.

.

Δός μας,

Τίμιε Πρόδρομε, φωνή συ που υπήρξες η φωνή του Λόγου. Δος μας την αυγή εσύ που είσαι το λυχνάρι του θεϊκού φωτός. Βάλε σήμερα τα λόγια μας σε σωστό δρόμο, εσύ που υπήρξες ο Πρόδρομος του Θεού Λόγου. Δεν θέλουμε να σε εγκωμιάσουμε με τα δικά μας λόγια, επειδή τα λόγια μας δεν έχουν μεγαλοπρέπεια και τιμή. Όσοι θα θελήσουν να σε στεφανώσουν με τα εγκώμιά τους, ασφαλώς θα πετύχουν κάτι πολύ πιό μικρό από την αξία σου. Λοιπόν να σιγήσω και να μη προσπαθήσω να διακηρύξω την ευγνωμοσύνη μου και τον θαυμασμό μου, επειδή υπάρχει ο κίνδυνος να μη πετύχω ένα εγκώμιο, άξιο του προσώπου σου;

Εκείνος όμως που θα σιωπήσει, πηγαίνει με τη μερίδα των αχαρίστων, γιατί δεν προσπαθεί με όλη του τη δύναμη να εγκωμιάσει τον ευεργέτη του. Γι’ αυτό, όλο και πιό πολύ σου ζητάμε να συμμαχήσεις μαζί μας και σε παρακαλούμε να ελευθερώσεις τη γλώσσα μας από την αδυναμία, που την κρατάει δεμένη, όπως και τότε κατάργησες, με τη σύλληψη και γέννησή σου, τη σιωπή του πατέρα σου του Ζαχαρία.

Άγιος Σωφρόνιος Ιεροσολύμων

"Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με"


Μια προσευχή γνωστή, αν όχι σε όλους, στους περισσότερους.
Μια προσευχή μικρή, που κρύβει όμως μέσα της όλο το μεγαλείο του Θεού.
Μια ομολογία πίστεως και ταυτόχρονα μια ομολογία αμαρτωλότητας του εαυτού μας και μια παράκληση ελέους προς τον Θεό.
Άραγε ξέρουμε την σημασία της;
Γνωρίζουμε το καλό που μπορεί να φέρει στη ζωή μας;
Καταλαβαίνουμε σε βάθος αυτές τις πέντε λέξεις;
“Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησόν με”

Μια ευχή εύκολη, απλή, που μπορεί να ειπωθεί από όλους, από άνδρες, από γυναίκες, από παιδιά, από μικρούς και μεγάλους.
Μια ευχή που μπορεί να ειπωθεί δυνατά από τα χείλη μας αλλά και νοερά από το νου μας, από την ψυχή μας.
Μια ευχή που μόλις την πούμε ο Θεός θα μας ακούσει αμέσως, θα στρέψει το βλέμμα Του πάνω μας, θα μείνει εκεί περιμένοντας να δει, να ακούσει, να νιώσει και θα στείλει το έλεός Του σε εμάς και σε οποιονδήποτε συνάνθρωπό μας γιατί με αυτήν την ευχή μπορούμε να προσευχηθούμε για τον εαυτό μας αλλά και για τους συνανθρώπους μας.

Ξέρουμε τη δύναμη αυτής της ευχής;
Ξέρουμε τι μπορεί να κάνει;
Ξέρουμε πότε να τη λέμε;
Ξέρουμε πώς να τη λέμε;

Αυτήν η ευχή μας δίνει τη δυνατότητα να έχουμε προσωπική επικοινωνία με τον Θεό.
Με αυτή την ευχή μπορούμε να μιλάμε μαζί Του.
Μπορούμε να τη λέμε κάθε μέρα, όλη μέρα, πρωί και βράδυ, ακόμα και όταν δουλεύουμε, ακόμα και όταν παίζουμε, ακόμα και όταν περπατάμε, αν τη πιστέψουμε πραγματικά και βαθιά θα μπορούμε να τη λέμε ακόμα και όταν κοιμόμαστε!
Γιατί, τι πιο όμορφο και τέλειο για έναν άνθρωπο από το να βρίσκεται σε συνεχή επικοινωνία με τον Θεό;
Και ποια μεγαλύτερη ευχαρίστηση και ανάπαυση για τον ίδιο τον Θεό από το να βρίσκεται σε συνεχή επικοινωνία με τους ανθρώπους Του, τους ανθρώπους που ο ίδιος έπλασε, κατ΄ εικόνα και καθ’ ομοίωσιν , τους ανθρώπους που αγάπησε σαν τον εαυτό Του.
Σκεφθείτε τι ωραία που θα ήταν τις ώρες που δουλεύει το σώμα μας να δουλεύει και ο νους μας, και μέσα από τον νου, ο οποίος θα είναι σε επικοινωνία με τον Θεό, όλες οι δουλειές του σώματος να γίνονται ευχάριστα, γρήγορα, να μην μας κουράζουν, να μην μας καταβάλουν, να υπάρχει μια συνεχής ανάπαυση και αγαλλίαση στη ζωή και την καθημερινότητά μας.
“Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησόν με”

Τι πιο ταπεινό;
Τι πιο γλυκό;
Τι πιο αληθινό;
Τι πιο θεϊκό και ανθρώπινο;

Μια ευχή αιώνια και παντοτινή.
Μια ευχή που υπάρχει από την έλευση του Κυρίου μας στον κόσμο αυτό και από τους πρώτος ανθρώπους που ευλογήθηκαν να βρεθούν κοντά Του μέχρι σήμερα, μέχρι τις μέρες που ζούμε εμείς και θα υπάρχει για πάντα. Ακόμα και όταν εμείς δεν θα υπάρχουμε πια και θα έρθουν οι επόμενες γενιές και οι επόμενες, μέχρι την ημέρα της Τελικής Κρίσεως.
“Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησόν με”
Όσες φορές και να ειπωθεί είναι πάντα σαν να λέγετε για πρώτη φορά.
Πάντα έχει την ίδια ένταση.
Πάντα βγαίνει από μέσα μας με τον ίδιο πόνο και την ίδια αγάπη.
Τι πιο απλό;
“Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησόν με”

Ας την μάθουμε.
Ας την πούμε δυνατά και νοερά.
Ας την αισθανθούμε.
Ας την νιώσουμε με όλο μας το είναι.
Ας την βάλουμε στη ζωή μας.
Ας την κάνουμε βίωμά μας, κάθε στιγμή, κάθε λεπτό.
Ας δώσουμε την ευκαιρία στο εαυτό μας να επικοινωνεί συνεχώς και αδιαλείπτως με τον Θεό.
“Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησόν με”…
Συντάχθηκε από Σ.Κ. 

Ευχή εις τόν Κύριον ημών Ιησούν Χριστόν, Μιχαήλ Κριτοπούλου του Ίμβρίου


Δέσποτα Κύριε Ιησού Χριστέ ό Θεός ημών, ό μόνος συμπαθής καί ευδιάλλακτος, ή του ελέους πηγή, τό της φιλανθρωπίας ανεξάντλητον πέλαγος, ό μή δικαίους ελθών καλέσαι αλλά αμαρτωλούς μετανοούντας, πρόσδεξαι, ό εβδομηκοντάκις επτά συγχωρείν αμαρτίας Πέτρω τω κορυφαίω των σων Μαθητών και Αποστόλων εγκελευσάμενος ερωτήσαντι, άμα μέν έκ τούτου και τό άπειρον της σης χρηστότητος και φιλανθρωπίας εμφαίνων, άμα δέ και πάσι τοις ημαρτηκόσιν ευσπλάγχνως και συμπαθώς θύραν μετανοίας ανοίγων και καιρόν επιστροφής χαριζόμενος, και τη απογνώσει μηδαμού χώραν διδούς. 
Αυτός, Δέσποτα φιλάνθρωπε, Θεέ πάσης παρακλήσεως, Πατήρ οικτιρμών, ελέους Κύριε, συμπαθείας άβυσσε, αγαθότητος πέλαγος, ευσπλαγχνίας πηγή, μακροθυμίας τε και ανεξικακίας ακένωτε θησαυρέ, πλανωμένων οδηγέ, πεπτωκότων ανόρθωσις, απηλπισμένων ελπίς, απεγνωσμένων παραμυθία, και πάσι, πάντα ών και γινωσκόμενος δι' εμέ και τήν εμήν σωτηρίαν, πρόσδεξαι νυν κάμε τόν αμαρτωλόν και ανάξιον δούλον σου μετανοούντα και προσερχόμενον μετά συντετριμμένης καρδίας καί πνεύματος ταπεινώσεως, και λύσιν εξαιτούντα των πολλών και δεινών πλημμελημάτων, ών έν γνώσει τε και αγνοία ασύγγνωστα ήμαρτον παρά πάντα τόν βίον, καταπατήσας μέν τους νόμους τους σους, αθετήσας δέ τάς σάς εντολάς, παραβάς δέ τά σά προστάγματα, αλογήσας δέ τών χρηστών σου και σωτηρίων παραγγελμάτων, όλος τε μακρυνθείς από σού και των σων, και οπίσω της πονηράς διανοίας μου πορευθείς και γενόμενος επίχαρμα τω διαβάλω και τοις πονηροίς αυτού δαίμοσιν, έξ άπαντος τρόπου τούτων πληρών τά προστάγματα. 
Και νυν, Κύριε, Κύριε, ώσπερ έκ βαθύτατου ύπνου και μέθης ή κάρου οψέ και μόνον ανανήψας της αμαρτίας και εις εμαυτόν συστραφείς και συναίσθησιν λαβών τών οικείων κακών, πανταχόθεν τε εμαυτόν εξετάσας και έρημον εύρων παντός αγαθού, και της φωτοειδούς και λαμπρός καταστολής του θείου λουτρού ην με ενέδυσας, γυμνόν όλον και εξηπορημένον υπό τής αμαρτίας και στένοντα και τρέμοντα καί λιμώττοντα και πάσι κακοίς ενεχόμενον, όλος τε εξαπορηθείς και πάντων των άλλων απογνούς, εις μνήμην ήκον της προτέρας ζωής έν ή με κατέστησας, και ής διά κακίαν εκπέπτωκα, και των χρηστών σου και κηδεμονικών άμα και φιλαγάθων και πατρικών ανεμνήσθην σπλάγχνων, και προς τόν εμόν γνησίως επιστρέφω Δεσποτην, και θαρρούντως εμαυτόν τοις ποσίν επιρρίπτω τοις σοις, μέγα κεκραγώς και βοών έκ βάθους ψυχής κατά τόν άσωτον εκείνον υιόν «ήμαρτον εις τόν ουρανόν, Κύριε, και ενώπιον σου». Δέξαι ουν με, αγαθέ και φιλάνθρωπε Κύριε, μετανοούντα και επιστρέφοντα και προσερχόμενον θαρρούντως τη ση αφάτω χρηστότητι και αμέτρω συμπάθεια και υπεραγάθω βασιλεία. Δέξαι με τόν ανάξιον δούλόν σου, τόν πολλά επταικότα καί παροργίσαντα καί παραπικράναντα τά φιλάνθρωπο σπλάγχνα σου. Δέξαι με τό πλάσμα τών χειρών σου, τό ίδιον δημιούργημα, ό ετίμησας οικεία εικόνι και τη κατά πάντων αρχή, ω μόνω λόγον εχαρίσω τών άλλων ζώων, και ό πολλοίς και μεγάλοις εκόσμησας αγαθοίς, υπέρ ου νόμον έδωκας, προφήτας απέστειλας, αλλά μυρία ειργάσω δι' όν άνθρωπος γέγονας Θεός ων καί Δεσπότης, καί πάσαν τήν φρικτήν οικονομίαν εκτελέσας, καί πάθη καί σταυρόν υπομείνας καί θάνατον καί ταφήν, Ίνα καί θανάτου καί παθών καί αμαρτίας ελευθέρωσης εμέ καί προς τήν προτέραν επανάξης οικειότητα καί υιοθεσίαν, καί τής σης βασιλείας κληρονόμον ποίησης. 
Ει τοίνυν ταύτα φιλανθρώπως πάντα καί πεποίηκας και υπέμεινας δι' εμέ, πώς νυν εάσης, ώ Δέσποτα, θήραμα γενέσθαι τώ διαβόλω, καί τής σης απείρου δυνάμεως τε καί αγαθότητος καί σοφίας κατακαυχήσασθαι τόν αποστάτην και πονηρόν δραπέτην δαίμονα, ώς μή μόνον τόν άνθρωπον απατήσαντα και τής του παραδείσου διαγωγής εξορισάντα, καί τής εκείσε στερήσαντα μακάριας ζωής, αλλά καί μετά τήν απόρρητον οικονομίαν και τήν φρικωδεστάτην θυσίαν και τό χυθέν αίμα τό σόν καί δεσποτικόν, τό μέγα καί περιβόητον δι' ου ημάς εξηγόρασας, ότι και νυν συναρπάζειν δυνάμενον τους τοσούτου τιμήματος ωνητούς δούλους σου, και προς τό οικείον της απώλειας συναπάγοντα βάραθρον; 
Μή, Δέσποτα φιλάνθρωπε, μη, Βασιλεύ αιώνιε, μή, παντοδύναμε Κύριε, μή τηλικαύτην νίκην νικήση καθ' ημών ό της αληθείας εχθρός, ό αλιτήριος δαίμων, μηδέ τοσούτον δυνηθείη ή ημετέρα κακία. Ήμαρτον μέν, άλλα σου ούκ απέστην. Ήμαρτον, άλλα σε Θεόν επιγράφομαι• ημαρτον πολλά και μεγάλα, ομολογώ• άλλ' είσω πίπτω της σης χρηστότητος και φιλανθρωπίας αύτη δέ πέρας ούκ έχει. Τί τοσούτον ήμαρτον ό πηλός, όσον αυτός δύνασαι λύειν; 
Τί τοσούτον παρέβην, όσον αυτός συγχωρείς; 
Τί τοσούτον ηνόμησα, όσον αυτός αφίης; 
Τί τοσούτον έπταισα, όσον αυτός συμπαθείς; 
Εύσπλαγχνος φύσει και μακρόθυμος ών, ουδέν μέγα πάντα τά τών ανθρώπων αμαρτήματα εις έν συνελθόντα προς τήν άπειρον άβυσσον της σης χρηστότητος και φιλανθρωπίας παραβαλλόμενα. Και διό τούτο, Δέσποτα φιλάνθρωπε, δικαιολογούμαι, ού προς τήν εμήν καθαρότητα αποβλέπων, ακάθαρτος γάρ έγώ παντός μάλλον και βέβηλος, και πόρρω τών σών εντολών και τή ισχύι και τω βορβόρω των εμών αμέτρων κακών, ώσπερ συς όλος εγκαλινδούμενος, αλλά τό άπειρον της σης χρηστότητος εννοών, και προς τό ύψος και μεγαλείον της σης άγαθότητος και φιλανθρωπίας ορών, ήν ουδέν τών ανθρωπίνων αμαρτημάτων νικήσαι δύναται. 
Δέξαι ουν με, Κύριε, επιστρέφοντα μετά δακρύων και στεναγμών και μετανοούντα έφ'οις επλημμέλησα, και συγγνώμην αιτούντα κάμφθητι ταις εμαίς λιταίς και δεήσεσι. Σπλαγχνίσθητι ώς συμπαθής, οίκτειρον ώς μακρόθυμος, ελέησον ώς φιλάνθρωπος και συγχώρησαν μοι όσα σοι ημαρτον. Δέξαι με τόν σόν δούλον, ευχαριστούντα μέν, ότι ούκ ήδη συναπώλεσάς με ταις άνομίαις μου, μακροθυμήσας έπ' εμοί έξαιτούντα δέ λύσιν των επταισμένων μοι και τελείαν απαλλαγήν και συγχώρησιν παρά της σης άγαθότητος. 
Εις δέ το εξής ικετεύω και πάνυ δέομαι, στήριξαν με έν τη ση πίστει και έλπίδι και αγάπη βεβαία και ακλόνητον διατήρησον πάσαις ταίς του πονηρού μεθοδείαις και προσβολαίς• ίνα μή συναρπάση με ή κακία προς βάραθρον της απωλείας• μηδέ γένωμαι θήραμα τω έχθρώ. Άγγέλω πιστώ φύλακι παρακατάθου τήν εμήν ζωήν, οδηγούντι και ενισχύοντι προς τό ποιείν τό σόν θέλημα και τάς σάς καλώς αποπληρούν εντολάς. 
Ναί, Δέσποτα μακρόθυμε, πολυέλεε Κύριε, νοητέ ήλιε, βασιλεύ τής δόξης, των κατ' έμέ αμαρτιών ή τελεία συγχώρησις και συμπάθεια. Ναί, γλυκύτατε Ιησού, αναψυχή μου και παρηγοριά, παραμυθία, παράκλησις, γλυκυθυμία, γάνος τής εμής ψυχής, χαρά πεπληρωμένη, αγάπη τελεία, έρως θεοειδής, ζωή άλυπος, έφεσις τών καλών, ειρήνη υπερέχουσα πάντα νουν. 
Ναί, φώς τών εμών οφθαλμών, χειρών έκτασις, ποδών βάσις, μελών συμφυία, ολοκληρία του όλου μου σώματος, απλώς πάντα. Σοί μόνω, Δέσποτα Χριστέ, προσανέχω σοι ζώ, σοί κινούμαι σοί και ειμί, ει και ήμαρτον υπέρ πάντας. Κάθαρόν μου τόν νουν της υλικής προσπάθειας και των ματαίων εννοιών, και τών ατόπων και πονηρών ενθυμήσεων και προλήψεων, αί με συνέχουσι και συμπνίγουσι νυν και πολιορκούσι. Δός μοι πόθον ψυχής αγαθόν και λογισμόν έμμονον, και καρδιακήν έφεσιν, και μελέτην διηνεκή τής σης φωτοπαρόχου μνήμης και τελείας αγάπης• ώστε φαντάζεσθαι τό σόν εράσμιον κάλλος αεί, και τήν σήν ωραιότητα βλέπειν. Απόπλυνον τελείως του σπίλου της αμαρτίας και απόσμηξόν μου τόν ρύπον παντός εμπαθούς και μολυσμού και κηλίδος σαρκός και πνεύματος. Και παράσχου μοι σταθεράν γαλήνην και ειρήνην βαθείαν τών λογισμών ίνα διά πάντων της σης απολαύσας χρηστότητος και μακροθυμίας και τής πολλής αγαθότητος, και του σου θείου ελέους πλουσίως τυχών, ευχαριστώ, δοξάζω, υμνώ και μεγαλύνω τό σόν πανάγιον όνομα, και του ανάρχου σου Πατρός και του παναγίου και άγαθου και ζωοποιού σου Πνεύματος, νυν και αεί και εις τους αιώνας τών αιώνων. 
Αμήν.

