.

.

Δός μας,

Τίμιε Πρόδρομε, φωνή συ που υπήρξες η φωνή του Λόγου. Δος μας την αυγή εσύ που είσαι το λυχνάρι του θεϊκού φωτός. Βάλε σήμερα τα λόγια μας σε σωστό δρόμο, εσύ που υπήρξες ο Πρόδρομος του Θεού Λόγου. Δεν θέλουμε να σε εγκωμιάσουμε με τα δικά μας λόγια, επειδή τα λόγια μας δεν έχουν μεγαλοπρέπεια και τιμή. Όσοι θα θελήσουν να σε στεφανώσουν με τα εγκώμιά τους, ασφαλώς θα πετύχουν κάτι πολύ πιό μικρό από την αξία σου. Λοιπόν να σιγήσω και να μη προσπαθήσω να διακηρύξω την ευγνωμοσύνη μου και τον θαυμασμό μου, επειδή υπάρχει ο κίνδυνος να μη πετύχω ένα εγκώμιο, άξιο του προσώπου σου;

Εκείνος όμως που θα σιωπήσει, πηγαίνει με τη μερίδα των αχαρίστων, γιατί δεν προσπαθεί με όλη του τη δύναμη να εγκωμιάσει τον ευεργέτη του. Γι’ αυτό, όλο και πιό πολύ σου ζητάμε να συμμαχήσεις μαζί μας και σε παρακαλούμε να ελευθερώσεις τη γλώσσα μας από την αδυναμία, που την κρατάει δεμένη, όπως και τότε κατάργησες, με τη σύλληψη και γέννησή σου, τη σιωπή του πατέρα σου του Ζαχαρία.

Άγιος Σωφρόνιος Ιεροσολύμων

Γιατί ἀνέχεσθε αὐτὸν τὸν ἐξευτελισμὸ τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ;


Ὁ Κύριος εἶπε ὅτι δὲν ἐπιτρέπει οὔτε «ἰῶτα ἓν ἢ μία κεραία» νὰ παραβλέψουμε, νὰ ἀλλάξουμε ἀπὸ τίς Ἐντολές Του καὶ φυσικὰ ἀπὸ ὅσα ἡ Ἐκκλησία Του ἐθέσπισε. 

Ἡ Ἐκκλησία στὸ Σύμβολο τῆς Πίστεως ὁρίζεται ὡς «Μία, Ἁγία, Καθολικὴ καὶ Ἀποστολική». Ὅλες τὶς διαστάσεις αὐτῆς τῆς Ἐκκλησίας ‒τὴν πραγματικότητα τῆς Ἐκκλησίας‒ οἱ Οἰκουμενιστὲς μὲ ἀποφάσεις καὶ δηλώσεις τους (ὅπως παρακάτω φαίνεται) ἔχουν προσβάλει, ἀλλοιώσει, βλασφημήσει καὶ κατακρεουργήσει. 

Ὅταν ὁ Νεστόριος ἔπραξε κάτι ἀνάλογο (ὀνομάζοντας τὴν Παναγία Χριστοτόκο κι ὄχι Θεοτόκο), Πατριάρχες, Ἱερεῖς, Μοναχοὶ καὶ ὁ πιστὸς Λαὸς ἀντέδρασαν ἀκαριαῖα καὶ ἀπομακρύνθηκαν ἀπὸ τοὺς βλάσφημους. 

Σήμερα γιατί ἱερωμένοι καὶ λαϊκοὶ (ὄχι γιὰ μία βλάσφημο ἔκφραση, ἀλλὰ γιὰ πολλές) δὲν ἀπομονώνουν τοὺς βλάσφημους; 

Μήπως εἶναι καιρὸς οἱ πιστοὶ νὰ ἐρωτοῦν ἐνοχλητικὰ καὶ φορτικὰ Ἐπισκόπους καὶ ἱερεῖς: Γιατί ἀνέχεσθε αὐτὸν τὸν ἐξευτελισμὸ τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ;

Τὸ παρακάτω κείμενο εἴδαμε στὸ διαδίκτυο.

Ἀπορρίπτουμε τὴν αἵρεση τοῦ Οἰκουμενισμοῦὑπὸ ὅλες τὶς μορφὲς καὶ διατυπώσεις του:

Α΄. Τὴν παρουσία τῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν στὸ λεγόμενο «Παγκόσμιο Συμβούλιο τῶν Ἐκκλησιῶν».

Β΄. Τὴν αἵρεση, κατὰ τὴν ὁποία ἡ Ὀρθοδοξία ἀποτελεῖ μόνο ἕνα μέρος τῆς Ἐκκλησίας.

Γ΄. Τὴν αἵρεση, κατὰ τὴν ὁποία ὅλες οἱ χριστιανικὲς ὁμολογίες εἶναι κλάδοι τῆς Μίας Ἐκκλησίας.

Δ΄. Τὴν αἵρεση, κατὰ τὴν ὁποία ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία εἶναι μία Ἐκκλησία μεταξὺ πολλῶν ἄλλων «οἰκογενειῶν Ἐκκλησιῶν», οἱ ὁποῖες ἀποτελοῦν μαζὶ τὴν Μία Ἐκκλησία.

Ε΄. Τὴν αἵρεση, κατὰ τὴν ὁποία ἡ ἑνότης τῆς Ἐκκλησίας ἔχει ἀπολεσθεῖ. Ἡ Ἐκκλησία, σύμφωνα μὲ τὴν ὀρθόδοξη διδασκαλία, εἶναι Μία καὶ Μοναδική, ἐπειδὴ ἡ Κεφαλή της εἶναι Μία, ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστός. Ἡ ἑνότης τῆς Ἐκκλησίας ἐκφράζεται διὰ τῆς ἑνότητος τῆς πίστεως, τῆς λατρείας καὶ τῆς διοικήσεως καὶ διὰ της ὑπακοῆς τῶν πιστῶν στὴν ἱεραρχία της, ἐφ' ὅσον ἡ ἱεραρχία διατηρεῖ τὴν ἑνότητα τῆς πίστεως.

Στ΄. Τὴν αἵρεση, κατὰ τὴν ὁποία ἡ Ἐκκλησία εἶναι «διῃρημένη σὲ χριστιανικὲς ὁμολογίες», καὶ ὅτι τώρα ἐμεῖς, ὡς δῆθεν «νέοι πατέρες», θὰ πρέπει νὰ «ἐπανεύρουμε τὴν ἑνότητά της» διὰ τοῦ «δογματικοῦ μινιμαλισμοῦ», μὲ τὸ νὰ ἀποδεχτοῦμε δηλ. ὡς βάση τῆς ἑνώσεως τῶν ὀρθοδόξων μὲ τὶς αἱρέσεις μία μινιμαλιστικὴ πίστη, δηλ. μόνο τὴν πίστη στὴν Ἁγία Τριάδα καὶ στὸν Ἰησοῦ Χριστὸ ὡς Σεσαρκωμένο Θεὸ καὶ Σωτῆρα, παραβλέποντας ὅλα τὰ ὑπόλοιπα δόγματα τῆς Ἐκκλησίας, συμπεριλαμβανομένης τῆς μυστηριακῆς ἱερωσύνης, τῶν ἱερῶν εἰκόνων, τῆς ἀκτίστου Χάριτος, τῆς τιμητικῆς προσκυνήσεως τῶν Ἁγίων κλπ.

Ζ΄. Τὴν αἵρεση, κατὰ τὴν ὁποία ὑπάρχει μία «ἀόρατη ἑνότητα» τῆς Ἐκκλησίας, μέσῳ τῆς κοινῆς πίστεως στὴν Ἁγία Τριάδα καὶ στὸν Ἰησοῦ Χριστό, ὡς Κύριο καὶ Σωτῆρα, καὶ ὅτι αὐτὴν (τὴν «ἀόρατη ἑνότητα») θὰ ἀκολουθήσει μία «ὁρατὴ ἑνότητα», ἡ ὁποία θὰ ἐκπληρωθεῖ διὰ τῆς ἑνώσεως τῶν «ὁμολογιῶν» (ἑνότης ἐν τὴ ποικιλία τῶν δογμάτων καὶ παραδόσεων).

Η΄. Τὴν αἵρεση, κατὰ τὴν ὁποία ἀρκεῖ νὰ πιστεύει κανεὶς στὴν Ἁγία Τριάδα καὶ στὸν Κύριο Ἰησοῦ, ὡς Θεὸ καὶ Σωτῆρα, γιὰ νὰ ἀνήκει στὴν Ἐκκλησία. Δηλ. ἡ Ἐκκλησία θεωρεῖται ὡς σύναξη ὅλων τῶν χριστιανικῶν «ὁμολογιῶν».


https://orthodox-voice.blogspot.com/2022/08/blog-post_28.html

π. Άγγελος Άγγελακόπουλος: Κυβιστήσεις καί συκοφαντίες!


Τοῦ Παναγιώτη Σημάτη

Διάβασα τὸ ἄρθρο τοῦ κ. Τσακίρογλου (δεῖτε ἐδῶ) μὲ τίτλο: «Ἡτραγικὴ περίπτωση τοῦ π. Ἀγγέλου Ἀγγελακόπουλου». Προκαλεῖ πράγματι θλίψη ἡ περίπτωση τοῦ π. Ἀγγέλου. Δεκαπέντε (15) περίπου εἶναι οἱ ἀποτειχισμένοι ἱερεῖς στὴν Ἑλλάδα καὶ ὁ π. Ἄγγελος μὲ τὸ ἄρθρο τοῦ «Τί εἶναι ἡ ἀποτείχιση, τί ἐπιτρέπεται καὶ τί ἀπαγορεύεται σ' αὐτὴν»ἀπορρίπτει-διαγράφει τοὺς δέκα (10) ἀποτειχισμένους ἱερεῖς ‒ως ἄλλος Ἱεροεξεταστής‒ κολλῶντας τους τὴν ταμπέλα τῶν «μὴ ὀρθῶς ἀποτειχισμένων», χωρὶς νὰ δίνει γι' αὐτὸ καμιὰ ἐξήγηση. 

Πόσο ἔντιμο εἶναι (γιατί Εὐαγγελικὸ καὶ ἀδελφικὸ δὲν εἶναι) νὰ ἀποκλείεις κάποιον χωρὶς νὰ ἐπικοινωνήσεις μαζί του, χωρὶς νὰ τὸν παρακαλέσεις νὰ ἀλλάξει, ἂν τυχὸν ἔχει ἐσφαλμένη πρακτικὴ περὶ ἀποτείχισης;

Καὶ γιὰ νὰ προλάβουμε τυχὸν δυσνοήσεις. Καὶ ἐμεῖς ἔχουμε ἀναδείξει/καυτηριάσει ὅ,τι ἀντιπατερικὸ καὶ μὴ πρέπον ἐμφανίζεται στὴν διδασκαλία τοῦ ὁποιουδήποτε ποὺ ἀγωνίζεται ἐνάντια στὴν αἵρεση. Τὰ θέσαμε ὅμως ὅλα πρὸς κρίση, δὲν ἀρνηθήκαμε ἢ ἀποφύγαμε τὸν διάλογο· παρακαλέσαμε νὰ γίνει μία σύναξη, στὴν ὁποία θὰ ξεκαθαριζόταν τί εἶναι σωστὸ καὶ τί ὄχι, καὶ δὲν ἀμφισβητήσαμε ποτὲ τὴν ἀποτείχιση του. Ἀπόδειξη ἀποτελεῖ ὁ χαιρετισμὸς τῆς ἀποτείχισης τοῦ π. Ἀγγέλου καὶ ἡ προσφορὰ συμβολῆς μας σὲ ὅ,τι χρειαστεῖ, χωρὶς νὰ ζητήσουμε κάτι ἢ νὰ ἀναφέρουμε ὑποτιμητικὰ τὸ παρελθόν του, ὅπως μᾶς κατηγοροῦν κάποιες εἴρωνες.

Μὲ λύπη μου θὰ καταθέσω τὴν ἐπιπολαιότητα, τὴν ἀδιακρισία, τὴν συκοφαντία, τὰ ψεύδη ποὺ χρησιμοποιεῖ ὁ π. Ἄγγελος γιὰ νὰ πλήξει (ὄχι γιὰ ἐλέγξει ἐν ἀγάπῃ) ἀδελφούς του, πρὸς τοὺς ὁποίους φέρεται, ὡσὰν νὰ ἦσαν ἀντίπαλοι. Κι ἂς γνωρίζει ὅτι, ἐνῶ αὐτὸς εἶναι κλεισμένος στὸ ἄγνωστο καὶ ἀσφαλὲς καβούκι του, αὐτοὶ κάνουν ἑκατοντάδες χιλιόμετρα κάθε μῆνα, ὁδικῶς καὶ διὰ θαλάσσης, γιὰ νὰ ἐξυπηρετήσουν ἀποτειχισμένους. Καμία Οἰκονομία γι' αὐτούς, ἐνῶ γιὰ τὴν ὁμάδα τοῦ π. Ζήση (χωρὶς αὐτὸ φυσικὰ νὰ σημαίνει ὅτι ὁ π. Θεόδωρος συμφωνεῖ μαζί του, πρᾶγμα ποὺ θὰ ἐξέπληττε) καὶ τὴν εἴρωνα ἱστολόγο τους, ἡ Οἰκονομία τοῦ π. Ἀγγέλου πλεονάζει!

Θὰ ἀποδείξω παρακάτω ὅτι ὁ π. Ἄγγελος ἔχει ἀναγάγει, τὴν παντελῶς ἄδικη καὶ ἀνάδελφη δημόσια καταδίκη, σὲ συνήθεια.

Τὴν 10-1-2018 ὁ π. Ἄγγελος δημοσίευσε ἄρθρο μὲ τίτλο «Συμβολὴ στὸ θέμα τῆς διακοπῆς μνημοσύνου» (δεῖτε ἐδῶ) στὸ ὁποῖο μεταξὺ ἄλλων κάνει μιὰ συκοφαντικὴ ἐπίθεση στὸν π. Εὐθύμιο Τρικαμηνά. Εἶναι ἕνας ἀπὸ τοὺς δέκα ἱερεῖς ποὺ καὶ τώρα ἐξοστρακίζει. Τότε ἤμουν διαχειριστὴς τοῦ ἱστολογίου «Πατερικὴ Παράδοση» καὶ δημοσίευσα τὸ ἄρθρο του μὲ ἕνα μικρὸ σχόλιο ὑπὸ τὸν τίτλο: «Στοῦ κουφοῦ τὴν πόρτα ὅσο θέλεις βρόντα! Πῶς ἄραγε χωρᾶ, τόση ἀνεντιμότης καὶ ψευτιά, στὸ στόμα ἑνὸς ἱερέα;».

Μὲ τὸ σχόλιο τόνιζα ὅτι ὅλη ἡ πολεμικὴ ἐναντίον τοῦ π. Εὐθυμίου γινόταν, ἐπειδὴ ὁ π. Εὐθύμιος καὶ τὸ ἱστολόγιο δὲν εὐθυγραμμιζόταν μὲ τὴν ἀμάρτυρη «δυνητικὴ» θεωρία τοῦ π. Θ. Ζήση, τὴν Οἰκονομία κοινωνίας τῶν ἀποτειχισμένων μὲ Οἰκουμενιστὲς «εὐσεβεῖς». Κάτι ποὺ καταργεῖ τὸν ἀγῶνα ἐναντίον τῆς Παναιρέσεως, ποὺ ἔκανε τὴν ΟἰκονομίαἈκρίβεια, ἀφοῦ τὴν ἐφαρμόζει ἀκόμα καὶ σήμερα.

Ἡ μόνη σωστὴ ἀναφορὰ τοῦ π. Ἀγγέλου σ' αὐτὸ τὸ συκοφαντικὸ δημοσίευμα ἦταν στὴν ὀμιχλώδη θέση τοῦ π. Εὐθυμίου «κατ' οἰκονομίαν ἔγκυρα μυστήρια». Θέση ποὺ προσωπικὰ ἀπορρίπτω (ἂν καὶ κατηγορήθηκα πολλὲς φορὲς ὅτι λειτουργῶ παραταξιακά). Τότε ὁ π. Εὐθύμιος, στὰ διάφορα ἐρωτήματα ποὺ ἀπευθύναμε γιά το «κατ' οἰκονομίαν ἔγκυρα», ἀπαντοῦσε, πὼς αὐτὴ εἶναι ἡ τοποθέτησή του, ἀλλ' εἶναι ἕτοιμος νὰ ἀκολουθήσει γιὰ τὸ θέμα τὴν ἀπόφαση Συνάξεως τῶν ἀποτειχισμένων πατέρων. Σύναξη τὴν ὁποία καὶ ὁ ἴδιος ἐπεδίωκε καὶ τὸ ἱστολόγιο (μὲ τὴν διὰ ὑπογραφῆς σύμφωνη γνώμη ἑκατοντάδων πιστῶν) πολλάκις ἐζήτησε, ἀλλὰ προσέκρουε στὴν ἄρνηση κυρίως τῆς ὁμάδας τοῦ π. Θ. Ζήση.

Καὶ ἔρχομαι στὸ συγκεκριμένο ἄρθρο (10-1-2018).

Γράφει ὁ π. Ἄγγελος:

ΣΤ) Σύμφωνα μέ τόν ἔγκριτο καί ἐξαίρετο κανονολόγο μακαριστό ἀρχιμανδρίτη π. Ἐπιφάνιο Θεοδωρόπουλο, ὁ 15ος Ἱερός Κανών τῆς ΑΒ΄ Συνόδου εἶναι δυνητικός καί ὄχι ὑποχρεωτικός... Ὁ Κανών δέν νομοθετεῖ ὑποχρέωση, ἀλλά ἁπλῶς παρέχει δικαίωμα. Πουθενά δέν λέγει ὅτι ὀφείλουν οἱ Κληρικοί νά ἀποχωρίζονται ἀπό τέτοιο Ἐπίσκοπο πρίν ἀπό τήν καταδίκη του...

ΚΕ) Οἱ μόνοι κληρικοί, πού ἐφαρμόζουν ὀρθά τήν διακοπή μνημοσύνου στόν Ἑλλαδικό χῶρο, εἶναι ὁ ὁμότιμος καθηγητής τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς τοῦ Α.Π.Θ. Αἰδεσιμολογιώτατος Πρωτοπρεσβύτερος π. Θεόδωρος Ζήσης... 

