Το να αγωνιστεί ο χριστιανός για την πίστη δεν είναι θέμα ηθικοπλαστικής θεώρησης αλλά προσωπικών βιωμάτων πίστεως στην εν Χριστώ ζωή. Στις μέρες μας και στον εκκλησιαστικό μας χώρο περιορίστηκαν κατά πολύ τα βιώματα. Το άσχημο δεν είναι ότι μετατοπίσθηκε απλώς το κέντρο βάρους από την εμπειρία της πίστεως «Ἐστὶ δὲ πίστις ἐλπιζομένων ὑπόστασις, πραγμάτων ἔλεγχος οὐ βλεπομένων» (Εβρ. ια΄ 1) στην εξ ακοής πίστη «…ἡ πίστις ἐξ ἀκοῆς, ἡ δὲ ἀκοὴ διὰ ρήματος Θεοῦ» (ι΄ 17), αλλά ότι δεν κρατούμε καν την παρακαταθήκη της πίστεως, καθώς διαπιστώνεται από την ψευτοσύνοδο του Κολυμβαρίου, από την αντιμετώπιση του όλου θέματος από την Ιεραρχία της Εκκλησίας της Ελλάδος αλλά και από την στάση του πληρώματος της Εκκλησιας.
Βέβαια, πρέπει να επισημανθεί –για να μην αδικήσουμε και τους αγωνιζομένους– ότι υπάρχει μια μερίδα πιστών που αγωνιά, ενημερώνεται και προσεύχεται όπως ο Κύριος στον κήπο της Γεσθημανή. Καθένας απ’ αυτούς ενεργεί με τον δικό του τρόπο
έχοντας συνείδηση (αυτοσυνειδησία), αυτεξούσιο, ελευθερία έκφρασης και αυτοπροσδιορισμού. Καθένας έχει ελευθερία, λοιπόν, αλλά και την ευθύνη των επιλογών του και θα δώσει λόγο στον Θεό!
Όποιος τώρα διαπιστώνει ότι τα πράγματα δεν εξελίσσονται σωστά μπορεί να ομιλήσει, να ενεργήσει, δεν μπορεί όμως να αναγκάσει, μάλιστα, στην φάση αυτή που ομοιάζει με ενεργοποιημένο ναρκοπέδιο από το οποίο πρέπει να εξέλθουμε.
Θα μου πείτε για την Εκκλησία «και πύλαι ἅδου οὐ κατισχύσουσιν αὐτῆς» (Μθ. 16,18) και εγώ θα σας πω ότι η Εκκλησία σαφώς δεν θα χαθεί αλλά εμείς κινδυνεύουμε να χάσουμε την σωτηρία. Δεν μας προβληματίζει αυτό λέει ο Κύριος μας, ότι, όταν θα έρθει κατά την Δευτέρα του Παρουσία, θα βρει την πίστη; «πλὴν ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ἐλθὼν ἆρα εὑρήσει τὴν πίστιν ἐπὶ τῆς γῆς»;
Ποιός είναι ο λόγος που σχολιάζω σχετικά; Όλοι –όσοι δεν θέλουν την αίρεση του οικουμενισμού– αναζητούν το δέον στην αντιμετώπισή της. Επειδή τα πράγματα έφτασαν σε μία κρίσιμη καμπή και όλοι έχουμε ευθύνη θέλω να εξηγήσω στους αγωνιζομένους, πού και γιατί δεν θα συμμετάσχω στον καθολικό αγώνα. Θα είμαι μαζί τους, όπου κρίνω σωστές τις ενέργειες που γίνονται από αδελφούς μου, και θα απέχω εξηγώντας και κρατώντας τον φόβο του Θεού στην ψυχή μου για να μην γίνουν λάθη και αστοχίες με άσχημες συνέπειες. Δεν θέλω να δημιουργήσω αντιπαράθεση στον κύκλο αυτό των αγωνιζομένων τους οποίους υπεραγαπώ, αλλά και δεν θα ταυτισθώ πλήρως μαζί τους καθώς καλοπροαίρετα αγωνίζονται. Εστιάζοντας όμως θα ξεκαθαρίσω ακόμη περισσότερο την θέση μου:
