Άρθρο της Ευαγγελίας Ζουλάκη
Νίκαια 1700 χρόνια μετά – η κορωνίδα του Συγκρητισμού
Η είδηση
Από τις 4 έως τις 7 Ιουνίου πραγματοποιήθηκε Συμπόσιο στο Παπικό Πανεπιστήμιο του Θωμά Ακινάτη, με θέμα «Νίκαια και η Εκκλησία της Τρίτης Χιλιετίας: Προς την Καθολική-Ορθόδοξη Ενότητα». Διοργανωτές του Συμποσίου ήταν το Οικουμενικό Ινστιτούτο Οικουμενικών Μελετών του Angelicum και η Διεθνής Ορθόδοξη Θεολογική Ένωση [1].
Συμμετέχοντες
Μεταξύ των συνέδρων ήταν, εκ μέρους του Οικουμενικού Πατριαρχείου, ο Μητροπολίτης Χαλκηδόνος κ. Εμμανουήλ και ο Αρχιεπίσκοπος Θυατείρων και Μεγάλης Βρετανίας κ. Νικήτας, γνωστοί και οι δύο για τις οικουμενιστικές τους δράσεις σε όλους τους τομείς. Ωστόσο αξίζει να αναφερθεί μια αποκάλυψη που είχε κάνει ο Μητροπολίτης κ. Εμμανουήλ.
Είχε αναφέρει πως ο Πάπας Φραγκίσκος του είχε εμπιστευτεί «ότι του χρόνου αναμένεται μία μεγάλη έκπληξη». Τα σχέδια αυτά βέβαια για το κοινό Ποτήριο -την έκπληξη όπως χαρακτηριστικά την ονόμασε ο Πάπας- τα ματαίωσε ο θάνατος του τελευταίου [2].
Δυστυχώς όμως τα σχέδια συνεχίζουν και με τον νέο Πάπα…
Στο Συμπόσιο μίλησε ο Μητροπολίτης Πισιδίας κ. Ιώβ, συμπρόεδρος της Επιτροπής Θεολογικού Διαλόγου μεταξύ Ορθοδόξου και Παπικών.
Σε άρθρο της Κατάνυξης του περασμένου μήνα είχε σχολιαστεί η απαράδεκτη θέση του Μητροπολίτη Πισιδίας για τη Σύνοδο της Νίκαιας, όπου ανέφερε χαρακτηριστικά: «Η αίρεση φέρνει διαίρεση. Και αίρεση σημαίνει ότι διαλέγεις μόνο μια πτυχή και ξεχνάς τις άλλες. Αυτό προσπάθησε η Σύνοδος της Νίκαιας να κάνει, να δώσει μια ολιστική περίληψη του μυστηρίου του Χριστού»[3].
Οι δηλώσεις του Πάπα
Ο Πάπας Λεων ΙΔ’ αναφέρθηκε στην Σύνοδο της Νίκαιας χαρακτηρίζοντάς την ως «Όχι απλώς ένα γεγονός του παρελθόντος, αλλά μια πυξίδα που πρέπει να συνεχίσει να μας καθοδηγεί προς την πλήρη ορατή ενότητα όλων των Χριστιανών».
Πλέον δεν κρύβονται καθόλου. Τα λένε στα ίσα και ακόμα η πλειονότητα των λαϊκών, μοναχών και κληρικών θεωρούν πως υπάρχει χρόνος… πως δεν έχουν φτάσει ακόμα τα πράγματα εκεί που πρέπει… δεν έχει επέλθει η κόκκινη γραμμή… Μα αν δεν είναι αυτές οι δηλώσεις κόκκινη γραμμή για να αποτειχιστούν από την αίρεση, τι πιο οφθαλμοφανές περιμένουν;
Χαρακτήριζε μάλιστα την Α’ Οικουμενική Σύνοδο «θεμελιώδη» για την κοινή πορεία που έχουν αναλάβει οι Λατίνοι και οι Ορθόδοξοι από τη Β’ Σύνοδο του Βατικανού [4].
Πρόσθεσε ακόμη ότι «η ενότητα που επιζητούν οι Χριστιανοί δεν θα είναι πρωτίστως καρπός των δικών μας προσπαθειών, ούτε θα πραγματοποιηθεί μέσω κάποιου προκαθορισμένου μοντέλου ή σχεδίου. Αντίθετα, η χριστιανική ενότητα θα είναι ένα δώρο που θα λάβουμε σύμφωνα με το θέλημα του Χριστού και με τα μέσα που Εκείνος θα επιλέξει, μέσω του έργου του Αγίου Πνεύματος».
