Τόν Ἀπρίλιο τοῦ 1852 στή Μονεμπασιά κιόλας, τήν πρώτη μέρα, ὁ γέροντας εἶπε στό κήρυγμά του μπροστά στό δεσπότη Ἀσήνης, στό ἱερατεῖο καί στό λαό.
Μέρες σκοτεινές θά πλακώσουν καί τά ὄργανα τοῦ σατανᾶ θά ξαπολύσουνμεγάλο διωγμό πρός ἀφανισμό μου. Πασχίζουνε νά μέ πιάσουνε, ἀλλά δέν θάτό πετύχουνε, γιατί δέν ἦρθε ἀκόμα ἡ ὥρα μου. Καί ἡ ὥρα μου θάρθει, μονάχα ἅμα τό θελήσει ὁ Κύριος καί Θεός μου.
Ἔργο μου εἶναι νά βάλω πυρωμένο σίδερο στό χαλασμένο κρέας τοῦ Ἔθνους, γιά νά μή μολευτοῦμε ὅλοι μας κι ἀφανιστοῦμε ἀπό τό πρόσωπο τῆς γῆς. Καί μάθετε ἀπό μένα πώς σέ τοῦτοτόν πόλεμο πού χτυπᾶμε τό σατανά, δέν εἴμαστε μοναχοί μας.Πιό τρανοί ἀπότό δικό μας τό γένος θά μποῦνε τήν κρίσιμη ὥρα στή μάχη καί ἡ παλάντζα θά γύρει πρός τή μεριά τῆς ἀλήθειας, πρός αἰώνια δόξα τῆς ὀρθοδοξίας.
Καί τοῦ λόγου σας κι οἱ ἀρχόντοι καί γώ, ξέρουμε πώς οἱ δουλειές σας δέν πᾶνε καλά.Σᾶς λέω ὅμως πώς ἡ ἐξουσία εἶν᾿ ἀνήμπορη ν᾿ ἀβγατίσει τό βιός σας. Κι ἀκόμα μάθετε πώς δέν εἶναι χρειζούμενο νά γίνετε πλούσιοι, γιατί ὁ πλοῦτος εἶναι πράμα περιττό, πού πάει νά πεῖ πονηρό.
Σᾶς λεω ἀκόμα πώς ὁ πλοῦτος εἶναι κρίμα, γιατί μέ τόν ἴσιο δρόμο τοῦ Χριστοῦ κανένας δέν ἔγινε πλούσιος.Ἤ κάποιον ἀδίκησεν, ἤ ὅλους μαζί καί γιά τοῦτο ὁ Χριστός λογαριάζει κριματισμένον τόν πλούσιον καί κλειστή γι᾿ αὐτόν τή βασιλεία τῶν οὐρανῶν. Μή ζητᾶτε λοιπόν τό κρίμα καί τήν ἀνομία γιά νά φᾶτε πλουσιώτερ᾿ ἀπ᾿ τόν διπλανό σας, νά πιῆτε καί νά χορτᾶστε, ἤ νά ντυθῆτε πιό πλούσια. Ἐγώ, ὁ πιό ἀνάξιος δοῦλος τοῦ Θεοῦ, πού μοιράζω ὅ,τι κι ἄν ἔχω καί δέ μούλειψε τό χρειαζούμενο ψωμί γιά νά ζήσω καί τό νερό γιά νά ποτιστῶ.
Κι᾿ ὅταν ὁ Χριστιανός ἔχει αὐτά τά δυό κι ἕνα κομμάτι ροῦχο γιά νά σκεπάσει τή γύμνια του καί νά προστατευτεῖ ἀπό τό κρύο, τό παραπάνω εἶναι τό χάρισμα τοῦ σατανᾶ. Χαρῆτε λοιπόν τή φτώχεια σας καί μήν βαρυγγομᾶτε, γιατί βλάστημο στόμα, βαρειά καρδιά καί δίψα γιά τ᾿ ἀγαθά τοῦ κόσμου τούτου, ἔχουνε μόνο ὅσοι χάσανε ἀπ’ τά μάτια τους τήν εἰκόνα τοὐρανοῦ.
Αὐτά τούς εἶπε καί στή Μονεμπασιά καί στό Γύθειο καί στήν Κότρωνα καί στόν Κάβαλο καί σ᾿ ὅλη τήν ἐπαρχία τοῦ Οἰτύλου κι ἔγινε κορμιά καί ψυχές πού τίς κατάτρωγε τό σαράκι τῆς λύπης. Φούντωσε τήν ἐλπίδα στά σπλάχνα τῶν φτωχῶν κι ἔδωσε νόημα στή ζωή τῶν ἄκληρων καί τῶν καταφρονεμένων. Γιά τοῦτο τόν ἄκουγαν καί τόν πίστευαν καί τρέχανε ξωπίσω του…..
Στίς 19 Ἰανουαρίου τοῦ 1861, ὅπως σημειώσαμε καί στήν ἀρχή ὁ καλός ἐργάτης τοῦ Εὐαγγελίου Χριστόφορος μοναχός, ὁ γνωστός Παπουλάκος, ἐκοιμήθη ὁσίως στήν Ἱερά Μονή Παναχράντου τῆς Ἄνδρου. Τό εὐλογημένο ὁμολογιακό παράδειγμα τῆς ἀγάπης του στόν Χριστό, στήν πατρίδα καί τό λαό τοῦ Θεοῦ ἄς μᾶς ἐμπνέη, ὥστε νά πράξουμε καί ἐμεῖς τό χρέος μας στήν θεόσδοτο πίστι καί τήν πατρίδα μας Ἑλλάδα, πού χρεωστᾶ τήν ἐλευθερία της στόν Σωτήρα Χριστόν.
Ὁ Θεάνθρωπος καί Σωτήρ μας Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός ἀγαπᾶ, προστατεύει, εὐλογεῖ καί σώζει τήν εὐλογημένη πατρίδα μας Ἑλλάδα. Ἀπό φιλότιμο καί εὐγνωμοσύνη ἄς τόν ἀγαπήσουμε καί ἐμεῖς μέ τήν ὑπακοή μας στόν τέλειο εὐαγγελικό Του Νόμο. Μᾶς συμφέρει καί γιά τό παρόν καί γιά τό μέλλον, ὑλικῶς καί πνευματικῶς νά μείνουμε κοντά Του διά τήν προστασία, ἀσφάλισι, εὐτυχία καί σωτηρία μας.
Τέλος καί τῇ Τρισηλίῳ Θεότητι
κράτος, αἶνος καί δόξα εἰς τούς αἰῶνας τῶν αἰώνων.
Ἀμήν.
Ἀπό τό “Φυλάδιο τῶν ἐκδόσεων «ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΚΥΨΕΛΗ»
Ἀφυπνιστικές πικρές ἀλήθειες” σταχυολογημένες ἀπό τό βιβλίο ὁ Παπουλάκος τοῦ Κωστῆ Μπαστιᾶ”
Εὐχαριστοῦμε θερμά τίς ἐκδόσεις «ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΚΥΨΕΛΗ» γιά τήν ἄδεια δημοσίευσης ἀποσπασμάτων ἀπό τά φυλλάδια πού ἐκδίδουν.
Ἀρχ. Σάββας Ἁγιορείτης