.

.

Δός μας,

Τίμιε Πρόδρομε, φωνή συ που υπήρξες η φωνή του Λόγου. Δος μας την αυγή εσύ που είσαι το λυχνάρι του θεϊκού φωτός. Βάλε σήμερα τα λόγια μας σε σωστό δρόμο, εσύ που υπήρξες ο Πρόδρομος του Θεού Λόγου. Δεν θέλουμε να σε εγκωμιάσουμε με τα δικά μας λόγια, επειδή τα λόγια μας δεν έχουν μεγαλοπρέπεια και τιμή. Όσοι θα θελήσουν να σε στεφανώσουν με τα εγκώμιά τους, ασφαλώς θα πετύχουν κάτι πολύ πιό μικρό από την αξία σου. Λοιπόν να σιγήσω και να μη προσπαθήσω να διακηρύξω την ευγνωμοσύνη μου και τον θαυμασμό μου, επειδή υπάρχει ο κίνδυνος να μη πετύχω ένα εγκώμιο, άξιο του προσώπου σου;

Εκείνος όμως που θα σιωπήσει, πηγαίνει με τη μερίδα των αχαρίστων, γιατί δεν προσπαθεί με όλη του τη δύναμη να εγκωμιάσει τον ευεργέτη του. Γι’ αυτό, όλο και πιό πολύ σου ζητάμε να συμμαχήσεις μαζί μας και σε παρακαλούμε να ελευθερώσεις τη γλώσσα μας από την αδυναμία, που την κρατάει δεμένη, όπως και τότε κατάργησες, με τη σύλληψη και γέννησή σου, τη σιωπή του πατέρα σου του Ζαχαρία.

Άγιος Σωφρόνιος Ιεροσολύμων

Δε θα πάψω να σε πολεμώ με τη μετάνοια και την προσευχή...

Ένας νέος, παρασυρμένος από την τρομερή δύναμη της κακής συνήθειας, έπεφτε συχνά σε βαρύ αμάρτημα. Δεν άφηνε όμως τον αγώνα. Ύστερα από κάθε κατρακύλισμα έχυνε πύρινα δάκρυα και προσευχόταν στο Θεό μ’ αυτά τα πονεμένα λόγια:
«Κύριε, σώσε με, είτε θέλω είτε δε θέλω. Εγώ ως χωματένιος που είμαι, τραβιέμαι εύκολα στη λάσπη της αμαρτίας. Συ όμως έχεις τη δύναμη να μ’ εμποδίσεις. Δεν είναι θαυμαστό, Θεέ μου, αν ελεήσεις τον δίκαιο, ούτε αν σώσεις τον ενάρετο, γιατί αυτοί είναι άξιοι να γευτούν την αγαθότητά σου. Σε μένα τον αμαρτωλό δείξε, Κύριε, το έλεος και τη φιλανθρωπία Σου και σώσε με με θαυματουργικό τρόπο, γιατί μ’ όλη την αθλιότητά μου σε Σε μόνο καταφεύγω ο δυστυχής».
Αυτά έλεγε με συντριβή ο νέος και όταν κυριευόταν από το πάθος και όταν ακόμα ήταν ήρεμος. Κάποια φορά που νικήθηκε ύστερα από αγωνιώδη αντίσταση, γονάτισε αμέσως κι επανέλαβε τα ίδια λόγια, χύνοντας ποταμούς δακρύων. Η ακατανίκητη ελπίδα του στη Θεία ευσπλαχνία ερέθισε το διάβολο. Παρουσιάστηκε μπροστά του όλος μανία και του φώναξε:
— Άθλιε, δε νοιώθεις λίγη ντροπή, όταν με τέτοια χάλια τολμάς να προσεύχεσαι και να παίρνεις στο στόμα σου το όνομα του Θεού; Μάθε μια για πάντα πως για σένα δεν υπάρχει σωτηρία.
Ο γενναίος αγωνιστής δε φοβήθηκε, ούτε την ελπίδα του έχασε, όπως περίμενε ο διάβολος.
— Μάθε κι εσύ, του αποκρίθηκε πως το δωμάτιο αυτό είναι σιδηρουργείο. Μια σφυριά δίνεις και μια παίρνεις. Δε θα πάψω να σε πολεμώ με τη μετάνοια και την προσευχή, ώσπου να βαρεθείς να με πολεμάς κι εσύ με την αμαρτία.
— Έτσι λοιπόν; Φώναξε ο διάβολος με κακία. Από δω κι εμπρός παύω να σε πολεμώ, για να μην αυξηθούν τα βραβεία της υπομονής σου. Κι έγινε αμέσως άφαντος.
— Εύγε σου! Έχεις κατάνυξη, του ψιθύριζε καμιά φορά στο λογισμό του ο εχθρός για να τον ρίξει τώρα στην υψηλοφροσύνη.
— Ανάθεμα σε τούτο το καλό, αποκρινόταν με περιφρόνηση ο νέος. Μήπως αρέσει στο Θεό να χάσει ο άνθρωπος την καθαρότητα της ψυχής του με ρυπαρές πράξεις κι ύστερα να κάθεται να κλαίει;

Μετάφραση από το “Πώς αντιμετώπισαν τους σαρκικούς πειρασμούς” 
του Γεώργιου Α. Καλπούζου από τις εκδόσεις “Φωτοδότες”

Το φοβερό προφητικό κήρυγμα του Ιωνά στους Νινευίτες




Ιωνάς και Νινευίτες.

