.

.

Δός μας,

Τίμιε Πρόδρομε, φωνή συ που υπήρξες η φωνή του Λόγου. Δος μας την αυγή εσύ που είσαι το λυχνάρι του θεϊκού φωτός. Βάλε σήμερα τα λόγια μας σε σωστό δρόμο, εσύ που υπήρξες ο Πρόδρομος του Θεού Λόγου. Δεν θέλουμε να σε εγκωμιάσουμε με τα δικά μας λόγια, επειδή τα λόγια μας δεν έχουν μεγαλοπρέπεια και τιμή. Όσοι θα θελήσουν να σε στεφανώσουν με τα εγκώμιά τους, ασφαλώς θα πετύχουν κάτι πολύ πιό μικρό από την αξία σου. Λοιπόν να σιγήσω και να μη προσπαθήσω να διακηρύξω την ευγνωμοσύνη μου και τον θαυμασμό μου, επειδή υπάρχει ο κίνδυνος να μη πετύχω ένα εγκώμιο, άξιο του προσώπου σου;

Εκείνος όμως που θα σιωπήσει, πηγαίνει με τη μερίδα των αχαρίστων, γιατί δεν προσπαθεί με όλη του τη δύναμη να εγκωμιάσει τον ευεργέτη του. Γι’ αυτό, όλο και πιό πολύ σου ζητάμε να συμμαχήσεις μαζί μας και σε παρακαλούμε να ελευθερώσεις τη γλώσσα μας από την αδυναμία, που την κρατάει δεμένη, όπως και τότε κατάργησες, με τη σύλληψη και γέννησή σου, τη σιωπή του πατέρα σου του Ζαχαρία.

Άγιος Σωφρόνιος Ιεροσολύμων

Η ωφέλεια της Εξομολογήσεως



Δύο μεγάλα αγαθά προκαλεί η εξομολόγηση σ’ εκείνον ο οποίος εξομολογείται. 
Ένα, φέρνει την άφεση των αμαρτημάτων του. Άλλο, γίνεται ισοστάσιος με τους μάρτυρες και δικαίους. Στο πρώτο, ότι φέρνει την άφεση των αμαρτημάτων, όλη η θεία Γραφή, Παλαιά και Καινή, είναι γεμάτη, αλλά δύο τρεις μαρτυρίες μόνον θα σας φέρουμε, και τις πολλές ας τις παραλείψουμε.

Δέχθηκε ο αρχιτελώνης Ζακχαίος τον Κύριό μας στο σπίτι του, άνθρωπος αμαρτωλός, όπως έλεγαν, όσοι τον έβλεπαν: «Και όταν το είδαν, όλοι γόγγυζαν πολύ, λέγοντας: «Στην οικία αμαρτωλού άνδρα εισήλθε, για να έχει κατάλυμα» (Λουκ.19,7). Και αμέσως εξομολογήθηκε· πως αν έκανε συκοφαντίες και πήρε ξένα δικαιώματα, να τα επιστρέψει τετραπλάσια. Τί ωφελήθηκε με αυτό ο αμαρτωλός Ζακχαίος; Δικαιώθηκε. «Σήμερα έγινε σωτηρία σ’ αυτό το σπίτι».

Ακούστε τον φίλο του Χριστού Ιωάννη τι λέει στις Επιστολές του: «Αν ομολογούμε τις αμαρτίες μας, είναι πιστός και δίκαιος, για να αφήσει σ’ εμάς τις αμαρτίες και να μας καθαρίσει από κάθε αδικία.»(Α΄Ιω. 1,9). 

