.

.

Δός μας,

Τίμιε Πρόδρομε, φωνή συ που υπήρξες η φωνή του Λόγου. Δος μας την αυγή εσύ που είσαι το λυχνάρι του θεϊκού φωτός. Βάλε σήμερα τα λόγια μας σε σωστό δρόμο, εσύ που υπήρξες ο Πρόδρομος του Θεού Λόγου. Δεν θέλουμε να σε εγκωμιάσουμε με τα δικά μας λόγια, επειδή τα λόγια μας δεν έχουν μεγαλοπρέπεια και τιμή. Όσοι θα θελήσουν να σε στεφανώσουν με τα εγκώμιά τους, ασφαλώς θα πετύχουν κάτι πολύ πιό μικρό από την αξία σου. Λοιπόν να σιγήσω και να μη προσπαθήσω να διακηρύξω την ευγνωμοσύνη μου και τον θαυμασμό μου, επειδή υπάρχει ο κίνδυνος να μη πετύχω ένα εγκώμιο, άξιο του προσώπου σου;

Εκείνος όμως που θα σιωπήσει, πηγαίνει με τη μερίδα των αχαρίστων, γιατί δεν προσπαθεί με όλη του τη δύναμη να εγκωμιάσει τον ευεργέτη του. Γι’ αυτό, όλο και πιό πολύ σου ζητάμε να συμμαχήσεις μαζί μας και σε παρακαλούμε να ελευθερώσεις τη γλώσσα μας από την αδυναμία, που την κρατάει δεμένη, όπως και τότε κατάργησες, με τη σύλληψη και γέννησή σου, τη σιωπή του πατέρα σου του Ζαχαρία.

Άγιος Σωφρόνιος Ιεροσολύμων

ΤΑ ΛΟΓΙΑ, ΒΡΑΧΝΑΣ ΚΑΙ ΒΡΟΓΧΟΣ ΤΩΝ ΣΧΕΣΕΩΝ



Οι σχέσεις δεν θέλουν λόγια. Αν κάτι έχει κάνει και συνεχίζει να κάνει απόλυτα κακό στις σχέσεις των ανθρώπων είναι τα λόγια, τα λόγια τα πολλά, τα ανούσια, τα ανεύθυνα και τα βαρετά. Γιατί; Γιατί τις σχέσεις τις απαρτίζουν ψυχές. Και οι ψυχές είναι το πιο μεγάλο μυστήριο του κόσμου. Κάθε ψυχή είναι και ένα ξεχωριστό μυστήριο του κόσμου. Είναι μέγα και ανερμήνευτο ενδομυστήριο πρωτίστως για μας τους ίδιους. Εκείνο που μπορεί να πείσει ή να κατευνάσει μια κουρασμένη ψυχή είναι όχι τα πολλά λόγια και οι ασταμάτητες θεωρίες, αλλά η ζωή, η πράξη, το παράδειγμα, η προσωπική μετάληψη στη χάρη, στο ήθος, στην αρετή του Θεού, που είναι ζωή από τη ζωή. Η ψυχή μόνο με την ίδια τη ζωή μπορεί να πειστεί, μόνο μ’ αυτή μπορεί ν’ ακούσει, μπορεί να καταλάβει, μπορεί να σιωπήσει για να ακούσει, να μιλήσει για να ακουστεί, μπορεί να αναπαυθεί και να ξαποστάσει.

Τα λόγια είναι άμμος που χύνεται αθόρυβα και σκορπάει παντού στον αέρα της λησμονιάς και του τίποτα· και με την άμμο κανείς δεν μπορεί να βάλει θεμέλιο για τίποτα. Πόσο μάλλον για μια σχέση προσώπων μέσα στην οποία η ψυχή αναζητά να αναπτυχθεί με όλες τις ελπίδες της για πυξίδα. Αγνοούμε οι περισσότεροι τούτη τη βασική αλήθεια ότι όλες οι σχέσεις της καρδιάς μας (οι σύζυγοι, τα παιδιά μας, οι φίλοι, οι συμμαθητές, οι συνεργάτες, οι συμπορευτές μας, οι γνωστοί) δεν έχουν ανάγκη τα λόγια, αλλά έχουν οπωσδήποτε ανάγκη από την υπομονή και την αγάπη για να στερεωθούν και να αναπτυχθούν πραγματικά.

