.

.

Δός μας,

Τίμιε Πρόδρομε, φωνή συ που υπήρξες η φωνή του Λόγου. Δος μας την αυγή εσύ που είσαι το λυχνάρι του θεϊκού φωτός. Βάλε σήμερα τα λόγια μας σε σωστό δρόμο, εσύ που υπήρξες ο Πρόδρομος του Θεού Λόγου. Δεν θέλουμε να σε εγκωμιάσουμε με τα δικά μας λόγια, επειδή τα λόγια μας δεν έχουν μεγαλοπρέπεια και τιμή. Όσοι θα θελήσουν να σε στεφανώσουν με τα εγκώμιά τους, ασφαλώς θα πετύχουν κάτι πολύ πιό μικρό από την αξία σου. Λοιπόν να σιγήσω και να μη προσπαθήσω να διακηρύξω την ευγνωμοσύνη μου και τον θαυμασμό μου, επειδή υπάρχει ο κίνδυνος να μη πετύχω ένα εγκώμιο, άξιο του προσώπου σου;

Εκείνος όμως που θα σιωπήσει, πηγαίνει με τη μερίδα των αχαρίστων, γιατί δεν προσπαθεί με όλη του τη δύναμη να εγκωμιάσει τον ευεργέτη του. Γι’ αυτό, όλο και πιό πολύ σου ζητάμε να συμμαχήσεις μαζί μας και σε παρακαλούμε να ελευθερώσεις τη γλώσσα μας από την αδυναμία, που την κρατάει δεμένη, όπως και τότε κατάργησες, με τη σύλληψη και γέννησή σου, τη σιωπή του πατέρα σου του Ζαχαρία.

Άγιος Σωφρόνιος Ιεροσολύμων

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Η παναίρεση του Οικουμενισμού. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Η παναίρεση του Οικουμενισμού. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

ΤΙ ΕΙΝΑΙ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟΣ

ΤΙ ΕΙΝΑΙ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟΣ, 
ΤΙ ΣΗΜΑΙΝΕΙ ΚΑΙ ΠΟΤΕ ΕΠΙΤΡΕΠΕΤΑΙ Η ΑΠΟΤΟΙΧΙΣΗ, 
ΤΙ ΕΙΝΑΙ ΑΙΡΕΣΕΙΣ ΚΑΙ ΠΟΙΟΙ ΑΓΙΟΙ ΠΡΟΧΩΡΗΣΑΝ ΣΕ ΑΠΟΤΟΙΧΙΣΗ.


Τι είναι Οικουμενισμός

Ο Οικουμενισμός κινείται σε δύο επίπεδα, στον διαχριστιανικό και στον διαθρησκειακό.
Ο διαχριστιανικός Οικουμενισμός προωθεί την ένωση των χριστιανικών θρησκειών-αιρέσεων με την Ορθόδοξη Εκκλησία θεωρώντας τις δογματικές διαφορές ΄΄τυπικές παραδόσεις΄΄ που πρέπει να παρακάμπτονται για το καλό της ενότητας της Εκκλησίας (νομιμοποίηση εκκλησιών-αιρέσεων στη Σύνοδο της Κρήτης).
Ο διαθρησκειακός Οικουμενισμός προωθεί την ένωση μεταξύ όλων των θρησκειών, δηλαδή την λεγόμενη πανθρησκεία προβάλλοντας τα κοινά θεολογικά σημεία ώστε να επιτευχθεί η θρησκευτική ενότητα της οικουμένης (δηλώσεις πατριάρχου περί ΄΄αγίου΄΄ κορανίου, ΄΄ευλογημένης΄΄ συναγωγής εβραίων... ).
Ο Οικουμενισμός νομιμοποιεί όλες τις αιρέσεις ως ΄΄εκκλησίες΄΄ προσβάλλοντας το Δόγμα της Μιας, Αγίας, Καθολικής και Αποστολικής Εκκλησίας. Θεωρεί πως οι αιρέσεις-΄΄εκκλησίες΄΄ είναι μέρη, κομμάτια της Εκκλησίας (όπως και η Ορθοδοξία) και ότι όλες μαζί αποτελούν την Εκκλησία.
Η Εκκλησία δεν είναι δυνατόν να διαιρεθεί. Είναι μία και μοναδική διότι είναι το Σώμα του ενός και μοναδικού Χριστού.
Εκ της αδιαιρέτου Εκκλησίας του Χριστού, απεσχίσθηκαν και απεκόπηκαν οι αιρετικοί και σχισματικοί οι οποίοι έπαυσαν να είναι μέλη του Σώματός της.Οι οικουμενιστές παρερμηνεύουν το χωρίο από την προσευχή του Κυρίου «ίνα ώσιν εν»(κατά Ιωάννη,κεφ.ιζ΄ στ.11) νομίζοντας ότι ο Κύριος προσεύχεται για ένωση διηρημένων εκκλησιών-ομολογιών-αιρέσεων. Ο Χριστός, όμως, αναφέρεται στην ενότητα των Αποστόλων κατά την θεωρία της Δόξης του Θεού την ημέρα της Πεντηκοστής (αυτή την ημέρα έγιναν μέλη του Σώματος του Χριστού). Το Άγιο Πνεύμα, στο Θεανθρώπινο Σώμα της Εκκλησίας, ενώνει από τότε όλους τους βαπτισμένους πιστούς που αποτελούν το Σώμα της Εκκλησίας. Η ενότητα γίνεται με βάση την πίστη. Με βάση την κοινή πίστη στο πρόσωπο του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, δια των Αγίων Μυστηρίων, ελπίζουμε στην ένωσή μας με τον Χριστό. Οι οικουμενιστές στο όνομα της ενότητας, της αγάπης, της αδελφοσύνης προσπαθούν να επιτύχουν την θρησκευτική ενοποίηση, ένα μείγμα ετερόκλητων πίστεων.
«Εγώ ειμί η οδός και η αλήθεια και η ζωή» λέγει ο Κύριος μας Ιησούς Χριστός (κατά Ιωάννη κεφ.ιδ,στ.6). Εγώ είμαι η μοναδική οδός σωτηρίας, μας λέει. Ο Οικουμενισμός, η μεγαλύτερη αίρεση στην ιστορία της εκκλησίας, αναγνωρίζει στις αιρέσεις συμμετοχή στο σωτηριολογικό έργο του Θεού ,δηλαδή διδάσκει ότι μπορούμε να σωθούμε και μέσω των άλλων θρησκειών. Τότε για ποιό λόγο ήλθε ο Κύριός μας στη Γη και υπέμεινε την Σταύρωση; Για ποιό λόγο μαρτύρησαν οι Άγιοι, ομολόγησαν την πίστη τους οι Άγιοι Ομολογητές, οι Άγιοι Πατέρες πολέμησαν τις αιρέσεις;

Ο χριστιανός εκφράζει την αγάπη του στον συνάνθρωπο όταν του δείχνει τον δρόμο προς την σωτηρία γιατί ενδιαφέρεται πραγματικά να σωθεί έστω και μία ψυχή. Εμείς, που γνωρίζουμε αυτόν τον δρόμο, είμαστε έτοιμοι να Τον ξεχάσουμε και να απαρνηθούμε τον Κύριό μας, στα πλαίσια μιας εκκοσμικευμένης αγάπης (η οποία δεν βασίζεται σε κοινή πίστη);

Αναγνωρίστηκαν οι αιρέσεις ως εκκλησίες. Συνυπάρχουν εξισωμένες κάτω απο την ομπρέλα του Οικουμενισμού (γι’ αυτό και ο Οικουμενισμός ονομάστηκε παναίρεση απ τον Άγιο Ιουστίνο Πόποβιτς καθώς περικλείει όλες τις αιρέσεις που απομάκρυναν τον άνθρωπο απ' τον Θεάνθρωπο). Ο Οικουμενισμός, κατεγνωσμένη αίρεση από τον Άγιο Ιουστίνο Πόποβιτς, αλλοιώνει την Πίστη μας, αμβλύνει το ορθόδοξο φρόνημά μας, ενσωματώνει θεολογικά και εκκλησιολογικά στοιχεία που έχουν απορριφθεί απ την Ορθοδοξία (αλώνει την Ορθοδοξία) καθώς εστιάζει στα σημεία συμφωνίας των μελών του Οικουμενισμού και όχι σε αυτά που διαφέρουν. Θα τον δεχθούμε; Θα δεχθούμε την παναίρεση;

«Πίστη είναι να πεθάνει κάποιος για τον Χριστό και την τήρηση των εντολών Αυτού και να έχει τον θάνατο αυτό ως ζωή»
Άγιος Συμεών ο Νέος Θεολόγος
Τι σημαίνει αποτείχιση;
Αποτείχιση είναι η απομάκρυνση (χωρισμός) από κάτι νόθο, επιβλαβές και ξένο προς την υγιή Πίστη της Εκκλησίας. Είναι το τείχος που σηκώνει ο πιστός ώστε να περιφρουρήσει την Ορθόδοξη Πίστη και να προφυλαχθεί ο ίδιος από την πλάνη των αιρετικών παραμένοντας μέσα στην διαχρονική αποστολική Εκκλησία και ταυτόχρονα το μέσο πίεσης που χρησιμοποιεί ώστε να δρομολογηθεί σύνοδος που θα καταδικάσει τους αιρετικούς. Η αποτείχιση επιτελείται δια της διακοπής μνημονεύσεως του αιρετικού επισκόπου (δεν είναι δυνατόν ο αιρετικός επίσκοπος να ορθοτομεί τον λόγο της αληθείας) και της διακοπής κάθε εκκλησιαστικής κοινωνίας και επικοινωνίας μαζί του. Είναι, τέλος, η αποτείχιση η ενδεδειγμένη και υγιής συμπεριφορά του πιστού σε καιρό αιρέσεως ώστε να αποφευχθεί η εγκατάσταση της αίρεσης. Γι αυτόν τον λόγο, όσοι προχώρησαν σε αποτείχιση είναι άξιοι τιμής και επαίνου.

Πότε επιτρέπεται η αποτείχιση;

Σε περιπτώσεις προσωπικών αμαρτιών των επισκόπων, οι ΙΓ΄, ΙΔ΄και ΙΕ΄Ιεροί Κανόνες απαγορεύουν την απόσχιση δια της διακοπής της μνημονεύσεως προ συνοδικής κρίσης και όσοι προχωρούν σε αποτείχιση θεωρούνται υπεύθυνοι σχίσματος. Επιβάλλεται η αποτείχιση, σε περιπτώσεις αιρετικώς φρονούντων επισκόπων ώστε εκείνος που αιρετικά φρονεί και κηρύττει να αποκόπτεται από το Σώμα του Χριστού, ενώ αυτός που κάνει αποτείχιση να παραμένει ενσωματωμένος δια της αληθινής πίστης στην Εκκλησία.

Τι σημαίνει κατεγνωσμένη αίρεση;

Κατεγνωσμένη σημαίνει γνωστή αίρεση η οποία έχει καταδικασθεί από Σύνοδο ή από Αγίους της Εκκλησίας. Ο Οικουμενισμός περικλείει αιρέσεις οι οποίες ήδη έχουν καταδικασθεί από Συνόδους και είναι αίρεση κατεγνωσμένη και από τον Άγιο Ιουστίνο Πόποβιτς. Ο Οικουμενισμός είναι γνωστικισμός,ο οποίος υφίσταται από τον 1ο μ.Χ. αιώνα και έχει καταδικαστεί π.χ. από την 6η Οικουμενική Σύνοδο (καταδίκη Παυλικιανών).Οι Άγιοι Πατέρες που συμμετείχαν στην Σύνοδο της Κωνσταντινούπολης το 879-880 διακήρυξαν με παρρησία ότι κάθε παρέμβαση στα παραδοθέντα από τις προηγούμενες θεόπνευστες 7 Οικουμενικές Συνόδους καθιστά αίρεση και ύβρη.

Μνημόνευση κατά την Θεία Λειτουργία

Η μνημόνευση του επισκόπου κατά την Θεία Λειτουργία δηλώνει την ταυτότητα πίστεως επισκόπου και λαού, άρα σε καιρό αιρέσεως δηλώνει συμμετοχή στην αίρεση. Δεν είναι δυνατόν να μνημονεύεται εκείνος που είναι εχθρός προς τον Θεό. Δεν είναι δυνατό να ομολογείται δημόσια ότι ο αιρετικός ορθοτομεί τον λόγο της Αληθείας. Οι λαϊκοί, όταν κινδυνεύει η Πίστη, πρέπει να φεύγουν από ιερέα που μνημονεύει αιρετικό επίσκοπο και να αγωνισθούν για την Ορθοδοξία.Κατά τον Άγιο Γενάδιο Σχολάριο, η πνευματική κοινωνία των ομοδόξων και η τέλεια υποταγή στους γνήσιους ποιμένες εκφράζεται με το μνημόσυνο (μνημόνευση).Κατά τον Άγιο Θεόδωρο Στουδίτη, και μόνον η αναφορά ονόματος επισκόπου που δεν έχει ορθόδοξη πίστη, μολύνει τη Θεία Λειτουργία, έστω και αν ο τελών την Θεία Λειτουργία φρονεί ορθά.

Ποιοί είναι οι ψευδοδιδάσκαλοι;

Ψευδοδιδάσκαλοι κατά της ευσεβείας, ψευδοαπόστολοι και ψευδοπροφήτες, κατά τον Άγιο Μάξιμο τον Ομολογητή, είναι οι αιρετικοί τους οποίους εξέλεξε ο διάβολος ώστε να πολεμηθεί ο παλαιός Νόμος και ο Ευαγγελικός. Γι αυτό, συνεχίζει ο Άγιος, όποιος τους δέχεται, δέχεται τον διάβολο. Ο Κύριος, στο κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο, μας λέει: «προσέχετε από των ψευδοπροφητών οίτινες έρχονται προς υμάς εν ενδύματι προβάτου, ένδοθεν δε εισί λύκοι άρπαγες. από των καρπών αυτών επιγνώσεσθε αυτούς». (κατά Ματθαίον κεφ.ζ' στ 15)

Δημοσία και γυμνή τη κεφαλή σημαίνει ότι ο επίσκοπος κηρύττει τις αιρετικές του απόψεις δημόσια και απροκάλυπτα, με λόγια και με έργα ώστε να τις διαδώσει και να τις καταστήσει γραμμή της Εκκλησίας χρησιμοποιώντας την θέση του. Επισφράγιση των κακόδοξων λόγων και των έργων ήταν η σύνοδος στην Κρήτη τον Ιούνιο του 2016. Επειδή το σύστημα της Ορθοδοξίας είναι συνοδικό, η προσπάθεια των αιρετικών επικεντρωνόταν στο να «νομιμοποιηθεί» συνοδικά η αίρεση, πράγμα που επιτεύχθηκε με την ψευδοσύνοδο στην Κρήτη.

Ποιοί Άγιοι δίδαξαν την απομάκρυνση από τους αιρετικούς;

Οι άγιοί μας, βασιζόμενοι στην εμπειρική και βιωματική τους σχέση με τον Θεό, μας δίδαξαν την ά μ ε σ η απομάκρυνση από τους αιρετικούς ως τρόπο διαφύλαξης της Πίστης.

O Μ. Βασίλειος συμβούλευε την μη εκκλησιαστική κοινωνία με αιρετικούς επισκόπους, οι οποίοι χαρακτηρίζονται από τον Άγιο ως ΄΄λύκοι βαρείς΄΄καθώς και την απομάκρυνση από εκείνους που προσποιούνται ότι έχουν την ορθή πίστη αλλά κοινωνούν με τους ετερόφρονες.

Ο Μ. Αθανάσιος δίδασκε την απομάκρυνση από όσους επισκόπους ή πρεσβυτέρους σκανδαλίζουν και την απομάκρυνση από εκείνους που κοινωνούν με αιρετικούς και προσποιούνται ότι ομολογούν ορθή πίστη.

Ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος, συμβούλευε, να αποφεύγουμε προϊστάμενο (ποιμένα) όταν είναι κακός εξ αιτίας της πίστεως και να απομακρυνόμαστε απ' αυτόν όχι μόνο αν είναι άνθρωπος αλλά και αν είναι άγγελος που κατέβηκε από τον Ουρανό. Αν είναι κακός ως προς την ιδιωτική του ζωή δεν θα πρέπει να ασχολούμαστε μ' αυτήν καθώς το «μη κρίνετε ίνα μη κριθήτε» αναφέρεται στον τρόπο ζωής, και όχι στην πίστη. Κατά την διάρκεια της εξορίας του, μακάριζε τους φυλακισμένους κληρικούς για το ορθόδοξό τους φρόνημα, λέγοντας ότι τα ονόματά τους συγκαταριθμούνται μαζί με των Μαρτύρων στο βιβλίο της Ζωής.

Ο Άγιος Κύριλλος Αλεξανδρείας χαρακτήριζε ως ομολογητές της Πίστεως τους κληρικούς που καθήρεσε ο αιρετικός πατριάρχης Νεστόριος, τιμωρώντας τους επειδή είχαν διακόψει την εκκλησιαστική κοινωνία και μνημόνευσή του. Συμβούλευε, δε, ο Άγιος τον κλήρο και τον λαό της Κωνσταντινούπολης να μη κοινωνούν με τον Νεστόριο για να μη μολυνθούν, χαρακτηρίζοντάς τον ως λύκο αντί ποιμένα.

Ο Άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής με την αποτείχισή του, δίδασκε έμπρακτα την σωστή στάση απέναντι στην αίρεση. Πίστευε ότι είναι χρέος του καθενός να μη προδίδει την αληθινή Πίστη και να την υπερασπισθεί μέχρι θανάτου. Χαρακτήριζε τους αιρετικούς ως ψευδοδιδασκάλους και ψευδοπροφήτες και έλεγε ότι όποιος τους αποδέχεται ως ποιμένες της Εκκλησίας, αποδέχεται και αναγνωρίζει τον διάβολο. Η αποτείχιση, για τον Άγιο, είναι η μοναδική οδός σωτηρίας διότι μόνο δι΄ αυτής η αληθινή Πίστη παραμένει ανόθευτη από την επικοινωνία με την αίρεση. Προτίμησε τον αναθεματισμό, την εξορία, τον μαρτυρικό θάνατο παρά την κοινωνία με τους αιρετικούς.

Ο Άγιος Σωφρόνιος Πατριάρχης Ιεροσολύμων χαρακτήριζε τους ορθοδόξους, που απομακρύνονταν από αίρεση υπό Συνόδου ή Αγίων Πατέρων κατεγνωσμένη, άξιους τιμής και αποδοχής.