Κι ἐδῶ ἔχουμε τὴν πρώτη κυβίστηση τοῦ π. Ἀγγέλου. Αὐτὰ ποὺ πολλὲς φορές, καὶ μὲ ἀπόλυτο καὶ περισπούδαστο τρόπο ὑποστήριζε, τώρα τὰ ἀνατρέπει καὶ λέγει τὰ ἀντίθετα. Γιὰ τὸ θέμα αὐτὸ ἔχει γράψει στὸ ἄρθρο του ὁ κ. Τσακίρογλου (δεῖτε ἐδῶ). 

Καὶ λίγο παρακάτω γράφει:

Ὁ ἀρχηγός τῶν καλουμένων «Ἀποτειχισμένων», π. Εὐθύμιος Τρικαμηνάς, καθαιρέθηκε τό 2007...ἐπειδή ἀρχικά ἀποτειχίστηκε ἀπό τόν Τοπικό του Ἐπίσκοπο Σεβ. Μητρ. Λαρίσης καί Τυρνάβου κ. Ἰγνάτιο, ὄχι γιά θέματα Οἰκουμενισμοῦ, ἀλλά γιά θέματα δικαιοσύνης καί κανονικῆς τάξεως, δηλαδή ἐξαιτίας τῆς μή ἀναγνωρίσεως καί μή μνημονεύσεως τοῦ Μητροπολίτη Λαρίσης ...

Ἐδῶ ὁ π. Ἄγγελος ψεύδεται καὶ συκοφαντεῖ ἀνάλγητα τὸν π. Εὐθύμιο.

1ον. Διότι, ἐνῶ ἰσχυρίζεται ὅτι ὁ π. Εὐθύμιος ἀποτειχίστηκε «γιὰ θέματα δικαιοσύνης καὶ κανονικῆς τάξεως», δὲν θεωρεῖ νόμιμη τὴν ἀποτείχισή του! Ἀποκρύπτει ὅμως σκοπίμως ἀπὸ τοὺς ἀναγνῶστες του ὅτι ὁ 31ος Ἀποστολικὸς Κανόνας ἐπιτρέπει τὴν ἀποτείχιση γιὰ θέματα δικαιοσύνης! Ἄλλωστε καὶ ὁ ἴδιος σὲ ἄλλο σημεῖο γράφει: «Ἡ πράξη τῆς αποτείχισης προβλέπεται ἀπό τούς Ἱερούς Κανόνες, πού θεσπίστηκαν ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι (31ος Ἀποστολικός Κανών, 15ος Κανών τῆς ΑΒ΄ Συνόδου), ἐφαρμόστηκε ἀνά τούς αἰώνες ἀπό Ἁγίους»(Δείτε εδώ).

2ον. Ὁ π. Ἄγγελος ψεύδεται καὶ συκοφαντεῖ τὸν π. Εὐθύμιο, διότι ἰσχυρίζεται ὅτι «ἀποτειχίστηκε ἀπὸ τὸν Τοπικό του Ἐπίσκοπο Σεβ. Μητρ. Λαρίσης καὶ Τυρνάβου κ. Ἰγνάτιο, ὄχιγιὰ θέματα Οἰκουμενισμοῦ»! Καὶ πότε γράφει ἐπιπολαίως αὐτὸ τὸ ψεῦδος; Τὴν 10-1-2018, ἐνῶ ὁ π. Εὐθύμιος ἔχει δηλώσει ἐγγράφως μὲ ἐπιστολή του στὸν μητρ. Λαρίσης ἀπὸ τὴν 23 Σεπτεμβρίου 1999 ὅτι ἀποτειχίστηκε καὶ λόγῳ τῶν Οἰκουμενιστικῶν φρονημάτων τοῦ Λαρίσης! «Γιὰ νὰ μὴν συμμετέχω διὰ τῆς μνημονεύσεως στὴν αἵρεση τοῦ Οἰκουμενισμοῦ»! Μεταξὺ ἄλλων γράφει ὁ π. Εὐθύμιος:

«Δυστυχώς δε, η συζήτησή μας δεν έφτασε και σε κάποιο παρήγορο για σας σημείο, όσον αφορά το θέμα της μνημονεύσεως. Ότι δηλαδή η θέση μου να μην μνημονεύω το όνομά σας δεν είναι μόνο για σάς, που είστε μοιχεπιβάτης, δεν είστε αποδεκτός από τον λαό και κατέχετε δια της βίας τον θρόνο της Μητροπόλεως Λαρίσης, αλλά ότι έχω επί πλέον σταθερά και αμετάκλητον απόφαση να μην μνημονεύσω και οποιονδήποτε άλλον Επίσκοπο στείλουν από την Αθήνα μετά από σας, που αργά ή γρήγορα θα φύγετε. Και τούτο για να μην συμμετέχω διά της μνημονεύσεως στην αίρεση του Οικουμενισμού και σε όλα αυτά που μαγειρεύουν τόσο καιρό με τους αιρετικούς οι Επίσκοποι και Πατριάρχες, τα οποία αποτελούν προδοσία της πίστεως, του Χριστού και της αλήθειας. Δεν γνωρίζω βέβαια, αν έχετε υπ’ όψιν σας, τί εστί Οικουμενισμός, διότι από τα λίγα που είπαμε κατάλαβα, ότι δεν ενδιαφέρεσθε για τέτοια πράγματα, και ότι αυτά για σας είναι πολυτέλεια». (Δείτε εδώ).

Καὶ συνεχίζει τὴν παραπληροφόρηση (ψεύδη) ὁ π. Ἄγγελος:

«Ἀφοῦ, δέχθηκε τήν καθαίρεσή του γιά πολλά χρόνια, ξαφνικά τά τελευταῖα 3-4 χρόνια, βρίσκοντας ὡς ἀφορμή τόν Οἰκουμενισμό πολλῶν Ἐπισκόπων καί δεικνύοντας ἕνα ἀντιοικουμενιστικό πρόσωπο, ἄρχισε νά λειτουργεῖ ἀπό μόνος του, χωρίς νά τοῦ ἀρθεῖ ἡ καθαίρεση καί λάβει κανονική ἄδεια».

1ον. Ὁ π. Εὐθύμιος δὲν ἀποδέχτηκε τὴν καθαίρεσή του. α) Διότι διοικητικὰ κατέφυγε στὸ Συμβούλιο τῆς Ἐπικρατείας. «Η Ι. Σύνοδος καθαίρεσε την 30.8.2006 τον π. Ευθύμιο Τρικαμηνά, γιατί υποστήριξε θέματα Πίστεως και εναντιώθηκε καθηκόντως προς Μητροπολίτες, που παρέβαιναν Νόμους της Εκκλησίας. Μετά την καθαίρεση, ασκήθηκε αίτηση ακύρωσης της υπ’ αριθμ. 21/2007 αποφάσεως του Δευτεροβαθμίου Συνοδικού Δικαστηρίου της Εκκλησίας της Ελλάδος, στο Συμβούλιο της Επικρατείας» (ΦΙΛΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΕΝΩΣΙΣ ΚΟΣΜΑΣ ΦΛΑΜΙΑΤΟΣ ΕΝΗΜΕΡΩΤΙΚΟ ΔΕΛΤΙΟ 33).

β) Διότι στὴν πίεση τῶν πνευματικῶν του παιδιῶν νὰ λειτουργήσει, ἔλεγε: Δὲν θέλω ἀπὸ μόνος μου νὰ λειτουργήσω. Περιμένω ἡ Σύναξη τῶν πατέρων τῆς Γατζέας νὰ μὲ καλύψουν μὲ μιὰ ἀπόφασή τους. Τοῦτο δὲν ἔγινε ποτὲ γιατί μιὰ ὁμάδα τῆς Συνάξεως δὲν ἤθελε. Ἀντίθετα ὁ Ράσκας Ἀρτέμιος, μετὰ τὴν δίωξή του, ὑποστήριξε τὸ αἴτημά του.

2ον. Ἡ ἐμπάθεια(;) τοῦ π. Ἀγγέλου ἐπεδίωκε νὰ παρουσιάσει ὡς ἕναν ὑποκριτὴ π. Εὐθύμιο, ὅτι τάχα προσποιόταν τὸνἀντιοικουμενιστή! Ἔδειχνε, γράφει ὁ π. Ἄγγελος, «ἕνα ἀντιοικουμενιστικὸ πρόσωπο»! 

Κρίμα, π. Ἄγγελε! Συκοφαντοῦσες τὸν π. Εὐθύμιο, ποὺ ὅπως φάνηκε ἀπὸ τὴν παραπάνω ἐπιστολή του, καθαιρέθηκε γιὰ τὴν ἐναντίωσή του στοὺς Οἰκουμενιστὲς Δεσποτᾶδες. Γιὰ νὰ φανεῖ πόσο ταπεινὴ ἦταν ἡ συκοφαντία-ψεῦδος σου, θὰ σοῦ παραθέσω ἕνα ἐπαινετικὸ λόγο τοῦ μέντορά σου.

«Οταν διωκονταν και "καθαιρουνταν" ο πατηρ Ευθυμιος, ο πατηρ Θεοδωρος Ζησης ομολογησε, σηκωνε στην πλατη του ολοκληρο το βαρος της Αγωνιζομενης Ορθοδοξιας» (Δεῖτε ἐδῶ).

Συγκεκριμένα: ὁ π. Θεόδωρος Ζήσης μετέβη στὸ Βόλο μὲ δεκάδες Θεσσαλονικεῖς τὸ 2007, ὅπου καὶ μίλησε μὲ θέμα: «Κινδυνεύει τώρα σοβαρὰ ἡ Ὀρθοδοξία» (Δεῖτε ἐδῶ). 

Κλείνοντας τὸ λόγο τοῦ ἀναφέρθηκε στὸν ἀγώνα τοῦ π. Εὐθύμιου Τρικαμηνᾶ, ὁ ὁποῖος εἶχε καθαιρεθεῖ ἀπὸ τὴν «αἰχμάλωτη τοῦ Οἰκουμενισμοῦ» ἑλλαδικὴ Ἐκκλησία, γιὰ τὴν ἀντι-οἰκουμενιστική του δράση, καὶ εἶχε ἤδη διακόψει τὸ μνημόσυνο τοῦ Ἐπισκόπου του. Ὁ π. Θεόδωρος εἶπε τὰ ἑξῆς:

«Ὁ ἀδίκως τιμωρηθεὶς π. Εὐθύμιος Τρικαμηνᾶς, ἐτόλμησε καὶ ἐσήκωσε μόνος ἐπὶ ἔτη τὸ "βάρος τῆς ἡμέρας", τὸ βάρος τῆς ἀντιπαραθέσεως μὲ τὸν Οἰκουμενισμὸ καὶ τοὺς Οἰκουμενιστὰς Ἐπισκόπους».

Ἀλλὰ καὶ ὁ π. Διονύσιος Τάτσης, δημοσίευσε ἄρθρο στὸν «Ὀρθόδοξο Τύπο» (φ. 1773, 27 Φεβρουαρίου 2009) μὲ τίτλο: «Διωγμὸς ἐντὸς τῶν τειχῶν τῆς Διοικούσης Ἐκκλησίας». Στὸ ἄρθρο αὐτὸ ἔγραφε γιὰ τὸν π. Εὐθύμιο Τρικαμηνᾶ ‒ποὺ ἦταν ἤδη ἀποτειχισμένος καὶ εἶχε καθαιρεθεῖ‒ τὰ ἑξῆς: (Δεῖτε ἐδῶ).


Ὁ π. Ἄγγελος ἔγραψε ὅ,τι ἔγραψε τότε. Ὅταν γράψαμε ὅτι ὅλα εἶναι συκοφαντία-ψεῦδος, δὲν αἰσθάνθηκε τὴν ἀνάγκη νὰ ἀνακαλέσει! Καὶ συνεχίζει τώρα, ὄχι πιὰ ἕναν, ἀλλὰ περισσότερους ἱερεῖς νὰ σπιλώνει.

[Κι ὅλα αὐτὰ πρὸς χαρὰν στὸν ἀγῶνα αὐτὸ τῆς συντρόφισσας «Φαίης» (δεῖτε ἐδῶ), ἡ ὁποία μέσα στὴν χαρά της, δὲν καταλαβαίνει ὅτι ὁ π. Ἄγγελος τὴν καταδικάζει ὡς μὴ ἀποτειχισμένη κι αὐτήν. Κι αὐτὸ γιατί π. Ἄγγελος διατάζει τοὺς πιστούς: «Ἀπαγορεύεται ν’ ἀκούει κηρύγματα, ὁμιλίες κλπ. τῶν ψευδεπισκόπων (ἡ Φαίη βάζει τὸν Κυθήρων) διά ζώσης ἤ στό διαδίκτυο ἤ νά διαβάζει συστηματικά τά γραπτά τους ἤ καί ἱερέων, πού τούς ἀκολουθοῦν ὑποτακτικά, εἴτε μέ τήν θέλησή τους, εἴτε ἀπό φόβο καί σιωπή (ἡ Φαίη βάζει κι αὐτούς), κι ἔτσι νά συμμετέχουν κι αὐτοί καί νά ἐνισχύουν τήν αἵρεση καί τό σχίσμα» (ἄρα ἡ Φαίη κατὰ τὸν π. Ἄγγελο συμμετέχει καὶ ἐνισχύει τὴν αἵρεση καὶ τὸ σχίσμα! Καὶ ἀντὶ νὰ διαμαρτύρεται γιὰ αὐτό, εἰρωνεύεται ἐμᾶς!). 

Πόσο «εὐγενικὸ» εἶναι νὰ ὑπερασπίζεσαι ἕναν τέτοιο ἱερέα εἰς βάρος τῆς ἀλήθειας;]. 





Οι «Διάλογοι», το όχημα για την εξάπλωση και επικράτηση του Οικουμενισμού ἢ τὸ πέταγμα στα σκουπίδια τῆς Ἐντολῆς του ἀπ. Παύλου: «Αἱρετικὸν ἄνθρωπον μετὰ μίαν καὶ δευτέραν νουθεσίαν παραιτοῦ»


Τοῦ Παναγιώτη Σημάτη

Ἀκόμα καὶ σήμερα, ὄχι μόνον οἱ Οἰκουμενιστές, ἀλλὰ καὶ εὐσεβεῖς ἱερωμένοι καὶ θεολόγοι, θεωροῦν αὐτονόητη τὴν διεξαγωγὴθεολογικῶν διαλόγων μὲ τοὺς Παπικοὺς καὶ τοὺς Προτεστάντες. «Ὁ Χριστὸς συζήτησε μὲ τὴν Σαμαρείτισσα, λέγουν, οἱ Ἀπόστολοι καὶ ὁ Παῦλος μὲ τὰ ἔθνη. Σήμερα οἱ πάντες διαλέγονται. Οἱ Διάλογοι εἶναι ἀναγκαῖοι».

Εἶναι σωστὴ αὐτὴ ἡ στάση; Ἢ μήπως οἱ Οἰκουμενιστὲς κατάφεραν νὰ ἀλλοιώσουν τὰ ὀρθόδοξα κριτήρια καὶ τῶν εὐσεβῶν; Ἡ ἀπάντηση δίνεται ξεκάθαρη ἀπὸ τὴν ἁγιοπατερική μας Παράδοση.

Γράφει ὁ Μ. Ἀθανάσιος: Πῶς, ἀλήθεια, νὰ κάνεις διάλογο μὲ ἀνθρώπους, οἱ ὁποῖοι, ἐπειδὴ «πεπτώκασι εἰς ἀσέβειαν», εἶναι ἀνάπηροι (ὡς πρὸς τὰ πνευματικὰ θέματα) στὴ σκέψη καὶ «νομίζουσι εἶναι τὰ ὀρθὰ στρεβλὰ καὶ λέγουσιν τὸ μὲν φῶς σκότος, τὸ δὲ σκότος εἶναι φῶς» (Μ. Ἀθανασίου, Περὶ Διονυσίου Ἐπισκόπου Ἀλεξανδρείας, Ἔργα 4, Ἐκδ. “Γρ. ὁ Παλαμᾶς”, σελ. 44).

Ὁ διάλογος τῶν Ἁγίων μὲ ἀμετανόητους καὶ ἐπιμένοντας στὶς κακαδοξίες τους αἱρετικοὺς ἦταν τελείως διαφορετικὸς ἀπὸ τοὺς συγχρόνους «Διαλόγους». Δὲν προχωροῦσαν σὲ συμβιβασμοὺς οἱ Ἅγιοι, δὲν ἔκλειναν τὰ μάτια στὶς κακοδοξίες. Πάνω ἀπὸ ὅλα ἦταν ἡ ἀκεραιότητα τῆς Πίστεως. Τὰ παραδείγματα εἶναι πάμπολλα. Ἐρωτᾶ π.χ. ὁ Μ. Βασίλειος τὸν Εὐνόμιο: Ἔχεις τὴν ἐντύπωση πὼς ἐμεῖς δὲν θὰ σεβαστοῦμε τοὺς Πατέρες, πὼς θὰ κλείσουμε τὰ μάτια στὶς καινοτομίες σου καὶ θὰ τὶς ἀνεχθοῦμε; Ἡ ἀπάντηση εἶναι, ὄχι: «Μὴ νείμωμεν τὸ πλέον τοῖς προλαβοῦσι; μὴ αἰδεσθῶμεν τὸ πλῆθος τῶν τε νῦν ὄντων Χριστιανῶν; ...ἀλλὰ μύσαντες ἁπαξαπλῶς τοὺς τῆς ψυχῆς ὀφθαλμούς, καὶ παντὸς ἁγίου μνήμην τῆς διανοίας ὑπερορίσαντες, σχολάζουσαν καὶ σεσαρωμένην τὴν ἑαυτοῦ καρδίαν ἕκαστος ταῖς παραγωγαῖς σου καὶ τοῖς σοφίσμασι φέροντες ὑποθῶμεν;» (Μ. Βασιλείου, Ἀπολογητικὸς δυσεβοῦς Εὐνομίου, λόγ. Α΄, (libr. 5), v. 29, p. 508, l. 5-16).