Μακάρι οἱ ἄνθρωποι νά πλησιάσουν τόν Θεό καί νά ἐλευθερωθοῦν ἀπό τήν καθημερινή τους κόλαση.


ΤΟ ΣΩΤΗΡΙΟΝ ΦΡΕΝΟΝ


Τοῦ πρωτοπρεσβυτέρου π. Διονυσίου Τάτση 

ΟΙ ΣΥΓΧΡΟΝΟΙ ἄνθρωποι ἀπό πνευματικῆς πλευρᾶς βρίσκονται σέ τραγική κατάσταση. Ἐνῶ ἔχουν πολλές εὐκαιρίες και πολλές δυνατότητες, τούς λείπει ὁ σαφής προσανατολισμός. Ὅλο ψάχνουν καί ἀμφισβητοῦν καί ὅλο σκοντάφτουν. Ἡ πορεία τους πάνω στή γῆ εἶναι ὑπό συνεχῆ ἀναθεώρηση, γεγονός πού τούς ἐπηρεάζει ἀρνητικά καί δημιουργεῖ ποικίλες δυσάρεστες καταστάσεις στή ζωή τους. Ὁ διάλογος καί ἡ ἐπικοινωνία με ἄλλους δέν τούς ὠφελεῖ, γιατί εἶναι ἐπίμονοι στίς προσωπικές τους ἀπόψεις καί ἑρμητικά κλεισμένοι στή διαφορετική ἄποψη. Παραδόξως, τήν ἑπόμενη ἡμέρα εἶναι ἐπίμονοι σέ κάποια ἄλλη ἄποψη, ἐντελῶς ἀντίθετη ἀπό τή σημερινή μέ τά ἴδια ἀποτελέσματα. Αὐτή ἡ ἀκαταστασία καί ἀσυνέπεια ὀφείλεται στό ὅτι οἱ πνευματικές τους δραστηριότητες ἔχουν ὡς σκοπό τήν ἱκανοποίηση τῶν ἁμαρτωλῶν τους παθῶν καί ὄχι τήν ἀπόκτηση τῶν ἀρετῶν.

Στήν ἐποχή μας, ἐάν δηλώσεις ὅτι στή ζωή σου προσπαθεῖς να τηρεῖς τίς ἐντολές τοῦ Θεοῦ, θεωρεῖσαι καθυστερημένος πού δεν μπορεῖς νά ξεπεράσεις τά ἠθικά ἐμπόδια τοῦ παρελθόντος καί να δεῖς ὅτι ὁ κόσμος ἄλλαξε καί ὅτι ὅλα αὐτά τά παλιά ἔχουν ἀναθεωρηθεῖ καί ἀχρηστευθεῖ. Δυστυχῶς, αὐτά ὑποστηρίζουν οἱ κοσμικοί ἄνθρωποι, παρόλο πού βλέπουν ὅτι οἱ ἴδιοι στή ζωή τους ἔχουν βυθιστεῖ στή δυστυχία καί δέν ὑπάρχει ἐλπίδα βελτίωσης καί σωτηρίας. Μέ τά ἴδια τους τά χέρια ἔχουν καταστρέψει τήν ἀναγκαία πυξίδα καί ταξιδεύουν χωρίς προσανατολισμό, μέ πολλούς κινδύνους νά ἀπομακρυνθοῦν σέ μέρη πού δέν ἐπιθυμοῦν, ἀλλά καί να ναυαγήσουν. Ἔτσι κυλάει ἡ ζωή τους ἀνάμεσα στά κύματα καί τις ἀπειλές, στήν ἀδιάκοπη διακύμανση καί στίς ψυχικές μεταπτώσεις.
Ὁ Γέροντας Παΐσιος ἀπέδιδε τήν τραγική αὐτή κατάσταση τῶν ἀνθρώπων στήν ἔλλειψη τοῦ φόβου τοῦ Θεοῦ, πού εἶναι τό σωτήριο φρένο, γιά νά μή καταλήξουν στόν γκρεμό.Ἔλεγε μέ πολύ πόνο καί ἀνησυχία: «Οἱ ἄνθρωποι εἶναι πολύ προβληματισμένοι και οἱ περισσότεροι πολύ ζαλισμένοι. Σιγά-σιγά κατευθύνονται προς τό νά μή μποροῦν νά ἐλέγχουν τόν ἑαυτό τους. Ἄν αὐτοί πού ἔρχονται στό Ἅγιο Ὄρος εἶναι τόσο πολύ συγχυσμένοι, τόσο μπερδεμένοι, μέ τόσο ἄγχος, σκεφτεῖτε οἱ ἄλλοι πού εἶναι μακριά ἀπό τόν Θεό, ἀπό τήν Ἐκκλησία, πῶς θά εἶναι!».
Αὐτούς τούς ἀνθρώπους ποιός μπορεῖ νά τούς βοηθήσει; Ποιός θά τούς ἀνορθώσει καί θά τούς δώσει νόημα στή ζωή; Προφανῶς ὁ Θεός, ἐφόσον τό θελήσουν. Οἱ ἄνθρωποι τοῦ Θεοῦ θά γίνουν ἱεραπόστολοι, θά μιλήσουν, θά δείξουν τήν ἔμπρακτη ἀγάπη τους καί θά τούς βοηθήσουν μέ τό φωτεινό τους παράδειγμα. Ὅποιος νομίζει ὅτι μόνο μέ τό λόγο μπορεῖ νά βοηθήσει, κάνει λάθος. Χρειάζεται καί ἡ ἀγάπη καί τό παράδειγμα. Μακάρι οἱ ἄνθρωποι νά πλησιάσουν τόν Θεό καί νά ἐλευθερωθοῦν ἀπό τήν καθημερινή τους κόλαση.
Ορθόδοξος Τύπος, 22/3/2013

«Πλησίασε ὁ καιρὸς τοῦ πνευματικοῦ μας καθαρμοῦ»



Πολλὰ καθημερινὰ συμβάντα δείχνουν ὅτι μᾶς πλησιάζει ὅλο καὶ περισσότερο αὐτὸ ποὺ τόσα χρόνια συζητούσαμε καὶ συζητᾶμε. Ἀκόμα καὶ ὁ ἁπλὸς διαβάτης δίπλα μας εἶναι ἕνα χαρακτηριστικὸ δεῖγμα τῆς σημερινῆς κατάστασης. Τὸ βλέμμα θολό, ἐρευνητικό, ἴσως καὶ ἐπιθετικὸ σὲ κάποιες περιπτώσεις. Τὸ βῆμα τοῦ μᾶς δείχνει ὅτι βαδίζει σὲ μία κατεύθυνση χωρὶς νὰ εἶναι σίγουρος γιὰ τὸ ἂν πρέπει νὰ πάει. Σπίτι του ἢ στὴ δουλειά του ἢ σὲ κάποια ὑποχρέωση, δὲν εἶναι σίγουρος ἂν αὐτὸ ποὺ θὰ συναντήσει θὰ μπορέσει νὰ τὸ ἀντιμετωπίσει. Ὅλο καὶ περισσότερος κόσμος δὲν δίνει πλέον τόση σημασία στὴν ἐξωτερική του ἐμφάνιση καὶ στὴν συμπεριφορά του πρὸς τὸν συνάνθρωπο.


Ψυχικὴ καὶ πνευματικὴ ἀλλοίωση ποὺ ἐπιτεύχθηκε μὲ τὴν ἀπώλεια τῶν ὑλικῶν ἀγαθῶν. Τὸ δέσιμο τοῦ ὑλιστῆ ἀνθρώπου χειροπόδαρα ἀπὸ τὸν ἁπλόχερο σὲ ἀγαθὰ διάβολο. Βλέπουμε τὰ πάντα, ἀκοῦμε τὰ πάντα, ζοῦμε ὅμως μόνο ἕνα μέρος αὐτοῦ ποὺ ἔρχεται. Τί ἔρχεται; Κανένας ἀπὸ ἐμᾶς δὲν γνωρίζει ἀκριβῶς τὸ μέγεθος τῆς καταστροφῆς καὶ τὴν ἔνταση τοῦ πόνου. Πόνος. Αὐτὸ μας φοβίζει περισσότερο ἢ τὸ ἄγνωστο; Μᾶς φοβίζει συλλογικὰ ἢ ἀτομικά; Τί δὲν θέλουμε πραγματικὰ νὰ χάσουμε; Τὴ ζωή μας; Τὴ βόλεψή μας; Τοὺς δικούς μας; Τὴν ψυχή μας; Ποιὸς μπορεῖ νὰ ἀπαντήσει εἰλικρινὰ σὲ....ὅλα αὐτὰ τὰ ἐρωτήματα; Μόνο ὁ Θεὸς γνωρίζει τὶς ἀπαντήσεις σὲ ὅλα αὐτὰ τὰ ἐρωτήματα.