Ο ΠΡΟΦΗΤΗΣ Ιωνάς, αφού σώθηκε από τα δόντια του κήτους και βγήκε από τη θάλασσα, άρχισε να κηρύσσει στους κατοίκους της Νινευή, που ήταν ειδωλολάτρες. Αρχισε να τους κηρύσσει μετάνοια, όπως τον είχε προστάξει ο Θεός. Τους συμβούλευε να μετανοήσουν, γιατί αλλιώς σε τρεις μέρες η μεγάλη πόλη Νινευή θα καταστρεφόταν!
Το φοβερό προφητικό κήρυγμα ξάφνιασε τους Νινευίτες. Κατατρόμαξε την κυρίαρχη εκείνη πολιτεία, τη συγκλόνισε απ’ άκρη σ’ άκρη. Κομμάτιασε τις καρδιές και του λαού και των αρχόντων, γιατί κατέστρεφε την πόλη τους και κάθε τους ελπίδα. Ακουσαν την προφητική φωνή οι βασιλιάδες και ταράχθηκαν. Τόσο ταπεινώθηκαν, που πέταξαν τα στέμματά τους και πόθησαν τη μετάνοια. Την άκουσαν οι άρχοντες, και θορυβήθηκαν. Έβγαλαν τα λαμπρά φορέματά τους κι έβαλαν τρίχινα και ταπεινά. Την άκουσαν οι γεροντότεροι, κι έχωσαν από συντριβή τα κεφάλια τους μες στη στάχτη. Την άκουσαν οι πλούσιοι, κι αμέσως άνοιξαν τους θησαυρούς τους στους φτωχούς. Την άκουσαν οι δανειστές, και ξέσχισαν αμέσως τα γραμμάτιά τους. Την άκουσαν οι οφειλέτες, κι έτρεξαν να ξοφλήσουν τα χρέη τους. Την άκουσαν οι κλέφτες, κι έδιναν πίσω βιαστικά τα κλοπιμαία στους δικαιούχους. Την άκουσαν όμως και οι δικαιούχοι, και προσποιούνταν πως τα κλεμμένα δεν ήτανε δικά τους, αφήνοντάς τα όλα στους κλέφτες.
Την άκουσαν οι φονιάδες, και εξομολογούνταν τα εγκλήματά τους, καταφρονώντας πια το φόβο των δικαστών. Την άκουσαν όμως και οι δικαστές, και τους συγχώρεσαν, γιατί μέσα σ’ εκείνη την απερίγραπτη συγκίνηση κανείς δεν είχε τη δύναμη να δικάσει. Την άκουσαν οι αμαρτωλοί, και εξομολογήθηκαν τις κακές τους πράξεις. Την άκουσαν οι δούλοι, κι έγιναν με το παραπάνω τίμιοι απέναντι στους αφέντες τους. Την άκουσαν οι πλούσιοι και οι επίσημοι, και έριξαν την έπαρσή τους. Κοντολογίς, άρχισε ο καθένας να φροντίζει για τη σωτηρία του και να παρακαλεί το Θεό. Δεν υπήρχε πια κανείς που να θέλει το κακό του άλλου. Όλοι τώρα είχαν ένα μονάχα πόθο: Πώς να κερδίσουν την ψυχή τους. Και όλοι έσπερναν φιλανθρωπία για να θερίσουν τη συγχώρηση!
Ο προφήτης Ιωνάς στάλθηκε σαν γιατρός στη Νινευή. Και ο γιατρός ανοίγει τις πληγές και τις καθαρίζει με φάρμακα στυπτικά. Σαν νυστέρι χρησιμοποίησε τη φοβερή φωνή του. Δεν τους κάλεσε να μετανοήσουν. Τους έκλεισε τελείως τη θύρα της ελπίδας, για να φοβηθούν και να σταματήσουν τα κακά, που γεννούν τις ψυχικές αρρώστιες. Γιατί η χάρη του Θεού δεν έστειλε τον Ιωνά στην πόλη για να την καταστρέψει, μα για να τη μεταστρέψει.
Ακουσε λοιπόν η Νινευή την προειδοποίησή του, και με νηστείες και προσευχές επέστρεψε στο σωστό δρόμο της ζωής, δείχνοντας πόσα κατορθώνει η καταφυγή στο Θεό. Γιατί αυτή άλλαξε την από­φασή Του. 
Σταμάτησαν τα πολυτελή δείπνα των αρχόντων… Αλλά τί λέω; Αφού τα βρέφη τους έπαψαν να θηλάζουν, ποιός θα ’ταν εκείνος που θ’ αναζητούσε την απόλαυση των νόστιμων φαγητών; Αφού στα ζώα τους δεν έδιναν νερό, ποιός απ’ αυτούς θα έπινε κρασί; Αφού ο βασιλιάς φόρεσε τρίχινο σάκκο, ποιός θα ντυνόταν με πολύτιμη φορεσιά; Αφού έβλεπαν τις γυναίκες του δρόμου να σωφρονούν, ποιός θα έκανε γάμο ή θα πάντρευε τα παιδιά του; Αφού οι ακατάστατοι συμμαζεύονταν από το φόβο, από ποιό στόμα θά ’βγαινε γέλιο; Αφού όλοι έκλαιγαν και πενθούσαν, ποιός θα διασκέδαζε; Αφού οι κλέφτες αυτοτιμωρούνταν για τις κλοπές τους, πού θα βρισκόταν καταχραστής; Αφού η πόλη χανόταν, ποιός θα φύλαγε το σπίτι του;
Το χρυσάφι ήταν ριγμένο καταγής, και όλοι το περιφρονούσαν. Ανοιχτά ήταν τα θησαυροφυλάκια, και κανείς δεν τα πλησίαζε. Οι ακόλαστοι έκλειναν τα μάτια τους, για να μη δουν με πόθο τις ομορφιές των γυναικών. Και οι γυναίκες κρύβονταν για να μη σκανδαλίζουν τους άνδρες. Ο καθένας κοίταζε να ωφελήσει τον διπλανό του και να ωφεληθεί κι ο ίδιος, για να σωθούν στο τέλος όλοι. Ο καθένας παρακινούσε τον άλλο σε προσευχή και εξομολόγηση. Ο καθένας πρόσεχε να μην αμαρτήσει κανείς τους. Έτσι ολόκληρη η πόλη έγινε σαν ένα σώμα. Δεν προσευχόταν εκεί κανένας να σωθεί μονάχος του, αλλά ικέτευε για τη σωτηρία όλων. Γιατί όλοι, σαν ένας άνθρωπος, κινδύνευαν απ’ τον αφανισμό και την καταστροφή. Οι δίκαιοι παρακαλούσαν για τους αμαρτωλούς. Και οι αμαρτωλοί φώναζαν στο Θεό ν’ ακούσει τους δικαίους.
Συμμάζεψε το νου σου, αδελφέ μου, και δες πως όλοι μαζί ζούσαν μέσα σε βαρύ πένθος. Το σπαραξικάρδιο κλάμα των νηπίων έκανε όλη την πόλη να οδύρεται. Το ξεφωνητό των παιδιών ξέσχιζε τις καρδιές των γονιών. Οι γέροι μαδούσαν τα μαλλιά τους. Κι οι νέοι, βλέποντάς τους, θρηνολογούσαν με κραυγές. Γιατί όλοι έβλεπαν να πεθαίνουν μαζί την ίδια στιγμή, θάβοντας ο ένας τον άλλο. Πρωί και βράδυ μετρούσαν τις ημέρες που απόμεναν από την προθεσμία του Ιωνά… Αλλη μια μέρα πέρασε! Ελάχιστες είχαν ακόμα! Πλησίαζε η καταστροφή! Τα παιδιά ρωτούσαν τους πατεράδες με δάκρυα: «Πέστε μας, ποιά είν’ η ώρα που ο Εβραίος όρισε να κατεβούμε όλοι μαζί ζωντανοί στον άδη; Πότε θ’ αφανιστεί η ωραία μας πόλη; Ποιά είν’ η μέρα της καταστροφής μας;”. Κι οι πατεράδες, με κόπο, συγκρατώντας το κλάμα τους, για να μην απελπίσουν τα παιδιά τους και τα στείλουν στον τάφο μια ώρα αρχύτερα, τους έλεγαν παρηγορητικά: “Μη φοβάστε, αγαπημένα μας. Έχετε θάρρος. Ο Κύριος είναι πολύ φιλάνθρωπος. Δεν θα εξαφανίσει το πλάσμα Του. Αν ένας ζωγράφος φροντίζει και συντηρεί με κάθε επιμέλεια την άψυχη εικόνα που φιλοτεχνεί, δεν θα φυλάξει ο Κύριος την έμψυχη και λογική εικόνα Του; Όχι, δεν θα καταστραφεί η πόλη μας! Απλά ο προφήτης, με την απειλή, μας καλεί σε μετάνοια. Εσείς, παιδιά μας, πόσες φορές φάγατε ξύλο από μάς; Είδατε την ωφέλεια της φοβέρας; Με την τιμωρία γίνατε πιο σοφοί και συνετοί. Σαν πατέρας λοιπόν και ο φιλάνθρωπος Θεός σηκώνει το ραβδί Του, για να φοβίσει και να σωφρονίσει τους γιούς Του. Παιδεύει μα δεν θανατώνει. Συνετίζει και οδηγεί στη μετάνοια… Παρηγορηθείτε, παιδιά, και σταματήστε να κλαίτε. Δεν θ’ αφανιστεί η πόλη μας…”.
Και να που οι Νινευίτες, παρηγορώντας με τέτοια λόγια τα παιδιά τους, προφήτευαν χωρίς να το θέλουν. Έγιναν αληθινοί προφήτες. Η μετάνοια τους έκανε προφήτες. Εκείνοι, ωστόσο, δεν το ήξεραν. Γι’ αυτό και δεν σταμάτησαν να κλαίνε και να πενθούν. Με αυστηρή νηστεία και με αδιάκοπες προσευχές περνούσαν τις λίγες μέρες της προθεσμίας ως την καταστροφή, που τους είχε αναγγείλει ο προφήτης.
Βγήκε ο βασιλιάς απ’ το παλάτι του, και η πόλη ολόκληρη ζάρωσε από το φόβο της, βλέποντάς τον ντυμένο με τρίχινο σάκκο. Είδε κι ό βασιλιάς την πόλη βυθισμένη στο θρήνο, και βούρκωσαν τα μάτια του. Έκλαψε η πόλη για το βασιλιά, όταν είδε τη συντριβή του. Έκλαψε κι ο βασιλιάς για την πόλη, όταν είδε το πένθος της. Κι ήταν τόσο το κλάμα, τόσος ο οδυρμός του, που έκανε και τις πέτρες να ραγίζουν.
Αν τώρα παραβάλουμε τη μετάνοια των Νινευϊτών με τη δική μας, αυτή μοιάζει με όνειρο και σκιά, που φεύγει και χάνεται γρήγορα. Ποιός από μας προσευχήθηκε έτσι; Ποιός παρακάλεσε με τέτοιο τρόπο; Ποιός ταπεινώθηκε τόσο αφάνταστα ενώπιον του Θεού; Ποιός έβγαλε από πάνω του τις φανερές και κρυφές του πράξεις; Ποιός, στο άκουσμα μιας απλής φωνής, μετανόησε τόσο πολύ για τις αμαρτίες του, που ένιωσε την καρδιά του να ραγίζει από την πολλή συντριβή; Ποιός άκουσε ένα λόγο και θόλωσε ο νους του; Ποιός άκουσε μιαν απειλή και στερέωσε μέσα του τη μνήμη του θανάτου; Ποιός αντίκρυσε με τη μετάνοια μπροστά του τον φιλάν­θρωπο Θεό;
Όλοι μαζί λοιπόν πενθούσαν, γιατί όλοι άκουσαν πως οι μέρες τους τελείωναν μια για πάντα. Ζωντανή κλήθηκε όλη η πόλη να κατεβεί στον άδη! Ο βασιλιάς συγκέντρωσε το στρατό του κι άρχισε με δάκρυα στα μάτια να τους λέει: “Σε πόσους πολέμους νίκησα! Και πόσες φορές δοξαστήκατε κι εσείς μαζί μου, πολεμώντας γενναία εναντίον των εχθρών! Τώρα όμως δεν έχουμε να κάνουμε συνηθισμένο πόλεμο. Νικήσαμε πολλά έθνη και λαούς, μα σε τούτη την περίσταση κινδυνεύουμε να νικηθούμε από έναν άσημο Εβραίο! Η βροντερή φωνή μας τρόμαξε στρατηγούς και βασιλιάδες, και τώρα η φωνή αυτού του ασήμαντου ανθρώπου μας προξενεί τόση φρίκη! Εμείς ερημώσαμε τόσες πόλεις, και τώρα μέσα στη δική μας πόλη κυριαρχεί ένας ξένος! «Η Νινευή, η μάνα των γιγάντων, έπεσε σε τέτοια ταραχή μέσα στα ίδια της τα τείχη από την παρουσία ενός Εβραίου! Στην οικουμένη ολόκληρη βρυχιόταν η φοβερή λέαινα, η Νινευή. Και τώρα ένας Ιωνάς βρυχιέται εναντίον της! 
«Ας μην αδρανήσουμε, φίλοι μου, στη δύσκολη αυτή στιγμή, ούτε και να χαθούμε σαν άνανδροι και δειλοί. Γιατί όποιος υπομένει με ανδρεία τον πειρασμό, κερδίζει δυο πράγματα: Και όσο ζει δοξάζεται, και αφού πεθάνει επαινείται σαν ανδρείος και γενναίος αθλητής. 
Ας δυναμώσουμε λοιπόν και ας αντισταθούμε γενναία. Ας αγωνιστούμε μ’ όλη μας τη δύναμη. Έτσι, κι αν δεν νικήσουμε, ας πεθάνουμε ηρωικά, αφήνοντας πίσω μας δοξασμένο όνομα. «Έχουμε ακούσει, πως η δικαιοκρισία του Θεού απειλεί τους κακούς και τους οδηγεί σε συναίσθηση, ενώ η φιλανθρωπία Του χαρίζει σωτηρία.
Ας φοβηθούμε λοιπόν τη δικαιοκρισία Του και ας αυξήσουμε την ευσπλαχνία Του. Αν εξιλεωθεί η δικαιοκρισία του Θεού, το πλήθος των οικτιρμών Του θα είναι μαζί μας. 
«Ας μην καταφρονήσουμε τον Ιωνά. Ας μην παρακολουθούμε το κήρυγμά του επιπόλαια. Μπροστά σε όλους τον ρώτησα επανειλημμένα, για να δοκιμαστούν τα λόγια του. Τον κολάκεψα, μα δεν τον έπεισα. Τον φοβέρισα, μα δεν τον έκανα να δειλιάσει. Του πρόσφερα πλούτη, αλλά με περιγέλασε. Τον απείλησα με το σπαθί, και το ειρωνεύτηκε. Ούτε οι απειλές ούτε τα δώρα χαλάρωσαν το φρόνημά του. ”Ο λόγος του έγινε για μας καθρέφτης. Είδαμε να κατοικεί μέσα του ο Θεός και ν’ απειλεί τις πονηρές πράξεις μας. Ήρθε σ’ εμάς σαν ένας ευσυνείδητος γιατρός, που λέει πάντα στον άρρωστο την αλήθεια. Δεν διστάζει να πει ότι χρειάζεται χειρουργική επέμβαση. «Ποιός θα μπορούσε να χαρακτηρίσει ψεύτη αυτόν που προφητεύει συμφορά; Αν ήταν ψεύτης, θα μας μιλούσε διπλωματικά και με επιφανειακή ευγένεια. Αν διαλαλούσε πως θα έχουμε νίκες και ειρήνη, τότε θα τον υποπτευόμασταν σαν κάποιον αισχροκερδή, που προφητεύει δήθεν καλά για μας, αποβλέποντας σε δώρα και απολαυές. Αυτός εδώ όμως ούτε λίγο ψωμάκι δεν δέχεται από τα χέρια μας. Νηστεύει και προσεύχεται. Ίσως φιλοδοξεί να καταστραφεί η πόλη μας, για να μη διαψευσθεί το κήρυγμά του. Ε λοιπόν, κι εμείς με νηστεία και προσευχή ας του εναντιωθούμε, γιατί δεν είν’ εκείνος που αμάρτησε, αλλά εμείς. Την πόλη μας, φίλοι μου, δεν την καταστρέφει ο προφήτης. Την καταστρέφουν τα άνομα έργα μας. Εχθρός μας δεν είν’ ο Ιωνάς. Έχουμε άλλον εχθρό, αόρατο, πανούργο. Μ’ αυτόν πρέπει να πολεμήσουμε γενναία. Έχουμε ακούσει για τ’ αγωνίσματα του δίκαιου Ιώβ. Γνωστή είναι η δοκιμασία του, που κήρυξε σαν σάλπιγγα σ’ όλη την οικουμένη τη νίκη του εναντίον του διαβόλου. Αν λοιπόν ο διάβολος πολε­μάει τόσο σκληρά τους δικαίους, πόσο θα πολεμήσει άραγε εμάς, τους αμαρτωλούς; Εμείς νικήσαμε βασιλιάδες στον πόλεμο. Ας νικήσουμε τώρα το σατανά με τη μετάνοιά μας. Εμπρός, ας αναμετρηθούμε μαζί του! Βγάλτε τους θώρακες και βάλτε σάκκους τρίχινους! Πετάξτε τα τόξα και τρέξτε στις προσευχές! Αφήστε τα σπαθιά κι αρπάξτε την πίστη! Σπάστε τα βέλη και πιάστε τη νηστεία!… Αν νικήσουμε το σατανά, θα είν’ η νίκη μας η μεγαλύτερη απ’ όλες μέχρι τώρα. Και όπως έμπαινα εγώ πρώτος στους άλλους πολέμους, έτσι και σε τούτον τώρα μπαίνω πρώτος”.
Μ’ αυτά τα λόγια, πέταξαν τους χιτώνες τους οι στρατιωτικοί κι έβαλαν σάκκους, όπως ο βασιλιάς. Κι ήταν ντυμένοι όλοι τώρα ταπεινά, αυτοί που πάντα ήταν λαμπροφορεμένοι. Σκόρπισε κήρυκες ο βασιλιάς, που καλούσαν όλη την πόλη σε μετάνοια, φωνάζοντας: “Να εγκαταλείψει ο καθένας την κακία του, για να μην πληγωθεί και σκοτωθεί σ’ αυτόν τον πόλεμο. Ο άρπαγας να επιστρέψει αυτά που άρπαξε. Ο άσωτος να σωφρονιστεί. Ο οργίλος να γίνει πράος. Κανένας να μη μνησικακεί. Κανένας να μην καταριέται. Κανένας να μην κακοκαρδίζει ούτε να κακολογεί τον άλλον. Αν εμείς συγχωρέσουμε τα σφάλματα των συνανθρώπων μας, τότε και ο Θεός θα συγχωρέσει τα δικά μας σφάλματα. Εμπρός λοιπόν, ας οπλιστούμε με νηστείες και προσευχές κι ας αγωνιστούμε όλοι μαζί με ανδρεία και γενναιότητα για τη σωτηρία μας”.
Με το διάγγελμα αυτό ο βασιλιάς έφερε στο λαό του την αγάπη, την πίστη και την ελπίδα, που έχουν πολλή δύναμη και προσφέρουν ανακούφιση και χαρά. Έτσι ο γιός του γενναίου γίγαντα Νεβρώδ εγκατέλειψε τα κυνήγια και, αντί γι’ άγρια ζώα, άρχισε να κυνηγάει και να χτυπάει τα πάθη του. Αντί για αγρίμια, έσφαξε τις αισχρές αμαρτίες. Αφήνοντας τα έξω θηρία, πολεμούσε την πονηριά που είχε μέσα του. Κατεβαίνοντας από το καταστόλιστο άρμα του, τριγυρνούσε με τα πόδια στην πόλη και καλούσε όλους σε μετάνοια. Απ’ άκρη σ’ άκρη διέσχιζε τη Νινευή και πάσχιζε να την καθαρίσει απ’ τη βρωμιά της αμαρτίας.
Βλέπει ο Ιωνάς αυτή την απίστευτη μετάνοια και τα χάνει. Θαυμάζει τους Νινευϊτες και ταυτόχρονα πενθεί για τους Ισραηλίτες. Είδε τους απογόνους της Χαναάν να δικαιώνονται με την πίστη, και τους απογόνους του Αβραάμ να έχουν προδώσει το Θεό. Είδε τη Νινευή να μετανοεί πικρά, και τη Σιών να πορνεύει με μανία. Είδε αμαρτωλές της Νινευή να σωφρονούν, και θυγατέρες του Ιακώβ να ασωτεύουν. Είδε στη Νι­νευή ψεύτες να κηρύσσουν την αλήθεια, και στη Σιών ψευδοπροφήτες να παρασύρουν με δόλο το λαό στην ειδωλολατρία. Στη Νινευή τα είδωλα γκρεμίστηκαν στα φανερά, ενώ στην Ιερουσαλήμ λατρεύονταν στα κρυφά. Η Νινευή έγινε ναός και εκκλησία του Θεού, ενώ των Ιεροσολύμων ο ναός κατάντησε σπήλαιο ληστών.
Βλέπει ο Ιωνάς τους Νινευϊτες να είναι πιο μυαλωμένοι και θεοσεβείς. Κι ενώ ο ίδιος με την απειλή του τους έκοβε την ελπίδα, η νηστεία τους την πολλαπλασίαζε και τους υποσχόταν ζωή. Βλέπει ο προφήτης τη μετάνοια και φοβάται μήπως βγει ψεύτικο το κήρυγμά του. Αυτός μετράει τις μέρες και τις νύχτες ως την καταστροφή, ενώ οι Νινευϊτες μετρούν τις αμαρτίες τους. Στέκονται στο στόμα του θανά­του και τρέμοντας χτυπούν τις πύλες του άδη, περιμένοντας τη δίκαιη οργή του Θεού, μα δεν παύουν να ελπίζουν και στο άπειρο έλεός Του. Αισθάνονται πως ο Θεός είναι πολυέλεος και δείχνει την αγάπη και την ευσπλαχνία Του σ’ όσους μετανοούν. Νιώθουν πως ο προφήτης είναι σκληρός, ενώ ο Θεός φιλάνθρωπος. Γι’ αυτό αφήνουν τον σκληρό και καταφεύγουν στον Εύσπλαχνο. Σ’ Εκείνον, που σηκώνει το ραβδί
Του για να φοβερίσει και όχι για να συντρίψει, για να παιδαγωγήσει και όχι για να θανατώσει.
Συνέχεια λοιπόν νήστευαν και αδιάκοπα παρακαλούσαν. Δεν στέγνωσαν τα μάτια τους απ’ της μεταμέλειας τα δάκρυα. Δεν κουράστηκε η γλώσσα τους να εκλιπαρεί το θείο έλεος. Με τη μετάνοια έδεσαν τη νηστεία και με τη νηστεία την καθαρότητα και τη σωφροσύνη.
Όταν η χάρη του Θεού είδε αυτά τα πράγματα, σπλαχνίστηκε τους Νινευϊτες κι έστειλε πάνω τους τη δροσιά της ζωής και της συμπάθειάς Του. Γιατί ο Κύριος, ως φιλάνθρωπος και αγαθός και μακρόθυμος που είναι, δεν θέλει το θάνατο του αμαρτωλού, αλλά την επιστροφή και τη μετάνοια και τη σωτηρία του.
Έφτασε όμως και η μέρα της γενικής καταστροφής τους. Και γέμισε κλάματα η πολιτεία. Το χώμα της γης από την πλημμύρα των δακρύων είχε γίνει σαν πλίθρα. Σήκωσαν οι πατεράδες τα παιδιά τους, για να θρηνήσουν μαζί τον πικρό τους θάνατο. Γέροντες και γερόντισσες πήγαν να κλάψουν στους τάφους, όπου κανένας δεν υπήρχε ούτε για να θάψει ούτε για να θαφτεί. Οι θρηνητικές κραυγές όλων υψώθηκαν ως τους ουρανούς. Ο ένας ρωτούσε τον άλλο με αγωνία: “Ποιά νά ’ναι η ώρα, που όρισε ο Θεός να κατεβούμε όλοι μαζί στον άδη; Με ποιό τρόπο θα έρθει ο θάνατος;…”.
Κόντευε να βραδιάσει. Στάθηκαν οι Νινευϊτες στη θέση του θανάτου και, κρατώντας ο ένας το χέρι του άλλου, θρηνούσαν όλοι για όλους. Αναρωτιόντουσαν, σε ποιά στιγμή θ’ ακουγόταν η φωνή του εξολοθρεμού τους. Νόμιζαν πως το βράδυ θα καταστρεφόταν η πόλη. Περίεργο, όμως! Έφτασε το βράδυ, και δεν είχαν πάθει τίποτα. Ύστερα νόμισαν ότι τη νύχτα θα παραδοθούν στο χάος. Μα και η νύχτα πέρασε, και πάλι τίποτα! Περίμεναν, τέλος, πως θα χαθούν εξάπαντος το πρωί. Να, όμως, που το πρωί ήρθε, και το κακό δεν έγινε!…
Ε, τώρα πια όλα άλλαξαν! Την ώρα που νόμιζαν πως δεν θα υπάρχουν, η ελπίδα τους έγινε βεβαιότητα και η βεβαιότητα χαρά. Η ατμόσφαιρα, από σκυθρωπή, έγινε λαμπρή και γιορταστική. Όλοι μαζί, με συγγενείς και φίλους, δεν ήξεραν πώς να εκφράσουν τη χαρά τους, πώς να δοξάσουν το Θεό, που τους ελέησε, που δέχτηκε τη μετάνοιά τους.
Ο Ιωνάς στεκόταν και παρακολουθούσε από μακριά, γεμάτος φόβο μην αποδειχθεί ψεύτης. Μα η προσδοκία του δεν πραγματοποιήθηκε. Γιατί ο αγαθός Θεός, βλέποντας τα δάκρυα της μετάνοιας των Νινευϊτών, τους σπλαχνίστηκε και ξαναζωντάνεψε τη νεκρή πόλη. Γιατί, αν και δεν είχαν πεθάνει, όμως, με το να περιμένουν έναν τόσο σύντομο και κακό θάνατο, είχαν γίνει σαν νεκροί. Τώρα τους ζωοποίησαν η ελπίδα κι η χαρά, γιατί είδαν τη θεϊκή οργή να έχει μεταβληθεί σε έλεος. Γονάτισαν λοιπόν σε προσευχή και, με τα χέρια υψωμένα στον ουρανό, ευχαριστούσαν το Θεό, που τους έσωσε απροσδόκητα από το θάνατο και με την ευσπλαχνία Του τους χάρισε τη ζωή.
Ο Ιωνάς όμως, βλέποντας ότι, με το να σωθούν οι Νινευϊτες, βγήκε ψεύτης, ήταν υπερβολικά λυπημένος. Όταν τον είδαν σ’ αυτή την κατάσταση, άρχισαν να τον καλοπιάνουν και να του λένε: “Μη λυπάσαι, Ιωνά. Να χαίρεσαι, γιατί εξαιτίας σου βρήκαμε καινούργια ζωή. Εξαιτίας σου γνωρίσαμε το Θεό, τον πλάστη και δημιουργό μας. Μη φοβάσαι, δεν φάνηκες ψεύτης, γιατί καταστράφηκε η κακία μας και οικοδομήθηκε η πίστη μας. Με την υπόδειξή σου βρήκαμε τη μετάνοια και απολαύσαμε ό,τι χρειαζόταν για τη σωτηρία μας, από τους θησαυρούς της ευσπλαχνίας του Θεού. Πες μας, Ιωνά, τί θα ωφελούσε αν είχε καταστραφεί η πόλη μας; Αν είχαμε πεθάνει όλοι; Τί είχες να κερδίσεις, γιέ του Αμαθεί, αν μας είχε καταπιεί όλους ο άδης; Λυπάσαι εσύ, που μας θεράπευσες από τα κακά; Εμείς σ’ ευχαριστούμε μάλλον ως ευεργέτη. Γιατί λοιπόν αναστενάζεις; Επειδή κοπίασες για να έρθει η πόλη όχι στην καταστροφή, αλλά στη θεογνωσία; Και γιατί πενθείς; Επειδή σωθήκαμε με τη μετάνοια; Μα εσύ τώρα έχεις στεφανωθεί. Και αυτό πρέπει να σε γεμίζει χαρά. Χαροποίησες τους αγγέλους στα επουράνια. Πρέπει να χαρείς κι εσύ στη γη, αφού κι ο ίδιος ο Θεός χαίρεται τώρα για μας…”.
Ας δοξάσουμε κι εμείς το Θεό, που μας παρέχει παράδειγμα μετάνοιας και αρραβώνα σωτηρίας μέσω των Νινευϊτών. Γιατί όπως έσωσε τότε εκείνους με τον Ιωνά, έτσι τώρα και πάντοτε σώζει το λαό Του με τον Υιό Του τον μονογενή και καταργεί τον ισραηλιτικό λαό, την άκαρπη συκιά, που εμποδίζει τα έθνη να σώζονται από τους καρπούς της μετάνοιας στο όνομα του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, στον Οποίο ανήκει η δόξα και η δύναμη, μαζί με τον Πατέρα και το Αγιο Πνεύμα, τώρα και πάντοτε και στους αιώνες των αιώνων. 
Αμήν.