Ακούστε τι λέει ο Θεός στον ευαγγελιστή των προφητών Ησαΐα: «Λουσθείτε, στο λουτρό της μετανοίας, γίνετε εσωτερικά καθαροί, αφαιρέστε τις πονηρίες από τις ψυχές σας, ώστε να είστε καθαροί ενώπιόν μου. Και με αυτή τη μετάνοια και τις καλές αποφάσεις σας, ελάτε να συζητήσουμε, λέει ο Κύριος. Και εάν οι ψυχές σας εξ αιτίας των αμαρτιών σας είναι κόκκινες, εγώ θα τις κάνω λευκές σαν το χιόνι. Εάν δε είναι ακόμη περισσότερο κατακόκκινες, εγώ θα τις κάνω λευκές σαν το μαλλί των προβάτων.»(Ησ.1,16-18).
Σκεφτείτε καλά την άφεση, αλλά και την εξομολόγηση των αμαρτημάτων. Πρώτα λέει: «λουσθείτε». Δεν εννοεί με απλό νερό, επειδή αυτό δεν καθαρίζει αμαρτίες ψυχών, αλλά πλένει μόνο εξωτερικά το σώμα. Αλλά εδώ λέει: «λουσθείτε και αφαιρέστε τις πονηρίες από τις ψυχές σας». Άλλο νερό εννοεί. Το ίδιο νερό, εκείνο το οποίο αναφέρει ο προφήτης να τον πλύνει ο Θεός: «ξέπλυνέ με από το ρύπο της ανομίας μου και καθάρισέ με από την αμαρτία μου»(Ψαλμ. 50,4). Αυτό το νερό είναι το ζεστό νερό εκ Πνεύματος Αγίου, το νερό του θείου Βαπτίσματος. Υπάρχει και άλλο, αυτό της μετανοίας, το οποίο προέρχεται από τα νερά των δακρύων, όπως λέει ο προφήτης: «κάθε νύκτα λούζω το κρεβάτι μου και βρέχω το στρώμα μου με δάκρυα»(Ψαλμ. 6,7). 
Αυτά τα δάκρυα είναι ανάγκη να χύνονται πρώτα με την κατάνυξη και με τη συντριβή της καρδιάς, που είναι η ρίζα και η πηγή της εξομολογήσεως.
Όταν γίνεται αυτή η μετάνοια η καρδιακή, τότε ελάτε να μιλήσουμε. «Ελάτε μπροστά μου και ανοίξτε τα στόματά σας και πείτε μου το άδικο που έχετε από τον εχθρό σας. Πείτε τα κακά που σας κάνει, και σας υπόσχομαι από τις μεγαλύτερες κοκκινίλες, που προκαλούν οι αμαρτίες σας -οι οποίες είναι του αίματος-, εγώ θα τις λευκάνω και θα τις καθαρίσω. 
Επειδή λευκή σαν χιόνι και πρόβατο είναι η δική μου ανθρώπινη φύση, όπως τα ρούχα μου επάνω στο όρος Θαβώρ, τα έδειξα λευκά σαν το χιόνι, όπως λέει ο ιερός Μάρκος: «και τα ρούχα του έγιναν αστραφτερά, πάρα πολύ λευκά όπως το χιόνι»(9,3). Θέλετε μεγαλύτερη άφεση από αυτήν; Να κάνει τους εξομολογούμενους λευκούς, δηλαδή καθαρούς σαν τη δική του σάρκα, «Αυτός δεν έκανε αμαρτία, ούτε βρέθηκε δόλος στο στόμα του».(Α΄Πετ. 2,22)

Μάθετε τώρα και το άλλο αγαθό το οποίο χαρίζει η αγία εξομολόγηση στους εξομολογούμενους. Και αυτό είναι: τους κάνει ισοστάσιους και ισότιμους με τους μάρτυρες και αγίους. Θέλω λοιπόν να δω τον αγιασμό και τη λαμπρότητα και τα στεφάνια που έδωσε στους μάρτυρες και τους υπόλοιπους αγίους. Τί είδους είναι και με τί τρόπο τους έδωσε αυτήν την λαμπρότητα; Να δω και να εξετάσω, αν μοιάζει με τον αγιασμό και στολισμό τον οποίο δίνει στους εξομολογούμενους.

