Αυτή δε η άρνησή μου δεν είναι αποτέλεσμα στιγμιαίας διαθέσεως, αλλά καρπός μακροχρόνιων σκέψεων, και έχει μέσα μου πολύ μεγάλη σπουδαιότητα, αφού είναι γέννημα της αταλάντευτης και αμετάβλητης αίσθησής μου ότι δεν είμαι κατάλληλος για επίσκοπος…
Για το αποστολικό και με εθελοθυσία έργο του πατρός Ιουστίνου στην Τσεχία και ιδίως στην Ποντοκαρπαθία της Ρωσίας, ο Μητροπολίτης Ιωσήφ πρότεινε στην Αγία Αρχιερατική Σύνοδο της Σερβικής Εκκλησίας να τον εκλέξουν Επίσκοπο για την νέα και ανακαινισμένη στην Ορθοδοξία Επαρχία του Μουκάτσεβο στην Ποντοκαρπαθία της Ρωσίας [όπου τα τελευταία χρόνια πριν το 1930 (οπότε απεστάλησαν από την Αγία Αρχιερατική Σύνοδο της Σερβικής Εκκλησίας ο Μητροπολίτης Ιωσήφ και ο πατέρας Ιουστίνος) οι χριστιανοί εκεί άρχισαν να επιστρέφουν στην Ορθοδοξία μετά από την βίαιη και πιεστική είσοδο σε αυτούς, κατά τους προγενέστερους χρόνους, της Ουνίας από τη Ρώμη].
Αναφορικά δε με θέμα αυτό, μεταξύ του πατρός Ιουστίνου και του Μητροπολίτη Ιωσήφ ανταλλάχθηκαν πολλές επιστολές και υποσχέσεις, αλλά στο τέλος ο πατήρ Ιουστίνος ΔΕΝ συναίνεσε να αποδεχθεί το επισκοπικό αξίωμα και την θέση αυτή.
Γι’ αυτό υπάρχει και ένα διατηρημένο γράμμα του προς τον Μητροπολίτη Ιωσήφ [αντίγραφο του οποίου έστειλε και στον Σέρβο Πατριάρχη Βαρνάβα και στον Επίσκοπο Νικόλαο (Βελιμίροβιτς)], με το οποίο ο πατήρ Ιουστίνος επεξηγεί την άρνησή του με τα παρακάτω λόγια:
«Παρακαλώ να με συγχωρήσετε, να δεχθείτε τη συγνώμη μου, επειδή ενεργώ έτσι.
Κατέληξα σε αυτά που γράφω μετά από ακατανίκητη παρότρυνση της συνειδήσεώς μου. Μέσα μου αναρωτιέμαι για το άξιον του δρόμου στον οποίο οδηγώ την ψυχή μου στο μέσο αυτού του κόσμου, προς εκείνον τον επουράνιο κόσμο…
Η δική σας σεβασμιότητα γνωστοποίησε σε εμένα με πάμπολλες ενέργειες και κατ’ εξοχήν αυτές τις ημέρες πριν την αναχώρησή σας για την Αγία Αρχιερατική Σύνοδο πως πρέπει να επιμείνω στο θέμα της εκλογής μου ως Επισκόπου στην Ποντοκαρπαθία της Ρωσίας.
Εγώ ο ίδιος αυτό εξ αρχής το απέρριψα, όπως και τώρα το απαρνιέμαι.
Αυτή δε η άρνησή μου δεν είναι αποτέλεσμα στιγμιαίας διαθέσεως, αλλά καρπός μακροχρόνιων σκέψεων, και έχει μέσα μου πολύ μεγάλη σπουδαιότητα, αφού είναι γέννημα της αταλάντευτης και αμετάβλητης αίσθησής μου ότι δεν είμαι κατάλληλος για επίσκοπος…
Διέκρινα και παρατηρούσα για πολύ χρόνο και με κάθε ειλικρίνεια τον εαυτό μου με το Ευαγγέλιο και κατέληξα στο εξής οριστικό συμπέρασμα και αδίστακτη απόφαση.
Σε καμία περίπτωση δεν μπορώ ούτε αποτολμώ να λάβω το επισκοπικό αξίωμα, διότι δεν έχω ούτε και τις στοιχειώδεις ευαγγελικές προϋποθέσεις για κάτι τέτοιο.
