.

.

Δός μας,

Τίμιε Πρόδρομε, φωνή συ που υπήρξες η φωνή του Λόγου. Δος μας την αυγή εσύ που είσαι το λυχνάρι του θεϊκού φωτός. Βάλε σήμερα τα λόγια μας σε σωστό δρόμο, εσύ που υπήρξες ο Πρόδρομος του Θεού Λόγου. Δεν θέλουμε να σε εγκωμιάσουμε με τα δικά μας λόγια, επειδή τα λόγια μας δεν έχουν μεγαλοπρέπεια και τιμή. Όσοι θα θελήσουν να σε στεφανώσουν με τα εγκώμιά τους, ασφαλώς θα πετύχουν κάτι πολύ πιό μικρό από την αξία σου. Λοιπόν να σιγήσω και να μη προσπαθήσω να διακηρύξω την ευγνωμοσύνη μου και τον θαυμασμό μου, επειδή υπάρχει ο κίνδυνος να μη πετύχω ένα εγκώμιο, άξιο του προσώπου σου;

Εκείνος όμως που θα σιωπήσει, πηγαίνει με τη μερίδα των αχαρίστων, γιατί δεν προσπαθεί με όλη του τη δύναμη να εγκωμιάσει τον ευεργέτη του. Γι’ αυτό, όλο και πιό πολύ σου ζητάμε να συμμαχήσεις μαζί μας και σε παρακαλούμε να ελευθερώσεις τη γλώσσα μας από την αδυναμία, που την κρατάει δεμένη, όπως και τότε κατάργησες, με τη σύλληψη και γέννησή σου, τη σιωπή του πατέρα σου του Ζαχαρία.

Άγιος Σωφρόνιος Ιεροσολύμων

Μάθε να έχεις εμπιστοσύνη στο Θεό



1:30 ώρα το μεσημέρι. Η βροχή έπεφτε, άλλες φορές με ορμή, άλλες φορές χαλάρωνε. Παρ` όλο που έβρεχε είπαμε να πάμε με τα πόδια στην γειτονική μονή Φιλοθέου. Μισή ώρα απόσταση, μέσα από ένα γοητευτικό ανηφορικό μονοπάτι μέσα στις καστανιές. Τόσο πυκνό που η βροχή δεν έφτανε. Ψιχάλες μόνο μας ενοχλούσαν. Ένα καλυβάκι εγκαταλελειμμένο. Ένα ρυάκι. Ευτυχώς δεν είχε φουσκώσει και πατώντας προσεχτικά στις πέτρες το περάσαμε αβρόχοις ποσί.


Ύστερα από 20 λεπτά σταμάτησε και μπήκαμε σε αμαξωτό δρόμο. εδώ δεν είχαμε την κάλυψη των δέντρων και γίναμε παπιά. Σε 10 λεπτά φτάσαμε. Το κόκκινο χρώμα, τόσο στην εκκλησία, όσο και στους τοίχους μας έκανε εντύπωση. Προσκυνήσαμε στην εκκλησία. Πριν φύγουμε πετύχαμε τον γέροντα Ισίδωρο τον τυφλό. Του είπα για τις δυσκολίες που αντιμετωπίζω.
Πήρε το μπαστούνι του και με χτύπησε ελαφρά στα πόδια.
“Τι πράγματα είναι αυτά. Για κοίτα με στο πρόσωπο. Πως με βλέπεις εμένα. Με βλέπεις δυστυχισμένο, λυπημένο; Χαρούμενο δεν με βλέπεις. Εγώ είμαι εκ γενετής τυφλός. Και δοξάζω την Παναγία γιατί έτσι κάνω λιγότερες αμαρτίες.Πριν γίνω μοναχός, στην Πάτρα από όπου είμαι, μια μέρα ενώ πουλούσα λαχεία για να ζήσω, στην πλατεία Γεωργίου άρχισα να βλέπω θολά. Ξεχώριζα κάποια πράγματα. Έτσι ξαφνικά. Οπότε λέω στην Παναγία. Παναγία μου, μην επιτρέψεις να δω το φως μου, γιατί αν το δω δεν θα γίνω μοναχός. Και εκείνη τη στιγμή ξανατυφλώθηκα“

Μα, επέμενα εγώ, δύσκολο είναι να μην στενοχωριέσαι στις θλίψεις, στις δυσκολίες;
“Α, δεν με ακούς εσύ. Εγώ βαράω. Μάθε να έχεις εμπιστοσύνη στο Θεό. Δεν ξέρει ο Θεός και ξέρεις εσύ. Αν ο Θεός στο επιτρέπει αυτό είναι επειδή είναι προς όφελος της σωτηρίας της ψυχής σου. Άντε μη βαρέσω“

Ο τυφλός γέροντας Ισίδωρος της Μονής Φιλόθεου