.

.

Δός μας,

Τίμιε Πρόδρομε, φωνή συ που υπήρξες η φωνή του Λόγου. Δος μας την αυγή εσύ που είσαι το λυχνάρι του θεϊκού φωτός. Βάλε σήμερα τα λόγια μας σε σωστό δρόμο, εσύ που υπήρξες ο Πρόδρομος του Θεού Λόγου. Δεν θέλουμε να σε εγκωμιάσουμε με τα δικά μας λόγια, επειδή τα λόγια μας δεν έχουν μεγαλοπρέπεια και τιμή. Όσοι θα θελήσουν να σε στεφανώσουν με τα εγκώμιά τους, ασφαλώς θα πετύχουν κάτι πολύ πιό μικρό από την αξία σου. Λοιπόν να σιγήσω και να μη προσπαθήσω να διακηρύξω την ευγνωμοσύνη μου και τον θαυμασμό μου, επειδή υπάρχει ο κίνδυνος να μη πετύχω ένα εγκώμιο, άξιο του προσώπου σου;

Εκείνος όμως που θα σιωπήσει, πηγαίνει με τη μερίδα των αχαρίστων, γιατί δεν προσπαθεί με όλη του τη δύναμη να εγκωμιάσει τον ευεργέτη του. Γι’ αυτό, όλο και πιό πολύ σου ζητάμε να συμμαχήσεις μαζί μας και σε παρακαλούμε να ελευθερώσεις τη γλώσσα μας από την αδυναμία, που την κρατάει δεμένη, όπως και τότε κατάργησες, με τη σύλληψη και γέννησή σου, τη σιωπή του πατέρα σου του Ζαχαρία.

Άγιος Σωφρόνιος Ιεροσολύμων

Γιατί θα αναστηθούν και όσοι δεν έχουν βαπτισθεί !

Άξιο όμως θαυμασμού είναι και το εξής : 
Όχι μόνο οι βαπτισμένοι αλλά και όσοι δεν προετοιμάσθηκαν για την αθάνατο ζωή διά της δυνάμεως των Μυστηρίων και όλοι γενικά οι άνθρωποι θα επανακτήσουν τα αγέραστα σώματά τους και θα αναστηθούν άφθαρτοι. Είναι όντως θαυμαστό που και ακόμη και όσοι δεν έλαβαν το βάπτισμα, διά του οποίου γινόμαστε κοινωνοί του ζωοποιού θανάτου του Χτιστού, θα γίνουν μέτοχοι της αναστάσεως, την οποία μόνον ο θάνατος του Χριστού εισήγαγε στον κόσμο. Αφού απέφυγαν τον ιατρό και δεν δέχθηκαν την βοήθειά Του και πέταξαν το μοναδικό φάρμακο, τι είναι αυτό που θα τους εξασφαλίσει την αθανασία; Φαίνεται λογικό να συμβαίνει ένα από τα δύο : Ή όλοι οι άνθρωποι θα απολαμβάνουμε όλα τα αγαθά που μας χάρισε ο Χριστός με το θάνατό Του, δηλαδή θα συναναστηθούμε και θα ζούμε μαζί Του και θα συμβασιλεύουμε και θα μετέχουμε στην μέλλουσα μακαριότητα - εφόσον βέβαια δεν χρειάζεται να συνεισφέρουμε κάτι - ή, αν είναι αναγκαία και κάποια συνεισφορά, δεν θα αναστηθούν όσοι δεν πίστευσαν στον Σωτήρα. 

52. Σχετικά με αυτό μπορούμε να πούμε τα εξής: H ανάσταση των νεκρών είναι η επανόρθωση της ανθρωπίνης φύσεως. Άλλα αυτά τα αγαθά ο Θεός μας τα προσφέρει δωρεάν, όπως δηλαδή μας πλάθει χωρίς τη συμμετοχή της βουλήσεώς μας, έτσι και μας αναπλάθει χωρίς να προηγηθεί κάποια δική μας συμβολή. Η Βασιλεία όμως των Ουρανών, η θέα του Θεού και η ένωση με τον Χριστό αποτελούν ''τρυφή της θελήσεως'', τα αγαθά αυτά μπορούν να τα απολαύουν μόνο όσιο τα θέλησαν, τα αγάπησαν και τα πόθησαν. Εκείνοι δηλαδή που τα επιθύμησαν, αυτοί και θα τα απολαύσουν, όταν θα τα έχουν. Αντιθέτως, όποιος δεν τα επιθύμησε, δεν θα μπορεί να τα απολαύσει. Πως να ευφραίνεται κανείς και να χαίρεται για αγαθά που δεν τα επιθύμησε, όταν δεν τα είχε; Όποιος λοιπόν δεν μπορεί στην παρούσα ζωή να επιθυμήσει και να αναζητήσει τα μέλλοντα αγαθά, επειδή δεν βλέπει το κάλλος τους - ''ου δύναται λαβείν, ότι ου θεωρεί αυτό ουδέ γινώσκει αυτό'' , λέει Κύριος - , τυφλός θα περάσει από τον παρόντα βίο στον μέλλοντα, χωρίς πνευματικές αισθήσεις και δυνάμεις που δίνουν στον άνθρωπο τη δυνατότητα να γνωρίσει το Σωτήρα καθώς και θελήσει και να μπορέσει να ενωθεί μαζί Του. 

53. Γι' αυτό δεν πρέπει να μας φαίνεται παράξενο που όλοι μεν θα μετέχουν στην αθανασία, όχι όμως και στη μακαριότητα. Διότι την πρόνοια του Θεού για την ανθρώπινη φύση την απολαμβάνουν όλοι οι άνθρωποι εξίσου, τα δώρα όμως με τα οποία ο Θεός στεφανώνει τη θέληση τα απολαμβάνουν μόνο οι ευσεβείς. Και ο λόγος είναι ο εξής: O μεν Θεός θέλει όλοι οι άνθρωποι να απολαμβάνουν όλα τα αγαθά Του και γι' αυτό τα μεταδίδει σε όλους όλα - και αυτά που ευεργετούν την ανθρώπινη θέληση και αυτά που επανορθώνουν την ανθρώπινη φύση. Εμείς όμως μόνο τις δωρεές του προς την ανθρώπινη φύση απολαμβάνουμε όλοι, ακόμη και αν δεν θέλουμε, διότι δεν θα μπορέσουμε να τις αποφύγουμε. Πράγματι, και παρά τη θέλησή μας, μας ευεργετεί και με μία φιλάνθρωπη βία μας εξαναγκάζει, κάθε φορά που θέλουμε να αρνηθούμε αυτή την ευεργεσία Του, άλλα δεν μπορούμε. 

54. Τέτοια είναι η δωρεά της αναστάσεως : Δεν εξαρτάται από εμάς το αν θα αναστηθούμε μετά το θάνατο ή όχι, όπως δεν οφείλεται σ' εμάς και το ότι γεννηθήκαμε. Όσα όμως εξαρτώνται από τη θέλησή μας - η εκλογή δηλαδή του καλού, η άφεση των αμαρτιών το σωστό ήθος, η καθαρότητα της ψυχής και η αγάπη προς τον Θεό - αυτά έχουν ως έπαθλο την έσχατη μακαριότητα, και από εμάς εξαρτάται να τα λάβουμε ή να τα απορρίψουμε. Εάν μεν θέλουμε, μπορούμε να τα απολαύσουμε, εάν όμως δεν θέλουμε, πως να τα απολαύσουμε; Γιατί δεν είναι δυνατόν να επιθυμούμε κάτι χωρίς να το θέλουμε ή να εξαναγκαζόμαστε για κάτι που θέλουμε. 

55. Ένας άλλος λόγος που όλοι θα αναστηθούν, αλλά δεν θα μετέχουν όλοι στην μακαριότητα είναι και ο εξής : Μόνος ο Κύριος ελευθέρωσε την ανθρώπινη φύση από την φθορά και την ανθρώπινη βούληση από την αμαρτία με το να γίνει ''πρωτότοκος των νεκρών'' και να εισέλθει στα Άγια των Αγίων ''πρόδρομος υπέρ υμών''. διότι θανάτωσε την αμαρτία, μας συμφιλίωσε με τον Θεό, γκρέμισε το ''μεσότοιχον του φραγμού'' και ''ηγίασεν εαυτόν υπέρ ημών'', για να είμαστε και εμείς, ''ηγιασμένοι εν αληθεία''. Είναι λοιπόν φανερό ότι από την φθορά και την αμαρτία θα ελευθερωθούν μόνο όσοι έγιναν μέτοχοι και στη θέληση και στην ανθρώπινη φύση του Χριστού, στη μεν ανθρώπινη φύση του Χριστού, στην μέν ανθρώπινη φύση Του, επειδή είναι άνθρωποι, στην δε θέλησή Του, επειδή ''ηγάπησαν την επιφάνειαν Αυτού'' και το Πάθος και υπήκουσαν στα προστάγματά Του και θέλησαν ό,τι εκείνος. Όσοι όμως είχαν μεν την ανθρώπινη φύση, αλλά δεν αποδέχθησαν το θέλημα του Χριστού, συνέβη να είναι άνθρωποι, αλλά δεν εμπιστεύτηκαν την σωτηρία τους στον Σωτήρα και δεν έγιναν κοινωνοί στο αγαθό θέλημά Του. Επόμενο λοιπόν είναι να στερούνται την άφεση των αμαρτιών και τους στεφάνους της δικαιοσύνης αφού είναι χωρισμένοι από τον Χριστό ως προς την θέληση. Ωστόσο, επειδή έχουν την ίδια φύση με τον Χριστό ως άνθρωπο, τίποτε δεν τους εμποδίζει να ελευθερωθούν από τη φθορά και να αναστηθούν. 

56. Το βάπτισμα λοιπόν μας οδηγεί μόνο στην μακαρία εν Χριστώ ζωή, όχι στην αθάνατη ζωή. Την αθανασία την χάρισε σε όλους ανεξαιρέτως ο θάνατος και η ανάσταση του Χριστού. Γι' αυτό η μεν ανάσταση είναι η δωρεάν κοινή για όλους τους ανθρώπους, ενώ η άφεση των αμαρτιών, οι ουράνιοι στέφανοι και η Βασιλεία του Θεού δίνονται μόνο σε όσους έδωσαν την οφειλόμενη συνδρομή και προετοιμάστηκαν από την παρούσα ζωή, για να είναι όσο γίνεται πιο οικείοι προς τον μέλλοντα εκείνο βίο και τον Νυμφίο : Αυτοί αναγεννώνται με τρόπο καινό, γιατί Εκείνος είναι ο Καινός Αδάμ. Λάμπουν από κάλλος και διατηρούν την ωραιότητα που τους χάρισε το Βάπτισμα, γιατί Εκείνος είναι ο ''ωραίος κάλλει παρά τους υιούς των ανθρώπων''. Κρατούν ψηλά το κεφάλι σαν τους στεφανωμένους ολυμπιονίκες, γιατί Εκείνος είναι το στεφάνι. Έχουν ανοικτά τα ώτα, γιατί Εκείνος, είναι ο Λόγος, ανοικτούς τους οφθαλμούς, γιατί Εκείνος είναι ο Ήλιος, έτοιμη την όσφρηση, γιατί ο Νυμφίος είναι και Μύρο και μάλιστα ''Μύρον εκκενωθέν''. Είναι δε μεγαλοπρεπείς και στα ενδύματα τους λόγω γάμου. 

Άγιος Νικόλαος Καβάσιλας - ''Η Εν Χριστώ Ζωή'' - Λόγος Β' - Περί του Αγίου Βαπτίσματος - ''51- 56'' - Ιερόν Ησυχαστήριον ''Ευαγγελιστής Ιωάννης ο Θεολόγος, Σουρωτή Θεσσαλονίκης 51.

Πεθαίνοντας στην μετάνοια

'Οταν ο άνθρωπος πεθάνει εν μετανοία και οδεύει προς τον Παράδεισο, τότε είναι σαν να βρίσκεται μέσα σ' ένα λεωφορείο και απ' έξω τα σκυλιά (=τελώνια) τρέχουν και γαυγίζουν, χωρίς να τον ενοχλούν στο ταξίδι του, αλλά ούτε και να τον καθυστερούν.

Άγιος Παΐσιος

Για να αναστηθεί η νεκρή ζωή μας....

Το μόνο που χρειάζεται για να γίνει η αλλαγή στην ζωή μας είναι να πιστέψουμε ότι αυτό είναι δυνατόν να συμβεί. Να είμαστε ανοιχτοί στην αλλαγή, την προσπάθεια, τη χάρι και το θαύμα. Ο Χριστός ζητάει να έρθει στην ζωή μας, ως Νυμφίος εν μέσω της νυκτός. 
Ποια είναι αυτή η νύχτα που χρειάζεται φως; Μα ποια άλλη από εκείνη της μοναξιάς και απογοήτευση μας, του φόβου και ανασφάλεια μας, των παθών και όλων εκείνων των αυτοκαταστροφικών συνηθειών και αυτοματισμών μας. 
Ο Χριστός, μπορεί να αλλάξει την ζωή μας, εμείς το θέλουμε; Το πιστεύουμε ότι μπορεί να συμβεί; Δεν ζητάει, ούτε κοιτάει, μήτε ασχολείται με το παρελθόν μας, όσο άστοχο ή ένοχο κι αν ήταν. Μονάχα το παρόν μας θέλει με σκοπό να το αναστήσει. 
Ας γίνουμε λοιπόν φίλοι του Νυμφίου, ας αγαπήσουμε τον εαυτό μας πιστεύοντας στις αλλαγές που μπορούν να συντελεστούν στην νεκρή ζωή μας. Για να αναστηθούμε χρειάζεται να το πιστέψουμε. 
Να ελπίσουμε οτι τα όνειρα, οι επιθυμίες, η ίδια η νεκρή ζωή μας μπορεί να αναστηθεί. 
Μην βασανίζεστε για το χθες, αρκεί να εστιάσουμε στο σήμερα και να αποφασίσουμε την σταύρωση και Ανάσταση μας. Ιδού ο Νυμφίος έρχεται.