1. Κατ’ αρχήν θέλω να επισημάνω το αυτονόητο πως δεν θεωρώ ως αιρετικούς μόνο τους παπικούς, τους προτεστάντες, τους μονοφυσίτες κ.λπ. αλλά είναι αιρετικοί και οι οικουμενιστές που κηρύττουν αίρεση φανερά, όπως όλοι γνωρίζουμε. Συνεπώς η διατύπωση: "κοινωνῶν ἀκοινωνήτω ἀκοινώνητος ἔσται" δεν αναφέρεται μόνο στην σχέση του Οικουμενικού Πατριάρχη με τον Πάπα, τους προτεστάντες, τους μονοφυσίτες και όποιους άλλους αιρετικούς, αλλά η διατύπωση αυτή αφορά και την σχέση των επισκόπων και των πρεσβυτέρων με τον Οικουμενικό πατριάρχη που μνημονεύουν. Δεν ευσταθεί το προσφάτως ειπωμένο ότι η κανονική ρήση: "κοινωνῶν ἀκοινωνήτω" ισχύει μόνο για την περίπτωση της κοινωνίας του οικουμενικού πατριάρχη με τον πάπα. Αν αυτό ήταν σωστό, θα θεωρηθεί –και δικαίως– ότι όσοι διακόψαμε εκκλησιαστική κοινωνία με τον επίσκοπό μας που μνημονεύει τον Πατριάρχη ότι είναι ενέργεια αντικανονική. Ο Πατριάρχης είναι αιρετικός διότι κηρύττει γυμνή τη κεφαλή αίρεση. Ποιά αίρεση; Την αίρεση που οργάνωσε και συνένωσε προηγούμενες συνοδικά καταγνωσμένες αιρέσεις! Το, αν δεν καταδικάσθηκε ακόμη ο οικουμενισμός συνολικά με την έννοια που ορισμένοι ισχυρίζονται είναι θέμα Χρόνου. Συνθηκών που κατ’ εξοχήν δεν επέτρεψαν να υπάρξουν στην Ιεραρχία του Οικουμενικού Θρόνου πραγματικά ορθόδοξοι ιεράρχες, ώστε να συγκροτήσουν σύνοδο που θα καταδικάσει πρόσωπα και πράγματα. Και ερωτώ όλους όσους ισχυρίζονται ότι πρώτα πρέπει να γίνει αυτό για να διακόψουμε το μνημόσυνο∙ πραγματικά πιστεύετε ότι υπάρχει τέτοια περίπτωση -μιας και έγιναν επίσκοποι άνθρωποι που το μοναδικό όραμα στην ζωή τους ήταν να εκλεγούν μητροπολίτες- να καταδικασθεί ο πατριάρχης από την πατριαρχική σύνοδο ή από την σύνοδο της Εκκλησίας της Ελλάδος; Αυτό πρέπει να γίνει από μία διευρυμένη σύνοδο όχι μόνο μιας Εκκλησίας αλλά όσων επισκόπων αντιλαμβάνονται την κρισιμότητα των περιστάσεων.
2. Από την άλλη δεν με εκφράζει η θέση ότι τα μυστήρια όσων δεν διέκοψαν ακόμη κοινωνία με επισκόπους που μνημονεύουν τους οικουμενιστές είναι άκυρα. Άλλο είναι να λέμε ότι ο Πατριάρχης είναι αιρετικός και γι’ αυτό άλλωστε διακόψαμε κοινωνία μαζί του, κάτι που ξεκαθαρίζεται στο 15ο κανόνα της Πρωτοδευτέρας Συνόδου, και άλλο είναι να θωρούμε τα μυστήρια, των επισκόπων και των πρεσβυτέρων που τον μνημονεύουν ακόμη, άκυρα ενώ ακόμη δεν έχουμε συνοδική καταδίκη του προσώπου που σέρνει όλη την Εκκλησία στον Οικουμενισμό. Ενώ, λοιπόν, δεχόμαστε οικονομικώς τα μυστήρια όσων ακόμη δεν διέκοψαν κοινωνία ως έγκυρα, για να μην δημιουργήσουμε πρόβλημα στο ποίμνιο που χρειάζεται στην μεταβατική αυτή φάση πρώτα ενημέρωση και έπειτα καθοδήγηση, ωστόσο δεν δέχομαι ότι και η κοινωνία με τον πατριάρχη χωρά πλέον οικονομία, διότι έχει γίνει πέρα των άλλων και η σύνοδος στο Κολυμβάρι που σφράγισε την αίρεση και τα πράγματα δρομολογήθηκαν. Εδώ είναι τώρα η λεπτότητα στην οικονομία διακρίνοντας τα πράγματα, και όχι να γίνει η οικονομία λάστιχο που τελικά θα μας εκσφενδονίσει το πυρ το εξώτερο! Γι’ αυτό άλλο είναι να πεις στον πιστό μην επικοινωνείς με τους οικουμενιστές αιρετικούς και άλλο είναι να λέμε στον πιστό που δεν γνωρίζει και πηγαίνει στον παπά και κοινωνά ότι δεν κοινωνά σώμα και αίμα Χριστού!
