.

.

Δός μας,

Τίμιε Πρόδρομε, φωνή συ που υπήρξες η φωνή του Λόγου. Δος μας την αυγή εσύ που είσαι το λυχνάρι του θεϊκού φωτός. Βάλε σήμερα τα λόγια μας σε σωστό δρόμο, εσύ που υπήρξες ο Πρόδρομος του Θεού Λόγου. Δεν θέλουμε να σε εγκωμιάσουμε με τα δικά μας λόγια, επειδή τα λόγια μας δεν έχουν μεγαλοπρέπεια και τιμή. Όσοι θα θελήσουν να σε στεφανώσουν με τα εγκώμιά τους, ασφαλώς θα πετύχουν κάτι πολύ πιό μικρό από την αξία σου. Λοιπόν να σιγήσω και να μη προσπαθήσω να διακηρύξω την ευγνωμοσύνη μου και τον θαυμασμό μου, επειδή υπάρχει ο κίνδυνος να μη πετύχω ένα εγκώμιο, άξιο του προσώπου σου;

Εκείνος όμως που θα σιωπήσει, πηγαίνει με τη μερίδα των αχαρίστων, γιατί δεν προσπαθεί με όλη του τη δύναμη να εγκωμιάσει τον ευεργέτη του. Γι’ αυτό, όλο και πιό πολύ σου ζητάμε να συμμαχήσεις μαζί μας και σε παρακαλούμε να ελευθερώσεις τη γλώσσα μας από την αδυναμία, που την κρατάει δεμένη, όπως και τότε κατάργησες, με τη σύλληψη και γέννησή σου, τη σιωπή του πατέρα σου του Ζαχαρία.

Άγιος Σωφρόνιος Ιεροσολύμων

Όταν εγώ άρχισα να βλέπω το φως μέσα στο δικό Του φως, ελευθερώθηκα



Προσκυνητής: Την ευχή σου, Γέροντα.
Γέροντας: Του Θεού, παιδί μου. Καλωσόρισες στην Καλύβη μας. Πήγαινε μέσα να προσκυνήσεις τον ΄Αγιό μας, να κεραστείς και να ξεκουραστείς. Εγώ θα κατέβω στον κήπο να μαζέψω ό,τι έδωσε ο Θεός. ΄Εχουμε πολλούς προσκυνητές απόψε. Θα σε δω αργότερα, μετά τον Εσπερινό.
Προσκυνητής: Γέροντα, θέλω νά ΄ρθω μαζί σου στον κήπο. Θέλω να σε βοηθήσω. Εγώ είμαι νέος, δεν είμαι κουρασμένος.
Γέροντας: Ευλογημένο νά ΄ναι, έλα.
Προσκυνητής: Γέροντα, θέλω να σε ρωτήσω κάτι.
Γέροντας: Τί, παιδί μου;
Προσκυνητής: ΄Εχω ακούσει ότι εδώ ζει ένας Γέροντας με χάρισμα προορατικό, ένας άγιος άνθρωπος, που γαληνεύει όσους εξομολογούνται σ’ αυτόν. Γι΄ αυτό έχω έλθει. Να εξομολογηθώ σ΄ αυτόν. ΄Εχω αγωνία και φόβο.
Γέροντας: Ναι, έχουμε ένα Γέροντα, εξομολόγο. Δεν ξέρω όμως, αν είναι άγιος, όπως λες. ΄Ενα ξέρω με βεβαιότητα, ότι, ενώ μισεί την αμαρτία, αγαπάει τον αμαρτωλό. Και ξέρω τί θα σου πει πρώτα.
Προσκυνητής: Τί, Γέροντα;
Γέροντας: Θα σου πει να έχεις εμπιστοσύνη στο έλεος του Θεού. και όταν ακόμη - ίσως τότε πιο πολύ - εσύ δεν μπορείς να δεις τον δρόμο της σωτηρίας. Θα σε βεβαιώσει ότι κανείς δε γνωρίζει ποιούς δρόμους παίρνει το “Αρνίον”, “ίνα γνωρίση εις ημάς οδούς ζωής”.
Προσκυνητής: Με κάνεις να ελπίζω, Γέροντα. ΄Ομως, ο δικός μου φόβος είναι πολύ μεγάλος”.
Γέροντας: Δεν υπάρχουν μικροί και μεγάλοι φόβοι για τον Θεό. Μετά τον Εσπερινό, έλα στην απλωταριά. Απόψε έχουμε πανσέληνο. Το φεγγάρι πρώτα θα βγει μέσα από το πέλαγος. Θα φωτίσει πρώτα την κορυφή του ΄Αθωνα, όπου έχουμε χτίσει μια εκκλησούλα, αφιερωμένη στη Μεταμόρφωση του Σωτήρος. Από κει ψηλά το φως θα αρχίσει να κατεβαίνει και να μεταμορφώνει τα πάντα. Κράτα τα μάτια της ψυχής ανοικτά για να χαρείς το φως. ΄Οταν εγώ άρχισα να βλέπω το φως μέσα στο δικό Του φως, ελευθερώθηκα.
Προσκυνητής: ΄Ωστε, Γέροντα, εσύ είσαι ο εξομολόγος; Τότε δεν έχω να σου πω τίποτα άλλο. Τώρα όλα τα ξέρεις. Με ελευθέρωσες.
Γέροντας: ΄Οχι, δεν τελείωσε η εξομολόγηση. Αύριο, μετά τη Θεία Λειτουργία, μπροστά στην εικόνα του Χριστού θα σου διαβάσω συγχωρητική ευχή. ΄Ομως, θέλω όταν θα ψάλλεται η Δοξολογία να ακούσεις τούτο το ελπιδοφόρο μήνυμα:“Εν τω Φωτί Σου οψόμεθα Φως”.


Από το Αγιορείτικο περιοδικό “Πρωτάτο”