.

.

Δός μας,

Τίμιε Πρόδρομε, φωνή συ που υπήρξες η φωνή του Λόγου. Δος μας την αυγή εσύ που είσαι το λυχνάρι του θεϊκού φωτός. Βάλε σήμερα τα λόγια μας σε σωστό δρόμο, εσύ που υπήρξες ο Πρόδρομος του Θεού Λόγου. Δεν θέλουμε να σε εγκωμιάσουμε με τα δικά μας λόγια, επειδή τα λόγια μας δεν έχουν μεγαλοπρέπεια και τιμή. Όσοι θα θελήσουν να σε στεφανώσουν με τα εγκώμιά τους, ασφαλώς θα πετύχουν κάτι πολύ πιό μικρό από την αξία σου. Λοιπόν να σιγήσω και να μη προσπαθήσω να διακηρύξω την ευγνωμοσύνη μου και τον θαυμασμό μου, επειδή υπάρχει ο κίνδυνος να μη πετύχω ένα εγκώμιο, άξιο του προσώπου σου;

Εκείνος όμως που θα σιωπήσει, πηγαίνει με τη μερίδα των αχαρίστων, γιατί δεν προσπαθεί με όλη του τη δύναμη να εγκωμιάσει τον ευεργέτη του. Γι’ αυτό, όλο και πιό πολύ σου ζητάμε να συμμαχήσεις μαζί μας και σε παρακαλούμε να ελευθερώσεις τη γλώσσα μας από την αδυναμία, που την κρατάει δεμένη, όπως και τότε κατάργησες, με τη σύλληψη και γέννησή σου, τη σιωπή του πατέρα σου του Ζαχαρία.

Άγιος Σωφρόνιος Ιεροσολύμων

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Υπεραγία Θεοτόκος. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Υπεραγία Θεοτόκος. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Ο Θεός θά σοῦ βάλει λόγια στό στόμα σου καί θά μιλήσεις καταλλήλως!!!



Κάποιος Χριστιανός βρέθηκε κάποτε σέ ἕνα κύκλο προτεσταντῶν, οἱ ὁποῖοι κατηγοροῦσαν τήν Παναγία καί ἔλεγαν, ὅτι δέν εἶναι Ἁγία. 
Ὁ Ὀρθόδοξος αἰσθάνθηκε πολύ ἄσχημα, ἀλλά δέν ἦταν πνευματικά τόσο καταρτισμένος, ὥστε νά τούς ἀπαντήσει καταλλήλως. 
Προσευχήθηκε λοιπόν στό Θεό νά τόν βοηθήσει, ἔστω κάτι νά πεῖ, γιατί ὁ ἴδιος δέν ἤξερε τί ἔπρεπε νά κάνει. 
Τότε,σάν νά ἄρχισε κάποιος νά τοῦ μιλάει ἀπό μέσα του, ρώτησε τούς προτεστάντες:
-Σέ ποιό Ὄρος ἔγινε ἡ μεταμόρφωση τοῦ Χριστοῦ;
- Στό Ὄρος Θαβώρ ἀπάντησαν ἐκεῖνοι. 
-Καί γιατί ὀνομάστηκε Ἅγιο, τό Ὄρος αὐτό, ξαναρώτησε ὁ Ὀρθόδοξος.
- Γιατί πάτησε ἐκεῖ ὁ Χριστός, ἀπάντησαν ἐκεῖνοι.
-Καί δέν εἶναι Ἁγία ἡ Παναγία, πού εἶχε 9 μῆνες τό Χριστό στήν κοιλιά της, ἦταν ἡ ἀπάντηση τοῦ Ὀρθοδόξου.
Αὐτό εἶναι! Μοῦ ἔχει συμβεῖ καί ἐμένα. Ὅταν δέν γνωρίζουμε τί πρέπει νά ποῦμε σέ μιά περίσταση, προσευχόμενοι στό Θεό μέ πίστη καί ταπείνωση (κάνοντας μιά μικρή προσευχή μέσα μας), ὁ Θεός θά σοῦ βάλει λόγια στό στόμα σου καί θά μιλήσεις καταλλήλως, ἀκόμα καί ἄν δέν εἶσαι γνώστης τοῦ ἀντικειμένου!!!. 

Δημήτριος Παναγόπουλος, Ιεροκήρυκας

Ω γλυκυτάτη, και πράγμα και όνομα, Μαριάμ, τι πάθος είναι τούτο...



Ω γλυκυτάτη, και πράγμα και όνομα, Μαριάμ, τι πάθος είναι τούτο, όπου αισθάνομαι εις τον εαυτόν μου; 
Εγώ δεν ημπορώ να χορτάσω τους επαίνους των μεγαλείων σου! 
Όσον γαρ περισσότερον τα επαινώ, τόσον περισσότερον τα ορέγομαι, και ο πόθος μου επ' άπειρον προβαίνει, και η επιθυμία μου ακόρεστος γίνεται, διό και πάλιν επιθυμώ να τα επαινέσω. 

Τοσούτον είναι θαυμαστά τα μεγαλεία σου Θεοτόκε, ώστε όπου όλοι, οι περί τας λογικάς τέχνας και επιστήμας καταγινόμενοι, θεωρούντες νοερώς ταύτα εφιλοτιμήθησαν, ο καθ' ένας εξ' αυτών να σε επαινέση με τα της τέχνης και επιστήμης του ίδια.
Και οι μεν Γραμματικοί σε ονομάζουν, μετά του Υιού σου, Άλφα και Ωμέγα, αρχήν των του Θεού θαυμάτων και τέλος των αυτού διδαγμάτων, οι δε λογικευόμενοι σε καλούν μέσον όρον των ιδικών τους συλλογισμών. Διότι, καθώς εν εκάστω συλλογισμώ αποδεικνύεται εν καθ' ετέρου δι ετέρου, τοιουτοτρόπως και δια μέσου σού απεδείχθη το εν, ήτοι ο υπερούσιος Λόγος και Θεός, καθ' ετέρου, ήτοι μετά της ανθρωπίνης φύσεως, και εν πρόσωπον και μία υπόστασις μετ' αυτής εχρημάτισεν. 

Οι ρήτορες εσένα ονομάζουν πολυσύνδετον ζωντανόν και έμψυχον επίλογον και ανακεφαλαίωσιν όλων των αρετών και χαρισμάτων, όσα εμοιράσθησαν εις όλα τα κατά μέρος κτίσματα, ουράνια και επίγεια. 

Οι Αριθμητικοί εσένα λέγουν ότι πλουτείς την κατ' αυτούς αναλογίαν· διότι, ον λόγον και σχέσιν έχει ο ουράνιος Πατήρ προς τον Χριστόν, τον αυτόν έχεις και συ, η επίγειος Μήτηρ, προς τον αυτόν Χριστόν. 
Εσένα οι Γεωμέτραι νοούν κύκλον ευρυχωρότατον· επειδή εχώρησας εν τη αγιωτάτη κοιλία σου όλον το τρίγωνον, ήγουν αυτήν την υπερούσιον και αχώρητον Τριάδα, με το να έγινες Μήτηρ μιας των αυτής Αγίων Υποστάσεων, αλλά και κέντρον οι αυτοί σε ονομάζουν, εν ω στήσας τον διαβήτην του ο νοητός ευκλείδης και αριστοτέχνης Λόγος, εγύρισε παγκάλλιστα όλην την περιφέρειαν της ενσάρκου Οικονομίας του. 
Εσένα καλούν οι Μουσικοί και Ιεροψάλται, τώρα άκρον και μέγα Μαθηματάριον και Οικηματάριον, τώρα δις δια πασών συμφωνίαν και πάγχορδον αρμονίαν τε και επταφωνίαν, και τώρα σε παρομοιάζουν με την εναρμόνιον λύραν, επειδή με το μέσον της μιας εκ των τριών θεϋπόστατων χορδών, την οποίαν εβάστασας εν τη κοιλία και ταις αχράντοις χερσί σου,
εμελώδησας ένα μέλος, όπου εγλύκανεν όλα τα ουράνια, άμα και τα επίγεια. 

Εσένα οι Αστρονόμοι, τώρα μεν, σφαίραν πολύαστρον ονομάζουν, καθώς γαρ εκείνη είναι πεπυκνωμένη με τα αμέτρητα άστρα, έτσι και συ είσαι πεπυκνωμένη με τα αναρίθμητα φωταυγή χαρίσματα του αγίου Πνεύματος, τώρα δε, Σελήνην αργυροειδή και ολόφωτον, καθώς γαρ η Σελήνη, πανσέληνος ούσα, γεμίζει και πλουτίζει τα δεκτικά σώματα των εκείνης απορροιών, έτσι και συ γεμίζεις και πλουτίζεις τους Ορθοδόξους με τας ποικιλλοτρόπους απορροίας των θεομητορικών σου χαρίτων. Και τώρα, Πλειάδα σε ονομάζουν, ήτοι Πούλιαν, διότι, καθώς η Πούλια φυλάττει αχώριστον τον σύνδεσμον και την ένωσιν, είτε των επτά αστέρων της, κατά τους παλαιούς, είτε των τεσσαράκοντα κατά τους νεώτερους Αστρονόμους, και μάλιστα τον Γαλιλαίον, δια του τηλεσκοπίου θεωρήσαντα τούτους, έτσι και συ φυλάττεις συνδεδεμένους εν τη αγάπη πάντας τους προς σε ευλαβείς Ορθοδόξους και φαίνεσαι ωσάν μια φιλόστοργος όρνις, συναγμένα έχουσα τα νοσσία σου. 

Και οι μεν Ηθικοί, εσένα φημίζουν άριστον μετά Θεόν αγαθόν και πληρεστάτην ευδαιμονίαν, οι δε Οπτικοί, εσένα γνωματεύουν θαυμάσιον τηλεσκόπιον, δια μέσου του οποίου απεκαλύφθη η προαιώνιος και κεκρυμένη βουλή του Θεού και ημείς οι χριστιανοί, ακριβέστερον ορώμεν, δι' αυτού, τα πόρρω όντα και απόκρυφα του Θεού μυστήρια. 

Εσένα οι Μηχανικοί υποθέτουν υπομόχλιον ενεργητικώτατον, επάνω εις το οποίον ο μηχανικώτατος Αρχιμήδης και μέγας αρχιτέκτων Θεός, επιστηρίξας τον ιδικόν του μοχλόν, εκίνησεν όχι μόνον όλην την γήν, αλλά και όλον τον ουρανόν και, ούτω, μετέστησεν αυτά από την φθορά εις την αφθαρσίαν και από την τροπήν εις την ατερψίαν. 

Οι δε Φυσικοί θαύμα θαυμάτων υπερφυές σε ονομάζουν, ακολουθούντες γαρ εις τους φυσικούς των κανόνας και νόμους, δεν δύνανται να νοήσουν το ιδικόν σου Μυστήριον, πώς δηλαδή διέμεινας Παρθένος εν τω τόκω και μετά τόκον! 
Πώς σώμα δια σώματος χωρεί, χωρίς καμμίαν διαφθοράν! 
Πώς ο Θεός σαρξ γίνεται και πώς περατούται το άπειρον! Άπερ κατά φυσικόν λόγον πάντη υπάρχει αδύνατα. 

Οι Μεταφυσικοί, εσένα νοούν αφηρημένην και θεωρητικήν αλήθειαν, θείον σκοπόν και τελειότητα τελειοτήτων. 

Εσένα οι των θείων Γραφών έμπειροι αποκαλούν ακροστιχίδα πάντων των Προφητών· πίνακα των δύο διαθηκών υπόθεσιν των Αποστόλων, ύλην των πατέρων και Διδασκάλων, στερέωμα των Μαρτύρων, παρηγορίαν των Οσίων, της νοεράς προσευχής διδάσκαλον, της ταπεινώσεως εισηγήτριαν, της αγάπης της διπλής παράδειγμα έμψυχον, ίνδαλμα παρόμοιον της αρχικής ωραιότητος, θαύμα των Αγγέλων, άγαλμα της φύσεως, ανδριάντα θεόγλυπτον, Θεού αμίμητον μίμημα, ύλην παναρμόνιον του λόγου της σωματώσεως, φανέρωσιν των της θείας ακαταληψίας βυθών, εργαστήριον της ενώσεως των συνελθουσών επί Χριστού φύσεων, και, δια να είπω το τελευταίον και έσχατον, εσένα Θεοτόκε οι θεολόγοι ονομάζουν Μεθόριον Κτίστου και κτίσεως, Τιμιωτέρα των Χερουβείμ, ενδοξοτέραν ασυγκρίτως των Σεραφείμ, Θεόν μετά Θεόν και της Αγίας Τριάδος τα δευτερεία έχουσαν..

ΑΓΙΟΥ ΝΙΚΟΔΗΜΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ
Από την "Ερμηνεία εις την ενάτην
Ωδήν της Παρθένου και Θεοτόκου Μαρίας"

Δόξα σοι Παναγία μου Θεοτόκε!



Επιθανάτια οπτασία: «Δόξα σοι Παναγία μου Θεοτόκε!» 

Ζούσε κάποτε στη Βασιλεύουσα μια πλούσια νέα, η Άννα, που έτυχε να αρρωστήσει βαριά και να πλησιάσει στο θάνατο. Όσοι την παράστεκαν, νόμισαν κάποια στιγμή πως πέθανε. Για μια μέρα η μητέρα της και η αδερφή της την έκλαιγαν σαν νεκρή. 

Το απόγευμα όμως η Άννα άπλωσε τα χέρια της και φώναξε:
– Δόξα σοι Παναγία μου Θεοτόκε! 