Είναι δυνατόν οι κατεξοχήν υβριστές του Αγίου Πνεύματος, οι Παπικοί, να φωτίζονται και να κατευθύνονται από το Άγιο Πνεύμα;
Στο άρθρο «Το Άγιο Πνεύμα ενώνει, δεν διαιρεί» του ομοτ. καθηγητή της Θεολογικής σχολής του Α.Π.Θ. πρωτ/ρου Θεόδωρου Ζήση διαβάζουμε: «Ἡ δεύτερη χριστιανική χιλιετία ἄρχισε μέ τήν ἐπισημοποίηση τῆς ἀπόσχισης τοῦ Παπισμοῦ ἀπό τήν Μία, Ἁγία, Καθολική καί Ἀποστολική Ἐκκλησία τό 1054 μ.Χ. Ἐπρόκειτο ὄντως γιά μία ὕβρη ἐναντίον τοῦ Θεοῦ καί τῆς Ἐκκλησίας Του, ἐναντίον ἰδιαίτερα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος μέ τίς αἱρέσεις τοῦ filioque καί τῆς ἄρνησης τῆς ἄκτιστης Χάρης τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ἡ ἐκκλησιολογία τοῦ Βατικανοῦ καταργεῖ τό συνοδικό σύστημα καί τό «ἔδοξε τῷ Ἁγίῳ Πνεύματι καί ἡμῖν». Ὁ πάπας τοποθετεῖται ὑπεράνω τῆς συνόδου καί ὅλα ἀποφασίζονται «ὡς ἔδοξε τῷ πάπᾳ». Ὅπως παλαιότερα εἴχαμε γράψει, οἱ Παπιστές πιστεύουν ὅτι διάδοχος τοῦ Χριστοῦ μετά τήν Ἀνάληψή Του στούς οὐρανούς δέν εἶναι τό Ἅγιο Πνεῦμα, ὅπως γράφει ὁ Ἅγιος Γρηγόριος Θεολόγος, ἀλλά ὁ Πέτρος καί τοῦ Πέτρου ὁ πάπας. Ἡ Ἐκκλησιολογία τοῦ Παπισμοῦ κινεῖται καί ἀναπτύσσεται ἐπί τῆς γραμμῆς Χριστός – Πέτρος – πάπας, ἐνῶ ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησιολογία ἐπί τῆς γραμμῆς Χριστός – Ἅγιο Πνεῦμα – Ἀπόστολοι, δηλαδή σύνοδος. Κατά τήν εὔστοχη παρατήρηση τοῦ Ρώσου θεολόγου Παύλου Εὐδοκίμωφ «ἐνῶ ἡ Ὀρθοδοξία βιώνεται ὡς συνεχιζομένη Πεντηκοστή, ἀντλώντας ἀπό αὐτό τῆς ἀρχή μιᾶς ἐξουσίας συλλογικῆς, συνοδικῆς, στή Δύση ἡ Ρώμη βεβαιώνεται ὡς συνεχιζόμενος Πέτρος, μόνος ἡγεμών καί ἀντιπρόσωπος ὅλων τῶν ἐξουσιῶν τοῦ Χριστοῦ»» [5].
Και ενώ λοιπόν η δεύτερη Χριστιανική χιλιετία άρχισε με «τήν ἐπισημοποίηση τῆς ἀπόσχισης τοῦ Παπισμοῦ ἀπό τήν Μία, Ἁγία, Καθολική καί Ἀποστολική Ἐκκλησία», θέλουν τώρα στην τρίτη χιλιετία να ενωθούν οι Ορθόδοξοι μετά των αμετανόητων αιρετικών! Θεός φυλάξει!
Προς επίρρωση των προαναφερθέντων παραθέτουμε επιπλέον ένα απόσπασμα από κείμενο του μακαριστού Αρχιμ. Γεωργίου Καψάνη: «Εν ονόματι αυτού του όλου Θεανθρώπου Χριστού και του όλου Σώματός Του, της Ορθοδοξίας, δεν δυνάμεθα να διαπραγματευθώμεν «επί ίσοις όροις» με τους «παραμορφωμένους Χριστούς» των δυτικών, Ρωμαιοκαθολικών και Προτεσταντών. Ούτε θέλωμεν να προδώσωμεν τον άνθρωπον, που αναμένει την σωτηρίαν του από τον όλον Θεάνθρωπον. Δι’ αυτό ημπορούμεν να ομολογήσωμεν, ημπορούμεν και να αποθάνωμεν, αλλ’ όχι να συμβιβασθώμεν.Ειδικώτερον όσον αφορά εις τον παπισμόν αισθανόμεθα, αυτό που πάντοτε ησθάνοντο οι Ορθόδοξοι, ότι παραμορφώνει την Αγίαν Τριάδα, ότι παραμερίζει τον Χριστόν, ότι δεν φανερώνει την Εκκλησίαν ως Εικόνα της Αγίας Τριάδος, αλλ’ ως ανθρωπίνην μονοκρατορίαν, ότι δίδει εις το Άγιον Πνεύμα διακοσμητικήν μόνον θέσιν»[6].