Ἤδη ἀπὸ τὶς πρῶτες δύο αὐτὲς Πατερικὲς θέσεις καθίσταται σαφές, πόσο ἀπέχουν οἱ διεξάγονες τοὺς «Διαλόγους» σήμερα (καὶ ὅσοι τοὺς ἀποδέχονται) ἀπὸ τὴ γραμμὴ τῶν Ἁγίων. Οἱ σύγχρονοι ποιμένες ἀντὶ ἐλέγχου τῶν αἱρετικῶν, ἐπιδίδονται σὲ ἐναγκαλισμούς, συμπροσευχές, κοινὲς δραστηριότητες κ.λπ. Αὐτὸ διαπιστώνεται καὶ καταγγέλλεται στὸ γνωστὸ Ὑπόμνημα περὶ τοῦ Διεθνοῦς Συνεδρίου Ἱεραποστολῆς τοῦ Π.Σ.Ε. (Ἀθήνα 2004) ἀπὸ δεκάδες ἱερωμένους καὶ καθηγητὲς Πανεπιστημίου· ἔγραφαν: «Μέσα λοιπὸν σ’ αὐτὸ τὸ ζοφερὸ τοπίο δὲν φαντάζει, ἄραγε, ὡς μύθος ἡ δυνατότητα Ὀρθοδόξου μαρτυρίας στὸ Π.Σ.Ε.; Καί, ἔπειτα ἀπὸ τόσες ἄκαρπες προσεγγιστικὲς προσπάθειες ὁλοκλήρων δεκαετιῶν, δὲν εἶναι ἀπορίας ἄξιον τὸ ὅτι ἐμεῖς, οἱ Ὀρθόδοξοι, ἐπιμένουμε πεισματικὰ νὰ λυποῦμε τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιο, παραβαίνοντας τὴν σαφέστατη ἐντολὴ τοῦ Θεοῦ "αἱρετικὸν ἄνθρωπον μετὰ μίαν καὶ δευτέραν νουθεσίαν παραιτοῦ"»; (Τίτ. 3, 10).

Εἶναι φανερὸ λοιπὸν ὅτι ἔχουν πετάξει στὰ σκουπίδια οἱ Οἰκουμενιστές τὴν Ἐντολὴ τοῦ ἀπ. Παύλου «αἱρετικὸν ἄνθρωπον μετὰ μίαν καὶ δευτέραν νουθεσίαν παραιτοῦ», ἀφοῦ συζητοῦν ἑκατοντάδες φορὲς μὲ ἀμετανόητους διαστροφεῖς τῆς Πίστεως. Ἐπιβάλλουν δὲ ὡς νόμιμους καὶ ἀναγκαίους τοὺς «Διαλόγους» καὶ στοὺς ὀρθόδοξους πιστούς, ἀφοῦ οἱ «Διάλογοι» διενεργοῦνται μὲ τὴν φροντίδα τῆς Ἱεραρχίας (ποὺ ἔχει Συνοδικὰ ἀποδεχθεῖ τὴν αἵρεση στὸ Κολυμπάρι) καὶ οἱ «εὐσεβεῖς» Ἱεράρχες καὶ θεολόγοι ἐπὶ δεκαετίες τοὺς ὑπηρετοῦν ἢ τοὺς ἀνέχονται. Ἔτσι ἔχουν δόλια ἐπιτύχει οἱ «Διάλογοι» αὐτοὶ ὄχι μόνο νὰ ἀκολουθοῦνται ἀπὸ συμπροσευχὲς καὶ «συλλείτουργα», ἀλλὰ κατάφεραν νὰ ἐνταχθεῖ ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία ὡς μέλος στὸ Π.Σ.Ε. (Π.Σ.αιρέσεων), καὶ νὰ ἀποδεχθεῖ τὶς αἱρέσεις ὡς Ἐκκλησίες. 

«Αἱρετικὸν ἄνθρωπον (λοιπόν) μετὰ μίαν καὶ δευτέραν νουθεσίαν παραιτοῦ», γιατὶ ἕνας τέτοιος ἔχει διαστραφῆ, ἁμαρτάνει καὶ ἔτσι καταδικάζει ὁ ἴδιος τὸν ἑαυτόν του («εἰδὼς ὅτι ἐξέστραπται ὁ τοιοῦτος καὶ ἁμαρτάνει ὢν αὐτοκατάκριτος»).

Ὁ ἅγιος Θεόδωρος ὁ Στουδίτης εἶναι διαφωτιστικός. Γράφει ὅτι οἱ Διάλογοι μὲ τοὺς αἱρετικοὺς ἀπαγορεύονται ἀπὸ τὴν ἀποστολικὴν ἐντολή («αἱρετικόν ἄνθρωπον …παραιτοῦ»), ἐκτὸς ἂν ὁ λόγος μας ἀποσκοπεῖ στὸ νὰ τοὺς νουθετήσει: «Πρῶτον μὲν τὸ τοὺς ἐναντιουμένους ἡμῖν χρονίως τε καὶ συνοδικῶς πεπαγιῶσθαιταῖς οἰκείαις δόξαις, ἡμᾶς δὲ ἀποστολικῶς τε καὶ πατρικῶς κεκωλῦσθαι συνᾶραι μετὰ τῶν οὕτω κεκρατημένων τὸν περὶ πίστεως λόγον». Καί: «Πρός τε τὸ συνᾶραι λόγον ἀντιρρητικὸν μετὰ τῶν ἑτεροδόξων, ἐναντιούμενον τῇ ἀποστολικῇ παραγγελίᾳ, οὐ καθῆκον, εἰ μή τι πρὸς νουθεσίαν μόνον» (Θ. Στουδίτου, Ἐπιστολαί, Μιχαὴλ καὶ Θεοφίλῳ βασιλεῦσιν, P.G. 99, 1332Α).

Σημαντικότατη γιὰ τὴν διαφώτιση τοῦ θέματος εἶναι ἡ θέση τοῦ ἱ. Χρυσοστόμου. Ὁ διάλογος-συζήτηση μὲ τοὺς αἱρετικούς, θὰ εἶχε κάποια περιθώρια ἐπιτυχίας, μόνο ὅταν ἀκολουθεῖ τὶς ἀρχὲς τῆς Πίστεως τῆς Ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας, ὅταν γίνεται «εἰς ὑπακοὴν πίστεως» (Ρωμ. 1, 5). Γράφει ὁ ἅγιος, πὼς καθῆκον τῶν Ἀποστόλων ἦταν τὸ νὰ ἐπισκέπτονται τὶς πόλεις ὄχι γιὰ νὰ διαλέγονται, ἀλλὰ γιὰ νὰ κηρύττουν∙ «τὸ δὲ πείθειν τοῦ ἐνεργοῦντος ἐν αὐτοῖς Θεοῦ», ὁ ὁποῖος καὶ διανοίγει τὴν καρδιὰ τῶν καλοπροαίρετων καὶ ὑπάκουων:

«Οὐκ ἄρα οἱ ἀπόστολοι ἦσαν οἱ κατορθοῦντες, ἀλλ' ἡ προοδοποιοῦσα χάρις αὐτοῖς. Ἐκείνων μὲν γὰρ ἦν τὸ περιιέναι καὶ κηρύττειν, τὸ δὲ πείθειν τοῦ ἐνεργοῦντος ἐν αὐτοῖς Θεοῦ· καθὼς καὶ ὁ Λουκᾶς φησιν, ὅτι Διήνοιξε τὴν καρδίαν αὐτῶν· καὶ πάλιν, Οἷς ἦν δεδομένον ἀκοῦσαι τὸν λόγον τοῦ Θεοῦ. Εἰς ὑπακοήν. Οὐκ εἶπεν, Εἰς ζήτησιν καὶ κατασκευήν, ἀλλ', Εἰς ὑπακοήν. Οὐδὲ γὰρ ἐπέμφθημεν, φησί, συλλογίζεσθαι, ἀλλ' ὅπερ ἐνεχειρίσθημεν ἀποδοῦναι» (Χρυσοστόμου Ἰω., Εἰς τὴν πρὸς Ρωμαίους, vol 60, pg 398, ln 23-42). 

Καὶ μὲ ἄλλο κείμενο, ὁ ἱ. Χρυσόστομος, ἐπιμένει στὴν Πίστη καὶ ὄχι στὴν συζήτηση-διάλογο διὰ τῆς λογικῆς. Σχολιάζων τὸ «μὴ ἑτεροδιδασκαλεῖν» τῆς Πρὸς Τιμόθεον ἐπιστολῆς γράφει: «Εἶδες πῶς διαβάλλει τὴν ζήτησιν; Ἔνθα γὰρ πίστις, οὐ χρεία ζητήσεως· ἔνθα μηδὲν δεῖ περιεργάζεσθαι, τί δεῖ ζητήσεως; ἡ ζήτησις τῆς πίστεώς ἐστιν ἀναιρετική. Ὁ γὰρ ζητῶν, οὐδέπω εὗρεν· ὁ ζητῶν, πιστεῦσαι οὐ δύναται. Διὰ τοῦτό φησι, Μὴ ἀσχολώμεθα περὶ τὰς ζητήσεις· ἐπεὶ εἰ ζητοῦμεν, οὐκ ἔστι τοῦτο πίστις· ἡ γὰρ πίστις ἀναπαύει τὸν λογισμόν. Πῶς οὖν φησιν ὁ Χριστός …Ἐρευνᾶτε τὰς Γραφάς; ... Εἶπε γάρ, Ἐρευνᾶτε τὰς Γραφάς, τουτέστιν; ὥστε τὴν ἀκρίβειαν αὐτῶν καταμαθεῖν καὶ εἰδέναι, οὐχ ἵνα ἀεὶ ζητῶμεν, ἀλλ' ἵνα παυώμεθα ζητοῦντες... Ἡ τοίνυν ζήτησις ἐναντία ἐστὶ τῇ οἰκονομίᾳ τοῦ Θεοῦ... Ἅπερ γὰρ ἡ πίστις ἤνυσε καὶ ᾠκοδόμησε, ταῦτα αὕτη καταστρέφει, ζητήσεις παρέχουσα, καὶ τὴν πίστιν ἐκβάλλουσα… γ΄. Μὴ τοίνυν προσέχωμεν ταῖς ζητήσεσι… Εἰ μὲν γὰρ ἀνθρώπινα τὰ λεγόμενα ἦν, ἐχρῆν αὐτὰ βασανίζεσθαι»(Χρυσοστόμου Ἰω., Εἰς τὴν πρὸς Τιμόθεον πρώτην, vol 62, pg 506, ln 29). 

Ὁ ἅγιος Εἰρηναῖος Ἐπισκόπος Λουγδούνου γράφει: «…Ὅσοι δὲ ἀφίστανται τῆς Ἐκκλησίας καὶ τούτοις τοῖς γραώδεσι μύθοις πείθονται, ἀληθῶς αὐτοκατάκριτοι. Οὓς ὁ Παῦλος ἐγκελεύεται ἡμῖν μετὰ μίαν καὶ δευτέραν νουθεσίαν παραιτεῖσθαι. Ἰωάννης δὲ ὁ τοῦ Κυρίου μαθητὴς ἐπέτεινε τὴν καταδίκην αὐτῶν, μηδὲ χαίρειναὐτοῖς ὑφ' ἡμῶν λέγεσθαι βουληθείς. Ὁ γὰρ λέγων αὐτοῖς, φησί, χαίρειν, κοινωνεῖ τοῖς ἔργοις αὐτῶν τοῖς πονηροῖς. Καὶ εἰκότως· οὐκ ἔστι γὰρ χαίρειν τοῖς ἀσεβέσι, λέγει Κύριος» (Εἰρηναίου Ἐπισκόπου Λουγδούνου, Ἔλεγχος καὶ ἀνατροπὴ τῆς Ψευδωνύμου γνώσεως, b. 1, c. 9, s. 3, l. 10).

Ὁ Μ. Ἀθανάσιος στὴν ἴδια γραμμὴ κινεῖται: μὲ τὴν αἵρεση, λέγει, βλασφημεῖται ὁ ἴδιος ὁ Χριστός, ὁ ὁποῖος καταδικάζει τὴν αἵρεση καὶ κατέστησε ἀκοινώνητους τοὺς αἱρετικούς. Καὶ ἀφοῦ –ἐρωτᾶ– ὁ ἴδιος ὁ Χριστὸς κατακρίνει τὴν αἵρεση, ποιός ἄνθρωπος θὰ τολμήσει νὰ τὴν ἀναγνωρίσει ἀποδεχόμενος τοὺς αἱρετικούς; Ἄρα λοιπόν, δὲν εἶναι «χριστομάχος» ὅποιος ἐπικοινωνεῖ μαζί τους, ὡς μὲ οἰκείους τῆς πίστεως; «Οὐ γὰρ ἄλλος ἀλλ' αὐτὸς ὁ βλασφημούμενος παρ' αὐτῶν Κύριος κατέκρινε τὴν κατ' αὐτοῦ συστᾶσαν αἵρεσιν… καὶ μηδεὶς προστιθέσθω τῇ αἱρέσει, ἀλλὰ καὶ οἱ ἀπατηθέντες μεταγινωσκέτωσαν. ἣν γὰρ ὁ Κύριος κατέκρινε, τίς ἀποδέξεται; καὶ ἣν ἀκοινώνητον αὐτὸς πεποίηκε, πῶς ὁ προσλαμβανόμενος οὐ μεγάλως ἀσεβεῖ καὶ φανερῶς ἐστι χριστομάχος;» (Μ. Ἀθανασίου, Ἐπιστολαί, Σεραπίωνι ἀδελφῷ καὶ συλλειτουργῷ ἐν κυρίῳ χαίρειν, c. 4, s. 3, l. 2-9).

Νὰ πῶς ἀντιμετωπίστηκε μιὰ παρόμοια περίπτωση διαλόγου ἀπὸ τὴν Ἐκκλησίας, ὅπως μᾶς τὴν διηγεῖται ὁ Μ. Ἀθανάσιος: Σ’ ἕνα Διάλογο μεταξὺ αἱρετιζόντων Ἐπισκόπων καὶ Ὀρθοδόξων, ἐνῶ ὅλοι οἱ Ὀρθόδοξοι Ἐπίσκοποι διελέγοντο μὲ βάση τὴν Γραφή, οἱ αἱρετίζοντες παρουσίασαν ἕνα Ἔγγραφο ποὺ περιεῖχε τὴν Ὁμολογία τῆς ἀληθοφανοῦς Πίστεώς τους καὶ προσπαθοῦσαν νὰ ἐπιβάλλουν τὶς ἀπόψεις τους. Ζητοῦσαν, ὅσα τὸ Ἔγγραφο περιελάμβανε, νὰ ἀποτελέσουν τὴν βάση Πίστεως γιὰ ὅλους· μάλιστα, ἀπαιτοῦσαν νὰ μὴν ζητηθεῖ τίποτε παραπάνω ἀπὸ τοὺς αἱρετικούς, τοὺς ὁποίους ὑποστήριζαν, οὔτε νὰ ἐξετάζουν οἱ Πατέρες, ὅσες καμουφλαρισμένες αἱρετικὲς δοξασίες εἶχαν διατυπωθεῖ στὸ Ἔγγραφο. (Πόσο πολὺ μοιάζουν αὐτὰ μὲ τὶς σύγχρονες καταστάσεις!).

Ὅταν διαβάστηκε τὸ Ἔγγραφο, οἱ Πατέρες ἀμέσως διέκριναν τὰ αἱρετικά τους φρονήματα (τὰ ὁποῖα μὲ ἀπάτη προσπαθοῦσαν νὰ ἐπιβάλλουν) καὶ τοὺς ἐζήτησαν νὰ ἀναθεματίσουν τὴν αἵρεση τοῦ Ἀρείου. Φυσικὰ αὐτοὶ τὸ ἀρνήθηκαν. Καὶ τότε οἱ Ὀρθόδοξοι Ἐπίσκοποι ἐθαύμασαν γιὰ τὸ μέγεθος τῆς δολιότητος καὶ πανουργίας τους καὶ εἶπαν:

Ἐμεῖς δὲν ἤρθαμε ἐδῶ γιὰ νὰ ἀνακαλύψουμε τὴν ἀλήθεια τῆς πίστεως, αὐτὴν τὴν ἔχουμε· ἀλλὰ ἤρθαμε γιὰ νὰ συνετίσουμε τοὺς αἱρετικοὺς ποὺ ἀντιλέγουν στὴν παραδοθεῖσα ἀληθινὴ πίστη: «ἡμεῖς οὐ δεόμενοι πίστεως συνήλθομεν (ἔχομεν γὰρ ἐν ἑαυτοῖς ὑγιαίνουσαν τὴν πίστιν), ἀλλ' ἵνα τοὺς ἀντιλέγοντας τῇ ἀληθείᾳ καὶκαινοτομεῖν ἐπιχειροῦντας ἐντρέψωμεν». Ἂν τώρα ἐσεῖς, γράψατε αὐτὰ τὰ δυσσεβῆ, ποὺ φανερώνουν ὅτι δὲν ἔχετε ὀρθὴ πίστη, καὶ μοιάζετε σὰν κάποιους ποὺ μόλις ἄρχισαν νὰ πιστεύουν, δὲν μπορεῖτε νὰ λογίζεσθε ὡς ἱερεῖς, ἀλλ’ ἔχετε ἀνάγκη νὰ κατηχηθῆτε ἀπ’ τὴν ἀρχή: «εἰ μὲν οὖν ὑμεῖς ὡς νῦν ἀρχόμενοι πιστεύειν ἐγράψατε ταῦτα, οὔπω ἐστὲ κληρικοὶ ἀρχὴν ἔχοντες τοῦ κατηχεῖσθαι».

Καὶ κατέληξαν: Μόνο ἂν ἀποδεχθῆτε τὴν παραδεδομένη πίστη ποὺ ἐμεῖς ἐδῶ πιστὰ ἐκφράζουμε, μπορεῖ νὰ ὑπάρξει μεταξύ μας ὁμοφροσύνη. Ἐπειδὴ δὲ αὐτοί, ὡς ἀμαθεῖς καὶ δόλιοι, ἐπέμεναν στὶς θέσεις, οἱ Πατέρες τοὺς κατεδίκασαν «ὡς μὴ ὄντας ἀληθῶς Χριστιανούς» (Μ. Ἀθανασίου, Ἐπιστολὴ περὶ τῶν γενομένων ἐν τῇ Ἀριμίνῳ).

