.

.

Δός μας,

Τίμιε Πρόδρομε, φωνή συ που υπήρξες η φωνή του Λόγου. Δος μας την αυγή εσύ που είσαι το λυχνάρι του θεϊκού φωτός. Βάλε σήμερα τα λόγια μας σε σωστό δρόμο, εσύ που υπήρξες ο Πρόδρομος του Θεού Λόγου. Δεν θέλουμε να σε εγκωμιάσουμε με τα δικά μας λόγια, επειδή τα λόγια μας δεν έχουν μεγαλοπρέπεια και τιμή. Όσοι θα θελήσουν να σε στεφανώσουν με τα εγκώμιά τους, ασφαλώς θα πετύχουν κάτι πολύ πιό μικρό από την αξία σου. Λοιπόν να σιγήσω και να μη προσπαθήσω να διακηρύξω την ευγνωμοσύνη μου και τον θαυμασμό μου, επειδή υπάρχει ο κίνδυνος να μη πετύχω ένα εγκώμιο, άξιο του προσώπου σου;

Εκείνος όμως που θα σιωπήσει, πηγαίνει με τη μερίδα των αχαρίστων, γιατί δεν προσπαθεί με όλη του τη δύναμη να εγκωμιάσει τον ευεργέτη του. Γι’ αυτό, όλο και πιό πολύ σου ζητάμε να συμμαχήσεις μαζί μας και σε παρακαλούμε να ελευθερώσεις τη γλώσσα μας από την αδυναμία, που την κρατάει δεμένη, όπως και τότε κατάργησες, με τη σύλληψη και γέννησή σου, τη σιωπή του πατέρα σου του Ζαχαρία.

Άγιος Σωφρόνιος Ιεροσολύμων

Πρίν 100 χρόνια καί σήμερα: Η ίδια κατάσταση στήν Εκκλησία*.....

Μητροπολίτης πρώην Νευροκοπίου κυρός 
Γεώργιος (Παπαγεωργιάδης) / 1881 - 1958.

Του Γιώργου Ν. Παπαθανασόπουλου

Τα σωζόμενα πρακτικά της συνάντησης του μακαριστού Αρχιεπισκόπου Χρυσοστόμου (Παπαδοπούλου), με μέλη επιτροπής από διακεκριμένους κληρικούς και λαϊκό της Αρχιεπισκοπής, στις 26 Ιανουαρίου του 1925 και ώρα 3 μ.μ., στο Αρχιεπισκοπικό Μέγαρο, αποδεικνύουν ότι 100 χρόνια πριν και σήμερα, η Εκκλησία διέρχεται βαθιά κρίση λόγω εξωτερικών και εσωτερικών παραγόντων.

Σύμφωνα με τα δημοσιευθέντα Πρακτικά ο λόγιος Αρχιμανδρίτης και ιεροκήρυκας στον Ιερό Ναό Αγίου Παντελεήμονα της οδού Αχαρνών Γεώργιος Παπαγεωργιάδης, μετά Μητροπολίτης Νευροκοπίου, λαβών τον λόγο εκ μέρους της Επιτροπής είπε προς τον Αρχιεπίσκοπο:

«Η κατάστασις της Εκκλησίας, Μακαριώτατε, ως ομολογείται παρά πάντων, δεν είναι καλή. 

Η μάλλον είναι κακίστη. 

Η Εκκλησία εξωτερικώς πολεμείται λυσσωδώς. 

Αλλά αντί να έχει εσωτερική συνοχή και αυτήν να αντιτάσση κατά των εξωτερικών εχθρών προς άμυνάν της, τουναντίον αναρχείται και Αυτή τελείως έσωθεν, ούτως ώστε συμπληρώνει δια των ιδίων χειρών τον ίδιον όλεθρον».

Μεταξύ των εξωτερικών εχθρών της Εκκλησίας της Ελλάδος ο π. Γεώργιος Παπαγεωργιάδης ονοματίζει και το ελληνικό κράτος της εποχής αναφέροντας χαρακτηριστικά:

– Από αυτής της συστάσεώς του άρχισε την ανίερη δήμευση της μοναστηριακής περιουσίας, με διάφορους φενακισμούς (Σημ. εξαπατήσεις), έως τα τελευταία χρόνια κατά τα οποία η πλήρης καταβρόχθισή της αγγίζει στο τέρμα της.

– Παρέχει κραταιότατη προστασία και υποστήριξη σε αθέους και υπονομευτές των ιερών και των οσίων στα σχολεία.