Εραστές της Αναστάσεως...



Μια φοβερή επιθυμία εκκρεμεί μέσα μας. Εραστές του απολύτου και της τελειότητας. Γεννιόμαστε μαζί της, λες και κάποιος μας έπλασε γι αυτήν και μόνο. Την ζητάμε παντού από το πρώτο μας κλάμα. Στους γονείς μας, στην παιδική αθωότητα και παντοδύναμη εφηβεία, στο έρωτα που ως άλλος παράδεισος μας υπόσχεται αιωνιότητα, για να βιώσουμε τελικά σε όλα αυτά την προδοσία και ματαίωση. Η φαντασία μας είναι παράδεισος μα η πραγματικότητα κόλαση. Είμαστε αδύναμοι αλλά και για μεγάλα πλασμένοι ταυτόχρονα. 
Γι αυτό η επιθυμία μας λυγίζει κάτω από την ευθύνη. 
Δεκάδες μικροί θάνατοι η ζωή. Νεκρά όνειρα και επιθυμίες προδομένες. Θρυμματισμένες ψυχές, κομματιασμένες σε χιλιάδες εσωτερικά κενά που ζητούν να γεμίσουν από την παρουσία του Άλλου. Ο θάνατος παντού μας απειλεί και εμείς γεννημένοι για ζωή, αδυνατούμε να πιστέψουμε ότι αυτός είναι ο οριστικός προορισμός μας. Είμαστε αδύναμα όντα που διψάμε με κάθε μας κύτταρο την ανάσταση. 
Η ανάσταση είναι αφύπνιση σε έναν άλλο τρόπο ζωής, στην ζωή του πνεύματος. 
Είναι η ολοκλήρωση της επιθυμίας που κατατρώει την ψυχή μας. 
Ίσως η καλύτερη εικόνα για να καταλάβουμε την αφύπνιση και το άνοιγμα στο αλλιώς της ύπαρξης, είναι εκείνη που χρησιμοποιεί η Ντολτό στα γραπτά της, δηλαδή της ενδομήτριας ζωής που γίνεται γέννηση, «η ανάσταση για μένα είναι άφιξη στο κόσμο του πνεύματος. 
Σας δίνω μια άλλη εικόνα, είναι όπως όταν καταλάβαμε ότι η τωρινή ζωή μας εγκαινιάστηκε με τη γέννηση μας, την άφιξη μας, όταν γεννηθήκαμε, στο κόσμο των επίγειων πλασμάτων, στο δικό τους χώρο και χρόνο, αφού προηγουμένως είχαμε ζήσει στο ενδομήτριο κόσμο». 
Ο Θεός μέσα από την Ανάσταση του Χριστού μας κλείνει το μάτι για το αλλιώς, το καινούργιο, το πέραν του τάφου. Υπάρχει μια έκπληξη ακόμη από πλευράς Του. 
Δεν τελειώνει το έργο με τον θάνατο, ίσως μάλιστα τότε επι της ουσίας ξεκινάει.

Η ΔΙΚΗ ΤΟΥ ΙΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ: ΜΕΓΑΛΥΤΕΡΟ ΕΓΚΛΗΜΑ ΔΕΝ ΜΠΟΡΟΥΣΕ ΝΑ ΔΙΑΠΡΑΞΕΙ Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ



Ο Δικαστής Χρήστος Δερμοσσονιάδης, αναλύει μέσα από μια νομικη ματιά τη δίκη του Χριστού και μέσω νομικών επιχειρημάτων στοιχειοθετεί το κατά πόσο ήταν δίκαιη, σύμφωνα με το νόμο και τη δικονομία της εποχής.
Στην εβραϊκή δίκη του Μεγάλου Συνεδρίου σημειώσαμε 16 από τις παραβάσεις του Μωσαϊκού Νόμου.
Στη δίκη του Πιλάτου σημειώσαμε άλλες 16 σοβαρές παραβάσεις του Ρωμαϊκού Δικαίου.
Η όλη όμως διεξαγωγή των δικών, από τη βραδινή σύλληψη μέχρι την μεσημβρινή Σταύρωση, οι ψευδείς και εναλλασσόμενες κατηγορίες, η συνεχής εναλλαγή της δίκης και της ανάκρισης, η μεταφορά του Χριστού από τα σπίτια των αρχιερέων στο Πραιτώριο, στο λιθόστρωτο, στον Ηρώδη, οι βασανισμοί του κατηγορουμένου και η Σταύρωση Του ενώ βρέθηκε 6 φορές αθώος από τον Πιλάτο και τον Ηρώδη, δεν μπορούν να χαρακτηριστούν σαν δίκη, ούτε σαν παρωδία δίκης αλλά σαν το μεγαλύτερο κακούργημα της ανθρωπότητας και την αιώνια ντροπή που βαρύνει τον κόσμο όλο. Μεγαλύτερο έγκλημα δε μπορούσε να διαπράξει ο άνθρωπος. Και όμως τον Σταυρό του θανάτου μετέτρεψε ο Κύριος σε ξύλο της ζωής και το μέγα έγκλημα το μετέτρεψε σε Θείο Σχέδιο Σωτηρίας για μας, τους δήμιούς Του.
Τίποτε αντάξιο της θυσίας Του δεν έχουμε να του αντιπροσφέρουμε και περιοριζόμαστε στο μυστήριο της Θείας Μεταλήψεως. Το Αίμα του Χριστού δεν είναι «εφ’ υμάς και επί τα τέκνα ημών» αλλά μας προσφέρεται για να σωθούμε εμείς και τα παιδιά μας.
Η δίκη του Χριστού, μια νομική ανάλυση που παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον για νομικούς και μη.
Όταν ο Πιλάτος βεβαιώθηκε για την αθωότητα του Χριστού και θέλησε να τον απολύσει τότε οι Ιουδαίοι φώναξαν: «Ημείς νόμον έχομεν και κατά τον νόμον ημών οφείλει αποθανείν, ότι Θεού υιόν εαυτόν εποίησε.» (Ιωάν.10’7). Αυτή είναι και η σημερινή θέση των Εβραίων.
Ισχυρίζονται ότι ο Χριστός παρέβη πράγματι το Μωσαϊκό Νόμο και δίκαια κατεδικάσθη σε θάνατο. Είναι δυνατόν όμως η ανθρώπινη Δικαιοσύνη να έφθασε σε τέτοια αντίθεση προς τη Θεία Δικαιοσύνη, ώστε να καταδικάσει σε θάνατο τον ίδιο το Θεό και εν ονόματι του Νόμου να θανατώσει το Δημιουργό; Το βασικό λοιπόν ερώτημα είναι αν η δίκη του Χριστού ήτανε μία δίκαιη δίκη, κατά το ανθρώπινο μέτρο, αν δηλαδή έγινε σύμφωνα με το νόμο και τη δικονομία.
Η δικαιοσύνη την εποχή του Χριστού βρισκόταν σε αρκετά ψηλό επίπεδο. Το Ρωμαϊκό Δίκαιο σε λίγα θέματα υστερούσε από το σημερινό ευρωπαϊκό δίκαιο και το εβραϊκό ήτανε ιεροκρατικό και στηριζόταν στο Μωσαϊκό Νόμο.
Τα εβραϊκά δικαστήρια ήτανε πολυμελή. Ανώτατο Δικαστήριο ήταν το Μέγα Συνέδριο που είχε και άλλες εξουσίες. Εδρευε στην Ιερουσαλήμ, απετελείτο από 120 μέλη με πρόεδρο τον Αρχιερέα και είχε στη διαταγή του στρατιωτική δύναμη, την κουστωδία.
Οι θανατικές καταδίκες των εβραϊκών δικαστηρίων έπρεπε να επικυρωθούν από τη Ρωμαϊκή εξουσία όπως αναφέρεται στο βιβλίο «Η δίκη του Ιησού» του θεολόγου Δημήτριου Καππαή.
Η θανατική ποινή προβλεπόταν για αρκετά αδικήματα αλλά σύμφωνα με τις αντιλήψεις του λαού σπανίως επιβαλλόταν. Η εκτέλεση γινόταν με διάφορους τρόπους, από τους οποίους πιο βασανιστικός και εξευτελιστικός ήταν ο θάνατος επί του σταυρού, ο οποίος συνηθίζετο από τα Ρωμαϊκά δικαστήρια, τα οποία δεν είχαν ενδοιασμούς στην επιβολή θανατικής καταδίκης.
Κατά την εβραϊκή δικονομία η προανάκριση ήταν άγνωστη και δεν υπήρχε δημόσιος κατήγορος. Η απόφαση δεν μπορούσε να στηριχθεί στην παραδοχή του κατηγορουμένου αλλά μόνο στις μαρτυρίες.
Η δίκη διεξαγόταν μέρα, με ανοικτές τις πόρτες, ενώπιον του λαού. Ξεκινούσε με τους μάρτυρες υπερασπίσεως και ακολουθούσαν δύο τουλάχιστον μάρτυρες κατηγορίας, που έπρεπε να δώσουν σαφή και πανόμοια μαρτυρία, κρατώντας το δεξί τους χέρι πάνω στο κεφάλι του κατηγορουμένου και σε περίπτωση θανατικής καταδίκης έπρεπε να συμμετέχουν στην εκτέλεση και να ρίξουν τις πρώτες πέτρες, εάν η θανάτωση θα γινόταν με λιθοβολισμό.
Ο Κατηγορούμενος εθεωρείτο αθώος μέχρι την τελική του καταδίκη, εδικαιούτο να μιλήσει, να φέρει μάρτυρες και να τύχει καλής μεταχείρισης.
Κατά τη γνώμη των συγγραφέων δεν ετηρούντο πρακτικά αλλά η ίδια η καταδίκη εκδιδόταν με γραπτό διάταγμα. (Κοντογόνη: Εβραϊκή Αρχαιολογία, Β’4). 
Πάντως διάταγμα καταδίκης του Χριστού δεν έχει βρεθεί.
Οι Δικαστές έπρεπε να είναι αμερόληπτοι, δίκαιοι και μερικοί απ’ αυτούς να υπερασπίζουν τον κατηγορούμενο. Σε περίπτωση θανατικής καταδίκης ανεβάλλετο η τελική απόφαση για τη μεθεπόμενη μέρα και εάν επικυρωνόταν η θανατική καταδίκη η εκτέλεση έπρεπε να γίνει την άλλη μέρα και όχι αυθημερόν. Από την έναρξη της ακροάσεως μέχρι την εκτέλεση χρειαζόταν τουλάχιστον 4 μέρες.
