόδοξη Εκκλησία και μην εκκλησιαζόμαστε σε παπικά θρησκευτικά κτίρια; Αν είναι έτσι, δεν βρίσκω άλλους λόγους εκτός από την συνήθεια, το έθιμο και την ευκολία (απόσταση από τα παπικά θρησκευτικά κτίρια), καθώς με τις πράξεις και την απραξία σας κατά της Παναίρεσης, διδάσκετε ότι η Ορθόδοξη εκκλησία δεν κατέχει την Αλήθεια.
Αν το Κοράνιο είναι «άγιο», για ποιόν λόγο να μην εκκλησιαζόμαστε και να μην λατρεύουμε τον «Αλλάχ» στο τέμενος; Συμφωνείτε με τον Πατριάρχη κ.κ. Βαρθολομαίο; Κι αν δεν συμφωνείτε γιατί δεν έχετε καταδικάσει την αίρεση που κήρυξε πριν δέκα χρόνια και εξακολουθεί να κηρύττει διότι δεν μετανόησε, ενώ βρίσκεστε σε κοινωνία μαζί του;
Αν η Ορθόδοξος Πίστη όπως μας την παρέδωσαν οι Άγιοι Πατέρες είναι η μόνη οδός Σωτηρίας γιατί δεν καταδικάζετε την Παναίρεση του Οικουμενισμού και τους αιρετικούς; Αν αναγνωρίζετε και πιστεύετε διαφορετική οδό Σωτηρίας από αυτή της Ορθοδόξου Πίστεως, γιατί δεν ακολουθείτε εκείνη;
Αν η Ορθόδοξος Πίστη δεν είναι η Μόνη Οδός Σωτηρίας, εφόσον αρνείστε τα προστάγματα των Αγίων Πατέρων, τα οποία σας τοποθέτησαν στις θέσεις σας ακριβώς επειδή τα αποδεχτήκατε, δίνοντας όρκο για την τήρησή τους με ακρίβεια και χωρίς παρεκκλίσεις, γιατί παραμένετε σ’ αυτή ενώ εκείνη φυσικώς σας εκβάλλει από το σώμα της; «Τοῖς κοινωνούσιν ἐν γνώσει [τοῖς αἰρετικοῖς] ἀνάθεμα» ἐν Νικαίᾳ Ἁγίας καὶ Οἰκουμενικῆς Ζ‘ Συνόδου
Ευάγγελος Ν. Παπαδάκης
vnpapadakis@gmail.com
ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ
[1] Ὁ 31ος Ἱερός Ἀποστολικός Κανών διορίζει ἐπακριβῶς ὅτι : «Εἴ τις πρεσβύτερος, καταφρονήσας τοῦ ἰδίου ἐπισκόπου, χωρὶς συναγάγῃ, καὶ θυσιαστήριον ἕτερον πήξῃ, μηδὲν κατεγνωκώς τοῦ ἐπισκόπου ἐν εὐσεβείᾳ καὶ δικαιοσύνῃ, καθαιρείσθω, ὡς φίλαρχος· τύραννος γάρ ἐστιν. Ὡσαύτως δὲ καὶ οἱ λοιποὶ κληρικοί, καὶ ὅσοι ἂν αὐτῷ προσθῶνται· οἱ δὲ λαϊκοὶ ἀφοριζέσθωσαν. Ταῦτα δὲ μετὰ μίαν, καὶ δευτέραν καὶ τρίτην παράκλησιν τοῦ ἐπισκόπου γινέσθω»
Η διακοπή της «κοινωνίας» για λόγους πίστεως, πηγάζει από την ίδια την αγία Γραφή, η οποία λέγει «τις κοινωνία φωτί προς σκότος;».