Ἀξίζει ὅμως νὰ παρουσιάσουμε καὶ ἕνα θετικὸ «διάλογο» ποὺ διεξήγαγε ὁ ἱ. Χρυσόστομος (παράδειγμα πρὸς μίμησιν, ποὺ πρέπει νὰ λάβουν ὑπ' ὄψιν οἱ εὐσεβεῖς), ὁ ὁποῖος δὲν ἀρχίζει ἀπὸ ὅσα μᾶς ἑνώνουν, τὰ «ἑνοῦντα» –καὶ ὅσα βολεύουν τοὺς ἑτερόδοξους, ὥστε νὰ καλύπτουν τὶς κακοδοξίες τους καὶ τὴν ἀμετανοησία τους– ἀλλὰ εἶναι σύμφωνος μὲ τὴν ποιμαντικὴ πρακτικὴ τῆς Ἐκκλησίας μας. Ἀκολουθεῖ δηλ. τὴν Ἐντολὴ τοῦ Ἀποστόλου: «αἱρετικὸν ἄνθρωπον μετὰ πρώτην καὶ δευτέραν νουθεσίαν παραιτοῦ…».

Ὅταν οἱ αἱρετικοὶ “Ἀνόμοιοι” ἤθελαν νὰ τὸν ἀκούσουν νὰ ὁμιλεῖ γιὰ τὶς διαφορὲς ποὺ ὑπῆρχαν μεταξὺ τῆς Ὀρθοδοξίας καὶ τῆς αἱρέσεώς τους, ὁ Ἅγιος ἐφαρμόζοντας θετικὰ τὴν Ἐντολὴ τοῦ Ἀποστόλου Παύλου, βλέποντας δηλαδὴ ὅτι οἱ “νουθεσίες” του ἔπιαναν τόπο, «ἀνεχόταν μέσα στὸν ὀρθόδοξο ναὸ τὴν παρουσία» τῶν Ἀνομοίων κατὰ τὴν ὥραν τοῦ κηρύγματος, δὲν ἀνταποκρινόταν ὅμως, σκοπίμως, στὴν ἐπιθυμία τους νὰ ὁμιλήσει διεξοδικὰ γιὰ τὶς διαφορὲς Ὀρθοδόξων καὶ Ἀνομοίων, ἀναβάλλοντας αὐτὸ τὸ θέμα γιὰ ἀργότερα. Γράφει: «ἐγὼ μὲν γὰρ καὶ πάλαι τούτους ὤδινον πρὸς ὑμᾶς τοὺς λόγους εἰπεῖν, ἔμελλον δὲ καὶ ἀνεβαλλόμην, ὅτι πολλοὺς τῶν ταῦτα νοσούντων ἑώρων μεθ' ἡδονῆς ἡμῶν ἀκροωμένους, καὶ οὐ βουλόμενος ἀποσοβῆσαι τὴν θήραν, τέως ἐπεῖχον τὴν γλῶτταν τούτων τῶν παλαισμάτων, ὥστε μετὰ τὸ κατασχεῖν αὐτοὺς ἀκριβῶς, τότε ἐπαποδύσασθαι»(Χρυσοστόμου Ἰω., Κατὰ Ἀνομοίων, λόγος α΄).

Διαπιστώνουμε λοιπὸν στὸ παράδειγμα αὐτό, πὼς ὁ Ἅγιος ἔκανε ἕνα εἶδος κατήχησης, καὶ ὅταν διέκρινε πὼς στὴν καρδιά τους εἶχε ἀρχίσει ἡ διαδικασία τῆς μετάνοιας ‒ἀφοῦ «μεθ' ἡδονῆς» ἄκουγαν τὰ κηρύγματά του καὶ ὑπόμεναν τὴν δοκιμασία ὑπακοῆς ποὺ τοὺς ὑπέβαλε‒ τότε μόνο ἀνταποκρίθηκε μὲ ἀγάπη στὴν ἐπιθυμία τους γιὰ διάλογο, ἀφοῦ ἐγκαθιδρύθηκε ἕνα κλίμα ἐμπιστοσύνης μεταξύ τους, ποὺ τοὺς βοηθοῦσε νὰ ἀντέξουν τὴν χειρουργικὴ ἐπέμβαση τῆς καθαίρεσης τῶν αἱρετικῶν καρκινωμάτων: «ἐπειδὴ δὲ διὰ τὴν τοῦ Θεοῦ χάριν αὐτῶν ἤκουσα παρακαλούντων καὶ ἐνοχλούντων εἰς τούτους ἐμβῆναι τοὺς ἀγῶνας, θαρρῶν ἀπεδυσάμην λοιπὸν καὶ τὰ ὅπλα ἔλαβον τὰ τοὺς λογισμοὺς καθαιροῦντα καὶ πᾶν ὕψωμα ἐπαιρόμενον κατὰ τῆς γνώσεως τοῦ Θεοῦ. Ταῦτα δὲ ἔλαβον τὰ ὅπλα, οὐχ ἵνα βάλω τοὺς ἐναντίους, ἀλλ' ἵνα ἀναστήσω κειμένους· αὕτη γὰρ τῶν ὅπλων τούτων ἡ δύναμις τοὺς μὲν φιλονεικοῦντας πλήττειν οἶδε, τοὺς δὲ εὐγνωμόνως ἀκούοντας μετὰ πολλῆς θεραπεύειν τῆς ἐπιμελείας· οὐχὶ δίδωσι τραύματα, ἀλλὰ θεραπεύει νοσήματα» (στὸ ἴδιο).

Στὶς συζητήσεις τῶν Πατέρων μὲ τοὺς αἱρετικούς, ὁ ὀρθόδοξος ποιμένας ἔχει τὸν πρῶτο λόγο, λέγει ὁ ἱ. Χρυσόστομος, ἀφοῦ αὐτὸς θὰ κρίνει τὴν ἀποδοχὴ ἢ ὄχι τῶν αἱρετικῶν στὴν Ἐκκλησία. Ὅταν συζητεῖς μὲ αἱρετικό, νὰ τοῦ κάνεις καίριες ἐρωτήσεις, νὰ τὸν ἐλέγχεις, μὴν τὸν ἀφήνεις νὰ σοῦ ξεφεύγει καὶ νὰ στρέφει τὴν συζήτηση ὅπου θέλει αὐτός, νὰ ἀποδεικνύεις τὸ λάθος τῶν λογισμῶν του: 

«Κάτεχε τὸν αἱρετικόν· μὴ ἀφῇς ἀναχωρῆσαι» (στὸ ἴδιο). «Κἂν λέγῃ σοι ὁ αἱρετικός,… κατάσπασον αὐτοῦ τὸ φρόνημα εἰς τὴν γῆν, καὶ εἰπὲ πρὸς αὐτόν, …καὶ τότε ἐκεῖνα ἐρώτα. Κάτασχε αὐτὸν καὶ περίστηθι, καὶ μὴ ἀφῇς ἀποπηδῆσαι, μηδὲ ἀναχωρῆσαι εἰς τὸν λαβύρινθον τῶν λογισμῶν· ἀλλὰ κάτασχε, καὶ ἀπόπνιξον, μὴ τῇ χειρὶ, ἀλλὰ τῷ ῥήματι· μὴ δῷς αὐτῷ διαστολὰς καὶ διαφυγάς, ἃς βούλεται. Ἐκεῖθεν θόρυβον ἐμποιοῦσι τοῖς διαλεγομένοις, ἐπειδὴ ἡμεῖς αὐτοῖς ἀκολουθοῦμεν καὶ οὐκ ἄγομεν ὑπὸ τοὺς νόμους τῶν θείων Γραφῶν. Περίθες τοίνυν αὐτῷ τειχίον πάντοθεν, τὰς ἀπὸ τῶν Γραφῶν μαρτυρίας, καὶ οὐδὲ χᾶναι δυνήσεται» (Χρυσοστόμου Ἰω., Ἀπόδειξις τοῦ χρησίμως τὰς περὶ Χριστοῦ καὶ ἐθνῶν καὶ τῆς ἐκπτώσεως Ἰουδαίων προφητείας ἀσαφεῖς εἶναι). 

Εἶναι φανερό, λοιπόν, πὼς ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ἀρνεῖται τοὺς συγχρόνους «Διαλόγους», ἀλλὰ δὲν ἀρνεῖται τὸ Διάλογο. Τὸν διεξάγει ὅμως μὲ βάση τὶς ὁδηγίες τοῦ Χριστοῦ καὶ τῶν Ἀποστόλων (καὶ τὴν ἐν λόγω ἐπιταγὴ τοῦ Ἀποστόλου Παύλου “αἱρετικὸν ἄνθρωπον… παραιτοῦ”)· Στηρίζεται δὲ γιὰ τὴ διεξαγωγὴ τῶν Διαλόγων στοὺς Ἱ. Κανόνες τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων. 

Εἶναι πασιφανὲς ‒μετὰ ἀπὸ «Διαλόγους» δεκαετιῶν‒ ὅτι ὁ σκοπὸς εἶναι ἡ ἕνωση μὲ τοὺς αἱρετικούς, χωρὶς αὐτοὶ νὰ ἀποβάλουν τὶς αἱρέσεις τους. Κι αὐτὴ εἶναι ἡ σκοπιμότητα τῆς διεξαγωγῆς τῶν «Διαλόγων». Ἡ ἴδια σκοπιμότητα ποὺ ὑπῆρχε καὶ σὲ ἄλλες περιόδους.

Ἔτσι «ἡ ἀντίθεση (τῶν Ὀρθοδόξων) στὴν Ἕνωση ὀφείλεται στὴν ἐπιμονὴ τῶν λατίνων στὶς καινοτομίες καὶ στὶς αἱρέσεις τους. Διαβάζουμε σὲ κείμενο Συνόδου τοῦ 13ου αἰ.: “Πῶς γοῦν θεμιτὸν καὶ θεάρεστον ἑνωθῆναι τοῖς τοιούτοις ἡμᾶς, ὧν δικαίως καὶ κανονικῶς ἐξεκόπημεν, ἀμεταβλήτως ἔχουσι τῶν αἱρέσεων;… Εἰ γὰρ λέγοιεν ἐθέλειν ἑνωθῆναι, καὶ μεταβληθήτωσαν καὶ ἑνούσθωσαν· εἰ δὲ μετὰ τῆς κακίας αὐτῶν τοῦτο βούλονται, οὐ δυνήσονται…”» (Laurent–Darrouzès, Dossier grec, s. 395,397, εἰς Ἀραμπατζῆ Χρ., Ἡ Σύνοδος τῆς Λυών, σελ. 175).

Σταθερὴ ἀπαίτηση τῶν Συνόδων, ὅταν συζητοῦσαν μὲ τοὺς αἱρετικοὺς ἦταν: νὰ ἀποκηρύξουν τὴν αἵρεση, νὰ μετανοήσουν καὶ νὰ δώσουν ὀρθόδοξη ὁμολογία Πίστεως. Εἶναι πολλὲς δεκάδες οἱ Σύνοδοι ποὺ πανομοιότυπα ζητοῦν αὐτὰ ἀπὸ τοὺς αἱρετικούς, ὥστε δὲν χρειάζεται ἕνας κουραστικὸς κατάλογος Συνόδων, ἕνα μόνο παράδειγμα τῶν τελευταίων αἰώνων.

Τὴν Σύνοδο τοῦ 1895 ἐν Κων/πόλει συνεκάλεσε ὁ Οἰκουμενικὸς Πατριάρχης Ἄνθιμος. Σ’ αὐτὴ ἀποφάσισαν γιὰ τὴν ἀπάντηση ποὺ θὰ ἔδιναν στὴν ἐπιστολὴ ποὺ ἔλαβαν ἀπὸ τὸν Πάπα. Μὲ τὴν ἀπαντητικὴ πρὸς Πάπα Λέοντα ΙΓ΄ ἐπιστολή της ἡ Σύνοδος, καταδικάζει μὲν τὸν Παπισμό, δείχνει ὅμως καὶ τὸν μόνο ἀληθῆ δρόμο γιὰ τὴν Ἕνωση: Ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία «διακαῶς ἐπιποθεῖ τὴν ἕνωσιν» ὑπὸ τὴν προϋπόθεσιν «ὁ τῆς Ρώμης ἐπίσκοπος (νά) ἀποτινάξῃ ἅπαξ διὰ παντὸς τὸν ὁρμαθὸν τῶν…εὐαγγελικῶν νεωτερισμῶν, τῶν καὶ προκαλεσάντων τὴν λυπηρὰν διαίρεσιν τῶν Ἐκκλησιῶν Ἀνατολῆς καὶ Δύσεως, καὶ ἐπανέλθῃ εἰς τὸ ἔδαφος τῶν ἁγίων ἑπτὰ Οἰκουμενικῶν Συνόδων» (Μπιλάλη Σπ., ὅπ. παρ., σελ. 630).

Ὁ ἀείμνηστος καθηγητὴς Στυλιανὸς Παπαδόπουλος διαζωγραφίζει τὴν τραγικὴ κατάληξη τῶν «Διαλόγων στὶς μέρες του. Γράφει: 

«Ἐνῶ, λοιπόν, ἀπὸ τὶς ἀρχὲς τοῦ 20ου αἰώνα δημιουργήθηκε ἡ Οἰκουμενικὴ Κίνηση πρὸς ἐπιδίωξη τῆς ἑνότητας “ἐν τῇ ἀληθείᾳ”, στὸ τέλος ἀκριβῶς τοῦ ἴδιου αἰώνα... ἐπικυρώνεται ἡ ἀδιαφορία μας γιὰ τὴν ἀλήθεια, ἐφόσον, καθὼς νομίζουμε, μποροῦμε νὰ ἔχουμε ἑνότητα μὲ οὐσιαστικὴ διαφοροποίηση στὴν Παράδοση, ...μὲ διαφορετικὲς “ἀλήθειες”. Ὅμως ἡ πραγματικὴ ἑνότητα ἐξασφαλίζεται μόνο στὴν ἀλήθεια, ἡ ὁποία εἶναι μία: Ὁ Θεός, ποὺ φανερώνει (σὲ ὅσους ἐπιζητοῦν) τὴν ἀλήθεια, αὐτὸς παρέχει καὶ τὴν ἀληθινὴ ἑνότητα. Κάθε ἄλλη ἑνότητα μένει ἀνέριστη, ἐπιφανειακή, μὴ πραγματική»(Παπαδόπουλου Στυλ., Ὀρθ. Πορεία, ὅπ. παρ., σ. 120-121). 

Αὐτὴ ἡ κατάληξη ‒σήμερα εἶναι πιὸ ὀδυνηρή‒ νομοτελειακὰ θὰ ἐρχόταν ἀπὸ τὴ στιγμὴ ποὺ ἀγνοήθηκε καὶ ποδοπατήθηκε, καὶ πετάχθηκε στὰ σκουπίδια ἡ ἁγιοπατερικὴ Παράδοση.

Παναγιώτης Σικάτης


Ποιά πρόφαση υπάρχει για την άρνηση συγχώρεσης;


«Αν σου πω, νήστεψε πολλές φορές μου προβάλλεις ως δικαιολογία την ασθένεια του σώματος. Αν σου πω, δώσε στους φτωχούς μου λες ότι είσαι φτωχός και έχεις να αναθρέψεις παιδιά. Αν σου πω να έρχεσαι τακτικά στις Συνάξεις της Εκκλησίας, μου λες, έχω διάφορες μέριμνες. Αν σου πω, πρόσεχε αυτά που λέγονται στην Εκκλησία και κατανόησε το βάθος των λόγων του Θεού, μου προβάλλεις ως δικαιολογία την έλλειψη μορφώσεως. Αν σου πω, φρόντισε να βοηθήσεις ψυχικά τον αδελφό σου, μου λες ότι δεν υπακούει όταν τον συμβουλεύω, αφού πολλές φορές του μίλησα και περιφρόνησε τα λόγια μου… Βέβαια, δεν ευσταθούν οι προφάσεις αυτές και όλα αυτά είναι χλιαρά λόγια, αλλά, παρά ταύτα, μπορείς να προφασίζεσαι. 

Αν όμως σου πω, άφησε την οργή και συγχώρεσε τον αδελφό σου, ποιά από τις προφάσεις αυτές μπορείς να χρησιμοποιήσεις; Διότι νομίζω, δεν μπορείς να φέρεις ως πρόφαση ούτε ασθένεια σώματος, ούτε φτώχεια, ούτε αμάθεια, ούτε απασχόληση και μέριμνα, ούτε τίποτε άλλο. Γι’ αυτό απ’ όλες σου τις αμαρτίες, αυτή η αμαρτία θα σου είναι ασυγχώρητη. Αλήθεια, πως θα μπορέσεις να υψώσεις τα χέρια σου στον Ουρανό; Πως θα κινήσεις τη γλώσσα σου να προσευχηθείς; Πως θα ζητήσεις συγνώμη; Ακόμη κι’ αν θέλει ο Θεός να σου συγχωρήσει τις αμαρτίες, δεν Του το επιτρέπεις εσύ, επειδή δεν συγχωρείς τις αμαρτίες του αδελφού σου. Διότι, αν εσύ ο ίδιος εκδικηθείς και επιτεθείς εναντίον του, είτε με λόγια, είτε με ανάλογες συμπεριφορές, είτε με κατάρες, ο Θεός δεν θα επέμβει πλέον, αφού εσύ ανέλαβες την τιμωρία Του. Και όχι μόνο δεν θα επέμβει, αλλά και από σένα θα ζητήσει λόγο, διότι φέρθηκες υβριστικά προς Αυτόν».

