.

.

Δός μας,

Τίμιε Πρόδρομε, φωνή συ που υπήρξες η φωνή του Λόγου. Δος μας την αυγή εσύ που είσαι το λυχνάρι του θεϊκού φωτός. Βάλε σήμερα τα λόγια μας σε σωστό δρόμο, εσύ που υπήρξες ο Πρόδρομος του Θεού Λόγου. Δεν θέλουμε να σε εγκωμιάσουμε με τα δικά μας λόγια, επειδή τα λόγια μας δεν έχουν μεγαλοπρέπεια και τιμή. Όσοι θα θελήσουν να σε στεφανώσουν με τα εγκώμιά τους, ασφαλώς θα πετύχουν κάτι πολύ πιό μικρό από την αξία σου. Λοιπόν να σιγήσω και να μη προσπαθήσω να διακηρύξω την ευγνωμοσύνη μου και τον θαυμασμό μου, επειδή υπάρχει ο κίνδυνος να μη πετύχω ένα εγκώμιο, άξιο του προσώπου σου;

Εκείνος όμως που θα σιωπήσει, πηγαίνει με τη μερίδα των αχαρίστων, γιατί δεν προσπαθεί με όλη του τη δύναμη να εγκωμιάσει τον ευεργέτη του. Γι’ αυτό, όλο και πιό πολύ σου ζητάμε να συμμαχήσεις μαζί μας και σε παρακαλούμε να ελευθερώσεις τη γλώσσα μας από την αδυναμία, που την κρατάει δεμένη, όπως και τότε κατάργησες, με τη σύλληψη και γέννησή σου, τη σιωπή του πατέρα σου του Ζαχαρία.

Άγιος Σωφρόνιος Ιεροσολύμων

Κι όμως "άχρι καιρού" ανέχονται τους παράνομους εραστές!