Ἐμεῖς τὸ μόνο ποὺ μποροῦμε νὰ κάνουμε εἶναι νὰ προσευχόμαστε. Ἀλήθεια, τί νὰ προσευχόμαστε; Νὰ ζήσουμε; Νὰ μὴν πάθουμε κακὸ ἐμεῖς καὶ οἱ ἀγαπημένοι μας; Νὰ δοῦμε τὴν Πόλη ἑλληνικὴ μὲ τὴ γαλανόλευκη στὸ Ναὸ τῆς τοῦ Θεοῦ Σοφίας; Νὰ καταστραφοῦν οἱ ἐχθρικὲς ὀρδὲς ποὺ θέλουν τὸν ἀφανισμό μας καὶ ψάχνουν τὴν εὐκαιρία νὰ τὸ πράξουν; Ἂν προσευχόμαστε ΜΟΝΟ γιὰ αὐτά, τότε καλύτερα νὰ σταματήσουμε τὴν προσευχή. Δὲν μᾶς δίνει πνευματικὸ κέρδος καὶ δὲν γίνεται ἀρεστὴ στὸ Θεό. Ὁ Θεὸς δὲν ἔπλασε τοὺς Ἕλληνες μόνο, ἀλλὰ ὅλο τὸ ἀνθρώπινο γένος. Ὁ Θεὸς θέλει νὰ προσευχόμαστε γιὰ τὸν συνάνθρωπό μας. Τοὺς πάντες.

Ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ δὲν ἔχει ὅρια κρατῶν. Ὁ Θεὸς ἀγαπάει ὅλα τὰ πλάσματά του. Ἀλλὰ ἐδῶ εἶναι τὸ σημεῖο ποὺ δὲν θέλω νὰ παρεξηγηθῶ ὡς οἰκουμενιστὴς καὶ παγκοσμιοποιητής. Ὁ Θεὸς ἀγαπάει ὅλους τους ἀνθρώπους καὶ μὲ τὴν ἔλευση καὶ πραγματοποίηση τῶν γεγονότων ποὺ πλησιάζουν, θὰ δώσει ἕνα γερὸ χαστούκι στὸ Ἀντίχριστο σύστημα ποὺ εἶναι γέννημα τῆς ἁμαρτίας τοῦ ἀνθρώπου. Ὁ Θεὸς μισεῖ τὴν ἁμαρτία καὶ ὄχι τὸν ἄνθρωπο. Ὁ Θεὸς θὰ στηρίξει τὴν Ὀρθόδοξη Ἑλλάδα καὶ θὰ τὴν ἀναδείξει παγκόσμιο ἱεραπόστολο μετὰ τὰ γεγονότα, γιὰ νὰ στηρίξει, νὰ δώσει τὸ Ὀρθόδοξο Φῶς καὶ τὸ μήνυμα τῆς Ἀναστάσεως. Πότε θὰ τὸ κάνει αὐτό; Ὅλοι τὸ γνωρίζουμε.

Πρῶτα θὰ περάσει ὅλος ὁ πλανήτης τὰ Πάθη γιὰ νὰ ξεπλύνει τὶς ἁμαρτίες του καὶ μετὰ ὁ Θεὸς διὰ μέσου τῶν Ἑλλήνων θὰ παρηγορήσει τὰ πλάσματά του σὲ ὅλη τὴν Οἰκουμένη. Ἑπομένως ἡ ἔλευση τῶν γεγονότων καὶ ἡ ἀνάκτηση τῆς Πόλης ἀπὸ τοὺς Ἕλληνες δὲν εἶναι ἁπλὰ μία ἐθνικιστικὴ γαλανόλευκη ἀναλαμπὴ συνεπικουρούμενη ἀπὸ τὴ Θεία Πρόνοια, ἀλλὰ θὰ εἶναι ἕνα Παγκόσμιο Ὀρθόδοξο ξέσπασμα τῆς Ἀλήθειας ποὺ τόσα χρόνια καλύψαμε μακριὰ ἀπὸ τὴν καθημερινότητά μας γιὰ νὰ ζήσουμε τὴν ἁμαρτωλὴ ἐλεεινὴ ζωούλα μας. Πιαστήκαμε σὰν ἀνθρώπινο γένος, χέρι χέρι μὲ τὸν διάβολο καὶ βαδίσαμε στὰ βήματά του. Ὁ Θεὸς φυλάει τοὺς πιστοὺς Ὀρθοδόξους καὶ ὄχι μόνο τοὺς Ἕλληνες καὶ θὰ τοὺς παρηγορήσει μὲ θαυμαστὰ συμβάντα κατὰ τὴ διάρκεια τῶν γεγονότων ὥστε αὐτοὶ νὰ γίνουν ἡ παρηγοριὰ τῶν λοιπῶν ἐθνῶν μετὰ τὰ γεγονότα.

Τὸ χάδι ποὺ θὰ προσφέρει σήμερα τὸ Θεϊκὸ χέρι στὸν πιστὸ Ὀρθόδοξο, θὰ περιμένει ὁ Θεός, αὐτὸ τὸ ἴδιο χάδι νὰ τὸ προσφέρουμε ἐμεῖς στὸν ἄπιστο, στὸν ἄθεο, στὸν ἀλλόθρησκο, αὔριο ποὺ θὰ ἔχουν τελειώσει τὰ γεγονότα.

Αὐτὴ τὴν ἐλπίδα ποὺ προσφέρει σήμερα στοὺς Ὀρθοδόξους θὰ περιμένει ὁ Θεός, αὔριο, αὐτὴ τὴν ἴδια ἐλπίδα νὰ τὴν προσφέρουμε ἁπλόχερα μέσα ἀπὸ τὸ λόγο τοῦ Εὐαγγελίου σὲ ὅλη τὴν πολύπαθη ἀνθρωπότητα. Τί μᾶς λέει ὁ γέροντας Παϊσιος γιὰ μετὰ τὰ γεγονότα;

Θὰ σᾶς πιάνουν ἀπὸ τὸ χέρι καὶ θὰ σᾶς ζητοῦν νὰ μάθουν γιὰ τὸν Ἀληθινὸ Θεό. Αὐτὸ εἶναι ἡ οὐσία. Αὐτὸ εἶναι τὸ μυστικό. Δὲν θὰ πιάσουν κανέναν ἐπιζῶντα Ὀρθόδοξο γιὰ νὰ τὸν ρωτήσουν πότε θὰ ἀποκτήσουν πάλι τὰ ὑλικὰ ἀγαθὰ ποὺ ἔχασαν. Κανένας δὲν θὰ ρωτήσει τότε, κανέναν Ὀρθόδοξο χριστιανὸ ἂν θὰ ξαναπάρει πίσω τὸ σπίτι του, τὸ ἐξοχικό του, τὸ αὐτοκίνητό του, ἀκόμα καὶ τοὺς δικούς του ποὺ ἔχασε τὴν περίοδο τῶν γεγονότων.

Ὅλα τότε θὰ εἶναι μήνυμα Ἀναστάσεως τῆς ἀνθρωπότητας καὶ ἁπαλὸ χάδι παρηγοριᾶς γιὰ τὸν μετανοημένο ἄνθρωπο ὁποιασδήποτε ἐθνότητας, ὁποιουδήποτε χρώματος καὶ γλώσσας. Ἡ κάθε ψυχούλα ποὺ κερδίζει ταπεινὰ τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ σήμερα, θὰ πρέπει αὔριο νὰ γίνει σάλπιγγα εὐαγγελίου σὲ ὅλες τὶς χαμένες ἀπὸ τὴν ἀθεΐα ψυχές. Αὐτὸ ποὺ πρέπει νὰ περιμένουμε οὐσιαστικὰ νὰ συμβεῖ εἶναι ἡ παγκόσμια ὀρθόδοξη ἀναλαμπή. Ἡ Πόλη καὶ οἱ γαλανόλευκες σημαῖες εἶναι τὸ σημεῖο μηδὲν καὶ ἀπὸ ἐκεῖ ἀρχίζει τὸ πραγματικὸ ἔργο τῆς Θείας Πρόνοιας ποὺ δὲν θὰ γνωρίσει σύνορα ἐθνῶν καὶ πνευματικὰ ὅρια ἀγάπης.

Ὁ Θεὸς δὲν εἶναι σύμμαχος τῶν Ἑλλήνων γιὰ ἀνακατάληψη τῆς Κωνσταντινούπολης, ἀλλὰ εἶναι ὁ παγκόσμιος Οὐράνιος Πατέρας μας ὁ ὁποῖος "πάντας ἀνθρώπους θέλει σωθῆναι καὶ εἰς ἐπίγνωσιν ἀληθείας ἐλθεῖν ". Ἂς ζητήσουμε ἑπομένως ἀπὸ τὸ Θεὸ νὰ μᾶς ἀναδείξει ἄξιους δούλους τῆς Αὐτοῦ ἀγαθότητος καὶ μάρτυρες τοῦ Εὐαγγελίου Του. Ἂς ζητήσουμε ἀπὸ τὸ Θεὸ νὰ τιμωρήσει τὴν ἁμαρτία ὅσο πιὸ γρήγορα γίνεται καὶ νὰ ὑπάρξει μετάνοια ὅλων τῶν ἀνθρώπων ὅσο πιὸ ἀναίμακτα γίνεται. Ὅταν μᾶς λένε οἱ προφῆτες καὶ οἱ σύγχρονοι πατέρες μας ὅτι δὲν ὑπάρχει μετάνοια, δὲν ἀναφέρονται μόνο στοὺς Ἕλληνες ἀλλὰ σὲ ὅλο τὸν πλανήτη.

Ἡ μετάνοια δὲν εἶναι πνευματικὸ πλεονέκτημα τῶν Ἑλλήνων ἀλλὰ εἶναι παγκόσμια ἀνάγκη γιὰ ὅσο τὸ δυνατὸν πιὸ ὁμαλὴ μετάβαση ἀπὸ τὴν ἁμαρτία στὴ σωτηρία, ἀπὸ τὸ θάνατο στὴν πραγματικὴ ζωή. Πλησίασε ὁ καιρὸς τῶν παθῶν μας. Πλησίασε ὁ καιρὸς τοῦ πνευματικοῦ μας καθαρμοῦ. "Ἡ συμφορὰ ποὺ ἔρχεται τοὺς ἀσεβεῖς νὰ πλήξει καὶ ἐκ τῆς γὴς ἀλύπητα νὰ τοὺς ἀξαφανίσει" ἀναφέρει στὸ ποιῆμα τοῦ ὁ γέροντα Ἰωσήφ.

Ἡ προσευχή μας νὰ εἶναι ὥστε νὰ μὴ χάσουμε τὸ θάρρος μας καὶ τὴν ἐλπίδα μας στὴ Θεϊα Πρόνοια. Ἡ προσευχή μας νὰ εἶναι γιὰ ὅλη τὴν ἀνθρωπότητα. Ἡ προσευχή μας νὰ εἶναι νὰ ἀγαπήσουμε τὸν συνάνθρωπο, ὅπως τόσο καιρὸ ἀγαπούσαμε τὴν ἁμαρτία. Ἡ προσευχή μας νὰ εἶναι νὰ ὑπηρετήσουμε ἄξια τὸν Θεό, ὅπως ὑπηρετούσαμε τόσο καιρὸ τὸν διάβολο.

Καλὴ προετοιμασία, καλὸ ἀγώνα, καλὴ ἀντάμωση.

“Τις δικές μας αμαρτίες πρέπει να προσέχουμε και όχι του πλησίον μας”

Μεγάλη και φοβερή είναι αυτή η εντολή του Χριστού. Όλοι μας, αρχίζοντας από μένα, συνεχώς κρίνουμε και κατακρίνουμε ο ένας τον άλλον και γι’ αυτό θα δώσουμε λόγο στη Φοβερά Κρίση του Κυρίου και Θεού μας Ιησού Χριστού. Θα μας κρίνει Αυτός διότι και εμείς κρίνουμε τους άλλους, ψάχνουμε να βρούμε στον πλησίον μας το παραμικρό σφάλμα ενώ τις δικές μας αμαρτίες δεν τις βλέπουμε και ούτε θέλουμε να τις σκεφτόμαστε.

Ο άγιος απόστολος Παύλος στην προς Ρωμαίους επιστολή του λέει το εξής: «Διό αναπολόγητος ει, ω άνθρωπε πας ο κρίνων εν ω γαρ κρίνεις τον έτερον, σεαυτόν κατακρίνεις· τα γαρ αυτά πράσσεις ο κρίνων, οίδαμεν δε ότι το κρίμα του Θεού έστι κατά αλήθειαν επί τους τα τοιαύτα πράσσοντας. Λογίζη δε τούτο, ω άνθρωπε ο κρίνων τους τα τοιαύτα πράσσοντας και ποιών αυτά, ότι συ εκφεύξη το κρίμα του Θεού» (Ρωμ. 2, 1-3).

Μεγάλη αλήθεια βρίσκεται σ’ αυτά τα λόγια του αποστόλου Παύλου. Δεν προσέχουμε τα δικά μας ελαττώματα και τις αμαρτίες, ενώ στους άλλους βρίσκουμε πολλά σφάλματα. Ψάχνουμε να τα βρούμε και όταν τα βρίσκουμε, πάμε και τα διαλαλούμε σε όλον τον κόσμο. Έγινε πλέον κακή συνήθεια, μόλις μαθαίνουμε κάτι για τον πλησίον μας, να πηγαίνουμε και να το διαλαλούμε παντού. Η γλώσσα μας καίει και σπεύδουμε να πούμε στους άλλους αυτό που είδαμε και ακούσαμε.

Ξεχνάμε ότι αν εμείς κρίνουμε τους άλλους θα μας κρίνει και εμάς ο Θεός. Ξεχνάμε ότι δεν έχουμε κανένα δικαίωμα να κρίνουμε τον πλησίον διότι αυτό δεν είναι δική μας υπόθεση αλλά του Θεού, ο οποίος είναι Υπέρτατος Κριτής, ο οποίος μόνος γνωρίζει την καρδιά του ανθρώπου και μπορεί να αποδώσει δικαία κρίση. Εμείς όμως κατακρίνουμε τον πλησίον και πολλές φορές με πολύ βαριά λόγια. Δεν σκεφτόμαστε ότι ο αδελφός μας μπορεί να μετανόησε ήδη και να του αφέθηκε η αμαρτία του, επειδή μετανόησε βαθιά.

