.

.

Δός μας,

Τίμιε Πρόδρομε, φωνή συ που υπήρξες η φωνή του Λόγου. Δος μας την αυγή εσύ που είσαι το λυχνάρι του θεϊκού φωτός. Βάλε σήμερα τα λόγια μας σε σωστό δρόμο, εσύ που υπήρξες ο Πρόδρομος του Θεού Λόγου. Δεν θέλουμε να σε εγκωμιάσουμε με τα δικά μας λόγια, επειδή τα λόγια μας δεν έχουν μεγαλοπρέπεια και τιμή. Όσοι θα θελήσουν να σε στεφανώσουν με τα εγκώμιά τους, ασφαλώς θα πετύχουν κάτι πολύ πιό μικρό από την αξία σου. Λοιπόν να σιγήσω και να μη προσπαθήσω να διακηρύξω την ευγνωμοσύνη μου και τον θαυμασμό μου, επειδή υπάρχει ο κίνδυνος να μη πετύχω ένα εγκώμιο, άξιο του προσώπου σου;

Εκείνος όμως που θα σιωπήσει, πηγαίνει με τη μερίδα των αχαρίστων, γιατί δεν προσπαθεί με όλη του τη δύναμη να εγκωμιάσει τον ευεργέτη του. Γι’ αυτό, όλο και πιό πολύ σου ζητάμε να συμμαχήσεις μαζί μας και σε παρακαλούμε να ελευθερώσεις τη γλώσσα μας από την αδυναμία, που την κρατάει δεμένη, όπως και τότε κατάργησες, με τη σύλληψη και γέννησή σου, τη σιωπή του πατέρα σου του Ζαχαρία.

Άγιος Σωφρόνιος Ιεροσολύμων

Γιατί ο κόσμος δεν πιστεύει;

Εκείνοι, που πίστευσαν με τα θαύματα, αποτελούσαν την πιο χαμηλή βαθμίδα πιστών. Και γι’ αυτό, όταν μετά τους παρουσίαζαν την πνευματική υψίστη και αγιωτάτη διδασκαλία της Εκκλησίας, τότε πολλοί από αυτούς την ερμήνευαν, όπως τους άρεσε ο καθένας[43]! Δεν ήθελαν να αναζητήσουν την σωστή ερμηνεία του. Εκριτίκαραν τον λόγο του Θεού, που είναι «πνεύμα και ζωή»[44]. Και έτσι, με την επιπολαιότητά τους έχαναν και την πίστη• δηλ. ακόμη και τον αρραβώνα που είχαν λάβει. Και συνέβη αυτό το τραγικό: πολλοί από τους μαθητές του Χριστού, παρ’ ότι είχαν ιδεί πολλά θαύματα και σημεία, απήλθον εις τα οπίσω (= έκαναν πίσω) «και ουκ έτι μετ’ αυτού περιεπάτουν»[45], δηλ. δεν ξαναπήγαν κοντά Του!...
Όμως ούτε το κήρυγμα ούτε τα θαύματα του Κυρίου είχαν την πρέπουσα επίδραση στους εβραίους αρχιερείς, γραμματείς, φαρισαίους και σαδδουκαίους• παρ’ ότι – με εξαίρεση ίσως τους σαδδουκαίους – όλοι οι άλλοι ήξεραν πολύ καλά τον νόμο του Θεού. Δεν ήσαν ξένοι στον Θεό, εχθροί του Θεού, μόνο εξ αιτίας της ροπής στην αμαρτία, όπως όλοι οι άνθρωποι. Αυτοί έγινα ηθελημένα εχθροί του Θεού. Και έμειναν σ’ αυτό ασάλευτα σταθεροί. Επήραν την σφραγίδα του εχθρού του Θεού. Με την δική τους αυτεξούσια θέληση. Με την δική τους γνώμη. Επειδή ήθελαν να κάνουν εκείνη την ζωή (και μάλιστα να προκόψουν σ’ εκείνη την ζωή!), που το άγιο Ευαγγέλιο την θεωρεί ψυχώλεθρη! Με τέτοιο φρόνημα δεν ήταν δυνατό να δώσουν σημασία στα λόγια του Υιού του Θεού. Και δεν εισάκουσαν, όπως ώφειλαν, τον λόγο Του. Δεν του έδωκαν σημασία. Προσπαθούσαν μόνο να Τον ψαρεύουν! Να του πιάνουν λόγια, που τα εύρισκαν να επιδέχωνται παρερμηνείες, και τα χρησιμοποιούσαν για να Τον κατηγορούν. Έτσι γίνεται συνήθως. Όποιος έχει μίσος εναντίον κάποιου άλλου, εποικοδομεί επάνω στα λόγια εκείνου που μισεί! «Διατί ο λόγος ο εμός ου χωρεί εν υμίν»[46], ερώτησε του εχθρούς Του ο Σωτήρας μας, όταν τους είδε να αποκρούουν με πείσμα τη σωτηρία, που τους επρότεινε. Γιατί δεν τα καταλαβαίνετε τα λόγια μου; Γιατί δεν δέχεσθε το λόγο μου που δίνει ίαση; Επειδή δεν μπορείτε ούτε να τον ακούσετε! Επειδή σας είναι ανυπόφορος! Επειδή είσθε «ψεύδους έκγονα». Και δουλεύετε μόνο με το ψέμα. Για αυτό δεν πιστεύετε σε μένα, «επειδή εγώ την αλήθειαν λέγω υμίν»[47]. «Ο ων εκ του Θεού τα ρήματα του Θεού ακούει». Για αυτό εσείς δεν τα ακούετε, επειδή δεν είσθε «εκ του Θεού»[48]. Και συνέχισε ο Κύριος: «Αν αυτά που κάνω δεν είναι έργα του Πατρός μου, μη με πιστεύετε. Αν όμως κάνω τα έργα του Πατέρα μου, και αν ακόμη δεν πιστεύετε εμένα, τουλάχιστον πιστεύσατε στα έργα μου. Και τότε θα το καταλάβετε και θα το πιστεύσετε, ότι ο Πατήρ εν εμοί, καγώ εν Αυτώ»[49]. Λόγια σταράτα. Και, σαν λόγια, έκλειναν μέσα τους την απόλυτη αλήθεια[50]. Το ίδιο και τα θαύματα. Και αυτά έκλειναν μέσα τους την απόλυτη αλήθεια. Και ήσαν τόσο σαφή και πασιφανή, ώστε οι εχθροί του Κυρίου, παρ’ όλες τους τις προσπάθειες να τα συγκαλύψουν, δεν είχαν παρά να το ομολογούν ότι ήσαν αληθινά[51]! Εκείνο που ασκούσε μεγάλη επίδραση στο λαό (που δεν ήξερε το νόμο του Θεού ή τον ήξερε πολύ λίγο, και έστρεφε την προσοχή του, την ενασχόλησή του, στις μέριμνες του κόσμου τούτου, χωρίς αυτό να σημαίνη ότι απέρριπτε και το νόμο του Θεού με το έτσι θέλω), αυτό δεν είχε καμμιά απολύτως επίδραση σε εκείνους που ήξεραν καλά τον νόμο του Θεού, μα τον απέρριπταν με τη ζωή τους ηθελημένα [52]. Ό,τι έγινε για τη σωτηρία των ανθρώπων αυτών, έγινε από την άπειρη ευσπλαγχνία του Κυρίου. Αν δεν είχα έλθει και δεν τους το είχα ειπεί – ξεκαθάρισε τα πράγματα ο Σωτήρας μας – δεν θα είχαν σημασία. Αν δεν είχα κάμει αυτά τα έργα, που έκανα μπροστά τους και ανάμεσά τους, που ποτέ δεν έκαμε άνθρωπος άλλος, δεν θα είχαν αμαρτία. Να όμως, που και τα είδαν και παρά ταύτα εμίσησαν όχι μόνο εμένα, αλλά και τον Πατέρα μου[53]. Ο Χριστιανισμός παρεδόθη στον κόσμο με τέτοια αποδεικτικά στοιχεία, ώστε να μη μπορή να έχη κανένας πια δικαιολογία, αν τον αγνοεί. Αιτία της άγνοιας αυτής είναι μία: το «έτσι θέλω».

Άγιος Ιγνάτιος (Αλεξάνδροβιτς Μπριαντσιανίνωφ)

Βιβλιογραφία
[43] Ιωάν. 6, 60. [44] Ιωάν. 6, 63. [45] Ιωάν. 6, 66. [46] Ιωάν. 8, 45. [47] Ιωάν. 8, 47. [48]Ιωάν. 10, 37-38. [49] Ιωάν. 8, 14. [50] Ιωάν 9, 24. [51] Ιωάν. 5, 46-47 και 7, 19. [52] Ιωάν 8, 14. [53] Ιωάν. 15, 22-25.

Φθάνει ἡ λογική γιά νά πιστέψω;

Βέβαια καί πάλι ὅλα αὐτά δέν μποροῦμε νά τά κατανοήσουμε μόνο μέ τή λογική. Ἡ λογική ἀπό μόνη της δέν εἶναι ὁ ἀσφαλής δρόμος γιά νά αἰσθανθεῖ ὁ ἄνθρωπος τόν Θεό. Διότι ὁ ἄνθρωπος προσεγγίζει καί αἰσθάνεται καί ἀγαπᾶ τόν Θεό «ἐξ ὅλης τῆς καρδίας του καί ἐξ ὅλης της ψυχῆς του καί ἐξ ὅλης τῆς διανοίας του καί ἐξ ὅλης τῆς ἰσχύος του» (Μάρκ. ιβ΄30). Ἀλλά καί πάλι ἀπό μόνες τους ὅλες αὐτές οἱ δυνάμεις τοῦ ἀνθρώπου, τό συναίσθημα, ἡ νόηση, ἡ βούληση, ἡ λογική, δέν φθάνουν γιά νά αἰσθανθεῖ ὁ ἄνθρωπος τόν Θεό.
Θέμα βιώματος καί ὄχι μόνο λογικῆς (σελ.29-30)

Ἡ πίστη στήν ὕπαρξη τοῦ Θεοῦ λοιπόν δέν εἶναι τόσο θέμα ἐπιχειρημάτων γιά νά πειστοῦμε διανοητικά γιά τήν ὕπαρξη τοῦ Θεοῦ. Ὑπάρχουν βέβαια ἀμέτρητα ἐπιχειρήματα γιά τήν ὕπαρξη τοῦ Θεοῦ, κάποια ἀπό τά ὁποῖα θά ἀναφέρουμε. Ὅμως τό θέμα τῆς πίστεως εἶναι θέμα ζωῆς, θέμα βιώματος καί ἐμπειρίας. Καί τήν ἐμπειρία αὐτή τή βιώνουν ὄχι μόνο οἱ διανοούμενοι κάθε ἐποχῆς, ἀλλά καί οἱ ἁπλοί ἄνθρωποι πού ἀγωνίζονται νά ζοῦν μέσα στή χάρη τοῦ Θεοῦ. Τήν ἐμπειρία αὐτή βιώνουν σέ ὕψιστο βαθμό οἱ ἅγιοι.
Πόσο ὡραῖο θά ἦταν τήν ὥρα αὐτή νά εἴχαμε ἀνάμεσά μας ὅλους αὐτούς τούς ἀμέτρητους ἁγίους καί μάρτυρες καί ἀσκητές! Αὐτοί μποροῦν νά μᾶς ποῦν τί εἶναι ὁ Χριστός. Αὐτοί μποροῦν νά μᾶς πείσουν μέ τό αἷμα τους, μέ τά δάκρυά τους, μέ τόν ἱδρῶτα τους ὅτι ὁ Χριστός εἶναι ὁ μόνος ἀληθινός Θεός πού ἔγινε ἄνθρωπος γιά μᾶς. Κι ἄν τρέχαμε τήν ὥρα αὐτή στίς σπηλιές κάι στίς ἐρημιές καί στά ἀσκητήρια νά δοῦμε ὅλους αὐτούς τούς ἀσκητές, θά λέγαμε ἀπορημένοι: Μά τί ἔπαθαν ὅλοι αὐτοί, τρελάθηκαν; Ἄφησαν τόν κόσμο καί ἐγκατέλειψαν τά πάντα; Γιατί; Διότι ὅλοι αὐτοί ζοῦν τήν ἐμπειρία τοῦ Χριστοῦ καί κατάλαβαν πολύ καλά τί σημαίνει Χριστός. Καί ὅτι ἀξίζει νά ζεῖς μέ τόν Χριστό.
Πίστη, μιά ἄλλη αἴσθηση, ἡ αἴσθηση τοῦ Θεοῦ (σελ.30)
Αὐτή ὅμως ἡ ἐμπειρία τοῦ Θεοῦ πῶς μπορεῖ νά ἀποκτηθεῖ σέ κάποιο βαθμό καί ἀπό μᾶς; Πῶς μπορεῖ ὁ ἄνθρωπος νά ἔχει πνευματικές ἐμπειρίες τοῦ Θεοῦ, νά γνωρίσει ποιός εἶναι ὁ Θεός, νά εἰσδύσει στόν ὑπεραισθητό κόσμο, νά αἰσθανθεῖ αὐτά πού δέν βλέπουν τά μάτια καί δέν ἀκοῦνε τά αὐτιά;
Ἀσφαλῶς ὄχι μέσα ἀπό τίς πέντε αἰσθήσιες του, ἀλλά μέσα ἀπό μιάν ἄλλη αἴσθηση πού ἔβαλε ὁ ἴδιος ὁ Θεός μέσα μας. Εἶναι ἡ πνευματική αἴσθηση πού ὀνομάζεται «πίστη».

Καί τί εἶναι «πίστη»; Πίστη εἶναι ἡ πνευματική αἴσθηση μέ τήν ὁποία μποροῦμε νά βλέπουμε τά ἀόρατα, ν’ ἀκοῦμε τά ἀνήκουστα, νά γευόμαστε τά ἄϋλα, νά ἀγγίζουμε τά ἀνέγγιχτα καί νά ὀσφραινόμαστε τήν ὀσμή ἑνός ἀλλου κόσμου αἰωνίου καί ἀληθινοῦ· «ἔστι δέ πίστις ἐλπιζομένων ὑπόστασις, πραγμάτων ἔλεγχος οὐ βλεπομένων» (Ἑβρ. ια΄ 1).

Μάριος Ν. Δομουχτσῆς

Σέ ποιόν Θεό νά πιστέψω; (σελ.28-30) Ἔκδοση Πέμπτη ΑΔΕΛΦΟΤΗΣ ΘΕΟΛΟΓΩΝ «Ο ΣΩΤΗΡ» ΑΘΗΝΑ 2013

Θεέ μου, κάνε καλά αυτή την κοπέλα που τόσο πολύ σε αγαπά…βοήθησέ την…βοήθησε και εμένα…



Ήταν ο άνθρωπος της παρέας. Πειράγματα, αισχρόλογα, αστεϊσμοί και άλλα πολλά ήταν στον ημερήσιο κατάλογο των κατορθωμάτων του. Τα χρόνια περνούσαν και ποτέ του δεν συνδέθηκε με κάποιους ανθρώπους…ποτέ του δεν εμπιστεύτηκε κανέναν. Όλοι τον θέλανε για την παρέα αλλά μέχρις εκεί. Αλλά και ο ίδιος κανέναν δεν έπαιρνε στα σοβαρά, κανέναν δεν αισθανόταν δικό του άνθρωπο, φίλο του, οικείο του.
Κάπου στα 30 του, γνώρισε μία κοπέλα. Την γνώρισε μέσα από μια τυχαία παρέα, διαμέσου γνωστών αγνώστων. Η κοπέλα αυτή είχε κάτι το διαφορετικό, κάτι το «περίεργο». Του κίνησε το ενδιαφέρον. Όταν τύχαινε στην παρέα να βρίσκεται και εκείνη (σπάνια), αυτός σταματούσε τις ανοησίες, σταματούσε τις αισχρότητες τις οποίες οι υπόλοιποι τον ωθούσαν να πράξει για χάριν της παρέας και του κεφιού.
Μετά από μερικούς μήνες πήρε το θάρρος και την ζήτησε να βγούνε έξω. Εκείνη δέχτηκε, προσφέροντάς του μία ευχάριστη έκπληξη. Δεν περίμενε να βγει μαζί του ραντεβού…
Από το πρώτο ραντεβού κατάλαβε ότι είχε να κάνει με μία κοπέλα που πίστευε βαθιά στον Θεό. Απ΄την άλλη αυτός στο στόμα του έπιανε κάτι το “εκκλησιαστικό” μόνο για να το κοροϊδέψει και να το κατακρίνει.
Τα λόγια της κοπέλας είχαν μία γλυκύτητα. Μιλούσε και νόμιζες ότι σε μιλούσε μια μελωδία. Τα ραντεβού έφευγαν το ένα μετά το άλλο…η κοπέλα πάντα χαμογελαστή και πρόσχαρη, εκείνος ανήσυχος και προβληματισμένος. Του μιλούσε για τον Θεό, του μιλούσε για την ζωή μέσα στην Εκκλησία, του μιλούσε για την γνήσια και ανιδιοτελή αγάπη. Εκείνος αναπαυόταν μόνο στην σιγουριά των ματιών της.
Ποτέ δεν άγγιξε εκείνη την κοπέλα, μέχρις ότου στο τελευταίο τους ραντεβού του είπε: «Θα ήθελα να προσευχηθείς για εμένα…την άλλη εβδομάδα θα κάνω μία πολύ σοβαρή εγχείρηση στην καρδιά…». Τα λόγια της πάγωσαν το βλέμμα του. Ασυναίσθητα έπιασε τα χέρια της. Του ήταν αδιανόητο ότι μπορεί να την έχανε. «Ναι, θα προσευχηθώ….», είπε με τρεμάμενη φωνή.
Η κοπέλα σηκώθηκε τον ασπάσθηκε και έφυγε λέγοντας «Θα σε πάρω τηλέφωνο…». Εκείνος δεν είπε τίποτα.
Η ημέρα της εγχείρησης ήρθε. Σηκώθηκε το πρωί ενθυμούμενος ότι θα «πρέπει» να προσευχηθεί. Της το υποσχέθηκε. Δεν ήξερε πως. Δεν γνώριζε απ΄αυτά τα πράγματα…
Θυμήθηκε την μαυροφορεμένη γιαγιά του που τον πήγαινε μικρό σε ένα μικρό μοναστηράκι δίπλα στο χωριό του. Ήταν το μοναδικό ίσως μέρος που θεωρούσε άσπιλο, γνήσιο και αγνό. Κίνησε προς τα εκεί.
Ήταν πλέον μεσημέρι, σχεδόν εκείνη η ώρα που η κοπέλα θα έκανε την εγχείρηση. Έσβησε τη μηχανή του αυτοκινήτου και μαζί της έκλεισε και το ραδιόφωνο που τόσο ώρα έπαιζε στους κοσμικούς του ρυθμούς. Σιωπή. Έκανε να βγει από το αυτοκίνητο προσεκτικά και ακόμα πιο ευλαβικά έκλεισε την πόρτα του αυτοκινήτου. Αυτή η ησυχία είχε κάτι το ιερό, σαν να έκρυβε κάτι το πολύτιμο…
Πρώτη φορά στη ζωή του βίωνε κάτι τέτοιο. Ησυχία, μέσα στην ανησυχία του.
Προχώρησε προς το ναό. Μερικά κεράκια τρεμόπαιζαν στο μανουάλι του εξωνάρθηκα.
Στάθηκε μπροστά στην πόρτα του ναού, η οποία του έφερε μπροστά του, το ιλαρό πρόσωπο της γιαγιάς του. Μικρό παιδί το έπαιρνε από το χέρι και ερχόταν εδώ να ανάψουν τα καντήλια. Τόσα χρόνια όλες αυτές οι ιερές μνήμες είχαν πέσει στο σκοτάδι της λήθης…σαν να μην τα είχε ζήσει.
Έκανε τον σταυρό του και έπιασε το χερούλι της πόρτα για να μπει στα ενδότερα.
Η πόρτα άνοιξε και μαζί της άνοιξε η πόρτα της καρδιάς του. Η πόρτα του ναού άνοιξε και μαζί της άνοιξαν και οι βρύσες των ματιών του. Έκλαιγε μέσα στην πρωτόγνωρη αυτή σιωπή. Έκλαιγε βουβά καθώς τα χείλη του ασπαζόταν την εικόνα της Παναγιάς. Ήταν μόνος του στον ναό. Για αρκετή ώρα τα δακρυσμένα μάτια του περιεργαζόταν τις αγιογραφίες, τα προσκυνητάρια, το τέμπλο, τους πολυέλεους, τα στασίδια.
Πήγε και κάθισε στο πρώτο σκαλοπάτι που οδηγούσε προς το πατάρι. Μπροστά του απλωνόταν μυστικά μια απόκοσμη και συνάμα γνώριμη οικειότητα. Ένιωθε σπίτι του. Ένιωθε μέσα στον ναό, σαν να βρισκόταν μέσα στην αγκαλιά της συγχωρεμένης του μητέρας…
«Θεέ μου, κάνε καλά αυτή την κοπέλα που τόσο πολύ σε αγαπά…βοήθησέ την…βοήθησε και εμένα…». Τα λεπτά περνούσαν. Δεν έλεγε να φύγει από εκείνο το σκαλοπάτι. Καθόταν εκεί γεμάτος αγωνία για την ηρεμία που ένιωθε…
Κάτι του έλεγε ότι όλα θα πάνε καλά. Μετά από αρκετή ώρα σηκώθηκε, ασπάσθηκε τις εικόνες στα προσκυνητάρια και έφυγε. Μετά από δύο ημέρες κάποιος συγγενείς της κοπέλας τον πήρε τηλέφωνο. «Όλα καλά πήγανε… μην ανησυχείς…».
Ύστερα από δύο ημέρες πήγε την είδε στο νοσοκομείο. «Φαίνεσαι διαφορετικός…» του είπε μόλις τον είδε η κοπέλα. «Σ’ευχαριστώ…εσύ μου έδειξες τον δρόμο προς τα εκεί…».
Ήταν η τελευταία φορά που την έβλεπε. Την φίλησε για πρώτη και μοναδική φορά, στο μέτωπο, της χαμογέλασε και έφυγε.
Πέρασαν πολλά χρόνια από τότε. Και να που ήρθε η ώρα να φύγει από αυτήν την ζωή, σε βαθιά γεράματα, εκείνος ο νέος.
Εκοιμήθη καθισμένος στο σκαλοπάτι του ναού που τότε είχε δακρύσει… Εκοιμήθη μετά από χρόνια μέσα στο μοναχικό ράσο, λέγοντας την ευχή.
Όλα άρχισαν μέσα από μία κοσμική παρέα. Μεταμορφώθηκαν μέσα από την ουράνια παρέα της Χάρης του Θεού. Και όλα ξαναρχίζουν τώρα, μέσα σε Φως, μέσα σε Αγάπη, μέσα στην Αιωνιότητα…πίσω από την πόρτα του ναού.
Ξύλινη, κλειστή και σιωπηλή σου μιλούσε για όλα εκείνα που είχε δει και ακούσει. Κι εκείνος, ο μοναχός, πλέον ακίνητος, σου έγνεφε για τα λάθη που έκανε, για την μετάνοια που έζησε, για την Αγάπη που έδωσε και έλαβε, για τις ημέρες της σιωπής που βίωσε σαν σε πανηγύρι…

imverias.blogspot.gr

Η ώρα της αναλαμπής πλησιάζει...



“Όποιος σπέρνει ανέμους θερίζει θύελλες”, λέει ο σοφός λαός. Κάπως έτσι είναι και η κατάσταση που βρίσκεται ο κόσμος αυτή την στιγμή.

Είμαστε στην ώρα του θερισμού. Αυτοί που σπείρανε τις τελευταίες δεκαετίες την ασωτία, το ψέμα, την υποκρισία, τον σκοταδισμό και όλο αυτό το κακό που ζούμε σήμερα, ήρθε η ώρα να γευτούν τους καρπούς του θερισμού. Είναι η ώρα του μπούμερανγκ.

Το ψέμα έχει κοντά ποδάρια και κάποια στιγμή τελειώνει. Όλο αυτό που στήθηκε από τα παγκόσμια κέντρα εδώ και χρόνια, με απώτερο σκοπό την εγκαθίδρυση ενός σκοτεινού και υποχθόνιου βασιλείου επί γης, με θύματα όλη την ανθρωπότητα, φαίνεται ότι βαδίζει προς την “δύση” του.

Οξύμωρο σχήμα, διότι το σκοτάδι ούτε δύει ούτε ανατέλλει. Είναι πάντα σκοτάδι. Εξάλλου στην ουσία σκοτάδι δεν υπάρχει – το σκοτάδι είναι η απουσία του φωτός.

Έτσι και τώρα, το νοιώθουμε, το οσφριζόμαστε (μας τα έχουν πει εξάλλου οι Άγιοι Πατέρες μας), βρισκόμαστε κοντά στην έξοδο από το σκοτεινό τούνελ. Αχνοφαίνεται το φως της ελπίδας, το φως του Χριστού, που θα οδηγήσει στην αναγέννηση του κόσμου και θα διώξει τα σκοτεινά νέφη που μέθυσαν τον κόσμο, όλα αυτά τα χρόνια με το νέκταρ της ακολασίας.

Η ώρα που τελειώνει όλο αυτό το ψέμα πλησιάζει..

Η ώρα που θα λάμψει το φως της αλήθειας πλησιάζει..

Η ώρα της αναγέννησης του κόσμου πλησιάζει..

Η ώρα της αναλαμπής πλησιάζει..

Έρχεται καλπάζοντας και με κρότο, γιατί δεν μπορεί να συνεχιστεί άλλο αυτή η παρανοϊκή κατάσταση και όλο αυτό που ζούμε. Να είμαστε έτοιμοι και οχυρωμένοι, γύρω από την πίστη μας, την Ορθόδοξη πίστη, που μας δίδαξαν οι Άγιοι και οι Πατέρες μας. Η πνευματική λαμπάδα που υπάρχει στην ψυχή μας να είναι αναμμένη για να σκορπίσει το φως της σε όλο τον κόσμο.

Τα λόγια του μεγάλου Αγίου της εποχής μας, του Αγίου Παϊσίου, φανερώνουν αυτό που πρόκειται να έρθει και σκεπτόμενοι το τι ζούμε αυτή την στιγμή, ακούγονται απίστευτα και συγκλονιστικά. Η ελπίδα μας και η πίστη μας είναι στους λόγους των Αγίων μας και στον Κύριο και Θεό μας Ιησού Χριστό..

Έλεγε, λοιπόν, ο Άγιος Παϊσιος:

-Θὰ ἔρθει καιρὸς ποὺ θὰ ψάχνεις νὰ βρεῖς ἄπιστο καὶ δὲ θὰ βρίσκεις. Ἀλλά, γιὰ νὰ φτάσουμε σ᾽ αὐτὸ τὸ σημεῖο, θὰ ἔχουν προηγηθεῖ φοβερὰ πράγματα.

-Τώρα μια μπόρα θα είναι, μια μικρή κατοχή του αντίχριστου σατανά. Θα φάει μετά μια σφαλιάρα από τον Χριστό, θα συγκλονισθούν όλα τα έθνη και θα έρθει η γαλήνη στον κόσμο για πολλά χρόνια.

-Θα γεμίσουν οι δρόμοι προσκυνητάρια. Έξω τα λεωφορεία θα έχουν εικόνες. Θα πιστέψουν όλοι οι άνθρωποι. Θα σε τραβάν, για να τους πεις για το Χριστό!

-Τελικά ό Θεός θα βάλει τα πράγματα στην θέση τους, αλλά ό καθένας μας θα δώσει λόγο για το τι έκανε σ’ αυτά τα δύσκολα χρόνια, με την προσευχή, με την καλωσύνη.

-Ό Θεός με υπομονή τα ξεμπλέκει. Δεν θα πάει πολύ αυτή ή κατάσταση. Θα πάρει σκούπα ό Θεός…

Αμήν

Σ.Κ.

π. Νικ. Μανώλης, Επιτέλους η Ι. Σύνοδος να ενημερώσει τον λαό για την Κάρτα Πολίτη

Μέχρι που να κυκλοφορήσουν οι νέες ταυτότητες, μπορεί νά 'ρθη η οργή του Θεού

ΣΧΟΛΙΟ: 'Οπως όλοι γνωρίζουμε έχει τεθεί θέμα νέων ταυτοτήτων 
από την 1η Φεβρουαρίου 2016 
και μάλιστα ζητούν και 10 ευρώ!
Ας δούμε την είδηση και τι είπε πάνω στο θέμα ο Αγιος Πα'ί'σιος.
Οι σημερινές ταυτότητες μπορούν εύκολα να παραποιηθούν 
και στη συνέχεια να χρησιμοποιηθούν 
για την έκδοση διαβατηρίων από κυκλώματα πλαστογράφων.


Ζήτημα χρόνου είναι να αλλάξουν οι ταυτότητες και ήδη έχει συγκροτηθεί επιτροπή που επεξεργάζεται προτάσεις για την αντικατάσταση των υφιστάμενων ταυτοτήτων με νέα δελτία, τα οποία θα είναι δύσκολο να παραχαραχτούν. Την είδηση επιβεβαίωσε στην ΕΡΤ ο αναπληρωτής υπουργός Προστασίας του Πολίτη, ο οποίος υπολογίζει το κόστος σε περίπου 10 ευρώ για τον κάθε πολίτη.
Μέσα στους επόμενους μήνες όλοι οι Έλληνες πολίτες θα αποκτήσουν τις νέου τύπου, σύγχρονες αστυνομικές ταυτότητες. Ήδη στο υπουργείο Προστασίας του Πολίτη έχει συσταθεί επιτροπή στην οποία μετέχουν και αστυνομικοί της Διεύθυνσης Διαβατηρίων της Αστυνομίας, που θα υποβάλλει έως τα τέλη Γενάρη την πρότασή της για τα τεχνικά χαρακτηριστικά των νέων ταυτοτήτων.Ο αναπληρωτής υπουργός Προστασίας του Πολίτη Νίκος Τόσκας μιλώντας στην ΕΡΤ ανέφερε ότι πρέπει να έχουμε μία ταυτότητα σύγχρονη που να έχει αξιοπιστία ως έγγραφο που να μην μπορεί να πλαστογραφηθεί εύκολα, επομένως προχωράμε. Υπάρχει κάποιο οικονομικό κόστος, δεν θέλουμε να επιβαρύνουμε τον πολίτη, υπολογίζουμε γύρω στα δέκα ευρώ θα κοστίσει κάθε ταυτότητα και είμαστε στην διαδικασία προκειμένου να συντάξουμε και να αιτιολογήσουμε τις νέες ταυτότητες.

Η επιτροπή θα προτείνει εάν εκτός από το δακτυλικό αποτύπωμα θα υπάρχουν και άλλα βιομετρικά χαρακτηριστικά του κατόχου στις νέες ταυτότητες.

Οι σημερινές ταυτότητες μπορούν εύκολα να παραποιηθούν και στη συνέχεια να χρησιμοποιηθούν για την έκδοση διαβατηρίων από κυκλώματα πλαστογράφων. Αντίθετα στα διαβατήρια που εκδίδονται από την Αστυνομία–σύμφωνα με τις πλέον σύγχρονες προδιαγραφές ασφαλείας– δεν έχουν παρατηρηθεί μέχρι στιγμής κρούσματα πλαστογραφίας. Το ίδιο και στα νέα διπλώματα οδήγησης που από το 2009 εκδίδονται με τις ίδιες προδιαγραφές από το Εθνικό Κέντρο Έκδοσης Εγγράφων Ασφαλείας, που εδρεύει στη διεύθυνση διαβατηρίων της Αστυνομίας.
  


Οί νέες ταυτότητες

- Γέροντα, είπε κάποιος: «Πώς το πεντοχίλιαρο έχει το 666 και τό χρησιμοποιούμε; Το ίδιο θα είναι και η ταυτότητα». 
- Το πεντοχίλιαρο είναι νόμισμα - και η λίρα της Αγγλίας έχει επάνω την Βικτώρια " αυτό δεν με πειράζει. «Τα Καίσαρος Καίσαρι»". Εδώ όμως είναι η ταυτότητα μου, είναι κάτι προσωπικό- δεν είναι νόμισμα. Ταυτότητα σημαίνει ό,τι και η λέξη " ταυτίζεται δηλαδή κανείς μ' αυτά που δηλώνει. Βάζουν τον διάβολο και υπογράφω ότι τον αποδέχομαι. Πώς νά τό κάνω αυτό; 
- Γέροντα, τί σχέση έχει αυτη η ταυτότητα με τό σφράγισμα; 
- Η ταυτότητα δεν είναι τό σφράγισμα " είναι η εισαγωγή τού σφραγίσματος.
- Ο κόσμος, Γέροντα, ρωτάει τι να κάνουν σχετικά με τις νέες ταυτότητες. 
- Εσείς καλύτερα, όταν σας ρωτούν, να τους λέτε νά συμβουλεύονται τους Πνευματικούς τους και να κάνουν υπομονή να δουν πώς θα ενεργήση η Εκκλησία, γιατί πολλοί κάνουν ερωτήσεις, άλλα λίγοι καταλαβαίνουν τις απαντήσεις. Αφού ξεκάθαρα τα γράφω στο φυλλάδιο «Σημεία των καιρών», ας ενεργήση ο καθένας ανάλογα με την συνείδηση του. Βέβαια μερικοί είπαν: «Έ, αυτά είναι μια γνώμη ενός καλογήρου " δεν είναι η θέση της Εκκλησίας». Εγώ όμως δεν είπα δική μου γνώμη, άλλα διατύπωσα απλά τα λόγια του Χριστού, του Ευαγγελίου, γιατί την δική μας γνώμη πρέπει να την υποτάσσουμε στο θέλημα του Θεού, που εκφράζεται μέσα στο Ευαγγέλιο. Άλλοι, τα αντίθετα από όσα λέω, λένε ότι τα είπε ο πατήρ Παΐσιος. Μερικοί πάλι που τα ακούν, αφού είναι τόσο σοβαρά θέματα, δεν ρωτούν αν είναι έτσι, αν πράγματι τα είπα, άλλα τα πιστεύουν. Εγώ δεν φοβάμαι τα λέω έξω από τα δόντια. Έρχονται στό Καλύβι, πετάν εξάρια στό κουτί. Καλά αυτά, τέλος πάντων! Μια μέρα πέταξαν μια πινακίδα έξω από την πόρτα... Νόμιζα ότι ήρθε κάποιος, δεν με βρήκε και έγραψε «απουσιάζει», για να το δη και κανείς άλλος. Κοιτάω μετά, τι να δω! Είχε μια βρισιά! Τέτοια βρισιά δεν είχα ακούσει ούτε κοσμικός. Θά φάη ένα σκούπισμα όλη αυτή η κατάσταση, άλλα θά περάσουμε μια μπόρα. Ο κόσμος έχει ξεσηκωθή, και εμείς πρέπει να ξεσηκωθούμε με πολλή προσευχή.
Άλλοι ενδιαφέρονται για το θέμα των ταυτοτήτων, άλλοι το εκμεταλλεύονται και δημιουργούν προβλήματα. Η Εκκλησία πρέπει να πάρη μια θέση σωστή. Να μιλήση, να εξήγηση στους πιστούς, για να καταλάβουν ότι, αν πάρουν την ταυτότητα, αυτό θα είναι πτώση. Συγχρόνως να ζητήση από το κράτος τουλάχιστον να μην είναι υποχρεωτική η νέα ταυτότητα. Αν η Εκκλησία λάβη μια θέση σοβαρή και σεβασθούν την ελευθερία των πιστών και οποίος θέλει θα βγάλη νέα ταυτότητα, όποιος θέλει θα έχη την παλιά, τότε θα την πληρώσουν μόνο μερικά γερά καρύδια, γιατί οι άλλοι θα τους πηγαίνουν κόντρα. Ο πολύς κόσμος θα κάνη την δουλειά του. Όσοι θα θέλουν να εξυπηρετηθούν θα έχουν την νέα και οι άλλοι οι καημένοι, οι ευλαβείς, θα έχουν την παλιά ταυτότητα και θα τους ταλαιπωρούν. 
Τώρα, αφού ο υπουργός υποσχέθηκε να μη βάλη το 666 στις ταυτότητες ούτε ορατώς ούτε αοράτως, και αυτό κάτι είναι. Θά κάνουμε υπομονή, θα δείξουν τα πράγματα. Και μόνον που λένε ότι δεν βάζουν το 666, είναι κάτι. Αρνούνται και οι ίδιοι. Ας δούμε τελικά τι θα βάλουν. Μέχρι που να κυκλοφορήσουν οι νέες ταυτότητες, μπορεί νά 'ρθη και η οργή του Θεού. Υστερα, δέν είναι ότι σε είκοσι τέσσερις ώρες θα πρέπη να βγάλουν όλοι ταυτότητες. Ας βγουν οι πρώτες " θά εξετασθούν και, αν βγη ψεύτης ο υπουργός, θα είναι δίκαιος ο αγώνας. Αν τώρα συνεχίσουμε τίς διαμαρτυρίες, εκείνοι θα πουν: «Νά, αυτοί δημιουργούν ταραχές. Ενώ δεν τίθεται θέμα, φωνάζουν και διαμαρτύρονται». Το σκυλί, αν είναι καλός φύλακας, γαυγίζει, όταν έρχεται ο κλέφτης. Όταν ο κλέφτης φύγη, σταματάει. Αν συνέχιση να γαυγίζη, τότε δεν είναι καλός φύλακας.
- Γέροντα, είπαν ακόμη, επειδή έχουμε ανεξιθρησκία, να μην αναγράφεται το θρήσκευμα στις νέες ταυτότητες. 
-Ναι, αυτούς δεν τους ενδιαφέρει, εμένα όμως με ενδιαφέρει, γιατί είναι η ταυτότητα μου. Γράφει από που είμαι και τι είμαι. Αν δεν μπη το θρήσκευμα, θά δημιουργηθούν προβλήματα. Θα πάη λ.χ. ένας στο γραφείο γάμων. Αν λέη η ταυτότητα «Ορθόδοξος» - άσχετα πόσων καρατιών είναι -, εντάξει. Αν όμως δεν γράφη τό θρήσκευμα, πώς θα του δώσουν άδεια γάμου; Για την Εκκλησία αυτό είναι μπέρδεμα. Αν πάλι μπη το θρήσκευμα προαιρετικά, θα είναι και σαν ομολογία. Η Ευρώπη είναι Ευρώπη. Εδώ είναι διαφορετικά.
  

Ήμερα να μη πέραση χωρίς προσευχήν, αλλά καί προσευχή να μη γίνη χωρίς δάκρυ



Αγαπήστε και την προσευχή. Ένας έκαμε προσευχή όλην την νύχτα. Τα λόγια της προσευχής του έρχονταν το ένα μετά το άλλο χωρίς δυσκολία.
Είτε έχεις ζήλο είτε όχι, την προσευχήν δεν θα κόβεις Ούτε θα αμελής. Δια πολλούς λόγους την προσευχήν δεν θα κόβεις Ούτε θα αμελής. Προσπάθησε επίσης, ένα κόμπο δάκρυ κάθε βράδυ να έχεις.
Ήμερα να μη πέραση χωρίς προσευχήν, αλλά καί προσευχή να μη γίνη χωρίς δάκρυ. Ή προσευχή πώς πηγαίνει; Εγώ, πολλές ήμερες κρεβάτι δεν βλέπω. Και όταν αρχίζω, γλυκαίνομαι καί δεν θέλω να τελειώσω.

Όταν κάμνετε προσευχήν, να λέτε: Πιστεύω.... εις ένα Θεόν... Πατέρα... Παντοκράτορα... Ποιητήν Ουρανού καί γης.... δηλ. να μη τα λέγετε, γρήγορα καί σας παίρνει ό πονηρός τον λογισμόν, άλλα αργά, για να τα νοιώθετε τα λόγια.

Επιμένετε καί αυξάνετε την προσευχήν. θα κάμετε την προσευχήν την οποίαν ορίζει ή Εκκλησία μας, δηλ. Εξάψαλμο, Απόδειπνο, Παράκλησιν κλπ. θα τα διαβάζετε αυτά από τα βιβλία, άλλα ενίοτε αφήνετε τα καί δι' ολίγον.


Δηλαδή χωρίς το βιβλίον, εκτός τα λόγια, αυτά της προσευχής, μιλήσατε καί μόνοι σας στο τον Χριστό μας. Άπλα καί από την καρδιά σας, πείτε Του σαν να τον βλέπατε μπροστά σας: 
«Πατέρα μου, έσφαλλα, δεν πέρασα την ήμερα μου πνευματικά, άλλα με κοσμικά πράγματα. Κατέκρινα, μίλησα πολύ, γέλασα, Έφαγα πολύ, προσευχή δεν έκαμα, είχα τόσες αδυναμίες και πτώσεις. Συγχώρεσέ με Κύριε κλπ.» Έτσι να λέγετε και θα σας λυπηθεί τότε ό Χριστός μας και θα σας στείλει δάκρυα. Και πρέπει να έλθουν δάκρυα, διότι αυτά τα δάκρυα της προσευχής θα σας δώσουν δύναμιν και χαράν. Αυτά θα σας πάρουν τις θλίψεις.
Όπως αν δεν εργασθείς μισθό δεν παίρνεις, Έτσι και χωρίς κόπο, προσπάθειες, επιμέλεια, προσευχήν κλπ. χαρίσματα Ούτε Έρχονται, Ούτε πνευματικές αγίες γεύσεις.

Αν στο μαγκάλι δεν προσθέσουμε κάρβουνα, ή φωτιά θα σβήσει. Προσοχή να μη σβήσει ή φωτιά. Και δεν θα σβήσει αν δεν κόψης την προσευχή.
Μετά τα λόγια της Ακολουθίας, Απόδειπνο κλπ. να παρακαλάς τον Θεόν και με απλά λόγια, με λόγια δικά σου για τα προβλήματα σου για τον πόνο σου, ως να είναι μπροστά σου και τον βλέπεις. Αυτά τα πονεμένα και κατανυκτικά λόγια, είναι σαν τα προσανάμματα δια να πιάσει ή φωτιά, δηλ. ό πόθος δια τον Θεόν. Και τότε έρχονται και τα δάκρυα.Αγάπησε την κατάνυξιν, φέρνε στο νου σου τις αίτιες πού θα σου φέρνουν δάκρυα.
Μια ψυχή, δεκατέσσερις ώρες, συνεχώς, έκλαιγε από κατάνυξιν. Έλεγε: Τα μάτια μου είναι μικρά, τα δάκρυα πολλά, δεν χωρούν.

Από το βιβλίο "Ιερώνυμος, ο Γέρων της Αιγίνης", Ι Ησ. Ευαγγελισμού της Θεοτόκου Αίγινας

Για να έχουν αποτέλεσμα οι προσευχές μας


Όποιος θέλει να επιτύχει το αίτημα της προσευχής του, πρέπει πάντοτε να ευχαριστεί τον Θεό. Αλλά επειδή μονάχα η κατάνυξη και τα δάκρυα δεν είναι αρκετά για να πείσουν τον Θεό να μας δώσει αυτά που του 

ζητούμε στις προσευχές μας αυτές, πρέπει να προσθέσουμε και κάποια άλλα στοιχεία που χρειάζονται ακόμη, για να έχουν θετικό αποτέλεσμα οι προσευχές μας. Ιδού μερικές από αυτές τις προϋποθέσεις στη συνέχεια, έξι τον αριθμό.

α) Όποιος θέλει να πάρει θετική απάντηση στο πρώτο του αίτημα, που είναι η συγχώρηση των αμαρτημάτων του, πρέπει κι αυτός ο ίδιος, όταν προσεύχεται, να συγχωρεί τ’ αμαρτήματα που διέπραξαν εις βάρος του οι άλλοι, καθώς μας δίδαξε ο Κύριος: «όταν στέκεστε σε προσευχή, ν’ αφήνετε ότι διαφορές έχετε με κάποιον, συγχωρώντας τον, κ’ έτσι να συγχωρήσει και ο Πατέρας μας ο ουράνιος και τα δικά σας παραπτώματα» (Μαρκ. ια’ 25).

β) Όποιος ζητάει να λάβει κάτι από τον Θεό, πρέπει να το ζητάει χωρίς διψυχία και δισταγμό, αλλά με στερεή και αδίσταχτη πίστη, όπως μας λέει πρώτα ο ίδιος ο Κύριος μας: «όλα όσα ζητάτε στην προσευχή σας με πίστη, θα τα λάβετε» (Ματθ. κα’ 22) και, κατόπιν, ο αδελφόθεος Ιάκωβος: «κι αν κάποιος από σας υστερεί σε σοφία, ας τη ζητήσει από τον Θεό, που τη χαρίζει με απλότητα σε όλους, χωρίς να περιφρονεί κανέναν αλλά που να τη ζητάει με πίστη, δίχως αμφιβολία, διότι όποιος έχει αμφιβολίες ομοιάζει με το κύμα της θάλασσας, που ο άνεμος το παρασέρνει και το πηγαίνει πότε εδώ και πότε εκεί· να μην ελπίζει ποτέ πως θα πάρει κάτι από τον Κύριο ένας τέτοιος άνθρωπος δίγνωμος και άστατος σ’ όλους τους τρόπους της ζωής του» (Ιακ. α΄ 5-7).

γ) Όποιος ζητάει, πρέπει να μην παρακαλεί για ζητήματα που δεν τον συμφέρουν πνευματικά, δηλαδή για κοσμικά πράγματα που προξενούν τις ηδονές του, αλλά να ικετεύει για ζητήματα κατά Θεόν, δηλαδή που συμφέρουν κ’ ενδιαφέρουν τη σωτηρία της ψυχής του. Ακούστε και τον ονειδισμό εκ μέρους του αγίου Ιακώβου του Αδελφοθέου, που λέει: «ζητάτε κάτι και δεν το λαμβάνετε, διότι το ζητάτε με κακό σκοπό, δηλαδή το ζητάτε για να το κατασπαταλήσετε για τις ηδονές σας» (Ιακ. δ’ 3)

δ) Όποιος θέλει να λάβει όσα συμφέροντα για την ψυχή του ζητάει από το Θεό, πρέπει κι αυτός να εργάζεται και να κάνει όλα όσα δύνεται και μπορεί, σύμφωνα και με την κοινή παροιμία, που λέει «συν Αθηνά και χείρα κίνει»· πρέπει δηλαδή να μην αμελεί και να μην παραδίνει θεληματικά τον εαυτό του πρώτα στα πάθη, και τις επιθυμίες, κ’ έπειτα ζητάει τη θεία βοήθεια, διότι δεν θα τη λάβει ποτέ, σύμφωνα και με τον λόγο του Μεγάλου Βασιλείου: πρέπει, λοιπόν, πρώτα να προσφέρει κάνεις όλα όσα μπορεί μόνος του, και υστέρα να παρακαλεί τον Θεό να έρθει βοηθός και σύμμαχος του- διότι, όταν κάποιος παραδώσει τον εαυτό του με νωθρότητα στις επιθυμίες και παραδοθεί έτσι μόνος του στους εχθρούς, αυτόν ο Θεός δεν τον βοηθάει ούτε εισακούει τις δεήσεις του, διότι πρόλαβε ο ίδιος και με την αμαρτία του αποξενώθηκε από τον Θεό· γιατί, βέβαια, όποιος επιθυμεί να έχει τη βοήθεια του Θεού, δεν προδίδει το πρέπον και το αρμόζον· κι αυτός που δεν προδίδει το πρέπον και το αρμόζον, δεν προδίδεται και δεν εγκαταλείπεται ποτέ από τη θεία πρόνοια και βοήθεια» (Ασκητικαί Διατάξεις, κεφ. α’). Και, ακριβώς, γι’ αυτούς λέγει ο Θεός με το στόμα του προφήτου Ησαΐα: «με αναζητούν την κάθε ημερα, κ’ επιθυμούν να γνωρίσουν τις εντολές μου, ωσάν λαός που έπραξε το δίκαιο και που δεν εγκατέλειψε την κρίση του Θεού» (Ησ. νη’ 2).

Και, για να το πούμε με δυο λόγια, οποίος θέλει να εισακούσει ο Θεός τη δέησή του και να λάβει θετική απάντηση στο ζήτημά του, πρέπει να βιάζει τον εαυτό του, όσο μπορεί, για να φυλάγει τις εντολές του Θεού, ώστε να φτάσει στο σημείο να μην τον κατηγορεί η συνείδηση του ότι καταφρόνησε ή αμέλησε κάποιο πράγμα, που μπορούσε να το κάμει και δεν το έκαμε.

Διότι, όπως λέει ο αγαπημένος μαθητής του Κυρίου, ο ευαγγελιστής Ιωάννης, «όταν η καρδιά μας παύει να μας κατηγορεί, τότε αποκτούμε θάρρος εμπρός στον Θεό, κι Εκείνος μας δίνει ότι Του ζητούμε, γιατί εκτελούμε τις εντολές Του, και κάνουμε όλα όσα είναι αρεστά σ’ Εκείνον» (Α’ Ιωάν. γ’ 21-22). 

Και ο μέγας Βασίλειος προσθέτει: «Είναι, λοιπόν, απαραίτητο να μη μας κατηγορεί σε τίποτε η συνείδησή μας, και τότε μονάχα μπορούμε να επικαλούμαστε τη θεία βοήθεια» (Ασκητ. Διατ., ο.π.) Και όχι μονάχα, όταν κάποιος προσεύχεται για τον εαυτό του, πρέπει να κάνει τα καθήκοντά του όσο μπορεί καλύτερα, αλλά και στην περίπτωση που κάποιος άλλος προσεύχεται για κείνον, πρέπει κι αυτός να συνεργεί προσωπικά για να καρποφορήσει η προσευχή που γίνεται για λόγου του. 

Αυτό ακριβώς σημαίνει ο λόγος του Αδελφοθέου, «πολύ ισχύει δέησις δικαίου ενεργούμενη» (Ιακ. ε’ 16), τον οποίο ερμηνεύοντας ο θείος Μάξιμος ο Ομολογητής λέγει: «Πράγματι, πολύ ισχύει η δέηση του δικαίου, είτε χάρη στον δίκαιο που την κάνει, είτε και χάρη σ’ εκείνον που ζητάει από τον δίκαιο να την πραγματοποιήσει· διότι, από μεν την πλευρά του δικαίου που γίνεται η δέηση, αυτή δίνει θάρρος να παρουσιαστεί και να ζητήσει από Κείνον που μπορεί να εισακούσει τα αιτήματα των δικαίων, ενώ από την πλευρά εκείνου που ζητάει από τον δίκαιο να κάμει γι’ αυτόν τη δέηση, του δίνει την ευκαιρία ν’ απομακρυνθεί από την κακία και να εγκολπωθεί πάλι την διάθεση για ενάρετο βίο» (Ε’ εκατ. περί θεολογίας, κεφ. πδ’).

Και ο ίδιος πάλι, σε άλλο σημείο, λέει: «Είναι πράγματι δείγμα μεγάλης νωθρότητας, για να μην πω παραφροσύνης, να επιζητεί κανείς τη σωτηρία του με τις δεήσεις των δικαίων, ενώ η διάθεσή του στρέφεται προς τις τέρψεις, και να ζητάει τη συγχώρεση εκείνων των αμαρτημάτων, για τα οποία σπιλώνεται με δική του διάθεση και ενέργεια. Πρέπει, λοιπόν, να μην αφήνει ανενεργή και ακίνητη τη δέηση του δικαίου…, αλλά να την ενεργοποιεί και να την ισχυροποιεί, δίνοντάς της φτερά με τις δικές του αρετές» (ο.π., κεφ. πγ’).

ε) Όποιος θέλει να εισακούσει ο Κύριος το αίτημά του, πρέπει να μην λιποψυχάει, ούτε να θλίβεται και να στενοχωριέται όταν προσεύχεται, αλλά να προσμένει με υπομονή και μακροθυμία, κι ας περνάει αρκετός καιρός αναμονής. Έτσι και ο Κύριος, για να μας διδάξει να προσμένουμε υπομένοντας και προσκαρτερώντας στην προσευχή, χωρίς να στενοχωριόμαστε καθόλου, μας αναφέρει στο κατά Λουκάν ευαγγέλιο την παραβολή της χήρας, η οποία με την επιμονή και την υπομονή της, έπεισε στο τέλος τον άδικο δικαστή να της αποδώσει το δίκιο της. «Και τους έλεγε και την παραβολή αυτή, για το ότι πρέπει πάντοτε να προσεύχονται και να μην αποκάμουν» (Λουκ. ιη’ 1). Έχουμε, από την άλλη πλευρά, και τον λόγο του μεγάλου Βασιλείου, που λέει ότι, μπορεί στη δέησή σου πολλές φορές να ζητήσεις τα πνευματικώς συμφέροντα, όμως δεν επέμεινες αρκετά. Διότι, όπως είναι γραμμένο, «με την υπομονή σας θα σώσετε τις ψυχές σας» (Λουκ. κα’ 19). Και, «όποιος υπομείνει ως το τέλος, αυτός θα σωθεί» (Ματθ. ι’ 22). Έχουμε γι’ αυτό το θέμα παράδειγμα τον Αβραάμ, ο οποίος, αν και ήταν νέος όταν προσεκλήθη από την Ασσυρία να πάει στην Παλαιστίνη, και είχε λάβει μάλιστα και υπόσχεση από το Θεό, πως θα πληθυνθεί το σπέρμα της γενιάς του όπως τ’ αστέρια τ’ ουρανού, είδε να πραγματοποιείται η παραπάνω υπόσχεση του Θεού μόλις στα εκατό χρόνια της ηλικίας του!

Επίσης, και το παράδειγμα του Ισαάκ, ο οποίος παρακαλούσε τον Θεό να του χαρίσει τέκνα, αλλά η δέησή του εισακούστηκε μόλις ύστερα’ από είκοσι χρόνια!

Ο μέγας Βασίλειος σε συμβουλεύει: «μιμήσου, λοιπόν, και σύ, αδελφέ μου, αυτούς τους Πατριάρχες και την πίστη τους· και αν περάσει κ’ ένας χρόνος, τρίτος ή τέταρτος ή περισσότερα χρόνια δίχως να λάβεις το αίτημά σου, μην αφήνεις την προσευχή, αλλά να επιμένεις με πίστη, εργαζόμενος πάντα το αγαθό».

Και ο άββάς Μακάριος προσθέτει: «οποίος δεν βλέπει να εισακούεται γρήγορα η δέησή του, αλλά ν’ αναβάλλεται από το Θεό, αυτός αισθάνεται πιο φλογερή την επιθυμία της προσευχής· και όσο πιο πολύ μακροθυμεί ο Θεός, δοκιμάζοντάς μας στον πόνο, τόσο πιο πολύ έντονα οφείλει ο προσευχόμενος να επιμένει, ζητώντας την δωρεά του Θεού» (Σειρά στο Κατά Ματθαίον, κεφ. ζ’).ς) και τελευταίον· όποιος θέλει να επιτύχει το αίτημα της προσευχής του, πρέπει πάντοτε να ευχαριστεί τον Θεό, είτε λάβει γρήγορα εκείνο που ζητά, είτε και αργότερα. 

Γι’ αυτό και ο απόστολος Παύλος μας λέγει: «τα αιτήματά σας να τ’ απευθύνετε στο Θεό με προσευχή και δέηση, που θα συνοδεύονται από ευχαριστία» (Φιλιπ. δ’ 6).

Επειδή, πολλές φορές, ο Θεός δεν μας δίνει γρήγορα εκείνο που του ζητούμε, ή γιατί ξέρει πως θα χάσουμε αυτό που θα μας χαρίσει και, γι’ αυτόν το λόγο, θα τιμωρηθούμε περισσότερο, αφού αθετήσαμε το χάρισμα του και τη δωρεά του· ή, γιατί, γνωρίζοντας πως μόλις λάβουμε το αίτημά μας θα πάψουμε να προσευχόμαστε.

Γι’ αυτό αναβάλλει το ζήτημα μας και δεν το πραγματοποιεί, θέλοντας και προνοώντας να τον παρακαλούμε πάντοτε και να βρισκόμαστε κοντά του με την προσευχή· ή, ακόμη, για να φανεί η πίστη και η αγάπη μας προς τον Θεό, ή και για άλλους λόγους που έχει ο Θεός, ακατανόητους βέβαια σ’ εμάς, αλλά δίκαιους, που αποβλέπουν πάντοτε προς το πνευματικό συμφέρον μας.

Τα βεβαιώνει όλα αυτά και ο βαθύς θεολόγος και πράγματι μέγας Βασίλειος, με όσα γράφει στο α’ κεφάλαιο των Ασκητικών του Διατάξεων, οπού συμπερασματικά μας λέγει:

«Γνωρίζοντας, λοιπόν, όλα αυτά, είτε πιο γρήγορα εισακουστούμε και λάβουμε, είτε πιο αργά, ας παραμείνουμε πάντοτε με ευχαριστίες στον Κύριο, διότι όλα όσα κάνει ο Δεσπότης τα κάνει πάντοτε οικονομώντας τη δική μας σωτηρία· και να μην λιποψυχούμε, σταματώντας τις προσευχές και τις δεήσεις».

Και τί λέω; είτε λάβουμε απ’ το Θεό, είτε δεν λάβουμε τα αιτήματά μας, εμείς πρέπει να τον ευχαριστούμε πάντοτε και να επιμένουμε κρούοντας τη θύρα του Θεού και ζητώντας πάλι και πάλι με την προσευχή μας· διότι μας αρκεί και τούτο το μέγα χάρισμα που λαβαίνουμε, δηλαδή το ότι αξιωνόμαστε να συνομιλούμε με τον ίδιο το Θεό και να παραμένουμε ενωμένοι μ’ Εκείνον όταν προσευχόμαστε.

Έτσι μας λέει και ο χρυσός κάλαμος του αγίου Ιωάννου, με κομψότητα και γλαφυρότητα, γράφοντας τα παρακάτω: «μεγάλο αγαθό η προσευχή, όταν γίνεται με διάνοια καθαρή και χαρούμενη, κι όταν μάθουμε τους εαυτούς μας να ευχαριστούν το Θεό πάντοτε: όχι μονάχα όταν λαβαίνουμε τα αιτήματα της προσευχής, μα κι όταν δεν τα λαβαίνουμε.

Διότι, άλλοτε μεν μας δίνει κι άλλοτε δεν μας δίνει· ωστόσο, και στις δύο περιπτώσεις είσαι κερδισμένος, αφού είτε λάβεις είτε δεν λάβεις, ήδη έχεις λάβει και μη λαμβάνοντας· κι όταν επιτύχεις το ζητούμενο κι όταν δεν το πετύχεις· ήσουν τυχερός κι όταν δεν το πέτυχες, επειδή μερικές φορές το να μη λάβεις το αίτημά σου είναι επωφελέστερο· διότι, αν δεν ήταν προς το συμφέρον μας το να μην το λάβουμε, ο Θεός θα μας το έδινε οπωσδήποτε. Και το να μην πετυχαίνουμε κάτι, όταν καταλήγει προς το συμφέρον μας, είναι όντως επιτυχία» (Εις Ανδριάντας, λόγ. α΄· και Περί ευχής, τ. ζ’).

Ανάλογα έγραψε και ο άγιος Ιωάννης, που μας παρέδωκε την ουράνια Κλίμακα: «να μη λες, πως περνάς πολλή ώρα στην προσευχή, δίχως να κατορθώσεις τίποτε, γιατί ήδη έχεις κάτι κατορθώσει· διότι, ποιό άλλο αγαθό θα μπορούσε να βρεθεί καλύτερο απ’ το να βρίσκεσαι κοντά στον Κύριο και να είσαι με την προσευχή εκεί, αδιαλείπτως περιμένοντας την ένωση μ’ Εκείνον;»

Αν, λοιπόν, αδελφοί και πατέρες, συμφωνείτε με όλα όσα είπαμε πιο πάνω, και προσφέρετε στον άγιο Θεό τις προσευχές, εγώ σας πληροφορώ πως θα πλουτίσετε τις ψυχές σας με πίστη ακλόνητη, με βέβαιη ελπίδα, με αγάπη ανόθευτη, με συγχώρεση των αμαρτημάτων, και θα έχετε την απαλλαγή των ορατών και των αοράτων κακών, την απόλαυση των αιτημάτων σας, τη λύτρωση από τους πειρασμούς των δαιμόνων και την επικοινωνία και ένωση με τον Θεό και τους Αγγέλους του· επειδή, κατά τον χαριτώνυμο και χρυσόστομο κήρυκα της προσευχής: «όταν αληθινά συνομιλούμε στην προσευχή με τον Θεό, τότε γινόμαστε ένα με τους Αγγέλους» (Λόγος Περί Προσευχής). Και μ’ ένα λόγο, θέλω να σας πω, ότι με τις θείες τούτες προσευχές θ’ απολαύσετε ένα σωρό αγαθά, μια απέραντη θάλασσα από θησαυρούς, πλήθος από καλά, ολόκληρη θημωνιά από αρετές, ατελείωτη σειρά χαρισμάτων και ώριμους καρπούς πνευματικής ωφελείας.

Ο πόθος του Θεού για τον μεγαλύτερο αμαρτωλό είναι ανώτερος από τον πόθο της αγάπης του μεγαλύτερου αγίου για τον Θεό



– Ὁ Ἰησοῦς Χριστός καί Θεάνθρωπος τρέχει παντοῦ ἀοράτως ζητῶντας πάντοτε τούς ἀδελφούς Του (Ματ.28,10) μέχρι νά τούς ὁδηγήση ὅλους στήν σωτηρία καί στόν Πατρικό Οἶκο. Αὐτό τό ἔργο θά τό κάνη μέχρι τέλος τοῦ κόσμου.

-Ἐάν αἰσθανώμεθα πόνο στήν ζωή αὐτή, ἀσύγκριτα πονᾶ γιά ἐμᾶς ὁ Σωτῆρας μας Χριστός, ὁ Ὁποῖος ἐπιτρέπει αὐτό τόν πόνο γιά νά μᾶς καθαρίση ἀπό τίς ἁμαρτίες μας. Ὁ Χριστός ἦλθε νά βάλη φωτιά στήν γῆ, πού εἶναι ἡ ἀγάπη Του, ἡ ὁποία καίει τίς δυνάμεις τοῦ κακοῦ καί ἀκτινοβολεῖ μέ θεῖο φῶς τούς ταπεινούς ὁπαδούς τοῦ Ἰησοῦ πού ἔχουν ἐπιστρέψει στόν Πατρικό Οἶκο.

-Ὁ πόθος τοῦ Θεοῦ γιά τόν μεγαλύτερο ἁμαρτωλό εἶναι ἀνώτερος ἀπό τόν πόθο τῆς ἀγάπης τοῦ μεγαλυτέρου Ἁγίου γιά τόν Θεό.

-Ὅταν φθάσουμε στήν γνῶσι περί τοῦ τί εἴμεθα ἀκριβῶς, ὅτι ἔχουμε μία συγγένεια μέ τόν Θεό, ὅτι κατοικεῖ πνευματικά μέσα στήν ὕπαρξί μας, ὅτι εἴμεθα στό κατώφλιο τῆς ἐλεύθερης ἐπιλογῆς μιᾶς ἀντιλήψεως γιά τήν ζωή, τότε ὁ Θεός ἀνάβει τό καντήλι καί φωτίζεται ὅλη ἡ ζωή μας μέ τήν χριστιανική ἀντίληψι πού ἔχουμε γιά τόν κόσμο καί γιά τήν ζωή.

-Σέ περίπτωσι πού ὁ παλαιός ἄνθρωπος πού εἶναι μέσα μας ἀποθρασυνθῆ μέ στήριγμα τά βιολογικά του «δικαιώματα» εἰς βάρος τοῦ πνεύματος τοῦ Θεοῦ πού ζητεῖ νά κατοικήση μέσα μας, τότε ἡ παρουσία αὐτῶν τῶν δύο ἀντιθέτων δυνάμεων συντηρεῖται μέσα μας καί φθάνει σέ ἕνα ἀγεφύρωτο χάσμα. Τελικά, ὅταν ὑπερτερήσουν τά θελήματα τοῦ παλαιοῦ ἀνθρώπου, ἀναχωρεῖ τό Ἄγιο Πνεῦμα ἀπό τόν ἄνθρωπο καί ἔρχονται οἱ παιδεύσεις, πού εἶναι καρπός τῆς ἀπομακρύνσεως τοῦ ἀνθρώπου ἀπό τόν Θεό. Ἔτσι ἔχουμε τήν αἰτία τοῦ κατακλυσμοῦ: «Οὐ μή καταμείνη τό πνεῦμα μου ἐν τοῖς ἀνθρώποις τούτοις εἰς τόν αἰῶνα διά τό εἶναι αὐτούς σάρκας» (Γεν.6,3).

-Σ᾿ ὅλη τήν πορεία ἀπό τίς ἐντολές στήν γνῶσι καί ἀπό τήν ἄσκησι στήν μυστική ζωή δέν ἠμποροῦμε μόνοι μας νά κάνουμε οὔτε ἕνα βῆμα.

-Αὐτή εἶναι ἡ μυστική λογική τῆς Θείας πρόνοιας: Ὅλος ὁ κόσμος, μετά ἀπό τίς πειρασμικές του περιπέτειες, νά «συγκρουσθῆ» μέ τήν ἀγάπη τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ.

-Γνωρίζοντας ὁ Θεός τήν ἀδυναμία τῶν πιστῶν καί τήν ροπή πρός τήν κακία, ἔρχεται καί ἐπανέρχεται συχνά μέ διάφορα φοβερά συμβάντα μέσα στήν ζωή τους γιά νά τούς συνετίση καί διδάξη τήν μετάνοια.

-Ὁ Θεός δέν παιδεύει ὅλα τά κακά ἐδῶ καί ἀμέσως, ὅπως ἐπίσης δέν πληρώνει ὅλα τά καλά. Ἐάν ὁ Θεός ἐπαίδευε ἐδῶ ὅλα τά κακά, αὐτό ἠμποροῦσε νά σημαίνη ὅτι ὁ κόσμος αὐτός εἶναι ὁ μόνος πού ὑπάρχει ἐδῶ καί δέν ὑπάρχει ἄλλος στήν ἄλλη ζωή. Ἀκόμη, ἐάν ἐπαίδευε ἐδῶ ὅλα τά κακά, αὐτό θά ἐσήμαινε ὅτι φοβᾶται ὁ Θεός τήν δύναμι τοῦ κακοῦ, τό ὁποῖο ἀτιμώρητο θά ἠμποροῦσε νά κυριαρχήση σ᾿ ὅλο τόν κόσμο.

-Ἐάν ὁ Θεός ἐπλήρωνε ὅλα τά καλά ἐδῶ, αὐτό θά ἐσήμαινε ὅτι ὑπάρχει μόνο αὐτός ὁ κόσμος καί ὄχι ἄλλος. Καί πάλι, ἐάν ἐπλήρωνε τό ἀγαθόν ἐδῶ, θά ἐσήμαινε ὅτι ἡ ψυχή ὑπάρχει μόνο γι᾿ αὐτόν τόν κόσμο, στόν ὁποῖον ὁ Θεός πρέπει νά ξεκαθαρίση γρήγορα τίς ὑποχρεώσεις Του πού ἔχει μέ τόν ἄνθρωπο. Ἐνίοτε ὁ Θεός παιδεύει ἐδῶ τό κακό καί ἀμείβει τό ἀγαθό, γιά νά γίνεται σ᾿ ὅλους γνωστό ὅτι καί τό κακό τιμωρεῖται καί τό καλό ἀμείβεται. Ἐάν αὐτό τό ἔργο τό κάνει σπάνια ὁ Θεός στόν κόσμο, εἶναι σημεῖο ὅτι ὑπάρχει σίγουρα καί μία ἄλλη ζωή, ὅπου θά γίνη πλήρης δικαίωσις τῶν πάντων.

-Ἐάν ἐνίοτε ὁ Θεός δέν παιδεύει τόν ἁμαρτωλό, εἶναι διότι περιμένει τήν μετάνοιά του. Ἐάν δέν ἀνταμείβει τά καλά ἔργα ἑνός δικαίου, αὐτό εἶναι σημεῖο γιά νά τόν βοηθήση περισσότερο στήν ὑπομονή. Καί στίς δύο περιπτώσεις περιμένει τό τέλος τοῦ ἀνθρώπου καί ἀσφαλῶς θά δώση στόν καθένα κατά τά ἔργα του.

-Μία πλήρης πληρωμή ἐδῶ ἑνός δικαίου ἀνθρώπου θά ἔβλαπτε ἀνεπανόρθωτα τήν ἐλευθερία του.

-Νά μή γίνεται τό κακό ἀπό τόν φόβο τῆς τιμωρίας, ἐνῶ τό καλό νά ἐπιτελῆται ἀπό τήν ἐλπίδα τῆς μελλοντικῆς ἀνταποδόσεως. Ἐάν σμικρυνθῆ κάτι ἀπό τήν δόξα τοῦ Θεοῦ, θά σμικρυνθῆ καί τό κῦρος τῆς ἀνθρωπίνης ὑπάρξεως.

-Ἰδού, λοιπόν, σέ ποιό κλῖμα ἀνιδιοτελοῦς ἐλευθερίας καί ἀγάπης θέλει ὁ Θεός νά ὑψωθοῦν τά παιδιά Του, σέ μεταφυσικό καί μυστικό πεδίο, ὅπου εἶναι τό Ἅγιο Πνεῦμα, τό Ὁποῖο εἶναι ἡ Ἀγάπη καί ἡ Ἀλήθεια. Καί αὐτό κάνουν οἱ ἐλεύθεροι ἄνθρωποι καί γνωστοί μεταξύ τους μέ μιά τέτοια ἀγάπη.

από το βιβλίο: “ΜΕΓΑΣ ΚΑΘΟΔΗΓΟΣ ΨΥΧΩΝ – ΑΠΑΝΘΙΣΜΑ ΣΟΦΩΝ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΩΝ ΛΟΓΩΝ ΣΕ 500 ΚΕΦΑΛΑΙΑ” – ΜΑΚΑΡΙΣΤΟΥ ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΑΡΣΕΝΙΟΥ ΜΠΟΚΑ ΡΟΥΜΑΝΟΥ ΙΕΡΟΜΟΝΑΧΟΥ (+1910-1989)

H ΑΙΩΝΙΑ ΖΩΗ

Ἡ αἰώνια ζωή!
. Τί εἶναι ἡ αἰώνια ζωή; Μὰ ὅ,τι ὑψηλότερο, ὅ,τι ἁγιότερο, ὅ,τι ὡραιότερο καὶ μεγαλειωδέστερο μπορεῖ νὰ πο­θήσει καὶ νὰ ζήσει ὁ ἄνθρωπος! Εἶναι ἡ κατεξοχὴν ὑπόσχεση τοῦ Θεοῦ. «Αὕτη ἐστὶν ἡ ἐπαγγελία ἣν αὐτὸς ἐπηγγείλατο ἡμῖν, τὴν ζωὴν τὴν αἰώνιον», σημειώνει ὁ ἱερὸς εὐαγγελιστὴς Ἰωάννης (β´ 25). Εἶναι ἡ κατ᾽ ἐξοχὴν δωρεὰ τοῦ Θεοῦ. Γράφει σχετικὰ ὁ ἀπόστολος Παῦλος: Ὁ μισθὸς μὲ τὸν ὁποῖο ἡ ἁμαρτία πληρώνει τοὺς δούλους της εἶναι ὁ θάνατος, «τὸ δὲ χάρισμα τοῦ Θεοῦ ζωὴ αἰώνιος ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ τῷ Κυρίῳ ἡμῶν» (Ρωμ. Ϛ´ 23)· τὸ δῶρο ἀντίθετα ποὺ δίνει ὁ Θεὸς στοὺς δούλους Του εἶναι ἡ αἰώνια ζωή, τὴν ὁποία ἀποκτοῦμε μὲ τὴν ἕνωσή μας μὲ τὸν Ἰησοῦ Χριστό,τὸν Κύριό μας.
. Ἀλλὰ πῶς μποροῦμε νὰ ὁρίσουμε τὴν αἰώνια ζωή; Ὁ ἅγιος Κύριλλος Ἀλεξανδρείας διευκρινίζει ὅτι αἰώνια ζωὴ δὲν εἶναι «ἡ μακροημέρευσις», ἡ ζωὴ ποὺ δὲν τελειώνει ποτέ, ποὺ δὲν διακόπτεται ἀπὸ τὸν θάνατο, τὴν ὁποία ὅλοι πρόκειται νὰ ἔχουν μετὰ τὴν ἀνάσταση, δίκαιοι καὶ ἁμαρτωλοί, ἀλλὰ «καὶ τὸ ἐν εὐθυμίᾳ διάγειν». Ἡ αἰώνια ζωὴ λοιπὸν εἶναι ἡ ζωὴ τῆς ἀτελείωτης «εὐθυμίας», τῆς ἀτε­λείωτης εὐτυχίας. Εἶναι ὁ Παράδεισος, ἡ Βασιλεία τῶν οὐρανῶν, ἐκεῖ ὅπου δὲν θὰ ὑπάρχει θάνατος καὶ ἁμαρτία, πένθος, θλίψη, ἀσθένεια, ἀδικία, φθορά, γηρατειά, στέρηση, κούραση, κορεσμός, ἀλλὰ ἀπόλυτη καὶ ἀδιατάρακτη εὐτυχία.
. Ὁ Κύριος στὴν ἀρχιερατική Του προσ­ευχὴ μᾶς ἔδωσε ὁρισμὸ τῆς αἰώνιας ζω­­ῆς: «Αὕτη ἐστὶν ἡ αἰώνιος ζωή, ἵνα γινώσκωσί σε τὸν μόνον ἀληθινὸν Θεὸν καὶ ὃν ἀπέστειλας Ἰησοῦν Χριστόν» (Ἰω. ιζ´ [17] 3). Αὐτὴ εἶναι ἡ αἰώνια ζωή, τὸ νὰ γνωρίζουν οἱ ἄνθρωποι συνεχῶς ὅλο καὶ περισσότερο Ἐσένα, τὸν μόνο ἀληθινὸ Θεό, καὶ τὸν Ἰησοῦ Χριστό, τὸν Ὁποῖο ἀπέστειλες στὸν κόσμο, ἔχοντας ζωντανὴ ἐπικοινωνία μὲ Σένα καὶ ἀπολαμβάνοντας τὶς ἄπειρες τελειότητές Σου. Ἑπομένως ἡ αἰώνια ζωὴ εἶναι ἡ ζωὴ κατὰ τὴν ὁποία συνεχῶς γνωρίζει κανεὶς τὸν Θεό.
. Ὡστόσο ἐδῶ δὲν ἐννοεῖται ἡ γνώση ποὺ ἀποκτᾶ κανεὶς διαβάζοντας βιβλία ἢ σπουδάζοντας σὲ Πανεπιστήμια. Εἶναι δυνατὸν νὰ γνωρίζει κάποιος πολὺ καλὰ τὴ διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας μας γιὰ τὸν Τριαδικὸ Θεὸ καὶ τὸν Κύριο Ἰησοῦ, ἀλλὰ νὰ εἶναι ἀποκλεισμένος ἀπὸ τὴν αἰώνια ζωή. «Ὁ λέγων, ἔγνωκα αὐτόν, καὶ τὰς ἐντολὰς αὐτοῦ μὴ τηρῶν, ψεύστης ἐστί» (Α´ Ἰω. β´ 4). Ὅποιος λέει· «ἔχω γνωρίσει τὸν Θεό», ἀλλὰ δὲν ἐφαρμόζει τὶς ἐντολές Του, εἶναι ψεύτης. Ἄρα γνωρίζει τὸν Θεὸ καὶ ζεῖ τὴν αἰώνια ζωή, ὅποιος ἐφαρμόζει τὶς ἐντολές Του – διότι «ἡ ἐντολὴ αὐτοῦ ζωὴ αἰώνιός ἐστιν» (Ἰω. ιβ´ [12] 50). Τότε τοῦ ἐμφανίζεται ὁ Χριστὸς καὶ ἔρχεται καὶ κατοικεῖ μέσα του μαζὶ μὲ τὸν Πατέρα καὶ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, ὅπως ὁ Ἴδιος τὸ ὑποσχέθηκε (βλ. Ἰω. ιδ´ [14] 15-17, 21, 23).
. Εἶναι πανευτυχής, διότι ὁ Θεὸς εἶναι «τῶν ἐφετῶν ἡ ἀκρότης», ὅ,τι πιὸ ποθητὸ καὶ ἀξιαγάπητο. Ἡ γνωριμία μαζί Του εἶ­ναι ἀνέκφραστη χαρὰ καὶ ἀπόλαυση. Ὁ πιστὸς ποὺ συνεχῶς Τὸν γνωρίζει, γεύεται ὅλο καὶ περισσότερο τὸ κάλλος Του, ζεῖ τὴν ἀγάπη Του, αἰσθάνεται τὸ μεγαλεῖο Του: τὴν πανσοφία, τὴν παντοδυναμία, τὴν ἁγιότητά Του… Δοκιμάζει ἀλλεπάλληλες ἐκπλήξεις ποὺ τὸν εὐφραίνουν, τὸν κυριεύει ἕνας ἅγιος θαυμασμός. Καὶ ἀ­­γαπᾶ ὅλο καὶ περισσότερο τὸν Θεὸ καὶ περιφρονεῖ ὅλα τὰ ἐγκόσμια καὶ κάθε ἄλλη ἀπόλαυση, καὶ ἀγωνίζεται νὰ ἐφαρμόζει ὅλο καὶ περισσότερο τὸ θέλημά Του γιὰ νὰ ζεῖ πλουσιότερα τὴν κοινωνία μαζί Του.
. Ἀντίθετα, «ὁ ἀπειθῶν τῷ υἱῷ οὐκ ὄψεται ζωήν, ἀλλ᾿ ἡ ὀργὴ τοῦ Θεοῦ μένει ἐπ᾿ αὐτόν» (Ἰω. γ´ 36)· ὅποιος δὲν ὑπακούει στὸ θέλημά Του, δὲν θὰ δεῖ, δὲν θὰ γευθεῖ τὴ ζωή, ἀλλὰ ἡ ἀποδοκιμασία τοῦ Θεοῦ γιὰ τὴ θεληματική του ἀμετανοησία θὰ μένει αἰώνια ἐπάνω του. Μάλιστα, ὅπως ὑποδηλώνεται ἀπὸ τὰ παραπάνω, ἡ αἰώνια ζωή (ὅπως ἐξάλλου καὶ ἡ κόλαση, ὁ αἰώνιος θάνατος) βιώνεται ἀπὸ αὐτὴ τὴ ζωή. Διεκήρυξε ὁ Κύριος: «Ἀμὴν ἀμὴν λέγω ὑμῖν, ὁ πιστεύων εἰς ἐμὲ ἔχει ζωὴν αἰώνιον»· «ὁ τρώγων μου τὴν σάρκα καὶ πίνων μου τὸ αἷμα ἔχει ζωὴν αἰώνιον» (Ἰω. Ϛ´ 47, 54). «Ἔχει»: τώρα. Τὴ ζεῖ ἀπὸ τώρα τὴν αἰώνια ζωή, τὴν προγεύεται ἀπὸ τώρα. Θὰ τὴν ἀπολαύσει στὴν πληρότητά της μετὰ τὴ Δευτέρα Παρουσία τοῦ Κυρίου.
. Ἡ αἰώνια ζωὴ εἶναι ἡ ζωὴ τῆς ἐμπειρικῆς γνώσεως τοῦ Θεοῦ, τῆς κοινωνίας μὲ τὸν Θεό. Καὶ τὴ ζεῖ ὅποιος ἔχει ζωντανὴ πίστη, τηρεῖ τὶς ἐντολές Του, ζεῖ συνειδητὴ μυστηριακὴ ζωὴ μέσα στὴν Ἐκκλησία καὶ γενικὰ ἁγιάζεται. Αἰώνια ζωὴ εἶναι νὰ ἔχει κανεὶς τὸν Χριστὸ μέσα στὴν καρδιά του τὴν καθαρισμένη ἀπὸ τὴν ἁμαρτία, νὰ εἶναι ἑνωμένος μὲ τὸν Χριστό. Διότι ἡ αἰώνια ζωὴ εἶναι πρόσωπο, εἶναι ὁ ἴδιος ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστός: «Οὗτός ἐστιν ὁ ἀληθινὸς Θεὸς καὶ ζωὴ αἰώνιος» (Α´ Ἰω. ε´ 20).
. Ἂς τρέξουμε λοιπὸν στὸ Χριστό. Ἂς προσκολληθοῦμε πάνω Του. Ἂς Τὸν ἀ­­γαπήσουμε μὲ ὅλη τὴν ὕπαρξή μας. Ἂς μὴν προτιμήσουμε τίποτε περισσότερο ἀπὸ Ἐκεῖνον. Ἂς φροντίσουμε τὴν ψυχή μας. Ἂς ἐπιμεληθοῦμε τὴ μετάνοιά μας, τὸν ἐξαγιασμό μας. Ἂς μισήσουμε τὶς ἁμαρτίες μας, ποὺ μᾶς χωρίζουν ἀπὸ τὸν Κύριο. Ὅσο θὰ πεθαίνει μέσα μας ἡ ἁ­μαρ­τία, τόσο πλουσιότερα θὰ γευόμαστε αὐτὴ τὴν ἄλλη ζωή, τὴ μόνη ἀληθινή, τὴν αἰώνια, γιὰ τὴν ὁποία ἔχουμε πλαστεῖ καὶ στὴν ὁποία βρίσκεται τὸ μυστικὸ τῆς εὐτυχίας μας.