«Η ΦΩΝΗ ΤΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ (14): «Ιωνάς και Νινευίτες» Ιερά Μονή Παρακλήτου, Ωρωπός Αττικής

http://www.alopsis.gr

Συγκλονιστικά επίκαιρο μύνημα από τον Παπουλάκο...




"Εἶναι ντροπή μας, ἕνα γένος ποὺ μὲ τὸ αἷμα του πύργωσε τὴ λευτεριά του, ποὺ περπάτησε τὴ δύσκολη ἀνηφοριά, νὰ παραδεχτῆ πὼς δὲν μπορεῖ νὰ πορπατήσει στὸν ἴσιο δρόμο ἅμα εἰρήνεψε, κι ὅτι δὲν ξέρουμε ἐμεῖς νὰ συγυρίσουμε τὸ σπίτι, ποὺ μὲ τὸ αἷμα μᾶς λευτερώσαμε, ἀλλὰ ξέρουν νὰ τὸ συγυρίσουν ἐκεῖνοι ποὺ δὲν πολέμησαν, ἐκεῖνοι ποὺ δὲν πίστευαν στὸν ἀγώνα, ἐκεῖνοι ποὺ πᾶνε νὰ μᾶς ἀποκόψουνε ἀπὸ τὸν Χριστό, καὶ πασχίζουνε νὰ μᾶς ρίξουνε στὴ σκλαβιὰ ἄλλων ἀφεντικῶν, ποὺ 'ναι πιὸ δαιμονισμένοι ἀπὸ τοὺς Τούρκους"

Παπουλάκος (+18/01/1861)

Ερωτήσεις... και απαντήσεις...

Τι είναι η Εξομολόγηση; 

Η Εξομολόγηση είναι ένα από τα βασικά μυστήρια της Εκκλησίας. Μας δίνει τη δυνατότητα να «συμφιλιωθούμε» με τον Θεό, να εξετάσουμε την πίστη και τη ζωή μας και να εξασφαλίσουμε πνευματική υγεία. Είναι πράξη μετανοίας. Και μετάνοια σημαίνει αλλαγή του εαυτού μας, στροφή, μεταμόρφωση. Όταν αμαρτάνουμε απομακρυνόμαστε από τον Θεό. Όταν όμως μετανοούμε, ομολογούμε τις αμαρτίες μας και ζητάμε συγχώρεση, επιστρέφουμε σ' Αυτόν. 
Η Εξομολόγηση μας απαλλάσσει από το βάρος της αμαρτίας. Επιπλέον μας δίνει την ευκαιρία να συζητήσουμε τους βαθύτερους προβληματισμούς μας, να δεχτούμε συμβουλές και να ενισχυθούμε πνευματικά. 