Στον τόπο της εκτέλεσης συνόδευε τον κατηγορούμενο έφιππος δικαστής, που καλούσε το λαό να αναφέρει αμέσως στο Δικαστήριο, το οποίο συνεδρίαζε εκείνη την ώρα, οτιδήποτε ελαφρυντικό για τον κατηγορούμενο και τότε σταματούσε αμέσως η εκτέλεση.
Αυτά για τη Δικαιοσύνη στο Ισραήλ.
Πρέπει όμως να αναφερθεί ότι στα χρόνια της ρωμαϊκής υποτέλειας υπήρχε μεγάλη φαυλότητα και ηθικός ξεπεσμός, με αποτέλεσμα οι άρχοντες να είναι πρόσωπα φαύλα, που εξασφάλιζαν τη θέση τους δωροδοκώντας τους Ρωμαίους ηγεμόνες. 
Οι Δικαστές δεν είχαν πλέον την εντιμότητα και την ανθρωπιά που είχαν οι προκάτοχοι τους. Ολόκληρο το έθνος βρισκόταν σε ξεπεσμό και αθλιότητα.
Μετά την ανάσταση του Λαζάρου πολλοί Ιουδαίου πίστεψαν στον Χριστό. «Συνήγαγον ουν οι αρχιερείς και οι Φαρισσαίοι συνέδριον και έλεγον. Τι ποιούμεν, ότι ούτος ο άνθρωπος πολλά σημεία ποιεί; …. Εις δε τις εξ αυτών Καϊάφας, αρχιερεύς ων του ενιαυτού εκείνου, είπεν αυτοίς …. ότι συμφέρει ημίν ίνα εις άνθρωπος αποθάνη υπέρ του λαού και μη όλον το έθνος απόληται.» (Ιω. ΙΑ’48-50)
«Εβουλεύσαντο δε οι αρχιερείς ίνα και τον Λάζαρον αποκτείνωσιν, ότι πολλοί δι’ αυτόν υπήγον των Ιουδαίων και επίστευον εις τον Ιησούν.» (Ιω. ΙΒ’10)
Και η στρατιωτική κουστωδία, μαζί με ένοπλους υπηρέτες, όταν συνέλαβε τον Ιησούν δεν τον έφερε στο δικαστήριο αλλά στον πεθερό του αρχιερέα, τον ΄Αννα, που υπηρέτησε στο παρελθόν σαν αρχιερέας.
Και ο Αννας, χωρίς να έχει καμιά εξουσία άρχισε ανάκριση για να βρει αιτία εναντίον του συλληφθέντος. Κι ο Χριστός απαντά. «Επερώτησον τους ακηκοότας» «εν κρυπτώ ελάλησα ουδέν». (Ιω. ΙΗ’,20).
Η απάντηση δεν άρεσε και ένας υπηρέτης ερράπισε τον Ιησούν λέγοντας «ούτως αποκρίνη τω αρχιερεί;» Σε λίγη ώρα οδήγησαν τον Χριστό στο σπίτι του αρχιερέα Καϊάφα και μέχρις ότου μαζευτούν τα μέλη του Μεγάλου Συνεδρίου οι υπηρέτες έδερναν, έβριζαν και κορόιδευαν τον Χριστό. Το εβραϊκό δίκαιο απαγόρευε την ανάκριση και την κακοποίηση του κατηγορουμένου. (Mishna, Sotah 1,4).
Και άρχισε η συνεδρίαση του Ανωτάτου Εβραϊκού Δικαστηρίου με άλλες τρεις δικονομικές παραβάσεις.
Το Μέγα Συνέδριο συνεδρίασε στο σπίτι του αρχιερέα και όχι στο κτίριο του Δικαστηρίου και συνεδρίασε νύκτα, πράγμα απαγορευμένο (Mishna, Sanhedrin IV,1), χωρίς να προϋπάρχει σαφής κατηγορία από δύο τουλάχιστον μάρτυρες, όπως απαιτούσε η δικονομία.
Μετά την έναρξη της δίκης βρέθηκαν δύο ψευδομάρτυρες που διαστρέβλωσαν το λόγο του Κυρίου «λύσατε τον ναόν τούτον και εν τρισίν ημέρας εγερώ αυτόν» (Ιω. Β’19), που οπωσδήποτε ελέχθηκε για την Ανάσταση του ιδίου και όχι για το ναό του Σολομώντος.
Οι μαρτυρίες όμως δεν ταίριαζαν μεταξύ τους, παρά το γεγονός ότι δόθηκαν αντικανονικά με την ταυτόχρονη παρουσία και των δύο μαρτύρων. Επρεπε λοιπόν να καταδικαστούν σε θάνατο οι ψευδομάρτυρες σύμφωνα με το Δευτερονόμιον (ΙΘ’ 18-21). «και ιδού μάρτυς άδικος εμαρτύρησεν άδικα, αντέστη κατά του αδελφού αυτού, και ποιήσετε αυτώ ον τρόπον πονηρεύσατο ποιήσαι κατά του αδελφού αυτού …. 
Και οι επίλοιποι ακούσαντες φοβηθήσονται ….»
Το Συνέδριο αποφάσισε ότι δε μπορεί να στηριχθεί σ’ αυτούς τους μάρτυρες και ο Πρόεδρος του, ο αρχιερέας Καϊάφας, ερώτησε το Χριστό «συ ει ο Χριστός ο υιός του Θεού; λέγει αυτώ ο Ιησούς. Συ είπας …. Τότε ο αρχιερεύς διέρρηξε τα ιμάτια αυτού λέγων ότι εβλασφήμησε. Τι έτι χρείαν έχομεν μαρτύρων;» (Ματθαίου ΚΣΤ’ 63).
Η ομολογία του κατηγορούμενου, αν τέτοια θεωρηθεί η απάντησή Του, δεν αποτελούσε κατά το Μωσαϊκό Νόμο απόδειξη. Χρειαζόταν μάρτυρες «επί στόματος δύο μαρτύρων και επί στόματος τριών μαρτύρων στήσεται παν ρήμα» (Δευτερονόμιον ΙΘ’15).
Δεν υπήρξε καθόλου υπεράσπιση, που εθεωρείτο απαραίτητο μέρος της δικαστικής διαδικασίας. (Sanhedrin IV,5). Την υπεράσπιση την ανελάμβανε ένας τουλάχιστον από τους δικαστές για να μην μείνει κανένας κατηγορούμενος ανυπεράσπιστος.
Ο αρχιερέας «διέρρηξε τα ιμάτια του» πράγμα που απαγορεύει ο Μωσαϊκός νόμος στους ιερείς (Λευϊτικόν 6, ΚΑ’10).
Και τα μέλη του Συνεδρίου απεκρίθησαν «ένοχος θανάτου εστί» (Ματθαίου ΚΣΤ’67).
Η ψηφοφορία έγινε ταυτόχρονα, ενώ έπρεπε να γίνει με τη σειρά, από το νεότερο δικαστή προς τους παλαιότερους για να μην επηρεαστούν μεταξύ τους.
Μετά την καταδίκη άρχισαν άλλα έκτροπα «και ήρξαντο τινές εμπτύειν αυτώ και περικαλύπτειν το πρόσωπον αυτού και κολαφίζειν αυτόν και λέγειν αυτώ προφήτευσον ημίν τις εστίν ο παίσας σε. Και οι υπηρέται ραπίσμασιν αυτόν έβαλον» (Μάρκον ΙΔ’ 65).
Για να τηρήσουν οι αρχιερείς και οι Φαρισσαίοι τα προσχήματα περίμεναν να ξημερώσει και συνεδρίασαν πάλιν για να επικυρώσουν την καταδίκη στο κτίριο του Μεγάλου Συνεδρίου, δίπλα στα τείχη της Ιερουσαλήμ. «Και ευθέως επί το πρωϊ συμβούλιον ποιήσαντες οι αρχιερείς μετά των πρεσβυτέρων και γραμματέων και όλον το συνέδριον, δήσαντες τον Ιησούν απήνεγκαν και παρέδωκαν τω Πιλάτω» (Μάρκον ΙΕ’,1).
Ο Χριστός συνελήφθη την Πέμπτη το βράδυ και η επίσημη δίκη διεξήχθηκε, ολοκληρώθηκε και εκτελέστηκε η θανατική ποινή μέσα στην ίδια μέρα, την Παρασκευή, κατά παράβαση των κανόνων (Sanhedrin IV,I), ενώ έπρεπε να περάσουν 4 τουλάχιστον μέρες.
Γράφεται στην Ακολουθία των Αγίων Παθών πριν από το 12ο Ευαγγέλιο ότι: «Ηδη βάπτεται κάλαμος αποφάσεως παρά κριτών αδίκων και Ιησούς δικάζεται και κατακρίνεται Σταυρώ. Και πάσχει η κτίσις εν Σταυρώ καθορώσα τον Κύριον. Αλλ’ ο φύσει σώματος δι’ εμέ πάσχων, Αγαθέ, Κύριε, δόξα σοι.»
Κατά το Μωσαϊκό Νόμο η Θεοποίηση ανθρώπου αποτελούσε βλασφημία και αδίκημα. 
Ο κατηγορούμενος όμως εδικαιούτο υπεράσπιση.
Ο Χριστός έκανε αναρίθμητα θαύματα μπροστά στο λαό. Και οι ίδιοι οι κάτοικοι της Ιερουσαλήμ τον υποδέχτηκαν μερικές μέρες πριν από τη δίκη ψάλλοντας «Ωσαννά, ευλογημένος ο ερχόμενος εν ονόματι Κυρίου, ο Βασιλεύς του Ισραήλ.» (Ιω.ΙΒ’13).
Εξ άλλου η ανθρωπότητα περίμενε το Σωτήρα, «την προσδοκία των εθνών», «τον καθολικό διδάσκαλο» του Σωκράτη, το «Λόγο» του Πλάτωνα, τον «Άγνωστο Θεό» των Αθηναίων, τον «νέο Θεό» των 3 μάγων, τον «Άγιο» του Κομφούκιου και τον αναμενόμενο από όλους τους Προφήτες του Ισραήλ «Μεσσία».
Οι μορφωμένοι εβραίοι γνώριζαν καλά όλες τις προφητείες, που συνέκλιναν και συμφωνούσαν ότι ο κατηγορούμενος Ιησούς ήταν ο ίδιος ο Μεσσίας – Χριστός όπως αναφέρεται και στο βιβλίο του Ιώσηπου Contra Apionem Lib. II 17.
Η ζωή, η διδασκαλία Του και τα απειράριθμα θαύματα Του δεν χωρούσαν καμιά αμφιβολία. Το Μεγάλο Συνέδριο όμως απαξιεί να μελετήσει το θέμα και να εξετάσει μήπως ενώπιον του αντί Θεοποίηση ανθρώπου έχει ενανθρώπιση Θεού. Μάλλον δεν απαξιεί, αλλά σε γνώση του καταδικάζει το Μεσσία, εφ’ όσον ο αρχιερέας είχε πει μετά την ανάσταση του Λαζάρου «ούτος ο άνθρωπος πολλά σημεία ποιεί …», όπως αναφέρεται και στο βιβλίο «Η δίκη του Ιησού» του εισαγγελέα Χρήστου Τραπεζούντιου.
Πρεσβύτεροι και Αρχιερείς κατεδίκασαν σε θάνατο το Θεό τους και δέσμιο τον οδηγούν στον ρωμαίο Πιλάτο για να επικυρώσει τη θανατική καταδίκη.