«Ώστε μη προ καιρού τι κρίνετε, έως αν έλθη ο Κύριος, ος και φωτίσει τα κρυπτά του σκότους και φανερώσει τας βουλάς των καρδιών, και τότε ο έπαινος γενήσεται εκάστω από του Θεού» (Α’ Κορ. 4, 5). Εμείς, όμως, πάντοτε βιαζόμαστε να κρίνουμε τους άλλους και δεν περιμένουμε την κρίση του Χριστού. Είμαστε κριτές του πλησίον και όχι του εαυτού μας.

Ένας σοφός του Ισραήλ, ο υιός του Σειράχ είπε: «ακήκοας λόγον; συναποθανέτω σου θάρσει, ου μη σε ρήξει» (Σειρ. 19, 10). Πολύ σπουδαία είναι αυτά τα λόγια του. Εμείς ξεχνάμε ποτέ τα σφάλματα του αδελφού μας; Πεθαίνει μαζί μας ο κακός λόγος; Όχι, ποτέ. Εμείς τον διαδίδουμε και μ’ αυτόν τον τρόπο γινόμαστε σαν τις μύγες οι οποίες κυκλοφορούν παντού και παντού μεταδίδουν την μόλυνση. Πρέπει να είμαστε όχι σαν τις μύγες αλλά σαν τις μέλισσες οι οποίες πετάνε από το ένα λουλούδι στο άλλο μαζεύοντας το μέλι. Και εμείς πρέπει να μαζεύουμε το μέλι δίνοντας σημασία μόνο στο καλό που υπάρχει στον αδελφό μας.

Γι’ αυτούς που κακολογούν και κατακρίνουν τον αδελφό τους ο ψαλμωδός και προφήτης Δαβίδ είπε: «τάφος ανεωγμένος ο λάρυγξ αυτών» (Ψαλ. 5, 10). Ανοίξτε έναν τάφο και θα δείτε τι ακαθαρσίες υπάρχουν μέσα του και τι δυσοσμία. Η ίδια δυσοσμία, πνευματική δυσοσμία, βγαίνει από το στόμα μας όταν κατακρίνουμε τον πλησίον. Στον ίδιο ψαλμό που διαβάζεται στην πρώτη Ώρα ο προφήτης λέει: «απολείς πάντας τους λαλούντας το ψευδός» (Ψαλ. 5, 7). Εμείς όμως διώχνουμε αυτούς που κακολογούν μπροστά μας τον πλησίον; Όχι, δεν τους διώχνουμε αν και έπρεπε να το κάνουμε.

Αυτό που πρέπει εμείς να κάνουμε είναι να δαμάσουμε τη γλώσσα μας. Όλοι είμαστε ένοχοι ενώπιον του Θεού και όλοι έχουμε πολλές αμαρτίες. Τις δικές μας αμαρτίες πρέπει να προσέχουμε και όχι του πλησίον μας. Είπε ο ψαλμωδός: «ου δικαιωθήσεται ενώπιόν σου πας ζων» (Ψαλ. 142, 3). Κανείς δεν είναι δίκαιος ενώπιον του Θεού, όλοι είμαστε ένοχοι. Αυτοί που κατακρίνουν τους άλλους, πολλές φορές, γίνονται και συκοφάντες επειδή τους κατηγορούν για κάτι αβάσιμο.

Ο άγιος Ιωάννης ο Ελεήμονας, Πατριάρχης Αλεξανδρείας, για να διδάξει αυτούς, που τους άρεσε να κατακρίνουν τους άλλους, διηγήθηκε μια φορά την εξής ιστορία. Σε μία πολύ μεγάλη πόλη, στην Τύρο, ζούσε κάποτε ένας μοναχός, ζούσε εκεί και μία πόρνη ονόματι Πορφυρία. Μια μέρα όταν ο μοναχός αυτός περπατούσε στο δρόμο τον πλησίασε η Πορφυρία και του είπε: «πάτερ άγιε, σώσε με όπως και ο Χριστός έσωσε κάποτε μία πόρνη». Ο άγιος εκείνος μοναχός την πήρε από το χέρι και την πήγε έξω από την πόλη. Την οδήγησε σ’ ένα γυναικείο μοναστήρι για να καθαρθεί εκεί η ψυχή της με τα δάκρυα της μετανοίας. Στο δρόμο βρήκαν ένα μωρό που οι γονείς του το είχαν αφήσει και η Πορφυρία το πήρε για να το μεγαλώσει.

Όταν αυτό έγινε γνωστό μερικοί άνθρωποι που τους άρεσε πολύ να κατακρίνουν τον πλησίον τους άρχισαν να κακολογούν την Πορφυρία, λέγοντάς της: «Μπράβο, Πορφυρία, ωραίο παιδάκι κάνατε με τον μοναχό». Και τον μοναχό τον περιφρονούσαν και τον κακολογούσαν. Ο μοναχός όμως προσευχόταν αδιαλείπτως και για την Πορφυρία και για τον εαυτό του. Ήρθε η ώρα του να πάει σε άλλο κόσμο και όταν βρισκόταν στην επιθανάτια κλίνη παρακάλεσε να του φέρουν ένα θυμιατό με αναμμένα κάρβουνα. Πήρε τα κάρβουνα και τα έβαλε πάνω στο στήθος του. Η φωτιά δεν άγγιξε ούτε το σώμα του αλλά ούτε ακόμα και τα ρούχα. Τότε είπε ο μοναχός: «Να ξέρετε εσείς που κατακρίνατε την Πορφυρία και εμένα ότι είμαι αθώος. Η σαρκική αμαρτία δεν με έχει αγγίξει όπως δεν με άγγιξε τώρα η φωτιά αυτή».

Δεν αρκεί αυτό το παράδειγμα σ’ εκείνους που τους αρέσει να κατακρίνουν τους άλλους. Δε σταματάνε τις κακολογίες τους. Αλλοίμονό τους, όπως κρίνουν αυτοί τον πλησίον τους έτσι θα κριθούν από τον Θεό. Ο δικός μας μεγάλος άγιος, ο άγιος Δημήτριος, μητροπολίτης Ροστόβ, λέει το εξής, όταν αναφέρεται στην κατάκριση: «Μη κοιτάς τις αμαρτίες των άλλων αλλά πρόσεχε τη δική σου κακία. Διότι δεν θα δώσεις λόγο για τους άλλους αλλά μόνο για τον εαυτό σου. Δεν υπάρχει ανάγκη να προσέχεις τους άλλους, πως ζει ο καθένας και ποιές αμαρτίες κάνει. Εσύ πρόσεχε τον εαυτό σου, Ευαρεστείς τον Θεό; Μοιάζει η ζωή σου με την ζωή των αγίων; Ακολουθείς και εσύ την οδό που ακολούθησαν αυτοί στη ζωή τους; Είναι ευχάριστο μπροστά στον Θεό το έργο σου; Ο άνθρωπος που κατακρίνει τους άλλους μοιάζει με έναν πονηρό καθρέφτη, ο οποίος ενώ αντανακλά τους άλλους, τον εαυτό του δεν τον βλέπει. Μοιάζει επίσης και με ένα ακάθαρτο λουτρό το οποίο τους άλλους τους πλένει ενώ το ίδιο μένει άπλυτο.

Το ίδιο και αυτός που κρίνει τους άλλους. Βλέπει τι τρώει, τι πίνει και ποιές αμαρτίες κάνει ο καθένας, τον εαυτό του όμως δεν τον βλέπει. Στον πλησίον του βλέπει ακόμα και την παραμικρή αμαρτία. Η δική του όμως η αμαρτία, όσο μεγάλη και να είναι, γι’ αυτόν είναι σαν να μην υπάρχει. Θέλει να μην ξέρει κανείς την αμαρτία του και να μην λέει τίποτα γι’ αυτή. Ενώ ο ίδιος τους άλλους τους συκοφαντεί, τους κρίνει και τους κατακρίνει». Δεν είναι δική μας η εικόνα που δίνει ο άγιος Δημήτριος; Ασφαλώς για μας μιλάει εδώ ο άγιος και ιδιαίτερα γι’ αυτούς που η κατάκριση και η συκοφαντία έγινε πλέον η ζωή τους και που βρίσκονται πολύ μακριά απ’ αυτό που λέει ο Ιησούς. Είναι οι άνθρωποι που θέλουν να βγάλουν το σκουπιδάκι από το μάτι του αδελφού τους ενώ οι ίδιοι έχουν στο δικό τους το μάτι ολόκληρο δοκάρι. Να μην τους μοιάζουμε. Να προσέχουμε τον εαυτό μας και να ζητάμε τη βοήθεια του Θεού σ’ αυτό τον δύσκολο αγώνα κατά του πάθους της κατακρίσεως. Να μην κρίνουμε για να μην κριθούμε και εμείς από τον Έναν Μοναδικό και Αιώνιο Κριτή, τον Κύριο μας Ιησού Χριστό, του οποίου η τιμή και το κράτος μετά του Ανάρχου Αυτού Πατρός και του Παναγίου και Ζωοποιού Πνεύματος. Αμήν.

(Αγ. Λουκά, Αρχιεπ. Κριμαίας,
 «Λόγοι και ομιλίες», 
τ. Γ΄, εκδ. Ορθόδοξος Κυψέλη, 
σ. 140-145) Θησαυρός Γνώσεων και Ευσεβείας

Κύριε Ιησού Χριστέ, Υιέ του Θεού, ελέησόν με


Κάθε φορά που λέμε "Κύριε Ιησού Χριστέ...

...ΕΙΝΑΙ ΣΑ ΝΑ ΛΕΜΕ, ΜΝΗΣΘΗΤΙ, ΜΟΥ ΚΥΡΙΕ, ΕΝ ΤΗ ΒΑΣΙΛΕΙΑ ΣΟΥ



Ο γερό-Χαράλαμπος ό Κομποσχοινάς διηγήθηκε: «Ήταν μία γριούλα στην Μικρά Ασία με μία θαυματουργή εικόνα. Θεράπευε Τούρκους και Χριστιανούς. Στον πόλεμο του '22 αυτή πήρε την εικόνα- ενώ, λοιπόν, σκότωναν οι Τούρκοι, αυτήν δεν την έβλεπαν και ήρθε στην Αθήνα. Με το μύρο πού έβγαζε ή εικόνα θεράπευσε άρρωστο».
Διηγήθηκε άλλη φορά: «Κατά τον χειμώνα του 1943 στην Αθήνα, όπου διέμενα ως λαϊκός, υπήρχε μεγάλη στέρηση των αναγκαίων και σε συνδυασμό με τον βαρύ χειμώνα πολύς κόσμος πέθαινε. Εκείνη την εποχή συνήθιζα να επισκέπτομαι αυτήν την πολύ ευλαβή καλογριά, ή όποια είχε στο σπίτι της την παλιά εικόνα της Παναγίας από την Μικρά Ασία.

Ή εικόνα αυτή έφερε επάνω της πολλά παλαιά τάματα, μερικά εκ των όποιων ήσαν πολύτιμα. Καθώς λοιπόν στενοχωρούμεθα από την έλλειψη τροφών, μία ημέρα της λέω: «Βρε Μαρία, δεν πουλάς το μάλαμα από την εικόνα να αγοράσουμε τίποτα να φάμε;"» Αυτή απάντησε: «"Τό μάλαμα αυτό είναι της Παναγίας και δεν μπορώ να το πειράξω. "Αν ήθελε ή Παναγία να μας το δώσει θα μας το έδινε"». Μόλις όμως είπε αυτά τα λόγια ένα χρυσό βραχιόλι από τα τάματα της εικόνος σηκώθηκε μόνο του από την εικόνα και κόλλησε στο τζάμι της σαν να ήθελε να βγει έξω από το προσκυνητάρι. Αυτό το θεώρησε πώς ήταν σημάδι από την Παναγία. Πούλησε το βραχιόλι και αγοράσαμε τρόφιμα, με τα οποία βγάλαμε εκείνο τον δύσκολο χειμώνα».

Όταν έγινε μοναχός στο Καλύβι της Παναγίας Καζάνσκας στην Καψάλα αγωνιζόταν πολύ. Ήταν πανύψηλος και γεροδεμένος. Του είπε κάποιος Χανιώτης μοναχός ότι κάνει 3.000 μετάνοιες την ώρα και προσπάθησε να τον μιμηθεί και ό ίδιος αλλά έπαθε πτώση στομάχου. Έλεγε όταν γήρασε: «Έκανα αδιακρισία. Ό Θεός δεν τα θέλει αυτά».
Έλεγε: «Μεγάλο πράγμα είναι ή ευχή. Κάθε φορά που λέμε "Κύριε Ιησού Χριστέ..." είναι σαν να λέμε "μνήσθητί μου, Κύριε, εν τη βασιλεία σου"».

Έπλεκε όλη μέρα κομποσκοίνι λέγοντας την ευχή. Το καλοκαίρι έβγαινε και ξάπλωνε στην αυλή μέσα σε έναν λάκκο πού είχε σκάψει ό ίδιος για να τον ζεσταίνει ό ήλιος. Από κει του βγήκε και το παρατσούκλι «εν τω λάκκω». Παρά την ηλικία του, υπέργηρος ων, περιποιόταν τον κήπο με πολύ κόπο, καθώς μάλιστα είχε και μία κήλη μεγάλη σαν πορτοκάλι, πού τον ταλαιπωρούσε και πού την έδενε με ένα κομμάτι ράσο. Πέραν τούτου είχε καμπουριάσει από την πολύχρονη άσκηση, γι' αυτό και ή κάθε του κίνηση ήταν εξαιρετικά επίπονη. Του πρότειναν να τον πάνε στο Νοσοκομείο για να κάνη εγχείρηση, καθώς ή κατάσταση του ήταν πολύ επικίνδυνη, αλλά αρνήθηκε ευγενικά λέγοντας: «Δεν πειράζει, αυτός είναι ό κανόνας μου• αν θέλει ό Θεός, δεν παθαίνω τίποτα». Είχε 14 αρρώστιες, όπως έλεγε, και έμενε σ' ένα κελί ετοιμόρροπο πού έβαζε νερά όταν έβρεχε.