Δεν είναι και λίγες κι εκείνες οι φορές που διαπιστώνουμε κι εμείς οι ίδιοι, έκπληκτοι και απορημένοι, ότι λέμε και ξαναλέμε το ίδιο πράγμα συνέχεια και στο τέλος τίποτα δεν γίνεται. Κανείς δεν ακούει, κανείς δεν πείθεται, κανείς δεν προβληματίζεται, κανείς δεν νοιάζεται. Όλα τα λόγια να μαζευτούν, εάν δεν πειστεί μέσα της η καρδιά, δεν πρόκειται ν’ αλλάξει και να γίνει τίποτα. Φουσκώσαμε από λόγια και σκάσαμε και τους άλλους πάλι με τα λόγια.

Ξεχνάμε πάντα αυτό που δεν μας συμφέρει: με τα λόγια και τις κουβέντες αντιδράει καλύτερα η ψυχή του άλλου. Και θα έχει και δίκιο να το κάνει, από μία άποψη. Συρρικνώνεται ο καλός μας συνάνθρωπος και κλείνεται στον εαυτό του, γιατί απλούστατα τα δικά μας λόγια μοιάζουν με μια ακαταλάγιαστη επίθεση κριτικής που τον βγάζουν μόνιμα σκάρτο και σφαλερό, στο απόσπασμα της αχρηστίας. Εμείς γινόμαστε οι άψογοι δικαστές, που διόρισε μια ενδόμυχη κυβέρνηση που λέγεται «αυτοδικαίωση». Ως συνήθως, δεν έχουμε σύμμαχο την Χάρη του Θεού και γίνονται όλα θρύψαλα στα πόδια μας. Σπάνια ή ποτέ δεν απευθυνόμαστε αυτοκριτικά στον εαυτό μας για να δούμε ότι δεν έχουμε το δικαίωμα να εξουθενώνουμε ή να ελέγχουμε τους άλλους έχοντας μέσα στην καρδιά μας την απουσία του θεϊκού φωτισμού και έλλειμμα σοφίας από τη διάκριση, που στέκεται πάνω από την αγάπη.

Με τις κουβέντες πιέζουμε αφόρητα τους άλλους να δραπετεύσουν από τη σάλα της τελειότητάς μας. Τι να κάνουν άλλωστε εκεί; Δεν υπάρχει αέρας για ν’ αναπνεύσουν. Αποφύγαμε να σκεφτούμε ότι, κι αν ακόμα τα λόγια μας εκφέρονται για το «σωστό» και για το «δίκαιο», στην ουσία όμως γνωρίζουμε πολύ καλά κι ας μη το ομολογούμε ποτέ, ότι κρύβουν τα δικά μας γρανιτένια και πεισματικά θελήματα, τα οποία θέλουμε να επιβάλλουμε στο μυαλό, τη σειρά και τη ζωή των άλλων.

Ποια σχέση όμως μπορεί να είναι αυθεντική και ν’ αποτελεί πηγή χαράς και ελευθερίας, όταν μετατρέπεται σε αρένα και σε πόλεμο επιβολής ή κυριαρχίας των θελημάτων του εαυτού μας; Και αν έχουμε μεγάλη και ανεξήγητη λύπη στην καρδιά μας είναι γιατί πολλές σχέσεις στις οποίες είχαμε επενδύσει ολοκληρωτικά, βλέπουμε τώρα πόσο πολύ μας στοίχισαν, πόση λύπη μας προξένησαν, γιατί ήταν μεγάλη η σκλαβιά και η ανελευθερία που μας κέρασαν στο τέλος, με τη δική μας ευθύνη, υπαιτιότητα και απροσεξία.

Γι’ αυτό ο άνθρωπος έχει αδήριτη ανάγκη συνεχώς τη Χάρη του Θεού, για να μπορεί να τακτοποιεί όλα αυτά τα ζητήματα μέσα στην καρδιά του, για να μπορεί να είναι ένας ελεύθερος και χαρούμενος άνθρωπος, ο οποίος, μέσα στη διαμονή του στον Θεό, θα μαθητεύει στην αγάπη Του, αλλά και θα καλλιεργεί τη θεία αγάπη πρώτα στον εαυτό του και μετέπειτα στις σχέσεις του, για να μπορεί να χαίρεται αληθινά και όχι ουτοπικά. Και μ’ αυτή τη μονάκριβη χαρά που δίνει ο Θεός, να γίνεται με τη δύναμη του Θεού ένας άνθρωπος ανακαινισμένος, δυνατός, κραταιός και ανεπηρέαστος από την αμαρτία και το κακό που μάταια απειλεί αυτόν, τη ζωή και τις σχέσεις της ζωής του...

[Προφορική ανάπτυξη θέματος
σε πρόσφατη σύναξη στην ενορία]
π. Δαμιανός