.

.

Δός μας,

Τίμιε Πρόδρομε, φωνή συ που υπήρξες η φωνή του Λόγου. Δος μας την αυγή εσύ που είσαι το λυχνάρι του θεϊκού φωτός. Βάλε σήμερα τα λόγια μας σε σωστό δρόμο, εσύ που υπήρξες ο Πρόδρομος του Θεού Λόγου. Δεν θέλουμε να σε εγκωμιάσουμε με τα δικά μας λόγια, επειδή τα λόγια μας δεν έχουν μεγαλοπρέπεια και τιμή. Όσοι θα θελήσουν να σε στεφανώσουν με τα εγκώμιά τους, ασφαλώς θα πετύχουν κάτι πολύ πιό μικρό από την αξία σου. Λοιπόν να σιγήσω και να μη προσπαθήσω να διακηρύξω την ευγνωμοσύνη μου και τον θαυμασμό μου, επειδή υπάρχει ο κίνδυνος να μη πετύχω ένα εγκώμιο, άξιο του προσώπου σου;

Εκείνος όμως που θα σιωπήσει, πηγαίνει με τη μερίδα των αχαρίστων, γιατί δεν προσπαθεί με όλη του τη δύναμη να εγκωμιάσει τον ευεργέτη του. Γι’ αυτό, όλο και πιό πολύ σου ζητάμε να συμμαχήσεις μαζί μας και σε παρακαλούμε να ελευθερώσεις τη γλώσσα μας από την αδυναμία, που την κρατάει δεμένη, όπως και τότε κατάργησες, με τη σύλληψη και γέννησή σου, τη σιωπή του πατέρα σου του Ζαχαρία.

Άγιος Σωφρόνιος Ιεροσολύμων

Ὅλοι ν᾿ ἀκοῦμε τή φωνή τοῦ Θεοῦ.



Ἀκοῦμε ἅραγε τή φωνή τοῦ Θεοῦ; 
Μιά προφητεία τῆς καινῆς Διαθήκης λέει, ὅτι θά ᾿ ρθοῦν χρόνια κατηραμένα, πού οἱ ἄνθρωποι θά φράξουν τ᾿ αὐτιά τους μέ βουλοκέρι νά μήν ἀκοῦνε τά λόγια τοῦ Θεοῦ καί θά τ᾿ ἀνοίξουν ν᾿ ἀκοῦνε τά λόγια τοῦ διαβόλου (βλ. Β΄ Τιμ. 4,3-4). Δέ βλέπετε τί γίνεται κάθε νύχτα μέ τήν τηλεόρασι; Ἔχουμε τή χειρότερη τηλεόρασι· κάνει μεγάλη ζημιά σέ μικρούς καί μεγάλους...

Πρίν διακόσα χρόνια πέρασε ἀπό τήν πατρίδα μας ἕνας ἅγιος καί προφήτης, ὁ Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός, καί τί εἵπε; Ὅτι ὁ διάβολος θά βρῇ ἕνα κουτί καί μ᾿ αὐτό θά τρελλάνῃ τήν ἀνθρωπότητα. Προφήτευσε τί κακό θά κάνῃ ἡ τηλεόρασι. Γι᾿ αὐτό σᾶς προτρέπω· Κλεῖστε τίς τηλεοράσεις, βγάλτε τό διάβολο μέσ᾿ ἀπ᾿ τό σπίτι σας! 

Στούς ταπεινούς καί καθαρούς ἀναπαύεται καί ἐμφανίζεται ὁ Θεός καί αὐτούς εὐλογεῖ. Προφητεύω· θά πέσῃ πεῖνα, πεῖνα μεγάλη, αὐτοί πού μαζεύτηκαν στίς πόλεις, κ᾿ ἔχουν μισθό, καί δέν τούς φτάνουν τά λεφτά, καί ζητᾶνε αὐξήσεις, καί κάνουν ἀπεργίες, θά πεινάσουν. Ὅσα χρήματα καί νά ἔχῃ τό κράτος, θά τελειώσουν· κι ὁ Ὄλυμπος νά ᾿ τανε χρυσάφι, θά τόν τρώγαμε. Σέ ἄλλες χῶρες οἱ φοιτηταί ἐργάζονται, δέν κάνουν ἔρωτα στό δρόμο ὅπως οἱ δικοί μας. Ἔ λοιπόν, θά πέσῃ πεῖνα. Καί θά σβήσουν ὅλα τά χιλιάδες ἐπαγγέλματα. Τά πιό εὐλογημένα, πού θά μείνουν, ποιά εἶναι; ὁ γεωργός, ὁ βοσκός, καί ὁ ψαρᾶς.

 Ἐπισκόπου Αὐγουστίνου Καντιώτου

Ἀπό τό βιβλίο:"Αἰσιόδοξα μηνύματα γιά διέξοδο στά ἀδιέξοδά μας καί ἀσφάλεια στίς ἀνασφάλειές μας".

ΕΚΔΟΣΕΙΣ «ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΚΥΨΕΛΗ»

Τα σπλάχνα μου κι η θάλασσα…



Είναι τελείως αδύνατο η θάλασσα να μένει επί πολύ χρονικό διάστημα ίδια. Διότι αυτή που τώρα είναι ομαλή, ακύμαντη και ακίνητη ύστερα από λίγο θα τη δεις ανώμαλη και ορμητική εξαιτίας βίαιων ανέμων. Αλλά και αυτήν που είναι άγρια και αναβράζει από τη θαλασσοταραχή, γρήγορα θα τη δεις να τη σκεπάζει και να τη στρώνει βαθιά γαλήνη. Έτσι ακριβώς και οι καταστάσεις της ζωής μας μεταβάλλονται εύκολα και προς το ήρεμο και προς το άγριο.
Γι’ αυτό χρειάζεται να υπάρχει μέσα μας καλός κυβερνήτης, ώστε και στις γαλήνιες και ήρεμες περιστάσεις της ζωής και όταν όλα τα θέματα της ζωής του κυλούν ήρεμα και κανονικά, να περιμένει τις μεταβολές προς τα δυσάρεστα και δύσκολα και να μην επαναπαύεται με τα ήρεμα παρόντα σαν να είναι αιώνια και αθάνατα.
Αλλά και στην πιο θλιβερή κατάσταση της ζωής του να μην απελπίζεται ούτε να κυριεύεται από πολύ μεγάλη λύπη και βυθιστεί τελικά στο πέλαγος της απελπισίας…
Αυτός λοιπόν είναι ο συνετός και έξυπνος καπετάνιος και κυβερνήτης του εαυτού του, αυτός ο οποίος ούτε υπερηφανεύεται και καυχάται στις ευχάριστες περιστάσεις, ούτε καταπίπτει και μελαγχολεί στις ώρες των συμφορών και δοκιμασιών.

Μεγάλου Βασιλείου (PG 31, 417-420)

http://www.xfd.gr

Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με...


"Στα μάτια του Θεού, αυτός που έτσι συμπεριφέρε­ται στους αδελφούς του, πράττει βαριά αμαρτία."



«Και παράγων ο Ιησούς εκείθεν είδεν άνθρωπον καθήμενον επί το τελώνιον, Ματθαίον λεγόμενον, και λέγει αυτώ· ακολούθει μοι. Και αναστάς ηκολούθησεν αυτώ» (Μθ. 9, 9).
Ποιος ήταν αυτός ο Ματθαίος, ο οποίος στη συνέ­χεια έγινε μεγάλος απόστολος και ευαγγελιστής; Ήταν τελώνης και μάζευε φόρους. Ο λαός μισούσε τους τελώνες και τους θεωρούσε αμαρτωλούς, διότι έκαναν πολλές αδικίες προσπαθώντας να κερδίσουν περισσό­τερα χρήματα για τον εαυτό τους. Και αυτόν τον άνθρωπο, που όλοι τον θεωρούσαν άθλιο και τον απο­στρέφονταν, ο Κύριος τον καλεί και του λέει: «Ακο­λούθει μοι».
Μόνο δύο λέξεις, και αυτές έκαναν επανάσταση στην ψυχή του τελώνη. Σηκώθηκε αμέσως, έριξε κά­τω τα χρήματά του και ακολούθησε τον Χριστό.
Αυτό τι σημαίνει; Σημαίνει ότι το κάλεσμα του Χριστού μπορεί να προκαλέσει στην ψυχή του ανθρώ­που επανάσταση. Στους βίους των αγίων υπάρχουν πολλά παραδείγματα ανθρώπων, οι οποίοι επέστρε­ψαν στον Χριστό μετά από έναν λόγο του Ευαγγε­λίου. Από την πείρα μου γνωρίζω ότι ένας καλός λό­γος μπορεί να συνταράξει την ψυχή του αμαρτωλού, όπως συντάραξε την ψυχή του τελώνη Ματθαίου. Άν­θρωποι πνιγμένοι στην αμαρτία, κλέφτες, ληστές και φονιάδες, όταν τους λες έναν καλό λόγο και τους δεί­χνεις την αγάπη σου, την συγκατάβαση και τον σεβα­σμό στο πρόσωπό τους, συγκινούνται πάρα πολύ.

Και εμείς οι αμαρτωλοί, αδύναμοι και ασήμαντοι άνθρωποι με έναν λόγο αγάπης και σεβασμού μπορούμε να συγκινούμε και να συνταράζουμε τις καρδιές των αμαρτωλών, όπως ο Κύριος Ιησούς Χριστός. Να το θυμόμαστε και ποτέ να μην κατακρίνουμε τους αμαρτωλούς, να μην τους στιγματίζουμε, αλλά να τους φερόμαστε με αγάπη, δείχνοντας σεβασμό στο πρόσω­πό τους, αν και οι ίδιοι δεν το σέβονται και το έχουν καταπατήσει.
«Και εγένετο αυτού ανακειμένου εν τη οικία, και ι­δού πολλοί τελώναι και αμαρτωλοί ελθόντες συνανέκειντο τω Ιησού και τοις μαθηταίς αυτού. Και ιδόντες οι Φαρισαίοι είπον τοις μαθηταίς αυτού· διατί μετά των τελωνών και αμαρτωλών εσθίει ο διδάσκα­λος υμών; Ο δε Ιησούς ακούσας είπεν αυτοίς· ου χρείαν έχουσιν οι ισχύοντες ιατρού, αλλ' οι κακώς έ­χοντες. Πορευθέντες δε μάθετε τι εστίν έλεον θέλω και ου θυσίαν. Ου γαρ ήλθον καλέσαι δικαίους, αλλ' αμαρτωλούς εις μετάνοιαν» (Μθ. 9, 10-13).
Οι φαρισαίοι αγανακτούσαν για το ότι ο Κύριος Ιησούς Χριστός συναναστρεφόταν με τους αμαρτω­λούς, τις πόρνες και τους τελώνες. Περιφρονούσαν αυτούς τους ανθρώπους και θεωρούσαν ακαθαρσία να επικοινωνούν μαζί τους. Ποτέ δεν τους μιλούσαν, άλ­λα τους κακολογούσαν και τους κατέκριναν για την συμπεριφορά τους.