Ύστερα σηκώθηκε και ασπάστηκε τους δικούς της. Εκείνοι τότε κάλεσαν τον πνευματικό της. Όταν ήρθε, η Άννα του διηγήθηκε: 

– Ένιωθα βουβή και νεκρωμένη, οπότε βλέπω μπροστά μου δύο φοβερούς άνδρες. Μου φάνηκε πως ήταν οι Αρχάγγελοι Μιχαήλ και Γαβριήλ. Είχαν τόση λαμπρότητα, που είναι αδύνατο να την περιγράψω. Με πήραν λοιπόν και με ανέβασαν στον ουρανό. Δεν θα ξεχάσω το πλήθος των αγγέλων, που έψαλλε μεγαλόφωνα: «Άγιος, άγιος, άγιος Κύριος Σαβαώθ, πλήρης ο ουρανός και η γη της δόξης σου». Γονάτισα, κι ενώ προσκυνούσα, άκουσα μια φωνή δυνατή να λέει: «Πάρτε την και πηγαίνετε την στα καταχθόνια». Με πήραν αμέσως οι Αρχάγγελοι, με κατέβασαν στον σκοτεινό Άδη και με άφησαν μόνη. Τριγύρω ακουγόταν θρήνος και κλαυθμός. «Αλλοίμονο μου», μονολογούσα. «Τι θα γίνω; Παναγία μου λύτρωσε με απ’ αυτόν τον φοβερό τόπο, κι αν ζήσω, θα μετανοήσω μ’ όλη μου την καρδιά», παρακαλούσα με δάκρυα. «Εδώ ήρθες κι εσύ;», μου έλεγαν οι κολασμένοι. «Ας τηρούσες τους νόμους του Ευαγγελίου, δεν θα είχες κολασθεί». 

Πέρασε πολλή ώρα. Ξαφνικά βλέπω πάλι τους Αρχαγγέλους να πλησιάζουν και να μου λένε: «Σήκω επάνω. Η Θεοτόκος σου χαρίζει τη ζωή. Πήγαινε να μετανοήσεις για τις αμαρτίες σου και να συμφιλιωθείς με τους κουνιάδους σου. Σε δύο μήνες θα έρθουμε να σε παραλάβουμε οριστικά. Φρόντισε λοιπόν να κάνεις καλά έργα, για να σωθείς». Αυτά μου είπαν οι Αρχάγγελοι κι αμέσως βρέθηκα ζωντανή. Πραγματικά, ύστερα από δύο μήνες έφυγε οριστικά η νέα για τον ουρανό με ειλικρινή μετάνοια.

«Υπεραγία Θεοτόκε, σώσον ημάς»


«Υπεραγία Θεοτόκε, σώσον ημάς» 

Η δόξα των Αγγέλων… 

Είσαι η δόξα των Αγγέλων, η Τιμιωτέρα των Χερουβείμ και ενδοξότερα ασυγκρίτως των Σεραφείμ. Η Αγιωτέρα των Αγίων! Η χαρά του κόσμου! Είσαι αληθινά η περισσότερο από όλους αγνή μετά τον Θεό. Γι’ αυτό και η Ορθόδοξη Εκκλησία μας σε τιμά περισσότερο από όλους τους Αγίους, εσένα που έγινες εύχρηστο όργανο μέσω του οποίου ο Θεός εργάστηκε το μυστήριο της σωτηρίας μας. Εσένα που αξιώθηκες να γίνεις η μητέρα της Ζωής όχημα του Θεού Λόγου, εσένα Παναγία μας! 

Μετά το Θεό τη δική σου πρεσβεία επικαλούμαστε και σε ικετεύουμε: 
«Υπεραγία Θεοτόκε, σώσον ημάς»… «Υπεραγία Θεοτόκε, πρέσβευε υπέρ ημών»… 

Θεοφόροι Πατέρες της Εκκλησίας μας με έργα πολλά εκφράζουν την τιμή και ευλάβεια στο πρόσωπό σου. Πολλοί ύμνοι, τροπάρια, ωδές και Κανόνες είναι αφιερωμένοι σε σένα. Ιδιαίτερα αγαπητοί σε μας τους Χριστιανούς είναι οι δύο Παρακλητικοί Κανόνες, που ψάλλουμε στην περίοδο του Δεκαπενταύγουστου: 

Ο Μικρός Παρακλητικός Κανόνας ή Μικρή Παράκληση, όπως απλά τον ονομάζουμε, και ο Μεγάλος Παρακλητικός Κανόνας ή αλλιώς Μεγάλη Παράκληση. Ο πρώτος ψάλλεται και σε κάθε άλλη περίοδο του χρόνου και είναι ποίημα του μοναχού Θεοστηρίκτου. Γράφτηκε τον 9ο αι. μ.Χ. και έχει τον ίδιο αριθμό τροπαρίων με τον Μεγάλο αλλά είναι συντομότερα. Ο δεύτερος είναι ποίημα του αυτοκράτορα Νικαίας Θεοδώρου Δούκα του Λασκάρεως και γράφτηκε αργότερα τον 13ο αι. μ.Χ. 
Μέσα από τα υπέροχα τροπάριά τους απευθυνόμαστε σε σένα, Παναγία μας. 

Σε υμνούμε, σε δοξάζουμε, σε μεγαλύνουμε, σε ευχαριστούμε και σε ικετεύουμε. Ποιος δοκιμάζει θλίψεις, πόνους, αρρώστιες, πειρασμούς στην πορεία της μικρής ζωής πάνω στη γη; 

Όμως εσύ που είσαι «η απαλλαγή των ασθενούντων» και «εν ευμενεία», δηλαδή ευνοϊκή διάθεση, επιβλέπεις και ακούς «τους καταφεύγοντας εις σε», χαρίζεις την υγεία «εις την χαλεπήν του σώματος κάκωσιν», σε κάθε οδυνηρή ταλαιπωρία του σώματός μας, όταν με πίστη προστρέχουμε στη μητρική αγκαλιά σου. 
Δηλαδή μετανιωμένοι για τα σφάλματα και τα λάθη μας. Ολόκαρδα! 

Από τα βάθη της ψυχής μας να σου μιλάμε. Με θέρμη ψυχής και χωρίς να σταματάμε. Ακόμη και με δάκρυα να βρέχουμε τίς προσευχές μας προς εσένα την Γοργοϋπήκοο, την Υψηλότερα των Ουρανών. Μάλιστα σε ώρες δύσκολες, κρίσιμες, να σου στέλνουμε σήμα κινδύνου και να σε φωνάζουμε «Προστασία των Χριστιανών, σπεύσον»!, «Μη παρίδης αμαρτωλών δεήσεων φωνάς αλλά πρόφθασον, ως αγαθή, εις την βοήθειαν ημών, των πιστώς κραυγαζόντων σοι». 

Τρέξε και σώσε την Πατρίδα μας, την Εκκλησία μας, την οικογένειά μας, εμάς τους αδύνατους κι αμαρτωλούς, Παναγία μας. Μη παραβλέψεις τις ικεσίες μας, γιατί είσαι η Μητέρα μας και όλοι μετά το Θεό σε σένα καταφεύγουμε. 
Εσένα έχουμε στήριγμα και ελπίδα, ότι θα μας οδηγήσεις στό λιμάνι της σωτηρίας. 

Όλα αυτά σου τα ζητάμε, επειδή ξέρουμε πως «ουδείς προστρέχων επί σοι κατησχυμμένος από σου εκπορεύεται… αλλά λαμβάνει το δώρημα προς το συμφέρον της αιτήσεως». Εσύ που γνωρίζεις το καλό μας, πρεσβεύεις ώστε ανάλογα να είναι τα δώρα του Θεού. 

Γι’ αυτό κι εμείς οι ανάξιοι δε θα σωπάσουμε ποτέ να διαλαλούμε τη δύναμη των πρεσβειών σου, που είναι πάντα ευπρόσδεκτες στον Υιό σου. Ποτέ δε θα πάψουμε να σε ικετεύουμε: 
«Υπεραγία Θεοτόκε, σώσον ημάς». 

Σώσε μας, εσύ, που είσαι πραγματικά άξια να σε ανυμνούν και να σε μακαρίζουν όλες οι γενιές των ανθρώπων!

Γιατί δεν απαντά πάντοτε η Παναγία στις προσευχές μας;



Πολλοί χριστιανοί, και από αυτούς που συμμετέχουν πολύ συχνά στη Λατρευτική ζωή της Εκκλησίας, θέτουν το εξής ερώτημα: Γιατί δεν απαντάει πάντοτε η Παναγία μας, στις θερμές και επίμονες παρακλήσεις που τις κάνουμε.

Την απάντηση μας την δίνει ένας από τους στίχους της Παρακλήσεως .«Κάθε πιστός, λέει, λαμβάνει το δώρημα, δηλ. την απάντηση, ανάλογα με το συμφέρον της αιτήσεως».

Ζητούμε πολλά, πάρα πολλά από την Παναγία μας. Όμως όλα τα αιτήματά μας δεν είναι προς το συμφέρον μας. Εμείς, σαν άνθρωποι που είμαστε έχουμε μάτι περιορισμένο. Μάτι που βλέπει μόνο το παρόν. Γι΄ αυτό ζητούμε πράγματα που στην πρώτη όψη τους φαίνονται σωστά και δίκαια, στην ουσία τους είναι ψεύτικα και επιζήμια. Δεν συντελούν δηλ. στην σωτηρία μας. Για παράδειγμα θα αναφέρω ένα γεγονός μέσα από την Αγ. Γραφή. 
Οι Ισραηλίτες ζήτησαν από τον Θεό να τους γλιτώσει από την αιχμαλωσία των Αιγυπτίων και την φτώχεια. Ο Θεός τους άκουσε και τους δώρισε την ελευθερία και πολλά αγαθά.

Οι Ισραηλίτες όμως απ΄ όλα βλάφτηκαν. Αφού γεύθηκε όλα τα αγαθά του Θεού ο λαός του Ισραήλ, στην συνέχεια απέρριψε τον αληθινό Θεό και άρχισε να προσκυνάει τα είδωλα. Να λοιπόν γιατί δεν λαμβάνουμε πάντοτε την απάντηση που θέλουμε στις Παρακλήσεις μας. Γιατί δεν είναι πάντα προς το αιώνιο συμφέρον μας. 
Ο Ι. Χρυσόστομος λέει ότι όταν δεν μας απαντάει ο Θεός, τότε μας δίνει την ωραιότερη απάντηση. Γιατί τότε έχει να μας δώσει στον Ουρανό κάτι πολύ ανώτερο από αυτό που ζητούμε εδώ στη γη.

Γι΄ αυτό να δείξουμε εμπιστοσύνη στον Θεό, και στην Παναγία Μητέρα Του και να ζητούμε μόνον «Τα καλά και συμφέροντα ταις ψυχαίς ημών…» Αμήν.

Προσευχή προς την Θεομήτορα

Ποίημα Οσίου Ιωάννου του Χοζεβίτου


Παναγία Μητέρα καὶ Παρθένε,
ἐλπὶς τῆς ψυχῆς μου
σὺ εἶσαι ἡ μεσίτριά μου
στὸν ἐλεήμονα Θεό.

Ἐὰν δὲν εἶχε στοὺς οὐρανοὺς ὁ κόσμος
συγγένεια ἀπὸ τὴν γῆ
τότε ἤθελε ἐρημωθῆ ἡ ζωή,
ὅπως ἀκριβῶς ἕνα μνῆμα.

Ἐὰν δὲν ἤσουν ἐσὺ ἡ ἄνοιξις
τοῦ νοητοῦ αἰῶνος
θὰ ἦταν πάντοτε χειμώνας
κι ὁ ἥλιος δὲν θὰ χαμογελοῦσε.

Ἐὰν δὲν ἀνέτειλες ἐσὺ τὴν χαραυγὴ
στὸν κοιμισμένο κόσμο,
τότε ἡ σκιὰ τοῦ θανάτου
θὰ ἦταν παντοτεινή.

Καὶ σήμερα, Πανάχραντε,
ποὺ ὅλοι ἀκολουθοῦμε τὸ κακό,
ἐὰν Σὺ δὲν προσευχηθῆς θερμὰ
μᾶς ἐγκαταλείπει ὁ Υἱός Σου.

Στεῖλε σημεῖα μετανοίας
στὸν ταραγμένο λαὸ
καὶ δυνάμωσέ μας τὴν πίστι
στὴν πλανεμένη μας ψυχή.

Λῦσε, Πανάμωμε Μητέρα,
τὰ δεσμὰ τῆς δουλείας
καὶ δώρισε ὑπομονὴ
στοὺς βασανισμένους Χριστιανούς!!!

Να προσεύχεσθε στην Υπεραγία Θεοτόκο, πάντοτε να παίρνετε την ευλογία Της για κάθε έργο σας



Ο Στάρετς έτρεφε ιδιαίτερη, μπορεί να πει κανείς, τρυφερή αγάπη και αφοσίωση στη Μητέρα του Θεού και δεν έβρισκε λόγια για να εκφράσει και τη δική Της αγάπη στους ανθρώπους και τη δική του προς Αυτήν.

Κάποιος χριστιανός είδε ένα θαυμαστό όραμα των μονών του παραδείσου που είχαν μια ασυνήθιστη ομορφιά .
Ιδιαιτέρως διακρινόταν για την ομορφιά του ένα ανάκτορο. Ρώτησε:

- Ποιός κατοικεί εκεί;

- Η Μητέρα του Θεού, του απάντησαν.

- Και που είναι τώρα; Γιατί δεν είναι εδώ;

- Βρίσκεται στη γη… βοηθάει τους ανθρώπους.

Ο Πατήρ Σάββας συχνά προσέφευγε κατά την προσευχή στη Μητέρα του Θεού και την ονόμαζε «Βροντή κατά των δαιμόνων», γιατί δεν υπάρχει τίποτε φοβερώτερο για τους δαίμονες από την παρουσία της Παναγίας. Αυτοί δεν μπορούν να βλάψουν τον άνθρωπο, αν εκείνος δεν εγκαταλείψει την Υπεραγία Θεοτόκο.

Όλη η ζωή του Στάρετς πέρασε κάτω από την προστασία της Παναγίας. Ο Στάρετς μέσα στο ιερό πολλές φορές, όταν είχε ελεύθερο χρόνο, συνομιλούσε φωναχτά μ’ αυτήν, ξεχνώντας ότι κοντά του βρίσκονταν άνθρωποι. Διηγόταν πώς προσευχόταν ο ηγούμενος Αλέξιος στη Μητέρα του Θεού. Συχνά μιλούσε μαζί Της σαν με κάποιο κοντινό του άνθρωπο!