Μια νέα δίκη, Ρωμαϊκή, ξεκινά.

Ήτανε πρωϊ της Παρασκευής, της προηγούμενης μέρας του εβραϊκού Πάσχα, που έφεραν οι εβραίοι τον Ιησούν έξω από το Πραιτώριο. Οι εβραίοι δεν ήθελαν να μπουν στην κατοικία ειδωλολάτρη για να μη μολυνθούν πριν από το Πάσχα και στην επιμονή τους ο ρωμαίος ηγεμόνας διέταξε και τοποθέτησαν στο λιθόστρωτο μπροστά από το Πραιτώριο τη δικαστική του έδρα για να δικάσει εκεί τον κατηγορούμενο.
Κατά το τυπολατρικό ρωμαϊκό δίκαιο η δικαστική εξουσία ήταν απόλυτα συνδεδεμένη με την έδρα, την τήβεννο και τη σφραγίδα του δικαστή παρά με το άτομο του.
Με την έναρξη της δίκης παρατηρείται η πρώτη δικονομική παράβαση. Ο κατηγορούμενος ήτανε δέσμιος κατά τη διάρκεια της δίκης ενώ έπρεπε να θεωρείται ο κατηγορούμενος αθώος μέχρι την καταδίκη. Και αρχίζει η δίκη με την ερώτηση του Πιλάτου: «τίνα κατηγορίαν φέρετε κατά του ανθρώπου τούτου;»
Έπρεπε λοιπόν οι εβραίοι να κατηγορήσουν τον Ιησούν. Αλλά κατηγορία για βλασφημία δε θα ενδιέφερε τον ρωμαίο ηγεμόνα. Ούτε θα επέφερε θανατική καταδίκη. 
Ο αρχιερέας Καϊάφας διετύπωσε ενώπιον του λαού νέα, εντελώς ψευδή, κατηγορία λέγοντας «τούτον εύρομεν διαστρέφοντα το έθνος και κωλύοντα Καίσαρι φόρους διδόναι, λέγοντα εαυτόν Χριστόν Βασιλέα είναι». (Λουκά ΚΓ’,2)
Η απάντηση του Καϊάφα ήτανε εντελώς ψευδής γιατί το Μέγα Συνέδριο καταδίκασε τον Ιησούν με άλλη κατηγορία, την βλασφημία.
Ήτανε ψέμα όμως και το περιεχόμενό της, γιατί ο Χριστός είχε δώσει διαφορετική απάντηση στους μαθητές των Φαρισαίων, όταν τον ρώτησαν για τη ρωμαϊκή φορολογία «απόδοτε ουν τα Καίσαρος Καίσαρι και τα του Θεού τω Θεώ» (Ματθ. ΚΒ’,21)
Έπρεπε βάσει του Ρωμαϊκού Δικαίου να γίνει γραπτή αίτηση για εισαγωγή σε δίκη.
Έπρεπε να αναφερθεί το όνομα και τα στοιχεία του κατηγορούμενου και να διατυπωθεί ακριβώς η κατηγορία.
Έπρεπε να συνταχθεί πρωτόκολλη κατηγορίας.
Επρεπε να καθοριστεί η μέρα της δίκης και να κληθούν και να ακουστούν, εκείνη τη μέρα, οι μάρτυρες. (Δημαρά: Ιστορία Ρωμαϊκού Δικαίου, Β 132).
Εάν όμως θεωρηθεί ότι δεν επρόκειτο για πρωτόδικη υπόθεση αλλά για επικύρωση της θανατικής καταδίκης του εβραϊκού δικαστηρίου τότε η εισαγωγή στη δίκη έπρεπε να γίνει με καταχώριση γραπτής αίτησης μαζί με την πρωτόδικη απόφαση.
Ο Πιλάτος δεν έκανε τίποτε απ’ αυτά. Κατέβη από την έδρα του, πράγμα που κατά το Ρωμαϊκό Δίκαιο σήμαινε ότι δεν έχει πλέον δικαστική εξουσία, μπήκε στο Πραιτώριο και εκεί συνομίλησε με τον κατηγορούμενο, μακριά από το μαινόμενο πλήθος των εβραίων, ενεργώντας κάποιας μορφής ανάκριση.
«Συ ει ο βασιλεύς των Ιουδαίων;» (Λουκά ΚΓ’3), ρώτησε ο Πιλάτος τον Ιησούν, ο οποίος απεκρίθη «η βασιλεία η εμή ουκ έστιν εκ του κόσμου τούτου …. εγώ …. εις τούτο ελήληθα εις τον κόσμον, ίνα μαρτυρήσω τη αληθεία». (Ιω. ΙΗ’, 35 επ.)
Την απάντηση του Ιησού την κατάλαβε ο Πιλάτος. Ο Χριστός ήτανε πνευματικός ηγέτης και όχι κοσμικός άρχοντας. Έκρινε αμέσως ότι δεν ευσταθούσε η κατηγορία και δεν υπήρξε ο Ιησούς ένοχος αντιποίησης εξουσίας.
Ο Πιλάτος επιβεβαίωσε τη θέση του με τη φράση που εξεστόμισε «τι έστιν αλήθεια;» 
Μια ερώτηση που δεν περίμενε απάντηση γιατί η αλήθεια ήτανε κατ’ εκείνον μια φιλοσοφική ουτοπία. Με το πρακτικό ρωμαϊκό πνεύμα που τον χαρακτήριζε ο Πιλάτος βγήκε από το Πραιτώριο και αθώωσε αμέσως τον κατηγορούμενο λέγοντας στους Ιουδαίους «εγώ ουδεμίαν αιτίαν ευρίσκω εν αυτώ». (Ιω. ΙΗ’ 38).
Έπρεπε ο Ιησούς να αφεθεί αμέσως ελεύθερος.
Ο όχλος όμως δημιουργούσε μεγάλο θόρυβο μπροστά στο ανάκτορο επιμένοντας στη θανατική καταδίκη. Μέσα από τις φωνές ο Πιλάτος ξεχώρισε ότι ο Ιησούς ήτανε Γαλιλαίος. Και η Γαλιλαία ήταν έξω από τη δικαιοδοσία του Πιλάτου. Η Γαλιλαία είχε άρχοντα, τετράρχη, τον εξηρτημένο βασιλιά Ηρώδη τον Αντύπα.
Ο Πιλάτος λοιπόν παρά το γεγονός ότι είχε αμέσως προηγουμένως αθωώσει τον Ιησούν, επικαλέστηκε την τοπική αρμοδιότητα του Ηρώδη. Και για να απαλλαγεί από κάθε ευθύνη έστειλε τον Ιησούν στον Ηρώδη, που βρισκόταν εκείνες τις μέρες στην Ιερουσαλήμ. (Λουκά ΚΓ’ 6-7)
Ο Ιησούς δεν απάντησε σε καμιά από τις ερωτήσεις του Ηρώδη, που αποκεφάλισε τον Άγιο Ιωάννη τον Πρόδρομο.
Ο πανούργος Ηρώδης δεν θέλησε να ξαναβάψει τα χέρια του με άγιο αίμα και απεφάσισε ότι δεν έχει αρμοδιότητα γιατί το αδίκημα του Ιησού και η εβραϊκή καταδίκη του έγιναν έξω από τα δικά του σύνορα της Γαλιλαίας.
Ο Χριστός λοιπόν αθωώθηκε για δεύτερη φορά από τη Ρωμαϊκή εξουσία με την απόφαση του Ηρώδη.
Αντί όμως να αφεθεί ελεύθερος οδηγείται και πάλιν δέσμιος στον Πιλάτο, αφού ο Ηρώδης και οι στρατιώτες του τον εξευτέλισαν και του φόρεσαν βασιλικό μανδύα (Λουκά ΚΓ’ 11) πράγματα εντελώς απαράδεκτα με την απαλλαγή του κατηγορούμενου, έστω και για έλλειψη τοπικής αρμοδιότητας.
Ο Πιλάτος βγήκε στον εξώστη του Πραιτωρίου και αθώωσε γι’ άλλη μια φορά τον Ιησούν λέγοντας «ιδού εγώ ενώπιον υμών ανακρίνας ουδέν εύρον εν τω ανθρώπω τούτω αίτιον ων κατηγορείτε κατ’ αυτού. Αλλ’ ουδέ Ηρώδης. Ανέπεμψα γαρ υμάς προς αυτόν. Και ιδού ουδέν άξιον θανάτου εστί πεπραγμένον αυτώ». (Λουκά ΚΓ’ 15-16)
Οι Ιουδαίοι φώναζαν περισσότερο και στο δίλημμα του Πιλάτου προστέθηκε και το μήνυμα της γυναίκας του Πρόκλας «μηδέν σοι και τω δικαίω εκείνω. Πολλά γαρ έπαθον σήμερον κατ’ όναρ δι’ αυτόν» (Ματθαίου ΚΖ’20). Αξίζει να σημειωθεί ότι η Πρόκλα βαφτίστηκε Χριστιανή και εορτάζεται η μνήμη της σαν αγίας στις 27 Οκτωβρίου.
Ο Πιλάτος παρουσίασε το Χριστό και το ληστή Βαρραβά μπροστά στο λαό και ρώτησε ποιόν από τους δύο να απολύση για τη γιορτή του Πάσχα. Και ακούγονταν ακόμη δυνατότερες οι φωνές του όχλου που ζητούσε την απόλυση του Βαρραβά και τη θανάτωση του Ιησού.
Ο σκληρός τύρρανος, που ήτανε ταυτόχρονα άβουλος και αναποφάσιστος, διέταξε να μαστιγωθεί ο Ιησούς. Η μαστίγωση ήτανε σκληρή ποινή που συνόδευε την έσχατη ποινή της σταυρώσεως. Μπορούσε να επιβληθεί και σαν αυτοτελής ποινή. Σε καμιά περίπτωση όμως δε μπορούσε να επιβληθεί σε πρόσωπο που αθωώθηκε ή έστω σε κατηγορούμενο πριν από την τελική καταδίκη του. Η νομοθεσία του Ιουλίου Καίσαρος (Τίτλος Ι θέμα 1ον και τίτλος 6ος θέμα 7ον) ήτανε σαφής και παρεβιάσθη κατάφορα.
Σκηνές που θα ντροπιάζουν την ανθρωπότητα και ειδικότερα την ανθρώπινη δικαιοσύνη ακολούθησαν. Μετά από το βάναυσο φραγγέλωμα στην αυλή του Πραιτωρίου έντυσαν το ματωμένο σώμα του ενανθρωπίσαντος Θεού με βασιλική χλαμίδα, στεφάνωσαν την κεφαλή του αιώνιου Βασιλέα με ακάνθινο στεφάνι και βασάνισαν και εξευτέλισαν τον αμνό του Θεού τον αίροντα την αμαρτία του κόσμου. (Ιω. ΙΘ’ 1-3)
Ο εκπρόσωπος της ανθρώπινης δικαιοσύνης, ο Πιλάτος, βγήκε πάλι από το Πραιτώριο, κάθισε στην δικαστική έδρα στο ύψωμα του Λιθόστρωτου και απευθυνόμενος στους αρχιερείς και τον όχλο «λέγει αυτοίς. Ιδε ο άνθρωπος. Ότε ουν είδον αυτόν οι αρχιερείς και οι υπηρέται, εκραύγασαν λέγοντες. Σταύρωσον σταύρωσον αυτόν. 
Λέγει αυτοίς ο Πιλάτος. Λάβετε αυτόν υμείς και σταυρώσατε. Εγώ γαρ ουχ ευρίσκω εν αυτώ αιτίαν. Απεκρίθησαν αυτώ οι Ιουδαίοι: ημείς νόμον έχομεν, κατά τον νόμον ημών οφείλει αποθανείν, ότι εαυτόν Θεού υιόν εποίησεν.» (Ιω.ΙΘ’ 6-7)
Ο Πιλάτος αθώωσε το Χριστό για άλλη μια φορά, αλλά πάλε δεν τον απέλυσε. 
Και οι Ιουδαίοι παραδέχθηκαν ότι ο κατηγορούμενος βρέθηκε από το Μέγα Συνέδριο ένοχος θανάτου κατά το Μωσαϊκό δήθεν Νόμο γιατί απεκάλεσε τον εαυτό του υιό Θεού, πράγμα που απέκρυψαν από τον Πιλάτο μέχρι τη στιγμή αυτή.
Ο Πιλάτος παρέβη τη βασική νομική αρχή του Ρωμαϊκού Δικαίου «non bis in idem» (όχι δις επί της αυτής υποθέσεως) και ξαναμπήκε στο Πραιτώριο για να ανακρίνει και πάλε τον Ιησούν.
Η νέα απροσδόκητη κατηγορία ότι «εαυτόν υιόν Θεού εποίησε», η επιβλητική προσωπικότητα του Κυρίου, η γαλήνη που ακτινοβολούσε, το μήνυμα της γυναίκας του Πιλάτου και ο θρησκευτικός φανατισμός των Ιουδαίων συγκλόνισαν και σύγχισαν τον Πιλάτο.
Ο Πιλάτος συνομίλησε πάλε με τον Κύριο. Ο κατηγορούμενος δεν ήτανε συνηθισμένος άνθρωπος και μιλούσε σαν να είχε θεϊκή εξουσία. Ο κατηγορούμενος ήτανε ανώτερος από το δικαστή του. «Εκ τούτου εζήτει ο Πιλάτος απολύσαι αυτόν.» (Ιω. ΙΘ’13)
Ξανακάθησε ο Πιλάτος στη δικαστική έδρα και άνοιξε νέα συζήτηση με τον όχλο σε μια τελευταία προσπάθεια να αποφύγει τη σταύρωση του Ιησού. «οι δε Ιουδαίοι έκραζον λέγοντες. εάν τούτον απολύσης ουκ ει φίλος του Καίσαρος. πας ο βασιλέα εαυτόν ποιών αντιλέγει το Καίσαρι» (Ιω.ΙΘ’13).
Το τελευταίο τέχνασμα των εβραίων συγκλόνισε τον Πιλάτο γιατί βρισκόταν σε κάποια δυσμένεια του αυτοκράτορα Τιβερίου (Ιωσήπου Lib. XIII, Cap. III, p.1) και αποφάσισε αμέσως να σώσει το τομάρι του παρά να υπερασπιστεί τη δικαιοσύνη. Για να αποφύγει το βάρος της άδικης καταδίκης δεν εξέδωσε δικιά του απόφαση αλλά «λαβών ύδωρ απενίψατο τας χείρας απέναντι του όχλου λέγων. Αθώος ειμί από του αίματος του δικαίου τούτου. Υμείς όψεσθε. Και αποκριθείς πας ο λαός είπε. Το αίμα αυτού εφ’ ημάς και επί τα τέκνα υμών. Τότε απέλυσεν αυτοίς τον Βαρραβάν, τον δε Ιησούν φραγγελλώσας παρέδωκεν ίνα σταυρωθή.» (Ματθ. ΚΖ’ 24)
Εάν θεωρηθεί ότι η πράξη του Πιλάτου να νήψει τα χέρια του και να επιτρέψει στους Εβραίους να σταυρώσουν το Χριστό ισοδυναμεί με θανατική καταδίκη τότε πρέπει να θεωρήσουμε ότι κατεδικάσθη ο Ιησούς σε θάνατο επί εσχάτη προδοσία επειδή παρουσιαζόταν σαν βασιλέας, πράξη αντίθετη προς την Lex Julia Majestatis και τα Crimina Imminutae Majestatis.
Και ακολούθησε η εκτέλεση. Οι άνθρωποι σταύρωσαν τον ίδιο το Θεό τους. Και στάθηκαν οι Εβραίοι απέναντι από τον Σταυρό και έβριζαν και κορόϊδευαν. (Μάρκον ΙΕ΄31) «Ομοίως δε και οι αρχιερείς εμπαίζοντες προς αλλήλους μετά των γραμματέων έλεγον άλλους έσωσεν, εαυτόν ου δύναται σώσαι.» Παραδεχόταν δηλαδή και ενώπιον του Σταυρού ότι ο Χριστός έκανε θαύματα και έσωσε άλλους.
Σταυρώθηκε λοιπόν ο Χριστός και απέθανε και την τρίτη ημέρα ανεστήθη. Τι απέγιναν όμως οι άνθρωποι που ήταν υπόλογοι για την άδικη καταδίκη Του;
Ο προδότης Ιούδας επέστρεψε στον Ναό, έριξε πίσω τα τριάκοντα αργύρια και κρεμάστηκε σε δένδρο έξω από την Ιερουσαλήμ και αυτοκτόνησε.
Στο βίο της Αγίας Μαρίας της Μαγδαληνής (Μέγας Συναξαριστής, ΄Εκδοση Ε, Τόμος 7ος, σελ. 425) αναφέρεται ότι πήγε στη Ρώμη και κατήγγειλε στον Τιβέριο Καίσαρα τον Πόντιο Πιλάτο και τους αρχιερείς. Ο Καίσαρας ακούοντας για τα θαύματα του Χριστού και γνωρίζοντας ότι κατά τον χρόνο της σταύρωσης, έγινε σκότος σε ολόκληρη την οικουμένη διέταξε την προσαγωγή του Πιλάτου, του Άννα και του Καϊάφα στη Ρώμη. Ο Καϊάφας πέθανε κατά το ταξίδι και ο Άννας εκτελέστηκε στη Ρώμη. Ο Πιλάτος φυλακίστηκε έξω από τη Ρώμη και πέθανε στην φυλακή. Αντίθετα στα «χρονικά» του Ζωναρά, βιβλίο Στ’, γράφεται ότι ο διάδοχος του Τιβερίου ο Καλλιγούλας εξόρισε τον Πιλάτο στην Γαλλία και στο Γ’ βιβλίο της Εκκλησιαστικής Ιστορίας του Ευσέβιου γράφεται ότι ο Πιλάτος όταν ήταν εξόριστος στην Γαλλία ήρθε σε απόγνωση και αυτοκτόνησε.
Αυτά λοιπόν για τη δίκη του Χριστού και για τη δίκη των δικαστών Του, στην οποία ο Αυτοκράτορας κατεδίκασε τους δικαστές και κατά συνέπεια αυτή η απόφαση αποτελεί την έβδομη και τελική αθώωση του Χριστού.
Στην εβραϊκή δίκη του Μεγάλου Συνεδρίου σημειώσαμε 16 από τις παραβάσεις του Μωσαϊκού Νόμου.
Στη δίκη του Πιλάτου σημειώσαμε άλλες 16 σοβαρές παραβάσεις του Ρωμαϊκού Δικαίου.
Η όλη όμως διεξαγωγή των δικών, από τη βραδινή σύλληψη μέχρι την μεσημβρινή Σταύρωση, οι ψευδείς και εναλλασσόμενες κατηγορίες, η συνεχής εναλλαγή της δίκης και της ανάκρισης, η μεταφορά του Χριστού από τα σπίτια των αρχιερέων στο Πραιτώριο, στο λιθόστρωτο, στον Ηρώδη, οι βασανισμοί του κατηγορουμένου και η Σταύρωση Του ενώ βρέθηκε 6 φορές αθώος από τον Πιλάτο και τον Ηρώδη, δεν μπορούν να χαρακτηριστούν σαν δίκη, ούτε σαν παρωδία δίκης αλλά σαν το μεγαλύτερο κακούργημα της ανθρωπότητας και την αιώνια ντροπή που βαρύνει τον κόσμο όλο. Μεγαλύτερο έγκλημα δε μπορούσε να διαπράξει ο άνθρωπος. Και όμως τον Σταυρό του θανάτου μετέτρεψε ο Κύριος σε ξύλο της ζωής και το μέγα έγκλημα το μετέτρεψε σε Θείο Σχέδιο Σωτηρίας για μας, τους δήμιούς Του.
Τίποτε αντάξιο της θυσίας Του δεν έχουμε να του αντιπροσφέρουμε και περιοριζόμαστε στο μυστήριο της Θείας Μεταλήψεως. Το Αίμα του Χριστού δεν είναι «εφ’ υμάς και επί τα τέκνα ημών» αλλά μας προσφέρεται για να σωθούμε εμείς και τα παιδιά μας.
Ευχόμαστε η Σταυρική θυσία του Κυρίου μας να σώσει εμάς από τη δικαία καταδίκη.