Αναμονή ως ευλογία και αναμονή ως γελοιότητα


Διακοπή μνημοσύνου - μνημόνευση. Αποτείχιση - εντός των τειχών. Ενίοτε και επί τα αυτά. Έγκυρα Μυστήρια - άκυρα Μυστήρια. Συνένωση με τον επίσκοπο - ένωση με τον Χριστό. Παλαιό ημερολόγιο - Νέο ημερολόγιο. Σωτηρία εν τη πίστη - σωτηρία εν αγάπη. Παλαιά Ρώμη - Νέα Ρώμη. Καθολική Ορθόδοξη Εκκλησία – Ρωμαιοκαθολική Παπική - «Εκκλησία». Ανατολή - Δύση. Αιρετικοί – ετερόδοξοι. Εκκλησίες - αιρέσεις.
Χριστιανικές ομολογίες - αντίχριστες δοξασίες. Βάπτισμα παντού - βάπτισμα ένα. Δύο πνεύμονες - μία ανάσα. Ευλογημένη υπακοή – υπερευλογημένη ανυπακοή. Προσευχή άχρι καιρού – κομποσκοίνι εντός ιερού. Διαμαρτυρία – επανάσταση. Ζηλωτές – μετριοπαθείς. Μαχητές – χλιαροί. Γνήσιοι – μολυσμένοι. «Σύνοδος» ληστρική – Σύνοδος Αγία. Μάρτυρες - προσκυνημένοι. Θαρραλέοι – φοβισμένοι. Αναμονή – Πράξη. Λογική – αλογία. Αγαπητός εν Χριστώ αδελφός Πάπας – Καταραμένος διά Διαβόλου λύκος φοβερός. Κόκκινες γραμμές – Πράσσειν άλογα. Έμφυλα στερεότυπα – άφυλα βλαστήματα. Παρελάσεις πατριωτικές – παρελάσεις υπερηφανίας. Γάμοι ορθόδοξοι – γάμοι μεικτοί. Πρόσωπο – άνθρωπος. Εκκλησία – κράτος. Χωρισμός – διακριτοί ρόλοι. Θρησκευτικά μαθήματα – συγκρητιστικά ιδεολογήματα. Νηστεία ορεκτική – νηστεία εγκρατευτική. Διαφωτισμός – Διασκοτισμός. Ευρωπαϊκός Ουμανισμός – Ρωμαίικος ανθρωπισμός. Κρίση – ευκαιρία. Οικονομία – καταστροφή. Παλαιοκομματισμός – κυβερνητικός συνασπισμός. Προοδευτισμός – οπισθοδρόμηση. Ειρήνη – πόλεμος. Προβληματισμός – εφησυχασμός. Εγρήγορση – νωθρότητα.
Τέλος δεν έχει μια αντιπαράθεση που υποβόσκει τον τελευταίο τουλάχιστον χρόνο μετά από την Κολυμβάρια σύναξη προκαθημένων, στους κόλπους της Ορθόδοξης Εκκλησίας, όσα μέλη της οποίας έχουν παραμείνει ορθόδοξα. Το ποίμνιο στην πλειοψηφία του ανενημέρωτο και ανυποψίαστο. Η ενορία ανενεργή. Αν δεν υπήρχε το διαδίκτυο και κάποιες ελάχιστες εκπομπές και φωνές κληρικών, μοναχών και πολλών λαϊκών και πολλά σύγχρονα συγγράμματα και βιβλία συνδεδεμένα απευθείας με την Πατερική Παράδοση, κανένας δεν θα γνώριζε το παραμικρό πλην της σιωνομασονικής σέχτας που κυβερνά τον κόσμο ή θέλει και το προσπαθεί με κάθε μέσον να κυβερνά. Αλλά και στην πολιτική ή ίδια και ανάλογη κατάσταση με άλλα μέτρα και σταθμά, στη βάση του όμως το υπόβαθρο όμοιο. Συγκοινωνούντα δοχεία μιας κρίσεως φαινομενικά οικονομικής, για όσους ερευνούν λίγο παραπέρα πνευματικής – πολιτισμικής.
Αν γίνονταν μια απλή μεταφορά δομής στο ελάχιστο κοινωνικό κύτταρο που είναι η οικογένεια, θα απλουστεύονταν πολλά και θα δίδονταν αρκετές απαντήσεις στους προβληματισμένους. Ένα αντρόγυνο με υγιή σχέση, κατά κανόνα θα δώσει και υγιείς απογόνους με πάμπολλα εφόδια για να αντιμετωπίσουν τις προκλήσεις των καιρών. Και το εφόδιο στη βάση του είναι η ορθή πίστη. Όχι ότι η αγάπη έπεται. Αυτό είναι άλλο ένα ιδεολόγημα που δυστυχώς καλλιεργείται από ορθοδόξους κατ’ όνομα, πλανεμένους όμως και αντίχριστους ουσιαστικά, με την κυριολεκτική σημασία του όρου, εν τη πράξη. Διότι είναι αδύνατον να έχει κανείς με όλα τα αμαρτήματα που κουβαλά μαζί του στην αλλοτριωμένη φύση του διασώζοντας ως κόρην οφθαλμού την ανόθευτη πίστη και να μην έχει αγάπη. Το αντίθετο δεν είναι μόνο απαράδεκτο αλλά και εντελώς άτοπο. Αυτό δυστυχώς είναι πολύ δύσκολο να γίνει κατανοητό όσο απλό και ευλογημένο κι αν είναι. Έτσι, περνάμε σταδιακά σε μορφές γελοιότητας που μόνο ίσως αν καταδειχτούν με παραβολικά παραδείγματα θα γίνουν πιστευτά και κατανοητά. Διότι έχει περάσει εδώ και δύο αιώνες στο μεταπρατικό προτεκτοράτο της Γραικίας κατά Δύση αλλά και σε κάθε έναν ξεχωριστά στον κοινωνικό τομέα τόση αλλοτρίωση μέσα στο πετσί του, που πραγματικά τα αυτονόητα στο ζωντανό ρωμαϊκό παρελθόν μας, να φαντάζουν ψιλά γράμματα και γραφικές δοξασίες.
