«Το δια την κοινωνίαν της ασεβείας...»
(Μ. Βασίλειος – Κατά Ευνομίου – Λόγος Α΄)
Αναμφίβολα, η κοινωνία με την αίρεση του οικουμενισμού, σήμερα, βρίσκει εύκολο οδηγό την «δυνητική θεωρία», τους πνευματικούς, τους γέροντες, το σύνολο των Ι. Μονών και τους επισκόπους. Αυτή η κοινωνία της αίρεσης δεν μένει δίχως συνέπειες.
Ο Μ. Βασίλειος, για την κοινωνία στην ασέβεια (αίρεση), σε ατομικό και συλλογικό επίπεδο, τονίζει:
«Κοινός γαρ μοι ο λόγος προς άπαν ομού το σύνταγμα, το δια την κοινωνίαν της ασεβείας, ώσπερ τι μέλος νενοσηκός του υγιαίνοντος σώματος της Εκκλησίας απορραγέν».
Μετάφραση (υπό Θεοδώρου Ζήση):
«Ο λόγος μου αναφέρεται εις ολόκληρον την παράταξιν (του Ευνομίου, του Αρειανισμού), η οποία λόγω του ότι κοινωνεί της ασεβείας, απεκόπη από το υγιές σώμα της εκκλησίας ως άρρωστον μέλος» (Μ. Βασίλειος – Ε.Π.Ε., 10).
Άξιο προσοχής, ότι ο Μ. Βασίλειος στο λόγο του «κατά Ευνομίου», υπενθυμίζει την εν Σελευκεία της Ισαυρίας συνελθούσα σύνοδο (359 μ. Χ.), η οποία κατεδίκασε τους Αρειανίζοντες και καθήρεσε τον αρχηγό των Ανομοίων Αέτιο (διδάσκαλο του Ευνομίου).
Στη συνέχεια, όμως, γενικεύει την εκκλησιολογική του τοποθέτηση και απευθύνεται «προς άπαν ομού το σύνταγμα» των αιρετικών, προς το πλήθος δηλ. που έχει «κοινωνίαν της ασεβείας».
Δεν συνδέει την απόφαση της συνόδου της Σελευκείας με την εκκλησιολογική του τοποθέτηση, που είναι πάντα εν ισχύει και χωρίς απόφαση συνόδου: «δια την κοινωνίαν της ασεβείας», τίθεσαι άμεσα εκτός Εκκλησίας, «ώσπερ τι μέλος νενοσηκός… της Εκκλησίας απορραγέν».
Την θέση αυτή ενισχύει και ο Μ. Αθανάσιος στην επιστολή του «ΠΕΡΙ ΤΩΝ ΓΕΝΟΜΕΝΩΝ ΕΝ ΤΗ ΑΡΙΜΙΝΩ (Ρίμινι) ΤΗΣ ΙΤΑΛΙΑΣ ΚΑΙ ΕΝ ΣΕΛΕΥΚΕΙΑ ΤΗΣ ΙΣΑΥΡΙΑΣ ΣΥΝΟΔΩΝ».
Ο Μ. Αθανάσιος, γράφει: «Μάτην γουν περιτρέχοντες προφασίζονται δια πίστιν ηξιωκέναι γενέσθαι τας συνόδους. Εστι μεν γαρ ικανωτέρα πάντων η θεία Γραφή, είδε και συνόδου χρεία περί τούτου, εστι τα των Πατέρων»(Μ. Αθανάσιος, Ε.Π.Ε. 10).
Μετάφραση: «Ματαίως λοιπόν περιφέρονται και δικαιολογούνται, ότι ηξίωσαν να γίνουν οι σύνοδοι χάριν της πίστεως. Διότι η θεία Γραφή είναι πληρεστέρα από όλας τας συνόδους και αν όμως πάλιν υπάρχη δια το θέμα τούτο ανάγκη συνόδου, υπάρχουν τα λόγια των Πατέρων».
Ακουέτωσαν ταύτα και οι «Δυνητιστές», οι μη εφαρμόζοντες τον 15οκανόνα της Α- Β συνόδου.