Χρήστος Δερμοσσονιάδης
Πηγή: Παιδαγωγικό Ινστιτούτο Κύπρου.

Βλέπουμε τον Χριστό όπως μας βολεύει…

Και τελικά αυτή η ψεύτικη όραση μας οδηγεί σε πνευματική τύλφωση.

Βλέπουμε αυτό που συμφέρει τον εγωισμό μας και όχι την πραγματική αλήθεια. Συνήθως η αλήθεια ενοχλεί, πονάει, ειναι εκτυφλωτική και σε προκαλεί. 
Σε προκαλεί και σε προσκαλεί να αλλάξεις.
Τα βάγια γίνανε καρφιά, τα χειροκροτήματα γίνανε ραπίσματα, τα Ωσαννά γίνανε Σταυρωθήτω!. Πόσες φορές το “Δόξα τω Θεώ” έγινε “Γιατί σ’ εμένα Θεέ μου” μέσα σε δευτερόλεπτα. Πόσες φορές το “Ότι θέλει ο Θεός” θέλουμε να γίνει σύμφωνα με αυτό που θεωρούμε μέσα μας σωστό; Πόσες φορές όταν μιλάμε για θέλημα του Θεού στην ουσία θέλουμε ο Θεός να ευλογήσει το δικό μας θέλημα;
Έχουμε λανθασμένη θέαση των πραγμάτων. Τότε οι άνθρωποι ήθελαν κάποιον επίγειο ελευθερωτή, έναν κοσμικό Βασιλιά, αλλά μόλις είδαν ότι μιλάει για ελευθερία από τα πάθη και για Βασιλεία των Ουρανών τον ανέβασαν στον Σταυρό διότι δεν πληροί τα κοσμικά κριτήρια.
Είμαστε τελικά ΙΔΙΟΙ. 
Οι περισσότεροι πάμε στην Εκκλησία για να μας δώσει ο Θεός υγεία, επιτυχία στις πανελλήνιες των παιδιών, καλές δουλειές, χρήματα , κοσμική ευημερία, επιτυχίες σε κάθε κοσμικό σκαλοπάτι. Σε όλα αυτά φωνάζουμε “Ωσαννα!” Χειροκροτάμε τον Χριστό. Κάνουμε δωρεές, πάμε στην Εκκλησία, κάνουμε ιδιωτικές Λειτουργίες και αρτοκλασίες αλλά μόλις ο Θεός μας δείξει τον δρόμο για τη Βασιλεία των ουρανών που περνάει κάποιες φορές και από το καμίνι του πόνου αρχίζουμε τα “Σταυρωθήτω”. Θέλουμε έναν Θεό στα μέτρα μας. Δεν μας κάνει ο Χριστός. Αυτή είναι η πικρή αλήθεια. Ελάχιστοι είδαν τον Χριστό για αυτό που είναι και φορούν φωτοστέφανο. 
Οι υπόλοιποι απλά ΠΡΟΣΠΑΘΟΥΜΕ να δούμε τον Χριστό για αυτό που είναι και όταν μας αποκαλύπτεται στη ζωή μας κάποιες φορές μέσα από σκληρούς τρόπους τον διώχνουμε.
Όχι αγαπητοί μου, δεν είναι ο Θεός κάποια κοσμική αόρατη δύναμη που την καλούμε όποτε γουστάρουμε για να ικανοποιεί τα κοσμικά μας σχέδια που έχουν ημερομηνία λήξης. Τέτοιος Θεός δεν υπάρχει και στην τελική, μας είναι άχρηστος, δεν τον έχουμε ανάγκη. 
Αν ο θάνατος είναι το τέρμα και ο Θεός ένας υπερφυσικός μου υπηρέτης, τότε δεν τον χρειάζομαι. Δεν τον θέλω. Δεν με αγγίζει. Δεν μου κάνει. Δεν μου λέει τίποτα.
Ένας Θεός όμως που είναι πρόσωπο, εραστής και νυμφίος και έχω μαζί Του προσωπική σχέση τότε τα πράγματα αλλάζουν. Θέλει κότσια η προσωπική σχέση. Έχει ευθύνη, συγγνώμη, πάλη, μάχες, πτώσεις, χαμόγελα, άσκηση, πόνο. Ποιός τα θέλει όλα αυτά; Βολεύει ένα Θεός άγαλμα που του κάνω αρτοκλασίες και φανουρόπιτες για να εξαγοράζω την εύνοιά του.
Ο μοναδικός που “είδε” τον Χριστό για αυτό που πραγματικά είναι ήταν ο ληστής. 
Και αυτή η αναγνώριση τον έκανε πρώτο πολίτη του Παραδείσου.
Ο Χριστός είναι Θεάνθρωπος και μας άνοιξε τις Πύλες της Βασιλείας των Ουρανών. Θα φωνάζουμε “Ωσαννά” μέχρι να σβήσει ο ήλιος, και το “Σταυρωθήτω” θα το πώ στον εαυτό μου. Τότε θα αρχίζει η παλέτα της ζωής μου να παίρνει τα χρώματα του Παραδείσου.

π. Σπυρίδων Σκουτής

Οι προφητείες για το Πάθος και την Ανάσταση του Χριστού

“Ερευνάτε τας Γραφάς… εκείναι εισίν αι λαλούσαι περί εμού» (Ιωαν. 5,39). 

Ακούγονται στις μέρες μας κατά κόρον διάφορες φωνές και απόψεις από διάφορους, συχνά και εν πολλοίς άσχετους, σχετικά με καθαρώς θεολογικά θέματα της πίστεως μας.
Οι απόψεις αυτές-επιστημονικοφανείς-διατυπούμενες από ανθρώπους που «ευναυάγησαν περί την πίστιν» ή και αθέους και απίστους, ή δήθεν ερευνητές και προβαλλόμενες από τα σύγχρονα οποτικοακουστικά μέσα προκαλούν κραδασμούς στις καρδιές των πιστών και ενσπείρουν αμφιβολίες στους ολιγοπίστους.
Νεόκοπες θεωρίες και πορίσματα δήθεν ερευνών μιλάνε για ανακάλυψη του τάφου του Χριστού, για τη Μαρία τη Μαγδαληνή, για τη μη θαυματουργική αφή του αγίου φωτός του Παναγίου Τάφου. 
Άλλοι αρνούνται την ύπαρξη του Χριστού και φυσικά και την Ανάσταση Του και άλλοι τον πολεμούν, για να εφαρμοστεί και στις μέρες μας η ρήση του προφήτη Συμεών: «ούτος (=ο Χριστός) κείται εις πτώσιν και ανάστασιν πολλών εν τω Ισραήλ και εις σημείον αντιλεγόμενον». Άλλοι «αδαείς», αδιάβαστοι, λένε ότι τάχα είναι δόγμα του Χριστιανισμού το-πίστευε και μη ερεύνα-και άλλοι απορρίπτουν την Παλαιά Διαθήκη ως αγία Γραφή.
Ο Χριστός όμως λέει να μελετούμε την Αγία Γραφή (Παλαιά και Καινή Διαθήκη) χωρίς προκατάληψη, γιατί αυτή μιλάει για τον ίδιο
Όποιος θέλει καλοπροαίρετα ψάχνει να βρει την αλήθεια. Η αλήθεια δε φοβάται το ψέμα και το φως διώχνει το σκοτάδι. 
Ο Χριστός είναι «η αλήθεια και η ζωή», είναι «το φως του κόσμου» και όποιος τον ακολουθεί θα έχει «το φως της ζωής». Η Παλαιά Διαθήκη μας δείχνει, μας προαναγγέλλει το Χριστό: με τις προεικονίσεις-προτυπώσεις ή τύπους- εικόνες (Ισαάκ, Ιωσήφ, Μελχισεδέκ, Ιωνάς στην κοιλία του κήτους κ.λπ.) και κυρίως με τις προφητείες των Προφητών.
Σύμπαντες οι προφήτες, από το θεόπτη Μωυσή μέχρι τον Τίμιο Πρόδρομο, ζωγραφίζουν με θαυμαστή ενάργεια και παραστατικότητα το πρόσωπο του Χριστού καθώς και γεγονότα από το λυτρωτικό του έργο. Ενώ η Καινή Διαθήκη μας παρουσιάζει σαν πραγματικότητα πια τον μεγάλο αναμενόμενο, το «όραμα των Προφητών», την «προσδοκία των Εθνών» τον Υιό και Λόγο του Θεού, τον Σωτήρα και Λυτρωτή του κόσμου.
Έτσι η Παλαιά Διαθήκη εκπληρώνεται στην Καινή και η Καινή επαληθεύει την Παλαιά. 
Ο αναστημένος Χριστός, άγνωστος συνοδοιπόρος προς Εμμαούς των μαθητών Λουκά και Κλεόπα, τους επιπλήττει γιατί δεν μπορούσαν εύκολα να πιστέψουν σε όλα όσα είχαν πει οι προφήτες για το Μεσσία και τους εξηγεί «τα περί εαυτού» αρξάμενος από Μωυσέως και από πάντων των προφητών». Όλα όσα έπαθε ο Χριστός έγιναν σύμφωνα με το θείο σχέδιο. Τίποτε δεν έγινε τυχαία και άκαιρα, όλα εξυπηρετούσαν το έργο της θείας οικονομίας και διαδραματίστηκαν στον προκαθορισμένο χρόνο, στην «ώρα» τους.
Θα αναφερθούμε εδώ στις προφητείες που αναφέρονται στο πάθος και στην Ανάσταση του Χριστού. Οι προφήτες Δαβίδ, Ζαχαρίας, Ησαΐας, Αμώς, Ωσηέ φωτισμένοι από το Άγιο Πνεύμα «το λάλησαν δια των προφητών» έσχισαν το πέπλο του παρόντος και ρίχνοντας το προφητικό τους βλέμμα στο απώτερο μέλλον είδαν όσα θα συμβούν σχετικά με το Μεσσία.
Ανάμεσα τους ξεχωρίζει ο Ησαΐας, που ονομάστηκε «πέμπτος ευαγγελιστής» γιατί μιλάει ολοκάθαρα για τον «πάσχοντα δούλο του Θεού». Σύμφωνα με τις προφητείες αυτές, που εφαρμόστηκαν στο θεανδρικό πρόσωπο του Χριστού, ο Μεσσίας: – Θα οδηγηθεί αδιαμαρτύρητα στο πάθος «ως πρόβατον επί σφαγήν και ως αμνός εναντίον του κείροντος αυτόν άφωνος» (Ησ. 53,7) 8ος αι. π.Χ. Το πάθος του Κυρίου ήταν εκούσιο, θεληματικό και έγινε για τη σωτηρία του κόσμου. «Ιδε ο Αμνός του Θεού ο αίρων την αμαρτίαν του κόσμου» (Πρόδρομος). – Θα υποφέρει για τις αμαρτίες όλων μας και με το θάνατο του εμείς όλοι θα θεραπευτούμε: «Ούτος τας αμαρτίας ημών φέρει και περί ημών οδυνάται». «Ου τω μώλωπι ημείς πάντες ιάθημεν» (Ησαΐα 54,4).
Από το πάθος και το Σταυρό του Χριστού απορρέει η συγχώρηση των αμαρτιών μας και η αιώνια λύτρωση. Η θυσία του Κυρίου ήταν αντιπροσωπευτική και εξιλαστήρια. Στο Πάθος φαίνεται το μέγεθος της αγάπης του Θεού-Πατέρα προς τον άνθρωπο-υιό.
Θα υποστεί εκ μέρους των ανθρώπων κάθε είδους εξευτελισμό και ταπείνωση. «Τον νώτον μου έδωκα οις ραπίσματα, το δε πρόσω- πον μου ουκ απέστρεψα από αισχύνης εμπτυσμάτων» (Ησ. 50,6). Θα προδοθεί από τον Ιούδα (Ψαλμός 40,10-10ος αι. π.Χ.) Θα τρυπηθούν τα χέρια του και τα πόδια του. Θα μοιρασθούν με κλήρο τα ρούχα του «διεμερίσαντο τα ιμάτια μου εαυτοίς και επί τον ιματισμόν μου έβαλον κλήρον» (Ψαλμός 21,19). Θα εγκαταλειφθεί την ώρα του Πάθους και του Σταυρού από το Θεό-Πατέρα (θεία φύση). Τούτο σημαίνει ότι ο Χριστός «έπαθεν ως άνθρωπος υπέρ ημών, η δε θεότης απαθής διέμεινεν». Ο αναμάρτητος Ιησούς υπέμεινε με άκρα υπομονή την αφόρητη ψυχική και σωματική οδύνη, γιατί κουβαλούσε στους ώμους του τις αμαρτίες όλων των ανθρώπων, όλων των εποχών (Αγωνία της Γεθσημανή- «ινα τι με εγκατέλειπες;»).
Με τον πόνο του αυτόν ο Κύριος γλύκανε και μαλάκωσε κάθε ανθρώπινο πόνο. 
Έτσι, ο ανθρώπινος πόνος αποκτά βαθύτατο νόημα ως λυτρωτική συμμετοχή στο θείο πάθος. – Θα πουληθεί για τριάντα αργύρια: «έστησαν τον μισθόν μου τριάκοντα αργυρούς» (Ζαχαρ. 11-12-Ζ΄ αι. π.Χ.). – Θα του προσφέρουν ξύδι και χολή επάνω στο Σταυρό: «έδωκαν εις το βρώμα μου χολήν και εις την δίψαν μου εποτίσαν με όξος» (Ψαλμ. 68,22). – Θα σκοτιστεί ο ήλιος την ώρα της σταυρώσεως, ενώ θα είναι μεσημέρι: «και έσται εν τη ημέρα εκείνη και δύσεται ο ήλιος μεσημβρίας και συσκοτάσει επί της γης εν ημέρα το φως» (Αμώς, 8,9-Η’ αι. π.χ.). Την ώρα του Πάθους θα ανοίξουν οι τάφοι και θα αναστηθούν πολλοί νεκροί. «Αναστήσονται οι νεκροί και εγερθήσονται οι εν τοις μνημείοις» (Ησαΐα 26,19). 
Θα κατεβεί στον Άδη και το σώμα Του θα μείνει άφθαρτο στον τάφο, έως ότου αναστηθεί. «Ουκ εγκαταλείψεις την ψυχήν μου εις Αδην, ουδέ δώσεις τον οσιόν σου ιδείν διαφθοράν» (Ψαλμ. 15,10). Θα αναστηθεί ένδοξος από τον τάφο και θα σώσει τον κόσμο «εν τη τρίτη ημέρα εξαναστησόμεθα και ζησόμεθα ενώπιον αυτού» (Ωσηε, 6,2).
Ο Προφήτης Δανιήλ προσδιορίζει ακριβώς το χρόνο της σταυρικής θυσίας του Κυρίου και την αιώνια βασιλεία της Εκκλησίας Του. (Δανιήλ 9,25-27). – Για την Ανάσταση του Χριστού έχουμε και άλλες μαρτυρίες, όπως: την προφητεία του Ιεζεκιήλ για τα οστά που αναστήθηκαν και έγιναν άνθρωποι (Ιεζεκιήλ 37,1-4) το περιστατικό με τους τρεις παίδες στην κάμινο, που θεωρήθηκε από την Εκκλησία ως προεικόνιση της εις Άδου καθόδου και της τριήμερης παραμονής του στον τάφο. Γι’ αυτό ο ύμνος των Τριών Παίδων μαζί με την ιστορία τους, ψάλλεται λαμπρά και πανηγυρικά το πρωί του Μ. Σαββάτου, που τελούμε τον Εσπερινό της Ανάστασης.
Ιδιαίτερα όμως οι περιπέτειες του Ιωνά προτυπώνουν την Ανάσταση του Χριστού. 
Ο ίδιος ο Κύριος μίλησε για τον Ιωνά και παρουσίασε τις περιπέτειες του ως προτύπωση της δικής του Ανάστασης. «Μια γενιά πονηρή και άπιστη ζητάει να δει θαυματουργικό σημάδι! Μα δε θα σας δοθεί άλλο σημάδι παρά μόνο το σημάδι του προφήτη Ιωνά». 
Όπως δηλαδή ο προφήτης Ιωνάς ήταν τρεις μέρες και τρεις νύχτες στην κοιλιά του κήτους, έτσι θα είναι και ο Υιός του ανθρώπου, μέσα στη γη τρεις μέρες και τρεις νύχτες (Ματθ. 12,39-40).


