.

.

Δός μας,

Τίμιε Πρόδρομε, φωνή συ που υπήρξες η φωνή του Λόγου. Δος μας την αυγή εσύ που είσαι το λυχνάρι του θεϊκού φωτός. Βάλε σήμερα τα λόγια μας σε σωστό δρόμο, εσύ που υπήρξες ο Πρόδρομος του Θεού Λόγου. Δεν θέλουμε να σε εγκωμιάσουμε με τα δικά μας λόγια, επειδή τα λόγια μας δεν έχουν μεγαλοπρέπεια και τιμή. Όσοι θα θελήσουν να σε στεφανώσουν με τα εγκώμιά τους, ασφαλώς θα πετύχουν κάτι πολύ πιό μικρό από την αξία σου. Λοιπόν να σιγήσω και να μη προσπαθήσω να διακηρύξω την ευγνωμοσύνη μου και τον θαυμασμό μου, επειδή υπάρχει ο κίνδυνος να μη πετύχω ένα εγκώμιο, άξιο του προσώπου σου;

Εκείνος όμως που θα σιωπήσει, πηγαίνει με τη μερίδα των αχαρίστων, γιατί δεν προσπαθεί με όλη του τη δύναμη να εγκωμιάσει τον ευεργέτη του. Γι’ αυτό, όλο και πιό πολύ σου ζητάμε να συμμαχήσεις μαζί μας και σε παρακαλούμε να ελευθερώσεις τη γλώσσα μας από την αδυναμία, που την κρατάει δεμένη, όπως και τότε κατάργησες, με τη σύλληψη και γέννησή σου, τη σιωπή του πατέρα σου του Ζαχαρία.

Άγιος Σωφρόνιος Ιεροσολύμων

ΥΠΑΡΧΕΙ ΨΥΧΗ!

«Τί γὰρ ὠφελήσει ἄνθρωπον ἐὰν κερδήση τὸν κόσμον ὅλον, καὶ ζημιωθῆ τὴν ψυχήν αὐτοῦ; ἤ τί δώσει ἄνθρωπος ἀντάλλαγμα τῆς ψυχῆς αὐτοῦ;» (Μάρκ. 8, 36-37)

Η ΑΓΙΑ ΓΡΑΦΗ, ἀγαπητοί μου χριστιανοί, ἡ ἁγία Γραφὴ μοιάζει μὲ τὸν οὐρανό. Ὅπως στὸ φυσικὸ οὐρανὸ ὑπάρχουν ἄστρα, ἔτσι καὶ στὸν πνευματικὸ οὐρανό, τὴν ἁγία Γραφή, ὑπάρχουν ἄστρα. Ἄστρα δέ, ποὺ λάμπουν καὶ φωτίζουν, εἶνε τὰ ρητὰ ποὺ περιέχουν ὅλα τὰ βιβλία τῆς ἁγίας Γραφῆς, ἀπὸ τὸ πρῶτο, τὴ Γένεσι, μέχρι τὸ τελευταῖο, τὴν Ἀποκάλυψι τοῦ Ἰωάννου. Ὅλα τὰ ρητὰ ἔχουν τὴ θέσι τους καὶ τὴν ἀξία τους.

Ἀλλʼ ὅπως στὸ φυσικὸ οὐρανὸ ὑπάρχουν ἄστρα ποὺ λάμπουν πιὸ πολὺ ἀπὸ τὰ ἄλλα, ἔτσι καὶ στὸν πνευματικὸ οὐρανό, τὴν ἁγία Γραφή, ρητὰ ποὺ ἀκτινοβολοῦν μὲ ἐξαιρετικὴ λαμπρότητα καὶ προκαλοῦν μιὰ ἰδιαίτερη ἐντύπωσι στοὺς ἀνθρώπους.
Ἕνα δὲ ἀπὸ τὰ ἐξαιρετικὰ αὐτὰ ρητὰ εἶνε ἀναμφιβόλως καὶ τὸ ρητό, ποὺ ἀκούσαμε στὸ σημερινὸ Εὐαγγέλιο τῆς τρίτης Κυριακῆς τῶν Νηστειῶν. Τὸ ρητὸ αὐτὸ εἶνε˙ «Τί γὰρ ὠφελήσει ἄνθρωπον ἐὰν κερδήση τὸν κόσμον ὅλον, καὶ ζημιωθῆ τὴν ψυχήν αὐτοῦ; ἤ τί δώσει ἄνθρωπος ἀντάλλαγμα τῆς ψυχῆς αὐτοῦ;» (Μάρκ. 8, 36-37).