– Κατέλυσε και εκμηδένισε τον χριστιανικό γάμο και μετέβαλε αυτόν εις απλούν συνάλλαγμα…

– Κατάργησε την επισκοπική άδεια ως στοιχείο εγκυρότητας του γάμου, για να εξευτελίσει την ιερότητά του και να απαλείψει από τις καρδιές και τη συνείδηση των Χριστιανών και την ελάχιστη ιδέα περί της ιερότητάς του. Το Κράτος ετοιμάζεται να προχωρήσει στον πολιτικό γάμο, παραβιάζοντας τις βάσεις της λαϊκής κυριαρχίας και της λαϊκής βούλησης.

– Η Πολιτεία έλαβε αποφάσεις για την Εκκλησία ερήμην της. Παράδειγμα: Το Υπουργείο των Εξωτερικών μελετά τα θέματα της (Σημ. Από τότε…) παρασκευαζομένης Οικουμενικής Συνόδου, χωρίς τα διαμειβόμενα να είναι σε γνώση του Αρχιεπισκόπου της Εκκλησίας της Ελλάδος…

– Γενικά το Κράτος κυβερνά την Εκκλησία και, επί του παρόντος, αφήνει σχετική ελευθερία μόνο στο τελετουργικό μέρος της θρησκείας…

Για τα εσωτερικά προβλήματα της Εκκλησίας ο μετά Νευροκοπίου Αρχιμανδρίτης Γεώργιος Παπαγεωργιάδης ανέφερε μεταξύ άλλων:

«Όσον αφορά εις τον εσωτερικόν εχθρόν, ούτος εμφωλεύει εις τα σπλάγχνα της Εκκλησίας και καταβιβρώσκει αυτά, αφαιρεί δε όχι απλώς την ζωτικότητα Αυτής αλλά και την ελαχίστην ικμάδα και παρουσιάζει Αυτήν σύμμαχον των εξωτερικών πολεμίων και συμπληρωτήν του ολέθρου…Η εσωτερική ακαταστασία και η πλήρης αναρχία βεβαίως τυγχάνει μέγιστος εχθρός δυνάμενος και μόνος να επιφέρη τον όλεθρον».

Ως παραδείγματα της κατάστασης στην Εκκλησία της Ελλάδος ο π. Γεώργιος Παπαγεωργιάδης αναφέρει μεταξύ άλλων:

– Η Θεολογική Σχολή από τότε που ιδρύθηκε ουδένα δεσμό, ούτε κάποια συνοχή έχει με την Εκκλησία. Συνέπεια τούτου είναι το τί διδάσκουν οι καθηγητές της να εξαρτάται από την διάθεση και τη συνείδησή τους και πολλές φορές αυτοί να υποστηρίζουν προτεσταντικάς δοξασίας…

– Δείγμα της υφισταμένης εκκλησιαστικής αναρχίας και ασυναρτησίας στην Εκκλησία αποτελεί «η παντελής έλλειψις βάσεως προς ανάδειξιν των Επισκόπων, η κατά κανόνα δε ανάδειξις εις το Επισκοπικόν αξίωμα των ολιγώτερον ικανών και των ολιγώτερα έτη υπηρεσίας εχόντων κληρικών, μόνον δε κατά σύμπτωσιν και κατά συνδρομήν εξωτερικών περιστάσεων επέρχεται η επίπλευσις ολιγίστων ικανών».

– Μεγαλύτερο όλων των προβλημάτων είναι ο ελεεινός τρόπος κατά τον οποίο απονέμεται η εκκλησιαστική δικαιοσύνη, ή μάλλον η παντελής έλλειψις τρόπου απονομής της. Αυτή έχει υποκατασταθεί υπό της προσωπικής διαθέσεως του δικάζοντος…

– Τυπική ακολασία παρατηρείται στις ιερές τελετές και στην θεία λατρεία. Ακόμη και κάθε ενορία παρατηρείται να έχει το δικό της τυπικό αλλά και κάθε ιερέας έχει το δικό του και, το τραγελαφικότερο, ακόμη και κάθε ιερέας δεν έχει ούτε για τον εαυτό του ενιαίο τυπικό, αλλά άλλο αυτή την ώρα και άλλο την άλλη….

Περαίνων τον λόγο του ο τότε Αρχιμανδρίτης και μετά Νευροκοπίου π. Γεώργιος Παπαγεωργιάδης είπε απευθυνόμενος στον Αρχιεπίσκοπο Χρυσόστομο (Παπαδόπουλο):

«Τα μέχρι τούδε εκτεθέντα Μακαριώτατε είναι απλή σκιαγραφία της υφισταμένης αναρχίας και ακαταστασίας εις την Εκκλησία….Βεβαίως όργανα τεταγμένα εις την εξυπηρέτησιν της Εκκλησίας είναι οι ιερείς και οι επίσκοποι, αυτοί δε φυσικά υπέχουσι και τας ευθύνας της σκιαγραφηθείσης αναρχίας και ακαταστασίας…Η κοινωνία, της οποίας επί του προκειμένου ως κριτού αμερολήπτου η γνώμη έχει μεγαλυτέραν βαρύτητα, όχι μόνον δεν περιορίζει τας ευθύνας εις μίαν τάξιν λειτουργών της Εκκλησίας, αλλά και επεκτείνουσα αυτάς επί πάντων των λειτουργών, εννοεί να κάμη και διαβάθμισιν ευθυνών κατά ποσόν και ποιόν αναλόγως των του βαθμού, τον οποίον έκαστος λειτουργός φέρει. 