Κάποτε πήγε στον γερό-Χαράλαμπο ένας μοναχός νέος για να αγοράσει κομποσκοίνια. Εκείνη την εποχή αντιμετώπιζε ό νέος μοναχός έναν μεγάλο πειρασμό και ήταν πολύ στενοχωρημένος. Όταν έφτασε λοιπόν στον γερό-Χαράλαμπο και του ζήτησε κομποσκοίνια εκείνος, αντί να τον στείλει μέσα στο καλύβι να του φέρει τον τενεκέ πού τα αποθήκευε, όπως έκανε συνήθως, σηκώθηκε με πολύ κόπο από τον λάκκο του και πήγαν μαζί μέσα. Μόλις μπήκαν, του είπε: «Ξέρεις, πάτερ μου, όταν ήμουν νέο καλογέρι στο Έσφιγμένου, ό δαίμονας μου δημιούργησε τον έξης πειρασμό». "Άρχισε τότε να περιγραφή ακριβώς την κατάσταση πού αντιμετώπιζε ό νέος, λες και ήταν αυτός στην θέση του, καθώς και να του δίνη οδηγίες για την αντιμετώπιση της. Στο τέλος, αφού τον παρακίνησε με πολλούς λόγους στον πνευματικό αγώνα, του είπε σοβαρά: «Όλα αυτά σου τα είπα, για να μην απογοητεύεσαι και να αγωνίζεσαι».

Έλεγε: «Έρχονται πολλές φορές τα δαιμόνια εδώ πού κάθομαι και πλέκω κομποσκοίνι, να με πειράξουν. Τα σταυρώνω και φεύγουν. Αλλά δεν πάνε μακριά. Τα βλέπω πού κάθονται και περιμένουν πότε θα αμαρτήσω με τον λογισμό για να ξανάρθουν. Θέλει πολλή προσευχή, για να φύγουν μακριά τα δαιμόνια. Θέλει ταπείνωση. Αν ταπεινωθείς, γίνεσαι αμέσως σοφός».

«Να προσευχόμαστε για όλους, εκτός από τούς εχθρούς του Θεού, δηλαδή τούς αιρετικούς. Γι' αυτούς καλά είναι να λέμε: Αν θέλεις. Κύριε, φώτισε τους"».
«Σε όσους δεν πιστεύουν δεν λέω βαριά πνευματικά λόγια, για να μην κολαστούν πολύ. "Ό γνούς και μή ποιήσας δαρήσεται πολλά"».

«Μία φορά στο Βατοπέδι πήγα να βγω έξω, αλλά θα χτυπούσα, γιατί ήταν βράδυ και δεν έβλεπα. Όποτε ξαφνικά φάνηκε μπροστά μου ένας νέος πού άστραφτε. Το φώς του μ' έκανε να δώ ότι μπροστά μου ήταν κενό και θα έπεφτα. Αυτός ήταν ό άγιος Ευδόκιμος, όπως μου είπαν, μετά εξαφανίστηκε».

Ό γερό-Χαράλαμπος ζούσε απλά, ασκητικά με την ευχή και την ψαλμωδία στο στόμα. Ήταν ειρηνικός και έδινε πολύ καλές συμβουλές, πρακτικές και πνευματικές. Ενώ έκανε όλα τα ανωτέρω, δεν σταματούσαν τα χέρια του να πλέκουν κομποσκοίνι. Είχε μάθει να πλέκει και τη νύχτα χωρίς φώς.

Όταν έμενε στον Άγιο Χαράλαμπο στις Καρυές, πάνω από το κρεβάτι του έσταζαν νερά, όταν έβρεχε. Έβαλε τάβλες κάτω από το ταβάνι και πάνω από την θέση του κρεβατιού και ένα νάιλον έτσι τα νερά κυλούσαν δίπλα.
"Έλεγε: «Ό μοναχός πρέπει να αρκουδίζει, (δηλαδή να περπατά με τα τέσσερα), από τη νηστεία».

Κάποιος νέος πήγε να αγοράσει ένα κατοστάρι κομποσκοίνι από τον γερό-Χαράλαμπο. Τον ρώτησε: «Για την αδελφή σου το θέλεις;». Πράγματι το ήθελε για την αδελφή του. Πρόσθεσε: «Να βάλω στην φούντα κόκκινο νήμα, πού είναι το χρώμα της παρθενίας, γιατί θα γίνει καλογριά». Και όντως έγινε μοναχή μετά από λίγα χρόνια.
«Ό Θεός λέει, "θα εξολοθρεύσω πάντας τούς εργαζομένους την άνομίαν". Αλλά πέφτουν (γονατίζουν) οι Άγιοι και λένε "και
μείς αμαρτωλοί είμαστε, συγχώρεσε μας. Κύριε μας", και σταματάει την οργή Του ό Θεός».

«Άμα εξομολογηθείς τις αμαρτίες σου, τα χάνει ό δαίμονας τα αμαρτήματα και να θέλει δεν μπορεί να πει τίποτε. Διαλύονται οι αμαρτίες, δηλαδή τις συγχωρεί ό Θεός. Αλλά να εξομολογηθείς με αγνότητα, όχι να εξομολογηθείς και να μη βγαίνεις από το δικό σου. 

Αυτοί λέγονται "πονηρευόμενοι" και" οι πονηρευόμενοι εξολοθρευθήσονται", λέει. Με ειλικρίνεια να εξομολογήσθε. Σκέψου ότι τα λες στον Χριστό».

«Να λέμε την ευχή, αυτή διώχνει τον πειρασμό. Τότε αδυνατεί ό σατανάς. Ή ευχή τον τρώει σαν το ροκάνι, τον καταστρέφει. Μας πολεμά ό εχθρός, όταν το επιτρέπει ό Θεός. Και όσο ζούμε, μέχρι να βγει ή ψυχή μας, θα τον πολεμούμε και μείς. Τότε, όταν τον νικήσουμε και δεν κάνουμε το θέλημα του, θα μάς πάρει στα δεξιά του ό Θεός, στην βασιλεία Του».

«Μέγα πράγμα έχουμε το "Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησον με". Ή ευχή τα έχει όλα και σωτηρία ψυχής και υγεία σωματική και φώτιση και ευχαριστία. Να λέμε την ευχή».
«Ή προσευχή χωρίς μετεωρισμούς είναι των τελείων. Ό καλόγερος να κάνη 33 κομποσκοίνια (εκατοστάρια για την ακολουθία του) και να μην τον μέλλη. Ας τον πειράζει με λογισμούς ό διάβολος. Αυτός να συμμαζώνει το νου του. Κάποτε ό Μ. Βασίλειος έταξε μία σκούφια λίρες σε όποιον παπά θα κάνει μία Λειτουργία χωρίς λογισμούς. Πράγματι ένας παπάς κατάφερε μέχρι να τελείωση να κράτηση το νου του καθαρό από λογισμούς. Μετά, λίγο πριν τελείωση, τού ήρθε στο νου του ή σκούφια με τις λίρες και έτσι τις έχασε».

«Θέλει ταπείνωση ό Θεός. Όσες αρετές και αν κάνουμε και μάς ρωτήσουν, πώς πάει ή πνευματική ζωή, να λέμε ότι είμαστε αχρείοι δούλοι. Άμα πεις καλά είμαι στην πνευματική ζωή τάχασες όλα. Είναι υπερηφάνεια. Γι' αυτό λέει στις Ώρες "ου κατώκει εν μέσω της οικίας μου ποιών υπερηφανίαν", δεν κάθομαι λέει στων υπερήφανων τον οίκον».

«Για την σωτηρία της ψυχής μας πρέπει να κάνουμε το νόμο του Θεού, να πάμε στην Εκκλησία μας, να συγχωρούμε τον πλησίον σε ότι μας έφταιξε. Επομένως, το παν είναι τα καλά έργα και ή πίστη. Μην απελπιζόμαστε. Ή απελπισία είναι διάβολος».

«Εν τω ονόματι Ιησού φάλαγγες δαιμόνων συντρίβονται. Εν τω ονόματι Ιησού στην Δευτέρα Παρουσία παν γόνυ κάμψει. Και μερικοί πλανεμένοι λένε: "Τί θα προσκυνήσουμε το όνομα;". Ό Απόστολος Παύλος εννοεί Ότι θα προσκυνήσουμε τον Χριστό, όχι το όνομα. Δεν χωρίζεται ό Χριστός από το όνομα Του, ό ίδιος είναι. Με το όνομα Του οι Απόστολοι έκαναν θαύματα».

«Μία μέρα έκανα κάτι κουτσοδούλια εδώ πέρα, έπεσα και χτύπησα στο πόδι. Μέρα ήταν και μόλις σηκώθηκα βλέπω κάποιον να με χαμογελάη. "Τί θέλεις εδώ;" του λέω, και δεν μιλάει. "Ποιος είσαι;" τον ξαναρωτώ, και μόλις πήγα να σηκώσω το χέρι να τον σταυρώσω, έγινε άφαντος. "Κοπρόσκυλο", λέω στον διάβολο, "εσύ ήσουν που με έριξες κάτω;"».

«Τον είδα σαν θηρίο, σαν αράχνη, με τα μάτια μου, όχι όνειρα, και παρακάλεσα τον Θεό να με στερέωση στην πίστη».

«Αφήνουμε τα θεολογικά, εμείς λέμε τα πρακτικά. Είδα κάποτε σε αγρυπνία στο Κουτλουμουσι τον Άγιο της ημέρας ντυμένο με διακονικά άμφια τρεις φορές βγήκε από το ιερό και χάθηκε. Αφού κοινώνησα, περίμενα να δώ τον διάκο να κάνη κατάλυση, δεν είδα. Ρώτησα και μου είπαν ότι δεν υπάρχει διάκος».
«Ό Θεός χαίρεται, όταν λέμε λόγια ψυχικής ωφελείας». 


ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ: ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΣΚΗΤΙΚΗ ΚΑΙ ΗΣΥΧΑΣΤΙΚΗ ΑΓΙΟΡΕΙΤΙΚΗ ΠΑΡΑΔΟΣΗ 2011 


http://apantaortodoxias.blogspot.gr

Όταν καλλιεργήσετε την ευχή, δέν σας πειράζουν οι άνεμοι του πειρασμού.



Όταν καλλιεργήσετε την ευχή, δέν σας πειράζουν οι άνεμοι του πειρασμού. 
Εξασθενεί η δύναμή του, δε μπορεί να σας κάνει τίποτε.
Η προσευχή ας σου είναι τείχος,ασπίδα και θώρακας.
Εμείς πρέπει να έχουμε υπομονή και προσευχή
Το τέλος της ζωής μου εγγίζει. Σας παρακαλώ όλοι να ζήσετε βίον άγιον, να βαδίσετε σε γραμμές άγιες για να βοηθήσετε την Εκκλησία και την Ελλάδα μας. Οι καρδιές σας να γίνουν θυμιατήρια, που θα ανεβαίνει η προσευχή σας στο θρόνο του Θεού.

Ερώτησις: Όταν, Γέροντα σας πλησιάση πρόσωπο ταραγμένο και σας εκτοξεύσει υβριστικούς λόγους τί κάνετε εκείνη τη στιγμή;