Ὑπῆρχε ἀγαπητοί μου, ἐποχή, ποὺ στὸν πλανήτη μας δὲν ὑπῆρχε ἄνθρωπος. Καθὼς βεβαιώνει ἡ ἁγία Γραφή, ὁ ἄνθρωπος ἐμφανίστηκε τελευταῖος ἀπʼ ὅλα τὰ δημιουργήματα. Ἡ δημιουργία τοῦ ἀνθρώπου ὑπῆρξε ἡ κορωνίδα τπης θείας δημιουργίας.
Ἀλλὰ πῶς ἐμφανίστηκε ὁ πρῶτος ἄνθρωπος; Ὑπῆρξε τυχαῖο δημιούργημα, ποὺ φύτρωσε ὅπως φυτρώνουν τὰ μανιτάρια πάνω στὴν κοπριὰ τῆς γῆς; Ἐὰν ἐξετάσουμε τὸν ἄνθρωπο, θὰ πεισθοῦμε ὅτι ὁ ἄνθρωπος δὲν εἶνε δημιούργημα τυχαῖο, δὲν εἶνε κάτι τὸ αὐτοφυές, ἀλλὰ – σὰν ἔξοχο καλλιτέχνημα ποὺ εἶνε – προϋποθέτει τὸν καλλιτέχνη, τὸν δημιουργό του.
Ἄς φέρουμε ἕνα παράδειγμα. Βλέπεις ἕνα αὐτοκίνητο. Μπορεῖς νὰ πῆς, ὅτι τὸ αὐτοκίνητο ἔγινε μόνο του; Τὸ αὐτοκίνητο ἀποτελεῖται ἀπὸ διάφορα ἐξαρτήματα, ποὺ εἶνε μὲ τέχνη προσαρμοσμένα τὸ ἕνα στὸ ἄλλο. Ἄν τώρα ὑποθέσουμε, ὅτι διαλύει κάποιος ἕνα αὐτοκίνητο καὶ ὅλα τὰ ἐξαρτήματά του τὰ μεγάλα καὶ τὰ μικρά, μέχρι τὶς βίδες, ποὺ ξεπερνοῦν τὰ χίλια, ἐὰν ὅλα αὐτὰ – λέγομε – τὰ βάλουμε σὲ μιὰ μεγάλη κούφια σφαῖρα, καὶ μὲ ἠλεκτρισμὸ γυρίζουμε μὲ δύναμι τὴ σφαῖρα ποὺ περιέχει ὅλα τὰ ἐξαρτήματα τοῦ αὐτοκινήτου, τί λέτε, ὑπάρχει ἐλπίδα κάποτε αὐτὰ τὰ ἐξαρτήματα νὰ συναντηθοῦν καὶ νὰ συναρμολογηθοῦν καὶ μέσα ἀπὸ τὴ σφαῖρα νὰ βγῆ ἕνα καινούργιο αὐτοκίνητο; Οἱ μαθηματικοὶ λένε ὅτι τέτοια πιθανότητα δὲν ὑπάρχει. Κάποιο χέρι μηχανικοῦ ἕνωσε τὰ διάφορα αὐτὰ ἐξαρτήματα καὶ ἔκανε τὸ αὐτοκίνητο
Ἀλλʼ ἐὰν τὸ αὐτοκίνητο κάποιος τὸ ἔκανε, ἀπείρως περισσότερο πρέπει νὰ παραδεχθοῦμε ὅτι τὸν ἄνθρωπο τὸν δημιούργησε ὑπερτάτη δύναμις, ὁ Θεός.