Υπάρχουν Κανόνες, που προβλέπουν τη διακοπή της «κοινωνίας» από τον επίσκοπo, για συγκεκριμένους λόγους. Η παύση, ή διακοπή της «κοινωνίας» με τον επίσκοπο, λέγεται και «αποτείχιση». Η «αποτείχιση» έχει την έννοια ότι, όσοι διακόπτουν την «κοινωνία» με τον επίσκοπό τους, είναι σαν να ανεγείρουν γύρω από τον αιρετικό επίσκοπο κάποιο φραγμό για να τον αποκλείσουν εντελώς από τον εαυτό τους!
Ο 31ος Αποστολικός είναι ένας τέτοιος Κανόνας. Προβλέπει την διακοπή της «κοινωνίας» με τον επίσκοπο, για λόγους «ευσεβείας και δικαιοσύνης»! Πουθενά όμως, ο Κανόνας δεν εξηγεί τι είναι αυτοί οι λόγοι «ευσεβείας και δικαιοσύνης». Όταν έγινε ο Κανόνας, η έννοια των λέξεων «ευσέβεια» και «δικαιοσύνη» ήταν κατανοητή από τους πιστούς. Δεν υπήρχε λόγος να δοθούν τότε άλλες εξηγήσεις. Με την πάροδο όμως του χρόνου, η έννοια των λέξεων αυτών ξεθώριασε, μέχρι το σημείο, σήμερα να μη καταλαβαίνουμε τι θέλει να ειπεί ο Κανόνας με τις λέξεις «ευσέβεια» και «δικαιοσύνη».
Οι μεγάλοι Κανονολόγοι του 12ου αιώνα δεν είναι καθόλου διαφωτιστικοί στο ζήτημα αυτό. Ο Ζωναράς εξηγεί ότι λόγοι «ευσεβείας» και «δικαιοσύνης» υπάρχουν, όταν ο επίσκοπος «σφάλλει περί την ευσέβειαν και ποιεί παρά το καθήκον». Ο Βαλσαμών ερμηνεύει ότι υπάρχουν οι λόγοι αυτοί, όταν ο επίσκοπος είναι «ασεβής και άδικος». Οι ερμηνείες αυτές είναι προσκολλημένες στο γράμμα του κανόνα. Δεν βοηθούν, όμως καθόλου στην ερμηνεία του Κανόνα.
Οι ιεροί Κανόνες είναι έργο αγίων ανδρών. Έχουν τη δική τους δυναμική. Οι λέξεις που χρησιμοποιούνται σ’ αυτούς, είναι φορτισμένες με θεολογικό νόημα. Το νόημα αυτό, μόνο οι άγιοι Πατέρες της Εκκλησίας, που συνέταξαν του Κανόνες, μπορούν να το αποκαλύψουν.
Ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος, διδάσκει, ότι ευσέβεια είναι «η καθαρή πίστη και η σωστή ζωή». Εξηγεί, ότι δεν έχει καμιά ωφέλεια ο πιστός, αν διαθέτει «ορθά δόγματα», όχι όμως και ορθό βίο. Ούτε επίσης, ωφελείται καθόλου, αν έχει ορθό βίο, αλλά αμελεί τα ορθά δόγματα.
Ευσέβεια, λοιπόν, είναι τα ορθά δόγματα και η τήρηση των εντολών του Θεού. Η ορθή πίστη και η ορθή ζωή είναι η ευσέβεια. Αυτό όμως είναι και η Ορθοδοξία. Ορθοδοξία και ευσέβεια , ως έννοιες, ταυτίζονται. Γι’ αυτό, και ο άγιος Γρηγόριος ο θαυματουργός λέγει ότι, η ευσέβεια θεωρείται μητέρα των αρετών, γιατί είναι η αρχή και το τέλος τους .
Πολύ ορθά επίσης ο Νικόδημος ο Αγιορείτης θεωρεί ως αιρετικό, αυτόν που δεν έχει «ευσέβεια»! Και σ’ αυτό, έχει απόλυτα δίκηο ο άγιος Νικόδημος, γιατί όποιος δεν ξέρει, ή δεν μπορεί να θεραπεύσει τη ψυχή του, για να φτάσει στην ευσέβεια, αυτός ακολουθεί λαθεμένο τρόπο θεραπείας. Ο λαθεμένος τρόπος θεραπείας είναι η αίρεση. Αντίθετα, ο σωστός τρόπος θεραπείας είναι η Ορθοδοξία.