Τη λαμπρότητα των μαρτύρων και όλων των αγίων τη φανερώνει στην ιερά Αποκάλυψη, στην οποίαν λέει ο ευλογημένος Ιωάννης πως το «αρνίο» άνοιγε τις σφραγίδες και, όταν έφθασε στην πέμπτη σφραγίδα και την άνοιξε, είδε κάτω από το θυσιαστήριο τις ψυχές εκείνων που σφαγιάστηκαν για το λόγο του Θεού. Αυτοί είναι αναμφιβόλως οι μάρτυρες και οι υπόλοιποι άγιοι, οι οποίοι με πολλούς τρόπους απονέκρωσαν τους εαυτούς τους για την αγάπη του Κυρίου μας. Μάλιστα λέει πως αυτοί οι σφαγμένοι σαν να φώναζαν δυνατά στον Θεό λέγοντας: «Ως πότε, Δεσπότη άγιε και αληθινέ, δε θα κρίνεις και δε θα εκδικείσαι το αίμα μας από αυτούς που κατοικούν πάνω στη γη;»(Αποκ. 6,10).
Σαν να λένε: «Ω δικαιότατε Δέσποτα, δώσε μας εκείνο το τέλειο στεφάνωμα, να μας δουν εκείνοι οι οποίοι έχυσαν το αίμα μας, να αναστενάξουν πολύ για την ασέβειά τους και να πάρουν την κόλαση που τους αξίζει».
Εκεί λέει πως σ’ όλους εκείνους δόθηκαν στολές λευκές. Άραγε τί να ήσαν εκείνες οι λευκές στολές; Όπως νομίζω υπονοούνται τα τίμια και άγια σώματα των μαρτύρων, επειδή μόνο ψυχές έβλεπε κάτω από το θυσιαστήριο· και φωνάζοντας οι ψυχές τούς έκανε δώρο, λεύκανε τα σώματά τους, δηλαδή τα αγίασε έως της συντελείας. Πάλιν θέλω να μάθω πώς τα έπλυνε αυτά τα σώματα; Απάντησε ένας από τους πρεσβυτέρους στο επόμενο κεφάλαιο: «Αυτοί είναι που έρχονται από τη θλίψη τη μεγάλη, και έπλυναν τις στολές τους και τις λεύκαναν μέσα στο αίμα του Αρνίου.(Αποκ.7,14). 
Αυτοί είναι, λέει, εκείνοι οι οποίοι βρίσκονται βασανισμένοι και θλιμμένοι στον κόσμο, καθώς και ο δικός τους και δικός μας Δεσπότης το προέλεγε: «στον κόσμο θα έχετε θλίψη». Αυτοί έπλυναν τις στολές τους και τις λεύκαναν.

Αυτό το λεύκασμα της στολής παρουσίασε ο πατέρας του Ασώτου, όταν έλεγε: «φέρτε έξω την πρώτη στολή και ντύστε τον»(Λουκ. 15,22), σαν να έλεγε: «Βγάλτε από τα σώματά τους την μαυρίλα της κοσμικής και δαιμονικής πλάνης και ντύστε τα, λευκάνετέ τα με την ασπράδα του αγιασμού». Αυτό το λεύκασμα, μάλιστα με το αίμα του αρνίου του μυστικού, του Κυρίου μας, φανέρωσε εκείνος ο νεανίσκος ο οποίος ήταν στον τάφο του Κυρίου το πρωί της Κυριακής, όταν πήγαν να ζητήσουν το σώμα του Χριστού η Μαγδαληνή Μαρία και οι άλλες, ο οποίος ήταν ντυμένος με λευκή στολή, σαν να έδειχνε ο άγγελος πως λεύκανε και σώματα και ψυχές ο αναστημένος Ιησούς. Αυτό είναι το θαυμαστό: πώς λεύκανε το κόκκινο αίμα; Λέει τον τρόπο: έπλυνε πρώτα, έπειτα λεύκανε. Το πλύσιμο φανερώνει την αφαίρεση της μεγάλης θλίψεως, δηλαδή της αμαρτίας του Αδάμ, και γι’ αυτό έλεγε ο προφήτης: «ξέπλυνέ με από το ρύπο της ανομίας μου και καθάρισέ με από την αμαρτία μου».(Ψαλ. 50,4). Αυτό το πλύσιμο με την κρυμμένη δύναμη του Πνεύματος έκανε το χαριτωμένο αίμα του αρνίου, το δε λεύκασμα, δηλ. τον αγιασμό και τα στεφάνια της δόξης, ο αναστημένος Ιησούς.