Ξέρουμε ότι οι πόρνες έπλεναν τα πόδια του Κυ­ρίου Ιησού και τα σκούπιζαν με τα μαλλιά τους. Πο­τέ δεν έχουν ακούσει απ' Αυτόν κανένα λόγο επιπληκτικό. Τις συγχωρούσε και τις έλεγε: «Πορεύου και από του νυν μηκέτι αμάρτανε» (Ίω. 8, 11).
Οι φαρισαίοι ήταν ανίκανοι να καταλάβουν αυτή την συμπεριφορά του Χριστού και δυσφορούσαν για την στάση του απέναντι στους αμαρτωλούς. Αλλά ο Κύριος τους απαντούσε το εξής: «Ου χρείαν έχουσιν οι ισχύοντες ιατρού, αλλ' οι κακώς έχοντες» (Μθ. 9, 12). Ήλθε για να σώσει τους αμαρτωλούς. Με την α­γάπη του αγκάλιαζε κάθε αμαρτωλό και ζητούσε να τον οδηγήσει στην σωτηρία. Στους φαρισαίους που του παραπονέθηκαν είπε: «Πορευθέντες δε μάθετε τι ε­στίν έλεον θέλω και ου θυσίαν» (Μθ. 9, 13). Οι γραμ­ματείς και οι φαρισαίοι την ελπίδα της σωτηρίας τους στήριζαν στις θυσίες και τις προσευχές τους, και ο Κύριος λέει ότι δεν θέλει θυσία, αλλά έλεος, έλεος στους αμαρτωλούς.
Οι θυσίες χρειάζονταν στην Παλαιά Διαθήκη, διό­τι προεικόνιζαν την Μόνη Θυσία πού πρόσφερε ο Κύ­ριος Ιησούς Χριστός πάνω στον Σταυρό του Γολγο­θά. Όταν δόθηκε αυτή η Θυσία οι άλλες θυσίες έχα­σαν την σημασία και το νόημα τους, γι' αυτό δεν τις προσφέρουμε πια.

Τώρα ο Κύριος δεν περιμένει θυσία αλλά έλεος. Περιμένει από μας την ευσπλαχνία σε όλους τους αμαρτωλούς και τους περιφρονημένους. Η συμπεριφο­ρά μας προς αυτούς τους ανθρώπους να είναι ίδια μ' αυτήν που έδειξε Εκείνος.
Να μην περιφρονούμε κα­νέναν, κανέναν να μην θεωρούμε κατώτερο από μας. Να βλέπουμε τις δικές μας αμαρτίες και όχι των άλ­λων, να αποκτήσουμε την ταπείνωση και την πραότη­τα, μιμούμενοι την δική Του ταπείνωση και πραότητα. Να αγαπάμε και να ευεργετούμε τους περιφρονημέ­νους και τους ταπεινωμένους, να τους προσφέρουμε πνευματική βοήθεια, δείχνοντας ενδιαφέρον για την σωτηρία τους.
Ο Κύριος λέει όταν κάνουμε τραπέζι να μην κα­λούμε ανθρώπους που μπορούν μετά να καλέσουν και εμάς στο γεύμα, αλλά τους πένητες και τους φτωχούς κουρελιάρηδες. Θέλει να το κάνουμε με αγάπη, και πάντα με συμπόνια να φερόμαστε στους ανθρώπους που ο κόσμος τους περιφρονεί, καλώντας τους βρωμιάρηδες και αχρείους.

Ο Κύριος μας έδωσε παράδοξες και θαυμαστές ε­ντολές. Είπε ότι δεν θέλει θυσία αλλά έλεος, έλεος σε όλους που το χρειάζονται. Ένα μεγάλο, αμέτρητο πλήθος ανθρώπων περιμένουν κάποιον να τους δείξει ευσπλαχνία, να τους πει ένα λόγο αγάπης και παρηγο­ριάς. Περιμένουν οι άνθρωποι κάποιον να τους δείξει τρυφερότητα και να τους βοηθήσει, και αντί αυτού συναντούν στους γύρω τους ψυχρότητα και αδιαφο­ρία. Αλλά πάνω από αυτά και σε μερικούς ακόμα χρι­στιανούς βλέπουν περιφρόνηση και αποστροφή. Στα μάτια του Θεού, αυτός που έτσι συμπεριφέρε­ται στους αδελφούς του, πράττει βαριά αμαρτία. Σε ό­λα πρέπει να είμαστε μιμητές του Κυρίου και να ακολουθούμε το παράδειγμα Του. Ας Τον ακολουθήσου­με λοιπόν και ας μην θεωρούμε τον εαυτό μας ανώτε­ρο από τον πλησίον, όποιος και να είναι αυτός - κλέ­φτης, φονιάς ή ληστής, διότι στα μάτια του Θεού μπο­ρεί να είμαστε χειρότεροι από αυτόν.

Να θυμόμαστε πάντα πώς συμπεριφερόταν ο Κύ­ριος στους αμαρτωλούς, πώς φέρθηκε στον τελώνη Ματθαίο και πώς φερόταν σε άλλους τελώνες, πόρνες και αμαρτωλούς και προκαλούσε μ' αυτό την οργή των φαρισαίων. Να μην είμαστε σαν τους φαρισαίους, αλλά να μιμούμαστε τον Κύριο μας Ιησού Χριστό. Α­μήν.

Αγίου Λουκά αρχιεπισκόπου Κριμαίας



Πες με το νου σου «Ελέησέ με, Θεέ μου», και ολοκληρώθηκε η προσευχή σου.

«Και πώς είναι δυνατό, λέγει, άνθρωπος κοσμικός, που είναι προσηλωμένος στο δικαστήριο, κάθε τρεις ώρες της ημέρας να προσεύχεται και να τρέχει στην Εκκλησία; Είναι δυνατό και πολύ εύκολο. Γιατί, κι αν δεν είναι εύκολο να πας στην Εκκλησία, καθώς στέκεσαι εκεί μπροστά στις πόρτες κι είσαι προσηλωμένος στο δικαστήριο, είναι δυνατό να προσευχηθείς. Γιατί δε χρειάζεται τόσο φωνή, όσο σκέψη, ούτε έκταση των χεριών, όσο τεντωμένη ψυχή, ούτε κάποια στάση, αλλά πίστη. 

Γιατί κι αύτη η Άννα δεν εισακούστηκε επειδή έβγαλε δυνατή και μεγάλη φωνή, αλλ' επειδή φώναξε δυνατά μέσα στην καρδιά της. Γιατί «η φωνή της δεν ακουόταν» (Α' Βασ. /, 13), λέγει, αλλά την άκουγε ο Θεός. 

Το ίδιο έκαναν πολλές φορές και πολλοί άλλοι, και ενώ ο άρχοντας μέσα φώναζε, απειλούσε, έκανε χειρονομίες, μαινόταν, αυτοί, στεκόμενοι μπροστά στις κλειστές πόρτες και λέγοντας λίγα λόγια προσευχής με το νου τους, όταν μπήκαν μέσα τον μετέβαλαν και τον καταπράυναν και τον έκαναν ήμερο, από άγριος που ήταν. Και δεν εμποδίστηκαν καθόλου, ούτε από τον τόπο, ούτε από την ώρα, ούτε από τη σιωπή για την προσευχή αυτή. 

Αυτό λοιπόν κάνε κι εσύ! Στέναξε βαθειά, φέρε στη μνήμη σου τις αμαρτίες σου, στρέψε το βλέμμα σου στον ουρανό, πες με το νου σου «'Ελέησέ με, Θεέ μου», και ολοκληρώθηκε η προσευχή σου. 

Γιατί αυτός που είπε «ελέησέ με», έδειξε εξομολόγηση και μετάνιωσε για τα αμαρτήματά του. 

Γιατί το να ζητούν έλεος ταιριάζει σ' αυτούς που αμάρτησαν. Αυτός που είπε «ελέησέ με», πήρε συγχώρηση των σφαλμάτων του. 

Γιατί αυτός που ελεήθηκε δεν κολάζεται. Αυτός που είπε «ελέησέ με», κέρδισε τη Βασιλεία των Ουρανών. 

Γιατί αυτόν που θα ελεήσει ο Θεός, δεν απαλλάσσεται μόνο απ' τη κόλαση, αλλά γίνεται άξιος και των μελλοντικών αγαθών. 

Ας μην προφασιζόμαστε λοιπόν λέγοντας, ότι δεν υπάρχει κοντά μας οίκος προσευχής. Γιατί εμάς τους ίδιους έκανε ναούς η χάρη του Πνεύματος του Θεού, εάν βέβαια είμαστε άγρυπνοι, ώστε να έχουμε από παντού μεγάλη ευκολία. 

Η λατρεία μας δεν είναι τέτοια, όπως ήταν παλαιότερα των Ιουδαίων, που είχε πολύ το υλικό στοιχείο και απαιτούσε πολλή απασχόληση. Εκεί ο προσευχόμενος έπρεπε να ανεβεί στο ιερό, να αγοράσει τρυγόνια, να χρησιμοποιήσει ξύλα και φωτιά, να πάρει μαζί του μαχαίρι και το θύμα, γιατί εσύ ο ίδιος είσαι και ιερέας και θυσιαστήριο και θύμα. 


Όπου λοιπόν κι αν βρίσκεσαι, μπορείς να στήσεις το βωμό, δείχνοντας μόνο νηφάλια πρόθεση, και σε τίποτα δεν σε εμποδίζει ο τόπος, ούτε σε εμποδίζει η ώρα, αλλά και χωρίς να γονατίσεις, χωρίς να χτυπήσεις το στήθος σου και χωρίς να υψώσεις τα χέρια σου στον ουρανό, μόνο εάν δείξεις θερμή διάνοια, ολοκλήρωσες το άπαν της προσευχής. 