Φωτογραφίες από πρόσφατη ενθρόνιση Μητροπολίτη!!!

ΚΥΡΙΕ ΕΛΕΗΣΟΝ…!


«Τίποτε δεν υπάρχει ίσο ή ανώτερο από τους οικτιρμούς του Θεού. Γι’ αυτό όποιος απελπίζεται, σφάζει ο ίδιος τον εαυτό του» (λόγ. ε΄, 23)

Υπάρχει συμφωνία σε όλους τους αγίους Πατέρες της Εκκλησίας που βασίζονται στην Αγία Γραφή, ότι δεν υπάρχει χειρότερο πράγμα στον κόσμο από την απελπισία. Την θεωρούν απείρως χειρότερη και από την ίδια την αμαρτία. Κι ο Πονηρός ακόμη δεν χαίρεται τόσο όταν βλέπει τον άνθρωπο να αμαρτάνει, όσο όταν απελπίζεται. Γιατί στην αμαρτία υπάρχει διέξοδος: η μετάνοια. Όταν μετανοείς, από την κόλαση πας στον ουρανό. Σαν τον άσωτο της γνωστής παραβολής: από τον άδη της ασωτείας βρέθηκε στην αγκαλιά του Θεού Πατέρα. Γιατί ακριβώς μετάνιωσε.

Γιατί πήρε τον δρόμο της επιστροφής. Η απελπισία όμως είναι ήδη ένας θάνατος, είναι μία αυτοκτονία, γιατί στην ουσία ο άνθρωπος σταματάει να υψώνει το βλέμμα του στον ουρανό. Μένει προσκολλημένος στον εαυτό του, στις ανύπαρκτες δυνάμεις του, στις πτώσεις του. Σαν τον χοίρο που κυλιέται στη λάσπη. Ο άγιος Ιωάννης το αναφέρει ωμά: «όποιος απελπίζεται, σφάζει ο ίδιος τον εαυτό του»!

Τι κρύβεται πίσω από την απελπισία; Γιατί ταυτίζεται με την ίδια την απιστία και τη βλασφημία επομένως του αγίου Πνεύματος – τη μόνη αμαρτία κατά τον Κύριο που δεν μπορεί ποτέ να συγχωρηθεί;

Κρύβεται η έλλειψη πίστης στην αγάπη του Θεού. Ο απελπισμένος έχει διαγράψει τον Θεό και την άπειρη αγάπη Του από τη ζωή του. Έχει διαγράψει συνεπώς τον Ιησού Χριστό και το όλο απολυτρωτικό έργο Του επί της γης. Κι αυτό γιατί έχει πιστέψει ότι η αμαρτία ή οι αμαρτίες του, οι θλίψεις κι οι δοκιμασίες του είναι υπεράνω αυτής της αγάπης. 
Μα τι μπορεί να υπερβεί τον Θεό ή να θεωρηθεί ίσο προς την αγάπη Του; Απολύτως τίποτε. Έπεσες λοιπόν; Αμάρτησες; Ρίξε τον πληγωμένο εαυτό σου στα χέρια του μεγάλου Ιατρού. Θα σε θεραπεύσει αμέσως. Νιώθεις ότι οι θλίψεις και οι δοκιμασίες σ’ έχουν καταβάλει ή ότι οι αδικίες σε έχουν πνίξει; Κοίτα τον Κύριο. Όλα αυτά, σου λέει, είναι συμμετοχή στο Πάθος Του. Μαζί τα περνάτε. Γι’ αυτό και δεν θα σε αφήσει να δοκιμαστείς παραπάνω από όσο αντέχεις. Και βεβαίως μη ξεχνάς το σημαντικότερο: Το Πάθος έχει και την άλλη όψη Του κι εκβάλλει πάντοτε σ’ αυτήν: την Ανάσταση!

«Όλες οι αμαρτίες του κόσμου, όλων των εποχών, είναι σαν μία σπίθα μπροστά στο πέλαγος. Τι μπορεί να κάνει η σπίθα στο πέλαγος; Έτσι, κι απείρως περισσότερο, είναι οι αμαρτίες του ανθρώπου μπροστά στο πέλαγος της αγάπης του Θεού» (ιερός Χρυσόστομος).

ΜΙΚΡΕΣ ΣΤΑΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΚΛΙΜΑΚΑ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ

Ένα Προφητικό Κείμενο του πατρός Αυγουστίνου Καντιώτη, γραμμένο το 1964, για την σημερινή πρωτοφανή Εκκλησιαστική Αποστασία



Θεολόγοι τίνες, επηρεαζόμενοι από τα σύγχρονα παγκόσμια ρεύματα, ως καραμέλλαν πιπιλίζουν τώρα τελευταίως την λέξιν

«οικουμενικότης»,
«οικουμενικόν πνεύμα»,
«οικουμενική κίνησις».

Οικουμενικότης! 
Τι ωραία λέξις! Αλλάκάτω από την λέξιν αυτήν κρύπτεται ο φοβερώτερος δια την Ορθοδοξίαν κίνδυνος.
Ποιος κίνδυνος; Θα τον παρουσιάσωμεν με ένα παράδειγμα:

Μία γυνή είνε πιστή εις τον άνδρα της. Δεν επιτρέπει τρίτος τις να υπεισέλθη εις τας σχέσεις των. Διαρκώς ενθυμείται τας επισήμους υποσχέσεις που έδωκεν ενώπιον Θεού και ανθρώπων.
Αλλ’ η γυνή αύτη τυγχάνει να είνε εκτάκτου καλλονής, και ελκύει τα βλέμματα πολλών.

Λόγω όμως της εντιμότητος της γυναικός, όποιος θα ετόλμα να την πλησίαση και να κάνη πρότασιν περί ανηθίκων σχέσεων, αμέσως θα απεκρούετο μετ’ οργής. Και εάν επέμενεν, ένα ισχυρόν ράπισμα της εντίμου γυναικός επί του αναιδούς προσώπου του θα τον έκανε να συνέλθη.

Τούτο λοιπόν καλώς γνωρίζοντες τα φαύλα υποκείμενα, άλλην μέθοδον μεταχειρίζονται.
Προσπαθούν να εξακριβώσουν εις ποία πράγματα αρέσκεται αύτη. Εάν, δηλαδή, αγαπά την ποίησιν, την φιλοσοφίαν, την καλλιτεχνίαν κ.λ.π. Και από τα πράγματα αυτά θ’ αρπαχθή ο κρύφιος εραστής, και με μεγάλην επιτηδειότητα θα επιδιώξη ν’ αρχίση αθώαν συζήτησιν επί των θεμάτων της αρεσκείας της γυναικός. «Τι ωραίον είνε αυτό το ποίημα!», «Τι ωραία είνε αυτή η εικών!», «Πόσον θαυμάσιον είνε αυτό το θεατρικόν έργον!», «Πόσον γλυκεία η μουσική!».
Έτσι αρχίζει ο διάλογος… Η δε αφελής και ανύποπτος γυνή αφήνεται να παρασύρεται εις μακράς συζητήσεις μετά του απατεώνος, του οποίου, καθ’ ον χρόνον η γλώσσα ρητορεύει περί φιλολογίας και καλλιτεχνίας, η καρδία σκιρτά επί τη μυστική ελπίδι της κατακτήσεως της γυναικός.

Και αφού δια των συζητήσεων δημιουργηθή κλίμα μεγάλης οικειότητος και αμοιβαίας κατανοήσεως, τότε θα επέλθη και «το μοιραίον», η άτιμος δηλαδή πράξις, η αισχρά ένωσις, η οποία ήρχισε μ’ ένα αθώον διάλογον, όπως ποτέ και εν τη Εδέμ ο πονηρότατος όφις μ’ ένα γλυκύν διάλογον κατώρθωσε να απατήση την Εύαν.
Μας εννοείτε, αγαπητοί μου, τι θέλομεν να είπωμεν; Παραβολικός είνε ο λόγος μας.

Η γυνή, περί της οποίας ομιλούμεν ανωτέρω, είνε η Ορθόδοξος ημών Εκκλησία.
Αυτή είνε η καλλονή.
Αυτή είνε η περιφέρουσα τον ήλιον, κατά την θαυμαστήν εικόνα της Αποκαλύψεως. 
Αυτή είνε η ηλιοστάλακτος, η φέρουσα επί της κεφαλής στέφανον αστέρων δώδεκα και τη σελήνη υπό τους πόδας αυτής (Αποκ. 12,1). Αυτή, η Ορθόδοξος Εκκλησία, έμεινε πιστή εις τον Κύριον, εις τον αιώνιον Νυμφίον.
Αυτή εφύλαξεν αγνήν την προφορικήν και γραπτήν παράδοσιν του Κυρίου και των αποστόλων, κατά την θεόπνευστον συμβουλήν∙ «Στήκετε, και κρατείτε τας παραδόσεις ας εδιδάχθητε είτε δια λόγου είτε δι’ επιστολής ημών» (Β’ Θεσ. 2,15).