Ευτυχώς που ακόμη και μέσα σε αυτόν τον κυκεώνα των άφυλων αντίχριστων ζυμώσεων, σε κάθε σύγχρονη ελληνική οικογένεια, έστω μετανεωτερική, διασώζεται λίγο ή πολύ σε λανθάνουσα μορφή κάποιο ισχνό στοιχείο παράδοσης. Από την μοντέρνα γιαγιά με το κολάν της μόδας, προς τα παιδιά και τα εγγόνια, τα οποία φαινομενικά και κατά τα φαινόμενα παρουσιάζουν μια θλιβερή εξάρτηση από υποπροϊόντα εισαγόμενης δυτικής νεοκουλτούρας μέχρι τον απολίτικο τύπο με τα σκουλαρίκια. Όπου δεν έχει επέλθει πώρωση, η μαγιά αυτή μέσα σε άγνωστο χρόνο που κανένας δεν μπορεί με ακρίβεια να προβλέψει, θα ενεργήσει και θα φουσκώσει έναν θεραπευτικό κυματισμό μέσα από κοινωνικούς μετασχηματισμούς άγνωστους για την ώρα. Πολλοί το λεν ελπίδα αλλά είναι κάτι το πολύ βαθύτερο στη διαχρονικότητα του Ελληνισμού. Είναι πράξη εν τη γενέσει σε τόπο και χρόνο όπου τα πράγματα γίνονται τόσο δύσκολα ώστε να απειλείται με αφανισμό η ιστορική του ύπαρξη. Τότε αντιδρά οργανωμένα και ενωμένα μέχρι να αποκρούσει τον κίνδυνο. Ύστερα ασχολείται και πάλι με τα πάθη του, συνήθως ενάντια στου ομοφύλους του.
Από τον Όμηρο και παλαιότερα έως και σήμερα, αυτή η ελληνική πρακτική της αντιθετικής σύνθεσης δεν σταματά. Αν σταματήσει, τότε μάλλον θα πρέπει να αναφωνήσουμε “Finis Graeciae”. Άλλοι θεωρούν ότι το μοιραίο τέλος έχει ήδη συμβεί. Εμείς όχι, θεωρώντας ότι τα πολιτιστικά και πνευματικά κενά τα οποία έχουν δημιουργηθεί σήμερα στον Ελληνισμό, στην μελλοντική συμπύκνωσή τους από εξωτερικές επώδυνες πιέσεις, θα φέρουν στην επιφάνεια υγιή γεφυρώματα και επιφάνειες επάνω στα οποία θα πατήσουν οι επόμενοι για να αρχίσουν να χτίζουν ξανά σε βάσεις παρελθοντικές και ακλόνητες. Η διαδικασία όμως αυτή περνά από μύρια κύματα και η χρονική διάρκεια δεν μετράται με Μαθηματικά και νοητική επεξεργασία, υπερβαίνοντας αυτό που έχουμε μάθει να αποκαλούμε διάνοια.
Επιστρέφοντας στην παραβολική οικογενειακή παραδειγματική, αν ο ένας εκ των συζύγων διαπιστώνει πρόβλημα π.χ. απιστίας, η φυσικότερη αντίδραση είναι να ερευνήσει μέχρι να πειστεί ότι έχει συμβεί. Από κει και πέρα, το αν ανέχεται άχρι καιρού μια κατάσταση που γκρεμίζει τη σωτηριολογική υπόσταση της κοινωνίας του γάμου του ελπίζοντας ότι θα τα καταφέρει να αποτρέψει την απεχθή για τον ίδιο παράνομη ένωση, είναι κατ’ αρχάς θεμιτό και ευλογημένο. Το να ανέχεται όμως και να μένει κάτω από την ίδια στέγη, αφού έχει εξαντλήσει όλα τα περιθώρια «άχρι καιρού» μήπως και συνετιστεί ο παράνομος που ξεδιάντροπα φέρνει το «ερωτικό προϊόν» ακόμη και μέσα στο σπίτι και συστήνοντάς το ως φιλικό «γυμνή τη κεφαλή» ενώ όλα τα μάτια βλέπουν τι γίνεται και μην ερχόμενος σε διάσταση, διακοπή δηλαδή κοινωνίας, πώς θα φαίνονταν στους απέξω αυτή η αναμονή; Η απάντηση είναι μία και είναι γελοιότητα. Και το απαράδεκτο θα συνεχίζονταν αν έλεγε ότι δεν υπάρχει μεγάλο πρόβλημα. Φυσικά και έχει το δικαίωμα να παραμένει στον μοιχό γάμο υπό την ίδια στέγη άχρι καιρού, ζητώντας διαζύγιο. Όσο αυτό δεν εκδίδεται και καθυστερεί για τον οποιονδήποτε λόγο, είναι προφανές πως ό,τι πράξη νομική, διαδικαστική, εμπορική ίσως ως συνεταίρος εκτελεί ο μοιχός, είναι κατά νόμον έγκυρος και ο γάμος τυπικά υφίσταται.
Τούτο αν μεταφερθεί σε επίκαιρο εκκλησιαστικό ή και πολιτικό περιβάλλον είναι ακριβώς το ίδιο. Ουδείς σώφρον όμως δεν μπορεί να πει ποτέ ότι η ανεκτικότητα και παραμονή εις κοινωνία σε ανίερα τετελεσμένα σαν να μη συμβαίνει τίποτα κλαψουρίζοντας διαμαρτυρίες, προ οριστικής καταδίκης, είναι η φυσική κατάσταση και δεν αποτελεί γελοιότητα. Αυτό σε καμία περίπτωση δεν σημαίνει πως η ελεύθερη επιλογή δεν πρέπει να επικροτείται. Όχι όμως και να προσπαθούμε βλακωδώς να παρουσιάζουμε το γελοίο ως φυσικό και ευλογημένο.

ΑΠΟΣΤΟΛΟΥ Κ. ΣΑΡΑΝΤΙΔΗ
*Ο Α. Σαραντίδης είναι δάσκαλος στην Καβάλα και πολιτικός επιστήμων