Αγ. Ιωάννου Χρυσοστόμου

«Η ΠΑΛΑΙΑ ΚΑΙ Η ΚΑΙΝΗ ΔΙΑΘΗΚΗ ΣΤΗ ΖΩΗ ΤΟΥ ΠΙΣΤΟΥ»

[εκφωνήθηκε στην Ιερά Μονή Κομνηνείου Λαρίσης στις 21-7-1985], (Β140)

Ο Απόστολος Παύλος, αγαπητοί μου, επιθυμώντας να βοηθήσει τους πιστούς της Εκκλησίας της Ρώμης, γράφει τα εξής: «Ὀφείλομεν δὲ ἡμεῖς οἱ δυνατοὶ τὰ ἀσθενήματα τῶν ἀδυνάτων βαστάζειν, καὶ μὴ ἑαυτοῖς ἀρέσκειν». «Εμείς», λέγει, «οι δυνατοί, εμείς που νομίζομε ότι μπορεί να έχομε κάποια δύναμη πνευματική, ας κρατήσομε τις ατέλειες εκείνων οι οποίοι έχουν ολιγοτέραν πνευματική δύναμη». Και για να στηρίξει αυτό, δηλαδή ότι δεν πρέπει να υπάρχει μία αυταρέσκεια, «μὴ ἑαυτοῖς ἀρέσκειν», αλλά πρέπει να βοηθούμε πραγματικά τους άλλους, αναφέρεται σε ένα πρότυπον. Και αυτό το πρότυπον είναι ο Ιησούς Χριστός· «δια τον Οποίον», λέγει, «εγράφη στην Παλαιά Διαθήκη: Οἱ ὀνειδισμοὶ τῶν ὀνειδιζόντων σε ἐπέπεσον ἐπ᾿ ἐμέ». Ως να αποτείνεται ο Υιός προς τον Πατέρα λέγοντας: «Εκείνοι που ονείδιζαν Σένα, ω Πατέρα μου, τώρα ονειδίζουν Εμένα». Είναι από τον Ψαλμόν 68, στίχος 10.

Και εξ αφορμής όλων αυτών που σημειώνει ο Απόστολος, ότι δηλαδή πρότυπό μας είναι ο Χριστός, ο Οποίος επήρε επάνω Του τον ονειδισμόν του Πατρός εκ μέρους των Εβραίων που απέδιδαν εις τον Πατέρα, προβαίνει σε μία γενικοτέρα μεγίστη αλήθεια. Ότι δηλαδή ό,τι εγράφη στην Παλαιά Διαθήκη, αφού ανεφέρθη εις τον Χριστόν, αυτό εγράφη και για μας εις την Καινή Διαθήκη. Και συνεπώς ολόκληρη η Αγία Γραφή, και η Παλαιά και η Καινή Διαθήκη, είναι μία διαρκής και μόνιμος αξία. Γι΄αυτό σημειώνει και λέγει: «Ὃσα γὰρ προεγράφη(:διότι όσα γράφτηκαν πιο μπροστά, στην Παλαιά Διαθήκη), εἰς τὴν ἡμετέραν διδασκαλίαν προεγράφη(:γράφτηκαν για τη δική μας διδασκαλία), ἵνα διὰ τῆς ὑπομονῆς καὶ τῆς παρακλήσεως τῶν γραφῶν(:με την υπομονή και την ελπίδα και την παρηγορία των γραφών) τὴν ἐλπίδα ἔχωμεν(:έχομε την ελπίδα της σωτηρίας)».

Ώστε λοιπόν αγαπητοί μου, να ένα μεγάλο θέμα εδώ, ότι η Παλαιά Διαθήκη βρίσκει το πλήρωμά της μέσα στην Καινή Διαθήκη μέσα στον χρόνο, μέσα στην Εκκλησία, μέσα στους πιστούς· διότι ξαναλέγω άλλη μία φορά, εκείνο που λέγει «προεγράφη», προεγράφη για μας, για την Εκκλησία. Συνεπώς σήμερα η Παλαιά Διαθήκη, η οποία έχει φύγει από τη ζωή μας -προσπαθήσαμε να τη βγάλομε την Παλαιά Διαθήκη, από μία παρανόηση ή κακόβουλα, όπως θέλετε πάρτε το, θεωρούμε ότι ο Θεός της Παλαιάς Διαθήκης είναι κάποιος κακός Θεός, κάποιος αιμοβόρος Θεός, κάποιος εκδικητικός Θεός, ο οποίος δεν έχει καμία σχέση με τον Θεό της Καινής Διαθήκης. Βέβαια ένας μελετητής γρήγορα ανακαλύπτει ότι είναι ο ίδιος ο Θεός. Κι αν θέλετε, Εκείνος που ομιλεί εις την Παλαιά Διαθήκη, δεν είναι παρά ο Ίδιος Εκείνος που ομιλεί εις την Καινή Διαθήκη, δηλαδή ο Υιός. Ο Υιός ομίλησε εις το Σινά. Ο Υιός είπε: «Ὁ Θεός πῦρ καταναλίσκον» ότι είναι. Ο Θεός είπε ότι είναι ζηλωτής κ.ο.κ. Ο Ίδιος που ενηνθρώπησε όταν ήλθε το πλήρωμα των καιρών.
Όταν λοιπόν ο Απόστολος Παύλος σημειώνει: «Ὃσα γὰρ προεγράφη», όσα γράφτηκαν για μας πιο μπροστά, αναφέρεται όπως βλέπετε στην Παλαιά Διαθήκη. Και θέλει να τονίσει ότι η Παλαιά Διαθήκη έχει αμείωτον αξίαν, μόνιμον, για κάθε εποχή και για κάθε πιστό μέσα στην Εκκλησία.

Αλλά για να το καταλάβομε αυτό, επιτρέψατε να κάνομε μία πολύ μικρή και σύντομη ανάλυση. Και πρώτα πρώτα να δούμε το ιστορικόν μέρος της Παλαιάς Διαθήκης. Είναι γνωστό ότι η Παλαιά Διαθήκη έχει βιβλία ιστορικά, έχει ποιητικά, έχει και προφητικά. Και τα μεν ιστορικά αναφέρονται στην Ιστορία του Ισραήλ, τα ποιητικά είναι οι Ψαλμοί, ο Ιώβ κ.ο.κ., Άσμα Ασμάτων. Τα δε προφητικά είναι τα έργα των προφητών.
Ως προς τα ιστορικά βιβλία, όπως είναι τα πρώτα πέντε βιβλία, η Γένεσις, η Έξοδος, το Λευιτικόν, οι Αριθμοί και το Δευτερονόμιον, και τα παρακάτω ιστορικά βιβλία, όπως είναι ο Ιησούς του Ναυή, τα τέσσερα Βασιλειών κ.ο.κ., αυτά, αγαπητοί μου, θεωρούνται από τους αρνητάς του Χριστιανισμού, δυστυχώς και από πολλούς χριστιανούς, ότι είναι η Ιστορία του Ισραήλ, που για μας τους Έλληνες δεν μας ενδιαφέρει. «Έχομε τη δική μας την Ιστορία, γιατί πρέπει να μάθομε την Ιστορία του Ισραήλ; Ποιος ο λόγος;». Αυτό είναι το επιχείρημά τους.
Ύστερα, εμείς οι Έλληνες είχαμε μιαν άλλη τοποθέτηση. Η τοποθέτησις του Έλληνος είναι ο ορθός λόγος. Η τοποθέτησις του Εβραίου είναι η πίστις. Ο Έλληνας επινοεί. Ο Εβραίος δέχεται αποκάλυψιν. Εάν ο Εβραίος επινοήσει, αμαρτάνει απέναντι του αποκαλύπτοντος Θεού, του αποκαλυπτόμενου Θεού. Συνεπώς οι τοποθετήσεις μας είναι διαφορετικές. Εμείς, επειδή στηριζόμεθα εις τον ανθρώπινον λόγον, εμείς έχομε μια υπερηφάνεια. Όταν λέγω «Εμείς οι Έλληνες», οι αρχαίοι Έλληνες. Και καλύτερα, αν θέλετε, ο όρος «Ἕλλην» δεν είναι αυτός που συμπίπτει με τον γεωγραφικόν χώρον «Ἕλλην», αλλά είναι ο τρόπος με τον οποίον σκέπτεται ένας άνθρωπος. Και εμείς οι Έλληνες σκεφτήκαμε έτσι… Εμείς λοιπόν οι Έλληνες έτσι σκεφτόμαστε. Και σκεφτόμαστε ακόμη έτσι παρά ότι είμαστε Χριστιανοί. Και ερχόμαστε και λέμε: «Εμείς έχομε μια ένδοξη Ιστορία. Ένδοξη, που βγήκε από τις δικές μας τις δυνάμεις. Ποτέ δεν ήρθε ο Θεός να μας πει: ‘’Θα πολεμήσω μαζί σας’’. Οι Εβραίοι έχουν μία Ιστορία που όταν νικούν, νικά για λογαριασμό τους ο Θεός. Συνεπώς αυτό έρχεται σε αντίθεση με την υπερηφάνειά μας και δεν θέλομε τον Θεό της Παλαιάς Διαθήκης. Δεν θέλομε την Ιστορία του Ισραήλ. Δεν μας…-ας πω μια σύγχρονη έκφραση- δεν μας εκφράζει. Δεν το θέλομε, δεν μας αρέσει»… Αυτό είναι ένα βασικό επιχείρημα. Στο βάθος όμως πρόκειται περί μιας αγνοίας ή περί μιας κακοβούλου θέσεως.

Θα ήθελα να σας έλεγα, αγαπητοί μου, ότι η Ιστορία του Ισραήλ είναι μία τυπική Ιστορία. Μπορούσαν οι Εβραίοι να σταθούν όπως και οι Έλληνες. Αν μου πείτε ότι είναι Ασιάται, θα σας έλεγα ότι και οι Έλληνες είναι Ασιάται. Και οι Έλληνες ήρθαν από τα βάθη της Ασίας. Ναι. Και οι Έλληνες. Αν θέλετε, από τη Μεσοποταμία όλοι ξεκίνησαν. Κατά τη Γραφήν και κατά τους ανθρωπολόγους. Μην μου το πείτε αυτό. Θα μπορούσαν θαυμάσια να πολεμήσουν οι Εβραίοι. Απλώς ο Θεός δεν θέλει το πράγμα έτσι. Θέλει απλώς να μπει στην Ιστορία. Και μπαίνει στην Ιστορία μόνον ενός λαού. Για να μπει κατοπινά στην παγκόσμια Ιστορία. Έτσι, η Ιστορία του Ισραήλ είναι μία τυπική Ιστορία. Και όταν λέμε «τυπική» εννοούμε η Ιστορία εκείνη που βρίσκει την εφαρμογή της ως τύπος σε όλους τους λαούς της Γης. Και ένα βασικό σημείο είναι το εξής, στην Ιστορία την τυπική του Ισραήλ. Ο λαός, όταν είναι κοντά στον Θεό, έχει όλα τα αγαθά Του, όπως και στον Παράδεισον οι πρωτόπλαστοι. Όταν ο λαός φύγει μακριά από τον Θεό και λατρεύσει τα είδωλα, τότε ο Θεός τον τιμωρεί. Αυτή είναι η βασική, η κεντρική, η θεμελιώδης θέσις της ισραηλιτικής Ιστορίας· διότι αυτό βλέπομε σαν μια διοίκουσα θέση, μια διοίκουσα ιδέα, γραμμή, μέσα σε όλο το μήκος της Ιστορίας των Εβραίων.

Αυτό όμως εφαρμόζεται και εις τον καινούριο Ισραήλ. Και ποιος είναι ο νέος Ισραήλ; 
Ο Ισραήλ της Χάριτος, είναι οι Χριστιανοί. Είναι η εξ Εθνών Εκκλησία. Έτσι μπορούμε να πούμε: αν φύγομε εμείς οι Χριστιανοί από τον Θεό, τότε θα έχομε τις συνέπειες της αποστασίας μας· όπως είχε ο λαός του Ισραήλ κάποτε. Ακούστε, αγαπητοί μου, πώς το λέγει αυτό ο Απόστολος Παύλος, για να δείξει ότι η ιουδαϊκή ιστορία είναι μόνιμος και διαρκής προειδοποίησις δια την Εκκλησία των Εθνών, παντός Έθνους, ανά την Υφήλιον, όχι μόνον των Ελλήνων. Αναφερόμενος στην απείθεια του Ισραήλ εις την έρημο, γράφει στην Α΄προς Κορινθίους 10,10: «Ταῦτα δὲ -όταν τιμωρήθηκαν οι Εβραίοι, αποστατήσαντες εις την έρημον και απειθήσαντες- τύποι ἡμῶν ἐγενήθησαν(:έγιναν για μας τύποι, μοντέλα, υποδείγματα. Ό,τι δηλαδή συνέβη εκεί, θα συμβεί κι εδώ), εἰς τὸ μὴ εἶναι ἡμᾶς ἐπιθυμητὰς κακῶν, καθὼς κἀκεῖνοι ἐπεθύμησαν (:Για να μη γίνομε επιθυμηταί κακών, όπως κι εκείνοι έγιναν επιθυμηταί κακών· επεθύμησαν κρέας, επεθύμησαν τα σκόρδα, επεθύμησαν τα κρομμύδια, επεθύμησαν τα πράσα της Αιγύπτου και είπαν εις τον Μωυσέα: «Τι μας έφερες εδώ; Για να φάμε αυτό το διάκενο, αυτό το κούφιο, το κουτό προϊόν, δηλαδή το μάννα; Θα γυρίσομε πίσω στην Αίγυπτο». Έγιναν επιθυμηταί και ετιμωρήθησαν αυστηρά. Όπως εκείνοι ετιμωρήθησαν, έτσι κι εμείς θα τιμωρηθούμε εάν γίνομε επιθυμηταί· διότι εκείνοι έγιναν τύπος του νέου Ισραήλ, δηλαδή της Εκκλησίας)· μηδὲ γογγύζετε -λέει στη συνέχεια ο Απόστολος Παύλος-, καθὼς καί τινες αὐτῶν ἐγόγγυσαν καὶ ἀπώλοντο ὑπὸ τοῦ ὀλοθρευτοῦ(:Ούτε να γογγύζετε και να μεμψιμοιρείτε εναντίον του Θεού για κάθε περιπέτειά σας και διωγμό σας και δυσκολία σας -Όπως ακριβώς έγιναν και εκείνοι γογγυσταί. Στον τύπο πηγαίνει αμέσως- Και κατεστράφησαν από τον ολοθρευτήν άγγελον). Ταῦτα δὲ πάντα τύποι συνέβαινον ἐκείνοις, ἐγράφη δὲ πρὸς νουθεσίαν ἡμῶν, εἰς οὓς τὰ τέλη τῶν αἰώνων κατήντησεν (:Όλα αυτά συνέβαιναν τυπικώς, τυπολογικώς σε εκείνους, και γράφτηκαν για μας προς νουθεσίαν, τώρα που είμεθα εις το τέλος των αιώνων και πλησιάζει η Δευτέρα του Χριστού παρουσία)».
Ώστε λοιπόν βλέπομε εδώ ότι η διήγησις η ιστορική, η Ιστορία του Ισραήλ δεν είναι απόβλητη. Είναι αναγκαιοτάτη. Θυμηθείτε ακόμη ένα άλλο παράδειγμα. Ο ίδιος ο Κύριος, στο βιβλίο της Αποκαλύψεως, όταν αποτείνεται προς τον Επίσκοπον της Περγάμου, γράφει, λέγει: «Ἀλλὰ ἔχω κατὰ σοῦ ὀλίγα(:Καλός είσαι, έχω όμως μερικά παράπονα μαζί σου), ὅτι ἔχεις ἐκεῖ κρατοῦντας τὴν διδαχὴν Βαλαάμ, ὃς ἐδίδαξε τὸν Βαλὰκ βαλεῖν σκάνδαλον ἐνώπιον τῶν υἱῶν ᾿Ισραὴλ καὶ φαγεῖν εἰδωλόθυτα καὶ πορνεῦσαι. οὕτως ἔχεις καὶ σὺ κρατοῦντας τὴν διδαχὴν τῶν Νικολαϊτῶν ὁμοίως. Μετανόησον οὖν». «Εκεί», λέγει, «στην επαρχία σου, την Πέργαμο, στη Μικρά Ασία, έχεις τη διδαχή του Βαλαάμ, αυτού του ειδωλολάτρου μάγου, που επρότεινε εις τον Βαλάκ, τον βασιλέα των Μωαβιτών, με τι τρόπους να κερδίσει τους Εβραίους». Δηλαδή με άλλα λόγια, με τι τρόπους να κάνει τον Θεό να οργιστεί ο Θεός εναντίον των Εβραίων και τελικά οι Εβραίοι να νικηθούν από τους Μωαβίτας. Τι; Πονηροτάτη μέθοδος, δαιμονική. «Βάλτους», λέει, «να θυσιάσουν στους θεούς σου και βάλτους να πορνεύσουν με τις γυναίκες σου, τα κορίτσια σου και θα δεις τότε, επειδή ο Θεός τους δεν τα θέλει αυτά, θα οργιστεί εναντίον των, θα τους εγκαταλείψει, θα τους τιμωρήσει και τότε θα τους κερδίσεις εσύ». Λέει λοιπόν τώρα ο Χριστός: «Όπως τότε ο Βαλαάμ επρότεινε στον Βαλάκ εκείνα κι εκείνα, έτσι κι εσύ έχεις μερικούς τέτοιους στη μητροπολιτική σου επαρχία. Μετανόησε λοιπόν, γιατί έρχομαι γρήγορα να μετακινήσω τη λυχνία σου. Δηλαδή να σε κάνω να φύγεις από τον τόπον αυτόν». Πού αναφέρθηκε ο Χριστός; Σε μια ιστορία παλιά. Είναι αυτή η ιστορία γραμμένη στο βιβλίο των Αριθμών, δηλαδή σε ένα βιβλίο της Πεντάτευχου.

