.

.

Δός μας,

Τίμιε Πρόδρομε, φωνή συ που υπήρξες η φωνή του Λόγου. Δος μας την αυγή εσύ που είσαι το λυχνάρι του θεϊκού φωτός. Βάλε σήμερα τα λόγια μας σε σωστό δρόμο, εσύ που υπήρξες ο Πρόδρομος του Θεού Λόγου. Δεν θέλουμε να σε εγκωμιάσουμε με τα δικά μας λόγια, επειδή τα λόγια μας δεν έχουν μεγαλοπρέπεια και τιμή. Όσοι θα θελήσουν να σε στεφανώσουν με τα εγκώμιά τους, ασφαλώς θα πετύχουν κάτι πολύ πιό μικρό από την αξία σου. Λοιπόν να σιγήσω και να μη προσπαθήσω να διακηρύξω την ευγνωμοσύνη μου και τον θαυμασμό μου, επειδή υπάρχει ο κίνδυνος να μη πετύχω ένα εγκώμιο, άξιο του προσώπου σου;

Εκείνος όμως που θα σιωπήσει, πηγαίνει με τη μερίδα των αχαρίστων, γιατί δεν προσπαθεί με όλη του τη δύναμη να εγκωμιάσει τον ευεργέτη του. Γι’ αυτό, όλο και πιό πολύ σου ζητάμε να συμμαχήσεις μαζί μας και σε παρακαλούμε να ελευθερώσεις τη γλώσσα μας από την αδυναμία, που την κρατάει δεμένη, όπως και τότε κατάργησες, με τη σύλληψη και γέννησή σου, τη σιωπή του πατέρα σου του Ζαχαρία.

Άγιος Σωφρόνιος Ιεροσολύμων

Να με καλείτε...

ΚΙ ΕΓΩ ΘΑ ΕΡΘΩ...!


Οι Χαιρετισμοί λοιπόν χριστιανοί μου, έχουν τεράστια σωτηριώδη σημασία, όταν τους διαβάζουμε ή τους απαγγέλουμε κάθε βράδυ με πίστη και ευλάβεια. Μας χαρίζουν την πλέον αποτελεσματική βοήθεια στην προσπάθειά μας και στον αγώνα που κάνουμε κάθε μέρα, για να νικήσουμε τα πάθη μας. Για να νικήσουμε το κακό, την αμαρτία και τον διάβολο. Άλλωστε Εκείνη μας προτρέπει και μας λέγει «φωνάξτε με», ή «φωνάζετέ με», «φωνάζετε το όνομά μου, και γω θα σας βοηθώ πάντοτε».

Να με καλείτε ή με το «Υπεραγία Θεοτόκε βοήθει μοι», ή με το «Υπεραγία Θεοτόκε βοήθησέ μας», ή «σώσον με», ή «σώσον ημάς». Άλλωστε είναι και λειτουργικός ύμνος. Κάθε φορά που αναφέρουμε το όνομα της Παναγίας μας στη Θεία Λειτουργία, στον όρθρο ή τον εσπερινό, οι ιεροψάλτες μας να απαντούν «Υπεραγία Θεοτόκε σώσον ημάς».

«Και γω θα έλθω», μας υπόσχεται η Παναγία, «θα σας βοηθήσω, και θα σας βοηθήσω σε όλες σας τις ανάγκες, σε όλους τους πειρασμούς της ζωής σας, στα βάσανα, στις θλίψεις και στις στεναχώριες. Θα είμαι πάντοτε κοντά σας. Μεσίτρια ακόμα και όταν θα βγαίνει η ψυχή σας, για να σας φυλάξω από τα εναέρια δαιμόνια. Αλλά και στη Δευτέρα Παρουσία του Υιού μου και Κριτού των πάντων και κει θα είμαι κοντά σας.»
Άλλωστε αυτό θα το δούμε σε λίγο, όταν θα απαγγείλουμε την προσευχή στην Υπεραγία Θεοτόκο που αρχίζει με το «Άσπιλε, αμόλυντε».

Χριστιανοί μου, ας αγαπήσουμε αυτή την προσευχή των Χαιρετισμών,
και την επίκληση του ονόματός Της και τότε εκείνη θα ανοίξει την πόρτα του Παραδείσου και θα μας σώσει.

Το εύχομαι εις όλους σας,
και σεις να το εύχεστε σε μένα,
Αμήν.

«Γι’ αυτό αδελφοί μου, όποιος από τους χριστιανούς λέγει τακτικά με σταυρωτό κομποσκοίνι, «Υπεραγία Θεοτόκε σώσον με», «Χαίρε Νύμφη Ανύμφευτε», αυτός ο χριστιανός βρίσκει πολλή την Χάριν, και πολύ πνευματικό πλούτο απολαμβάνει, και ασφαλώς εισακούονται όλα τα αιτήματά του.»

(απόσπασμα, π. Στεφάνου Αναγνωστόπουλου: Ανάλυση και αξία των χαιρετισμών)

Γιατί η Εξομολόγηση σώζει;


- Γέροντα, στα πρώτα χρόνια του Χριστιανισμού οι Χριστιανοί έκαναν δημόσια εξομολόγηση. Βοηθάει αυτό;
- Άλλα τα πρώτα χρόνια του Χριστιανισμού και άλλα τώρα. Σήμερα αυτό δεν βοηθάει.
- Γιατί, Γέροντα; Τότε είχαν πιο πολύ ζήλο;...