3. Σχετικά με το αν η διακοπή της κοινωνίας μας με τους επισκόπους που ακόμη μνημονεύουν δημιουργεί αποστασιοποίηση και από σωστά τοποθετημένη Εκκλησία της Βουλγαρίας και της Γεωργίας Θεωρώ:
· Ότι δημιουργείται η καλή προϋπόθεση να συνεχίσει περαιτέρω την αντιαιρετική της στάση καθώς θα διαπιστώσει ότι δεν αρκεί να εξηγήσεις γιατί δεν συμμετέχεις σε μια σύνοδο και απλώς μόνο να χαρακτηρίσεις αιρετικές τις αποφάσεις αλλά πρέπει και να προβείς στην καταδίκη της Κολυμβάριας Ψευτοσυνόδου συνοδικά!
· Το να μπαίνουμε σε συλλογισμούς για πώς θα μας αντιμε-τωπίσουν οι παραπάνω Εκκλησίες εμάς, που διακόψαμε κοινωνία με τον Πατριάρχη και με αυτούς που τον μνημονεύουν και, επομένως, ότι τάχα θα στερηθούμε της συνεργασίας τους ως διακόψαντες κοινωνία και με αυτούς δεν ευσταθεί, διότι τουναντίον τους φέρνει προ των ευθυνών τους αλλά και προάγει πνευματικά κριτήρια διακοπής μνημοσύνου και όχι ανθρωπάρεσκη, μη χριστοκεντρική θεώρηση που δεν βασίζεται στην πίστη μας προς τον Θεό αλλά σε στήριξη ανθρωπίνων δυνατοτήτων, δηλαδή αδυναμιών, που δικαίως θα οδηγήσουν σε πτώση. Ποιό είναι το πρόβλημα, επομένως, να έχουμε διακόψει κοινωνία και με τους επισκόπους των Εκκλησιών αυτών, εφ’ όσον και αυτοί ναι μεν καλώς μέχρι τώρα δεν αναγνώρισαν την ψευτοσύνοδο πλην όμως δεν το ολοκλήρωσαν. Και όπως γνωρίζουμε «το καλόν ουκ εστί καλόν, εάν μη καλώς γένηται»!
· Εάν εσφαλμένως για λόγους τάχα οικονομίας δεχθούμε σε κοινωνία τους επισκόπους των Εκκλησιών αυτών -σαφώς δεν εννοώ ότι θα υπαχθούμε σε αυτές τις Εκκλησίες- τότε θα γυρίσει μπούμερανγκ και θα μας πουν δέχεστε σε εκκλησιαστική κοινωνία αυτούς και δεν δέχεσθε τους επισκόπους σας; Έτσι θα καταστρέψουμε ότι οικοδομήσαμε μέχρι τώρα με τον δίκαιο και κανονικό εκκλησιαστικό μας αγώνα! Αυτό πραγματικά θα είναι δυναμίτης στον αγώνα μας.
4. Το πιο σημαντικό όμως από σκοπιάς αγώνα θα είναι το ποιμαντικό κόστος που θα προκύψει καθώς θα στερηθούμε, από επιπολαιότητες, το πραγματικά αγωνιζόμενο ποίμνιο το οποίο εν μέρει θα απογοητευθεί, καθώς θα σκανδαλισθεί από την ασυνεπή μας στάση και εν μέρει θα ψάξει αλλού καταφύγιο. Αλλά θα βρει; Μήπως έτσι εξωθούμε το συνειδητοποιημένο πλήρωμα σε ατραπούς περίεργους;
Για τους παραπάνω λόγους προσωπικώς δεν θα παραστώ στην σχετική επιστημονική ημερίδα που θα πραγματοποιηθεί στο Ωραιόκαστρο Θεσσαλονίκης και ζητώ από τους συμμετέχοντας σ’ αυτήν φιλαδέλφως να αναγνωσθεί το υπογραφόμενο κείμενο αντί χαιρετισμού. Επισημαίνω δε ότι τους αγαπώ, ας με συγχωρήσουν και ας μου επιτρέψουν την διαφορετική θέση.
Αρχιμ. Παΐσιος Παπαδόπουλος