Γι’ αυτόν τον καθαρισμό έλεγε ο μακάριος Παύλος: «ούτε διαμέσου του αίματος τράγων και μόσχων, αλλά διαμέσου του δικού Του αίματος, εισήλθε μια φορά για πάντα στα Άγια των Αγίων και βρήκε για μας αιώνια λύτρωση».(Εβρ. 9,12). Μάθαμε την ωραιότητα την οποίαν το καθαρό αρνίο, ο Ιησούς Χριστός, με την έκχυση του παναχράντου αίματός του έδωσε στους ευλογημένους μάρτυρες και τους υπόλοιπους αγίους.
Θέλω τώρα να δω, αν και η ωραιότητα που αποκτούν οι εξομολογούμενοι είναι όμοια. Και λέω, ναι! 
Αμέσως ο μακάριος Ιωάννης παρουσιάζει την απολύτρωση των αμαρτωλών από τον Χριστό και φαντάζεται και κηρύττει τον Χριστό αρνίο. Δηλαδή, με τον ίδιο τρόπο που ο Χριστός ως αρνίο λεύκανε τους μάρτυρες, έτσι και τους αμαρτωλούς. «Να, λέει, ο αμνός του Θεού, που σηκώνει την αμαρτία του κόσμου». 

Ο ίδιος ο Θεός λέει στον Ιεζεκιήλ: «Εάν όμως ο αμαρτωλός μετανοήσει και αποστραφεί όλες τις αμαρτίες που έκανε, και τηρήσει όλες τις εντολές μου και εφαρμόσει δικαιοσύνη και έλεος, θα μακροημερεύσει και δεν θα τιμωρηθεί με πρόωρο θάνατο. Όλες οι αδικίες που έκανε, δεν θα τις θυμηθεί πλέον ο Θεός, αλλά για την ενάρετη ζωή του, θα ζήσει για πολύ»(Ιεζ. 18, 21-22). Όποιος επιστρέψει, λέει, από τις ανομίες του, θα ζήσει. Και πώς θα ζήσει; Θα κατοικήσει η ζωή σ’ εκείνον, η οποία είναι ο ίδιος Θεός, όπως λέει ο ίδιος: «Εγώ είμαι η ζωή και η αλήθεια». Και τί είδους ζωή θα ζει έχοντας τον Χριστό μαζί του; Θα γνωρίζει τον Πατέρα του ουρανού, όπως λέει ο ίδιος ο Χριστός: «Και αυτή είναι η αιώνια ζωή: το να γνωρίζουν εσένα, το μόνο αληθινό Θεό»( Ιω. 17,3).

Ω τρισμακάριε άνθρωπε, εσύ ο οποίος με αληθινή μετάνοια εξομολογείσαι. Ω, πώς γίνεσαι κατοικητήριο του Υιού του Θεού, και γνώστης του ουράνιου Πατέρα! Από τώρα σου λέω τα καλά μηνύματα, πως, όταν ανέβεις στην αιώνια ζωή, θα βλέπεις τον Πατέρα των φώτων και θα τον γνωρίζεις. Αντιλαμβάνεσθε, αδελφοί μου τίμιοι, τί συμβαίνει στους μετανοούντες. Αντιλαμβάνεσθε άρχοντες, αντιλαμβάνεσθε αρχιερείς και ιερείς τα αγαθά, δηλαδή τα στολίσματα και τους πλουτισμούς τα οποία δίνει ο ουράνιος Δεσπότης στους μετανοούντες, και τότε μόνοι σας θα τους αποκαλέσετε ισοστάσιους των μαρτύρων.

