.

.

Δός μας,

Τίμιε Πρόδρομε, φωνή συ που υπήρξες η φωνή του Λόγου. Δος μας την αυγή εσύ που είσαι το λυχνάρι του θεϊκού φωτός. Βάλε σήμερα τα λόγια μας σε σωστό δρόμο, εσύ που υπήρξες ο Πρόδρομος του Θεού Λόγου. Δεν θέλουμε να σε εγκωμιάσουμε με τα δικά μας λόγια, επειδή τα λόγια μας δεν έχουν μεγαλοπρέπεια και τιμή. Όσοι θα θελήσουν να σε στεφανώσουν με τα εγκώμιά τους, ασφαλώς θα πετύχουν κάτι πολύ πιό μικρό από την αξία σου. Λοιπόν να σιγήσω και να μη προσπαθήσω να διακηρύξω την ευγνωμοσύνη μου και τον θαυμασμό μου, επειδή υπάρχει ο κίνδυνος να μη πετύχω ένα εγκώμιο, άξιο του προσώπου σου;

Εκείνος όμως που θα σιωπήσει, πηγαίνει με τη μερίδα των αχαρίστων, γιατί δεν προσπαθεί με όλη του τη δύναμη να εγκωμιάσει τον ευεργέτη του. Γι’ αυτό, όλο και πιό πολύ σου ζητάμε να συμμαχήσεις μαζί μας και σε παρακαλούμε να ελευθερώσεις τη γλώσσα μας από την αδυναμία, που την κρατάει δεμένη, όπως και τότε κατάργησες, με τη σύλληψη και γέννησή σου, τη σιωπή του πατέρα σου του Ζαχαρία.

Άγιος Σωφρόνιος Ιεροσολύμων

Γιατί μᾶς φθονοῦν τά δαιμόνια;



Κάποτε μέ εἶχε ἐπισκεφθεῖ ἕνας μεγαλόσχημος μοναχός ἀπό τό ἅγιο Ὄρος. Ἦταν 7 τό ἀπόγευμα. Ἔδειχνε ἄνθρωπο τρομοκρατημένο. Λές καί εἶχε ἰδεῖ φάντασμα. Πράγματι, δέν εἶχα πέσει καί πολύ ἔξω. 
Ὅπως προχωροῦσε ἡ συζήτηση, ἰσχυρίζετο πώς οἱ δαίμονες ἔχουν τήν ἱκανότητα νά παρουσιάζονται στούς ἀνθρώπους ἀκόμη καί αἰσθητά.
-Καί τούς ἔχετε ἰδεῖ; Τόν ρώτησα.
-Ναί, ναί. Τούς εἶδα μέ τά ἴδια μου τά μάτια, ὅπως βλέπω τώρα ἐσένα. Μετά τήν θεία λειτουργία γύρισα στό κελλί μου. Εἶπα νά ξαπλώσω γιά λίγο, μέχρι νά σημάνει ἡ ὥρα γιά φαγητό. Ἡ πόρτα τοῦ κελλιοῦ μου ἦταν κλειστή καί κλειδωμένη. Καί, νά σου, ξαφνικά, βλέπω δύο μαῦρες φιγοῦρες νά στέκονται μέσα στό κελλί μου. Ἀπό ποῦ τάχα μπῆκαν; σκέφτηκα. Καί ἄκουσα τόν ἕνα νά λέγει στόν ἄλλο: "Ἔλα, ἔλα γρήγορα, νά τόν σκοτώσουμε, τώρα πού εἶναι μόνος του!". Κατατρομαγμένος ἀνοίγω διάπλατα τά μάτια, μήπως καί ὀνειρεύτηκα. "Μά εἶναι ξύπνιος", εἶπε ὁ ἄλλος. "Καί τί πειράζει; Φέρε το γρήγορα ἐδῶ". Τούς εἶδα νά μεταφέρουν ἕνα τεράστιο σεντόνι. "Γρήγορα ρέ, ρῖξε το ἐπάνω του. Θά νομίσουν ὅτι πέθανε ἀπό ἀσφυξία". Στά λόγια αὐτά ἀναστατώθηκα. Ἔκαμα τόν σταυρό μου καί φώναξα, ὅσο ἄντεχαν τά πνευμόνια μου:
"Κύριε, Ἰησοῦ Χριστέ, Υἱέ τοῦ Θεοῦ, ἐλέησέ με!".
Τήν ἴδια στιγμή, λές καί τούς χτύπησε ἠλεκτρικό ρεῦμα, τά δαιμόνια ἐκτινάχθηκαν στήν ἄλλη ἄκρη τοῦ κελλιοῦ. Ἀφοῦ ἐπῆρα θάρρος, τούς ἐρωτάω:
-Τί θέλετε ἀπό ἐμένα, ταλαίπωροι; Γιατί τόσο μῖσος ἐναντίον τῶν χριστιανῶν;
-Σᾶς φθονοῦμε, γιατί ὁ Θεός εἶναι ἄδικος. Γιατί θέλετε νά μᾶς πάρετε τήν θέση!
-Τί; Τήν θέση; Ποιά θέση;
-Βέβαια, τώρα μᾶς κάνεις καί τόν ἀνίδεο! Ἀπό τήν μιά διαπράττετε ἕνα σωρό ἁμαρτίες καί ἀπό τήν ἄλλη τρέχετε κάτω ἀπό τό "βρωμοπετραχήλι" τοῦ παπᾶ. Σᾶς μουρμουρίζει κάτι λόγια ἀκαταλαβίστικα· καί ὅλα συγχωροῦνται καί σβήνουν! 
-Καί ἐσεῖς, ἄμα τό θελήσετε, ἔχετε τήν δυνατότητα νά σᾶς συγχωρεθοῦν οἱ ἁμαρτίες σας. Αὐτό ἀρκεῖ, γιά νά καταλάβετε τήν προηγούμενη θέση σας, ἀπό τήν ὁποῖα ξεπέσατε.
-Καί πῶς;
-Ταπεινωθεῖτε! Πηγαίνετε, ἀκόμη καί τώρα, μπροστά στήν εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ καί ζητῆστε Του συγνώμη καί ἄφεση.
-Αὐτό δέν πρόκειται νά γίνει ποτέ! Ἀκοῦς, τί λέω; Μέ κανένα τρόπο! Ποτέ! Ποτέ! Οὐδέποτε!!!
-Ἔ, τότε εἶστε ἄξιοι τῆς τύχης σας.


Ὤ! πόσο ἀληθινά εἶναι τά λόγια τῆς ἁγίας Γραφῆς: "ὁ Θεός ὑπερηφάνοις ἀντιτάσσεται, ταπεινοῖς δέ δίδωσι χάριν".
Ὁ ὑπερήφανος βλέπει τόν Θεό σάν ἀντίπαλό του. Μά καί γιά τόν Θεό ὁ ὑπερήφανος εἶναι ἐχθρός Του. Δηλαδή, ξένος καί ἀποξενωμένος ἀπό τό ἔλεος καί τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ.
Ἀντίθετα, ὁ ταπεινός εἶναι ἄξιος τῆς χάρης καί τοῦ ἐλέους τοῦ Θεοῦ. Ἄξιος νά ἀποκατασταθεῖ στήν προηγούμενη δόξα του. 

Ἐκλεκτές διηγήσεις καί διδαχές (Τεῦχος Γ')
Ὅσιος Στάρετς Βαρσανούφιος
Ἔκδοσι Ἱερᾶς Μητροπόλεως Νικοπόλεως Πρέβεζα