.

.

Δός μας,

Τίμιε Πρόδρομε, φωνή συ που υπήρξες η φωνή του Λόγου. Δος μας την αυγή εσύ που είσαι το λυχνάρι του θεϊκού φωτός. Βάλε σήμερα τα λόγια μας σε σωστό δρόμο, εσύ που υπήρξες ο Πρόδρομος του Θεού Λόγου. Δεν θέλουμε να σε εγκωμιάσουμε με τα δικά μας λόγια, επειδή τα λόγια μας δεν έχουν μεγαλοπρέπεια και τιμή. Όσοι θα θελήσουν να σε στεφανώσουν με τα εγκώμιά τους, ασφαλώς θα πετύχουν κάτι πολύ πιό μικρό από την αξία σου. Λοιπόν να σιγήσω και να μη προσπαθήσω να διακηρύξω την ευγνωμοσύνη μου και τον θαυμασμό μου, επειδή υπάρχει ο κίνδυνος να μη πετύχω ένα εγκώμιο, άξιο του προσώπου σου;

Εκείνος όμως που θα σιωπήσει, πηγαίνει με τη μερίδα των αχαρίστων, γιατί δεν προσπαθεί με όλη του τη δύναμη να εγκωμιάσει τον ευεργέτη του. Γι’ αυτό, όλο και πιό πολύ σου ζητάμε να συμμαχήσεις μαζί μας και σε παρακαλούμε να ελευθερώσεις τη γλώσσα μας από την αδυναμία, που την κρατάει δεμένη, όπως και τότε κατάργησες, με τη σύλληψη και γέννησή σου, τη σιωπή του πατέρα σου του Ζαχαρία.

Άγιος Σωφρόνιος Ιεροσολύμων

«Πιστεύω»


Εἶναι ἡ πρώτη λέξη τοῦ Συμβόλου τῆς Πίστεως. Ἴσως τὴν ἔχουμε συνηθίσει, ἔχει ὅμως πολὺ βάθος. Ἂς προσπαθήσουμε πολὺ σύντομα νὰ τὸ ἐξερευνήσουμε.
Πιστεύω στὸν Θεὸ σημαίνει πρῶτα-πρῶτα: δέχομαι χωρὶς ἀμφιβολία ὅτι ὑπάρχει. Ὄχι ὅμως πιστεύω – ἔτσι ἀόριστα – σ᾿ ἕνα ὕψιστο ὄν, ποὺ μπορεῖ ὁ καθένας νὰ τὸ ὀνομάζει ὅπως θέλει.
Πιστεύω σὲ συγκεκριμένο Θεό, στὸν μόνο ἀληθινὸ Θεό, στὴν Ἁγία Τριάδα, τὸν Πατέρα, τὸν Υἱὸ καὶ τὸ Ἅγιον Πνεῦμα.
Ἐπίσης πιστεύω ὅτι ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ, τὸ δεύτερο Πρόσωπο τῆς Ἁγίας Τριάδος, ἔγινε ἄνθρωπος γιὰ τὴ σωτηρία μας. Εἶναι τόσο σημαντικὸ στοιχεῖο τῆς πίστεως αὐτό, ὥστε ὅταν ρώτησαν οἱ Ἰουδαῖοι τὸν Κύριο τί νὰ κάνουν γιὰ νὰ ἐργάζονται τὰ ἔργα τοῦ Θεοῦ, Ἐκεῖνος τοὺς ἀπάντησε αὐτὸ ἀκριβῶς: «Τοῦτό ἐστι τὸ ἔργον τοῦ Θεοῦ, ἵνα πιστεύσητε εἰς ὃν ἀπέστειλεν ἐκεῖνος» (Ἰω. Ϛ´ 28-29). Αὐτὸ εἶναι τὸ ἔργο ποὺ ὁ Θεὸς ζητᾶ, τὸ νὰ πιστέψετε ζωντανὰ καὶ ἔμπρακτα σ᾿ Αὐτὸν ποὺ Ἐκεῖνος ἀπέστειλε (δηλαδὴ στὸν Κύριο Ἰησοῦ).