Είναι δυνατό ακόμα και γυναίκα, που κρατάει ρόκα και υφαίνει, να στρέψει το βλέμμα νοερά στον ουρανό και να επικαλεσθεί με θερμότητα το Θεό. 

Μπορεί και άνθρωπος που πηγαίνει στην αγορά και βαδίζει μόνος του να κάνει μακρές προσευχές. 

Κι άλλος, που κάθεται στο εργαστήριο και ράβει δέρματα, μπορεί να αφιερώσει τη ψυχή του στο Δεσπότη. 

Είναι δυνατό και ο δούλος και αυτός που ψωνίζει, και αυτός που ανεβαίνει και αυτός που κατεβαίνει, και αυτός που εργάζεται στο μαγειρείο, όταν δεν μπορούν να έρθουν στην εκκλησία, να κάνουν προσευχή μακρά και ζωηρή. 

Ο Θεός δεν ντρέπεται τον τόπο. Ένα πράγμα μόνο ζητά, θερμή διάνοια και ψυχή γεμάτη σωφροσύνη. 

Και για να δεις ότι δεν χρειάζονται σχήματα και τόποι και ώρες γενικά, αλλά γενναίο και διεγερμένο φρόνημα, ο Παύλος, ενώ ήταν ξαπλωμένος ανάσκελα στη φυλακή και δεν στεκόταν όρθιος (γιατί δεν τον άφηνε το ξύλο στο οποίο ήταν δεμένα τα πόδια του), επειδή, όντας ξαπλωμένος, προσευχήθηκε με προθυμία, ταρακούνησε τη φυλακή και τράνταξε τα θεμέλιά της και έδεσε τον αρχιφύλακα και τον οδήγησε ύστερα από αυτά στην ιερή μυσταγωγία (Πράξ. 17,25-34). 

Και ο Εζεκίας επίσης χωρίς να στέκεται όρθιος, ούτε να είναι γονατισμένος, αλλά ξαπλωμένος ανάσκελα στο κρεβάτι, εξαιτίας της αρρώστιας, γύρισε τον εαυτό του προς τον τοίχο, και με το να επικαλεστεί θερμά και με σώφρονα ψυχή το Θεό, και την απόφαση που είχε ανακοινωθεί ανακάλεσε και πολλή συμπάθεια κέρδισε και ξαναβρήκε όπως πριν την υγεία του. 

Κι αυτό θα μπορούσε να το δει κανείς να συμβαίνει όχι μόνο σε άγιους και μεγάλους άνδρες, αλλά και σε κακούς. 

Γιατί και ο ληστής δεν στάθηκε σε ευκτήριο οίκο, ούτε γονάτισε, αλλά τεντωμένος πάνω στο σταυρό, με λίγα λόγια πέτυχε τη Βασιλεία των Ουρανών. 

Άλλος μέσα σε βούρκο και σε λάκκο (Ιερ.45,6), 

άλλος μέσα σε λάκκο και ανάμεσα σε θηρία (Δαν. 6,22), 

άλλος μέσα στην ίδια την κοιλιά του κήτους(Ίωνα,2,2-Ι0), 

αφού παρακάλεσαν το Θεό, όλα όσα τους απειλούσαν τα διέλυσαν και πέτυχαν την εύνοια του Θεού. 

Και βέβαια λέγοντας αυτά σας προτρέπω να πηγαίνετε συνεχώς στις Εκκλησίες, και στο σπίτι να προσεύχεστε με πολλή ησυχία, κι όταν έχετε ελεύθερη ώρα να γονατίζετε και να ανυψώνετε τα χέρια, κι όταν έχετε ελεύθερη ώρα να γονατίζετε και να ανυψώνετε τα χέρια. 

Εάν όμως είτε εξαιτίας της ώρας, είτε εξαιτίας του τόπου μείναμε ανάμεσα σε πολλούς άλλους, να μην παραλείπετε εξαιτίας αυτού τις συνηθισμένες προσευχές, αλλά να προσεύχεσθε μ' αυτόν τον τρόπο, που είπα στην αγάπη σας, και να παρακαλείτε το Θεό, με τη βεβαιότητα ότι δεν θα έχετε τίποτα λιγότερο με αυτή την προσευχή. 

Αυτά σας τα είπα όχι για να με θαυμάσετε και να χειροκροτήσετε, αλλά για να τα εφαρμόσετε έμπρακτα και να αφιερώνετε τις ώρες της νύχτας και της ημέρας και της εργασίας στις προσευχές και τις δεήσεις».

(Αγ. Ι. Χρυσοστόμου, Δ΄ομιλία «Περί Άννης»)

«Ἡμέρας καὶ νυκτὸς πρεσβεύεις ὑπὲρ ἡμῶν»



Ὅλα τὰ βλέμματα καὶ οἱ καρδιές, τοῦτες τὶς δίσεχτες ἡμέρες, ἱκετευτικά, παρακλητικὰ στρέφονται στὸ καλοκαιριάτικο αὐγουστιανὸ Πάσχα. Τὸν Δεκαπενταύγουστο. Στὸν ζωηφόρο θάνατο, στὴν ἀθάνατη Κοίμηση τῆς Κυρίας Θεοτόκου. Συντονισμένα καὶ τὰ πόδια μας –ἔστω καὶ βαρυφορτωμένα ἀπὸ τὴν ἔνοχη συνείδησή μας, τὴν οἰκονομικὴ δυσπραγία καὶ τὰ ὅποια ἀσήκωτα βάρη τῆς καθημερινότητας- μᾶς ὁδηγοῦν ἀνεπίστροφα μπροστὰ στὴν θαυματουργικὴ εἰκόνα, γιὰ νὰ ἀποθέσουμε στὰ ἁγιασμένα πόδια της τὸν ὀφειλόμενο σεβαστικὸ ἀσπασμό μας. Γιὰ νὰ δροσίσουμε τὰ φρυγμένα ἀπὸ τὸ κακὸ καὶ τὴν ἁμαρτία χείλη μας καὶ νὰ δηλώσουμε ἀμετάκλητα τὴν ἀγάπη μας στὴν τόσο πονεμένη ἀλλὰ καὶ πληγωμένη ἀπὸ τὰ δικά μας λάθη, τὰ δικά της παιδιά, Θεομάνα. 

Ἐλᾶτε λοιπὸν χρεωστικὰ νὰ ὑμνήσουμε καὶ κυρίως νὰ τιμήσουμε «τὴν Θεοτόκο καὶ Μητέρα τοῦ φωτός». Ἡ Δαμασκηνὴ θεολογία πανέμορφά μᾶς ὑπενθυμίζει πὼς «οὐδεὶς κατ’ ἀξίαν τῆς Θεομήτορος τὴν ἱερὰν ἐκδημίαν εὐφημῆσαι δυνήσεται -ἐπειδὴ- αὔτη θεσμὸν ἐγκωμίων ὑπέρκειται». Ὁ ἴδιος Πατέρας ὁμολογεῖ πολὺ παρήγορα πὼς δὲν ὑπάρχει πτυχή, λεπτομέρεια ζωῆς, τὴν ὁποία νὰ μὴ γνωρίζει ἡ Θεοτόκος καὶ νὰ μὴν μπορεῖ νὰ δώσει ἀνάσα ζωῆς καὶ ἐλπίδα σωτηρίας.

Ὁ ἁγιορείτικος μοναχισμὸς νιώθει βαθύτατο συγκλονισμὸ στὸ νὰ τὴν ἐπικαλεῖται καὶ νὰ μὴν τὴν ἀφήνει ἥσυχη «ὑπὲρ πάσης ψυχῆς θλιβομένης τὲ καὶ καταπονουμένης». Ἡ Παναγία δὲν ξεκουράζεται, ἀναπαύεται στὴν ὑπὲρ τῶν τέκνων τῆς κόπωση, γι’ αὐτὸ καὶ ποτὲ δὲν χαμηλώνει τὰ δεόμενα πανάχραντα χέρια της. Ἡ Παναγία ἐπανέρχεται συχνὰ μέσα στὴν ἀνθρώπινη ἱστορία κυρίως ὡς μητέρα. Καὶ μία καλὴ μητέρα ξέρει ν’ ἀκούει, νὰ...πονᾶ καὶ ν’ ἀγαπᾶ. (γ. Μωϋσῆς).

Εἶναι ἀδίστακτη ἡ πίστη ὅλων μας, ὅτι ἡ Ὑπεραγία Θεοτόκος μετέχει στὴ δόξα τοῦ Υἱοῦ της, συμβασιλεύει μαζί του διευθύνει κοντὰ στὸ πλευρὸ του τὶς τύχες καὶ ὅλα τὰ γεγονότα τῆς Ἐκκλησίας καὶ τοῦ κόσμου ποὺ ἐκτυλίσσονται μέσα στὸ χρόνο, μεσιτεύει «ἡμέρας καὶ νυκτὸς» γιὰ ὅλους μας πρὸς Ἐκεῖνον, ὁ ὁποῖος θὰ ἔρθει νὰ κρίνει τὸν κόσμο.

Ὁ π. Θεόκλητος Διονυσιάτης στοχάζεται: 
«Ἐκείνη ἔχει τὸ πλῆθος τῶν πολλῶν οἰκτιρμῶν. Ἔχει πολλὴ ἀγάπη στὸ ἀνθρώπινο γένος, προπάντων στοὺς ἁμαρτωλούς. Ὁ Υἱὸς της παίρνει μεγάλη χαρά, ὅταν τὸν παρακαλεῖ ἡ Μητέρα του, διότι θέλει νὰ σώσει τὸν ἄνθρωπο. Δία τοῦτο καὶ μόνο ἔφερε τὴν Μητέρα του καὶ μᾶς τὴν ἐχάρισε, γιὰ νὰ τὴν ἔχουμε μέσον πρὸς σωτηρίαν.»