Ο Όσιος Θεόδωρος Στουδίτης, σε καιρό αιρέσεως, ως Εκκλησία θεωρούσε εκείνους που προχώρησαν σε αποτείχιση από τους αιρετικούς, έστω και αν ήταν ελάχιστοι. Την τοπική εκκλησία, που είχε αποδεχθεί την αίρεση την θεωρούσε ΄΄πεπτωκυία, καταπεσούσα, ερρυπωμένη΄΄ και γι αυτό συμβούλευε τους ορθοδόξους να αποφεύγουν με παρρησία κάθε εκκλησιαστική επικοινωνία με τους κακόδοξους και να διακόπτουν την μνημόνευσή τους στην τέλεση της Θείας Ευχαριστίας.

Ο Μέγας Φώτιος πρόσταζε το εξής ΄΄αν ο ποιμένας είναι αιρετικός να απομακρυνθούμε από αυτόν άμεσα διότι η κοινωνία με αυτόν είναι δηλητήριο φιδιού. Δεν πρέπει, έλεγε, να εξαπατηθούμε από το γεγονός ότι φαίνεται ήμερος, διότι είναι λύκος. Ως προς τον ορθόδοξο ποιμένα, συνέχιζε, ο πιστός αφού εξετάσει αν έχει ευσεβή πίστη και ζωή, χωρίς κανένα αιρετικό σημάδι, πρέπει να υποτάσσεται σ' αυτόν. Όλα τα άλλα, εκτός της πίστεως, δεν πρέπει να τα εξετάζουμε΄΄.

Ο Άγιος Γερμανός ο Β΄, εξόρκιζε τους λαϊκούς να φεύγουν από ιερείς υποταγμένους σε λατίνους και να μην παίρνουν ευλογία από τα χέρια τους. Καλύτερα προσεύχεστε στα σπίτια σας, έλεγε, ειδ' άλλως θα υποστείτε την ίδια κόλαση μ' αυτούς.

Ο Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς θεωρούσε ότι είναι αδύνατο κάποιος που επικοινωνεί εκκλησιαστικώς με αιρετικό πατριάρχη, να είναι ορθόδοξος. Συνέδεε την υποταγή στους ποιμένες με την πλήρη αποδοχή και ταύτιση με την Ορθόδοξο Πίστη η οποία είναι το κριτήριο εισόδου (ή εξόδου) από την Εκκλησία.

Ο Άγιος Μάρκος ο Ευγενικός, υποστήριζε ότι στα της πίστεως δεν χωρεί συγκατάβαση διότι όλοι οι διδάσκαλοι της Εκκλησίας, όλες οι Σύνοδοι και όλες οι Θείες Γραφές προτρέπουν την αποφυγή των ετεροφρόνων και την αποφυγή της κοινωνίας με αυτούς. Για τα θέματα της Πίστεως, έλεγε, δεν υπάρχουν μικρά και μεγάλα, όλα είναι μεγάλα και σημαντικά γι αυτό δεν κάνουμε υπακοή ούτε σε αρχιερέα ούτε σε σύνοδο ψευδή αλλά στον Χριστό και στους Αποστόλους!

Ο Άγιος Γεννάδιος Σχολάριος συμβούλευε ότι αυτών που αποστρεφόμεθα το φρόνημα, πρέπει, σύμφωνα με τις Συνόδους και τους Πατέρες, να αποφεύγουμε και την κοινωνία.

Ο Άγιος Συμεών ο νέος Θεολόγος, δίδασκε να εξετάζουμε τον πνευματικό άνθρωπο από την ζωή του και τις πράξεις του, αν συνάδουν με τις διδασκαλίες του Κυρίου, των Αποστόλων και των Πατέρων και αν όχι, ακόμα και αν κάνει θαύματα και ανασταίνει νεκρούς να τον αποστρεφόμαστε και να τον μισούμε ως δαίμονα. Όσοι αποδέχονται αιρετικές διδασκαλίες, λέει, είναι καταδικασμένοι εις απώλεια.

Ο Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης θεωρούσε ότι ο αρχιερέας που είναι ως προς την Πίστη κακός, δεν είναι δυνατό να μη κηρύξει και στον λαό, το αιρετικό φρόνημα που έχει στην καρδιά του. Αν λοιπόν είναι ως προς την Πίστη κακός, έχει δηλαδή αιρετικά και βλάσφημα δόγματα, τότε πρέπει να φεύγουμε από αυτόν.

Ποιοί άγιοι προχώρησαν σε αποτείχιση (εφαρμόζοντας τον ΙΕ΄ Κανόνα της Πρωτοδευτέρας Συνόδου)

Ο Άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής είχε εκκλησιαστική κοινωνία μόνο με όσους διατηρούσαν την Ορθόδοξη Πίστη και καμία κοινωνία με την εκκλησία της Κωνσταντινούπολης και της Ρώμης (οι οποίες τότε ήταν αιρετικές) .

Επίσης οι ακόλουθοι Άγιοι προχώρησαν σε αποτείχιση:
Ο Άγιος Θεοφύλακτος επίσκοπος Νικομήδειας, ο Άγιος Μιχαήλ επίσκοπος Συνάδων, ο Άγιος Αιμιλιανός επίσκοπος Κυζίκου, ο Άγιος Ευθύμιος επίσκοπος Σάρδεων, ο Όσιος Θεοφάνης ηγούμενος Μονής Μεγάλου Αγρού, ο Άγιος Στέφανος ηγούμενος Τρίγλιας, ο Άγιος Μακάριος ηγούμενος Πελεκητής, ο Άγιος Ιωάννης ηγούμενος Καθαρών, ο Όσιος Νικήτας ηγούμενος Μηδικίου, ο όσιος Πέτρος Ατρώας, οι Άγιοι Θεόδωρος και Θεοφάνης οι Γραπτοί, ο Όσιος Πλάτων Στουδίτης, ο Άγιος Ιωσήφ αρχιεπίσκοπος Θεσσαλονίκης, ο Όσιος Νικόλαος Στουδίτης, ο Όσιος Ναυκράτιος Στουδίτης, ο Όσιος Θαδδαίος Στουδίτης, ο Όσιος Θεόδωρος Στουδίτης.

Οι 74 Αγιορείτες Πατέρες επί πατριάρχου Βέκκου, υπέστησαν μαρτυρικό θάνατο, διότι ομολόγησαν ότι δεν ήθελαν καμμία εκκλησιαστική κοινωνία με τον λατινόφρονα πατριάρχη.

Ο Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς, ως ιερομόναχος, διέκοψε το μνημόσυνο του αιρετικού πατριάρχη και γι' αυτό αναθεματίσθηκε και φυλακίστηκε.

Ο Άγιος Μάρκος ο Ευγενικός, διέκοψε κάθε εκκλησιαστική κοινωνία με όλους όσους υπέγραψαν στην σύνοδο στην Φλωρεντία καθώς πίστευε ότι μόνο έτσι έμενε ενωμένος με τους Αγίους Πατέρες.

Ο Άγιος Ιουστίνος Πόποβιτς διέκοψε το μνημόσυνο του πατριάρχη Σερβίας Γερμανού και έπαψε κάθε εκκλησιαστική επικοινωνία με αυτόν παραμένοντας έγκλειστος στο ησυχαστήριό του.

Ποιά η στάση του λαού

Στην εποχή του Μεγάλου Βασιλείου, σύμφωνα με μαρτυρία του Αγίου, οι πιστοί έφευγαν απ' τους ναούς, θεωρώντας τους ΄΄ασεβείας διδασκαλεία΄΄ και προσευχόντουσαν στην ύπαιθρο. Ο Άγγελος της Εκκλησίας, συνεχίζει ο Άγιος, έφυγε κι αυτός απ' τους ναούς όπου παρέμεναν οι αιρετικοί και ήλθε εκεί όπου συγκεντρώνονταν οι ορθόδοξοι (στις ερημιές).

Ο Μ. Βασίλειος λέγοντας «και γαρ και το αχρειωθέν απερρύη και ουκ εκολοβώθη το μένον» δηλώνει ότι όσοι κι αν αποχωρήσουν δια της αιρέσεως απ' την Ορθοδοξία, το Σώμα του Χριστού μένει ανέπαφο, ακέραιο και ολόκληρο.

Στα χρόνια του Μ. Αθανασίου, οι Ορθόδοξοι δεν είχαν καμμιά εκκλησιαστική επικοινωνία με τους αιρετικούς. Το κριτήριο για την εκκλησιαστική κοινωνία ήταν το φρόνημα και όχι η απόφαση συνόδου.

Ο Άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος περιγράφει τον λαό που αποτείχισε τον αιρετικό πατριάρχη, ως πλήθος ασύντακτο και ανεπίσκοπο (χωρίς επίσκοπο) περιπλανώμενο σε όρη, σπήλαια και οπές στη γη. Τοποθετείται ξεκάθαρα υπέρ της διδασκαλίας και εφαρμογής του ΙΕ' Κανόνος γνωστοποιώντας στους πιστούς πως ο Θεός βρίσκεται εκεί που είναι η αληθινή Πίστη λέγοντας ότι οι αιρετικοί έχουν τους οίκους αλλά εμείς (οι πιστοί της αποτείχισης) τον Ένοικο, αυτοί τους ναούς εμείς τον Θεό.

Όταν ο Άγιος Κύριλλος αγωνιζόταν εναντίον της αιρέσεως του Νεστορίου, ο λαός και οι κληρικοί έφυγαν απ τον ναό παρόλο που η αίρεση δεν ήταν κατεγνωσμένη (καταδικασμένη).

Στην εποχή του Μεγάλου Φωτίου οι πιστοί, όχι απλώς δεν κοινωνούσαν με τον αρχιεπίσκοπο που πρόδωσε τα δόγματα της Πίστεως, αλλά ούτε και ΄΄χαίρετε΄΄ του έλεγαν.

Ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος μας θέτει το δίλημμα:
«Τι προτιμάς, ν’ανασταίνεις νεκρούς με την προσευχή σου ή να χύσεις το αίμα σου για τον Χριστό;»

ΟΦΕΙΛΟΜΕΝΗ (ΚΡΙΤΙΚΗ) ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ «Για την αλλοίωση του 15ου Κανόνα της Α-Β Συνόδου» (Σε μελέτη του κ. Ευαγγέλου Λέκκου – τ. Διευθυντή της Αποστολικής Διακονίας)

Στο βιβλίο «Μέγας Φώτιος» που έγραψε ο κ. Ευάγγελος Λέκκος (εκδ. Σαΐτης), στο πλαίσιο αφιερώματος (Βίος και Έργο – συγγράματα και απάνθισμα κειμένων του Μ. Φωτίου), στη σελ. 34 διαβάζουμε, ως «ερμηνεία» του ΙΕ΄ Κανόνα της Πρωτοδευτέρας Συνόδου: «καθαιρούνται οι κληρικοί που παύουν να μνημονεύουν το όνομα του επισκόπου τους, αν αυτός τύχει και κατηγορηθεί, προτού εκδοθεί οριστική σε βάρος του συνοδική απόφαση, ενώ οι μοναχοί και λαϊκοί αφορίζονται∙ το ίδιο ισχύει και για τους επισκόπους που αποσχίζονται από τους οικείους μητροπολίτες, αλλά και για τους μητροπολίτες σε σχέση με τους πατριάρχες».

Απουσιάζει – παραλείπεται η συνολική εκκλησιολογική – κανονική εποπτεία του Κανόνα από τον κ. Ευάγγελο Λέκκο.

Η εκκλησιολογική εστίασή του αφορά το πρώτο τμήμα του Ι. Κανόνος, όπου οι πιστοί (παλαιότερα) διέκοπταν την κοινωνία με τους επισκόπους τους για λόγους μη δογματικούς, αλλά «δια εγκλήματα τινά, πορνείαν θετέον, ιεροσυλίαν και άλλα» (Βλέπε ερμηνεία του Ι. Πηδαλίου).

Παρέλειψε (;) ο κ. Λέκκος το δεύτερο ουσιώδες τμήμα του 15ου Κανόνα, που ομιλεί «περί αιρέσεων».

Πήρε έναν Κανόνα (ΙΕ΄) με μέγιστο εκκλησιολογικό – θεολογικό βεληνεκές, αφαίρεσε το τμήμα του Κανόνα που αφορά τις αιρέσεις και τους αιρετικούς ποιμένες – επισκόπους και τον οριοθέτησε (τον Κανόνα) επί ενός στενότερου εκκλησιολογικού πεδίου, που εξυπηρετεί τους οικουμενιστές (εξ ορθοδόξων) επισκόπους.

Στην ερμηνεία του Πηδαλίου, διαβάζουμε: «Εάν δε οι ρηθέντες πρόεδροι είναι αιρετικοί, και την αίρεσιν αυτών κηρύττουσι παρρησία, και δια τούτο χωρίζονται οι εις αυτούς υποκείμενοι, και προ του να γένη ακόμη συνοδική κρίσις περί της αιρέσεως ταύτης, οι χωριζόμενοι αυτοί, όχι μόνον δια τον χωρισμόν δεν καταδικάζονται αλλά και τιμής της πρεπούσης, ως ορθόδοξοι, είναι άξιοι, επειδή, όχι σχίσμα επροξένησαν εις την Εκκλησίαν με τον χωρισμόν αυτόν, αλλά μάλλον ηλευθέρωσαν την Εκκλησίαν από το σχίσμα και την αίρεσιν των ψευδεπισκόπων αυτών. Όρα και τον λα΄ Αποστολικόν».

Το δεύτερο αυτό τμήμα του ΙΕ΄ Κανόνος (περί αιρετικών επισκόπων) αποτελεί, κ. Λέκκο, φραγή πνευματική στην ποικιλόμορφη «Δυνητική» καλλιέργεια του πληρώματος και στις διαστροφές του Κανόνα υπό των οικουμενιστών επισκόπων, κληρικών, λαϊκών και μοναχών.

Δεν εννοήσατε ότι, το δεύτερο αυτό τμήμα, φανερώνει την διαχρονική ποιμαντική καθοδήγηση της Α- Β Συνόδου στο ορθόδοξο πλήρωμα ενώ, ταυτόχρονα, θεμελιώνει (και συνοδικά) την Αποτείχιση, ως το αναδυόμενο αποτελεσματικό μέσο κατά της αιρετικής «ορθολογικότητας»;

Δυστυχώς, τα χρόνια που πέρασαν άφησαν νωπά τα σημάδια της πιο ωμής, πιο ακραίας επίδρασης της «ποιμαντικής» εξουσίας στο λόγο – νόημα και την συνοδική εικόνα του Ι. Κανόνος, ως «Δυνητικού» δηλ. και όχι υποχρεωτικού.

Δεν εφαρμόσθηκε ο 15ος Κανόνας (απ’ αρχής) έναντι του οικουμενισμού, γι’ αυτό και μεγάλωσε η αίρεση από δεκαετία σε δεκαετία, ως ποτάμι που θέλει να πνίξει την Ορθοδοξία. Ένα ποτάμι θολό, που αδυνατεί να καθρεφτίσει την πραγματικότητα – ιερότητα της Εκκλησίας.

Από μια αξιόλογη εργασία παραθέτω (δανείζομαι) το νόημα της Αποτειχίσεως: «Αποτείχιση είναι η απομάκρυνση από κάτι νόθο, επιβλαβές και ξένο προς την υγιή Πίστη της Εκκλησίας. Είναι το (πνευματικό) τείχος που σηκώνει ο πιστός ώστε να περιφρουρήσει την Ορθόδοξη Πίστη και να προφυλαχθεί ο ίδιος από την πλάνη των αιρετικών παραμένοντας μέσα στην διαχρονική Αποστολική Εκκλησία και ταυτόχρονα το μέσο πίεσης που χρησιμοποιεί ώστε να δρομολογηθεί σύνοδος που θα καταδικάσει τους αιρετικούς. Η αποτείχιση επιτελείται δια της διακοπής μνημονεύσεως του αιρετικού επισκόπου».

Να θυμηθούμε, κ. Λέκκο, τον Άγιο Γενάδιο Σχολάριο, που τόνισε: «η πνευματική κοινωνία των ομοδόξων και η τέλεια υποταγή στους γνήσιους ποιμένες εκφράζεται με το μνημόσυνο (μνημόνευση)». Αυτή ακριβώς η μνημόνευση του επισκόπου στη Θεία Λειτουργία δηλώνει, δίκην συγχρόνου «Υπευθύνου δηλώσεως», ότι υπάρχει ταυτότητα Πίστεως επισκόπου και λαού, γι’ αυτό όταν ο επίσκοπος είναι αιρετικός δηλώνει (η μνημόνευση) και συμμετοχή στην αίρεση.

Η διαλεκτική του Ι. Κανόνα στην εφαρμογή του προϋποθέτει μια διπολικότητα, δυο στοιχεία, που συμβαδίζουν συνήθως, δηλ.:

Α) Η αίρεση να είναι «κατεγνωσμένη» και Β) Ο επίσκοπος να κηρύττει τις αιρετικές του απόψεις δημοσία και «γυμνή τη κεφαλή».

Στη σύγχρονη εκκλησιαστική πραγματικότητα, κ. Λέκκο, αυτά τα δυο στοιχεία υφίστανται και έχουν επισημανθεί από γνήσιους Ορθοδόξους ποιμένες εδώ και πολλά χρόνια.

Η παραγνώριση αυτών των δύο προϋποθέσεων χαρακτηρίζει τα σημερινά ρεύματα της «Δυνητικής» ερμηνείας του Κανόνος, δυστυχώς!

Ο οικουμενισμός δεν έχει χαλιναγωγηθεί, διότι οι «ορθόδοξοι» που βλέπουν προαιρετική την εφαρμογή του 15ου Κανόνα, συμπλέουν με τους αιρετικούς επισκόπους.