Βλέπετε, αγαπητοί μου, πώς η Παλαιά Διαθήκη μπαίνει στη ζωή μας την ίδια; Αλλά, γενικά, όπως λέει στην προς Εβραίους ο Απόστολος Παύλος: «Εἰ γὰρ πᾶσα παράβασις καὶ παρακοὴ ἔλαβεν ἔνδικον μισθαποδοσίαν, πῶς ἡμεῖς ἐκφευξόμεθα τηλικαύτης ἀμελήσαντες σωτηρίας;». «Εάν», λέγει, στην Παλαιά Διαθήκη, «κάθε παράβαση και κάθε παρακοή εύρισκε τον δάσκαλό της, ετιμωρείτο δηλαδή, εμείς, εμείς που έχομε το αίμα του Χριστού και δεν έχομε το αίμα των θυσιών, που έχομε κάτι παμμέγιστο και τεράστιο, εάν υποτεθεί ότι αμαρτάνομε, εάν υποτεθεί ότι αμελούμε, πόσο περισσότερο σε μας τα πράγματα θα αποβούν σε τιμωρία;». Ώστε λοιπόν διδάσκαλος σοφός το ιστορικόν μέρος της Παλαιάς Διαθήκης.

Έρχεται κατόπιν, αγαπητοί μου, το πνευματικόν μέρος και το σωτηριολογικόν της Παλαιάς Διαθήκης, που είναι η πίστις. Είναι πολλά, αλλά κυριότατα, κυριότατα είναι η πίστις. Αναφέρεται ο Απόστολος Παύλος στην Ρωμαίους 4,23 στον Αβραάμ, ότι δια της πίστεως δικαιώθηκε και λέγει: «Οὐκ ἐγράφη δὲ δι᾿ αὐτὸν μόνον ὅτι ἐλογίσθη αὐτῷ -εις δικαιοσύνην- ἀλλὰ καὶ δι᾿ ἡμᾶς οἷς μέλλει λογίζεσθαι, τοῖς πιστεύουσιν ἐπὶ τὸν ἐγείραντα Ἰησοῦν τὸν Κύριον ἡμῶν ἐκ νεκρῶν». «Δεν λογαριάστηκε μόνον εις δικαίωσιν, εις αρετήν η πίστις του Αβραάμ, που επίστευσε ότι θα γεννήσει υιόν, ενώ ήταν 100 χρονών άνθρωπος και η Σάρα 90, αλλά το ίδιο πράγμα συμβαίνει κι εμάς, το ίδιο θα λογαριαστεί, εις δικαίωσιν εάν κι εμείς πιστεύσομε». Γιατί παίρνει τον Αβραάμ; Ο Αβραάμ είναι μπροστά στη νεκρή μήτρα της Σάρας, από την οποίαν γεννιέται ο Ισαάκ, ο φορέας της επαγγελίας ενός λαού. Ο πιστός είναι μπροστά στον νεκρόν Ιησούν, στον τάφο του Χριστού, από τον οποίον τάφον βγήκε ο αναστημένος Χριστός. Το ίδιο πράγμα. Εκείνος πίστευσε στην ανάσταση ενός λαού, ο Αβραάμ. Εμείς πιστεύομε εις την ανάστασιν του Χριστού. Το στοιχείον; Κοινόν. Ποιο; Η πίστις.
Ακόμη η Παλαιά Διαθήκη, αγαπητοί μου, προσφέρεται ως προφητικός λόγος. Όχι μόνον γιατί πρέπει να μελετούμε την Παλαιά Διαθήκη, για να μάθομε Ποιος είναι ο Χριστός, την ταυτότητά Του, αλλά και διότι οι προφητείες της Παλαιάς Διαθήκης, όλες δεν εξεπληρώθησαν, αλλά θα εκπληρωθούν. Και ακόμη ένα άλλο. Υπάρχουν προφητείες στην Παλαιά Διαθήκη, οι οποίες αλλεπαλλήλως μέσα στην Ιστορία, έως το τέλος της Ιστορίας θα εκπληρούνται διαρκώς. Να σας πω μία προφητεία: «Εάν με ακούσετε», λέγει ο Θεός, δια του προφήτου Ησαΐου, «θα φάτε τα αγαθά της γης· εάν δεν με ακούσετε, θα σας φάει μαχαίρι». Και ύστερα από λίγα χρόνια, από 200 χρόνια, τρώει μαχαίρι το βόρειο Βασίλειο και ύστερα από 300 χρόνια τρώει μαχαίρι και το νότιο Βασίλειο. Αυτή η προφητεία όμως επαληθεύεται πάντοτε. Όποτε ακούμε τον Θεό, τρώμε τα αγαθά της γης. Όποτε δεν Τον ακούμε, μάχαιρα εμάς μας περιμένει να μας κόψει. Είναι χρήσιμος λοιπόν ο προφητικός λόγος όχι μόνο ο αναφερόμενος εις τον Χριστόν, αλλά και εις ημάς.

Ακόμα, αγαπητοί μου, η Παλαιά Διαθήκη προσφέρει τον ηθικόν νόμον. Ο ηθικός νόμος προϋποτίθεται εις την Παλαιά Διαθήκη όταν τον έχομε εις την Καινή Διαθήκη. Ο Χριστός είπε: «Ἠκούσατε ὅτι ἐρρέθη τοῖς ἀρχαίοις.. Ἐγὼ δὲ λέγω ὑμῖν …». Τι κάνει; Συμπληρώνει. Αλλά τι συμπληρώνει; Κάτι που υπάρχει. Πού υπάρχει; Στην Παλαιά Διαθήκη. Δεν μπορείς να αγνοήσεις την Παλαιά Διαθήκη και τον ηθικό της νόμο. Θα τον δεχθείς συμπληρωμένον από την Καινή Διαθήκη· διότι η Παλαιά «ἐγένετο παιδαγωγός εἰς Χριστόν», όπως λέγει ο Απόστολος Παύλος, εάν υποτεθεί ότι παρουσιάζει ατέλειας.

Πέμπτον. Ακόμη και αυτός ο τελετουργικός νόμος, ο οποίος βεβαίως κατηργήθη, δεν έχομε τις θυσίες της Παλαιάς Διαθήκης και κατηργήθη, γιατί λέτε; Γιατί έχομε το πρωτότυπο· διότι πλέον ο μόσχος ή ο αμνός είναι ο Ιησούς Χριστός. Δεν έχομε ανάγκη λοιπόν θυσιών. Αφού έχομε ήδη το πρωτότυπον. Εκεί είχαμε τα αντίτυπα. Πάλι όμως έχομε την έννοιαν της θυσίας. Τι είναι η Θεία Λειτουργία; Είναι θυσία. Κεντρικό σημείο της λατρείας, ποιο είναι; Η θυσία στην Παλαιά Διαθήκη. Κεντρικόν σημείον της λατρείας στην Καινή Διαθήκη, τι είναι; Η Θεία Λειτουργία, η θυσία του Χριστού. Γενικά δηλαδή θα λέγαμε, ακόμη αν θέλετε και η καθαρά λατρεία. Έπρεπε να πλυθούν χέρια πόδια οι ιερείς. Εμείς πλενόμαστε τυπικώς, για να εκφράσομε την εσωτερική καθαρότητα. Κεντρικά σημεία μένουν τα ίδια.

Θέλετε ακόμη ένα έκτον σημείον; Διατάξεις της Παλαιάς Διαθήκης που μας παραξενεύουν σήμερα και που αναφέρονται στην καθημερινότητα, αυτές έχουνε μία αναφορά, αναφορική, πνευματική διάσταση. Δηλαδή ετούτο σημαίνει ετούτο. Ένα μικρό παράδειγμα. Λέγει: «Δεν θα βάλει φίμωτρο εις το ζώο που σου αλωνίζει». Θα πει κάποιος: «Ε, τώρα τι να κάνομε μ’ αυτό, πρέπει να το τηρήσομε;» Ακούστε τι λέγει ο Απόστολος Α΄Κορ.9,9: «ἐν γὰρ τῷ Μωϋσέως νόμῳ γέγραπται· οὐ φιμώσεις βοῦν ἀλοῶντα». «Είναι γραμμένο», λέει, «στον μωσαϊκό νόμο: ‘’Δεν θα βάλεις φίμωτρο στο βόδι που αλωνίζει, είναι στο αλώνι μέσα και πατάει και αλωνίζει’’». «Μὴ τῶν βοῶν μέλει τῷ Θεῷ; (:Μήπως ενδιαφέρεται ο Θεός για τα βόδια;) ἢ δι᾿ ἡμᾶς πάντως λέγει; (:ή το λέγει για μας αυτό;). Δι᾿ ἡμᾶς γὰρ ἐγράφη, ὅτι ἐπ᾿ ἐλπίδι ὀφείλει ὁ ἀροτριῶν ἀροτριᾶν, καὶ ὁ ἀλοῶν τῆς ἐλπίδος αὐτοῦ μετέχειν ἐπ᾿ ἐλπίδι». «Για μας», λέει, «γράφτηκε: ότι άξιος εργάτης του μισθού αυτού. Θα αροτριάς και θα αλωνίζεις στο χωράφι και στο αλώνι της ελπίδος». «Για μας», λέει, «γράφτηκε».

Ένα άλλο. «Όταν θα κάνεις», λέει, «ύφανση, ύφανση, πανί, μη βάλεις λινάρι και μαλλί μαζί. Ή λινάρι ή μαλλί. Όχι και τα δύο μαζί». Γιατί; Έχει σημασία αυτό. Μην είσαστε ἑτεροζυγοῦντες, που λέει ο απόστολος Παύλος. Το λέει ο ίδιος. «Μη βάλεις το ζευγάρι σου», το λέει και η Παλαιά Διαθήκη, «άλογο και βόδι, ή όνο και βόδι. Δεν μπορούν αυτά να πάνε καλά»· που σημαίνει «ἑτεροζυγοῦντες ἀπίστοις» τώρα ο Απόστολος Παύλος, «δεν μπορείς να κάνεις παρέα με τον άπιστον άνθρωπον». Έχει σημασία. Έχει σημασία. Έχει δηλαδή πνευματικήν αναγωγήν, αναφορά το θέμα αυτών των διατάξεων μέσα στην Παλαιά Διαθήκη.
Αλλά, αγαπητοί μου, με δύο λόγια ας ξαναγυρίσουμε στο κείμενό μας, αυτό που ο Απόστολος Παύλος μας είπε εις την σημερινήν αποστολική περικοπή. «Ὃσα γὰρ προεγράφη, εἰς τὴν ἡμετέραν διδασκαλίαν προεγράφη, ἵνα διὰ τῆς ὑπομονῆς καὶ τῆς παρακλήσεως τῶν γραφῶν τὴν ἐλπίδα ἔχωμεν». Τι σημαίνει; «Για μας» λοιπόν, «δηλαδή για την Καινή Διαθήκη προεγράφη ό,τι προεγράφη στην Παλαιά Διαθήκη, με σκοπό την ανάπτυξη της υπομονής και της παρηγορίας των γραφών, για να αποκτήσομε την ελπίδα της σωτηρίας εν Χριστώ». Καθαρότερα το λέγει ο Απόστολος Παύλος ως εξής, Β΄Τιμ.3,16: «Πᾶσα γραφὴ -πᾶσα γραφὴ- θεόπνευστος καὶ ὠφέλιμος πρὸς διδασκαλίαν». Ποια είναι αυτή η «πᾶσα γραφὴ»; 
Και η Παλαιά και η Καινή Διαθήκη. Αν το θέλετε, τον καιρό που γράφει ο Παύλος, έχει υπόψιν του μόνο την Παλαιά Διαθήκη. Λοιπόν, Παλαιά και Καινή Διαθήκη θεόπνευστος και ωφέλιμος προς διδασκαλίαν, πρὸς ἔλεγχον, πρὸς ἐπανόρθωσιν, πρὸς παιδείαν τὴν ἐν δικαιοσύνῃ». Βλέπετε; Πᾶσα γραφὴ. Το προσέξατε αυτό; Πᾶσα γραφὴ. Και ποιος ο σκοπός της μελέτης του λόγου του Θεού; «Πρὸς ἔλεγχον, πρὸς ἐπανόρθωσιν, πρὸς παιδείαν». Να παιδαγωγηθούμε. Να γυρίσομε πίσω στον Θεόν. Και ο σκοπός αυτών ποιος είναι; «Ἳνα ἄρτιος ᾖ ὁ τοῦ Θεοῦ ἄνθρωπος, πρὸς πᾶν ἔργον ἀγαθὸν ἐξηρτισμένος (:Για να είναι ο άνθρωπος του Θεού άρτιος, ολόκληρος, σωστός)». Ω, αυτή η αρτιότης του ανθρώπου, μόνον εις τον Χριστιανισμόν υπάρχει. Είναι κάτι θαυμαστό αγαπητοί.

Αγαπητοί μου, ολόκληρη η Αγία Γραφή, ολόκληρη, Παλαιά και Καινή Διαθήκη, είναι ο μοναδικά αλάνθαστος οδηγός πάσης φύσεως προβλημάτων ανθρωπίνων. Αλάνθαστος οδηγός και λύτης όλων αυτών των ανθρωπίνων προβλημάτων. Δεν υπάρχει τίποτε περιττόν μέσα στην Αγίαν Γραφήν. Αν έχει η Παλαιά Διαθήκη επαναλήψεις, είναι οι επαναλήψεις του δασκάλου ή του εκπαιδευτού στον στρατό, που το λέει και το ξαναλέει με σκοπό την εντύπωσιν. Παν ό,τι αφορά τη σωτηρία μας είναι γραμμένο μέσα στην Αγία Γραφή. Παλαιά και Καινή Διαθήκη. Δεν υπάρχει τίποτε μα τίποτε που να μην αναφέρεται εις τη σωτηρία μας. Ή κάτι που να ζητούμε και να μην είναι γραμμένο εκεί μέσα.

Γι΄αυτό, αγαπητοί, να γίνει ο λόγος του Θεού ένα καθημερινό μας εντρύφημα, για να γίνομε κατά Θεόν σοφοί. Όπως λέγει στον Τιμόθεο ο Απόστολος: «Ἀπό βρέφους τὰ ἱερὰ γράμματα οἷδας, τὰ δυνάμενὰ σε σοφίσαι εἰς σωτηρίαν». «Από νήπιο ξέρεις τα γράμματα τα ιερά, που μπορούν να σε κάνουν σοφό». Και σεις να γίνετε σοφοί και τα παιδιά σας από μικρά βοηθήσατέ τα, καθοδηγήσατέ τα στις αθάνατες σελίδες του λόγου του Θεού, της Αγίας Γραφής. Ο λόγος του Θεού είναι ζωντανός. Γιατί πίσω από τα γράμματα τα τυπωμένα είναι ένα πρόσωπον, ο Λόγος του Θεού.

Γι΄αυτό λέγει στην προς Εβραίους 5,12 ο Απόστολος Παύλος: «Ζῶν γὰρ ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ(:Γιατί ζώντας ο λόγος του Θεού) καὶ ἐνεργὴς καὶ τομώτερος ὑπὲρ πᾶσαν μάχαιραν δίστομον καὶ κριτικὸς ἐνθυμήσεων(:έρχεται και σε σκαλίζει) καὶ ἐννοιῶν καρδίας, καὶ οὐκ ἔστι κτίσις ἀφανὴς ἐνώπιον αὐτοῦ(:Δεν υπάρχει κάτι που είναι σκεπασμένο στον λόγο του Θεού), πάντα δὲ γυμνὰ καὶ τετραχηλισμένα τοῖς ὀφθαλμοῖς αὐτοῦ, πρὸς ὃν ἡμῖν ὁ λόγος. Γιατί; 
Διότι δεν είναι τα τυπογραφικά στοιχεία ο λόγος του Θεού. Είναι ένα πρόσωπον. Και το πρόσωπον αυτό είναι το δεύτερον πρόσωπον της Αγίας Τριάδος, που ενηνθρώπησε, ο Υιός και Λόγος του Θεού, ο Ιησούς Χριστός. Γι΄αυτό έχει δίκαιο ο Ιερός Χρυσόστομος που σημειώνει και λέγει: «Ἀγαπητοί, ἀδύνατον, ἀδύνατον σωθῆναι ἄνευ τῆς τῶν θείων Γραφῶν ἀναγνώσεως». Είναι αδύνατον, είναι αδύνατον να σωθεί κανείς χωρίς να μελετά τον λόγο του Θεού· και την Καινή και την Παλαιά Διαθήκη.

ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ
και με απροσμέτρητη ευγνωμοσύνη στον πνευματικό μας καθοδηγητή
μακαριστό γέροντα Αθανάσιο Μυτιληναίο,
μεταφορά της απομαγνητοφωνημένης ομιλίας σε ηλεκτρονικό κείμενο και επιμέλεια:
Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
ΠΗΓΕΣ:
• Απομαγνητοφώνηση ομιλίας δια χειρός του αξιοτίμου κ. Αθανασίου Κ.
• http://www.arnion.gr/mp3/omilies/p_athanasios/omiliai_kyriakvn/omiliai_kyriakvn_284.mp3

«ΑΣ ΜΑΘΟΥΜΕ ΝΑ ΣΥΓΧΩΡΟΥΜΕ»

ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΑ΄ΜΑΤΘΑΙΟΥ[: Ματθ. 18,23-35]
Απομαγνητοφωνημένη ομιλία μακαριστού γέροντος Αθανασίου Μυτιληναίου, 
[εκφωνήθηκε στην Ιερά Μονή Κομνηνείου Λαρίσης στις 30-8-1992], (Β267)


Πάντοτε, αγαπητοί μου, στις ανθρώπινες σχέσεις θα υπάρχουν διαφορές. Και πολλές φορές ο ένας θα είναι ο αδικών και ο άλλος ο αδικούμενος. Και ἐν στενῇ και ἐν εὐρείᾳ ἐννοίᾳ. Και τίθεται το ερώτημα: Το πώς θα μπορούν αυτές οι σχέσεις να αποκαθίστανται, πράγμα πολύ αναγκαίον για την ομαλή συνύπαρξη των ανθρώπων. Πώς αλλιώς παρά με την ανεξικακία ή με την αμνησικακία, να μην θυμάται κανείς την κακία του άλλου, που εκφράζονται με την εκ βάθους καρδίας συγχωρητικότητα. Κι αν συμβαίνουν, υποτίθεται, απεριόριστες προστριβές, πόσο μπορεί να ισχύει αυτή η συγχωρητικότητα; Απεριόριστα. Αρκεί φυσικά, ο αδικών, ο πταίων, να ζητά συγνώμη.