- Και πιο πολύ ζήλο είχαν και δεν είχαν αυτά που έχουν σήμερα οι άνθρωποι. Τώρα βλέπεις, τα ανδρόγυνα χωρίζουν στα καλά καθούμενα, δεν είναι όπως παλιά.
Έχουν απομακρυνθεί οι άνθρωποι από το Μυστήριο της εξομολογήσεως, γι’ αυτό και πνίγονται από τους λογισμούς και τα πάθη. Πόσοι έρχονται και ζητούν να τους βοηθήσω σε κάποιο πρόβλημά τους, και ούτε εξομολογούνται ούτε εκκλησιάζονται! «Εκκλησιάζεσαι καθόλου;», τους ρωτάω. «Όχι», μου λένε. «Εξομολογήθηκες καμιά φορά;».
«Όχι. Ήρθα να με κάνεις καλά».
«Μα πώς; Πρέπει να μετανοήσεις για τα σφάλματά σου, να εξομολογείσαι, να εκκλησιάζεσαι, να κοινωνάς όταν έχεις ευλογία από τον πνευματικό σου, και εγώ θα κάνω προσευχή να γίνεις καλά. Ξεχνάς ότι υπάρχει και άλλη ζωή και πρέπει να ετοιμασθούμε για εκεί;».
«Κοίταξε, πάτερ, αυτά που λες, εκκλησίες, άλλη ζωή κ.λπ., εμένα δεν με απασχολούν. Αυτά είναι παραμύθια. Έχω πάει σε μάγους, σε μέντιουμ και δεν μπόρεσαν να με κάνουν καλά. Έμαθα ότι εσύ μπορείς να με κάνεις καλά».
Άντε τώρα! Τους μιλάς για εξομολόγηση, για την μέλλουσα ζωή, και σου λένε «αυτά είναι παραμύθια», και από την άλλη μεριά: «Βοήθησέ με, παίρνω χάπια».
Εμ πώς, με μαγικό τρόπο θα γίνουν καλά;
Και βλέπεις, πολλοί, ενώ έχουν προβλήματα που τα προκάλεσαν οι αμαρτίες τους, δεν πηγαίνουν στον πνευματικό που μπορεί να τους βοηθήσει θετικά, αλλά καταλήγουν να εξομολογούνται στους ψυχολόγους. Λένε το ιστορικό τους, τους συμβουλεύονται για τα προβλήματά τους και, αν έχουν να περάσουν ένα ποτάμι, τους ρίχνουν μέσα και ή πνίγονται ή βγαίνουν, αλλά πού βγαίνουν… Ενώ, αν πάνε να εξομολογηθούν στον πνευματικό, θα περάσουν στην άλλη όχθη από την γέφυρα άνετα, γιατί με το Μυστήριο της εξομολογήσεως ενεργεί η Χάρις του Θεού και λυτρώνονται.
- Γέροντα, μερικοί λένε: «Δεν βρίσκουμε καλούς πνευματικούς, γι’ αυτό δεν πάμε να εξομολογηθούμε».
- Αυτά είναι δικαιολογίες. Κάθε πνευματικός έχει Θεία εξουσία, εφόσον φοράει πετραχήλι. Τελεί το Μυστήριο, έχει την Θεία Χάρη και, όταν διαβάσει την συγχωρητική ευχή, ο Θεός σβήνει όλες τις αμαρτίες τις οποίες εξομολογηθήκαμε με ειλικρινή μετάνοια. Από μας εξαρτάται πόσο θα βοηθηθούμε από το Μυστήριο της εξομολογήσεως. Ήρθε εκεί στο καλύβι μια φορά κάποιος που είχε ψυχολογικά προβλήματα, με τον λογισμό ότι έχω διορατικό χάρισμα και θα μπορούσα να τον βοηθήσω.
«Τι προβλέπεις, μου λέει, για μένα;».
«Να βρεις, του λέω, έναν πνευματικό να εξομολογείσαι, για να κοιμάσαι σαν το πουλάκι και να μην παίρνεις χάπια».
«Δεν υπάρχουν, μου λέει, σήμερα καλοί πνευματικοί. Παλιά υπήρχαν».
Έρχονται με καλό λογισμό, ότι θα βοηθηθούν, αλλά δεν δέχονται αυτό που τους λες, και κρίμα στα ναύλα.
Βλέπω όμως και μια καινούργια τέχνη του διαβόλου. Βάζει στους ανθρώπους τον λογισμό ότι, αν κάνουν κάποιο τάμα και το εκπληρώσουν, αν πάνε και κανένα προσκύνημα, είναι εντάξει πνευματικά. Και βλέπεις πολλούς να πηγαίνουν με λαμπάδες και με τάματα στα μοναστήρια, στα προσκυνήματα, να τα κρεμάνε εκεί, να κάνουν και μεγάλους σταυρούς, να κλαίνε και λιγάκι, και να αρκούνται σ’ αυτά. Δεν μετανοούν, δεν εξομολογούνται, δεν διορθώνονται, και χαίρεται το ταγκαλάκι (ο διάβολος).
- Γέροντα, ένας άνθρωπος που δεν εξομολογείται μπορεί να είναι εσωτερικά αναπαυμένος;
- Πώς να είναι αναπαυμένος; Για να νιώσει κανείς ανάπαυση, πρέπει να πετάξει τα μπάζα από μέσα του. Αυτό θα γίνει με την εξομολόγηση. Ανοίγοντας ο άνθρωπος την καρδιά του στον πνευματικό και λέγοντας τα σφάλματά του, ταπεινώνεται, και έτσι ανοίγει την πύλη του Ουρανού, έρχεται πλούσια η Χάρις του Θεού και ελευθερώνεται.
Πριν από την εξομολόγηση στην κορυφή του υπάρχει ομίχλη, βλέπει θαμπά και δικαιολογεί τα σφάλματά του. Γιατί, όταν ο νους του είναι σκοτισμένος από τις αμαρτίες, δεν βλέπει καθαρά. Με την εξομολόγηση κάνει μια «φούουου», φεύγει η ομίχλη και καθαρίζει ο ορίζοντας. Γι’ αυτό, όσους έρχονται να συζητήσουμε ένα θέμα ή να μου ζητήσουν μια συμβουλή κ.λπ., αν δεν έχουν εξομολογηθεί ποτέ, τους στέλνω πρώτα να εξομολογηθούν και μετά να έρθουν να μιλήσουμε.
Μερικοί μου λένε: «Γέροντα, αφού εσύ μπορείς να καταλάβεις τι πρέπει να κάνω γι’ αυτό το θέμα, πες μου».
«Και να καταλάβω εγώ τι πρέπει να κάνεις, τους λέω, δεν θα καταλάβεις εσύ τι θα σου πω. Γι’ αυτό πήγαινε πρώτα να εξομολογηθείς και ύστερα έλα να συζητήσουμε».
Γιατί, πώς να επικοινωνήσεις και να συνεννοηθείς με έναν άνθρωπο, όταν βρίσκεται σε άλλη συχνότητα;
Με την εξομολόγηση πετάει ο άνθρωπος από μέσα του ό,τι άχρηστο έχει και καρποφορεί πνευματικά. Μια μέρα έσκαβα τον κήπο μου, για να φυτέψω λίγες ντοματιές. Εκείνη την ώρα ήρθε κάποιος και μου λέει: «Τι κάνεις, Γέροντα;».
«Τι να κάνω; του λέω, εξομολογώ τον κήπο μου».
«Καλά, Γέροντα, μου λέει, χρειάζεται και ο κήπος εξομολόγηση;».
«Ασφαλώς χρειάζεται. Έχω διαπιστώσει πως, όταν τον εξομολογώ, βγάζω δηλαδή έξω πέτρες, αγριάδες, αγκάθια κ.λπ., τότε βγάζει επίσημα κηπευτικά, αλλιώς οι ντομάτες γίνονται κιτρινιάρικες, καχεκτικές!»…
- Γέροντα, όταν στον αγώνα μου έχω πτώσεις, πανικοβάλλομαι.
- Μη φοβάσαι. Αγώνας είναι και θα έχουμε και τραύματα. Με την εξομολόγηση αυτά θεραπεύονται. Βλέπεις, οι στρατιώτες στον πόλεμο, όταν τραυματίζονται επάνω στην μάχη, τρέχουν αμέσως στον γιατρό, δένουν το τραύμα τους και συνεχίζουν να πολεμούν φιλότιμα. Εν τω μεταξύ αποκτούν και πείρα από τον τραυματισμό και προφυλάγονται καλύτερα, ώστε να μην ξανατραυματισθούν.
Έτσι και εμείς, όταν τραυματιζόμαστε πάνω στον αγώνα μας, δεν πρέπει να δειλιάζουμε, αλλά να τρέχουμε στον γιατρό – στον πνευματικό –, να του δείχνουμε το τραύμα μας, να θεραπευόμαστε πνευματικά, και πάλι να συνεχίζουμε «τον καλόν αγώνα». Κακό είναι, όταν δεν ψάχνουμε να βρούμε τους φοβερούς εχθρούς της ψυχής, τα πάθη, και δεν αγωνιζόμαστε για να τους εξοντώσουμε.
- Γέροντα, μερικοί από φιλότιμο δεν πάνε να εξομολογηθούν. «Αφού μπορεί να ξανακάνω το ίδιο σφάλμα, λένε, για ποιο λόγο να πάω να το εξομολογηθώ; για να κοροϊδεύω τον παπά;».
- Αυτό δεν είναι σωστό! Είναι σαν να λέει ένας στρατιώτης, όταν τραυματίζεται: «Αφού ο πόλεμος δεν τέλειωσε και μπορεί πάλι να τραυματισθώ, γιατί να δέσω το τραύμα μου;». Αλλά, αν δεν το δέσει, θα πάθει αιμορραγία και θα πεθάνει. Μπορεί από φιλότιμο να μην πηγαίνουν να εξομολογηθούν, τελικά όμως αχρηστεύονται. Ο διάβολος, βλέπεις, εκμεταλλεύεται και τα χαρίσματα (π.χ. το φιλότιμο). Αν δεν καθαρίζουμε με την εξομολόγηση την ψυχή μας, όταν πέφτουμε και λερωνόμαστε, σκεπτόμενοι ότι πάλι θα πέσουμε και θα λερωθούμε, προσθέτουμε λάσπες πάνω στις παλιές λάσπες και είναι δύσκολο μετά να καθαρίσουν.

(από το βιβλίο: «ΒΙΟΣ ΤΟΥ ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΑΪΣΙΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ, ΜΕ ΝΟΥΘΕΣΙΕΣ, ΠΑΡΑΒΟΛΕΣ ΚΑΙ ΔΙΔΑΓΜΑΤΑ», Τόμος Β΄)

῾Η μεγάλη δύναμις τῆς μετανοίας

Η ΣΥΓΚΛΟΝΙΣΤΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ ΕΝΟΣ ΛΗΣΤΗ, Ο ΟΠΟΙΟΣ ΜΕΤΑΝΟΗΣΕ ΚΑΙ ΜΥΡΟΒΛΥΣΕ



ΣΕ ΠΑΛΑΙΟΤΕΡΑ χρόνια ζοῦσε ἕνας μαῦρος ληστής. ῏Ηταν πανύψηλος ἄνδρας μὲ φοβερὸ παρουσιαστικό. Λήστευε στὰ μέρη τῆς Παννέφου (τῆς Αἰγύπτου) κι ἦταν τόσο τρομερός, ὥστε ὅταν μούγγριζε, πέθαινες ἀπὸ τὸν φόβο σου.

Μιὰ νύκτα ὅμως εἶδε ἕνα τρομακτικὸ ὄνειρο...

῏Ηταν, λέει, μιὰ ἀπέραντη πεδιάδα κι αὐτὸς στεκόταν στὴν μέση. Σὲ μιὰ στιγμὴ στρέφει τὸ βλέμμα του καὶ βλέπει ἕνα πύρινο ποταμό, ποὺ κυλοῦσε μὲ πολὺ θόρυβο, κι ἔτρωγε στὸ διάβα του ἀκόμη καὶ τὸ χῶμα καὶ τὶς πέτρες. ῎Εκανε λίγα βήματα πιὸ κοντὰ γιὰ νὰ δῆ. Μόλις ὅμως πλησίασε, βγῆκαν τέσσερις φλόγες, τὸν ἅρπαξαν ἀπὸ τὰ μαλλιὰ καὶ τὸν τραβοῦσαν νὰ τὸν ρίξουν μέσα στὸ φλεγόμενο ποτάμι, γιὰ νὰ τὸν κατακάψουν. Τοῦ φάνηκε τότε ὅτι τὴν ὥρα ποὺ τὸν ἔσερναν, ἕνα πνεῦμα τοῦ εἶπε:

«῎Αθλιε, ἄν μετανοοῦσες καὶ γινόσουν Μοναχὸς δὲν θὰ μπορούσαμε νὰ σὲ καταποντίσουμε ἐδῶ μέσα».

Ξύπνησε κατατρομαγμένος. Τὸν εἶχε καταλάβει ἴλιγγος καὶ φρίκη ἀπ᾿τὸ φοβερὸ θέαμα. Τί νὰ σημαίνη;... ἀναρωτιόταν. Καὶ καθὼς δὲν μποροῦσε νὰ δώση ἐξήγησι, ἀποφάσισε νὰ πάη σ᾿ ἕνα ἀναχωρητὴ Μοναχὸ καὶ νὰ τὸν ρωτήση τί εἶναι αὐτὸς ὁ πύρινος ποταμός, ποὺ ὠνειρεύθηκε.

Παρευθὺς πέταξε τὰ ληστρικά του σύνεργα καὶ πῆρε τὸ δρόμο ποὺ ὡδηγοῦσε στὴν Πάννεφο. Βάδισε κάμποσο καὶ σὲ λίγο, ρίχνοντας γύρω του μιὰ ματιά, βλέπει ἕνα ἀναχωρητικὸ κελλί. Πλησίασε καὶ κτύπησε τὴν πόρτα.

῞Ενας Γέροντας τοῦ ἄνοιξε ἀμέσως.

«Καλῶς ἦρθες, λεβέντη! Πῶς καὶ μπῆκες σ᾿ αὐτὸν τὸν κόπο; Μήπως σὲ θορύβησε ὁ πύρινος ποταμὸς καὶ οἱ τέσσερις φλόγες ποὺ σὲ ἅρπαξαν νὰ σὲ ρίξουν μέσα; Τί φοβερὴ ποὺ εἶναι, παιδάκι μου, ἡ ἀπειλὴ ἐκείνου τοῦ ποταμοῦ! Θέλεις νὰ γλυτώσης ἀπὸ τὴ φρίκη του; Μετανόησε γιὰ τὰ ληστρικά σου κακουργήματα καὶ γίνε Μοναχός. Τότε θὰ σωθῆς».

῾Ο ληστὴς ἄκουσε ἐμβρόντητος τὰ λόγια τοῦ ἀσκητῆ. Πέφτει ἀμέσως στὰ πόδια του:

«Λυπήσου με, τίμιε πάτερ, τὸν μαῦρο στὸ σῶμα καὶ στὴν ψυχή», παρακάλεσε, «ἐλέησέ με τὸν ἄθλιο καὶ κάνε με ὅ,τι σὲ προστάξει ὁ Θεός».