Ἀλλʼ ὁ ἄνθρωπος δὲν εἶνε μόνο σῶμα, ποὺ μὲ τὴ σύνθεσι καὶ τὴ λειτουργία τῶν διαφόρων ὀργάνων του προκαλεῖ τὸ θαυμασμό. Ἐκεῖ ποὺ μένει κανεὶς κατάπληκτος ἐξετάζοντας τὸν ἄνθρωπο εἶνε κυρίως κάτι ἄλλο, ποὺ ὑπάρχει μόνο στὸν ἄνθρωπο. Καὶ αὐτὸ εἶνε ἡ ψυχή. Ἐδῶ ὁμως ἀκούγεται ἀντίρρησις˙
– Τὸ σῶμα τὸ βλέπουμε, ἀλλὰ ψυχὴ δὲν τὴ βλέπουμε.
Ἀπαντᾶμε. Ἐπειδὴ κάτι δὲν τὸ βλέπουμε σημαίνει ὅτι καὶ δὲν ὑπάρχει; Ποιός εἶδε τὸν ἀέρα; Κι ὅμως κανένας δὲν ὑπάρχει ποὺ νʼ ἀμφιβάλλη ὅτι ὑπάρχει ἀέρας, γιατὶ ἡ ὕπαρξίς του ἀποδεικνύεται ἀπὸ τὶς διάφορες ἐνέργειές του.
Ἀόρατη εἶνε ἡ ψυχή. Ἀλλὰ ἀπὸ τὶς διάφορες ἐνέργειες καὶ ἐκδηλώσεις της ἀποδεικνύεται ὅτι ὑπάρχει. Διότι ὅλα τὰ φαινόμενα ποὺ παρουσιάζει ὁ ἄνθρωπος δὲν εἶνε ἐνέργειες τῆς σωματικῆς του ὑπάρξεως. Κάθε ἄλλο. Ὑπάρχουν στὸν ἄνθρωπο ἐνέργειες, ποὺ φανερώνουν πνευματικὴ προέλευση.

Μιὰ τέτοια ἐνέργεια εἶνε ἡ σκέψι τοῦ ἀνθρώπου. Ὤ ἡ σκέψι τοῦ ἀνθρώπου! Τί καταπληκτικὸ φαινόμενο! Ἐνῶ σωματικὰ ὁ ἄνθρωπος στέκεται σʼ ἕνα σημεῖο τοῦ πλανήτου, μὲ τὴ σκ΄πεψι πετάει, περνάει βουνά, θάλασσες καὶ πελάγη, καὶ φθάνει σὲ κλάσμα δευτερολέπτου στὰ πιὸ μακρινὰ σημεῖα τοῦ πλανήτου μας, ὅπου ὑπάρχει κάποιο προσφιλές του πρόσωπο. Μὲ τὸ σῶμα στὴ Φλώρινα καὶ μὲ τὴ σκέψι στὸ Σύδνεϋ τῆς Αὐστραλίας καὶ στὸ Τορόντο τοῦ Καναδᾶ. Μὲ τὴ σκέψι ὁ ἄνθρωπος ἐξετάζει ὅλα τὰ φυσικὰ φαινόμενα, λύνει τὰ δυσκολώτερα προβλήματα καὶ σὰν ἄλλος Ἀρχιμήδης φωνάζει «Εὔρηκα, εὔρηκα!». Μὲ τὴ σκέψι ἀνακαλύπτει διαρκῶς νέα πράγματα καὶ βρίσκει ὅτι σʼ ἕνα ἐλάχιστο τμῆμα ὕλης, τὸ ἄτομο, ὑπάρχει τεράστια δύναμις. Μὲ τὴ σκέψι κατασκευάζει πυραύλους καὶ διαστημόπλοια καὶ ταξιδεύει στὸν οὐρανό. Ὤ ἡ σκέψις τοῦ ἀνθρώπου, εἶνε κάτι τὸ καταπληκτικό! Ὀρθῶς κάποιος φιλόσοφος εἶπε, ὅτι ὁ ἄνθρωπος εἶνε σωματικῶς σὰν ἕνα καλάμι ποὺ εὔκολα σπάζει, ἀλλὰ ἕνα καλάμι ποὺ σκέπτεται.