Στον Ησαΐα αναφέρεται· «Αυτά λέει Κυριος, ο Υψιστος, που αιώνια κατοικεί στα υψηλά, που είναι αγιότατο το όνομά του, Κύριος, Ύψιστος, επαναπαυόμενος και ευαρεστούμενος ανάμεσα στους αγίους. Αυτός ο οποίος δίνει καρτερία και δύναμη στους ολιγόψυχους παρέχει ζωογόνο παρηγοριά στους συντετριμμένους κατά την καρδιά· τον αμαρτωλό επειδή παρέβηκε το θέλημά μου και αμάρτησε για λίγο διάστημα, τον τιμώρησα και τον λύπησα. Εγώ είδα την μετά ταύτα αλλαγή των δρόμων της ζωής του και τον θεράπευσα από την ασθένειά του. Τον παρηγόρησα, έδωσα σ’ αυτόν πραγματική παρηγοριά».(Ησ. 57, 15,17,18). Για την αμαρτία, λέει, πως λίγο τον τιμώρησε. Αλλά σκεφτόμενος τους ταπεινούς δρόμους της καρδιάς, αυτού που βρίσκεται στη μετάνοια και εξομολόγηση, λέει πως του έδωσε την αληθινή παράκληση· αυτούς τους δρόμους, τους οποίους και ο προφήτης σημείωνε στους χαριτωμένους Ψαλμούς του: «τα βήματά μου, τα μονοπάτια της ζωής μου και τους δρόμους που ακολούθησα συ προείδες και έμαθες ότι δεν υπάρχει δόλος στη γλώσσα μου»(Ψαλ. 138,3-4). Σαν να λέει: «Σ’ αυτήν την εξομολόγηση την οποίαν σου λέω με το στόμα μου, δεν σου λέω ψέματα». Και παρακάτω· «εξέτασε και γνώρισε τον τρόπο της ζωής μου»(Ψαλ. 138,23). Ποιά δε παράκληση λέει να του δώσει; Το Άγιο Πνεύμα, το οποίο στο άγιό του Ευαγγέλιο το ονομάζει Παράκλητο Αληθείας: «Κι εγώ θα παρακαλέσω τον Πατέρα και θα σας δώσει άλλον Παράκλητο, για να είναι μαζί σας στον αιώνα: το Πνεύμα της αλήθειας, που ο κόσμος δε δύναται να το λάβει, γιατί δεν το βλέπει, ούτε το γνωρίζει. Εσείς το γνωρίζετε, γιατί μένει κοντά σας και θα είναι μέσα σας. (Ιω. 14,16-17).

