.

.

Δός μας,

Τίμιε Πρόδρομε, φωνή συ που υπήρξες η φωνή του Λόγου. Δος μας την αυγή εσύ που είσαι το λυχνάρι του θεϊκού φωτός. Βάλε σήμερα τα λόγια μας σε σωστό δρόμο, εσύ που υπήρξες ο Πρόδρομος του Θεού Λόγου. Δεν θέλουμε να σε εγκωμιάσουμε με τα δικά μας λόγια, επειδή τα λόγια μας δεν έχουν μεγαλοπρέπεια και τιμή. Όσοι θα θελήσουν να σε στεφανώσουν με τα εγκώμιά τους, ασφαλώς θα πετύχουν κάτι πολύ πιό μικρό από την αξία σου. Λοιπόν να σιγήσω και να μη προσπαθήσω να διακηρύξω την ευγνωμοσύνη μου και τον θαυμασμό μου, επειδή υπάρχει ο κίνδυνος να μη πετύχω ένα εγκώμιο, άξιο του προσώπου σου;

Εκείνος όμως που θα σιωπήσει, πηγαίνει με τη μερίδα των αχαρίστων, γιατί δεν προσπαθεί με όλη του τη δύναμη να εγκωμιάσει τον ευεργέτη του. Γι’ αυτό, όλο και πιό πολύ σου ζητάμε να συμμαχήσεις μαζί μας και σε παρακαλούμε να ελευθερώσεις τη γλώσσα μας από την αδυναμία, που την κρατάει δεμένη, όπως και τότε κατάργησες, με τη σύλληψη και γέννησή σου, τη σιωπή του πατέρα σου του Ζαχαρία.

Άγιος Σωφρόνιος Ιεροσολύμων

ΜΥΘΟΣ ΟΤΙ Ο ΠΑΤΡΙΑΡΧΗΣ ΕΙΝΑΙ ΕΚΦΡΑΣΤΗΣ ΚΑΙ ΕΓΓΥΗΤΗΣ ΤΗΣ ΕΝΟΤΗΤΟΣ



«Νὰ ἀποφεύγετε τοὺς παπικούς, ὅπως κανεὶς ἀποφεύγει τὸ φίδι»
Γράφει ὁ Γεώργιος Τραπούλης, θεολόγος

Ὁ Μακαριστός Γέροντας π. Θεόκλητος Διονυσιάτης στό περισπούδαστο ἄρθρο του στόν Ὀρθόδοξο Τύπο τό 1965 μέ τίτλο «Ἀβυσσαλέον τό χάσμα μεταξύ Ὀρθοδοξίας καί Παπισμοῦ», μεταξύ τῶν πολλῶν ἔγραφε «Ἐλέχθη εὐφυῶς, ὅτι τό θαῦμα συνίσταται εἰς τό ἐμμένειν. Ὄντως. Θαῦμα εἶναι ἡ διάσπασις τῆς σχέσεως αἰτίου καί ἀποτελέσματος. Καί τοιοῦτον θαῦμα ἀποτελεῖ τό γεγονός, ὅτι ἡ ἁγία Ὀρθοδοξία μας ἐμμένει εἴκοσιν αἰῶνας ἐν τῇ Ἀποστολικῇ παραδόσει. Θαῦμα θαυμάτων ἡ κεχαριτωμένη Ἐκκλησία μας! Τί δέν μετεβλήθη, τί δέν μετεμορφώθη, τί δέν ἀνετράπη κατά τόν μακρότατον δίαυλον τῶν αἰώνων τούτων; Θεσμοί, φιλοσοφίαι, ἰδέαι, συστήματα, καθεστῶτα, ἔθνη, ὁ κόσμος ὁλόκληρος. Πάντα ἠλλοιώθησαν. Καί μόνη ἡ Ἐκκλησία ἔμεινεν ἀρραγής, ἀμετάβλητος, ὑπερφυσικόν πρᾶγμα καί θέαμα μέσα εἰς τήν ρέουσαν τοῦ βίου τούτου διάβασιν. Ἰδού τό θαῦμα».
Ὁ σοφός καί μεγάλος ἅγιος τῆς Ὀρθοδοξίας μας, Ἅγιος Μᾶρκος ὁ Εὐγενικός, μεταξύ τῶν ἐπικαίρων, ὅσο ποτέ ἄλλοτε, πού ἔλεγε ἦταν τό «Νά ἀποφεύγετε τούς παπικούς, ὅπως κανείς ἀποφεύγει τό φίδι». Οἱ λόγοι αὐτοί ἐπιβεβαιώνονται κατά γράμμα σήμερα. Διότι «Ἰδού ἡ Ὀρθοδοξία. Ἡ νύμφη τοῦ Χριστοῦ. Ἡ Μία, Ἁγία, Καθολική καί Ἀποστολική Ἐκκλησία» πενῆντα καί πλέον χρόνια ἀπό τούς λόγους τοῦ Γέροντος Θεοκλήτου, ἔπαψε πιά νά «ἐμμένη ἐν τῇ Ἀποστολικῇ παραδόσει. Μετεβλήθη. Μετεμορφώθη. Ἀνετράπη. Τά πάντα ἠλλοιώθησαν» καί αὐτό διότι ἔπαψε νά ἀποφεύγη τούς παπικούς, ὅπως κανείς ἀποφεύγει τό φίδι.