Ο Μέγας Αθανάσιος λέει ότι ο αιρετικός δεν μπορεί να ονομάζεται καν χριστιανός, γιατί εξέπεσε από την Ορθόδοξη αλήθεια!
Ο Μέγας Βασίλειος συμπληρώνει, ότι εκπίπτει κάποιος από την αλήθεια, όταν αθετεί κάτι από όσα γράφει η αγία Γραφή και οι Πατέρες, ή διδάσκει κάτι «καινούργιο», ξένο απ’ την Παράδοση.
Ο Άγιος Γρηγόριος Παλαμάς γράφει, ότι στο Ευαγγέλιο δεν αποκόπηκε ποτέ τίποτε από κανένα χριστιανό, ούτε τροποποιήθηκε καθόλου. Υπάρχουν, συμπληρώνει, γι’ αυτό βαρειές και φρικωδέστατες κατάρες, κι’ όποιος τολμήσει ν’ αποκόψει, ή να διασκευάσει κάτι, μάλλον αυτός αποκόπτεται απ’ το Χριστό! Τονίζει ακόμη ο Άγιος Γρηγόριος Παλαμάς, ότι θα υπάρχουν ψευδοδιδάσκαλοι και ψευδοπροφήτες, που θα εισαγάγουν αιρέσεις απώλειας και θα «εξαγοράζουν τους πιστούς με υπερβολικά πλαστούς λόγους»!
Από τέτοιους ανθρώπους, ακόμα κι’ αν είναι επίσκοποι, θέλει ο Κανόνας αυτός να προστατεύσει τους Ορθοδόξους. Προβλέπει τη διακοπή της «κοινωνίας» με αυτούς, ή αλλιώς, την «αποτείχιση». Οι Πατέρες δεν θεωρούν αιρετικούς μόνο αυτούς που διδάσκουν ξένα πράγματα απ’ την Ορθόδοξη Παράδοση, αλλά και όσους «κοινωνούν» με αυτούς. Γι’ αυτό η «κοινωνία» έχει τόση μεγάλη σημασία.
Οι Πατέρες εξηγούν, ότι το ίδιο πράγμα σημαίνει και η λέξη «δικαιοσύνη». Ο Χρυσόστομος λέει ότι η Γραφή, με τη λέξη «δικαιοσύνη», εννοεί την αρετή γενικά, την ευσέβεια στη ζωή. Αυτό άλλωστε, είναι και το νόημα των λόγων του Κυρίου στην επί του όρους ομιλία Του, όταν έλεγε «μακάριοι οι πεινώντες και διψώντες την δικαιοσύνην, ότι αυτοί χορτασθήσονται». Μακάρισε δηλ. ο Χριστός όσους αγωνίζονται με πολύ πόθο ν’ αποκτήσουν τις αρετές, την ευσέβεια. ΄Η, όταν έλεγε «ζητείτε πρώτον την βασιλείαν του Θεού, και την δικαιοσύνην αυτού, και ταύτα πάντα προστεθήσεται υμίν».
Η «ευσέβεια» και «δικαιοσύνη», μολονότι ως έννοιες, είναι ταυτόσημες. Όμως, η μεν ευσέβεια χρησιμοποιείται περισσότερο για να τονίσει την πίστη, η δε δικαιοσύνη για να τονίσει την απόκτηση της αρετής. Και γι’ αυτό το λόγο, στον Αποστολικό αυτό Κανόνα, χρησιμοποιούνται και οι δύο λέξεις.
