.

.

Δός μας,

Τίμιε Πρόδρομε, φωνή συ που υπήρξες η φωνή του Λόγου. Δος μας την αυγή εσύ που είσαι το λυχνάρι του θεϊκού φωτός. Βάλε σήμερα τα λόγια μας σε σωστό δρόμο, εσύ που υπήρξες ο Πρόδρομος του Θεού Λόγου. Δεν θέλουμε να σε εγκωμιάσουμε με τα δικά μας λόγια, επειδή τα λόγια μας δεν έχουν μεγαλοπρέπεια και τιμή. Όσοι θα θελήσουν να σε στεφανώσουν με τα εγκώμιά τους, ασφαλώς θα πετύχουν κάτι πολύ πιό μικρό από την αξία σου. Λοιπόν να σιγήσω και να μη προσπαθήσω να διακηρύξω την ευγνωμοσύνη μου και τον θαυμασμό μου, επειδή υπάρχει ο κίνδυνος να μη πετύχω ένα εγκώμιο, άξιο του προσώπου σου;

Εκείνος όμως που θα σιωπήσει, πηγαίνει με τη μερίδα των αχαρίστων, γιατί δεν προσπαθεί με όλη του τη δύναμη να εγκωμιάσει τον ευεργέτη του. Γι’ αυτό, όλο και πιό πολύ σου ζητάμε να συμμαχήσεις μαζί μας και σε παρακαλούμε να ελευθερώσεις τη γλώσσα μας από την αδυναμία, που την κρατάει δεμένη, όπως και τότε κατάργησες, με τη σύλληψη και γέννησή σου, τη σιωπή του πατέρα σου του Ζαχαρία.

Άγιος Σωφρόνιος Ιεροσολύμων

Οι κενόδοξοι άνθρωποι πληρώνονται εδώ απο τους ανθρώπους...



Ἔτσι θέλει ὁ Θεός νά ἀνέλθουμε στήν ἐκπλήρωσι τῶν ἐντολῶν: καθώς δέν εὐχαριστῆς τό παιδάκι σου, τό ὁποῖον σέ ὑπηρετεῖ, παρότι ἐκεῖνο δέν ἔχει κάποιο λόγο νά στενοχωρηθῆ, ἔτσι ἀκριβῶς καί ἐμεῖς ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ, δέν θά ἔχουμε τήν ἀξίωσι νά μᾶς εὐχαριστήση ὁ Θεός, ἐπειδή ἐξεπληρώσαμε τίς ἐντολές Του.

Εἶναι ἀλήθεια ὅτι Αὐτός δέν ἀφήνει ἀπλήρωτο οὔτε ἕνα ποτήρι νερό πού θά τό δώσουμε σέ κάποιον διψασμένον μέ ἀγάπη στό ὄνομα τοῦ Κυρίου.

Ὁ Ἰησοῦς δέν δέχεται, οὔτε δόξα ἀπό τούς ἄλλους, οὔτε δόξα ἀπό τόν ἑαυτό του. Ἦτο δοξασμένος ὁ Ἰησοῦς καί μερικές φορές ἀπέφευγε τήν δόξα τοῦ ἑαυτοῦ του.

Ὁ Ἰησοῦς, ὅμως, χαίρεται ἀπό μερικούς ἀνθρώπους. Ἡ εὐγνω­μοσύνη ἦτο ἡ καλλίτερη παρηγοριά καί ὁ Ἰησοῦς τήν εἶχε, παρότι τήν ἐπέστρεφε πρός ὠφέλεια τοῦ ἀνθρώπου. Ἡ δόξα ἀπό τόν ἑαυτό μας καί ἡ δόξα ἀπό τούς ἄλλους εἶναι κενοδοξία καί δέν εἶναι ἔργα ἄξια πληρωμῆς ἀπό τόν Θεό. Οἱ κενόδοξοι ἄνθρωποι πληρώνονται ἐδῶ ἀπό τούς ἀνθρώπους.

Αὐτοί πού θέλουν νά πάρουν τήν δόξα ἀπό τόν Θεό, ἐργάζονται γιά τούς ἀνθρώπους σάν νά ἐργάζωνται γιά τόν Θεό, ἐνῶ ἀπό τούς ἀνθρώ­πους δέν λαμβάνουν κάλπικη πληρωμή ἤ ἐάν τούς τήν δώσουν, αὐτοί τήν ἐπιστρέφουν στόν Θεό.

Ὁ Ἰησοῦς θέλει τό καλό ἔργο νά πηγάζη φυσιολογικά, μέ τρόπο ἀνιδιοτελῆ, ὅπως αὐξάνει ὁ κόκκος τοῦ σίτου καί ὅπως ἐκπηγάζει τό νερό ἀπό τόν βράχο, χωρίς νά ὑποχρεώνεται ἀπό τήν καλωσύνη τους.

Τό καλό ἔργο εἶναι καλό, ἐάν σκεπάζεται μέ τήν ταπείνωσι. Ὄχι νά σκεπάζεται ἀπό πονηρίες ἤ ἀπό ἄλλα ἐνδιαφέροντα. Ἡ ταπείνωσις, ὅπως καί ἡ ἀγάπη δέν ζητεῖ κάτι δικό της.

Θέλει νά εἶναι ὁ ἄνθρωπος καλός, ἀκόμη κι ἄν δέν ὑπάρχει παρά­δεισος ἤ κόλασις. Ἡ θέλησις μιᾶς καλῆς φύσεως εἶναι νά κάνη τό καλό, ἀφοῦ τό κατανοῆ ἀπό μέσα της.

Μία καλωσυνάτη φύσις ἁπλοποιεῖ γιά τόν ἑαυτό της τά πρωτεῖα καί τά ὅρια. Πλησιάζουν μία τέτοια φύσι ἀνθρώπου, ἡ ὁποία ἐμφανίζει τά χαρακτηριστικά τῆς εἰκόνος τοῦ Θεοῦ, κυρίως τά παιδιά, τά ὁποῖα καί ἔχουν αὐτή τή ἀπρόσβλητη ἀπό τήν κακία εἰκόνα στήν ζωή τους.

Πηγή:«ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΑ ΜΑΡΓΑΡΙΤΑΡΙΑ» ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΑΡΣΕΝΙΟΥ ΜΠΟΚΑ, ΡΟΥΜΑΝΟΥ ΙΕΡΟΜΟΝΑΧΟΥ