Τα θέματα του Συμποσίου
Τα τρία θέματα του συμποσίου ήταν η πίστη της Νικαίας, η συνοδικότητα και ηημερομηνία του Πάσχα. Ο Πάπας τόνισε πως και τα τρία «είναι ιδιαίτερα σημαντικά για την οικουμενική πορεία των χριστιανών».
Ειδικότερα, υπογράμμισε πως το πρώτο θέμα αποτελεί «μια πολύτιμη ευκαιρία να τονίσουμε ότι αυτό που έχουμε κοινό είναι πολύ ισχυρότερο, ποσοτικά και ποιοτικά, από αυτό που μας χωρίζει. Μαζί, πιστεύουμε στον Τριαδικό Θεό, στον Χριστό ως αληθινά άνθρωπο και αληθινά Θεό, και στη σωτηρία μέσω του Ιησού Χριστού, σύμφωνα με τις Γραφές που διαβάζονται στην Εκκλησία και υπό την καθοδήγηση του Αγίου Πνεύματος», καθώς και «στην Εκκλησία, στο βάπτισμα, στην ανάσταση των νεκρών και στην αιώνια ζωή».
Εμείς ως Ορθόδοξοι έχουμε αντιρρητικά να πούμε πως αυτά που μας χωρίζουν με τους Παπικούς είναι πολύ περισσότερα και μεγαλύτερα, καθώς είναι γνωστές οι κακοδοξίες τους, με μεγαλύτερη απ’ όλες την αίρεση του Φιλιόκβε!
Συνεχίζοντας διαβεβαίωσε «Είμαι πεπεισμένος ότι επιστρέφοντας στη Σύνοδο της Νίκαιας και αντλώντας από αυτή την κοινή πηγή, θα μπορέσουμε να δούμε με διαφορετικό μάτι τα σημεία που μας χωρίζουν ακόμα. Μέσω του θεολογικού διαλόγου και με τη βοήθεια του Θεού, θα κατανοήσουμε καλύτερα το μυστήριο που μας ενώνει».
Μάλιστα τόνισε πως με την επέτειο αυτή οι Χριστιανοί θα προχωρήσουν μαζί προς «την αποκατάσταση της πλήρους κοινωνίας».
Όσων αφορά το δεύτερο θέμα έδειξε την ελπίδα «ότι η προετοιμασία και ο κοινός εορτασμός της 1700ης επετείου της Συνόδου της Νίκαιας θα αποτελέσουν μια προνοητική ευκαιρία για να εμβαθύνουμε και να ομολογήσουμε μαζί την πίστη μας στον Χριστό και να εφαρμόσουμε μορφές συνοδικότητας μεταξύ των χριστιανών όλων των παραδόσεων».
Ο διαχριστιανικός συγκρητισμός στο αποκορύφωμά του! Θλιβερό κι όμως πραγματικό… Τι άλλο να περίμενε κανείς από το στόμα ενός Αιρεσιάρχη;
Για το τρίτο θέμα είπε τα εξής: «Θα ήθελα να επιβεβαιώσω την ανοιχτή στάση της Καθολικής Εκκλησίας στην αναζήτηση μιας οικουμενικής λύσης που θα ευνοεί την κοινή γιορτή της Ανάστασης του Κυρίου και θα δώσει έτσι μεγαλύτερη ιεραποστολική δύναμη στο κήρυγμά μας για το όνομα του Ιησού και τη σωτηρία που γεννήθηκε από την πίστη στην σωτηριακή αλήθεια του Ευαγγελίου».
Τον λόγο του έκλεισε «με μια προσευχή που προέρχεται από την ανατολική παράδοση...».
Βεβαίως… Αφού εξάντλησε τα οικουμενιστικά του φληναφήματα, είπε να ρίξει και λίγη στάχτη στα μάτια του κόσμου.