Μὲ δάκρυα ἐξακολουθοῦσε νὰ τὸν ἱκετεύη, ὥσπου ὁ ἅγιος ἐκεῖνος Γέροντας τὸν ἔκειρε Μοναχό. Καὶ ἀφοῦ τὸν δίδαξε ὅλα τὰ καθήκοντα τῆς μοναχικῆς ζωῆς, τοῦ ἄφησε τὸ κελλὶ του κι ἐκεῖνος ἀποσύρθηκε πιὸ βαθειὰ στὴν ἔρημο, γιὰ νὰ ζήση ἀνάμεσα στὰ θηρία...

᾿Εκεῖνος λοιπὸν ὁ μαῦρος μὲ τὴν πολλὴν ἄσκησι ἔφτασε σὲ τέτοια μέτρα ἀρετῆς, ὥστε τὴν ὥρα ποὺ προσευχόταν ἔμοιαζε ὁλόκληρος σὰν πύρινος στῦλος ποὺ λαμποκοποῦσε. Χιλιάδες, ἀμέτρητοι δαίμονες ρίχνονταν ἐναντίον του, ἀλλ᾿ αὐτὸς τοὺς περιφρονοῦσε ὅλους. ῾Η προσευχή του τοὺς ἔκαιγε καὶ τοὺς ἀφάνιζε ὁλότελα.

῾Η σοφία τοῦ Θεοῦ εἶχε καταυγάσει τὸν νοῦ του. ῎Εγραφε βιβλία κι ἔστελνε ἐπιστολὲς στοὺς Πατέρες τῆς Σκήτης καὶ σὲ πολλοὺς ἄλλους.

῞Ολους τοὺς ὠφελοῦσε διδάσκοντάς τους ἀνόθευτη καὶ ξάστερη τὴν ἀλήθεια τοῦ Χριστοῦ. Καὶ ὅταν ὁ μαῦρος αὐτὸς πέθανε, τὸ ἅγιο λείψανό του ἀνέβλυσε πολὺ μύρο, πού, καθὼς βεβαιώνουν ὅλοι στὰ μέρη ἐκεῖνα, θεράπευε τοὺς δαιμονισμένους καὶ ὅλους τοὺς ἀρρώστους.


(*) Βλ. Πέτρου ῾Ιερομονάχου, ῞
Ενας ᾿Ασκητὴς ᾿Επίσκοπος - ῞Αγιος Νήφων ᾿Επίσκοπος Κωνσταντιανῆς, 
ἔκδοσις θʹ, σελ. 72-73, 
῎Εκδοσις ῾Ιερᾶς Μονῆς Παρακλήτου, ᾿
Ωρωπὸς
᾿Αττικῆς 1987

Να καυχηθούμε για την πίστη μας και για τον Χριστό μας.


Όταν το καλούν οι περιστάσεις

Δείγμα της χειρότερης ανοησίας είναι να κάνει κάποιος λόγο για τα κατορθώματά του, χωρίς να υπάρχει ανάγκη. Έτσι πάλι είναι προδοσία η αποσιώπηση των έργων του, όταν υπάρχει ανάγκη και το απαιτεί η περίσταση.
Στην περίπτωση που η περίσταση το καλεί, ποτέ δεν πρέπει να παραιτούμαστε από την καύχηση. Ποια δε είναι η περίσταση; Πολλές και διάφορες είναι οι περιστάσεις, από τις οποίες μια είναι το να παιδαγωγήσεις και να διδάξεις τον αδιάφορο. Ακριβώς αυτό γνωρίζει και ο Ψαλμωδός που μας λέει ότι "μίλησα με τον Κύριο, για να διδάξω τον αδιάφορο" και δείχνει ότι γι' αυτό αναφέρει τα κατορθώματά του, για να προσελκύσει τον ακροατή προς το ζήλο που έχει και ο ίδιος.

Καύχηση για την πίστη στον Θεό

"Εάν δε και θελήσω να καυχηθώ, δε θα είμαι ανόητος, γιατί θα πω την αλήθεια", μας λέει ο θείος Παύλος. Ώστε εκείνος που λέει την αλήθεια, όταν το απαιτούν οι περιστάσεις, δεν είναι ανόητος. "Ας ελπίζει ο πιστός στον Κύριο, τώρα και στον αιώνα τον άπαντα". Εδώ ο Ψαλμωδός εννοεί, ότι στα θέματα της πίστεως, και όταν ακόμη δεν υπάρχει λόγος, πρέπει κανείς συνεχώς να καυχιέται για την πίστη του στον Θεό, διαφορετικά θα κριθεί ως προδότης.
Ναι, αδελφοί μου, να καυχηθούμε για την πίστη μας και για τον Χριστό μας, που σταυρώθηκε για τη σωτηρία μας. Να καυχόμαστε για τον Θεό μας, που είναι γεμάτος αγάπη και την σκορπίζει σε όλο τον κόσμο και την δείχνει σε κάθε άνθρωπο χωριστά. Να καυχόμαστε για τα αγαθά που μας περιμένουν στην άλλη, την πραγματική δηλαδή ζωή.



Ανόητη καυχησιολογία

Είναι πέρα για πέρα ανόητο να καυχιέσαι με έπαρση και εγωισμό για τον εαυτό σου και για τα μάταια πράγματα, που τυχόν έχεις πετύχει στη ζωή σου. Δεν υπάρχει πιο άνοστο θέαμα από το να παρακολουθείς κάποιον να καυχιέται για τον εαυτό του, για τα έργα του, και να βάζει κέντρο του κόσμου το άθλιο εγώ του. Και γιατί παρακαλώ; Μήπως από μόνος του έφτιαξε τίποτα; Μήπως δημιούργησε έστω το παραμικρό από το μηδέν; Αντί λοιπόν να ευχαριστεί και να δοξολογεί τον Θεό, εγκωμιάζει τον εαυτό του και την ανόητη φαντασία του. Πες μου, σε παρακαλώ, κι αν έφτιαξες κάτι από μόνος σου, μήπως το δημιούργησες από το μηδέν;
Όταν λοιπόν δεις κάποιον να φουσκώνει από υπερηφάνεια, να τεντώνει το λαιμό του, ν' ανασηκώνει τα φρύδια του, να κυκλοφορεί με ακριβά αμάξια, να απειλεί, να κάνει κακό στους συνανθρώπους του, πες του: Γιατί έχει τόση αλαζονεία το χώμα και η στάχτη, αφού, και όσο ακόμα ζεις, αρχίζει η φθορά σου;
Αυτό ισχύει όχι μόνο για τον κοινό άνθρωπο, αλλά και γι' αυτόν που κάθεται σε βασιλικό θρόνο. Μην κοιτάς τη βασιλική πορφύρα, το στέμμα, τα χρυσοκέντητα ενδύματα. Κοίτα και στοχάσου την ανθρώπινη φύση του βασιλιά. Τότε θ' αναφωνήσεις κι εσύ μαζί με τον προφήτη: "Κάθε άνθρωπος είναι σαν το χορτάρι κι η δόξα του όλη φευγαλέα σαν το αγριολούλουδο".

Γιατί λοιπόν καυχιέσαι, άνθρωπέ μου; Κατέβα από τα ύψη της ανόητης αλαζονείας σου και εξέτασε την ευτέλειά σου. Χώμα και στάχτη είσαι, καπνός και σκιά, χορτάρι κι αγριολούλουδο. Τι πιο γελοίο από το να καμαρώνεις; Εξουσιάζεις μήπως πολλούς ανθρώπους; Και τι ωφελείσαι, όταν εξουσιάζεις ανθρώπους και εξουσιάζεσαι από τα πάθη σου; Είσαι σαν κι εκείνον που στο σπίτι του δέρνεται από τους υπηρέτες του και στην αγορά εμφανίζεται καμαρωτός, επειδή έχει άλλους κάτω από την εξουσία του. Μακάρι να ήσουν εξουσιαστής των παθών σου και όμοιος μ' όσους συναντάς στην αγορά. Αν λοιπόν είναι αξιοκατάκριτος όποιος υπερηφανεύεται για τις πραγματικές του αρετές, δεν είναι στ' αλήθεια γελοίος όποιος υπερηφανεύεται για πράγματα ολότελα τιποτένια;

Απόσπασμα από το βιβλίο: "Ο Ιερός Χρυσόστομος θεολογεί, συμβουλεύει, παιδαγωγεί και διδάσκει"

Το μεγαλείο της μετανοίας!



Όταν ο άνθρωπος αμαρτάνει, χαροποιεί πολύ τον σατανά, ο οποίος όταν έρχεται κοντά του τον συντροφεύει σχεδόν πάντοτε. Γιατί οι αμαρτίες που κάνουμε είναι η χαρά και η ευτυχία του δαίμονα. Όταν ο άνθρωπος αντισταθεί στην αμαρτία ή μετανοήσει για τα λάθη του, τότε οι δαίμονες φεύγουν τρομοκρατημένοι από κοντά του. Επανέρχεται όμως, σύντροφος πολύτιμος και οδηγητής, ο φύλακας του άγγελος, ο οποίος τον σκεπάζει με τις φτερούγες του και τον βοηθά να αγωνίζεται στον δρόμο της αρετής. 