Θαυμάζοντας τὸ μεγαλεῖο της ὁ ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης ἀναφωνεῖ: 
«Ποῦ ἠμπορῶ ἐγὼ νὰ ἀπαριθμῶ ὅλα τὰ μεγαλεῖα ὅσα ἐποίησεν ὁ Θεὸς εἰς τὴν Ἀειπάρθενον; Αὐτὰ εἶναι ἄπειρα κατὰ τὸ μέγεθος καὶ ἀναρίθμητα κατὰ τὸ πλῆθος. Καὶ ἂν ἦταν δυνατὸν νὰ ἑνωθοῦν ὅλοι ὅσοι ἐσώθησαν μὲ τὸν ἄσπορον Τόκον της, καὶ νὰ γίνουν ἕνα στόμα καὶ μία γλώσσα πάλιν δὲν ἤθελαν δυνηθῆ νὰ ἀριθμήσουν τὰ μεγαλεία τῆς Θεοτόκου καὶ νὰ τὰ ἐγκωμιάσουν κατὰ τὴν ἀξίαν τους…».

Ἡ ἐποχὴ μας φαίνεται νὰ εἶναι ἡ ἐποχὴ τῆς μεγάλης ἀποστασίας καὶ πραγματικὰ ἀντίχριστες οἱ ἡμέρες ποὺ ζοῦμε, ἀφοῦ οἱ κυβερνῆτες μᾶς «ἐδίωξαν» κυριολεκτικὰ ἀπὸ τὴν ἀγκαλιὰ τῆς Θεομήτορος, Αὐτὸν ποὺ βαστάζει τὰ πάντα. Μὲ τὸν τρόπο αὐτὸ ἐξορίζεται ὁ Χριστὸς ἀπὸ τὴν κατ’ ἐξοχὴν δική Του ἡμέρα, τὴν Κυριακή, γιὰ νὰ μὴν ἀκοῦν τὴν κυριακάτικη καμπάνα καὶ τοὺς θυμίζουν ἐνοχές.

Καὶ ὅμως ὅλοι αὐτοὶ θὰ τρέξουν νὰ δώσουν ἀνερυθρίαστα τὸ παρὸν στὴν μεγάλη γιορτὴ τῆς Κοίμησης τῆς Θεοτόκου, ὄχι ἀπὸ εὐλάβεια ἀλλὰ καὶ πάλι γιὰ ἐμπορία ψήφων καὶ κάλυψη ἐνόχων κατατρεγμῶν συνειδήσεων. Ἡ Κυρία Θεοτόκος ὅμως ἀποστρέφει τὸ πρόσωπό της ἀπὸ ὅσους «ὕβρισαν» τὸν Υἱόν της, καὶ νὰ θυμηθοῦμε τοὺς σοφοὺς λόγους τοῦ γέροντος Παϊσίου ὅτι «θὰ δουλέψουν οἱ πνευματικοὶ νόμοι»!

Ὅσοι πιστοὶ ὀρθόδοξοι «προσέλθωμεν τῷ τάφω τῆς Θεομήτορος»! Νὰ γονατίσουμε ἱκετευτικά, νὰ προσκυνήσουμε λατρευτικά, νὰ ὑμνήσουμε δοξολογικὰ καὶ ταπεινὰ νὰ παρακαλέσουμε τὴν Κυρία Θεοτόκο νὰ πρεσβεύει γιὰ κάθε ψυχὴ πονεμένη, πικραμένη καὶ παραπονεμένη, καὶ γιὰ τούτη τὴν πολυβασανισμένη πατρίδα μᾶς Ἑλλάδα.

Σαββίδης Παῦλος, Θεολόγος

http://www.orthodoxia-ellhnismos.gr

«Ο,τιδήποτε και εάν κάνεις, πάντοτε σιωπηλα να επαναλαμβάνεις τα λόγια, «Κύριε Ιησού Χριστέ, Υιέ του Θεού, ελέησον με τον αμαρτωλόν!»

Οι πρώτες ημέρες στο μοναστήρι ήταν, για τον Αδελφό Τόμισλαβ, (π. Θαδδαῖος) ημέρες πολύ μεγάλης χαράς. Παρέδωσε τον εαυτό του στη μυστική σχέση πνευματικού πατρός και υιού, και διδάχθηκε από τον π. Αμβρόσιο την αγία και σωτήρια υπακοή, την εγρήγορση στους λογισμούς, καθώς και την Ευχή του Ιησού. «Ο,τιδήποτε και εάν κάνεις, πάντοτε σιωπηλα να επαναλαμβάνεις τα λόγια, «Κύριε Ιησού Χριστέ, Υιέ του Θεού, ελέησον με τον αμαρτωλόν!». Ήμουν νέος, και έκανα υπακοή με όλη μου την καρδιά. Κάθε βράδυ, εξομολογούμουν στον πνευματικό μου πατέρα και του έλεγα τι συνέβαινε στην ψυχή μου, και εκείνος με καθοδηγούσε». Πιστεύοντας ότι είχε μόνο πέντε χρόνια ζωής μπροστά του, ο Τόμισλαβ παρέδωσε ολόκληρωτικά τον εαυτό του στην καρδιακή προσευχή.
«Σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα, λόγω της ολοκληρωτικής παράδοσής μου στο θέλημα του Θεού και του ειλικρινούς πόθου μου για Εκείνον, με φώτισε η χάρις του Θεού γεννώντας μέσα μου ένα απερίγραπτο αίσθημα χαράς και ειρήνης. Άκουγα εντός της καρδιάς μου τον λόγο, «Κύριε Ιησού Χριστέ, Υιέ του Θεού, ελέησόν με τον αμαρτωλον». Προσπάθησα να θυμηθώ κάποια περιστατικά του παρελθόντος, και δεν μπορούσα. Όλοι μου οι λογισμοί ήταν σε κατάσταση ειρήνης, και ένα αίσθημα άφατης χαράς και πόθου βασίλευε σ᾿ όλο μου το είναι. Αυτή είναι η κατάσταση των αγγέλων και των αγίων, κατάσταση πλήρους και τέλειας Χάριτος. Μόνον εκείνοι που έχουν βιώσει τη δωρεά της Χάριτος κατανοούν την κατάσταση των αγγέλων και των αγίων, τους οποίους καθοδηγεί το Άγιο Πνεύμα». Έτσι, ο Τόμισλαβ έγινε το ταπεινό δοχείο του ησυχαστικού πνεύματος της Εκκλησίας, στολισμένος με το εύοσμο άνθος της καρδιακής προσευχής.
Αργότερα, ο π. Θαδδαίος θα μιλούσε συχνά στα πνευματικά του παιδιά για την «αδάπανη Χάρη», ως μια ανεκτίμητη δωρεά του Θεού, διά της οποίας μας καθοδηγεί ο Κύριος στην πνευματική ζωή: στο μεν ξεκίνημα μας δείχνει δια αυτής τον σκοπό της ζωής (που είναι η εν Χριστώ θέωση εντός της Εκκλησίας) και αργότερα, σε καιρούς θλιψεων και δοκιμασιών, μας δίνει με αυτή δύναμη και παρηγοριά. Όντας άπειρος στην πνευματική ζωή, ο αδελφός Τόμισλαβ νόμιζε ότι όλοι οι μοναχοί κατείχαν αυτήν την θεόσταλτη αδάπανη Χάρη, αλλά μόνο πολύ αργότερα κατάλαβε ότι η αγάπη του Θεού τού είχε χαρίσει μεγάλο δώρο, για τό οποίο δεν ήταν άξιος, προκειμένου να τον προετοιμάσει για τον Γολγοθά της μελλοντικής του διακονίας ως ηγουμένου και πνευματικού πατέρα πολλών. «Νόμιζα ότι όλοι οι μοναχοί, ιερείς, επίσκοποι είχαν τη δωρεά της αδάπανης Χάριτος και -θα το πιστέψετε;- έχω περάσει τόσα χρόνια μεταξύ μοναχών και ιερέων, και έχω γνωρίσει έναν μόνο μοναχό που είχε αυτό το δώρο. Έναν μόνο! Ωστόσο, μεταξύ των λαϊκών ανθρώπων που ζουν με τις οικογένειές τους, συνάντησα πολλούς που έχουν δεχθεί αυτή τη δωρεά της Χάριτος».

Βίος Γέροντα ΘαδδαῖουΑπόσπασμα από τό βιβλίο:
 «Οι λογισμοί καθορίζουν τη ζωή μας»
ΕΚΔΟΣΕΙΣ «ΕΝ ΠΛῼ»



http://www.hristospanagia.gr

«Ἡ πρώτη μας ἐξομολόγηση, ἡ ἀλλαγὴ τῆς ζωῆς μας»




Γιῶργος Τσιάκκας καὶ Χριστίνα Παυλίδου (ὁ σεναριογράφος κ΄ ἡ πρωταγωνίστρια τοῦ "Μίλα μου"): «Ἡ πρώτη μας ἐξομολόγηση, ἡ ἀλλαγὴ τῆς ζωῆς μας»

Ἡ γνωριμία μὲ ἕναν γέροντα μέσω τοῦ ὁποίου βρῆκαν τὸν Θεό, σὲ μία περίοδο τῆς ζωῆς τους ποὺ δὲν γνώριζαν τίποτα τὸ πνευματικό…

Δεν ξέρω, αδελφοί μου,αν έχω βάλει ακόμη αρχή...