Απάντησις: Όταν κάθομαι σε υψηλό βράχο προσευχής, όσα κύματα και να έλθουν δε μου προξενούν τίποτε. Όταν όμως με βρούν χαμηλά με περιλούουν. Η Νοερά προσευχή αφομοιώνει, συνδέει, αγιάζει.Όταν στη ψυχή ανάψη η πυρκαϊά της ευχής όλα τα ξηρά καίγονται και εξαφανίζονται.
Η νοερά προσευχή είναι η βάση της τελειότητος.
Η πρώτη βαθμίδα της πνευματικής ανυψώσεως είναι η νοερά προσευχή.
Στην αρχή της ευχής αισθάνεσαι χαρά, έπειτα γλυκύτητα και στο τέλος σαν καρπός έρχονται τα δάκρυα. Διότι αισθάνεσαι πλέον την παρουσία του Ιησού.
Όταν θα καλλιεργήσετε την ευχή δε θα κουράζεστε, δε θα ταράζεστε, δε θα νυστάζετε στις ακολουθίες, διότι το σώμα σας θα είναι πλέον ένδυμα. Το φόρεμα ούτε λυπάται, ούτε κρυώνει, ούτε κουράζεται... Όσες ώρες και να στέκομαι δε κουράζομαι
Βρισκόμαστε σ’αυτή τη κατάσταση, διότι ο Μοναχισμός έχασε το χρωματισμό του, τη νοερά Προσευχή.
Εμπρός παιδιά, να καλλιεργήσετε την ευχή. Αυτή γέμισε τον Παράδεισο απο τόσους αγίους ανθρώπους.
Δεν υπάρχει άλλος τρόπος καθαρισμού και αγιασμού απο τη νοερά προσευχή. Καλοί είναι και οι ψαλμοί (οι εκκλησιαστικοί ύμνοι), αλλ’αυτούς τους λέμε για να ελκύουμε και να συγκινούμε τον κόσμο. Εμείς πρέπει να μιλάμε στον Βασιλέα μυστικά στο αυτί του. Αυτοί που ψάλλουν μοιάζουν με ανθρώπους, που βρίσκονται έξω απο το παλάτι του Βασιλέως και φωνάζουν διάφορα άσματα για να δείξουν τον ενθουσιασμό τους. Ευχαριστείται βέβαια ο Βασιλιάς και απο αυτά, αφού γίνονται για το πρόσωπό του, αλλά ευφραίνεται και προσέχει περισσότερο τους μυστικούς της αυλής του, αυτούς που του μιλούν στο αυτί Του.
Η υπακοή όταν της αφαιρέσει την κρυφή εργασία, την ευχή, δεν έχει αξία. Και ο κομμουνισμός υπακούει στην ιδεολογία του, αλλά τί είναι;
Η ευχή είναι το σωσίβιο της ψυχής και του σώματός μας. Και στον ωκεανό ακόμα να βρεθείς με βάρκα να ταξιδεύεις άφοβα.
Δια της ευχής γίνεται ο άνθρωπος σαν παιδί. Τον επαναφέρει στην απλότητα και την αθωότητα που είχε ο Αδάμ στον Παράδεισο πρίν την πτώση. Παύει τη διαφορά του άλλου φύλου. Αποκτά ακατανόητη για τους κοσμικούς την ευλογημένη αγία απάθεια.
Με την ευχή αγιάζεις τον τόπο που κάθεσαι και το έργο που κάνεις.
Πρόσεξε τώρα ο διάβολος στενοχωριέται που τον πολεμάς με την ευχή. Θα προσπαθεί να σου αποσπά το νού σου με διάφορες σκέψεις.
Όλοι οι πειρασμοί σου πρέπει να ξέρεις, είναι για να σε εμποδίσουν από την προσευχή του Ιησού
Μεταλαμβάνετε συχνά, προσεύχεστε θερμά με την καρδιά σας, υπομένετε και θα δείτε χέρι δυνατό να σας κρατάει.
Όταν θα καλλιεργήσετε τη νοερά προσευχή θα γίνετε πλέον παιδιά του παλατιού. Θα ξέρετε τη γλώσσα του Βασιλιά και τους βασιλικούς τρόπους. Τότε μόνο με ένα νεύμα θα έχει άγια σκιρτήματα η καρδιά σας.
Καλλιεργήστε την ευχή. Αυτή θα σας οδηγήσει στον Παράδεισο. Θα βλέπετε τη χάρη του Θεού οφθαλμοφανώς, θα αποκτήσετε τη χαρά του Ουρανού.
Παρεκάλεσα τον Κύριο να σας δώσει το χάρισμα της ευχής. Δεν έχω άλλο δώρο να σας δώσω. Θέλω αυτό που θεωρώ το πιο πολύτιμο να σας το παραδώσω.
Η χάρις του Παναγίου Πνεύματος κάνει τον άνθρωπο να εκπέμπει ακτίνες... θα πρέπει όμως ο άλλος να έχει καλό δέκτη για να το καταλάβει, για να πάρει είδηση τη θερμότητα των ακτίνων.
Ο άνθρωπος δια της προσευχής του Ιησού είναι πάντα χαρούμενος, γεμάτος και φωτισμένος.
Δια της ευχής θα κερδίσεις το πάν. Καθαρίζεται ο άνθρωπος, λαμπρύνεται, αγιάζεται. Προσπάθησε κάθε στιγμή να αναπνέεις τον καθαρό αυτόν αέρα της προσευχής του Ιησού.
Τότε ο Μοναχός έχει την πραγματική χαρά, όταν έχη δια της ευχής τον Χριστό στην καρδιά του.
Να προσεύχεστε να μου δίνει ο Θεός υπομονή, θερμή προσευχή και αναβάσεις προς τον Χριστό μας.
Θα λεπτύνετε και θα πετάτε με την ευχή. Θα αισθάνεστε ζωντανή την παρουσία του Χριστού μας μέσα και γύρω σας.
Είναι βασιλικός ο άνθρωπος που ενώνεται με το Θεό. Είναι τότε πολύ προσεκτικός στους λόγους του. Επιθυμεί να μη διακόπτει τη μυστική συνομιλία του Βασιλιά και όσες φορές οι άλλοι, που τον πλησιάζουν δε τον καταλαβαίνουν τον κουράζει πολύ.
Επιθυμώ να ιδρύσετε σταθμούς προσευχής στα νησιά μας.
Θέλω ν’ακούσω μέσα σας τη φωνή του Κυρίου. Απο την καρδιά σας να μιλάει ο Κύριος. Να είστε θρόνοι Κυρίου, δια της ευχής.
Η πνευματική ζωή έχει χαρές μεγάλες. Πετάς, φεύγεις απ΄τον κόσμο, δε λογαριάζεις τίποτε... Γίνεστε παιδιά που κατοικεί ο Θεός στην καρδιά σας.
Η προσευχή όλα τα τακτοποιεί. Τη θάλασσα μπορεί να την περπατάς. Εκμηδενίζει τις αποστάσεις. Τις βουλήσεις των ανθρώπων μεταβάλλει. Δίνει θάρρος, πίστη και υπομονή στη ζωή μας πάντοτε.
Την ένωση της ψυχής σας μετά του Θεού να φροντίσετε.
Όταν θα βαδίσετε στις γραμμές της προσευχής, της σιωπής και της μελέτης, θα δείτε να κατοικεί ο Χριστός στην καρδιά σας
Η Παναγία να σε διαφυλάγει, ο Χριστός να κατοικήσει στην καρδιά σου. Αυτό είναι παιδί μου η τελειότητα.
Θέλω όταν σε πλησιάζω να μου μιλάει ο Χριστός απο την καρδιά σου και εσύ πάλι να ακούς τον Νυμφίο σου να μιλάει μέσα απο τη δική μου ψυχή και τότε είναι το πραγματικό μυστικό πανηγύρι
Η χάρη του Θεού, η πνευματική ένωση τον μεταμορφώνει, γίνεται άλλος άνθρωπος, φεύγει ο φόβος. Με την απεριόριστη χάρη δε φοβάται τον θάνατο. Θεωρεί τη ζωή αυτή, όσο καλή και άν φαίνεται σκλαβιά.
Υπομονή χρειάζεται και προσευχή, για να μη πέφτουμε σε λάθη.
Για να απολαύσεις τις χαρές του Μοναχισμού, της πνευματικής ζωής, πρέπει να καλλιεργήσεις με όλη τη δύναμη της ψυχής σου την προσευχή, την υπομονή και την σιωπή. Χωρίς την προσευχή δεν είναι εύκολο να υπομένεις, ούτε να σιωπάς. Με τη χάρη του Θεού, αυτά εφάρμοσα στη ζωή μου. Μας βοηθούν να έχουμε τον Χριστό κάτοικο στην καρδιά μας.

Ευχή είς τήν Κυρίαν Θεοτόκον ίκετήριος έν ω καιρώ μάλιστα τις βούλεται μεταλαβείν


Ω πανάμωμε Θεού Μήτερ υπέρ πάντα νουν και λόγον ώ υπεραγία Παρθένε, πάσης παρθενίας υπερκείμενη, ώς και πρό του θείου τόκου Παρθένος, υπέρ πάσας ούσα τάς παρθένους, και έν αυτώ τω τόκω, και μετά τό τεκείν ή αυτή μείνασα, δι' ής ή των ανθρώπων φύσις, ή πάλαι έκπτωτος και μακράν άπωκισμένη Θεού, λόγοις αφάτου φιλανθρωπίας και ανεικάστου συγκαταβάσεως, ήνωται τη θεία και μακαρία φύσει, μηδαμώς υποστάσα τροπήν ή σύγχυσιν ή αλλοίωσιν, δι' ής και μετά τήν φρικωδεστάτην ταύτην ένωσιν και καταλλαγήν, φθονώ του πονηρού και τη του νοός ημών ματαιότητι, του καθήκοντος αποπίπτοντες αύθις ανακαλούμεθα, και τον σόν Υιόν και Θεόν ημών περί ημάς ευρίσκομεν ίλεων, ταίς πρός αυτόν ακαμάτοις σου μεσιτείαις και ανυσιμωτάταις δεήσεσι. 
Σου, Δέσποινα, δέομαι και σέ παρακαλώ τήν ελεήμονα και φιλάνθρωπον, του ελεήμονος και φιλάνθρωπου Θεου Μητέρα, πρόστηθί μου και έν τη ώρα ταύτη, πλείστης υπέρ ποτέ και τά νύν δεομένου της παρά σου σκέπης και αντιλήψεως. Επειδή γάρ όλος ών ακαθαρσία και τών αμαρτιών βόρβορος και συνόλως ειπείν τών ψυχολέθρων πάντων παθών οικητήριον, τοις υπεραχράντοις και φρικτοίς μυστηρίοις, του σου Υιού και θεού ημών προσελθείν βούλομαι, αγωνιώ και τρόμω συνέχομαι πράς τό τών εμών ανομιών άφορων πλήθος. 

Τίνα γάρ των εμών αισθήσεων ό ταλαίπωρος ού κατέχρανα; 
Ποίον σατανικόν επιτήδευμα και ενθύμημα ού μεθ' υποκρίσεως και μετά διαθέσεως και μετ' υπερβολής ειργασάμην; 
Ποίοις ού διεφθάρην ατοπωτάτοις λογισμοίς και αναπλάσμασι ματαιότητος; 
Ποίος αιχμαλωσίας τρόπος ού κατεκράτησέ μου τελείως του νου; 
Ού μόνον γάρ έν οίς άθλίως περιπέπτωκα πάθεσιν, έν τούτοις κατά πρόληψιν ως αιχμάλωτος περιάγομαι, ούδ' άπερ διά της των αισθήσεων ακρασίας, έξ αλλοτρίων πράξεων ή ομιλιών ή έκ του παρήκοντος εις ακοήν ελθόντα, ή οραθέντα εμαυτώ επεσώρευσα πονηρά είδωλα, ταύτα σκεδάννυσι την διάνοιαν, άλλα και τά μήπω γεγονότα, μήτε μην γενησόμενα, μητ' άκουσθέντα, μηθ' οραθέντα συνεχόμενος ό εμπαθής και σαθρός και νηπιόφρων και άκαρπος μου νους τω δημιουργώ της κακίας, καί ώς όντα ειδοποιών έν τούτοις τόν τής ελεεινής μου ζωής κατηνάλωσα χρόνον. 

Τοσούτοις και τηλικούτοις ό δυστυχής ενεσχημένος κακοίς, προς τοιαύτα υπερφυή καί θειότατα, και ά δή καί Άγγελοι παρακύψαι επιθυμούσι, προσελθείν προεθέμην, ω Δέσποινα• καί δέδοικα μήπως ώς ανάξιος κατ' εκείνον τόν μή ενδεδυμένον ένδυμα γάμου, χείρας καί πόδας δεθείς, εις τό σκότος ριφώ, αντί φωτισμού καί θείας χάριτος κοινωνίας, την εμοί κατάλληλον του σκότους καταδικασθείς κατοίκησιν αλλά τί πάθω; αναξίως μέν τών τοιούτων φρικωδέστατων μυστηρίων μετέχων, τοιαύτας, καί τούτων χείρονας προσδοκώ τάς ευθύνας υφέξειν, αμέτοχος δέ πάλιν τούτων έσθ' δτε διαμένων επιπολύ, προβαλλόμενος τό άνάξιον, εις βάθος, ώς ειπείν, τών κακών εμπίπτων, καταφρονώ, καί ταις αυταίς κολάσεσιν, ή καί μείζοσι, καί ούτως υπόδικος γίνομαι. 

Στενά μοι τοίνυν τά του πράγματος εκατέρωθεν δι' ο καί προς σέ καταφεύγω τήν κραταιοτάτην όντως καί απροσμάχητον βοηθόν. Σπλαγχνίσθητι ούν, Υπέραγνέ Θεομήτορ, έπ' έμοί, και χρησαμένη τη πρός τον σον Υιόν μητρική παρρησία σου, άφεσιν μέν μοι των προγεγονότων σφαλμάτων εξαίτησαι, άφλεκτον δέ με τω καυστικώ πυρί των αυτού ζωοποιών μυστηρίων ανάδειξον, μάλλον μέν ούν ώς το βούλεσθαι, το δύνασθαι συντρέχον υπερφυώς κεκτημένη, και καθαρθήναι, και φωτισθήναι τή κοινωνία τούτων αξίωσον, και τό υπόλοιπον της ζωής μου έν μετάνοια και αγνεία και ταπεινώσει διελθείν ευόδωσον, έν έργοις, έν λόγοις, έν λογισμοίς, και έν πάσι ψυχής και σώματος τοις κινήμασιν αεί συμπαρούσα, διευθετούσα, προϊσταμένη, χειραγωγούσα, τάς εναντίας αποτρεπομένη δυνάμεις, και ώς δούλον, ει και αχρείον, τής σής χρηστότητος, παντοίως περιποιουμένη τε και φυλάττουσα. 
Ναί, Δέσποινα παντευλόγητε, μη αποστρέψης κενός τάς αναξίους μου και οικτροτάτας δεήσεις, αλλά και τω τήδε βίω και έν τή εξόδω τής ταλαίπωρου μου ψυχής, και έν τή μελλούση φοβερή καί αδεκάστω κρίσει, πάρεσό μοι συμμαχούσα, και των απευκτών ρυομένη πάντων, ίνα χάριτι σεσωσμένος, ευλογώ καί δοξάζω σε, και ταίς σαίς αυγαίς φωτιζόμενος, προς ύμνον, πρός δόξαν καί προσκύνησιν ανατείνωμαι τής πανάγαθου, παντουργού τε καί μακάριας Τριάδος, εις τους σύμπαντος αιώνας τών αιώνων. Αμήν.

Ιωάννης

Ὅλες τίς ἐντολές τοῦ Θεοῦ πρέπει νά τίς τηρήσουμε.

ΚΑΛΟ ΚΟΥΡΔΙΣΜΑ


Δέν εἶναι σπάνιο τό φαινόμενο νά ... κόβουμε καί νά ράβουμε τό θέλημα τοῦ Θεοῦ στά μέτρα μας! Προσπαθοῦμε νά τηροῦμε τίς ἐντολές Του ... ἐπιλεκτικά! Διαλέγουμε αὐτές πού μᾶς φαίνονται πιό εὔκολες καί βολικές γιά τόν χαρακτῆρα καί τήν ἰδιοσυγκρασία μας!
Ἔτσι συχνά ἀκοῦμε πολλούς νά λένε:

Κάνω ὅσες νηστεῖες θέλεις, ἀλλά μή μοῦ εἰπεῖς νά συγχωρήσω τόν ἐχθρό μου! 

Ἀπό τήν ἄλλη μεριά, πολλοί ἀπορρίπτουν ἤ ἔστω ὑποτιμοῦν τήν νηστεία. Καί ὑπερτονίζουν τήν ἀρετή τῆς φιλανθρωπίας καί τῆς ἐλεημοσύνης. Λένε:
Κάνω ὅσες ἐλεημοσύνες θέλεις, ἀλλά μή μοῦ εἰπεῖς νά νηστέψω. Αὐτά εἶ¬ναι τύποι καί ὑποκρισίες.

