ΛΟΓΙΑ ΠΕΡΙ ΠΙΣΤΕΩΣ – ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΑΡΣΕΝΙΟΥ ΜΠΟΚΑ
Ή πίστις είναι ένας κίνδυνος γιά τήν λογική” ουδέποτε είναι μία άκύρωσις, άλλά ένας φωτισμός. Εΐναι μία άπορρόφησις τής “ψυχής γιά τά έπέκεινα τού κόσμου αύτου πράγματα, κατά τόν θειο τρόπο τής ύπάρ- ξεώς τους.
Ή πίστις περιέχει άποκάλυψι τήν όποία καλείται ό πιστός νά γευθή.
Ό Θεός μάς συνοδεύει πάντοτε καί, στό μέτρο στό όποιο Τόν γνωρίζουμε, ή βιολογική καί ψυχολογική ζωή μας διέρχεται μέσα άπό τήν άλήθεια καί τό φώς τής γνώσεως. Αύτό είναι μιά έμπειρία πού άποκτά ό πιστός μέσα άπό τή θεϊκή γνώση, στήν όποία ό κατά κόσμον σοφός δέν ημπορεί νά προσπελάση, παρά μόνο έάν ύ- ποτάξη έξ ολοκλήρου τήν δική του γνώσι στήν θεία καί άναγνωρίση τήν μηδαμινότητά του.
Ή θρησκεία θεμελιώνεται έπάνω στό βράχο τής πίστεως. Μόνο μέ αύτή τήν πίστη μπορούμε νά έπικοινω- νήσουμε μέ τόν Θεό.
Ό Ιησούς άπήντησε κάποτε στούς μαθητές Του, οί όποιοι Τού ζητούσαν περισσότερη πίστι: Ν’ άρχίσουν νά πιστεύουν ότι έχουν πίστι καί θά γίνη σταδιακώς πραγ- ματικότης αύτή μέσα τους.
Ό πιστός στόν Θεό υπερβαίνει τά όρια τού άνθρώπου, πού είναι δημιουργός μόνο στήν τάξη τών ιδεών, άλλά δέν υπερβαίνει τόν Θεό, διότι ό Θεός είναι στήν τάξη τής πραγματικότητος.
Ή πίστις είναι ένας κίνδυνος: ξεπερνά τά άνθρώπινα όρια τής λογικής, κάποτε είναι άντίθετη μέ τήν ζωή, άκόμη καί μέ κάποιο έργο κανονικό καί άνθρωπίνως σωστό. Οί άγιοι άπέφευγαν νά κάνουν θαύματα, παρά μόνο σέ περιπτώσεις γιά νά δείξουν τήν άγάπη τους πρός τόν κόσμο καί γιά τήν άνακούφισι τού άνθρωπίνου πόνου. Ή πίστις είναι καρπός ψυχικής καθαρότητος.
Ή φροντίδα γιά τόν επιούσιο άρτο είναι καθημερινά πιεστική. Όταν ώδήγησε τούς Ισραηλίτες στήν έρημο ό Θεός, δέν τούς έξησφάλισε ψωμί καί γιά τίς επόμενες ή- μέρες, διότι τό έξ ούρανού «μάννα» χαλούσε. Όπότε νά ζητάμε άπό τόν Κύριο μόνο τόν σημερινό άρτο, μάς έχει συμβουλεύσει. Άκόμη κι όταν δέν έχουμε νά φάμε, νά ζούμε καί πάλι μέ τήν πίστι.
Οί ερημίτες άγιοι έζησαν μέ μόνη προύπόθεσι τήν πίστι. Αύτοί έπίστευσαν στόν λόγο τού Κυρίου, έχοντας πρώτα τήν φροντίδα γιά τήν σωτηρία τους καί σέ δεύτερη θέσι φροντίζοντας γιά τά άναγκάία τής ζωής τους. Γι’ αύτό έφθασαν νά λάμπουν σάν τά κρίνα τού άγρού στόν ούράνιο κόσμο.
Ό Ιησούς προσκλήθηκε κάποτε άπό τόν πόνο κάποιου πατέρα γιά νά τοϋ έπαναφέρη στήν ζωή τήν κορούλα του, ήλικίας 12 έτών.