Αυτή, η Ορθόδοξος Εκκλησία, επί 19 αιώνας μάχεται κραταιόν και αιματηρόν αγώνα κατά της πολυειδούς πλάνης, κατά των ποικιλωνύμων αιρέσεων, που επεζήτησαν να μολύνουν και να διαφθείρουν την αγνότητά της. Μία δε εκ των φοβερωτέρων αιρέσεων είνε και ο παπισμός, ο οποίος λόγω των πλανών του, του απολυταρχικού πνεύματος και των φοβερών εγκλημάτων του, προεκάλεσε τον προτεσταντισμόν και την κατάτμησιν της όλης χριστιανοσύνης. Ναι. Αιρετικοί είνε οι παπικοί, ως ορθώς τονίζει το ορθόδοξον περιοδικόν «Σωτήρ» εις το τελευταίον του φύλλον.

Την εμμονήν της Ορθοδόξου Εκκλησίας εις την πατρώαν ευσέβειαν γνωρίζουν καλώς οι εχθροί της, και μάλιστα ο παπισμός. Και επειδή οι εχθροί ούτοι δια πολλών παραδειγμάτων έχουν πεισθή ότι δι’ ενός κατά μέτωπον πολέμου δεν δύνανται να εκπορθήσουν το φρούριον της Ορθοδοξίας, άλλην τακτικήν μετέρχονται εσχάτως. Ήρχισαν νέον πόλεμον. 
Τον πόλεμον της …ειρήνης! Χειρότερον από τον πόλεμον των σταυροφοριών. Δεν ακούετε την λαλιάν του όφεως, του επιζητούντος να φθείρη τα νοήματα της Ορθοδοξίας από της απλότητος ημών; (Β’ Κορ. 113)· Ιδού τι λέγει ο όφις·

«Ω Ορθόδοξος Εκκλησία! Διατί μένεις μακράν; Μη με φοβείσαι. Δεν είμαι ο δράκων.
Είμαι ο γλυκύς άγγελος που σου φέρω το μήνυμα της αγάπης. Δεν έχω σκοπόν να σε θίξω εις τίποτε. Κράτησε τα δόγματά σου και τας παραδόσεις. Αυτά είνε δια τους θεολόγους… Εγώ σε προσκαλώ εις το σαλόνι μου δια να συζητήσωμεν άλλα θέματα. 
Δια να δημιουργήσωμεν ένα κοινόν μέτωπον κατά της πενίας, κατά της δυστυχίας, κατά της αθεΐας, κατά του κομμουνισμού, κατά του πολέμου κ.λ.π… (2) Δεν σε συγκινούν αυτά τα θέματα; Δεν σε ενθουσιάζει η πρότασις αυτή;
Έλα λοιπόν να διεξαγάγωμεν τον διάλογόν μας, επί υψηλού επιπέδου, επί του επιπέδου της οικουμενικότητος και της αμοιβαίας κατανοήσεως, και θα ιδής πόσον ωραία θα είνε η συνάντησίς μας!».

Ορθόδοξος Εκκλησία μας! Πονεμένη και μαρτυρική Μάνα μας! Θα δεχθής την πρότασιν αυτήν;
Θ’ ανοίξης διάλογον με τον παπισμόν; Και δεν διαβλέπεις ότι εις την πρότασιν αυτήν υπάρχει ο κίνδυνος, δι’ ανικανότητα και αναξιότητα των εκπροσωπούντων σε, να δημιουργηθή μία κατάστασις εις τρομερόν βαθμόν ευνοϊκή δια τους εχθρούς σου, μέσα εις την οποίαν, χωρίς να το καταλάβης, θα πέσης εις την αγκάλην του παπισμού και θα συμβή η… «ένωσις», η ψευδώνυμος ένωσις, η πνευματική μοιχεία, η πλέον άτιμος πράξις η οποία ημπορεί να συμβή ποτέ και δια την οποίαν θα χρειασθούν αιώνες μετανοίας;

Οι δε ορθόδοξοι, οι οποίοι θα θελήσουν να παίξουν ρόλον μαστροπού της Ορθοδόξου Εκκλησίας, θα έλθη η ώρα που θ’ αναστενάζουν και θα λέγουν: 
«Η γλώσσα αυτή, που ερρητόρευε περί οικουμενικότητος και αμοιβαίας κατανοήσεως, ας κοπή».
«Τα πόδια αυτά, που έτρεχον προς συνάντησιν των υποκρινομένων φιλίαν μετά της Ορθοδοξίας, ας σαπίσουν». «Τα χέρια αυτά, τα οποία υπέγραψαν επιστολάς και υπομνήματα οικουμενικότητος, να πέσουν!»

Αυτή, αγαπητοί μου, εν λόγω παραβολικώ και ρεαλιστικώ είνε η περιλάλητος θεωρία της οικουμενικότητος που «χάφτουν» οι εκ των ημετέρων χάνοι.
Η θεωρία περί οικουμενικής κινήσεως, κάτω από την οποίαν δύνανται να στεγασθούν όλα τα είδη των αιρέσεων, και τα πλέον ετερόκλητα στοιχεία, αποτελεί, επαναλαμβάνομεν, κίνδυνον δια την Ορθόδοξον Εκκλησίαν.

Διότι υποτιμά την σημασίαν των δογμάτων, των αιωνίων τούτων αληθειών της θείας αποκαλύψεως, αι οποίαι, διατυπωθείσαι θαυμαστώς εις τους συντόμους όρους των Οικουμενικών Συνόδων, είνε ως τα οστά και η σπονδυλική στήλη, άνευ των οποίων το σώμα μεταβάλλεται εις πλαδαράν και άμορφον μάζαν.

Υποτιμά τους Ιερούς Κανόνας, τους οποίους οι οπαδοί της οικουμενικότητος αποκαλούν «απηρχαιωμένα και σκωριασμένα όπλα».
Συνελόντι δε ειπείν, υποτιμά την Ορθόδοξον Εκκλησίαν καθόλου,δια την οποίαν οι οπαδοί της οικουμενικότητος λέγουν ότι «είνε αυταρέσκεια και βλασφημία να νομίζωμεν ότι αυτή και μόνη είνε η αληθινή Εκκλησία, η κατέχουσα ακίβδηλον την αλήθειαν της θείας αποκαλύψεως».

Ούτω τα δόγματα και η ηθική, αδιασπάστως ηνωμένα εν τη Ορθοδοξία, εν τη οικουμενική κινήσει τείνουν να εξατμισθούν και να παραμείνη ένα απατηλόν σχήμα αγάπης.

Ούτως η θεωρία της οικουμενικότητος και «της συνυπάρξεως των λαών», υπό κοσμικών και πολιτικών κύκλων του αιώνος υποστηριζόμενη προς στήριξιν μιας επισφαλούς ειρήνης, εισβάλουσα ήδη και εις τον πνευματικόν κόσμον, όπου οι συμβιβασμοί είνε απαράδεκτοι, δύναται να προκαλέση σύγχυσιν και αναστάτωσιν, πραγματικήν Βαβέλ. Η ζύμη είνε άχρηστος, εάν αναμιχθή με άλλα στοιχεία και χάση την δραστικήν της ενέργειαν. 
Και η Ορθοδοξία είνε η αρίστη ζύμη, η ζύμη της αληθείας η οποία δύναται όλον το φύραμα να ζύμωση, αλλ’ υπό την προϋπόθεσιν να παραμείνη άμικτος από ξενικά στοιχεία, καθαρά.

Δια τούτο εχθροί της Ορθοδοξίας είνε οι οπαδοί της θεωρίας της οικουμενικότητος.
Δεν διστάζομεν δε δια τούτο να ονομάσωμεν την κίνησιν αυτήν της οικουμενικότητος «νέαν αίρεσιν», εναντίον της οποίας πρέπει πάση δυνάμει ν’ αμυνθή η Ορθόδοξος Εκκλησία.


ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

1. Από το βιβλίο «αντιπαπικά», του π. Αυγουστίνου Καντιώτη, σελ. 98 -105, γραμμένο το 1964 (εκδόσεις «Σταυρός»).
Το όντως προφητικό αυτό κείμενο επαναδημοσίευσε η «Χριστιανική Σπίθα» (φύλλο 650, Απρίλιος 2007), μετά από προτροπή – επισήμανση ενός αναγνώστη της από την Αθήνα.

2. Κοντά στις άλλες προφάσεις για τον πονηρό διάλογο, μπορεί να προστεθεί τώρα το ενδιαφέρον για τη «μνεία του Χριστιανισμού στο ευρωσύνταγμα»,την «αντιμετώπιση της τρομοκρατίας», το«οικολογικό πρόβλημα», την «συνεργασία στον τομέα της βιοηθικής» κ.α. Κατά τα άλλα, τα λόγια του σεβαστού ιεράρχη είνε σαν να γράφτηκαν σήμερα!!!

Ο ΣΤΑΥΡΟΣ



Ὅσο βαρὺς κι ἂν εἶναι ὁ σταυρὸς τῆς δοκιμασίας, τὸ ξύλο ἀπὸ τὸ ὁποῖο κατασκευάσθηκε, πάντοτε φυτρώνει στὸ ἔδαφος τῆς καρδιᾶς! 

Μὴ φοβᾶστε. Κι ἂν γκεμίζονται ὅλα γύρω σας, κι ἂν ἰσοπεδώνονται οἱ ναοὶ καὶ τὰ μοναστήρια, μὴν ἀποκαρδιώνεστε! 

Μένει καὶ θὰ μένει ὄρθιος ὁ ναὸς τῆς ψυχῆς μας, τὸν ὁποῖο κανεὶς δὲν μπορεῖ νὰ καταστρέψει, παρὰ μόνον ἐμεῖς οἱ ἴδιοι! 

Θυσιαστήριο εἶναι ἡ καρδιά μας. 

Πάνω της, μὲ δάκρυα προσφέρουμε τὸ μέγα μυστήριο τῆς μετανοίας!

(Ἱερομάρτυς Σέργιος Μετσώφ)

Συναισθήματα που μας αρρωσταίνουν...

«Φοβόμαστε να παραδεχτούμε τα τρομερά συναισθήματα που τρέφουμε στην ψυχή μας, γι αυτό σπρώχνουμε πράγματα κάτω από το χαλί. Με τον καιρό όμως, κάθε συζήτηση που δεν έγινε, συσσωρεύεται και παράγει δυσαρέσκεια και πικρία..» (Jordan Peterson)
Γι αυτό ο άγιος Πορφύριος επέμενε τόσο πολύ να......μην κρατάμε μέσα μας τοξικά συναισθήματα υπογραμμίζοντας «μην αφήνετε κενά μέσα σας, γιατί τα κενά εκδικούνται». Κι αυτή είναι μια μεγάλη αλήθεια. Δεν φτάνει να βγάλεις ένα πάθος από την ζωή σου, σημασία έχει να γεμίσει και το κενό που δημιουργείται, διαφορετικά η οδύνη θα επιστρέψει πίσω με χειρότερη μορφή. Εάν δεν διηγηθούμε την ιστορία της ψυχής μας, το σώμα μας θα αναλάβει το ρόλο του αφηγητή. Και συνήθως οι αφηγήσεις του σώματος γίνονται με τα συμπτώματα μιας ασθένειας. Πολλές φορές μια ασθένεια φανερώνει τον τρόπο που ζήσαμε, και κυρίως που χειριστήκαμε τα συναισθήματα μας.

plibyos.blogspot.com

Και η "Παναγία των Παρισίων" ..."δούρειος ίππος" των Οικουμενιστών, δια της τελέσεως θεομίσητων συμπροσευχών!

Η Παναγία των Παρισίων γινόταν ορθόδοξη δύο μέρες κάθε έτος


Βυζαντινές ψαλμωδίες πλημμύριζαν κάθε χρόνο την Παναγία των Παρισίων και ευχή όλων είναι να αντηχήσουν στους ψηλούς τοίχους του μεγαλόπρεπου ναού το συντομότερο δυνατό.
Πολλοί μπορεί να αναρωτηθούν ποιος είναι ο λόγος που ένας ρωμαιοκαθολικός καθεδρικός ναός, συνυφασμένος με τη ζωή και την ιστορία της Γαλλίας, εκεί όπου στέφθηκαν βασιλιάδες και αυτοκράτορες, συνδέεται και με την Ορθόδοξη Εκκλησία. 
Η απάντηση εντοπίζεται στην εκκλησιαστική διπλωματία. Κανείς δεν αρνείται ότι η Ορθόδοξη και η Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία συνεχίζουν να έχουν σημαντικές δογματικές διαφορές. Η Ορθόδοξη Εκκλησία όμως, που επί αιώνες διαφυλάσσει ακέραιη την ψυχή και την ουσία της αρχαίας Εκκλησίας, δεν έχει να φοβηθεί τίποτα από τον διάλογο με τους ρωμαιοκαθολικούς. Σε μια κίνηση υψηλού συμβολισμού, η ορθόδοξη Μητρόπολη Γαλλίας πριν από χρόνια δώρισε στον καθεδρικό ναό του Παρισιού μια εικόνα του Αγίου Διονυσίου του Αρεοπαγίτη. Η ρωμαιοκαθολική Επισκοπή του Παρισιού έκτοτε παραχωρούσε σε κίνηση ευαρέσκειας τον ιστορικό καθεδρικό στις 2 και τις 3 Οκτωβρίου στη Μητρόπολη Γαλλίας για να τιμηθεί η μνήμη του Αγίου Διονυσίου Αρεοπαγίτη. Μάλιστα, το 2016 η Παναγία των Παρισίων είχε παραχωρηθεί προκειμένου να τελεστεί η θεία λειτουργία σύμφωνα με το βυζαντινό τυπικό. Το μυστήριο είχε τελέσει ο -τότε- αρχιμανδρίτης Μάξιμος Παφίλης, νυν επίσκοπος Μελιτινής, ενώ εκατοντάδες πιστοί ορθόδοξοι αλλά και ρωμαιοκαθολικοί εκκλησιάστηκαν.
Την τελευταία φορά που τελέστηκε ο πανηγυρικός εσπερινός ήταν τον Οκτώβριο του 2018, οπότε παραχωρήθηκε η μεγάλη Αγία Τράπεζα του καθεδρικού της Παναγίας των Παρισίων. Στην ακολουθία παρέστη ο ρωμαιοκαθολικός Αρχιεπίσκοπος Παρισίων Michel Aupetit, o οποίος ευχαρίστησε τους ορθοδόξους πιστούς για την παρουσία τους σε αυτόν τον ιστορικό ιερό ναό.