Μερικοί μάλιστα τολμοῦν νά χρησιμοποιοῦν τήν ἐλεημοσύνη καί σάν ‘προπέτασμα’ γιά νά καλύψουν πάθη τους. Γιά παράδειγμα, λένε:
Κάνω ὅσες ἐλεημοσύνες θέλεις, ἀλλά μή μοῦ εἰπεῖς νά ἀφήσω ... τήν ἐξωσυζυγική μου σχέση!

Ἕνα τόσο ἀκραῖο σύμπτωμα διαστροφῆς τῆς ‘ἐλεημοσύνης’ δέν ξέφυγε καί ἀπό τόν κορυφαῖο ‘παθολόγο’ τῆς Ἐκκλησίας μας, τόν ἅγιο Ἰωάννη τῆς Κλίμακος, ὁ ὁποῖος παρατηρεῖ: «Πολλές φορές οἱ φιλήδονοι ‘τό παίζουν’ συμπαθεῖς καί ἐλεήμονες...»! 

* * *

Ἕνα τροπάριο τῆς Δευτέρας τῆς Τυρινῆς βάζει τά πράγματα στήν θέση τους, λέγοντας:

«Διά νηστείας καθαρθῆναι σπεύσωμεν τοῦ ρύπου τῶν πταισμάτων ἡμῶν· ΚΑΙ δι’ ἐλέους καί φιλανθρωπίας τῆς πρός τούς πένητας, εἰσελθεῖν εἰς τόν νυμφῶνα τοῦ νυμφίου Χριστοῦ...».

Μέ ἄλλα λόγια: Ὅσο ἀπαραίτητη προπόνηση εἶναι ἡ νηστεία, ἄλλο τόσο ἀπαραίτητη ἄσκηση εἶναι καί ἡ ἐλεημοσύνη. Ἡ μιά, γιά νά μᾶς καθαρίσει ἀπό τήν βρωμιά τῆς ἁμαρτίας. Καί ἡ ἄλλη, γιά νά μᾶς ‘φορέσει’ τό ‘ἔνδυμα γάμου’, ὥστε νά μπορέσουμε νά καθήσουμε στό γαμήλιο τραπέζι τῆς Βασιλείας τοῦ Χριστοῦ. 

Καί γιά τά δυό χρειάζεται νά δουλέψουμε. Καί γιά καθαρό σῶμα. Καί γιά σπλαχνική καρδιά. Ὅλες τίς ἀρετές πρέπει νά τίς καλλιεργήσουμε. Ὅλες τίς ἐντολές τοῦ Θεοῦ πρέπει νά τίς τηρήσουμε. Πολλά τροπάρια τῆς Ἐκκλησίας μᾶς συμβουλεύουν νά ἀσκοῦμε τίς ἅγιες ἀρετές ΣΥΝΤΟΝΩΣ. Δηλαδή, ‘συντονισμένα’! Ὅπως ἀκριβῶς κουρδίζουμε ἕνα ἔγχορδο ὄργανο. Ἄν ἀφήσουμε ἔστω καί μιά χορδή ξεκούρδιστη, τότε τό ὄργανο ἀκούγεται ‘φάλτσο’. Καί δέν ὑπάρχει πιό ἀνυπόφορη ‘ἠχορύπανση’ ἀπό ἐκείνη πού βγάζει ἕνα ξεκούρδιστο μουσικό ὄργανο!

* * *

Καί κάτι ἀκόμη:

Κουρδίζοντας τήν ‘κιθάρα’ τῶν ἀρετῶν ΣΥΝΤΟΝΩΣ, δέν πᾶμε νά φτιάξουμε δικό μας ... ἀνθρωπισμό. Κάθε τι δικό μας θά εἶναι πάντοτε ‘φάλτσο’!

Τόν σωστό ‘τόνο’ γιά τό κούρδισμα τόν δίνει μόνο ὁ Χριστός. Ἡ ἄσκηση τῶν ἀρετῶν εἶναι ὑπακοή στόν Χριστό. Τίς ἀρετές τοῦ Χριστοῦ πᾶμε νά μιμηθοῦμε. Στόν Χριστό πᾶμε νά μοιάσουμε.

Ὁ στόχος δέν εἶναι ἡ ‘πρωτιά’ σέ κάποιο ἐπίγειο ...πρωτάθλημα ἀρετῶν! Ὁ στόχος εἶναι νά μποροῦμε νά συμμετέχουμε ΑΠΟ ΤΩΡΑ στό ‘γαμήλιο Τραπέζι’ τοῦ Χριστοῦ! Στό Δεῖπνο τῆς Βασιλείας Του! Στήν Θεία Εὐχαριστία! Ὁ Χριστός εἶναι ὁ στόχος μας! Καί ἡ ἕνωση μέ Αὐτόν, πού εἶναι ἡ ὄντως ΖΩΗ!

‘Ἀρετές’ χωρίς τόν Χριστό – δηλαδή χωρίς τήν ἀληθινή ΖΩΗ, πού νικάει καί ξεπερνάει τόν θάνατο - στήν καλύτερη περίπτωση θά καταντήσουν ... ἁπλῶς ὡραῖα λουλούδια σέ κάποιον τάφο... 


Βαρνάβας Λαμπρόπουλος (Ἀρχιμανδρίτης)
http://exomologistetokirio.blogspot.gr

Το πλήθος της αγάπης και της πραότητάς Του δεν θα θυμηθεί τις αμαρτίες μας.



Οι σκέψεις μας είναι καταστάλαγμα από βιώματα πολλών ετών. Τα ελέη του Θεού εκχύθηκαν επάνω μου χωρίς μέτρο. Και αν δεν με χειραγωγούσε ο Κύριος, ως Καλός Ποιμένας, με τη χάρη Του, οι εχθροί μου θα με κατάπιναν.
Γράφω για το έλεος του Κυρίου· και είναι φυσικό για μένα να γράφω, γιατί η ψυχή μου γνωρίζει τον Κύριο με το Άγιο Πνεύμα και γνωρίζει πόσο πολύ αγαπά Αυτός τον άνθρωπο. Το πλήθος της αγάπης και της πραότητάς Του δεν θα θυμηθεί τις αμαρτίες μας.
Το πνεύμα μου επιθυμεί ακόρεστα ή να προσεύχεται ή να γράφει ή να μιλά για τον Θεό, ενώ για τα κοσμικά πράγματα η ψυχή μου δεν θέλει ούτε να ακούει.
Άγιος Σιλουανός ο Αθωνίτης

Κάποτε ζήτησε με δάκρυα από τον Θεό να της δείξη πως πρέπει να προσεύχεται...

Αρετές και πνευματικές εμπειρίες στην Μοναχική παλαίστρα.

(απόσπασμα),
Η Γερόντισσα Μακρίνα είχε, επίσης, το χάρισμα της προσευχής, την οποία ήδη από μικρό παιδί είχε «εγκολπωθή». Στην προσευχή η ψυχή της εύρισκε την ανάπαυσι και σε αυτήν εμπιστευόταν όλα τα αιτήματά της. Κάποτε ζήτησε με δάκρυα από τον Θεό να της δείξη πως πρέπει να προσεύχεται, ούτως ώστε η προσευχή ενώπιον Του να είναι καθαρή και απηλλαγμένη από την οίησι, για να μπορή ανεμπόδιστα ο προσευχόμενος να ενώνεται με τον Θεό. Εκείνο το βράδυ της παρουσιάσθηκε Άγγελος Κυρίου με ολόλευκη στολή, ο οποίος την δίδαξε πως πρέπει να προσεύχεται ο άνθρωπος αναλόγως προς τις πνευματικές καταστάσεις του. Συμφώνως με τις υποδείξεις του Αγγέλου, όταν η ψυχή αισθάνεται την τελεία αγάπη προς τον Θεό, ο άνθρωπος υψώνει τα χέρια του ψηλά. Όταν κυριαρχούν εντός του η ταπείνωσι και η μνήμη των Παθών του Κυρίου, ο άνθρωπος σταυρώνει τα χέρια και σκύβει το κεφάλι. Όταν η ψυχή από τον πόλεμο των παθών νοιώθη την άκρα ταπείνωσι, τότε ο άνθρωπος προσεύχεται με τα χέρια πίσω, σαν κατάδικος. Κατόπιν ο Άγγελος άρχισε να προσεύχεται γονατισμένος και να κλαίη σαν να αγκάλιαζε τα πόδια του Χριστού, δεικνύων πως, όταν ο άνθρωπος συναισθάνεται την μηδαμινότητά του, προσεύχεται έτσι και βιώνει ανεκλάλητη χαρά και παράκλησι από τον Θεό.

« συνταγή » Σωτηρίας!





Η « συνταγή » σωτηρίας του Γέροντα προς όλους τους κοπιώντας και πεφορτισμένους, ήταν απλή και σαφής:

« -Αναζητήστε σανίδα σωτηρίας κοντά στο Θεό.

-Περιορίστε τις υλικές ανάγκες σας, γιατί δημιουργούν τεράστια βάρη και άγχη.

-Μη ζηλεύετε ανθρώπους που έχουν χρήματα, ανέσεις, δόξα και ισχύ, αλλά εκείνους που ζουν με αρετή, λογική και ευσέβεια.

-Μη ζητάτε από τον Θεό πράγματα που στηρίζουν μόνο το σώμα σας, αλλά, κυρίως, ό,τι είναι καλό και ωφέλιμο για τη ψυχή σας.

-Αλλάξτε ζωή, ανακαλύψτε το νόημα της ζωής, κερδίστε τον χρόνο που χάσατε στη μέχρι τώρα πορεία σας στη γη.

-Μη εμπιστεύεστε το φρόνημα κοσμικών ανθρώπων.

-Θεραπευτείτε από αρρώστιες που κυριαρχούν στη ζωή ανθρώπων που δεν έμαθαν να νηστεύουν, να εγκρατεύονται, να προσεύχονται, να ελπίζουν.

-Μην απελπίζεστε. Ο Θεός είναι πανταχού παρών και αγαπάει τον άνθρωπο.

-Κόψτε κάθε σχέση με το κακό, ζήστε ελεύθερα, σύμφωνα με το θέλημα του Κυρίου.

-Αποδείξτε την πίστη σας και με έργα αγάπης προς τον πλησίον.

-Αποφασίστε, τί θέλετε πιό πολύ: τη συμπάθεια του κόσμου ή την επιστροφή κοντά στο Θεό;

-Σχεδόν όλα τα προβλήματα ξεκινούν από το στόμα (από το πώς μιλάς) και, επίσης, από το πόσο εξαρτάσαι από τα πάθη σου.

-Να αγαπάς τη γυναίκα σου πιό πολύ απ’ τον εαυτό σου. Με έργα, όχι με λόγια. Και να μη της μιλάς ποτέ άσχημα, γιατί καμιά φορά η γλώσσα σκοτώνει και καταστρέφει την αγάπη. Επίσης, να προσέχετε, γιατί μερικοί γονείς χαϊδεύουν πολύ τα παιδιά τους και τους κάνουν όλα τα χατίρια. Και όταν χαϊδεύεις πολύ το παιδί, θα γίνει εγωιστής και θα πάρει στραβό δρόμο. Πολλοί γονείς φροντίζουν περισσότερο να δώσουν υλικά πράγματα στα παιδιά τους. Αυτό είναι λάθος. Το σώμα έχει πολλές υλικές επιθυμίες, αλλά σύντομη ζωή. Η ψυχή έχει συνέχεια, άλλη πορεία. Η ψυχή δεν καταλήγει στο χώμα, άλλα στο Θεό. Όλοι σήμερα ασχολούνται με το σώμα τους, όχι με τις ανάγκες της ψυχής τους.

-Ποιες είναι οι ανάγκες της ψυχής;

-Να, πώς να στο πω; Οι ανάγκες της ψυχής είναι διαφορετικές. Και οι χαρές της ψυχής είναι αλλιώτικες από τις χαρές του σώματος. Το σώμα εύκολα το βολεύεις, τη ψυχή όχι. Αν έχεις λεφτά και μπεις σε ένα μεγάλο μαγαζί, το σώμα βολεύτηκε. Αλλά τί μπορείς να βρεις σε ένα, πώς τα λένε αυτά τα μεγάλα μαγαζιά, ναι, σουπερ μάρκετ, για τη ψυχή σου; Η ψυχή χρειάζεται άλλα πράγματα. Η ψυχή έχει ανάγκη από ειρήνη, ησυχία, επικοινωνία με το Θεό. Για να συντηρηθεί το σώμα, χρειάζονται αργύρια και επιούσιος άρτος. Η ψυχή για να συντηρηθεί χρειάζεται θεία τάλαντα, τον επουράνιο Άρτο».

( από το βιβλίο «Τέσσερις ώρες μα τον π. Παΐσιο» )
http://odevontas.blogspot.gr


Προσευχή εξομολογητική.