Ὁ Πατρ. Βαρθολομαῖος ἰσοπεδώνει τὴν Ὀρθόδοξον πίστιν

Θλιβερό εἶναι τό φαινόμενο τῆς ἰσοπέδωσης τῆς Ὀρθοδόξου πίστεως, πού παρατηρεῖ­ται ἀπό τόν Πατριάρχη Βαρθολομαῖο, μέ τό νά ἐπιβάλλη παπικῷ τῷ τρόπῳ, διαλόγους, σχισματικές Ἐκκλησίες, νά εἰσάγη ἕνα ἀνύπαρκτο πρωτεῖο, νά ἀκυρώνη τούς Ἱερούς Κανόνες. Ἡ ἀγνόηση ἐκ μέρους τοῦ Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως ὅλων τῶν ἄλλων ὈρθοδόξωνἘκκλησιῶν, οἱ ὁποῖ­ες ἀρνοῦνται νά ἐπικυρώσουν τίς παράνομες πράξεις του, παραπέμπει στό παπικό δόγμα ὅτι ὅλες οἱ Ὀρθόδοξες Ἐκκλησίες ἀποτελοῦν ἐπιμέρους Ἐκκλησίες τῆς μιᾶς Ἐκκλησίας τῆς Κωνσταντινουπόλεως, ὅτι μπορεῖ δηλαδή νά ἐνεργῆ χωρίς ἤ καί παρά τίς ἐνστάσεις τῶν ἄλλων Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν. Μία τέτοια ὅμως ἀκριβῶς νοοτροπία ἐκφράζει τό ‟πέτρειο” δόγμα τοῦ παπισμοῦ, ὅτι δηλαδή ἡ ἐκκλησία εἶναι ἡ τῆς Ρώμης καί ὅλες οἱ ἄλλες ἀποτελοῦν ἐκφράσεις αὐτῆς, ἐπιβεβαιώνοντας ἔτσι ὅτι τό Φανάρι μαθαίνει γρήγορα.
Κατά τήν πρόσφαρτη ἑορτή τῶν ἁγίων ἀποστόλων Πέτρου καί Παύλου στήν Ρώμη, ὁ πάπας Φραγκίσκος προσέφερε στήν ἀντιπροσωπία τοῦ Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως, τῆς ὁποίας ἐπικεφαλῆς ἦταν ὁ ἐπίσκοπος Τελμισσοῦ Ἰώβ, λείψανα τοῦ ἀποστόλου Πέτρου, ὥστε νά ἐνταχθοῦν μέ αὐτά τοῦ ἀδελφοῦ του Ἀνδρέα, γράφει τό δημοσίευμα τῆς Asia News. Ὁ Ποντίφικας στό γράμμα του πρός τόν Πατριάρχη Βαρθολομαῖο τονίζει ὅτι «Ἡ ἐπανένωση τῶν λειψάνων τῶν δύο ἀδελφῶν Ἀποστόλων Πέτρου καί Ἀνδρέα μπορεῖ νά εἶναι μία συνεχής ὑπενθύμιση καί ἐνθάρρυνση, σέ αὐτό τό ταξίδι πού συνεχίζεται, ὅπου οἱ διαφορές μας δέν ἀποτελοῦν πλέον ἐμπόδιο στήν κοινή μαρτυρία μας καί στήν ἀποστολή μας γιά τήν εὐαγγελισμό τῆς ἀνθρώπινης οἰκογένειας … μία μεγαλύτερη δέσμευση γιά νέα καί θαρραλέα βήματα».

Τὸ Πατριαρχεῖον καλλιεργεῖ ἀνυπάρκτους ἀξιώσεις

Τό Πατριαρχεῖο διατείνεται ψευδῶς ὅτι ἔχει ‟ρόλο συντονιστικό καί ἀποφασιστικό” στήν καθ’ ὅλη Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, ἡ θέση του αὐτή ὅμως εἶναι ξένη πρός τήν ὀρθόδοξη ἐκκλησιολογία καί παράδοση, ἀφοῦ οἱ Ἱεροί Κανόνες δέν προβλέπουν σέ κανένα ἐπίσκοπο ἕνα ἰδιαίτερο ρόλο. 
Ἡ θέση αὐτή εἶναι κατάλοιπο τῆς Ὀθωμανικῆς περιόδου, ὅταν ὁ Πατριάρχης ὡς ‟Μιλλέτμπασης”, ἦταν ὁ πολιτικός καί θρησκευτικός ἡγέτης ὅλων τῶν ὑπόδουλων χριστιανῶν καί «ἐξαντλοῦσε τήν ἐκκλησιαστικήν δικαιοδοσίαν του πρός τε περιφρούρησιν ἀλλά καί κανονικήν διοίκησιν τῶν ἑκασταχοῦ Μητροπόλεων τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου, ἐν πολλοῖς καί οὐσίᾳ ἐκδηλωθεῖσαν καί πέραν τῶν ὁρίων τοῦ κλήματός του ἐπί ἄλλων Ἐκκλησιῶν, ὑπαγομένων εἰς τήν Ὀθωμανικήν Αὐτοκρατορίαν». Ὅμως αὐτό τό σχῆμα ἔχει ἐκκλείψει πάνω ἀπό ἕνα αἰώνα, ἔτσι ἡ ἀποδοχή τοῦ ρόλου αὐτοῦ καλλιεργεῖ ἀνύπαρκτες ἀξιώσεις, ὅπως τό νά ἐπεμβαίνη σέ ἄλλη Ἐκκλησία καί νά ἀποδίδη αὐτοκεφαλία ἀκόμη καί σέ σχισματικούς.

Σεβ. Ζηζιούλας: «Ἡ λογικὴ τῆς συνοδικότητας ὁδηγεῖ στὸ πρωτεῖο»

Ἡ ἀποδοχή καί ἡ μή καταγγελία τῶν οἰκουμενιστικῶν ἀνοιγμάτων τοῦ Πατριαρχείου ἐπί ἕνα αἰώνα ἀπό τίς Ὀρθόδοξες Ἐκκλησίες εἶχε σάν ἀποτέλεσμα νά ὑπερβῆ τό Πατριαρχεῖο περαιτέρω τά ἐσκεμμένα καί νά κάνη πράξη σήμερα τήν κυοφορούμενη ἐπί δεκαετίες αἱρετική θεολογία τοῦ Σεβ. Ἰωάννη Ζιζιούλα. Ὁ Σεβασμιώτατος ἀναφερόμενος στό ζήτημα τοῦ πρωτείου γράφει «Οἱ Ὀρθόδοξοι ἔχουν τήν τάση νά παραβλέπουν ὁρισμένα γεγονότα καί ἰδέες, παροῦσες στή θεολογική τους παράδοση καί πίστη, ὅπως ἡ παρουσία καί ἡ λειτουργία τοῦ πρώτου σέ κάθε τοπική ἐκκλησία καί στή συνοδική της ζωή. Σύνοδοι χωρίς πρώτους ποτέ δέν ὑπῆρχαν στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία καί αὐτό δείχνει ξεκάθαρα ὅτι ἐάν ἡ συνοδικότητα ἀποτελεῖ μία ἐκκλησιολογική, δηλαδή δογματική ἀναγκαιότητα, τό ἴδιο πρέπει νά ἰσχύει καί γιά τό πρωτεῖο. Τό γεγονός ὅτι ὅλες οἱ σύνοδοι ἔχουν ἕνα πρῶτο ὡς ἐκκλησιολογική ἀναγκαιότητα, σημαίνει ὅτι καί οἱ οἰκουμενικές σύνοδοι θά πρέπει ἐπίσης νά ἔχουν ἕναν πρῶτο. Αὐτό αὐτόματα συνεπάγεται ἕνα παγκόσμιο πρωτεῖο. Ἡ λογική τῆς συνοδικότητας ὁδηγεῖ στό πρωτεῖο καί ἡ λογική τῆς οἰκουμενικῆς συνόδου ὁδηγεῖ στό παγκόσμιο πρωτεῖο.
Τώρα, τό πρωτεῖο στήν Ἐκκλησία ποτέ δέν ἀσκήθηκε ἐκ περιτροπῆς. Πρόκειται γιά σαφῆ ἔνδειξη ὅτι τό πρωτεῖο συνδέεται μέ ἕνα ἰδιαίτερο διακόνημα ἤ ἀξίωμα καί μέ ἕνα συγκεκριμένο πρόσωπο. Ἀπό τή στιγμή πού τό διακόνημα καί τό ἀξίωμα αὐτό βρίσκει τόν λόγο ὕπαρξής του στόν συνοδικό θεσμό, τοῦ ὁποίου καί ἀποτελεῖ τμῆμα, μπορεῖ νά λειτουργήσει μονάχα σέ σχέση μέ ἐκείνους πού συναπαρτίζουν τή σύνοδο, καί ποτέ σέ ἀπομόνωση. Τό πρωτεῖο, ὅπως ὁτιδήποτε ἄλλο στήν Ἐκκλησία, ἀκόμη καί στό εἶναι τοῦ Θεοῦ (στήν Ἁγία Τριάδα), εἶναι σχεσιακό.»! Τελικά ὁ Νυμφίος τῆς Ἐκκλησίας κατὰ τὸν Σεβ. Ζηζιούλα εἶναι ὁ Χριστός ἤ ὁ ἐπίσκοπος; Δηλαδή, ἡ παπική ἐκκλησία, ὅπου ὁ ἐπίσκοπος τῆς Ρώμης λειτουργεῖ ὡς ὁρατό κέντρο τῆς ἑνότητας τῶν τοπικῶν ἐκκλησιῶν καί ὡς κεφαλή τοῦ σώματος τῶν τοπικῶν ἐκκλησιῶν, σέ τί διαφέρει μέ αὐτά πού ὑποστηρίζει ὁ Σεβασμιώτατος κ. Ἰωάννης; Αὐτό τό πρωτεῖο κάνει πράξη στίς ἡμέρες μας ὁ Πατριάρχης Βαρθολομαῖος καί μάλιστα οἱ ἀπόψεις αὐτές τοῦ Σεβασμιωτάτου δέν εἶναι καινούργιες, ἔχουν διατυπωθῆ χρόνια τώρα. Αὐτό τό πρωτεῖο ἔχει κατά νοῦ καί ὁ πάπας Φραγκίσκος καί μιλᾶ γιά «κοινή μαρτυρία καί ἀποστολή γιά τόν εὐαγγελισμό τῆς ἀνθρώπινης οἰκογένειας γιά μία μεγαλύτερη δέσμευση, γιά νέα καί θαρραλέα βήματα». Αὐτά τά νέα θαρραλέα βήματα ἐπιχειρεῖ ὁ Πατριάρχης Βαρθολομαῖος σήμερα, ἀναγνωρίζοντας στανικῷ τῷ τρόπῳ σχισματικούς ὡς κανονική Ἐκκλησία, πρωτάκουστο στά ἐκκλησιαστικά δεδομένα. Ἆραγε ὅποια Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία δέν ἔχει κοινωνία μέ τόν πρῶτο τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας θά εἶναι πλήρης Ἐκκλησία ἤ θά εἶναι ἐλλειμματική;
Εἰς τὰ πλαίσια τῆς ἑνώσεως τῶν Ἐκκλησιῶν ἔχει ξεσπάσει τὸ Οὐκρανικὸν ζήτημα
Στήν ἐποχή μας ὁτιδήποτε συμβαίνει δέν εἶναι τυχαῖο, ἀλλά ἀπόρροια τῶν χρόνιων οἰκουμενιστικῶν σχεδιασμῶν στήν προσπάθεια τῆς ἕνωσης τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μέ τήν Παπική καί μέσα σέ αὐτούς τούς σχεδιασμούς ἐντάσσεται ἡ δογματική σύγκλιση τῶν ἐκκλησιῶν ἀλλά καί ἡ ἀνάδειξη τοῦ Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως σέ πάπα τῆς Ἀνατολῆς. Ἔτσι, στά πλαίσια τῆς ἕνωσης τῶν ἐκκλησιῶν συγκλήθηκε ἡ σύνοδος τῆς Κρήτης καί τώρα ἔχει ξεσπάσει τό οὐκρανικό ζήτημα, ὥστε νά πλησιάσουν ὁ παπισμός καί ἡ Ὀρθοδοξία, δηλαδή νά ὑπαταχθῆ ἡ Ὀρθοδοξία στόν Πάπα καί στό πνεῦμα τοῦ κόσμου.
Ἐπειδή οἱ βηματισμοί γιά τήν σύγκλιση τῶν ἐκκλησιῶν εἶναι πολύ ταχεῖς στήν ἐποχή μας εἶναι ἀνάγκη νά ἀποσαφηνισθῆ καί νά ἐμπεδωθῆ, διότι στήν ἀντίθετη περίπτωση ἡ κατάσταση θά ἐκτροχιασθῆ:
• Ὅτι εἶναι μῦθος πώς ὁ Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως δίνει τό αὐτοκέφαλο σὲ ξένη ἐκκλησιαστικὴ δικαιοδοσία.
• Οὔτε ‟πρωτεῖο τιμῆς” διαθέτει, μόνο ‟ἁπλῶς πρεσβεῖα”. Μόνο στόν γ’ κανόνα τῆς Β’ Οἰκουμενικῆς Συνόδου ἀναφέρεται ἅπαξ ὁ ὅρος ‟πρεσβεῖα τιμῆς”. Ἀλλά ὁ ὅρος αὐτός καταργεῖται καί ἀντικαθίσταται πολλάκις μέ τόν ἁπλό ὅρο ‟πρεσβεῖα”, στούς νεωτέρους Κανόνες. Δηλαδή στόν κη’ Κανόνα τής Δ’ Οἰκουμενικῆς Συνόδου (Χαλκηδών, 451 μ.Χ.) καί στόν λστ’ Κανόνα τῆς Πενθέκτης Οἰκουμενικῆς Συνόδου (Κωνσταντινούπολις 691).
• Οὔτε φυσικά ὑφίσταται ‟πρωτεῖο τιμῆς”, κάτι πού δέν ἀπαντᾶται πουθενά καί σέ κανένα Ἱ. Κανόνα.
• Ὅτι δέν ἔχει συντονιστικό καί ἀποφασιστικό ρόλο στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία τό Πατριαρχεῖο Κωνσταντινουπόλεως.
• Πώς δέν μπορεῖ νά ἐκφράζη τήν βούληση ὅλων τῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν.
• Καί ὅτι δέν εἶναι οὔτε ἐκφραστής οὔτε ἐγγυητής τῆς ἑνότητας τῆς Ἐκκλησίας.