Ἀλλὰ τί σημαίνει «πιστεύω στὸν Κύριο Ἰησοῦ Χριστό»; Σημαίνει ὅτι δέχομαι μὲ ὅλη μου τὴν καρδιὰ ὡς ἀληθινὰ ὅλα ὅσα μᾶς εἶπε: τὶς οὐράνιες ἀ λήθειες, δηλαδὴ τὰ δόγματα· τὶς ὑποσχέσεις καὶ ἀπειλές Του· τὶς ἅγιες ἐντολές Του. Ἀκόμη πιστεύω ὅτι ὁ Κύριος μὲ τὸ ὅλο ἔργο Του καὶ ἰδίως μὲ τὴ σταυρική Του θυσία καὶ τὴν Ἀνάστασή Του μᾶς ἐξασφάλισε τὴ σωτηρία, μᾶς γλύτωσε ἀπὸ τὴν ἁμαρτία καὶ τὸν θάνατο καὶ μᾶς χάρισε τὴ Βασιλεία τῶν οὐρανῶν.
Πιστεύω δηλαδὴ ὅτι ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστὸς εἶναι ὁ προσωπικός μου σωτήρας, ἀλλὰ καὶ ὅλου τοῦ κόσμου.Ὁ Ἴδιος ὅμως, ὅπως ἀναφέραμε, εἶπε γιὰ τὴν πίστη: «Τοῦτό ἐστι τὸ ἔργον». Ὀνόμασε τὴν πίστη ἔργο, δηλαδὴ κάτι ποὺ φανερώνεται στὶς πράξεις μας. Μὲ ἄλλα λόγια ἡ ἀληθινὴ πίστη στὸν Θεὸ δὲν εἶναι μόνο θεωρητικὴ παραδοχὴ ποὺ δὲν ἐπηρεάζει τὴ ζωή μας. Καὶ τὰ δαιμόνια πιστεύουν, διδάσκει ὁ ἅγιος Ἰάκωβος ὁ ἀδελφόθεος, καὶ τρέμουν μπροστὰ στὴ δύναμη τοῦ Θεοῦ χωρὶς ὅμως νὰ μετανοοῦν γιὰ τὴν κακία τους. Πίστη χωρὶς ἔργα εἶναι νεκρή, συνεχίζει. Δεῖξε μου τὴν πίστη σου ἀπὸ τὰ ἔργα σου (Ἰακ. β´ 17-19).
Πιστεύω συνεπῶς στὸν Θεὸ σημαίνει ἀγωνίζομαι νὰ ζῶ σύμφωνα μὲ τὸ θέλημά Του, μὲ τὶς ἐντολές Του. Μετανοῶ γιὰ τὶς ἁμαρτίες μου, καλλιεργῶ τὴν ἀρετή. Ἀπέχω ἀπὸ ὅ,τι δὲν ἀρέσει στὸν Θεό, προσ εύχομαι, νηστεύω, κάνω ἐλεημοσύνες, συγ χωρῶ ὅσους μοῦ ἔχουν φταίξει, ἐκ κλησιάζομαι, συμμετέχω συνειδητὰ στὰ ἱερὰ Μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας…Ἀλλὰ ὁ ἀγώνας αὐτὸς ἔχει ἕνα μεγάλο ὅραμα: τὴν κληρονομία τῆς Βασιλείας τῶν οὐρανῶν. Πιστεύω σημαίνει «προσδοκῶ ἀνάστασιν νεκρῶν».
Πιστεύω ὅτι ὑπάρχει καὶ μετὰ θάνατον ζωή. Τὴν σκέφτομαι. Ὄχι ἁπλῶς τὴν σκέφτομαι, ἀλλὰ καὶ τὴν περιμένω καὶ τὴν ποθῶ καὶ ἑτοιμάζομαι, ὥστε ὅταν ἔλθει ὁ Κύριός μου κατὰ τὴ Δευτέρα Του Παρουσία, νὰ μὲ βρεῖ ἕτοιμο, μετανοημένο, καθαρὸ ἀπὸ τὴν ἁμαρτία καὶ στολισμένο μὲ ἀρετές, γιὰ νὰ μὲ ἀξιώσει τῆς οὐρανίου Βασιλείας Του, στὴν ὁποία δὲν θὰ εἰσέλθει ὅποιος ἐργάζεται τὰ ἔργα τῆς ἁμαρτίας (πρβλ. Γαλ. ε´ 19-21, Ἀποκ. κα´ 27).