- Κι εγώ σας ζητώ αγαπημένα μου τέκνα, έλεγε, με ζήλο να προσεύχεσθε στην Υπεραγία Θεοτόκο, πάντοτε να παίρνετε την ευλογία Της για κάθε έργο σας. Και μην λησμονείτε να την ευχαριστείτε μετά το τέλος του έργου σας για τη βοήθεια που σας έστειλε. 
Σας ζητώ ιδιαιτέρως να κάμετε τον Θεομητορικό Κανόνα -150 φορές το «Θεοτόκε Παρθένε» - και να διαβάζετε το «ακοίμητο Ψαλτήρι». Το θεόπνευστο βιβλίο του ψαλτηρίου είναι γραμμένο από τον Προφήτη Δαϋίδ με την έμπνευση του Αγίου Πνεύματος. 
Από την ανάγνωση του Ψαλτηρίου υπάρχει μεγάλη ωφέλεια. Ένας ευσεβής χριστιανός είχε θερμή επιθυμία να διαβάζει το «Ψαλτήριον» αλλά μετά από κάθε αμέλεια ο ζήλος του ψυχράνθηκε. Τότε εμφανίστηκε στον ύπνο του η Παναγία και του είπε τρυφερά: «Πρέπει, τέκνο μου, να διαβάζεις το Ψαλτήρι. Αυτό είναι η ζωή σου».

Κάποτε ο π.Σάββας, στη βιογραφία του ιερομονάχου Παρθενίου, βρήκε ένα σημείο όπου λεγόταν ότι είχε δεχθεί ένα λογισμό αμφιβολίας για το αν η Υπεραγία Παρθένος ήταν η πρώτη μοναχή στη γη. Κοιμήθηκε ελαφρά και βλέπει μέσα από την Πύλη της Λαύρας του Κιέβου να έρχεται με τη συνοδεία μεγάλου πλήθους Αγγέλων μια μεγαλόπρεπη Μοναχή με μοναχικό μανδύα και ράβδο στα χέρια. 
Πλησιάζοντας σ’ αυτόν, του λέει: «Παρθένιε, εγώ είμαι μοναχή». Εκείνος ξύπνησε και από τότε ονόμαζε την Παναγία Ηγουμένη της Λαύρας.

«Στάρετς Σάββας ο παρηγορητής»

Δώσ’ μου από τις Αρετές σου

Προσευχή 
Ύμνος του Αγίου Νεκταρίου 
προς Την Παναγία


Δέσποινα Παντευλόγητε, Υπέραγνε Παρθένε,
Παράδεισε πανθαύμαστε, κήπε καλλωπισμένε,
Σε δυσωπώ, Πανάχραντε, χαρίτωσον τον νουν μου,
κατεύθυνον τας σκέψεις μου, φώτισον την ψυχήν μου. 

Κόρη με ποίησον αγνόν, πράον, σεμνόν, ανδρείον,
ησύχιον και κόσμιον, ευθύν, όσιον, θείον,
επιεική, μακρόθυμον, των αρετών δοχείον,
άμεμπτον, ανεπίληπτον, των αγαθών ταμείον. 

Δος μοι σοφίαν, σύνεσιν και μετριοφροσύνην,
φρόνησιν και απλότητα και ταπεινοφροσύνην.
Δος μοι νηφαλιότητα, όμμα πεφωτισμένον,
διάνοιαν ολόφωτον, πνεύμα εξηγνισμένον. 

Απέλασον την οίησιν, την υπερηφανίαν,
τον τύφον, την φυσίωσιν, και την αλαζονείαν,
την ύβριν, το αγέρωχον, την υψηλοφροσύνην,
γλώσσα μεγαλορρήμονα, ισχυρογνωμοσύνην. 

Την αστασία την φρικτήν, την περιττολογίαν,
την πονηρία την πολλήν, και την αισχρολογίαν.
Χάρισαί μοι, Πανάχραντε, την ηθικήν ανδρείαν,
το θάρρος, την ευστάθειαν, δος μοι την καρτερίαν. 

Δος μοι την αυταπάρνησιν, την αφιλαργυρίαν,
ζήλον μετ’επιγνώσεως και αμνησικακίαν.
Δος μοι ακεραιότητα, ευγένειαν καρδίας,
πνεύμα ευθές, ειρηνικόν, και πνεύμα αληθείας. 

Φυγάδευσον, Πανάχραντε, τα πάθη της καρδίας,
τα πολυώνυμα, Αγνή, της ηθικής δειλίας.
Την αναδρίαν την αισχράν, το θράσος, την δειλίαν,
την ατολμίαν την δεινήν και την απελπισίαν. 

Άρον μοι, Κόρη, τον θυμόν και πάσαν ραθυμίαν,
την αθυμία, την οργήν, ως και την οκνηρίαν. 

Τον φθόνον, την εμπάθειαν, το μίσος, την κακίαν,
την μήνιν, την εκδίκησιν και την μνησικακίαν. 

Την έριδα την ευτελή και την πολυλογίαν,
την γλωσσαλγίαν την δεινήν και την βωμολοχίαν.
Δος μοι, Παρθένε, αίσθησιν, δος μοι ευαισθησίαν.
Δος μοι συναίσθησιν πολλήν και ευσυνειδησίαν. 

Δος μοι, Παρθένε, την χαράν Πνεύματος του Αγίου.
Δος μοι ειρήνην τη ψυχή, ειρήνην του Κυρίου.
Δος μοι αγάπην, έρωτα θείον, εξηγηγνισμένον,
πολύν, θερμόν και καθαρόν και εξηγιασμένον.
Δος πίστιν ζώσαν, ενεργόν, θερμήν, αγνήν, αγίαν,
ελπίδα αδιάσειστον, βεβαίαν και οσίαν. 

Άρον απ’εμού, Παρθένε, τον κλοιόν της αμαρτίας,
την αμέλειαν, την μέθην, την ανελεημοσύνην,
τα κακάς επιθυμίας, την δεινήν ακολασίαν,
γέλωτας της ασελγείας και την πάσαν κακουργίαν. 

Σωφροσύνην δος μοι, Κόρη, δος εγκράτειαν, νηστείαν,
προσοχήν και αγρυπνίαν και υπακοήν τελείαν.
Δος μοι προσοχήν εν πάσι και διάκρισιν οξείαν,
σιωπήν και ευκοσμίαν, και υπομονήν οσίαν. 

Επιμέλειαν παράσχου, Δέσποινα, προς εργασίαν,
προς τελείωσιν και ζήλον αρετών προς γυμνασίαν.
Την ψυχήν μου, την καρδίαν και τον νουν μου, Παναγία,
τήρει εν αγιωσύνη, φύλαττε εν παρθενία.

H ΠΑΝΑΓΙΑ ΣΤΗΝ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ



«Τὴν ὑψηλοτέραν τῶν οὐρανῶν
καὶ καθαρωτέραν λαμπηδόνων ἡλιακῶν,
τὴν λυτρωσαμένην ἡμᾶς ἐκ τῆς κατάρας,
τὴν Δέσποιναν τοῦ κόσμου ὕμνοις τιμήσωμεν»

ΑΠΟΨΕ ἡ ὁμιλία θὰ εἶνε δογματική· θὰ μιλήσουμε πάνω σὲ ἕνα δόγμα τῆς πίστεως.
Τί θὰ πῇ δόγμα; Δόγμα εἶνε αὐτὸ ποὺ διδάσκει ἡ Ἐκκλησία μας καὶ πρέπει νὰ τὸ πιστεύουμε καὶ νὰ τὸ παραδεχώμεθα ὡς ἀπόλυτη ἀλήθεια. Τί διδάσκει ἡ Ἐκκλησία μας; 
Πολλὰ πράγματα. Διδάσκει ―καὶ ὁ Χριστιανὸς πρέπει νὰ ξέρῃ― τί εἶνε ὁ κόσμος, τί εἶνε ὁ ἄνθρωπος, τί εἶνε τὸ σῶμα καὶ τί ἡ ψυχή, τί εἶνε ἄγγελοι καὶ ἀρχάγγελοι, τί εἶνε ἁγία Τριάς, τί εἶνε Θεὸς Πατήρ, τί εἶνε Υἱός, τί εἶνε Πνεῦμα ἅγιο, τί εἶνε παράδεισος καὶ τί κόλασις, τί εἶνε Ἐκκλησία, τί εἶνε τὰ μυστήρια, τί εἶνε ἡ βάπτισις, ὁ γάμος, ἡ θεία εὐχαριστία κ.τ.λ.. 
Ὅλα αὐτὰ εἶνε μαθήματα, ποὺ πρέπει νὰ τὰ ξέρῃ.

Δυστυχῶς ὑπάρχει μεγάλη ἄγνοια. Οἱ Χριστιανοὶ οὔτε τὸ ἀλφαβητάριο τῆς πίστεως δὲν ξέρουνε. Καὶ ὄχι μόνο οἱ ἀγράμματοι ἀλλὰ καὶ αὐτοὶ οἱ τάχα ἐπιστήμονες. Ξέρουν πολλὰ ἄλλα πράγματα, ἀλλὰ ἀπὸ τὴ θρησκεία μας ἔχουν μεσάνυχτα. Καὶ πῶς νὰ ξέρουν, ὅταν στὴν ἐκκλησία δὲν πατᾶνε παρὰ μόνο Χριστούγεννα καὶ Πάσχα;

Ἂς δοῦμε λοιπὸν τώρα, τί διδάσκει ἡ Ὀρθοδοξία μας γιὰ τὸ πρόσωπο τῆς Παναγίας. 
Ἔχει δὲ μεγάλη σημασία τὸ δόγμα περὶ τῆς Θεοτόκου, διότι συνδέεται ἀμέσως μὲ τὸ πρόσωπο τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ.