Αυτή η επισήμανση του Μ. Βασιλείου περί των συνεπειών της «κοινωνίας της ασεβείας», εντείνει την εγρήγορση της ορθόδοξης συνείδησης και οδηγεί σε εκκλησιολογικό πλουτισμό της, που υπερβαίνει τον εκκλησιολογικό αυχμό (ξηρασία) του σημερινού πληρώματος.
Ο Ι. Πατήρ περιγράφει–εικονογραφεί και την σημερινή εκκλησιαστική περιπλοκή, που ενώ είναι «κοινωνία της ασεβείας», μία χειμαζόμενη πορεία του πληρώματος μέσα στον οικουμενισμό, εν τούτοις οι «οικονομιστές» τις δίνουν τον ορίζοντα της «οικονομίας»!
Αυτή η εμβίωση–κοινωνία με την αίρεση του οικουμενισμού είναι, κατά τον Μ. Βασίλειο, «νόσημα» που σε θέτει εκτός Εκκλησίας.
Το σημερινό εκκλησιαστικό πλήρωμα στερείται της θεμελιώδους γνώσεως των Πατέρων, της διδασκαλίας τους, δυστυχώς!
Μακαρία η εποχή των μεγάλων Πατέρων. Άφθαστοι σε ταπεινοφροσύνη, μετριοφροσύνη, αγιότητα και ορθόδοξο βίωμα.
Σπάνιες διάνοιες, θεολογικά και φιλοσοφικά, που έθεταν τα πράγματα στη θέση τους.
Σαφές το μήνυμα του Μ. Βασιλείου: όποιος επίσκοπος είναι αιρετικός ή κοινωνεί με την αίρεση, τότε, χωρίς καμμία συνοδική απόφαση, οι Χριστιανοί απομακρύνονται απ’ αυτόν.
«Εστιν μεν γαρ ικανωτέρα πάντων η θεία Γραφή», παρατηρεί ο Μ. Αθανάσιος.
Για τους σημερινούς «Δυνητιστές», ισχύουν τα λόγια του Μ. Αθανασίου: «Λοιπόν, επειδή δεν έχουν καμμίαν δικαιολογίαν, δεν ευρίσκουν δε πουθενά, αν και κατασκευάζουν προφάσεις, αυτό μόνον τους μένει πλέον να ειπούν· Επειδή ημείς αντιλέγομεν εις τους προηγουμένους μας και παραβαίνομεν τας παραδόσεις των Πατέρων δια τούτο ηξιώσαμεν να γίνη σύνοδος»! (Ε.Π.Ε. – Μ. Αθανάσιος, τόμος 10).
Όπως γίνεται αντιληπτό, ο 15ος κανόνας είναι θέση και επιταγή της Γραφής, που τον σχολίασαν (ως προς το πνεύμα–νόημα) πολλαπλώς οι Πατέρες στην αντι-αιρετική διδασκαλία τους και τον συνέδεσε, ως θεωρία και πράξη η σύνοδος επί Μ. Φωτίου.
Πουθενά δεν συναντάμε, στην Γραφή και στους Πατέρες, ως σταθερό εκκλησιολογικό συνυπολογισμό, την πρακτική της «Δυνητικής» θεωρίας.
Γράφει ο Μ. Αθανάσιος (τόμος 10, σελ. 18):
«Εάν δε οι Πατέρες δεν είχαν ορθήν πίστιν και με τα γραφόμενά τους παρεπλάνησαν την οικουμένην, ας σταματήση πλέον τελείως να γίνεται λόγος περί αυτών.
Και αν απορρίπτωνται τα γραπτά των, πηγαίνετε και σεις να πετάξετε τα λείψανά των από τα κοιμητήρια, δια να ιδούν όλοι, ότι εκείνοι μεν ήσαν πλάνοι, σεις δε πατροκτόνοι».
ΝΙΚΟΣ Ε. ΣΑΚΑΛΑΚΗΣ, ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΟΣ