.

.

Δός μας,

Τίμιε Πρόδρομε, φωνή συ που υπήρξες η φωνή του Λόγου. Δος μας την αυγή εσύ που είσαι το λυχνάρι του θεϊκού φωτός. Βάλε σήμερα τα λόγια μας σε σωστό δρόμο, εσύ που υπήρξες ο Πρόδρομος του Θεού Λόγου. Δεν θέλουμε να σε εγκωμιάσουμε με τα δικά μας λόγια, επειδή τα λόγια μας δεν έχουν μεγαλοπρέπεια και τιμή. Όσοι θα θελήσουν να σε στεφανώσουν με τα εγκώμιά τους, ασφαλώς θα πετύχουν κάτι πολύ πιό μικρό από την αξία σου. Λοιπόν να σιγήσω και να μη προσπαθήσω να διακηρύξω την ευγνωμοσύνη μου και τον θαυμασμό μου, επειδή υπάρχει ο κίνδυνος να μη πετύχω ένα εγκώμιο, άξιο του προσώπου σου;

Εκείνος όμως που θα σιωπήσει, πηγαίνει με τη μερίδα των αχαρίστων, γιατί δεν προσπαθεί με όλη του τη δύναμη να εγκωμιάσει τον ευεργέτη του. Γι’ αυτό, όλο και πιό πολύ σου ζητάμε να συμμαχήσεις μαζί μας και σε παρακαλούμε να ελευθερώσεις τη γλώσσα μας από την αδυναμία, που την κρατάει δεμένη, όπως και τότε κατάργησες, με τη σύλληψη και γέννησή σου, τη σιωπή του πατέρα σου του Ζαχαρία.

Άγιος Σωφρόνιος Ιεροσολύμων

Νεκτάριος Δαπέργολας: Πανσθενές καταφύγιο σέ καιρούς δαιμονικούς…



Γράφει ὁ Νεκτάριος Δαπέργολας

«Παράδοξα σήμερον εἶδον τὰ ἔθνη πάντα, ὅτε τὸ Πνεῦμα κατῆλθε τὸ Ἅγιον ἐν πυρίναις γλώσσαις». Ἔφτασε λοιπόν καί πάλι ἡ περίλαμπρη ἡμέρα τῶν γενεθλίων μας. Ἡ ἡμέρα πού ντυθήκαμε τό Φῶς καί πού ὅλη ἡ ἀνθρώπινη Ἱστορία μεταβλήθηκε σέ καινή κτίση.

Σήμερα γεννιέται ἡ Κιβωτός τῆς σωτηρίας μας. Ἡ Σύναξη καί ἡ Κοινωνία. Ἐκκλησία μαχόμενη καί θριαμβεύουσα. Ἐν ὀδύναις καί ἐν ὠδίναις. Ἐν μαρτυρίῳ καί ἐν δόξῃ. Φωτεινό καί ἀσφαλές καταφύγιο μέσα στόν ζόφο τῶν αἰώνων. Πανσθενές καί ἀνίκητο ἀπό τίς πύλες τοῦ Ἄδη. Παρά τούς τρομακτικούς κλυδωνισμούς καί τίς σκληρές δοκιμασίες. Παρά τόν ὀρυμαγδό τῶν διωγμῶν καί τίς μανιασμένες θύελλες τῶν αἱρέσεων.

Πανσθενές καταφύγιο ὅμως καί τώρα. Τώρα, πού σέ τέτοιο δυσώδη βόρβορο ἀκολασίας καί βλασφημίας βουλιάζουμε καί σέ τέτοιο δαιμονικό βοῦρκο πλάνης καί στρέβλωσης κινδυνεύουμε νά καταποντιστοῦμε. Τώρα πού τόσες δαιμονικές παγίδες ἁπλώνονται γύρω μας καί τόσοι ὁρκισμένοι ἐχθροί καί ἀντίχριστοι ὀλετῆρες ἀπειλοῦν νά μᾶς καταπιοῦν.

Ρῦσαι οὖν ἡμᾶς καί νῦν, Βασιλεῦ Οὐράνιε, ἀπό παντός κακοῦ. Ἀπό πάσης ἐπιβουλῆς πονηρευομένων, ἀπό πάσης ἁλώσεως διαβολικῆς, ἀπό πάσης πλάνης καί σκοτίας. «Ἐλθέ καί σκήνωσον ἐν ὑμῖν καί καθάρισον ἡμᾶς ἀπό πάσης κηλίδος». Σπεῦσον, ὅτι εἰσήλθοσαν ὕδατα καί καταιγίς περιεκύκλωσεν ἡμᾶς καί κατήλθομεν ἕως τά βάθη τῆς θαλάσσης.

Καί σῶσον, Ἀγαθέ, τάς ψυχάς ἡμῶν…

«Πᾶνος»