Ἑκατομμύρια γυναῖκες γεννηθήκανε, ἑκατομμύρια ζοῦνε σήμερα, καὶ ἑκατομμύρια θὰ γεννηθοῦν μέχρι συντελείας τῶν αἰώνων. Ἄλλες ἀπὸ αὐτὲς διακρίθηκαν γιὰ τὸ κάλλος τους, ἄλλες γιὰ τὴν εὐφυΐα τους, ἄλλες γιὰ τὴν καταγωγή τους. Ὅλες ὅμως λησμονοῦνται. 
Μία γυναίκα μόνο δὲν λησμονεῖται· ἡ ὑπεραγία Θεοτόκος, ἡ Παναγία μας. Γιατί; Διότι μέσα στὰ ἑκατομμύρια τῶν γυναικῶν μόνο αὐτὴ βρέθηκε ἄξια νὰ γεννήσῃ τὸ Θεό, νὰ γίνῃ Μήτηρ τοῦ Θεοῦ. Τί μυστήριο αὐτό! Πόσο καθαρὰ ἔπρεπε νὰ εἶνε αὐτὴ ποὺ θὰ ἀξιώνετο νὰ γεννήσῃ τὸν Κύριον ἡμῶν Ἰησοῦν Χριστόν! 
Ἔπρεπε νὰ εἶνε ἁγνὴ καὶ παρθένος. Καὶ ἔγινε τὸ μέγα μυστήριο· ὁ Θεός, ποὺ δὲν τὸν χωροῦν οἱ οὐρανοί, ἐχώρεσε μέσα στὴν κοιλία τῆς παρθένου, καὶ ἔγινε ἡ κοιλία της θρόνος του. 
Ἡ παρθένος Μαρία γέννησε τὸν Θεό, γι᾿ αὐτὸ λέγεται Θεοτόκος. Τὸ δὲ ἐπίσης θαυμαστὸ ποιό εἶνε· ὅτι ἔμεινε παρθένος ὄχι μόνο πρὸ τοῦ τόκου ἀλλὰ καὶ κατὰ τὸν τόκο καὶ μετὰ τὸν τόκο, δηλαδὴ ἀειπάρθενος. Ἂν δὲν τὸ πιστεύῃς αὐτὸ τὸ μυστήριο, δὲν εἶσαι ὀρθόδοξος Χριστιανός. Ἡ Παρθένος γέννησε τὸν Σωτῆρα τοῦ κόσμου. Αὐτὸ εἶνε ἡ πίστις μας. 
Ἔξω ἀπὸ τὴν Ὀρθοδοξία οἱ αἱρετικοὶ διχάζονται ὡς πρὸς τὸ πρόσωπο τῆς Παναγίας· ἄλλοι τὴν ὑπερτιμοῦν, καὶ ἄλλοι τὴν ὑποτιμοῦν. Ἐμεῖς τί λέμε;
Ἡ Ὀρθοδοξία παραδέχεται, ὅτι ἡ Παναγία εἶνε ἀνώτερη ἀπὸ τοὺς πατριάρχας καὶ τοὺς προφήτας τῆς παλαιᾶς διαθήκης, ἀνώτερη ἀπὸ τὸν Ἰωάννη τὸν Πρόδρομο, ἀνώτερη ἀπὸ τοὺς ἀποστόλους, ἀνώτερη ἀκόμα κι ἀπὸ τοὺς ἀγγέλους καὶ ἀρχαγγέλους. 
Ἡ Παναγία εἶνε παραπάνω ἀπ᾿ ὅλους. Ἀλλὰ δὲν εἶνε Θεός· ἐδῶ σταματοῦμε. 
Διότι ἡ θεοποίησις τῆς Παναγίας εἶνε αἵρεσις. Αἱρετικοὶ εἶχαν θεοποιήσει τὴν Παναγία. Ἐμεῖς δὲν τὴ θεοποιοῦμε· δὲν λέμε, ὅτι ἡ Παναγία εἶνε Θεός.
Ἡ Παναγία, ἐν σχέσει μὲ τὸ Θεό, μὲ τὸ Χριστό, εἶνε καὶ αὐτὴ μία «δούλη»· ἔτσι ὀνομάζει τὸν ἑαυτό της ἡ ἰδία (βλ. Λουκ. 1,38,48). Ἦταν ταπεινὴ ἡ Παναγία, δὲν ὑπερηφανεύετο. 
Ὅταν «ἄγγελος πρωτοστάτης οὐρανόθεν ἐπέμφθη εἰπεῖν τῇ Θεοτόκῳ τὸ Χαῖρε» (Ἀκάθ. ὕμν.), δὲν ὑπερηφανεύτηκε ὅτι θὰ γεννήσῃ τὸ Χριστό. Οὔτε πῆγε νὰ τὸ διαλαλήσῃ στοὺς δρόμους καὶ τὶς πλατεῖες. Μόνο ἐρώτησε· Πῶς ἐγὼ χωρὶς ἄντρα θὰ γεννήσω παιδί; 
Καὶ ὁ ἄγγελος ἀπήντησε· «Οὐκ ἀδυνατήσει παρὰ τῷ Θεῷ πᾶν ῥῆμα». Καὶ τότε ἐκείνη δέχθηκε μὲ ταπείνωσι τὸ θεῖο θέλημα· «Ἰδοὺ ἡ δούλη Κυρίου· γένοιτό μοι κατὰ τὸ ῥῆμά σου» (Λουκ. 1,35-38). Ἔτσι εἶπε ἡ Παναγία· ὅτι εἶνε μιὰ «δούλη» τοῦ Θεοῦ.
Γι᾿ αὐτὸ καὶ εἶνε ἁμαρτία αὐτὸ ποὺ παρατηρεῖται καμμιὰ φορὰ ἀπὸ ἄγνοια, νὰ τιμοῦν τὴν Παναγία παραπάνω ἀπὸ τὸ Χριστό (κάπου εἶδα λ.χ. μπροστὰ στὸ Χριστὸ νὰ ἔχουν μιὰ μικρὰ καντήλα, καὶ μπροστὰ στὴν Παναγιὰ μιὰ μεγάλη καντήλα).
Ὡρισμένοι αἱρετικοὶ ὅμως, ὄχι ἀπὸ ἄγνοια ἀλλ᾿ ἀπὸ σατανικὴ ἐπιμονή, θεωροῦν τὴν Παναγία σὰν Θεό· ὅπως οἱ ἀρχαῖοι εἰδωλολάτραι πρόγονοί μας εἴχανε τὴν Ἄρτεμι, τὴν Ἀθηνᾶ κ.τ.λ.. Ὄχι τέτοια πράγματα. Αὐτὸ εἶνε τὸ ἕνα ἄκρο, τὸ ὁποῖο κρατοῦν οἱ παπικοί. Αὐτοί, οἱ φράγκοι, τὴν Παναγία τὴν ἔχουν πολὺ ψηλά, τὴν τιμοῦν σχεδὸν σὰν Θεό, τῆς φτειάχνουν καὶ ἀγάλματα. Αὐτοὶ ἔχουν τὴν λεγομένη Μαριολατρία.
Οἱ ἄλλοι ἀντιθέτως πηγαίνουν στὸ ἄλλο ἄκρο. Εἶνε οἱ προτεστάνται. Αὐτοὶ τί λένε; Ὑποτιμοῦν τὴν Παναγία. Τὴν θεωροῦν μιὰ ἁπλῆ γυναῖκα. Τί εἶνε, σοῦ λένε, ἡ Μαρία; εἶνε ὅπως ὅλες οἱ γυναῖκες. Καὶ ἐνῷ οἱ παπικοὶ τῆς ἔχουν καὶ ἀγάλματα, οἱ προτεστάνται δὲν τῆς ἔχουν οὔτε εἰκόνα. Οἱ δὲ χιλιασταὶ οὔτε ν᾿ ἀκούσουν θέλουν γιὰ τὴν Παναγία.
Ἐμεῖς λοιπόν, ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία, εἴμεθα στὸ μέσον. Ἡ Ὀρθοδοξία οὔτε μὲ τοὺς προτεστάντες πάει, οὔτε μὲ τοὺς παπικοὺς πάει. Καὶ διδάσκει ἡ Ἐκκλησία μας, ὅτι ἡ Παναγία εἶνε ὑπεράνω ὅλων τῶν ἁγίων, ἀλλὰ ὄχι Θεός· καὶ ὅτι ἀξιώθηκε νὰ γεννήσῃ ὑπὲρ φύσιν τὸν Υἱὸν τοῦ Θεοῦ. Ὁ Χριστὸς γεννήθηκε κατὰ τρόπο ὑπερφυσικό, θαυμαστό, μυστηριώδη, τρόπον ἄγνωστον τοῖς ἀνθρώποις. Αὐτὰ πιστεύει ἡ Ἐκκλησία μας γιὰ τὴν ὑπεραγία Θεοτόκο καὶ ἔτσι τιμοῦμε ἐμεῖς τὴν Παναγία.

Αὐτὰ βέβαια στὴ διδασκαλία. Τί γίνεται ὅμως στὴν πρᾶξι; Λέμε, ὅτι τιμοῦμε ὀρθοδόξως τὴν Παναγία. Τὴν τιμοῦμε ὄντως; Ὑπάρχουν ἀσφαλῶς καὶ ψυχὲς ποὺ ἀγαποῦν καὶ τιμοῦν τὴν Παναγία. Οἱ ἄλλοι; Τὴν ἡμέρα τῆς Κοιμήσεως ὅλοι θὰ ἑορτάσουν. Τότε καὶ οἱ ἐπίσημοι θὰ ἐκκλησιαστοῦν. Ἀλλὰ τί ὥρα φθάνουν; Πρὸς τὸ τέλος. Ἔρχονται ἁπλῶς γιὰ τὸν τύπο.
Ὅσο γιὰ τοὺς στρατιωτικούς; Μὲ τὰ λόγια τιμοῦν κι αὐτοὶ τὴν Παναγία. Ἀλλ᾿ ἐὰν ὑπάρχῃ ἕνας χῶρος ὅπου ὑβρίζεται ἡ Παναγία μέρα – νύχτα, εἶνε ὁ στρατός. Ποῦ εἶνε ἡ τιμή; Πήγαινε μέσα στὸ στρατῶνα ν᾿ ἀκούσῃς τί γίνεται.Ὑπάρχουν βέβαια κ᾿ ἐδῶ καὶ ἀξιωματικοὶ καὶ στρατιῶτες ποὺ τιμοῦν τὴν Παναγία, δὲν τὸ ἀρνοῦμαι. Ἀλλὰ οἱ πολλοί; Δὲν περνάει μέρα στοὺς λόχους καὶ στὰ τάγματα, ποὺ νὰ μὴ ὑβρίζεται φοβερὰ καὶ ἀπαίσια ἡ Παναγία.
Τέλος ὁ λαός. Παντοῦ δυστυχῶς, σὲ σπίτια καὶ δημοσίους χώρους, οἱ λεγόμενοι ὀρθόδοξοι Χριστιανοὶ προσβάλλουν χυδαιότατα τὸ τίμιον ὄνομα τῆς Παναγίας. Καὶ ποιός διαμαρτύρεται παρακαλῶ; Ἀκούει ὁ Χριστιανὸς νὰ βλαστημοῦν, καὶ χαχανίζει. 
Ἀκούει ἡ γυναίκα τὸν ἄντρα της νὰ ὑβρίζῃ, καὶ ὅταν τῆς πῇς ὅτι ἁμαρτάνει ποὺ τὸ ἀνέχεται, σοῦ λέει· Τί, νὰ χάσω ἐγὼ τὸν ἄντρα μου;… Δὲ᾿ λέω νὰ πάρῃ διαζύγιο. Ἀλλὰ ἔχει πολλὰ μέσα ἡ γυναίκα γιὰ νὰ πείσῃ τὸν ἄντρα. Δυστυχῶς δὲν κάνει τίποτα. Ἀκοῦνε οἱ γονεῖς τὰ παιδιά· τίποτα ἀπολύτως! Αὐτὸ εἶνε ἁμαρτία. Διότι ἁμαρτάνει αὐτὸς ποὺ βλαστημάει, ἀλλ᾿ ἂν ἀκοῦς κ᾿ ἐσὺ καὶ δὲν διαμαρτύρεσαι, ἔχεις κ᾿ ἐσὺ ἁμαρτία. Δὲν εἶσαι Χριστιανός· ψευτοχριστιανὸς εἶσαι. Δὲν ἀγαπᾷς καὶ δὲν τιμᾷς τὴν ὑπεραγία Θεοτόκο.
Ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος φθάνει νὰ πῇ· Συμβούλεψε τὸ βλάστημο. Δὲν σὲ ἀκούει; Ἔχεις χέρι; Χτύπησέ τον. Χέρι ποὺ χτυπάει βλάστημο θὰ ἁγιάσῃ. Στὸν Πόντο καὶ στὴ Μικρὰ Ἀσία δὲ᾿ βλαστημούσανε. Ὅποιος θὰ τολμοῦσε νὰ βλαστημήσῃ, ἔπρεπε νὰ φύγῃ ἀπὸ τὸ χωριό. Καὶ ὁ ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλὸς λέει· Ἂν πάρῃς ἕνα μαχαίρι καὶ μοῦ βγάλῃς τὰ μάτια, μοῦ κόψῃς τ᾿ αὐτιὰ τὶς μύτες καὶ τὰ χέρια, ἔχω χρέος νὰ σὲ συγχωρήσω. Ἂν ὑβρίσῃς τὴ μάνα καὶ τὸν πατέρα ποὺ μὲ γέννησε, ἔχω χρέος νὰ σὲ συγχωρήσω. Ἂν ὅμως βλαστημήσῃς τὸ Χριστὸ καὶ τὴν Παναγιά μου, δὲν ἔχω μάτια νὰ σὲ δῶ!
Εἴμεθα λοιπὸν ὅλοι συνένοχοι. Καὶ μιὰ βλαστήμια ἀκόμα νὰ ἀκουγότανε στὴν Ἑλλάδα, ἔπρεπε νὰ χτυποῦν νεκρικὰ οἱ καμπάνες σὰν τὴ Μεγάλη Παρασκευή. Τώρα χιλιάδες βλαστημοῦν, καὶ κανείς δὲν ἐνοχλεῖται!
Προσπαθῆστε λοιπόν. Βρῆτε τρόπο, ὥστε νὰ σβήσῃ ἡ βλαστήμια ἀπὸ τὸν τόπο μας, καὶ ἡ κοινωνία μας νὰ γίνῃ μιὰ κιθάρα ποὺ θὰ ὑμνῇ μέρα καὶ νύχτα τὴν Παναγία καὶ τὸν Υἱόν της, τὸν Κύριον ἡμῶν Ἰησοῦν Χριστόν· ὅν, παῖδες Ἑλλήνων, ὑμνεῖτε καὶ ὑπερυψοῦτε εἰς πάντας τοὺς αἰῶνας. Ἀμήν.

† ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος
Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία, ἡ ὁποία ἔγινε στὸν ἱ. ναὸ Ἁγίου Παντελεήμονος Φλωρίνης τὴν 10-8-1989

Η δύναμη της Παναγίας είναι η σιωπή της....



Ποτέ δεν με γοήτευσε η "δύναμη" της Παναγίας, η "Στρατηγός", η "Νικήτρια". Προτιμώ την ταπείνωση, την αγάπη, την υπομονή της, την απίστευτη σιωπή της, τον πόνο στα μάτια και την καρδιά της, αυτή την αγιότητα που μεταπλάθει την δοκιμασία σε φως και χαρά. 

Αυτή την αίσθηση οτι Εκείνη με νιώθει ακόμη κι όταν δεν εχω καμία λέξη να της πω, ακόμη κι όταν αισθάνομαι οτι δεν έχω καμία όρεξη να εξηγώ. Αυτή η απόλυτη μητρική αποδοχή που υπάρχει στο βλέμμα της, είναι εκείνο που πάντα με συγκλόνιζε. Γιατί δεν ξέρω για σας, μα εγω πολλές φορές δεν έχω όρεξη μα ούτε δύναμη οχι μόνο να προσευχηθώ μα ούτε και να μιλήσω. 

Στην αρχή ένιωθα άσχημα και ενοχικά. Τώρα πλέον το ζω, το βιώνω ως απόλυτα φυσιολογικό. Αποδέχομαι δίχως να κρίνω, οτι δεν γίνεται πάντα να είμαι καλά, όμορφα και δυνατά, και τότε είναι που κοιτώ την Παναγία με απόλυτη άνεση και ελευθερία γιατί μου επιτρέπει να είμαι ο ευατός μου δίχως να πρέπει να εξηγώ το πως και το γιατί της συμπεριφοράς μου. 

Δεν υπάρχει μεγαλύτερη χαρά απο το να εισαι απλά ο εαυτός σου στο κάθε παρόν της ζωής. Και δεν υπάρχει μεγαλύτερη ευλογία να αισθάνεσαι οτι αυτό που είσαι με τα καλά και τα κακά, τα σκοτεινά και φωτεινά ψυχικά σου σοκάκια, κάποιος το αγαπάει πολύ δίχως να το κρίνει. Για μένα αυτή είναι η Παναγία, που μπορεί να μιλάει μαζί μου, στην πιο βαθιά σιωπή μου…..

«Ἐπὶ σοὶ Χαίρει, Κεχαριτωμένη. Πᾶσα ἡ κτίσις» Φώτης Κόντογλου - Ἡ Κοίμησις τῆς Θεοτόκου

«Ὡς ἐμψύχῳ Θεοῦ κιβωτῷ ψαυέτω μηδαμῶς χεὶρ ἀμυήτων· χείλη δὲ πιστῶν τὴ Θεοτόκῳ ἀσιγήτως φωνὴν τοῦ ἀγγέλου ἀναμέλποντα, ἐνἀγαλλιάσει βοάτω· Ὄντως ἀνωτέρα πάντων ὑπάρχεις, Παρθένε ἁγνή». «Ἐσένα ποὺ εἶσαι ζωντανὴ κιβωτὸς τοῦ Θεοῦ, ἂς μὴ σὲ ἀγγίζει ὁλότελα χέρι ἄπιστο, ἀλλὰ χείλια πιστὰ ἂς ψάλλουνε δίχως νὰ σωπάσουνε τὴ φωνὴ τοῦ ἀγγέλου (ὁ ὑμνωδὸς θέλει νὰ πεῖ τὴ φωνὴ τοῦ ἀρχαγγέλου Γαβριήλ, ποὺ εἶπε «εὐλογημένη σὺ ἐν γυναιξί») κι ἂς κράζουνε: «Ἀληθινά, εἶσαι ἀνώτερη ἀπ᾿ ὅλα Παρθένε ἁγνή»...