Ἅγ. Νικόδημος: «Ὁ τίτλος “Οἰκουμενικὸς” ἀπὸ συνήθειαν ἐδόθη εἰς τὸν Κων/πόλεως»!

Ὁ ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης στό Πηδάλιο, ἑρμηνεύοντας τόν ΚΗ΄ Κανόνα τῆς Δ΄ Οἰκουμενιθκῆς Συνόδου, τονίζει γιά τόν τίτλο ‟Οἰκουμενικός” γιά τόν Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως μεταξύ τῶν ἄλλων ὅτι «οὐχί ἀπό Κανόνων Συνοδικῶν ἤ Πατρικῶν, ἀλλ’ ἀπό συν­ηθείας ἐδόθη εἰς τόν Κωνσταντινουπόλεως». Ἄρα ἀνά πᾶσα στιγμή ὁ Θεός μπορεῖ νά ἐπιτρέψη, γιά τίς ἁμαρτίες τοῦ Γένους μας, νά δοθῆ σέ ἄλλον, ὅπως ἔγινε ἀπό τόν Ρώμης στόν Κωνσταντινοπόλεως. Ὅμως ὁ Δοσίθεος Πατριάρχης Ἱεροσολύμων θά τονίση στήν ‟Δωδεκάβιβλο” στό «Περί τοῦ πολυσήμου τῶν πρεσβείων, καί διαφορᾶς πρεσβείου, τιμῆς καί ἐξουσίας» ὅτι «ἔστι δέ διαφορά μεταξύ τῶν Πρεσβείων τῆς τιμῆς καί τῆς ἐξουσίας, καί πρεσβεῖα μέν τῆς πρώτης τιμῆς ἐν τῇ Ἐκκλησίᾳ ἐστί τό πατριαρχικόν ἀξίωμα, ὅθεν ἡ δευτέρα Οἰκουμενική δέδωκε τῷ Κωνσταντινουπόλεως πρεσβεῖα τιμῆς, ἅτινα ὡς εἴρηται καί μόνα συνιστῶσι τό πατριαρχικόν ἀξίωμα, καί γάρ μόνον τῆς τιμῆς τό πρεσβεῖον ἔχων ὁ Κωνσταντινουπόλεως προηγεῖτο τῶν Πατριαρχῶν τῆς Ἀνατολῆς, καίτοι γε ἐχόντων ἐκείνων καί τά πρεσβεῖα τῆς ἐξουσίας· ἐν τῷ παρόντι ὅμως Κανόνι βεβαιοῦται τά πρεσβεῖα τῆς τιμῆς καί τῆς ἐξουσίας τοῦ Ἀλεξανδρείας, Ἀντιοχείας καί Ρώμης, καί τά πρεσβεῖα τῆς τιμῆς καί ἐξουσίας τῶν Μητροπολιτῶν πάντων, δηλονότι τῶν ὑπό τούς Πατριάρχας καί τῶν μή ὑποκειμένων Πατριάρχαις, ἤτοι Ἀσίας, Πόντου, Θράκης, Κύπρου, Ἀφρικῆς καί τῶν λοιπῶν, ὥστε μένειν ἀβίαστα καί ἐν ταῖς χειροτονίαις καί εἰς πᾶσαν ἄλλην ἐκκλησιαστικήν κυβέρνησιν καί παρ’ ἀλλήλων τῶν Μητροπολιτῶν καί παρά τῶν Πατριαρχῶν πάντων».