Συμπερασματικά θα λέγαμε, ότι η αναφορά του κ. Λέκκου στον 15ο Κανόνα διαμορφώθηκε – εκδιπλώθηκε ως αυτοαναφορικότητα, νομικά, μα όχι Πατερικά. Σύγχρονες ερμηνευτικές Πατερικές προσεγγίσεις του Κανόνα υπάρχουν σε μελέτες Μοναχών, Ιερομονάχων, όπως του π. Ευθυμίου Τρικαμηνά και στο τηλεγράφημα του π. Αυγουστίνου Καντιώτη (προς Ι. Σύνοδο, 30-3-70), όπου γράφει:

«Ιεράρχαι, διαμαρτυρηθέντες ή και παύσαντες μνημόσυνο Πατριάρχου (Αθηναγόρα), όχι μόνο απαλλάσονται ευθύνης, αλλ’ είναι άξιοι επαίνου, ως ορθώς ερμηνεύοντες και εφαρμόζοντες τον ΙΕ΄ Κανόνα της Πρωτοδευτέρας Συνόδου, του οποίου η ισχύς Κανονικώς παραμένει ακλόνητος»

ΝΙΚΟΣ Ε. ΣΑΚΑΛΑΚΗΣ
ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΟΣ




«Ὀρθόδοξοι» λυκοποιμένες σέ βέβηλα διαβολοπανήγυρα


Πολλά γράφτηκαν (καί δικαίως) γιά τήν προδοσία τῆς πίστης μας πού συντελέστηκε πρό ἡμερῶν στή Θάσο καί για τόν μολυσμό πού προκάλεσαν τά μιαρά συλλείτουργα μέ τόν ἀχειροτόνητο κλόουν του Κιέβου. Δυστυχῶς ὅμως δέν ἦταν μόνο αὐτό. Γιατί τήν ἴδια ἀκριβῶς ἐποχή, ὑπῆρξε καί ἄλλο μέρος ὅπου εἶδαν τά δύσμοιρα μάτια μας ἀφόρητα πράγματα καί ἄκουσαν τά ταλαίπωρα αὐτιά μας τρομερές βλασφημίες. 
Ὁ λόγος γιά τό νέο δαιμονικό πανηγύρι πού στήθηκε ἐπί γερμανικοῦ ἐδάφους, στό πλαίσιο τοῦ λεγόμενου «Παγκοσμίου Συμβουλίου Ἐκκλησιῶν». Τό ὁποῖο μπορεῖ κάποιοι νά τό ὀνόμασαν κάποτε ἐπισήμως ἔτσι, ἀλλά στήν πραγματικότητα βεβαίως δέν εἶναι παρά μία φρικώδης παγκόσμια κουρελοῦ αἱρέσεων καί μάλιστα ξετσίπωτα ὁλοφάνερη πλέον.

Ἡ μπόχα τοῦ ἐν λόγῳ ψευτοσυμβουλίου ἦταν φυσικά ἀφόρητη ἐξαρχῆς, ἀκόμη δηλαδή καί ὅταν παρίστανε ἐδῶ καί 70 χρόνια, τόν χῶρο γνωριμίας καί συζήτησης μέ δῆθεν στόχο τή χριστιανική ἑνότητα. Καί μόνο ὁ τίτλος ἄλλωστε (πού περιλάμβανε τόν ὅρο «Ἐκκλησίες») ἦταν προκλητικά προβοκατόρικος, καθώς ἡ Ἐκκλησία εἶναι βεβαίως μόνο μία, ἐνῶ ὅλα τά ἄλλα εἶναι ἁπλῶς ζοφερές πλάνες καί δαιμονικά παραμάγαζα, ἦταν συνεπῶς ἀκόμη καί ἐκ τοῦ τίτλου ἀπαράδεκτο τό ὅτι συμμετείχαμε καί ἐμεῖς ὡς Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ἤδη ἀπό τότε σέ ὅλο αὐτό. Πλέον ὅμως ἔχει καί ἐκεῖ καταπέσει κάθε φύλλο συκής καί κάθε ἴχνος σοβαροφάνειας καί ζοῦμε ἕνα ἀδιανόητο παρδαλοπολύχρωμο τσίρκο πού ἀπεικονίζει ἀπροκάλυπτα τήν πανσπερμία τῶν αἱρέσεων, ἀλλά καί θυμίζει ἔντονα καί τά οὐράνια τόξα τῶν ΛΟΑΤΚΙ (ἄλλωστε ὅλα αὐτά στήν ἴδια ἀκριβῶς νεοεποχίτικη ἀτζέντα ἐντάσσονται καί τήν ἔλευση τῆς ἴδιας θρησκείας – τῆς παγκόσμιας Πανθρησκείας τοῦ Ἀντιχρίστου – προωθούν)

.

Καί δέν εἶναι τυχαῖο ἀσφαλῶς τό ὅτι ὅλα αὐτά συνέβησαν τήν πρώτη ἑβδομάδα τοῦ χρόνου, ἀρχῆς γενομένης ἀπό τήν 1η Σεπτεμβρίου (αὐτή εἶναι ἡ πραγματική Πρωτοχρονιά γιά τούς Ὀρθοδόξους) καί μέ ἀποκορύφωμα τήν 8η τοῦ ἴδιου μῆνα, γενέθλια ἡμέρα τῆς Παναγίας μας. Τόν καιρό δηλαδή πού ἡ Ἐκκλησία μας εὐλογεῖ τόν νέο ἐνιαυτό καί πανηγυρίζει τήν ἔναρξη τοῦ θείου σχεδίου γιά τή σωτηρία τοῦ ἀνθρωπίνου γένους μέ τό Γενέσιο τῆς Μητέρας τοῦ Θεοῦ, οἱ ἀντίχριστες δυνάμεις, μέσα στόν ἀνάποδο κόσμο τῆς Νέας Ἐποχῆς, ἐπιχειροῦν ἀκριβῶς τό ἀντίστροφο: τόν μαγαρισμό αὐτῶν τῶν ἡμερῶν, «ἑορτάζοντας» καί αὐτές τόν ζοφερό τους βόρβορο καί τό ἀντίστροφο σχέδιο, τό δαιμονικό, γιά τή διάδοση τῆς δικῆς τους σκοτεινῆς θρησκείας.

Καί καλά ὅμως ὅλοι αὐτοί οἱ δαιμονολάτρες. Καλά ὅλοι αὐτοί οἱ παλιάτσοι καί τά ἀναρίθμητα θλιβερά ἀποκούρελα πού ὑποδύονται τίς «Ἐκκλησίες» καί συμμετέχουν σέ αὐτό τό συνολικό ἐλεεινό καί βέβηλο καραγκιοζλίκι. Οἱ δικοί μας ἱεράρχες ὅμως πῶς τολμοῦν νά μετέχουν ἀκόμη στό ὄνειδος; Μέχρι πρό ὀλίγων ἐτῶν ἦταν οἱ γελοῖες προφάσεις τῶν δῆθεν διαλόγων. Τώρα πού τελείωσε πιά κάθε πρόφαση καί κάθε φτιασίδι καί ἔχει ἐκφυλιστεῖ ἡ κατάσταση σέ αὐτό τό ἀπερινόητο ἀνθυποσούργελο, ποιά ἀκριβῶς εἶναι ἡ δικαιολογία;

Μέ ποιό δικαίωμα π.χ. ὁ Πατριάρχης Ἀντιοχείας καί ἐπίσης οἱ – διαβόητοι γιά τόσους λόγους – μητροπολῖτες Ἰωαννίνων Μάξιμος καί Νέας Ἰωνίας Γαβριήλ (ὑπάρχει πληθώρα σχετικῶν φωτογραφιῶν και ἀποκαλυπτικῶν βίντεο) παίρνουν μέρος, ψάλλοντες καί συμπροσευχόμενοι, στίς παραστάσεις αὐτοῦ τοῦ τσίρκου; Μέ ποιό δικαίωμα γενικότερα ἡ Ἑλλαδική Ἐκκλησία συνεχίζει νά μετέχει στήν ἀθλιότητα; Γιά χάρη τῆς…ἀγάπης καί τῆς ἀνάγκης γιά χριστιανική ἑνότητα, θά ἀπαντήσουν ἀναμφίβολα καί πάλι οἱ γνωστοί ακουμπημένες. 
Πού ἀρνοῦνται φυσικά μέσα στή φρικτή πλάνη τους νά καταλάβουν ὅτι δέν ὑπάρχει ἀγάπη βασισμένη στό ψέμα καί ὅτι γιά τήν περίφημη καί πολυδιαφημισμένη ἑνότητα μία καί μόνη προϋπόθεση στήν πραγματικότητα ὑφίσταται: ἡ μετάνοια ὅλων τῶν αἱρετικῶν καί ἡ ἐπιστροφή τους στή Μία, Ἁγία καί Ἀποστολική Ἐκκλησία, δηλαδή τήν Ὀρθόδοξη. Ἀλλά φυσικά αὐτά εἶναι ὀπισθοδρομικά ἀποκυήματα ξεπερασμένων ἀπό τή ζωή δογμάτων καί ἀποφάσεων Οἰκουμενικῶν Συνόδων, ἔτσι δέν πιστεύουν ὅλοι αὐτοί οἱ (ἀν)ιεράρχες; 
Καί ὅτι ὄχι μόνο ὅλες οἱ λεγόμενες «χριστιανικές ὁμολογίες» (κατ’ εὐφημισμόν καί αὐτό, καθότι μόνο Χριστό δέν ὁμολογοῦν), ἀλλά καί ὅλες οἱ θρησκεῖες ἔχουν κομμάτια τῆς ἀλήθειας καί εἶναι ἰσότιμοι δρόμοι πού ὁδηγοῦν στόν Θεό, αὐτά δέν ἀκοῦμε ἀπό τά βλάσφημα χείλη τους; Ὅσο ἀποτρόπαια, μολυσματικά καί ὀδυνηρά ὅμως καί ἄν εἶναι ὅλα αὐτά πού ζοῦμε τά τελευταῖα χρόνια, συγχρόνως εἶναι καί χρήσιμα. Καί τό οἰκουμενιστικό ξεσάλωμα ἰδίως μετά τό Κολυμπάρι καί τά διαβολοπανήγυρα τοῦ δυσώδους Π.Σ.Ε. καί ἡ φρίκη τῶν συλλείτουργων μέ τούς σχισματικούς καί φυσικά ἡ στάση τῶν τραγικῶν ἐπισκόπων μας στό θέμα τῆς ψευτοπανδημίας. Χρήσιμη ἡ πλήρης πτώση ὅλων τῶν προσωπείων καί ἡ ξεδιάντροπη ἀπόρριψη κάθε προσχήματος. Γιατί μόνο ἔτσι θά μπεῖ τό μαχαίρι στό κόκκαλο καί θά φτάσουμε μιά μέρα στό πλῆρες ξεκαθάρισμα τῆς κατάστασης. Ἕνα ξεκαθάρισμα πού γίνεται ἀσφαλῶς ὅλο καί πιό ἐπιτακτικά ἀναγκαῖο πλέον

τοῦ Νεκτάριου Δαπέργολα, Διδάκτορος ιστορίας

Κάνει τό μαῦρο ... ἄσπρο!!!



Ὁ πατρ. Βαρθολομαῖος ἁγιάζει τὸν Οἰκουμενισμό του,
καὶ μουτζουρώνει τὸν ἅγ. Γεννάδιο! 

Του Παναγιώτη Σημάτη

Ἡ «ἱκανότητα» τῶν αἱρετικῶν, ἰδιαίτερα τῶν Οἰκουμενιστῶν, εἶναι νὰ κάνουν τὸ μαῦρο ...ἄσπρο! Ἡ διαφορὰ τῶν Οἰκουμενιστῶν ἀπὸ τοὺς αἱρετικοὺς ἄλλων ἐποχῶν εἶναι ὅτι οἱ Οἰκουμενιστὲς δὲν πιστεύουν ...τίποτα! Δὲν ἀναζητοῦν καὶ δὲν ὑπερασπίζονται κάποια "ἀλήθεια" ‒έστω μὲ τὴν λογική‒ ἀλλὰ ἔρχονται νὰ ἐφαρμόσουν σχέδια ἐξωεκκλησιαστικῶν διεθνῶν σκοτεινῶν κέντρων ἐργαλειοποιώντας τὴν Πίστη.

Συγκεκριμένα ὁ πατρ. Βαρθολομαῖος συμμετεῖχε καὶ ὁμίλησε σὲ Θεολογικὸ Συνέδριο στὴν Χαλκηδόνα γιὰ τὸν ἅγιο Γεννάδιο Σχολάριο καὶ θέλοντας νὰ βρωμίσει καὶ τὸν ἅγιο Γεννάδιο μεταξὺ ἄλλων εἶπε: 

Ο Γεννάδιος Σχολάριος ήταν «ενωτικός αρχικώς (σ.σ.: δηλ. ...Οἰκουμενιστής!!!), εν συνεχεία όμως, ήλλαξε παράταξιν,αγωνισθείς μετά ενθέου ζήλου διά την υπεράσπισιν της Ορθοδοξίας και εναντίον του ψευδεπιγράφου Ενωτισμού (σ.σ.: δηλ. Οἰκουμενισμοῦ!!!)... Ο Γεννάδιος Σχολάριος μας εδίδαξε τον αληθή τρόπον του διαλόγου. Ούτε ο θεολογικός μινιμαλισμός ούτε ο συγκρητισμός έχουν θέσιν εις τον διαθρησκειακόν διάλογον.

Οφείλομεν να σημειώσωμεν ότι παρόμοιον πνεύμα επέδειξεν ο Πατριάρχης Γεννάδιος και αναφορικώς προς την σχέσιν Ορθοδόξου και Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας. "Ανθενωτικός" δύναται να χαρακτηρισθή ο Γεννάδιος μόνον εν αναφορά προς μίαν ψευδεπίγραφον και κίβδηλον «Ένωσιν», η οποία δεν στηρίζεται εις γνήσια εκκλησιολογικά και θεολογικά κριτήρια, αλλά υπηρετεί αλλοτρίας προς την εκκλησιαστικήν ζωήν σκοπιμότητας. Ο Γεννάδιος μας διδάσκει με την στάσιν του αυτήν ότι και σήμερον ο διάλογος της αγάπης και της αληθείας με την Ρωμαιοκαθολικήν Εκκλησίαν οφείλει να κινήται πέραν ενός ουτοπικού Ενωτισμού και ενός αγόνου Ανθενωτισμού. Εις τον αυθεντικόν διάλογον δεν υπάρχουν χαμένοι. Κίνδυνος δεν είναι ο διάλογος και η ανοικτοσύνη αλλά η άρνησίς των, η άγονος εσωστρέφεια και η φοβική κλειστότης”».

Μπερδευτήκατε; Εἶναι φυσικὸ καθότι ὁ πατρ. Βαρθολομαῖος μουτζουρώνει τὸν ἅγ. Γεννάδιο καὶ ἁγιάζει τὸν Οἰκουμενισμό του!

Χαρακτηρίζει τὸν Γεννάδιο Σχολάριο «ἑνωτικό» (=οἰκουμενιστή), ὁ ὁποῖος στὴ συνέχεια «ἤλλαξε παράταξιν»! Ἐκείνη τὴν ἐποχὴ οἱ «ἑνωτικοί» ‒ὡς πρὸς τὴν πίστη‒ ἐθεωροῦντο προδότες, κάτι σὰν τοὺς Οἰκουμενιστές. Ἄρα σπιλώνει καὶ ὑβρίζει τὸν ἅγιο Γεννάδιο ὡς Οἰκουμενιστή, κι ἔμμεσα δικαιώνει τὸν ἑαυτό του ὡς Ὀρθόδοξο! Καὶ θέλει νὰ περάσει τὴν ἰδέα ὅτι ἀσφαλῶς καὶ αὐτὸς τώρα ἀγωνίζεται ὄχι γιὰ ἕνα «ψευδεπίγραφο Ἑνωτισμό» (ὅπως δῆθεν στὴν ἀρχὴ ἔκανε ὁ ἅγιος Γεννάδιος), ἀλλὰ γιὰ τὴν εἰλικρινὴ ἕνωση!

Ἂς κάνουμε, λοιπόν, τὰ ἀποκαλυπτήρια τοῦ Βαρθολομαίϊκου ψεύδουςὡς πρὸς τὸ ἐὰν ὁ ἅγιος Γεννάδιος ἦταν στὴν ἀρχὴ ἑνωτικός=οἰκουμενιστής.

Στὸν ἑλλαδικὸ χῶρο ὁ μόνος ποὺ ἔχει ἐρευνήσει ἐπισταμένως τὴν ζωὴ καὶ τὰ ἔργα τοῦ ἁγίου Γενναδίου Σχολαρίου (στὴν ἐκ 555 σελ. μνημειώδη μονογραφία του) εἶναι ὁ π. Θ. Ζήσης. Γράφει: 

«Μετὰ τὸν Μέγα Φώτιο, τὸν Ἅγιο Γρηγόριο Παλαμᾶ καὶ τὸν Ἅγιο Μάρκο Ἐφέσου δὲν ὑπάρχει στὴν Ἀνατολὴ ἄλλος θεολόγος ποὺ νὰ ἀποδυνάμωσε τὴν παπικὴ θεολογία καὶ νὰ ἐζημίωσε τὸν Παπισμὸ τόσο ὅσο ὁ Σχολάριος. Γι' αὐτὸ καὶ ἐπλήρωσε πολὺ ἀκριβὰ αὐτὴν τὴν προσφορὰ πρὸς τὴν Ὀρθοδοξία· ἔγινε στόχος σχεδιασμένης καὶ ἀποτελεσματικῆς κακοποίησης καὶ συκοφάντησης ἐκ μέρους τῆς παπικῆς καὶ φιλοπαπικῆς ἱστοριογραφίας καὶ γραμματείας, ὥστε νὰ ἀκυρωθοῦν στὸ διηνεκὲς οἱ ἐναντίον τοῦ Παπισμοῦ ἀγῶνες του. Θὰ ἀφήσουμε τὰ ὅσα μυθώδη καὶ ἀνιστόρητα σχεδιάσθηκαν καὶ γράφτηκαν γιὰ τὸν δῆθεν ἀρχικὸ λατινισμὸ καὶ φιλενωτισμό του καὶ τὴν δῆθεν σύγκρουση καὶ ἀντίθεσή του μὲ τὸν Ἅγιο Μάρκο τὸν Εὐγενικό, ποὺ δυστυχῶς περνοῦν καὶ μέχρι σήμερα στὴ δική μας θεολογικὴ καὶ ἱστορικὴ γραμματεία, ἀκόμη καὶ στὰ σχολικὰ ἐγχειρίδια.

Ὑπῆρξεν εὐτυχῶς κατ' αὐτὴν τὴν κρίσιμη περίοδο τριάδα σπουδαίων προσώπων, ποὺ συνδέονται κατὰ σειρὰ μεταξύ τους μὲ σχέση μαθητοῦ καὶ δασκάλου· ὁ Ἰωσὴφ Βρυέννιος, ὁ Μάρκος Εὐγενικὸς καὶ ὁ Γεννάδιος Σχολάριος. Καὶ οἱ τρεῖς συνεχίζουν τὴν ἔναντι τῆς Δύσεως στάση τοῦ Μεγάλου Φωτίου καὶ τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ, τὴν διδασκαλία τοῦ ὁποίου ἑρμήνευσαν καὶ ἀνέπτυξαν...