Και εφ’ όσον ο Επίσκοπος κατέχει θέσιν Στρατηγού εν τη Εκκλησία εις αυτόν αποδίδει τας μεγαλυτέρας ευθύνας. 

Εφ’ όσον δε ο Αρχιεπίσκοπος κατέχει θέσιν Αρχιστρατήγου, εις αυτόν αποδίδει τας υψίστας των ευθυνών.

Η κρίσις αύτη της κοινωνίας όσον αυστηρά και αν είναι, δεν δυνάμεθα να αρνηθώμεν, ότι είναι δικαία. 

Εις τους Επισκόπους εδόθη ειδική και υψίστη εξουσία προς αντιμετώπισιν και κατασύντριψιν παντός κακού εμφανιζομένου εν τω Εκκλησιαστικώ εδάφει. 

Της εξουσίας ταύτης, ενώ οι Επίσκοποι έκαμαν κατάχρησιν απέναντι των αδυνάτων, δεν έκαμαν ουδέ σκιώδη χρήσιν απέναντι άλλων παραγόντων, ισχυρών θεωρουμένων, και δή αυτού του Κράτους, αλλ’ έδειξαν ανεξήγητον δειλίαν».

Όταν ο Αρχιμανδρίτης Γεώργιος Παπαγεωργιάδης επέρανε την περιγραφή της εκκλησιαστικής καταστάσεως ο Αρχιεπίσκοπος Χρυσόστομος του απάντησε:

«Η κατάστασις είναι ακριβώς ως την περιεγράψατε. Οι εχθροί της Εκκλησίας, τους οποίους ανεφέρατε, είναι πραγματικοί, ορθώς δε μεταξύ αυτών συγκατελέξατε και το Κράτος. 

Τούτο μόνον έχω να παρατηρήσω, ότι το Κράτος είναι ο μεγαλύτερος εχθρός της Εκκλησίας, συνάμα δε και δόλιος εχθρός. 

Παράδειγμα το περιβόητον Επαναστατικόν Διάταγμα του κ. Πλαστήρα, δια του οποίου αιφνιδιαστικώς η Εκκλησία συνετρίβετο, εισήγοντο εις τον εκκλησιαστικόν οργανισμόν διατάξεις απειλούσαι την υπόστασιν της Εκκλησίας, οι δε Αρχιερείς μετεβάλλοντο εις όργανα κατώτερα και των κλητήρων. 

Και οι εσωτερικοί εχθροί της Εκκλησίας είναι όπως περιεγράψατε αυτούς, εκτός ελαχίστων τινών σημείων, τα οποία ηδύναντο να συζητηθώσι».-

Η πολιτική κατάσταση πριν από 100 χρόνια!

Η πολιτική κατάσταση τα πρώτα χρόνια μετά την καταστροφή της Μικράς Ασίας είναι ταραχώδης. 

Από το 1922 ουσιαστικά την εξουσία είχε στα χέρια του, επαναστατικώ – πραξικοπηματικώ – δικαίω ο Νικόλαος Πλαστήρας. 

Την επαναστατική εξουσία κατέθεσε στις 2 Ιανουαρίου 1924. Αμέσως μετά ο Θεόδωρος Πάγκαλος χαρακτηρίζει πραγματική ανωμαλία την πολιτική ζωή και επιδιώκει να επιβάλει τις απόψεις του στην διακυβέρνηση της χώρας. 

Το επιτυγχάνει με επαναστατικό κίνημα στις 24 Ιουνίου 1925… Γενικά οι πολιτικοί ήθελαν την Εκκλησία «του χεριού τους» και επιζητούσαν την περιουσία της…

Τα μέλη της Επιτροπής που επισκέφθηκαν τον Αρχιεπίσκοπο Χρυσόστομο στις 29 Ιανουαρίου 1925.

Αρχιμανδρίτης Γεώργιος Παπαγεωργιάδης (1881-1958), εκ Νεοχωρίου Καλλιπόλεως Δυτ. Θράκης. Εφημέριος και ιεροκήρυκας εις Ι.Ν. Αγίου Παντελεήμονος Αχαρνών. Λόγιος κληρικός, αποφοίτησε από την Θεολογική Σχολή της Χάλκης το 1906. Το 1942 χειροτονήθηκε Μητροπολίτης Νευροκοπίου, αλλά δεν μπόρεσε να μεταβεί στην Επαρχία του, λόγω της Βουλγαρικής κατοχής. Παραιτήθηκε το 1945.