Ἀλλοίμονο! Ἀμύητοι, ἄπιστοι, ἀκατάνυχτοι, εἴμαστε οἱ πιὸ πολλοὶ σήμερα, τώρα ποὺ ἔπρεπε νὰ προσπέσουμε μὲ δάκρυα καυτερὰ στὴν Παναγία καὶ νὰ ποῦμε μαζὶ μὲ τὸ Θεόδωρο Δούκα τὸ Λάσκαρη, ποὺ σύνθεσε μὲ συντριμένη καρδιὰ τὸν παρακλητικὸ κανόνα: «Ἐκύκλωσαν αἱ τοῦ βίου μὲ ζάλαι ὥσπερ μέλισσαι κηρίον, Παρθένε». «Σὰν τὰ μελίσσια ποὺ τριγυρίζουνε γύρω στὴν κερήθρα, ἔτσι κ᾿ ἐμένα μὲ ζώσανε οἱ ζαλάδες τῆς ζωῆς καὶ πέσανε ἀπάνω στὴν καρδιά μου καὶ τὴν κατατρυπᾶνε μὲ τὶς φαρμακερὲς σαγίτες τους. Ἄμποτε, Παναγιά μου, νὰ σὲ βρῶ βοηθό, νὰ μὲ γλύτωσεις ἀπὸ τὰ βάσανα». Μὰ ποιὸς ἀπό μας γυρεύει βοήθεια ἀπὸ τὴν Παναγία, ἀπὸ τὸν Χριστὸ κι᾿ ἀπὸ τοὺς ἁγίους; Γυρεύουμε βoήθεια ἀπὸ τὸ κάθε τί, παρεκτῶς ἀπὸ τὸ Θεό. Ἀλλὰ τί βοήθεια μποροῦνε νὰ δώσουνε στὸν ἄνθρωπο τὰ εἴδωλα τὰ λεγόμενα «ἐπιστήμη» καὶ «τέχνη»; Ὁ ἅγιος Ἰσαὰκ ὁ ἀναχωρητὴς λέγει: «Σ᾿ ὅλους τοὺς δρόμους ποὺ πορεύονται οἱ ἄνθρωποι σὲ τοῦτον τὸν κόσμο δὲv βρίσκουνε σὲ κανένα τὴν εἰρήνη, ὡς ποὺ vα σιμώσουμε στὴν ἐλπίδα τοῦ Θεοῦ. Μὰ ἀλλοίμονο οἱ πιὸ πολλοὶ ἄvθρωποι εἶναι «οἱ μὴ ἔχοντες ἐλπίδα» ὅπως λέγει ὁ Παῦλος. Ὅποιος δὲν ἔχει τὴν πίστη μέσα στὴν καρδιά του, τί ἐλπίδα μπορεῖ νἄχει; Ὅπου ν᾿ ἀκουμπήσει ὅλα εἶναι σάπια. Γι᾿ αὐτὸ κι᾿ ὁ ὑμνογράφος ποὺ εἴπαμε, λέγει στὴν Παναγία: «Ἀπορήσας ἐκ πάντων, ὀδυνηρῶς κράζω σοι· πρόφθασον, θερμὴ προστασία, καὶ τὴν βοήθειαν δός μοι τῷ δούλῳ σου τῷ ταπεινῷ καὶ ἀθλίω». «Ὅλα, λέγει τὰ δοκίμασα, μὰ κανένα πράγμα δὲ μπόρεσε vα μὲ ξαλαφρώσει. Γιὰ τοῦτο φωνάζω Ἐσένα μὲ θρῆνο πικρόν, καὶ λέγω: Πρόφταξε καὶ δόσε τὴ βοήθειά σου σὲ μένα τὸν ταπεινὸ κι᾿ ἄθλιο δοῦλο σου».

Ἡ Παναγία εἶναι ἡ ἐλπίδα τῶν ἀπελπισμένων, ἡ χαρὰ τῶν πικραμένων, τὸ ραβδὶ τῶν τυφλῶν, ἡ ἄγκυρα τῶν θαλασσοδαρμένων, ἡ μάνα τῶνὀρφανεμένων. Ἡ θρησκεία τοῦ Χριστοῦ εἶναι πονεμένη θρησκεία, ὁ ἴδιος ὁ Χριστὸς καρφώθηκε ἀπάνω στὸ ξύλο: κ᾿ ἡ μητέρα του ἡ Παναγία πέρασε κάθε λύπη σὲ τοῦτον τὸν κόσμο. Γι᾿ αὐτὸ καταφεύγουμε σὲ Κεiνη ποὺ τὴν εἴπανε οἱ πατεράδες μας: «Καταφυγή», «Σκέπη τοῦ κόσμου», «Γοργοεπήκοο», «Γρηγοροῦσα», «Ὀξεία ἀντίληψη», «Ἐλεοῦσα», «Ὁδηγήτρια», «Παρηγορίτισσα» καὶ χίλια ἄλλα ὀνόματα, ποὺ δὲν βγήκανε ἔτσι ἁπλὰ ἀπὸ τὰ στόματα, ἀλλὰ ἀπὸ τὶς καρδιὲς ποὺ πιστεύανε καὶ ποὺ πονούσανε. Μονάχα στὴν Ἑλλάδα προσκυνιέται ἡ Παναγία μὲ τὸν πρεπούμενο τρόπο ἤγουν μὲ δάκρυα μὲ πόνο καὶ μὲ ταπεινὴ ἀγάπη. Γιατὶ ἡ Ἑλλάδα εἶναι τόπος πονεμένος, χαροκαμένος, βασανισμένος ἀπὸ κάθε λογῆς βάσανο. Κι᾿ ἀπὸ τούτη τὴν αἰτία τὸ ἔθνος μας στὰ σκληρὰ τὰ χρόνια βρίσκει παρηγοριὰ καὶ στήριγμα στὰ ἁγιασμένα μυστήρια της ὀρθόδοξης θρησκείας μας, καὶ παραπάνω ἀπὸ ὅλα στὸ Σταυρωμένο τὸ Χριστὸ καὶ στὴ χαροκαμένη μητέρα του, ποὺ πέρασε τὴν καρδιά της σπαθὶ δίκοπο. Σὲ ἄλλες χῶρες τραγουδᾶνε τὴν Παναγία μὲ τραγούδια κοσμικά, σὰν νἆναι καμιὰ φιληνάδα τους, μὰ ἐμεῖς τὴν ὑμνολογοῦμε μὲ κατάνυξη βαθειά, θαρρετὰ μὰ μὲ συστολή, μὲ ἀγάπη μὰ καὶ μὲ σέβας,σὰν μητέρα μας μὰ καὶ σὰν μητέρα τοῦ Θεοῦ μας. Ἀνοίγουμε τὴν καρδιά μας νὰ τὴ δεῖ τί ἔχει μέσα καὶ νὰ μᾶς συμπονέσει. Ἡ Παναγία εἶναι ἡ πικραμένη χαρὰ τῆς Ὀρθοδοξίας, «τὸ χαροποιὸν πένθος», «ἡ χαρμολύπη» μας, «ὁ ποταμὸς ὁ γλυκερὸς τοῦ ἐλέους», «ὁ χρυσοπλοκώτατος πύργος καὶ ἡ δωδεκάτειχος πόλις». Ἡ ὑμνωδία τῆς ἐκκλησίας μας εἶναι ἕνας παράδεισος, ἕνα μυστικὸ περιβόλι ποὺ μοσκοβολᾶ ἀπὸ λογῆς-λογῆς μυρίπνοα ἄνθη, καὶ τὰ πιὸ μυρουδικά, τὰ πιὸ ἐξαίσια, εἶναι ἀφιερωμένα στὴν Παναγία. Ὅλος ὁ κόσμος θλίβεται μαζί της καὶ μαζί της χαίρεται μὲ μία χαρὰ πνευματική: «Ἐπὶ Σοὶ χαίρει, Κεχαριτωμένη, πᾶσα ἡ κτίσις, ἀγγέλων τὸ σύστημα καὶ ἀνθρώπων τὸ γένος, ἡγιασμένε ναὲ καὶ παράδεισε λογικέ, παρθενικὸν καύχημα, ἐξ ἧς Θεὸς ἐσαρκώθη καὶ παιδίον γέγονεν ὁ πρὸ αἰώνων ὑπάρχων Θεὸς ἡμῶν». Ἀπορεῖς τί νὰ πρωτοδιαλέξεις ἀπ᾿ αὐτὴ τὴν ὑμνολογία τῆς Θεοτόκου! Θαρρεῖς πῶς ὁ ἀγέρας, τὰ βουνά, οἱ θάλασσες τῆς Ἑλλάδας, τὰ χωριὰ οἱ πολιτεῖες, γεμίσαvε εὐωδία πνευματικὴ ἀπ᾿ αὐτὸ «τὸ χρυσοῦν θυμιατήριον», ἀπ᾿ αὐτὴ «τὴν μανναδόχον στάμνον ποὺ ἔχει μέσα «μύρον τὸ ἀκένωτον». Οἱ γυναῖκες μας εἶναι στολισμένες μὲ τὄνομά της, τὰ βουνά μας, οἱ κάμποι, τὰ νησιά, τ᾿ ἀκροθαλάσσια εἶναι ἁγιασμένα ἀπὸ τὰ ξωκκλήσια της, τὰ καράβια μας ἔχουν γραμμένο ἀπάνω στὴ μάσκα καὶ στὴν πρύμη τὸ γλυκύτατο τόνομά της. Ἀληθινὰ στὴν Ἑλλάδα μας «ἐπὶ Σοὶ χαίρει, Κεχαριτωμένη, πᾶσα ἡ κτίσις», «Γιὰ Σένα, χαίρεται ὅλη ἡ πλάση. Σήμερα ποὺ κοιμήθηκες, θαρεῖς πὼς ἡ χαρὰ γίνηκε πιὸ μεγάλη, ἡ θλίψη ἄλλαξε σὲ ἀγαλλίαση, ἡ ἐλπίδα ζωήρεψε ἀντὶ νὰ ἀποσκιάσει καὶ πλημμύρησε τὶς καρδιές μας.

Σήμερα τ᾿ ἀγέρι φυσᾶ γλυκύτερα στὰ κουρασμένα πρόσωπά μας, τὰ δέντρα σὰν νὰ γενήκανε πιὸ χλωρά, τ᾿ αὐγουστιάτικο κύμα σὰν νὰἀρμενίζει πιὸ δροσερὸ μέσα στὸ πέλαγο καὶ ἀφρίζει φουσκωμένο ἀπὸ χαρὰ μεγάλη, τὸ κάθε τί πανηγυίζει κι᾿ ἀγάλλεται... Ὤ! Τί θάνατος λοιπὸν εἶναι αὐτός, ποὺ γέμισε τὴν οἰκουμένη καὶ τὶς καρδιές μας μὲ τὴ χαρὰ τῆς ἀθανασίας! Καὶ καλώτατα ψέλνει ὁ ὑμνωδὸς σήμερα: «Ἐν τῇ γεννήσει τὴν παρθενίαν ἐφύλαξας, ἐν τῇ κοιμήσει τὸν κόσμον οὐ κατέλιπες, Θεοτόκε. Μετέστης πρὸς τὴν ζωήν, μήτηρ ὑπάρχουσα τῆς ζωῆς, καὶ ταῖς πρεσβείαις ταῖς σαῖς λυτρουμένη ἐκ θανάτου τὰς ψυχὰς ἡμῶν». Ἀληθινὰ λέγει καὶ σ᾿ ἕνα ἄλλο τροπάρι: «Τῇ ἀθανάτῳ σου κοιμήσει, Θεοτόκε, μῆτερ τῆς ζωῆς...».

Ἀλλὰ τὸ ξαναλέγω. Τί νὰ πεῖ κανένας πρῶτα καὶ τί ὕστερα, ἀπὸ τὰ τόσα πνευματικὰ ὑμνολογήματα ποὺ προσφέρανε οἱ ὀρθόδοξες καρδιὲς στὴν Παναγία, στὸ «Ῥόδον τὸ ἀμάραντον», ποὺ μοσκοβόλησε καὶ ἅγιασε τὴν καταβασανισμένη τὴν Ἑλλάδα! Τὴν ὑμνολογήσανε μὲ τὰ λόγια, μὲ τὴν ψαλμωδία, μὲ τὴ ζωγραφική, μὲ τὸ σκαλισμένο ξύλο, μὲ τ᾿ ἀσήμι, μὲ τὸ μάλαμα, μὲ τὸ κηρομάστιχο, μὲ κάθε τίμιο κι᾿ ἁγιασμέvο πράγμα ποὺ μπορεῖ νὰ χρησιμέψει στὸν ἄνθρωπο γιὰ vα μπορέσει vα δείξει τὴν ἀγάπη του, τὸ σέβας του, τὴ χαρά του, τὴν πίκρα του, κι᾿ ὅτι ἄλλο ἁγνὸ αἴσθημα ἔχει μέσα στὰ φύλλα τῆς καρδιᾶς του. Τὸ νὰ πιάσει κανένας νὰ τὰ ἱστορήσει καταλεπτῶς, θὰ ἤτανε σὰν νάθελε vα μετρήσει τὸν ἄμμο τῆς θάλασσας; Γιὰ τοῦτο ἀνθολογᾶμε λιγοστὰ λουλούδια ἀπὸ τῆς ὑμνωδίας τὸ ἁγιόκλημα «εἰς ὀσμὴν εὐωδίας πνευματικῆς».