Τρία μεγάλα πράγματα σκέφτομαι, αδελφοί μου, ότι ολοκληρώνει ο Κύριος μας σε δόξα όσων προσέρχονται με μετάνοια και εξομολόγηση. Ένα· όπως δεν είχε ανάγκη να βαφτισθεί, διότι «Αυτός δεν έκανε αμαρτία ούτε βρέθηκε δόλος στο στόμα του», όμως βαπτίσθηκε. Ούτε είχε ανάγκη να προσευχηθεί, αλλά προσευχήθηκε στην ανάσταση του Λαζάρου και στο όρος των Ελαιών· στον Λάζαρο, όταν σήκωσε τα μάτια στον ουρανό και είπε: «Πατέρα, σε ευχαριστώ, διότι με άκουσες, στο δε Όρος, όταν γονάτισε προσευχόταν, λέγοντας, «Πατέρα, αν θέλεις, απομάκρυνε αυτό το ποτήρι από εμένα» (Λουκ. 22,41-42).
Έτσι δεν είχε ανάγκη να εξομολογηθεί, διότι ήταν πλάσμα καθαρότατο, αλλά έδωσε παράδειγμα εξομολογήσεως. Είχε μικρό παράπονο ως άνθρωπος και το εκφράζει και το λέει στον παντοδύναμο Θεό. Στον προφήτη Ιερεμία, στον οποίο και παρουσιάζει τον εαυτό του ως αρνίο, λέει· «Εγώ δε ως αρνίο άκακο, που οδηγείται προς θυσία, δεν γνώριζα, που οδηγούμαι. Οι εχθροί μου σκέφθηκαν και πήραν πονηρές αποφάσεις εναντίον μου λέγοντες· ελάτε, ας βάλουμε στον άρτο του δηλητηριώδες βότανο· Κύριε, συ ο οποίος κρίνεις με δικαιοσύνη, συ ο οποίος ερευνάς και γνωρίζεις νεφρούς και καρδιές, ας δώσεις να δω εγώ την εκ μέρους σου τιμωρία τους, διότι εγώ σε σένα αποκάλυψα και εμπιστεύθηκα το δίκαιό μου». (Ιερεμ.11,19-20) 
Ξεσκέπασα, λέει, την καρδιά μου και εκφράζω το παράπονό μου. Αυτοί οι παράνομοι με σύρουν σαν ένα ταπεινό και άκακο αρνίο να με σφάξουν και σου λέω το μεγάλο μου δίκαιο και κρίνε. «Κρίνε με Θεέ μου, και εκδίκασε την υπόθεσή μου από ένα έθνος, που δεν πιστεύει σε σένα… Γιατί με απομάκρυνες από κοντά σου;». Θεέ Πάτερα, γιατί με εγκατέλειπες «γιατί αφήνεις να με συνθλίβει ο εχθρός μου ώστε να περνώ τις μέρες μου σκυθρωπός και θλιμμένος»(Ψαλ. 42,1-2).
Άλλο -το οποίον είναι το δεύτερο πράγμα- λέει για τον άνθρωπο που εξομολογείται, πως είναι σαν το στόμα του Θεού. Αυτό το σημειώνει στον προφήτη Ιερεμία, λέγοντας: «Εάν ξεχωρίσεις τον αληθινό και τίμιο λόγο μου από τον ανάξιο και ψευδή, θα είσαι συ σαν το δικό μου στόμα»(Ιερ. 15,19) Ποιoν άνθρωπο εννοεί εδώ το Πνεύμα το οποίον ομιλεί στον προφήτη; Βέβαια πολύ περισσότερο εννοεί για τον συγγενή, παρά για τον ξένο. Και ποιoς είναι ο συγγενέστερος του κάθε ανθρώπου; Είναι η ψυχή του. Βέβαια και αναντίρρητα αυτή είναι το τίμιο πράγμα, επειδή είναι η εικόνα του αόρατου Θεού. Μιλώντας και ο Αριστοτέλης για τη ψυχή, την ονομάζει «είδηση των καλών και τιμίων».
Τί λέει λοιπόν στον κάθε άνθρωπο; «Όποιος το τίμιο πράγμα, τη ψυχή του, η οποία αξίζει περισσότερο από όλο τον κόσμο, θα την πάρει από τον ανάξιο, από τα χέρια του διαβόλου και της αμαρτίας, σαν να είναι το στόμα μου». Και γιατί δεν είπε θα είναι σαν εμένα, αλλά λέει σαν το στόμα μου; Το στόμα βγάζει λόγια και κόβει αμαρτίες, σαν να λέει: «Αν θέλει να ελευθερώσει τη ψυχή του, λόγους κοφτερούς πρέπει να βγάλει, την εξομολόγηση. Και τότε εκείνο το στόμα θα το τιμήσω και θα του δώσω την αξία του δικού μου στόματος. Το δικό μου στόμα είναι εκείνο το οποίον επιτίμησε το διάβολο και τον νίκησε, όταν είπε: «ύπαγε οπίσω μου σατανά» και άφησε τον Ιησού ο διάβολος(Ματ.4,10-11).Έτσι και στο στόμα του εξομολογουμένου θα δώσω τη χάρη, ώστε θα εξορκίζει δαιμόνια, και όχι πίσω του αλλά κάτω από τα πόδια του θα βρίσκονται· «Ιδού, σας έχω δώσει την εξουσία να πατάτε πάνω σε φίδια και σε σκορπιούς, και πάνω σε όλη τη δύναμη του εχθρού»(Λουκ. 10, 19). Το στόμα μου έδωσε λόγο στον κωφό και μουγγό και είπε: «Εφφαθά», που σημαίνει: “Ανοίξου εντελώς”. Και αμέσως ανοίχτηκαν τα αυτιά του και λύθηκε το δέσιμο της γλώσσας του και μιλούσε ορθά»(Μαρκ. 7, 34-35). Έτσι θα τιμήσω και θα ενδυναμώσω το στόμα του εξομολογουμένου, ώστε να είναι στο υπόλοιπο της ζωής του ο νους, όχι κωφός στα θεία λόγια, αλλά χαριτωμένος και η γλώσσα χρυσή στο να ευλογεί τον Θεό.
Άλλο -και αυτό είναι το τρίτο- το πως γι’ αυτούς τους αμαρτωλούς οι οποίοι μετανοούν, ο Θεός ήλθε στον κόσμο και έλαβε ανθρώπινη σάρκα και την παρέδωσε στο θάνατο. Λέει ο Ησαΐας στο 53ο κεφάλαιο: «Αυτός όμως τραυματίσθηκε για τις δικές μας αμαρτίες, ταλαιπωρήθηκε και υπέφερε για τις ανομίες μας. Παιδευτική τιμωρία έπεσε πάνω του για τη δική μας ειρήνη και σωτηρία. Χάρις δε στην πληγή του εμείς θεραπευτήκαμε.»(Ησ. 53,5) Λέει δε και ο Λουκάς πως για τη σάρκα ο Υιός του Θεού ως Σαμαρείτης φάνηκε και είδε τον άνθρωπο που κατέβαινε από την Ιερουσαλήμ στην Ιεριχώ, και έπεσε στους ληστές, πως τον σπλαχνίσθηκε «και αφού τον πλησίασε, περιέδεσε τα τραύματά του, χύνοντας πάνω τους λάδι και κρασί»(Λουκ. 10,34).