Ἡ σκέψις, ὅπως λειτουργεῖ, ἀποδεικνύει ὅτι ὑπάρχει ψυχή. Αὐτὴ εἶνε ἡ πηγὴ τῆς σκέψεως. Ἀλλὰ ἡ σκέψις δὲν εἶνε ἡ μόνη πνευματικὴ ἐνέργεια ποὺ ἀποδεικνύει τὴν ὕπαρξι τῆς ψυχῆς. Ὑπάρχει κάτι ἀκόμη, ἀνώτερο ἀπὸ τὴ σκέψι, καὶ αὐτὸ εἶνε ἡ καρδιά, τὸ αἴσθημα. Ὁ ἄνθρωπος ἔχει αἰσθήματα μεγάλα καὶ εὐγενῆ. Ἡ μάνα ἀγαπάει τὸ παιδί, τὸ παιδὶ ἀγαπάει τὴ μάνα, ὁ φίλος τὸ φίλο, ὁ γιατρὸς τὸν ἄρρωστο, ὁ ἐπιστήμονας τὴν ἐπιστήμη του, ὁ πατριώτης τὴν πατρίδα, ὁ εὐσεβὴς τὸν Θεό, καὶ γιὰ τὴν ἀγάπη αὐτὴ ποὺ καίει στὰ στήθη ὁ ἄνθρωπος τολμᾶ καὶ πράττει μεγάλα καὶ θαυμαστὰ καὶ γίνεται μάρτυρας καὶ ἥρωας. Ἐὰν ὁ ἄνθρωπος ἦταν μόνο σῶμα, ὅπως εἶνε τὰ ζῶα, οὐδέποτε θὰ σκεπτόταν τίποτε τὸ ἀνώτερο καὶ οὐδέποτε θὰ θυσίαζε τὸ σῶμα χάριν τῆς πιστῆς ἐκτελέσεως τοῦ καθήκοντος.

Ἡ ψυχὴ σκέπτεται, φαντάζεται, ὁραματίζεται καὶ ὁ ἄνθρωπος γίνεται ποιητής, φιλόσοφος, ἐπιστήμων, ἥρωας καὶ μάρτυρας. Ἀλλὰ καὶ ἡ ψυχὴ πάλι, λόγω τῆς ἐλευθερίας, ποὺ εἶνε καὶ αὐτὴ μιὰ ἄλλη θαυμαστὴ πνευματικὴ ἐνέργεια τοῦ ἀνθρώπου, εἶνε ἐκείνη ποὺ σπρώχνει τὸν ἄνθρωπο στὴν κακία καὶ στὴ διαφθορά, καὶ ὁ ἄνθρωπος διαπράττει ἐκλήματα ποὺ προκαλοῦν τὴ φρίκη. Ὁ ἄνθρωπος ἤ γίνεται ἄγγελος ἤ δαίμονας. Ἀλλὰ καὶ ὅταν ὁ ἄνθρωπος ἀφήση τὸ ὕψος τῆς ἀρετῆς καὶ πέση στὸ βάραθρο τῆς κακίας καὶ τῆς διαφθορᾶς, μέσα στὴν ψυχή του ἀκούγεται μιὰ τρομερὴ φωνή˙ μιὰ φωνή, ποὺ εἶνε καὶ αὐτὴ μία ἀπὸ τὶς μεγαλύτερες ἀποδείξεις ὅτι ὑπάρχει ψυχή. Εἶνε ἡ φωνὴ τῆς συνειδήσεως, ποὺ σὲ κάθε κακούργημα φωνάζει˙ «Ἄνθρωπε, εἶσαι ἔνοχος!».