Στὴν ὁμάδα λοιπὸν τοῦ Ἁγίου Μάρκου Εὐγενικοῦ ἀνήκει ὁ Γεννάδιος Σχολάριος, ὄχι ὡς ἕνας ἁπλὸς ὀπαδὸς ἢ σημαντικὸ μέλος. Εἶναι ἡ ἐνσάρκωση τοῦ ἰδίου τοῦ Εὐγενικοῦ, ἡ ἀπαράλλακτη εἰκόνα του». (Δεῖτε ἐδῶ).

Αὐτὴν λοιπὸν τὴν κατασυκοφάντηση «ἐκ μέρους τῆς παπικῆς καὶ φιλοπαπικῆς ἱστοριογραφίας» χρησιμοποιεῖ ὁ πατρ. Βαρθολομαῖος κατὰτοῦ ἁγίου Γενναδίου.

Ὁ Ἰωσὴφ Βρυέννιος, ὁ Μάρκος Εὐγενικὸς καὶ ὁ μαθητής του Γεννάδιος Σχολάριος ‒αλλὰ καὶ ὁ Πατριάρχης καὶ οἱ πλεῖστοι συνοδικοὶ τὴν περίοδο τῆς Συνόδου τῆς Φερράρας‒ εἶχαν ενωτική=οἰκουμενικὴ συνείδηση καὶὄχι οἰκουμενιστική. Δὲν εἶχαν ΠΡΟΘΕΣΗ νὰ προδώσουν τὴν πίστη, ἀλλὰ νὰ συνεργήσουν σὲ μιὰ ἕνωση τῶν Λατίνων μὲ τὴν Μία Ἐκκλησία, χωρὶς κανένα συμβιβασμὸ εἰς τὰ τῆς Πίστεως, ἀκριβῶς, δηλ. τὰ ἀντίθετα ἀπὸ ὅσα πράττει σήμερα ὁ πατρ. Βαρθολομαῖος, ὁ ὁποῖος κοινωνεῖ μὲ τοὺς αἱρετικοὺς καὶ τοὺς ἀποδέχεται μὲ τίς αἱρέσεις τους.

Ὁ ἕνας ἐκ τῶν τριῶν ἀγωνιστῶν τῆς ἐποχῆς ἐκείνης ὑπὲρ τῆς Ὀρθοδοξίας, Ἰωσὴφ ὁ Βρυέννιος ἐδίδασκε: καμία ἐπικοινωνία ἐκκλησιαστικὴ μὲ αἱρετικοὺς κατὰ τὸ φρόνημα. Ἔλεγε χαρακτηριστικῶς: «Ὧν τὸ φρόνημα ἀποστρεφόμεθα, τούτων καὶ ἀπὸ τῆς κοινωνίας προσήκει φεύγειν» (Τὰ Εὑρεθέντα, Τόμ. Β΄, σελ. 25). «Διά τοι τοῦτο, αὐτοὶ μὲν ὀφείλετε τὴν προσθήκην ταύτην (Filioque) ἐκ τοῦ μέσου ποιῆσαι...» (Διάλεξις Γ' Περὶ τῆς τοῦ ἁγίου Πνεύματος ἐκπορεύσεως μετὰ τῶν ἐν Κωνσταντινουπόλει λατινοφρόνων..., τόμ. Α΄, σελ. 382). 

Ἄκουσε ποτὲ κάποιος τὸν κ. Βαρθολομαῖο νὰ λέγει κάτι τέτοιο; 

Ὁ μητροπ. Ναυπάκτου μᾶς πληροφορεῖ γιὰ τὸν δάσκαλο καὶ συναγωνιστὴ τοῦ ἁγίου Γενναδίου: 

«Ὁ Ἰωσὴφ Βρυέννιος συμμετεῖχε στὶς συζητήσεις ποὺ προηγήθηκαν τῆς Συνόδου Φερράρας-Φλωρεντίας καὶ ὑπεστήριξε τὴν ἄποψη ὅτι ἡ Σύνοδος γιὰ τὴν ἕνωση τῶν Ἐκκλησιῶν ἔπρεπε νὰ γίνη στὴν Βασιλεύουσα». 

Τὸ ἴδιο καὶ ὁ Πατριάρχης: 

«Ἀλλὰ καὶ ὁ πατριάρχης ἔκτοτε λίαν ἡγούμενος ἐπαχθὲς τὸ γενέσθαι τὴν σύνοδον ἐν τόπῳ καὶ ἐξουσίᾳ λατινικῇ καὶ λέγων πολλάκις ὡς εἰ ἐκεῖσε γένηται, οὐκ ἔσται καλὸν τὸ συμπέρασμα τῆς Συνόδου, καὶ δεικνύων ἑαυτὸν μηδόλως βουλόμενον ἐκεῖσε παραγενέσθαι... Ἐν γοῦν τῷ ἀπελθεῖν οὕτω καὶ ἐκδέχεσθαι καὶ τὴν ἡμερησίαν τροφὴν ἐξ ἐκείνων, ἤδη γίνονται δοῦλοι καὶ μισθωτοί... καὶ πᾶς δοῦλος τὸ θέλημα τοῦ κυρίου αὐτοῦ ὀφείλει ποιεῖν... Εἶτα καὶ περὶ πίστεως καὶ εὐσεβείας συζητεῖν καὶ διδάσκειν αὐτούς, οὐκ ἔνι τοῦτο καλόν... ἐμοὶ δοκεῖ ὅτι οὐδόλως συμφέρει ἡμῖν τοῦτο. Δύναται δὲ ὁ βασιλεὺς ποιῆσαι ἐνταῦθα τὴν σύνοδον, εἰ θελήσει, καὶ ἄνευ ἐξόδων».

Ὁ Πατριάρχης λοιπὸν Ἰωσὴφ δὲν ἤθελε νὰ γίνει ἡ Σύνοδος στὴν Ἰταλία, ἀλλὰ στὴν Κων/πολι. Ἀγωνιοῦσε γιὰ τὴν ἔκβαση τῶν συζητήσεων· ἐφ' ὅσον θὰ ἐπήγαιναν ἐκεῖ, θὰ ἐγίνοντο δοῦλοι τῶν Παπικῶν, καὶ στὶς συζητήσεις στὸ μέρος τὸ δικό τους θὰ ἐδέχοντο πιέσεις ποὺ θὰ κατέληγαν εἰς βάρος τῆς πίστεως. 

Ὁ μητροπ. Ναυπάκτου μᾶς πληροφορεῖ σχετικά: 

«Τὴν γνώμη αὐτὴν ἀσπάσθηκαν καὶ ὁ αὐτοκράτωρ, ἀλλὰ στὴν συνεδρία ὁ αὐτοκράτωρ ὑπεχώρησε ὡς πρὸς τὸν τόπον τῆς συγκροτήσεως τῆς Συνόδου, ἀποδεχθεὶς τὶς ἀπόψεις τῶν Λατίνων.

Σὲ μυστικὴ σύσκεψη ποὺ ἔγινε τὸ 1430, στὴν ὁποία ἔλαβε μέρος καὶ ὁ Ἰωσὴφ Βρυέννιος, λίγο πρὶν τὸν θάνατό του, ἐπικράτησε ἡ γνώμη τοῦ αὐτοκράτορος... Ὅταν διαβάζη κανεὶς τὴν διδασκαλία, ἀλλὰ καὶ τὴν δράση τοῦ Ἰωσὴφ Βρυεννίου, βλέπει ὅτι ὁ διδάσκαλος δὲν ἦταν ἐναντίον τῆς ἑνώσεως, μάλιστα ἑτοιμάσθηκε ποικιλοτρόπως γιὰ τὸν διάλογο μὲ σκοπὸ τὴν ἕνωση, ἀλλὰ ἤθελε ἡ ἕνωση αὐτή, νὰ στηριζόταν σὲ ἀσφαλῆ καὶ γερὰ θεμέλια, στὴν δογματικὴ ἀλήθεια τῆς Ἐκκλησίας...» (Δεῖτε ἐδῶ).

Ἄρα στὴν ἐποχὴ ἐκείνη συνεζητεῖτο ἡ Ἕνωση καὶ δὲν ἦσαν φιλενωτικοί=οἰκουμενιστὲς ὅσοι ἤθελαν τὴν Ἕνωση. Κυρίως ἡ πολιτικὴ ἡγεσία ἦσαν φιλενωτικοί, καὶ ἔβαζαν τὴν σωτηρία τῆς Κων/πολης πάνω ἀπὸ τὴν Πίστη.

Καὶ ὁ Ν. Βασιλειάδης γράφει: «Ἑπομένως, στοὺς δύσκολους ἐκείνους καιρούς, ὁ Βρυέννιος καὶ οἱ ὁμόφρονές του ποθοῦσαν μὲν τὴν Ἕνωση, ἀλλὰ δὲν δέχονταν μὲ κανέναν τρόπο ὑποταγὴ στὸν πάπα καὶ παραχάραξη τῆς πίστης μὲ τὶς αὐθαίρετες καινοτομίες του» (Δεῖτε ἐδῶ).

Ἀλλὰ καὶ ὁ Σχολάριος δὲν ἦταν δυνατὸν νὰ ἔχει διαφορετικὸ φρόνημα ἀπὸ τοὺς διδασκάλους του. Γενομένης συζητήσεως ὁ Σχολάριος ἀπευθυνόμενος στὸν αὐτοκράτορα ‒πρὶν τὸ ταξίδι στὴν Ἰταλία‒ τοῦ λέγει ὅτι, «ἂν ἤθελε νὰ γίνουν ὅλα σύμφωνα μὲ τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, νὰ μεταβοῦν στὴν Ἰταλία καὶ νὰ ἀγωνισθοῦν νὰ ἀποδείξουν τὸ ὀρθόδοξο δόγμα. Ἄν ὅμως ἤθελε νὰ γίνη μία κατ' οἰκονομίαν ἕνωσις (δηλαδὴ λόγῳ ἀνάγκης στρατιωτικῆς βοηθείας), τότε δὲν ἐχρειάζετο νὰ γίνη ὅλη αὐτὴ ἡ διαδικασία, ἀλλὰ ἀρκοῦσαν τρεῖς ἢ τέσσαρες πρέσβεις πρὸς ἐκπλήρωσι τοῦ σκοποῦ αὐτοῦ. Συνεφωνήθη τελικά, νὰ μεταβοῦν στὴν Ἰταλία καὶ νὰ ἀγωνισθοῦν ὑπὲρ τοῦ ὀρθοδόξου δόγματος, πρὸς τοῦτο δὲ ἄρχισαν νὰ ἑτοιμάζωνται μελετῶντας τὸν Καβάσιλα καὶ συγκεντρώνοντας τὰ ἀπαραίτητα βιβλία:

«Τότε δὴ καὶ ὁ διδάσκαλος ὁ Σχολάριος λόγον ἀνέγνωσυμβουλευτικόν, ὅν ἔφθασεν ἤδη ἐκμελετήσας, σοφῶς ἄγαν καὶ συνετῶς, ὃς καὶ ἐπῃνέθη παρὰ πάντων ὡς ἄριστα συγγεγραμμένος καὶ τὰ τῆς κρείττονος συμβουλῆς εἰσηγούμενος... Εἰ μὲν προϋπετέθη τὸ ἐξετασθῆναι τὴν δόξαν κατὰ τὸ ἐγχωροῦν ἀκριβέστατα, καὶ πᾶν ὅπερ ἂν Θεοῦ διδόντος σαφῶς καὶ ἀριδήλως διὰ ρητῶν τῶν τῆς Ἐκκλησίας διδασκάλων ἀποδειχθῇ καὶ ἀβιάστως ἀποφανθῇ συνοδικῶς, στερχθῇ τοῦτο παρὰ πάντων ἀνενδοιάστως παρ' ἐκείνων τε καὶ παρ' ἡμῶν, καὶ μηδεμία τις διαφορὰ καταλειφθῇ, οὕτω χρὴ καὶ τὴν σύνοδον καλῶς συνελθεῖν καὶ πρὸς τὴν Ἰταλίαν ἀφικέσθαι καὶ ἀγωνιστικῶς ἐξετάσαι καὶ ἀποδεῖξαι περὶ ὧν ἂν δεῆσοι· εἰ δὲ πρόκειται πρὸς οἰκονομίαν τινὰ χωρῆσαι ἑνωτικήν, περισσόν ἐστι τὸ καὶ τὴν ἁγίαν βασιλείαν σου καὶ τὸν ἅγιον τὸν πατριάρχην καὶ τοὺς λοιποὺς κόπους καὶ κινδύνους ὑποστῆναι καὶ ἐξόδους πλείστας ὑπὲρ τούτου ἀναλωθῆναι μηδέν τι τῇ πατρίδι ἢ τῷ κοινῷ συμβαλούμενας· οἰκονομικὴν γὰρ ἕνωσιν δυνατόν ἐστι γενέσθαι καὶ διὰ πρέσβεων τριῶν ἢ τεσσάρων ἐκεῖσε παραγενομένων, καὶ τοῦτο ἴσως ἔσται καὶ τῇ πατρίδι λυσιτελέστερον.

Ἤρεσεν οὖν πᾶσι σχεδὸν καὶ ἡ τοιαύτη συμβουλὴ ὡς ἀρίστη... Ἀνεδέξαντο οὖν τὸν τοιοῦτον ἀγῶνα ὁ ἱερομόναχος κῦρ Μάρκοςὁ Εὐγενικὸς καὶ ὁ δηλωθεὶς Σχολάριος (Ἀπομνημονεύματα Σιλβέστρου Συρόπουλου, Les Memoires De S. Syropoulos, τμῆμα Β΄, σελ. 170). 

Γιὰ ποιόν «αὐθεντικὸν διάλογον τῆς ἀγάπης καὶ τῆς ἀληθείας μὲ τὴν Ρωμαιοκαθολικὴν Ἐκκλησίαν πέραν ἑνὸς οὐτοπικοῦ Ἑνωτισμοῦ καὶ ἑνὸς ἀγόνου Ἀνθενωτισμοῦ» ὁμιλεῖ ὁ κ. Βαρθολομαῖος, ὁ ὁποῖος ὅλα αὐτὰ ποὺ διδάσκουν οἱ Ἅγιοι καὶ ὁ ἅγιος Γεννάδιος τὰ παραβαίνει;

Ὁ κ. Βαρθολομαῖος ἔχει δεχθεῖ τίς κακόδοξες ἀποφάσεις τοῦ Πόρτο Ἀλέγκρε, τοῦ Μπουσάν, ἀνήκει ὀργανικὰ στὸ Π.Σ.Ε., ἀναγνωρίζει τὰ μυστήρια τῶν αἱρετικῶν, θεωρεῖ τοὺς αἱρετικοὺς «ἀδελφὲς Ἐκκλησίες»‒καὶ ἐπίσημα-Συνοδικὰ μὲ τὴν Σύνοδο τῆς Κρήτης‒, συμπροσεύχεται, ἀνταλλάσσει λειτουργικοὺς ἀσπασμούς, τελεῖ ἡμισυλλείτουργα μὲ τοὺς Πᾶπες, ποὺ ὄχι μόνο δὲν ἐγκατέλειψαν τίς αἱρέσεις ‒ποὺ εἶχαν τὴν ἐποχὴ τοῦ ἁγίου Γενναδίου‒, ἀλλὰ πρόσθεσαν καὶ ἄλλες ἐξωφρενικές. Καὶ μετὰ ἀπὸ ὅλα αὐτὰ ἔχει τὸ θράσος νὰ ἐπαινεῖ γιὰ τὴν Ὀρθοδοξία του τὸν ἅγιο Γεννάδιο γιὰ νὰ ἐξαπατήσει τοὺς πιστοὺς δηλώνοντας πονηρὰ καὶ ἔμμεσα ὅτι κι αὐτὸς εἶναι Ὀρθόδοξος!

Ὡς ἐκ τούτων ταιριάζουν γιὰ τὸν Οἰκουμενιστὴ κ. Βαρθολομαῖο οἱ προτροπὲς τῶν ἁγίων Μάρκου καὶ Γενναδίου: 

«Εκφεύγειν ἅπασι τρόποις τήν κοινωνία αὐτοῦ (τοῦ Πατριάρχη), καί μήτε συλλειτουργεῖν αὐτῷ μήτε μνηνονεύειν ὅλως αὐτοῦ, μήτε ἀρχιερέα τοῦτον, ἀλλά λύκον καί μισθωτόν ἡγεῖσθαι. Πέπεισμαι γάρ ἀκριβῶς ὅτι ὅσον ἀποδιΐσταμαι τούτου καί τῶν τοιούτων, ἐγγίζω τῷ Θεῷ καί πᾶσι τοῖς ἁγίοις, καί ὥσπερ τούτων χωρίζομαι, οὕτως ἑνοῦμαι τῇ ἀληθείᾳ καί τοῖς ἁγίοις πατράσι, τοῖς θεολόγοις τῆς ἐκκλησίας».

Και: «Ἡ πνευματικὴ κοινωνία τῶν ὁμοδόξων, καὶ ἡ τελεία ὑποταγὴ πρὸς τοὺς γνησίους ποιμένας ἐκφράζεται μὲ τὸ μνημόσυνο. Οἱ Σύνοδοι καὶ οἱ ἄλλοι Πατέρες ὁρίζουν, ὅτι αὐτῶν ποὺ ἀποστρεφόμεθα τὸ φρόνημα, (αὐτῶν) πρέπει νὰ ἀποφεύγουμε καὶ τὴν κοινωνία» (βλ. Γενναδίου Σχολαρίου, Γράμμα πρὸς τοὺς ἐκκλησιαστικούς... περιοδικὸ Ὁ ὅσιος Γρηγόριος Ἁγίου Ὄρους, ἀριθμ. 21, σελ. 23). (Δεῖτε ἐδῶ).

Τὸ ἄρθρο μὲ τὰ λεχθέντα ὑπὸ τοῦ Πατριάρχου: 

Πατριάρχης Βαρθολομαίος: “Εις τον αυθεντικόν διάλογον δεν υπάρχουν χαμένοι”

(Δεῖτε ἐδῶ).


Αγιορείτες γέροντες μας σοκάρουν ! Τι λένε για τον Πατριάρχη Βαρθολομαίο στο ΑΓΙΟ ΟΡΟΣ!