Εμείς από την άλλη θα κλείσουμε με λόγους του Αρχιμ. Γεωργίου Καψάνη ως προς την ενδεικνυόμενη προς τους αιρετικούς στάση, την οποία δυστυχώς ολίγοι ακολουθούν την σήμερον ημέραν.
«Οι Πατέρες της Εκκλησίας, επόμενοι τῃ διδασκαλία της Καινής Διαθήκης και ιδία του Απ. Παύλου και του Ευαγγελιστού Ιωάννου, οι οποίοι καταδικάζουν την αίρεσιν μετά σφοδρότητος, ουδεμίαν εδέχοντο συμφιλίωσιν ή συνύπαρξιν με την αίρεσιν, αρνούμενοι να ίδουν αυτήν υπό το πρίσμα του σχετικισμού και σκεπτικισμού, ως ατυχή αλλά πάντως ευγενή και νόμιμον προσπάθειαν ερμηνείας της χριστιανικής αληθείας. Ούτως οι επιμένοντες τῃ αιρέσει αιρετικοί θεωρούνται από τους αγίους Πατέρας ως «ακάθαρτοι», «αντίπαλοι Χριστού», «ιερόσυλοι και αμαρτωλοί», «αντικείμενοι (τῳ Χριστώ) τουτ’ έστι πολέμιοι και αντίχριστοι», «ους ο Κύριος πολεμίους και αντιπάλους λέγει εν τοις Ευαγγελίοις» (Κανών Καρχηδ.), «νεκροί» (Αγ. Αθαν. λθ’ εορτ. επιστ.), «εχθροί της αληθείας» (α’ ΣΤ’). Η αίρεσις δε χαρακτηρίζεται ως «πλάνη» και «φαυλότης» φέρουσα τον όλεθρον (νζ’ Καρθαγ.), ως «στρεβλότης» (Κανών Καρχηδ.), ως «ελεεινή πλάνη» εις την οποίαν «κατεδέθησαν» οι αιρετικοί (ξστ’ Καρθαγ.), ως «μεμιασμένη κοινωνία» (ξθ’ Καρθαγ.), ως «ρίζα πικρίας άνω φύουσα», ήτις «μίασμα γέγονε τῃ καθολική Εκκλησία, η των χριστιανοκατηγόρων αίρεσις» (ιστ’ Ζ’).
[…]
«παρά δε τοις αιρετικοίς, όπου εκκλησία ούκ έστιν, αδύνατον αμαρτημάτων άφεσιν λαβείν» και «ου γαρ δύναται εν μέρει υπερισχύειν ει ηδυνήθη βαπτίσαι, ίσχυσε και Άγιον Πνεύμα δούναι ει ουκ ηδυνήθη, ότι έξω ων, Πνεύμα άγιον ουκ έχει, ου δύναται τον ερχόμενον βαπτίσαι, ενός όντος του βαπτίσματος και ενός όντος του αγίου Πνεύματος, και μιας εκκλησίας υπό Χριστού του Κυρίου ημών, επάνω Πέτρου του Αποστόλου αρχήθεν λέγοντος, της ενότητος τεθεμελιωμένης και δια τούτο τα υπ’ αυτών γινόμενα ψεύδη και κενά υπάρχοντα, πάντα εστίν αδόκιμα» (Κανών Καρχηδ.). Ο Κανών ούτος δεν αποτελεί τι το καινοφανές εις την Εκκλησίαν. Είναι απήχησις της Εκκλησιολογίας του Απ. Παύλου «εν σώμα και εν Πνεύμα, καθώς και εκλήθητε εν μια ελπίδι της κλήσεως υμών εις Κύριος, μια πίστις, εν βάπτισμα» (Εφ. δ’ 4-5). Πάσα άλλη θεώρησις των αιρέσεων θα ανέτρεπε την εκκλησιολογικήν αυτήν βάσιν.
[…]
Εφ’ όσον ο αιρετικός στερείται της χάριτος, δεν είναι δυνατόν να διατηρή την ιδιότητα του μέλους της Εκκλησίας. Το ανάθεμα δεν αποκόπτει αυτόν της Εκκλησίας αλλ’ εξαγγέλλει εις το πλήρωμα της Εκκλησίας την απ’ αυτού του αιρετικού πραγματοποιηθείσαν αυτο-αποκοπήν δια της εκπτώσεώς του από της ορθής πίστεως προς σωτηρίαν και αυτού και των λοιπών μελών της Εκκλησίας» [7].