Πώς καθιερώθηκε; Μήπως πρόκειται για πρόσφατη επινόηση των κληρικών; 

Το μυστήριο καθιερώθηκε από τον ίδιο τον Χριστό. Αυτός έδωσε στους Αποστόλους την εξουσία να συγχωρούν αμαρτίες (Ιω. 20,23). Στη συνέχεια οι Απόστολοι μετέδωσαν το χάρισμα αυτό στους επισκόπους και τους πρεσβυτέρους της Εκκλησίας. Έτσι, μέσω της κανονικής χειροτονίας διαιωνίζεται. 

Είναι απαραίτητη η Εξομολόγηση για όλους; 

Μόνο ένας αναμάρτητος δε χρειάζεται Εξομολόγηση. Ο άγιος Ιωάννης ο Θεολόγος γράφει ότι όποιος θεωρεί τόν εαυτό του αναμάρτητο βρίσκεται σε πλάνη και μακριά από την αλήθεια (Α' Ιω. 1, 8). Αλλά και ο μόνος αναμάρτητος, ο Χριστός, δέχτηκε τό βάπτισμα της μετανοίας από τόν Πρόδρομο και έδειξε την αναγκαιότητα του μυστηρίου. Γι' αυτό η Εξομολόγηση αποτελεί αναπόσπαστο στοιχείο της ορθόδοξης χριστιανικής ζωής. 

Ποιος μπορεί νά εξομολογεί; 

Όπως προαναφέραμε, η Εξομολόγηση γίνεται σε έναν πνευματικό. Δηλαδή σε ιερέα ο οποίος έχει επιλεγεί ειδικά γι' αυτό το έργο. Χρειάζεται βέβαια να επικοινωνήσουμε μαζί του για να μας ορίσει τον χρόνο και τον τόπο, εκτός και αν εξομολογεί σε καθορισμένες τακτικές ημέρες και ώρες, οπότε δεν είναι απαραίτητη η προηγούμενη συνεννόηση. 

Και ο πνευματικός έχει αμαρτίες! 

Ο πνευματικός δε συγχωρεί τις αμαρτίες μας με τη δική του αγιότητα ή δύναμη, αλλά με τη χάρη που του δόθηκε από τον Θεό· αυτός μεσολαβεί μόνο. Τις δικές του αμαρτίες φροντίζει να τις εξομολογείται και αυτός σε κάποιον άλλον πνευματικό. 


ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΗ 

Που γίνεται η Εξομολόγηση; 

Συνήθως η Εξομολόγηση γίνεται στο ναό. Μπορεί όμως να γίνει και σε κάποιο παρεκκλήσι ή άλλον χώρο. 

Πώς γίνεται; 

Καθόμαστε αντικρίζοντας τις εικόνες και με την προτροπή του πνευματικού εξομολογούμαστε τις αμαρτίες μας. Μπορούμε επίσης να συμβουλευτούμε τον πνευματικό γιά κάποιο θέμα που μας απασχολεί. Όταν ολοκληρώσουμε την εξομολόγηση γονατίζουμε και ο πνευματικός βάζοντας το πετραχήλι (σύμβολο της ιερατικής λειτουργίας του) πάνω στό κεφάλι μας ζητά από τον Θεό την άφεση των αμαρτιών μας. Φεύγοντας ασπαζόμαστε τό πετραχήλι και το χέρι του πνευματικού. 

Τι πρέπει να πώ στην Εξομολόγηση; 

Στην Εξομολόγηση εξετάζουμε τα αισθήματα, τις σκέψεις, τα λόγια, τις πράξεις, τη συμπεριφορά, τις συνήθειες, τις αξίες, τις προτεραιότητες, τους στόχους, την κατεύθυνση και τον τρόπο της ζωής μας. Δεν περιοριζόμαστε στην προσωπική μας πνευματική ζωή, αλλά συνεξετάζουμε τις οικογενειακές σχέσεις, τις κοινωνικές σχέσεις, την εργασία, ακόμα και τη διασκέδασή μας. Και αυτό επειδή όλη μας η ζωή πρέπει να φωτιστεί από το Άγιο Πνεύμα. Όχι για να καταδικάσουμε τον εαυτό μας, αλλά για να εξασφαλίσουμε τήν πορεία μας προς τον Χριστό. Μπορούμε λοιπόν να θέσουμε στην κρίση του πνευματικού ζητήματα που μας απασχολούν, ώστε να πάρουμε αποφάσεις και να κάνουμε επιλογές πού μας προάγουν πνευματικά αποφεύγοντας ταυτόχρονα άλλες που μπορούν να ζημιώσουν τήν ψυχή μας. 

Δε σκότωσα, ούτε έκλεψα... τί νά εξομολογηθώ; 

Όταν έχουμε τέτοια απορία, αποκαλύπτουμε ότι δε γνωρίζουμε τη διδασκαλία του Χριστού. Επειδή ο Χριστός μας διδάσκει ότι και οι αμαρτωλοί λογισμοί ακόμα μας απομακρύνουν από τον Θεό. Επίσης, αμαρτάνουμε όχι μόνο όταν πράττουμε κάτι κακό, άλλα και όταν δέν εφαρμόζουμε το καλό. Άραγε ποιος μπορεί νά ισχυριστεί ότι εκπληρώνει πραγματικά την εντολή της αγάπης και μάλιστα προς τους εχθρούς του; 

Υπάρχει ένας εύκολος τρόπος εξέτασης του εαυτού μου σύμφωνα με τό νόμο του Θεού; 

Υπάρχουν οι Δέκα Εντολές και η ερμηνεία τους κάτω από τό πρίσμα της Καινής Διαθήκης. Τό τελειότερο όμως και ακριβέστερο κριτήριο είναι η εντολή της αγάπης προς τον Θεό και προς τόν συνάνθρωπο. Σύμφωνα μέ τά λόγια του Χριστού, σ' αυτή τήν εντολή περιέχονται όλες οί άλλες εντολές (βλ. Ματθ. 22,40). Δε μπορούμε, για παράδειγμα, να αγαπάμε τόν Θεό και νά παραβαίνουμε τις εντολές Του. Ούτε γίνεται να αγαπάμε τους ανθρώπους και ταυτόχρονα να διαπράττουμε αδικίες σέ βάρος τους. Μάλιστα η γνησιότητα της αγάπης προς τον Θεό αποκαλύπτεται από την αγάπη προς τον συνάνθρωπο (Α' Ιω. 4,20). Έτσι, όταν αδιαφορούμε για τους άλλους ή τους κακομεταχειριζόμαστε, δείχνουμε ότι δεν έχουμε αγάπη προς τον Θεό. Περιφρονούμε την εντολή Του για την αγάπη προς τον συνάνθρωπο και δέ σεβόμαστε τά δημιουργήματα Του. 

Μου φαίνεται δύσκολο νά μιλήσω για τόσο προσωπικά Θέματα. Αισθάνομαι ντροπή. 
Τί θα σκεφτεί ο πνευματικός; 

Πρέπει νά βλέπουμε τό εξομολογητήριο σαν ιατρείο και τον πνευματικό σάν γιατρό. Για εμάς η Εξομολόγηση είναι θέμα ψυχικής -συχνά και σωματικής- υγείας. Για τον πνευματικό πάλι είναι κάτι τό συνηθισμένο. Δεν πρόκειται νά σοκαριστεί από τις δικές μας αμαρτίες. Σίγουρα έχει ακούσει χειρότερες. Εξάλλου, δεν είναι περίεργο η ντροπή, πού μας λείπει την ώρα της αμαρτίας, νά μας κυριεύει τήν ώρα της μετανοίας; 

Φοβάμαι μήπως ο πνευματικός φανερώσει τις αμαρτίες μου. 

Ο πνευματικός έχει ιερό καθήκον να τηρεί τό απόρρητο της Εξομολογήσεως, τό οποίο μάλιστα αναγνωρίζεται και από τόν νόμο. Σε περίπτωση παράβασης αυτού του καθήκοντος ελέγχεται από τόν Επίσκοπο του και τήν Εκκλησιαστική Δικαιοσύνη. Όπως αναφέραμε πρωτύτερα, τόν πνευματικό θα πρέπει νά τόν αντιμετωπίζουμε ως θεραπευτή. Έτσι χρειάζεται νά τόν περιβάλλουμε και με ανάλογη εμπιστοσύνη. Γιά τον λόγο αυτόν επιλέγουμε ελεύθερα και με δική μας ευθύνη τον πνευματικό, ώστε νά είναι πρόσωπο μέ πίστη και αρετή και νά έχει τήν καλή μαρτυρία των πιστών. Μάλιστα η παράδοση τής Εκκλησίας μας συνιστά τήν τακτική εξομολόγηση στον ίδιο πνευματικό και τήν αποφυγή της εναλλαγής του. Εξάλλου, έχει διαπιστωθεί ότι συνήθως εμείς οί ίδιοι γινόμαστε αιτία κοινοποίησης τής προσωπικής μας ζωής, όταν τήν εμπιστευόμαστε σε ακατάλληλα πρόσωπα, τά οποία δεν έχουν καν τήν ιδιότητα του πνευματικού. 

Πώς πρέπει νά λέγονται οι αμαρτίες στον πνευματικό; 

Αρκεί μία απλή, σαφής και σύντομη αναφορά. Δε χρειάζονται ούτε λεπτομέρειες (ιδιαίτερα για τά σαρκικά θέματα), ούτε μακροσκελείς εισαγωγές ή δικαιολογίες. Αν είναι απαραίτητο, θα ζητήσει ο πνευματικός περισσότερες πληροφορίες. Αυτό που σίγουρα χρειάζεται είναι ταπείνωση και συναίσθηση των αμαρτιών μας. 

Τι μπορεί να μου πει ο πνευματικός; 

Νά εξηγήσει τή σπουδαιότητα μιας αμαρτίας. Να συμβουλεύσει για τήν αποφυγή της. Νά δώσει απάντηση σε κάποιο ερώτημα που του θέσαμε. 

ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΗ 

Μετά τήν ευχή του πνευματικού έχουν συγχωρεθεί όλες οι αμαρτίες μου; 
Μήπως κάποιες θα πρέπει νά τις εξομολογηθώ πάλι; 

Η ευχή του πνευματικού δίνει τήν άφεση όλων των αμαρτιών πού έξαγορεύσαμε. Συνεπώς τυχόν αμφιβολία μας για τό θέμα αυτό δείχνει έλλειψη πίστης στο μυστήριο και στή δύναμη του Θεού. Αν πάλι δέν αναφέραμε κάτι βασικό σε σχέση με κάποια αμαρτία, χρειάζεται τήν επόμενη φορά νά τό διευκρινίσουμε. 

Αν ξεχάσω κάποια αμαρτία; Αν κρύψω κάποια από ντροπή; 

Αν ξεχάσαμε κάτι και εφόσον δεν είναι σοβαρό, μπορούμε νά το αναφέρουμε στην επόμενη εξομολόγηση. Αν όμως παραλείψαμε κάποια αμαρτία εσκεμμένα, τότε δεν πρέπει να θεωρούμε ότι μας δόθηκε άφεση και δεν πρέπει νά κοινωνήσουμε, ακόμη και αν πήραμε την άδεια του πνευματικού. 

Είναι απαραίτητη η Θεία Κοινωνία μετά την Εξομολόγηση; 

Η μετάνοια δεν περιορίζεται στο μυστήριο της Εξομολογήσεως. Η «συμφιλίωση» και η ενωσή μας με τον Θεό δεν ολοκληρώνεται χωρίς τη Θεία Κοινωνία. Αύτη είναι ή μυστηριακή ένωση με τον Θεάνθρωπο Χριστό. Το αποκορύφωμα των μυστηρίων. 
Η Εξομολόγηση μας προετοιμάζει για τη Θεία Κοινωνία. 

Μπορώ νά κοινωνήσω λοιπόν αφού εξομολογήθηκα; 

Μετά τήν εξομολόγηση θα πρέπει νά ζητήσουμε από τον πνευματικό τήν άδεια νά μεταλάβουμε. Αυτός θά ορίσει τον χρόνο, τή συχνότητα και τον τρόπο της προετοιμασίας μας (νηστεία, προσευχή, συγχώρεση - συμφιλίωση με τους άλλους). 