Ο 31ος Αποστολικός Κανόνας προβλέπει τη παύση της «κοινωνίας» για θέματα, που αφορούν τη πίστη, δηλ. όταν υποστηρίζονται διδασκαλίες ξένες από την Ορθόδοξη Παράδοση. Και αυτό μεν, είναι πλήρως κατανοητό. Εκεί, όμως που δημιουργείται πρόβλημα είναι το εάν ο Κανόνας αυτός προβλέπει διακοπή της «κοινωνίας», για λόγους «δικαιοσύνης», κατά τ’ ανωτέρω, στη περίπτωση που ένας επίσκοπος παραβαίνει στη προσωπική ζωή του μια ή περισσότερες εντολές του Θεού.
Οι ατομικές αμαρτίες κάθε προσώπου, ακόμα και του επισκόπου, είναι κατ’ αρχήν προσωπική του υπόθεση. Αφορά αυτόν και το Θεό. Από τη στιγμή όμως, που οι προσωπικές αμαρτίες κάποιου κληρικού γίνουν ευρύτερα γνωστές και προκληθεί γενικότερα διασυρμός του, είναι υπόθεση και της Εκκλησίας. Τότε οι άλλοι επίσκοποι της Εκκλησίας είναι υποχρεωμένοι να εξετάσουν, αν οι αμαρτίες αυτές είναι κωλυτικές της ιερωσύνης και αποτελούν λόγο καθαίρεσεώς του.
Εάν όμως, τα προσωπικά αυτά παραπτώματα επισκόπου γίνουν ευρύτερα γνωστά και τείνουν να γίνουν «κατάσταση», ή «καθεστώς» στην επισκοπή του, ή προκαλούν σκάνδαλο, ή διασυρμό της Εκκλησίας γενικότερα, χωρίς να επεμβαίνει η Σύνοδος των λοιπών επισκόπων, είτε αυτεπάγγελτα, είτε κατόπιν καταγγελίας, για να παραπέμψει σε δικαστήριο τον παραβάτη, τότε οι περιπτώσεις αυτές, έχομε την γνώμη, ότι εμπίπτουν στη πρόβλεψη του 31ου Αποστολικού Κανόνα, για παύση της «κοινωνίας», για λόγους «δικαιοσύνης».
Τέτοιες υποθετικές περιπτώσεις μπορεί να είναι και οι εξής: Εάν, ένας επίσκοπος χρηματίζεται για τις χειροτονίες που κάνει. Όταν διαπράττει δηλ, το αδίκημα της σιμωνίας, με αποτέλεσμα να παρασύρει και άλλα άτομα στην αμαρτία αυτή. ΄Η, όταν ζει φανερά έκλυτο βίο, με αποτέλεσμα να γίνεται κακό παράδειγμα στο ποίμνιό του και να σκανδαλίζει τους ανθρώπους. Ή, όταν χειροτονεί κατ’ εξακολούθηση άτομα ανάξια και διαβεβλημένα, χωρίς τη λεγόμενη «έξωθεν καλή μαρτυρία». ΄Η, όταν διαπράττει άλλες κολάσιμες πράξεις, που προκαλούν το δημόσιο αίσθημα, κτλ.
Αδιαμφισβήτητα, λόγοι «δικαιοσύνης», κατά τον 31ο Αποστολικό Κανόνα, υπάρχουν κατά κύριο λόγο, όταν ένας επίσκοπος, αλλοιώνει τη διδασκαλία της Εκκλησίας, ως προς την τήρηση των εντολών του Θεού. Όταν δηλ. διδάσκει διαφορετικά απ’ την Αγία Γραφή κι’ απ’ ό,τι δίδαξαν οι Πατέρες, για την παράβαση των θείων εντολών. Όταν κάνει «θεολογία» τις πτώσεις του, απαλλάσσοντας τον εαυτό του, ή τους άλλους, από την ευθύνη της αμαρτίας. Όταν «νομοθετεί» τις πτώσεις του ως αρετή, δηλ. εξωραΐζει την αμαρτία, ως «θεάρεστη» πράξη, ή, έστω, αδιάφορη, για τη σωτηρία του ανθρώπου! Κατ’ αυτό τον τρόπο, δογματίζει ότι οι παραβάσεις των εντολών του Θεού, δεν είναι αμαρτία, ούτε εμπόδιο στον άνθρωπο για τη σωτηρία του!
