.

.

Δός μας,

Τίμιε Πρόδρομε, φωνή συ που υπήρξες η φωνή του Λόγου. Δος μας την αυγή εσύ που είσαι το λυχνάρι του θεϊκού φωτός. Βάλε σήμερα τα λόγια μας σε σωστό δρόμο, εσύ που υπήρξες ο Πρόδρομος του Θεού Λόγου. Δεν θέλουμε να σε εγκωμιάσουμε με τα δικά μας λόγια, επειδή τα λόγια μας δεν έχουν μεγαλοπρέπεια και τιμή. Όσοι θα θελήσουν να σε στεφανώσουν με τα εγκώμιά τους, ασφαλώς θα πετύχουν κάτι πολύ πιό μικρό από την αξία σου. Λοιπόν να σιγήσω και να μη προσπαθήσω να διακηρύξω την ευγνωμοσύνη μου και τον θαυμασμό μου, επειδή υπάρχει ο κίνδυνος να μη πετύχω ένα εγκώμιο, άξιο του προσώπου σου;

Εκείνος όμως που θα σιωπήσει, πηγαίνει με τη μερίδα των αχαρίστων, γιατί δεν προσπαθεί με όλη του τη δύναμη να εγκωμιάσει τον ευεργέτη του. Γι’ αυτό, όλο και πιό πολύ σου ζητάμε να συμμαχήσεις μαζί μας και σε παρακαλούμε να ελευθερώσεις τη γλώσσα μας από την αδυναμία, που την κρατάει δεμένη, όπως και τότε κατάργησες, με τη σύλληψη και γέννησή σου, τη σιωπή του πατέρα σου του Ζαχαρία.

Άγιος Σωφρόνιος Ιεροσολύμων

Η ένωση με τον Θεό



Κάθε άνθρωπος είναι οίκος του Θεού, προορισμένος να κατοικήσει εντός του το Άγιο Πνεύμα, εντός του αδιαλείπτως να αναπέμπονται εγκώμια προς τον Θεό. Ο Θεός όμως μπορεί να υπάρξει μόνο μέσα σε μια αγνή καρδιά, πρέπει να προετοιμάσει ένα μέρος για Αυτόν. Πως γίνεται αυτό;
Πρέπει να εξαγνισθούμε από τα πάθη και να προσευχόμαστε. Τότε η καρδιά μας θα γίνει ναός και οίκος του Θεού, τότε θα δούμε τη μέριμνα του Θεού για εμάς και θα Τον υμνούμε αδιαλείπτως. 

ΟΣΙΟΣ ΝΙΚΩΝ

Μᾶς λείπουν τὰ λεφτά;



Τὸ νὰ εἶ­σαι φτω­χός, δὲν ἐμ­πο­δί­ζει νὰ εἶ­σαι ἐ­λε­ή­μων καὶ φι­λάνθρωπος. Σή­με­ρα νο­μί­ζου­με, ὅ­τι γιὰ νὰ βο­η­θᾶς τὸν συ­νάν­θρω­πό σου, πρέ­πει νὰ ἔ­χεις. Τό­σα πολ­λά, ποὺ νὰ σοῦ πε­ρισ­σεύ­ουν. Ἀλ­λι­ῶς τί νὰ δώ­σεις; 
Πα­λι­ό­τε­ρα ὅ­μως οἱ Χρι­στια­νοὶ ἦ­ταν δι­α­φο­ρε­τι­κοί. Δὲν κοί­τα­ζαν ἂν πε­ρισ­σεύ­ει κά­τι γιὰ νὰ δώ­σουν. Ἀλ­λ’ ἀ­π’ αὐ­τὸ ποὺ εἶ­χαν, λί­γο ἢ πο­λύ, βο­η­θοῦ­σαν καὶ τὸν φτω­χό. Ἡ ἀ­γά­πη, ἡ φι­λαν­θρω­πί­α, ἦ­ταν πάν­τα ὑ­πό­θε­ση καρ­διᾶς, ὄ­χι χρη­μά­των. 
Ὁ με­γά­λος Ρῶ­σος συγ­γρα­φέ­ας Μα­ξὶμ Γκόρ­κη, ποὺ ξε­κί­νη­σε τὴ ζω­ή του πάμ­φτω­χος καὶ ὀρ­φα­νός, ἀ­να­φέ­ρει συ­χνὰ στὰ γρα­πτά του τὴ για­γιά του. Μιὰ φτω­χειὰ θε­ο­φο­βού­με­νη γυ­ναί­κα, ποὺ τὸν μά­θαι­νε ἔμ­πρα­κτα τὴ μυ­στι­κὴ φι­λαν­θρω­πί­α. Γρά­φει λοι­πὸν ὁ Γκόρ­κη στὸ ἔρ­γο του «Στὰ ξέ­να χέ­ρια»:

«Κα­τὰ τὰ με­σά­νυ­χτα ἡ για­γιὰ μὲ ξύ­πνη­σε χα­ϊ­δευ­τι­κά.
- Πᾶ­με; Ἅ­μα μο­χθή­σεις γιὰ τὸν κο­σμά­κη, τὰ χέ­ρια σου θὰ γι­ά­νου­νε πιὸ γρή­γο­ρα (ὁ Γκόρ­κη εἶ­χε ζε­μα­τί­σει τὰ χέ­ρια του μὲ βρα­στὸ νε­ρό).
Μὲ πῆ­ρε ἀ­π’ τὸ χέ­ρι καὶ μὲ ὁ­δή­γη­σε μὲς στὸ σκο­τά­δι σὰν τυ­φλό. Ἡ νύ­χτα ἦ­ταν μαύ­ρη, ὑ­γρή, φύ­σα­γε ἀ­στα­μά­τη­τα… Ἡ για­γιὰ κον­το­ζύ­γω­νε προ­σε­χτι­κὰ στὰ σκο­τει­νὰ πα­ρά­θυ­ρα, στὰ φτω­χό­σπι­τα, σταυ­ρο­κο­πι­ό­ταν τρεῖς φο­ρές, ἄ­φη­νε στὸ περ­βά­ζι πέν­τε κα­πί­κια (λε­πτὰ) καὶ τρί­α κου­λου­ρά­κια, ξα­να­σταυ­ρο­κο­πι­ό­ταν κοι­τά­ζον­τας τὸν δί­χως ἄ­στρα οὐ­ρα­νὸ καὶ ψι­θύ­ρι­ζε:
- Πα­να­γί­α, Δέ­σποι­να τῶν Οὐ­ρα­νῶν, βο­ή­θη­σε τὸν κο­σμά­κη! Ὅ­λοι μας, …ὂ­λοι μας εἴ­μα­στε ἁ­μαρ­τω­λοὶ μπρο­στά σου, μη­τε­ρού­λα! 
Ὅ­σο ξε­μα­κραί­να­με ἀ­π’ τὸ σπί­τι, τό­σο πιὸ ἔ­ρη­μα καὶ νε­κρω­μέ­να γί­νον­ταν ἕ­να γύ­ρω… Δώ­δε­κα φο­ρὲς σί­μω­σε ἡ για­γιὰ στὰ πα­ρά­θυ­ρα, ἀ­φή­νον­τας στὰ περ­βά­ζια τὴν «κρυ­φὴ ἐ­λε­η­μο­σύ­νη». Ἄρ­χι­σε νὰ χα­ρά­ζει, μὲς ἀ­π’ τὸ σκο­τά­δι φυ­τρώ­να­νε γκρί­ζα σπί­τια… 
- Κου­ρά­στη­κε ἡ γριά, ἔ­λε­γε ἡ για­γιά, και­ρὸς νὰ γυ­ρί­σου­με σπί­τι. Θὰ ξυ­πνή­σουν αὔ­ριο οἱ νοι­κο­κυ­ρά­δες καὶ θὰ δοῦν πὼς ἡ Με­γα­λό­χα­ρη κά­τι ἔ­χει φέ­ρει γιὰ τὰ παι­δά­κια τους. Ὅ­ταν σοῦ λεί­πουν ὅ­λα, καὶ τὸ λί­γο πιά­νει τό­πο! Ὤχ, μι­κρέ μου Ἀ­λι­ό­σα (αὐ­τὸ ἦ­ταν τὸ πραγ­μα­τι­κὸ ὄ­νο­μα τοῦ Γκόρ­κη), με­γά­λη φτώ­χεια στὸν κο­σμά­κη καὶ δὲν τὸν γνοι­ά­ζε­ται κα­νέ­νας. 
Ὁ πλού­σιος τὸν Κύ­ριο δὲν σκέ­φτε­ται
τὴν τρο­με­ρή του κρί­ση δὲν φαν­τά­ζε­ται
τὸν φτω­χὸ δὲν τὸν ἔ­χει δι­κὸ μη­δὲ ἀ­δερ­φὸ
γι­ο­μί­ζει μο­νά­χα σα­κοῦ­λες χρυ­σὸ
τὸ χρυ­σί­ον θὰ γί­νει στὴν κό­λα­ση κάρ­βου­νο!
- Ἔ­τσι εἶ­ναι! Πρέ­πει νὰ ζεῖ ὁ φί­λος γιὰ τὸν φί­λο κι ὁ Θε­ὸς γιὰ ὅ­λους!... 
Νοι­ώ­θω ἀ­ό­ρι­στα πὼς πῆ­ρα μέ­ρος σὲ κά­τι ποὺ δὲν θὰ τὸ ξε­χά­σω πο­τέ… Κά­τσα­με δί­πλα στὴν ἐ­ξώ­πορ­τα, σ’ ἕ­να παγ­κά­κι… κι ἡ για­γιὰ μοῦ ’­λε­γε: 
- Εἶ­ναι ’­δῶ μιὰ Ὁ­βριὰ κι ἔ­χει ἐν­νιὰ ψυ­χὲς παι­διά, τό ’­να μι­κρό­τε­ρο ἀ­π’ τ’ ἄλ­λο. Τὴ ρω­τά­ω: Πῶς τὰ φέρ­νεις βόλ­τα, Μο­σέβ­να; Κι αὐ­τὴ μοῦ λέ­ει: Μὲ τὸν Θε­ό μου ζῶ, μὲ ποι­ὸν ἄλ­λο νὰ ζή­σω; 
Ἔ­γει­ρα στὸ ζε­στὸ πλευ­ρὸ τῆς για­γιᾶς καὶ μὲ πῆ­ρε ὁ ὕ­πνος… 
…Στὸ δά­σος ὅ­λο τὸ κα­λο­καί­ρι ὣς ἀρ­γὰ τὸ φθι­νό­πω­ρο μά­ζευ­ε χόρ­τα, βα­τό­μου­ρα, μα­νι­τά­ρια καὶ φουν­τού­κια… Ἡ για­γιὰ τὰ πού­λα­γε καὶ βγά­ζα­με τὸ ψω­μί μας… Ἀ­πὸ κά­τι γρα­τζου­νι­ὲς στὴ φλού­δα τοῦ δέν­τρου ποὺ μό­λις τὶς ξε­χώ­ρι­ζες, μοῦ ’­δει­χνε τὶς κου­φά­λες τοῦ σκί­ου­ρου καὶ ’­γὼ σκαρ­φά­λω­να στὸ δέν­τρο κι ἄ­δεια­ζα τὴ φω­λιά του, παίρ­νον­τάς του τὶς προ­μή­θει­ες γιὰ τὸν χει­μώ­να σὲ φουν­τού­κια… 
Κά­θε φο­ρὰ ποὺ μά­ζευ­ε λί­γα χρή­μα­τα ἀ­π’ τὰ μα­νι­τά­ρια καὶ τὰ φουν­τού­κια ποὺ πού­λα­γε, τ’ ἄ­φη­νε στὰ περ­βά­ζια κά­νον­τας τὶς «κρυ­φὲς ἐ­λε­η­μο­σύ­νες» της. Κι αὐ­τή, ἀ­κό­μα καὶ τὶς γι­ορ­τά­δες, φό­ρα­γε κου­ρέ­λια καὶ μπα­λω­μέ­να.
- Χει­ρό­τε­ρη κι ἀ­πὸ ζη­τιά­να γυ­ρί­ζεις, μὲ ντρο­πιά­ζεις! γκρί­νια­ζε ὁ παπ­πούς.
- Δὲν πει­ρά­ζει, δὲν εἶ­μαι κό­ρη σου κι οὔ­τε πά­ω γιὰ νύ­φη».
Ἡ καρ­διὰ τῆς για­γιᾶς αὐ­τῆς ἦ­ταν γε­μά­τη ἀ­γά­πη. Γι’ αὐ­τὸ δὲν ἔ­βλε­πε τὴ φτώ­χεια τὴ δι­κή της, ἀλ­λὰ σκε­φτό­ταν πρῶ­τα τὴ φτώ­χεια τοῦ ἄλ­λου, ὅ­πως πα­ραγ­γέλ­λει τὸ ἅ­γιο Εὐ­αγ­γέ­λιο (Α΄ Κορ. 10, 24). Ἡ ἀ­γά­πη της τὴν ἔ­σπρω­χνε νὰ βρί­σκει τοὺς πιὸ πε­ρί­ερ­γους τρό­πους γιὰ νὰ βο­η­θή­σει. Ἂν κοί­τα­ζε τὸν ἑ­αυ­τό της, δὲν θὰ τῆς πε­ρίσ­σευ­ε πο­τὲ καὶ γιὰ κα­νέ­ναν τί­πο­τε. Εἶ­χε ὅ­μως καρ­διὰ καὶ οὔ­τε ποὺ ἔ­νοι­ω­θε νὰ τῆς λεί­πουν τὰ λε­φτά.
Ὑ­πέ­ρο­χες ψυ­χές! 
Σί­γου­ρα σή­με­ρα ἐ­μεῖς ἔ­χου­με πο­λὺ πε­ρισ­σό­τε­ρα ἀ­π’ τὴ για­γιά, ποὺ πρό­σμε­νε νὰ τὴν τα­ΐ­σουν οἱ σκί­ου­ροι. Σὰν τί ἀ­πο­λο­γί­α θά ’­χου­με λοιπὸν γι’ αὐτὸν τὸν μί­ζε­ρο ἐγ­κλει­σμό μας στὸ κα­βού­κι τοῦ ἑ­αυ­τού­λη μας; Τί χει­ρό­τε­ρο κα­κὸ ἄλ­λω­στε ἔ­κα­νε καὶ ὁ ἄ­φρων πλού­σιος τῆς πα­ρα­βο­λῆς; (Λουκ. 12, 13-21). 
Καιρὸς ν’ ἀ­φή­σου­με τὴ φί­λαυ­τη καὶ στεί­ρα λο­γι­κή μας. Ἂς δώ­σου­με πι­ό­τε­ρη ἐμ­πι­στο­σύ­νη στὸν Θε­ό, ποὺ λέ­ει πὼς πλου­τί­ζει καὶ δὲν φτω­χαί­νει ἡ ἐ­λε­η­μο­σύ­νη(Τωβ. 4, 9-10· 12, 8-10). 
Ὄ­χι Χρι­στού­γεν­να λοιπὸν καὶ Πά­σχα μόνο, ἀλ­λὰ πάν­το­τε ἂς δί­νου­με δυ­να­μι­κὰ τὸ «πα­ρών», ἁ­μιλ­λώ­με­νοι σὲ προ­σφο­ρὰ ἀ­γά­πης. Δὲν τρῶνε μό­νο στῶν γι­ορ­τῶν τὶς μέρες οἱ φτωχοί, μὰ ὁ­λό­κλη­ρο τὸν χρό­νο, ὅ­πως ὅ­λοι μας. Καὶ στοὺς καιροὺς τῆς κρί­σης δὲν λι­γο­στεύ­ουν, μὰ πληθαίνουν πάντα οἱ φτω­χοί. Τότε χρειάζεται ν’ αὐξάνουμε τὶς καλωσύνες μας κι ἐμεῖς, ἀν­τὶ νὰ τὶς στε­ρεύ­ου­με. 
Τὸ χέ­ρι τοῦ Χρι­στοῦ εἶ­ν’ ἁ­πλω­μέ­νο ἀ­δι­ά­κο­πα, ζη­τι­α­νεύ­ον­τας τὴν ὅ­ποι­α προ­σφο­ρά μας.
Λεφτὰ ὑπάρχουν! Ὅπου ὑπάρχει καὶ καρδιά!
Μόνο νὰ θέ­λου­με! Καὶ ἡ ἀ­γά­πη πάν­το­τε θὰ βρί­σκει τρό­πο!

π. Δ η μ η τ ρ ί ο υ  Μ π ό κ ο υ
(Σαρανταήμερο 2013)

Ο Θεός θα κρίνει τη μετάνοια



Ο Θεός θα κρίνει τη μετάνοια όχι κατά τον βαθμό των προσπαθειών αλλά κατά τον βαθμό της ταπεινοφροσύνης. Την ημέρα εκείνη Θεός θα μας κρίνει όχι για τους ψαλμούς, όχι για τις προσευχές που δεν κάναμε (καθώς και για τους κανόνες που αγνοήσαμε), αλλά επειδή δεν μετανοήσαμε! Μεγάλη η χαρά των Αγγέλων στους ουρανούς για τον ένα και μοναδικό μετανοούντα αμαρτωλό. 
Ας προσευχηθούμε: "Κύριε ελέησον, Κύριε δώρισέ μου την ταπεινότητα και την πραότητα", ή "Κατά το θέλημά Σου, σώσον με, Κύριε!"
Και ο Θεός, κατά το έλεός Του θα μας ελεήσει και θα μας σώσει όλους δια της ευλογίας Του.
Κάθε μέρα και κάθε ώρα να κάνετε την αρχή για τη διόρθωσή σας και ο θεός του ελέους, της φιλανθρωπίας και της γενναιοδωρίας θα τείνει και σ΄εμάς χείρα βοηθείας, όπως στον Πέτρο, τον άγιο απόστολο, που πνιγόταν στα κύματα της θαλάσσης.

ΟΣΙΟΣ ΙΩΣΗΦ

exomologistetokirio

«Ἐν κρυπτῷ»



Ο ΣΥΝΕΙΔΗΤΟΣ χριστιανός ἐργάζεται πάντα «ἐν κρυπτῷ» καί ἀποφεύγει τήν προβολή καί τόν ἔπαινο τῶν ἀνθρώπων. Ἐνοχλεῖται ἀπό τά εὐμενῆ σχόλια καί ἀποστρέφει τό πρόσωπό του ἀπό τούς ἰδιοτελεῖς ἐγκωμιαστές του. Τήν τακτική αὐτή δέν ἐπιλέγουν ὅλοι οἱ ἄνθρωποι. Θά ἔλεγα ὅτι οἱ περισσότεροι ζοῦν καί δραστηριοποιοῦνται, γιά νά προβάλλονται. Δυστυχῶς καί στούς κληρικούς ὑπάρχει αὐτή ἡ τάση. Στήν ἐποχή μας μάλιστα ἔχει κορυφωθεῖ, γιατί τήν ἐνισχύουν καί τά μέσα τῆς ἐπικοινωνίας, ὅπως ἡ τηλεόραση, τό διαδίκτυο, ὁ τύπος, τό ραδιόφωνο κ.λπ. Ὅμως ὅλες οἱ ἐκδηλώσεις τῶν φιλόδοξων ἀνθρώπων ἔρχονται σέ πλήρη ἀντίθεση μέ τά ὅσα τονίζει ὁ Χριστός στήν ἐπί τοῦ ὄρους ὁμιλία του: «Νά προσέχετε τήν ἐλεημοσύνη σας, νά μή γίνεται μπροστά στούς ἀνθρώπους, γιά νά σᾶς ἐπιδοκιμάσουν.

Ἀλλιῶς, μή περιμένετε ἀνταμοιβή ἀπό τόν οὐράνιο Πατέρα σας. Ἔτσι, ὅταν κάνεις ἐλεημοσύνη μή τό διατυμπανίσεις, ὅπως κάνουν οἱ ὑποκριτές στίς συναγωγές καί στούς δρόμους, γιά νά τούς τιμήσουν οἱ ἄνθρωποι· σᾶς βεβαιώνω πώς αὐτή ἡ τιμή εἶναι ὅλη καί ὅλη ἡ ἀνταμοιβή τους. Ἐσύ,ἀντίθετα, ὅταν δίνεις ἐλεημοσύνη, ἄς μή ξέρει οὔτε τό ἀριστερό σου χέρι τί κάνει τό δεξί σου, γιά νά᾿ ναιἀληθινά κρυφή ἡ ἐλεημοσύνη σου. Κι ὁ Πατέρας σου, πού βλέπει τίς κρυφές πράξεις, θά σέ ἀνταμείψει φανερά. Καί ὅταν προσεύχεστε, νά μή εἶστε σάν τούς ὑποκριτές, πού τούς ἀρέσει νά στέκονται καί νάπροσεύχονται στίς συναγωγές καί στά σταυροδρόμια, γιά νά κάνουν καλή ἐντύπωση στούς ἀνθρώπους· σᾶς βεβαιώνω πώς αὐτή εἶναι ὅλη κι ὅλη ἡ ἀνταμοιβή τους. Ἐσύ, ἀντίθετα, ὅταν προσεύχεσαι, πήγαινε στό πιό ἀπόμερο δωμάτιο τοῦ σπιτιοῦ σου, κλεῖσε τήν πόρτα σου καί προσευχήσου ἐκεῖ κρυφά στόν Πατέρα σου· κι ὁ Πατέρας σου, πού βλέπει τίς κρυφές πράξεις, θά σέ ἀνταμείψει φανερά» (Ματθ. στ΄ 1-6).
Ἐκεῖνος πού ἀγωνίζεται πνευματικά καί ἐργάζεται κατά Θεόν, γνωρίζει ὅτι ἐάν θελήσει νά προβάλει τόν ἀγώνα του καί τά ἔργα του, μοιάζει μέ τόν ἀνόητο οἰνοποιό, ὁ ὁποῖος ἐνῶ κοπιάζει γιά τό ἀμπέλι του καί τήν καλή ποιότητα τοῦ παραγόμενου οἴνου, ἀφήνει ἀνοιχτή τήν κάνουλα τοῦ βαρελιοῦ καί χάνεται ὅλος του ὁ κόπος. Ἡ ἐν κρυπτῷ πνευματική καί φιλανθρωπική ἐργασία εἶναι ἡ μόνη ἐργασία πού ἀναγνωρίζει ὁ Θεός καί δίνει τήν ἀνταμοιβή φανερά.
Πολλοί ἰσχυρίζονται ὅτι πρέπει νά γνωστοποιοῦνται οἱ καλές πράξεις, γιά νά παρακινοῦνται καί ἄλλοι σέπαρόμοιες. Ἀγνοοῦν ὅμως τό μεγάλο κίνδυνο νά ὁδηγηθοῦν οἱ ἄνθρωποι αὐτοί στήν ὑπερηφάνεια καί νάχάσουν τήν ἀνταμοιβή ἀπό τό Θεό, νά συμβεῖ δηλαδή ἐκεῖνο πού πάθαιναν καί οἱ γραμματεῖς καί φαρισαῖοι, οἱὁποῖοι μέ τήν ὑποκρισία καί προβολή γίνονταν ἀντιπαθητικοί ἀπό τούς ἀνθρώπους καί τό Θεό.
Μακάρι κάποτε νά πετύχουμε τήν ἐν κρυπτῷ ἐργασία, ἀδιαφορώντας γιά τίς κρίσεις καί τούς ἐπαίνους τῶν κοσμικῶν καί ἀδιάφορων ἀνθρώπων. Ἔγνοιά μας πρέπει νά εἶναι ἡ ἀναγνώριση τοῦ ὅποιου ἔργου μας ἀπό τό Θεό καί ὄχι ἀπό τούς ἀνθρώπους.

Πρωτοπρ. Διονύσιος Τάτσης
Ορθόδοξος Τύπος, 12/12/2014


Πῶς μᾶς πολεμοῦν τά πονηρά πνεύματα;



ΑΠ.: Πρώτα-πρώτα πρέπει να ξέρετε ότι, στον δαιμονικό πόλεμο εναντίον των ανθρώπων, κάθε πονηρό πνεύμα έχει τον δικό του ρόλο. Κάθε αμαρτία γίνεται με την παρακίνηση ή και τη συνεργεία ορισμένου δαιμονίου και κάθε πάθος υποστηρίζεται από ορισμένο δαιμόνιο.
Έτσι, τα ηγετικά δαιμόνια είναι οχτώ, όσα και τα θανάσιμα πάθη: της γαστριμαργίας, της πορνείας, της φιλαργυρίας, της λύπης, της οργής, της ακηδίας, της κενοδοξίας, της υπερηφάνειας. Κάθε πονηρό πνεύμα, πολεμώντας μας, ενεργεί με τους δικούς του τρόπους, ανάλογα με το πάθος που υποστηρίζει. Όλα, πάντως, τα δαιμόνια συνεργάζονται μεταξύ τους, για να μας βυθίσουν σε όσο το δυνατό περισσότερα πάθη και να μας κάνουν δούλους της αμαρτίας, ώστε να μας χωρίσουν από το Θεό και να μας οδηγήσουν στον αιώνιο θάνατο.
Βέβαια, η δύναμη των δαιμόνων δεν είναι ανεξέλεγκτη και η δραστηριότητα τους δεν είναι απεριόριστη. Μας πολεμούν μόνο αν τους το επιτρέψει ο Θεός -και όσο τους το επιτρέψει, ποτέ πάντως πέρα από τα όρια της αντοχής μας (Α’ Κορ. 10:13)- ,για να δοκιμαστούν η προαίρεσή μας, η πίστη μας και η αγάπη μας σ’ Εκείνον, ή αν τους δώσουμε εμείς οι ίδιοι το δικαίωμα με την αμέλειά μας, τη ραθυμία μας, την απροσεξία μας και, προπάντων, την υπερηφάνειά μας.

Τα πονηρά πνεύματα μας πολεμούν με πολλούς τρόπους. Με ποιούς;
Πρώτον, με τους εμπαθείς λογισμούς, με τους οποίους αιχμαλωτίζουν το νου, τον σκοτίζουν και τον πειθαναγκάζουν να συναινέσει στην αμαρτία.
Δεύτερον, με τα πάθη, που υπάρχουν μέσα μας, από τα οποία παίρνουν τις αφορμές για να υποκινήσουν τους εμπαθείς λογισμούς.
Τρίτον, με τις σωματικές αισθήσεις -την ακοή, την αφή, τη γεύση, την όσφρηση και, προπάντων, την όραση- μέσ’ από τις οποίες, σαν από πόρτες, περνούν στη ψυχή ποικίλα εξωτερικά ερεθίσματα, που ξεσηκώνουν τα πάθη μας και μας σπρώχνουν στην αμαρτία.
Τέταρτον, με άλλους ανθρώπους, τους οποίους βάζουν είτε να μας κατατρέχουν και να μας αδικούν είτε να μας παρασύρουν στην αμαρτία.
Πέμπτον, με θλίψεις, βάσανα και αρρώστιες.
Μας πολεμούν και με άλλους τρόπους τα πονηρά πνεύματα, αλλά οι κυριότεροι είναι αυτοί οι πέντε. Όπως κι αν μας πολεμούν, πάντως,καθόλου δεν μπορούν να μας βλάψουν, εφόσον με τα θεία Μυστήρια του Βαπτίσματος και του Χρίσματος έχουμε λάβει τη χάρη και τις δωρεές του Αγίου Πνεύματος, εφόσον έχουμε βαθιά πίστη στο Θεό και εφόσον αγωνιζόμαστε για την τήρηση των εντολών Του με σταθερότητα και ανδρεία, με ταπεινοφροσύνη και υπομονή, με προσευχή και νηστεία, με τακτική Εξομολόγησηκαι συχνή θεία Κοινωνία.

Γέροντος Ευστρατίου Γκολοβάνσκι, 
"Απαντήσεις σε ερωτήματα Χριστιανών"
(Ι. Μ. Παράκλητου)

Πάτερ ημών, γενηθήτω το θέλημά Σου



Αδυνατούμε κατανοήσουμε γιατί ένας νέος άνθρωπος πεθαίνει πρόωρα, ενώ ένας γέρος μοναχός έχει πια βαρεθεί τη ζωή του και από την ανημποριά του συνεχώς γογγύζει, αλλά δεν πεθαίνει.
Ο Κύριος όμως ρυθμίζει τα πάντα κατά τρόπο πάνσοφο, φιλάνθρωπο και ανεξήγητο για όλους και για τον καθένα μας κάτι χρήσιμο δημιουργεί και του το δωρίζει.
Από τα βάθη της σοφίας Του, ο Κύριος τα πάντα οικοδομεί με φιλανθρωπία και σε όλους προσφέρει κάτι χρήσιμο, ευεργετεί δηλαδή αυτόν του οποίου η ζωή συνεχίζεται.
Και αν συντομεύει τις μέρες κάποιου, αυτό το κάνει ώστε η κακία να μην εξαπατήσει το μυαλό του ή να μη δελεάσει η κολακεία την ψυχή του. Έτσι ο θεός με πραγματική φιλανθρωπία οικοδομεί τα πάντα και δωρίζει κάτι χρήσιμο σε όλους. Και το δικό μας χρέος, και στη μια και στην άλλη περίπτωση, είναι να πούμε με παιδιάστικη υπακοή στον Ουράνιο Πατέρα: "Πάτερ ημών, γενηθήτω το θέλημά Σου!"


ΟΣΙΟΣ ΑΝΤΩΝΙΟΣ

www.exomologistetokirio.gr

Η απομάκρυνση της μελαγχολίας



Στην εποχή της ανυδρίας και της εξάντλησης, θα πρέπει να μην πέσουμε στο όρυγμα της μελαγχολίας και της απόγνωσης, να μην αναζητούμε μέσα μας αυτό που δεν μας αξίζει, δηλαδή τις μεγάλες δωρεές από τον Θεό, αλλά να ηρεμούμε δια της ταπεινοφροσύνης, θεωρώντας εαυτούς ανάξιους των δωρεών αυτών.
Αιτία της αποθάρρυνσής μας και του φόβου μας αποτελούν, φυσικά, οι αμαρτίες μας.
Σας προτείνω μια συμβουλή κατά της μελαγχολίας: υπομονή, ψαλμωδίες και προσευχή.

ΟΣΙΟΣ ΜΑΚΑΡΙΟΣ

exomologistetokirio

Γεροντική διδαχή: "Εάν κατακρίνεις η Χάρις του Θεού σε εγκαταλείπει"



Ήταν κάποιος Γέροντας που έτρωγε καθημερινά τρία παξιμάδια. Τον επισκέφθηκε κάποιος αδελφός και όταν κάθησαν να φάνε, έβαλε και για τον αδελφό τρία παξιμάδια. Είδε κατόπιν ο Γέροντας ότι ο αδελφός είχε ανάγκη να φάει περισσότερο και τού ’φερε άλλα τρία.
Αφού χόρτασαν και σηκώθηκαν, κατέκρινε ο Γέροντας τον αδελφό και του είπε: «Δεν πρέπει, αδελφέ, να υπηρετούμε τη σάρκα μας». Ο αδελφός έβαλε μετάνοια στον Γέροντα και έφυγε...
Την επόμενη ημέρα όταν έφθασε η ώρα για φαγητό, έβαλε ο Γέροντας τα τρία παξιμάδια για τον εαυτό του. Αλλά αφού τα έφαγε, αισθάνθηκε πάλι να πεινά αλλά συγκρατήθηκε. Την άλλη μέρα πάλι το ίδιο έπαθε και άρχισε να αισθάνεται εξάντληση. Κατάλαβε τότε ο Γέροντας ότι τον εγκατέλειψε ο Θεός και ρίχνοντας τον εαυτό του ενώπιον του Θεού, άρχισε να παρακαλεί μετά δακρύων για την εγκατάλειψη που του έγινε.
Και βλέπει έναν άγγελο που του είπε: «Αυτό σου συνέβη, επειδή κατέκρινες τον αδελφό. Να ξέρεις λοιπόν ότι αυτός που μπορεί να εγκρατεύεται ή να κάνει κάποιο άλλο καλό, δεν το κάνει με δική του δύναμη, αλλά η αγαθότητα του Θεού είναι που ενισχύει τον άνθρωπο».

Κατι μεγαλο θα γινει. Να μην ειμεθα σαν τα ανοητα ζωα που βοσκουν ανυποπτα, αλλα με υψηλο το φρονημα και γενναια την ψυχη να ατενιζουμε τα επερχομενα

ΣΕ ΠΡΟΣΚΑΛΕΙ Ο ΧΡΙΣΤΟΣ

Απο το βιβλίο «ΤΙ ΘΑ ΜΑΣ ΣΩΣΗ;» Tου Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αυγουστίνου Καντιώτου

«Ἦρθα καὶ πάλιν, ἐγὼ, ὁ γέρων ἐπίσκοπος κοντά σας καὶ ὡς δοῦλος καὶ ἐντεταλμένος τοῦ Κυρίου, μικρὸς καὶ ἀσήμαντος, ἀπευθύνω μίαν νέαν πρόσκλησιν, πρὸς ὅλους ὑμᾶς, πρὸς μικροὺς καὶ μεγάλους, εἰς οἱονδήποτε χῶρο καὶ τόπο εὐρίσκεσθε, είτε ἐντὸς είτε ἐκτὸς τοῦ ναοῦ. Σᾶς μεταφέρω τὴν ἐντολὴν τοῦ Κυρίου, σᾶς διαβιβάζω τὸ μήνυμα του, ὡς μικρὸς ἀγγελιοφόρος Αὐτοῦ. Ἔλᾶτε, ἐλᾶτε, ἐλᾶτε. 

Ποῦ;

Ἐλᾶτε φωνάζει ὁ Χριστός. Ἐλᾶτε σεῖς οἱ ἀσπρομάλλιδες γέροντες, ποὺ πλησιάζετε πλέον στὸν τάφο. Ἐλᾶτε ἐσεῖς τὰ παιδιά, ποὺ σᾶς κραττοῦν οἱ μητέρες σας κοντά τους. Ἐλᾶτε ἐσεῖς οἱ νέοι καὶ οἱ νεάνιδες, ποὺ γλεντοκοπᾶτε στὰ ντισκοτέκ καὶ σπαταλᾶτε τὸν χρόνον σας στὸ σέξ. Ἐλᾶτε ἐσεῖς οἱ ἄρχοντες καὶ οἱ ἀρχόμενοι. Ἐλᾶτε ἐσεῖς οἱ ἀγράμματοι καὶ οἱ ἐπιστήμονες καὶ οἱ μεγάλοι.
Ἐλᾶτε ὅλοι, ἐλᾶτε ὅλοι εἰς οἱονδήποτε κόμμα καὶ παράταξι καὶ ἂν ἀνήκετε. Πέραν ἀπὸ τὰ κόμματα, ποὺ σβήνουν σὰν πυγολαμπίδες, εἶνε ὁ Χριστός.
Ἐλᾶτε σᾶς καλεῖ ὁ Χριστός. 
Μέσα ἐδῶ στὴν πόλι ποὺ ἔχει 1000 ἄνδρες, παρακαλῶ κλάψατε, κλάψατε βουνὰ καὶ κάμποι. Κλάψατε, γιατὶ οἱ περισσότεροι εἶστε ἀνεξομολόγητοι. 
Πῶς κοινωνᾶτε; Πῶς κοινωνᾶτε τῶν ἀχράντων Μυστηρίων; Εἶνε λόγος τοῦ Θεοῦ, νὰ ἐξομολογηθῆτε. Ἕνας μεγάλος ρῶσσος, φιλόσοφος, ποὺ ἦταν ἄπιστος, δὲν πίστευε καθόλου στὸν Θεό, ὅταν τὸν πῆγαν ἐξορία στὴν Σιβηρία καὶ ἐκεῖ ἐδιάβασε τὸ Εὐαγγέλιο καὶ ἐθαύμασε τὸ Χριστό, καὶ ἔγινε πιστὸς τοῦ δοῦλος τοῦ Κυρίου, εὐρῆκε ἕναν στάρετς, εὐρῆκε ἕναν πνευματικὸ πατέρα καὶ ἐξομολογήθηκε τ᾿ ἁμαρτήματά του. Καὶ ὅταν ἐξομολογήθηκε αὐτὸς ὁ ἄπιστος, ποὺ ἔγινε πιστός, εἶπε· «Τώρα ποὺ ἐξομολογήθηκα καὶ εἶπα τ᾿ ἁμαρτήματά μου καὶ ἔκλαψα· παράδεισος ἐφύτρωσε μέσα εἰς τὴν καρδιά μου». Δὲν εἶνε ψέμμα, εἶνε ἀληθινὴ ἡ Θρησκεία μας. Δὲν εἶνε ψέμμα εἶνε ἀλήθεια ὁλοζώντανη.
Ἐγὼ ἀπὸ ὥρα σὲ ὥρα περιμένω νὰ ἀπέλθω ἐκ τοῦ κόσμου τούτου· καὶ παρακαλῶ τὸ Θεὸ ―καὶ παρακαλέσατε κ᾿ ἐσεῖς―, νὰ μοῦ δώσῃ μετάνοια καὶ νὰ κλείσω τὴν πολύπλαγκτο ζωή μου μὲ τὸ «Μνήσθητί μου, Κύριε, ὅταν ἔλθῃς ἐν τῇ βασιλείᾳ σου» (Λουκ. 23,42). Γιὰ ἐσᾶς εὔχομαι, νὰ ζήσετε χρόνια μαθουσάλια. Ἀλλ᾿ είτε οὕτως είτε ἄλλως μᾶς ἀναμένει ἡ αἰωνιότης, ἡ ἀπέραντος αἰωνιότης.
Νὰ σταθοῦν σοβαροὶ οἱ Ἕλληνες. Διότι κάτι μεγάλο θὰ γίνῃ. Δὲν εἶμαι προφήτης· ἀλλὰ προβλέπω, ὅτι τὸ ἔτος αὐτὸ θὰ εἶνε σημαντικώτατο ἔτος γιὰ τὸν κόσμο ὁλόκληρο καὶ ἰδιαιτέρως γιὰ τὰ Βαλκάνια. Θὰ ἔχουμε σημαντικὲς ἐξελίξεις. Καὶ πρέπει ὅλοι μας νὰ είμεθα ἕτοιμοι νὰ ἀντιμετωπίσουμε μὲ ἀταραξία πᾶν τὸ ὁποῖον θὰ συμβῇ, μὲ τὴν ἀκράδαντη πίστι ὅτι ὑπεράνω τῶν ἰσχυρῶν δυνάμεων τοῦ κόσμου ἵσταται ἡ θεία πρόνοια, ἡ ὁποία κατευθύνει καὶ προστατεύει καὶ ἐνισχύει τὰ μικρὰ ἔθνη τὰ ὁποῖα ἀγωνίζονται ὑπὲρ τῆς ἐλευθερίας.
Μεγάλες ἡμέρες περιμένουμε, κρίσιμα γεγονότα. Καὶ πρέπει ν᾿ ἀφήσουμε τὶς διασκεδάσεις. Νὰ μὴν είμεθα σὰν τὰ ἀνόητα ζῷα ποὺ βόσκουν ἀνύποπτα, ἀλλὰ μὲ ὑψηλὸ τὸ φρόνημα καὶ γενναία τὴν ψυχὴ νὰ ἀτενίζουμε τὰ ἐπερχομένα. Ἂς εὐχηθοῦμε νὰ μείνουμε ἐκτὸς τοῦ κυκλῶνος καὶ ἐκτὸς τῆς χιονοστιβάδος, στὴ γωνία αὐτὴ τοῦ κόσμου, ὕψώνοντας μάτια καὶ ψυχὲς πρὸς τὸν παντοδύναμο Θεό. Ὁ Θεὸς μέθ᾿ ὑμῶν, διὰ πρεσβειῶν τῆς ὑπεραγίας Θεοτόκου καὶ πάντων τῶν ἁγίων».

Σοφά λόγια του Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου



* Εκείνος που θέλει να βρει την Αλήθεια, πρέπει να καθαρθεί πρώτα από τα πάθη του. Γιατί όποιος απαλλάσσεται από τα πάθη, απαλλάσσεται και από την πλάνη και γνωρίζει την Αλήθεια.

* Μην βάζεις την ομόνοια πάνω από την αλήθεια.

* Δεν θα έχουμε κανένα κέρδος από την ορθή μας πίστη, αν η ζωή μας είναι αμαρτωλή, όπως επίσης δεν θα έχουμε καμίαν ωφέλεια από την ενάρετη ζωή μας, αν η πίστη μας δεν είναι υγιής...

* Ας μην φερόμαστε στους αντιφρονούντες με επιθετικότητα και αγριότητα, αλλά ας συζητάμε μαζί τους με μετριοπάθεια, γιατί τίποτα δεν είναι ισχυρότερο από την συγκαταβατικότητα και την πραότητα. «Ο δούλος του Κυρίου δεν πρέπει να είναι εριστικός, αλλά ήπιος και ανεκτικός απέναντι σε όλους « (Β’ Τιμ. 2:24).

* Ακόμα κι αν ζεις ανώτερη πνευματική ζωή, δεν θα αποκτήσεις καμία παρρησία στο Θεό, εφόσον αδιαφορείς για τους αδελφούς σου που χάνονται.

* Δεν είναι δυνατό να σωθεί κανείς, αν δεν κάνει τίποτα για τη σωτηρία του πλησίον του.

* Εκείνος που φροντίζει να σώσει έναν αμελή αδελφό και να τον αρπάξει από το στόμα του διαβόλου, μιμείται, όσο είναι ανθρωπίνως δυνατόν, το Θεό. Τι θα μπορούσε να εξισωθεί μ’ αυτό το έργο; Απ’ όλα τα κατορθώματα είναι το μεγαλύτερο, όλης της αρετής είναι το αποκορύφωμα.

* Τα πάθη που τυραννούν πιο πολύ τους ανθρώπους είναι η πλεονεξία και η ακολασία.

* Η λύπη, η αγωνία, ο θυμός και οι πολλές μέριμνες σκοτίζουν το νου και δεν τον αφήνουν να κάνει λογικές σκέψεις.

* Τα αμαρτήματα είναι οι αιτίες όλων των κακών. Στα αμαρτήματα οφείλονται οι λύπες, στα αμαρτήματα οι ταραχές, οι πόλεμοι, οι αρρώστιες.

* Η αμαρτία, πριν εμφανιστεί και πραγματοποιηθεί, σκοτίζει το λογισμό και εξαπατά το νου. Όταν όμως, ολοκληρωθεί, τότε φανερώνει την απρέπειά της, προξενώντας διαρκή οδύνη στην ψυχή και αφαιρώντας την παρρησία της συνειδήσεως.

* Πηγή κακών είναι η έλλειψη μέτρου στις επιθυμίες μας. Σ’ αυτήν οφείλονται οι πορνείες, οι πλεονεξίες, οι κλεψιές, οι φόνοι, οι ληστείες, ολόκληρη η διαφθορά της ψυχής. Α μην επιζητούμε, λοιπόν, περισσότερα από τα απαραίτητα και στην τροφή και στα ενδύματα και στα σπίτια και στις άλλες σωματικές ανάγκες.

* Αρχή της ραθυμίας είναι η αναβολή. ας μην αναβάλλουμε, λοιπόν, για αύριο τη διόρθωσή μας, «γιατί δεν ξέρουμε τι θα φέρει η αυριανή μέρα» (Παροιμ.27:1), ούτε να λέμε ότι θα νικήσουμε την κακή συνήθεια σιγά-σιγά, γιατί αυτό το «σιγά-σιγά» δεν θα φτάσει ποτέ.

* Για τούτο, πάνω απ’ όλα πρέπει πιο πολύ να κλαίμε: Για το ότι, επειδή οι κακοί στην εποχή μας έγιναν πολλοί, τα κακά δεν προκαλούν πια ντροπή σ’ εκείνους που τα διαπράττουν.

* Ότι γίνεται στον καιρό του, είναι χρήσιμο. Ότι γίνεται άκαιρα, όχι μόνο άχρηστο είναι, αλλά και βλαβερό.

πηγή: Θέματα Ζωής Β' 
Ιερά Μονή Παράκλητου


Ακόμα κι αν η προσευχή μας είναι ψυχρὴ δεν πρέπει να σταματάμε

Ακόμα κι αν η προσευχή μας είναι ψυχρὴ και βαριὰ και νοιώθουμε ότι απογοητευόμαστε, δεν πρέπει να σταματάμε. 
Πρέπει να πολεμάμε, να εντείνουμε τις προσευχές μας καὶ ο Φιλεύσπλαχνος Κύριος θα δει την αδυναμία μας και θα μας ελεήσει.



Επίσκοπος Βαρνάβας Μπελιάγιεφ ο δια Χριστὸν Σαλὸς.


















Καλά, εσύ δεν ξέρεις ότι, αν ο Θεός δεν ελεήσει εμένα, δεν ελεεί ούτε εσένα;



Συχνά οι προσκυνητές ζητούσαν από τον Γέροντα να προσευχηθεί για εκείνους και για αγαπημένα τους πρόσωπα και πάντοτε ο Γέροντας υποσχόταν πως θα το πράξει.
Μου γεννήθηκε η απορία: Πως μπορεί ο Γέροντας να θυμάται εκατοντάδες ονόματα; 
Μια μέρα που μιλούσαμε για την προσευχή, στρέφεται ξαφνικά και μου λέει:
- Θα με ρωτήσεις ίσως, πως θυμάμαι στην προσευχή μου τόσα ονόματα. Εγώ είμαι άνθρωπος αμαρτωλός και αδύνατος. Λέω, Κύριε, ελέησον τον Γιώργο, το Νίκο, τη Μαρία, την Κατερίνα - όσα ονόματα θυμάμαι - και όλους όσους μου παρήγγειλαν να προσεύχομαι γι' αυτούς και ξέχασα τα ονόματά τους. Κι ο Θεός, επειδή δεν είναι πατήρ Πορφύριος να ξεχνά, αλλά θυμάται όλα τα ονόματα, αμέσως έρχεται και ελεεί όλους.
Θαύμασα τη θεία φώτισή του και ρώτησα:
- Και τι λέτε, Γέροντα, για όλους αυτούς τους ανθρώπους στην προσευχή σας;
Κι ο Γέροντας, με τον πιο φυσικό τρόπο, μου απάντησε:
- Ε, να! Λέω πρώτα, Κύριε, Ιησού, Χριστέ, ελέησόν με.
- Ελέησόν με, λέτε; Μα αυτοί σας ζήτησαν να προσευχηθείτε για κείνους, όχι για τον εαυτό σας, αντέτεινα με απορία.
Κι ο Γέροντας, για άλλη μια φορά, με κατέλαβε εξ απροόπτου, λέγοντας:
- Καλά, εσύ δεν ξέρεις ότι, αν ο Θεός δεν ελεήσει εμένα, δεν ελεεί ούτε εσένα; Δεν ξέρεις ότι εσύ και εγώ είμαστε ένα;
Απλά λόγια, αλλά με πολύ, πάρα πολύ μεγάλο βάθος. Τόσο βάθος, ώστε ο Γέροντας σε άλλη συζήτηση να πει, ότι σ' αυτό το αίσθημα της ενότητός μας με τον άλλον κρύβεται το μυστικό της πνευματικής εν Χριστώ ζωής.
Αργότερα, διαβάζοντας φιλοπατερικά βιβλία, έβλεπα εκεί, ότι δεν υπάρχει μεγαλύτερη ελεημοσύνη προς τους άλλους από τον προσωπικό μας αγιασμό.
Θυμήθηκα τα λόγια του π. Πορφυρίου, όταν διάβαζα τη βιογραφία του Αγίου Σεραφείμ του Σάρωφ, που έλεγε:
"Απόκτησε την ειρήνη του Θεού μέσα σου και χιλιάδες άνθρωποι θα σωθούν γύρω σου". Και μήπως αυτό δεν συνέβαινε στον π. Πορφύριο; Όσο για εκείνο το εκπληκτικό "εγώ κι εσύ είμαστε ένα", πιστεύω ότι ισχύει, δυνάμει και ενεργεία, για τον Γέροντα, ο οποίος με τη ζωή του πραγματοποίησε την αρχιερατική προσευχή του Κυρίου "ίνα πάντες εν ώσι".

Άγιος Γέροντας Πορφύριος

Μακαρισμοί του Γέροντος Παϊσίου



Μακάριοι όσοι αγαπήσανε τον Χριστό περισσότερο απ' όλα τα του κόσμου και ζούν μακριά του κόσμου και σιμά στον Θεό, με τις παραδεισένιες χαρές, επί της γης.

Μακάριοι όσοι κατόρθωσαν να ζούν στην αφάνεια και απέκτησαν μεγάλες αρετές και δεν απέκτησαν ούτε και μικρό όνομα.

Μακάριοι όσοι κατόρθωσαν να κάνουν τον παλαβό και με αυτόν τον τρόπο προφύλαξαν τον πνευματικό τους πλούτο.

Μακάριοι όσοι δεν κηρύττουν με λόγια το Ευαγγέλιο, αλλά το ζούνε και κηρύττουν με την σιωπή τους, με την Χάρη του Θεού, η οποία και τους προδίδει...

Μακάριοι όσοι χαίρονται, όταν τους κατηγορούν αδίκως, παρά όταν τους επαινούν δικαίως για τον ενάρετο βίο τους. Εδώ είναι τα σημάδια της αγιότητος και όχι στον ξερό αγώνα των σωματικών ασκήσεων και τον μεγάλο αριθμό των αγώνων, που όταν δεν γίνονται με ταπείνωση και με σκοπό την απέκδυση του παλαιού μας ανθρώπου, μόνον ψευδαισθήσεις δημιουργούν.

Μακάριοι αυτοί που προτιμούν να αδικούνται παρά να αδικούν και δέχονται ήρεμα και σιωπηλά τις αδικίες, διότι αυτοί φανερώνουν και εμπράκτως με αυτό ότι πιστεύουν εις ένα Θεόν, Πατέρα, Παντοκράτορα και από Αυτόν περιμένουν να δικαιωθούν και όχι από ανθρώπους, για να εξοφλήσουν εδώ με ματαιότητα.

Μακάριοι όσοι έχουν γεννηθεί ανάπηροι ή έγιναν από απροσεξία τους, αλλά δεν γογγύζουν και δοξολογούν τον Θεό. Αυτοί θα έχουν την καλύτερη θέση στον Παράδεισο μαζί με τους Ομολογητάς και Μάρτυρας που δώσανε για την αγάπη του Χριστού τα χέρια και τα πόδια τους, και τώρα φιλούν με ευλάβεια στον Παράδεισο συνέχεια τα πόδια και τα χέρια του Χριστού.

Μακάριοι όσοι γεννηθήκανε άσχημοι και είναι περιφρονημένοι εδώ στην γη, διότι αυτοί δικαιούνται το ομορφότερο μέρος του Παραδείσου, όταν δοξολογούν τον Θεό και δεν γογγύζουν.

Μακάριες οι χήρες που φορέσανε τα μαύρα σ' αυτήν την ζωή, έστω και ακούσια, και ζούν άσπρη πνευματική ζωή και δοξολογούν τον Θεό, χωρίς να γογγύζουν, παρά οι δυστυχισμένες που φορούν παρδαλά και ζούν παρδαλή ζωή.

Μακάρια και τρις μακάρια τα ορφανά που έχουν στερηθεί την μεγάλη στοργή των γονέων τους, διότι αυτά κατόρθωσαν να κάνουν Πατέρα τους τον Θεό από τούτη την ζωή και έχουν παράλληλα και την στοργή που στερηθήκανε των γονέων τους στο Ταμιευτήριο του Θεού, η οποία τοκίζεται.

Μακάριοι οι γονείς που δεν χρησιμοποιούν την λέξη "μη" στα παιδιά τους, αλλά τα φρενάρουν από το κακό με την αγία τους ζωή, την οποία μιμούνται τα παιδιά, και ακολουθούν τον Χριστό με πνευματική λεβεντιά χαρούμενα.

Μακάρια τα παιδιά που έχουν γεννηθεί "εκ κοιλίας μητρός" άγια, αλλά μακαριότερα είναι αυτά που γεννηθήκανε με όλα του κόσμου τα κληρονομικά πάθη και αγωνισθήκανε με ιδρώτες και τα ξεριζώσανε και κληρονομήσανε την Βασιλεία του Θεού εν ιδρώτι του προσώπου.

Μακάρια τα παιδιά που έζησαν από μικρά σε πνευματικό περιβάλλον και έτσι ακούραστα προχωρήσανε στην πνευματική ζωή. Τρις μακάρια όμως είναι αυτά τα αδικημένα παιδιά που δεν βοηθηθήκανε καθόλου (αντιθέτως τα σπρώχνανε στο κακό), αλλά μόλις ακούσανε για τον Χριστό, γυαλίσανε τα μάτια τους, και με μια στροφή εκατόν ογδόντα μοιρών γυαλίσανε απότομα την ψυχή τους και βγήκανε και από την έλξη της γης και κινηθήκανε στην πνευματική τροχιά.

Καλότυχοι, λένε οι κοσμικοί, οι αστροναύτες που γυρίζουν στον αέρα άλλοτε απ' έξω και άλλοτε από μέσα στο φεγγάρι. Μακάριοι όμως είναι οι εξαϋλωμένοι του Χριστού Παραδεισοναύτες που ανεβαίνουν στον Θεό και γυρίζουν στον Παράδεισο στην μόνιμή τους κατοικία, ταχτικά, με το πιο ταχύτερο μέσο και δίχως πολλά καύσιμα παρά με ένα παξιμάδι.

Μακάριοι όσοι δοξάζουν τον Θεό και για το φεγγάρι που τους φέγγει, και περπατούν την νύχτα. Μακαριότεροι όμως είναι αυτοί που το έχουν καταλάβει ότι ούτε το φως του φεγγαριού είναι του φεγγαριού, αλλά ούτε το δικό τους πνευματικό φως είναι δικό τους αλλά του Θεού. Μα είτε σαν καθρέφτης γυαλίζουν είτε σαν απλό γυαλί γυαλίζουν είτε σαν καπάκι από κονσερβοκούτι γυαλίζουν, εάν δεν πέσουν οι ακτίνες του ηλίου, δεν είναι δυνατόν να γυαλίσουν.

Καλότυχοι, λένε οι κοσμικοί, αυτοί που ζουν στα κρυστάλλινα παλάτια και έχουν όλες τις ευκολίες. Μακάριοι όμως είναι αυτοί που κατορθώσανε να απλοποιήσουν την ζωή τους και ελευθερωθήκανε από την θηλιά της κοσμικής αυτής εξελίξεως των πολλών ευκολιών (=των πολλών δυσκολιών) και απαλλαχτήκανε από το φοβερό άγχος της σημερινής εποχής μας.

Καλότυχοι, λένε οι κοσμικοί, αυτοί που μπορούν και απολαμβάνουν τα αγαθά του κόσμου. Μακάριοι όμως είναι αυτοί που τα δίνουν όλα για τον Χριστό και στερούνται και κάθε ανθρώπινη παρηγοριά πάλι για τον Χριστό, και έτσι κατορθώνουν να βρίσκονται κοντά στον Χριστό μέρα νύχτα, με την θεία Του παρηγοριά που είναι πολλές φορές τόσο πολλή, που λέει κανείς στο Θεό: "Θεέ μου, η αγάπη σου δεν υποφέρεται, διότι είναι πολλή και στην μικρή μου καρδιά δεν χωράει".

Καλότυχοι αυτοί που έχουν τις μεγαλύτερες δουλειές και τα μεγαλύτερα μέγαρα, λένοι οι κοσμικοί, διότι αυτοί έχουν όλες τις δυνατότητες και κινούνται άνετα. Μακάριοι όμως είναι αυτοί που έχουν μια φωλιά, για να κουρνιάζουν, και λίγα τρόφιμα και σκεπάσματα, κατά τον θείο Παύλο, και με αυτόν τον τρόπο κατόρθωσαν και αποξενώθηκαν από τον μάταιο κόσμο, και την γη την χρησιμοποιούν ως υποπόδιο, σαν παιδιά του Θεού, και ο νους τους βρίσκεται συνέχεια κοντά στον Καλό Πατέρα τους Θεό.

Καλότυχοι αυτοί που γίνονται στρατηγοί και υπουργοί και με το οινόπνευμα (έστω για λίγες ώρες), και το χαίρονται αυτό οι κοσμικοί. Μακάριοι όμως είναι αυτοί που έχουν απεκδυθεί τον παλαιό τους άνθρωπο και έχουν εξαϋλωθεί και κατόρθωσαν να είναι επίγειοι Άγγελοι με το Άγιο Πνεύμα και βρήκανε την παραδεισένια θεία κάνουλα και πίνουν και μεθούν συνέχεια από το παραδεισένιο κρασί.

Μακάριοι όσοι έχουν γεννηθεί τρελοί και θα κριθούν και ως τρελοί και έτσι θα εισαχθούν στον Παράδεισο χωρίς διαβατήριο. Μακάριοι είναι όμως και τρις μακάριοι οι πολύ γνωστικοί που κάνουν τον τρελό για την αγάπη του Χριστού και κοροϊδεύουν όλη την ματαιότητα του κόσμου, που η διά Χριστόν αυτή τους τρέλα αξίζει περισσότερο απ' όλη την γνώση και την σοφία των σοφών όλου του κόσμου τούτου.

Γέροντας Παϊσιος