Όμως, τί νόημα έχει νά εξομολογούμαι τακτικά, όταν γνωρίζω ότι θά επαναλάβω τις ίδιες αμαρτίες; 

Όπως κάποιος πού πάσχει από χρόνια ασθένεια δεν παύει νά προσπαθεί για τήν απαλλαγή του, έτσι και εκείνος πού επιθυμεί πραγματικά τήν πνευματική υγεία φροντίζει αδιάκοπα νά τήν αποκτήσει. Αυτός είναι ο πνευματικός αγώνας του ανθρώπου· η διά βίου μετάνοια
Το μυστήριο της Εξομολόγησης εξασφαλίζει ότι καμμιά αμαρτία δε μπορεί νά μας απομακρύνει από τό έλεος του Θεού. Μόνο η έλλειψη μετανοίας μπορεί νά μας καταδικάσει στην αίώνια στέρηση Του. 

-------------- 

Τό παρόν αντιγράφηκε από έντυπο που εκδίδεται από την Ιερά Μονή Μαχαιρά στην Κύπρο, με τήν άδεια τής Ιεράς Μητροπόλεως Εδέσσης, Πέλλης και Αλμωπίας της Εκκλησίας της Ελλάδος. ΔΙΑΝΕΜΕΤΑΙ ΔΩΡΕΑΝ 

Αγαπητοί, πρέπει να ομολογήσουμε μία πικρά αλήθεια.



Αγαπητοί, πρέπει να ομολογήσουμε μία πικρά αλήθεια. Οι πιστοί, που αγωνίζονται για να κρατήσουν την Ορθοδοξία, είναι ολίγοι. Το ρεύμα το μεγάλο και το απέραντο είναι εκείνο που σιγά – σιγά έχουν απομακρυνθεί από την ορθόδοξο πίστη.
Θα πω ένα λόγο, που ποτέ δεν τον είπα. Θα τον πείτε εγωιστικό, αλλά σας δίνω μια ζυγαριά, για να ζυγίσετε παπάδες, δεσποτάδες και όλο τον κλήρο και όλους τους θεολόγους. Η ζυγαριά αυτή ποια είναι; Ποιο είναι το γνώρισμα του πάπα; Να μαζεύει πρόσφορα; Να κάνει ωραίες ακολουθίες; Να κηρύττει χαριτωμένα και να χρηστολογεί από του άμβωνος και να δακρύζουν τα μάτια μερικών δεσποιναρίων για τους στοχαστικούς του λογισμούς; Ποιο είναι το γνώρισμα του πάπα και του δεσπότη σ’ αυτά τα δύσκολα χρόνια;
Το γνώρισμα του δεσπότη και του παπά είναι η μαχητικότης, η παρρησία. Είναι εκείνο που είπε ο απόστολος Παύλος, ότι «Οι θέλοντες ευσεβώς ζην εν Χριστώ Ιησού διωχθήσονται». Αν δείτε παπά, αν δείτε θεολόγο, αν δείτε μητροπολίτη και αρχιεπίσκοπο, που δεν διώκεται, αλλά απολαύει της αγάπης και της εκτιμήσεως όλων, τότε έχει εφαρμογή ο λόγος του Χριστού «Ουαί όταν καλώς υμάς είπωσι πάντες οι άνθρωποι», να ξέρετε πολύ καλά ότι αυτός δεν βαδίζει καλώς. Ή αν λέγεται ορθόδοξος και δεν θέλει να αντιμετωπίσει το ρεύμα, την χιονοστιβάδα αυτή που κατέρχεται για να διαλύσει τον κόσμο. Ο παπάς ο ορθόδοξος πάει κόντρα με τα ρεύματα. Ο Μέγας Αθανάσιος ένας ήτο, αλλά κράτησε στους ώμους του ως Άτλας ολόκληρη της Ορθοδοξία. Ο Μάρκος ο Ευγενικός ένας ήτο, αλλά κράτησε στα χέρια του ολόκληρη της Ορθοδοξία. Ο ιερός Φώτιος τα ίδια. Ολίγοι είναι, αλλά δεν νικάει με τα νούμερα, νικάει με την πίστη. Γιατί όσο αξίζει ένας πιστός παπάς, όσο αξίζει ένας πιστός επίσκοπος, όσο αξίζει ένας πιστός αρχιεπίσκοπος, όσο αξίζει ένας λαϊκός και μία γυναίκα δεν αξίζει ολόκληρος ο ντουνιάς. Λοιπόν να μη πτοούμεθα διότι γίνεται αυτή η προδοσία της πίστεως μας δεξιά και αριστερά.
Ένα σας συνιστώ. Μη μου λέτε, ότι Αυτός είναι καλός, αυτός είναι θεολόγος σπουδαίος, αυτός κάνει διαλεκτική, αυτός άνοιξε ακαδημία του Πλάτωνος και άμα τον ακούσεις είναι θαύμα!… Μέτρησε τον αν έχει μία σπίθα από το Μάρκο τον Ευγενικό, αν έχει μία σπίθα από τον ιερό Φώτιο, αν έχει μία σπίθα από τον Κηρουλάριο, αν έχει μία σπίθα από τον Παπουλάκο (ο αγράμματος αυτός στάθηκε απέναντι ολόκληρου του κόσμου).
Τα λέγω αυτά έχων επίγνωση της θέσεως μου ως Έλληνος και ως επισκόπου έχοντος τεράστια ευθύνας. Είμεθα έτοιμοι τα πάντα να θυσιάσωμεν. Τολμώ, ίσως για τελευταία φορά από του βήματος αυτού, να πω, Όσοι αγαπάτε το Χριστό, όσοι αγαπάτε την Εκκλησία, έχουμε την Παναγία μαζί μας, έχουμε μαζί με όλους εκείνους που αγωνίστηκαν και αγωνίζονται για την ορθόδοξο πίστη μας.
Όσοι είναι με το διάβολο, να κάτσουν κάτω, να κλείσουν τα στόματα τους. Διότι διάβολος είναι η δειλία των, διάβολος είναι η δελεαστικότης των, διάβολος τα επιχειρήματα των, που ζητούν να ψυχράνουν μια χούφτα ανθρώπων οι οποίοι βασανίζονται και τυραννιούνται και διώκονται για την πίστη του Χριστού μας.
Εμείς έχομεν ανέκαθεν ως σύνθημα τον όρκο των εφήβων των Αθηνών. Τα παλικάρια της αρχαίας Ελλάδος επάνω από την Ακρόπολη ορκίζονταν και λέγανε,«Ή μόνος ή μετ’ άλλων τα όσια και ιερά υπερασπιώ». Και εγώ, μικρός στρατιώτης, το δηλώνω παρρησία, Ή μόνος ή μετ’ άλλων τα όσια και ιερά της πίστεως θα τα υπερασπίσω μέχρι τελευταίας ρανίδος του αίματος μου. Και εσείς αντί χειροκροτημάτων ματαίων, τα οποία ουδέν λέγουν, αντί επαίνων, να προσευχηθείτε πολύ. Γιατί οι ορθόδοξοι έμειναν ολίγοι και η μάχη επεκτείνεται και θα βρεθούμε προ νέων γεγονότων. Όχι μόνο στην μικρά μας Ελλάδα, αλλά και εις όλα τα πλάτη και τα μήκη της γης ο εωσφόρος έχει εκστρατεύσει και λυσσάει για να ξεριζώσει μέσα από τα στήθη των ανθρώπων την ορθόδοξο πίστη. Δεν ξέρω τι θα γίνει. Δεν ξέρω τι διωγμούς θα υποστώμεν οι επίσκοποι που επαύσαμε το μνημόσυνο του Αθηναγόρου και οι άλλοι κληρικοί οι οποίοι είναι γύρω μας. Δεν ξέρω σε ποιο Άγιον Όρος θα καταφύγωμεν. Ένα γνωρίζω πως ότι και αν γίνει, ότι και αν συμβεί και τα άστρα να πέσουν και οι ποταμοί να ξηραθούν και άνω κάτω να γίνει ο κόσμος, ένα γνωρίζω – το πιστεύω ακραδάντως, ότι στο τέλος θα νικήσει η Ορθοδοξία. Όταν θα έρθει η στιγμή του διωγμού των ορθοδόξων, τότε έχομε και ημείς το σχέδιο μας, όπως και πάς πιστός. Και εσείς όλοι – είστε εδώ 3.000;- αυτά που σας είπα να τα σκορπίσετε παντού. Ο ένας να γίνει δύο. Οι δύο τέσσερις, οι τέσσερις οκτώ… Να γίνει μεγάλο κύμα θαλάσσης, να ξεπλύνομε την πατρίδα μας εις τρόπον ώστε η Ελλάς να γίνει άστρον του ουρανού, ορθόδοξος τόπος, παράδεισος της Ορθοδοξίας αμήν.

Aπο το βιβλίο Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αυγουστίνου Καντιώτου 
«ΟΙ ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΙ ΣΤΟΥΣ ΕΣΧΑΤΟΥΣ ΚΑΙΡΟΥΣ», εκδοση Β΄, 2008, σελ. 39-41


"Η αληθινή ζωή κρύβεται μέσα στην απλότητα των πράξεων, μέσα στην σιωπή των λόγων, μέσα στα βουρκωμένα πρόσωπα των μετανοούντων."



Την φτώχια της ψυχής δεν την αναπληρώνουν τα πολυτελή ενδύματα, τα ψεύτικα χαμόγελα και το ...μακιγιάρισμα.
Από την άλλη μεριά την αρχοντιά της ψυχής δεν μπορεί να την καλύψει η ενδυματολογική ένδεια, ούτε τα ταλαιπωρημένα πρόσωπα από τον κόπο και τον μόχθο της ζωής.
Η αληθινή ζωή κρύβεται μέσα στην απλότητα των πράξεων, μέσα στην σιωπή των λόγων, μέσα στα βουρκωμένα πρόσωπα των μετανοούντων.
Η κοσμική ζωή ερωτοτροπεί με τα ψέμα, την οίηση, την αποξένωση, την φαυλότητα, την ψυχοπάθεια, την καταστροφή.
Άνθρωποι χαμογελαστοί, μακιγιαρισμένοι, ευπρεπισμένοι, καθωσπρέπει, βαδίζουν αργά αλλά σταθερά προς μια βουτιά θανάτου. Βαδίζουν παρασύροντας ο ένας τον άλλο προς την απώλεια τους Φωτός, της Αλήθειας, της Ζωής.
Άνθρωποι που τονίζουν το χαμόγελό τους με κραγιόν και λευκασμένες οδοντοστοιχίες, ζουν μέσα στην απελπισία της μοναξιάς, μέσα στο σκοτάδι της κατάθλιψης. Διότι επέλεξαν μία ζωή χωρίς γνησιότητα, επέλεξαν να πορεύονται με πονηρία και εμπάθεια, επέλεξαν την δόξα, την εξουσία, το χρήμα, την σάρκα, τα εύκολα και όχι τις δυσπρόσιτες κορυφές των αρετών.
Η ζωή του κόσμου (κοσμικό φρόνημα), προσφέρει μία καλή βιτρίνα, είναι μία "εξαιρετική" κάλυψη της ανεπάρκειας των ανθρώπων να ευτυχίσουν προσφέροντας το εγώ τους θυσία προς τους άλλους.
Το θέμα δεν είναι να ζήσουμε μέσα σε μία βιτρίνα ζωής, αλλά να ζήσουμε την όντως Ζωή.
Το θέμα δεν είναι να έχουμε πάντοτε ένα λαμπρό χαμόγελο, αλλά να είμαστε ευτυχισμένοι και ειρηνικοί διαμέσου του βιώματος της αγάπης του Θεού.
Το θέμα δεν είναι να πορευόμαστε κρατώντας το λάβαρο του καθωσπρεπισμού ψηλά, αλλά να βαδίζουμε μέσα στα μονοπάτια της ταπείνωσης και της σιωπής, στα ηλιοβασιλέματα της αναζήτησης Εκείνου.
Διότι μόνο Εκείνος μπορεί να μας δώσει νόημα στην ζωή μας, μόνο Εκείνος μπορεί να μας φωτίσει ώστε οι προτεραιότητες και οι επιλογές της ζωής μας να αποκτήσουν και μία εσχατολογική προοπτική.
Η ζωή του χριστιανού είναι μία ζωή «ξένη». Ξένη προς τις απαιτήσεις και τα "πρέπει" του κόσμου. Ξένη προς τα μακιγιαρισμένα πρόσωπα της θλίψης και των αδιεξόδων.
Η ζωή του χριστιανού είναι η απόδειξη ότι ο άνθρωπος μπορεί να ζει χωρίς να είναι υπόδουλος στην μόδα, στις ηθικιστικές συμπεριφορές, στα προσωπεία της αυτοτελείωσης.
Ο Χριστός στέκει αναλλοίωτος μπροστά στην ανθρωπότητα. Ο χριστιανός στέκει αναστημένος μπροστά στην πτώση της αμαρτίας.
Ζούμε και Επιλέγουμε.
Ζούμε είτε με την αγωνία να βρούμε τον Θεάνθρωπο τείνοντας προς την Ατέλεστη Τελειότητά Του ή θα κυλιόμαστε μέσα στα σπασμένα αυτοείδωλα της εγωπάθειας του κόσμου, χαμένοι μέσα στις κοσμικές αγορές των ψεύτικων χαμόγελων.