Δέσποτα παντοκράτορ, αόρατε και ακατάληπτε, Θεέ του παντός• ο μόνος αγαθός και φιλάνθρωπος• ο έν ελέει πλούσιος και έν οικτιρμοίς ακατάληπτος• εισάκουσόν μου του αμαρτωλού τη ώρα ταύτη, μνημονεύοντας μου τών εσαεί γενομένων μοι ανομιών και βέβηλων πράξεων. Και δώρησαί μοι καρδίαν επίπονον, ό μόνος εύσπλαγχνος και πανάγαθος. Λύσον, Κύριε, τήν πώρωσιν της καρδίας μου, και δώρησαί μοι δάκρυα κατανύξεως όπως έν αυτοίς ικετεύσω σε. Εισάκουσόν, Κύριε, ιλάσθητι, εύσπλαγχνε, και ώς έξ ασελγούς και βδελυρός καρδίας και ακαθάρτου γλώσσης και ρυπαρών χειλέων, μή κλείσης τά ώτα της ευσπλαγχνίας σου έν τή ελεεινή μου και κατωδύνω δεήσει ταύτη. Ημάρτηκα, Κύριε, ημάρτηκα, και τάς ανομίας μου γινώσκω' ουκ είμι άξιος ατενίσαι εις τό ύψος του ουρανού, κατακαμπτόμενος υπό του πλήθους τών ανομιών μου. Σύ γάρ γινώσκεις, ύψιστε Βασιλεύ, ότι άμετρος ό τών αθέσμων μου πράξεων αριθμός• κτηνωδώς γαρ και ού κατά άνθρωπον επολιτευσάμην, και πέρα συγγνώμης εισί τά εμά πλημμελήματα. Ουδέ γάρ τό φώς του ηλίου τούτου θεωρείν είμι άξιος ό πανάθλιος, ουδέ τών σεπτών και θείων σου μυστηρίων μετασχείν ό ανάξιος. Ότι πάσαν αμαρτίαν διεπραξάμην, μαλακίαν, ασέλγειαν, αδικίαν, πλεονεξίαν, φθόνον, μέθην, γαστριμαργίαν, αδηφαγίαν, καταλαλιάν, ψεύδος, κατάκρισιν, υψηλοφροσύνην, υπερηφάνειαν, θυμόν, πολυκτημοσύνην, πάσάν τε άλλην κακίαν σατανικήν, υπέρ πάντα άνθρωπον ασύγκριτα και ασυγχώρητα πταίσας• ούκ έστιν είδος αμαρτίας ο ούκ έποίησα ενώπιον σου, Κύριε• ποίαν ούν αρχήν εξομολογήσεως εύροιμι, από βρέφους και μέχρι του νύν έν ασωτεία καταδαπανήσας τον βίον μου; Ποίαν δέ πρώτον άφεσιν αμαρτίας αίτήσαι τολμήσαιμι; 


Παιδιόθεν εγενήθην σκεύος άτιμον και άχρηστον, έν ανομίαις όλως εσπιλωμένος. Και σύ μέν, Κύριε, διά τους απείρους σου οικτιρμούς παριδών μου τάς αμαρτίας και μακροθυμών πρός μετάνοιάν με ήγαγες, και πολλάκις ενεπλήσθη ή ταλαίπωρος μου ψυχή τής σης χάριτος και αγάπης. Εγώ δέ πάλιν εγενόμην αμνήμων και αχάριστος, καί αθετήσας τάς σας δωρεάς, χείρονα τών πατέρων μου ήμαρτον. Ποίας ούν συγγνώμης ειμί άξιος ό ασύνετος; 



Ελέησόν με, ό Θεός, κατά το μέγα έλεος σου. Ελέησόν με, Ελεήμον, τόν άξιον μισείσθαι και βδελύττεσθαι. Ελέησαν με τόν έν γνώσει πεπραμένον τοις αισχροίς πάθεσιν. Ελέησόν με τόν επίχαρμα τοις δαίμοσι γενόμενον, και εξακολουθούντα τοίς τούτων θελήμασιν. Ελέησόν με τόν πλήρη όντα μωλώπων καί αγνοούντα τήν τούτων κάκωσιν. Ελέησόν με τόν αδεώς τήν χάριν σου αθετήσαντα καί πάντα τόν τής ζωής μου χρόνον έν αμελεία και άσωτεία καταναλώσαντα. 



Ιδού, Κύριε, πρό οφθαλμών έχω τήν ανείκαστον μακροθυμίαν σου και τά εμά αναρίθμητα πλημμελήματα. Δέομαι σου, Κύριε, δώρησαι κατάνυξιν τη καρδία μου καί τοίς οφθαλμοίς μου δάκρυα, ίνα κλαύσω εμαυτόν διά παντός του βίου μου τούτου και εύρω έλεος, όταν τρέμη πάσα ψυχή από τής φοβερός παρουσίας σου• όταν τών κρυπτών έργων αποκάλυψις και φανέρωσις γένηται• όταν λογισμών καί ενθυμήσεων έρευνα καί συνειδήσεως έλεγχοι, και καταφρονητών τιμωρίαι αθάνατοι, των κατ' εμέ αθετησάντων τά άγια και σωτήρια σου προστάγματα. 



Πώς άρα ευρεθώ εγώ ό αμαρτωλός έν εκείνη τη φρικτή ώρα, όταν κατέλθης κριτής μετά θυμού και οργής ανυπόστατου, όταν τρέμη πάσα ή γή ώς τής θαλάσσης τό ύδωρ, και τά όρη ωσεί κηρός από προσώπου πυρός ορώνται τηκόμενα, ή δέ θάλασσα φρίξει και ολιγωθήσεται σφόδρα από του φόβου τής δόξης σου; Πώς άρα ευρεθώ ό πανάθλιος, όταν παράγεσθαι μέλλωμεν έκαστος κατηφής, ελεεινός και τετραχηλισμένος εις ακριβή εξέτασιν τών βεβιωμένων ημίν έως και των του νοός κινημάτων; Οίμοι! τίς άρα μή καταγνώσηται εαυτού έν εκείνη τη ώρα; ουδέ γάρ οί Άγγελοι άμεμπτοι ενώπιον σου, Κύριε• και γάρ δυνατοί δυνατώς ετασθήσονται• και ω εδόθη πολύ, πολύ καί απαιτηθήσεταί καί καθ' όσον τις ευεργετούμενος αμαρτάνει, τοσούτον δίκας παρά σου του δικαίου Κριτού υποστήσεται. 



Οίμοι, Κύριε, πολλάκις απήλαυσα τής χάριτος σου, φιλάνθρωπε• εδωρήσω γάρ μοι φωτισμόν γνώσεως, εδωρήσω μοι καιρόν μετανοίας• ωδήγησάς με εις οδούς ζωής, καί άλλας πλείστος ευεργεσίας• άλλ' εγώ τούτων απάντων αμνημονήσας, αχάριστος καί αγνώμων ό άθλιος εχρημάτισα περί σέ τόν ευεργέτην μου. Οίμοι, Κύριε, ότι έν τω σταδίω τής συνειδήσεως μου, άνευ μαρτύρων καταδικάζω εμαυτόν ελεγχόμενος. Ηδονάς καί πάθη άτιμα τής σής αγάπης ανθαιρούμενος καταισχύνω τής καρδίας μου τήν παρρησίαν καί ορώμαι θέαμα ελεεινόν τοις Αγίοις σου άπασιν. 



Άλλα σύ, Κύριε, ώς ελεήμων, ιλάσθητί μοι τω αμαρτωλώ καί ελέησόν με τόν εκτυφλωθέντα ταίς ηδοναίς καί τοις πάθεσιν. Ελέησόν με τόν ράθυμον, τόν υποκριτήν, τόν φλύαρον, τόν άσπλαγχνον, τόν ανελεήμονα, τόν μεγάλαυχον, τόν υπερήφανον, τόν άσωτον, τόν πάσης κακίας καί αμαρτίας πεπληρωμένον. Ελέησόν με, Ελεήμον, τόν ανάξιον παντός ελέους, και άξιον πάσης κολάσεως. Ελέησόν με τόν πάσάν μου τήν ζωήν έν αμαρτίαις καταναλώσαντα, και τήν σήν αγαθότητα αεί παροργίζοντα. Ει γάρ και έως αργού λόγου και ρυπαρών λογισμών και πονηρών ενθυμήσεων φοβερά εξέτασις πρόκειται, ποίαν απολογίαν δώσω εγώ ό δείλαιος υπέρ τών τοσούτων μου βεβηλώσεων; ποίας συγγνώμης αξιωθείην, ό μυρίων βάρος ανομιών περικείμενος και μή ώς δεί μετανοών οδυρόμενος; 



Κύριε, ιλάσθητί μοι τώ αχαρίστω και δώρησαί μοι μετάνοιαν ολόκληρον, καρδίαν επίπονον και διηνεκή δάκρυα, Ίνα εντεύθεν πενθήσω εμαυτόν και οικτειρηθώ έν τή φρικτή ώρα τής παρουσίας σου, αναπολόγητος υπάρχων. Κατανοώ μου τά έργα, ό τάλας, και τρέμει μου ή ψυχή. Ορώ τήν αμέλειάν μου και φρίττουσι τά οστά μου. Βλέπω τήν όκνηρίαν μου και βασανίζεται ή καρδία μου. Ούαί μοι τω αμαρτωλώ, δέδοικα μή τής φοβέρας εκείνης ακούσω φωνής• Ούκ οίδα υμάς. Μή τής φρικτής εκείνης ακούσω αποφάσεως• Απέλθετε άπ' έμού. Μή συνταχθώ τή τών ερίφων τάξει. Μή απηνής και ανελεήμων Άγγελος απελάσει με εις γέενναν. Μή καταδικασθώ μετά τών απολαυόντων εντεύθεν τά αγαθά, φιλήδονος ών. Μή, άνθ' ών αγαθών τυχείν προσδοκώ, παρ' ελπίδα τύχω αθανάτων κολάσεων, ένθα ούκ έστι τις δρόσος ή άλλη τις άνεσις, αλλά πύρ άσβεστον και σκώληξ ακοίμητος και κλαυθμός απαράκλητος• και τω όντι αθάνατος θάνατος. 



Ούαί σοι, ψυχή μου! Ταύτα ενθυμουμένη τί αμελείς; Τί ώς αναίσθητος ραθυμείς αμαρτάνουσα; τι ού πενθείς πικρώς υπεύθυνος ούσα, έως ου καιρός δεχθήναί σου τά δάκρυα; Οίμοι ψυχή μου αθλία και πολλάκις οίμοι. Πόσα θρηνήσης εκεί τάς ημέρας καί ώρας ταύτας, άς εική κατηνάλωσας. Ιδού γάρ παλαιστάς ήμίν έθετο τάς ολίγας ημέρας ταύτας ό Κύριος καί καθ' εκάστην ηττώμεθα καί αχρειούμεθα. Πόσα θρηνήσης, ψυχή μου, όταν ίδης τους μέχρι τέλους τήν εγκράτειαν υπομείναντας στεφανωμένους, και ώς τόν ήλιον λάμποντας και εις βασιλείαν αιώνιον απαγομένους! σύ δέ διά ραθυμίαν και ακηδίαν απελεύσει εις οδύνην και αισχύνην αιώνιον. 



Έλέησόν με, ό Θεός• πάσης γάρ απολογίας άπορων, ταύτην σοι τήν ικεσίαν έν συντριβή καρδίας προσάγω ό δείλαιος. Ελέησόν με τόν βεβυθισμένον ταίς αμαρτίαις, τόν εσκοτισμένον τοις πάθεσι και τή αμελεία, και ακηδία αιχμάλωτον. Ελέησόν με τόν βεβορβορωμένον τή γαστριμαργία και κατεσπιλωμένον ταίς ηδοναίς. Ελέησόν με τόν καθ' όλην μου τήν ζωήν λόγοις και έργοις και λογισμοίς απρεπέσι και πονηροίς παροργίσαντά σε, Μακρόθυμε. Ελέησόν με τόν παραβάτην ων εποίησα συνθηκών ενώπιον σου και τών θείων Αγγέλων σου. 



Αληθώς ανάξιος είμι, Κύριε, πάσης επισκέψεως. Αναξίως ορώ τό υψος του ουρανού• αναξίως βλέπω τό φώς του ηλίου• αναξίως πατώ τήν όψιν τής γής. Ανάξιος είμι τής επικλήσεως του θείου σου ονόματος. Αναξίως πνέω τόν υπέρ γής αέρα. Κύριε, δωρεάν σώσόν με διά τους οικτιρμούς σου τόν πανάθλιον, ότι πάσα ιδέα βασάνων εμοί προσαρμόζει ασυμπαθώς κατά τά έργα μου. Ότι και πάσαν κακίαν έγώ μόνος εποίησα• πλην τούτο μόνον οίδα και λέγω, ότι σύ ει ό Θεός μου, και έκτος σου, άλλον Θεόν ούκ επίσταμαι• ουδέ γάρ έστιν άλλος, ειμή σύ ό ποιητής πάσης κτίσεως. 


Κύριε, μή επιλάθη τών οικτιρμών σου, μηδέ νικήση τό πέλαγος τών αμαρτιών μου τό πέλαγος τής σης ευσπλαγχνίας. Άλλ' επειδή Θεός ελέους και οικτιρμών και φιλανθρωπίας υπάρχεις, και προσδέχη ευμενώς πάντας μετανοούντάς σοι, πρόσδεξαι κάμού του αμαρτωλού τήν μετάνοιαν, και συγχώρησον τά πλήθη τών ανομιών μου. Και μή αποδώσης μοι κατά τά έργα μου, μηδέ θριάμβευσης μου τά δεινά έν τώ παγκοσμίω εκείνω θεατρω. Πέλαγος γάρ είμι των αμαρτιών ό πανάθλιος. Εισάκουσον, Δέσποτα, τών ρημάτων μου, και πρόσδεξαι τήν μετάνοιαν και εξομολόγησιν εμού του αμαρτωλού και αναξίου δούλου σου. Μη παραδώης με διά τήν αμέλειαν και ακηδίαν μου ταίς επιθυμίαις του Σατανά, άλλα ρύσαί με πάσης κακίας και άλογου επιθυμίας. Συνέτισαν με έν ισχύι μετανοείν έπί ταίς αμαρτίαις μου, ίνα μή ανακαινίζωνται έν εμοί καθ' εκάστην διά τήν αμέλειαν και αναισθησίαν μου και μένουσιν ασυγχώρητοι, και αίφνης μοι επελθών ό θάνατος, ευρεθώσι μετ' εμού καί ριφθώ μετά τών άνομων εις τό πικρότατον χάος του άδου, ένθα αι πολλαί καί ποικίλοι κολάσεις. Αξίωσόν με, Κύριε, προς πάσαν αγαθήν εργασίαν προσμένειν καί δι' υπομονής καί εγκράτειας τόν προκείμενον αγώνα τρέχειν. Πρεσβείαις της Πανάχραντου Δεσποίνης ημών Θεοτόκου καί πάντων σου τών Αγίων. Αμήν.

Ιωάννης