Όπως η βροχή όσο περισσότερο πέφτει στη γη τόσο την κάνει αφράτη, έτσι και τη γη της καρδιάς μας τη χαροποιεί και την ευφραίνει το άγιο όνομα του Χριστού, όταν το αναφέρουμε και όταν συχνότερα το επικαλούμαστε.
Το να επικαλείται κανείς συνεχώς τον Ιησού μ’ έναν πόθο γεμάτο από γλυκύτητα και χαρά, γίνεται αιτία ο αέρας της καρδιάς να είναι γεμάτος από χαρά και γαλήνη εξαιτίας της άκρας προσοχής (που φέρνει η Ευχή). Το να καθαρίζει απόλυτα η καρδιά, αιτία είναι ο Ιησούς Χριστός, ο Υιός του Θεού, που είναι Θεός και αιτία και πραγματοποίηση όλων των καλών. «Γιατί Εγώ», λέγει, «είμαι Θεός που φέρνει την ειρήνη» (Ησ. 45:7).
Η ψυχή που ευεργετείται και γλυκαίνεται από τον Ιησού με κάποια αγαλλίαση και αγάπη, με την εξομολόγηση (δηλαδή με την ευχαριστία και τη δοξολογία) αμείβει τον Ευεργέτη. Ευχαριστεί και επικαλείται με ευχαρίστηση Αυτόν που την ειρηνοποιεί και βλέπει νοητώς μέσα της Αυτός να διαλύει τις φαντασίες των πονηρών πνευμάτων.
Όταν πέσουμε σε θλίψη, σε απόγνωση και σε απελπισία, πρέπει να κάνουμε αυτό που έκανε ο Δαβίδ, δηλαδή να ανοίγουμε την καρδιά μας στον Θεό και να αναφέρουμε στον Κύριο τη δέηση και τη θλίψη μας όπως είναι (βλ. Ψαλμ. 61:9· 101:1· 141:3). Να εξομολογούμεθα στον Θεό, επειδή μπορεί με σοφία να τακτοποιήσει τις υποθέσεις μας και τη θλίψη μας να την ελαφρύνει αν είναι για το συμφέρον μας και να μας γλυτώσει από την ολέθρια και φθαρτή λύπη.
Λογισμούς, που χωρίς να το θέλουμε υπάρχουν και είναι εδραιωμένοι στην καρδιά μας από τη φύση της, μπορεί να τους εξαφανίσει η επίκληση του ονόματος του Ιησού, όταν γίνεται με νήψη και βαθιά μέσα από την καρδιά μας.
Όπως λοιπόν χωρίς μεγάλο πλοίο είναι αδύνατο κανείς να διασχίσει το πέλαγος, έτσι είναι το ίδιο αδύνατο να αποκρούσει κανείς την επίθεση ενός πονηρού λογισμού χωρίς να επικαλεστεί τον Ιησού Χριστό.
Η μονολόγιστη προσευχή σκοτώνει και αποτεφρώνει τις απάτες των δαιμόνων, γιατί όταν επικαλούμαστε ακούραστα και συνεχώς τον Θεό Ιησού, τον Υιό του Θεού, Αυτός δεν τους επιτρέπει ούτε την επίθεση να αρχίσουν, την οποία ονομάζουν και προσβολή, ούτε να υποβάλουν κρυφά στον νου μας κάποια εικόνα διά μέσου του καθρέφτη της διανοίας μας, δηλαδή της φαντασίας μας, ούτε να πούνε κάποια πονηρά λόγια στην καρδιά μας. Όταν δεν μπαίνει ύπουλα στην καρδιά μας κάποια δαιμονική εικόνα, τότε αυτή θα είναι άδεια και από πονηρούς λογισμούς, γιατί οι δαίμονες συνηθίζουν να συναναστρέφονται την ψυχή με λογισμούς και να διδάσκουν την κακία με ύπουλο τρόπο.
Μακάριος είναι πραγματικά εκείνος που έτσι έχει ταυτιστεί με την προσευχή με τον Ιησού στην διάνοιά του και ακατάπαυστα Τον επικαλείται μεσ’ στην καρδιά του, όπως είναι ενωμένος ο αέρας με τα σώματά μας ή η φλόγα με το κερί. Όταν περνά ο ήλιος πάνω από τη γη, φέρνει τη μέρα· το άγιο όμως και σεβαστό όνομα, όταν λάμπει στη διάνοιά μας, γεννά αναρίθμητες λαμπρές σκέψεις…
ΗΣΥΧΙΟΣ ΠΡΕΣΒΥΤΕΡΟΣ