Πόσο πιο μεγάλα και αξιοθαύμαστα πράγματα μπορούν να είναι όπως αυτά τα τρία τα οποία είπα, πως για το μεγαλείο της εξομολογήσεως και ο Χριστός εξομολογήθηκε, και το στόμα του εξομολογούμενου το τίμησε όπως το δικό του, και το ότι μόνον για τους αμαρτωλούς ήλθε στον κόσμο; 
Πόσο μεγαλύτερη τιμή μπορούν να έχουν τώρα οι μάρτυρες από τους εξομολογούμενους με μεγάλη συντριβή; 
Δεν θα έχουν μεγαλύτερη τιμή και αξία. Θα έλεγα, ότι οι μετανοούντες θα έχουν μεγαλύτερη αξία, παρά οι μάρτυρες. Διότι δεν είδα στο ιερό Ευαγγέλιο να λέει τη χαρά η οποία γίνεται στα υπερκόσμια για τους μάρτυρες, αλλά για τους προσερχόμενους στην μετάνοια και εξομολογούμενους τα σφάλματά τους. «Γίνεται μεγάλη χαρά στον ουρανό για έναν αμαρτωλό που μετανοεί» (Λουκ. 15,7).

Στην παραβολή του ασώτου υιού περιγράφει ο ίδιος ο Κύριός μας την ιστορία. Ήλθε, λέει, ο υιός και φώναξε στον πατέρα του: «Πατέρα, αμάρτησα στον ουρανό και μπροστά σου, δεν είμαι άξιος πια να ονομαστώ γιος σου»(Λουκ. 15, 18-19) Δείτε με πόσα χαρίσματα και πόσο τον τίμησε εκείνος ο αγαθός πατέρας. Του έβγαλε τα βρώμικα ρούχα και τον έντυσε με πλυμένα και όμορφα. Του έβαλε στο χέρι δακτυλίδι και υποδήματα στα πόδια του. Έσφαξε το σιτευτό μοσχάρι, έστρωσε τραπέζι και κάθισαν να χαρούν. «Χαρείτε», λέει, «διότι αυτός είναι ο υιός μου, που ήταν χαμένος από τις αμαρτίες του, αλλά τώρα βρέθηκε» με τη μετάνοια και εξομολόγησή του.