Συγκινητική είναι η παρακάτω ιστορία:

Ο όσιος Παύλος ο απλούς, πήγε κάποτε επισκέπτης σ’ ένα Μοναστήρι. Ήταν Κυριακή. Οι μοναχοί μαζεύονταν στην Εκκλησία για να λειτουργηθούν. Ο Όσιος στάθηκε σε μια παράμερη γωνιά. Από κει παρατηρούσε, χωρίς να φαίνεται, τους αδελφούς που έμπαιναν στην Εκκλησία. Είχε χάρισμα από το Θεό να διαβάζει τη ψυχή, καθώς εμείς διαβάζουμε την όψη των συνανθρώπων μας.
Οι περισσότεροι αδελφοί είχαν χαρούμενο πρόσωπο, που έδειχνε αμέσως την εσωτερική τους διάθεση. Ο καθένας είχε πλάι του τον φύλακα Άγγελό του, που ακτινοβολούσε κι εκείνος από χαρά. Όλα αυτά, έδειχναν αγιότητα, και πρόοδο στην αρετή κι ο Αββάς Παύλος ευχαριστούσε με τη καρδιά του τον Θεό.
Καθυστερημένος πολύ έφτασε ένας καλόγερος. Πόσο διαφορετικός από τους άλλους φαινόταν! Το πρόσωπό του ήταν σκοτεινό, άγριο! Τον ακολουθούσαν πολλοί δαίμονες, που προσπαθούσαν χωριστά ο καθένας να τον τραβήξει με το μέρος του. Εκείνος ο δυστυχισμένος φαινόταν σαν χαμένος. Ο Άγγελος του περίλυπος στεκόταν σε απόσταση. Κάτι τον εμπόδιζε να πλησιάσει. Ο Όσιος έβγαλε βαθύ αναστεναγμό. Έκλαψε με συμπόνια για την βασανισμένη ψυχή του αδελφού. 
Η Θεία Λειτουργία τέλειωσε. Οι καλόγεροι με τη σειρά, άρχισαν να βγαίνουν. Ο Όσιος πάλι έβλεπε.
Τώρα έδειχναν πιο λαμπροί. Οι Άγγελοι τους φωτεινότεροι. Ο Αββάς Παύλος δεν κινήθηκε από τη θέση του. Περίμενε να δει κι εκείνον τον άλλο, που τόσο είχε προσευχηθεί γι΄ αυτόν σε όλη τη Λειτουργία. 
Δεν άργησε να φανεί κι εκείνος. 
Τι αλλαγή! Η όψη του ακτινοβολούσε! Τα πονηρά πνεύματα είχαν εξαφανιστεί. Ο φύλακας Άγγελος τον σκέπαζε με τις φτερούγες του! 
Πόσο ευχαριστημένος έδειχνε τώρα!
- Δόξα σοι ο Θεός! ξέφυγε από τα χείλη του Οσίου.
Οι αδελφοί γύρισαν και τον κοίταξαν με απορία. Εκείνος τότε τους φανέρωσε τι είχε δει το πρωινό στην Εκκλησία. Ύστερα ανάγκασε τον αδελφό να πει με τι διαθέσεις πήγε στην εκκλησία και πως έφυγε. Εκείνος δεν δίστασε να εξομολογηθεί μπροστά σε όλους:
- Μέχρι σήμερα, είπε, περνούσα με αμέλεια τη ζωή μου. Τα πάθη και οι κακοί λογισμοί με είχαν τόσο κυριέψει, που δεν μου έκανε πια καρδιά να φροντίσω για τη διόρθωσή μου. Σήμερα όμως με ελέησε ο Θεός. Πρόσεξα με ιδιαίτερη προσοχή την ανάγνωση. Άκουσα τον προφήτη Ησαΐα, ή μάλλον τον ίδιο τον Θεό να λέει με το στόμα εκείνου στους όμοιούς του αμαρτωλούς: 

«Λούσασθε καί καθαροί γίνεσθε, αφέλετε τάς πονηρίας από των ψυχών υμών απέναντι των οφθαλμών μου, παύσασθε από των πονηριών υμών, μάθετε καλόν ποιείν... καί εάν ώσιν αι αμαρτίαι υμών ως φοινικούν, ως χιόνια λευκανώ...» (Ησ. α΄ 16-18).

Η καρδιά μου συντρίφτηκε. Έκλαψα και παρακάλεσα τον ουράνιο Πατέρα, να κάνει και σε μένα τον άθλιο όσα υπόσχεται με τα λόγια του Προφήτη. 
Έδωσα κι εγώ υπόσχεση να αφήσω την αμέλεια και να κοπιάσω σκληρά για τη διόρθωσή μου. Μ΄ αυτές τις διαθέσεις βγήκα από την Εκκλησία, αποφασισμένος πια να κρατήσω την υπόσχεση μου.
Ο Όσιος και οι αδελφοί που άκουσαν την εξομολόγηση του μοναχού θαύμασαν κι έλεγαν μεταξύ τους: 

''Είναι πραγματικά ανυπολόγιστη η αξία της μετανοίας''

Η συνταγή της μετάνοιας...



Αδελφός τις απελθών εις ιατρόν, ηρώτησεν αυτόν, αν ευρίσκεται τάχα κανένα βότανον, με το οποίον να ημπορούσε τινάς να ιατρεύσει τας αμαρτίας του.

Ο δε ιατρός αποκριθείς προς αυτόν, είπε, ναι αδελφέ, γίνωσκε πως ευρίσκεται ένα πολλά θαυμαστό, και άκουσον.

Ύπαγε, λάβε την ρίζαν της πνευματικής πτωχείας και της ταπεινώσεως τα άνθη. Και τα φύλλα της υπομονής και τους κλάδους της προσευχής. Και ένωσον ομού, και τρίψον αυτό εις το ιγδίον της υπακοής. Και θες αυτά εις το κόσκινον των αγαθών λογισμών. Έπειτα βάλε αυτά εις το τζουκάλι της συνειδήσεως και μούσκεψέ τα με το νερόν από τους σταλαγμούς των δακρύων και τότε άναψον υποκάτωθεν τη φλόγα της θεϊκής αγάπης. Και όταν βράσουν μερικόν, κένωσον αυτά εις το πινάκι της διακρίσεως και ανακάτωσον αυτά μετά ευχαριστίας. Είτε ρουφιξε τα με το χουλιάρι της κατανύξεως και αποσπογγίσου μετά του μανδηλίου της εξομολογήσεως και ούτως αποκενώσεις των αμαρτιών σου τα πλήθη.

Ιωάννου του Κομνηνού
Προσκυνητάριον του αγίου Όρους του Άθων

Άναψε τη ψυχή με τη προσευχή.




Άναψε τη ψυχή με τη προσευχή. Πίστεψέ με, δεν έχει τόσο την ικανότητα να καθαρίζει τη σκουριά η φωτιά, όσο η νυχτερινή προσευχή τη σκουριά των αμαρτιών μας. Ας ντραπούμε, αν όχι κανέναν άλλον, τους νυκτερινούς φύλακες.

Εκείνοι περιέρχονται τους δρόμους για τον ανθρώπινο νόμο, φωνάζοντας δυνατά μέσα στην παγωνιά και περπατώντας μέσα από τα στενά, και πολλές φορές βρέχονται και παγώνουν για σένα και την σωτηρία σου και για τη φύλαξη των χρημάτων σου. Εκείνος για τα χρήματα σου παίρνει τόσα προνοητικά μέτρα, ενώ εσύ ούτε για τη δική σου ψυχή;

Και μάλιστα εγώ δεν σε αναγκάζω να περιφέρεσαι έξω στο ύπαιθρο όπως εκείνος, ούτε να πιέζεσαι φωνάζοντας δυνατά, αλλά μένοντας μέσα σ' έναν απόμερο χώρο, στο ίδιο το δωμάτιο σου, γονάτισε, παρακάλεσε τον Δεσπότη. Γιατί αυτός ο ίδιος ο Δεσπότης διανυκτέρευσε πάνω στο όρος των Ελαιών; Όχι για να γίνει πρότυπο για μας;

Τότε αναπνέουν τα φυτά, τη νύχτα εννοώ· τότε και η ψυχή, ακόμη περισσότερο απ' αυτά, δέχεται τη δροσιά Αυτά τα οποία ο ήλιος της ημέρας τα ξήρανε, αυτά τη νύχτα δροσίζονται. Αποτελεσματικότερα από κάθε δροσιά είναι τα δάκρυα που χύνονται εναντίον των επιθυμιών και κάθε φλογώσεως και καύσωνα και δεν αφήνουν να πάθουμε κανένα κακό.

Αν δεν απολαύσει (η ψυχή) αυτή τη δροσιά, την ημέρα θα ξεραθεί εντελώς. Αλλά όχι, να μη συμβεί κανένας από μας να τροφοδοτήσει εκείνη τη φωτιά, αλλά αφού δροσιστούμε και απολαύσουμε τη φιλανθρωπία του Θεού, έτσι όλοι να ελευθερωθούμε από το φορτίο των αμαρτιών μας με τη χάρη του Κυρίου μας Ιησού Χριστού. Αμήν.

Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος

Σωτηρία...




Όποιος έχει ταπεινοφροσύνη, γλώσσα δεν έχει για να ελέγξει τον έναν που είναι αμελής ή τον άλλον που είναι ασεβής· ούτε μάτια έχει, για να παρατηρεί τα ελαττώματα άλλου· ούτε αυτιά έχει, για να ακούει όσα δεν ωφελούν την ψυχή του· και δεν έχει να μιλήσει σε κανέναν για τίποτε άλλο, παρά μόνο για τις αμαρτίες του· αλλά και με όλους τους ανθρώπους έχει ειρηνικές σχέσεις όχι για κάποια φιλία, αλλά για χάρη της εντολής του Θεού (Μάρκ. 9:50).
Αν κανείς δεν βαδίζει τον δρόμο τούτο (της ταπεινοφροσύνης), ακόμα κι αν νηστεύει (αυστηρά, τρώγοντας κάθε) έξι μέρες ή επιδοθεί σε (οποιουσδήποτε) μεγάλους αγώνες, χαμένοι πηγαίνουν όλοι του οι κόποι.

του αββά Ησαΐα, Από τον Μικρό Ευργετινό.