 

https://www.youtube.com/c/AgioritikovimaGrEnimerosi

Εξωφρενικά ακούσματα!


Ἄλλος ἕνας μετα-πατερικὸς θεολόγος-ποιμένας!

Ἀδαμάντιος Τσακίρογλου

Ἄλλος ἕνας μετα-πατερικὸς θεολόγος-ποιμένας ὁ π. Ἰωάννης Δρογγίτης! Τελικὰ τὸ μειλίχειο ὕφος του καὶ ἡ ἥσυχη φωνή του δὲν ἀρκοῦν γιὰ νὰ κρύψουν τὸ μεταπατερικὸ πνεῦμα του γιὰ τὸ ὁποῖο τόσες φορὲς προειδοποιήσαμε καὶ κατηγορηθήκαμε (καὶ πάλι) γι’ αὐτό. Ὁ αὐστηρότατος στὸ θέμα τῶν ἐμβολίων (ποὺ σὰν θέμα πουλάει) π. Ἰωάννης, εἶναι διαλλακτικότατος στὸ θέμα τῆς αἱρέσεως καὶ τοῦ σχίσματος (ποὺ ὄχι μόνο δὲν πουλάει ἀλλὰ ἔχει καὶ κόστος). Καὶ χωρὶς νὰ μᾶς παρουσιάζει οὔτε μία ἁγιοπατερικὴ ἀπόδειξη τῶν ὅσων λέει, καταργεῖ τὴν Ἱ. Παράδοση τῆς Ἐκκλησίας.

Δὲν τοῦ φτάνει ἡ φωνὴ τῶν Ἐντολῶν τοῦ Εὐαγγελίου τοῦ Κυρίου! Γιὰ τὴν ἐπιτέλεση τῶν Ἐντολῶν -λέει- πρέπει ὁ καθένας νὰ αἰσθάνεται μέσα του τὴν φωνὴ τοῦ Θεοῦ! Ἀλλιῶς δὲν εἶναι ἀσφαλὴς ἀπὸ μόνη της ἡ Ἐντολή! Ἄρα ἡ κάθε ἐντολὴ τοῦ Ευαγγελίου καὶ τῶν Ἱ. Κανόνων δὲν εἶναι καὶ ἡ ἐντολὴ τοῦ Θεοῦ (ἀλλὰ ποιοῦ τότε;). Δὲν τοῦ φτάνει ἡ διδασκαλία τῶν Ἁγίων, ποὺ πηγάζει ἀπὸ τὶς ἁγιασμένες ψυχὲς καὶ τοὺς ἀγῶνες τους. Πρέπει νὰ ἀκούσει ὁ κάθε ἕνας τὴ φωνὴ τοῦ Θεοῦ μέσα του! Κι ἂς εἶναι διαφορετικὴ λόγῳ τῶν παθῶν του! Ἄς εἶναι (γιὰ τὴν ἀποτείχιση, εἶναι τὸ θέμα ποὺ συζητοῦν) τόσες διαφορετικὲς φωνές, ὅσοι καὶ Γεροντάδες!

Ἄλλη μιὰ ἀνατροπὴ τῆς ἁγιοπατερικῆς Παραδόσεως! 

Ἀκολουθεῖ ὁ σχολιασμός τῶν λόγων του σὲ συζήτηση μὲ τὸν ἕτερο Καππαδόκη, π. Βασίλειο Βολουδάκη (ἐδῶ).

ΕΧΕΙ ΕΚΛΕΙΨΕΙ Η ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΗ ΑΥΘΕΝΤΙΑ;

π. Ἰωάννης: Ἂν μοῦ ἐπιτρέπετε πάτερ, εἶναι μία καλὴ εὐκαιρία, γιατὶ ἐμένα δὲν μοῦ ἀρέσει νὰ ἀπαντῶ μὲ προσταγές. Ἀπαντῶ σὲ κάτι ὅταν θέλω καὶ ὅταν αἰσθάνομαι ὅτι θέλω ἐγὼ νὰ τὸ κάνω. Καὶ πολλοὶ προσπαθοῦν νὰ μὲ ὠθήσουν νὰ πάρω θέση καὶ ξέρω ἐγώ τι, ἐνῶ ἐγὼ δὲν ἔχω κάνει κάτι τέτοιο μέχρι στιγμῆς. Πολὺ ὡραῖα λοιπόν, μποροῦμε νὰ τὸ κάνουμε τώρα. 

σσ. Εἶναι ξεκάθαρο ὅτι ὁ π. Ἰωάννης στὸ πνεῦμα τοῦ κληρικαλισμοῦ ποὺ ζεῖ (ἀποτέλεσμα τῆς μακρόχρονης φιλίας μὲ τοὺς παπικούς) δὲν ἔχει καταλάβει, ὅτι οἱ πιστοὶ ἔχουν κάθε δικαίωμα νὰ ἀπαιτοῦν σὲ δογματικὰ θέματα, σὲ θέματα πίστεως ἀπάντηση ἀπὸ τὸν ὁποιονδήποτε κληρικό. Τὸ δικαίωμα αὐτὸ εἶναι δὲ εὐαγγελικὰ καὶ ἁγιοπατερικὰ κατοχυρωμένο (βλ. π.χ. Πράξεις τῶν Ἀποστόλων στὸ παράδειγμα τοῦ Πέτρου καὶ τὴν ὁμιλία περὶ Ἁγίου Πνεύματος τοῦ Μ. Βασιλείου). Οἱ πιστοὶ λοιπόν, π. Ἰωάννη, δὲν προστάζουν, τὸ προστάζει ἡ θέση σας ὡς ποιμὴν νὰ ἀπαντήσετε σὲ ὅ,τι αὐτοὶ σᾶς ρωτήσουν σχετικὰ μὲ τὴν πίστη. Ποῦ τὸ βρήκατε γραμμένο νὰ λένε Ἅγιοι ἢ φωτισμένοι ἄνθρωποι (τῶν ὁποίων, ὅπως ἐσεῖς λέτε, φιλᾶτε πάντα τὰ πόδια), ὅτι θὰ ἀπαντήσουν σὲ ἐρωτήσεις γιὰ θέματα Πίστεως, ὅταν θέλουν αὐτοί. 

π. Ἰωάννης: Νὰ σᾶς πῶ λοιπόν, τὴν δική μου τὴν γνώμη. Ἐγὼ δὲν ξέρω ἂν ἔγινε κανένα συλλείτουργο οὔτε εἶδα, οὔτε ἀκόμα αὐτό, τώρα τὸ ἄκουσα. 

σσ. Εἶναι ἀπίστευτη ἡ μεθοδολογία τοῦ π. Ἰωάννου ποὺ τάχα ἀπροετοίμαστος μιλάει γιὰ τὸ θέμα τῆς κοινωνίας μὲ σχισματικούς. Θέλει νὰ μᾶς πείσει ὡς τάχα ἄνθρωπος τοῦ πνεύματος, ὅτι δὲν γνωρίζει τίποτα σχετικὰ μὲ αὐτό, ποὺ ἔχει βουήξει ὁλόκληρη ἡ Ἐκκλησία, δηλ. τὰ συλλείτουργα μὲ τοὺς σχισματικούς. Ἀπὸ τὰ παρακάτω λόγια του θὰ φανεῖ τὸ ψεῦδος του. 

π. Ἰωάννης: Μάλιστα ὅπως σᾶς εἶπα στὸ Ἅγιον Ὄρος ὑπῆρχε πολὺ ἔντονα αὐτὸ τὸ θέμα, συναντήσαμε κι ἕναν ἄνθρωπο, πάρα πολὺ ἀξιοσέβαστο, τοῦ φιλάω καὶ τὰ πόδια, γενικότερα γιὰ λόγους ποὺ ἐγὼ γνωρίζω κι αὐτὸς ἔθεσε κάποιους προβληματισμοὺς καὶ κάτι παραπάνω ἀπὸ προβληματισμούς, κάποιες θέσεις πάνω σ’ αὐτὸ κτλ. Ἔθεσε τὸ θέμα τῆς Ἀποτειχίσεως τῆς μὴ μνημόνευσης, ἂν τυχὸν γίνονται συλλείτουργα πρέπει νὰ μνημονεύσουμε; κλπ. Θὰ σᾶς πῶ λοιπόν ἐγὼ τὴν θέση μου, ἀφοῦ ὁ Θεὸς ἤθελε νὰ τὸ κάνουμε τώρα μεταξὺ ἀδελφῶν ἀγαπημένων. 

σσ. Τότε πῶς λέτε ὅτι δὲν γνωρίζετε τίποτα γιὰ τὸ θέμα, ὅταν στὸ Ἅγιον Ὄρος (ποὺ μιλάει ἔντονα περὶ τούτου) μιλήσατε ὄχι μόνο γι’ αὐτὸ ἀλλὰ καὶ γιὰ τὸν τρόπο ἀντιμετώπισής του; Τὸ ψεῦδος δὲν σᾶς πειράζει π. Ἰωάννη; Ὁ δὲ π. Βασίλειος γιατὶ δὲν τὸ καυτηριάζει; Μήπως γιατὶ ὅλα ἦταν ἔτσι σχεδιασμένα; Γι’ αὐτὸ καὶ ἡ ἀναφορὰ περὶ ἀνωνύμου «φωτισμένου» τοῦ ὁποίου ὁ π. Ἰωάννης ὡς ἄλλον Πάπα φιλάει τὰ πόδια. Ἡ ἀναφορὰ αὐτὴ γίνεται γιὰ νὰ δοθεῖ κῦρος στὰ λόγια του, μιᾶς καὶ ἁγιοπατερικὲς ἀποδείξεις γιὰ ὅ,τι λέει δὲν ἔχει καὶ ἴσως οὔτε γνωρίζει.

π. Ἰωάννης: Ἐγὼ πιστεύω ὅτι οἱ Κανόνες μας δίνουν τὴν δυνατότητα τῆς ἀποτείχισης. Ἐγὼ ὅμως, σὰν πρόσωπο, πάνω ἀπὸ ὁ,τιδήποτε ἔχω τὸ ζωντανὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ. Δηλ. ὁ Θεός, μὲ τὸ ζωντανὸ θέλημα Τοῦ ἀναστέλλει, ὅπως ἀναστέλλει τὸν Κανόνα, ποὺ λέει πὼς αὐτὸς ὁ ἄνθρωπος πρέπει νὰ κοινωνήσει σὲ ἑπτὰ χρόνια, καὶ μᾶς λέει ὅτι αὐτὸς Ἐγὼ δὲν θέλω νὰ κοινωνήσει μετὰ ἀπὸ ἑπτὰ χρόνια, ποὺ ἔκανε τὴ συγκεκριμένη ἁμαρτία, θέλω νὰ κοινωνήσει τὰ Χριστούγεννα.

σσ. Εἶναι τρομερό! Ὁ π. Ἰωάννης ὡς γνήσιος μεταπατερικὸς ἐκτὸς ἀπὸ τὸ ὅ,τι ὀνομάζει τοὺς Ἱ. Κανόνες δυνητικούς, τοὺς ξεχωρίζει ἀπὸ τὸν Θεὸ καὶ τὸ θέλημά Του καὶ μάλιστα παρουσιάζει τὸ Θεὸ νὰ ἀναιρεῖ τὸ ἴδιο Του το θέλημα! Δηλαδή, π. Ἰωάννη, ἂν οἱ Ἱ. Κανόνες δὲν εἶναι τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, τότε τί εἶναι; Δὲν ἰσχύει πιὰ τὸ «ἔδοξε γὰρ τῷ Ἁγίῳ Πνεύματι καὶ ἡμῖν» (Πράξ. 15,28) οὔτε τὸ «Ἀσπασίως τοὺς θείους κανόνας ἐνστερνιζόμεθα καὶ ὁλόκληρον τὴν αὐτῶν διαταγὴν καὶ ἀσάλευτον κρατύνομεν» τοῦ α΄ Κανόνος τῆς Ζ΄ Οἰκουμενικῆς; Καὶ τί σχέση ἔχει ἡ Οἰκονομία στὸ θέμα τῆς Θ. Κοινωνίας γιὰ τὴν σωτηρία του Πιστοῦ μὲ τὸ θἐμα τῆς Πίστεως, στὸ ὁποῖο κατὰ τοὺς Πατέρες «Οὐ χωρεῖ συγκατάβασις εἰς τά τῆς Πίστεως»; Αὐτὰ δὲν λένε καὶ οἱ Οἰκουμενιστές, γιὰ τοὺς ὁποίους δὲν λέτε τίποτα. Ἴσως καὶ γιὰ αὐτοὺς νὰ μὴν ἔχετε ἀκούσει.

π. Ἰωάννης: Ὅπως κάνει αὐτό, ὑπάρχουν φορὲς ποὺ ἐκφράζει τὸ θέλημά Του ζωντανά, ἔτσι γιὰ νὰ γίνουν τέτοιες κινήσεις θὰ πρέπει ὁ Θεὸς νὰ ἔχει ἐκφράσει ζωντανὰ τὸ θέλημά Του σὲ ἀνθρώπους ποὺ ξέρουν καὶ συνομιλοῦν μὲ τὸ Θεὸ καὶ ξέρουν νὰ ἀκοῦν τοὺς λόγους Του καθαρά. Ἄν λοιπὸν ὁ Θεὸς δώσει ξεκάθαρη Ἐντολὴ γιὰ κάτι τέτοιο, σὲ ἀνθρώπους ποὺ μποροῦν νὰ τὸν ἀκούσουν, τότε μπορεῖ νὰ γίνει αὐτό.

σσ. Τώρα γίνεται κατανοητό, γιατὶ ὁ π. Ἰωάννης μᾶς ἔλεγε γιὰ τὸ πρόσωπο ποὺ τοῦ φίλησε τὰ πόδια (ἐννοεῖται γιὰ πνευματικοὺς λόγους). Αὐτὸ τὸ πρόσωπο καὶ φυσικὰ ὁ π. Ἰωάννης ποὺ τοῦ φιλάει τὰ πόδια «ξέρουν νὰ ἀκοῦν καὶ νὰ συνομιλοῦν μὲ τὸν Θεό» καὶ ἔτσι, ὅ,τι τώρα ἀκολουθήσει, ἀποκτᾶ χαρακτῆρα αὐθεντίας.

π. Ἰωάννης: Ὅταν δὲν ἔχει γίνει αὐτὸ ὅμως το ὅτι μιλᾶμε, τσακωνώμαστε κ.λπ., εἶναι ἀλυσιτελὲς καὶ ὁδηγεῖ μόνο σὲ κακὰ ἀποτελέσματα. Μποροῦμε νάχουμε προβληματισμό... μποροῦμε νὰ λέμε ὅτι ὁ Ἐπιφάνιος πράγματι δὲν εἶναι Ἐπίσκοπος, εἶναι ἀχειροτόνητος, ἀλλὰ τὴν εὐθύνη τῶν ἀποτειχίσεων δὲν μπορεῖ νὰ τὴν πάρει ὁποιοσδήποτε.

σσ. Ὁ π. Ἰωάννης μιλάει ἐδῶ λὲς καὶ ὁ Ἐπιφάνιος ἔκανε ἕνα λαθάκι. Καὶ ἐνῶ στὸ θέμα τῶν ἐμβολίων ἔβγαλε ἐκτὸς Ἐκκλησίας κληρικοὺς καὶ λαϊκοὺς ποὺ ἐμβολιάστηκαν, τὸ θέμα τῆς ἀχειροτονησίας καὶ τῆς κοινωνίας μὲ ἀχειροτόνητους τὴν ἐναποθέτει μόνο σὲ μερικοὺς εἰδικούς. Φυσικὰ ἐρωτοῦμε ποιοί εἶναι οἱ εἰδικοί; Γιὰ τὸν π. Ἰωάννη φυσικὰ δὲν εἶναι οἱ Πατέρες ποὺ ἀπαγόρευαν κάθε εἴδους κοινωνία μὲ ἀκοινώνητους καὶ ἀχειροτόνητους μὲ τὰ ἀνάλογα ἐπιτίμια. Γιὰ τὸν π. Ἰωάννη εἰδικοὶ εἶναι οἱ ἀνὠνυμοι γέροντες μὲ προφητικό χάρισμα!!!

π. Ἰωάννης: Δὲν παίρνουμε εὐθύνες μὲ Κανόνες στὴν Ἐκκλησία, κάποιοι πρέπει νὰ τὸ μάθουν αὐτό. Ὑπάρχουν ἀποτειχίσεις ποὺ ἔχουν προφητικὸ χαρακτῆρα. Ἐγὼ δέχομαι τέτοιες ἀποτειχίσεις ὡς πρόσωπο, ὅμως ἀπὸ ἀνθρώπους ποὺ κατὰ τὴν γνώμη μου ἔχουν τὴν δυνατότητα νὰ τὸ κάνουν. Καὶ τοὺς Κανόνες τοὺς ἴδιους, ὅπως καὶ τὸ Εὐαγγέλιο ἀκόμα, θέλουμε πολὺ βοήθεια νὰ τὸ καταλάβουμε. Πῶς θὰ ἐννοήσουμε τοὺς Κανόνες. 

π. Β.. Βολουδάκης: Μὰ τὸ ἔκανε (λένε) ὁ ἅγιος Θεόδωρος ὁ Στουδίτης! Μὲ τὸν ἅγιο βάζεις καὶ τὸ ἑαυτό σου δίπλα του;

π. Ἰωάννης: Νὰ σᾶς πῶ. Ἄς τὸ κάνουν κάποιοι ἂν θέλουνε...

