.

.

Δός μας,

Τίμιε Πρόδρομε, φωνή συ που υπήρξες η φωνή του Λόγου. Δος μας την αυγή εσύ που είσαι το λυχνάρι του θεϊκού φωτός. Βάλε σήμερα τα λόγια μας σε σωστό δρόμο, εσύ που υπήρξες ο Πρόδρομος του Θεού Λόγου. Δεν θέλουμε να σε εγκωμιάσουμε με τα δικά μας λόγια, επειδή τα λόγια μας δεν έχουν μεγαλοπρέπεια και τιμή. Όσοι θα θελήσουν να σε στεφανώσουν με τα εγκώμιά τους, ασφαλώς θα πετύχουν κάτι πολύ πιό μικρό από την αξία σου. Λοιπόν να σιγήσω και να μη προσπαθήσω να διακηρύξω την ευγνωμοσύνη μου και τον θαυμασμό μου, επειδή υπάρχει ο κίνδυνος να μη πετύχω ένα εγκώμιο, άξιο του προσώπου σου;

Εκείνος όμως που θα σιωπήσει, πηγαίνει με τη μερίδα των αχαρίστων, γιατί δεν προσπαθεί με όλη του τη δύναμη να εγκωμιάσει τον ευεργέτη του. Γι’ αυτό, όλο και πιό πολύ σου ζητάμε να συμμαχήσεις μαζί μας και σε παρακαλούμε να ελευθερώσεις τη γλώσσα μας από την αδυναμία, που την κρατάει δεμένη, όπως και τότε κατάργησες, με τη σύλληψη και γέννησή σου, τη σιωπή του πατέρα σου του Ζαχαρία.

Άγιος Σωφρόνιος Ιεροσολύμων

Έτσι εγώ δεν ξέρω τι πόνο έχεις εσύ και εσύ δεν ξέρεις τι πόνο έχω εγώ



” Εσύ που είσαι στο Μοναστήρι, όταν πλησιάσεις τον αδελφό σου, εσύ που είσαι σύζυγος, όταν πλησιάσεις τον ή την σύζυγό σου, εσύ που είσαι πατέρας, μητέρα, όταν πλησιάσεις το παιδί σου… ό, τι θα του πεις, ό, τι σκέφτεσαι να του πεις, πες το, αφού πρώτα του πεις δυο κουβέντες που θα του δώσουν χαρά, παρηγοριά, μια ανάσα. 

Να τον κάνεις να πεί, ανακουφίσθηκα, χάρηκα! 

Να κάνετε τους άλλους να σας καμαρώνουν, να σας αγαπούν , να χοροπηδούν από τη χαρά τους, όταν σας συναντούν. 

Διότι όλοι οι άνθρωποι στην ζωή τους, στο σπίτι τους, στο σώμα τους και στην ψυχή τους έχουν πόνο, αρρώστιες, δυσκολίες, βάσανα, και ο καθένας κρύβε τον πόνο μέσα στο πουγγί του το κρυφό, μέσα στην καρδιά του, στο σπίτι του, για να μην το ξέρουν οι άλλοι.

Έτσι εγώ δεν ξέρω τι πόνο έχεις εσύ και εσύ δεν ξέρεις τι πόνο έχω εγώ. 

Μπορεί να γελώ και να φωνάζω, να παίζω, αλλά κατά βάθος πονώ, και γελώ και φωνάζω, για να σκεπάσω την λύπη μου.

Γι’ αυτό δώσε στον άλλον πρώτα ένα χαμόγελο. ”

Γέρων Αιμιλιανός Σιμωνοπετρίτης