Αρχιμ. Παύλος Παπαδόπουλος

Μέ ὅ,τι ἐξώργισες τόν Θεό, μέ αὐτό κάνε τον σπλαχνικό ἀπέναντί σου.



Και συ λοιπόν, με εκείνα που εξώργισες τον Θεό, με αυτά κάνε τον και πάλι σπλαχνικό απέναντί σου. Τον εξώργισες αρπάζοντας χρήματα; Με αυτά συμφιλιώσου μαζί Του και επιστρέφοντας σε όσους αδίκησες εκείνα που άρπαξες και δίνοντας σ’ εκείνους και άλλα επί πλέον, πες σαν τον Ζακχαίο∙ «Αποδίδω τετραπλάσια από όσα άρπαξα» ( Λουκ. 19,8 ) . Τον εξώργισες βρίζοντας και κακολογώντας πολλούς; Εξιλέωσέ Τον πάλι με την γλώσσα σου, αναπέμποντας προς Αυτόν καθαρές προσευχές, μιλώντας με καλά λόγια για εκείνους που σε βρίζουν, εγκωμιάζοντας εκείνους που σε κακολογούν, συγχωρώντας εκείνους που σε αδικούν. Αυτά δεν χρειάζονται ημέρες, ούτε χρόνια πολλά, αλλά μόνο καλή διάθεσι, και κατορθώνονται μέσα σε μία ημέρα. Απομάκρυνε την πονηρία, προσπάθησε ν’ ασκήσης την αρετή, σταμάτησε την κακία και υποσχέσου ότι δεν θα τα ξανακάνης και σου είναι αρκετό αυτό για απολογία. Σας δίνω εγώ την υπόσχεσι και την εγγύησι, ότι ο καθένας από μας που αμαρτάνει, αν , αφού απομακρυνθή από τα προηγούμενα κακά, υποσχεθή στον Θεό με όλη του την ειλικρίνεια , ότι δεν θα τα ξανακάνη πλέον, τίποτε άλλο ο Θεός δεν θα ζητήση για μεγαλύτερη απολογία. Γιατί ο Θεός είναι φιλάνθρωπος και σπλαχνικός και, όπως ακριβώς εκείνη που υποφέρει από τους φοβερούς πόνους του τοκετού επιθυμεί να γεννήση, έτσι και αυτός επιθυμεί να χύση πλούσιο το έλεός Του∙ αλλά οι αμαρτίες μας Τον εμποδίζουν να το κάνει αυτό.
Ας καταστρέψουμε λοιπόν το τείχος και ας κάνουμε αρχή της εορτής από εδώ ήδη αφήνοντας όλα κατά μέρος τις πέντε αυτές ημέρες∙ ας πάνε στο καλό τα δικαστήρια, ας πάνε στο καλό τα βουλευτήρια∙ ας διαμαρτύρωνται τα βιωτικά πράγματα, τα συμβόλαια και τα συναλλάγματα∙ την ψυχή μου θέλω να σώσω. Διότι, «Τι έχει να ωφεληθή ο άνθρωπος, εάν όλον τον κόσμο κερδίση, αλλά ζημιώσει την ψυχή του;» ( Μαρκ. 8, 36 ) . Αναχώρησαν οι μάγοι από την Περσία∙ εγκατάλειψε κι εσύ τα κοσμικά πράγματα και βάδισε προς τον Ιησού ∙ δεν είναι μεγάλη η απόστασις , αν θέλουμε. Διότι δεν χρειάζεται να διαπλεύσης πέλαγος, ούτε να περάσης πάνω από βουνοκορφές, αλλά καθισμένος στο σπίτι σου, δείχνοντας ευλάβεια και μεγάλη κατάνυξι, μπορείς να καταστρέψης το τείχος, να απομακρύνης το εμπόδιο, να συντομεύσης το μήκος της οδού∙ διότι λέγει∙ «Εγώ είμαι Θεός, που βρίσκομαι πολύ κοντά και όχι Θεός που βρίσκεται μακριά» ( Ψαλμ. 144, 18 ) ∙ και «ο Κύριος βρίσκεται πολύ κοντά σ’ εκείνους που τον επικαλούνται αληθινά» ( Ιερ. 23, 23 ) .
( Περί ακαταλήπτου, ΣΤ΄, ΕΠΕ 35, 210-214. PG 48, 753-755 )

Από το βιβλίο: «ΜΕΤΑΝΟΙΑ , ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΙΣ, ΝΗΣΤΕΙΑ, ΘΕΙΑ ΚΟΙΝΩΝΙΑ»
ΑΓΙΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ ΤΟΥ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ
Χρυσοστομικός Άμβων
ΣΤ΄»
2η Έκδοσις
( Επηυξημένη και βελτιωμένη)
Έκδοσις: Συνοδία Σπυρίδωνος Ιερομονάχου
Νέα Σκήτη Αγ. Όρους, 2008


http://talantoblog.blogspot.gr

Θέλω να γίνω Χριστιανός...



Ξεκινήσαμε σχετικώς πρωί για τις φυλακές. Σε τρεις ώρες περίπου θα φτάναμε.
Σ’ όλη τη διαδρομή ήμουν ανήσυχος. Ήταν η πρώτη φορά που επισκεπτόμουν κορεατικές φυλακές και δεν ήξερα τι θα συναντούσαμε. Σκεφτόμουν διάφορα. Ο κ. Κιμ, ο Κορεάτης οδηγός, δεν φαινόταν κι αυτός να ‘χε όρεξη για πολλές κουβέντες. Σιωπηλοί και σκεπτικοί διανύαμε τα χιλιόμετρα που μας έφερναν όλο και πιο κοντά στις φυλακές.
– Τι μπορεί, στ’ αλήθεια, να πάθει κανείς; Διέκοψε κάποια στιγμή την σιωπή. Να βρεθεί στα καλά καθούμενα στην φυλακή!
– Πώς έγινε; τον ρώτησα. Δεν ξέρω πολλές λεπτομέρειες. Ξέρω μόνον ότι ο καημένος ο Γιοχάν είναι αθώος.
– Ο Γιοχάν δεν είναι η μοναδική περίπτωση. Ξέρετε, πάτερ, πόσοι άνθρωποι βρίσκονται άδικα στη φυλακή μετά την τελευταία οικονομική κρίση που έπληξε την Κορέα(1); Ένας από αυτούς είναι κι ο δικός μας Κατηχούμενος. Ήταν συνέταιρος, συνέχισε να μου εξηγεί ο κ. Κιμ, με κάποιον σε μία επιχείρηση. Τελευταία οι δουλειές δεν πήγαιναν καλά. Η επιχείρηση φαινόταν πως οδηγούνταν στην διάλυση. Ο Γιοχάν έδειξε εμπιστοσύνη στον συνέταιρό του και την πάτησε. Εκείνος βλέποντας την άσχημη κατάσταση μπόρεσε, πλαστογραφώντας την υπογραφή του Γιοχάν, να πάρει όσα χρήματα είχαν στις Τράπεζες και να φύγει στο εξωτερικό. Έμεινε πίσω ο Γιοχάν να χρωστάει τεράστια ποσά. Έτσι, χωρίς να το καταλάβει, από την μία μέρα στην άλλη βρέθηκε στην φυλακή!
– Η οικογένειά του;
– Έπιασε, ευτυχώς, δουλειά η γυναίκα του και τα ψευτοβγάζουν…
Βυθισμένοι και πάλι στις σκέψεις μας μέναμε σιωπηλοί. Μέχρι που φτάσαμε έξω απ’ την τεράστια σιδερένια εξώπορτα της φυλακής.
– Κύριε Κιμ, πόσοι είναι οι κρατούμενοι;
– Πολλοί, μου απάντησε απρόθυμα. Δώσαμε τα στοιχεία μας και μπήκαμε στην λίστα αναμονής.
– Βλέπετε, πάτερ, μου λέει ο κ. Κιμ και μου έδειξε το γραφείο παραλαβής και ελέγχου αντικειμένων. Οι φύλακες κι όχι οι ίδιοι οι επισκέπτες, δίνουν στους κρατούμενους αυτά που τους φέρνουν. Οι φυλακισμένοι δεν έχουν καμιά σωματική επαφή με τους επισκέπτες τους.
Άρχισα να συνειδητοποιώ πόσο αυστηρά ήταν τα μέτρα ασφαλείας. Ήρθε η σειρά μας. Παραδώσαμε για έλεγχο ένα βιβλίο, λίγους ξηρούς καρπούς, ένα κομποσχοίνι και έναν μεταλλικό Σταυρό. Μας επέστρεψαν ως απαράδεκτα το κομποσχοίνι και τον Σταυρό!
– Αυτά δεν επιτρέπονται.
– Μα γιατί, διαμαρτυρήθηκα.
– Απαγορεύεται από τον Νόμο, μας εξήγησε με το γνωστό ασιατικό χαμόγελο μία ένστολη δεσποινίδα, που δεν άφηνε περιθώρια για περαιτέρω συζητήσεις.
– Πάτερ, μην επιμένετε, με συμβούλευσε ο κ. Κιμ. Φοβούνται τις αυτοκτονίες, που τον τελευταίο καιρό έχουν αυξηθεί δραματικά. Απαγορεύουν κάθε τι με το οποίο μπορεί κάποιος να αφαιρέσει την ζωή του.
– Κατάλαβα, είπα και κάθισα σε έναν πάγκο αμίλητος.
Μία σκέψη μόνο κυριαρχούσε έντονα στο μυαλό μου: Οι επισκέψεις των πρώτων Χριστιανών στους κρατουμένους για την πίστη τους στον Χριστό. Με πόσες δυσκολίες τους επισκέπτονταν. Και με πόσες προφυλάξεις. Διακινδυνεύοντας την ίδια τους την ζωή, τους μετέφεραν την Θ. Κοινωνία!
Μετά από μίας ώρας αναμονή ήρθε η σειρά μας. Δρασκελίσαμε το κατώφλι της εξώπορτας με χαρά που θα βλέπαμε τον Γιοχάν, αλλά και με δυσαρέσκεια για την ολιγόλεπτη άδεια επισκέψεως.
– Τι να πρωτοπείς μέσα σε πέντε λεπτά; μουρμούρισα.
Περάσαμε από τις πόρτες ασφαλείας και φθάσαμε σ’ έναν μεγάλο διάδρομο. Ένας τοίχος χώριζε τους κρατουμένους από τον έξω κόσμο. Από τη μέσα κι έξω μεριά του τοίχου υπήρχαν σ’ όλο το μήκος του κολλημένοι θαλαμίσκοι δύο ατόμων. Στον εσωτερικό θάλαμο ο κρατούμενος με τον δεσμοφύλακα-πρακτικογράφο και στον εξωτερικό οι επισκέπτες. Στο ύψος του προσώπου μας ένα παράθυρο με χοντρές σιδεριές κι ένα παχύ τζάμι με μικρές τρύπες μόλις για να ακούγεται η συνομιλία. Καμιά άλλη δυνατότητα ανθρώπινης σωματικής επαφής.
Ο Γιοχάν ερχόμενος από μακριά, μόλις μας αντίκρυσε έκανε την γνωστή ασιατική υπόκλιση και το σημείο του Σταυρού. Συγκλονίστηκα. Η σκέψη μου έτρεξε ασυναίσθητα και πάλι τους πρώτους Χριστιανούς. Το ένιωθες πως δεν υπήρχε καμιά ουσιαστική διαφορά, εκτός απ’ αυτήν του χρόνου και του τόπου.
Ήταν συγκινημένος. Μετά από τα πρώτα λόγια επικοινωνίας μας εξέφρασε το παράπονό του. Καταλάβαμε πως περνούσε δύσκολες στιγμές. Η αδικία του συνεργάτη του τον είχε τσακίσει. Η πίστη του είχε κλονιστεί.
– Γιατί, ξέσπασε, να βασανίζομαι άδικα; Γιατί το επιτρέπει αυτό ο Θεός; Αφού είμαι αθώος. Γιατί…
Άρχισε να κλαίει απαρηγόρητα. Τέτοιες στιγμές καταλαβαίνεις την μεγάλη αξία που έχει η σωματική επαφή. Να μην μπορείς να σφίξεις το χέρι του συνανθρώπου σου για να του ζεστάνεις την καρδιά του!
Καθώς έκλαιγε σαν μικρό παιδί, ο δεσμοφύλακας-πρακτικογράφος σήκωσε τα μάτια του απ’ τα χαρτιά του και με κοίταξε κατάματα. Ένιωσα σαν να μου έλεγε:
– Ορίστε, λοιπόν. Για να δούμε τι απάντηση έχει η θρησκεία σου να δώσει στο πρόβλημα αυτού του ταλαίπωρου ανθρώπου!
Την ώρα που ο κ. Κιμ προσπαθούσε κάτι να πει για να δώσει λύση στην αμηχανία της στιγμής, μίλησα με τον Θεό. Του ζήτησα τον φωτισμό Του. Τον παρακάλεσα. Εκείνος να «μιλήσει», να «εξηγήσει»… Ύστερα πήρα το θάρρος και του είπα:
– Κάνε υπομονή. Μπορεί ο Θεός να επέτρεψε να βρεθείς στην φυλακή για να κάνεις γνωστό το όνομά Του σε κάποιες ψυχές που ψάχνουν αν Τον βρουν. Πού ξέρεις. Θυμήσου τις ιστορίες απ’ την ζωή των μαρτύρων. Θυμήσου τον Απόστολο Παύλο τι έγραφε μέσα από το κελί της φυλακής. Θυμήσου αυτά που λέγαμε πέρυσι στην κατήχηση.
– Σας ευχαριστώ, πάτερ. Χρειάζομαι βοήθεια. Είμαι αδύναμος στην πίστη. Η μοναξιά της φυλακής, ένα χρόνο τώρα, μ’ έφερε σε απελπισία. Συγγνώμη…
– Σε καταλαβαίνω. Είναι ανθρώπινο να κλονιστεί κανείς μετά από μία τέτοια αδικία, που την πληρώνει, μάλιστα, τόσο πολύ ακριβά. Στη θέση σου δεν ξέρω κι εμείς τι θα κάναμε. Σε παρακαλούμε, όμως, στο όνομα του Θεού της Αγάπης στον Οποίο πιστεύουμε, δείξε μεγαλοψυχία στον συνέταιρό σου. Συγχώρα τον, μέσα από την καρδιά σου, για ό,τι σου έκανε. Έτσι θα ηρεμήσεις. Και μην ξεχνάς να προσεύχεσαι για την σωτηρία του. Αυτό δεν μας δίδαξε ο Χριστός πάνω στον Σταυρό; Προσπάθησε με το παράδειγμά σου να μιλήσεις για τον Χριστό στους συγκρατουμένους σου.
– Ποιος να καταλάβει από τέτοια, πάτερ, εδώ μέσα. Η φυλακή αγριεύει τον άνθρωπο. Άλλωστε, όπως ξέρετε, οι περισσότεροι εδώ μέσα είναι βουδδιστές ή άθρησκοι.
– Προσπάθησε εσύ και τ’ άλλα άφησέ τα στα χέρια του Θεού. Κάποιες φορές υπάρχουν άνθρωποι όχι μακριά μας, αλλά δίπλα μας, πολύ κοντά μας που αναζητούν τον αληθινό Θεό της Αγάπης και της Συγγνώμης. Διψούν για λίγη ζεστασιά και πρέπει εμείς οι Χριστιανοί να τους προσφέρουμε…
Καθώς μιλούσα, από την μία έβλεπα τον Γιοχάν να συνέρχεται, να ξαναβρίσκει την κλονισμένη πίστη κι εμπιστοσύνη του στον Θεό και απ’ την άλλη τον δεσμοφύλακα-πρακτικογράφο να γράφει και να με κοιτάζει περίεργα. Όταν συναντιόντουσαν οι ματιές μας έξυνε αμήχανα το κεφάλι του σαν να ήθελε να πει κάτι. Στο τέλος τ’ αποφάσισε και μίλησε.
– Θέλω να γίνω Χριστιανός! μας είπε.
– Τι;
– Ναι, χρόνια ψάχνω να βρω έναν Θεό που να διδάσκει την αγάπη, όπως την άκουσα από σας σήμερα…
Οι τελευταίες λέξεις του καλύφθηκαν από τον εκκωφαντικό θόρυβο της σειρήνας που ειδοποιούσε για την λήξη του πεντάλεπτου.
Καθώς φεύγαμε, αφήναμε πίσω μας τον Γιοχάν με το πρόσωπό του να λάμπει από χαρά και έναν «κρυπτοχριστιανό» -τον δεσμοφύλακα- να φωνάζει προστακτικά να περάσει ο επόμενος φυλακισμένος στον θαλαμίσκο του επισκεπτηρίου.
– Γιοχάν, πρόλαβα να πω με υπονοούμενα, τον δεσμοφύλακα και τα μάτια σου…