Πρεσβυτέρα: Καὶ λαϊκοί; Μὲ ποιά ἰδιότητα λαϊκός μᾶς γράφει, μᾶς διατάζει ὅτι πρέπει νὰ ἀποτειχἱστοῦμε; 

σσ. Εἶναι πιὰ ξεκάθαρο, ὅτι οἱ συνομιλητὲς ἔχουν χάσει τὸ μέτρο καὶ δὲν κρατοῦν οὔτε τὰ προσχήματα. Τώρα στὴν ὁμάδα τῶν «εἰδικῶν» μπῆκε καὶ ἡ πρεσβυτέρα ποὺ, ἂν καὶ λαϊκή, στερεῖται, ὅπως φαίνεται, παντελῶς γνώσεων ἐκκλησιαστικῆς ἱστορίας. Διότι ὁ πρῶτος ποὺ ἀντέδρασε στὸν Νεστόριο ἦταν λαϊκός, ὁ Εὐσέβιος, καὶ αὐτὸς ἀπαίτησε μὲ θυροκόλληση τῶν θέσεών του ἀπὸ ὅλους νὰ ἀποτειχιστοῦν ἀπὸ τὸν Νεστόριο. Ἡ Ἐκκλησία τὸν βράβευσε γιὰ τὴν στάση του καὶ τὸν χειροτόνησε Ἐπίσκοπο. Ἡ πρεσβυτέρα καὶ ἡ ὁμήγυρή της θὰ τὸν εἶχε καταδικάσει. Τὸ πλῆθος (βλ. Συρόπουλο) ποὺ ἔλεγξε ἐπὶ Φλωρεντίας Φερράρας τὸν ἱερέα, ποὺ ἁπλῶς κοίταξε ἀπ’ ἔξω τὴν ἐνθρόνιση τοῦ φιλοπαπικοῦ Μητροφάνους, καὶ τοῦ ἀπαγόρευσε νὰ τὸ ξανακάνει, ἦταν λαϊκοί. Ἡ Ἐκκλησία τοὺς τιμάει μὲ τὴν ἀναφορά Της, ἡ πρεσβυτέρα καὶ ἡ ὁμήγυρή της θὰ τοὺς εἶχε καταδικάσει. 

Σᾶς ἐρωτοῦμε, ἐμεῖς οἱ ἀνάξιοι γιὰ ἐσᾶς λαϊκοί: Οἱ Ἐντολὲς τοῦ Κυρίου, τῶν Πατέρων, τῶν Συνόδων καὶ γενικὰ τῆς Ἐκκλησίας εἶναι μόνο γιὰ λίγους ἐκλεκτοὺς ἢ γιὰ ὁλόκληρο τὸ πλήρωμα τῆς Ἐκκλησίας; Ὁ ἅγ. Ἰουστῖνος Πόποβιτς ποὺ τόνισε ὅτι ἡ Ὀρθοδοξια θὰ πάψει νὰ ὑπάρχει, ὅταν ἡ γραία δὲν θὰ μπορεῖ πιὰ νὰ ἐλέγξει ἕναν Ἐπίσκοπο, εἶχε ἄδικο; 

Συγχαρητήρια μόλις καταργήσατε τὴν Ὀρθοδοξία! 

Γιὰ ὅσα λόγια τῶν συνομιλητῶν ἀκολουθήσουν ἔχουν γραφτεῖ χιλιάδες σελίδες ποὺ ὄχι μόνο τὰ ἀναιροῦν ἀλλὰ καὶ δείχνουν ὅτι αὐτοὶ ποὺ τὰ λένε δὲν ἐκφράζουν τὴν Ἐκκλησία ἀλλὰ σκοπιμότητες, συμφέροντα καὶ ἀποκρύπτουν τὶς προσωπικές τους ἀδυναμίες. 

π. Ἰωάννης: Ἐπιτρέψτε μου νὰ πῶ ὅτι ὑπάρχει ἀποτείχιση, μπορεῖ νὰ γίνει, ἀλλὰ γιὰ νὰ ὑπάρξει ὁ,τιδήποτε πρέπει νὰ θέλει ὁ Θεὸς νὰ γίνει. Ἄν ὁ Θεὸς δὲν θέλει κι ἂν ὁ Θεὸς δὲν δείξει αὐτὸ τὸ δρόμο, στὴν ἐποχή μας ὑπάρχουν ἀποτειχίστεις ἐλάχιστες ἀπὸ αὐτὲς ποὺ ἐγὼ γνωρίζω, οἱ ὁποῖες γίνονται κατὰ Θεόν. Ἀλλὰ ἔχουν -ἀκοῦστε με- ἔχουν προφητικὸ χαρακτῆρα. Βγαίνει μπροστὰ ἕνας προφήτης καὶ λέει: Παιδιὰ πᾶτε λάθος. Καὶ σᾶς τὸ δείχνω μὲ τὴν ἀποτείχισή μου, ἡ ὁποία ἔχει αὐτὸ τὸν χαρακτῆρα. Δὲν εἶναι παθολογική, δὲν σταματάω νὰ δέχομαι ἀνθρώπους ποὺ δὲν ἔχουν ἀποτειχιστεῖ, δὲν σταματῶ νὰ τοὺς ἀγαπῶ, δὲν σταματῶ νὰ τοὺς μνημονεύω... Ἔχω βγεῖ μπροστά, ἕν εἴδει προφήτου, καὶ σᾶς λέω ὅτι αὐτὸς ὁ δρόμος εἶναι λανθασμένος δρόμος, καὶ πρέπει νὰ ξαναγυρίσουμε ἐκεῖ ποὺ πρέπει. Αὐτὴ γιὰ μένα εἶναι ἡ ὑγιὴς ἀποτείχιση ποὺ συμβαίνει σήμερα. Ὅταν κάνει κάτι κάποιος, δὲν τὸ κάνει γιὰ νὰ τὸ κάνουν ὅλοι ὁπωσδήποτε. Τὸ κάνει ὡς προφήτης καὶ μᾶς δείχνει τὸ δρόμο. Ὑπάρχει ἕνας χρόνος ποὺ δίνεται σὲ ὅλους μας νὰ ξανασταθμίσουμε τὰ πράγματα, τὶς γνῶμες μας κ.λπ. καὶ νὰ ἐντατικοποιήσουμε τὴν πνευματική μας ζωή. Προσωπικὰ αὐτὴ εἶναι ἡ γνώμη μου. Ναὶ καὶ ὄχι. Ὑπάρχει αὐτὴ ἡ δυνατότητα, ἀλλὰ μόνο μὲ ἀσφάλεια γίνονται αὐτὰ καὶ τὴν ἀσφάλεια μᾶς τὴν δίνουν οἱ Ἅγιοι καὶ βέβαια ἡ πληροφορία, ἡ ξεκάθαρη πληροφορία ἀπὸ τὸν Θεὸ ὅτι τώρα θέλω νὰ κάνετε αὐτό.

π. Β. Βολουδάκης: ...Θὰ βγῶ τώρα ἐγὼ καὶ θὰ πῶ, διακόπτω τὸ μνημόσυνο τοῦ Ἀρχιεπισκόπου. Ποιός εἶμαι ἐγώ. Εἶμαι ὁ Μ. Βασίλειος; Καὶ ποιός εἶμαι ἐγώ. Δὲν ἔχω ἀπό το Θεό, δὲν μοῦ εἶπε ὁ Θεός, οὔτε μοῦ ὑπέδειξε, οὔτε μέσα μου αἰσθάνομαι κάτι. Ἄλλη φορὰ κάνω πράγματα γιατί τὸ αἰσθάνομαι. Οὔτε κἂν τὸ αἰσθάνομαι, εἶμαι Β. Πόλος... Νὰ παύσω τὸ μνημόσυνο τοῦ Ἐπισκόπου μου καὶ νὰ μείνω ξεκρέμαστος! Καὶ ὁ Θεὸς τὸν ἔχει ποὺ εἶναι ἡ Ἐκκλησία δική Του, τὸν ἀφήνει, τὸν ἀνέχεται καὶ θὰ βγεῖ ἕνας π. Βασίλειος νὰ πεῖ, ἐγὼ δὲν τὸν ἀνέχομαι; Δὲν μπορῶ νὰ τὸ κάνω π. Ἰωάννη.

σσ. Τί λόγια ποιμένος Θεέ μου! Ποῦ στὸ Εὐαγγέλιο γράφει ὴ ποιός πατέρας δίδαξε, ὅτι ὁ Χριστιανὸς πρέπει νὰ νιώσει, νὰ αἰσθανθεῖ γιὰ νὰ ἀντιδράσει στὸ κακό; Πάτερ εἶστε πράγματι Β. Πόλος!

π. Ἰωάννης: Ἐπιτρέψτε νὰ σᾶς πῶ ὅτι θὰ μπορούσατε νὰ τὸ κάνετε.

π. Β. Βολουδάκης: Θὰ πῶ ἐγὼ ὅτι διακόπτω τὸ μνημόσυνο ἐπειδὴ λειτούργησε μὲ ἀχειρόνητο;

π. Ἰωάννης: Δὲν φτάνει ποὺ θὰ ποῦμε: Ξέρετε ὁ Ἐπιφάνιος δὲν εἶναι Ἐπίσκοπος; Ὁ Ἐπιφάνιος δὲν ἀνήκει στὴν Ἐκκλησία, στὴν ἱερωσύνη τῆς Ἐκκλησίας; Αὐτὸ δὲν εἶναι σημαντικὸ νὰ λέγεται; Χρειάζεται ὁπωσδήποτε ἄλλο; Αὐτὸ ἀπὸ μόνο του δὲν εἶναι ἀποτείχιση κάποιου ἄλλου ἐπιπέδου;

σσ. γιὰ τὰ ἐμβόλια ὅμως ἄλλα λέγατε πάτερ! Τρομερό. Ὑποβαθμίζετε τὸ σχίσμα καὶ τὴν ἀχειροτονησία ὡς κάτι μικρῆς σημασίας καὶ εἶστε ἱερέας.

π. Β. Βολουδάκης: Ἐγὼ πῶς θὰ ξέρω ὅτι χωρὶς νὰ μνημονεύω τὸν Ἐπίσκοπο νὰ μνημονεύω τὸν Ἐπίσκοπο, ἐξακολουθῶ νὰ εἶμαι ἱερεύς, ἐνῶ ἡ Ἐκκλησία με ....(δὲν ἀκούγεται). Θὰ πῶ, δηλαδή, ὅτι ἐγὼ ἀπευθείας τὴν ἐπικοινωνία λόγῳ αὐτοῦ ποὺ γράφουν οἱ Ἱεροὶ Κανόνες, οἱ ὁποῖοι δὲν μὲ ὑποχρεώνουν. Ὁ π. Ἐπιφάνιος ἔλεγε ὅτι εἶναι δυνητικὸς ὁ Κανών, ἀλλὰ ὁ ἴδιος δὲν τὸν ἔκανε. Δηλαδὴ οἱ Πατέρες μας δὲν τὸ κάνανε, ἀλλὰ ἐμεῖς θὰ τὸ κάνουμε ὅμως, γιατί εἴμαστε πιὸ πατέρες ἀπὸ τοὺς Πατέρες μας. Τὸ θέμα εἶναι Κανονικό, δὲν εἶναι μεταδοτικοῦ μολυσμοῦ.

Ἀκροατής: Ποιά εἶναι ἡ χρησιμότητα αὐτοῦ τοῦ Κανόνα τῆς ἀποτείχισης, ἀφοῦ δὲν ἐφήρμοσαν Ἅγιοι ἄνθρωποι;

π. Β.. Βολουδάκης: Αὐτὸς ὁ Κανὼν ἔχει ἀποκλειστικὴ σημασία νὰ ἀναπαύσει συνειδήσεις ἀνθρώπων, οἱ ὁποῖοι εἶναι πολὺ δυναμικοί, νὰ ἀναχαιτιστοῦν νὰ μὴν πᾶνε στὸ σχισμα.

σσ. Καταργεῖτε μὲ ἐλαφρὰ τὴν συνείδηση τὴν ἐκκλησιαστικὴ ἱστορία καὶ τοὺς ἀγῶνες τῶν Ἁγίων, τὰ βασανιστήρια τους τὶς ἐξορίες τους, τὸ μαρτύριό τους, μόνο καὶ μόνο γιὰ νὰ ἀπολαμβάνετε τὰ προνόμια τῆς θέσεώς σας καὶ παίρνετε στὸν λαιμό σας ψυχές. Λυπηρότατο. 

Ἀδαμάντιος Τσακίρογλου



Οι «Διάλογοι», το όχημα για την εξάπλωση και επικράτηση του Οικουμενισμού ἢ τὸ πέταγμα στα σκουπίδια τῆς Ἐντολῆς του ἀπ. Παύλου: «Αἱρετικὸν ἄνθρωπον μετὰ μίαν καὶ δευτέραν νουθεσίαν παραιτοῦ»


Τοῦ Παναγιώτη Σημάτη

Ἀκόμα καὶ σήμερα, ὄχι μόνον οἱ Οἰκουμενιστές, ἀλλὰ καὶ εὐσεβεῖς ἱερωμένοι καὶ θεολόγοι, θεωροῦν αὐτονόητη τὴν διεξαγωγὴθεολογικῶν διαλόγων μὲ τοὺς Παπικοὺς καὶ τοὺς Προτεστάντες. «Ὁ Χριστὸς συζήτησε μὲ τὴν Σαμαρείτισσα, λέγουν, οἱ Ἀπόστολοι καὶ ὁ Παῦλος μὲ τὰ ἔθνη. Σήμερα οἱ πάντες διαλέγονται. Οἱ Διάλογοι εἶναι ἀναγκαῖοι».

Εἶναι σωστὴ αὐτὴ ἡ στάση; Ἢ μήπως οἱ Οἰκουμενιστὲς κατάφεραν νὰ ἀλλοιώσουν τὰ ὀρθόδοξα κριτήρια καὶ τῶν εὐσεβῶν; Ἡ ἀπάντηση δίνεται ξεκάθαρη ἀπὸ τὴν ἁγιοπατερική μας Παράδοση.

Γράφει ὁ Μ. Ἀθανάσιος: Πῶς, ἀλήθεια, νὰ κάνεις διάλογο μὲ ἀνθρώπους, οἱ ὁποῖοι, ἐπειδὴ «πεπτώκασι εἰς ἀσέβειαν», εἶναι ἀνάπηροι (ὡς πρὸς τὰ πνευματικὰ θέματα) στὴ σκέψη καὶ «νομίζουσι εἶναι τὰ ὀρθὰ στρεβλὰ καὶ λέγουσιν τὸ μὲν φῶς σκότος, τὸ δὲ σκότος εἶναι φῶς» (Μ. Ἀθανασίου, Περὶ Διονυσίου Ἐπισκόπου Ἀλεξανδρείας, Ἔργα 4, Ἐκδ. “Γρ. ὁ Παλαμᾶς”, σελ. 44).

Ὁ διάλογος τῶν Ἁγίων μὲ ἀμετανόητους καὶ ἐπιμένοντας στὶς κακαδοξίες τους αἱρετικοὺς ἦταν τελείως διαφορετικὸς ἀπὸ τοὺς συγχρόνους «Διαλόγους». Δὲν προχωροῦσαν σὲ συμβιβασμοὺς οἱ Ἅγιοι, δὲν ἔκλειναν τὰ μάτια στὶς κακοδοξίες. Πάνω ἀπὸ ὅλα ἦταν ἡ ἀκεραιότητα τῆς Πίστεως. Τὰ παραδείγματα εἶναι πάμπολλα. Ἐρωτᾶ π.χ. ὁ Μ. Βασίλειος τὸν Εὐνόμιο: Ἔχεις τὴν ἐντύπωση πὼς ἐμεῖς δὲν θὰ σεβαστοῦμε τοὺς Πατέρες, πὼς θὰ κλείσουμε τὰ μάτια στὶς καινοτομίες σου καὶ θὰ τὶς ἀνεχθοῦμε; Ἡ ἀπάντηση εἶναι, ὄχι: «Μὴ νείμωμεν τὸ πλέον τοῖς προλαβοῦσι; μὴ αἰδεσθῶμεν τὸ πλῆθος τῶν τε νῦν ὄντων Χριστιανῶν; ...ἀλλὰ μύσαντες ἁπαξαπλῶς τοὺς τῆς ψυχῆς ὀφθαλμούς, καὶ παντὸς ἁγίου μνήμην τῆς διανοίας ὑπερορίσαντες, σχολάζουσαν καὶ σεσαρωμένην τὴν ἑαυτοῦ καρδίαν ἕκαστος ταῖς παραγωγαῖς σου καὶ τοῖς σοφίσμασι φέροντες ὑποθῶμεν;» (Μ. Βασιλείου, Ἀπολογητικὸς δυσεβοῦς Εὐνομίου, λόγ. Α΄, (libr. 5), v. 29, p. 508, l. 5-16).

Ἤδη ἀπὸ τὶς πρῶτες δύο αὐτὲς Πατερικὲς θέσεις καθίσταται σαφές, πόσο ἀπέχουν οἱ διεξάγονες τοὺς «Διαλόγους» σήμερα (καὶ ὅσοι τοὺς ἀποδέχονται) ἀπὸ τὴ γραμμὴ τῶν Ἁγίων. Οἱ σύγχρονοι ποιμένες ἀντὶ ἐλέγχου τῶν αἱρετικῶν, ἐπιδίδονται σὲ ἐναγκαλισμούς, συμπροσευχές, κοινὲς δραστηριότητες κ.λπ. Αὐτὸ διαπιστώνεται καὶ καταγγέλλεται στὸ γνωστὸ Ὑπόμνημα περὶ τοῦ Διεθνοῦς Συνεδρίου Ἱεραποστολῆς τοῦ Π.Σ.Ε. (Ἀθήνα 2004) ἀπὸ δεκάδες ἱερωμένους καὶ καθηγητὲς Πανεπιστημίου· ἔγραφαν: «Μέσα λοιπὸν σ’ αὐτὸ τὸ ζοφερὸ τοπίο δὲν φαντάζει, ἄραγε, ὡς μύθος ἡ δυνατότητα Ὀρθοδόξου μαρτυρίας στὸ Π.Σ.Ε.; Καί, ἔπειτα ἀπὸ τόσες ἄκαρπες προσεγγιστικὲς προσπάθειες ὁλοκλήρων δεκαετιῶν, δὲν εἶναι ἀπορίας ἄξιον τὸ ὅτι ἐμεῖς, οἱ Ὀρθόδοξοι, ἐπιμένουμε πεισματικὰ νὰ λυποῦμε τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιο, παραβαίνοντας τὴν σαφέστατη ἐντολὴ τοῦ Θεοῦ "αἱρετικὸν ἄνθρωπον μετὰ μίαν καὶ δευτέραν νουθεσίαν παραιτοῦ"»; (Τίτ. 3, 10).

