.

.

Δός μας,

Τίμιε Πρόδρομε, φωνή συ που υπήρξες η φωνή του Λόγου. Δος μας την αυγή εσύ που είσαι το λυχνάρι του θεϊκού φωτός. Βάλε σήμερα τα λόγια μας σε σωστό δρόμο, εσύ που υπήρξες ο Πρόδρομος του Θεού Λόγου. Δεν θέλουμε να σε εγκωμιάσουμε με τα δικά μας λόγια, επειδή τα λόγια μας δεν έχουν μεγαλοπρέπεια και τιμή. Όσοι θα θελήσουν να σε στεφανώσουν με τα εγκώμιά τους, ασφαλώς θα πετύχουν κάτι πολύ πιό μικρό από την αξία σου. Λοιπόν να σιγήσω και να μη προσπαθήσω να διακηρύξω την ευγνωμοσύνη μου και τον θαυμασμό μου, επειδή υπάρχει ο κίνδυνος να μη πετύχω ένα εγκώμιο, άξιο του προσώπου σου;

Εκείνος όμως που θα σιωπήσει, πηγαίνει με τη μερίδα των αχαρίστων, γιατί δεν προσπαθεί με όλη του τη δύναμη να εγκωμιάσει τον ευεργέτη του. Γι’ αυτό, όλο και πιό πολύ σου ζητάμε να συμμαχήσεις μαζί μας και σε παρακαλούμε να ελευθερώσεις τη γλώσσα μας από την αδυναμία, που την κρατάει δεμένη, όπως και τότε κατάργησες, με τη σύλληψη και γέννησή σου, τη σιωπή του πατέρα σου του Ζαχαρία.

Άγιος Σωφρόνιος Ιεροσολύμων

Το μεγαλείο της μετανοίας!



Όταν ο άνθρωπος αμαρτάνει, χαροποιεί πολύ τον σατανά, ο οποίος όταν έρχεται κοντά του τον συντροφεύει σχεδόν πάντοτε. Γιατί οι αμαρτίες που κάνουμε είναι η χαρά και η ευτυχία του δαίμονα. Όταν ο άνθρωπος αντισταθεί στην αμαρτία ή μετανοήσει για τα λάθη του, τότε οι δαίμονες φεύγουν τρομοκρατημένοι από κοντά του. Επανέρχεται όμως, σύντροφος πολύτιμος και οδηγητής, ο φύλακας του άγγελος, ο οποίος τον σκεπάζει με τις φτερούγες του και τον βοηθά να αγωνίζεται στον δρόμο της αρετής. 

Συγκινητική είναι η παρακάτω ιστορία:

Ο όσιος Παύλος ο απλούς, πήγε κάποτε επισκέπτης σ’ ένα Μοναστήρι. Ήταν Κυριακή. Οι μοναχοί μαζεύονταν στην Εκκλησία για να λειτουργηθούν. Ο Όσιος στάθηκε σε μια παράμερη γωνιά. Από κει παρατηρούσε, χωρίς να φαίνεται, τους αδελφούς που έμπαιναν στην Εκκλησία. Είχε χάρισμα από το Θεό να διαβάζει τη ψυχή, καθώς εμείς διαβάζουμε την όψη των συνανθρώπων μας.
Οι περισσότεροι αδελφοί είχαν χαρούμενο πρόσωπο, που έδειχνε αμέσως την εσωτερική τους διάθεση. Ο καθένας είχε πλάι του τον φύλακα Άγγελό του, που ακτινοβολούσε κι εκείνος από χαρά. Όλα αυτά, έδειχναν αγιότητα, και πρόοδο στην αρετή κι ο Αββάς Παύλος ευχαριστούσε με τη καρδιά του τον Θεό.
Καθυστερημένος πολύ έφτασε ένας καλόγερος. Πόσο διαφορετικός από τους άλλους φαινόταν! Το πρόσωπό του ήταν σκοτεινό, άγριο! Τον ακολουθούσαν πολλοί δαίμονες, που προσπαθούσαν χωριστά ο καθένας να τον τραβήξει με το μέρος του. Εκείνος ο δυστυχισμένος φαινόταν σαν χαμένος. Ο Άγγελος του περίλυπος στεκόταν σε απόσταση. Κάτι τον εμπόδιζε να πλησιάσει. Ο Όσιος έβγαλε βαθύ αναστεναγμό. Έκλαψε με συμπόνια για την βασανισμένη ψυχή του αδελφού. 
Η Θεία Λειτουργία τέλειωσε. Οι καλόγεροι με τη σειρά, άρχισαν να βγαίνουν. Ο Όσιος πάλι έβλεπε.
Τώρα έδειχναν πιο λαμπροί. Οι Άγγελοι τους φωτεινότεροι. Ο Αββάς Παύλος δεν κινήθηκε από τη θέση του. Περίμενε να δει κι εκείνον τον άλλο, που τόσο είχε προσευχηθεί γι΄ αυτόν σε όλη τη Λειτουργία. 
Δεν άργησε να φανεί κι εκείνος. 
Τι αλλαγή! Η όψη του ακτινοβολούσε! Τα πονηρά πνεύματα είχαν εξαφανιστεί. Ο φύλακας Άγγελος τον σκέπαζε με τις φτερούγες του! 
Πόσο ευχαριστημένος έδειχνε τώρα!
- Δόξα σοι ο Θεός! ξέφυγε από τα χείλη του Οσίου.
Οι αδελφοί γύρισαν και τον κοίταξαν με απορία. Εκείνος τότε τους φανέρωσε τι είχε δει το πρωινό στην Εκκλησία. Ύστερα ανάγκασε τον αδελφό να πει με τι διαθέσεις πήγε στην εκκλησία και πως έφυγε. Εκείνος δεν δίστασε να εξομολογηθεί μπροστά σε όλους:
- Μέχρι σήμερα, είπε, περνούσα με αμέλεια τη ζωή μου. Τα πάθη και οι κακοί λογισμοί με είχαν τόσο κυριέψει, που δεν μου έκανε πια καρδιά να φροντίσω για τη διόρθωσή μου. Σήμερα όμως με ελέησε ο Θεός. Πρόσεξα με ιδιαίτερη προσοχή την ανάγνωση. Άκουσα τον προφήτη Ησαΐα, ή μάλλον τον ίδιο τον Θεό να λέει με το στόμα εκείνου στους όμοιούς του αμαρτωλούς: 

«Λούσασθε καί καθαροί γίνεσθε, αφέλετε τάς πονηρίας από των ψυχών υμών απέναντι των οφθαλμών μου, παύσασθε από των πονηριών υμών, μάθετε καλόν ποιείν... καί εάν ώσιν αι αμαρτίαι υμών ως φοινικούν, ως χιόνια λευκανώ...» (Ησ. α΄ 16-18).

Η καρδιά μου συντρίφτηκε. Έκλαψα και παρακάλεσα τον ουράνιο Πατέρα, να κάνει και σε μένα τον άθλιο όσα υπόσχεται με τα λόγια του Προφήτη. 
Έδωσα κι εγώ υπόσχεση να αφήσω την αμέλεια και να κοπιάσω σκληρά για τη διόρθωσή μου. Μ΄ αυτές τις διαθέσεις βγήκα από την Εκκλησία, αποφασισμένος πια να κρατήσω την υπόσχεση μου.
Ο Όσιος και οι αδελφοί που άκουσαν την εξομολόγηση του μοναχού θαύμασαν κι έλεγαν μεταξύ τους: 

''Είναι πραγματικά ανυπολόγιστη η αξία της μετανοίας''