.

.

Δός μας,

Τίμιε Πρόδρομε, φωνή συ που υπήρξες η φωνή του Λόγου. Δος μας την αυγή εσύ που είσαι το λυχνάρι του θεϊκού φωτός. Βάλε σήμερα τα λόγια μας σε σωστό δρόμο, εσύ που υπήρξες ο Πρόδρομος του Θεού Λόγου. Δεν θέλουμε να σε εγκωμιάσουμε με τα δικά μας λόγια, επειδή τα λόγια μας δεν έχουν μεγαλοπρέπεια και τιμή. Όσοι θα θελήσουν να σε στεφανώσουν με τα εγκώμιά τους, ασφαλώς θα πετύχουν κάτι πολύ πιό μικρό από την αξία σου. Λοιπόν να σιγήσω και να μη προσπαθήσω να διακηρύξω την ευγνωμοσύνη μου και τον θαυμασμό μου, επειδή υπάρχει ο κίνδυνος να μη πετύχω ένα εγκώμιο, άξιο του προσώπου σου;

Εκείνος όμως που θα σιωπήσει, πηγαίνει με τη μερίδα των αχαρίστων, γιατί δεν προσπαθεί με όλη του τη δύναμη να εγκωμιάσει τον ευεργέτη του. Γι’ αυτό, όλο και πιό πολύ σου ζητάμε να συμμαχήσεις μαζί μας και σε παρακαλούμε να ελευθερώσεις τη γλώσσα μας από την αδυναμία, που την κρατάει δεμένη, όπως και τότε κατάργησες, με τη σύλληψη και γέννησή σου, τη σιωπή του πατέρα σου του Ζαχαρία.

Άγιος Σωφρόνιος Ιεροσολύμων

Του Δείπνου Σου του Μυστικού…



«Του Δείπνου Σου του Μυστικού, σήμερον, Υιέ Θεού, κοινωνόν με παράλαβε…»: 
Ο Υιός παραθέτει το Δείπνο προς τιμή των αδελφών. Η κλήση γίνεται κρίση, κοιτάζοντας τον έσω άνθρωπο. Όμως η κλήση γίνεται ελπίδα, κοιτάζοντας την ευλογία. Εκείνος θέλησε πρώτος και μας καλεί «ίνα ζωήν έχωμεν».
Το Δείπνο είναι εδώ, σήμερα. Ο οικοδεσπότης είναι έτοιμος για να σταυρωθεί «ταύτη τη νυκτί». Να παραδώσει τον εαυτό Του για τους σταυρωτές Του και «της του κόσμου ζωής και σωτηρίας». Έτοιμος για τη θυσία και το θρίαμβο. Το δόσιμο για τους αδελφούς είναι η δόξα Του. Η αγάπη Του γι’ αυτούς είναι η ζωή Του και η Ανάστασή Του.
Κι εμείς, ακόμη στο θάνατο, πορευόμαστε προς Θείαν Κοινωνίαν: του Σταυρωμένου και Αναστημένου Κυρίου. Στηριζόμενοι στην κλήση Του, τη μεγάλη και επιφανή. Παραβλέποντας τα εκούσια και τα ακούσια, τα εν λόγω και έργω, τα κατά νουν και διάνοιαν, τα … Δεν είναι ώρα γι’ αυτά … Είναι η ώρα της Συνάντησης: με τον «Βασιλέα της Δόξης» που «δορυφορείται από τα αγγελικά τάγματα αοράτως». Είναι η ώρα που εν σιωπή και ταπεινώση, δέχεσαι το Δώρο και μένεις εκστατικός μπροστά στον Δωροδότη.
Ρίχνεσαι στο έλεός Του. Σε παραλαμβάνει, σε καθαίρει, σε αγιάζει, σε θεώνει. Γίνεσαι «σύναιμος» και «σύσσωμος» μαζί Του και προχωρείς : στη ζωή τούτη την «τεθλιμμένη» και γεμάτη πόνο, για την Βασιλεία Του τη γεμάτη χαρά και ανάπαυση.

π. Ανδρέας Αγαθοκλέους