Πρῶτα ἀπ᾿ ὅλα ἂς μεταγράψουμε λίγα λόγια ἀπὸ τὶς Καταβασίες τοῦ Ἀκαθίστου ὕμνου «Ἀνοίξω τὸ στόμα μου», ποὺ εἶναι τὸ βυζαντινώτατο, ὅλη ἡ Κωνσταντιούπολη πνευματικὰ πανηγυρίζουσα. Στοχασθεῖτε καλὰ ἐκείνη τὴν ἐξαίσια γ´ ᾠδὴ ποὺ λέγει: «Τοὺς σοὺς ὑμνολόγους Θεοτόκε, ὡς ζῶσα καὶ ἄφθονος πηγή, θίασον συγκροτήσαντας πνευματικόν, στερέωσον καὶ ἐν τῇ θείᾳ δόξῃ σου στεφάνων δόξης ἀξίωσον».

Οὐράνια ἀπηχήματα!: «Τοὺς ὑμνολόγους σου, Θεοτόκε, ποὺ συγκροτήσανε ἕναν πνευματικὸ θίασο, στερέωσέ τους, Ἐσὺ ποὺ εἶσαι ζωντανὴ ὡς ἄφθονη πηγή. Καὶ μὲ τὴ θεία δόξα σου, ἀξίωσέ τους νὰ φορέσουνε τῆς δόξας τὰ στέφανα», Ἀμὴ ἡ θ´ ᾠδὴ ποὺ λέγει: «Ἅπας γηγενὴς σκιρτάτω τῷ πνεύματι λαμπαδουχούμενος· πανηγυριζέτω δὲ ἀΰλων νόων φύσις, γεραίρουσα τὰ ἱερὰ θαυμάσια τῆς θεομήτορος, καὶ βοάτω, Χαίροις, παμμακάριστε Θεοτόκε, ἁγνή, ἀειπάρθενε». Ἀμὴ ἐκείvα τὰ πανηγυρικὰ αὐτόμελα ποὺ ψέλνουνε στὸν ἑσπερινὸ τῆς Κοιμήσεως, μὲ μέλος θριαμβευτικὸ καὶ μὲ πνευματικὴ μεγαλοπρέπεια! Ποιὸς χριστιανὸς Πίνδαρος τὰ σύνθεσε, Πίνδαρος ἁγιασμένος! «Ὢ τοῦ παραδόξου θαύματος! ἡ πηγὴ τῆς ζωῆς ἐν μνημείῳ τίθεται, καὶ κλίμαξ πρὸς oυραvὸv ὁ τάφος γίνεται! Εὐφραίνου Γεθσημανή, τῆς Θεοτόκου τὸ ἅγιον τέμενος. Βοήσωμεν οἱ πιστοί, τὸν Γαβριὴλ κεκτημένοι ταξίαρχον: Κεχαριτωμένη, χαῖρε, μετά σου ὁ Κύριος, ὁ παρέχων τῷ κόσμῳ διὰ σοῦ τὸ μέγα ἔλεος». Ποταμὸς μέγας καὶ βουερὸς ἀναβρύζει καὶ μᾶς δροσίζει, καὶ πίνουνε νερὸ δροσερὸ ψυχὲς ξερὲς καὶ διψασμένες! Κύτταξε πάθος καὶ μεράκι ποὺ ξελοχίζει ἀπὸ καιγόμενη καρδιά! Ὁ ὑμνωδός, ἀντὶ νὰ κλάψει γιὰ τὴν Παναγία ποὺ εἶναι μπροστά του ξαπλωμένη ἀπάνω στὴν κλίνη της, τυλιγμένη μὲ τὸ μαφόρι της μὲ κλεισμένα τὰ μάτια της ποὺ δίνανε παρηγοριὰ στὴν ἀνθρωπότητα, μὲ σταυρωμένα τὰ ἄχραντα χέρια της, ποὺ βαστάξανε τὸν Χριστὸ καὶ τὸν ἀναθρέψανε, πεθαμένη σὰν τὸν κάθε ἄνθρωπο, ἀντὶς λέγω νὰ κλάψει, ἀφοῦ πρῶτα ἀπορεῖ πῶς ἡ πηγὴ τῆς ζωῆς κείτεται στὸ μνῆμα, μονομιᾶς κράζει μὲ δάκρυα στὰ μάτια, πλὴν δάκρυα χαρᾶς: «Εὐφραίνου Γεσθημανή, ποὺ ἔχεις θησαυρισμένο τὸ ἅγιο σκήνωμα τῆς Θεοτόκου». Κ᾿ ὕστερα στρέφει στοὺς χριστιανοὺς ποὺ εἶναι μέσα στὴν ἐκκλησία καὶ τοὺς λέγει μὲ τὸν ἴδιο πνευματικὸ οἶστρο. «Ἂς κράξουμε ὅλοι μαζὶ στὴν Παναγία, ἔχοντας γιὰ πρωτοψάλτη τὸν ἀρχάγγελο Γαβριήλ, ποὺ τὴ χαιρέτισε μὲ τὰ ἴδια λόγια κατὰ τὴ χαρoύμενη, μέρα τοῦ Εὐαγγελισμοῦ κι᾿ ἂς ποῦμε: «Κεχαριτωμένη, χαῖρε, μαζί σου εἶναι ὁ Κύριος, ποὺ δωρίζει στὸν κόσμο μὲ ἐσένα, τὸ μέγα ἔλεος». Θάνατος δὲν ὑπάρχει ἐδῶ πέρα ποῦ εἶναι ἡ μητέρα τῆς Ζωῆς; Κι᾿ οὔτε μοιρολόγια καὶ ξόδια θρηνητερά, παρὰ χαρὰ ἀνεκλάλητη, γάμος πνευματικός, τράπεζα ἁγιασμένη ποὺ ἔχει ἀπιθωμένον ἀπάνω της τὸν ἄρτο τῆς ζωῆς καὶ τὸ κρασὶ τῆς ἀθανασίας, καὶ πίνουνε οἱ χριστιανοὶ καὶ μεθᾶνε ἕνα μεθύσι ἅγιο, ἁγνό, ἄμωμο καὶ δὲν βρίσκονται πιὰ μπροστὰ σἕνα λείψανο ποὺ τὸ κηδεύουνε, ἀλλὰ βρίσκονται στὴ Ναζαρέτ, στό σπίτι τὸ χαρούμενο καὶ τὸ μοσκοβολημένο ἀπὸ τὴν παρθενικὴ εὐωδία τῆς Παναγίας, τότε ποὺ ἤτανε δεκάξη χρονῶν, κατὰ κείνη τὴν ἡμέρα πὤγινε ὁ Εὐαγγελισμός, καὶ κράζουνε γηθόσυνα οἱ λιγόζωοι οἱ ἄνθρωποι σὰ νάναι ἀθάνατοι, μαζὶ μὲ τὸν ἀρχάγγελο Γαβριήλ: «Κεχαριτωμένη, χαῖρε, μετὰ σοῦ ὁ Κύριος!» Ἡ Κοίμησις γίνεται Εὐαγγελισμός, ἡ θλίψη μεταλλάζεται σὲ χαρά!

Ναί, Δὲν ὑπάρχει ἀληθινὴ χαρά, παρὰ μονάχα στὸ Χριστὸ κι᾿ αὐτὴ ἡ χαρὰ εἶναι ἕνα ἀμάραντο λουλούδι, πὤχει τὴ ρίζα του στὸν πόνο. Οἱ ἄλλες οἱ χαρὲς εἶναι χαρὲς ψεύτικες, χωρὶς ρίζα. «Ἡ γυνὴ ὅταν τίκτῃ, λύπην ἔχει, ὅτι ἦλθεν ἡ ὥρα αὐτῆς. Ὅταν δὲ γεννήσῃ τὸ παιδίον, οὐκέτι μνημονεύει τῆς θλίψεως, διὰ τὴν χαρὰν ὅτι ἐγεννήθη ἄνθρωπος εἰς τὸν κόσμον. Καὶ ὑμεῖς οὖν λύπην μὲν νῦν ἔχετε· πάλιν δὲ ὄψομαι ὑμᾶς, καὶ χαρήσεται ὑμῶν ἡ καρδία καὶ τὴν χαρὰν ὑμῶν οὐδεὶς αἴρει ἀφ᾿ ὑμῶν». Τὰ μάτια μου εἶναι θολωμένα ἀπὸ τὰ δάκρυα τώρα ποὺ γράφω αὐτὰ τὰ λόγια τοῦ Χριστοῦ μας. Αὐτὰ τὰ λίγα λόγια τὰ φύλαξε ἡ ἀνθρωπότητα στὴν καρδιά της καὶ μ᾿ αὐτὰ κλαίγει καὶ μ᾿ αὐτὰ χαίρεται. Αὐτὰ τὰ λόγια γενήκανε θεμέλιο τῆς Ὀρθοδοξίας, καὶ μεταλλαχτήκανε σὲ λογῆς-λογῆς ἁγιασμένα αἰσθήματα καὶ βγήκανε ἀπὸ τὶς καιόμενες καρδιὲς τῶν ἁγίων ἀνθρώτων καὶ εὐωδιάσανε τὸν κόσμο. Ἀπὸ τὸν ἕναν γινήκανε ὕμνοι, ἀπὸ τὸν ἄλλον εἰκονίσματα, σὲ ἄλλον γινήκανε προσευχή, σὲ ἄλλον ψαλμός, σὲ ἄλλον ἐκκλησιὰ μὲ κουμπέδες καὶ μὲ ἁγιατράπεζα, σὲ ἄλλον θυσία τοῦ μάταιου κόσμου καὶ βουβὴ κατάνυξη. Αὐτὰ τὰ λόγια τοῦ Χριστοῦ σταθήκανε πηγὴ καὶ ἔμπνευση καὶ γιὰ τὸ θρηνητικὸ ἀηδόνι τῆς ἔρημος, θέλω νὰ πῶ γιὰ τὸν ἅγιο Ἰωάννη τῆς Κλίμακος, σὲ ὅσα ἔγραψε γιὰ τὸ «Χαροποιὸν πένθος»: «Ὅποιος κλαίγει, λέγει αὐτὸς ὁ ἅγιος, καὶ πικραίνεται γιὰ τὸν Θεό, ἐκεῖνος ἀξιώνεται νὰ δεῖ στὴν ψυχή του τὴν oυράνια καὶ θεία παρηγοριά. Κι᾿ αὐτὴ ἡ οὐράνια παρηγοριὰ εἶναι κάποια ἀνακούφιση καὶ θεϊκὴ ἀλάφρωση, ποὺ παρηγορᾶ τὴν πονεμένη καὶ πικραμένη ψυχή, ὁποῦ θλίβεται γιατὶ χωρίσθηκε ἀπὸ τὸν Θεὸ μὲ τὶς ἁμαρτίες της. Καὶ τούτη ἡ χαριτωμένη βοήθεια ἀλλάζει τὰ πονεμένα δάκρυα τῆς ψυχῆς, ποὺ εἶναι καταφαρμακωμένη, σὲ κάποια παρηγοριὰ θαυμαστή. Ὅποιος πορεύεται μ᾿ αὐτὴ τὴ λύπη τοῦ Θεοῦ, αὐτὸς ἀκατάπαυστα γιορτάζει κάθε μέρα κι᾿ ἀγάλλεται ἡ ψυχή του. Τοῦτο τὸ ἅγιο καὶ θεάρεστο κλάψιμο εἶναι μία λύπη ἀλησμόνητη τῆς ψυχῆς, μιὰ ὄρεξη πονεμένης καρδιᾶς, ποὺ γυρεύει μὲ μεγάλη θέρμη τὸν Θεὸ ὁποῦ τὸν ἐπιθυμὰ πάντα της. Κράτα λοιπὸν καλὰ τὴ χαριτωμένη καὶ τὴν ἥμερη καὶ τὴν ἅγια λύπη, ποὺ κάνει τὴν ψυχή σου vα θλiβεται ἀντάμα καὶ νὰ χαίρεται. Ἐγώ, λογιάζοντας καλὰ τὴν ἐνέργεια τούτη τῆς ἅγιας κατάνυξης, ξεσταίνουμαι καὶ θαυμάζω, πὼς ἐτοῦτο ποὺ λέγεται κλάψιμο καὶ λύπη, καὶ ποὺ φαίνεται πολὺ πικρὸ κι᾿ ἀβάσταχτο, ἔχει μέσα του πλεγμένη καὶ σμιγμένη τὴ χαρά, καὶ τὴν εὐφροσύνη, ὅπως εἶναι σμιγμένο τὸ κερὶ μὲ τὸ μέλι στὴν μελόπητα. Καὶ σέρνει ἐκείνους ποὺ τὴν ἀξιωθήκανε μὲ πόθο μεγάλον καὶ μὲ πολλὴν ἀγάπη, καὶ φοβοῦνται νὰ μὴν τὴν χάσουνε, καὶ τὴν φυλάγουνε περισσότερο ἀπ᾿ ὅσο φυλάγουνε οἱ ἄλλοι ἄνθρωποι τ᾿ ἀκριβὰ πετράδια καὶ τ᾿ ἀσημοχρύσαφα. Εἶναι μιὰ ἥμερη χαρὰ κ᾿ ἕνα θεϊκὸ χάρισμα μὲ τὸ ὁποῖο στολίζει ὁ Θεὸς τοὺς φίλους του, καὶ κάνει νὰ ἔχουνε μίαν ἀληθιvὴ χαρὰ καὶ ὄρεξη γιὰ τὸν Θεό, ποὖναι συντροφιασμένη μὲ κάποια θεραπευτικὴ λύπη ὁποῦ δὲν ἔχει μέσα της καμιὰ σαρκικὴ ἀγάπη, παρὰ μονάχα μιὰ παρηγοριὰ ἀγγελικὴ καὶ οὐράνια, μὲ τὴν ὁποία παρηγορᾶ ὁ Θεὸς κρυφὰ ἐκείνους ποὺ συντρίβουνε μὲ πόνο καὶ μὲ ταπείνωση τὴν καρδιά τους». Ἄμποτε νὰ τὴν ἀξιωθοῦμε κ᾿ ἐμεῖς, μὲ τὴ χάρη τῆς Παναγίας ποὺ γιορτάζουμε σήμερα. Ἀμήν.