Μπορεί κανείς να σωθή χωρίς πνευματικό και χωρίς εξομολόγηση;


Όχι. Κανείς δεν μπορεί να σωθεί, ούτε λαϊκοί ούτε μοναχοί ούτε κληρικοί, χωρίς την εξομολόγηση των αμαρτιών και χωρίς τη λύση από τον πνευματικό, κατά τον λόγο του Κυρίου που λέει: «λάβετε Πνεύμα Άγιον. Αν τινών αφήτε τας αμαρτίας, αφίενται αυτοίς. Αν τινών κρατήτε, κεκράτηνται» (Ιω. 20, 23). Και σε άλλο χωρίο: «όσα εάν δήσητε επί της γης, έσται δεδεμένα εν τω ουρανώ. Και όσα εάν λύσητε επί της γης, έσται λελυμένα εν τω ουρανώ» (Ματθ. 18, 18)...
Επομένως, πώς θα μπει κανείς στη βασιλεία των ουρανών, μη όντας λελυμένος στη γη από τις αμαρτίες του; Διότι η εξουσία αυτή δόθηκε μόνο στους εκλεκτούς, δηλαδή στους Αποστόλους, στους Επισκόπους και στους Ιερείς, και όχι στους λαϊκούς.
Πρέπει όλοι να έχουμε τους πνευματικούς μας και να εξομολογούμεθα τακτικά, ακόμα και εκείνοι οι οποίοι νομίζουν ότι δεν έχουν αμαρτίες. Ετσι μας διδάσκει ο άγιος Απόστολος και Ευαγγελιστής Ιωάννης: «εάν είπωμεν οτι αμαρτίαν ουκ έχομεν, εαυτούς πλανώμεν και η αλήθεια ουκ έστιν εν ημίν. εάν ομολογώμεν τας αμαρτίας ημών, πιστός έστι και δίκαιος, ίνα αφή ημίν τας αμαρτίας και καθαρίση ημάς από πάσης αδικίας» (Α’ Ίω. 1, 8-9). Και ο άγιος Συμεών Θεσσαλονίκης δείχνει λέγοντας: «Όλοι πρέπει να μετανοήσουμε, και λαϊκοί και μοναχοί και ιερείς και αρχιερείς. Να μετανοήσουμε όλοι (να εξομολογηθούμε), για να σωθούμε». Χωρίς εξομολόγηση, κανείς δεν μπορεί να σωθεί, επειδή «πολλά γαρ πταίομεν άπαντες» (Ιακώβου 3, 2). Πας άνθρωπος συλλαμβάνεται και γεννιέται με αμαρτίες (Γεν. 8, 21˙ Ψαλ. 50, 6˙ Ματθ. 7, 11˙ Ρωμ. 3, 11). Η Αγία Γραφή μας δείχνει ότι «η δε αμαρτία γεννά τον θάνατον» (Ιακ. 1, 15) και ότι «τίποτα ακάθαρτο δεν θα εισέλθει στη βασιλεία των ουρανών». Να ενθυμούμαστε ότι «αμαρτία είναι η καταπάτηση του νόμου του Θεού και ακαθαρσία ενώπιον Του», και ότι η οργή του Κυρίου έρχεται πάνω στους κακούς και αμαρτωλούς, οι οποίοι πεθαίνουν ανεξομολόγητοι και χωρίς μετάνοια. Οι αμαρτωλοί, δι’ εξομολογήσεως και μετανοίας, στρέφουν την δίκαιη οργή του Θεού και αποκτούν την σωτηρία, των ψυχών τους….
Γέροντος Κλεόπα Ηλίε.

http://stratisandriotis.blogspot.gr

Προς τίνα καταφύγω άλλην Αγνή;


Προς τίνα καταφύγω άλλην Αγνή;
που προσδράμω λοιπόν και σωθήσομαι;
που πορευθώ...;
ποίαν δε εφεύρω καταφυγήν;
ποίαν θερμήν αντίληψιν;
ποίον εν ταις θλίψεσι βοηθόν;
Εις σε μόνην ελπίζω,
εις σε μόνην καυχώμαι,
και επί σε θαρρών κατέφυγον.

Ευχή είς τήν Άγίαν Τριάδα



Κύριε ο Θεός ό Παντοκράτωρ, ό έν Τριάδι αγία προσκυνούμενος, ό μέγας και θαυμαστός, ό φυλάσσων τήν διαθήκην σου και τό έλεος σου τοις αγαπώσί σε και φυλάττουσι τάς έντολάς σου. Μνήσθητι των οικτιρμών σου, ότι τα ελέη σου από του αιώνος είσιν. Άρον, Δέσποτα αγαθέ, τάς αμαρτίας μου, ό οικτίρμων και μακρόθυμος. Ότι σοι Κυρίω τω Θεώ ημών ή δικαιοσύνη, εμοί δέ ή αισχύνη του προσώπου, ώς ήμερα αύτη. 
Ότι ημάρτηκα εναντίον σου, Κύριε, και ούκ εισήκουσα της φωνής σου του πορεύεσθαι έν τοις προστάγμασί σου, οίς έδωκας κατά πρόσωπον ημών άλλ' ήθέτησά σε, Κύριε ό θεός μου, και εκολλήθη μοι πάντα τά μεγάλα κακά άλλ' ούδ' ούτως επέστρεψα φυλάξαι τά προστάγματα σου άλλ' εχόμενος έκ της πονηράς μου συνήθειας ποιώ τά πονηρά κατ' οφθαλμών σου. Κύριε, όντως δίκαιος ει επί πάσιν οίς εποίησας ημίν οίδα γάρ ότι αί αμαρτίαι μου αντέστησάν μοι• ότι πολλαί αί άνομίαι μου σφόδρα εναντίον σου, Κύριε, άλλ' ή ελεημοσύνη σου, Κύριε, φθασάτω με, ότι σύ έν ημίν, Κύριε, και τό όνομα σου τό άγιον επικέκληται έφ' ημάς. 
Κόπασον τήν όργήν του θυμου σου, και μή καταισχύνης με είς τέλος, μηδέ μνησθής ανομιών μου αρχαίων μηδέ προσφάτων, μηδέ ανάξιον κρίνης με τών σών οικτιρμών. 
Ήμαρτον, ιλάσθητι, Κύριε ήνόμησα, συγχώρησον, Δέσποτα• προσέκρουσα, διαλλάγηθι, Άγιε. 
Και έπίφανον τό πρόσωπον σου, Κύριε, επί τόν έν επαγωγή δούλόν σου, και τήν παρά σου βοήθειαν εξαπόστειλον, Δυνατέ, και έξελού με έκ πάσης ταλαιπωρίας και πάσης παρανομίας και διασκέδασον, Δέσποτα, πάντα κίνδυνον διά τήν εύσπλαγχνίαν σου και μή είς τέλος παραδώς είς άπώλειαν διά τάς ανομίας μου άλλα ταχύ προκαταλαβέτωσάν με οι οικτιρμοί σου, Κύριε ό Θεός μου, ότι τά ελέη σου άπ' αιώνος επί την κτίσιν σου. 
Γενού μοι, Κύριε, πύργος ισχύος από προσώπου των εχθρών μου, και μή συγχώρησης απολέσθαι εις χείρας αυτών ψυχήν εξομολογουμένην σοι άλλα κλίνον, Κύριε, τό ους σου, και επάκουσον, και επίδε έξ ουρανού αγίου σου επί τόν αφανισμόν της ψυχής μου. Εισάκουσον, Κύριε, της προσευχής του δούλου σου, και της δεήσεώς μου ενώτισαι, και επίφανόν μοι τό πρόσωπον σου και σωθήσομαι, δτι ουκ επι τη δικαιοσύνη σου θαρρών, προσφέρω σοι τήν ικεσίαν ταύτην (αεί γάρ παροξύνω σε) άλλ' επί τους οικτιρμούς σου, Κύριε, τους πολλούς. Εισάκουσον, Κύριε ίλάσθητι, Δέσποτα πρόσχες και φείσαι μου, Άγιε σκληροτράχηλος γάρ είμι. 
Ει αλλάξει αιθίωψ τό δέρμα αυτού, κάγώ τήν κακίστην μου προαίρεσιν πάντα τά κακά ήλθεν έπ' έμέ. Εγώ δέ ούκ ενετράπην του μετανοήσαι, άλλα και προσέθηκα αμαρτίας έφ' αμαρτίαις μου. Σύ, Κύριε, Πατήρ ημών, ημείς δέ πηλός• έργα χειρών σου. Μή οργίζου ημιν σφόδρα, μηδέ μνησθής ανομιών ημών άλλ' επίβλεψον, Κύριε, ότι λαός σου πάντες ημείς. Μνήσθητί μου, ω Δέσποτα, και κατάπεμψόν μοι τους οικτιρμούς σου. Ότι πρέπει σοι πάσα δόξα, τιμή και προσκύνησις, τω Πατρί και τώ Υίώ και τώ άγίω Πνεύματι, νύν και αεί και εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν.

Αντιόχου του Πανδέκτου 

Κανών Ικετήριος εις τον Κύριο ημών Ιησού Χριστό


Ιησού γλυκύτατε Χριστέ, Ιησού μακρόθυμε...

ΚΑΝΩΝ ΙΚΕΤΗΡΙΟΣ
ΕΙΣ ΤΟΝ ΚΥΡΙΟΝ ΗΜΩΝ
ΙΗΣΟΥΝ ΧΡΙΣΤΟΝ


(Ποίημα Θεοκτίστου Μοναχού του Στουδίτου)
Ωδή α΄. Ήχος β΄. Εν βυθώ κατέστρωσέ ποτε


Ιησού γλυκύτατε Χριστέ, Ιησού μακρόθυμε, τα της ψυχής μου θεράπευσον τραύματα, Ιησού και γλύκανον, την καρδίαν μου Πολυέλεε δέομαι, Ιησού Σωτήρ μου , ίνα μεγαλύνω σε σωζόμενος.

Ιησού γλυκύτατε Χριστέ, Ιησού διάνοιξον, της μετανοίας μοι πύλας Φιλάνθρωπε, Ιησού και δέξαι με, σοι προσπίπτοντα και θερμώς εξαιτούμενον, Ιησού Σωτήρ μου, των πλημμελημάτων την συγχώρησιν.

Ιησού γλυκύτατε Χριστέ, Ιησού εξάρπασον , εκ της χειρός του δολίου Βελίαρ με, Ιησού και ποίησον , δεξιόν παραστάτην της δόξης σου , Ιησού Σωτήρ μου , μοίρας ευωνύμου λυτρωσάμενος.

Θεοτόκιον
Ιησούν γεννήσασα Θεόν, Δέσποινα δυσώπησον , υπέρ αχρείων οικετών Πανάχραντε, όπως της κολάσεως ταίς πρεσβείαις σου λυτρωθώμεν αμόλυντε, οι μεμολυσμένοι , δόξης αϊδίου απολαύσαντες.

Ωδή γ΄. Εν πέτρα με της πίστεως…
Εισάκουσον φιλάνθρωπε Ιησού μου, του δούλου σου βοώντος εν κατανύξει∙ και ρύσαι Ιησού με της καταδίκης, και της κολάσεως, μόνε μακρόθυμε, Ιησού γλυκύτατε πολυέλεε.

Υπόδεξαι τον δούλον σου , Ιησού μου, προσπίπτοντα σύν δάκρυσοιν , Ιησού μου∙ και σώσον Ιησού μου μετανοούντα, και της γεένης με , Δέσποτα λύτρωσαι, Ιησού γλυκύτατε πολυέλεε.