Όταν έμαθαν οι πολυάριθμοι ασκητές στο βουνό του Μ. Αντωνίου πως ο αββάς Σισώης ήταν στα τελευταία του , μαζεύτηκαν στη καλύβα του να πάρουν την ευχή του. Η εκτίμηση τους γι' αυτόν δεν είχε όρια. Τον έλεγαν «διαμάντι της ερήμου» και πολύ δίκαια. Όλη του η μακρόχρονη ζωή ήταν ένας αγώνας για την αγιότητα, που τώρα στο θάνατο του έλαμψε σ' όλη της την πληρότητα. Στη σεβάσμια μορφή του είχε χαραχθεί μια έκφραση ευτυχίας. Σαν ένιωσε γύρω του τους συνασκητές του, τους αδελφούς του, τους συντρόφους του στον «καλόν αγώνα», που τώρα αυτός νικητής άγγιζε στο τέρμα του ,τα χείλη του σάλεψαν, κάτι θέλησε να πει ...Όλοι δακρυσμένοι περίμεναν ν' ακούσουν τα τελευταία λόγια ενός μεγάλου αγίου, να τα φυλάξουν σαν παρακαταθήκη ιερή. ...Σε μια στιγμή το πρόσωπο του ετοιμοθάνατου έλαμψε καθώς ψιθύριζε κάποια λόγια .Τα χείλη του σάλευαν ακόμη, λες και κουβέντιαζε με όντα που μόνο εκείνος έβλεπε . 
-Με ποιον συνομιλείς, πάτερ; ρώτησαν οι γεροντότεροι από τους συνασκητές του. 
-Οι άγιοι άγγελοι θέλουν να με πάρουν και τους παρακαλώ να με αφήσουν ακόμη να μετανοήσω, είπε με κόπο και δυο δάκρυα κύλησαν πίσω από τα πεσμένα βλέφαρα του . 
-Δεν έχεις ανάγκη από μετάνοια, μακάριε Σισώη ! Εσύ μετανοούσες σ' όλη σου τη ζωή ,του αποκρίθηκαν οι πατέρες θαυμάζοντας την ταπεινοφροσύνη του . 
-Δεν ξέρω, αδελφοί μου,αν έχω βάλει ακόμη αρχή . ...Ήταν τα τελευταία του λόγια ...

http://proskynitis.blogspot.gr

Υπεραγία Θεοτόκε Σώσον Ημάς...

Πάντοτε...


Χαίρε Μητέρα...


"Ἀντιμέτωποι μὲ τὴν Κατάθλιψη"



Ἡ κατάθλιψη εἶναι μιά πάθηση, πού ταλαιπωρεῖ πολλούς ἀνθρώπους στήν ἐποχή μας. Ἀνθρώπους πού εἴτε πάσχουν οἱ ἴδιοι ἀπό κατάθλιψη, εἴτε ἔχουν νά ἀντιμετωπίσουν τήν κατάθλιψη κάποιου ἀγαπημένου τους προσώπου, πού ἐπίμονα ἀρνεῖται ἤ ἀδυνατεῖ νά κάνει κάτι, προκειμένου νά βοηθήσει τόν ἑαυτό του.
Ἄλλοι ζητοῦν τή βοήθεια κάποιου εἰδικοῦ τῆς ψυχικῆς ὑγείας, καί καταφεύγουν εἴτε σέ θεραπεία μέ ἀντικαταθλιπτικά φάρμακα, εἴτε σε ψυχοθεραπεία, εἴτε σέ συνδυασμό τῶν δύο.
Ἡ θεραπεία μέ φάρμακα τίς πιο πολλές φορές βοηθάει στήν ἀντιμετώπιση τῶν συμπτωμάτων τῆς κατάθλιψης, τουλάχιστον προσωρινά, καί εἰδικά, ὅταν πρόκειται γιά σοβαρό καταθλιπτικό ἐπεισόδιο, εἶναι συχνά ἀπαραίτητη προκειμένου να ἀποφύγει κανείς μοιραῖες αὐτοκαταστροφικές πράξεις.
Ἀπό τίς διάφορες ὑπάρχουσες μορφές ψυχοθεραπείας οἱ σύγχρονες ἔρευνες δείχνουν ὅτι ἡ γνωσιακή θεραπεία ἐπιφέρει καλύτερα ἀποτελέσματα, καί σέ σχετικά σύντομο χρονικό διάστημα, γι’ αὐτό θά περιοριστῶ ἐδῶ ν’ ἀναφερθῶ μόνο σ’ αὐτήν.
Ἡ γνωσιακή θεραπεία βασίζεται στή θεωρία ὅτι τό ἄγχος μας ἤ ἡ κατάθλιψή μας ὀφείλονται σέ λανθασμένες, ἀρνητικές ἀντιλήψεις σχετικά μέ τόν ἑαυτό μας, τό περιβάλλον μας καί τό μέλλον μας, οἱ ὁποῖες ἐπηρεάζουν καί τή συναισθηματική μας κατάσταση (Κλεφτάρας, 1998). Ὁποιοδήποτε σημαντικό ἤ καί ἀσήμαντο γεγονός, μπορεῖ νά εἶναι ἀφορμή γιά κάποιες «αὐτόματες σκέψεις», οἱ ὁποῖες ἐνεργοποιοῦν αὐτές τίς ἀρνητικές ἀντιλήψεις (Beck, 2004). Τέτοιες σκέψεις μπορεῖ νά εἶναι π.χ. ὅτι «κανείς δέν μ’ ἀγαπάει» ἤ «ποτέ δέν καταφέρνω τίποτα». Ὅταν δεχθεῖ κανείς μιά τέτοιου εἴδους «αὐτόματη σκέψη», ἀρχίζει νά τον «παίρνει ἀπό κάτω» καί νά τον φέρνει σέ κατάσταση ἀπελπισίας καί κατάθλιψης.
Ἡ γνωσιακή θεραπεία ἀποσκοπεῖ στό νά βοηθήσει τό ἄτομο σέ ἕνα πρῶτο ἐπίπεδο νά μάθει νά ἀναγνωρίζει ἄμεσα τίς «αὐτόματες σκέψεις» του καί νά μή τίς ἀποδέχεται σάν ἀληθινές, καί σέ ἕνα πιο προχωρημένο ἐπίπεδο νά καταλάβει ὅτι οἱ ἀντιλήψεις του αὐτές εἶναι ἐσφαλμένες, ὅτι δέν τόν ἐξυπηρετοῦν, καί νά μπορέσει ἔτσι νά τις ἀλλάξει καί νά τίς ἀντικαταστήσει μέ ἄλλες πιό «ὑγιεῖς», πού θά τον ὁδηγήσουν σέ μεγαλύτερη αὐτοεκτίμηση καί αὐτοαποδοχή.
Ἡ θεραπεία μέ ἀντικαταθλιπτικά ἔχει ἕνα ἀποτέλεσμα παρόμοιο μέ τήν ψυχοθεραπεία, ἄν καί λιγότερο μόνιμο. Μάλιστα νευροεπιστημονικές ἔρευνες ἔχουν δείξει ὅτι ἡ θεραπεία μέ φάρμακα καί ἡ ψυχοθεραπεία ἐπιφέρουν παρόμοιες ἀλλαγές στήν ἐγκεφαλική λειτουργία.
Μέ αὐτές ὅμως τίς μεθόδους το ἄτομο παραμένει τό ἐπίκεντρο τοῦ κόσμου του. Ἰδιαίτερα ἡ γνωσιακή θεραπεία «διδάσκει», θά λέγαμε, τό ἄτομο πῶς νά καλλιεργήσει την ἀνεξαρτησία του καί τήν αὐτονομία του, πῶς νά μή ἐξαρτᾶται ἀπό την ἀποδοχή καί τήν ἀγάπη τῶν ἄλλων, καί πῶς ἐπίσης νά μή ἐξαρτᾶ την ἀξία του ἀπό τίς προσωπικές και ἐπαγγελματικές του ἐπιτυχίες.
Ἡ φιλοσοφία πίσω ἀπό τίς σύγχρονες ψυχοθεραπευτικές μεθόδους εἶναι ὅτι ναί μέν δέν μπορεῖ νά ἀποφύγει κανείς δυσάρεστα και θλιβερά γεγονότα στή ζωή του, μπορεῖ ὅμως νά μάθει νά στηρίζεται στόν ἑαυτό του καί νά τά ἀντιμετωπίζει μέ αὐτοπεποίθηση, μέ ἠρεμία καί αἰσιοδοξία.
Ὅμως παρ’ ὅλη τήν αἰσιόδοξη ἄποψη ψυχιάτρων καί ψυχοθεραπευτῶν ὅτι ἡ κατάθλιψη εἶναι μια ἀρρώστια πού ἀντιμετωπίζεται ἀποτελεσματικά, ὑπάρχει ἕνα μεγάλο ποσοστό καταθλιπτικῶν, πού εἴτε ἀρνοῦνται νά περάσουν τό κατώφλι τοῦ γραφείου ἑνός «εἰδικοῦ», εἴτε τό ἔχουν περάσει καί ἔχουν φύγει ἀπογοητευμένοι.