(Ἀπό τὸ περιοδικὸ «Ἑλληνικὴ Δημιουργία», τ. 37, 1949)

(Πηγή ηλ. κειμένου: nektarios.gr)
http://alopsis.gr/alopsis/Koimhsi2.htm

ΠΑΝΑΓΙΑ ΘΕΟΤΟΚΟΣ

Η Παναγία μεσιτεύει ακατάπαυστα για όλους μας



Όλα τα βλέμματα και οι καρδιές, τούτες τις δίσεχτες ημέρες, ικετευτικά, παρακλητικά στρέφονται στο καλοκαιριάτικο αυγουστιανό Πάσχα. Τον Δεκαπενταύγουστο . Στον ζωηφόρο θάνατο, στην αθάνατη Κοίμηση της Κυρίας Θεοτόκου. Συντονισμένα και τα πόδια μας –έστω και βαρυφορτωμένα από την ένοχη συνείδησή μας, την οικονομική δυσπραγία και τα όποια ασήκωτα βάρη της καθημερινότητας-μας οδηγούν ανεπίστροφα μπροστά στην θαυματουργική εικόνα, για να αποθέσουμε στα αγιασμένα πόδια της τον οφειλόμενο σεβαστικό ασπασμό μας. Για να δροσίσουμε τα φρυγμένα από το κακό και την αμαρτία χείλη μας και να δηλώσουμε αμετάκλητα την αγάπη μας στην τόσο πονεμένη αλλά και πληγωμένη από τα δικά μας λάθη, τα δικά της παιδιά, Θεομάνα. 

Ελάτε λοιπόν χρεωστικά να υμνήσουμε και κυρίως να τιμήσουμε «την Θεοτόκο και Μητέρα του φωτός». H Δαμασκηνή θεολογία πανέμορφα μας υπενθυμίζει πως « ουδείς κατ’ αξίαν της Θεομήτορος την ιεράν εκδημίαν ευφημήσαι δυνήσεται-επειδή- αύτη θεσμόν εγκωμίων υπέρκειται». Ο ίδιος Πατέρας ομολογεί πολύ παρήγορα πως δεν υπάρχει πτυχή, λεπτομέρεια ζωής, την οποία να μη γνωρίζει η Θεοτόκος και να μην μπορεί να δώσει ανάσα ζωής και ελπίδα σωτηρίας.

Ο αγιορείτικος μοναχισμός νιώθει βαθύτατο συγκλονισμό στο να την επικαλείται και να μην την αφήνει ήσυχη «υπέρ πάσης ψυχής θλιβομένης τε και καταπονουμένης». Η Παναγία δεν ξεκουράζεται, αναπαύεται στην υπέρ των τέκνων της κόπωση, γι’ αυτό και ποτέ δεν χαμηλώνει τα δεόμενα πανάχραντα χέρια της. Η Παναγία επανέρχεται συχνά μέσα στην ανθρώπινη ιστορία κυρίως ως μητέρα. Και μία καλή μητέρα ξέρει ν’ ακούει, να πονά και ν’ αγαπά. (γ. Μωϋσής).

Είναι αδίστακτη η πίστη όλων μας, ότι η Υπεραγία Θεοτόκος μετέχει στη δόξα του Υιού της, συμβασιλεύει μαζί του διευθύνει κοντά στο πλευρό του τις τύχες και όλα τα γεγονότα της Εκκλησίας και του κόσμου που εκτυλίσσονται μέσα στο χρόνο, μεσιτεύει «ημέρας και νυκτός» για όλους μας προς Εκείνον, ο οποίος θα έρθει να κρίνει τον κόσμο.
Ο π. Θεόκλητος Διονυσιάτης στοχάζεται : « Εκείνη έχει το πλήθος των πολλών οικτιρμών. Έχει πολλή αγάπη στο ανθρώπινο γένος, προπάντων στους αμαρτωλούς. Ο Υιός της παίρνει μεγάλη χαρά, όταν τον παρακαλεί η Μητέρα του, διότι θέλει να σώσει τον άνθρωπο. Δια τούτο και μόνο έφερε την Μητέρα του και μας την εχάρισε, για να την έχουμε μέσον προς σωτηρίαν.»

Θαυμάζοντας το μεγαλείο της ο άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης αναφωνεί: «Πού ημπορώ εγώ να απαριθμώ όλα τα μεγαλεία όσα εποίησεν ο Θεός εις την Αειπάρθενον; Αυτά είναι άπειρα κατά το μέγεθος και αναρίθμητα κατά το πλήθος. Και αν ήταν δυνατόν να ενωθούν όλοι όσοι εσώθησαν με τον άσπορον Τόκον της, και να γίνουν ένα στόμα και μία γλώσσα πάλιν δεν ήθελαν δυνηθή να αριθμήσουν τα μεγαλεία της Θεοτόκου και να τα εγκωμιάσουν κατά την αξίαν τους…».

Η εποχή μας φαίνεται να είναι η εποχή της μεγάλης αποστασίας και πραγματικά αντίχριστες οι ημέρες που ζούμε, αφού οι κυβερνήτες μας «έδιωξαν» κυριολεκτικά από την αγκαλιά της Θεομήτορος, Αυτόν που βαστάζει τα πάντα. Με τον τρόπο αυτό εξορίζεται ο Χριστός από την κατ’ εξοχήν δική Του ημέρα, την Κυριακή, για να μην ακούν την κυριακάτικη καμπάνα και τους θυμίζουν ενοχές.

Και όμως όλοι αυτοί θα τρέξουν να δώσουν ανερυθρίαστα το παρόν στην μεγάλη γιορτή της Κοίμησης της Θεοτόκου, όχι από ευλάβεια αλλά και πάλι για εμπορία ψήφων και κάλυψη ενόχων κατατρεγμών συνειδήσεων. Η Κυρία Θεοτόκος όμως αποστρέφει το πρόσωπό της από όσους «ύβρισαν» τον Υιόν της, και να θυμηθούμε τους σοφούς λόγους του γέροντος Παϊσίου ότι «θα δουλέψουν οι πνευματικοί νόμοι»!

Όσοι πιστοί ορθόδοξοι «προσέλθωμεν τω τάφω της Θεομήτορος»! Να γονατίσουμε ικετευτικά, να προσκυνήσουμε λατρευτικά, να υμνήσουμε δοξολογικά και ταπεινά να παρακαλέσουμε την Κυρία Θεοτόκο να πρεσβεύει για κάθε ψυχή πονεμένη, πικραμένη και παραπονεμένη, και για τούτη την πολυβασανισμένη πατρίδα μας Ελλάδα.

Σαββίδης Παύλος, Θεολόγος

Ο Καθρέφτης και η Παναγία



-Μαμά, μαζί με τα άλλα που θα με στείλεις, να με στείλεις και ένα καθρεφτάκι.

Το ήθελε η κόρη για να φτάχνει το μαλλί της και να περιποιείται το πρόσωπο της. 

Πράγματι η μητέρα της έστειλε έναν διπλωμένο καθρέφτη. 

Και όταν η κόρη ξεδίπλωσε το καθρέφτη, είδε την Παναγία , και της έγραφε η μάνα της:

-Με βάση αυτόν τον καθρέφτη να φτιάχνεσαι , παιδί μου! 

Να καθρεφτίζεσαι πάντα με βάση και πρότυπο την Παναγία μας.


Από τον Αείμνηστο Δημήτριο Παναγόπουλο

Δέσποινα παντευλόγητε, Υπέραγνε Παρθένε

Προσευχή του Αγίου Νεκταρίου στην Παναγία: 
Δέσποινα παντευλόγητε, Υπέραγνε Παρθένε


Δέσποινα παντευλόγητε, Υπέραγνε Παρθένε,
Παράδεισε πανθαύμαστε, κήπε καλλωπισμένε,
Σε δυσωπώ, Πανάχραντε, χαρίτωσον τον νουν μου,
κατεύθυνον τας σκέψεις μου, φώτισον την ψυχήν μου.

Κόρη με ποίησον αγνόν, πράον, σεμνόν, ανδρείον,
ησύχιον και κόσμιον, ευθύν, όσιον, θείον,
επιεική, μακρόθυμον, των αρετών δοχείον,
άμεμπτον, ανεπίληπτον, των αγαθών ταμείον.

Δος μοι σοφίαν, σύνεσιν και μετριοφροσύνην,
φρόνησιν και απλότητα και ταπεινοφροσύνην.
Δος μοι νηφαλιότητα, όμμα πεφωτισμένον,
διάνοιαν ολόφωτον, πνεύμα εξηγνισμένον.

Απέλασον την οίησιν, την υπερηφανίαν,
τον τύφον, την φυσίωσιν, και την αλαζονείαν,
την ύβριν, το αγέρωχον, την υψηλοφροσύνην,
γλώσσα μεγαλορρήμονα, ισχυρογνωμοσύνην.

Την αστασία την φρικτήν, την περιττολογίαν,
την πονηρία την πολλήν, και την αισχρολογίαν.

Χάρισαί μοι, Πανάχραντε, την ηθικήν ανδρείαν,
το θάρρος, την ευστάθειαν, δος μοι την καρτερίαν.

Δος μοι την αυταπάρνησιν, την αφιλαργυρίαν,
ζήλον μετ’επιγνώσεως και αμνησικακίαν.
Δος μοι ακεραιότητα, ευγένειαν καρδίας,
πνεύμα ευθές, ειρηνικόν, και πνεύμα αληθείας.

Φυγάδευσον, Πανάχραντε, τα πάθη της καρδίας,
τα πολυώνυμα, Αγνή, της ηθικής δειλίας.
Την αναδρίαν την αισχράν, το θράσος, την δειλίαν,
την ατολμίαν την δεινήν και την απελπισίαν.

Άρον μοι, Κόρη, τον θυμόν και πάσαν ραθυμίαν,
την αθυμία, την οργήν, ως και την οκνηρίαν.

Τον φθόνον, την εμπάθειαν, το μίσος, την κακίαν,
την μήνιν, την εκδίκησιν και την μνησικακίαν.

Την έριδα την ευτελή και την πολυλογίαν,
την γλωσσαλγίαν την δεινήν και την βωμολοχίαν.
Δος μοι, Παρθένε, αίσθησιν, δος μοι ευαισθησίαν.
Δος μοι συναίσθησιν πολλήν και ευσυνειδησίαν.

Δος μοι, Παρθένε, την χαράν Πνεύματος του Αγίου.

Δος μοι ειρήνην τη ψυχή, ειρήνην του Κυρίου.

Δος μοι αγάπην, έρωτα θείον, εξηγηγνισμένον,
πολύν, θερμόν και καθαρόν και εξηγιασμένον.
Δος πίστιν ζώσαν, ενεργόν, θερμήν, αγνήν, αγίαν,
ελπίδα αδιάσειστον, βεβαίαν και οσίαν.

Άρον απ’εμού, Παρθένε, τον κλοιόν της αμαρτίας,
την αμέλειαν, την μέθην, την ανελεημοσύνην,
τα κακάς επιθυμίας, την δεινήν ακολασίαν,
γέλωτας της ασελγείας και την πάσαν κακουργίαν.

Σωφροσύνην δος μοι, Κόρη, δος εγκράτειαν, νηστείαν,
προσοχήν και αγρυπνίαν και υπακοήν τελείαν.
Δος μοι προσοχήν εν πάσι και διάκρισιν οξείαν,
σιωπήν και ευκοσμίαν, και υπομονήν οσίαν.

Επιμέλειαν παράσχου, Δέσποινα, προς εργασίαν,
προς τελείωσιν και ζήλον αρετών προς γυμνασίαν.

Την ψυχήν μου, την καρδίαν και τον νουν μου, Παναγία,
τήρει εν αγιωσύνη, φύλαττε εν παρθενία.

ΕΛΛΗΝΕΣ, ΘΑΡΣΕΙΤΕ!

ΕΛΛΗΝΕΣ, ΘΑΡΣΕΙΤΕ!