Τον χρόνον Ιησού μου, όν δέδωκας μοι, εις πάθη εδαπάνησα Ιησού μου∙ διό με Ιησού μου μη απορρίψης αλλ’ ανακάλεσαι δέομαι Δέσποτα, Ιησού γλυκύτατε και διάσωσον.

Θεοτόκιον
Παρθένε η τεκούσα τον Ιησούν μου, ικέτευε ρυσθήναι με της γεέννης , η μόνη προστασία των θλιβομένων, Θεοχαρίτωτε, και καταξίωσον, της ζωής Πανάμωμε της αγείρω με.

Κάθισμα. Ήχος α΄. Τον τάφον σου Σωτήρ…
Σωτήρ μου Ιησού , ο τον Άσωτον σώσας, Σωτήρ μου Ιησού, ο δεξάμενος Πόρνην, καμέ νύν ελέησον , Ιησού πολυέλεε∙ σώσον , οίκτηρον , ω Ιησού ευεργέτα, ώσπερ ώκτειρας, τον Μανασήν Ιησού μου, ως μόνος φιλάνθρωπος.

Ωδή δ΄. Ελήληθας, εκ Παρθένου…
Θεράπευσον , Ιησού μου ψυχής μου τα τραύματα, Ιησού μου δέομαι, και της χειρός με εξάρπασον , Ιησού μου εύσπλαχνε, του ψυχοφθόρου Βελίαρ, και διάσωσον.

Ημάρτηκα, Ιησού μου γλυκύτατε εύσπλαχνε, Ιησού μου σώσον με, τον προσφυγόντα τη σκέπη σού, Ιησού μακρόθυμε, και βασιλείας της σής με καταξίωσον.

Ούχ ήμαρτεν, Ιησού μου ουδείς ώσπερ ήμαρτον , εγώ ο ταλαίπωρος∙ νύν δε προσπίπτω δεόμενος∙ Ιησού μου σώσον με, και την ζωήν Ιησούν μου κληροδότησον.

Θεοτόκιον
Πανύμνητε, Ιησούν η γεννήσασα Κύριον αυτόν καθικεύτευε, του λυτρωθήναι κολάσεως, πάντας τους υμνούντας σε, και Θεοτόκον κυρίως ονομάζοντας.

Ωδή ε΄. Ο φωτισμός…

Συ φωτισμός, Ιησού μου νοός μου, συ σωτηρία της απεγνωσμένης ψυχής μου Σώτερ, συ Ιησού μου , της κολάσεως ρύσαι, και γεένης , εμέ κραυγάζοντα∙ Σώσον Ιησού μου, Χριστέ με, τον άθλιον.

Ολοσχερώς Ιησού μου, προς πάθη της ατιμίας , καταβεβλημένος, ήδη κραυγάζω∙ Συ Ιησού μου, βοηθείας μοι χείρας, καταπέμψας έκσπασον κράζοντα∙ Σώσον Ιησού μου, Χριστέ με, τον άθλιον.

Βέβηλον νούν , Ιησού περιφέρων αναβοώ σοί∙ κάθαρον του ρύπου με των πταισμάτων , και λύτρωσαι με τον εις βάθη κακίας εξ αγνοίας κατολισθήσαντα, Σώτερ Ιησού μου, και σώσον με δέομαι.

Θεοτόκιον
Τον Ιησούν, η γεννήσασα Κόρη Θεογεννήτορ, τούτον εκδυσώπει σωθήναι πάντας τους ορθοδόξους, μοναστάς και μιγάδας, και γεέννης ρυσθήναι, κράζοντας∙ Πλήν σου προστασίαν βεβαίαν ουκ έγνωμεν.

Ωδής ς΄. Εν αβύσσω πταισμάτων…
Ιησού μου Χριστέ πολυέλεε, εξομολογούμενον δέξαι με Δέσποτα, ω Ιησού και σώσον με, και φθοράς Ιησού με εξάρπασον.

Ιησού μου ου γέγονεν έτερος άσωτος, ουδείς ως εγώ ο ταλαίπωρος, ω Ιησού φιλάνθρωπε∙ αλλά συ Ιησού με διάσωσον.

Ιησού μου και Πόρνη και Άσωτον , και τον Μανασσήν και Τελώνην νενίκηκα, ω Ιησού μου πάθεσι, και Ληστήν, Ιησού , Νινευΐτας τε.

Θεοτόκιον
Ιησούν τον Χριστόν μου κυήσασα, άχραντε Παρθένε, η μόνη αμόλυντος, μεμολυσμένον όντα με, πρεσβειών σου υσσώπω νύν κάθαρον.

Κοντάκιον. Ήχος δ΄. Επεφάνης σήμερον…

Ιησού γλυκύτατε, το φώς του κόσμου, της ψυχής μου φώτισον , τους οφθαλμούς , Υιέ Θεού , τη θεαυγεί σου λαμπρότητι, ίνα υμνώ σε, το φώς το ανέσπερον.

Ωδή ζ΄.Εικόνος χρυσής…
Χριστέ Ιησού , ουδείς ήμαρτεν εν γη εκ του αιώνος , ω Ιησού μου, ώσπερ ήματρον , εγώ ο τάλας και άσωτος∙ όθεν Ιησού μου, βοώ σοι∙ Μελωδούντα με οίκτηρον, Ευλογητός ει ο Θεός , ο των Πατέρων ημών.

Χριστέ Ιησού, εν τω φόβω σου βοώ∙ καθήλωσόν με, ω Ιησού μου και κυβέρνησον, νύν προς λιμένα τον εύδιον∙ όπως Ιησού μου οικτήρμον, μελωδώ σοι σωζόμενος∙ Ευλογητός ει ο Θεός, ο των Πατέρων ημών.

Χριστέ Ιησού, μυριάκις υπεσχέθην σοι ο τάλας, ω Ιησού μου, την μετάνοιαν, αλλ’ εψευσάμην ο άθλιος∙ όθεν Ιησού μου, βοώ σοι∙ Την αναίσθητον μένουσαν ψυχήν μου φώτισον Χριστέ∙ ο των Πατέρων Θεός.

Θεοτόκιον
Χριστόν Ιησούν, η γεννήσασα φρικτώς και υπέρ φύσιν, αυτόν δυσώπει Παναμώμητε, τα παρά φύσιν πταίσματα, πάντα συγχωρήσαι μοι, Κόρη , ίνα κράζω σωζόμενος∙ Ευλογημένη η Θεόν σαρκί κυήσασα.

Ωδή η΄. Τον εν καμίνω του πυρός…
Σε Ιησού μου δυσωπώ∙ Ως την Πόρνην Ιησού μου ελυτρώσω, των πολλών εγκλημάτων , ούτω καμέ Ιησού, Χριστέ μου λύτρωσαι και κάθαρον, την ρερυπωμένην , ψυχή μου Ιησού μου.

Καθυποκύψας Ιησού, ταίς αλόγοις ηδοναίς, άλογος ώφθην, και τοις κτήνεσιν όντως ω Ιησού μου οικτρώς, ο τάλας Σώστερ αφωμοίωμαι∙ όθεν Ιησού με, της αλογίας ρύσαι.

Περιπεσών ω Ιησού, ψυχοφθόροις εν λησταίς απεγυμνώθην, την στολήν Ιησού μου, την θεοΰφαντόν, νύν, και κείμαι μώλωψι κατάστικτος∙ έλαιον Χριστέ μου επίχεε και οίνον.

Θεοτόκιον
Τον Ιησούν μου και Θεόν , η βαστάσασα Χριτόν ανερμηνεύτως , Θεοτόκε Μαρία, τούτον δυσώπει αεί, κινδύνων σώζεσθαι τους δούλους σου, και τους υμνητάς σου απείρανδρε Παρθένε.


Ωδή θ΄. Τον εκ Θεού Θεόν Λόγον…
Τον Μανασσήν Ιησού μου, τον Τελώνην, την Πόρνην, τον Άσωτον , οικτίρμον Ιησού, και τον Ληστήν υπερβέβηκα, Ιησού μου εν έργοις, αισχίστοις και ατόποις Ιησού∙ αλλά συ Ιησού μου, προφθάσας με διάσωσον.

Τους εξ Αδάμ Ιησού μου, αμαρτήσαντας πάντας πρό νόμου και εν νόμω Ιησού , και μετά νόμον ο άθλιος, Ιησού μου, και χάριν, νενίκηκα τοίς πάθεσιν οικτρώς∙ αλλά συ Ιησού μου, τοίς κρίμασι σου σώσον με.

Μη χωρισθώ Ιησού μου, της αφράστου σου δόξης, μη τύχω της μερίδος Ιησού, της ευωνύμου γλυκύτατε, Ιησού , αλλά συ με, τοίς δεξιοίς προβάτοις σου Χριστέ, Ιησού μου συντάξας ανάπαυσον ως εύσπλαχνος.

Θεοτόκιον
Τον Ιησούν Θεοτόκε, ον εβάστασας μόνη , απείρανδρε Παρθένε Μαριάμ, τούτον αγνή εξιλέωσαι, ως Υιόν σου και Κτίστην, ρυσθήναι τους προστρέχοντας είς σε, πειρασμόν και κινδύνων, και του πυρός του μέλλοντος.

Στιχηρά Προσόμοια
Ήχος πλ.β΄. Όλην αποθέμενοι…

Ιησού γλυκύτατε, ψυχής εμής θυμηδία, Ιησού η κάθαρσις, του νοός μου, Δέσποτα πολυέλεε, Ιησού σώσον με, Ιησού , Σωτήρ μου, Ιησού με ελέησον , και λύτρωσαι κολάσεως, πάσης Ιησού, και αξίωσον, της των σωζομένων μερίδος, Ιησού μου τω χορώ, των εκλεκτών σου με σύνταξον, Ιησού φιλάνθρωπε.

Ιησού γλυκύτατε, των Αποστόλων η δόξα, Ιησού μου καύχημα, των Μαρτύρων , Δέσποτα, παντοδύναμε∙ Ιησού σώσον με, Ιησού Σωτήρ μου, Ιησού μου ωραιότατε, τον σοι προστρέχοντα, Σώτερ Ιησού με ελέησον, πρεσβείαις της τεκούσης σε, πάντων Ιησού των Αγίων σου, Προφητών τε πάντων, Σώτερ μου Ιησού και της τρυφής , του Παραδείσου αξίωσον, Ιησού φιλάνθρωπε.