Α. Τριανταφύλλου

Είναι για οίκτο και δάκρυα οι Οικουμενιστές! - Ο Φαναρίου ομιλεί για τον ναό των αιρετικών, ωσάν να ομιλεί για ορθόδοξο ναό!

Φαναρίου: ''Σήμερα η Παναγία των Παρισίων έγινε Παναγία των δακρύων''


Ο Θεοφ. Επίσκοπος Φαναρίου κ. Αγαθάγγελος απέστειλε επιστολή μέ αφορμή τήν καταστροφική πυρκαγιά τής Παναγίας τών Παρισίων στόν Πρόεδρο τής Γαλλικής Δημοκρατίας, τόν Καρδινάλιο Kurt Koch, Πρόεδρο τού Ποντιφικού Συμβουλίου γιά τήν ενότητα τών Χριστιανών, τόν Ρωμαιοκαθολικό Αρχιεπίσκοπο τών Παρισίων κ. Michel Aupetit καί τόν πρέσβη τής Γαλλίας στήν Ελλάδα.


Δείτε την επιστολή στην ἑλληνική
Εξοχώτατε κ. Πρόεδρε,
Ο ναός επιτελεί ένα σημαντικότατο ρόλο στη ζωή της Εκκλησίας. Είναι στενά συνδεδεμένος με τη ζωή της Εκκλησίας και ιδιαίτερα με την ευχαριστιακή σύναξη, η οποία είναι κυριότερη σωτηριώδη πράξη της.
Εκτός από αυτό όμως η σημασία του ναού για τους πιστούς έχει και βαθύτερες συμβολικές προεκτάσεις.
Σύμφωνα με την Θεολογία των Πατέρων της Εκκλησίας μας, όλες οι ενδοκοσμικές πραγματικότητες, εκτός από την αισθητή τους διάσταση έχουν και υπεραισθητή και τη μυστική διάσταση.
Ο ναός είναι μια μικρογραφία του σύμπαντος κόσμου (ορατού και αοράτου). Είναι ένα ορατό σημείο - σύμβολο εκείνου που δεν μπορούν να δουν τα ανθρώπινα μάτια.
Στο ναό ο πιστός κάνει τη μεγάλη υπέρβαση του χρόνου και του χώρου. Ενώ βρίσκεται στη γη μετέχει του ουρανού, ενώ είναι μέρος του υλικού κόσμου, κοινωνεί με τον κόσμο των νοερών και πνευματικών δυνάμεων, ενώ ζει μέσα στους περιορισμούς του χρόνου, γεύεται την αιωνιότητα.
Η γη κι ο ουρανός ανακατεύονται κάθε Κυριακή και κάθε γιορτινή μέρα στη Θεία Λειτουργία.
Το να πας την Κυριακή στη Λειτουργία σημαίνει πραγματικά να βγείς από το σπίτι σου και να πας στον ουρανό.
Δεσπόζοντας στον παρισινό ουρανό, χαραγμένη στην καρδιά και στην μνήμη των Παριζιάνων, ο Ναός της Παναγίας των Παρισίων είναι άρρηκτα συνδεδεμένος με την ιστορία της Γαλλίας και την εθνική συνείδηση της Γαλλίας: η μεγάλη καμπάνα της ανήγγειλε στις 24 Αυγούστου 1944 την απελευθέρωση της πόλης από τους ναζί, ενώ 26 χρόνια μετά εκεί κηδεύτηκε ο αρχηγός της Γαλλικής Αντίστασης, ο στρατηγός Σαρλ ντε Γκολ.
Η Παναγία των Παρισίων θα μείνει χαραγμένη στις σελίδες της γαλλικής λογοτεχνίας και θα εμπνεύσει σειρά λογοτεχνών, τον Ζεράρ ντε Νερβάλ, τον Θεόφιλο Γκοτιέ, τον Σαρλ Πεγκί, τον Λουί Αραγκόν, τον Βίκτωρα Ουγκώ.
Σήμερα η Παναγία των Παρισίων έγινε Παναγία των δακρύων μετα την καταστροφική πυρκαγιά που κατέστρεψε ένα τμήμα αυτής.
Γνωρίζουμε όμως ότι η φλόγα της πίστης, η φλόγα της χριστιανικής καρδιάς, η αγάπη στην ιστορία και ο σεβασμός στα ιερά κειμήλια που συνδέθηκαν με την ιστορία και τους αγώνες του Γαλλικού Λαού θα ανασυστήσει και θα κάνει τον Ναό της Παναγίας και πάλι λειτουργικό, για να εμπνέει και να φωτίζει τις ψυχές των ανθρώπων της πίστης και του πνεύματος.
Από την θλίψη που μας προξένησε το γεγονός της καταστροφής του Ναού προχωράμε στην ελπίδα της Ανάστασης που θα σημάνει και την ανακαίνιση του Ναού.
Είμεθα κοντά σας σε ό,τι μας χρειασθείτε.
Με αισθήματα βαθείας τιμής

† Ο Φαναρίου Αγαθάγγελος
Γενικός Διευθυντής
Αποστολικής Διακονίας της Εκκλησίας της Ελλάδος

Δείτε την επιστολή στην γαλλική Monsieur le Présidente de la République,
Chaque église joue un rôle prépondérant dans la vie ecclésiale, étant strictement indissolublement liée avec elle et surtout avec la synaxe de saint Eucharistie qui constitue son acte salvatrice principal.
En plus, l’importance de l’église a une signification plus large. D’après la théologie des Pères de l’Eglise, toutes les réalités séculaires, mis à part leur dimension perceptible, ont aussi une autre dimension indicible et mystique.
L’église est une micrographie du cosmos visible et invisible. Elle est un signe ou un symbole de ce que les yeux du corps n’arrivent pas à saisir.
Dans l’église chaque fidèle surpasse les limites de temps et d’espace. Bien que l’église se trouve sur la terre, elle participe à la gloire céleste, bien qu’elle soit partie du monde matériel, elle est en communion avec le monde invisible, bien qu’elle existe dans le monde temporel, elle a un avant-gout de l’éternité.
Chaque dimanche et chaque jour festif lors de la Liturgie sainte, la terre et le ciel se mélangent. Participer à la messe du dimanche signifie littérairement de sortir de chez toi et aller au ciel.
L’église de Notre Dame qui domine sous le ciel de Paris, se trouve dans le cœur et la mémoire des Parisiens, elle est strictement liée à l’histoire de la France et à sa conscience nationale.
C’est sous le son de sa cloche que la libération de Paris de l’occupation du régime de Nazis a été annoncée le 24 août 1944. 25 ans plus tard c’est là qu’a été enterré le chef de la résistance française, le Général Charles De Gaulle. L’église de Notre Dame restera éternellement dans les pages de la littérature française étant source d’inspiration d’écrivains renommés, comme Gérard de Nerval, Théophile Gautiér, Charles Péguy, Luis Aragon, Victor Hugo
Aujourd’hui, après cet incendie catastrophique qui a détruit une grande partie de l’édifice, l’église de Notre Dame est devenue l’église des larmes.
Mais nous sommes convaincus que la flamme de la foi et du cœur chrétien, l’amour pour l’histoire et le respect pour les reliques sacrées, liés à l’histoire et aux luttes du peuple de la France, vont restituer l’église de Notre Dame et la rendre de nouveau active, inspirant et allumant les âmes des gens fidèles et spirituels.
Même s’il y a de la tristesse, suscitée par cette catastrophe, il y a l’espoir pour la Résurrection, à savoir la reconstruction de l’église.
Nous sommes à votre pleine disposition.
J'ai l'honneur, Monsieur le Président, de présenter à Votre Excellence l'expression de ma très haute considération.

† Agathaggelos, évêque de Phanarion
Directeur Général
d’Apostoliki Diakonia de l’Eglise de Grèce

Νοτρ Νταμ – η διαδρομή μιας πτώσης



Μετά την απόσχιση των παπικών από την Αγία Καθολική και Αποστολική Εκκλησία το 1054, ξεκίνησε ο σχεδιασμός και η κατασκευή του Νοτρ Νταμ (γνωστός και ως «Παναγία των Παρισίων») το 1160 για να ολοκληρωθεί περίπου 100 χρόνια αργότερα, το 1260. Τότε ήταν που εμφανίστηκε και η γοτθική τέχνη, η οποία αποτυπώθηκε στο κτίσμα αυτό. Από τότε, ο ναός αυτός υπέστη αλλαγές και καταστροφές.

Τον 14ο αιώνα, προστέθηκαν επίστεγες αντηρίδες (γοτθικές αψίδες) ως υποστυλώματα για να υποστηρίξουν υψηλότερες και μεγαλύτερες κατασκευές έτσι ώστε να τοποθετηθούν μεγαλύτερα παράθυρα και έργα τέχνης. Το 1548αρκετά αγάλματα του Νοτρ Νταμ καταστράφηκαν από Γάλλους διότι τα θεωρούσαν ειδωλολατρικά. Μέχρι τον 17ο και 18ο αιώνα, ολόκληρο το εσωτερικό του Νοτρ Νταμ άλλαξε για να συμβαδίζει με ένα πιο σύγχρονο στυλ. Η μεγαλύτερη καταστροφή πριν την πυρκαγιά το 2019, έγινε το 1793 μετά την Γαλλική επανάσταση. Τότε, τα περισσότερα αγάλματα και ιερά αντικείμενα (υποθέτω πολλά κλεμμένα από την Πόλη) καταστράφηκαν και ο ίδιος ο ναός προσαρμόστηκε για κοσμική χρήση. Μέχρι και τις πρώτες δεκαετίες του 18ου αιώνα, ο ναός ήταν σχεδόν κατεστραμμένος. Η ανοικοδόμηση ξεκίνησε το 1844μετά το βιβλίο του Βίκτορ Ουγκώ το 1831. Προσπάθησαν να επαναφέρουν το αρχικό στυλ μέσα από ζωγραφιές, και εκεί που δεν ήξεραν χρησιμοποίησαν την φαντασία τους. Πρόσθεσαν επίσης νέα αγάλματα και γκαργκόιλς (αυτά τα δαιμονικά τέρατα στις άκρες του κτηρίου) κοντύτερα στην αντίληψη του Βίκτορ Ουγκώ για τους τουρίστες. Στο δεύτερο μισό του 18ου αιώνα αντικαταστάθηκε και το καμπαναριό διότι είχε υποστεί φυσικές φθορές.

Αξιοσημείωτη είναι η αναφορά ότι στις καταστροφές του Νοτρ Νταμ κατά την Γαλλική επανάσταση «μία γυμνή πόρνη λατρεύτηκε πάνω στην Αγία Τράπεζα ως ‘θεά της λογικής’». 226 χρόνια αργότερα και 965 μετά την πτώση του Πάπα, η ίδια «θεά της λογικής» θρήνησε την καταστροφή ενός «αρχιτεκτονικού αριστουργήματος» και τίποτε άλλο.







Από την ανέγερση του αρχικού ναού το 1160 από τον ‘επίσκοπο’ Maurice de Sully, στην ανοικοδόμησή του το 1844 από τον αυτοκράτορα Louis Philippe, στην νεότερη ανοικοδόμησή του από τους μεγιστάνες της εποχής : όμιλος μόδας Kering, πετρελαϊκή Total, ο διαφημιστικός όμιλος JCDecaux, γαλλική τράπεζα Societe Generale, τράπεζα Credit Agricole, εταιρεία παροχής υπηρεσιών πληροφορικής Cap Gemini, κατασκευαστική Vinci, εταιρεία ελαστικών Michelin, γαλλική τράπεζα BNP Paribas, για να ονοματίσω μόνο ορισμένους. 
Ήδη μαζεύτηκε ένα δις και αναρωτιέται κανείς πόσο καλά θα ήταν εάν όλοι αυτοί με την ίδια σπουδή και γενναιοδωρία προσέφεραν τις υπηρεσίες τους στις χώρες του τρίτου κόσμου.

Τι ακριβώς θρήνησε η Γαλλία και ολόκληρη η Δύση; Την αλαζονεία της και την υποκρισία της. Το πραγματικό δράμα της Γαλλίας και ολόκληρης της Δύσεως ξεκινάει από πολύ πριν, κάπου εκεί στο 1054. Ποτέ δεν κατάλαβε τί είχε και ποτέ δεν κατάλαβε τί έχασε πραγματικά. Από τότε είναι καταδικασμένη να ζει σε επαναλήψεις την ίδια της την πτώση.