Ἔχοντας αὐτά τά προηγούμενα ὑπόψη μου, σέ μιά συζήτηση σχετικά μέ τά ἀντικαταθλιπτικά ἄκουσα μέ ἔκπληξη μιά μοναχή νά λέει μεταξύ ἀστείου καί σοβαροῦ : «Ἄς ποῦνε γιά μισή ὥρα τήν εὐχή, καί να δοῦνε γιά πότε τούς περνάει ἡ κατάθλιψη». Ἡ πρώτη μου σκέψη ἦταν ὅτι μᾶλλον δέν ξέρει τί λέει. Προφανῶς, σκέφτηκα, δέν ἔχει βιώσει ποτέ κατάθλιψη, καί τῆς εὔχομαι ποτέ νά μή βιώσει, ἀλλά εἶναι πολύ ἀμφίβολο, ἄν ἕνα καταθλιπτικό ἄτομο μπορεῖ νά ἑστιάσει γιά μισή ὥρα τό νοῦ του στήν εὐχή. Μπορεῖ νά ἐπαναλαμβάνει μηχανικά ἐπί μισή ὥρα «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησόν με», ἀλλά ὁ νοῦς του θα εἶναι μᾶλλον στήν κατάθλιψή του. Ἴσως νά σκέφτεται: «μᾶλλον σέ μισή ὥρα δέν θά μοῦ ἔχει περάσει, ἀφοῦ ἔτσι κι ἀλλιῶς, τίποτα δέν με βοηθάει ἐμένα».
Ὅμως, καθώς εἶχα ἕνα ἔντονο ἐνδιαφέρον νά δῶ ἄν καί πῶς καί με ποιές προϋποθέσεις ὁ ὀρθόδοξος χριστιανικός δρόμος μπορεῖ νά λειτουργήσει ψυχοθεραπευτικά, δεν ξέχασα τήν κουβέντα ἐκείνης τῆς μοναχῆς, ἀλλά ξεκίνησα νά διερευνῶ πῶς ἡ ὀρθόδοξη θεολογία ἀντιμετωπίζει τήν κατάθλιψη. Ὡς πολύ ἀρχάρια στόν ὀρθόδοξο δρόμο, ζητῶ νά μέ συγχωρέσετε γιά το θράσος μου νά ἀναλάβω ἕνα τέτοιο ἐγχείρημα. Γιά τή διερεύνησή μου αὐτή βασίστηκα σέ κάποια βιβλία πού ἔτυχε νά «πέσουν στά χέρια μου», σ΄ ἕνα CD μέ μιά ὁμιλία τοῦ γέροντος Πορφυρίου γιά τήν κατάθλιψη, καθώς καί σέ συνομιλίες με τόν πνευματικό μου.
Δέν ἄργησα νά καταλάβω ὅτι διερωτώμενη, πῶς ἡ Ὀρθοδοξία ἀντιμετωπίζει τήν κατάθλιψη, δεν ἔθετα σωστά τό ἐρώτημα. Ἡ ὀρθόδοξη θεολογία δέν ἀντιμετωπίζει κλινικά μιά ὁρισμένη νόσο. Ἀντιλαμβάνεται τόν ἄνθρωπο σάν μια ἑνότητα σώματος, ψυχῆς καί πνεύματος. Γιά τήν ὀρθόδοξη θεολογία ἡ ζωή τοῦ ἀνθρώπου ἔχει ἕνα σαφές νόημα: Ὁ ἄνθρωπος εἶναι πλασμένος κατ’ εἰκόνα τοῦ Θεοῦ καί στοχεύει στό καθ’ὁμοίωσιν. Ἡ πορεία τοῦ ἐκπεσμένου ἀνθρώπου πρός τό καθ’ὁμοίωσιν τοῦ Θεοῦ εἶναι μιά θεραπευτική διαδικασία. Πρόκειται γιά μιά πραγματικά ὁλιστική θεραπεία, πού ἔχει σαν πρῶτο στάδιο τήν κάθαρση τῆς ψυχῆς ἀπό τά πάθη.
Μέ αὐτή τήν ἔννοια ἡ κατάθλιψη εἶναι ἕνα πάθος ἀπό τό ὁποῖο ἡ ψυχή πρέπει νά ἀπαλλαγεῖ. Αὐτό το πάθος οἱ νηπτικοί πατέρες τό ὀνόμαζαν «ἀκηδία». Κατά τόν Μητροπολίτη Ναυπάκτου καί Ἁγίου Βλασίου κ. Ἱερόθεο, «Ἡ ἀκηδία, πού εἶναι ἕνας μεγάλος δαίμων, παραλύει τόσο τό σῶμα ὅσο καί την πνευματική ζωή» (σ. 187).
Ἡ κάθαρση ἀπό τά πάθη ἀπαιτεῖ ἕναν πνευματικό ἀγώνα για ἀλλαγή τοῦ νοῦ. Αὐτή εἶναι ἐξ ἄλλου καί ἡ ἐτυμολογική ἔννοια τῆς λέξης μετάνοια (μετα-νοῶ = ἀλλάζω νοῦ). Δέν πρόκειται ὅμως γιά ἕναν ἀγώνα, πού κάνει κανείς μόνος του, στηριζόμενος στίς δικές του δυνάμεις. Ξεκινώντας κανείς ἕναν τέτοιο ἀγώνα μόνος του, πέφτει ξανά καί ξανά στά ἴδια λάθη, ἤ ὅπως λέει ὁ ἀπόστολος Παῦλος, «ὅ μισῶ, τοῦτο ποιῶ»[1], καί συνειδητοποιεῖ σιγά-σιγά τήν ἀλήθεια τῶν λόγων τοῦ Χριστοῦ: «χωρίς ἐμοῦ οὐ δύνασθε ποιεῖν οὐδέν»[2]. Ἡ μετάνοια σημαίνει μιά συνολική ἀλλαγή στάση ζωῆς, πού συντελεῖται μέ τήν ἐπενέργεια τῆς Χάρης τοῦ Θεοῦ πάνω στόν ἄνθρωπο.
Ποιά εἶναι αὐτή ἡ ἀλλαγή στη στάση ζωῆς; Εἶναι ἡ ἀλλαγή ἀπό τή ζωή τοῦ ἀτόμου, τοῦ περιχαρακωμένου πίσω ἀπό τά τείχη πού το περιβάλλουν ἤ πού αὐτό τό ἴδιο το ἄτομο ἔχει χτίσει γιά τόν ἑαυτό του, πρός τή ζωή τοῦ προσώπου, πού βρίσκεται σέ μιά διαρκή σχέση, σέ μιά κοινωνία μέ τόν Χριστό καί μέ τόν πλησίον του πρός μια ζωή στραμμένη πρός τόν Χριστό, ἀναφερόμενη σ’ Αὐτόν. Μέ αὐτή τήν ἔννοια πάθος ἤ ἁμαρτία εἶναι ὅ,τι μᾶς χωρίζει ἀπό αὐτή τήν κοινωνία καί μᾶς ἀπομονώνει, κάθαρση ἤ μετάνοια εἶναι ὅ,τι μᾶς ἐπανασυνδέει.
Ὅταν προσπαθοῦμε νά ἀνέλθουμε βασιζόμενοι στίς δικές μας δυνάμεις, στόν ἐγωϊσμό μας καί την κενοδοξία μας, τότε κινδυνεύουμε ἡ κάθε ἀποτυχία νά μᾶς ρίξει σέ κατάθλιψη. Ὅταν συνειδητοποιοῦμε τή δική μας ἀναξιότητα μπροστά στή μεγαλωσύνη τοῦ Θεοῦ καί, χωρίς νά παραιτούμαστε ἀπό τό δικό μας ἀγώνα, προσβλέπουμε μέ πίστη, δηλαδή μέ ἐμπιστοσύνη, στο ἔλεος καί στήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, τότε δέν χάνουμε τήν ἐλπίδα μας. Παραδόξως, ὅσο ταπεινώνουμε τον ἑαυτό μας, ἀποκτᾶμε ἕνα βαθύτερο, γνήσιο αὐτοσεβασμό καί αὐτοεκτίμηση. Συνειδητοποιοῦμε την πραγματική μας ἀξία ὡς εἰκόνες και ναοί τοῦ Θεοῦ.
Ἄν ἔχει κανείς μιά τέτοια ἐσωτερική στάση, τότε εἶχε δίκιο ἐκείνη ἡ μοναχή: ἀρκεῖ νά λέει τήν εὐχή για μισή ὥρα καί ἡ κατάθλιψη διαλύεται μέσα στά δάκρυα τῆς χαρμολύπης. Γιατί οἱ δαίμονες εἶναι ἀνίσχυροι μπροστά σέ μιά γνήσια ταπείνωση.
Τότε τό ἐπίκεντρο δέν εἶναι πιά ὁ ἑαυτός, ἀλλά ὁ Χριστός. Τό ἐνδιαφέρον μετατίθεται ἀπό τό Ἐγώ πρός τό Ἐσύ, ἀπό τόν ἑαυτό προς τόν ἄλλο, πρός τόν Θεό καί προς τόν πλησίον. Ἀντί νά μεριμνᾶ κανείς γιά τό πῶς θά κερδίσει το ἐνδιαφέρον, τό σεβασμό, τήν ἐκτίμηση καί τήν ἀγάπη τῶν ἄλλων, ἀρχίζει νά ἐνδιαφέρεται ὁ ἴδιος για τούς ἄλλους, νά τούς σέβεται, να τούς ἐκτιμᾶ καί νά τούς ἀγαπᾶ.
Ὁ γέρων Πορφύριος ἔδινε πολύ ἁπλές καί συγκεκριμένες ὁδηγίες γιά τήν ἀντιμετώπιση τῆς κατάθλιψης:
«Οἱ ἅγιοί μας εἶχαν βρεῖ τόν τρόπο νά μεταβάλλουν τήν κατάθλιψη σέ χαρά. Καί αὐτός ὁ τρόπος ἦταν ἔτσι: ξέρανε πῶς νά δοθοῦν στον Θεό: μέ τήν ἀγάπη πρός τόν Θεό, μέ τήν προσευχή… Ἡ ἀγάπη προς τόν Θεό εἶναι τό μεγαλύτερο πρᾶγμα πού «αἰχμαλωτίζει» τήν ψυχή, διότι δέν εἶναι ἁπλῶς μιά ἐνέργεια τῆς ψυχῆς πρός τόν Θεό, ἀλλά τό σημαντικό εἶναι ὅτι εἶναι ἡ Χάρη τοῦ Θεοῦ πού γεμίζει ἔπειτα την ψυχή καί τήν κάνει «ἄλλο»…. Λοιπόν, αὐτό εἶναι τό μυστικό. Πῶς θα μπορέσει κανείς νά γυρίσει, ἐκεῖ πού τόν ἔχει καταλάβει κάτι κακό, νά σκεφτεῖ κάτι ἄλλο.»
Σέ ἀνθρώπους πού ζητοῦσαν τις συμβουλές του, γιά νά ἀπαλλαγοῦν ἀπό τήν κατάθλιψη, τούς συνιστοῦσε νά ἀσχοληθοῦν μέ κάτι ἐνδιαφέρον καί δημιουργικό:
«Ἡ ἐργασία, τό ἐνδιαφέρον για τή ζωή. Ἡ τέχνη, ὁ κῆπος, τά λουλούδια… πολύ σπουδαῖα πράγματα. Ἡ μελέτη τῆς Ἁγίας Γραφῆς, το ἐνδιαφέρον πρός τή θρησκεία, πρός τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ».
Πολλούς αἰῶνες πρίν οἱ γνωσιακοί θεραπευτές κάνουν λόγο για ἀρνητικές «αὐτόματες σκέψεις» καί ἀντίστοιχα συναισθήματα, οἱ πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μας εἶχαν μελετήσει αὐτά τά φαινόμενα, τά ὁποῖα ὀνόμαζαν «λογισμούς». Ὅπως γιά τή σύγχρονη γνωσιακή θεραπεία εἶναι σημαντικό σαν πρῶτο στάδιο νά ἀναγνωρίζει κανείς τίς αὐτόματες σκέψεις καί να μή τίς ἀποδέχεται σάν ἀληθινές, οἱ νηπτικοί πατέρες μιλοῦσαν γιά ἐπαγρύπνηση, ὥστε μόλις ἔρχεται στο νοῦ ἕνας κακός λογισμός νά μη «συγκατατεθοῦμε» πρός αὐτόν, να μή ὑποκύψουμε σ’ αὐτόν μέ τό θέλημά μας, γιατί στή συνέχεια μᾶς κάνει ὅ,τι θέλει, χωρίς ἐμεῖς νά μποροῦμε νά ἐλέγξουμε τήν κατάσταση. Τότε καταλαμβανόμαστε ἀπό τό ἀντίστοιχο «πάθος».
Ὁ γέρων Πορφύριος τό ἐκφράζει αὐτό μέ πολύ ἁπλά λόγια:
«Τό μυστικό εἶναι νά τό προλαβαίνεις. Ἅμα τό ἀφήσεις καί σέ πιάσει, πάει, σ’ ἔπιασε».
Σάν καλός ἀνατόμος τῆς ψυχῆς, ἀναγνωρίζει τά δευτερογενῆ ὀφέλη ἀπό τήν κατάθλιψη, πού μπαίνουν ἐμπόδιο στή θεραπεία καί δημιουργοῦν ἀντιδραστικότητα (ἀντίσταση στή θεραπεία θα ἔλεγε κάποιος ψυχοθεραπευτής).
«Οἱ ἄνθρωποι πού ἔχουν αὐτά τά ἀντιδραστικά, τούς ἀνθρώπους πού γνωρίζουν ἐννοοῦν νά τούς παιδεύουν μέ διάφορα καμώματα».
Μέ αὐτά τά «διάφορα καμώματα» πετυχαίνουν νά ἑλκύουν την προσοχή καί τό ἐνδιαφέρον τῶν γύρω τους. Καί τίς περισσότερες φορές τό κάνουν αὐτό ἀσυνείδητα.
«Γίνεται χωρίς νά τό καταλαβαίνουν», λέει ὁ γέρων Πορφύριος «ὁ διάβολος τό ἐνεργεῖ…δηλαδή αὐτά γίνονται μ΄ ἕναν τρόπο μυστηριώδη».
Γιά νά παραιτηθεῖ κάποιος ἀπό τά δευτερογενῆ ὀφέλη τῆς κατάθλιψης, χρειάζεται νά ἀφήσει κατά μέρος τόν ἐγωϊσμό του καί νά ταπεινωθεῖ, ὥστε νά πάψει νά παιδεύει τούς γύρω του μέ διάφορα καμώματα. Ὁ γέρων Πορφύριος τόνιζε ξανά καί ξανά τή σημασία τῆς ταπείνωσης.
«Τό μεγάλο μυστικό εἶναι ἡ ταπείνωση», ἔλεγε.
Τό ἄτομο, πού λειτουργεῖ ἐγωϊστικά, ἐμμένει πεισματικά νά χρησιμοποιεῖ τήν κατάθλιψή του, με τήν ἔννοια τῆς κλινικῆς νόσου, ὡς πρόσχημα, γιά νά μή κάνει τίποτα. «Ὅταν τοῦ πεῖς κάτι, γιά νά κόψει τό θέλημά του, ἀντιδρᾶ… “Δεν μπορῶ, τό λέει ἡ ἐπιστήμη”». Σέ αὐτό ὁ γέρων Πορφύριος ἀπαντᾶ: «Πές: “ἄς τό λέει ἡ ἐπιστήμη, ἐγώ θά κάνω ὑπακοή στό γέροντα”».
Μιά τέτοια στάση θά δήλωνε μιά μεταβολή ἀπό τό ἄτομο στό πρόσωπο, γιατί ἡ ὑπακοή προϋποθέτει μια προσωπική σχέση μέ τό γέροντα. «Δέν εἶναι εὔκολο πρᾶγμα: πρέπει νά ἔχεις καί τή δύναμη, νά ἀποσπάσεις καί τή χάρη τοῦ Θεοῦ.…Τό πιό μεγάλο εἶναι νά δοθεῖς στήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, στή λατρεία τοῦ Θεοῦ, στήν προσευχή, ἀλλά ὅ,τι κι ἄν κάνεις, ἄν δέν κατορθώσεις νά ἀποκτήσεις ταπείνωση, τίποτα δέν κάνεις».
Τό νά ἀσχοληθεῖ κανείς εἴτε μέ κάτι εὐχάριστο καί δημιουργικό, εἴτε μέ τήν προσευχή, ἔπειτα ἀπό συμβουλή τοῦ γέροντα, εἶναι κάτι πολύ περισσότερο ἀπό μιά ἁπλή τεχνική τοῦ τύπου «νά τό ρίξει κανείς ἔξω» ἤ νά «σκέφτεται θετικά».
Εἶναι κάτι, πού προϋποθέτει μια σχέση ἐμπιστοσύνης πρός τόν γέροντα, καί κατ΄ἐπέκταση μιά σχέση πίστης καί ἀγάπης πρός τόν Θεό. Συνδέεται στενά μέ τήν ταπείνωση, τήν ἐκκοπή τοῦ ἰδίου θελήματος και τήν ὑπακοή στό γέροντα, μέ τά ἱερά μυστήρια τῆς ἐξομολόγησης καί τῆς θείας μετάληψης, καί γενικώτερα μέ τήν ἐνεργό συμμετοχή στή ζωή τῆς Ἐκκλησίας, δηλαδή μέ τήν ἐνεργό συμμετοχή στό σῶμα τοῦ Χριστοῦ, πού δίνει ἕνα νέο νόημα στή ζωή τοῦ ἀνθρώπου.
Ἡ συμμετοχή στό ἐκκλησιαστικό σῶμα καί στά μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας, ἡ ἀμοιβαία συγχώρεση και κατανόηση, εἶναι ὅ,τι γκρεμίζει τά τείχη, πού μᾶς περιχαρακώνουν καί κτίζει γέφυρες ἐπικοινωνίας μεταξύ μας. Ἔτσι ὁ πόνος μας γίνεται πιό ἐλαφρύς καί ἡ χαρά μας μεγαλύτερη, γιατί τά μοιραζόμαστε μεταξύ μας.
Αὐτά συνοψίζονται στίς δύο κύριες ἐντολές, πού μᾶς δίνει ὁ Χριστός: ἀγάπη πρός τόν Θεό, και ἀγάπη πρός τόν πλησίον[3]. Αὐτή ἡ ἀγάπη πρός τόν Θεό καί πρός τον πλησίον, εἶναι αὐτό πού κάνει την καρδιά νά μαλακώνει καί διαλύει το ἀσήκωτο βάρος τῆς κατάθλιψης.