Κατά την εβραϊκή αντίληψη, η συγνώμη, έστω και αν εζητείτο, περισσότερο περιορίζετο ωστόσο στις τρεις φορές. Εννοείται την ημέρα. Όχι σε όλη του τη ζωή. Την ημέρα. Και ο Απόστολος Πέτρος κάποτε άκουσε τον Κύριο να λέγει: «᾿Εὰν δὲ ἁμαρτήσῃ εἰς σὲ ὁ ἀδελφός σου, ὕπαγε καὶ ἔλεγξον αὐτὸν· ἐάν σου ἀκούσῃ, ἐκέρδησας τὸν ἀδελφόν σου». Δηλαδή υποτίθεται ότι τον συγχωρείς. Και όχι μόνον αυτό αλλά τον κερδίζεις κιόλας. 
Και με μεγαλοψυχία ο απόστολος Πέτρος νόμιζε ότι αν ξεπερνούσε το εβραϊκόν όριον -αυτό το οποίον υπήρχε, δεν ήταν γραμμένο στην Παλαιά Διαθήκη, όχι, υπήρχε ως αντίληψις εις τους Εβραίους, ήτο διδασκαλία των Ραββίνων· ερωτά λοιπόν τον Κύριον: «Κύριε, έως επτά φορές εάν αμαρτήση σε μένα ο αδελφός μου, θα τον συγχωρήσω;». Θα επαναλάβω· την ημέρα 7 φορές. Και ο Κύριος του απαντά: «Όχι επτά φορές, όπως νομίζεις, αλλά έως εβδομηκοντάκις επτά». Δηλαδή εβδομήντα φορές το επτά. Δεν είναι 7×7= 49=490. Αλλά σημαίνει: Είπες επτά; Εγώ σου λέω εβδομήντα φορές το επτά. Είναι έκφρασις που δείχνει το απεριόριστων. 
Όσες φορές και αν αμαρτήσει ο αδερφός σου, κι έρθει και σου ζητήσει συγνώμη, οφείλεις να τον συγχωρήσεις. Προσέξτε. Οφείλεις να τον συγχωρήσεις.
Και για να εδραιώσει ο Κύριος αυτήν την σπουδαιοτάτην ηθικήν θέσιν, που καθορίζει τις σχέσεις των ανθρώπων μεταξύ των, είπε την παραβολή των μυρίων ταλάντων και του χρεώστου δούλου, που ακούσαμε, αγαπητοί μου, στη σημερινή ευαγγελική περικοπή.
Πώς άρχισε ο Κύριος τον λόγο Του, για να δείξει τη μεγάλη αυτή αλήθεια της συγχωρητικότητος; Είπε: «Διὰ τοῦτο ὡμοιώθη ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν…». «Γι΄αυτό τον λόγο έμοιασε η βασιλεία των ουρανών…». Και ακολουθεί η παραβολή. Πολύ συχνά ο Κύριος αναφέρεται σε αυτή τη φράση. Δηλαδή περίπου στερεότυπη. Όπως: «Τίνι ὁμοιώσω τὴν βασιλείαν τῶν οὐρανῶν; -«Με τι να την παρομοιάσω τη Βασιλεία των Ουρανών;»- ή «ὡμοιώθη ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν». «Έμοιασε, μοιάζει η βασιλεία των ουρανών», κλιπ. 
Αυτό το «Τίνι ὁμοιώσω», «με τι να την παρομοιάσω τη βασιλεία του Θεού», δείχνει την προσπάθεια του Κυρίου να μεταφέρει μια ουράνια πραγματικότητα πάνω στη Γη. Έχει πει ο Κύριος επτά παραβολές, αποτελούν μία δέσμη αυτές οι επτά παραβολές, κι όλες αρχίζουν έτσι: «Τίνι ὁμοιώσω τὴν βασιλείαν τῶν οὐρανῶν;»· που δείχνει ότι αυτές οι επτά παραβολές δεν είναι τίποτε άλλο παρά επτά πτυχές μιας πραγματικότητος. Της βασιλείας του Θεού. 
Αλλά η Βασιλεία του Θεού ή η Βασιλεία των ουρανών είναι μια ουρανία πραγματικότητα. Ενώ εδώ στη Γη ζούμε μέσα σε μια γήινη πραγματικότητα. Αυτή η μεταφορά -γι΄αυτό λέει ο Κύριος «Τίνι ὁμοιώσω»- αυτή η μεταφορά ουρανίων πραγμάτων σε γήινες πραγματικότητες, με ποια γλώσσα θα γίνει; Ποια είναι η γλώσσα που θα μιλήσουμε; Και ποια αυτή η γλώσσα θα μπορεί να μεταφέρει αυτές τις ουράνιες πραγματικότητες; Είναι δύσκολο. Είναι αδύνατον. Λέει ο απόστολος Παύλος, που είδε ουράνια πράγματα, ότι δεν είναι δυνατόν να μεταφέρει κανείς τα ουράνια πράγματα εδώ στη Γη. Δεν υπάρχει περιγραφή. «Οὐκ ἐξὸν ἐστίν ἀνθρώπῳ λαλῆσαι». Δεν είναι δυνατόν, εκφεύγουν, η περιγραφή ουρανίων πραγμάτων, δεν μπορεί να μεταφερθεί. Κι όμως αυτή η μεταφορά είναι ανάγκη να γίνει. Και πώς γίνεται; 
Γίνεται με παρομοιώσεις. Η γλώσσα των παρομοιώσεων. Γι΄αυτό λοιπόν μία παραβολή δεν είναι τίποτε άλλο παρά μία παρομοίωσις, παρά μία εικόνα, ένας τρόπος να εκφραστούμε για πράγματα ανέκφραστα, μέσα στον χώρο των γηίνων πραγματικοτήτων. Και εν προκειμένω έχομε την παραβολή που ακούσαμε σήμερα.

Η παραβολή, μιλώντας γενικά τώρα, θα ήθελα να το γνωρίζετε ότι έχει το μειονέκτημα της απουσίας ορισμού. Πώς να ορίσεις; Ουράνια πράγματα ορίζονται; Τι είναι η Βασιλεία του Θεού, ορίζεται; Τι υπάρχει στη Βασιλεία του Θεού, ορίζεται; Δεν ορίζεται. Δεν είναι δυνατόν δηλαδή να χρησιμοποιηθεί ορισμός. Το λέει η λέξις. Ορίζω. Ορίζω θα πει βάζω όρια. Αλλά η Βασιλεία του Θεού δεν ορίζεται, δεν έχει όρια. Δεν μπορεί να μπει λοιπόν μέσα στα καλούπια ορίων. Γι΄αυτό και δεν ορίζεται. Είναι γνωστό, και μάλιστα κατ΄ επιστήμην ομιλούντες, ότι όταν θέλομε να δώσομε ακριβή περιγραφή ενός πράγματος, δίδομε ορισμών. 
Εάν δεν δώσομε ορισμόν, δεν μιλάμε κατ’ επιστήμην. Το ξέρομε αυτό το πράγμα. Αυτό λοιπόν είναι ένα μειονέκτημα, ότι απουσιάζει ο ορισμός. Αλλά εκ της φύσεως των πραγμάτων, δεν είναι δυνατόν, όπως είπαμε, να τεθεί ορισμός. Κι έτσι μιλάμε με πολλές παρομοιώσεις, με πολλές εικόνες. Αυτό είναι ένα πλεονέκτημα· διότι μπορούμε να δούμε με πολλούς τρόπους, πολλές πτυχές ενός πράγματος και συνεπώς έχομε έναν πλούτον ερμηνευτικόν. Είναι πάρα πολύ σπουδαίο αυτό. Έτσι έχομε το μειονέκτημα του ορισμού, της απουσίας του ορισμού, έχομε όμως το πλεονέκτημα μιας πληθωρικής ερμηνείας. Γι΄αυτό βλέπετε που λέμε, όταν ερμηνεύομε το Ευαγγέλιο, ένας πατήρ το ερμηνεύει έτσι, άλλος το ερμηνεύει έτσι, άλλος το ερμηνεύει έτσι. Τι σημαίνει αυτό; Αντιφάσεις; Ελλείψεις; Όχι. Ουράνιες πραγματικότητες ερμηνεύομε. Συνεπώς έχομε τη δυνατότητα να πούμε πάρα πολλά πράγματα. Τόσα πολλά, επιτρέψατέ μου να σας το πω, ανεξαντλήτως. Όσο σκάβεις, βρίσκεις. Ναι. Όσο ερευνάς, γνωρίζεις.
Έτσι, στην παραβολή που ακούστηκε, που είπαμε σήμερα, ευαγγελική περικοπή, εδώ ξεδιπλώνεται σ’ αυτήν την παραβολή των μυρίων ταλάντων, μία πτυχή της βασιλείας των Ουρανών· που είναι η συγχωρητικότης και η αμνησικακία. Έχομε εδώ μία ωραία και βαθιά αποκάλυψη του πνεύματος της Βασιλείας του Θεού. Τι είναι η Βασιλεία του Θεού; 
Η Βασιλεία του Θεού είναι αγάπη. Τι είναι η Βασιλεία του Θεού; Είναι ελπίδα. Τι είναι η Βασιλεία του Θεού; Είναι η θέα του προσώπου του Χριστού. Τι είναι η Βασιλεία του Θεού; 
Η συγχωρητικότης και ανεξικακία. Κ.ο.κ. Βλέπετε λοιπόν ότι εδώ η παραβολή αυτή δίδει σε μία πτυχή, το πνεύμα της Βασιλείας του Θεού. Και πρέπει ακόμη να πούμε ότι η Βασιλεία του Θεού έχει δύο σκέλη. Μία, ενιαία είναι. Μία είναι, το ξαναλέγω. Έχει δύο σκέλη. Το ουράνιον σκέλος και το γήινον σκέλος. Το ουράνιον σκέλος είναι οι ουράνιες πραγματικότητες. 
Το γήινο σκέλος είναι εδώ στη Γη. Και ξέρετε τι είναι η Βασιλεία του Θεού; Ω, αν ξέραμε! Ξέρομε. Αλλά ποτέ δεν το σκεφθήκαμε. Είναι η Εκκλησία. Η Εκκλησία μέσα στην Ιστορία είναι η Βασιλεία του Θεού, στο γήινον σκέλος.

Αλλά τα δύο σκέλη κρατούν ένα σώμα. Μία είναι η Βασιλεία του Θεού. Αυτός που είμαι εδώ, στο γήινο σκέλος της Βασιλείας του Θεού, αυτός θα είμαι και εκεί. Δεν μπορώ να είμαι κάτι διαφορετικό εδώ και κάτι διαφορετικό εκεί. Γι΄αυτό, αν φύγω άγιος, θα ζήσω εν αγιότητι στη Βασιλεία του Θεού. Αν δεν φύγω άγιος, αλλά μοχθηρός, κακοήθης, παραβάτης των εντολών του Θεού κλπ., δεν μπορώ να μπω στη Βασιλεία του Θεού. Δεν είναι δυνατόν. 
Γιατί δεν μπήκα ήδη στη γηίνη πραγματικότητα. Δεν μπήκα στα μυστήρια της Εκκλησίας, μέσα στην πνευματική ζωή, στη ζωή του Αγίου Πνεύματος, εν Χριστώ Ιησού. Ή μέσα στη ζωή του Χριστού εν Αγίω Πνεύματι. Δεν μπήκα. Δεν μπορώ λοιπόν να μπω, ούτε σε εκείνη την ουράνια πραγματικότητα.

Με τι λοιπόν ωμοιώθη η Βασιλεία των Ουρανών; «Ἀνθρώπῳ βασιλεῖ, ὃς ἠθέλησε συνᾶραι λόγον μετὰ τῶν δούλων αὐτοῦ». «Με κάποιον βασιλέα άνθρωπον, που θέλησε να λογαριαστεί με τους δούλους του». Να του δώσουν λογαριασμό, πού βρίσκονται στα οικονομικά. 
Πράγματι και ενώ εδίδετο ο λόγος, βρέθηκε κάποιος δούλος, μας λέγει η παραβολή, ο οποίος χρωστούσε στο αφεντικό του, στον κύριό του μύρια τάλαντα! Ο αριθμός μύρια, όπως θα γνωρίζετε είναι ο δέκα χιλιάδες(10.000). Συνεπώς μύρια τάλαντα σημαίνει ένα ποσόν 10.000 ταλάντων. Πρέπει όμως ευθύς εξαρχής να πούμε ότι στην παραβολή αυτή βλέπομε ότι ο κάθε άνθρωπος έχει να δώσει λόγο στον Θεό για τα πεπραγμένα του. Είναι μία μεγάλη αλήθεια, είναι μία μεγάλη πραγματικότης, που δυστυχώς διαφεύγει σε πολλούς χριστιανούς μας. 
Όσο για κείνους που μιλάνε για ελευθερία, μία ελευθερία κατασκεύασμα του δικού τους του μυαλού, λένε ότι… «αφού είμαι ελεύθερος, γιατί θα πρέπει να δώσω λόγο των πεπραγμένων μου; Διότι αυτό θα πει είμαι ελεύθερος. Δεν έχω λόγο να δώσω λόγο πουθενά. 
Ούτε σε ανθρώπους ούτε στον Θεό». Αλλά θα βρεθούν προ εκπλήξεως οι άνθρωποι αυτοί, όταν αντιληφθούν ότι η έννοια της ελευθερίας δεν είναι όπως αυτοί νόμισαν, δίδοντες μία διάσταση φιλοσοφική. Αλλά όπως την νοεί την ελευθερία ο λόγος του Θεού. Έτσι η κρίσις του Θεού, αγαπητοί μου, είναι μία φοβερή πραγματικότητα. Και είναι η κρίσις τόσο προσωπική, όσο και γενική. Ο καθένας που φεύγει από τον παρόντα κόσμον, κρίνεται. Και όταν έλθει ο Χριστός, θα κριθεί ολόκληρη η ανθρωπότητα, στη γενική κρίση.

Και τότε εμφανίζεται, όπως λέγει η περικοπή, ένας οφειλέτης μυρίων ταλάντων. Δεν ξέρω αν γνωρίζετε τι ήταν το τάλαντο. Ήταν το μεγαλύτερο νόμισμα, το οποίον δεν είχαν μόνον οι Έλληνες, είχαν κι άλλοι λαοί και ήταν τριών ποιοτήτων. Ήταν το χρυσούν τάλαντον, ήταν το αργυρούν, ήταν και το χαλκούν. Μάλιστα όταν ο Τωβίτ στέλνει τον γιο του στους Ράγους της Μηδίας, με ένα παλιό χρέος ενός φίλου, θα του έδινε λοιπόν το χρέος αυτό, γιατί ήταν κάποια τάλαντα. Το τάλαντο το χρυσούν ήταν βεβαίως κι εκείνο που είχε τη μεγαλύτερη αξία. 
Είχε πολύ βάρος. Ήτο ασήκωτο. Και η αξία ενός χρυσού ταλάντου, αττικού ταλάντου, αττικού -σας είπα τον Τωβίτ, για να σας πω ότι και στην Ανατολή χρησιμοποιούσαν το τάλαντο· το αττικό τάλαντο ήταν… όχι αρχαιολογική αξία, αλλά πραγματική, εις χρυσόν, ήτο, παρακαλώ, διακόσιες σαράντα χρυσές λίρες Αγγλίας. Ήταν το τάλαντο το αττικών. 
Μύρια τάλαντα σημαίνει δύο εκατομμύρια τετρακόσιες χιλιάδες χρυσές λίρες Αγγλίας! Με την πραγματική αξία, τη σημερινή. Αυτό δείχνει πόσο χρεώστης ήταν αυτός ο άνθρωπος έναντι του Θεού.
Ναι. Το χρέος είναι οι αμαρτίες. Γι’ αυτό λέμε στην Κυριακή προσευχή: «καὶ ἄφες ἡμῖν τὰ ὀφειλήματα ἡμῶν», και άφησέ μας, δηλαδή συγχώρεσέ μας, δηλαδή να διαγράψεις, τι; 
Τὰ ὀφειλήματα. «Ὀφείλημα» θα πει χρέος. Να διαγράψεις τα χρέη μας. Και τα οφειλήματα αυτά είναι, οφειλήματα παραβάσεων και οφειλήματα παραλείψεων. Τι παρέβην και τι έπρεπε να κάνω και δεν το έκανα. Πόσο βαθύ σκοτάδι αγαπητοί μου υπάρχει σε πολλούς που νομίζουν ότι είναι αθώοι απέναντι του Θεού! «Εγώ», λέει, «εγώ δεν έχω αμαρτίες». 
Κι αν βέβαια κάποιες ειπωθούν… «Και τι είναι αυτό; Όλοι οι άνθρωποι κάνουν αυτό, κάνουν εκείνο». Φοβερό πράγμα, φοβερόν! Το χρέος μένει ανεξόφλητον. Κάποτε είχα πει…, πολλές φορές το έχω πει, δεν πειράζει αν γρήγορα γρήγορα το ξαναπώ εν παρενθέσει, ότι το χρέος μεγαλώνει απέναντι στον Θεό, γιατί είναι ο Θεός. Ανάλογα με το πρόσωπο είναι και η εκτίμηση του χρέους. Δηλαδή· για να το καταλάβομε… Τι είπαμε είναι το χρέος; Παράβασις. Και ακόμη τι είναι; Παράλειψις. Να πάρω μία παράβαση εντολής. Παραβαίνω μία εντολή. 
Εάν σε ένα μικρό παιδί δώσω ένα χαστούκι, δεν έχει και πολλή σημασία αυτό. Θα κλάψει αυτό, το πολύ να μου διαμαρτυρηθούν οι γονείς του. Αν δώσω το ίδιο χαστούκι στον Δήμαρχο της πόλεως, το πράγμα διαφέρει. Εάν δώσω στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας ένα χαστούκι δημοσίως, το πράγμα ακόμη διαφέρει. Εάν τώρα κάνω μία προσβολή στον Θεό, πόση είναι η προσβολή; Όσο είναι το πρόσωπον. Ο Θεός είναι άπειρος και η προσβολή είναι άπειρος. 
Ο Θεός είναι αιώνιος και η προσβολή είναι αιώνιος.