Δόξα Πατρί…
Ιησού γλυκύτατε, των μοναζόντων το κλέος, Ιησού μακρόθυμε, ασκητών εντρύφημα και καλώπισμα∙ Ιησού σώσον με, Ιησού Σωτήρ μου, Ιησού μου υπεράγαθε, χειρός εξάρπασον, Σώτερ Ιησού με του δράκοντος, και τούτου των παγίδων νύν, Σώτερ Ιησού ελευθέρωσον, λάκκου κατωτάτου, Σωτήρ μου, Ιησού αναγαγών, και δεξιοίς συναρίθμησον , Ιησού προβάτοις με.

Και νύν … Θεοτόκιον
Μη καταπιστεύσεις με, ανθρωπίνη προστασία, Παναγία Δέσποινα, αλλά δέξαι δέησιν του ικέτου σου∙ θλίψις γάρ έχει με, φέρειν ου δύναμαι, των δαιμόνων τα τοξεύματα∙ σκέπην ου κέκτημαι, ουδέ που προσφύγω ο άθλιος, πάντοθεν πολεμούμενος, και παραμυθίαν ουκ έχων πλήν σού, Δέσποινα του κόσμου, ελπίς και προστασία των πιστών , μη μου παρίδης την δέησιν , το συμφέρον ποίησον.


Ευχή εις τον Κύριον ημών Ιησού Χριστόν

Δέσποτα Χριστέ, ο Θεός, ο τοις πάθεσί σου τα πάθη μου θεραπεύσας, και τοις τραύμασί σου τα τραύματα μου ιατρεύσας, χάρισαί μοι τω πολλά σοι πταίσαντι δάκρυα κατανύξεως∙ συγκέρασον μου το σώμα, από οσμής του ζωοποιού σώματος σου, και γλύκανον μου την ψυχήν, τω σω τιμίω αίματι, από της πικρίας, ην με ο αντιδικος επότισεν. Ύψωσόν μου τον νούν προς σε, κάτω ελκυσθέντα, και ανάγαγε με από του χάσματος, της απωλείας∙ ότι ούκ έχω μετάνοιαν, ούκ έχω κατάνυξιν, ούκ έχω δάκρυον παρακλητικόν, τα επανάγοντα με τέκνα προς ιδίαν κληρονομίαν. Εσκότισμαι τον νούν εν τοίς βιωτικοίς πάθεσι, και ούκ ισχύω ατενίσαι προς σε εν οδύνη, ου δύναμαι θερμανθήναι τοίς δάκρυσι της προς σε αγάπης. Αλλά, Δέσποτα Κύριε Ιησού Χριστέ, ο θησαυρός των αγαθών, δώρησαί μοι μετάνοιαν ολόκληρον, και καρδίαν επίπονον εις αναζήτησίν σου∙ χάρισαί μοι την χάριν σου, και ανακαίνισον εν εμοί τας μορφάς της σής εικόνος. Κατέλιπόν σε, μη με εγκαταλίπης∙ έξελθε είς αναζήτησίν μου, επανάγαγέ με προς την νομήν σoύ, συναρίθμησόν με τοίς προβάτοις της εκλεκτής σου ποίμνης, και διάθρεψόν με σύν αυτοίς εκ της χλόης των θείων σου Μυστηρίων πρεσβείαις της πανάγνου Μητρός σου, και πάντων των Αγίων σου∙ Αμήν.

http://proskynitis.blogspot.gr

"Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με"


Μια προσευχή γνωστή, αν όχι σε όλους, στους περισσότερους.
Μια προσευχή μικρή, που κρύβει όμως μέσα της όλο το μεγαλείο του Θεού.
Μια ομολογία πίστεως και ταυτόχρονα μια ομολογία αμαρτωλότητας του εαυτού μας και μια παράκληση ελέους προς τον Θεό.
Άραγε ξέρουμε την σημασία της;
Γνωρίζουμε το καλό που μπορεί να φέρει στη ζωή μας;
Καταλαβαίνουμε σε βάθος αυτές τις πέντε λέξεις;
“Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησόν με”

Μια ευχή εύκολη, απλή, που μπορεί να ειπωθεί από όλους, από άνδρες, από γυναίκες, από παιδιά, από μικρούς και μεγάλους.
Μια ευχή που μπορεί να ειπωθεί δυνατά από τα χείλη μας αλλά και νοερά από το νου μας, από την ψυχή μας.
Μια ευχή που μόλις την πούμε ο Θεός θα μας ακούσει αμέσως, θα στρέψει το βλέμμα Του πάνω μας, θα μείνει εκεί περιμένοντας να δει, να ακούσει, να νιώσει και θα στείλει το έλεός Του σε εμάς και σε οποιονδήποτε συνάνθρωπό μας γιατί με αυτήν την ευχή μπορούμε να προσευχηθούμε για τον εαυτό μας αλλά και για τους συνανθρώπους μας.

Ξέρουμε τη δύναμη αυτής της ευχής;
Ξέρουμε τι μπορεί να κάνει;
Ξέρουμε πότε να τη λέμε;
Ξέρουμε πώς να τη λέμε;

Αυτήν η ευχή μας δίνει τη δυνατότητα να έχουμε προσωπική επικοινωνία με τον Θεό.
Με αυτή την ευχή μπορούμε να μιλάμε μαζί Του.
Μπορούμε να τη λέμε κάθε μέρα, όλη μέρα, πρωί και βράδυ, ακόμα και όταν δουλεύουμε, ακόμα και όταν παίζουμε, ακόμα και όταν περπατάμε, αν τη πιστέψουμε πραγματικά και βαθιά θα μπορούμε να τη λέμε ακόμα και όταν κοιμόμαστε!
Γιατί, τι πιο όμορφο και τέλειο για έναν άνθρωπο από το να βρίσκεται σε συνεχή επικοινωνία με τον Θεό;
Και ποια μεγαλύτερη ευχαρίστηση και ανάπαυση για τον ίδιο τον Θεό από το να βρίσκεται σε συνεχή επικοινωνία με τους ανθρώπους Του, τους ανθρώπους που ο ίδιος έπλασε, κατ΄ εικόνα και καθ’ ομοίωσιν , τους ανθρώπους που αγάπησε σαν τον εαυτό Του.
Σκεφθείτε τι ωραία που θα ήταν τις ώρες που δουλεύει το σώμα μας να δουλεύει και ο νους μας, και μέσα από τον νου, ο οποίος θα είναι σε επικοινωνία με τον Θεό, όλες οι δουλειές του σώματος να γίνονται ευχάριστα, γρήγορα, να μην μας κουράζουν, να μην μας καταβάλουν, να υπάρχει μια συνεχής ανάπαυση και αγαλλίαση στη ζωή και την καθημερινότητά μας.
“Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησόν με”

Τι πιο ταπεινό;
Τι πιο γλυκό;
Τι πιο αληθινό;
Τι πιο θεϊκό και ανθρώπινο;

Μια ευχή αιώνια και παντοτινή.
Μια ευχή που υπάρχει από την έλευση του Κυρίου μας στον κόσμο αυτό και από τους πρώτος ανθρώπους που ευλογήθηκαν να βρεθούν κοντά Του μέχρι σήμερα, μέχρι τις μέρες που ζούμε εμείς και θα υπάρχει για πάντα. Ακόμα και όταν εμείς δεν θα υπάρχουμε πια και θα έρθουν οι επόμενες γενιές και οι επόμενες, μέχρι την ημέρα της Τελικής Κρίσεως.
“Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησόν με”
Όσες φορές και να ειπωθεί είναι πάντα σαν να λέγετε για πρώτη φορά.
Πάντα έχει την ίδια ένταση.
Πάντα βγαίνει από μέσα μας με τον ίδιο πόνο και την ίδια αγάπη.
Τι πιο απλό;
“Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησόν με”

Ας την μάθουμε.
Ας την πούμε δυνατά και νοερά.
Ας την αισθανθούμε.
Ας την νιώσουμε με όλο μας το είναι.
Ας την βάλουμε στη ζωή μας.
Ας την κάνουμε βίωμά μας, κάθε στιγμή, κάθε λεπτό.
Ας δώσουμε την ευκαιρία στο εαυτό μας να επικοινωνεί συνεχώς και αδιαλείπτως με τον Θεό.
“Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησόν με”…
Συντάχθηκε από Σ.Κ. 