Μετάνοια! Αυτή ανοίγει στον άνθρωπο τον ουρανό. Aυτή τον οδηγεί στον παράδεισο



Γι' αυτό φέρνω το λόγο διαρκώς στη μετάνοια. Γιατί η μετάνοια, που στον αμαρτωλό φαντάζει φοβερή και τρομερή, γιατρεύει τα παραπτώματα- εξαφανίζει τις παρανομίες- σταματά το δάκρυ- δίνει παρρησία μπροστά στο Θεό- είναι όπλο κατά του διαβόλου- μαχαίρι που τού κόβει το κεφάλι- ελπίδα σωτηρίας- αφαίρεση της απελπισίας.

Aυτή ανοίγει στον άνθρωπο τον ουρανό. Aυτή τον οδηγεί στον παράδεισο. Aυτή νικά τον διάβολο. Γι' αυτό ακριβώς και σάς μιλώ συνέχεια γι' αυτήν.

Όπως από την άλλη κι η υπερβολική αυτοπεποίθηση μάς οδηγεί στην πτώση.

Eίσαι αμαρτωλός; Mήν απελπίζεσαι. Δεν σταματώ, σα φάρμακα αυτά τα λόγια συνεχώς να σάς τα δίνω. Γιατί ξέρω καλά τί όπλο δυνατό που είναι κατά του διαβόλου το να μη χάνεις την ελπίδα σου. Aν έχεις αμαρτήματα, μην απελπίζεσαι. Δεν παύω διαρκώς αυτά τα λόγια να τά επαναλαμβάνω. Aκόμα και αν αμαρτάνεις κάθε ημέρα, κάθε ημέρα να μετανοείς.

Ας κάνουμε ό,τι ακριβώς και με τα σπίτια τα παλιά που είναι ετοιμόρροπα: αφαιρούμε τα παλαιά και σάπια υλικά και τ' αντικαθιστούμε με καινούργια και δε λησμονούμε διαρκώς να τα περιποιούμαστε. Πάλιωσες σήμερα από την αμαρτία; Γίνε πάλι καινούργιος με τη μετάνοια. Mα είναι στ' αλήθεια δυνατό, αυτός που θα μετανοήσει να σωθεί; - αναρωτιούνται μερικοί. Eίναι, και πολύ μάλιστα. Όλη μου τη ζωή μέσα στις αμαρτίες την πέρασα και αν μετανοήσω, θα σωθώ; Nα είσαι απολύτως βέβαιος γι' αυτό.

Kι από που φαίνεται αυτό; Aπ' τη φιλανθρωπία του Kυρίου σου.

Nομίζεις ότι από τη μετάνοιά σου μόνο παίρνω το θάρρος να μιλάω έτσι;

Nομίζεις ότι από μόνη η μετάνοια έχει τη δύναμη να βγάλει από πάνω σου τόσα κακά; Aν ήταν μόνον η μετάνοια, δικαιολογημένα να φοβόσουν. Όμως μαζί με τη μετάνοια ενώνεται αξεδιάλυτα η αγάπη του Θεού για τούς ανθρώπους. Kαι όριο αυτή η αγάπη δε γνωρίζει. Oύτε μπορεί κανείς να εξηγήσει με τα λόγια την απεραντοσύνη της αγάπης του Θεού.

H δική σου κακία έχει ένα όριο το φάρμακο όμως όριο δεν έχει.

H δική σου κακία, όποια και να είναι, είναι μία ανθρώπινη κακία. Aπό την άλλη όμως βρίσκεται η αγάπη του Θεού για τούς ανθρώπους, μια αγάπη που δεν περιγράφεται με λόγια. Nα έχεις λοιπόν θάρρος, γιατί αυτή η αγάπη νικάει την κακία σου. Φαντάσου μία σπίθα να πέφτει μες στο πέλαγος. Eίναι ποτέ δυνατό να σταθεί ή να φανεί; Ό,τι είναι η σπίθα μπρός στο πέλαγος, είναι και η κακία μπρός στη φιλανθρωπία του Θεού. Ή μάλλον η διαφορά είναι ακόμη πιό μεγάλη. Γιατί το πέλαγος, όσο πλατύ κι αν είναι, κάπου τελειώνει βέβαια. H αγάπη όμως του Θεού για τούς ανθρώπους τέλος δεν γνωρίζει. Όλα αυτά σάς τ' αναφέρω βέβαια όχι για νά σάς κάνω ράθυμους κι απρόσεκτους, αλλά για να σάς οδηγήσω στη μετάνοια με πιό μεγάλη προθυμία.

Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος

Τι σημαίνει το «Κύριε ελέησον», είναι πολύ λίγοι σήμερα που το ξέρουν...

Το «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με», και συντομότερα «Κύριε ελέησον», από τον καιρό των Αποστόλων χαρίστηκε στους Χριστιανούς και ορίστηκε να το λένε ακατάπαυστα, όπως και το λένε. Τι σημαίνει όμως τούτο το «Κύριε ελέησον», είναι πολύ λίγοι σήμερα που το ξέρουν, κι έτσι φωνάζουν καθημερινά ανωφελώς, αλλοίμονο, και ματαίως το «Κύριε ελέησον», και το έλεος του Κυρίου δεν το λαβαίνουν γιατί δεν ξέρουν τι ζητούν. Γι' αυτό πρέπει να ξέρομε πως ο Υιός και Λόγος του Θεού, αφότου σαρκώθηκε και έγινε άνθρωπος και υπέμεινε τόσα πάθη και σταυρώθηκε και χύνοντας το πανάγιο αίμα Του εξαγόρασε τον άνθρωπο από τα χέρια του διαβόλου, από τότε έγινε Κύριος και εξουσιαστής της ανθρώπινης φύσεως. Και προτού βέβαια σαρκωθεί ήταν Κύριος όλων των κτισμάτων, ορατών και αοράτων, ως δημιουργός και ποιητής τους, όμως των ανθρώπων και των δαιμόνων που δε θέλησαν από μόνοι τους να τον έχουν Κύριο και εξουσιαστή τους, δεν ήταν και Αυτός Κύριος τους, ο Κύριος όλου του κόσμου. 

Ο πανάγαθος Θεός δηλαδή, και τους Αγγέλους και τους ανθρώπους τους έκανε αυτεξούσιους και τους χάρισε το λογικό, να έχουν γνώση και διάκριση· γι' αυτό, ως δίκαιος που είναι και αληθινός, δε θέλησε να τους αφαιρέσει το αυτεξούσιο και να τους εξουσιάζει με τη βία και χωρίς τη θέλησή τους. Αλλά εκείνους που θέλουν να είναι κάτω από την εξουσία και διακυβέρνησή Του, εκείνους ο Θεός και τους εξουσιάζει και τους κυβερνά· εκείνους πάλι που δε θέλουν, τους αφήνει να κάνουν το θέλημα τους, ως αυτεξούσιοι που είναι. Για τούτο και τον Αδάμ που πλανήθηκε από τον αποστάτη διάβολο κι έγινε κι αυτός αποστάτης του Θεού και δε θέλησε να υπακούσει στην εντολή Του, τον άφησε ο Θεός στο αυτεξούσιό του και δε θέλησε να τον εξουσιάζει τυραννικά.

Αλλά ο φθονερός διάβολος που τον πλάνησε εξαρχής, δεν έπαψε κι έπειτα να τον πλανά, ώσπου τον έκανε παρόμοιο στην αλογία με τα κτήνη τα ανόητα και ζούσε πλέον σαν ζώο άλογο και ανόητο. Μα ο πολυέλεος Θεός τον σπλαχνίστηκε τελικά κι έτσι χαμήλωσε τους ουρανούς και κατέβηκε στη γη(Ψαλμ. 17, 10) κι έγινε άνθρωπος για τον άνθρωπο· και με το πανάχραντο αίμα Του τον λύτρωσε από τη δουλεία της αμαρτίας και δια μέσου του ιερού Ευαγγελίου τον οδήγησε πως να ζει θεάρεστα. Και, κατά τον Θεολόγο Ιωάννη, μας έδωσε εξουσία να γίνομε τέκνα Θεού(Ιω. 1, 12) και με το θείο βάπτισμα μας αναγέννησε και μας ανέπλασε και με τα άχραντά Του μυστήρια τρέφει καθημερινά την ψυχή μας και τη ζωογονεί. Και μ' ένα λόγο, με την άκρα Του σοφία βρήκε τον τρόπο να μένει πάντοτε αχώριστος μ' εμάς κι εμείς με Αυτόν, για να μην έχει πλέον καθόλου τόπο σ' εμάς ο διάβολος. Ορισμένοι όμως από τους Χριστιανούς, ύστερα από τόσες χάριτες που αξιώθηκαν και υστέρα από τόσες ευεργεσίες που έλαβαν από τον Δεσπότη Χριστό, πλανήθηκαν πάλι από το διάβολο και εξαιτίας του κόσμου και της σάρκας ξεμάκρυναν από το Θεό και κατακυριεύονται από την αμαρτία και από το διάβολο κάνοντας τα θελήματά του. Όμως δεν είναι τελείως αναίσθητοι ώστε να μην αισθάνονται το κακό που έπαθαν. Καταλαβαίνουν το σφάλμα τους και γνωρίζουν την υποδούλωσή τους, αλλά δεν μπορούν αυτοί μόνοι τους να γλυτώσουν και γι' αυτό προστρέχουν στο Θεό και φωνάζουν το «Κύριε ελέησον» για να τους ευσπλαχνιστεί ο πολυέλεος Κύριος και να τους ελεήσει, να τους δεχτεί σαν τον άσωτο υιό(Λουκ. 15, 20) και να τους δώσει πάλι τη θεία χάρη Του και μέσω αυτής να γλυτώσουν από τη δουλεία της αμαρτίας, ν' απομακρυνθούν από τους δαίμονες και να λάβουν πάλι την ελευθερία τους, για να μπορέσουν με τον τρόπο αυτό να ζήσουν θεάρεστα και να φυλάξουν τις εντολές του Θεού. Αυτοί λοιπόν οι Χριστιανοί που, όπως είπαμε, με τέτοιο σκοπό φωνάζουν το «Κύριε ελέησον», αυτοί θα επιτύχουν εξάπαντος και το έλεος του πανάγαθου Θεού και θα λάβουν τη χάρη Του να ελευθερωθούν από τη δουλεία της αμαρτίας και να σωθούν. Εκείνοι όμως που δεν έχουν είδηση από αυτά που είπαμε, μήτε γνωρίζουν τη συμφορά τους που είναι καταδουλωμένοι στα θελήματα της σάρκας και στα κοσμικά πράγματα, μήτε έχουν ευκαιρία να συλλογιστούν την υποδούλωση τους, αλλά χωρίς τέτοιο σκοπό φωνάζουν μόνο το «Κύριε ελέησον», περισσότερο από συνήθεια, αυτοί πως είναι δυνατό να λάβουν το έλεος του Θεού; Και μάλιστα τέτοιο θαυμάσιο και άπειρο έλεος; Γιατί είναι καλύτερα να μη λάβουν το έλεος του Θεού, παρά να το λάβουν και πάλι να το χάσουν, επειδή τότε είναι διπλό το φταίξιμο τους. Άλλωστε, αν κανείς δώσει κανένα πετράδι πολύτιμο στα χέρια μικρού παιδιού ή κανενός αγροίκου άνθρωπου που να μην ξέρει τι αξίζει, και αυτοί το πάρουν στα χέρια τους και το χάσουν, είναι φανερό πως δεν το έχασαν εκείνοι αλλά αυτός που τους το έδωσε.