Ειρήνης Μοναχής

Παραπομπές:
1) Ρωμ. (7,15)
2) Ἰωαν. (15,5)
3) Ματθ. (22, 37-39)

Βιβλιογραφία:
Beck, Judith: Εἰσαγωγή στη Γνωστική Θεραπεία. Ἀθήνα, Πατάκης, 2004.
Βιγγοπούλου Μυρσίνης: ᾽Από τήν ᾽Εγώπολη στήν ᾽Εσύπολη. Ἀθήνα, Ἀκρίτας, Στ΄ ἔκδοση, 2007.
Γέροντος Πορφυρίου, ἱερομονάχου: Συνομιλία γιά τήν κατάθλιψη. Ἐκδόσεις «Ἡ Μεταμόρφωσις τοῦ Σωτῆρος», Μήλεσι.
Κλεφτάρα Ἰ.: Ἡ κατάθλιψη σήμερα. Ἀθήνα, Ἑλληνικά Γράμματα,
1998.
Μητροπολίτου Ναυπάκτου και Ἁγίου Βλασίου Ἱεροθέου: “Θεραπευτική Ἀγωγή. Προεκτάσεις στην «Ὀρθόδοξη Ψυχοθεραπεία»”. Λειβαδιά, Ἱερά Μονή Γενεθλίου τῆς Θεοτόκου (Πελαγίας) Ε´ ἔκδοση, 2003.
Μητροπολίτου Περγάμου Ἰωάννου: Ἀνθρωπολογίας Σιτομέτριον. Ἐπιμέλεια ὕλης καί ἐκδόσεως Ἀρχιμ. Χρυσόστομος, Καθηγούμενος Ἱ. Μονῆς Ἁγ. Παρασκευῆς Μαζίου Μεγάρων. Μέγαρα, Εὐεργέτις (ὑπό ἔκδοση).
Μπλούμφιλντ, Χάρολντ Χ. καί Μάκ Γουίλλιαμς, Πῆτερ: Θεραπεύοντας τήν κατάθλιψη. Ἐπιμέλεια: Νέστορος Ἰωάννη. Ἀθήνα, Θυμάρι, 2003.
π. Ἰωάννη Ρωμανίδη: Πατερική Θεολογία, Θεσσαλονίκη, Παρακαταθήκη, 2004.


Λιγότερη στεναχώρια, περισσότερη πίστη



«...μετανοεῖτε καί πιστεύετε ἐν τῷ εὐαγγελίῳ»
(ὁ Κύριος, Μαρ. 1,15)


Ὅσο λιγότερη πίστη ἔχουμε, τόσο περισσότερη εἶναι ἡ στεναχώρια μας. Μιά ἀπό τίς σπουδαιότερες ὠφέλειες τῆς πίστης εἶναι ἡ ἀπελευθέρωση τοῦ ἀνθρώπου ἀπό τίς πολλές στεναχώριες. Ὅσο τό παιδί γνωρίζει πώς ὑπάρχει ὁ πατέρας, πού φροντίζει γιά τό σπίτι καί γιά ὅλες τίς δουλιές τοῦ σπιτιοῦ, κάθε στεναχώρια του τελειώνει γρήγορα μέ τραγούδι. Μόλις ὅμως χαθεῖ αὐτή ἡ αἴσθηση, σωπαίνει τό τραγούδι! Τότε τό παιδί αἰσθάνεται ὀρφανό καί μόνο, περιτριγυρισμένο ἀπό στεναχώριες, αἰσθάνεται περιτριγυρισμένο ἀπό ἕνα σμῆνος σφίγγες. 