Τέλος πίστη σημαίνει ἐμπιστοσύνη στὴν πρόνοιά Του. Ἐμπιστοσύνη βέβαια στὸν Θεὸ δείχνουμε καὶ μὲ ὅλα τὰ παραπάνω, ἀλλὰ ἰδιαιτέρως ὅταν πιστεύουμε ὅτι ἡ ζωή μας εἶναι στὰ χέρια Του· ὅτι φροντίζει ὄχι μόνο γιὰ τὴ σωτηρία τῆς ψυχῆς μας, ἀλλὰ καὶ γιὰ τὴν καθημερινὴ διατροφή μας, τὴν ὑγεία μας, τὴν ἐπαγγελματικὴ καὶ οἰκογενειακή μας ἀποκατάσταση καὶ πορεία, γιὰ ὅλα τὰ θέματα καὶ προβλήματά μας. Τὰ γνωρίζει ὅλα καὶ θὰ δώσει τὴν καλύτερη λύση. Γιατὶ εἶναι Πατέρας, στοργικὸς Πατέρας.
Ἡ ἐμπιστοσύνη αὐτὴ στὴν πρόνοιά Του σημαίνει ἐπίσης πὼς ὅ,τι μᾶς συμβαίνει, εἴτε εὐχάριστο εἴτε δυσάρεστο, τὸ θεωροῦμε ὅτι ὁ Θεὸς τὸ στέλνει ἢ τὸ παραχωρεῖ γιὰ τὸν καταρτισμὸ καὶ τὴ σωτηρία μας. Κι ὅταν μᾶς πειράζει ὁ σατανάς, κι ὅταν μᾶς ταλαιπωροῦν κακόβουλοι ἄνθρωποι, αὐτὸ γίνεται ἐπειδὴ τὸ ἐπιτρέπει ὁ Θεὸς καὶ ὅσο τὸ ἐπιτρέπει. Μὲ αὐτὸ τὸ πνεῦμα μᾶς προτρέπει ὁ πατερικὸς λόγος: «Τὰ συμβαίνοντά σοι ἐνεργήματα ὡς ἀγαθὰ προσδέξῃ, εἰδὼς ὅτι ἄτερ Θεοῦ οὐδὲν γίνεται». Τὰ γεγονότα ποὺ σοῦ τυχαίνουν, νὰ τὰ ὑποδέχεσαι ὡς καλά, ἔχοντας ὑπ᾿ ὄψη σου ὅτι τίποτε δὲν γίνεται χωρὶς νὰ τὸ θέλει ὁ Θεός (Διδαχὴ τῶν Ἀποστόλων 3, 10). Ἔτσι, ὁ πιστὸς ὅλα τὰ θλιβερὰ τὰ ἀντιμετωπίζει μὲ ὑπομονὴ καὶ εὐγνωμοσύνη καὶ ἀγωνίζεται νὰ δώσει τὸν καρπὸ ποὺ περιμένει ἀπὸ αὐτὸν ὁ Θεός (καὶ γιὰ τὸν ὁποῖο ἐπέτρεψε τὴ θλίψη), καρπὸ μετανοίας καὶ ἐξαγιασμοῦ.
Ἡ πίστη λοιπὸν εἶναι κάτι πολὺ μεγάλο καὶ βαθύ. Ὁ πιστὸς ζεῖ καὶ σκέπτεται οὐράνια, θεϊκά, τελείως διαφορετικὰ ἀπὸ αὐτὸν ποὺ δὲν πιστεύει. Ἀλλ᾿ ἂς μὴ θεωρήσουμε τὴν κατάσταση τῆς τελείας πίστεως ὡς κάτι ἀπλησίαστο. Ἂς ἀγωνιζόμαστε νὰ ζοῦμε κατὰ τὸ ἅγιο θέλημα τοῦ Θεοῦ καὶ ἂς Τὸν παρακαλοῦμε νὰ αὐξάνει τὴν πίστη μας. Καὶ ἡ ἀγαθότητά Του μέρα μὲ τὴν ἡμέρα θὰ τὴν τελειοποιεῖ.

“Ο ΣΩΤΗΡ”,15/05/2013