Και για να καταλάβεις καλύτερα τα λεγόμενα, συλλογίσου πως στον κόσμο τούτο εκείνος που είναι άπορος και φτωχός και θέλει να πάρει ελεημοσύνη από κάποιο πλούσιο, πηγαίνει και του λέει «ελέησον με», δηλαδή «λυπήσου με για τη φτώχεια μου και δος μου τα αναγκαία». Και πάλι, εκείνος που έχει χρέος και θέλει να του το χαρίσει ο δανειστής του, πηγαίνει και του λέει «ελέησόν με», δηλαδή «λυπήσου με για την ανέχειά μου και χάρισέ μου αυτό που σου χρωστώ». Όμοια και ο φταίχτης, θέλοντας να τον συγχωρήσει εκείνος στον οποίο έφταιξε, πηγαίνει και του λέει «ελέησόν με», δηλαδή «συγχώρεσέ με για ό,τι σου έκανα». Από την άλλη μεριά, ο αμαρτωλός φωνάζει στο Θεό το «Κύριε ελέησον» και δεν ξέρει μήτε τι λέει, μήτε γιατί το λέει, αλλά μήτε τι είναι το έλεος του Θεού που τον παρακαλεί να του το δώσει, μήτε σε τι τον συμφέρει το έλεος που ζητά, και μόνο από συνήθεια φωνάζει «Κύριε ελέησον», χωρίς να ξέρει τίποτε. Πως λοιπόν να του δώσει ο Θεός το έλεός Του, αφού αυτός, καθώς δεν το ξέρει, το καταφρονεί και πάλι το χάνει σύντομα και αμαρτάνει περισσότερο; Το έλεος του Θεού δεν είναι άλλο, παρά η χάρη του Παναγίου Πνεύματος, την οποία πρέπει να ζητούμε από το Θεό εμείς οι αμαρτωλοί και να φωνάζομε ακατάπαυστα το «Κύριε ελέησον», δηλαδή «λυπήσου με, Κύριε μου, τον αμαρτωλό, στην ελεεινή κατάσταση που βρίσκομαι, και δέξου με πάλι στη χάρη Σου· δος μου πνεύμα δυνάμεως, για να με δυναμώσει ν' αντισταθώ στους πειρασμούς του διαβόλου και στην κακή συνήθεια της αμαρτίας· δος μου πνεύμα σωφρονισμού, για να σωφρονιστώ, να έρθω σε αίσθηση του εαυτού μου και να διορθωθώ· δος μου πνεύμα φόβου, για να σε φοβούμαι και να φυλάγω τις εντολές Σου· δος μου πνεύμα αγάπης για να σε αγαπώ και να μην απομακρύνομαι πλέον από κοντά Σου· δος μου πνεύμα ειρήνης, για να φυλάγει την ψυχή μου ειρηνική και να συγκεντρώνω όλους μου τους λογισμούς και να είμαι ήσυχος και ατάραχος· δος μου πνεύμα καθαρότητας, για να με φυλάγει καθαρό από κάθε μολυσμό· δος μου πνεύμα πραότητας, για να είμαι ήμερος στους αδελφούς μου Χριστιανούς και να απέχω από το θυμό· δος μου πνεύμα ταπεινοφροσύνης, για να μη φαντάζομαι τα υψηλά και υπερηφανεύομαι».

Εκείνος λοιπόν που γνωρίζει την ανάγκη που έχει από όλα αυτά και τα ζητά από τον πολυέλεο Θεό, φωνάζοντας το «Κύριε ελέησον», αυτός βεβαιότατα θα λάβει εκείνο που ζητά και θα επιτύχει το έλεος και τη θεία χάρη του Κυρίου. Όποιος όμως δεν ξέρει τίποτε από αυτά που είπαμε, αλλά από συνήθεια μόνο φωνάζει το «Κύριε ελέησον», αυτός δεν είναι δυνατό να λάβει ποτέ το έλεος του Θεού· γιατί και πρωτύτερα έλαβε πολλές χάριτες από το Θεό μα δεν τις αναγνώρισε, μήτε ευχαρίστησε το Θεό που του τις έδωσε. Αυτός έλαβε το έλεος του Θεού όταν πλάστηκε κι έγινε άνθρωπος· έλαβε το έλεος του Θεού όταν αναπλάστηκε με το άγιο βάπτισμα κι έγινε ορθόδοξος Χριστιανός· έλαβε το έλεος του Θεού όταν γλύτωσε από τόσους κινδύνους ψυχικούς και σωματικούς που δοκίμασε στη ζωή του· έλαβε το έλεος του Θεού τόσες φορές που αξιώθηκε να κοινωνήσει τα άχραντα μυστήρια· έλαβε το έλεος του Θεού όσες φορές αμάρτησε στο Θεό και τον πίκρανε με τις αμαρτίες του και δεν εξολοθρεύτηκε, μήτε τιμωρήθηκε παιδαγωγικά όπως του έπρεπε· έλαβε το έλεος του Θεού όταν με διάφορους τρόπους ευεργετήθηκε από το Θεό και δεν το αναγνώρισε, αλλά όλα τα λησμόνησε και δε φρόντισε καθόλου για τη σωτηρία του. Αυτός λοιπόν ο Χριστιανός πως να λάβει το έλεος του Θεού χωρίς να το αισθάνεται και χωρίς να γνωρίζει πως δέχεται τέτοια χάρη από το Θεό, καθώς είπαμε, μήτε να ξέρει τι λέει, αλλά να φωνάζει μόνο το «Κύριε ελέησον» χωρίς κανένα στόχο και σκοπό, εκτός από μόνη τη συνήθεια;

(πηγή: Φιλοκαλία των Ιερών Νηπτικών, μεταφρ. Αντώνιος Γαλίτης, εκδ. Το περιβόλι της Παναγίας, 1986, ε΄τόμος, σελ. 289-292).

Ἀπό τὸν Ναὸ νά πᾶς στόν Οὐρανὸ καί πιὸ ἐκεῖ ἀκόμη, στόν Θεό

Ὅταν ξεκινάς για τον Ναό, να λες με τον λογισμό σου:
«Ποῦ πηγαίνω;Τώρα μπαίνω στὸν Οἶκο τοῦ Θεοῦ. Τί κάνω; Προσκυνῶ τὶς εἰκόνες, τὸν Θεό».
Ἀπὸ τὸ κελλί σου ἢ ἀπὸ τὸ διακόνημά σου πηγαίνεις στὸν Ναό. Ἀπὸ τὸν Ναὸ νὰ πᾶς στὸν Οὐρανὸ καὶ πιὸ ἐκεῖ ἀκόμη, στὸν Θεό.
– Πῶς γίνεται αὐτό;
– Ὁ Ναὸς εἶναι τὸ «σπίτι» τοῦ Θεοῦ. Καὶ τὸ δικό μας πραγματικὸ σπίτι εἶναι στὸν Παράδεισο. Ἐδῶ ψάλλουν οἱ ἀδελφές. Ἐκεῖ οἱ Ἄγγελοι, οἱ Ἅγιοι…
Ἄν, ὅταν πηγαίνουμε σὲ ἕνα κοσμικὸ σπίτι, χτυπᾶμε τὴν πόρτα, σκουπίζουμε τὰ πόδια, καθώμαστε συνεσταλμένα, τότε μέσα στὸν Οἶκο τοῦ Θεοῦ, ὅπου θυσιάζεται ὁ Χριστός, τί πρέπει νὰ κάνουμε; 
Μὲ μία σταγόνα θεϊκοῦ Αἵματος μᾶς ἐξαγόρασε ἀπὸ τὴν ἁμαρτία καὶ στὴν συνέχεια μᾶς νοσηλεύει μὲ κιλὰ Αἵματος καὶ μᾶς τρέφει μὲ τὸ πανάγιο Σῶμα Του. Ὅλα λοιπὸν αὐτὰ τὰ φρικτὰ καὶ θεῖα γεγονότα, ὅταν τὰ φέρνουμε στὴν μνήμη μας, μᾶς βοηθοῦν νὰ κινούμαστε μὲ εὐλάβεια μέσα στὸν Ναό.
Ἀλλά βλέπω στὴν Θεία Λειτουργία, ἀκόμη καὶ ὅταν ὁ ἱερέας λέη «Ἄνω σχῶμεν τὰς καρδίας» καὶ λέμε «Ἔχομεν πρὸς τὸν Κύριον», λίγοι εἶναι αὐτοὶ ποὺ ἔχουν τὸν νοῦ τους πρὸς τὸν Κύριο!
Γι᾿ αὐτὸ καλύτερα νὰ λέμε νοερῶς «νὰ ἔχουμε τὶς καρδιές μας πρὸς τὸν Κύριον», γιατὶ ὁ νοῦς μας καὶ ἡ καρδιά μας εἶναι ὅλο πρὸς τὰ κάτω. Λέμε καὶ ψέματα, γιατὶ λέμε «ἔχομεν», ἀλλὰ δὲν ἔχουμε ἐκεῖ τὸν νοῦ μας. Βέβαια, ἐὰν ἔχουμε τὴν καρδιά μας πρὸς τὰ «ἄνω», ὅλα θὰ πᾶνε πρὸς τὰ «ἄνω».

Αγίου Παϊσίου Αγιορείτου

ΜΠΡΟΣΤΑ ΣΤΗΝ ΕΙΚΟΝΑ



«Η εικόνα παρουσιάζει με σχέδια και χρώματα εκείνο που εκφράζει η πίστη. Μάθετε να προσεύχεσθε μπροστά στην εικόνα του Κυρίου σαν να είστε μπροστά στον Ίδιο. Να θυμάστε ότι οι οφθαλμοί Του είναι θείοι οφθαλμοί και τα ώτα Του είναι θεία ώτα, μέλη του πανταχού παρόντος Θεού.
Ας προσκυνούμε τις εικόνες των αγίων σαν απεικονίσεις των αρετών. Και διά μέσου των αγίων ας τιμούμε τον Ίδιο τον Θεό, που εσκήνωσε εντός τους και ενεργεί χρησιμοποιώντας τους σαν όργανά Του».

ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ ΤΗΣ ΚΡΟΝΣΤΑΝΔΗΣ
(1829–1908)

Αρχίζουν εδώ από τη γη



Η αθανασία του ανθρώπου ξεκινά από τη σύλληψή του μέσα στην κοιλία της μητέρας του. Και πότε αρχίζει ο παράδεισος και η κόλαση του ανθρώπου;Από την ελεύθερη επιλογή για το θεϊκό αγαθό ή για το δαιμονικό κακό, για τον Θεό ή για τον διάβολο. Και ο παράδεισος μα και η κόλαση του ανθρώπου αρχίζουν εδώ από τη γη για να συνεχιστούν αιώνια στην άλλη ζωή. Τί είναι ο παράδεισος; Είναι η αίσθηση της παρουσίας του Θεού. Άμα ο άνθρωπος αισθάνεται εντός του τον Θεό, είναι ήδη στον παράδεισο, γιατί όπου είναι ο Θεός εκεί είναι και η Βασιλεία του Θεού, εκεί και ο παράδεισος. Από τότε που ο Θεός Λόγος κατέβηκε στη γη και έγινε άνθρωπος, ο παράδεισος έγινε η αμεσότερη πραγματικότητα για τη γη και τον άνθρωπο. Επειδή, όπου είναι ο Χριστός εκεί και ο παράδεισος.

Άγιος Ιουστίνος Πόποβιτς