Ὅσο περισσότερο ὁ ἄνθρωπος προσπαθεῖ μόνος του, μέ τίς δικές του δυνάμεις νά «ξεφορτώσει» τίς στεναχώριες του, τόσο περισσότερο μπερδεύεται στά δίχτυά τους.Ἡ χαρά σβήνει, τά μαλλιά ἀσπρίζουν, τό σῶμα «ἐξατμίζεται», ὁ θυμός μαζεύεται, μέχρι πού ὁ ἄνθρωπος καταλήγει σάν μία τσάντα ξηροῦ δέρματος γεμάτη θυμό, σκυμμένη πάνω ἀπό τόν τάφο.
Γιά ποιό λόγο ἔχετε τόσες στεναχώριες;

Αὐτό εἶναι τό ἐρώτημα, πού θέτει ὁ Σωτήρας στήν ἀνθρωπότητα πού εἶναι ταραγμένη καί διαμελισμένη σέ κομμάτια ἀπό τίς πολλές στεναχώριες.
- Ποιός ἀπό σᾶς μπορεῖ μέ τό ἄγχος του νά προσθέσει ἕναν πήχη στό ἀνάστημά του; (Ματθ. 6, 27).- Γιά ποιό λόγο ἔχετε τόσες στεναχώριες; Ἐνδέχεται αὔριο τό πρωί ὁ ἥλιος νά μήν ἀνατείλει;

Ἐκεῖνος πού ἀρχίζει νά κατακτᾶ τή σοφία, συνεχίζει, κατηγορεῖ τόν ἑαυτό του. Ὁ σοφός ὅμως εἶναι ἄνθρωπος πού δέν κατηγορεῖ οὔτε τόν ἑαυτό του, οὔτε τούς ἄλλους ἀνθρώπους. «Σοφός ἄνθρωπος», σύμφωνα μέ τόν φιλόσοφο, «εἶναι ἐκεῖνος ὁ ὁποῖος πλήρως παραδόθηκε στά χέρια τοῦ Οἰκουμενικοῦ Νοῦ».

Ὁ Ἠσαΐας ἐξηγεῖ σαφέστερα τήν ἀνθρώπινη πορεία: Ἰδού οἱ δουλεύοντές μοι ἀγαλλιάσονται ἐν εὐφροσύνῃ, ὑμεῖς δέ κεκράξεσθε διά τόν πόνον τῆς καρδίας ὑμῶν καί ἀπό συντριβῆς πνεύματος ὑμῶν ὁλολύξετε (Ἠσαΐας ΞΕ΄, 14). Δηλαδή: - Κοιτάξτε οἱ δοῦλοι μου θά ὑμνοῦν ἀπό τή χαρά πού θά ἔχουν στήν καρδιά καί ἐσεῖς (πού ἐγκαταλείψατε τόν Κύριο), θά κραυγάζετε ἀπό τή λύπη πού θά ἔχετε στήν καρδιά καί θά θρηνεῖτε ἀπό τήν συντριβή τοῦ πνεύματος σας.

Δοῦλος τοῦ Κυρίου, σύμφωνα μέ τόν προφήτη Ἠσαΐα, εἶναι ἐκεῖνος πού ὑπακούει στό θέλημα τοῦ Κυρίου χωρίς νά γογγύζει, χωρίς νά στεναχωριέται καί χωρίς νά φοβᾶται.
Τόν ὡραιότερο λόγο λέει ὁ Κύριος Ἰησοῦς:

- Μάρθα, Μάρθα ἀσχολεῖσαι κι ἀγωνιᾶς γιά τόσα πολλά πράγματα, ἐνῶ ἕνα μόνο χρειάζεσαι.

- Ποιό εἶναι αὐτό τό ἕνα πού χρειάζομαι;

- Πίστη ὅτι ὁ Πατέρας ζεῖ.

Πώς Αὐτός φροντίζει τά πάντα γιά τόν καθένα.

Πώς ὁ γιός (ὁ ἄνθρωπος) δέν μπορεῖ νά καταφέρει τίποτε ἀπό μόνος του.

Γιατί λοιπόν κάθε στεναχώρια σας δέν γίνεται τραγούδι;
Γιατί, ἄν πράγματι πιστεύετε στόν Ἀληθινό, Ἄγρυπνο Πατέρα, τότε θά καταλάβετε πώς ὅλες οἱ κοσμικές στεναχώριες σας εἶναι παράλογες καί ἀνόητες.

Μέ τίς ἀτέλειωτες στεναχώριες σας τό μόνο πού κάνετε εἶναι νά ἀποδεικνύετε τήν ἀπιστία σας στό Θεό.Ἄν ἰσχυρίζεστε ὅτι πιστεύετε στό Θεό καί πάλι τρικλίζετε στά σκοτεινά ἀπό τό φορτίο τῆς στεναχώριας σας, τότε ἡ πίστη σας εἶναι λίγη.

Ἡ ἀπιστία σας δείχνει καθώς νομίζετε, ὅτι ὁ Οἰκοδεσπότης δέν μπορεῖ ἤ δέν θέλει ἤ δέν ξέρει νά φροντίσει τό σπίτι Του καί ἀφήνει τήν φροντίδα τοῦ σπιτιοῦ του στούς δούλους Του. Μέ ποιό τρόπο οἱ δοῦλοι θά σώσουν τό σπίτι, ἄν δέν μπορεῖ νά τό σώσει ὁ Οἰκοδεσπότης;

Πιθανόν θά θελήσετε νά μέ διορθώσετε καί θά πεῖτε: τά παιδιά καί ὄχι οἱ δοῦλοι. Ὅμως ἀληθινά παιδιά εἶναι μόνον ὅσα ἀφήνουν ὅλες τίς στεναχώριες τους, ὅλη τους τή θέληση, ὅλες τους τίς σκέψεις, ὅλη τους τήν καρδιά στόν Πατέρα καί ὑπακοῦν μέ ἀμεριμνησία στή θέλησή Του. Ὅλοι οἱ ὑπόλοιποι εἶναι δοῦλοι χωρίς ἴχνος σοφίας, γιατί δέν μπορεῖ νά ὀνομαστεῖ σοφός αὐτός πού δέν αἰσθάνεται τήν παρουσία τοῦ οὐράνιου Πατέρα. Ὅλοι οἱ ὑπόλοιποι πού δέν ὑπακοῦν στό θέλημα τοῦ Κυρίου, βρίσκονται στό σκοτάδι καί εἶναι γεμάτοι στεναχώριες.

Ἡ πίστη εἶναι ἕνα χέρι δροσιᾶς καί ἀνακούφισης πού ἁπλώνεται στούς κατοίκους τῆς κόλασης. Ὅλα τά ὑπόλοιπα ἐκτόςς ἀπό αὐτό τό χέρι εἶναι πυρακτωμένη φωτιά. Οἱ ἄμυαλοι ἄνθρωποι φορτώνοντας τόν ἑαυτό τους μέ στεναχώριες χύνουν λιωμένο σίδηρο σέ λιωμένο μόλυβδο. Μέ τή φλόγα ὅμως δέν σβήνεται ἡ φλόγα. Γιατί οἱ στεναχώριες εἶναι σάν νά καίγεσαι πάνω σέ λιωμένο μέταλλο. Μονό ἡ πίστη μπορεῖ νά σβήσει αὐτή τή φωτιά.
Μεγάλη πίστη-μικρές στεναχώριες.

Τέλεια πίστη-τέλεια ἀμεριμνησία.

Τέλεια πίστη-τέλεια χαρά.

- Νά αἰσθάνεστε χαρά καί ἀγαλλίαση. (Ματθ. 5, 12).

- Σᾶς τά εἵπα αὐτά, ὥστε ἡ χαρά ἡ δική μου νά εἶναι μέσα σας κι ἡ χαρά σας νά εἶναι ὁλοκληρωμένη (Ἰωάν. 15, 11). 

Ὁ Μωυσῆς ἀκολουθοῦσε τόν Θεό ὅπως τό παιδί τόν πατέρα. Τό ἴδιο καί ὁ Ἀβραάμ καί ὁ Ἰσαάκ καί ὁ Ἰακώβ. Τό ἴδιο καί ὁ Σαμουήλ καί ὁ Δαβίδ. Θυμηθεῖτε πότε δυσκολεύονταν ὁ Μωυσῆς καί ὁ Δαβίδ. Δυσκολεύονταν τότε πού ἔχαναν τήν ἐμπιστοσύνη τους στόν Κύριο καί «φορτώνονταν» ἀτέλειωτες στεναχώριες, βασιζόμενοι στόν ἑαυτό τους καί στίς δυνάμεις τους. Καί ὁ Ἰησοῦς; Δέν ἥταν τό τελειότερο παιδί πού εἵχε πλήρη ἀφοσίωση, ὑπακοή καί ἐμπιστοσύνη στόν Πατέρα;

Τό Εὐαγγέλιο τοῦ Χριστοῦ εἶναι χαρά καί ὄχι λύπη! Ἀνακούφιση καί ὄχι στεναχώρια.
Ἕνα γραμμάριο πίστης ἀξίζει περισσότερο ἀπό ἕνα ὁλόκληρο φορτίο μέ στεναχώριες!

Ὁ χριστιανός πού δέν τό συνειδητοποίησε αὐτό καί δέν τό ἀποδέχτηκε, εἶναι βαπτισμένος μόνο μέ νερό καί ὄχι μέ Ἅγιο Πνεῦμα.

Ὁ ἱερέας πού δέν τό ἀντιλήφθηκε καί δέν τό υἱοθέτησε ὡς ἀρχή «κατρακυλᾶ» σάν πέτρα ἀπό βουνό, γιατί αὐτός εἶναι πού πρέπει νά στηρίζει, νά ἐνθαρρύνει ἄλλους ἀνθρώπους νά σηκωθοῦν.

Ἡ εὐλογία τοῦ Θεοῦ, ἡ εἰρήνη, ἡ ὑγεία ἀκολουθοῦν τόν δοῦλο τοῦ Χριστοῦ πού ἔχει τή δύναμη νά φωνάξει μέ ὅλη τήν ψυχή του:

- Ἀληθινά, περισσότερα καταφέρνει κανείς μέ τήν πίστη παρά μέ τήν στεναχώρια!

«Τήν πᾶσαν ἐλπίδα μου, εἰς σέ ἀνατίθημι, Μῆτερ τοῦ Θεοῦ,
φύλαξόν με ὑπό τήν σκέπην σου».

Ἀπό τό βιβλίο: «ΓΙΑ ΤΗ ΜΕΤΑΝΟΙΑ καί τήν ἐμπιστοσύνη στόν Θεό»
ΕΚΔΟΣΕΙΣ «ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΚΥΨΕΛΗ»
Ἁγίου Νικολάου Ἀχρίδος