Εἶναι φανερὸ λοιπὸν ὅτι ἔχουν πετάξει στὰ σκουπίδια οἱ Οἰκουμενιστές τὴν Ἐντολὴ τοῦ ἀπ. Παύλου «αἱρετικὸν ἄνθρωπον μετὰ μίαν καὶ δευτέραν νουθεσίαν παραιτοῦ», ἀφοῦ συζητοῦν ἑκατοντάδες φορὲς μὲ ἀμετανόητους διαστροφεῖς τῆς Πίστεως. Ἐπιβάλλουν δὲ ὡς νόμιμους καὶ ἀναγκαίους τοὺς «Διαλόγους» καὶ στοὺς ὀρθόδοξους πιστούς, ἀφοῦ οἱ «Διάλογοι» διενεργοῦνται μὲ τὴν φροντίδα τῆς Ἱεραρχίας (ποὺ ἔχει Συνοδικὰ ἀποδεχθεῖ τὴν αἵρεση στὸ Κολυμπάρι) καὶ οἱ «εὐσεβεῖς» Ἱεράρχες καὶ θεολόγοι ἐπὶ δεκαετίες τοὺς ὑπηρετοῦν ἢ τοὺς ἀνέχονται. Ἔτσι ἔχουν δόλια ἐπιτύχει οἱ «Διάλογοι» αὐτοὶ ὄχι μόνο νὰ ἀκολουθοῦνται ἀπὸ συμπροσευχὲς καὶ «συλλείτουργα», ἀλλὰ κατάφεραν νὰ ἐνταχθεῖ ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία ὡς μέλος στὸ Π.Σ.Ε. (Π.Σ.αιρέσεων), καὶ νὰ ἀποδεχθεῖ τὶς αἱρέσεις ὡς Ἐκκλησίες. 

«Αἱρετικὸν ἄνθρωπον (λοιπόν) μετὰ μίαν καὶ δευτέραν νουθεσίαν παραιτοῦ», γιατὶ ἕνας τέτοιος ἔχει διαστραφῆ, ἁμαρτάνει καὶ ἔτσι καταδικάζει ὁ ἴδιος τὸν ἑαυτόν του («εἰδὼς ὅτι ἐξέστραπται ὁ τοιοῦτος καὶ ἁμαρτάνει ὢν αὐτοκατάκριτος»).

Ὁ ἅγιος Θεόδωρος ὁ Στουδίτης εἶναι διαφωτιστικός. Γράφει ὅτι οἱ Διάλογοι μὲ τοὺς αἱρετικοὺς ἀπαγορεύονται ἀπὸ τὴν ἀποστολικὴν ἐντολή («αἱρετικόν ἄνθρωπον …παραιτοῦ»), ἐκτὸς ἂν ὁ λόγος μας ἀποσκοπεῖ στὸ νὰ τοὺς νουθετήσει: «Πρῶτον μὲν τὸ τοὺς ἐναντιουμένους ἡμῖν χρονίως τε καὶ συνοδικῶς πεπαγιῶσθαιταῖς οἰκείαις δόξαις, ἡμᾶς δὲ ἀποστολικῶς τε καὶ πατρικῶς κεκωλῦσθαι συνᾶραι μετὰ τῶν οὕτω κεκρατημένων τὸν περὶ πίστεως λόγον». Καί: «Πρός τε τὸ συνᾶραι λόγον ἀντιρρητικὸν μετὰ τῶν ἑτεροδόξων, ἐναντιούμενον τῇ ἀποστολικῇ παραγγελίᾳ, οὐ καθῆκον, εἰ μή τι πρὸς νουθεσίαν μόνον» (Θ. Στουδίτου, Ἐπιστολαί, Μιχαὴλ καὶ Θεοφίλῳ βασιλεῦσιν, P.G. 99, 1332Α).

Σημαντικότατη γιὰ τὴν διαφώτιση τοῦ θέματος εἶναι ἡ θέση τοῦ ἱ. Χρυσοστόμου. Ὁ διάλογος-συζήτηση μὲ τοὺς αἱρετικούς, θὰ εἶχε κάποια περιθώρια ἐπιτυχίας, μόνο ὅταν ἀκολουθεῖ τὶς ἀρχὲς τῆς Πίστεως τῆς Ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας, ὅταν γίνεται «εἰς ὑπακοὴν πίστεως» (Ρωμ. 1, 5). Γράφει ὁ ἅγιος, πὼς καθῆκον τῶν Ἀποστόλων ἦταν τὸ νὰ ἐπισκέπτονται τὶς πόλεις ὄχι γιὰ νὰ διαλέγονται, ἀλλὰ γιὰ νὰ κηρύττουν∙ «τὸ δὲ πείθειν τοῦ ἐνεργοῦντος ἐν αὐτοῖς Θεοῦ», ὁ ὁποῖος καὶ διανοίγει τὴν καρδιὰ τῶν καλοπροαίρετων καὶ ὑπάκουων:

«Οὐκ ἄρα οἱ ἀπόστολοι ἦσαν οἱ κατορθοῦντες, ἀλλ' ἡ προοδοποιοῦσα χάρις αὐτοῖς. Ἐκείνων μὲν γὰρ ἦν τὸ περιιέναι καὶ κηρύττειν, τὸ δὲ πείθειν τοῦ ἐνεργοῦντος ἐν αὐτοῖς Θεοῦ· καθὼς καὶ ὁ Λουκᾶς φησιν, ὅτι Διήνοιξε τὴν καρδίαν αὐτῶν· καὶ πάλιν, Οἷς ἦν δεδομένον ἀκοῦσαι τὸν λόγον τοῦ Θεοῦ. Εἰς ὑπακοήν. Οὐκ εἶπεν, Εἰς ζήτησιν καὶ κατασκευήν, ἀλλ', Εἰς ὑπακοήν. Οὐδὲ γὰρ ἐπέμφθημεν, φησί, συλλογίζεσθαι, ἀλλ' ὅπερ ἐνεχειρίσθημεν ἀποδοῦναι» (Χρυσοστόμου Ἰω., Εἰς τὴν πρὸς Ρωμαίους, vol 60, pg 398, ln 23-42). 

Καὶ μὲ ἄλλο κείμενο, ὁ ἱ. Χρυσόστομος, ἐπιμένει στὴν Πίστη καὶ ὄχι στὴν συζήτηση-διάλογο διὰ τῆς λογικῆς. Σχολιάζων τὸ «μὴ ἑτεροδιδασκαλεῖν» τῆς Πρὸς Τιμόθεον ἐπιστολῆς γράφει: «Εἶδες πῶς διαβάλλει τὴν ζήτησιν; Ἔνθα γὰρ πίστις, οὐ χρεία ζητήσεως· ἔνθα μηδὲν δεῖ περιεργάζεσθαι, τί δεῖ ζητήσεως; ἡ ζήτησις τῆς πίστεώς ἐστιν ἀναιρετική. Ὁ γὰρ ζητῶν, οὐδέπω εὗρεν· ὁ ζητῶν, πιστεῦσαι οὐ δύναται. Διὰ τοῦτό φησι, Μὴ ἀσχολώμεθα περὶ τὰς ζητήσεις· ἐπεὶ εἰ ζητοῦμεν, οὐκ ἔστι τοῦτο πίστις· ἡ γὰρ πίστις ἀναπαύει τὸν λογισμόν. Πῶς οὖν φησιν ὁ Χριστός …Ἐρευνᾶτε τὰς Γραφάς; ... Εἶπε γάρ, Ἐρευνᾶτε τὰς Γραφάς, τουτέστιν; ὥστε τὴν ἀκρίβειαν αὐτῶν καταμαθεῖν καὶ εἰδέναι, οὐχ ἵνα ἀεὶ ζητῶμεν, ἀλλ' ἵνα παυώμεθα ζητοῦντες... Ἡ τοίνυν ζήτησις ἐναντία ἐστὶ τῇ οἰκονομίᾳ τοῦ Θεοῦ... Ἅπερ γὰρ ἡ πίστις ἤνυσε καὶ ᾠκοδόμησε, ταῦτα αὕτη καταστρέφει, ζητήσεις παρέχουσα, καὶ τὴν πίστιν ἐκβάλλουσα… γ΄. Μὴ τοίνυν προσέχωμεν ταῖς ζητήσεσι… Εἰ μὲν γὰρ ἀνθρώπινα τὰ λεγόμενα ἦν, ἐχρῆν αὐτὰ βασανίζεσθαι»(Χρυσοστόμου Ἰω., Εἰς τὴν πρὸς Τιμόθεον πρώτην, vol 62, pg 506, ln 29). 

Ὁ ἅγιος Εἰρηναῖος Ἐπισκόπος Λουγδούνου γράφει: «…Ὅσοι δὲ ἀφίστανται τῆς Ἐκκλησίας καὶ τούτοις τοῖς γραώδεσι μύθοις πείθονται, ἀληθῶς αὐτοκατάκριτοι. Οὓς ὁ Παῦλος ἐγκελεύεται ἡμῖν μετὰ μίαν καὶ δευτέραν νουθεσίαν παραιτεῖσθαι. Ἰωάννης δὲ ὁ τοῦ Κυρίου μαθητὴς ἐπέτεινε τὴν καταδίκην αὐτῶν, μηδὲ χαίρειναὐτοῖς ὑφ' ἡμῶν λέγεσθαι βουληθείς. Ὁ γὰρ λέγων αὐτοῖς, φησί, χαίρειν, κοινωνεῖ τοῖς ἔργοις αὐτῶν τοῖς πονηροῖς. Καὶ εἰκότως· οὐκ ἔστι γὰρ χαίρειν τοῖς ἀσεβέσι, λέγει Κύριος» (Εἰρηναίου Ἐπισκόπου Λουγδούνου, Ἔλεγχος καὶ ἀνατροπὴ τῆς Ψευδωνύμου γνώσεως, b. 1, c. 9, s. 3, l. 10).

Ὁ Μ. Ἀθανάσιος στὴν ἴδια γραμμὴ κινεῖται: μὲ τὴν αἵρεση, λέγει, βλασφημεῖται ὁ ἴδιος ὁ Χριστός, ὁ ὁποῖος καταδικάζει τὴν αἵρεση καὶ κατέστησε ἀκοινώνητους τοὺς αἱρετικούς. Καὶ ἀφοῦ –ἐρωτᾶ– ὁ ἴδιος ὁ Χριστὸς κατακρίνει τὴν αἵρεση, ποιός ἄνθρωπος θὰ τολμήσει νὰ τὴν ἀναγνωρίσει ἀποδεχόμενος τοὺς αἱρετικούς; Ἄρα λοιπόν, δὲν εἶναι «χριστομάχος» ὅποιος ἐπικοινωνεῖ μαζί τους, ὡς μὲ οἰκείους τῆς πίστεως; «Οὐ γὰρ ἄλλος ἀλλ' αὐτὸς ὁ βλασφημούμενος παρ' αὐτῶν Κύριος κατέκρινε τὴν κατ' αὐτοῦ συστᾶσαν αἵρεσιν… καὶ μηδεὶς προστιθέσθω τῇ αἱρέσει, ἀλλὰ καὶ οἱ ἀπατηθέντες μεταγινωσκέτωσαν. ἣν γὰρ ὁ Κύριος κατέκρινε, τίς ἀποδέξεται; καὶ ἣν ἀκοινώνητον αὐτὸς πεποίηκε, πῶς ὁ προσλαμβανόμενος οὐ μεγάλως ἀσεβεῖ καὶ φανερῶς ἐστι χριστομάχος;» (Μ. Ἀθανασίου, Ἐπιστολαί, Σεραπίωνι ἀδελφῷ καὶ συλλειτουργῷ ἐν κυρίῳ χαίρειν, c. 4, s. 3, l. 2-9).

Νὰ πῶς ἀντιμετωπίστηκε μιὰ παρόμοια περίπτωση διαλόγου ἀπὸ τὴν Ἐκκλησίας, ὅπως μᾶς τὴν διηγεῖται ὁ Μ. Ἀθανάσιος: Σ’ ἕνα Διάλογο μεταξὺ αἱρετιζόντων Ἐπισκόπων καὶ Ὀρθοδόξων, ἐνῶ ὅλοι οἱ Ὀρθόδοξοι Ἐπίσκοποι διελέγοντο μὲ βάση τὴν Γραφή, οἱ αἱρετίζοντες παρουσίασαν ἕνα Ἔγγραφο ποὺ περιεῖχε τὴν Ὁμολογία τῆς ἀληθοφανοῦς Πίστεώς τους καὶ προσπαθοῦσαν νὰ ἐπιβάλλουν τὶς ἀπόψεις τους. Ζητοῦσαν, ὅσα τὸ Ἔγγραφο περιελάμβανε, νὰ ἀποτελέσουν τὴν βάση Πίστεως γιὰ ὅλους· μάλιστα, ἀπαιτοῦσαν νὰ μὴν ζητηθεῖ τίποτε παραπάνω ἀπὸ τοὺς αἱρετικούς, τοὺς ὁποίους ὑποστήριζαν, οὔτε νὰ ἐξετάζουν οἱ Πατέρες, ὅσες καμουφλαρισμένες αἱρετικὲς δοξασίες εἶχαν διατυπωθεῖ στὸ Ἔγγραφο. (Πόσο πολὺ μοιάζουν αὐτὰ μὲ τὶς σύγχρονες καταστάσεις!).

Ὅταν διαβάστηκε τὸ Ἔγγραφο, οἱ Πατέρες ἀμέσως διέκριναν τὰ αἱρετικά τους φρονήματα (τὰ ὁποῖα μὲ ἀπάτη προσπαθοῦσαν νὰ ἐπιβάλλουν) καὶ τοὺς ἐζήτησαν νὰ ἀναθεματίσουν τὴν αἵρεση τοῦ Ἀρείου. Φυσικὰ αὐτοὶ τὸ ἀρνήθηκαν. Καὶ τότε οἱ Ὀρθόδοξοι Ἐπίσκοποι ἐθαύμασαν γιὰ τὸ μέγεθος τῆς δολιότητος καὶ πανουργίας τους καὶ εἶπαν:

Ἐμεῖς δὲν ἤρθαμε ἐδῶ γιὰ νὰ ἀνακαλύψουμε τὴν ἀλήθεια τῆς πίστεως, αὐτὴν τὴν ἔχουμε· ἀλλὰ ἤρθαμε γιὰ νὰ συνετίσουμε τοὺς αἱρετικοὺς ποὺ ἀντιλέγουν στὴν παραδοθεῖσα ἀληθινὴ πίστη: «ἡμεῖς οὐ δεόμενοι πίστεως συνήλθομεν (ἔχομεν γὰρ ἐν ἑαυτοῖς ὑγιαίνουσαν τὴν πίστιν), ἀλλ' ἵνα τοὺς ἀντιλέγοντας τῇ ἀληθείᾳ καὶκαινοτομεῖν ἐπιχειροῦντας ἐντρέψωμεν». Ἂν τώρα ἐσεῖς, γράψατε αὐτὰ τὰ δυσσεβῆ, ποὺ φανερώνουν ὅτι δὲν ἔχετε ὀρθὴ πίστη, καὶ μοιάζετε σὰν κάποιους ποὺ μόλις ἄρχισαν νὰ πιστεύουν, δὲν μπορεῖτε νὰ λογίζεσθε ὡς ἱερεῖς, ἀλλ’ ἔχετε ἀνάγκη νὰ κατηχηθῆτε ἀπ’ τὴν ἀρχή: «εἰ μὲν οὖν ὑμεῖς ὡς νῦν ἀρχόμενοι πιστεύειν ἐγράψατε ταῦτα, οὔπω ἐστὲ κληρικοὶ ἀρχὴν ἔχοντες τοῦ κατηχεῖσθαι».

Καὶ κατέληξαν: Μόνο ἂν ἀποδεχθῆτε τὴν παραδεδομένη πίστη ποὺ ἐμεῖς ἐδῶ πιστὰ ἐκφράζουμε, μπορεῖ νὰ ὑπάρξει μεταξύ μας ὁμοφροσύνη. Ἐπειδὴ δὲ αὐτοί, ὡς ἀμαθεῖς καὶ δόλιοι, ἐπέμεναν στὶς θέσεις, οἱ Πατέρες τοὺς κατεδίκασαν «ὡς μὴ ὄντας ἀληθῶς Χριστιανούς» (Μ. Ἀθανασίου, Ἐπιστολὴ περὶ τῶν γενομένων ἐν τῇ Ἀριμίνῳ).

Ἀξίζει ὅμως νὰ παρουσιάσουμε καὶ ἕνα θετικὸ «διάλογο» ποὺ διεξήγαγε ὁ ἱ. Χρυσόστομος (παράδειγμα πρὸς μίμησιν, ποὺ πρέπει νὰ λάβουν ὑπ' ὄψιν οἱ εὐσεβεῖς), ὁ ὁποῖος δὲν ἀρχίζει ἀπὸ ὅσα μᾶς ἑνώνουν, τὰ «ἑνοῦντα» –καὶ ὅσα βολεύουν τοὺς ἑτερόδοξους, ὥστε νὰ καλύπτουν τὶς κακοδοξίες τους καὶ τὴν ἀμετανοησία τους– ἀλλὰ εἶναι σύμφωνος μὲ τὴν ποιμαντικὴ πρακτικὴ τῆς Ἐκκλησίας μας. Ἀκολουθεῖ δηλ. τὴν Ἐντολὴ τοῦ Ἀποστόλου: «αἱρετικὸν ἄνθρωπον μετὰ πρώτην καὶ δευτέραν νουθεσίαν παραιτοῦ…».

Ὅταν οἱ αἱρετικοὶ “Ἀνόμοιοι” ἤθελαν νὰ τὸν ἀκούσουν νὰ ὁμιλεῖ γιὰ τὶς διαφορὲς ποὺ ὑπῆρχαν μεταξὺ τῆς Ὀρθοδοξίας καὶ τῆς αἱρέσεώς τους, ὁ Ἅγιος ἐφαρμόζοντας θετικὰ τὴν Ἐντολὴ τοῦ Ἀποστόλου Παύλου, βλέποντας δηλαδὴ ὅτι οἱ “νουθεσίες” του ἔπιαναν τόπο, «ἀνεχόταν μέσα στὸν ὀρθόδοξο ναὸ τὴν παρουσία» τῶν Ἀνομοίων κατὰ τὴν ὥραν τοῦ κηρύγματος, δὲν ἀνταποκρινόταν ὅμως, σκοπίμως, στὴν ἐπιθυμία τους νὰ ὁμιλήσει διεξοδικὰ γιὰ τὶς διαφορὲς Ὀρθοδόξων καὶ Ἀνομοίων, ἀναβάλλοντας αὐτὸ τὸ θέμα γιὰ ἀργότερα. Γράφει: «ἐγὼ μὲν γὰρ καὶ πάλαι τούτους ὤδινον πρὸς ὑμᾶς τοὺς λόγους εἰπεῖν, ἔμελλον δὲ καὶ ἀνεβαλλόμην, ὅτι πολλοὺς τῶν ταῦτα νοσούντων ἑώρων μεθ' ἡδονῆς ἡμῶν ἀκροωμένους, καὶ οὐ βουλόμενος ἀποσοβῆσαι τὴν θήραν, τέως ἐπεῖχον τὴν γλῶτταν τούτων τῶν παλαισμάτων, ὥστε μετὰ τὸ κατασχεῖν αὐτοὺς ἀκριβῶς, τότε ἐπαποδύσασθαι»(Χρυσοστόμου Ἰω., Κατὰ Ἀνομοίων, λόγος α΄).