Αυτό το πράγμα, είναι διαστροφή της διδασκαλίας της Εκκλησίας. Είναι έργο του διαβόλου, όπως ήταν τα λόγια του στους Πρωτοπλάστους, για να τους πείσει να φάνε τον απαγορευμένο καρπό. Η περίπτωση αυτή εμπίπτει στην πρόβλεψη του 31ου Αποστολικού Κανόνα, ως λόγου «δικαιοσύνης», για παύση της «κοινωνίας» από επίσκοπο, που διδάσκει τέτοια πράματα.
[2] «…Ώστε εί τις Πρεσβύτερος, ή Επίσκοπος, ή Μητροπολίτης τολμήσοι αποστήναι της πρός τον οικείον Πατριάρχην κοινωνίας, και μη αναφέροι το όνομα αυτού, κατά το ωρισμένον και τεταγμένον, εν τη θεία Μυσταγωγία, αλλά πρό εμφανείας συνοδικής και τελείας αυτού κατακρίσεως, σχίσμα ποιήσοι· τούτον ώρισεν η αγία Σύνοδος πάσης ιερατείας παντελώς αλλότριον είναι ει μόνον ελεγχθείη τούτο παρανομήσας. Και ταύτα μέν εσφράγισταί τε και ώρισται περί των προφάσει τινών εγκλημάτων των οικείων αφισταμένων προέδρων, και σχίσμα ποιούντων, και την ένωσιν της Εκκλησίας διασπώντων. Οι γάρ δι’ αίρεσίν τινα παρά των αγίων Συνόδων, ή Πατέρων, κατεγνωσμένην, της πρός τον πρόεδρον κοινωνίας εαυτούς διαστέλλοντες, εκείνου δηλονότι την αίρεσιν δημοσία κηρύττοντος, και γυμνή τη κεφαλή επ’ Εκκλησίας διδάσκοντος, οι τοιούτοι ου μόνον τη κανονική επιτιμήσει ουχ υπόκεινται, πρό συνοδικής διαγνώσεως εαυτούς της πρός τον καλούμενον Επίσκοπον κοινωνίας αποτειχίζοντες, αλλά και της πρεπούσης τιμής τοις Ορθοδόξοις αξιωθήσονται. Ου γάρ Επισκόπων, αλλά ψευδεπισκόπων και ψευδοδιδασκάλων κατέγνωσαν, και ου σχίματι την ένωσιν της Εκκλησίας κατέτεμον, αλλά σχισμάτων και μερισμών την Εκκλησίαν εσπούδασαν ρύσασθαι» (Κανών ΙΕ΄ της Α΄ και Β΄ λεγομένης Συνόδου).
[3] «Ούτε για λίγη ώρα δεν δεχόμαστε σχέση με αυτούς που κουτσαίνουν στην πίστη… ακόμα κι αν αυτοί μας φαίνονται πολύ γνήσιοι και επίσημοι, εμείς πρέπει να τους σιχαινόμαστε. Όσοι αγαπάμε τον Κύριο, Μέγας Βασίλειος Όροι κατ’ επιτομή, ερώτ. ριδʹ
[4] «Εὰν ο επίσκοπος ή ο πρεσβύτερος οι όντες οφθαλμοὶ της Ἐκκλησίας κακώς αναστρέφωνται καὶ σκανδαλίζωσι τὸν λαόν, χρὴ αυτοὺς εκβάλλεσθαι. Συμφέρον γάρ εστίν άνευ αυτών συναθροίζεσθαι εἰς ευκτήριον οίκον, ή µετ΄ αυτοὺς εμβληθήναι ὡς μετὰ Άννα καὶ Καϊάφα εἰς τὴν γέενναν του πυρός» P.G. 35, 33.Μέγας Αθανάσιος