Τσο Σονγκ Αμ
Σεούλ Κορέας


___________________________
1 Η μεγάλη οικονομική κρίση της Κορέας (IMF) ξέσπασε το 1997 και τερματίστηκε μετά από δύο χρόνια.
2 Ο δεσμοφύλακας-πρακτικογράφος στέκεται πάντα δίπλα στον κρατούμενο και κρατάει τα πρακτικά της συζητήσεως. Επεμβαίνει ή διακόπτει την συζήτηση, όταν εκείνος κρίνει, σύμφωνα με τις κορεατικές αρχές, ως ακατάλληλο το περιεχόμενό της. Για τον λόγο αυτό απαγορεύεται η συζήτηση να γίνει σε ξένη γλώσσα.
Εκ του περιοδικού Άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός Τεύχος 93.

Από την Ιεραποστολή στην Κορέα.

Προφητεία της Παναγίας για το 'Αγιον Όρος. ( Καρυές 07/1993)



Αγιορείτης Γέρων Παίσιος ο Κρητικός

Σήμερα μίλησα με τον γέροντα όπου μου ζήτησε να μεταφέρω από εδω στον κόσμο τα εξής:
Η σάρκα είναι ωκεανός και η ψυχή το λιμάνι.
Ο Έλληνας είναι χαμένος στον ωκεανό της σάρκας της ύλης και της αμαρτίας.
Πρέπει να επιστρέψει στο λιμάνι της ψυχής όπου θα "δέσει" στον Θεό για να προστατευθει.
Φοβάται ο Έλληνας και σκοτίζεται με πολέμους και καταστροφές ενώ δεν βλέπει την αλήθεια.
Πως ζει στο σκοτάδι.
Ζει σε ένα σκοτεινό δωμάτιο όπου υπάρχει ο διακόπτης και το φως αλλά λείπει το καλώδιο όπου θα το κάνει να ανάψει.
Και το καλώδιο είναι η προσευχή.
Όσο δεν προσεύχεται δεν μπορεί να καταλάβει που βρίσκεται.
Δεν μπορεί να βρει την οδό μετανοίας.
Κι έτσι ζει όπως ο διάβολος θέλει.
Στο αιώνιο σκοτάδι.
Θα καταλάβουμε πως ο Έλληνας μετανόησε όταν όλοι μας ενωθούμε κατά εκείνων που έφεραν την Ελλάδα σε αυτό το χάλι.
Όταν σταματήσουμε να ασχολούμαστε με το ανθρωποκτόνο έργο των ηγετών του κόσμου.
Όταν όλοι μας θα αναγνωρίζουμε καθαρά που είναι το φως και που το σκοτάδι.
Όπως αναγνωρίζει η μάνα το παιδί της και το παιδί την μάνα του.
Τότε μόνον θα έχουμε μετανοήσει και θα χαράξουμε όλοι μας την οδό σωτηρίας με Βασιλεα τον Χριστό.
Όχι με ευχολόγια αλλά με πράξεις.
Αν το κάνουμε ο Θεός θα μας βοηθήσει.
Μέχρι τότε θα μας δοκιμάζει για να κατανοήσουμε τα λάθη μας.
Να μας σώσει θέλει όχι να μας τιμωρήσει.
Κάνει τόσα για μας.
Ας τον βοηθήσουμε να μας βγάλει από το σκοτάδι.
Ας εισακουσθει από το περιβόλι της Παναγίας στα πέρατα του Ελληνισμού ένα μήνυμα:

Αδιαλείπτως προσεύχεσθε.

Μετανοείτε.

https://www.facebook.com/agioritisdiakonitis


Το Άγιον Όρος θα βουλιάξει από σεισμό, για να μην εισέλθουν μεσα οι βέβηλοι... Εσείς οι μοναχοί που θα ζείτε τότε την εποχή του αντίχριστου  θα βγείτε μόνο από το περιβόλι με το ράσο σας και δεν θα πάρετε τίποτα άλλο... 
Πριν γίνει αυτό η Θεοτόκος θα έλθει ολοζώντανη και θα σας ειδοποίηση, να βγειτε απο το Άγιον Όρος και να κηρύξετε στους χριστιανούς μετάνοια... 
Η χερσόνησος θα σχιστεί σε κομμάτια και ο Άθως σαν Ηφαίστειο θα σφυρίζει και ο ήχος του ανάλογά με τον καιρό θα φτάνει μεχρι την Κρήτη..

Βασίλειος Μαυρομιχάλης





ΣΤΑΧΤΗ ΕΙΜΑΙ ΚΑΙ ΠΗΛΟΣ...



Τίποτε δεν είναι τυχαίον εις τον κόσμο. Την ζωή μας και όλα τα της ζωής μας τα διοικεί ο Δεσπότης Χριστός. Εις τον πόνον και τας πικρίας μας έρχεται εις συνάντησιν το Άγιο Πνεύμα και εξάγει χαράν θεοδώρητον. Δεν αντιλαμβανόμεθα πολλάκις την παρουσίαν του, διότι είμεθα απερροφημένοι από την καθημερινότητα των μεριμνών μας.

Όμως Aυτό, πνέον όπου θέλει, πνέει και εις την καρδίαν μας κα την δροσίζει. Ως βάλσαμον χύνεται επάνω μας η θεία παράκλησις. Το έλεος του Θεού κατέρχεται από τον ουρανόν κα πλημμυρίζει την ζωήν μας. Όσον πιο πολλαί είναι αι οδύναι μας τόσο περισσότεραι αι επισκέψεις του Θεού.

Ανοίγεις τα πνευματικά βιβλία και βλέπεις να σου μιλά ο Θεός.

Νοιώθεις αμέσως το φτερούγισμα του Πνεύματος. Νοιώθεις να απαντά ο Θεός στις απορίες σου. Βλέπεις να διαλύη τα σκοτάδια σου, να ανοίγει τους δρόμους σου, όταν υπάρχει μπροστά σου αδιέξοδο. Βλέπεις να μην αφήνει κανένα σημάδι σκοτεινό μέσα στο περασμά σου. Τότε γεμάτος χαρά φωνάζεις “νυν ηρξάμην λαλήσαι προς τον Κύριο μου. Εγώ δε ειμί γη και σποδός”. Άρχισα να κουβεντιάζω με τον Θεό μου, με τον Χριστόν μου. Και τι είμαι εγώ που μιλάω μαζί του;

Στάχτη είμαι, πηλός είμαι. Μου κάνει όμως αυτήν την χάρι ο Θεός.

ΑΡΧΙΜΑΝΔΡΙΤΗΣ ΑΜΙΛΙΑΝΟΣ ΣΙΜΩΝΟΠΕΤΡΙΤΗΣ 


Μετάνοια...

Στ᾿ ἀλήθεια δέν ξέρει κανείς ποῦ βρίσκεται ἡ μεγαλύτερη παραφροσύνη τοῦ σύγχρονου κόσμου πού ἔχει ἐκπέσει ἀπό τόν Χριστό... Παντοῦ βλέπει κανείς αὐτό πού ὀνομάζουμε χυδαῖο καί βάρβαρο. Ἐκεῖ πού ὁ Χριστός εἶναι ἀπών, ἐκεῖ περισεύει τό ψεῦδος καί ἡ βία θριαμβεύει...