Διαπιστώνουμε λοιπὸν στὸ παράδειγμα αὐτό, πὼς ὁ Ἅγιος ἔκανε ἕνα εἶδος κατήχησης, καὶ ὅταν διέκρινε πὼς στὴν καρδιά τους εἶχε ἀρχίσει ἡ διαδικασία τῆς μετάνοιας ‒ἀφοῦ «μεθ' ἡδονῆς» ἄκουγαν τὰ κηρύγματά του καὶ ὑπόμεναν τὴν δοκιμασία ὑπακοῆς ποὺ τοὺς ὑπέβαλε‒ τότε μόνο ἀνταποκρίθηκε μὲ ἀγάπη στὴν ἐπιθυμία τους γιὰ διάλογο, ἀφοῦ ἐγκαθιδρύθηκε ἕνα κλίμα ἐμπιστοσύνης μεταξύ τους, ποὺ τοὺς βοηθοῦσε νὰ ἀντέξουν τὴν χειρουργικὴ ἐπέμβαση τῆς καθαίρεσης τῶν αἱρετικῶν καρκινωμάτων: «ἐπειδὴ δὲ διὰ τὴν τοῦ Θεοῦ χάριν αὐτῶν ἤκουσα παρακαλούντων καὶ ἐνοχλούντων εἰς τούτους ἐμβῆναι τοὺς ἀγῶνας, θαρρῶν ἀπεδυσάμην λοιπὸν καὶ τὰ ὅπλα ἔλαβον τὰ τοὺς λογισμοὺς καθαιροῦντα καὶ πᾶν ὕψωμα ἐπαιρόμενον κατὰ τῆς γνώσεως τοῦ Θεοῦ. Ταῦτα δὲ ἔλαβον τὰ ὅπλα, οὐχ ἵνα βάλω τοὺς ἐναντίους, ἀλλ' ἵνα ἀναστήσω κειμένους· αὕτη γὰρ τῶν ὅπλων τούτων ἡ δύναμις τοὺς μὲν φιλονεικοῦντας πλήττειν οἶδε, τοὺς δὲ εὐγνωμόνως ἀκούοντας μετὰ πολλῆς θεραπεύειν τῆς ἐπιμελείας· οὐχὶ δίδωσι τραύματα, ἀλλὰ θεραπεύει νοσήματα» (στὸ ἴδιο).

Στὶς συζητήσεις τῶν Πατέρων μὲ τοὺς αἱρετικούς, ὁ ὀρθόδοξος ποιμένας ἔχει τὸν πρῶτο λόγο, λέγει ὁ ἱ. Χρυσόστομος, ἀφοῦ αὐτὸς θὰ κρίνει τὴν ἀποδοχὴ ἢ ὄχι τῶν αἱρετικῶν στὴν Ἐκκλησία. Ὅταν συζητεῖς μὲ αἱρετικό, νὰ τοῦ κάνεις καίριες ἐρωτήσεις, νὰ τὸν ἐλέγχεις, μὴν τὸν ἀφήνεις νὰ σοῦ ξεφεύγει καὶ νὰ στρέφει τὴν συζήτηση ὅπου θέλει αὐτός, νὰ ἀποδεικνύεις τὸ λάθος τῶν λογισμῶν του: 

«Κάτεχε τὸν αἱρετικόν· μὴ ἀφῇς ἀναχωρῆσαι» (στὸ ἴδιο). «Κἂν λέγῃ σοι ὁ αἱρετικός,… κατάσπασον αὐτοῦ τὸ φρόνημα εἰς τὴν γῆν, καὶ εἰπὲ πρὸς αὐτόν, …καὶ τότε ἐκεῖνα ἐρώτα. Κάτασχε αὐτὸν καὶ περίστηθι, καὶ μὴ ἀφῇς ἀποπηδῆσαι, μηδὲ ἀναχωρῆσαι εἰς τὸν λαβύρινθον τῶν λογισμῶν· ἀλλὰ κάτασχε, καὶ ἀπόπνιξον, μὴ τῇ χειρὶ, ἀλλὰ τῷ ῥήματι· μὴ δῷς αὐτῷ διαστολὰς καὶ διαφυγάς, ἃς βούλεται. Ἐκεῖθεν θόρυβον ἐμποιοῦσι τοῖς διαλεγομένοις, ἐπειδὴ ἡμεῖς αὐτοῖς ἀκολουθοῦμεν καὶ οὐκ ἄγομεν ὑπὸ τοὺς νόμους τῶν θείων Γραφῶν. Περίθες τοίνυν αὐτῷ τειχίον πάντοθεν, τὰς ἀπὸ τῶν Γραφῶν μαρτυρίας, καὶ οὐδὲ χᾶναι δυνήσεται» (Χρυσοστόμου Ἰω., Ἀπόδειξις τοῦ χρησίμως τὰς περὶ Χριστοῦ καὶ ἐθνῶν καὶ τῆς ἐκπτώσεως Ἰουδαίων προφητείας ἀσαφεῖς εἶναι). 

Εἶναι φανερό, λοιπόν, πὼς ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ἀρνεῖται τοὺς συγχρόνους «Διαλόγους», ἀλλὰ δὲν ἀρνεῖται τὸ Διάλογο. Τὸν διεξάγει ὅμως μὲ βάση τὶς ὁδηγίες τοῦ Χριστοῦ καὶ τῶν Ἀποστόλων (καὶ τὴν ἐν λόγω ἐπιταγὴ τοῦ Ἀποστόλου Παύλου “αἱρετικὸν ἄνθρωπον… παραιτοῦ”)· Στηρίζεται δὲ γιὰ τὴ διεξαγωγὴ τῶν Διαλόγων στοὺς Ἱ. Κανόνες τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων. 

Εἶναι πασιφανὲς ‒μετὰ ἀπὸ «Διαλόγους» δεκαετιῶν‒ ὅτι ὁ σκοπὸς εἶναι ἡ ἕνωση μὲ τοὺς αἱρετικούς, χωρὶς αὐτοὶ νὰ ἀποβάλουν τὶς αἱρέσεις τους. Κι αὐτὴ εἶναι ἡ σκοπιμότητα τῆς διεξαγωγῆς τῶν «Διαλόγων». Ἡ ἴδια σκοπιμότητα ποὺ ὑπῆρχε καὶ σὲ ἄλλες περιόδους.

Ἔτσι «ἡ ἀντίθεση (τῶν Ὀρθοδόξων) στὴν Ἕνωση ὀφείλεται στὴν ἐπιμονὴ τῶν λατίνων στὶς καινοτομίες καὶ στὶς αἱρέσεις τους. Διαβάζουμε σὲ κείμενο Συνόδου τοῦ 13ου αἰ.: “Πῶς γοῦν θεμιτὸν καὶ θεάρεστον ἑνωθῆναι τοῖς τοιούτοις ἡμᾶς, ὧν δικαίως καὶ κανονικῶς ἐξεκόπημεν, ἀμεταβλήτως ἔχουσι τῶν αἱρέσεων;… Εἰ γὰρ λέγοιεν ἐθέλειν ἑνωθῆναι, καὶ μεταβληθήτωσαν καὶ ἑνούσθωσαν· εἰ δὲ μετὰ τῆς κακίας αὐτῶν τοῦτο βούλονται, οὐ δυνήσονται…”» (Laurent–Darrouzès, Dossier grec, s. 395,397, εἰς Ἀραμπατζῆ Χρ., Ἡ Σύνοδος τῆς Λυών, σελ. 175).

Σταθερὴ ἀπαίτηση τῶν Συνόδων, ὅταν συζητοῦσαν μὲ τοὺς αἱρετικοὺς ἦταν: νὰ ἀποκηρύξουν τὴν αἵρεση, νὰ μετανοήσουν καὶ νὰ δώσουν ὀρθόδοξη ὁμολογία Πίστεως. Εἶναι πολλὲς δεκάδες οἱ Σύνοδοι ποὺ πανομοιότυπα ζητοῦν αὐτὰ ἀπὸ τοὺς αἱρετικούς, ὥστε δὲν χρειάζεται ἕνας κουραστικὸς κατάλογος Συνόδων, ἕνα μόνο παράδειγμα τῶν τελευταίων αἰώνων.

Τὴν Σύνοδο τοῦ 1895 ἐν Κων/πόλει συνεκάλεσε ὁ Οἰκουμενικὸς Πατριάρχης Ἄνθιμος. Σ’ αὐτὴ ἀποφάσισαν γιὰ τὴν ἀπάντηση ποὺ θὰ ἔδιναν στὴν ἐπιστολὴ ποὺ ἔλαβαν ἀπὸ τὸν Πάπα. Μὲ τὴν ἀπαντητικὴ πρὸς Πάπα Λέοντα ΙΓ΄ ἐπιστολή της ἡ Σύνοδος, καταδικάζει μὲν τὸν Παπισμό, δείχνει ὅμως καὶ τὸν μόνο ἀληθῆ δρόμο γιὰ τὴν Ἕνωση: Ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία «διακαῶς ἐπιποθεῖ τὴν ἕνωσιν» ὑπὸ τὴν προϋπόθεσιν «ὁ τῆς Ρώμης ἐπίσκοπος (νά) ἀποτινάξῃ ἅπαξ διὰ παντὸς τὸν ὁρμαθὸν τῶν…εὐαγγελικῶν νεωτερισμῶν, τῶν καὶ προκαλεσάντων τὴν λυπηρὰν διαίρεσιν τῶν Ἐκκλησιῶν Ἀνατολῆς καὶ Δύσεως, καὶ ἐπανέλθῃ εἰς τὸ ἔδαφος τῶν ἁγίων ἑπτὰ Οἰκουμενικῶν Συνόδων» (Μπιλάλη Σπ., ὅπ. παρ., σελ. 630).

Ὁ ἀείμνηστος καθηγητὴς Στυλιανὸς Παπαδόπουλος διαζωγραφίζει τὴν τραγικὴ κατάληξη τῶν «Διαλόγων στὶς μέρες του. Γράφει: 

«Ἐνῶ, λοιπόν, ἀπὸ τὶς ἀρχὲς τοῦ 20ου αἰώνα δημιουργήθηκε ἡ Οἰκουμενικὴ Κίνηση πρὸς ἐπιδίωξη τῆς ἑνότητας “ἐν τῇ ἀληθείᾳ”, στὸ τέλος ἀκριβῶς τοῦ ἴδιου αἰώνα... ἐπικυρώνεται ἡ ἀδιαφορία μας γιὰ τὴν ἀλήθεια, ἐφόσον, καθὼς νομίζουμε, μποροῦμε νὰ ἔχουμε ἑνότητα μὲ οὐσιαστικὴ διαφοροποίηση στὴν Παράδοση, ...μὲ διαφορετικὲς “ἀλήθειες”. Ὅμως ἡ πραγματικὴ ἑνότητα ἐξασφαλίζεται μόνο στὴν ἀλήθεια, ἡ ὁποία εἶναι μία: Ὁ Θεός, ποὺ φανερώνει (σὲ ὅσους ἐπιζητοῦν) τὴν ἀλήθεια, αὐτὸς παρέχει καὶ τὴν ἀληθινὴ ἑνότητα. Κάθε ἄλλη ἑνότητα μένει ἀνέριστη, ἐπιφανειακή, μὴ πραγματική»(Παπαδόπουλου Στυλ., Ὀρθ. Πορεία, ὅπ. παρ., σ. 120-121). 

Αὐτὴ ἡ κατάληξη ‒σήμερα εἶναι πιὸ ὀδυνηρή‒ νομοτελειακὰ θὰ ἐρχόταν ἀπὸ τὴ στιγμὴ ποὺ ἀγνοήθηκε καὶ ποδοπατήθηκε, καὶ πετάχθηκε στὰ σκουπίδια ἡ ἁγιοπατερικὴ Παράδοση.

Παναγιώτης Σικάτης


Έγινε σε παπικό ναό της ...«αγίας Ροζαλίας»!

Στις παρακάτω τραγικές αποκαλύψεις οι συμμετέχοντες προέρχονται από πολλές ορθόδοξες χώρες, στην προκειμένη η Ρωσία, Ρουμανία και Τσεχία. Αυτό πρέπει να τονιστεί για να σταματήσει η προπαγάνδα (που ασκεί και η πηγή του άρθρου) που διχάζει το ποίμνιο υπέρ της μίας (Κων/πολη) ή υπέρ της άλλης (Μόσχα) πλευράς, αφού η αίρεση έχει επικρατήσει παντού.


Μιαρές συμπροσευχές και ανίερες ακολουθίες στην Σικελία με αιρετικούς. Ετοιμάζουν το κοιμισμένο ποίμνιο για την ένωση με τον αιρεσιάρχη πάπα. (μέρος α΄)


Στην Ιταλία λαμβάνει χώρα ένα όργιο μιαρών συμπροσευχών, ανίερων ακολουθιών και άλλων βδελυρών πράξεων, τα οποία αναμφιβόλως θα αυξηθούν με τον καιρό για να καταστήσουν στις πλαδαρές συνειδήσεις του ακατήχητου ποιμνίου «φυσιολογική» την ένωση με τον αιρεσιάρχη πάπα. Θα ξεκινήσουμε με το Παλέρμο στην Σικελία.

Την Πέμπτη στις 14 Ιουλίου 2022 τελέστηκε Αρχιερατική Θεία Λειτουργία στον παπικό ναό της «αγίας Ροζαλίας». Χοροστάτησε ο Γεώργιος (Στράνσκι) επίσκοπος της Ορθόδοξης Εκκλησίας Τσεχίας και Σλοβακίας. Σύμφωνα με πληροφορίες που έλαβε το ιστολόγιο ο επίσκοπος συλλειτούργησε με δύο ιερείς του Παλέρμο, έναν Ρουμάνο (π. Martignacco) και έναν Ρώσσο του πατρ. Μόσχας (π. Andrei).

Το σχετικό δημοσίευμα (μεταφρασμένο στην γκουγκλομετάφραση) αναφέρει ότι στην Θεία Λειτουργία παρέστη και ο «Καθολικός Αρχιεπίσκοπος του Παλέρμο, Corrado Lorefice, συνοδευόμενος από τον εφημέριο του καθεδρικού ναού, Don Filippo Sarullo.»

Όπως δείχνουν και οι φωτογραφίες τελέστηκε από τους Ορθόδοξους και μνημόσυνο στην «αγία Ροζαλία» στο οποίο συμμετείχε και ο παπικός, ενώ στο τέλος οι κληρικοί προσκύνησαν τα λείψανα της «αγίας»!!

Η Ροζαλία (1130–1166), ΔΕΝ είναι Αγία της Ορθοδόξου Εκκλησίας.

Επίσης, όπως θα δείτε στο φωτογραφικό υλικό, υπήρχε και εικόνα της «αγίας» την οποία προφανώς προσκύνησε το ακατήχητο και κοιμισμένο ποίμνιο. Είναι χαρακτηριστικό ότι έφτιαξαν την συγκεκριμένη εικόνα να μοιάζει με Ορθόδοξη για να μπερδευτούν οι πιστοί. Οι εμπνευσμένοι από τα ακάθαρτα πνεύματα οικουμενιστές «παίζουν» συνέχεια με τα εξωτερικά χαρακτηριστικά για να ενώσουν επιφανειακά στα μάτια του κόσμου τα άμεικτα.

Αυτά τα «ωραία» συμβαίνουν στην γειτονική μας Σικελία και ειλικρινά δεν ξέρω αν είναι σωστό να γράφω «Θεία Λειτουργία», όχι τουλάχιστον από πλευράς κληρικών οι οποίοι είναι φανερό ότι εμπαίζουν τον Κύριο.

ΔΕΙΤΕ ΤΟ ΣΧΕΤΙΚΟ ΒΙΝΤΕΟ ΕΔΩ










Архиерейская Божественная литургия состоялась в четверг 14 июля 2022 года в Кафедральном соборе Палермо перед мощами святой Розалии.

В службе приняли участие Русской и Румынской священнослужители западной Сицилии.

Службу возглавил Архиепископ Георгий (Странский), иерарх Православной церкви Чешских земель и Словакии.

Божественная литургия шла беcпрерывно на всех национальных языках представленных Церквей, а также на греческом и итальянском языках. Хоры, пели на своем языке.

В конце Божественной литургии духовенство почтило мощи святой Розалии и была совершена заупокойная лития с освящением колива.

Католический архиепископ Палермо Коррадо Лорефиче в сопровождении настоятела собора дон Филиппо Сарулло присутствовал на литургии.

Μετάφραση γκουγκλ

Η Αρχιερατική Θεία Λειτουργία τελέστηκε την Πέμπτη 14 Ιουλίου 2022 στον Καθεδρικό Ναό του Παλέρμο μπροστά στα λείψανα της Αγίας Ροζαλίας.
Στη λειτουργία παρέστησαν Ρώσοι και Ρουμάνοι κληρικοί της δυτικής Σικελίας.
Τη λειτουργία προέστη ο Αρχιεπίσκοπος Γεώργιος (Στράνσκι), ιεράρχης της Ορθόδοξης Εκκλησίας της Τσεχίας και της Σλοβακίας.
Η Θεία Λειτουργία συνεχίστηκε αδιάκοπα σε όλες τις εθνικές γλώσσες των αντιπροσωπευόμενων Εκκλησιών, καθώς και στα ελληνικά και ιταλικά. Οι χορωδίες τραγούδησαν στη γλώσσα τους.
Στο τέλος της Θείας Λειτουργίας ο κλήρος προσκύνησε τα λείψανα της Αγίας Ροζαλίας και τελέστηκε νεκρώσιμος ακολουθία [σ.σ. μνημόσυνο] με τον αγιασμό του κόλιβα.
Ο Καθολικός Αρχιεπίσκοπος του Παλέρμο, Corrado Lorefice, συνοδευόμενος από τον πρύτανη του καθεδρικού ναού, Don Filippo Sarullo, παρευρέθηκε στη λειτουργία.

Φωτοφραφίες και κείμενο από Facebook
ΤΑΣ ΘΥΡΑΣ