Ό Ιησούς άγαποϋσε τά παιδιά, γι’ αύτό καί έπήγαι- νε κοντά τους μέ τόν πόνο τής άγάπης. Επίσης καί μία άσθενής γυναίκα τόν πλησίασε καί τοϋ «έκλεψε», θά έ- λέγαμε, τήν προσοχή. Νά σταθούμε έπάνω σ’ αύτό τό γεγονός, πού είναι μοναδικό στήν ζωή τοϋ Ίησοϋ. Άραγε άπό πού έγνώριζε αύτή ή γυναίκα, ότι άγγίζοντας, σάν τόν κλέπτη, τό άκρο τοϋ ιματίου τοϋ Ίησοϋ, θά θεραπευόταν; Τό έγνώριζε άπό τήν πίστι πού είχε στόν Χριστό καί τελικά δέν έξαπατήθηκε. Όπότε ή δύναμις τής θεραπείας της προερχόταν άπό τήν πνευματική της κατάστασι καί μέ τό άγγιγμα σέ κάτι τό υλικό (φόρεμα τού Χριστού), έλαβε κάτι τό πνευματικό.
Ό δούλος τοϋ έκατοντάρχου θεραπεύεται έξ αποστάσεως χάρις στήν πίστι του, πού έκδηλώθηκε μέσιρ τών πρεσβυτέρων καί τών φίλων πού έστειλε στόν Ίησοϋ. Έδώ ό Χριστός δέν αισθάνθηκε κάποια δύναμι νά εξήλθε άπ’ Αύτόν. Αύτό σημαίνει ότι ή άσθένεια έπαυσε, τήν στιγμή πού ό οργανισμός τοϋ δούλου επανήλθε διά τής πίστεως τοϋ έκατοντάρχου στό πλήρωμα τής πνευματικότητος. Ό Χριστός ήθελε γιά τήν πίστι τής γυναίκας νά τής δώση τό ποθούμενο καί μόνη της νά ίδή ότι διά τής άγάπης της έγινε ό πρωτοφανής κλέπτης τής χάριτος Του.
Ό Ιησούς έπιθυμεΐ άπό τούς πιστούς τού κόσμου μία βαθειά ειρήνη: τήν ειρήνη τής πίστεως στόν Θεό. Αύτό μάς δίνει νά καταλάβουμε ότι στόν κύκλο ένός ειρηνικού άνθρώπου, πού έχει τίς ρίζες του στόν ούρανό, γίνεται καί ειρήνη στήν γή.
Άν καί είσαι έπίγειος, γιά ν’ άποφασίσης νά όμολο- γήσης τόν Θεό, θά πρέπει νά ύπομένης τά πάντα, ό- ποιαδήποτε θυσία καί κάθε εμπαιγμό, μέ μεγάλη χαρά, μέχρις ότου σοϋ άνοιξη ό Θεός τους οφθαλμούς τής πίστεως, νά σοϋ άποκαλυφθή ό Ιησούς, ό Υιός τού Θεοϋ. Αύτός ό όποιος είναι μαζί μας, μέχρι τό τέλος τών αιώνων.
Νά ίδής τόν Ίησού είναι μία μακαριστής, ή όποία δέν συγκρίνεται μέ καμία έπίγεια χαρά, καί αύτό συμβαίνει πότε πότε γιά νά μή σβήση μέσα άπό τούς άνθρώπους τό φώς τοϋ Θεοϋ.
Ή πίστις στόν Θεό καί ή ομολογία Του είναι ή έξοδος τής ψυχής άπό τό σκοτάδι στό θειο φώς, ή έξοδος στό φώς τοϋ μέλλοντος αιώνος.
Όσο άκους τόν Θεό, τόσο άκούει καί σένα ό Θεός!
από το βιβλίο: ΒΙΟΣ, ΛΟΓΟΙ ΚΑΙ ΝΟΥΘΕΣΙΕΣ ΤΟΥ ΡΟΥΜΑΝΟΥ ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΑΡΣΕΝΙΟΥ ΜΠΟΚΑ (1910-1989)
*(Μετάφρασις άπό τά ρουμανικά ύπό μοναχοῦ Δαμασκηνοῦ Γρηγοριάτου)