Σας αφήνω να κρίνετε και να σκεφτείτε, ή είναι μεγαλύτεροι από τους μάρτυρες οι μετανοούντες όταν εξομολογούνται, ή ίδιοι με αυτούς; Αλλά -ας το πω- ισότιμοι είναι με τους μάρτυρες. Διότι τον ίδιο λογισμό που έχουν οι μάρτυρες στην αγάπη του Ιησού Χριστού, έχουν και οι μετανοούντες· και την ίδια άρνηση που κάνουν οι μάρτυρες της σάρκας τους, κάνουν και οι μετανοούντες. Την ίδια έχθρα και τον ίδιο πόλεμο που κάνουν οι μάρτυρες στο διάβολο, στον κόσμο και στη σάρκα, τα ίδια κάνουν και οι μετανοούντες. Διότι απαρνούνται όλα τα σαρκικά πάθη και απονεκρώνουν τη σάρκα, όπως λέει ο Απόστολος Παύλος στην προς Γαλάτας επιστολή:«Εκείνοι, λοιπόν, που είναι του Ιησού Χριστού σταύρωσαν τη σάρκα μαζί με τα πάθη και με τις επιθυμίες» (Γαλ. 5,24) όπως οι ευλογημένοι μάρτυρες δεν λυπόνταν για το χωρισμό του σώματος στο μαρτυρικό θάνατο.
Αλλά και οι μετανοούντες, ως χωριζόμενοι από τα εμπαθή του σώματός τους, είχαν πολλή λύπη, όπως λέει ο Παύλος. Την λέει λύπη κατά Θεόν, η οποία φέρνει στους εξομολογούμενους ολοκληρωτική μετάνοια. Έτσι γράφει προς τους Κορινθίους: « Η κατά Θεό λύπη εργάζεται μετάνοια για σωτηρία αμεταμέλητη, η λύπη όμως του κόσμου κατεργάζεται θάνατο».(Β΄Κορ.7,10). 
Ίσως θα εκαυχόντο οι μακάριοι Απόστολοι ότι ήσαν στον καιρό του Χριστού και κάθονταν μαζί του και έτρωγαν και έπιναν και για την αγάπη του επρόκειτο να μαρτυρήσουν χύνοντας τα άγια αίματά τους. Ας δοξαστούν οι αμαρτωλοί και τελώνες, οι οποίοι ήσαν με τον Χριστό και τους Αποστόλους, και ρωτούσαν οι Φαρισαίοι λέγοντας: «Γιατί τρώτε και πίνετε μαζί με τους τελώνες και τους αμαρτωλούς;». 
Και αποκρίθηκε ο Ιησούς και είπε προς αυτούς: «Δεν έχουν ανάγκη οι υγιείς από γιατρό, αλλά οι ασθενείς. Δεν έχω έρθει να καλέσω δίκαιους, αλλά αμαρτωλούς σε μετάνοια». (Λουκ. 5,30-32). Πότε κάθονται και τώρα οι αμαρτωλοί με τον Χριστό και τρώνε και πίνουν μαζί του; 
Όταν παρουσιάζει την ιερά εξομολόγηση ως τράπεζα ο ιερέας, ο οποίος έχει καλεσμένο τον Θεάνθρωπο Ιησού με το Πατέρα και το Πνεύμα και έχει και τους αμαρτωλούς συντρώγοντας, και τρώνε οι μεν αμαρτωλοί τα δάκρυα της μετανοίας τους ως άρτο, όπως λέει ο προφήτης: «τα δάκρυά μου έγιναν για μένα το ψωμί μου τη μέρα και τη νύκτα καθώς μου λένε κάθε μέρα: πού είναι ο Θεός σου;» (Ψαλμ.41, 4).

Άγιος Γεράσιμος Παλλάδας
(Αγίου Γερασίμου Παλλαδά, Άπαντα, τ. Α΄, εκδ. Ι. Μ. Μ. Βατοπαιδίου, σ. 144-154, σε νεοελληνική απόδοση)