Ὑπάρχει ψυχή. Τὸ φωνάζει ὁ νοῦς, τὸ αἴσθημα, ἡ βούλησις, τὸ φωνάζει ἡ συνείδησις. Τὸ φωνάζουν φιλόσοφοι ἀρχαῖοι καὶ νεώτεροι. Ἀλλὰ ἡ πιὸ τρανὴ ἀπόδειξις εἶνε ὁ σταυρός, ποὺ προσκυνοῦμε σήμερα οἱ πιστοὶ σʼ ὅλες τὶς ἐκκλησίες. Ρίξτε, συναμαρτωλοί μου ἄνθρωποι, ρίξτε, τὴν ἡμέρα αὐτὴ τῆς Σταυροπροσκυνήσεως, μιὰ ματιὰ στὸν Ἐσταυρωμένο καὶ ρωτῆστε˙ Γιατί ὁ ἀναμάρτητος Χριστὸς ὑπέφερε τόσα πάθη; Γιατί ἔχυσε τὸ τίμιο αἷμα του; Ἡ ἀπάντησις εἶνε, ὅτι ἔχυσε τὸ αἷμα του γιὰ τὸν ἄνθρωπο. Γιὰ νὰ σώση τὶς ψυχὲς τῶν ἁμαρτωλῶν ἀνθρώπων ἀπὸ τὸν αἰώνιο θάνατο ποὺ ἔφερε ἡ αμαρτία.

Ὤ ἡ ψυχή! Ἡ ψυχὴ τοῦ πιὸ ἁμαρτωλοῦ ἀνθρώπου λούζεται καὶ καθαρίζεται μέσα στὸ αἷμα τοῦ Θεανθρώπου, καὶ παίρνει νέες δυνάμεις γιὰ νὰ ζήση τὴν ἅγια καὶ πνευματικὴ ζωή. Ἡ ψυχὴ διὰ τοῦ σταυροῦ ἀνέβηκε σὲ οὐράνια ὕψη. Τοῦτο ἀπέδειξε ὁ ληστὴς ποὺ μετανόησε καὶ φώναξε˙ «Μνήσθητί μου, Κύριε, ἐν τῆ βασιλεία σου» (Λουκ. 23, 42).

Ἀγαπητέ μου! Ὅπως δὲν ἀμφιβάλλεις ὅτι ἔχεις σῶμα, ἔτσι δὲν πρέπει νὰ ἀμφιβάλλης ὅτι ἔχεις ψυχή. Καὶ τὸ μὲν σῶμα ὡς ὑλικὸ εἶνε θνητό, ἡ δὲ ψυχὴ ὡς ἄυλη εἶνε ἀθάνατη. Ἐὰν φροντίζουμε γιὰ τὸ σῶμα μιὰ φορά, χίλιες φορὲς νὰ φροντίζουμε γιὰ τὴν ψυχή, γιὰ τὴ σωτηρία τῆς ὁποίας ὁ Χριστὸς ἀνέβηκε στὸ σταυρὸ καὶ ἔχυσε τὸ αἷμα του.

Ἀπὸ τὸ βιβλίο τοῦ Ἐπισκόπου Αὐγουστῖνου Ν. Καντιώτου (Μητροπολίτου πρώην Φλωρίνης) »Σταγόνες ἀπὸ τὸ ὕδωρ τὸ ζῶν», σελ. 66-72 (ἕκδοσις Γ΄, Ἀθῆναι 1990).