Εάν αποδεχόμουν τον βαθμό αυτόν της ιερωσύνης, ενσυνείδητα – και εξαιτίας αυτού και ασυγχώρητα – θα επέφερα στον εαυτό μου την καταδίκη, από τον λόγο του Σωτήρα για τον άνθρωπο που ασυλλόγιστα άρχισε να οικοδομεί πύργο αλλά δεν μπορούσε να τον τελειώσει, γιατί δεν σκέφθηκε πριν ούτε υπολόγισε με τί θα τον στερεώσει και αν έχει δυνάμεις και μέσα για να υλοποιήσει κάτι τέτοιο (βλ. Λουκ. ιδ΄28-30). Γνωρίζω άριστα τον εαυτό μου, γι’ αυτό και μου είναι πολύ δύσκολο να κρατήσω την ψυχή μου στα όρια της αγαθότητας του Χριστού.
Εξ αυτού γεννιέται μέσα μου το ερώτημα με ποιόν τρόπο θα στηρίξω επιπροσθέτως άλλες εκατό χιλιάδες ξένες ψυχές δίνοντας παράλληλα γι’ αυτές λόγο στον Κύριο.
Αναμετρώντας τον εαυτό μου με τις ευαγγελικές αρετές, δικάζοντάς τον με την φρικτή δίκη του Ευαγγελίου, ανακαλύπτω παντού μέσα μου οφθαλμοφανείς ανεπάρκειες και καταστρεπτικά ελαττώματα.
Γι’ αυτό, με όλη μου την καρδιά, όλη μου την ψυχή και όλη μου την ύπαρξη, κατέληξα στην αμετάκλητη απόφαση να μην αποδεχθώ υπό καμία έννοια το επισκοπικό αξίωμα.
Εκτός αυτού η Επαρχία Μουκάτσεβο είναι τέτοια, ώστε σε αυτήν την σκληρή και πολυβασανισμένη περιοχή πρέπει να τοποθετηθεί πρόσωπο τεράστιας και εγνωσμένης επισκοπικής εμπειρίας και σοφίας.
Είναι λοιπόν απορίας άξιον πώς θα ανταποκριθώ εγώ ως άπειρος, ως αναρμόδιος και ως αθέλητα τοποθετημένος σε αυτήν τη θέση.
Εκεί (στο Μουκάτσεβο) όλα βρίσκονται σε χαοτική αναστάτωση.
Μέχρι τώρα τίποτε από εκεί δεν έχει μεταβληθεί στην παραδεδομένη κανονική του μορφή, ούτε στη συνήθη λειτουργικο-εκκλησιαστική πρακτική.
Γι’ αυτό είναι απαραίτητος παλιός έμπειρος Επίσκοπος, που να διαθέτει μεγάλη χαριτόβρυτη εμπειρία, συγκερασμένη με εργασιακή επιτηδειότητα.
Χωρίς αυτό όλα εδώ μπορεί να καταρρεύσουν».
Ωστόσο με κάθε τρόπο ο Μητροπολίτης Ιωσήφ υποσχόταν και παρότρυνε τον πατέρα Ιουστίνο να αποδεχθεί το επισκοπικό αξίωμα («Μην παραλείπετε από την σκέψη σας ούτε και αυτό», του έγραφε, «ότι το λυχνάρι δεν τοποθετείται υπό τον μόδιον (παραβάλετε Ματθ. ε΄, 15).
Γι’ αυτό συμφιλιωθείτε με αυτό που έρχεται»). Όμως ο ταπεινός αββάς Ιουστίνος ήταν αμετακίνητος στην απόφασή του. Σε όλες τις μητροπολιτικές προτροπές απαντούσε με χωρία από την Αγία Γραφή. Αστειευόμενος, αλλά και με θυμό, ο Μητροπολίτης Ιωσήφ – ο οποίος κατά τα άλλα τον αγαπούσε – του είπε: «Υπάρχει καταφανής ατυχία σε αυτό, στο ότι δηλαδή εσύ γνωρίζεις τόσο άριστα την Αγία Γραφή».
απο την Θεογνωσια του καθηγητου Κυριακου Κυριαζοπουλου