Ευχή εις τόν Κύριον ημών Ιησούν Χριστόν, Μιχαήλ Κριτοπούλου του Ίμβρίου


Δέσποτα Κύριε Ιησού Χριστέ ό Θεός ημών, ό μόνος συμπαθής καί ευδιάλλακτος, ή του ελέους πηγή, τό της φιλανθρωπίας ανεξάντλητον πέλαγος, ό μή δικαίους ελθών καλέσαι αλλά αμαρτωλούς μετανοούντας, πρόσδεξαι, ό εβδομηκοντάκις επτά συγχωρείν αμαρτίας Πέτρω τω κορυφαίω των σων Μαθητών και Αποστόλων εγκελευσάμενος ερωτήσαντι, άμα μέν έκ τούτου και τό άπειρον της σης χρηστότητος και φιλανθρωπίας εμφαίνων, άμα δέ και πάσι τοις ημαρτηκόσιν ευσπλάγχνως και συμπαθώς θύραν μετανοίας ανοίγων και καιρόν επιστροφής χαριζόμενος, και τη απογνώσει μηδαμού χώραν διδούς. 
Αυτός, Δέσποτα φιλάνθρωπε, Θεέ πάσης παρακλήσεως, Πατήρ οικτιρμών, ελέους Κύριε, συμπαθείας άβυσσε, αγαθότητος πέλαγος, ευσπλαγχνίας πηγή, μακροθυμίας τε και ανεξικακίας ακένωτε θησαυρέ, πλανωμένων οδηγέ, πεπτωκότων ανόρθωσις, απηλπισμένων ελπίς, απεγνωσμένων παραμυθία, και πάσι, πάντα ών και γινωσκόμενος δι' εμέ και τήν εμήν σωτηρίαν, πρόσδεξαι νυν κάμε τόν αμαρτωλόν και ανάξιον δούλον σου μετανοούντα και προσερχόμενον μετά συντετριμμένης καρδίας καί πνεύματος ταπεινώσεως, και λύσιν εξαιτούντα των πολλών και δεινών πλημμελημάτων, ών έν γνώσει τε και αγνοία ασύγγνωστα ήμαρτον παρά πάντα τόν βίον, καταπατήσας μέν τους νόμους τους σους, αθετήσας δέ τάς σάς εντολάς, παραβάς δέ τά σά προστάγματα, αλογήσας δέ τών χρηστών σου και σωτηρίων παραγγελμάτων, όλος τε μακρυνθείς από σού και των σων, και οπίσω της πονηράς διανοίας μου πορευθείς και γενόμενος επίχαρμα τω διαβάλω και τοις πονηροίς αυτού δαίμοσιν, έξ άπαντος τρόπου τούτων πληρών τά προστάγματα. 
Και νυν, Κύριε, Κύριε, ώσπερ έκ βαθύτατου ύπνου και μέθης ή κάρου οψέ και μόνον ανανήψας της αμαρτίας και εις εμαυτόν συστραφείς και συναίσθησιν λαβών τών οικείων κακών, πανταχόθεν τε εμαυτόν εξετάσας και έρημον εύρων παντός αγαθού, και της φωτοειδούς και λαμπρός καταστολής του θείου λουτρού ην με ενέδυσας, γυμνόν όλον και εξηπορημένον υπό τής αμαρτίας και στένοντα και τρέμοντα καί λιμώττοντα και πάσι κακοίς ενεχόμενον, όλος τε εξαπορηθείς και πάντων των άλλων απογνούς, εις μνήμην ήκον της προτέρας ζωής έν ή με κατέστησας, και ής διά κακίαν εκπέπτωκα, και των χρηστών σου και κηδεμονικών άμα και φιλαγάθων και πατρικών ανεμνήσθην σπλάγχνων, και προς τόν εμόν γνησίως επιστρέφω Δεσποτην, και θαρρούντως εμαυτόν τοις ποσίν επιρρίπτω τοις σοις, μέγα κεκραγώς και βοών έκ βάθους ψυχής κατά τόν άσωτον εκείνον υιόν «ήμαρτον εις τόν ουρανόν, Κύριε, και ενώπιον σου». Δέξαι ουν με, αγαθέ και φιλάνθρωπε Κύριε, μετανοούντα και επιστρέφοντα και προσερχόμενον θαρρούντως τη ση αφάτω χρηστότητι και αμέτρω συμπάθεια και υπεραγάθω βασιλεία. Δέξαι με τόν ανάξιον δούλόν σου, τόν πολλά επταικότα καί παροργίσαντα καί παραπικράναντα τά φιλάνθρωπο σπλάγχνα σου. Δέξαι με τό πλάσμα τών χειρών σου, τό ίδιον δημιούργημα, ό ετίμησας οικεία εικόνι και τη κατά πάντων αρχή, ω μόνω λόγον εχαρίσω τών άλλων ζώων, και ό πολλοίς και μεγάλοις εκόσμησας αγαθοίς, υπέρ ου νόμον έδωκας, προφήτας απέστειλας, αλλά μυρία ειργάσω δι' όν άνθρωπος γέγονας Θεός ων καί Δεσπότης, καί πάσαν τήν φρικτήν οικονομίαν εκτελέσας, καί πάθη καί σταυρόν υπομείνας καί θάνατον καί ταφήν, Ίνα καί θανάτου καί παθών καί αμαρτίας ελευθέρωσης εμέ καί προς τήν προτέραν επανάξης οικειότητα καί υιοθεσίαν, καί τής σης βασιλείας κληρονόμον ποίησης. 
Ει τοίνυν ταύτα φιλανθρώπως πάντα καί πεποίηκας και υπέμεινας δι' εμέ, πώς νυν εάσης, ώ Δέσποτα, θήραμα γενέσθαι τώ διαβόλω, καί τής σης απείρου δυνάμεως τε καί αγαθότητος καί σοφίας κατακαυχήσασθαι τόν αποστάτην και πονηρόν δραπέτην δαίμονα, ώς μή μόνον τόν άνθρωπον απατήσαντα και τής του παραδείσου διαγωγής εξορισάντα, καί τής εκείσε στερήσαντα μακάριας ζωής, αλλά καί μετά τήν απόρρητον οικονομίαν και τήν φρικωδεστάτην θυσίαν και τό χυθέν αίμα τό σόν καί δεσποτικόν, τό μέγα καί περιβόητον δι' ου ημάς εξηγόρασας, ότι και νυν συναρπάζειν δυνάμενον τους τοσούτου τιμήματος ωνητούς δούλους σου, και προς τό οικείον της απώλειας συναπάγοντα βάραθρον; 
Μή, Δέσποτα φιλάνθρωπε, μη, Βασιλεύ αιώνιε, μή, παντοδύναμε Κύριε, μή τηλικαύτην νίκην νικήση καθ' ημών ό της αληθείας εχθρός, ό αλιτήριος δαίμων, μηδέ τοσούτον δυνηθείη ή ημετέρα κακία. Ήμαρτον μέν, άλλα σου ούκ απέστην. Ήμαρτον, άλλα σε Θεόν επιγράφομαι• ημαρτον πολλά και μεγάλα, ομολογώ• άλλ' είσω πίπτω της σης χρηστότητος και φιλανθρωπίας αύτη δέ πέρας ούκ έχει. Τί τοσούτον ήμαρτον ό πηλός, όσον αυτός δύνασαι λύειν; 
Τί τοσούτον παρέβην, όσον αυτός συγχωρείς; 
Τί τοσούτον ηνόμησα, όσον αυτός αφίης; 
Τί τοσούτον έπταισα, όσον αυτός συμπαθείς; 
Εύσπλαγχνος φύσει και μακρόθυμος ών, ουδέν μέγα πάντα τά τών ανθρώπων αμαρτήματα εις έν συνελθόντα προς τήν άπειρον άβυσσον της σης χρηστότητος και φιλανθρωπίας παραβαλλόμενα. Και διό τούτο, Δέσποτα φιλάνθρωπε, δικαιολογούμαι, ού προς τήν εμήν καθαρότητα αποβλέπων, ακάθαρτος γάρ έγώ παντός μάλλον και βέβηλος, και πόρρω τών σών εντολών και τή ισχύι και τω βορβόρω των εμών αμέτρων κακών, ώσπερ συς όλος εγκαλινδούμενος, αλλά τό άπειρον της σης χρηστότητος εννοών, και προς τό ύψος και μεγαλείον της σης άγαθότητος και φιλανθρωπίας ορών, ήν ουδέν τών ανθρωπίνων αμαρτημάτων νικήσαι δύναται. 
Δέξαι ουν με, Κύριε, επιστρέφοντα μετά δακρύων και στεναγμών και μετανοούντα έφ'οις επλημμέλησα, και συγγνώμην αιτούντα κάμφθητι ταις εμαίς λιταίς και δεήσεσι. Σπλαγχνίσθητι ώς συμπαθής, οίκτειρον ώς μακρόθυμος, ελέησον ώς φιλάνθρωπος και συγχώρησαν μοι όσα σοι ημαρτον. Δέξαι με τόν σόν δούλον, ευχαριστούντα μέν, ότι ούκ ήδη συναπώλεσάς με ταις άνομίαις μου, μακροθυμήσας έπ' εμοί έξαιτούντα δέ λύσιν των επταισμένων μοι και τελείαν απαλλαγήν και συγχώρησιν παρά της σης άγαθότητος. 
Εις δέ το εξής ικετεύω και πάνυ δέομαι, στήριξαν με έν τη ση πίστει και έλπίδι και αγάπη βεβαία και ακλόνητον διατήρησον πάσαις ταίς του πονηρού μεθοδείαις και προσβολαίς• ίνα μή συναρπάση με ή κακία προς βάραθρον της απωλείας• μηδέ γένωμαι θήραμα τω έχθρώ. Άγγέλω πιστώ φύλακι παρακατάθου τήν εμήν ζωήν, οδηγούντι και ενισχύοντι προς τό ποιείν τό σόν θέλημα και τάς σάς καλώς αποπληρούν εντολάς. 
Ναί, Δέσποτα μακρόθυμε, πολυέλεε Κύριε, νοητέ ήλιε, βασιλεύ τής δόξης, των κατ' έμέ αμαρτιών ή τελεία συγχώρησις και συμπάθεια. Ναί, γλυκύτατε Ιησού, αναψυχή μου και παρηγοριά, παραμυθία, παράκλησις, γλυκυθυμία, γάνος τής εμής ψυχής, χαρά πεπληρωμένη, αγάπη τελεία, έρως θεοειδής, ζωή άλυπος, έφεσις τών καλών, ειρήνη υπερέχουσα πάντα νουν. 
Ναί, φώς τών εμών οφθαλμών, χειρών έκτασις, ποδών βάσις, μελών συμφυία, ολοκληρία του όλου μου σώματος, απλώς πάντα. Σοί μόνω, Δέσποτα Χριστέ, προσανέχω σοι ζώ, σοί κινούμαι σοί και ειμί, ει και ήμαρτον υπέρ πάντας. Κάθαρόν μου τόν νουν της υλικής προσπάθειας και των ματαίων εννοιών, και τών ατόπων και πονηρών ενθυμήσεων και προλήψεων, αί με συνέχουσι και συμπνίγουσι νυν και πολιορκούσι. Δός μοι πόθον ψυχής αγαθόν και λογισμόν έμμονον, και καρδιακήν έφεσιν, και μελέτην διηνεκή τής σης φωτοπαρόχου μνήμης και τελείας αγάπης• ώστε φαντάζεσθαι τό σόν εράσμιον κάλλος αεί, και τήν σήν ωραιότητα βλέπειν. Απόπλυνον τελείως του σπίλου της αμαρτίας και απόσμηξόν μου τόν ρύπον παντός εμπαθούς και μολυσμού και κηλίδος σαρκός και πνεύματος. Και παράσχου μοι σταθεράν γαλήνην και ειρήνην βαθείαν τών λογισμών ίνα διά πάντων της σης απολαύσας χρηστότητος και μακροθυμίας και τής πολλής αγαθότητος, και του σου θείου ελέους πλουσίως τυχών, ευχαριστώ, δοξάζω, υμνώ και μεγαλύνω τό σόν πανάγιον όνομα, και του ανάρχου σου Πατρός και του παναγίου και άγαθου και ζωοποιού σου Πνεύματος, νυν και αεί και εις τους αιώνας τών αιώνων. 
Αμήν.