Ἄν ὅλοι Σέρβοι ( Ἕλληνες ) μετανοοῦσαν, ὁ Θεός θά τούς ἐλεοῦσε σύντομα, καθώς ἐλέησε ἐκεῖνον τόν μετανοημένο ( ἐκ δεξιῶν ) ληστή. Ὁ Θεός ὅμως, ἀναστέλλει τό ἔλεός Του ἐξαιτίας ἐκείνων πού θαρροῦν πώς εἶναι ἀναμάρτητοι καί μάλιστα, φτάνουν νά βλαστημοῦν τό Θεό, πού δέν τούς σώζει ἐπί τοῦ σταυροῦ ὡς ἀναμάρτητους.

Ὅταν ὁ Θεός ἐπιθυμεῖ νά ἀφυπνίσει καί νά συνετίσει ἕνα λαό Του μέ τήν τιμωρία, τίς περισσότερες φορές χρησιμοποιεῖ ἄπιστους καί φονιάδες καί ὄχι δικαίους καί ἁγίους... Μέ ἕνα λόγο, δέν ὑπάρχει πράγμα στή γῆ καί κάτω ἀπό τόν οὐρανό, τό ὁποῖο δέν ἔχει χρησιμοποιήσει ὁ Θεός γιά νά συνετίσει, νά διορθώσει καί νά σώσει τόν ἄνθρωπο. Ὅλη ἡ φύση εἵναι ἕνα ἐργαλεῖο στό θαυματουργό Του χέρι.

Ἀδελφοί μου, ἡ μετάνοια τοῦ ἀνθρώπου εἶναι μία πράξη κατά τήν ὁποία ὁ ἄνθρωπος ἐπαναστατεῖ στόν ἴδιο του τόν ἑαυτό καί αὐτή τήν ἐπανάσταση τήν ξεκινᾶ ὁ ἄνθρωπος ἀπό μόνος ὅταν συνειδητοποιήσει πώς ὁ ἐχθρός βρίσκεται μέσα του!
Ὅσο ὁ ἄνθρωπος ζεῖ μέ τήν αὐταπάτη, πώς ὅλοι οἱ ἐχθροί του εἶναι ἔξω ἀπό τόν ἴδιο του τόν ἑαυτό, ὥς τότε δέν ἐξεγείρεται ἐνάντια στόν ἑαυτό του. Ὅταν ὅμως μία στιγμή ἀνοίξουν τά ἀνθρώπινα μάτια καί ἀναγνωρίσουν πώς οἱ «κλέφτες» καί οἱ «ληστές» βρίσκονται μέσα στήν οἰκία του, τότε ξεχνάει ἐκείνους πού ἐπιτίθενται στό σπίτι ἀπ᾿ ἔξω καί χρησιμοποιεῖ ὅλη τή δύναμή του νά βγάλει ἔξω ἐκείνους πού ἀπρόσκλητοι μπῆκαν μέσα καί ἐγκαταστάθηκαν. 

Ἁγίου Νικολάου Ἀχρίδος

Ἄξια ὦν ἐπράξαμεν ἀπολαμβάνωμεν



Πολλοί είναι οι αντίχριστοι. Αλλά ο καθαυτό αντίχριστος δέν ήρθε ακόμα. ΄Οπου να᾿ναι εμφανίζεται. Αυτή είναι η γνώμη μου. Όλα αυτά τα προμηνύματα (διαφθορά, αναρχία, εκφυλισμός) δέν είναι καλά…
Η αναρχία ξαπλώνεται παντού. Όταν θα επικρατήση, θα έρθη ο αντίχριστος και θα πει: Εγώ είμαι το κράτος, εγώ είμαι Θεός· δεν σου χρειάζεται, δεν έχεις ανάγκη από άλλο Θεό…
«Μή πεποίθατε επ” άρχοντας, επί υιούς ανθρώπων, οις ούκ έστι σωτηρία» (Ψαλμ. 145,3). Μή στηρίζετε τις ελπίδες σας σε ανθρώπους ατελείς, αμαρτωλούς, γεμάτους ελαττώματα. Ελπίζετε μονάχα στον Κύριο.
Θά εκλέξουμε λοιπόν εμείς, η ανθρωπότης, Ιησούν τόν Ναζαραίον; Άν τον εκλέξουμε, χαρά και ευτυχία. Δεν τον εκλέγουμε; «ΑΞΙΑ ΩΝ ΕΠΡΑΞΑΜΕΝ ΑΠΟΛΑΜΒΑΝΟΜΕΝ» (ΛΟΥΚ. 23,41). Και η μεγαλύτερή μας τιμωρία θα είναι ο αντίχριστος, ο οποίος έρχεται και θα τους ταπεινώση όλους.

Αποσπάσματα από το βιβλίο «ΟΙ ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΙ ΣΤΟΥΣ ΕΣΧΑΤΟΥΣ ΚΑΙΡΟΥΣ»
(«ΟΙ ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΙ ΣΤΟΥΣ ΕΣΧΑΤΟΥΣ ΚΑΙΡΟΥΣ», του Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αυγουστίνου Καντιώτου, Β΄ έκδοση, σελ. 86)


http://www.augoustinos-kantiotis.gr

Τά καλά καί συμφέροντα ταῖς ψυχαῖς ἡμῶν...παρά τοῦ Κυρίου αἰτησώμεθα. Ποιά εἶναι τά "καλά και συμφέροντα";



Τα συμφέροντα ταις ψυχαίς ημών. Τα καλά και συμφέροντα πού ζητούμε από τον Κύριο, δεν είναι εκείνα που οι κοσμικοί άνθρωποι ονομάζουν "καλά και συμφέροντα". Διότι «για τούς πιστούς είναι άλλος ο χαρακτήρας των συμφερόντων, όχι αυτός πού νομίζει ο πολύς κόσμος». Ο χριστιανός γνωρίζει ότι υπάρχει ψυχή και άλλη ζωή, και βλέπει τα πάντα με το πρίσμα της αιωνιότητος. Ωστόσο, επειδή οι χριστιανοί πολλές φορές δεν γνωρίζουμε το συμφέρον τής ψυχής μας, παρακαλούμε τον Χριστό να μας δίνη ό,τι Εκείνος κρίνει ως συμφέρον. Λέγει ο ιερός Χρυσόστομος:...«Δεν γνωρίζεις εσύ εκείνα που σε συμφέρουν, όπως τα γνωρίζει ό Θεός πολύ καλά. Πολλές φορές ζητάς βλαβερά και επικίνδυνα πράγματα, ο Θεός όμως που ενδιαφέρεται περισσότερο για την σωτηρία σου δεν προσέχει την αίτηση, αλλά σε κάθε περίπτωση φροντίζει για το συμφέρον σου». Έτσι ο πιστός δεν θλίβεται εάν δεν λάβει εκείνο που ζήτησε, διότι πιστεύει ότι ο Κύριος είναι ο βάθει σοφίας φιλανθρώπως πάντα οικονόμων και το συμφέρον πάσιν απονέμων. Και είτε λάβει απάντηση στο αίτημα του είτε όχι, ευχαριστεί και δοξολογεί την αγάπη Του. Εάν δεν λαμβάνουμε από τον Θεό ό,τι ζητούμε, είναι επειδή ζητούμε λίθο και όχι τον Αρτο της ζωής. «Ας είναι πνευματικά όλα τα αιτήματα σου, και θα λάβεις οπωσδήποτε», τονίζει ο ιερός Χρυσόστομος. Ο ίδιος ο Κύριος μας προτρέπει να μην ζητούμε ασήμαντα πράγματα, διότι, όπως μας διαβεβαίωσε, ενός έστι χρεία. Κι εμείς στην θεία Λειτουργία ζητούμε από τον θεό τον ουράνιο Αρτο, τον Χριστό. Αυτός είναι το Έν το οποίο μας συμφέρει: Μας φέρει όλους μαζί κοντά στον ουράνιο Πατέρα.

Ιερομονάχου Γρηγορίου, "Η Θ.Λειτουργία", Αγιο Όρος, 2006


http://stratisandriotis.blogspot.gr

Δεν νοείται τις ζωντανός εν Χριστώ άνευ προσευχής.



Κανείς μας δὲν ἀγνοεῖ, ὅτι ἡ προσευχὴ εἶναι πρωταρχικὴ ἀνάγκη κάθε ψυχῆς, δένδρον ζωῆς, τὸ ὁποῖον τρέφει τὸν ἄνθρωπον καὶ τὸν ἀφθαρτοποιεῖ, διότι τὸν καθιστᾶ κοινωνὸν τοῦ ἀϊδίου καὶ ἀφθάρτου Θεοῦ. Ὅπως δὲν ὑπάρχει ἄνθρωπος χωρὶς ψυχήν, ἔτσι καὶ δὲν νοεῖται τὶς ζωντανὸς ἐν Χριστῷ ἄνευ προσευχῆς. 

Αρχιμανδρίτης Αιμιλιανός Σιμωνοπετρίτης

Ο ΔΙΑΒΟΛΟΣ ΦΟΒΑΤΑΙ ΤΟ ΚΟΜΠΟΣΧΟΙΝΙ ΚΑΙ ΤΗΝ ΕΥΧΗ




Λόγια αγάπης από το γεροντικό του Αγίου Όρους...

Στην Σκήτη της Αγίας Άννας, ό Μοναχός Προκόπιος από την Καλύβα «Είσόδια της Θεοτόκου» είχε μεγάλη επιθυμία να μάθει μουσικά, για να δοξολογεί κι αυτός το Θεό, όπως και οι άλλοι αδελφοί.

Επειδή όμως ήταν λίγο παράφωνος αποφεύγανε οι Πατέρες να τον μάθουν μουσικά.
Ό αδελφός Προκόπιος είχε χάρισμα από το Θεό λάβει να λέει ακατάπαυστα την ευχή το «Κύριε Ίησοϋ Χριστέ υιέ του Θεού ελέησόν με τον αμαρτωλό» και στο αριστερό του χέρι κρατούσε πάντα το κομβοσχοίνι, το όποιο δεν αποχωριζόταν ποτέ. 

Μια μέρα, ήταν πολύ λυπημένος, πού δεν μπορούσε να βρει κανένα για να τον μάθει μουσική και συλλογιζόμενος αυτό το πράγμα, από την πολύ του λύπη, είχε σταματήσει να λέει την ευχή.

Ξαφνικά παρουσιάζεται μπροστά του ένας σεβάσμιος, αλλά άγνωστος σ' αυτόν γέροντας ό όποιος του είπε: «Αδελφέ Προκόπιε, τι έχεις κι είσαι τόσο λυπημένος; τι σε απασχολεί; Ό Προκόπιος του απάντησε: «τι να έχω γέροντα, να, θέλω κι εγώ να μάθω λίγα μουσικά και δε βρίσκεται κανένας να με μάθει, γιατί μου λένε πώς είμαι λίγο φάλτσος». Ό ασπρογένης γέροντας τότε του είπε: «Γι' αυτό κάθεσαι και στενοχωριέσαι καημένε, εγώ θα σε μάθω μουσικά και θα σε κάνω να γίνεις ό καλύτερος ψάλτης του Αγίου Όρους, θα κελαηδάς σαν το καλύτερο αηδόνι, αλλά θέλω κι εσύ να μου κάνεις μια χάρι».

«Δηλαδή τι ζητάς από μένα, του είπε ό Προκόπιος, θέλεις να σε πληρώσω; Εγώ ότι θέλεις θα σου δώσω!». Τότε ό ασπρογένης του είπε: «Ή πληρωμή ή δική μου είναι να πετάξεις από τα χέρια σου αυτό πού λέτε κομποσχοίνι και να πάψεις να λες αυτό πού λέτε ευχή και θα σε μάθω 'γώ, ότι θέλεις».

Ό Μοναχός Προκόπιος άμα άκουσε αυτά κατάλαβε πώς ό φαινόμενος δεν ήταν Μοναχός, άλλα ό παμπόνηρος Δαίμονας, πού ήθελε νά τον κάνει να σταματήσει την προσευχή, και αμέσως έκαμε το σταυρό του και είπε: «Υπάγε οπίσω μου Σατανά παμπόνηρε, δε μου χρειάζονται τα μουσικά σου και οι πονηρές και οι καλοσύνες σου» κι ό Δαίμονας έγινε άφαντος.

Άπ' αυτό μαθαίναμε πόσο ό Διάβολος φοβάται το κομβοσχοίνι, για το οποίο καλά λένε οι Πατέρες ότι είναι το όπλο του χριστιανού κατά του Διαβόλου και την ευχή, ή οποία καίει τον Δαίμονα. Ενώ τους ψάλτες δεν τους φοβάται τόσο και δεν τους υπολογίζει, γιατί, εύκολα με το ψάλσιμο αφαιρούνται από την προσευχή και πέφτουν στον εγωισμό και την υπερηφάνεια!