Λέει κάποιος, ερωτά ο Ιερός Χρυσόστομος, λέει κάποιος: «Καλά, εγώ αμάρτησα για ένα λεπτό, και θα τιμωρούμαι αιώνια;». Ναι. Γιατί; Γιατί σε Εκείνον που αμάρτησες, είναι άπειρος και αιώνιος. Για να καταλάβομε, γιατί με το ποσόν αυτό ο Κύριος θέλει να δείξει πως ο κάθε άνθρωπος είναι χρεώστης. Και μη λέμε, αγαπητοί μου, εκείνο το παραμύθι κυριολεκτικά του διαβόλου παραμύθι, ότι δεν έχομε αμαρτίες και ότι δεν κάνομε τίποτα και ότι είμεθα αθώοι άνθρωποι. Έτσι, ποιος μπορεί να εξοφλήσει αυτόν τον όγκον του χρέους; Ένας μόνον. 
Ο Θεός. Όπως εδώ έρχεται ο δούλος και τον παρακαλεί τον Κύριό του: «Κύριε», λέει, «μακροθύμησον ἐπ᾿ ἐμοὶ», «μακροθύμησε σε μένα, θα σου το εξοφλήσω». Τι θα εξοφλήσεις, άνθρωπε; Τι θα εξοφλήσεις; Δούλος είσαι και δεν είναι δυνατόν να δουλεύεις για να δίνεις χρήματα στο αφεντικό. Δούλος είσαι. Τι θα κάνεις; Ένας το ξόφλησε το χρέος για τον καθένα μας. Ο Ιησούς Χριστός. Λέει στους Κολοσσαείς ο Απόστολος Παύλος: «Καὶ ὑμᾶς, νεκροὺς ὄντας ἐν τοῖς παραπτώμασι -νεκροί στα παραπτώματα-, συνεζωοποίησεν ὑμᾶς σὺν αὐτῷ -μαζί με τον Χριστόν, ο Πατήρ μας εζωοποίησε-, χαρισάμενος ἡμῖν πάντα τὰ παραπτώματα -μας χάρισε όλα μας τα παραπτώματα- ἐξαλείψας τὸ καθ’ ἡμῶν χειρόγραφον -Ξέρετε ότι το χρέος είναι με ένα χειρόγραφο, με μία συναλλαγματική, με ένα συμβόλαιο, με ένα χαρτί. 
Με ένα χαρτί, που λέμε «σε τυλίγει σε μία κόλλα χαρτί ο δανειστής σου». Χειρόγραφον χρέους. Ε, λέγει, μας το εξάλειψε αυτό- προσηλώσας αὐτὸ -Ποιο; Το χειρόγραφο προσηλώσας, το κάρφωσε- τῷ σταυρῷ». Εκεί το χρέος. Σαν να είναι ο δανειστής στον οποίον χρωστάμε και να μας πει: «Το βλέπεις; Στο χέρι μου το κρατάω. Μου χρωστάς. Το βλέπεις;». 
Και να πάει μπροστά στα μάτια μας να το σχίσει. Αυτό θα πει το κάρφωσε πάνω εις τον σταυρό. Εκπληκτικόν.
Και μη έχων ο δούλος να εξοφλήσει το χρέος στην παραβολή, τι κάνει ο κύριος; Δεν είχε. «Ἐκέλευσεν πραθῆναι». «Διέταξε να πουληθεί». «Να πουληθεί», λέει, «η γυναίκα, του…-έτσι εγίνετο στην αρχαιότητα. Το υλικό της παραβολής είναι παρμένο από την αρχαιότητα και από την πραγματικότητα-, τα παιδιά του, ό,τι είχε και δεν είχε και να προσμετρηθεί». Ξέρετε πόσο κόστιζε ένας δούλος; Πάμφθηνος. Η γυναίκα δε ακόμα πιο φθηνή. Λοιπόν; Τι να εξοφλήσεις άνθρωπε; Και τι γίνεται τώρα; Εν τω μεταξύ ο δούλος πωλούμενος… κι αυτός ακόμη θα επωλείτο ο δούλος για να εισπράξει το αφεντικό το χρέος που του όφειλε. Τι σήμαινε; Ότι θα υφίστατο αλλοτρίωσιν. Θα αλλοτριώνετο από τον κύριόν του. Τι θα πει αυτό; Αυτή η αλλοτρίωσις είναι η αιωνία κόλασις. Σε πουλάει το αφεντικό. Σε διώχνει ο Θεός. 
Όταν σε διώχνει ο Θεός, πού θα πας; Πού αλλού; Δεν υπάρχει πουθενά αλλού, παρά η κόλασις. Αυτή η αλλοτρίωσης.

Ο δούλος είδε ότι δεν υπάρχει σωτηρία. «Πεσὼν οὖν ὁ δοῦλος -Και τον παρακαλούσε, Μακροθύμησε- λέει-σε μένα». Έπεσε, γονάτισε κάτω. Και το αφεντικό: «Σπλαγχνισθεὶς δὲ ὁ κύριος…». Τι ωραίες εικόνες! Είναι μία απλή πράξη αιτήσεως μακροθυμίας· που είπε ο δούλος: «Μακροθύμησον ἐπ᾿ ἐμοὶ». Και αυτό όλο επέφερε την αλλαγή, την εξόφληση του χρέους. «Λυπήσου με». «Στα χαρίζω». «Λυπήσου με». «Στα χαρίζω!». Αυτό δείχνει περίτρανα ότι η μετάνοια και η αίτησις συγχωρήσεως, αγαπητοί μου, μας απαλλάσσει από την αιώνια καταδίκη.

Αλλά ας προσέξομε και κάτι ερμηνευτικό. Όταν ο Κύριος λέγει «ἐκέλευσεν πραθῆναι», διέταξε να πουληθεί, αυτό εκφράζει το πνεύμα της Παλαιάς Διαθήκης. Διότι «πᾶσα παράβασις καὶ παρακοὴ ἔλαβεν ἔνδικον μισθαποδοσίαν». Παρέβης; Θα τιμωρηθείς. Αντίθετα το «σπλαχνισθείς» εκφράζει το πνεύμα της Καινής Διαθήκης. Αυτά βέβαια ως προς τις σχέσεις ανθρώπου-Θεού. Μένουν όμως και οι σχέσεις μεταξύ των ανθρώπων.

Και σημειώνει η παραβολή: «Ἐξελθὼν δὲ ὁ δοῦλος ἐκεῖνος…». Μόλις βγήκε από τον χώρο, το γραφείο του αφεντικού, κατεβαίνει τα σκαλοπάτια βρίσκει έναν σύνδουλό του. «Α, έλα εδώ, έλα εδώ. Μου χρωστάς 100 δηνάρια». Εκατό δηνάρια… δύο λίρες. «Έλα δω. Ξόφλησέ μου το χρέος που μου οφείλεις». Εκεί βάζει τη λέξη: «Ἒπνιγεν αὐτὸν». Αυτό που λέμε στη γλώσσα μας: «Με έπνιξε ο δανειστής μου». Αυτό είναι κυριολεξία. Δεν είναι μεταφορικό. Διότι ο δανειστής έβαλε τον αντίχειρα, το μεγάλο δάχτυλο, εδώ στο καρύδι του χρεοφειλέτου και το ζουλούσε το δάχτυλό του και κυριολεκτικά τον έπνιγε. «Δώσ’ μου αυτά που μου χρωστάς». «Ἒπνιγεν αὐτὸν». «Σε παρακαλώ», του λέει, «μακροθύμησε σε μένα, θα σου τα πληρώσω». Τι είναι 100 δηνάρια; Δύο λίρες. Ε, εύκολο είναι. «Όχι· τώρα!». Και τον έβαλε στη φυλακή. 
Είδαν τη συμπεριφορά αυτή οι άλλοι σύνδουλοι, τρόμαξαν και πήγαν και διασάφησαν εις τον κύριόν των αυτά που είδαν και άκουσαν. Τότε βέβαια ο κύριος εκάλεσε τον δούλον και του λέει: «Δούλε αχρείε και πονηρέ, εγώ σου χάρισα τόσο υπέρογκο ποσόν, εσύ δεν μπορούσες να μακροθυμήσεις εις τον σύνδουλόν σου;». Εδώ όμως δείχνει την πελώρια διαφορά των όσων χρεωστούμε στον Θεό και των όσων μας χρωστούν οι άλλοι άνθρωποι σε μας. Εντούτοις, ενώ το ποσόν είναι μικρό… δηλαδή τι θα πει; Άνθρωπος και άνθρωπος. 
Μου δίνουν ένα σκαμπίλι… αυτό που σας είπα το παράδειγμα προηγουμένως. Το ίδιο είναι με το σκαμπίλι που θα δώσω στον Θεό και θα Τον προσβάλλω; Είναι μικρό πράγμα, είναι πολύ μικρό. Εντούτοις, δεν μπορούμε να ξεπεράσουμε τον εαυτό μας, για να μπορούμε να συγχωρήσουμε τους άλλους ανθρώπους για εκείνα τα οποία μας έχουν κάνει. Πολύ δε παραπάνω όταν μας ζητούν επίμονα τη συγνώμη.

Το συμπέρασμα της παραβολής; Ω, το συμπέρασμα της παραβολής το εξάγει ο ίδιος ο Κύριος: «Οὕτω καὶ ὁ πατήρ μου ὁ ἐπουράνιος ποιήσει ὑμῖν -Έτσι θα σας κάνει και ο Πατέρας μου ο επουράνιος-, ἐὰν μὴ ἀφῆτε ἕκαστος τῷ ἀδελφῷ αὐτοῦ ἀπὸ τῶν καρδιῶν ὑμῶν τὰ παραπτώματα αὐτῶν». «Εάν δεν αφήσετε», λέει, «τα αμαρτήματα των άλλων από την καρδιά σας, με την καρδιά σας».

Αγαπητοί μου, ο Θεός απεκάλυψε το πνεύμα της βασιλείας Του. Αλλά οι άνθρωποι δεν συμμορφώνονται με αυτό. Και τίθεται το ερώτημα: Μας συμφέρει; Να μην συμμορφωθούμε; Δεν θα μπούμε στη Βασιλεία του Θεού. Μας συμφέρει; Κι αν υποτεθεί ακόμη ότι ο Θεός παρά ταύτα μας συγχωρούσε, κι αν δεν συγχωρούσαμε τους άλλους ανθρώπους, εμείς, θα είχαμε ειρήνη, ερωτώ, θα είχαμε ειρήνη στην ψυχή μας, και οι σχέσεις μας θα ήταν αγαθές με τον πλησίον μας; Όχι. Μας συμφέρει; Όχι. Μήπως δημιουργεί αυτοτιμωρία ένας που δεν συγχωρεί και αυτοβασανίζεται; Και αυτοτιμωρείται; Μας συμφέρει; Όχι. 
Έτσι λοιπόν, δεν μας συμφέρει. Διότι ούτε ο Θεός μας συγχωρεί, ούτε αγαθές σχέσεις μπορούμε να έχουμε, να αναπτύξουμε με τους άλλους ανθρώπους, αν δεν μάθουμε να ζητούμε τόσο τη συγχώρηση του Θεού, όσο και να δίδομε συγχώρηση εις τους άλλους ανθρώπους. Εμπρός λοιπόν, αγαπητοί μου, εμπρός λοιπόν, ας μάθομε να συγχωρούμε απεριόριστα. 
Και εύκολο είναι και μας συμφέρει.

ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ
και με απροσμέτρητη ευγνωμοσύνη στον πνευματικό μας καθοδηγητή
μακαριστό γέροντα Αθανάσιο Μυτιληναίο,
μεταφορά της απομαγνητοφωνημένης ομιλίας σε ηλεκτρονικό κείμενο και επιμέλεια:
Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
ΠΗΓΕΣ:
• Απομαγνητοφώνηση ομιλίας δια χειρός του αξιοτίμου κ. Αθανασίου Κ.
• http://www.arnion.gr/mp3/omilies/p_athanasios/omiliai_kyriakvn/omiliai_kyriakvn_539.mp3

Έγινε σε παπικό ναό της ...«αγίας Ροζαλίας»!

Στις παρακάτω τραγικές αποκαλύψεις οι συμμετέχοντες προέρχονται από πολλές ορθόδοξες χώρες, στην προκειμένη η Ρωσία, Ρουμανία και Τσεχία. Αυτό πρέπει να τονιστεί για να σταματήσει η προπαγάνδα (που ασκεί και η πηγή του άρθρου) που διχάζει το ποίμνιο υπέρ της μίας (Κων/πολη) ή υπέρ της άλλης (Μόσχα) πλευράς, αφού η αίρεση έχει επικρατήσει παντού.


Μιαρές συμπροσευχές και ανίερες ακολουθίες στην Σικελία με αιρετικούς. Ετοιμάζουν το κοιμισμένο ποίμνιο για την ένωση με τον αιρεσιάρχη πάπα. (μέρος α΄)


Στην Ιταλία λαμβάνει χώρα ένα όργιο μιαρών συμπροσευχών, ανίερων ακολουθιών και άλλων βδελυρών πράξεων, τα οποία αναμφιβόλως θα αυξηθούν με τον καιρό για να καταστήσουν στις πλαδαρές συνειδήσεις του ακατήχητου ποιμνίου «φυσιολογική» την ένωση με τον αιρεσιάρχη πάπα. Θα ξεκινήσουμε με το Παλέρμο στην Σικελία.

Την Πέμπτη στις 14 Ιουλίου 2022 τελέστηκε Αρχιερατική Θεία Λειτουργία στον παπικό ναό της «αγίας Ροζαλίας». Χοροστάτησε ο Γεώργιος (Στράνσκι) επίσκοπος της Ορθόδοξης Εκκλησίας Τσεχίας και Σλοβακίας. Σύμφωνα με πληροφορίες που έλαβε το ιστολόγιο ο επίσκοπος συλλειτούργησε με δύο ιερείς του Παλέρμο, έναν Ρουμάνο (π. Martignacco) και έναν Ρώσσο του πατρ. Μόσχας (π. Andrei).

Το σχετικό δημοσίευμα (μεταφρασμένο στην γκουγκλομετάφραση) αναφέρει ότι στην Θεία Λειτουργία παρέστη και ο «Καθολικός Αρχιεπίσκοπος του Παλέρμο, Corrado Lorefice, συνοδευόμενος από τον εφημέριο του καθεδρικού ναού, Don Filippo Sarullo.»

Όπως δείχνουν και οι φωτογραφίες τελέστηκε από τους Ορθόδοξους και μνημόσυνο στην «αγία Ροζαλία» στο οποίο συμμετείχε και ο παπικός, ενώ στο τέλος οι κληρικοί προσκύνησαν τα λείψανα της «αγίας»!!

Η Ροζαλία (1130–1166), ΔΕΝ είναι Αγία της Ορθοδόξου Εκκλησίας.

Επίσης, όπως θα δείτε στο φωτογραφικό υλικό, υπήρχε και εικόνα της «αγίας» την οποία προφανώς προσκύνησε το ακατήχητο και κοιμισμένο ποίμνιο. Είναι χαρακτηριστικό ότι έφτιαξαν την συγκεκριμένη εικόνα να μοιάζει με Ορθόδοξη για να μπερδευτούν οι πιστοί. Οι εμπνευσμένοι από τα ακάθαρτα πνεύματα οικουμενιστές «παίζουν» συνέχεια με τα εξωτερικά χαρακτηριστικά για να ενώσουν επιφανειακά στα μάτια του κόσμου τα άμεικτα.

Αυτά τα «ωραία» συμβαίνουν στην γειτονική μας Σικελία και ειλικρινά δεν ξέρω αν είναι σωστό να γράφω «Θεία Λειτουργία», όχι τουλάχιστον από πλευράς κληρικών οι οποίοι είναι φανερό ότι εμπαίζουν τον Κύριο.

ΔΕΙΤΕ ΤΟ ΣΧΕΤΙΚΟ ΒΙΝΤΕΟ ΕΔΩ










Архиерейская Божественная литургия состоялась в четверг 14 июля 2022 года в Кафедральном соборе Палермо перед мощами святой Розалии.

В службе приняли участие Русской и Румынской священнослужители западной Сицилии.

Службу возглавил Архиепископ Георгий (Странский), иерарх Православной церкви Чешских земель и Словакии.

Божественная литургия шла беcпрерывно на всех национальных языках представленных Церквей, а также на греческом и итальянском языках. Хоры, пели на своем языке.

В конце Божественной литургии духовенство почтило мощи святой Розалии и была совершена заупокойная лития с освящением колива.

Католический архиепископ Палермо Коррадо Лорефиче в сопровождении настоятела собора дон Филиппо Сарулло присутствовал на литургии.

Μετάφραση γκουγκλ

Η Αρχιερατική Θεία Λειτουργία τελέστηκε την Πέμπτη 14 Ιουλίου 2022 στον Καθεδρικό Ναό του Παλέρμο μπροστά στα λείψανα της Αγίας Ροζαλίας.
Στη λειτουργία παρέστησαν Ρώσοι και Ρουμάνοι κληρικοί της δυτικής Σικελίας.
Τη λειτουργία προέστη ο Αρχιεπίσκοπος Γεώργιος (Στράνσκι), ιεράρχης της Ορθόδοξης Εκκλησίας της Τσεχίας και της Σλοβακίας.
Η Θεία Λειτουργία συνεχίστηκε αδιάκοπα σε όλες τις εθνικές γλώσσες των αντιπροσωπευόμενων Εκκλησιών, καθώς και στα ελληνικά και ιταλικά. Οι χορωδίες τραγούδησαν στη γλώσσα τους.
Στο τέλος της Θείας Λειτουργίας ο κλήρος προσκύνησε τα λείψανα της Αγίας Ροζαλίας και τελέστηκε νεκρώσιμος ακολουθία [σ.σ. μνημόσυνο] με τον αγιασμό του κόλιβα.
Ο Καθολικός Αρχιεπίσκοπος του Παλέρμο, Corrado Lorefice, συνοδευόμενος από τον πρύτανη του καθεδρικού ναού, Don Filippo Sarullo, παρευρέθηκε στη λειτουργία.

Φωτοφραφίες και κείμενο από Facebook
ΤΑΣ ΘΥΡΑΣ