Αρχιμανδρίτης Ευστάθιος Σκάρπας (1886-1939) εκ Ζαγορίου Ηπείρου. Εφημέριος και ιεροκήρυκας του Ι.Ν. Αγίου Ελευθερίου Πειραιώς. Πτυχιούχος της Νομικής και της Θεολογικής Σχολής του ΕΚΠΑ. Εξελέγη Επίσκοπος Περιστεράς και υπηρέτησε στη Μητρόπολη Ιωαννίνων.

Αρχιμανδρίτης Προκόπιος Τζαβάρας (1888-1964), εκ Βαλτετσίου Αρκαδίας. Εφημέριος και ιεροκήρυκας Ι.Ν. Αγίου Παύλου, οδού Ψαρών. Ηγούμενος Ι.Μ. Πεντέλης εξελέγη κατά σειρά Μητροπολίτης Γόρτυνος και Μεγαλοπόλεως, Μαντινείας και Κυνουρίας, Κορινθίας.

Αρχιμανδρίτης Προκόπιος Παπαδόπουλος, Εφημέριος και ιεροκήρυκας Ι.Ν. Αγίου Λουκά, οδού Πατησίων.

Αρχιμανδρίτης Πορφύριος Κυριακίδης, εφημέριος και ιεροκήρυκας Αγίας Τριάδος Κεραμεικού (Εκ Κύπρου, Μισό 19ου αιώνα – 1947). Ήταν υποψήφιος για τον Αρχιεπισκοπικό θρόνο της Εκκλησίας της Κύπρου.

Αρχιμανδρίτης Θεόκλητος Σφήνας (1888-1950). Εφημέριος και ιεροκήρυκας του Ι.Ν. Αγίου Κωνσταντίνου Πειραιώς. Το 1943 εξελέγη Μητροπολίτης Γρεβενών.

Αρχιμανδρίτης Ιωακείμ Σμυρνιώτης, εφημέριος και ιεροκήρυκας Κηφισιάς (1885-1965), από το Άργος. Το 1942 εξελέγη Μητροπολίτης Ξάνθης και το 1945 Μητροπολίτης Κιλκίς.

Αρχιμανδρίτης Θεοδώρητος Βασιλόπουλος, εφημέριος και ιεροκήρυκας Ι.Ν. Αγίου Στυλιανού Αθηνών. Λόγιος κληρικός συγγράψας το 1927 τη μελέτη «Οποία η πραγματική σχέσις του Χριστιανού προς τον πόλεμον».

Εκ των λαϊκών παρέστη ο Φώτιος Ν. Φωτιάδης, ιατρός εκ Κωνσταντινουπόλεως. Εγνώριζε άριστα την καθαρεύουσα, αλλά αγωνίστηκε για την καθιέρωση στην εκπαίδευση της νεοελληνικής γλώσσας.

Πώς διεσώθη η συζήτησις

Τα λεχθέντα ενώπιον του Αρχιεπισκόπου Χρυσοστόμου (Παπαδοπούλου) και τα από αυτόν απαντηθέντα υπομνηματίσθηκαν σε Πρακτικό αμέσως από τον Αρχιμανδρίτη π. Γεώργιο Παπαγεωργιάδη, με την βοήθεια του Φώτη Φωτιάδη. 

Αντίγραφον του Πρωτοτύπου περιήλθε στα χέρια του Ιωάννου Γ. Σαραντάρη, αδελφού του Δημητρίου Γ. Σαραντάρη, που ήταν πατέρας του εμπνευσμένου ποιητού και σημαντικού χριστιανού στοχαστού Γεωργίου Σαραντάρη. 

Ο Ι. Γ. Σαραντάρης το εξέδωσε με δική του δαπάνη το 1930, στο Τυπογραφείο των Ιωάννου και Αριστείδου Γ. Παπανικολάου, που ήταν στην Αθήνα, στην οδό Ερμού 116. 

Τίτλος του διασωθέντος φυλλαδίου είναι «Μία παρουσίασις ενώπιον του Μακαριωτάτου Αρχιεπισκόπου Αθηνών Κυρίου Χρυσοστόμου και τα κατ’ αυτήν διαμειφθέντα κατά το 1925». 

Ετιμάτο 5 δραχμές και τα έσοδα ήσαν «προς όφελος του Ορθοδόξου Εκκλησιαστικού Συνδέσμου». Σημειώνεται ότι το φυλλάδιον εδόθη στον Αρχιεπίσκοπο Χρυσόστομο και εκείνος εις ουδεμία διόρθωση προέβη.

*Θα ακολουθήσει Β΄ Μέρος με την εκκλησιαστική κατάσταση σήμερα, σε σχέση με αυτήν του 1925.