Ἀπόσπασμα ὁμιλίας τοῦ Μητροπολίτου Φλωρίνης 
π. Αὐγουστίνου Καντιώτου


Ἕλληνες, θαρσεῖτε! Τὸ ἔθνος μας εἶνε εἰρηνικό. Ἀγαπᾷ τὴν εἰρήνη ὅσο κανένα ἄλλο ἔθνος στὸν κόσμο. Ὑποφέραμε τόσα πολλά, καὶ δὲ᾿ ζητοῦμε τίποτ᾿ ἄλλο ἀπὸ τὴν εἰρήνη. Ἀλλ᾿ ἰδού καὶ ἄλλος νεώτερος Χοσρόης ἔρχεται πάλι ἐξ ἀνατολῶν. Ἐγείρουν ἀξιώσεις γιὰ τὰ νησιά μας (Χίο, Μυτιλήνη, Σάμο), ἐποφθαλμιοῦν τὴν ὑπόλοιπη Κύπρο, στὸν ἑλληνικὸ χῶρο γίνονται κάθε τόσο παραβιάσεις. Ἐμεῖς δὲν ἀνταποδίδουμε τὰ σα· διότι θ᾿ ἀρχίσῃ πόλεμος. Ἀλλὰ οἱ σχέσεις εἶνε τεταμένες.
Ἕλληνες, θαρσεῖτε! Σᾶς ὁμιλεῖ ἕνας ἐπίσκοπος ποὺ ἔχει κάποια ἱστορία καὶ γνωρίζει τὸν Ἑλληνικὸ λαό. Λοιπόν, ἐμεῖς νὰ ἔχουμε θάρρος καὶ πεποίθησι στὴν ὑπεραγία Θεοτόκο. 
Ἂν ἀφαιρέσουμε λίγους ἄπιστους γραικύλους, ἡ Ἑλλὰς εἶνε ὁμόψυχη καὶ ἕτοιμη ν᾿ ἀντισταθῇ. Καὶ ἡ Παναγία εἶνε ἕτοιμη νὰ ξανακάνῃ τὸ θαῦμα της, ἀλλὰ ὑπὸ ἕνα ὅρον. Τὸν ὅρο, νὰ ζήσουμε ὅλοι ὡς Χριστιανοὶ «σωφρόνως καὶ δικαίως καὶ εὐσεβῶς» (Τίτ. 2,12) στὸν αἰῶνα τοῦτον· νὰ σεβώμεθα τὸ «ὄνομα τὸ ὑπὲρ πᾶν ὄνομα» τοῦ Χριστοῦ (Φιλ. 2,9) καὶ νὰ τιμοῦμε τὸ ὄνομα τῆς Παναγίας.
Εἶνε λυπηρό, στὴν ἐκκλησία νὰ λέμε τόσες φορὲς «Χαῖρε, Νύμφη ἀνύμφευτε, ἀλλὰ ἔξω (σὲ καφενεῖα, κέντρα διασκεδάσεως, γήπεδα, στρατόπεδα, δρόμους κ.λπ.) νὰ ἐκσφεδονίζουμε ἐναντίον τοῦ προσώπου της ἀμέτρητες βλαστήμιες. Γίναμε τὸ πλέον βλάστημο κράτος τῆς Μεσογείου. Καμμιά γυναίκα, οὔτε ἡ πλέον διεφθαρμένη, δὲν ὑβρίζεται ἔτσι ὅπως ἡ ὑπεραγία Θεοτόκος. Κ᾿ ἔπειτα λεγόμεθα Χριστιανοί, καὶ περιμένουμε τὴ βοήθεια τοῦ Χριστοῦ… Ὅλα ὅσα μᾶς συμβαίνουν, εἶνε ἐκ τῶν ἁμαρτιῶν μας. 
Καὶ ὑπάρχει κίνδυνος νὰ ὑποστοῦμε καὶ μεγαλύτερα πλήγματα.
Ἀδελφοί μου· τὶς ἡμέρες αὐτὲς παρακαλῶ γονατίστε ἐνώπιον τῆς ὑπεραγίας Θεοτόκου καὶ παρακαλέστε την νὰ μᾶς βοηθήσῃ ν᾿ ἀντιμετωπίσουμε τοὺς νέους κινδύνους. 
Καὶ νὰ ἔχουμε τὴν πεποίθησι, ὅτι ἡ ὑπεραγία Θεοτόκος, ὅπως ἔκανε καὶ κάνει μέχρι τώρα, ἔτσι καὶ πάλι θὰ κάνῃ τὸ θαῦμα της, πρὸς σωτηρίαν τοῦ ἔθνους μας· ἀμήν.

† ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος
(ἱ. ναὸς Ἁγίου Παντελεήμονος Φλωρίνης 9-3-1984)

Οι συμβουλές που έδωσε η Παναγία μετά από εμφανίσεις Της



Η Υπεραγία Θεοτόκος εμφανίστηκε και μίλησε σε πολλούς ανθρώπους σε πρόσφατες εποχές. Είπε ότι μεσιτεύει στον Υιό της για μας, αλλά εμείς δεν μετανοούμε.

Μας συμβούλευσε σε πολλές περιπτώσεις να μετανοήσουμε, διότι ο καιρός περνάει κι έρχονται δύσκολες μέρες για τους χριστιανούς.
Μας λέει ότι πρέπει να μετανοήσουμε, έτσι ώστε να μην έχουμε την ίδια τύχη με εκείνους που απομακρύνθηκαν από τον Θεό.

Οι Άγιοι Πατέρες λένε ότι η γη προσέφερε το σπήλαιο για τη γέννηση του Σωτήρα, και η ανθρωπότητα προσέφερε την Υπεραγία Θεοτόκο. Και αυτό έγινε προκειμένου ο Κύριος να κατέλθει ανάμεσά μας και να γίνει άνθρωπος για να μας σώσει. Πήρε πάνω του τη φύση μας για να μπορέσει να τη μεταμορφώσει και να την ανανεώσει. Και όλοι όσοι είναι εν Χριστώ Ιησού είναι καινή κτίση, νέοι άνθρωποι.

Η ζωή στη γη είναι πολύ μικρή, αφάνταστα μικρή. Αλλά μας έχουν δοθεί πολλά σ΄αυτή τη μικρή χρονική περίοδο της ζωής μας. Μας έχουν δοθεί προκειμένου να μπορέσουμε να στραφούμε προς τον Θεό εκ βάθους καρδίας. 

Εκείνος είναι ο Ένας που μπορεί να μεταμορφώσει και να αναστήσει τις ψυχές μας. 
Οι χριστιανοί είμαστε πράγματι πολύ τυχεροί που έχουμε την Υπεραγία Θεοτόκο να πρεσβεύει για μας ενώπιον του θρόνου του Θεού...

Γέροντας Θαδδαίος Βιτόβνιτσας

Πηγή: Γέροντος Θαδδαίου της Βιτόβνιτσα, «Οι λογισμοί καθορίζουν τη ζωή μας»

Ἡ Κυρία Θεοτόκος



Μέ κάθε δίκαιο χαιρόταν καί χαιρόταν καί μέ τό παρπάνω ἡ Ἁγία Τριάδα πρίν ἀπό τήν δημιουργία τοῦ κόσμου, γνωρίζοντας ἐκ τῶν προτέρων, σύμφωνα μέ τή θεαρχική Της ἰδέα, τήν ἀειπάρθενο Μαριάμ. 

Γιατί εἶναι γνώμη μερικῶν θεολόγων, ὅτι ἄν ὑποθέσουμε ὅτι ὅλα τά ἐννέα τάγματα τῶν Ἀγγέλων γκρεμίζονταν ἀπό τούς οὐρανούς καί γίνονταν δαίμονες, ἄν ὅλοι οἱ ἄνθρωποι, ἀπό τότε πού δημιουργήθηκε ὁ κόσμος ἐγίνοντο κακοί καί πήγαιναν στην κόλασι χωρίς νά γλυτώσει κανείς, ἄν ὅλα τά κτίσματα οὐρανός, φωστῆρες, ἄστρα, στοιχεῖα, φυτά, ζῶα, ἀποστατοῦσαν ἀπό τόν Θεό καί ἔβγαιναν ἀπό τήν τάξι του καί πήγαιναν στήν ἀνυπαρξία, παρ’ ὅλα αὐτά ὅλες αὐτές οἱ κακίες τῶν κτισμάτων συγκρινόμενες μέ τό πλήρωμα τῆς ἁγιότητος τῆς Θεοτόκου, δέν μποροῦσαν νά λυπήσουν τόν Θεό, διότι μόνο ἡ Κυρία Θεοτόκος μποροῦσε νά Τόν εὐχαριστήση ὡς πρός ὅλα καί γιά ὅλα, καί νά μήν Τόν αφήσει νά λυπηθῆ τόσο πολύ γιά τόν χαμό καί τήν ἀπώλεια τῶν τόσων κτισμάτων Του, ὅσο θά τόν ἔκαμνε νά χαίρεται ὑπερβολικά γιά τήν ἴδια Της, διότι μόνον Αὐτή χωρίς καμμία σύγκρισι Τόν ἀγάπησε περισσότερο ἀπό κάθε ἄλλον, διότι Αὐτή περισσότερο ἀπό κάθε ἄλλον ὑπάκουσε στό θέλημά Του, διότι μόνον Αὐτή μπόρεσε καί ἔγινε ἱκανή νά δεχθῆ ὅλα ἐκεῖνα τά φυσικά, ὑπερφυσικά καί προαιρετικά χαρίσματα πού ὁ Θεός διαμοίρασε σέ ὅλη τήν κτίση . Καί μέ ἕνα λόγο, γιατί Αὐτή ἔγινε ἕνας ἄλλος Δεύτερος Κόσμος ἀσύγκριτα΄καλύτερος ἀπό ὅλον τόν αἰσθητό καί νοητό κόσμο καί ἀρκετός καί μόνος Του νά δοξάζη αἰώνια τόν Ποιητή ἀπό τήν καλλονή καί ποικιλία τῶν χαρισμάτων του περισσότερο ἀπό ὅλη τήν δημιουργία τοῦ σύμπαντος. Ἀπό αὐτά λοιπόν βγαίνει τό συμπέρασμα ὅτι, ἐπειδή καί ὁ Θεός προώρισε τήν Θεοτόκο σύμφωνα μέ τήν παροαιώνια εὐδοκία Του, πού εἶναι ὄχι ἑπόμενο καί κατ’ ἐπακολούθηση θέλημα τοῦ Θεοῦ, ἀλλά τό προηγούμενο καί τό κύριο θέλημα Αὐτοῦ, ὅπως τό ἑρμηνεύει ὁ μέγας τῆς Θεσσαλονίκης Γρηγόριος (λογ. Α΄ εἰς τά Φῶτα καί λόγος εἰς τήν Χριστοῦ Γέννησιν). Ἀπό αὐτά λοιπόν βγαίνει λέγω τό συμπέρασμα ὅτι, ὅπως γίνεται τό περιβόλι γιά νά φυτευθῆ τό δένδρο καί πάλι τό δένδρο φυτεύεται γιά τόν καρπό, ἔτσι καί ὅλος ὁ αἰσθητός καί νοητός κόσμος ἔγινε γιά τόν σκοπό αὐτό, δηλαδή γιά τήν Κυρία Θεοτόκο, καί πάλι ἡ Κυρία Θεοτόκος ἔγινε γιά τόν Κύριό μας Ἰησοῦ Χριστό, καί ἔτσι ἐξεπληρώθη ἡ ἀρχαία βουλή καί ὁ πρῶτος σκοπός τοῦ Θεοῦ, μέ τό ὅτι ἀνακεφαλαιώθηκαν ὅλα ἐν Χριστῷ καί ἑνώθηκε ἡ κτίσις μέ τόν Κτίστη, ὄχι φυσικά, ὄχι προαιρετικά καί κατά χάριν, ἀλλά κατά τήν ὑπόστασι. Αὐτός εἶναι ὁ ἀνώτατος βαθμός τῆς ἑνώσεως μετά ἀπό τόν ὁποῖον ἄλλος ἀνώτερος οὔτε βρέθηκε, οὔτε καί θά βρεθῆ.

Ἁγίου Νικοδήμου Ἁγιορείτου

Η ΤΙΜΩΡΙΑ ΤΗΣ ΦΙΛΑΡΓΥΡΙΑΣ ΑΠΟ ΤΗ ΠΑΝΑΓΙΑ !

Ζωοδόχου Πηγής: Το Θαύμα της Αναστάσεως ενός Θεσσαλονικέως



Στο Πεντηκοστάριο τη Παρασκευή της διακαινησίμου διαβάζουμε ότι ένας πλούσιος άνθρωπος ξεκίνησε από την Θεσσαλονίκη με ευλάβεια, προκειμένου να υπάγει στην Ναό της Ζωοδόχου Πηγής να προσκυνήσει, ακούγοντας τα εξαίσια θαύματα που επιτελούσε η παντοδύναμος Θεοτόκος με το ύδωρ εκείνο, από το οποίο είχε πόθο να πιεί προς αγιασμό της ψυχής του. 

Παίρνοντας αρκετά χρήματα για τα έξοδα, και για να δώσει στον Ναό, μπήκε σ΄ ένα καράβι και ταξιδεύοντας στην θάλασσα ασθένησε. Κατανοώντας ότι πεθαίνει είπε στον ναύκληρο : «νομίζω ότι δεν ήμουν άξιος να προσκυνήσω τον Ναό της Υπεραγίας ούτε να πιώ από εκείνο το ύδωρ το αγιότατον. και επειδή οι αμαρτίες μου με εμπόδισαν να πάω ζωντανός, σε ορκίζω στον όνομα της Δεσποίνης Θεοτόκου, να μην με ρίψεις στην θάλασσα, αλλά να με βάλεις σε ένα σεντούκι, να με πας σ΄ εκείνο τον άγιο Ναό, να με ενταφιάσεις εκεί, και έτσι θα έχεις βοηθό την Θεοτόκο. 

Σου αφήνω για τον κόπο σου 100 χρυσά άσπρα και τα υπόλοιπα χρήματά μου να τα δώσεις στον Ναό εκείνο για μνημόσυνο της ψυχής μου. Λέγοντας αυτά ο ασθενής, όρκισε ο καραβοκύρης τον ναύκληρο να κάνει το θέλημά του και κατόπιν παρέδωσε το πνεύμα του από την ασθένειά του. 

Ο ναύκληρος, φύλαξε το λείψανό του, και τρεις ημέρες αργότερα όταν έφτασαν στην Κωνσταντινούπολη, έβγαλε τον νεκρό από το καράβι και προσκάλεσε τους ιερείς να τον ψάλλουν και να τον ενταφιάσουν στον ναό της Ζωοδόχου Πηγής. Καθώς έψαλλαν οι ιερείς, ένας εφημέριος άνοιξε το σεντούκι διότι δεν μύριζε οι κοιμηθείς ως οι άλλοι νεκροί. Έριξαν πάνω στο λείψανο πηλό σταυροειδώς κατά το σύνηθες και τότε παίρνοντας ένας σύντροφος του καραβιού λίγο ύδωρ της Ζωοδόχου Πηγής, το έριξε στο λείψανο λέγοντας: «Ω πτωχέ, πόθο είχες να πιείς από τούτο το ύδωρ και δεν πρόφθασες, και τώρα αν και είσαι νεκρός αποδέξου του». 

Κι αμέσως – ω των υπερφυών θαυμασίων σου ζωοπάροχε Δέσποινα – αναστήθηκε ο νεκρός και κάθισε δοξάζοντας τον Κύριο και την Μακαρία Παρθένο. Ευχαρίστησε ικανώς την Υπεραγία Θεοτόκο και με ευγνωμοσύνη έμεινε ως τα τέλη της ζωής του στον Ναό, υπηρετών με προθυμία, λαμβάνοντας το αγγελικό σχήμα. Έρχονταν από διαφόρους τόπους και τον ρωτούσαν για τον Άδη, αλλ΄ αυτός όπως και ο Λάζαρος δεν έλεγε τίποτα. Έζησε θεάρεστα και με θαυμαστό τρόπο ακόμη είκοσι έτη και αναπαύθηκε εν Κυρίω.

ΑΓΑΠΙΟΥ ΜΟΝΑΧΟΥ, ΑΜΑΡΤΩΛΩΝ ΣΩΤΗΡΙΑ.